by INA_OSI_EN » Wed Jun 13, 2012 6:32 pm
Η σημερινή κατάσταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης
του Μητροπολίτη Ναυπάκτου π. Ιεροθέου
Η ένταξη της Ελλάδος στην Ευρωπαϊκή Ένωση δημιούργησε νέες συνθήκες ζωής και διαφόρους προβληματισμούς, που καλούμαστε πολλές φορές να αντιμετωπίσουμε. Ένας από τους προβληματισμούς συνδέεται με το ποιά είναι η πολιτιστική υποδομή της Ευρώπης και τί σχέση έχει αυτή η υποδομή με τον ελληνικό πολιτισμό, πόσο και σε ποιά σημεία επηρεάστηκε η Ευρώπη από τον ελληνικό πολιτισμό και κατά πόσο τον εκφράζει, αλλά και ποιές είναι οι συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης στις ημέρες μας. Το θέμα αυτό είναι σοβαρό και χρήζει αντιμετωπίσεως. Στην συνέχεια θα εκτεθούν μερικές σύντομες σκέψεις, χωρίς περαιτέρω αναλύσεις και χωρίς να διεκδικώ το απόλυτο.
1. Οι όροι ενοπoίηση και ολοκλήρωση Όπως επισημαίνει ο Καθηγητής Παναγιώτης Ιωακειμίδης, που γνωρίζει πολύ καλά τα ευρωπαϊκά πράγματα, ο όρος «ενοποίηση» (unification) της Ευρώπης χρησιμοποιείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή σχεδόν ταυτόσημα με τον όρο «ολοκλήρωση» (integration) της Ευρώπης. Όμως συνήθως χρησιμοποιήθηκε ο όρος ενοποίηση με έννοια οικονομική, δηλαδή γίνεται λόγος για οικονομική ενοποίηση, και ο όρος ολοκλήρωση χρησιμοποιήθηκε με έννοια πολιτική και γίνεται λόγος για πολιτική ολοκλήρωση. Άν δη κανείς το θέμα από πλευράς γλώσσας, τότε θα διαπιστώση ότι η ενοποίηση (unification) προέρχεται από το ρήμα unify που σημαίνει διαμόρφωση μιας ενότητας, και ο όρος ολοκλήρωση (integration) προέρχεται από το ρήμα integrate που σημαίνει συνδυασμό δύο διαφορετικών μερών σε ένα σύνολο και σημαίνει την «διαδικασία της ολοκλήρωσης που οδηγεί σε υπερεθνικές διαρθρώσεις». Το γεγονός αυτό οδηγεί την σκέψη μας στο τί ενοποίηση επιδιώκεται: οικονομική ή πολιτική, η ένωση λαών και εθνών ή η ενότητα υπερεθνικών διαρθρώσεων, και κατʼ επέκταση τί ακριβώς επιζητείται: η ομοσπονδία της Ευρώπης ή η συνομοσπονδία των Ευρωπαϊκών λαών; Αυτό έχει σχέση και με τον πολιτισμό και τις ιδιαιτερότητες κάθε λαού. Και γύρω από αυτό το θέμα γίνεται μεγάλη συζήτηση σήμερα στην Ευρώπη μεταξύ γαλλογερμανικού και αγγλοσαξωνικού άξονα, χωρίς να έχουν καταλήξει σε συγκεκριμένα συμπεράσματα.
2. Το υπόβαθρο της ενοποίησης - ολοκλήρωσης Πολλοί έχουν υπογραμμίσει, και ο γράφων, ότι η ιδέα της ενοποίησης της Ευρώπης είναι μια ζωηρή ανάμνηση που επικρατεί στην Ευρώπη μέσα από προϋποθέσεις των λαών της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης και αυτή είναι η ιδέα του Καρλομάγνου. Εκτός των διαφόρων ειδικών μελετών η εφημερίδα «Καθημερινή», παλαιότερα σε ειδικό αφιέρωμά της, έχει ασχοληθή με το θέμα και έχει συγκεντρώσει απόψεις διαφόρων επιστημόνων με τίτλο: «Ο Καρλομάγνος και η ιδέα της Ευρώπης». Τα κείμενα τα οποία έχουν συμπεριληφθή για το θέμα αυτό καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι στους δυτικούς λαούς υπάρχει διάχυτη η ιδέα της προσωπικότητας του Καρλομάγνου που θεωρείται ως πατέρας της ιδέας της Ενωμένης Ευρώπης. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίον το κεντρικό κτήριο στις Βρυξέλλες έλαβε το όνομα του μεγάλου αυτού αυτοκράτορα της Δύσεως, έχει θεσπισθή και το βραβείο του Καρλομάγνου γιʼ αυτούς που ενδιαφέρονται για την ενότητα της Ευρώπης, έχουν καθιερωθή υποτροφίες με το όνομά του, θεωρείται πατέρας του δυτικού εκπαιδευτικού συστήματος και ο προστάτης των μαθητών. Αυτό είναι άξιον υπογραμμίσεως, γιατί ο Καρλομάγνος συγκρότησε την «Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού έθνους», έχει αποκηρύξει τις αποφάσεις της Ζʼ Οικουμενικής Συνόδου, εισήγαγε το filioque και ήταν αντίθετος προς την Ρωμηοσύνη-Βυζάντιο. Πρέπει αυτό το θέμα να μελετηθή από πλευράς Ορθοδοξίας και ελληνισμού, γιατί συνιστά την διαφορετικότητα των πολιτισμών. Επίσης, είναι σημαντικό να σημειωθή ότι κατά καιρούς αναφύονται ενωτικές κινήσεις στην Ευρώπη με το όραμα του Καρλομάγνου, απόδειξη ότι ο Φράγκος αυτός ηγεμόνας βρίσκεται στο υποσυνείδητο της Δυτικής Ευρώπης. Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης από έρευνες που έχει κάνει και στο θέμα αυτό έχει ανακαλύψει ότι «στήν ακολουθία της στέψης του Ναπολέοντα την 2α Δεκεμβρίου του 1804 μνημονεύεται στις προσευχές ο Καρλομάγνος αρκετές φορές». Μάλιστα ο Μ. Ναπολέων σε επιστολή του στον Καρδινάλιο Φές την 7η Ιανουαρίου 1806 έγραφε: «Δεν διαδέχθηκα τον Λουδοβίκο 14ον, αλλά τον Καρλομάγνο. Είμαι ο Καρλομάγνος, γιατί σaν τον Καρλομάγνο ήνωσα τα στέμματα της Φραγκίας σ' αυτήν της Λομβαρδίας και η αυτοκρατορία μου έχει ως σύνορα την Ανατολή». Αυτό σημαίνει ότι η ιδέα και το όραμα του Καρλομάγνου δεν έχει εξαφανισθή από την Δυτική Ευρώπη, όπως το βλέπουμε σήμερα σε διάφορες ενέργειες και κινήσεις, και κατά καιρούς εκφράζεται ποικιλοτρόπως, ακόμη και με την θεωρία «τής συγκρούσεως των πολιτισμών». Επίσης, σήμερα πρέπει να εξετασθούν και τα θρησκευτικά ρεύματα που επικρατούν στην Ευρώπη (Παπισμός-Προτεσταντισμός), αλλά και οι ουμανιστικές και αθεϊστικές κατευθύνσεις, οι οποίες δημιουργούν διάφορα προβλήματα και στον δυτικό άνθρωπο και στην Ορθόδοξη Παράδοση.
3. Η σχέση της Ελληνορθόδοξης Παράδοσης με την Ευρωπαϊκή κουλτούρα Στο σημαντικό βιβλίο του Κωνσταντίνου Βαμβακά με τίτλο «Οι θεμελιωτές της δυτικής σκέψης» αναλύεται ότι η σκέψη των προσωκρατικών φιλοσόφων συγκρότησε την σύγχρονη δυτική σκέψη. Βεβαίως, διατυπώθηκαν και άλλες απόψεις σύμφωνα με τις οποίες η δυτική σκέψη έχει επηρεασθή από τους Ίωνες φυσικούς ή τον Πρωταγόρα και τους σχολαστικούς, τον Επίκουρο ή έχει επηρεασθή από τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη. Η αλήθεια είναι ότι τα πολιτιστικά και ιδεολογικά ρεύματα που κυριάρχησαν και κυριαρχούν στην Ευρώπη είναι πολλά, αφού η Ευρώπη πέρασε διαδοχικά από τον σχολαστικισμό, την μεταρρύθμιση, την αντιμεταρρύθμιση, τον ουμανισμό, την αναγέννηση, τον διαφωτισμό, τον ρομαντισμό, τον μοντερνισμό, και τώρα τον μεταμοντερνισμό. Όλα αυτά τα ρεύματα εκπροσωπούνται και σήμερα από ευρωπαίους διανοητές ή και βιώνονται από τους ευρωπαίους πολίτας στην πράξη, με αποτέλεσμα να παρατηρούνται πολλές τάσεις, όπως η μεταφυσική, ο αγνωστικισμός, ο δεϊσμός, ο μυστικισμός, η αθεΐα κλπ. Επίσης, ο ελληνισμός δια μέσου των αιώνων πέρασε από πολλές εκφράσεις, όπως τις μαγικές θρησκείες, τον ανθρωπομορφισμό, τους Ίωνες φυσικούς, τους σοφιστές, τον μυστικισμό, την οντολογική ερμηνεία της φύσης, τον ιδεαλισμό, την μετακλασσική περίοδο (Στωϊκοί, Επικούρειοι), τον νεοπλατωνισμό. Αυτό σημαίνει ότι στην Ευρώπη, ως προς τον ελληνικό πολιτισμό, κυριαρχούν πολλές εκφράσεις του ελληνισμού. Κυρίως ο παγανισμός, ο ορθολογισμός, ο ιδεαλισμός και ο μυστικισμός. Γενικά μπορεί κανείς να εντοπίση τόσο το απολλώνειο πνεύμα του ελληνισμού με τον ορθολογισμό, όσο και το διονυσιακό στοιχείο του με τον εκστασιασμό. Επομένως, είναι δύσκολο να ορίσουμε ποιά έκφραση ελληνισμού έχει επηρεάσει την Ευρώπη ο εξελληνισμένος Χριστιανισμός (Χάρνακ) ή ο εκχριστιανισμένος ελληνισμός (Φλωρόφσκι). Δεν θα ήθελα, όμως, να είμαι απαισιόδοξος. Προσωπικά πιστεύω ότι όπως ο ελληνισμός δια μέσου των αιώνων εκφραζόταν με διαφορετικούς τρόπους, έτσι και σε μια φάση του βίου του εμποτίσθηκε από την Ορθοδοξία των Πατέρων και εκφράζεται ως ελληνορθόδοξη Παράδοση. Ουσιαστικά, τα οντολογικά και κοσμολογικά ερωτήματα που έθεταν οι αρχαίοι φιλόσοφοι απαντήθηκαν από την αποκαλυπτική θεολογία των Πατέρων της Εκκλησίας. Προσωπικά θεωρώ ότι σήμερα στην Ευρώπη υπάρχουν θεολόγοι που εκφράζουν αυτήν την Ελληνορθόδοξη Παράδοση, καθώς επίσης υπάρχουν και πολλοί που την αναζητούν. Είναι μια παράδοση που κάνει λόγο για την αξία του ανθρώπου, την οικουμενικότητα, την αποδοχή του άλλου, τον σεβασμό της ελευθερίας, την αποφυγή του φονταμελισμού, κυρίως είναι μια παράδοση που κάνει λόγο για έναν ιδιαίτερο τρόπο προσέγγισης του Θεού, που είναι η ιερά ησυχία, αυτό που περιγράφεται στην Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών και βέβαια μια παράδοση που αντιμετωπίζει τα πνευματικά προβλήματα του ανθρώπου, όπως είναι το νόημα της ζωής και του θανάτου. Επίσης, μελετώντας τα κείμενα των αγίων Πατέρων, τον τρόπο συγκροτήσεως των κατά τόπους Εκκλησιών που διασώζουν τα αρχαιοελληνικά πρότυπα συναντούμε την διαφορά της παραδόσεώς μας με τον ευρωπαϊκό φεουδαλισμό. Κυρίως η Ευρώπη σήμερα έχει ανάγκη όχι απλώς από τον ελληνισμό, αλλά από την ελληνορθόδοξη Παράδοση σε δύο σημεία. Το πρώτο είναι η έννοια του προσώπου στον Θεό, που αντιπαρατίθεται στον θεό της δυτικής μεταφυσικής (Θωμάς Ακινάτης) και του φεουδαλισμού (Άνσελμος Καντερβουρίας), και η αξία του ανθρώπου. Και το δεύτερο που έχει ανάγκη σήμερα η Ευρώπη είναι η ησυχαστική-νηπτική παράδοση με όλη την σημασία της λέξεως, όπως περιγράφεται στην Φιλοκαλία των ιερών Νηπτικών και την οποία μετέφρασε στην αγγλική γλώσσα οι Palmer Sherrard και Ware κάτω από την καθοδήγηση του Νομπελίστα ποιητή Eliot. Φυσικά αυτό δεν έρχεται σε αντίθεση με την θεία Ευχαριστία και την Εκκλησία, αλλά είναι η απαραίτητη προϋπόθεση βιώσεως και μετοχής της. Αυτό έχει ανάγκη ο σύγχρονος δυτικός και ευρωπαίος άνθρωπος και αυτό το γνωρίζω από προσωπική πείρα. Όσοι αγάπησαν την Ελλάδα και την Ορθοδοξία το έκαναν μέσα από νηπτικούς Πατέρες, μέσα από παλαιούς και συγχρόνους Στάρετς, μέσα από την γνωριμία τους με το Άγιον Όρος που εκφράζει αυτήν την παράδοση. Έτσι η Ευρώπη σήμερα δεν θέλει απλώς ιδεολογία, μεταφυσική, κοινωνιολογία και ωραίες λέξεις, δεν θέλει απλώς την οικονομική και νομισματική ένωση, αλλά χρειάζεται την ζωή που εκφράζει η Ελληνορθόδοξη Παράδοση, θέλει έναν ελληνισμό που έχει βαπτισθή στην ορθόδοξη ησυχαστική θεολογία. Αυτό φαίνεται από τα ρεύματα του υπαρξισμού, του σουπερεαλισμού και της ψυχανάλυσης. Έτσι, εμείς οι Έλληνες δεν είμαστε οι φτωχοί συγγενείς στην Ευρώπη, δεν είμαστε οι χρεωκοπημένοι, αλλά εκείνοι που διαθέτουμε μια δυνατή παράδοση και μπορούμε να νοηματοδοτήσουμε τον βίο πολλών ανθρώπων που αναζητούν κάτι καλύτερο. Δεν πρέπει να αισθανόμαστε ότι βρισκόμαστε σε υποδεέστερη θέση λόγω της οικονομικής ύφεσης, αλλά ότι διαθέτουμε μια υψηλή μορφή πολιτισμού.
4. Η οικονομική και νομισματική ένωση Τόν τελευταίο καιρό λόγω της οικονομικής ύφεσης που παρατηρείται στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες χώρες του ευρωπαϊκού νότου, γίνεται πολύς λόγος, άλλοτε για την αλληλεγγύη μεταξύ των Κρατών, άλλοτε για την απομάκρυνση της Ελλάδος από την νομισματική ένωση της Ευρώπης. Σίγουρα είναι ένα μεγάλο πρόβλημα που σχετίζεται με δύο επί μέρους προοπτικές. Η πρώτη είναι αν θα παραμείνη η ένωση της Ευρώπης στον οικονομικό παράγοντα ή θα προχωρήση και στην πολιτική ένωση. Πάντως, όλες οι συζητήσεις που γίνονται αφορούν την οικονομική και νομισματική ένωση της Ευρώπης και όχι την πολιτική. Καί, βέβαια, αυτή η οικονομική ένωση έχει σχέση με κυρίαρχα Κράτη και υποτελή-προτεκτοράτα και εύκολα υπονομεύεται, αφού το χρήμα και τα οικονομικά συμφέροντα δεν έχουν χρονική διάρκεια. Η δεύτερη προοπτική, συνέχεια της προηγουμένης, είναι «άν θα γίνη πλήρως οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης ή θα μείνη ένα είδος μοντέρνας Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ένα συνονθύλευμα μεταβλητής γεωγραφίας, που αργά ή γρήγορα θα διαλυθή» (Niall Ferguson, καθηγητής του Χάρβαρντ, Τα Νέα, 10-11 Μαρτίου 2012). Η επικράτηση της Γερμανίας στην Ευρώπη δείχνει την τάση για μονοκρατορία. Η αλήθεια, όμως, είναι ότι και εμείς οι Έλληνες λέμε ότι ανήκουμε στην Ευρώπη, είμαστε μέλος της νομισματικής Ένωσης και όμως δεν συμπεριφερόμαστε ως Ευρωπαίοι, δεν έχουμε επαρκή θεσμική οργάνωση και πειθαρχία στους νόμους και το δίκαιο, αλλά στην χώρα μας κυριαρχεί ο νόμος του ισχυροτέρου και η τάση υπονόμευσης των αρχών του δικαίου και της νομιμότητας. Γενικά, πρέπει να σημειωθή ότι στην Ευρώπη επικρατεί ο ουμανισμός, η αδιαφορία και η απρόσωπη θρησκευτικότητα. Ως προς τον Χριστιανισμό η Ευρώπη αποτελείται από τον σχολαστικισμό των Παπικών, τον ηθικισμό των Προτεσταντών και μέσα σε αυτήν υπάρχουν και μικρά ποσοστά ορθοδοξίας. Αυτή η διαίρεση έχει σχέση με την οικονομική πολιτική, διότι η κεφαλαιοκρατία κυριαρχεί εκεί που επικρατεί ο Καλβινισμός, ο οποίος στηρίζεται στα οικονομικά αγαθά, όπως έχει υποστηρίξει με επιχειρήματα ο Μάξ Βέμπερ. Σίγουρα τα προβλήματα σήμερα είναι πολυσύνθετα, παίζονται γεωπολιτικά παιχνίδια, κυριαρχεί το δίκαιο του ισχυροτέρου και μέσα σε αυτό εμπλέκεται και η προσωπική ιστορία του καθενός μας. Μιά προσέγγιση γεωπολιτική έχει σχέση με την άνοδο του οικονομικού επιπέδου των ανατολικών χωρών. Μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο οι δυτικοί μετέφεραν τα κεφάλαιά τους στην Ιαπωνία, την Κίνα, την Ταϊβάν κλπ., επειδή το κόστος παραγωγής στις χώρες αυτές ήταν χαμηλό. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αφ' ενός μεν να ανεβή το οικονομικό επίπεδο των ανατολικών λαών και να γεμίση η δυτική αγορά από τα προϊόντα τους, αφ' ετέρου δε να καταρρεύση η οικονομία των δυτικών χωρών. Έτσι, από ό,τι φαίνεται επιδιώκεται η μεταφορά των κεφαλαίων από την Ανατολή στην Δύση, για να επέλθη μια ισορροπία στην οικονομική αγορά. Αλλά για να γίνη αυτό πρέπει να κατέβουν και γενικά το οικονομικό κόστος ζωής του ανθρώπου. Πάντως, το μόνο σίγουρο είναι ότι η ενότητα της Ευρώπης στηρίζεται σε οικονομικούς παράγοντες και σφυρηλατείται από πολιτικά πρότυπα έξω από την ελληνορθοδοξία, ήτοι διακατέχεται από τον άθεο ουμανισμό και τον δυτικό Χριστιανισμό με όλες τις διακλαδώσεις του. Πιθανόν όσοι Ορθόδοξοι θέλουν να θεωρούνται Ευρωπαίοι απογαλακτίζονται από την ιδιαίτερη πολιτιστική και πνευματική ιδιομορφία και ταυτότητά τους. Ίσως αυτό συνιστά μια σύγχρονη προδοσία. 5. Η ουτοπία της ενότητας της Ευρώπης Όλοι οι αναλυτές πιστεύουν ότι το πρόβλημα της Ευρώπης δεν είναι η Ελλάδα μόνον, ούτε μερικές Χώρες του νότου, αλλά γενικά το όλο οικοδόμημα της Ευρώπης και ειδικότερα η Ευρωζώνη. Η Εφημερίδα «Εστία» σε κύριο άρθρο της (28-11-2011) επισήμανε το γεγονός ότι η Ευρωζώνη είναι υπό διάλυση και γενικότερα το οικοδόμημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι σφαλερό. Θεωρεί ότι οι «ουμανιστές της Ηνωμένης Ευρώπης και αρχιτέκτονες του σημερινού οικοδομήματος διέπραξαν ιστορικά λάθη». Επισημαίνει δε τρία από αυτά. Το πρώτο λάθος ήταν ότι η διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και η ένταξη νέων Κρατών έγινε χωρίς να διασφαλισθή από την αρχή η λειτουργία της. «Η ΕΟΚ των 6 κρατών-μελών που προέκυψε την δεκαετία του 50 με την Συνθήκη της Ρώμης διευρύνθηκε την δεκαετία του 70 σε 9 κράτη, την δεκαετία του 80 σε 12 κράτη, την δεκαετία του 90 σε 15 κράτη και την δεκαετία του 2000 σε 27 κράτη. Άλλο είναι να λαμβάνονται αποφάσεις από ηγέτες 6 ή 10 κρατών που έχουν λίγο-πολύ κοινά συμφέροντα και άλλο να πρέπει να συμφωνήσουν 27 ηγέτες κρατών με τόσο αντικρουόμενα συμφέροντα. Άλλα επιδιώκουν σήμερα η Γερμανία και τα ανεπτυγμένα κράτη του Βορρά, άλλα τα κράτη του ευρωπαϊκού Νότου και άλλα τα πρώην κομμουνιστικά της Ανατολικής Ευρώπης. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια και χωρίς συγκεκριμένους κανόνες είναι αδύνατον να χαραχθή κοινή πολιτική». Το δεύτερο ιστορικό λάθος αναφέρεται στο Ευρωσύνταγμα το οποίο θα διέπη την λειτουργία της. «Στις αρχές της δεκαετίας του 2000 άρχισε να καταρτίζεται ο Καταστατικός Χάρτης της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Το 2003, όταν υπεγράφη στην Αθήνα η συνθήκη προσχωρήσεως των δέκα νέων κρατών με τα οποία η Ε. Ε. θα διευρύνετο από 15 σε 25 μέλη, ο αρχιτέκτων του Συντάγματος και πρώην Πρόεδρος Ζισκάρ ντʼ Εσταίν ρωτήθηκε γιατί δεν προηγείτο η ψήφισις του Ευρωσυντάγματος της διευρύνσεως. Απάντησε ότι για λόγους δημοκρατικότητος ήταν ορθότερο να έχουν συμφωνήσει στο Ευρωσύνταγμα όλα τα κράτη-μέλη και όχι αυτό να έχη καταρτισθή μόνον από τα παλαιά 15 κράτη-μέλη, τα δε υπό ένταξιν 10 κράτη-μέλη να κληθούν να το υπογράψουν εκ των υστέρων. Το αποτέλεσμα ήταν τελικώς να καταψηφισθή το Ευρωσύνταγμα και η Ευρωπαϊκή Ένωσις να επεκταθή χωρίς να διαθέτη Καταστατικό Χάρτη». Το τρίτο σημαντικό λάθος εντοπίζεται στην διάκριση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Ευρωζώνης. «Πού ακούσθηκε να λειτουργή μία οικονομική ένωσις 27 χωρών (η Ε. Ε.) και εξ αυτών να έχουν κοινό νόμισμα μόνον οι μισές ή λίγες περισσότερες; Όταν θεσπίσθηκε το 2002 το ενιαίο νόμισμα συμμετέσχον σε αυτό 12 κράτη, τα οποία σήμερα έχουν γίνει 17. Όμως στην Ευρωπαϊκή Ένωση υπάρχουν και δεδηλωμένοι πολέμιοι του κοινού νομίσματος, όπως η Βρεταννία. Άραγε πώς να λειτουργήση σωστά το σύστημα όταν οι μισοί είναι εντός και οι άλλοι μισοί εκτός; Βλέπετε τί γίνεται κάθε φορά που συνέρχονται οι Ευρωπαίοι ηγέτες στις Βρυξέλλες. Άλλη σύσκεψις σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, όπου συμμετέχουν και τα 27 κράτη-μέλη, άλλη σύσκεψις στο επίπεδο του Eurogroup, όπου συμμετέχουν τα 17 κράτη-μέλη της Ευρωζώνης. Πώς να υπάρξη σύνθεσις και να ληφθούν αποφάσεις υπό τέτοιες προϋποθέσεις;». Αυτά τα τρία καίρια λάθη, «ως προς την αρχιτεκτονική και την εξέλιξη του ευρωπαϊκού οικοδομήματος» μέχρι τώρα δεν ήταν εμφανή και δεν διακύβευαν την ύπαρξή της. Τώρα όμως έχουν αλλάξει τα παγκόσμια δεδομένα. Η «Εστία» επισημαίνει: «Τώρα όμως η παγκόσμια οικονομική κρίσις πλήττει κυρίως την Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές οικονομίες δεν είναι σε θέση να ανταγωνισθούν τις αναπτυσσόμενες οικονομίες των κρατών της Άπω Ανατολής και χάνουν διαρκώς μερίδιο στον παγκόσμιο καταμερισμό εισοδημάτων, πλούτου και θέσεων εργασίας. Για να αντιμετωπισθή η κατάστασις χρειάζεται να υπάρχουν κοινοί στόχοι και πολιτική. Τέτοιο πράγμα λοιπόν, σήμερα δεν υπάρχει. Άλλα θέλουν οι Γάλλοι και οι Γερμανοί, άλλα οι αδύναμες χώρες. Έτσι, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά το κοινό νόμισμα, κοινή πολιτική δεν υπάρχει. Υπό τις σημερινές συνθήκες λειτουργίας της, η Ευρωζώνη δεν φαίνεται να μπορή να επιβιώση. Η παγκόσμια κρίσις οξύνεται, τα περισσότερα ευρωπαϊκά κράτη είναι υπερχρεωμένα (μέ αιχμή την Ελλάδα), οι χρηματοοικονομικές αγορές πιέζουν και αυξάνουν διαρκώς τα επιτόκια δανεισμού, η δε Ευρώπη ως ενιαία οντότης αδυνατεί να λάβη αποφάσεις. Παρά τις πρωτοβουλίες Μέρκελ-Σαρκοζύ για την δημιουργία νέου Συμφώνου, όλα δείχνουν ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα κλονίζεται εκ θεμελίων. Ειδικώς δε η Ευρωζώνη τελεί υπό διάλυσιν». Ο π. Ιωάννης Ρωμανίδης ήδη πριν τριάντα (30) περίπου χρόνια, το έτος 1975, έγραφε: «Ως είναι σήμερον η τευτονοποιηθείσα Ευρώπη ουδέποτε θα ενωθή διότι κυριαρχείται από το ρατσιστικόν, φυλετικόν, διασπαστικόν, ευδαιμονιστικόν και εκμεταλλευτικόν πνεύμα των Τευτόνων το οποίον αναζητεί την καθυπόταξιν και εκμετάλλευσιν των λαών υπό μικρών ιδιοτελών ομάδων». Έτσι, θεωρούσε ουτοπία την ένωση της Ευρώπης με τέτοιες προϋποθέσεις, αλλά θεωρούσε λιγότερο ουτοπιστικό να επιχειρηθή ενότητα της Ευρώπης με βάση τους Ρωμαίους προγόνους των σημερινών Ευρωπαϊκών λαών, στους οποίους επικράτησε το «ρωμαίϊκον φιλότιμον ως θεμέλιον μιας αποτευτονοποιηθείσης δυτικής Ρωμαιοσύνης», οπότε «θά αμβλυνθή ο ευδαιμονισμός, ο εγωκεντρισμός και η ιδιοτέλεια των σημερινών Ευρωπαίων». Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο υποστήριζε ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να γίνη με βάση την Ρωμηοσύνη που υπήρχε αιώνες στην Δύση. Έγραφε: «Η παλαιά Φραγκιά δεν υπάρχει πλέον. Η εν τη Δύσει απόγονοι των Ρωμαίων όχι μόνον ανέτρεψαν την ταξική ευγένειαν και θεολογίαν του φεουδαλισμού των κατακτητών των, αλλά είναι ώριμοι διʼ επάνοδον εις την Ρωμαιοσύνην των προγόνων των, την οποίαν οι εν Ανατολή Ρωμαίοι διατηρούν μέχρι σήμερον με το πλήθος των πολιτιστικών των εκδηλώσεων, το οποίον υπήρχε και εις την δυτικήν Ρωμαιοσύνην». Επομένως, είναι ουτοπία να κάνη κανείς λόγο για πραγματική οικονομική και πολιτική Ένωση σήμερα της Ευρώπης, αλλά λιγότερο ουτοπιστικό είναι το όραμα μήπως δια μέσου της κοινής αρχαίας ρωμαίϊκης πολιτιστικής παράδοσης, που αναζητείται από πολλούς Ευρωπαίους, επιτευχθή κάποια πολιτιστική ενότητα. Πάντως, αν δεν τεθή η Ένωση της Ευρώπης σε πνευματική, πολιτιστική βάση θα καταρρεύση, αφού τα οικονομικά αγαθά, που στηρίζονται στο συμφέρον και την ευδαιμονία δεν μπορούν να τίθενται ως βάση ενώσεως. Αλλά πώς μπορεί να υπάρξη κοινή πολιτιστική παράδοση σε μια κοινωνία πολιτιστικά διασπασμένη; Ο προβληματισμός είναι έντονος. Πώς μπορεί η γερμανική νοοτροπία να καταλάβη την αντίστοιχη ελληνορθόδοξη και το αντίστροφο; Αναγκαστικά, λοιπόν, η βάση ένωσης της Ευρώπης θα στηρίζεται στο χρήμα που θα προκαλή συνεχείς σεισμικές δονήσεις και διαρκείς συγκρούσεις, έως ότου το οικοδόμημα καταρρεύσει. Τελικά και εμείς οι Έλληνες αντί να τα περιμένουμε όλα από τους άλλους και αντί να ζούμε ως φτωχοσυγγενείς, άς μάθουμε κάποτε να εργαζόμαστε για την θεσμική ανασυγκρότηση του Κράτους, άς αποβάλουμε την ευδαιμονιστική και φίλαυτη νοοτροπία μας και άς καυχόμαστε για την ελληνορθόδοξη Παράδοσή μας που είναι ατίμητος θησαυρός και πρέπει να διαποτίζη όλη μας την ζωή.–