by akerm » Tue Jun 26, 2012 11:41 am
Αμνησίκακοι καί φιλήσυχοι
Τις σοφές συμβουλές του, γύρω από δύο άλλες αφορμές διασαλεύσεως τής ψυχικής μας γαλήνης, μας δίδει ό Σειράχ στους ακόλουθους στίχους:
«Άφες άδίκημα τω πλησίον σου, και τότε δεηθέντος σου αί άμαρτίαι σου λυθήσονται. Άνθρωπος άνθρώπω συντηρεί όργήν, και παρά Κυρίου ζητεί 'ίασιν; Έπ' άνθρωπον ομοιον αύτω ούκ έχει έλεος, και περι τών άμαρτιών αύτού δείται; Αύτός σάρξ ών διατηρείμήνιν, τις έξιλάσεται τάς άμαρτίας αύτού;» (κη', 2-5).
«Απόσχου άπό μάχης, και έλαττώσεις άμαρτίας. άνθρωπος γάρ θυμώδης έκκαύσει μάχην, και άνήρ άμαρτωλός ταράξει φίλους και άνά μέσον είρηνευόντων έμβάλλει διαβολήν... Έρις κατασπευδομένη έκκαίει πύρ, και μάχη κατασπεύδουσα έκχέει αίμα. Έάν φυσήσης είς σπινθήρα, έκκαήσεται, και έάν πτύσης έπ' αύτόν, σβεσθήσεται. και άμφότερα έκ τού στόματός σου έκπορεύεται» (κη', 8-9,11-12).
Ξεκινά και πάλιν ο σοφός Σειράχ από την ορθή θέσιν ότι, αν ένας άμαρτάνη και δεν εξασφαλίζει συγχώρησιν από τόν Θεόν, δέν ήμπορεί νά αισθάνεται ειρηνικός. Καί συμβουλεύει τόν καθένα μας: Αν θέλης νά έχης είρήνην μέσα σου, συγχώρησε πρώτα στούς συνανθρώπους σου τά άδικήματα, πού σού έκαμαν, καί μετά προσευχήσου στόν Θεόν νά σού συγχώρηση τίς άμαρτίες σου. Διότι, άν ένας άνθρωπος διατηρή μέσα τού μίσος καί έχθραν έναντίον κάποιου άλλου άνθρώπου, μέ ποιάν παρρησίαν θά ζητήση άπό τόν Θεόν συγχώρησιν; Αν ένας δέν αίσθανεται συμπάθειαν πρός τούς όμοιοπαθείς συνανθρώπους του, πώς θά τόλμηση νά ζητήση τό έλεος τού Θεού διά τίς Ιδικές τού άμαρτίες;
«Και άφες ήμίν τά οφειληματα ήμών, ώς και ήμείς άφίεμεν τοίς όφειλέταις ήμών» (Ματθ. στ', 12), μοιάζει νά μάς λέγη στό σημείο αύτό καί ό Σειράχ.
Καί νά τονίζη σέ μάς ό,τι άκριβώς καί ό Κύριος μας έδίδαξε στήν Κυριακήν προσευχήν. Ότι δηλαδή πρέπει να ζητούμε άπο τον Θεον συγχώρησιν, μόνον καί έφ' όσον προηγουμένως καί εμείς έσυγχωρήσαμε στους άλλους όσα τυχον κακά μας έχουν κάμει.
Μέ τήν ίδιαν θέρμην μας συμβουλεύει ό σοφος Σειράχ, άν θέλουμε νά διατηρούμε τήν είρήνην τής ψυχής μας, νά άποφεύγουμε τίς φιλονεικίες καί κάθε άλλην άφορμήν συγκρούσεως μέ τούς συνανθρώπους μας. Διότι, όσοι συγκρατούν τον θυμόν τους, προφυλάσσουν τον έαυτόν τους άπο άμαρτίες, οί όποίες πάντα προκαλούν άναστατώσεις καί ταραχές. Αντίθετα ό( θυμώδεις καί οί ίδιοι ταράζονται καί άμαρτάνουν, άλλά καί τούς φίλους τους άναστατώνουν. Καί άνάμεσα σέ άνθρώπους, πού ζούν ειρηνικά, σκορπίζουν διαβολές καί διαταραχές. Καί κάθε έρις καί θυμός, άν δέν συγκρατηθή, άνάβει πυρκαϊάν. Καί κάθε βίαιη καί άσυγκράτητη λογομαχία είναι δυνατόν νά όδηγήση μέχρι καί τήν αίματοχυσίαν.
Τούτο φαίνεται καί άπο το έξής παράδειγμα. Πάνω σ' ένα σπινθήρα, άν φυσήσης, θά ανάψεις φωτιά, άν όμως φτύσεις, θά τον σβήσης. Όπως λοιπον μέ τά δυο αύτά πράγματα, το φύσημα καί το φτύσιμο, πού προέρχονται άπο το στόμα σου, έπιτυγχάνεις ή το άναμμα ή το σβήσιμο τής φωτιάς, έτσι καί μέ τον θυμον ή τά καλά σου λόγια ήμπορείς άντίστοιχα νά άνάψης ή νά σβήσης τήν φιλονεικίαν καί τήν ταραχήν.