ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Λόγοι, διδαχές και παραινέσεις των Αγίων της Ορθοδοξίας μας προς διόρθωση της πορείας του βίου μας.

Moderator: inanm7

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby Εφραίμ » Sun Mar 03, 2013 5:14 pm

Εφραίμ wrote:Αφιερωμένο στο σύγχρονο Όσιο Αγιορείτη ιερομόναχο και Ησυχαστή, Εφραίμ Κατουνακιώτη.

Τα προηγούμενα λόγια του Χαρισματούχου ιερομονάχου και Ησυχαστή, Εφραίμ του Κατουνακιώτη, περιέχονται στο βιβλίο:
«ΓEPONTAΣ EΦPAIM KATOYNAKIΩTHΣ», που γράφηκε από τους μαθητές του. Εκδόσεις «Tο Περιβόλι της Παναγίας», Θεσσαλονίκη:
http://www.toperivoli.gr/pages/biog.htm

Image
Εφραίμ
 

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby Εφραίμ » Sun Mar 03, 2013 5:25 pm

Φωτογραφίες του Γέροντα Εφραίμ του Κατουνακιώτη (διότι και οι φωτογραφίες, διδάσκουν τους προσεκτικούς και τους καλοπροαίρετους):

http://athosprosopography.blogspot.gr/search/label/Εφραίμ%20ιερομ.%20Κατουνακιώτης
Εφραίμ
 

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby rose » Sun Mar 03, 2013 9:00 pm

"Γιατί σε μένα Θεέ μου;
Τί κακό έκανα; Που να ψάξω να βρω μέσα μου την άγνωστη σε μένα αιτία;
Και αν φταίω εγώ, δεν μπορώ κάτι να κάνω για να αναστρέψω τα πράγματα;
Κινδυνεύω να χάσω τη λίγη και ασθενική πίστη μου. Τελικά, ποιό το όφελος αυτής της ιστορίας;
Γιατί σε μένα, Θεέ μου; Δεν είμαι παιδί σου; δεν είσαι Θεός αγάπης;
Τί σχέση μπορεί να έχει η αγάπη Σου με το μαρτύριό μου; Πώς να με προσελκύσουν τα μαστιγώματά Σου;
Πώς συνδυάζεται η καλοσύνη Σου με την ανερμήνευτη λογική του πόνου, με τη θλίψη, με το ενδεχόμενο του σκανδαλισμού";


Image

"Ευλογημένο ή καταραμένο το γιατί", Μητροπολίτου Μεσογαίας Νικολάου Ευλογημένα «γιατί»!


Ερώτημα τόσο συχνό, τόσο βαθύ, τόσο δυνατό στην εκφορά του, τόσο δύσκολο στην απάντηση του. Ερώτημα τόσο αληθινό, τόσο ανθρώπινο, τόσο απαιτητικό, πού όμως από τη φύση του δεν αντέχει στον λόγο, δεν εκφράζεται με το στόμα, δεν μπαίνει σε λέξεις, δεν δημοσιοποιείται σε ακροατήριο, πολύ δε περισσότερο, δεν επιδέχεται μονοσήμαντες απαντήσεις από κάποιους πού δήθεν γνωρίζουν προς κάποιους άλλους που σίγουρα πονούν.

Ίσως είναι το κατ' εξοχήν θέμα για το όποιο δεν μπορεί και δεν πρέπει να γίνονται ομιλίες. Είναι πολύ βαθύ για να έλθει στην επιφάνεια τής συνειδητοποίησης. Είναι πολύ επώδυνο για να χωρέσει στον ορίζοντα των αντοχών μας. Είναι πολύ προσωπικό για να εντοπισθεί στο στερέωμα του δημόσιου λόγου. Ίσως αυτό το ερώτημα να πονάει πιο πολύ και από την αιτία που το δημιουργεί. Γιατί όλοι ξέρουμε πώς δεν έχει εύκολη απάντηση. Και όμως είναι τόσο επίμονο και αληθινό.

Γιατί σε μένα, Θεέ μου; Ηχεί στα αυτιά μου αυτό το ερώτημα και αντηχεί βαθιά στην καρδιά μου. Είναι το ερώτημα κάθε γονιού πού το παιδί του πάσχει ή κάθε άνθρωπου πού έχει χτυπηθεί από ανίατη ασθένεια. Πώς είναι δυνατόν αυτό το ερώτημα να μεταμορφωθεί σε ομιλία, συμβουλή, γνώμη ή απάντηση;

Το ερώτημα αυτό συνεχώς διατυπώνεται και απαντάται:
μόνο με δάκρυα, όχι με λέξεις,
με αισθήματα, όχι με σκέψεις,
με σιωπή, όχι με απόψεις,
με συμπόνια, όχι με απαντήσεις.

Πώς να το κάνουμε; Συχνά τα μάτια μιλούν πιο εύγλωττα από το στόμα, ο αναστεναγμός πιο δυνατά από τη σκέψη και η πονεμένη απορία εκφράζει περισσότερο την αλήθεια από την όποια απάντηση. Γιατί; Γιατί ό πόνος; γιατί ή αδικία; γιατί τα παιδάκια; γιατί τόσο πρόωρα; γιατί με αυτόν τον τρόπο; γιατί την απερίγραπτη χαρά της αθώας παρουσίας τους να τη διαδέχεται ό αβάσταχτος πόνος; Γιατί; Και αν είναι για το άγνωστο καλό μας, γιατί αυτό το καλό μας να είναι τόσο πικρό; Γιατί σε μένα; Τί κακό έκανα; Που να ψάξω να βρω μέσα μου την άγνωστη σε μένα αιτία; Και αν φταίω εγώ, δεν μπορώ κάτι να κάνω για να αναστρέψω τα πράγματα; Και ποιός ο λόγος εξ αιτίας μου να υποφέρει αυτό το αθώο πλασματάκι; Αυτό μου φαίνεται πιο αδύνατο να το αντέξω. Κινδυνεύω να χάσω και τη λίγη και ασθενική πίστη μου. Τελικά, ποιό το όφελος αυτής της ιστορίας; Γιατί σε μένα, Θεέ μου; Δεν είμαι παιδί σου; δεν είσαι Θεός αγάπης; τί σχέση μπορεί να έχει η αγάπη Σου με το μαρτύριό μου; Πώς να με προσελκύσουν τα μαστιγώματά Σου; Πώς συνδυάζεται η καλοσύνη Σου με την ανερμήνευτη λογική του πόνου, με τη θλίψη, με το ενδεχόμενο του σκανδαλισμού;

Η «ευλογία» του πόνου. Ευλογημένα «γιατί»! Τα καθαγίασε ο ίδιος ό Χριστός στον σταυρό «Θεέ μου, Θεέ μου, Ίνα τί με εγκατέλιπες;» Θεέ μου, γιατί μου το 'κανες αυτό; Τί σου έκανα; Δεν είμαι ο Υιός σου; Το ίδιο ακριβώς ερώτημα με το δικό μου το όποιο έμεινε και αυτό αναπάντητο.

Έμεινε αναπάντητο στα φαινόμενα. Τα γεγονότα όμως φανέρωσαν την απάντηση. Τέτοια πολλά «γιατί» βγήκαν και από το στόμα του πολυάθλου Ιώβ ή τη γραφίδα του τραυματισμένου Δαυίδ, δύο ανθρώπων πού οι τραγικοί θάνατοι των παιδιών τους σφράγισαν το πέρασμά τους από την ιστορία και πού μας παρουσιάζονται συχνά ως μοναδικά πρότυπα πίστης, εγκαρτέρησης και υπομονής.

Το ερώτημα αυτό το απευθύνουμε στον Θεό, το λέμε στον εαυτό μας, το επαναλαμβάνουμε στους ανθρώπους πού νοιώθουμε ότι ιδιαίτερα μας αγαπούν. Το λέμε κυρίως για να εκφράσουμε το μέσα μας, το λέμε όμως και προσδοκώντας το χάδι μιας απάντησης. Ποιός όμως μπορεί να δώσει μία απάντηση; Ακόμη κι αν την ξέρει, ποιός μπορεί να μας την πει;

Λέγει ο Μέγας Βασίλειος προς πενθούντα πατέρα ότι ο πόνος κάνει τον άνθρωπο τόσο ευαίσθητο, ώστε μοιάζει με το μάτι πού δεν ανέχεται ούτε το πούπουλο. Και ή πιο τρυφερή κίνηση αυξάνει τον πόνο του πονεμένου. Και η πιο διακριτική αναλογία δεν αντέχεται. Ο λόγος πού εκφέρεται ως λογικό επιχείρημα ενοχλεί αβάσταχτα. Μόνο το δάκρυ, η κοινωνία τής απορίας, η σιωπή, η εσωτερική προσευχή θα μπορούσαν να ανακουφίσουν τον πόνο, να φωτίσουν το σκοτάδι ή να γεννήσουν μία μικρή ελπίδα. Ο πόνος γεννά αλήθεια, συμπόνια, κοινωνία. Ο πόνος δεν ξυπνάει μόνον εμάς, άλλα γεννάει και την αγάπη στους γύρω μας. Προσπαθούν να μπουν στη θέση μας. Αγωνίζονται στον καιρό της ασφάλειας τους να μοιραστούν τα πιο ανεπιθύμητα γι' αυτούς δικά μας αισθήματα. Και το κάνουν. Ο πόνος γεννά την υπομονή μας, ταυτόχρονα όμως γεννά και τον εξ αγάπης σύνδεσμο με τούς αδελφούς μας. Ο πόνος γεννά την αλήθεια. Ή συμπόνια των άλλων τη φυτεύει στη δική μας καρδιά.

Εκεί διακριτικά κρύβεται και ή απάντηση. Έτσι γεννιέται στην καρδιά η παρηγοριά, η γλύκα και η ανακούφιση της οποίας είναι πολύ εντονότερες ως εμπειρίες από το βάρος του πόνου. Ο πόνος μας βγάζει από τα ανθρώπινα μέτρα.


Τελικά αυτά τα «γιατί» δεν έχουν τις απαντήσεις που η φτώχια και η αδυναμία μας περιμένει. Στη λογική αυτή συνήθως παραμένουν αναπάντητα. Γι' αυτό και ο Χριστός για τον θάνατο δεν είπε παρά ελάχιστα. Απλά, ο Ίδιος τον επέλεξε και πόνεσε όσο κανένας άλλος. Και όταν αναστήθηκε, το στόμα Του έβγαλε περισσότερη πνοή και λιγότερα λόγια. Δεν είπε τίποτε για ζωή και θάνατο -μόνο προφήτευσε το μαρτύριο του Πέτρου.

Ο πόνος δεν απαντιέται με επιχειρήματα. Ούτε η αδικία και ο θάνατος αντιμετωπίζονται με τη λογική.
Τα προβλήματα αυτά λύνονται με το εμφύσημα και την πνοή που μόνον ο Θεός δίνει. Λύνονται με το Άγιο Πνεύμα. Ξεπερνιούνται με την ταπεινή αποδοχή του θελήματος του Θεού που είναι τόσο αληθινό άλλα συνήθως και τόσο ακατανόητο. Στο διάβα της η δοκιμασία συνοδεύεται από το σφυροκόπημα των αναπάντητων ερωτημάτων. Κι εμείς, γαντζωμένοι στα «μήπως», στα «γιατί», στα «αν» συντηρούμε τις ελπίδες και αντέχουμε την επιβίωση σε αυτόν τον κόσμο, προσδοκώντας κάτι σίγουρο ή κάτι σταθερό. Αυτό όμως συνήθως δεν εντοπίζεται στην προτεινόμενη από μας λύση, άλλα επικεντρώνεται στην απροσδόκητη υπέρλογη θεϊκή παρηγοριά. Κάθε προσπάθεια αντικατάστασης της με ανθρώπινα υποκατάστατα αδικεί εμάς τούς ίδιους. Κάθε περιορισμός στην ασφυκτική θηλιά των ορθολογιστικών απαντήσεων μας παγιδεύει βαθύτερα στο δράμα μας.

Στον διάλογο με τον πόνο, την αδικία και τον θάνατο είμαστε υποχρεωμένοι να βγούμε από τα ανθρώπινα μέτρα.
Αυτή είναι όχι μόνον η έξοδος από τη δοκιμασία άλλα και η ευεργεσία της. Η μοναδική ευκαιρία.
Τελικά, το μεν ερώτημα μπορούμε να το υποβάλλουμε, την δε απάντηση πρέπει να την περιμένουμε.
Ή ο Θεός δεν υπάρχει ή παραχωρεί μια δοκιμασία για να μας δώσει μια μοναδική ευκαιρία.
Αν δεν γινόταν ή Σταύρωση, δεν θα υπήρχε ή Ανάσταση. Ο Χριστός θα ήταν ένας καλός δάσκαλος· όχι ο Θεός. Ο Θεός δίνει την ευκαιρία. Σε μας μένει να τη δούμε και να την αξιοποιήσουμε. Η δε χαρά και το περιεχόμενο αυτής της ευκαιρίας είναι πολύ μεγαλύτερα από την ένταση και τον πόνο της δοκιμασίας.

Ο θάνατος, ο πόνος, η αδικία αποτελούν μυστήριο που η όποια απάντηση το διασαλεύει. Στις περιπτώσεις αυτές, η αλήθεια δεν εκφράζεται ως άποψη ή επιχείρημα, αλλά προσφέρεται ως ταπείνωση και κοινός πόνος. Η πορεία στο μεθόριο τής ζωής και του θανάτου, του σκανδαλισμού και της δοξολογίας, του θαύματος και της αδικίας παρουσιάζει στροφές και κρυμμένες γωνιές, όπου διασφαλίζεται η αλήθεια της ζωής.

Αν ξεφύγει κανείς τον πειρασμό να λυγίσει, τότε αντικρίζει την αλήθεια με τέτοια όψη, πού ποτέ του δεν είχε καν φαντασθεί. Ό πόνος, αν κάποιος καταφέρει να τον αγκαλιάσει, γεννά πρωτόγνωρες ευαισθησίες και ξεδιπλώνει πραγματικότητες πού κανείς αλλιώς δεν βλέπει. Ή πρόκληση δεν είναι να συμβούν γεγονότα και αποκαλύψεις· αυτά υπάρχουν. Ή πρόκληση είναι να ανοίξει κανείς τα μάτια του για να μπορεί να τα αντικρύσει.

Είναι αναντίλεκτη αλήθεια δυστυχώς, συνήθως μόνο χάνοντας τα πολύ επιθυμητά, γνωρίζουμε και κερδίζουμε τα πολύ μεγάλα.

Σίγουρα ό πόνος και ή αδικία δεν μπορούν να καταργήσουν την αγάπη του Θεού. Ό Θεός υπάρχει. Και είναι αγάπη και ζωή. Ή τέλεια αγάπη και το πλήρωμα της ζωής. Και το μεγαλύτερο θαύμα της ύπαρξης Του είναι ή συνύπαρξή Του με τον πόνο, την αδικία και τον θάνατο. Ίσως και ή μεγαλύτερη πρόκληση για τον καθένα μας να είναι ή συνύπαρξη με τον δικό του προσωπικό πόνο, το ελπιδοφόρο σφιχταγκάλιασμα με τα βαθύτερα αυτά «γιατί», ή ταπεινή εσωτερική περιχώρηση στην προσδοκία του Θεού μέσα από τις «αδικίες» πού νομίζουμε πώς Αυτός μας κάνει.

Προ καιρού, με πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα πού το καντηλάκι της ζωής της φαίνεται να τρεμοσβήνει. Μέσα στον αβάσταχτο πόνο της διέκρινα την ελπίδα. Μέσα από τα δακρυσμένα μάτια της αντίκρισα τη χαρά, τη δύναμη και τη σοφία. -Θέλω να ζήσω, μου είπε. Αλλά δεν ήλθα για να μου το επιβεβαιώσετε. Ήλθα για να με βοηθήσετε να φύγω έτοιμη από αυτόν τον κόσμο. - Εγώ είμαι παπάς της ζωής και όχι του θανάτου, της απαντώ. Γι' αυτό και θέλω να ζήσεις. Επίτρεψε μου, όμως, να σε ρωτήσω κάτι· μέσα στη δοκιμασία σου, ρωτάς ποτέ «γιατί σε μένα, Θεέ μου;» -Δεν σας καταλαβαίνω, πάτερ, μου λέει. Εγώ ρωτώ «γιατί όχι σε μένα, Θεέ μου; Και περιμένω όχι τον θάνατό μου· προσδοκώ τον φωτισμό μου»!

1. Νικόλαος Χατζηνικολάου (Μητροπολίτης Μεσόγαιας καί Λαυρεωτικής), «Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός», Εκδ. Σταμούλης, 2009 Πηγή:Ενοριακή ζωή
Xαίρε Μήτερ Δέσποινα της ζωής, χαίρε η προστάτις, των τιμώντων σε και φρουρός,
χαίρε η ελπίς μου, η δόξα και ισχύς μου μετά Θεόν η μόνη συ μου βοήθεια.
User avatar
rose
 
Posts: 640
Joined: Wed Nov 16, 2011 9:58 pm

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby zenjt » Mon Mar 04, 2013 2:24 pm

Περί αποφυγής της αποθαρρύνσεως.Ένα ρήμα των Πατέρων το όποιο συναντήσαμε προχθές στην ανάγνωση της τράπεζας, το όποιο αναφέρει ο Άγιος Διάδοχος Φωτικής, μού έκανε μεγάλη εντύπωση. «Ως οδοιπόρος άσματι κλεπτών τον κόπον της; όδοιπορίας». Όπως παλαιότερα θυμάμαι, τότε πού χρησιμοποιούσαν ως μεταφορικά μέσα τα υποζύγια, πολλές φορές παρακολουθούσα τους πατέρες και τους παππούδες πού εργάζονταν σκληρά μέσα στον καύσωνα με τα ζώα τους και σιγοτραγουδούσαν λίγο για να ξεχνούν έτσι τον κόπο της όδοιπορίας. Αυτό οι Πατέρες το μεταφέρουν και στην δική μας ζωή. Είναι γνωστό ότι «τό μέν πνεύμα πρόθυμον, η δε σαρξ ασθενής». Ας έχουμε λοιπόν σαν όρο στην ζωή μας, «τό πνεύματι ζέοντες, τω Κυρίω δουλεύοντες». Στην πραγματικότητα όμως ο άνθρωπος κουράζεται με τις διάφορες περιστάσεις και περιπέτειες. Όλα αυτά είναι εκείνα τα όποια αλλοιώνουν την ζωή, δεν την αφήνουν να είναι ευθεία. Και μείς οι ίδιοι, όπως ξέρουμε, δεν έχομε πάντα τήν ίδια προαίρεση. Γενικά η προαίρεση μας είναι αμετακίνητη στο να ακολουθούμε τον Χριστό. Όλες αυτές οι αλλοιώσεις όμως, πού είναι τα αίτια και τα αιτιατά, σπρώχνουν, έλκουν, τραβούν, βαραίνουν καί κάνουν την ζωή του ανθρώπου πολλές φορές δύσκολη. Γι’ αυτό χρειάζεται από μέρους μας προσοχή, ώστε έχοντας ύπ’ όψιν όλα αυτά, να μην φεύγουμε από τον σκοπό μας.ImageΕίναι γεγονός ότι οι μέν συνθήκες υπεγράφησαν στην άρχή πού μας κάλεσε η θεία Χάρις και τα πράγματα τα τοποθετήσαμε σωστά, χάριτι Χριστού και δεν πρόκειται τώρα να στραφούμεν είς τα οπίσω. Όμως, η πρακτική μορφή της ζωής έχει πολύ μεγάλη διαφορά από την θεωρητική. Επειδή λοιπόν συμβαίνουν στην ζωή μας όλες αυτές οι ανακοπές, ένεκα της πολύμορφης αμαρτίας και από τον πόλεμο πού μας κάνει ο σατανάς, γι’ αυτό χρειάζεται να είμαστε πάντοτε έτοιμοι. Στις δυσκολίες αυτές να μην λυγίζωμε καί, στις περιπτώσεις εκείνες πού μας βαρύνει η απόγνωση και η απογοήτευση, να ενθαρρύνουμε τον εαυτό μας έχοντας ύπ’ όψιν ότι: Όύκ άξια τα παθήματα του νύν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι είς ημάς», ένθυμού-μενοι ότι ο Κύριος για την δική μας αγάπη «έκένωσεν εαυτόν». Αυτή η έννοια να μη φεύγει ποτέ από μέσα σας. Η φράση «έκένωσεν εαυτόν» είναι ασύλληπτη, απερίγραπτη, αφάνταστη και ανερμήνευτη στα κτιστά όντα, όσο και αν είναι τέλεια. Και αυτό το έκανε για την δική Του αγάπη προς εμάς τους ευτελείς. Πολλές φορές σκέπτομαι και λέω: Σε τί χρειαζόταν στον Θεό η κένωση; Μπορούσε και προστακτικά – όπως έβαλε την κτίση σε ύπαρξη, έκ του μηδενός, διά της θεοπρεπούς Του μεγαλωσύνης – να μας επαναφέρει στην ισορροπία. Μέσα όμως στα βαθύτερα μυστήρια της άκατάλυπτής Του πανσοφίας, περιείχετο το σχέδιο τούτο- να μας επαναφέρη στην Ισορροπία πρακτικά, με το να γίνη και Αυτός όπως είμαστε μείς. Για να ένδυθή ύλη, σαν Θεός πού είναι, και να βρεθή σε τόπο και χώρο και χρόνο ο ύπεράγαθος, έπρεπε να μετάσχη της δικής μας πτώχειας και έκανε αυτό για να δείξη το απόλυτο της αγάπης Του.

Αυτές όλες οι σκέψεις είναι μία τονωτική ένεση, για να το πούμε με την ιατρική γλώσσα. Συμβαίνει δηλαδή το Ίδιο, όπως σ’ έναν οργανισμό πού εξαντλείται και φθάνει σε κατάσταση κωματώδη και οι γιατροί με ένα τονωτικό φάρμακο τον ενισχύουν και έτσι ξυπνάει και ανακτά τις δυνάμεις του. Ενθυμούμενοι αυτά, γινόμεθα προθυμότεροι και ευλαβέστεροι για να αντέξωμε στις πιέσεις του σατανά. Η «πολύμορφη αμαρτία» μαζί με τον πατέρα της διάβολο, προσπαθεί να μας φράξη τον δρόμο. Έμείς υπογράψαμε συνθήκη με τον Κύριο μας πού δέχθηκε την επιστροφή και την μετάνοια μας. Από την στιγμή πού τον γνωρίσαμε, προσπαθούμε να μην άμαρτάνωμε, αλλά να εύσεβούμε και το ενδιαφέρον μας είναι να βρισκώμαστε στο θέλημα Του. Υπεγράφησαν τα συμβόλαια αυτά από το βάπτισμα κι Εκείνος έμεινε πιστός στις υποσχέσεις Του. Μας έδωσε την θείαν Χάριν και μείς φυσικά προσπαθούμε, όσο μπορούμε, να την κρατήσουμε. Ο διάβολος όμως, προσπαθώντας να μας πολεμήση, δεν διστάζει να μεταχειρισθή τα πάντα, και τους φίλους, και τους συγγενείς, και τους οίκογενείς, και τις ύλες, και τα πρόσωπα, και τα πράγματα, και τον χώρο και τον χρόνο για να μας απατήση.
ImageΞέροντας όλα αυτά, πρέπει και μείς να χρησιμοποιούμε σε όλες τις φάσεις της μάχης τα κατάλληλα αντίρροπα πνευματικά φάρμακα, τα όποια είναι γνωστά από τις πατερικές μας παραδόσεις. Όταν μας πνίγη η αποθάρρυνση, έμείς προβάλλομε το θάρρος, έχοντας ύπ’ όψιν μας την αγάπη του Ιησού μας και τις υποσχέσεις Του. Όταν μας πιέζει ο καύσωνας της οιήσεως και της κενοδοξίας, ενθυμούμαστε την ευτέλεια μας, την ανικανότητα μας, πού δεν είμαστε άξιοι ούτε ένα λογισμό να κρατήσουμε και έτσι ταπεινώνομε τον εαυτό μας. Μοιάζουμε με τους γεωπόνους, όπως λέει η Αμμά Σάρρα, πού όταν δουν ένα βλαστάρι πού μεγαλώνει πολύ, το κόβουν καί, αν δουν ένα πού είναι αδύνατο, του βάζουν κοπριά και το ποτίζουν και το σηκώνουν. Έτσι κι έμείς μεταχειριζόμαστε αυτούς τους τρόπους να κρατήσουμε τον εαυτό μας τους οποίους βρίσκουμε και στην Γραφή. Βλέπετε ο Προφητάναξ Δαβίδ, ο πατέρας της προσευχής και της μετανοίας, όταν αισθανόταν απογοήτευση και αποθάρρυνση, θεωρούσε τον εαυτό του και έλεγε: «Ίνα τί περίλυπος εί η ψυχή μου και ίνα τί συνταρράσσει με; Έλπισον επί τον Θεόν τον ίσχυρόν τον ζώντα». Όσες φορές πάλι έβλεπε ότι τον πείραζε η οίηση και η κενοδοξία, έλεγε: «Εγώ ειμί γή και σποδός, εγώ ειμί σκώληξ και ούκ άνθρωπος» και «άνθρωπος ώσεί χόρτος αί ήμέραι αύτού και ώσεί άνθος του άγρού ούτως έξανθήσει» και τα τόσα άλλα με τα όποια περιέγραφε πλήρως την ανθρώπινη ευτέλεια και προκαλούσε μιάν ισορροπία. Αυτό χρειάζεται και σε ‘μάς, γιατί η νεανική ηλικία είναι η δυσκολώτερη. Το διαπιστώνουμε εμείς πού γεράσαμε και περάσαμε αυτές τις γέφυρες. Στην νεανική ηλικία έρχεται ο λογισμός και λέει: «Πότε θα περάσουν τα χρόνια, πώς θα υπομένω εγώ αυτή την κακοπάθεια, πώς θα υπομένω αυτή την ζωή την μονότονη, πότε θα γεράσω να φύγω, να φθάσω τις επαγγελίες;». Έτσι λέει η νεανική ηλικία· έτσι λέγαμε και ‘μείς κάποτε. Τώρα πού γεράσαμε, γυρίζουμε και λέμε: «Μα πότε πέρασαν τα εξήντα χρόνια;» Πέρασαν και δεν το καταλάβαμε. Αλλοιώς τώρα σκεπτόμαστε σαν γέροντες και άλλοιώς όταν εΊμασταν νέοι. Σ’ αυτόν εδώ τον κόσμο όλα είναι τρεπτά. Τίποτε δεν μένει μόνιμο. Εκείνο πού μένει είναι το ΕΛΕΟΣ του Χριστού μας πού αληθινά παρηγορεί την ανθρώπινη ύπαρξη και προσωπικότητα. Είναι ακριβώς η παρουσία της ΑΓΑΠΗΣ του Θεού πού είναι κάτι το αμετάκλητο, το άμετατόπιστο, το απαραχάρακτο, το βέβαιο, το θετικό. Όλα τα άλλα, οι ανθρώπινες σκέψεις, οι ανθρώπινες απειλές, οι ανθρώπινες υποσχέσεις, τα στοιχεία, οι κινήσεις, όλα αυτά είναι ψευδή, όλα είναι τρεπτά, όλα απατούν. Ένα δεν απατα, η υπόσχεση του Κυρίου μας πού μένει «είς τον αιώνα». Η υπόσχεση του Κυρίου μας πού δεν είναι αφηρημένη, αλλά συγκεκριμένη. Είδαμε την ΑΓΑΠΗ του πρακτικά, την αισθανόμαστε, τη ζούμε και την βιώνομε.

Με βάση λοιπόν αύτη την αγάπη, πού διά της Χάριτος Του παραμένει μαζί μας ως ενδημούσα πλέον κατάσταση, δεν θα φοβηθούμε ούτε τις απειλές των δαιμόνων, ούτε τις απειλές των ανθρώπων, ούτε τις απειλές των στοιχείων και αυτής της φύσεως ακόμα· αλλά επικαλούμενοι συνεχώς την θείαν Χάριν, η οποία με αποδείξεις πλέον φαίνεται ότι είναι μαζί μας, θα συνεχίσωμε· διότι ο προχθές και χθες και σήμερον Θεός και αύριο και μεθαύριο είναι «ο αυτός». Έτσι, με αυτές τις ελπίδες, με αυτές τις προθέσεις, συνεχίζοντες την πορεία μας να είστε βέβαιοι ότι θα επιτύχωμε. Μην σας τρομάζει καμμιά κατάσταση, και καμμιά περίσταση να μην γίνεται εμπόδιο στον δρόμο σας, διότι «η αλήθεια του Κυρίου ημών μένει είς τον αιώνα». Αυτή είναι και η πραγματικότητα. Αμήν.
Πηγή: Γέροντος Ιωσήφ, Αθωνικά μηνύματα, Ψυχωφελή Βατοπαιδινά,Έκδοσις

Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος 1999.
Orthodoxathemata.blogspot.com
User avatar
zenjt
 
Posts: 72571
Joined: Wed Nov 16, 2011 7:16 pm
Location: ΚΕΡΚΥΡΑ

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby rose » Fri Mar 08, 2013 4:52 pm

Όταν σταυρώνεσαι, ζεις τον παγκόσμιο πόνο.

"Αγκάλισε τον πόνο σου, φίλα το Σταυρό σου, κράτα τον κορώνα και καμάρι σου και κόσμημά σου,
και ομορφιά σου και ζήτα από το Χριστό να σου δείξει το μυστικό Του:
"Γιατί γίνονται όλα αυτά;"




Και όταν δεν μπορείς και θα λυγίζεις...άνθρωπος είσαι..θα γονατίζεις....
Ο Κύριος πήγαινε στο Γολγοθά και γονάτισε κάποια στιγμή...και εσύ θα γονατίσεις...
Εντάξει..ξανασήκω..και αν είπες και κάτι βαρύ..θα εξομολογηθείς και θα πεις:
"Κύριε εκεί πάνω στα νεύρα μου, τα έβαλα μαζί Σου και νευρίασα και ξέχασα τις υποσχέσεις Σου και την αγάπη Σου".....

Να νιώθουμε ενωμένοι με το Χριστό μέσα από τον πόνο.
Να νιώθουμε ενωμένοι μεταξύ μας με τον πόνο.

Να έχουμε κατανόηση στους άλλους...και έτσι θα περάσει η ζωή..ο ένας να στηρίζει τον άλλο και χέρι - χέρι, θα προχωρήσουμε και αν τα χέρια που κρατάμε μας εγκαταλείψουν και αν τα χέρια που κρατάμε μας δώσουν ένα αγκάθι να κρατήσουμε αντί για το χέρι τους και μας πληγώσουν, θα αγγίζουμε το χέρι του Χριστού.Το ένα χέρι να είναι ελεύθερο, να πιάνει το Χριστό, το χέρι που ποτέ δεν προδίδει, το χέρι που ποτέ δεν μας εγκαταλείπει, όλα τα άλλα θα τα περιμένουμε...

Στην ζωή αυτή θα περάσουμε πολλά, ο καθένας θα σηκώσει τα δικά του.."
Xαίρε Μήτερ Δέσποινα της ζωής, χαίρε η προστάτις, των τιμώντων σε και φρουρός,
χαίρε η ελπίς μου, η δόξα και ισχύς μου μετά Θεόν η μόνη συ μου βοήθεια.
User avatar
rose
 
Posts: 640
Joined: Wed Nov 16, 2011 9:58 pm

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby rose » Sun Mar 10, 2013 3:42 am

«Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».


Image


Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσανίνωφ

Μιὰ χάρη ζήτησαν ἀπὸ τὸν Χριστὸ δύο ἀγαπημένοι μαθητές Του, ὁ Ἰάκωβος καὶ ὁ Ἰωάννης, λίγο πρὶν τὸ Πάθος Του.

-Διδάσκαλε, τοῦ εἶπαν, θέλουμε αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ ζητήσουμε νὰ μᾶς τὸ κάνεις. -Τὶ θέλετε νὰ κάνω γιὰ σᾶς; ρώτησε Ἐκεῖνος. -Ὅταν θὰ ἐγκαταστήσεις τὴν ἔνδοξη βασιλεία Σου, τοῦ ἀποκρίθηκαν, βάλε μας νὰ καθίσουμε ὁ ἕνας στὰ δεξιά Σου καὶ ὁ ἄλλος στὰ ἀριστερά Σου. -Δὲν ξέρετε τὶ ζητᾶτε, τοὺς εἶπε τότε ὁ Ἰησούς. Μπορεῖτε νὰ πιεῖτε τὸ ποτήρι τῶν παθημάτων ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ καὶ νὰ βαπτιστεῖτε μὲ τὸ βάπτισμα μὲ τὸ ὁποῖο θὰ βαπτιστῶ ἐγώ;-Μποροῦμε, τοῦ λένε.

Καὶ ὁ Ἰησοῦς τοὺς ἀπάντησε:

-Τὸ ποτήρι ποὺ θὰ πιῶ ἐγὼ θὰ τὸ πιεῖτε, καὶ μὲ τὸ βάπτισμα τῶν παθημάτων μου θὰ βαπτιστεῖτε. Τὸ νὰ καθίσετε ὅμως στὰ δεξιά μου καὶ στὰ ἀριστερά μου δὲν μπορῶ νὰ σᾶς τὸ δώσω ἐγώ, ἀλλὰ θὰ δοθεῖ σ' αὐτοὺς γιὰ τοὺς ὁποίους ἔχει ἑτοιμαστεῖ. (βλ. Μάρκ. 10: 35-40)


Πρόλογος


Ὁ πόνος, σωματικός ἢ ψυχικός, ἀπὸ τὶς δοκιμασίες καὶ τὰ βάσανα τούτης τῆς ζωῆς εἶναι τὸ ἀναπόφευκτο πικρὸ ποτήρι τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ πόνος εἶναι ἡ ἴδια ἡ ζωή του. Θάνατοι, ἀρρώστιες, κατατρεγμοί, διαμάχες, φτώχεια, ἀποτυχίες, μοναξιά, φοβίες, ἀγωνίες, πειρασμοί... Πολύς καὶ ποικίλος πόνος, ποὺ ὀρθώνει ἀμείλικτα ερωτήματα στὶς ψυχές καὶ προσδίδει ἀπύθμενη τραγικότητα στὴν ἀνθρώπινη ὕπαρξη.

Δὲν τὸν δημιούργησε ὁ Θεός τὸν πόνο, ἀλλὰ μπῆκε στὴ ζωή τῶν ἀνθρώπων μετὰ τὴν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, ἐξαιτίας τῆς ἁμαρτίας. Ὁ νέος Ἀδὰμ ὅμως, ὁ Θεάνθρωπος Ἰησούς, σήκωσε στοὺς ὤμους Του μαζὶ μὲ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸν πανανθρώπινο πόνο. Ἔτσι μεταμόρφωσε τὸν ἐξουθενωτικὸ χαρακτῆρα τοῦ πόνου σὲ σωτήριο φάρμακο καὶ ἀνέδειξε τὶς θλίψεις ὡς κατ' ἐξο­χήν ὁδὸ θεραπείας, ἐξαγιασμοῦ καὶ τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου.

Ἀπὸ τότε ὁ Χριστός παραμένει ἡ μοναδική ἀδιάψευστη ἐλπίδα τῶν πονεμένων. Τα λόγια Του ἀντηχοῦν παρήγορα μέσα στοὺς αἰῶνες: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματθ. 11:28). «Ἐν τῷ κόσμῳ θλίψιν ἔξετε. Ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον» (Ἰω. 16:33).

Δίχως τὸν Χριστὸ τὰ ἀνθρώπινα δεινὰ εἶναι φορτίο βαρύ καὶ ἀσήκωτο. Μὲ τὸν Χριστὸ ὁ πόνος μετατρέπεται σὲ γλυκασμό, ἡ οδύνη σὲ παράκληση, ἡ ἀγωνία σὲ ἐλπίδα, τὸ ἄγχος σὲ ὑπομονή, ὁ Γολγοθᾶς σὲ Ἀνάσταση.

Οι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, βλέποντας κάθε δοκιμασία ὡς ἐπίσκεψη Θεοῦ καὶ ἀφορμή πνευματικοῦ κέρδους, χαίρονταν στὰ παθήματά τους, ἐνῶ ἀντίθετα ἀνησυχοῦσαν στὶς μακρὲς περιόδους ἀναψυχῆς.

Τὴν ὀρθόδοξη διδασκαλία γιὰ τὶς θλίψεις παρουσιάζει μὲ γλαφυρὸ τρόπο στὶς ἐπόμενες σελίδες ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Μπριαντσανίνωφ (1807-1867), ἐπίσκοπος Καυκάσου καὶ Μαύρης Θάλασσας. Ὑπῆρξε σύγχρονος καὶ ἰσάξιος τῶν μεγάλων στάρετς τῆς Ρωσίας, ὁσίου Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ, ὁσίου Θεοφάνους τοῦ Ἐγκλείστου καὶ ἁγίου Ἰωάννου τῆς Κρονστάνδης.

Ο ἅγιος Ἰγνάτιος, μαζὶ μὲ τὸ λαμπρὸ παράδειγμα τῆς ὁσιακῆς του βιοτῆς, ἄφησε στὸν λαὸ τοῦ Θεοῦ ὡς κληρονομιὰ πολύτιμη καὶ τὰ ἐμπνευσμένα του συγγράμματα. Σὲ αὐτὰ ἡ εὐαγγελική ἀλήθεια καὶ ἡ ἁγιοπατερική διδαχή παρουσιάζονται μὲ τρόπο οἰκεῖο στὸν σύγχρονο ἄνθρωπο.



Τὸ κείμενο ποὺ ἀκολουθεῖ περιέχεται στὸν δεύτερο τόμο τῆς ἑλληνικῆς μεταφράσεως τῶν ἔργων του, «Ἀσκητικὲς ἐμπειρίες Β'», ποὺ ἐπιμελεῖται καὶ ἐκδίδει ἡ Μονή μας. Τὸ προσφέρουμε μὲ τὴν ὁλόθερμη εὐχὴ νὰ ἀγγίξει παραμυθητικὰ τὴν ψυχή κάθε πονεμένου ἀναγνώστη καὶ νὰ τοῦ προσθέσει ὑπομονή, μεγαλοψυχία, ἐλπίδα καὶ πίστη στὸν «δι' ἡμᾶς παθόντα καὶ ἀναστάντα» Κύριο.

Θρόνους καὶ δόξα ζήτησαν ἀπὸ τὸν Κύριο δύο ἀγαπημένοι Του μαθητές. Κι Ἐκεῖνος τοὺς πρόσφερε τὸ ποτήρι Του (βλ. Μάρκ. 10:35-40).

Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ εἶναι τὸ μαρτύριο, τὰ παθήματα.

Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ σ' ἐκείνους ποὺ τὸ πίνουν χαρίζει ἐδῶ στὴ γῆ τὴν πρόγευση τῆς εὐλογημένης βασιλείας τοῦ Χριστοῦ καὶ ἑτοιμάζει στὸν οὐρανὸ θρόνους αἰώνιας δόξας.

Ἄφωνοι στεκόμαστε ὅλοι μπροστὰ στὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ. Κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ παραπονεθεῖ γι' αὐτὸ τὸ ποτήρι, κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ ἀρνηθεῖ αὐτὸ τὸ ποτήρι. Γιατὶ Ἐκεῖνος ποὺ μᾶς πρόσταξε νὰ τὸ γευθοῦμε, τὸ ἦπιε πρῶτος ἀπ' ὅλους.

Ὡ δένδρο τῆς γνώσεως τοῦ καλοῦ καὶ τοῦ κακοῦ! Θανάτωσες στὸν παράδεισο τοὺς προπάτορές μας, ἐξαπατώντας τους μὲ τὸ δόλωμα τῆς αἰσθησιακῆς ἡδονῆς καὶ μὲ τὸ δόλωμα τῆς λογικῆς (βλ. Γεν. 2:9, 16-17. 3:1-7). Ὁ Χριστός, ὁ Λυτρωτὴς τῶν καταδικασμένων ἀνθρώπων, ἔφερε στὴ γῆ, στοὺς πεσμένους καὶ ἐξορίστους, τὸ δικό Του ποτήρι, τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας. Ἡ πίκρα τοῦ ποτηριοῦ Του ἐξαφανίζει ἀπὸ τὴν καρδιὰ τὴ θανάσιμη καὶ ἁμαρτωλή ἡδονή. Ἡ ταπείνωση, ποὺ ξεχειλίζει ἀπὸ τὸ ποτήρι Του, θανατώνει τὸ ὑπερήφανο σαρκικὸ φρόνημα. Ὅποιος πίνει τοῦτο τὸ ποτήρι μὲ πίστη καὶ ὑπομονή, ἀποκτᾶ πάλι τὴν αἰώνια ζωή, ποὺ τὴ στερηθήκαμε ἐξαιτίας τῆς γεύσης τοῦ ἀπαγορευμένου καρποῦ.

Θα πιῶ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, «θα πιῶ τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας» (Ψαλμ. 115:4).

Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ τὸ δέχεται ὁ χριστιανός, ὅταν τὶς θλίψεις τῆς ἐπίγειας ζωῆς τὶς ὑπομένει μὲ τὸ πνεῦμα τῆς εὐαγγελικῆς ταπεινοφροσύνης.

Ὁ ἅγιος ἀπόστολος Πέτρος ὅρμησε μὲ γυμνὸ μαχαίρι νὰ ὑπερασπίσει τὸν Θεάνθρωπο, ποὺ ἦταν περικυκλωμένος ἀπὸ τοὺς ἀνόμους. Μὰ ὁ πραότατος Κύριος Ἰησοῦς εἶπε στὸν Πέτρο: «Βάλε τὸ μαχαίρι στὴ θήκη. Θέλεις νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;» (Ἰω. 18:11).

Λέγε κι ἐσὺ τὸ ἴδιο, γιὰ νὰ παρηγορήσεις καὶ νὰ δυναμώσεις τὴν ψυχή σου, ὅταν οἱ συμφορές σὲ περικυκλώνουν:
«Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».

Πικρὸ εἶναι τὸ ποτήρι. Μιὰ μόνο ματιὰ ἂν τοῦ ρίξει ὁ ἄνθρωπος, χάνει τὴ λογική του. Ἐσύ, ὅμως, στὴ θέση τῆς λογικῆς βάλε τὴν πίστη καὶ πιὲς μὲ γενναιότητα τὸ πικρὸ ποτήρι. Σοῦ τὸ προσφέρει ὁ Πατέρας σου, ὁ πανάγαθος καὶ πάνσοφος Πατέρας σου.

Δὲν σοῦ τὸ ἑτοίμασαν οὔτε οἱ Φαρισαῖοι οὔτε ὁ Καϊάφας οὔτε ὁ Ἰούδας! Δὲν σοῦ τὸ δίνουν οὔτε ὁ Πιλᾶτος οὔτε οἱ στρατιῶτες του! «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».

Οἱ Φαρισαῖοι ραδιουργοῦν, ὁ Ἰούδας προδίδει, ὁ Πιλᾶτος προστάζει τὸν ἄνομο φόνο, οἱ στρατιῶτες ἐκτελοῦν τὸ πρόσταγμά του. Ὅλοι, μὲ τὶς πονηρές τους πράξεις, ἑτοίμασαν τὴ βέβαιη καταστροφή τους. Μὴν ἑτοιμάζεις κι ἐσὺ τὴν ἐξίσου βέβαιη καταστροφή σου μὲ τὴ μνησικακία, μὲ τὴν ἐπιθυμία ἢ τὴν πρόθεση ἐκδικήσεως καὶ μὲ τὴν ἀγανάκτηση ἐναντίον τῶν ἐχθρῶν σου.

Ὁ οὐράνιος Πατέρας εἶναι παντοδύναμος καὶ παντεπόπτης. Βλέπει τὶς θλίψεις σου. Ἄν, λοιπόν, ἦταν ἀπαραίτητη καὶ ὠφέλιμη γιὰ σένα ἡ ἀποφυγή τοῦ ποτηριοῦ Του, ὁπωσδήποτε θὰ σοῦ τὸ ἔπαιρνε.

Ὅπως μαρτυροῦν ἡ Ἁγία Γραφή καὶ ἡ Ἐκκλησιαστική Ἱστορία, ὁ Κύριος πολλὲς φορὲς ἔχει ἐπιτρέψει νὰ δοκιμαστοῦν μὲ θλίψεις ἀγαπημένα Του πρόσωπα, ἀλλὰ καὶ πολλὲς φορὲς ἔχει ἀπομακρύνει τὶς θλίψεις ἀπὸ τοὺς φίλους Του, σύμφωνα μὲ τὶς ἀνεξιχνίαστες βουλές Του.

Ὅταν ἐμφανίζεται μπροστὰ σου τὸ ποτήρι, μὴν κοιτᾶς τοὺς ἀνθρώπους ποὺ σοῦ τὸ δίνουν. Σήκωσε τὰ μάτια σου στὸν οὐρανὸ καὶ λέγε: «Νὰ μὴν πιῶ τὸ ποτήρι ποὺ ὅρισε ὁ Πατέρας γιὰ μένα;».

«Θα πιῶ τὸ ποτήρι τῆς σωτηρίας» (Ψαλμ. 115:4). Δὲν μπορῶ νὰ ἀρνηθῶ τὸ ποτήρι, τὸ ἐχέγγυο τῶν οὐράνιων καὶ αἰώνιων αγαθών. Ὁ ἀπόστολος τοῦ Χριστοῦ μὲ διδάσκει τὴν ὑπομονή: «Για νὰ μποῦμε στὴ βασιλεία τοῦ Θεοῦ, πρέπει νὰ περάσουμε ἀπὸ πολλές θλίψεις» (Πράξ.14:22). Πῶς εἶναι δυνατὸ ν' ἀρνηθῶ τὸ ποτήρι αὐτό, τὸ μέσο μὲ τὸ ὁποῖο θὰ φτάσω στὴν οὐράνια βασιλεία καὶ θὰ τὴν οἰκειωθῶ ὁλοκληρωτικά; Ναί, θὰ δεχθῶ τὸ ποτήρι, θὰ δεχθῶ τὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ!


Τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ εἶναι, στ' ἀλήθεια, δῶρο τοῦ Θεοῦ. «Σ' ἐσᾶς», ἔγραφε ὁ μέγας Παῦλος στοὺς χριστιανούς τῶν Φιλίππων, «δόθηκε τὸ χάρισμα ὄχι μόνο νὰ πιστεύετε στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ νὰ ὑποφέρετε γι' Αὐτόν» (Φιλιπ. 1:29).

Τὸ ποτήρι φαινομενικὰ τὸ παίρνεις ἀπὸ χέρια ἀνθρώπινα. Τὶ σημασία ἔχει γιὰ σένα ἂν σοῦ τὸ δίνουν δίκαια ἢ ἄδικα;
Ἐσὺ ὀφείλεις νὰ φερθεῖς σωστά, ὅπως ταιριάζει σ' ἕναν ἀκόλουθο τοῦ Ἰησοῦ: Μὲ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ ζωντανὴ πίστη νὰ δεχθεῖς τὸ ποτήρι. Καὶ ἀφοῦ τὸ δεχθεῖς, μὲ ἀνδρεία νὰ τὸ πιεῖς ὅλο, ὡς τὴν τελευταῖα του σταγόνα.

Ὅταν παίρνεις τὸ ποτήρι ἀπὸ τὰ χέρια τῶν ἀνθρώπων, νὰ σκέφτεσαι ὅτι προέρχεται ἀπ' Αὐτόν, ποὺ εἶναι ὄχι ἁπλῶς Ἀθῶος ἀλλὰ καὶ Πανάγιος.
Καὶ καθὼς θὰ τὸ σκέφτεσαι, νὰ ἐπαναλαμβάνεις γιὰ σένα καὶ γιὰ τοὺς ἄλλους ταλαίπωρους ἁμαρτωλοὺς τὰ λόγια τοῦ μακάριου καὶ συνετοῦ ἐκείνου ληστοῦ, ποὺ σταυρώθηκε στὰ δεξιὰ τοῦ σταυρωμένου Θεανθρώπου: «Ἐμεῖς δίκαια τιμωρούμαστε γι' αὐτὰ ποὺ κάναμε... Θυμήσου με. Κύριε, ὅταν ἔρθεις στὴ βασιλεία Σου» (Λουκ. 23:41-42).


Μετὰ γύρισε στοὺς ἀνθρώπους, ποὺ σοῦ δίνουν τὸ ποτήρι, καὶ πές τους: "Εὐλογημένοι νὰ εἶστε ἐσεῖς, τὰ ὄργανα τῆς δικαιοσύνης καὶ τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ. Εὐλογημένοι νὰ εἶστε ἀπὸ τώρα καὶ στὴν αἰωνιότητα". Ἄν, ὡστόσο, δὲν εἶναι σὲ θέση νὰ κατανοήσουν καὶ νὰ δεχθοῦν τὰ λόγια σου, μὴ ρίξεις τὰ πολύτιμα μαργαριτάρια τῆς ταπεινώσεως στὰ πόδια ἐκείνων ποὺ δὲν μποροῦν νὰ τὰ ἐκτιμήσουν. Πὲς καλύτερα τὰ λόγια αὐτὰ μὲ τὸν νοῦ καὶ τὴν καρδιὰ σου.

Μόνο ἔτσι θὰ ἐκπληρώσεις τὴν ἐντολὴ τοῦ Εὐαγγελίου ποὺ λέει: «Νὰ ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθρούς σας, νὰ δίνετε εὐχές σ' ἐκείνους ποὺ σᾶς δίνουν κατάρες» (Ματθ. 5:44).


Νὰ προσεύχεσαι στὸν Κύριο γι' αὐτούς ποὺ σὲ λύπησαν ἢ σὲ πρόσβαλαν. Νὰ Τὸν παρακαλᾶς νὰ τοὺς ἀνταποδώσει πρόσκαιρα καὶ αἰώνια ἀγαθὰ σ' αὐτὸ ποὺ σοῦ ἔκαναν, καὶ νὰ τοὺς τὸ λογαριάσει σὰν ἀρετὴ τὴν ἡμέρα τῆς Κρίσεως.

Ἀκόμα κι ἂν ἡ καρδιὰ σου δὲν θέλει νὰ φερθεῖς μ' αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ ἀντιδρᾶ, ἐσὺ ἀνάγκασέ την. Τὸν οὐρανὸ μποροῦν νὰ τὸν κληρονομήσουν μόνο ὅσοι ἀσκοῦν βία στὸν ἑαυτό τους γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τῶν εὐαγγελικῶν ἐντολῶν (βλ. Ματθ. 11:12).

Ἂν δὲν θέλεις νὰ φερθεῖς ἔτσι, τότε δὲν θέλεις νὰ εἶσαι ἀκόλουθος καὶ μαθητὴς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Μὲ προσοχὴ κοίταξε βαθιὰ μέσα σου καὶ ἀναρωτήσου:
Μήπως βρῆκες ἄλλο δάσκαλο; Μήπως ὑπο­τάχθηκες σ' αὐτόν; Δάσκαλος τοῦ μίσους εἶναι ὁ διάβολος.

Φρικτὸ ἔγκλημα εἶναι ἡ ἀδικία ἢ ἡ καταπίεση τοῦ πλησίον. Ἀκόμα πιὸ φρικτὸ ἔγκλημα εἶναι ὁ φόνος. Ἄν, ὅμως, μισεῖς τὸν καταπιεστή σου, τὸν συκοφάντη σου, τὸν προδότη σου, τὸν φονιά σου, ἂν δὲν ξεχνᾶς τὸ κακὸ ποὺ σοῦ ἔκαναν, ἢ καὶ τοὺς ἐκδικεῖσαι, διαπράττεις ἁμαρτία βαριὰ σχεδόν ὅσο καὶ ἡ δική τους. Ἄδικα παριστάνεις στὸν ἑαυτό σου καὶ στοὺς ἄλλους τὸν δίκαιο. «Ὅποιος μισεῖ τὸν ἀδελφό του εἶναι ἀνθρωποκτόνος», διακήρυξε ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ (Α' Ιω. 3:15).


Ἡ ζωντανή πίστη στὸν Χριστό μᾶς μαθαίνει νὰ δεχόμαστε τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ. Καὶ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, ὅταν τὸ γευόμαστε, ξεχύνει στὶς καρδιές μας τὴν ἐλπίδα στὸν Χριστό. Ἡ ἐλπίδα στὸν Χριστό, πάλι, χαρίζει στὶς καρδιές δύναμη καὶ παρηγοριά.

Τὸ παράπονο γιὰ τὸ ποτήρι ποὺ ἔχει προοριστεῖ ἀπὸ τὸν Θεό, ἡ ἀγανάκτηση, ἡ ἀνυπομονησία, ἡ μικροψυχία καὶ προπαντὸς ἡ ἀπελπισία εἶναι ἁμαρτίες μπροστὰ στὸν Κύριο, εἶναι τὰ κακόμορφα παιδιὰ τῆς ἐγκληματικῆς ἀπιστίας.

Εἶναι ἁμαρτία νὰ βαρυγγωμοῦμε ἐναντίον τῶν ἀδελφῶν μας, ὅταν αὐτοὶ γίνονται ὄργανα τῶν δοκιμασιῶν μας. Πολὺ μεγαλύτερη ἁμαρτία εἶναι νὰ βαρυγγωμοῦμε ἐναντίον τοῦ Θεοῦ, ὅταν τὸ ποτήρι τῶν θλίψεων κατεβαίνει σ' ἐμᾶς κατευθείαν ἀπὸ τὸν οὐρανό.

Ὅποιος πίνει τὸ ποτήρι μὲ εὐγνωμοσύνη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ μὲ εὐχές πρὸς τοὺς ἀδελφοὺς ποὺ τοῦ τὸ προσφέρουν, αὐτὸς ἔφτασε στὴν ἁγία ἀνάπαυση, στὴ χάρη τῆς εἰρήνης τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἀπὸ τώρα κιόλας ἀπολαμβάνει τὸν πνευματικὸ παράδεισο τοῦ Θεοῦ.

Τὰ πρόσκαιρα βάσανα αὐτὰ καθεαυτὰ εἶναι ἀσήμαντα. Ἐμεῖς τὰ θεωροῦμε σημαντικά, ἐπειδὴ εἴμαστε κολλημένοι στὴ γῆ καὶ στὰ φθαρτά, ἐπειδὴ εἴμαστε ψυχροὶ ἀπέναντι στὸν Χριστὸ καὶ τὴν αἰωνιότητα.

Ὅσες θλίψεις κι ἂν δοκιμάζουμε στὴν παροῦσα ζωή, αὐτὲς δὲν μποροῦν νὰ συγκριθοῦν μὲ τὰ ἀγαθὰ ποὺ μᾶς περιμένουν στὴν αἰωνιότητα, ἀλλὰ οὔτε καὶ μὲ τὴν παρηγοριὰ ποὺ ἀπὸ ἐδῶ κιόλας μᾶς χαρίζει τὸ Ἅγιο Πνεῦμα.

«Αὐτὰ ποὺ τώρα ὑποφέρουμε», λέει ὁ ἀπόστολος, «δὲν ἰσοσταθμίζουν τὴ δόξα ποὺ μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στὸ μέλλον» (Ρωμ. 8:18).

Οἱ ψυχές ποὺ δοκιμάζουν διάφορες θλίψεις, εἴτε φανερές, ἀπὸ τὶς ἐνέργειες μοχθηρῶν ἀνθρώπων, εἴτε ἀφανείς, ἀπὸ τὴν ἐπανάσταση αἰσχρῶν λογισμῶν μέσα στὸν νοῦ, ἢ ὑποφέρουν ἀπὸ σωματικές ἀσθένειες, ἂν ὑπομείνουν ὡς τὸ τέλος, θὰ ἀξιωθοῦν νὰ στεφανωθοῦν ὅπως οἱ μάρτυρες καὶ ν' ἀποκτήσουν ὅση κι ἐκεῖνοι παρρησία ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ.

Ὑπομένεις τὴν πικρὴ καὶ ἀηδιαστική γεύση τῶν φαρμάκων. Ὑπομένεις τὸν τόσο ὁδυνηρὸ ἀκρωτηριασμὸ καὶ καυτηριασμὸ κάποιου μέλους σου. Ὑπομένεις τὸ μακροχρόνιο βάσανο τῆς πείνας καὶ τὴν ἐπίσης μακροχρόνια ἀπομόνωση στὸ δωμάτιό σου, λόγω σοβαρῆς ἀρρώστιας. Ὑπομένεις τὰ πάντα, γιὰ νὰ ἀποκατασταθεῖ ἡ κλονισμένη ὑγεία τοῦ σώματός σου, τὸ ὁποῖο, καὶ καλὰ νὰ γίνει, ὁπωσδήποτε θὰ ξαναρρωστήσει, ὁπωσδήποτε θὰ πεθάνει καὶ θὰ λιώσει. Ὑπόμενε, λοιπόν, καὶ τὴν πίκρα τοῦ ποτηριοῦ τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θὰ φέρει τὴ θεραπεία καὶ τὴν αἰώνια μακαριότητα στὴν ἀθάνατη ψυχή σου.

Τὸ ποτήρι σοῦ φαίνεται ἀνυπόφορο, θανατηφόρο; Τότε, ἂν καὶ ὀνομάζεσαι χριστιανός, δὲν ἀνήκεις στὸν Χριστό. Γιὰ τοὺς ἀληθινοὺς μαθητές τοῦ Χριστοῦ τὸ ποτήρι Του εἶναι ποτήρι χαρᾶς. Γι' αὐτὸ ἀκριβῶς καὶ οἱ ἅγιοι ἀπόστολοι, μετὰ τὸν ξυλοδαρμό τους μπροστὰ στὸ συνέδριο τῶν πρεσβυτέρων τῶν Ἰουδαίων, «ἔφυγαν χαρούμενοι, ἐπειδὴ ὁ Θεός τοὺς ἀξίωσε νὰ κακοποιηθοῦν γιὰ χάρη τοῦ Χριστοῦ» (Πράξ. 5:41).

Πικρές εἰδήσεις ἄκουσε ὁ δίκαιος Ἰώβ. Ἡ μιὰ μετὰ τὴν ἄλλη ἐρχόταν κι ἔπεφτε βαριὰ πάνω στὴν ἀκλόνητη καρδιὰ του. Ἀπ' ὅλες πιὸ βαριὰ ήταν ἡ τελευταία: Ὅλοι του οἱ γιοὶ κι ὅλες του οἱ κόρες ἔχασαν ξαφνικὰ τὴ ζωή τους μὲ θάνατο βίαιο καὶ τραγικὸ (βλ. Ἰώβ 1:13-19). Ἀπὸ τὴ μεγάλη του θλίψη ὁ δίκαιος Ιώβ ξέσκισε τὰ ρούχα του κι ἔριξε στάχτη στὸ κεφάλι του. Ὕστερα, ὅμως, δείχνοντας τὴ ζωντανή του πίστη, ἔπεσε καταγῆς, προσκύνησε τὸν Κύριο καὶ εἶπε: «Ἐγώ γυμνὸς βγῆκα ἀπὸ τὴν κοιλιὰ τῆς μάνας μου, γυμνός καὶ θὰ φύγω ἀπὸ τὸν κόσμο τοῦτο. Ὁ Κύριος τὰ ἔδωσε ὅλα, ὁ Κύριος καὶ τὰ πῆρε πίσω. Ὅπως φάνηκε καλὸ στὸν Κύριο, ἔτσι κι ἔγινε. Ἂς εἶναι δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου σ' ὅλους τοὺς αἰῶνες!» (Ιώβ 1:21).

Μὲ ἁπλότητα καρδιᾶς νὰ ἐμπιστεύεσαι Ἐκεῖνον ποὺ καὶ τὶς τρίχες τοῦ κεφαλιοῦ σου τὶς ἔχει μετρημένες (βλ. Ματθ. 10:30). Αὐτὸς γνωρίζει πόσο πρέπει νὰ πιεῖς ἀπὸ τὸ θεραπευτικὸ ποτήρι ποὺ σοῦ προσφέρει, γιὰ νὰ γίνεις καλά.

Ὁ Θεὸς ποτὲ δὲν ἀφήνει τοὺς πιστούς δούλους Του νὰ δοκιμαστοῦν πάνω ἀπὸ τὶς δυνάμεις τους. «Ὁ Θεός, ποὺ κρατάει τὶς ὑποσχέσεις Του», γράφει ὁ ἅγιος ἀπόστολος Παύλος, «δὲν θὰ ἐπιτρέψει σὲ κανέναν πειρασμὸ νὰ ξεπεράσει τὶς δυνάμεις σας. Ἀλλά, ὅταν ἔρθει ὁ πειρασμός, θὰ δώσει μαζὶ καὶ τὴ διέξοδο, ὥστε νὰ μπορέσετε νὰ τὸν ἀντέξετε» (Α' Κορ. 10:13).

Οἱ ἄνθρωποι γνωρίζουν πόσο βάρος μπορεῖ νὰ σηκώσει ἕνα ζώο. Πολύ περισσότερο ἡ ἄπειρη Σοφία τοῦ Θεοῦ γνωρίζει πόσο βαριές δοκιμασίες μπορεῖ νὰ σηκώσει μιὰ ψυχή.

Ὁ κεραμοποιός γνωρίζει καὶ τὴν ἔνταση τῆς φωτιᾶς καὶ τὸν χρόνο ποὺ πρέπει νὰ μείνουν σ' αὐτὴν τὰ πήλινα σκεύη, γιὰ νὰ ψηθοῦν σωστά. Γιατί, ἂν παραψηθοῦν, σπάζουν, κι ἂν πάλι μισοψηθοῦν, εἶναι ἀκατάλληλα γιὰ χρήση. Πολύ περισσότερο ὁ Θεός γνωρίζει πόσον καιρὸ πρέπει νὰ βαστήξει ἡ φωτιὰ τῆς δοκιμασίας καὶ πόσο δυνατή πρέπει νὰ εἶναι αὐτὴ ἡ φωτιά, ὥστε τὰ λογικὰ Του σκεύη, οἱ χριστιανοί, νὰ γίνουν ἰκανοὶ γιὰ τὴν εἴσοδο στὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Κοίτα συχνὰ τὸν Ἰησοῦ: Μπροστὰ στοὺς σταυρωτές Του στεκόταν ἄφωνος, «σὰν τὸ ἀρνὶ μπροστὰ σ' αὐτὸν ποὺ τὸ κουρεύει». Παραδόθηκε στὸν θάνατο «σὰν τὸ ἀθῶο πρόβατο ποὺ ὁδηγεῖται στὴ σφαγή» (Ησ. 53:7. Πράξ. 8:32). Μὴν πάρεις ἀπ' Αὐτόν τὰ μάτια σου, Καὶ τὶς θλίψεις σου θὰ τὶς διαλύσει μια οὐράνια, πνευματική γλυκύτητα. Μὲ τὶς πληγές τοῦ Ἰησοῦ θὰ θεραπευ­θοῦν οἱ πληγές τῆς καρδιᾶς σου.

«Φτάνει, ἐὼς ἐδώ!», εἶπε ὁ Κύριος σ' ἐκείνους ποὺ θέλησαν νὰ Τον ὑπερασπίσουν στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ. Κι ὕστερα ἄγγιξε τὸ κομμένο αὐτὶ τοῦ δούλου, ποὺ εἶχε ἔρθει γιὰ νὰ Τὸν συλλάβει, καὶ τὸν θεράπευ­σε (βλ. Λουκ. 22:51).

«Μήπως νομίζεις», ἀποκρίθηκε ὁ Κύριος σ' ἐκεῖνον ποὺ μὲ τὸ μαχαίρι προσπάθησε νὰ πάρει μακριά Του τὸ ποτήρι, «ὅτι δὲν μπορῶ νὰ παρακαλέσω τὸν Πατέρα μου, κι Αὐτὸς νὰ μοῦ στείλει γιὰ συμπαράσταση πάνω ἀπὸ δώδεκα λεγεώνες ἀγγέλων;» (Ματθ. 26:53).

Στὸν καιρὸ τῶν συμφορῶν μὴ ζητᾶς βοήθεια ἀπὸ ἀνθρώπους. Μὴ χάνεις πολύτιμο χρόνο, μὴ σπαταλᾶς τὶς ψυχικές σου δυνάμεις γυρεύοντας αὐτὴ τὴν ἀνίσχυρη βοήθεια. Ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ περιμένεις βοήθεια. Μὲ δική Του ἐντολή, ὅταν πρέπει, θὰ ἔρθουν οἱ ἄνθρωποι νὰ σὲ βοηθήσουν.

Σώπαινε ὁ Κύριος μπροστὰ στὸν Πιλᾶτο καὶ τὸν Ἡρώδη. Δὲν εἶπε οὔτε λέξη γιὰ νὰ δικαιωθεῖ. Τὴν ἁγία καὶ σοφὴ σιωπή Του νὰ μιμεῖσαι, ὅταν βλέπεις πὼς οἱ ἐχθροί σου ἐπιδιώκουν νὰ σὲ καταδικάσουν ὁπωσδήποτε, γιὰ νὰ κρύψουν μὲ τὴ δική σου καταδίκη τὴ δική τους κακή προαίρεση.


Όπως κι ἂν εμφανιστεῖ μπροστά σου τὸ ποτήρι, εἴτε σὰν τὰ σύννεφα, ποὺ μαζεύονται σιγά-σιγὰ καὶ προειδοποιοῦν γιὰ τὴν καταιγίδα, εἴτε αἰφνίδια, σὰν δυνατός ἀνεμοστρόβιλος, ἐσὺ πὲς στὸν Θεό: «Ἄς γίνει τὸ θέλημά Σου»! (Λουκ. 11:2).

Εἶσαι μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, ἀκόλουθος τοῦ Ἰησοῦ, ὑπηρέτης τοῦ Ἰησοῦ. Ἐκεῖνος εἶπε: «Ὅποιος θέλει νὰ μὲ ὑπηρετεῖ, ἂς ἀκολουθεῖ τὸν δικό μου δρόμο, κι ὅπου εἶμαι ἐγώ, ἐκεῖ θὰ εἶναι κι ὁ δικός μου ὑπηρέτης» (Ιω. 12:26). Ὁ Ἰησοῦς πέρασε τὴν ἐπίγεια ζωή Του μὲ μαρτύρια. Ἦταν κατατρεγμένος ἀπὸ τὴ γέννησή Του ὡς τὸν τάφο. Ἡ κακία Του ἑτοίμαζε πικρὸ θάνατο ἀπὸ τότε ποὺ ἦταν στὰ σπάργανα. Μὰ κι ὅταν πραγματοποίησε τὸν σκοπό της, δὲν ἱκανοποιήθηκε. Προσπάθησε νὰ ἐξαφανίσει ἀπὸ προσώπου γῆς ἀκόμα καὶ τὴ μνήμη Του.

Στ' ἀχνάρια τοῦ Κυρίου βαδίζοντας ὅλοι οἱ ἐκλεκτοί Του, διάβηκαν ἀπὸ τὸν δρόμο τῶν πρόσκαιρων βασάνων στὴ μακάρια αἰωνιότητα. Μαζὶ μὲ τὶς σαρκικές ἀπολαύσεις δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπάρχει καὶ πνευματική κατάσταση. Νὰ γιατὶ ὁ Κύριος δὲν παύει νὰ προσφέρει τὸ ποτήρι Του στοὺς ἀγαπημένους Του: Ἐπειδή μ' αὐτὸ τοὺς κάνει νεκροὺς γιὰ τὸν κόσμο καὶ ἱκανούς γιὰ τὴ ζωή τοῦ Πνεύματος. «Ἔτσι δείχνει ὁ Θεὸς τὴν πρόνοιά Του γιὰ ἕναν ἄνθρωπο, μὲ τὸ νὰ τοῦ στέλνει διαρκῶς θλίψεις», λέει ὁ ἀββᾶς Ἰσαάκ ὁ Σύρος.

Ὅταν προσεύχεσαι, ζήτα ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ ἀπομακρύνει ἀπὸ σένα κάθε συμφορά, κάθε πειρασμό. Δὲν πρέπει νὰ ρίχνεσαι μὲ αὐτοπεποίθηση καὶ ἀπερίσκεπτη τόλμη στὴ δίνη τῶν θλίψεων. Σ' αὐτὴ τὴν αὐτοπεποίθηση κρύβεται ἡ ὑπερηφάνεια. Ὅταν, ὅμως, οἱ θλίψεις ἔρχονται ἀπὸ μόνες τους, μὴν τὶς φοβᾶσαι. Μὴ νομίζεις πως ἦρθαν τυχαῖα, ἀπὸ τὴ συνδρομή τῶν περιστάσεων. Ὄχι. Ἀπὸ τὴν ἀνεξιχνίαστη πρόνοια τοῦ Θεοῦ παραχωρήθηκαν. Γεμάτος πίστη, γεμάτος ἀνδρεία καὶ μεγαλοψυχία, ταξίδευε ἄφοβα μέσα στὸ σκοτάδι καὶ τ' ἄγρια κύματα πρὸς τὸ ἤσυχο λιμάνι τῆς αἰωνιότητας. Ὁ ἴδιος ὁ Ἰησοῦς σὲ καθοδηγεῖ ἀόρατα.

Μάθε νὰ λὲς μὲ βαθιὰ εὐλάβεια τὴν προσευχὴ ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος στὸν Πατέρα Του ἐκεῖ, στὸν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, τὶς τόσο δύσκολες ὧρες πρὶν ἀπὸ τὰ παθήματα καὶ τὸν σταυρικὸ θάνατό Του. Μ' αὐτὴ τὴν προσευχὴ νὰ ἀντιμετωπίζεις καὶ νὰ νικᾶς κάθε θλίψη. «Πατέρα μου», εἶπε ὁ Κύριος, «ἂν εἶναι δυνατόν, ἂς μὴν πιῶ αὐτὸ τὸ ποτήρι. Ὅμως ἂς μὴ γίνει τὸ δικό μου θέλημα ἀλλὰ τὸ δικό Σου» (Ματθ. 26:39).

Νὰ προσεύχεσαι στὸν Θεὸ νὰ διώχνει μακριὰ σου τὶς συμφορές, ἀλλὰ συνάμα νὰ ἀπαρνεῖσαι τὸ θέλημά σου ὡς θέλημα ἁμαρτωλό, θέλημα τυφλό. Τὸν ἑαυτό σου, τὴν ψυχὴ καὶ τὸ σῶμα σου, τὶς περιστάσεις, τὶς παροῦσες καὶ τὶς μελλοντικές, τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἔχεις στὴν καρδιά σου, ὅλους νὰ τοὺς ἐμπιστεύεσαι καὶ ὅλα νὰ τ' ἀφήνεις στὸ πανάγιο καὶ πάνσοφο θέλημα τοῦ Θεοῦ.

«Μένετε ἄγρυπνοι καὶ προσεύχεστε, γιὰ νὰ μὴ σᾶς νικήσει ὁ πειρασμός. Τὸ πνεῦμα εἶναι πρόθυμο, ἡ σάρκα ὅμως εἶναι ἀδύναμη» (Μάρκ. 14:38). Ὅταν μᾶς κυκλώνουν οἱ θλίψεις, πρέπει νὰ πυκνώνουμε τὶς προσευχές, γιὰ νὰ ἐλκύουμε πιὸ ἰσχυρὰ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Γιατὶ μόνο μὲ τὴ βοήθεια τῆς χάριτος μποροῦμε νὰ ξεπεράσουμε ὅλες τὶς πρόσκαιρες ἐπίγειες συμφορές.

Ὅταν πάρεις τὸ οὐράνιο δῶρο τῆς ὑπομονής, νὰ προσέχεις ἄγρυπνα τὸν ἑαυτό σου, γιὰ νὰ διατηρήσεις τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ. Διαφορετικά, ἡ ἁμαρτία θὰ γλιστρήσει στὴν ψυχή ἢ στὸ σῶμα σου καὶ θὰ διώξει μακριά σου τὴ χάρη. Τότε ἡ θλίψη, ποὺ παραχωρήθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο γιὰ τὴ σωτηρία σου καὶ τὴν τελείωσή σου, θὰ πέσει πάνω σου βαριὰ καὶ θὰ σὲ συντρίψει μὲ τὴ λύπη, τὴν ἀκηδία καὶ τὴν ἀπελπισία, ἐπειδὴ στὸ δῶρο τοῦ Θεοῦ δὲν ἔδειξες τὴν εὐλάβεια ποὺ τοῦ πρέπει.

Οἱ ἅγιοι μάρτυρες ἔψαλλαν ὕμνους χαρᾶς, ἐνῶ βρίσκονταν μέσα σὲ ἀναμμένα καμίνια, ἐνῶ πατοῦσαν πάνω σὲ καρφιά, ἐνῶ ἦταν δεμένοι σὲ τροχούς μὲ κοφτερὰ σπαθιά, ἐνῶ ἔβραζαν μέσα σὲ καζάνια μὲ κοχλαστὸ νερὸ ἢ λάδι. Καὶ ἡ δική σου καρδιά, ὅταν μὲ τὴν προσευχή ἐλκύσει τὴν παρηγορητική χάρη καὶ μὲ τὴν πνευματική ἐγρήγορση τὴ φυλάξει μέσα της, τότε καὶ στὶς δυστυχίες καὶ στὶς πικρές συμφορές θὰ ψάλλει ὕμνους χαρᾶς, ὕμνους δοξολογίας καὶ εὐχαριστίας στὸν Θεό.

Ὁ νοῦς ποὺ καθαρίστηκε μὲ τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ, γίνεται θεατὴς πνευματικῶν ὁραμάτων. Ἀρχίζει νὰ βλέπει τὴν ἀόρατη στὸν σαρκικὸ νοῦ πρόνοια τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἀγκαλιάζει τὰ πάντα, νὰ βλέπει τὸν νόμο τῆς φθορᾶς σ' ὅλα τὰ φθαρτά, νὰ βλέπει τὴν ἀσύλληπτη ἀλλὰ τόσο κοντινή σὲ ὅλους αἰωνιότητα, νὰ βλέπει τὸν Θεὸ στὰ μεγάλα Του ἔργα, στὴ δημιουργία καὶ τὴν ἀναγέννηση τοῦ κόσμου. Ἡ ἐπίγεια ζωή του φαίνεται σὰν ἕνα σύντομο ταξίδι, τὰ γεγονότα της τοῦ φαίνονται σὰν ὅνειρα καὶ τὰ ἀγαθά της τοῦ φαίνονται σὰν πρόσκαιρες ὀφθαλμαπάτες, σὰν φευγαλέες ἀλλὰ ὁλέθριες πλάνες τοῦ νοῦ καὶ τῆς καρδιάς.

Καὶ γιὰ τὴν αἰωνιότητα; Τὶ καρπὸ δίνουν οἱ πρόσκαιρες αὐτὲς θλίψεις; Ὅταν ὁ ἅγιος ἀπόστολος Ἰωάννης ἀξιώθηκε νὰ δεῖ ἀνοιχτὸ τὸν οὐρανό, κάποιος ἀπὸ τοὺς κατοίκους του, δείχνοντας ἕνα αμέτρητο πλῆθος ὁλόλαμπρων λευκοφορεμένων πιστῶν, ποὺ γιόρταζαν μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ τὴ σωτηρία τους, τὸν ρώτησε: «Ποιοὶ εἶναι αὐτοὶ ποὺ φοροῦν λευκές στολές κι ἀπὸ ποῦ ἦρθαν;». Κι ὁ Θεολόγος Ἰωάννης τοῦ ἀπάντησε: «Κύριέ μου, ἐσὺ ξέρεις». Τότε ὁ οὐρανοπολίτης τοῦ εἶπε: «Αὐτοὶ εἶναι ἐκεῖνοι ποὺ πέρασαν τὸν μεγάλο διωγμό, ποὺ ἔπλυναν τὴ στολή τους καὶ τὴ λεύκαναν μὲ τὸ αἶμα τοῦ Ἀρνίου. Γι' αὐτὸ στέκονται μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ καὶ Τὸν λατρεύουν μέρα καὶ νύχτα στὸν ναό Του, κι Αὐτὸς ποὺ κάθεται στὸν θρόνο θὰ εἶναι πάντα μαζί τους. Δὲν θὰ πεινάσουν πιά, οὔτε θὰ διψάσουν ποτέ. Δὲν θὰ ὑποφέρουν ἀπὸ τὸν ἥλιο οὔτε ἀπὸ ἄλλον καύσωνα. Τὸ Ἀρνίο, ποὺ εἶναι στὴ μέση τοῦ θρόνου, σὰν καλός βοσκός θὰ τοὺς κατευθύνει καὶ θὰ τοὺς ὁδηγήσει στὶς νεροπηγές τῆς ζωῆς. Ὁ Θεός θὰ ἐξαφανίσει κάθε δάκρυ ἀπὸ τὰ μάτια τους» (Αποκ. 7:13-17).

Ἡ αἰώνια ἀποξένωση ἀπὸ τὸν Θεό, τὸ αἰώνιο μαρτύριο στὸν ἄδη, ἡ αἰώνια κοινωνία μὲ τοὺς δαίμονες καὶ τοὺς δαιμονοποιημένους ἀνθρώπους, ἡ αἰώνια φωτιά, ἡ αἰώνια παγωνιά, τὸ αἰώνιο σκοτάδι τῆς γέεννας -νὰ τὶ εἶναι πραγματικὰ θλίψη, θλίψη μεγάλη, φρικτή, ἀφόρητη!

Στὴ μεγάλη αἰώνια θλίψη ὁδηγοῦν οἱ ἐπίγειες ἀπολαύσεις.

Ἀπ' αὐτὴ τὴ θλίψη προφυλάσσει καὶ σώζει τὸ ποτήρι τοῦ Χριστοῦ ὅποιον τὸ πίνει εὐγνωμονώντας καὶ δοξολογώντας τὸν Θεό. Μὲ τὸ πικρὸ ποτήρι τῶν πρόσκαιρων θλίψεων ὁ Πανάγαθος προσφέρει στὸν ἄνθρωπο τὸ ἀπέραντο καὶ αἰώνιο ἔλεός Του. Ἀμήν.

Ἡ φωνὴ τῶν Πατέρων --- Ἱερὰ Μονὴ Παρακλήτου.
Xαίρε Μήτερ Δέσποινα της ζωής, χαίρε η προστάτις, των τιμώντων σε και φρουρός,
χαίρε η ελπίς μου, η δόξα και ισχύς μου μετά Θεόν η μόνη συ μου βοήθεια.
User avatar
rose
 
Posts: 640
Joined: Wed Nov 16, 2011 9:58 pm

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby rose » Wed Mar 13, 2013 12:26 am

"Και πώς κάποιος θα βρει τον Θεό αν δεν του μιλήσει κανείς;
Και πώς θα καταλάβουμε ποιο είναι το σωστό και ποιο είναι το λάθος;
Πώς θα ξυπνήσει μέσα στον άνθρωπο η επιθυμία για τον Θεό";


Image

Αναφέρεται, λοιπόν, ότι η ίδια η ζωή είναι το καλύτερο κήρυγμα. Λένε κάποιοι : "Και πώς κάποιος θα βρει τον Θεό αν δεν του μιλήσει κανείς; Και πώς θα καταλάβουμε ποιο είναι το σωστό και ποιο είναι το λάθος; Πώς θα ξυπνήσει μέσα στον άνθρωπο η επιθυμία για τον Θεό";

Ο καλύτερος δάσκαλος είναι η ίδια η ζωή. Δε χρειάζονται κηρύγματα, δε χρειάζονται διδάσκαλοι, δε χρειάζονται ιεραποστολικές φλυαρίες.
Ήδη η πρόνοια του Θεού μέσα απ'την προσωπική ζωή του καθενός μας, μάς ανοίγει την πόρτα γι'αυτό: για το μυστήριο της ζωής.

Εκατό κηρύγματα να κάνεις, χιλιάδες βιβλία να διαβάσεις δεν είναι τίποτα μπροστά στον τρόπο που βρίσκει ο Θεός να μιλήσει σε κάθε άνθρωπο.

Κι ο πιο συγκλονιστικός τρόπος που μιλά ο Θεός στον άνθρωπο είναι τα δικά μας αδιέξοδα, οι δικές μας απογοητεύσεις, οι δικές μας αποτυχίες.
Μ'αυτό τον τρόπο καταλαβαίνουμε το μέτρο μας. Καταλαβαίνουμε τις πραγματικές μας διαστάσεις. Ο άνθρωπος ωριμάζει απ'την εμπειρία της ζωής και αυτό του γεννά τη διάκριση: να διακρίνει και να αξιολογήσει τα πράγματα, τη ζωή και τις σχέσεις του.

Όσο αυτό δεν γίνεται είμαστε εγκλωβισμένοι στους λογισμούς μας, στις αγωνίες μας, στις φαντασιώσεις μας, στο άγχος μας.


Απόσπασμα από ομιλία του π.Βαρνάβα Γιάγκου -Ι.Ν.Παναγίας Λαοδηγήτριας Θεσσαλονίκης -www.iomilia.net




Κι έρχεται μια στιγμή στην ζωή σου που ανακαλύπτεις:
Ότι ο Θεός δεν είναι τιμωρός.
Ότι η ασθένεια που πόνεσε το σώμα σου, σ’ έκανε πιο δυνατό και πιο ώριμο.
Ότι οι άνθρωποι που συναντάς στο δρόμο σου, δεν είναι τυχαίοι.
Ότι οι δυσκολίες και τα εμπόδια σε μεταμορφώνουν με έναν τρόπο μοναδικό.
Ότι ο Θεός σε ακούει και είναι Παρών στις προσευχές σου.
Ότι πρέπει να είσαι αληθινός, να σέβεσαι τον εαυτό σου και να έχεις πίστη σ’ εσένα.
Κι έρχεται μια στιγμή στην ζωή σου, που είσαι ευγνώμων για όλα όσα σου συμβαίνουν, για τον πόνο που πέρασες, για εκείνους που σε πόνεσαν, για τις υλικές ελλείψεις που σε στεναχώρησαν και κυρίως για όλα τα δύσκολα που σε προβλημάτισαν και σ’ έκαναν να αναζητήσεις το αληθινό νόημα της ζωής…

Β.Ζ.
Xαίρε Μήτερ Δέσποινα της ζωής, χαίρε η προστάτις, των τιμώντων σε και φρουρός,
χαίρε η ελπίς μου, η δόξα και ισχύς μου μετά Θεόν η μόνη συ μου βοήθεια.
User avatar
rose
 
Posts: 640
Joined: Wed Nov 16, 2011 9:58 pm

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby rose » Wed Mar 20, 2013 3:04 am

Λόγοι Ασκητικοί - Ερμηνεία στον Αββά Ησα'ί'α

Image

Δια τεσσάρων πραγμάτων σκοτίζεται η ψυχή. δια του μισήσαι τον πλησίον, και εξουδενώσαι, και ζηλώσαι, και γογγύσαι.

Το ένα έπεται του άλλου, διότι ο αββάς Ησα'ί'ας θέλει να δείξη την συνάφειά τους και τον τρόπο με τον οποίο δημιουργούν το σκοτάδι στην ψυχή.
Από την αρχή των λόγων του λέγει ότι, για να μπορέση ο άνθρωπος να έχη πνευματική ζωή, να έχη το φως στην ζωή του, πρέπει να έχη τελεία επικοινωνία με το περιβάλλον του. Αφ' ης στιγμής δεν έχει αυτή την απλή, την φυσική, την άνετη εγκατάλειψι και παράδοσι του εαυτού του στον άλλον, και επομένως την βίωσι
του άλλου ως οικείου μέλους, δεν μπορεί να έχη Θεόν. Γι' αυτό σκοτίζεται η ψυχή, όταν κλονίζεται η σχέσις της με τους ανθρώπους.

Πώς όμως κλονίζεται; δια του μισήσαι τον πλησίον, με το να μισή κανείς τον πλησίον του.
Το μισώ τον πλησίον έχει κατά κύριον λόγο ενεργητική έννοια και σημαίνει, κτυπώ, αρνούμαι, επιτίθεμαι εναντίον του άλλου. εκφράζει επιθετική διάθεσι της ψυχής. Αντί να έχω φυσική σχέσι με τον άλλον, να τον βάζω στην καρδιά μου, έχω το μίσος, που είναι μια έξοδος του άλλου από την καρδιά μου και από την ζωή μου. Μίσος λοιπόν είναι να βλέπω ως έτερον τον άλλον, να τον πετάω έξω από την καρδιά μου, να μην τον θωρώ ως είναι μου. είναι η διπλωπία που παθαίνει ο άνθρωπος, και βλέπει τα πράγματα διπλά. Αντί να δω ότι ο άλλος είμαι εγώ, βλέπω ότι είναι κάτι διαφορετικό. Αυτό μπορεί να είναι φυσικό για τους ανθρώπους του κόσμου, αλλά για μας, που είμαστε σώμα Χριστού, είναι αφύσικο.

Το μίσος είναι εκ των μεγάλων αμαρτημάτων, διότι είναι απόρροια μεγάλης εμπάθειας, δείχνει δε ότι ο άνθρωπος δούλεψε πολλά χρόνια στην αμαρτία
και τα πάθη, και έχει σκληρυνθή τόσο πολύ η καρδιά του, ώστε έγινε ανώμαλη τρόπον τινά, και όχι μόνον δεν μπορεί να αγαπήση, αλλά και μισεί. Χρειάζεται πολύ δάκρυ για να αποβάλη κάποιος το μίσος. δεν είναι υπόθεσις μιας αποφάσεως απλώς ή αγώνος μίας ημέρας. Όταν μισώ κάποιον, δεν μπορώ να πω, αποφασίζω να μην τον μισώ.
Μπορώ να πω, αποφασίζω να μην τον χτυπήσω, να μην τον βλάψω, αλλά, για να μην τον μισώ πλέον, χρειάζεται μια εσωτερική κάθαρσις. Το μίσος προς τον πλησίον φανερώνει μεγάλο βάθος πάθους, γι' αυτό και συσκοτίζει την ψυχή.


Και εξουδενώσαι, με το να ταπεινώσης τον άλλον σκοτίζεται η ψυχή. Προφανώς, «το εξουδενώσαι» εδώ έχει την βαθειά έννοια του να κρίνω τον άλλον.
Όταν όμως τον κρίνω, τον βγάζω πάντοτε μικρό, μηδαμινό, ουδέν. Είναι τόσος ο εγωισμός του ανθρώπου, ώστε τίποτε δεν μπορεί να σταθή ενώπιον της κρίσεως του,
ούτε ένα Θεός, πόσο μάλλον ένας άνθρωπος. Το να θαωρώ τον άλλον ως κατώτερο, περισσότερο όμως το να το εκφράζω, είναι κεφαλαιώδες αμάρτημα.

Και ζηλώσαι. Άλλη μορφή σχέσεώς μας με τους ανθρώπους, η οποία διαταράσσει την ειρήνη και την ενότητα, είναι η ζήλεια με όλες τις έννοιες. Ζηλεύω κάποιον από αγάπη, τον θεωρώ δικό μου και ενώνομαι αναπόσπαστα μαζί του. Η ένωσις αυτή δεν είναι εν τω σώματι του Χριστού, είναι μία υποβίβασις του σώματος του Χριστού σε ανθρώπινη σχέσι. Είναι επίσης μία πλήρης μοιχική εσωτερική ενέργεια.

Αν πάρωμε την ζήλεια με την έννοια ότι ζηλεύω αυτόν τον άνθρωπο και τον απωθώ, τότε η ζήλεια είναι έκφρασις εσωτερικής αδυναμίας αλλά και ανώμαλης αγάπης. Δηλαδή τον αγαπώ κατά κάποιον τρόπον εγωιστικό και αποκλειστικό, πιστεύω ότι έχω δικαιώματα στην ζωή του και ότι αυτός έχει υποχρεώσεις απέναντί μου, ότι πρέπει να μου δίνει λογαριασμό για το πού πηγαίνει και τί κάνει.

Η ζήλεια λοιπόν είναι διαταραχή των σχέσεών μας λόγω περισσής εσωτερικής ψυχικής ενεργείας. Ζήλεια είναι κάθε στροφή προς τον άλλον, που ξεκινάει από κάτι υπερβολικό, από έναν ζήλο, από μία ζέσι, από μία βράσι. Επομένως, ζήλος μπορει να είναι το ενδιαφέρον μου, η αγάπη μου, η φροντίδα μου να τον σώσω, να τον βοηθήσω να βγη από την αμαρτία, να γίνει παιδί του Θεού. Αυτή η ζέσις είναι ένας αφύσικος εσωτερικός οργασμός, μία αφύσικη πνευματική συσσωμάτωσις.

Αντίθετο του «ζηλώσαι» είναι το «γογγύσαι», το οποίο επίσης προέρχεται από αδυναμία ψυχής.
Γογγύζω σημαίνει διαμαρτύρομαι, αρνούμαι, παραπονούμαι, είμαι στεναχωρημένος, δεν ικανοποιούμαι. Αυτόν τον γογγυσμό τον εκφράζω στο περιβάλλον μου, στα γραπτά μου, στην προσευχή μου. Ζητώ, λόγου χάριν, κάτι από τον άλλον ή προσδοκώ ή απαιτώ κάτι. Δεν μου το δίνει όμως, γιατί και αυτός είναι απορροφημένος από τον δικό του αγώνα και πόθο, από την δική του σκέψι, αμαρτία, χαρά, από την δική του ακολασία, αγιότητα ή αρετή. Τότε πέφτω σε έναν γογγυσμό, διότι περιθωριοποιούμαι στην σκέψι του. Προσεύχεται αυτός, νομίζω ότι με αφήνει μοναχό μου. Ενδιαφέρεται για μένα, νομίζω ότι δεν το έκανε από αγάπη ή ότι το έκανε ελλιπές.

Ο γογγυσμός είναι το ανικανοποίητο που νοιώθουμε στη ζωή μας και προέρχεται από το ανικανοποίητο εγώ. Η ζήλεια προέρχεται από ένα εγώ υπερτροφικό, ενώ η εξουδένωσις από ένα εγώ αυτοτρεφόμενο και αυτοδυναμούμενο άνευ Θεού, που βλέπει τον άλλον κατώτερο, μηδαμινό. Το μίσος είναι η διαφοροποίησις η απώθησις του άλλου από την ύπαρξί μας.

Περί Αρετών (σελ. 196-199)
Αρχ. Αιμιλιανού Σιμωνοπετρίτου
Λόγοι Ασκητικοί - Ερμηνεία στον Αββά Ησα'ί'α
Έκδοσις Ίνδικτος
Xαίρε Μήτερ Δέσποινα της ζωής, χαίρε η προστάτις, των τιμώντων σε και φρουρός,
χαίρε η ελπίς μου, η δόξα και ισχύς μου μετά Θεόν η μόνη συ μου βοήθεια.
User avatar
rose
 
Posts: 640
Joined: Wed Nov 16, 2011 9:58 pm

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby rose » Sat Mar 23, 2013 4:26 am

«Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα»

Image


Στα χέρια του Θεού.(Απομαγνητοφωνημένη ομιλία μητροπολίτη Λεμεσού Αθανασίου στα «Δημήτρια» του Ι.Ν. Αγίου Δημητρίου Αττικής, 22/10/2009)



Είναι αυτή η ευχή που λέμε συχνά στην Εκκλησία, η διακονική προτροπή που αναφέρεται εις τον λαό του Θεού και μας προσκαλεί να αφήσομε στα χέρια του Χριστού όλη τη ζωή μας! "Ἑαυτούς καί ἀλλήλους καί πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα".

Τους εαυτούς μας και τους άλλους ανθρώπους, τα παιδιά μας, τους φίλους μας, τους συγγενείς μας, τους οικείους μας, τους συναδέλφους μας, τους συμπολίτες μας, τον κόσμο όλο να τον αφήσουμε στα χέρια του Θεού! Και όσο κι αν φαίνεται απλή αυτή η προτροπή του διακόνου της Εκκλησίας, στις μέρες μας ιδιαίτερα έχει τεράστια σημασία και μεγάλη δύναμη. Γιατί νομίζω ότι στις πολύπλοκες μέρες που ζούμε που φορτωνόμαστε όλοι πάρα πολλά πράγματα, έχουμε καταντήσει να είμαστε πάρα πολύ κουρασμένοι. Και συναντάει κανείς ανθρώπους πονεμένους και κουρασμένους, ακόμα και στη νεανική ηλικία.

Συναντά κανείς νέους οι οποίοι έχουν γηράσει από τον κόπο και τον μόχθο της καθημερινότητας, οι οποίοι έχουν τραυματιστεί κι έχουν πληγωθεί απ’ όλ’ αυτά που συμβαίνουν γύρω τους. Υπάρχουν νέοι άνθρωποι οι οποίοι έχουν τόση ευαισθησία που είναι αρκετό γι’ αυτούς ν’ ακούσουν ένα δελτίο ειδήσεων για να βυθιστεί η ψυχή τους μέσα σε μια μεγάλη απορία και για το τι γίνεται μέσα στον κόσμο και για το πού πηγαίνει ο κόσμος και για το τι θα γίνει ακόμα συν τω χρόνω. Και μπαίνει η ψυχή του ανθρώπου μέσα σ’ αυτή την αγωνία… Και αυτή η αγωνία και αυτός ο κόπος και αυτή η δυσκολία είναι ένα σημείο των εσχάτων ημερών, ένα σημείο που ο Κύριος μάς το έδωσε ως γνώρισμα των εσχάτων χρόνων· που οι έσχατοι χρόνοι, βέβαια, είναι διαρκώς παρόντες μέσα στην Εκκλησία. Ζούμε όλοι μας αυτή τη δυσκολία, αυτό το βάρος που βλέπουμε καθημερινά μπροστά μας.

Έρχεται ο Χριστός και μας λέγει να έρθουμε κοντά Του όλοι εμείς οι κουρασμένοι, οι πεφορτισμένοι και θα μας αναπαύσει.
Και έρχεται η Εκκλησία και μας προτρέπει τους εαυτούς μας και τους γύρω μας και τα πάντα να τα αφήνουμε στα χέρια του Θεού.
Και πολλές φορές ακούμε από πνευματικούς ανθρώπους όταν τους εκθέτουμε τα προβλήματά μας και τες δυσκολίες μας «άφησ’ το στον Θεό».
Και βλέπουμε ότι αυτή η απάντηση δεν μας πολυαναπαύει πάντοτε. Γιατί θεωρούμε «πώς να τ’ αφήσω στον Θεό; Εγώ τι πρέπει να κάμω;
Εγώ τι μπορώ να κάμω; Εγώ δεν πρέπει να κάμω τίποτε; Να τ’ αφήσω όλα στον Θεό και να μείνω με χέρια σταυρωμένα;» Και νομίζομε ότι αυτό το πράγμα είναι ολιγωρία, ότι είναι αδιαφορία, ότι είναι δειλία, ενώ τελικά είναι μεγάλη ανδρεία! Θέλει να είσαι πολύ ανδρείος άνθρωπος, πολύ γενναίος άνθρωπος για να τ’ αφήσεις όλα στα χέρια του Θεού! Πρέπει να είσαι πολύ γενναίος άνθρωπος για να τ’ αφήσεις όλα στα χέρια του Θεού και πρέπει να έχεις την ψυχή σου γεμάτη μ’ εμπιστοσύνη εις την πρόνοια και εις την αγάπη του Θεού Πατέρα μας.


H εποχή μας χαρακτηρίζεται από το άγχος, από την κούραση, από την αγωνία των ημερών, από τις πολλές θλίψεις που συμβαίνουν γύρω μας, από τη μοναξιά…
Ζούμε μέσα σε πόλεις μεγάλες κι όμως πάσχουμε από μοναξιά! Μπορεί να ζούμε μέσα στην οικογένειά μας, μέσα σ’ ένα σπίτι και να αισθανόμαστε ότι κανείς δεν μας καταλαβαίνει, κανείς δεν επικοινωνεί μαζί μας, ότι είμαστε μόνοι μας, εγκαταλελειμμένοι, πεταμένοι, ότι δεν έχουμε ένα άνθρωπο ν’ ακουμπήσουμε, ότι δεν έχουμε κάποιο που να μας αγαπά πραγματικά ή και που να τον αγαπούμε πραγματικά κι αυτά τα πράγματα όλα μας διαλύουν και μας κάνουν να μην ξέρουμε πού να στραφούμε.

Μπαίνει η ψυχή μας πραγματικά μέσα σ’ ένα υπαρξιακό σκοτάδι, σ’ ένα μεγάλο σκοτάδι για το πού θα πάμε και πώς θα βγούμε απ’ όλη αυτή την περιπέτεια!
Παρά ταύτα όμως, η Εκκλησία μας εδώ και αιώνες επαναλαμβάνει συνεχώς αυτή την προτροπή που όντως φαίνεται πάρα πολύ σπουδαία.
Σκεφθήκατε ένα άνθρωπο ο οποίος είναι φορτωμένος ένα βαρύ φορτίο, ένα μεγάλο φορτίο κι έρχεται κάποιος και του λέει «άφησέ με να το πάρω το φορτίο εγώ» και μας ξεφορτώνει και μας βγάζει το φορτίο από πάνω μας και το παίρνει εκείνος! Κι αισθανόμαστε εμείς μεγάλη άνεση, μεγάλη ξεκούραση, γιατί μας πήρε το φορτίο. Και δεν το πήρε για να το πετάξει κάπου αλλού, αλλά για να το οδηγήσει με τον καλύτερο τρόπο εκεί που θα θέλαμε εμείς να οδηγηθεί. Φτάνει να του δώσουμε εμπιστοσύνη!
Φτάνει να τον αφήσομε να πάρει αυτό το φορτίο από πάνω μας! Αυτό σημαίνει το «παραθώμεθα»: να τα δώσουμε στα χέρια του Θεού όλα.

Αλλά είναι αυτό άραγε ένα πράγμα εύκολο; Δεν είναι εύκολο όπως είπα προηγουμένως. Είναι πολύ δύσκολο γιατί μας εμποδίζει ο εαυτός μας· μας εμποδίζει ο εαυτός μας, η φιλαυτία μας. Φοβούμαστε να τα δώσουμε στα χέρια του Θεού! Φοβόμαστε ν’ αφήσουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού!
Δεν είναι εύκολο πράγμα να πεις στον Θεό «γενηθήτω το θέλημά Σου»!

Να σας πω κάτι που το λέω συχνά. Είναι μια δική μου αδυναμία που την εβίωνα για αρκετά χρόνια. Όταν ήμουν νέος και σκεφτόμουν να γίνω μοναχός -από μέσα μου έβγαινε αυτή η επιθυμία του μοναχισμού- σκεφτόμουν να μείνω στο Άγιον Όρος αλλά και από την άλλη φοβόμουν να το αποδεχτώ αυτό το πράγμα: Πώς θ’ αφήσω τους γονείς μου, ν’ αφήσω την πατρίδα μου και να πάω σ’ ένα τόπο άγνωστο, μακριά, που δεν θα με ξαναδεί κανένας, ούτε θα ξανάβλεπα εγώ κανένα!
Και ρώτησα ένα γέροντα: Γέροντα άραγε να γίνω μοναχός; Μου λέει: να παρακαλείς τον Θεό να κάνει το θέλημά Του! Κι εγώ ετρόμαξα!
Και λέω: έχει γούστο να θέλει ο Θεός να γίνω μοναχός! Εσκέφτηκα ότι αν ο Θεός θέλει κάτι που εγώ δεν το θέλω, τι θα κάνουμε τώρα; Κάποιος από τους δύο πρέπει να κόψει το θέλημά του! Ή ο Θεός να κόψει το θέλημά Του -θα με βόλευε βέβαια αυτό το πράγμα-, ή εγώ να έκοβα το θέλημά μου και ν’ ακολουθούσα το θέλημα του Θεού που μου φαινόταν ένα μεγάλο βουνό.

Δεν μπορούσα να εννοήσω τότε, ότι το θέλημα του Θεού είναι η πιο μεγάλη ανάπαυση στον άνθρωπο!
Δεν είναι δυνατόν ο Θεός να θέλει κάτι, το οποίο να σε φέρει σε δύσκολη θέση. Αντίθετα! Ο Θεός σε εξάγει από τη φυλακή που βρίσκεσαι και σε οδηγεί σε τόπο αναπαύσεως. Το θέλημα του Θεού είναι ειρήνη στην ψυχή του ανθρώπου, είναι χαρά στον άνθρωπο, είναι ανάπαυση στον άνθρωπο!

Αυτό που λέει ο Χριστός «δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς» δεν το ήξερα, δεν μπορούσα να το καταλάβω ότι εάν αφεθώ στο θέλημα του Θεού, αυτό θα ‘ταν η πιο μεγάλη ανάπαυσις. Αυτό δεν το καταλάβαινα, δεν μπορούσα να το εννοήσω! Φοβόμουν το θέλημα του Θεού.
Φοβόμουν τον Θεό! Όπως ένα μωρό που πηγαίνει στον γιατρό και δεν θέλει ν’ αφήσει τον γιατρό να το θεραπεύσει: κλωστά τον γιατρό, αντιδρά, κάμνει φασαρίες, τρέχει μέσα στους διαδρόμους· δεν θέλει ν’ αφήσει τον γιατρό ν’ αγγίξει πάνω του! Μέχρι που να βάλει μυαλό βέβαια και να καταλάβει ότι δεν πρέπει να κάνει έτσι…


Χρειάζεται να υπερβεί κανείς τον εαυτό του και χρειάζεται να γνωρίσει την αγάπη του Θεού· ότι ο Θεός, όπως έλεγε και ο αείμνηστος γέροντας Παΐσιος, είναι οξυγόνο στον άνθρωπο. Δεν μπορεί να γίνεται διοξείδιο του άνθρακος. Δεν μπορεί ο Θεός να σου δημιουργήσει μια αποπνικτική ατμόσφαιρα που να σε πνίξει μέσα.
Όταν ο Θεός ενεργεί στον άνθρωπο και ομιλεί στον άνθρωπο και αποκαλύπτει εις τον άνθρωπο τον εαυτό Του και την αγάπη Του, τότε μια απέραντη ειρήνη, μια απέραντη γαλήνη βασιλεύει στην ψυχή του ανθρώπου κι ο άνθρωπος καταλαβαίνει αυτό που είπε ο Χριστός «κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς», εγώ θα σας αναπαύσω. Και μετά καταλαβαίνει εκ πείρας ότι δεν υπάρχει άλλη ανάπαυσις, δεν υπάρχει πουθενά ανάπαυσις, μόνο ο Χριστός είναι ανάπαυσις της ψυχής μας. Μακριά από τον Χριστό υπάρχει κόπος, υπάρχει δυσκολία, υπάρχει μεγάλη δυσφορία της ψυχής μας. Όταν είναι κάτι μέσα στην ευλογία του Θεού τότε όλα είναι πανέμορφα!


Έτσι, ενθυμούμαι, όταν ήμουν στο Άγιον Όρος ζούσα εκείνη την όμορφη, την πανέμορφη και την αγγελική, όντως, ζωή των μοναχών.
Κι όταν έβγαινα έξω, απεσταλμένος σε εργασίες, στη Θεσσαλονίκη βέβαια που ήτανε κοντά μας, αισθανόμουν μια μεγάλη δυσκολία αντιμετωπίζοντας και βλέποντας την πόλη και όλη εκείνη την κίνηση. Πραγματικά μ’ έπιανε κατάθλιψη, δεν μπορούσα! Έκανα γρήγορα-γρήγορα τις δουλειές μου κι έφευγα πίσω!

Όταν ήρθε η ώρα που έπρεπε να πάω στην Κύπρο, γιατί έτσι ήρθαν τα πράγματα μέσα στην πρόνοια του Θεού κι ο τότε Αρχιεπίσκοπος Κύπρου ζήτησε από τον γέροντά μας μια ομάδα μοναχών να πάει στην Κύπρο [1], αφού καταγόμαστε από ‘κεί, εγώ δεν είχα πάει ποτέ μου στην Κύπρο στα χρόνια μου στο Άγιον Όρος και δεν θυμόμουν τίποτα, είχα ξεχάσει τα πάντα! Όταν με κάλεσε ο γέροντας και μου είπε: «Κοίταξε, η Εκκλησία ζητά να πάμε κάτω.» «Κι εγώ», λέει ο γέροντας, «αισθάνομαι ότι κάναμε μια αδικία στην Εκκλησία της Κύπρου, γιατί μαζευτήκατε όλοι οι Κύπριοι εδώ και αφαιμάξαμε την Εκκλησία. Και να στείλουμε κάποιους αδελφούς να πάνε κάτω.» Λέω, «είναι καλή η σκέψη· να στείλετε κάποιους να παν κάτω.» Μου λέει, «μα δεν σε κάλεσα για να μου πεις τη γνώμη σου.» Λέω, «γιατί με καλέσατε;» «Για να φτειάξεις τα πράγματά σου και να πας από βδομάδας κάτω!»

Εγύρισα όλους τους γέροντες του Αγίου Όρους, ελπίζοντας ότι κάποιος θα μου πει «μην πάεις»! Λέω, έστω κι ένας να βρεθεί να μου πει να μην πάω, θα τσακωθώ με τον γέροντα κανένα-δυο μήνες αφού θα κάνω παρακοή, μετά ελπίζω να μην πεθάνει στο διάστημα(!)· θα πάω να πω ένα συγγνώμη, ένα ευλόγησον γέροντα έκανα λάθος, έκανα ανυπακοή, θα αποκατασταθούν οι σχέσεις μας και θα γλιτώσω και την Κύπρο!

Πήγα σε όλους. Δεν είχα πολλές ελπίδες στον γέρο-Παΐσιο και στους υπόλοιπους γιατί ήταν πιο ανοικτού πνεύματος, αλλά είχα μεγάλη ελπίδα ότι ο παπα-Εφραίμ στα Κατουνάκια δεν θα με άφηνε να πάω κάτω· γιατί τον άκουσα μια φορά που έλεγε ότι «η υπακοή είναι μέχρι τη Δάφνη [2].
Από τη Δάφνη και πέρα να μην πηγαίνετε!» Λέω, αυτός θα με σώσει! Επήγα, λοιπόν, του λέω «ξέρεις, γέροντα, έτσι έχουν τα πράγματα μου είπαν να πάω στην Κύπρο κι εγώ δεν θέλω να πάω». Λέει, «ο γέροντας τι σου είπε;» «Μου είπε να πάω. Αλλά δεν θέλω να πάω, έχει τόσα χρόνια να πάω κάτω, ξέχασα, αποσυνδέθηκα, δεν ξέρω κανένα, δεν νομίζω ότι είμαι ικανός γι’ αυτό το πράγμα.» «Καλά», λέει, «αύριο να τα πούμε μετά τη λειτουργία».

Το πρωί λειτούργησα εκεί στο εκκλησάκι και με φώναξε και μου λέει «άκουσε… Προσευχόμενος για το θέμα που μου είπες είδα δύο δρόμους. Ο ένας είναι: Ή κάνεις υπακοή και πάεις στην Κύπρο… Κι ο άλλος: Ή κάνεις παρακοή και μένεις στο Άγιον Όρος! Κρίνε μόνος σου ποιος είναι ο κατά Θεόν δρόμος…» Και κατάλαβα ότι αυτό ήταν τελικά…

Όταν πήγα, οι πρώτες μέρες ήταν πολύ οδυνηρές βέβαια, αλλά μέσα μου παραδόξως αισθανόμουν -παρ’ όλο που δεν ήθελα να το αποδεχθώ, δεν ήθελα να το δεχθώ αυτό το πράγμα!- αισθανόμουν ότι αυτό ήταν το θέλημα του Θεού, κι αυτό είναι ανάπαυσις. Κι έμεινα εκεί… και τα ‘φερε ο Θεός έτσι, κάναμε ένα μοναστήρι, πήγαμε σ’ ένα μοναστήρι, έγινε μια αδελφότητα εκεί κι έλεγα «δόξα τω Θεώ, είμαι καλά, ας είμαι και εδώ». Θυμάμαι όταν έβγαινα προς την πόλιν για εργασίες και επέστρεφα πίσω, έβλεπα το μοναστήρι από ψηλά κι αμέσως επανερχόταν μέσα μου αυτή η ανάπαυσις, η ειρήνη στην ψυχή μου. Κι έλεγα, «δόξα τω Θεώ, μεγάλο πράγμα είναι να αναπαύεται ο άνθρωπος και σ’ ένα τόπο ακόμα». Κι έτσι ήμουν ειρηνικός…

Στην Κύπρο, ξέρετε, είχαμε -ή έχουμε ακόμα, δεν ξέρω- ένα σύστημα που εκλέγονται οι επίσκοποι με ψήφο κλήρου και λαού. Έγινε μια κένωσις μιας επισκοπικής θέσεως, της Μητροπόλεως Λεμεσού, που είναι η πόλις που εγεννήθηκα και εμεγάλωσα, και δυστυχώς οι άνθρωποι εκεί με ψήφισαν εμένα, κλήρος και λαός κι η Σύνοδος και μ’ έπιασε πάλι απελπισία! Λέω, πώς θα πάω εγώ τώρα σ’ αυτή την πόλη που ήταν η πόλις της ασωτίας, η πόλις της αμαρτίας! Και δεν μ’ έφταναν όλα τ’ άλλα όταν πήγα στον Αρχιεπίσκοπο να μου αναγγείλει το αποτέλεσμα, μου λέει «πάτερ Αθανάσιε, σε λυπάμαι!» Του λέω, «γιατί Μακαριότατε;» Μου λέει, «πας στη χειρότερη πόλη της Κύπρου!» Λέω, «ευχαριστώ πάρα πολύ!» Δεν μ’ έφταναν τ’ άλλα όλα έχω και την επιβεβαίωση από πάνω την αρχιεπισκοπική!

Τέλος πάντων, έγινε τι έγινε… δεν μπορούσα ν’ αντιδράσω… Αντέδρασα, αλλά ποιος με άκουσε!
Έγινε η χειροτονία εις επίσκοπον και το απόγευμα, την ίδια μέρα, αυθημερόν, γίνεται η ενθρόνισις του επισκόπου.
Πήγαμε με τους άλλους επισκόπους να πάμε στην πόλη, στη Μητρόπολη. Όπως βγήκαμε στο κέντρο, ήταν όλη πόλις μπροστά μας, ενώ άλλες φορές μ’ έπιανε κατάθλιψις όταν έβλεπα την πόλη, απ’ εκείνη την ώρα αισθάνθηκα μιαν ανάπαυση, γιατί λέω «αυτό είναι το θέλημα του Θεού». Και πολλές φορές με ρωτούν διάφοροι άνθρωποι «πώς αισθάνεσαι, πάτερ μου, που ήσουν στο Άγιο Όρος, στο μοναστήρι μέχρι τα σαράντα σου χρόνια και βρέθηκες εις την πιο πολύπλοκη και κοσμική πόλη της Κύπρου;» Και η Μητρόπολίς μας είναι σ’ ένα κέντρο, που όλα τα κέντρα τα νυκτερινά είναι γύρω μας! Και να σας πω ότι έχω μάθει όλα τα τραγούδια της εποχής, τι να σας πω δηλαδή! Αρχίζει η «αγρυπνία» μετά τις μία τα μεσάνυκτα! Τελειώνουμε εμείς η ώρα μία την Παρασκευή το βράδυ και εκείνη την ώρα εξέρχονται οι πιστοί στην… Ανάσταση, πάνε στα διάφορα άλλα πόστα γύρω μας! Λέω, δεν έχει καμιά διαφορά, σαν να είμαι στο Άγιον Όρος, παράξενο πράγμα! Εγώ τρελάθηκα; Είναι η ηλικία μου, άραγε, κι έπαθα έτσι; Ποιος ξέρει!

Αλλά νομίζω ότι τελικά εκείνο που ζητά η ψυχή μας είναι να αναπαυθεί.
Κι αυτό που λέμε μέσα στην Εκκλησία και το χρησιμοποιούμε μέσα στους μοναχικούς κύκλους «αναπαύομαι· εδώ αναπαύομαι, εδώ δεν αναπαύομαι» που δεν ερμηνεύεται, δεν έχει γιατί δεν αναπαύομαι! Αναπαύομαι… Ούτε έχει γιατί αναπαύομαι! Ετέλειωσε! Αναπαύομαι – αναπαύομαι! Δεν αναπαύομαι – δεν αναπαύομαι! Δεν σημαίνει ότι αν δεν αναπαύομαι δεν είναι καλά όσα δεν είναι γύρω μου! Όχι, απλώς δεν αναπαύομαι. Δεν ερμηνεύεται, δεν έχει παρεπόμενα!

Αυτή, λοιπόν, η λέξις «ανάπαυσις» είναι αυτό το οποίο ψάχνει η ψυχή μας, ψάχνει ο εαυτός μας, κι είναι εδώ που είναι το σημείο, το κομβικό σημείο το οποίο ο Χριστός μάς έδωσε ως ένα σωσίβιο μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα των καθημερινών μέσα στον οποίο βρισκόμαστε.
Όπως είπε κι ένας άγιος της Εκκλησίας μας [...] «Πάθαμε ναυτία από τα κύματα και τις τρικυμίες των βιωτικών πραγμάτων.»
Έρχεται ο Χριστός και μας ρίχνει αυτό το σωσίβιο, μας δίνει το χέρι Του και μας πιάνει και λέει «ελάτε κοντά μου κι εγώ θα σας αναπαύσω.»

Αλλά παρακάτω λέει και το μυστικό.

Πώς θα μας αναπαύσει;

«Μάθετε από μένα», λέει ο Χριστός, «ότι είμαι πράος και ταπεινός τη καρδία. Κι έτσι ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς ημών».
«Θα μάθετε από Μένα», λέγει ο Χριστός, «εγώ θα σας το διδάξω, δεν θα σας το διδάξουν άλλοι άνθρωποι· Εγώ ο ίδιος θα σας διδάξω, όταν θα σας εμφανίσω τον εαυτό μου, όταν θα σας αποκαλύψω τον εαυτό μου, ότι είμαι πράος και ταπεινός τη καρδία. Κι έτσι θα βρείτε ανάπαυσιν μέσα σας.»

Και πράγματι ποιος αναπαύεται τελικά; Ο ταπεινός άνθρωπος! Μόνο ο ταπεινός άνθρωπος αναπαύεται εν Χριστώ!
Εμείς, οι υπερήφανοι άνθρωποι, οι εγωιστές άνθρωποι, οι φίλαυτοι άνθρωποι δεν μπορούμε να αναπαυθούμε, γιατί εμποδίζομε τον Χριστό να μας πάρει στην αγκαλιά Του. Δεν δεχόμαστε, δεν θέλουμε ν’ αφεθούμε στον Θεό! Φοβούμαστε τον Θεό! Ή δεν Του έχουμε εμπιστοσύνη.
Λέμε, «όχι, εγώ θα τα χειριστώ τα πράγματα.
Εγώ θα αναλάβω τις υποθέσεις της ζωής μου. Εγώ θα τα τακτοποιήσω όλα· δεν θα τ’ αφήσω έτσι να πάνε όπου θέλουν τα πράγματα.
Εγώ πρέπει να έχω τον έλεγχο. Αν δεν έχω τον έλεγχο, δεν μπορώ να αισθανθώ σιγουριά. Χάνομαι αν δεν έχω τον έλεγχο!»


Βέβαια ο Χριστός δεν μας είπε να τ’ αφήσουμε ανεξέλεγκτα. Ούτε μας είπε να γίνουμε αδιάφοροι και οκνηροί και τεμπέληδες. Αντίθετα μας είπε ν’ αγωνιζόμαστε και να κοπιάζουμε. Και να μεριμνούμε, αλλά όχι τη ψυχή ημών· μη μεριμνάτε τη ψυχή ημών, λέγει ο Χριστός.
Να κάνετε τα πάντα, αλλά την ψυχή σας αφήστε την ανεπηρέαστη. Μην την υποτάξετε μέσα σ’ αυτήν την καθημερινή πάλη των πραγμάτων.
Κι αφού κάμεις ό,τι εξαρτάται από σένα κι αφού εξαντλήσεις όλα τα δικά σου περιθώρια, τότε παραδίδεις τη σκυτάλη στα χέρια του Θεού.

Να σας πω ένα-δυο περιστατικά για να μη σας πολυκουράζω κιόλας με θεωρίες· για να δείτε πώς οι απλοί άνθρωποι βιώνουν στην καθημερινότητά τους αυτή την εμπιστοσύνη στα χέρια του Θεού. Όταν ήμουν στο Άγιον Όρος κάναμε ένα διάστημα στην Καψάλα, στην έρημο της Καψάλας -είναι περιοχή μεταξύ Καρυών [3], Παντοκράτορος και Σταυρονικήτα· μια αγιασμένη περιοχή, έρημος, πανέμορφη, τότε στην εποχή μου ακόμα πιο γραφική, χωρίς δρόμους, χωρίς τίποτα.
Γεμάτη γεροντάκια, ερημίτες. Ήμασταν εκεί πάμφτωχοι, δεν μας ήξερε κανένας, ούτε κι εμείς ξέραμε κανένα.
Αφού να σκεφτείτε μια φορά πήγα στη Δάφνη να πάρω κάποια γράμματα κι ήρθε ο πρόεδρος της Δημοκρατίας της Ελλάδος, κι είδαμε αστυνομίες, στρατό και μου λέει ένα γεροντάκι «πήγαινε, διάκο, ρώτα γιατί είναι αυτή όλη η αστυνομία εδώ». Λέω, «να πάω». Πάω και λέω «γιατί είναι η αστυνομία εδώ;» Λέει «θα ‘ρθει ο Σαρτζετάκης [4]». Λέω, «ποιος είν’ αυτός;»! Λέω, «παππού, παππούλη, θα ‘ρθει ο Σαρτζετάκης!». «Ποιος είν’ αυτός;» μου λέει. Λέω, «πού ξέρω κι εγώ;». Μου λέει, «πήγαινε ξαναρώτα». Πάω να ξαναρωτήσω τον αστυνομικό, μόνο που δεν με συνέλαβε! Λέω, «συγγνώμη, ποιος είναι ο Σαρτζετάκης;». Μου λέει, «τρελός είσαι;» [...] Τίποτα, ιδέα δεν είχαμε!

Τέλος πάντων, κατά διαστήματα, όταν είχαμε κάποια πράγματα στον κήπο μας, λαχανικά ή κάποια άλλα τρόφιμα, ο γέροντας ετοίμαζε κάποιες σακουλίτσες με διάφορα πράγματα και τα παίρναμε στα γεροντάκια. Ένα γεροντάκι απέναντί μου, μέσα σε μια χαράδρα, μέσα σε μια καλύβα, μόνος του, ο Σέργιος, τον έβλεπα κάθε βράδυ από το κελί μου που άναβε το καντηλάκι του με το καντηλοκέρι τη νύχτα, θεοσκότεινα, αλλά φαινόταν το κερί του, πήγα να του πάρω τρόφιμα. Μόνος του, γεροντάκι, πανέρημος ο τόπος, το καλύβι του μισογκρεμισμένο, πήγα να του πάρω τρόφιμα.
Του λέω, «γέροντα, μ’ έστειλε ο γέροντας ο δικός μου να σου φέρω αυτά τα πράγματα». Ήταν μια σακούλα με πολλά πράγματα.
«Αχ, ευχαριστώ πάρα πολύ»! Λέει, «να πάρω ό,τι μου χρειάζεται…». Επήρε λίγο ψωμί, ένα μαρούλι, δυο-τρία πράματα, μου λέει, «φτάνουν αυτά για σήμερα»!
Του λέω, «πάρε και τα υπόλοιπα. Για σένα τα ‘φερα!». «Όχι, δεν τα θέλω, δεν μου χρειάζονται! Φτάνουν αυτά για σήμερα!» Του λέω, «πάρε να ‘χεις και για αύριο»!
Μου λέει, «αύριο έχει ο Θεός!» Λέω, «πάρε γέροντα, έχει ο Θεός, αλλά αφού ο Θεός σού τα ‘στειλε!» «Ναι», λέει, «αλλά ο Θεός είπε τον άρτον ημών τον επιούσιον· δεν είπε και τον αυριανόν! Μου φτάνει ο σημερινός άρτος. Αύριο έχει ο Θεός.» Του λέω, «πόσα χρόνια έχεις εδώ;» Μου λέει, «πενήντα έξι». Πενήντα έξι χρόνια ζούσε σ’ αυτό το καλυβάκι, έχοντας μόνο τον άρτον τον επιούσιον. Κι ο Θεός είχε γι’ αυτόν πάντοτε τον αυριανόν άρτον! Ουδέποτε αισθάνθηκε ο άνθρωπος αυτός αυτή την αγωνία.
Μα τι μου λες τώρα, μέσα σ’ αυτή την έρημο, πώς θα βρεθεί ο αυριανός άρτος; Καμιά μέριμνα περί τούτου!

Μια άλλη φορά στα Καρούλια [5], πήγα να επισκεφθώ εκεί τους πατέρες, όταν ήμασταν στη Νέα Σκήτη, είχε ένα Σέρβο, παπα-Στέφανο, ο οποίος έμενε στα Καρούλια.
Του λέω, «γέροντα, δεν φοβήθηκες να ‘ρθεις εδώ, μέσα σ’ αυτά τα σπήλαια που κατεβαίνεις με αλυσίδες;» Μου λέει, «φοβήθηκα πάρα πολύ!
Και την πρώτη μέρα που ήρθα είπα “τι έκανα κι ήρθα εδώ! Όταν κατέβηκα εκείνο τον κατήφορο όλο κι εκείνους τους γκρεμούς όλους κι είχα μαζί μου ένα ψωμί και μια σακουλίτσα με ελιές, είπα “εντάξει, θα φάω το ψωμί σήμερα κι αύριο και μεθαύριο. Μετά;” Και μ’ έπιασε μεγάλη δειλία όταν είδα ότι δεν είχα τίποτε γύρω μου! Κατακόρυφα κάτω η θάλασσα κι εγώ μόνος μου εδώ!» «Κι έχω, μου λέει, εικοσιπέντε χρόνια που ‘μαι ‘δώ στην έρημο κι ο Θεός δεν με άφησε ποτέ!
Και έχω ακόμα από το ψωμί εκείνο! Το φυλάω! Όχι μόνο δεν πρόλαβα να το φάω, έμεινε εκεί και δεν χάλασε κιόλας.»

Βλέπει κανείς πώς ο Θεός προνοεί τον ταπεινό άνθρωπο, ο οποίος έμαθε αυτό το μεγάλο πράγμα, να τ’ αφήνει στα χέρια του Θεού· όλα!
Αλλά έμαθε ότι όποιος τ’ αφήνει στα χέρια του Θεού, ο Θεός δεν μένει αδρανής, ο Θεός αναλαμβάνει την ευθύνη πλέον.
Και τα έργα του Θεού είναι πολύ σημαντικότερα και πολύ σπουδαιότερα από τα δικά μας έργα.

Εσύ κάμε αυτό που μπορείς· κάμε ό,τι μπορείς, χωρίς ν’ αγχώνεσαι, χωρίς ν’ αγωνιάς, χωρίς να ταλαιπωρείσαι.
Αφού κάνεις αυτό που μπορείς και η συνείδησή σου σου καταμαρτυρεί ότι «έκανα ότι μπορούσα, μέχρις εδώ! Από ‘δώ και κάτω δεν μπορώ να κάνω τίποτα!»
Τότε παραδίδεις το θέμα, το πρόβλημα, το παιδί σου, την υγεία σου, τα οικονομικά σου, ό,τι έχεις που σε βαραίνει το παραδίδεις στα χέρια του Θεού.
Και τότε πράγματι, εκεί ο Θεός εμφανίζεται!

Κι αν ακόμα αργήσουν να γίνουν τα πράγματα, όπως πιθανόν πρέπει να γίνουν, κι αν ακόμα φανεί ότι ο Θεός σιωπά και δεν ενεργεί και παραμείνει ο άνθρωπος μέσα στην εμπιστοσύνη του Θεού, τότε ο Θεός αποκαλύπτει πράγματι με θαυμαστό τρόπο τον εαυτό Του. Κανένας, λέγει η Γραφή, κανένας δεν ήλπισε επί Κύριον και καταισχύνθηκε. Λέει ο Δαβίδ ένα ωραίο λόγο: «Εμβλέψετε, κοιτάξετε στις αρχαίες γενεές, βρέστε μου ένα άνθρωπο ο οποίος ήλπισε επί Κύριον και εντράπηκε.
Ένας άνθρωπος να βρεθεί που να πει ότι εγώ, είχα την ελπίδα μου στον Χριστό κι ο Χριστός δεν ανταποκρίθηκε. Δεν με βοήθησε. Μ’ εγκατέλειψε!» Κανένας!

Βέβαια θα μου πεις ότι μπορεί να μην έγινε αυτό που ήθελα, μπορεί να μην έγινε αυτό που εγώ ζητούσα… Εάν όμως έχεις εμπιστοσύνη στον Θεό, θα δεις πως τελικά αυτό που έγινε, αυτό ήταν το καλύτερο. Εσύ μπορεί να μην ήξερες ποια ήταν η πραγματικότητα…

Επανέρχομαι σ’ ένα δικό μου πάθημα! Όταν σπούδαζα θεολογία, επέρασα στη Θεσσαλονίκη κι ήθελα να ‘ρθω στην Αθήνα να σπουδάσω γιατί είναι πιο κοντά στην Κύπρο· και πήγα στη γραμματεία της Σχολής και μου είπαν ότι πρέπει να περάσω τα μαθήματα όλα τον Ιούνιο και «να ‘ρθεις να πάρεις μια αίτηση να τη συμπληρώσεις, να την υποβάλεις και να πας δεύτερο έτος θεολογική στην Αθήνα». Κι ήθελα πάρα πολύ να ‘ρθω στην Αθήνα για πολλούς και διάφορους λόγους· κι ένας λόγος ήταν για να μην πάω στο Άγιον Όρος! Φοβόμουν το Άγιον Όρος! Ε… κατασκοτώθηκα διαβάζοντας! Διάβαζα, διάβαζα, διάβαζα όλη μέρα κι όλη νύχτα για να περάσω όλα τα μαθήματα -κι ήταν και πολλά τότε. Βοήθησε κι ο Θεός και τα πέρασα· όλα τα μαθήματα. Φόρτωσα τα πράγματά μου, κατέβηκα στον Πειραιά -τα ‘βαλα στο πλοίο την εποχή εκείνη, 1976 να σκεφθείτε- κι έφυγα.

Όταν έφευγα από τη Ρόδο κι ήμουν στα μέσα του πελάγους θυμήθηκα ότι ξέχασα να πάω να πάρω την αίτηση! Μου ‘ρθε να πέσω στη θάλασσα!
Δεν μπορούσα να σκεφτώ ότι ένα χρόνο κατασκοτώθηκα να διαβάζω και ξέχασα να πάρω την αίτηση! Τι να σας πω τι έπαθα δηλαδή!
Δεν ήξερα τι να κάνω με τον εαυτό μου· δεν μπορούσα νά ‘βρω άκρη! Θύμωσα, στεναχωρέθηκα, λυπήθηκα, έγινα χάλια μαύρα!
Τελικά, όμως, αυτό ήταν που έπρεπε να γίνει.

Λέω ότι μπορεί να ‘ρχονται πράγματα πολλές φορές που εμείς δεν τα θέλουμε, που νομίζουμε ότι είναι αντίθετα με τα δικά μας, που νομίζουμε ότι δεν είν’ αυτό που επιθυμούσαμε… Αλλά ο Θεός ο οποίος βλέπει την καρδιά μας -κι όχι το τρελό το μυαλό μας!- ακούει την καρδιά ο Θεός και ξέρει τι έχουμε πράγματι ανάγκη.
Όπως μας είπε εκεί: «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού.» Και οίδε ο Πατήρ ημών ο ουράνιος τι έχετε ανάγκη και θα σας δώσει αυτό που έχετε πράγματι ανάγκη. Έστω κι αν εσείς ακόμα δεν το ξέρετε! Γιατί, στ’ αλήθεια, πόσοι από μας ξέρομε τι έχομε πραγματικά ανάγκη;
Νομίζομε ότι έχομε ανάγκη αυτό το πράγμα. Νομίζομε ότι έχουμε ανάγκη την υγεία… Αλλά, πράγματι την έχουμε ανάγκη; Μήπως έχουμε ανάγκη την αρρώστια!
Μήπως έχουμε ανάγκη τον πόνο! Μήπως έχουμε ανάγκη την καταστροφή ακόμα! Γιατί ο Θεός δεν βλέπει μέσα στα 60-80-90 χρόνια που ζει ένας άνθρωπος.
Γιατί ο Θεός βλέπει ότι θέλομε να ζήσουμε μαζί Του αιώνια.


Ότι ζητούμε τη σωτηρία μας! Ζητούμε την αιωνιότητα! Αλλά, ζητούμε και πράγματα τα οποία δεν θα μας ωφελήσουν.
Και ο Θεός βλέπει και δίδει αυτό που πράγματι εμείς έχομε ανάγκη! Κι όταν ο άνθρωπος πράγματι το γευθεί αυτό και το καταλάβει και περάσει στη ζωή του πολλές δοκιμασίες και πολλές περιπέτειες και διά πολλών θλίψεων διέλθει τον δρόμο της ζωής του, τότε απομένει σαν λάφυρο πείρας αυτή η μεγάλη εμπειρία «άφησ’ τα στα χέρια του Θεού και μη φοβάσαι· μη φοβάσαι». Ο Θεός θα κάνει το καλύτερο, το άριστο, το θεοπρεπές.
Εσύ ό,τι και να κάμεις, όσο καλό και να το κάμεις, θα ‘χει και την ανθρώπινη λειψάδα πάνω, θα ‘χει και την ανθρώπινη ατέλεια! Ενώ ό,τι κάμει ο Θεός είναι τέλειο.
Κι είναι αδύνατο ο Θεός να κάνει λάθος! Ο Θεός δεν κάμνει λάθη κι ούτε αφήνει τα έργα του ατέλειωτα. Ούτε αρχίζει κάτι και το μετανιώνει μετά! Ούτε απογοητεύει
ποτέ τον άνθρωπο. Ούτε σε αφήνει μόνο σου. Ούτε σε ντροπιάζει ο Θεός. Δεν είναι δυνατόν ο Θεός να σε καταισχύνει, όταν εσύ ελπίζεις εις Αυτόν.

Ο ταπεινός, λοιπόν, άνθρωπος είναι αυτός που αφήνει τη ζωή του στα χέρια του Θεού· γι’ αυτό εκείνο που μας χρειάζεται, αδελφοί μου, είναι να αγωνιζόμαστε καθημερινά, να κάνομε άσκηση από τα πιο απλά πράγματα, για να μάθομε τον εαυτό μας να τ’ αφήνει στα χέρια του Θεού.

Λέγει στο Γεροντικό, σ’ ένα περίφημο και ωραιότατο βιβλίο: Είπε ο Αββάς Αγάθων ότι σήμερα θα κάνω το θέλημα του Θεού. Και σηκώθηκε και παρεκάλεσε τον Θεό: «Κύριε, αξίωσέ με σήμερα να κάνω το θέλημά Σου! Να πω κι εγώ ότι μια μέρα της ζωής μου έκαμα το θέλημα του Θεού! Αφού όλες τις άλλες παραβαίνω το θέλημα του Θεού, έστω και μια μέρα ας το κάμω! Να έχω στη συνείδησή μου μέσα ότι έκαμα το θέλημα του Θεού.» Τι έκαμε; Εγώ θα έλεγα, μες το φτωχό μου το μυαλό, ότι θα έκανε προσευχή όλη μέρα, ή θα κλεινόταν στο κελί του ή θα διέβαζε όλη μέρα. Δεν έκαμε τίποτα απ’ όλ’ αυτά! Έκαμε τη δουλειά του. Τι δουλειά είχε να κάμει εκείνη τη μέρα; Ήθελε ν’ αλέσει το σιτάρι του, για να το κάμει αλεύρι και να το πάρει πίσω στην έρημο να έχει το αλεύρι της χρονιάς.
Το φορτώθηκε και το πήγε στο χωριό, στην κώμη. Κι εκεί, λέει, ν’ αλέσω το σιτάρι μου και να το πάρω πίσω με τα πόδια.

Πήγε πρώτος. Μόλις ετοιμάστηκε να βάλει το σιτάρι στον μύλο πήγε κάποιος άνθρωπος και του λέει: «Αββά, δεν μ’ αφήνεις ν’ αλέσω εγώ που βιάζομαι κι εσύ αλέθεις ύστερα;» Λέει, «ευχαρίστως, αδελφέ μου». Και τον άφησε. Μόλις έφυγε εκείνος κι ετοιμάστηκε να ξαναβάλει το σιτάρι του ήρθε ένας άλλος. Του λέει, «αββά, σε παρακαλώ, εσύ δεν έχεις δουλειές, καλόγερος είσαι, άφησ’ με εμένα να αλέσω και αλέθεις μετά». «Ευχαρίστως»! Κι όχι μόνο τους άφηνε· βοηθούσε και στο άλεσμα.
Και δεν ξέρω αν θυμάστε εσείς, πώς ήταν ν’ αλέθεις τότε. Δεν άλεθες με τις μηχανές. Εγώ στο Άγιον Όρος το πρόλαβα που εμείς κυλούσαμε την πέτρα εκείνη, σπρώχναμε την πέτρα εμείς ή τα ζώα. Μπήκε κάτω από τον ζυγό της πέτρας και άλεσε. Τέλος πάντων, να μην πολυλογούμε, από το πρωί μέχρι το βράδυ μόλις ετοιμαζόταν να βάλει το σιτάρι, πήγαινε άλλος και του γινόταν η ίδια σκηνή. Έφτασε η νύχτα και δεν άλεσε το σιτάρι! Το φορτώθηκε να πάει πίσω… Δεν έκαμε κάτι «πνευματικό», ας το πούμε εντός εισαγωγικών. Ούτε και θεωρήθηκε ότι έκαμε και τη δουλειά του. Κι όμως ο Θεός τον επληροφόρησε ότι «σήμερα έκαμες το θέλημα του Θεού!»

Βλέπετε, σ’ ένα απλό πράγμα, μέσα στην καθημερινή ζωή, πήρε το σιτάρι να πάει να τ’ αλέσει. Πήγε εκεί και συναντούσε εμπόδια. Δεν αγανάκτησε, δεν εθύμωσε…
Δεν είπε: «Καλά, φτάνει! Κορόιδο είμαι; Ήρθε ο πρώτος, ήρθε ο δεύτερος, ο τρίτος, ο τέταρτος, ας αλέσω κι εγώ το σιτάρι μου να πάω πίσω, που είμαι και μακριά και το φορτώθηκα και στην πλάτη κι έχω ανάγκη!» Τίποτα απ’ όλ’ αυτά!

Και ένα άλλο: Έλεγαν για τον Αββά Μακάριο ότι πέρασε τον Νείλο και θέλοντας να επιστρέψει πίσω στη Σκήτη, χάλασε το πλοίο, το δημόσιο πλοίο.
Και καθόταν εκεί μαζί με τους υπολοίπους κοσμικούς ανθρώπους και περίμενε να φτειαχτεί το πλοίο. Πήγαν κάποιοι και του είπαν: «Αββά, έλα έχει βάρκες άλλες, να περάσεις απέναντι, να μην περιμένεις εδώ άδικα.» Λέει: «Όχι. Ουκ αναβαίνω ει μη στο δημόσιον πλοίον. Δεν θα πάω με κανένα άλλο πλοίο· θα πάω μόνο με το δημόσιο πλοίο.» Γιατί; Γιατί ήθελε να ασκήσει τον εαυτό του σ’ αυτή την εκκοπή του ιδίου θελήματος. Σ’ αυτό το να θέλει να τα κάμει όλα ο ίδιος!
Με ειρήνην άκραν και με αταραξία και ησυχία αντιμετώπιζε αυτό που ήταν μπροστά του.

Και εμείς αδελφοί μου στην καθημερινή μας ζωή ν’ ασκούμε τον εαυτό μας -κι εσείς, δόξα τω Θεώ, έχετε αφορμές ασκήσεως πολλές!
Μόνο να πας και να ‘ρθεις στο κέντρο της Αθήνας, είναι μεγάλη άσκησις! Και μεγάλη πρόκλησις να μην πεις τίποτα ή να μην εκνευριστείς.
Και να κάμεις υπομονή και να πεις «έτσι είναι… θα πάμε όπως παν τα πράγματα». Έρχεται ο ένας μπαίνει μπροστά, ο άλλος μπαίνει μπροστά, σε βρίζουν κι όλας από πάνω… αλλά έχεις ειρήνη! Αρχίζει κανείς, λέει ο Αββάς Δωρόθεος, από τα μικρά-μικρά-μικρά, για να πάει στα μεγάλα. Ώστε υπερβαίνοντας τον εαυτό του, υπερβαίνοντας τον ατομισμό, τον εγωισμό, αυτό το να θέλουμε να τα ελέγξουμε όλα, να μπουν όλα στο δικό μας πρόγραμμα, να γίνουν όλα όπως εμείς τα θέλομε, να γίνουν όλα όπως εμείς τα προγραμματίζομε, να γίνουν όλα όπως εμείς τα οραματιζόμαστε. Ακόμη και τα άγια όνειρά μας! Ακόμη κι οι ευσεβείς πόθοι μας.
Ακόμα κι αυτά που νομίζουμε ότι είναι σημαντικά και είναι κατά Θεόν, που όμως πρέπει να είμαστε έτοιμοι να τα δούμε όλα αυτά να καταρρέουν μέσα σε πλήρη ειρήνη!

Έχοντας μέσα στην ψυχή μας συνεχώς αυτή την αίσθηση ότι ο Θεός όλα τα βλέπει, ο Θεός όλα τα παρακολουθεί.
Τίποτε δεν πρόκειται να γίνει, ούτε περισσότερο, ούτε λιγότερο απ’ ό,τι επιτρέψει ο Θεός.


Αυτή τη φράση συχνά-πυκνά μας την έλεγε ο γέροντάς μας [6] όταν πειρασμοί ποικίλοι μας εκύκλωναν και λέγαμε «γέροντα, τι θα γίνει τώρα;» Κι έλεγε:
- Τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο απ’ ό,τι επιτρέψει ο Θεός».
- Και πώς θ’ αντιδράσουμε και τι θα γίνει;…
- Πού είναι ο Θεός, παιδί μου; Ο Θεός δεν βλέπει; Εάν ο Θεός βλέπει, έχετε ειρήνην. Άσ’ τα στα χέρια του Θεού! Εμείς είμαστε έτοιμοι ν’ αποδεχθούμε ό,τι ο Θεός επιτρέψει. Θα κάνουμε αυτό που μπορούμε, θα κάνουμε αυτό που είναι στο χέρι μας, ό,τι εξαρτάται από μας και τα υπόλοιπα στα χέρια του Θεού.
Και πράγματι, ο Θεός ουδέποτε μας εγκατέλειψε, αλλά και ουδέποτε εγκατέλειψε κανένα άνθρωπο.

Και ποιο είναι το αποτέλεσμα αυτής όλης της ασκητικής αγωγής;
Το αποτέλεσμα είναι ότι ο άνθρωπος τελικά, όταν βιώσει αυτή την εμπειρία της ξαλάφρωσης, της άνεσης, του να παραδώσεις τα πάντα στα χέρια του Θεού, τότε ο άνθρωπος επιστρέφει και γίνεται ως το παιδίον που δεν έχει μέριμνες, που ‘ναι μέσα στην αγκαλιά της μητέρας του κι αισθάνεται τόσον όμορφα και τόσον ωραία.
Και γίνεται, πραγματικά, αυτό το παιδίον το οποίο εισέρχεται εις την βασιλείαν του Θεού. Κι έχει ειρήνη μέσα στην ψυχή κι ευχαριστεί τον Θεό για όλα.
Και χαίρεται· είναι χαρούμενος. Είναι ειρηνικός. Δεν έχει εχθρούς, έστω κι αν δεν τον θέλει κανένας! Δεν αισθάνεται για κάποιον κάτι! Δεν φοβάται τον απέναντί του.
Δεν φοβάται τον γείτονά του. Δεν έχει καχυποψίες για τους άλλους ανθρώπους. Δεν αισθάνεται ότι κινδυνεύει, έστω κι αν βλέπει μπροστά του κάποιους έτοιμους να τον κατασκοτώσουν. Αισθάνεται μια φοβερή ασφάλεια.


Αυτή η ανασφάλεια που μαστίζει τον κόσμο σήμερα, θεραπεύεται μ’ αυτή την ασφάλεια της παρουσίας του Θεού.
Κι αυτό το άγχος και η αγωνία που μας κατατρώγει θεραπεύεται μ’ αυτή τη νηπιακή, την εν Χριστώ νηπιότητα, η οποία σφραγίζει το έργο των ανθρώπων που αφήνουν τη ζωή τους μ’ εμπιστοσύνη στα χέρια του Θεού. Όποιος θέλει μπορεί να το δοκιμάσει.
Είναι για τα παλληκάρια, όπως έλεγε κι ο γέροντας Παΐσιος! Θέλει λεβεντιά να το κάνεις.
Θέλει πολύ θάρρος. Αλλά δοκιμάστε τον Θεό. Δοκιμάστε τον Θεό και θα δείτε ότι δεν θα χάσετε. Όποιος ελπίζει επί Κύριον, αυτός δεν καταισχύνεται ποτέ.
Κι αυτή η προτροπή της Εκκλησίας «πᾶσαν τήν ζωήν ἡμῶν Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα» νομίζω είναι η πιο σημαντική προτροπή στην εποχή μας για κάθε άνθρωπο: για τους γονείς, για τους νέους, για τους ηλικιωμένους, για τους ιερείς, για κάθε ένα που προβληματίζεται και αγωνιά για το τι γίνεται γύρω μας.
Ο Θεός έχει τα πάντα στο δικό Του χέρι. Κι όταν είναι τα πάντα στα χέρια του Θεού, τότε έχουμε ειρήνη μέσα στην ψυχή μας.

Εύχομαι, αδελφοί μου, αυτή την ειρήνη του Θεού να την έχουμε όλοι μας, όπως ο Άγιος Μεγαλομάρτυς Δημήτριος, που παρ’ όλο ότι βρισκόταν προ του θανάτου, ζούσε σαν να ήταν μέσα σε βασιλικό ανάκτορο, γιατί ο Θεός κατοικούσε στην ψυχή του κι αυτός άφησε τα πάντα στα χέρια του Θεού!

Σημειώσεις:
[1] Αναφέρεται στο 1992, όταν ήταν Αρχιεπίσκοπος Κύπρου ο αείμνηστος Χρυσόστομος Α’.
[2] Κύριο επίνειο και βασική είσοδος του Αγίου Όρους.
[3] η πρωτεύουσα του Αγίου Όρους.
[4] Ο Χρίστος Σαρτζετάκης διετέλεσε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας από το 1985-1990.
[5] Περιοχή της ερήμου του Αγίου Όρους στο ΝΑ του άκρο, υπαγόμενη στην Ι.Μ. Μεγίστης Λαύρας. Ονομάστηκε έτσι διότι η μόνη διόδος στα απόκρημνα ησυχαστήρια ήταν με καρούλια.
[6] Ο μητροπολίτης πρέπει ν’ αναφέρεται στον μακαριστό γέροντα της Ι.Μ. Βατοπαιδίου, Ιωσήφ Βατοπαιδινό


Xαίρε Μήτερ Δέσποινα της ζωής, χαίρε η προστάτις, των τιμώντων σε και φρουρός,
χαίρε η ελπίς μου, η δόξα και ισχύς μου μετά Θεόν η μόνη συ μου βοήθεια.
User avatar
rose
 
Posts: 640
Joined: Wed Nov 16, 2011 9:58 pm

Re: ΛΟΓΟΙ - ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ

Unread postby zenjt » Sat Mar 23, 2013 10:36 pm

ΜΙΚΡΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΑΛΟΓΕΡΙΚΗ.Κάποιος,που έζησε αργότερα πολύ κοντά του,διηγείτε ότι ο Πατήρ σεραφείμ εκτελούσε τον κανόνα που έδωσε ο άγγελος στον Μέγα Παχώμιο,τον θεμελιωτή του Ρωσικού κοινοβιακού μοναχισμού.<<Τρισάγιο,Πάτερ ημών,Κύριε ελέησον[12 φορές]Δόξα Πατρί...και νυν,Δεύτε προσκυνήσωμεν[3 φορές]Ελεησόν με ο θεός[50ός ψαλμός]...Πιστεύω...Κύριε Ιησού Χριστέ,Υιέ του Θεού ,ελέησόν με τον αμαρτωλό[100 φορές],Άξιον εστί...και απόλυσις.>>Αυτό αποτελεί μία δέηση.Αυτόν τον κανόνα τον είχε διδαχθεί ο Πρόχορος[Οσιος Σεραφείμ του Σαρώφ] από τον Γέροντά του Ιωσήφ. Ο Όσιος Σεραφείμ δίδαξε και τα εξείς:<<Όταν κάθεσαι στο τραπέζι μην παρατηρείς τι και πόσο τρώει ο καθένας αλλά πρόσεχε να τρέφης την ψυχή σου με ανάγνωση.Το μεσημέρι να τρως αρκετά,το βράδυ να εγκρατεύεσαι,Την τετάρτη και την Παρασκευή,αν μπορείς,τρώγε μόνο μία φορά.Τη νύχτα να κοιμάσαι οπωσδήποτε τέσσερις ώρες,τη δεκάτη,ενδεκάτη,δωδεκάτη και πρώτη μετά τα μεσάνυχτα.Αν αισθάνεσαι αδυναμία μπορείς να συμπληρώνεις τον ύπνο σου το μεσημέρι.Κράτησε αυτή την συνήθεια σε όλη σου την ζωή.Θα σε βοηθήσει στην ηρεμία του νού σου.Αν τηρήσεις αυτή την γραμμή δεν θα είσαι ποτέ κατηφής,αλλά πάντοτε υγιής και χαρούμενος>>.Τους αδυνάτους συμβούλευε να αφιερώνουν έξι ώρες για ύπνο,ενώ τους πιο δυνατούς στο σώμα και την ψυχή πέντε ώρες λέγοντας ότι δεν πρέπει να φονεύουμε το σώμα,αλλά τα πάθη. ImageΟΣΙΟΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ ΤΟΥ ΣΑΡΩΦ.
Orthodoxathemata.blogspot.com
User avatar
zenjt
 
Posts: 72571
Joined: Wed Nov 16, 2011 7:16 pm
Location: ΚΕΡΚΥΡΑ

PreviousNext

Return to ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 1 guest