Page 1 of 1

Απόστολος Ανδρέας

Unread postPosted: Tue Nov 29, 2011 12:50 pm
by zenjt
O Απόστολος Ανδρέας ήταν αδελφός του Σίμωνος Πέτρου, γιοι του Ιωνά. Πιθανότατα ήταν μεγαλύτερος στην ηλικία από τον Πέτρο. Συγκατοικούσε με αυτόν στην Καπερναούμ και συνεργαζόταν ως αλιέας στην λίμνη της Γενησαρέτ (Ματθ.4,18. Μαρκ.1,29). Πρωτύτερα είχε χρηματίσει μαθητής του Ιωάννου του Βαπτιστού. Εκεί κοντά στον Τίμιο Πρόδρομο απέκτησε σπάνια ευσέβεια και το σπουδαιότερο έμαθε για τον ερχόμενο Μεσσία. Φαίνεται ότι ήταν παρών όταν ο Ιωάννης έδειξε με το δάκτυλό του τον Κύριο και είπε: «ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου» (Ιωάν.1,30). Αυτή η φανέρωση του Μεσσία έκαμε προφανώς τον ευσεβή ψαρά να ακολουθήσει πρώτος τον Κύριο, χωρίς κανέναν δισταγμό και γι’ αυτό ονομάστηκε «Πρωτόκλητος» (Ιωάν.1,35-41).
Το όνομα του Ανδρέα αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη πάντοτε μαζί με του Φιλίππου, ο οποίος καταγόταν, όπως και εκείνος, από την Βηθσαϊδά. Μαζί με αυτόν είχε εκφράσει τη δυσπιστία του για τον χορτασμό των πεντακισχιλίων ανθρώπων με τους πέντε κρίθινους άρτους και τους δύο ιχθείς (Ιωάν.6,6-9). Αναφέρεται επίσης και στην περίπτωση της παρακλήσεως των Ελλήνων να ιδούν τον Κύριο (Ιωάν.12,20-22). Για τελευταία φορά αναφέρεται το όνομα του Ανδρέα στην Καινή Διαθήκη, όταν ανέβηκε μαζί με τους άλλους Αποστόλους στο υπερώο της Ιερουσαλήμ «προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού» (Πραξ.1,13-14), όπου και έλαβε μαζί με τους άλλους τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος (Πράξ.2,4).Image Μετά την Πεντηκοστή έλαχε σ’ αυτόν να αποσταλεί για ευαγγελισμό στην Έφεσο, όπου μαζί με τον Απόστολο Ιωάννη κήρυξαν μαζί και εδραίωσαν την Εκκλησία της μεγάλης αυτής πόλεως. Στη συνέχεια, σύμφωνα με τον ιστορικό Ευσέβιο μετέβηκε και κήρυξε στη Σκυθία. Κατά τον άγιο Γρηγόριο το Ναζιανζηνό πέρασε στο Βυζάντιο, όπου ίδρυσε και εκεί Εκκλησία, γι’ αυτό θεωρείται ως ο ιδρυτής της αποστολικής Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως. Από εκεί ήρθε στην Ελλάδα και κήρυξε κατ’ αρχάς στην Ήπειρο. Σύμφωνα με τον άγιο Ιερώνυμο έφθασε στην Αχαϊα, όπου ίδρυσε Εκκλησία. Εκεί στην Πάτρα συνελήφθη από τους διώκτες ειδωλολάτρες και υπέστη μαρτυρικό θάνατο, σταυρώθηκε κατακεφαλής επί σταυρού που είχε το σχήμα του γράμματος Χ, γι’ αυτό και ο τύπος αυτός του σταυρού καλείται «Σταυρός του Αγίου Ανδρέου». Το λείψανό του φυλασσόταν από τους Χριστιανούς με ευλάβεια ως τα χρόνια των σταυροφοριών, οπότε το άρπαξαν οι Λατίνοι και το μετακόμισαν στην Ιταλία. Τα τελευταία χρόνια δωρίθηκε η τίμια κάρα του στην Αποστολική Εκκλησία των Πατρών και φυλάσσεται στον μεγαλοπρεπή ναό του στην πρωτεύουσα της Πελοποννήσου. Η μνήμη του εορτάζεται στις 30 Νοεμβρίου.

Re: Απόστολος Ανδρέας

Unread postPosted: Sat Oct 19, 2013 7:51 pm
by thanos75
Ο Ανδρέας (ή Ανδρεύς ή Ανδρείας) ήταν αδελφός του Σίμωνα Πέτρου[1]. Φέρει ελληνικό όνομα και καταγόταν από την πόλη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας[2]. Οι γονείς του ονομάζονταν Ιωνάς ή Ιωάννης[3] και Ιωάννα. Με τον αδελφό του, Σίμωνα Πέτρο, μετερχόταν το επάγγελμα του ψαρά στη λίμνη της Τιβεριάδος. Η Καινή Διαθήκη ουσιαστικά σιωπά για το πρόσωπό του ενώ οι σχετικές παραδόσεις και θρύλοι πολλαπλασιάζονται από τον 3ο αιώνα και ιδιαίτερα κατά τον 8ο και 9ο αιώνα.

Ο Ανδρέας μαζί με τον αδελφό του τον Πέτρο ήταν οι πρώτοι που κλήθηκαν και ακολούθησαν τον Χριστό. Έτσι, ο Ανδρέας αποκαλείται και «Πρωτόκλητος». Η ιστορία της ζωής του Ανδρέα μέχρι την Σταύρωση, την Ανάσταση και την Ανάληψη, υπήρξε σχεδόν ίδια με εκείνη των άλλων μαθητών. Μετά την Πεντηκοστή και το σχηματισμό της πρώτης Εκκλησίας, με τον αδερφό του Πέτρο και άλλους μαθητές βρέθηκαν στη Σινώπη του Ευξείνου Πόντου και εκεί έδρασε ανάμεσα στους Εθνικούς και Ιουδαίους, έχοντας ως ορμητήριο μια νησίδα κοντά στη Σινώπη. Από τη Σινώπη ο Ανδρέας μαζί με το Ματθία και άλλους μαθητές πήγαν στην Αμισό (Σαμψούντα), όπου ίδρυσαν Εκκλησία. Αφού περιήλθε τις περιοχές του Πόντου, της Ιβηρίας και την Παρθία γύρισε στα Ιεροσόλυμα μάλλον το 34 μ.Χ. για να γιορτάσει το Πάσχα με τους λοιπούς μαθητές.

Στη δεύτερη πορεία του, μέσω της Αντιοχείας, πήγε στην Έφεσο, τη Λαοδίκεια της Φρυγίας, την Οδυσσούπολη της Μυσίας, στη Νίκαια και την ευρύτερη περιοχή της Βιθυνίας, τη Νικομήδεια, τη Χαλκηδόνα, την Άμαστρη, για να καταλήξει και πάλι στη Σινώπη. Αργότερα επισκέφτηκε τη Σαμψούντα και την Τραπεζούντα, τους Αλανούς, τους Ζηκχούς, τους Βοσπορινούς και τους Χερσονήτες για να επιστρέψει στη Σινώπη. Στη συνέχεια πέρασε από το Βυζάντιο, την Ηράκλεια της Θράκης, τη Μακεδονία και την Πελοπόννησο με τελικό σταθμό την Πάτρα. Με ορμητήριο την Πάτρα ο Ανδρέας κήρυττε σε όλη την Αχαΐα την εποχή που ήταν ανθύπατοι ο Λεσβίος και ο διάδοχος του Αιγεάτης. Εκεί η διδασκαλία του καρποφόρησε και με τις προσευχές του θεράπευσε θαυματουργικά πολλούς ασθενείς. Ακόμα και η Μαξιμίλλα, σύζυγος του ανθύπατου Αιγεάτου, αφού τη θεράπευσε ο Απόστολος από τη βαρειά αρρώστια που είχε, πίστεψε στο Χριστό. Το γεγονός αυτό εκνεύρισε τον ανθύπατο και με την παρότρυνση ειδωλολατρών ιερέων συνέλαβε τον Ανδρέα και τον οδήγησε στο μαρτύριο με σταυρικό θάνατο, πιθανώς την εποχή του διωγμού του Νέρωνα. Το λείψανό του έθαψε με ευλάβεια ο πρώτος επίσκοπος Πατρών Στρατοκλής.

Η παράδοση για χρήση χιαστού σταυρού κατά την θανάτωση του απόστολου Ανδρέα προέρχεται από τη Δύση και ανάγεται στο 10 με 12ο αιώνα. Η παράδοση που αναφέρει ότι σταυρώθηκε στην Πάτρα θεωρείται "μεταγενέστερη και αναξιόπιστη"[4] ενώ πιστεύεται ότι η παράδοση που θεωρεί ότι απόστολος Ανδρέας θεμελίωσε την εκκλησία του Βυζαντίου αποτελεί μεταγενέστερη επινόηση[5].

Η σκωτική παράδοση θεωρεί τον Ανδρέα προστάτη άγιό της από το 750 και θέλει το λείψανό του να μετακομίστηκε στη Σκωτία. Η σημαία των Πικτών και Σκώτων έφερε τον χιαστό Σταυρό, σύμβολο του μαρτυρίου του Αγίου Ανδρέα, ο οποίος μετά την ένωση της Σκωτίας με την Αγγλία συμπεριελήφθη στην Αγγλική σημαία. Υπάρχει επίσης αρχαία ρωσική παράδοση για την εισαγωγή του χριστιανισμού στην Ρωσία από τον Απόστολο Ανδρέα, καθώς θρυλείται ότι έφτασε κηρύττοντας μέχρι το Κίεβο.

Ο Απόστολος Ανδρέας είναι πολιούχος της Πάτρας. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο τον τιμά ως ιδρυτή του και πρώτο επίσκοπο Βυζαντίου και στις 30 Νοεμβρίου, ημέρα μνήμης του, τελεί τη θρονική του εορτή.

http://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CF% ... E%B1%CF%82

Re: Απόστολος Ανδρέας

Unread postPosted: Sat Oct 19, 2013 8:04 pm
by thanos75
Στη θάλασσα της Γαλιλαίας δυο ψαράδες ετοιμάζουν τα
δίχτυα τους. Είναι τ’ αδέρφια Ανδρέας και Πέτρος, γιοι του Ιωνά
και της Ιωάννας από τη Βηθσαϊδά.
Ο ξένος πλησιάζει, τους κοιτάζει με αγάπη. «Ακολουθείστε
με κι εγώ θα σας κάμω ψαράδες ανθρώπων», τους λέγει.
Η καρδιά των δυο αδερφιών φτερουγίζει. Πρώτος ο
Ανδρέας αποδέχεται τη θεϊκή πρόσκληση γι’ αυτό πήρε τ’ όνομα
Πρωτόκλητος. Τα δίχτυα κι η βάρκα μένουν εγκαταλειμμένα στην
παραλία. Δεν τα χρειάζονται πια. Ο Χριστός είναι το λιμάνι της
σωτηρίας και η άγκυρα της ελπίδας.
Δεν ήταν όμως η πρώτη επαφή του Ανδρέα με το Μεσσία. Ο
Ανδρέας, όπως κι ο ευαγγελιστής Ιωάννης υπήρξαν μαθητές του
Ιωάννη του Πρόδρομου. Όταν λοιπόν ο Χριστός περιερχόταν τον
Ιορδάνη ποταμό, ο Αντρέας κι ο Ιωάννης άκουσαν για πρώτη
φορά τον Πρόδρομο να τους αναφέρει:
«Ίδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
Το θησαυρό της πρώτης γνωριμίας του με το Χριστό, το
μοιράστηκε απλόχερα με τον αδερφό του Πέτρο και το
συγχωριανό και φίλο του Φίλιππο.
Η παρουσία και η δράση του Ανδρέα δίπλα από το Χριστό
καταγράφεται αρκετές φορές:
Όταν στην έρημο, μαζεύτηκε πλήθος κόσμου για να ακούσει
και να δει το Μεσσία, ο Χριστός μίλησε στους μαθητές για να τους
δοκιμάσει:
-- Ο κόσμος ανυπομονεί. Είναι
εξαντλημένος. Πεινά! Πώς θα τους
ανακουφίσουμε;
-- Αδύνατον. Ούτε διακόσια δηνάρια
δεν μας αρκούν. Και πάλι ο κόσμος δε
θα χορτάσει, απάντησε αμήχανα ένας
μαθητής.
-- Κύριε, είναι εδώ ένα παιδάκι που
έχει πέντε κριθαρένια ψωμιά και δύο
ψάρια, αποκρίθηκε ο Αντρέας σαν να
περίμενε την επόμενη κίνηση από το
δάσκαλό του.
Και το θαύμα έγινε με την ευλογία των άρτων και των
ψαριών από τον Κύριο…
Η τόλμη, η πίστη και η καθαρή καρδιά του Ανδρέα φάνηκε
όταν Έλληνες ειδωλολάτρες ζήτησαν να δουν τον Χριστό, να
μιλήσουν μαζί του και να πάρουν απ’ τη θεϊκή του λάμψη.
Αδιανόητο για τους Ιουδαίους της εποχής, που ήθελαν το Μεσσία
να είναι αποκλειστικά δικός τους και να μη «μολύνεται» με την
επαφή του με ειδωλολάτρες, Ρωμαίους ή Έλληνες.
Ο Αντρέας, με την πλατιά του καρδιά, ήταν αυτός που
προθυμοποιήθηκε να τους παρουσιάσει στον Ιησού. Το μήνυμα της
αγάπης του Χριστού αγκαλιάζει πια όλο τον κόσμο…
Πόσο τυχεροί είναι στ’ αλήθεια οι μαθητές του Κυρίου. Η
παρουσία Του, το καθάριο βλέμμα Του, φώτισε τις ψυχές τους. Το
χέρι Του άγγιξε τις πλάτες τους, τα λόγια Του τις καρδιές τους.
Το πρόσωπό Του κόσμησε καθημερινά το υπόλοιπο της επίγειας
ζωής τους.
Έτσι κι ο Ανδρέας. Παρών στις
διδαχές του Κυρίου. Παρών στις πορείες,
στα θαύματα, στο Μυστικό Δείπνο. Πιστός,
αγαπών, τολμηρός. Όπως οι περισσότεροι,
δείχνει να δειλιάζει εκείνες τις μέρες της
Σταύρωσης και της Ανάστασης του
θεανθρώπου.
Όμως με την Επιφοίτηση του Αγίου
Πνεύματος σ’ εκείνο το μικρό υπερώο,
γίνεται κι αυτός Απόστολος του Κυρίου.
Η αιώνια τιμή του Πρωτόκλητου μαθητή
μετατρέπεται σε βαρύ χρέος ευθύνης και σταυρού…
Ανδρέας! Όπως λέμε ανδρείος. Είναι
πράγματι ελληνική η ρίζα του ονόματος
του. Βάλθηκε λοιπόν, να γίνει ο
«Απόστολος των Ελλήνων», στα πέρατα
του τότε γνωστού κόσμου. Εύξεινος
Πόντος, Σινώπη, Σαμψούντα,
Τραπεζούντα. Αντιόχεια, Έφεσος,
Λαοδίκεια, Νικομήδεια, Νίκαια, Βυζάντιο,
Θράκη, Μακεδονία, Πελοπόννησος…
…Πάτρα. Το πέρασμα του απόστολου από την
Πάτρα, άφησε ανεξίτηλα σημάδια στην πόλη.
Ταρακούνησε συθέμελα την πίστη των
ειδωλολατρών, έκανε πολλά θαύματα, κέρδισε
πιστούς χριστιανούς με το φως της αγάπης του
Χριστού. Επόμενο ήταν να κερδίσει και το φθόνο
του Ρωμαίου διοικητή της πόλης, αφού ακόμα κι η
σύζυγός του έγινε χριστιανή.
Ιερά Μονή Θεοβάδιστου Όρους Σινά.

Ακολούθησε η σύλληψή του που
συνοδεύτηκε με φριχτά βασανιστήρια.
Ο απόστολος Αντρέας, αγόγγυστα
δέχτηκε την ποινή του θανάτου, που
του θύμισε τη σταύρωση του
Διδασκάλου του. Μαρτύρησε το 68μ.Χ
σε σταυρό που είχε το σχήμα Χ
(σταυρός του Αγίου Ανδρέου).
Τα λείψανα του αγίου είχαν για
αιώνες ένα περιπετειώδες ιστορικό
ταξίδι για να καταλήξουν τελικά στην
πόλη του μαρτυρίου, την Πάτρα.
Ο Άγιος και Απόστολος Ανδρέας είναι ο πολιούχος άγιος
της Πάτρας. Θεωρείται ακόμα ο ιδρυτής και προστάτης της
εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης (Οικουμενικό Πατριαρχείο),
από το πρώτο πέρασμά του από την πόλη του Βυζαντίου.
Αξιόλογο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι δεσμοί πολλών
λαών, χωρών και πόλεων με τον Απόστολο Ανδρέα. Στη Σικελία
θεωρήθηκε προστάτης της χώρας ενώ ο σταυρός του Ανδρέα σε
σχήμα Χ καθιερώθηκε ως εθνικό έμβλημα. Αυτό οφείλεται και στη
φημιζόμενη μεταφορά των λειψάνων του στο νησί αυτό.
Βρετανική παράδοση θέλει το λείψανό του να μετακομίστηκε
στη Σκοτία. Η σημαία της Σκοτίας φέρει το χιαστό σταυρό. Αρχαία
ρωσική παράδοση συνδέει επίσης την εισαγωγή του χριστιανισμού
στη Ρωσία με τον Απόστολο Ανδρέα. Όσο για την Κύπρο ….


Κύπρος και Απόστολος Ανδρέας
Στη νήσο των Αγίων είναι πλούσια η παράδοση που συνδέει
τον απόστολο με την Κύπρο, που είναι ιδιαίτερα αγαπητός στους
πιστούς. Αλλιώς δεν εξηγείται ότι κάθε σπίτι έχει και τον Αντρέα
του, την Αντρούλα, την Άντρια κτλ.
Το μοναστήρι του Αποστόλου Αντρέα στην Καρπασία είναι
συνδεδεμένο με την ιστορία, την παράδοση, τη λαογραφία και τη
λατρεία. Σύμφωνα με την παράδοση ο Άγιος ταξίδεψε μέχρι τις
ανατολικές ακτές της Κύπρου με ένα καράβι:



Το κατεχόμενο Μοναστήρι
Το μοναστήρι του Αποστόλου Αντρέα είναι ίσως το πιο
ξακουστό της Κύπρου. Προσκυνητές από όλα τα μέρη το
κατάκλυζαν όταν γιόρταζε κάθε 30 Νοεμβρίου και κάθε 15
Αυγούστου. Στη χάρη του προσκυνούσαν τόσο Έλληνες όσο και
Τούρκοι. Αμέτρητα τα τάματα και τα θαύματα!
Από το 1974 τους δρόμους προς το μοναστήρι τους ορίζει ο
κατοχικός στρατός της Τουρκίας. Η πίστη και η καρτερία των
λίγων εγκλωβισμένων που ζουν ακόμα στο Ριζοκάρπασο κρατούν
το καντήλι του Αποστόλου Αντρέα άσβεστο. Το ίδιο άσβεστος
είναι και ο πόθος για επιστροφή. Προσκύνημα ελεύθερο κι
ανεμπόδιστο.
Βαθιά στο πέλαγο πατάς-
Ακρίτας και φρουρός.
Την πέτρινη ποδίνα σου,
το κύμα να ημερώνει.
Από τη χάρη σου άνθισε
ο βράχος ο ξερός.
Παραδεισένια είσαι γωνιά
που η πίστη στεφανώνει.

Re: Απόστολος Ανδρέας

Unread postPosted: Sat Oct 19, 2013 8:10 pm
by thanos75
Απόστολος Ανδρέας ο πρωτόκλητος


Ο πρωτόκλητος Απόστολος Ανδρέας καταγόταν από μία μικρή πόλη της περιοχής της Ιερουσαλήμ, ονομαζόμενη Βηθσαϊδά, η οποία ήταν πατρίδα και του Αποστόλου Πέτρου και του Αποστόλου Φιλίππου επίσης. Οι αδελφοί Ανδρέας και Πέτρος είχαν πατέρα τον Ιωνά, έναν πολύ καλλιεργημένο και έμπειρο ψαρά. Ο Πέτρος είχε επιλέξει τον έγγαμο βίο, και νυμφεύθηκε την κόρη του Αριστοδούλου, αδελφού του Αποστόλου Βαρνάβα, ο δε Ανδρέας προτίμησε την παρθενία.
Οι Απόστολοι, μετά την Ανάσταση του Κυρίου, έβαλαν κλήρο σχετικά με το που θα πήγαινε ο κάθε ένας από αυτούς να κηρύξει. Ο δε Ανδρέας έλαβε κλήρο να κηρύξει στην Βηθανία, την Θράκη, τα παράλια της Κων/λεως από το Βυζάντιο, την Καβάλα η οποία λέγεται και Νεάπολης. Στον κλήρο του έλαχε όλη γενικώς η Ελλάδα, δηλαδή η Μακεδονία, η Θεσσαλία και όλα τα μέρη από την Θεσσαλονίκη μέχρι τα Φάρσαλα, και μέχρι την Αχαϊα, όπου βρίσκεται και η παλαιά Πάτρα.
Εκεί, στην Πάτρα, θαυματούργησε επανειλημμένως, προσελκύοντας στην σωτήρια πίστη αμέτρητους ανθρώπούς, δια του κηρύγματος και των θαυμάτων. Οι νέοι Χριστιανοί έρχονταν και του έθεταν στα πόδια πολλά χρυσαφικά και δώρα, αλλά αυτός τους παρότρυνε να τα δώσουν στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη, εκτός από ένα μικρό μέρος των χρημάτων, το οποίον πρότεινε να το διαθέσουν ώστε να κτίσουν ναό, και να δοξάζουν εκεί τον Θεό. Εντός ολίγου ο μεγαλοπρεπείς Ναός ήταν έτοιμος. Έρχονταν εκεί και ευχαριστούσαν – λάτρευαν τον Θεό. Εκεί ο ένδοξος Απόστολος κήρυττε, και εκεί χειροτόνησε τους κληρικούς της νεοσύστατης τοπικής Εκκλησίας.
Ηγεμόνας της πόλεως τότε ήταν ο ονομαζόμενος Αιγεάτης, του οποίου ένας δούλος ήταν παράλυτος, και γι’ αυτό περιφρονημένος. Όταν τον είδε ο Απόστολος, τον σπλαχνίσθηκε, και του λέγει. Εν ονόματι του Ιησού Χριστού που εγώ κηρύττω, γίνε υγιείς, και πορεύσου εν ειρήνη. Αμέσως ο πρώην παράλυτος πήγε στο παλάτι και διηγήθηκε το περιστατικό στην σύζυγο του Αιγεάτη, ονομαζόμενη Μαξιμίλλα. Μετά από καιρό, η Μαξιμίλλα αρρώστισε, και δαπανήθηκαν πολλά χρήματα για να γίνει καλά, αλλά κανείς γιατρός δεν μπόρεσε να την ιατρεύσει, με αποτέλεσμα ο Αιγεάτης να είναι πολύ απελπισμένος, μέχρι σημείου αυτοκτονίας. Τότε θυμήθηκαν τον Απόστολο κάποιοι, το είπαν στον Αιγεάτη, και αμέσως αυτός κάλεσε τον Απόστολο να μεταβεί προς συνάντηση του. Ο ένδοξος Ανδρέας, έθεσε τα χέρια του μετά από προσευχή στην ασθενή, και αμέσως η Μαξιμίλλα θεραπεύθηκε. Από την χαρά του ο Αιγεάτης προσέφερε πολλούς θησαυρούς στα πόδια του Αγίου, και γονατιστός παρακαλούσε να τα δεχθεί. Ο Απόστολος αρνήθηκε, Λέγοντας πως Ο Διδάσκαλος μας, μας είπε” «Δωρεάν ελάβετε, δωρεάν δώτε». Εμείς δεν κάνουμε αυτά τα θαύματα με αμοιβή χρημάτων.

Μετά από λίγο καιρό, ο Αιγεάτης μετέβη στην Ρώμη για κάποιες υπηρεσιακές ανάγκες. Ο Στρατοκλής, ο αδελφός του Αιγεάτη, σοφός άνδρας και καταξιωμένος μαθηματικός, ήλθε στην Πάτρα για να επιτροπεύσει κατά την απουσία του αδελφού του. Είχε μαζί του ο Στρατοκλής έναν υπηρέτη, τον οποίον αγαπούσε πολύ. Αυτός δυστυχώς, κατά την εκεί παραμονή του, σεληνιάσθηκε, και υπόφερε τρομερά. Ο Στρατοκλής αγαπούσε τόσο πολύ τον δούλο Του, που έφτασε μέχρι του σημείου να κλαίει μαζί του! Όταν έμαθε η Μαξιμίλλα το γεγονός, κάλεσε τον ανδράδελφό της και του είπε. Είναι αδύνατον να γιατρευτεί ο δούλος σου, ό,τι και να κάνεις. Υπάρχει όμως εδώ στην πόλη μας ένας ξένος ιατρός, που θεραπεύει μόνο με έναν λόγο, χωρίς χρήματα. Όταν άκουσε αυτά ο Στρατοκλής, σοφός και πεπαιδευμένος καθώς ήταν, εξ Αθηνών καταγόμενος, προσκάλεσε τον Άγιο σπίτι του. Με την είσοδο του Αγίου στο σπίτι, αμέσως τα δαιμόνια εξαφανίστηκαν. Όταν είδαν το θαύμα ο Στρατοκλής και η Μαξιμίλλα, αμέσως ανεθεμάτησαν την αρχαία εκείνη πλάνη, έγιναν Χριστιανοί, και βαπτίσθηκαν από τον Απόστολο. Έκτοτε δεν έλειπαν από κοντά του.
Μετά ΑΠΌ λίγο καιρό, επέστρεψε ο Αιγεάτης από την Ρώμη, μα βρήκε αλλαγμένη την σύζυγό του. Στις επανειλημμένες ερωτήσεις του για την αλλαγή αυτή, η γυναίκα του φανέρωσε τελικά την αλήθεια. Ο ηγεμόνας είχε όμως δυστυχώς Περικυκλωθεί από πολλά δαιμόνια, και απ’ αυτά παρακινούμενος, συνέλαβε τον Απόστολο, και τον έριξε στην φυλακή. Σκεπτόταν μάλιστα με ποιον τρόπο να τον θανατώσει. Κατά τα μεσάνυκτα, ο Στρατοκλής και η Μαξιμίλλα επισκέφθηκαν τον Απόστολο στο δεσμωτήριο. Εκεί Παρακαλούσαν τον Άγιο Ανδρέα να τους δυναμώσει στην πίστη. Τους κατήχησε αρκετά ακόμη, και χειροτόνησε τον Στρατοκλή, επίσκοπο Παλαιών Πατρών, αποστέλλοντας τους εν ειρήνη.
Τυφλωμένος από τον θυμό του ο Ηγεμών, αποφάσισε τον Σταυρικό θάνατο, νομίζοντας πως όταν θα ακούσει την καταδίκη του ο Απόστολος, θα φοβηθεί, και θα μεταμεληθεί. Αυτή όμως η καταδίκη, ήταν για τον πρωτόκλητο Μαθητή του Κυρίου μας, ιδιαίτερη χαρά, τιμή και αγαλλίαση, αφού έτσι, θα γινόταν συγκοινωνός των Παθημάτων του Διδασκάλου του.

Οι στρατιώτες είχαν διαταγή να τον σταυρώσουν κατακέφαλα, δηλ. με το κεφάλι προς τα κάτω. Όταν έφθασαν στον τόπο και είδε ο Απόστολος Ανδρέας τον Σταυρό του, χάρηκε πολύ, και «ανέβηκε» στον Σταυρό, αφού πρώτα ευλόγησε τους παρευρισκόμενους χριστιανούς. Μετά την Σταύρωση, ο Στρατοκλής προσπάθησε να ξεκρεμάσει από τον Σταυρό τον Άγιο, αλλά ο Αιγεάτης έχοντας την εξουσία της πόλεως, δεν τον άφησε. Συγκεντρώθηκαν πολλοί Χριστιανοί που διαμαρτύρονταν, και ζητούσαν να κατεβάσουν τον Άγιο από τον Σταυρό, αλλά ο Άγιος Απόστολος που ζούσε ακόμη, προέτρεψε τους Χριστιανούς να μην επιμείνουν στο αίτημά τους αυτό, γιατί, και ήθελε, και ήταν ευχαριστημένος από αυτόν τον Σταυρικό Θάνατο! Όταν είδε την μεγάλη αναταραχή ο Αιγεάτης, προσπάθησε ο ίδιος να τον κατεβάσει, αλλά ούτε αυτόν άφησε ο Άγιος, παρά μόνον του είπε. Καλύτερα είναι να λύσεις τον εαυτό σου από τα δεσμά της απιστίας, παρά εμένα. Εγώ σε λίγο μεταβαίνω σε αιωνία ανάπαυση, ενώ εσύ αν δεν μετανοήσεις, σε λίγες ημέρες χάνεις και την πρόσκαιρη ζωή, και την αιώνια. Αυτά είπε ο Απόστολος του Θεού, και Παρέδωσε την ψυχή του στα χέρια του Κυρίου και αγαπημένου Διδασκάλου του.
Ο Αιγεάτης μην υποφέροντας την φωνή του λαού, και οδηγημένος από τα δαιμόνια, για τον άδικο θάνατο του Αποστόλου και ιατρού της πόλεως, ανέβηκε σε ψηλό γκρεμό, ονομαζόμενο, ΥΨΗΛΑ ΑΛΩΝΙΑ, έπεσε από εκεί, οπότε και διασκορπίστηκαν τα οστά του. Τότε ο Στρατοκλής και η Μαξιμίλλα κατέβασαν από το Σταυρό το Λείψανο του Αποστόλου Ανδρέα, τον άλειψαν με Μύρο, και τον ενταφίασαν σε τόπο επίσημο. Ο δε Στρατοκλής διαμοίρασε τα πλούτη του αδερφού του στους πτωχούς. Διετέλεσε πρώτος Επίσκοπος ΠΑΛΑΙΩΝ ΠΑΤΡΩΝ, μέχρι τέλος της ζωής του.
Το ίδιο έκανε και η Μαξιμίλλα. Έζησε δηλαδή και αυτή Θεοπρεπώς, μοίρασε τα πλούτη της στους έχοντες ανάγκη συμπολίτες της, και «απήλθεν εις τας αιωνίους Μονάς εν ειρήνη».
Το θαυματόβρυτο Ιερό Λείψανο του Αποστόλου, μεταφέρθηκε αργότερα στην Βασιλεύουσα των Πόλεων, και τέθηκε στον ναό των Αγίων Αποστόλων, μαζί με τα εκεί φυλασσόμενα Άγια Αποστολικά σκηνώματα. Η μνήμη του Πρωτοκλήτου Αποστόλου Ανδρέου τελείται την τριακοστή του Νοεμβρίου μηνός.

Re: Απόστολος Ανδρέας

Unread postPosted: Sat Oct 19, 2013 8:15 pm
by thanos75

Re: Απόστολος Ανδρέας

Unread postPosted: Sat Oct 19, 2013 8:19 pm
by thanos75
Ο απόστολος Ανδρέας
(30 Νοεμβρίου)



Μορφή βιβλική. Φυσιογνωμία προνομιούχος και διαλεχτή. Πρώτος απ' όλους τους αποστόλους γνώρισε τον Ιησού, αλλά και πρώτος κλήθηκε να τον ακολουθήσει, γι' αυτό και Πρωτόκλητος. Το όνομα του το ιερό κατέχει ιδιαίτερη θέση στην ψυχή των Ελλήνων.

Αυτός είναι ο Ανδρέας ο Πρωτόκλητος μαθητής του Χριστού κι ο ένας από τους αποστόλους του Έθνους μας.

Ο Ανδρέας καταγόταν από την Βηθσαϊδά της Γαλιλαίος κι ήταν γιος του Ιωνά κι αδελφός του πρωτοκορυφαίου αποστόλου Πέτρου. Το επάγγελμα του ήταν ψαράς.

Ήταν όμως από τις ευγενικές εκείνες ψυχές, που μελετούσαν τους προφήτες και περίμεναν με λαχτάρα την εκπλήρωση των υποσχέσεων του Θεού για τη σωτηρία του κόσμου.

Ο Ανδρέας μαζί με τον Ιωάννη τον ευαγγελιστή υπήρξαν στην αρχή μαθητές του Ιωάννου του Προδρόμου. Κάποια μέρα μάλιστα, που βρισκόντουσαν στις όχθες του Ιορδάνη κι ο Πρόδρομος τους έδειξε τον Ιησού και τους είπε «ίδε ο αμνός του Θεού ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», οι δύο απλοϊκοί εκείνοι ψαράδες συγκινήθηκαν τόσο πολύ, που χωρίς κανένα δισταγμό κι επιφύλαξη αφήκαν αμέσως τον δάσκαλο τους κι ακολούθησαν τον Ιησού. Τον ακολούθησαν με προθυμία και ζήλο κι έμειναν κοντά του εκείνη την ήμερα. Τι είδαν και τι άκουσαν όλες εκείνες τις αξέχαστες ώρες; Χωρίς άλλο λόγια άγια και θεία. Ρήματα ζωής αιωνίου. Λόγια, που τους συνεπήραν την ψυχή και τους έκαμαν να πιστέψουν πως στ' αλήθεια ο Ιησούς ήταν Εκείνος που περίμεναν.

Ο Μεσσίας. Ο Σωτήρας και Λυτρωτής των ανθρώπων.

Τον ενθουσιασμό και την ικανοποίηση τους από την επικοινωνία κι επαφή τους με τον Κύριο την βλέπουμε από την ενέργεια του Ανδρέα. Μόλις χωρίστηκαν από τον Ιησού, έτρεξε να συναντήσει τον μεγαλύτερο αδελφό του Πέτρο και να του πει με χαρά: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν (ο εστί μεθερμηνευόμενον Χριστός)• και ήγαγεν αυτόν προς τον Ιησούν». Πόση καλοσύνη. Πόση ευγένεια ψυχής! Πόση αγάπη! Δεν κράτησε μόνος τη χαρά του. Έσπευσε να τη μοιραστεί με τον αδελφό του. Κι είχε δίκαιο! Κείνος που γεύτηκε το μέλι του Ευαγγελίου δεν μπορεί να το τρώει μόνος του. Η πραγματική χάρη, όταν φωτίσει την ψυχή, βάνει τέρμα στο πνευματικό μονοπώλιο, λέει κι ένας μεγάλος ιεραπόστολος του περασμένου αιώνα.

Η περίπτωση αυτή είναι ένα έξοχο παράδειγμα αδελφικής αλληλεγγύης και πνευματικότητας. Τα αδέλφια μας, οι γονείς μας, οι συγγενείς μας, οι οικείοι μας πρέπει να 'ναι για μας πρόσωπα προσφιλή. Πρόσωπα, με τα οποία να' μαστε έτοιμοι να μοιραστούμε κάθε στιγμή και τη χαρά και τη λύπη μας. Σ' αυτούς θα πούμε τον καλό τον λόγο. Θα δώσουμε το χριστιανικό έντυπο. Θα τους καλέσουμε σε μια χριστιανική συγκέντρωση. Θα τους πούμε σε μιαν επίσκεψη: «Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν». Αδελφοί μας! Ελάτε στον Χριστό. Αυτός είναι η χαρά. Αυτός η ζωή και το φως. Αυτός η ειρήνη του κόσμου. Μη σας σκανδαλίζουν μερικά έκτροπα, που βλέπετε γύρω σας. Μη σας σκανδαλίζει η ζωή μερικών, που αυτοκαλούνται χριστιανοί και θέλουν τάχατες να δείχνουν και τον δρόμο στους άλλους. Εσείς κοιτάτε μόνο τον Χριστό. Αυτός και μόνο αυτός στον κόσμο τούτο δίνει τη χαρά και την ειρήνη. Το μαρτυρεί η ζωή όλων των απλών, των αληθινών χριστιανών. Το βεβαιώνει η ζωή και το παράδειγμα του μεγάλου αποστόλου μας.

Ύστερα από το επεισόδιο, που αναφέραμε, τόσο ο Ανδρέας, όσο κι ο Πέτρος κι ο Ιωάννης ξαναγύρισαν στα πλοία τους κι έπιασαν πάλι τη δουλειά τους. Δεν είχε έρθει ακόμη η ευλογημένη ώρα να αρχίσει ο Κύριος το έργο του. Αυτό έγινε λίγες μέρες αργότερα. Εκεί στη λίμνη της Γεννησαρέτ οι δύο αδελφοί καταγίνονταν να ρίψουν τα δίκτυα τους στη θάλασσα, όταν τους ξαναβρήκε ο Ιησούς και τους κάλεσε να τον ακολουθήσουν. «Δεύτε οπίσω μου», τους είπε, «και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων». Κι αυτοί «ευθέως αφέντες τα δίκτυα ηκολούθησαν αυτώ». «Ευθέως», χωρίς καμιά χρονοτριβή, χωρίς καμιά αναβολή τον ακολούθησαν. Στην περίσταση αυτή έμοιασαν με τον σοφό και συνετό εκείνο έμπορο της ευαγγελικής περικοπής, που ζητούσε να βρει και ν' αγοράσει μαργαριτάρια. Κι όταν βρήκε κάποτε ένα σπουδαίο και «πολύτιμον μαργαρίτην», έσπευσε να πωλήσει όλα όσα είχε και να τον αγοράσει. Αυτό έκαμαν κι οι δύο αδελφοί.

Ο Ανδρέας ακολούθησε τον Κύριο πιστά και πρόθυμα μέχρι τέλους. Κατά το διάστημα αυτό της μαθητείας του δύο από τα πολλά επεισόδια καταδεικνύουν την ιδιαίτερη θέση, που είχε ανάμεσα στους άλλους μαθητές και κοντά στον Ιησού. Το πρώτο συνέβηκε στην έρημο. Τα πλήθη, που είχαν πληροφορηθεί πως ο Κύριος βρισκόταν εκεί, μαζεύτηκαν απ' όλα τα μέρη γύρω, για να ζητήσουν τις ευεργεσίες του και ν' ακούσουν τη διδασκαλία του. Κόντευε να δύσει ο ήλιος και κανένας δεν έλεγε να φύγει. Κάποια στιγμή ο Ιησούς φώναξε κοντά του τον Φίλιππο και τον ρώτησε: «Από πού και με τι χρήματα θα αγοράσουμε ψωμιά, για να φάγουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;» Ο Κύριος φυσικά γνώριζε τι θα έκαμνε. Το είπε όμως αυτό, για να δοκιμάσει τον Φίλιππο και τους άλλους μαθητές. Κι αυτός από μέρους και των άλλων μαθητών γεμάτος αμηχανία απήντησε: «Διακοσίων δηναρίων άρτοι ουκ αρκούσιν αυτοίς ίνα έκαστος αυτών βραχύ τι λαβή». Διακοσίων δηναρίων ψωμιά δεν φτάνουν, όχι για να χορτάσουν, αλλά για να πάρει ο καθένας μια μπουκιά. Τη στιγμή εκείνη πετάχτηκε ο Ανδρέας κι είπε. «Κύριε, είναι εδώ ένα παιδάκι, που έχει πέντε κριθαρένια ψωμιά και δύο ψαράκια» (Ιωάν. ς', 9). Φυσικά πέντε κριθαρένια ψωμιά και δύο ψαράκια δεν είναι τίποτα για τόσο κόσμο. Μα εσύ. Κύριε, μπορείς να τα ευλογήσεις και τότε, ω, ναι! Τότε μπορούν να φάνε όλοι οι άνθρωποι και να περισσέψουν. Πρόσωπο με παρρησία και με μια λανθάνουσα πίστη στον Χριστό μας παρουσιάζει το επεισόδιο αυτό τον Ανδρέα.

Πρόσωπο με πλατιά και μεγάλη καρδιά μας τον παρουσιάζει το δεύτερο επεισόδιο. Συγχρόνως όμως και άνθρωπο με τόλμη, που δεν διστάζει να πάρει μια μεγάλη απόφαση και ν' αναλάβει συνάμα και τις ευθύνες του. Αφορμή γι' αυτό το επεισόδιο έδωκαν μερικοί συμπατριώτες μας Έλληνες. Ήταν οι μέρες του Πάσχα, του τελευταίου Πάσχα του Κυρίου μας. Μέσα στα πλήθη, που μαζεύτηκαν στα Ιεροσόλυμα από τα διάφορα μέρη του κόσμου, ήταν κι αυτοί. Ασφαλώς ήταν άνθρωποι που είχαν προσηλυτισθεί στον ιουδαϊσμό. Η πνευματική θρησκεία του Ισραήλ τους είχε τραβήξει μέσα στην καρδιά τους βαθύ τον πόθο να τον γνωρίσουν. Πλησίασαν λοιπόν τον Φίλιππο - ίσως το ελληνικό του όνομα τους έδωκε το θάρρος- και του ζήτησαν να τους οδηγήσει στον Χριστό. Ο Φίλιππος όμως έσπευσε να ζητήσει τη γνώμη του Ανδρέα. Γιατί του Ανδρέα; Γιατί ήταν συμπατριώτης του κι ήξερε την παρρησία του. Αλλά και γιατί ο Ανδρέας ήταν γνωστός σαν ο άνθρωπος με τη μεγάλη καρδιά και το θέμα θα το αντίκριζε όχι με τη στενή ιουδαϊκή αντίληψη, πως ο Χριστός ήλθε κι ανήκε μόνο στους Ιουδαίους, αλλά και στους άλλους ανθρώπους. Και πραγματικά η στάση του δικαίωσε τη φήμη του.

Ο Ανδρέας, σαν έμαθε από τον Φίλιππο το περιστατικό, χωρίς να χάσει καιρό, πήρε τους Έλληνες και μαζί μ' αυτόν τους έφερε στον Χριστό (Ιωάν. ιβ', 20-22). Τι φανερώνει και το επεισόδιο αυτό; Τη μεγάλη, την πλατιά του καρδιά, μα και την οικειότητα του προς τον Χριστό. Ευτυχείς όλοι εκείνοι που μιμούνται τον Πρωτόκλητο και βοηθούν κι άλλες ψυχές να πλησιάσουν και να γνωρίσουν τον Κύριο.

Η ζωή του Πρωτοκλήτου κατά τα τρία χρόνια της μαθητείας είναι η ίδια με τη ζωή των άλλων μαθητών. Αχόρταγα κι αυτός μαζί με τους άλλους αποστόλους ρουφούσε από το στόμα του θείου Διδασκάλου τα «ρήματα της αιωνίου ζωής». Μαζί του περιέτρεχε την Άγια Γη κι έβλεπε τις ευεργεσίες και τα θαύματα του. Βαθιά ήταν η συγκίνηση του για την υποδοχή, που ο περιούσιος λαός επεφύλαξε στον Κύριο μας «πρό εξ ημερών του Πάσχα». Πιο βαθιά η θλίψη του για τη σύλληψη του Διδασκάλου του και για όσα ακολούθησαν αυτή. Η επίσκεψη του Κυρίου όμως κατ' αυτή την ήμερα της Αναστάσεως Του κι ενώ πια είχε βραδιάσει κι οι πόρτες του σπιτιού ήταν κλειστές «δια τον φόβον των Ιουδαίων» ξανάφερε στην ψυχή του τη χαρά και την ελπίδα. Ο Ανδρέας παρευρέθηκε στην Ανάληψη κι έλαβε μέρος στην εκλογή του Ματθία.

Μετά την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ήμερα της Πεντηκοστής, ο απόστολος μας, όπως ψάλλει κι ο ιερός υμνογράφος, αφού «διεπέτασε το ιστίον του Πνεύματος, ως κύμα γαληνόν πραέω πνεύματι κινούμενον, πάσαν επλούτισε την γήν του ενθέου κηρύγματος». Ο Ανδρέας υπήρξε ο κατ' εξοχήν απόστολος των Ελλήνων. Η Σκυθία, δηλαδή η σημερινή νότιος Ρωσία, η Ελληνική Βιθυνία, ο Πόντος, η Θράκη, η Μακεδονία, η Ήπειρος κι η Αχαΐα ποτίστηκαν πλούσια με τον τίμιο ιδρώτα του Πρωτοκλήτου. Αλλά κι η Εκκλησία του Βυζαντίου, που απετέλεσε κι αποτελεί το κέντρο της Ορθοδοξίας, από τον απόστολο μας ιδρύθηκε. Εδώ ο Ανδρέας εγκατέστησε πρώτο επίσκοπο τον απόστολο Στάχυ κι αυτού διάδοχος είναι ο Οικουμενικός Πατριάρχης. Σε μια του περιοδεία, αναφέρεται από την παράδοση, πως ο άγιος μας ήλθε και στο νησί μας. Το καράβι, που τον μετέφερε στην Αντιόχεια από την Ιόππη, λίγο πριν προσπεράσουν το γνωστό ακρωτήρι του αποστόλου Ανδρέα και τα νησιά, που είναι γνωστά με το όνομα Κλείδες, αναγκάστηκε να σταματήσει εκεί σ' ένα μικρό λιμανάκι, γιατί κόπασε ο άνεμος. Τις μέρες αυτές της νηνεμίας τους έλειψε και το νερό. Ένα πρωί, που ο πλοίαρχος βγήκε στο νησί κι έψαχνε να βρει νερό, πήρε μαζί του και τον απόστολο. Δυστυχώς πουθενά νερό. Κάποια στιγμή, που έφτασαν στη μέση των δύο εκκλησιών, που υπάρχουν σήμερα, της παλαιάς και της καινούργιας, που 'ναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ο άγιος γονάτισε μπροστά σ' ένα κατάξερο βράχο και προσευχήθηκε να στείλει ο Θεός νερό. Ποθούσε το θαύμα, για να πιστέψουν όσοι ήταν εκεί στον Χριστό. Ύστερα σηκώθηκε, σφράγισε με το σημείο του Σταυρού τον βράχο και το θαύμα έγινε. Από τη ρίζα του βράχου βγήκε αμέσως μπόλικο νερό, που τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ' ένα λάκκο της παλαιάς εκκλησίας κι απ' εκεί προχωρεί και βγαίνει από μια βρύση κοντά στη θάλασσα. Είναι το γνωστό αγίασμα. Το ευλογημένο νερό, που τόσους ξεδίψασε, μα και τόσους άλλους, μυριάδες ολόκληρες, που το πήραν με πίστη δρόσισε και παρηγόρησε. Και πρώτα-πρώτα το τυφλό παιδί του καπετάνιου.

Ήταν κι αυτό ένα από τα πρόσωπα του καραβιού που μετέφερε ο πατέρας. Γεννήθηκε τυφλό και μεγάλωσε μέσα σε ένα συνεχές σκοτάδι. Ποτέ του δεν είδε το φως. Δένδρα, φυτά, ζώα αγωνιζόταν να τα γνωρίσει με το ψαχούλεμα. Εκείνη την ήμερα, όταν οι ναύτες γύρισαν με τα ασκιά γεμάτα νερό κι εξήγησαν τον τρόπο που το βρήκαν στο νησί, ένα φως γλυκιάς ελπίδας άναψε στην καρδιά του δύστυχου παιδιού. Μήπως το νερό αυτό, σκέφτηκε, που βγήκε από τον ξηρό βράχο ύστερα απ' την προσευχή του παράξενου εκείνου συνεπιβάτη τους, θα μπορούσε να χαρίσει και σ' αυτόν το φως του που ποθούσε; Αφού με θαυμαστό τρόπο βγήκε, θαύματα θα μπορούσε και να προσφέρει. Με τούτη την πίστη και τη βαθιά ελπίδα ζήτησε και το παιδί λίγο νερό. Διψούσε. Καιγόταν απ' τη δίψα. Ο απόστολος, που ήταν εκεί, έσπευσε κι έδωσε στο παιδί ένα δοχείο γεμάτο από το δροσερό νερό. Όμως το παιδί προτίμησε, αντί να δροσίσει με το νερό τα χείλη του, να πλύνει πρώτα το πρόσωπο του. Και ω του θαύματος! Μόλις το δροσερό νερό άγγιξε τους βολβούς των ματιών του παιδιού, το χρόνιο σκοτάδι άρχισε να διαλύεται. Κι ένα φως, ιλαρό φως, άρχισε να λούζει τα γύρω πράγματα...

— Πατέρα, πατέρα, άρχισε να φωνάζει το παιδί πότε ψαχουλεύοντας και πότε τρέχοντας να βρει τον πατέρα. Κι ο καπετάνιος που τρόμαξε απ' τις φωνές του παιδιού τρέχει κι αυτός προς το μέρος που ακουόταν η φωνή. Στο αντίκρισμα του παιδιού του σταμάτησε, έσκυψε κι άνοιξε την αγκαλιά του.
— «Παιδί μου, τι σου συμβαίνει»; ρώτησε με τρόμο ο πατέρας.
— «Βλέπω! Πατέρα μου, βλέπω! Για κοίτα με, βλέπω τη θάλασσα, τους ανθρώπους, τα πανιά του καραβιού μας που φουσκώνουν. Πατέρα, το ευλογημένο νερό που μου έδωκε εκείνος ο παππούλης, για να πιώ και να πλυθώ, αυτό μου χάρισε ό,τι ποθούσαμε. Το φως μου, πατέρα...»

Ύστερα από μικρή διακοπή που πέρασε μέσα σε δάκρυα κι αναφιλητά ευγνωμοσύνης ο καπετάνιος σηκώθηκε κι είπε:
— «Παιδί μου, πάμε να βρούμε τον παππούλη που λες, για να τον ευχαριστήσουμε για ό,τι μας χάρισε!».
— «Όχι εμένα, είπε ο απόστολος που πλησίασε. Τον Χριστό να ευχαριστήσουμε όλοι. Αυτός μας έδωκε το νερό. Αυτός γιάτρεψε και το παιδί. Αυτός είναι ο αληθινός Θεός, που έγινε άνθρωπος κι ήρθε στον κόσμο για να μας σώσει!»

Κι ο απόστολος, που τον κοίταζαν όλοι με θαυμασμό, άρχισε να τους μιλά και να τους διδάσκει τη νέα θρησκεία. Το τέλος της ομιλίας πολύ καρποφόρο. Όσοι τον άκουσαν πίστεψαν και βαφτίστηκαν. Την αρχή έκανε ο καπετάνιος με το παιδί του, που πήρε και το όνομα Ανδρέας. Κι ύστερα όλοι οι άλλοι επιβάτες και μερικοί ψαράδες που ήσαν εκεί. Πίστεψαν όλοι στον Χριστό που τους κήρυξε ο απόστολος μας και βαφτίστηκαν. Φυσικά το θαύμα της θεραπείας του τυφλού παιδιού, ακολούθησαν κι άλλα, κι άλλα. Στο μεταξύ ο άνεμος άρχισε να φυσά και το καράβι ετοιμάστηκε για να συνεχίσει το ταξίδι του. Ο απόστολος, αφού κάλεσε κοντά του όλους εκείνους που πίστεψαν στον Χριστό και βαφτίστηκαν, τους έδωκε τις τελευταίες συμβουλές του και τους αποχαιρέτησε. Έτσι στο ευλογημένο νησί οργανώθηκε ακόμη μια ομάδα, μια εκκλησία πιστών στον ένα αληθινό Θεό.

Αργότερα, μετά από χρόνια, κτίστηκε στον τόπο αυτόν που περπάτησε και άγιασε με την προσευχή, τα θαύματα και τον ιδρώτα του ο Πρωτόκλητος μαθητής, το μεγάλο μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα, που με τον καιρό είχε γίνει παγκύπριο προσκύνημα. Κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητές απ' όλα τα μέρη της Κύπρου, ορθόδοξοι και ετερόδοξοι κι αλλόθρησκοι ακόμη, συνέρεαν στο μοναστήρι, για να προσκυνήσουν τη θαυματουργό εικόνα του αποστόλου, να βαφτίσουν εκεί τα νεογέννητα παιδιά τους και να προσφέρουν τα πλούσια δώρα τους σε χρήμα ή σε είδη, για να εκφράσουν τα ευχαριστώ και την ευγνωμοσύνη τους στον θείο απόστολο. Κολυμβήθρα Σιλωάμ ήταν η εκκλησία του για τους πονεμένους. Πλείστα όσα θαύματα γινόντουσαν εκεί σε όσους μετέβαιναν με πίστη αληθινή και συντριβή ψυχής.

Σε όλους τους ναούς του μαρτυρικού νησιού μας θα βρούμε την αγία εικόνα Του και το όνομά Του είναι το πιο συνηθισμένο μεταξύ των κατοίκων (Ανδρέας ή Αδρεανή - Ανδρούλα) και το πιο διαδεδομένο. Για λόγους που μόνο ο Κύριος γνωρίζει, εδώ και μερικά χρόνια - από το 1974 — το άγιο μοναστήρι μαζί με όλη την Καρπασία, τη Μεσαορία και τη Βόρειο Κύπρο έχει περιέλθει στην κυριαρχία του πιο βάρβαρου εισβολέα, του Τούρκου. Οι ευλογημένες εκκλησίες που βρίσκονται στα μέρη αυτά μένουν κανονικά αλειτούργητες. Κι οι καμπάνες σώπασαν από τότες να κτυπούν και να καλούν τους πιστούς σε συναγερμό ψυχής... Το αγίασμα όμως που βγήκε απ' τη γη ύστερα από την προσευχή του μεγάλου αποστόλου Ανδρέου μένει και συνεχίζει το κελάρυσμά του. Συνεχίζει το κελάρυσμά του και περιμένει την άγια ώρα, που οι πιστοί του νησιού, πλυμένοι και καθαρισμένοι μέσα στα δάκρυα μιας ειλικρινούς μετάνοιας, θα αξιωθούν ελεύθεροι και πάλι να επισκεφθούν το όμορφο μοναστήρι για να ψάλουν τα ευχαριστήρια στον Κύριο για τη λύτρωση τους από τα δεινά της πικρής δοκιμασίας και να πιουν και να δροσίσουν τα χείλη από το γλυκό νερό. Ο Θεός να δώσει, με τη βοήθεια των πρεσβειών του αγίου αποστόλου Ανδρέου, μα και των άλλων αγίων της Κύπρου μας, η μέρα αυτή να έρθει το γρηγορότερο.

Το τέλος του αποστόλου υπήρξε ανάλογο της ιστορίας του. Μαρτύρησε στις Πάτρες, όπου είχε φτάσει, για να μεταδώσει κι εδώ το μήνυμα της λυτρώσεως και να σκορπίσει το φως του Χριστού. Η επίσκεψη του από την πλευρά αυτή έφερε πολλούς καρπούς. Σε λίγες μέρες το κήρυγμα του μαζί με τα πολλά του θαύματα συγκλόνισε κυριολεκτικά τα θεμέλια της ειδωλολατρίας στην Αχαΐα. Ανάμεσα στους πρώτους, που πίστεψαν, ήταν αυτός ο ίδιος ο ανθύπατος. Έτσι λεγόντουσαν κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους οι Ρωμαίοι άρχοντες, που διοικούσαν μια από τις επαρχίες του κράτους. της πόλεως, ο Λέσβιος όπως λεγόταν, που είχε αρρωστήσει άξαφνα βαριά και τον είχε γιατρέψει ο απόστολος μας. Το παράδειγμα του ανθύπατου έσπευσαν ν' ακολουθήσουν κι άλλοι ειδωλολάτρες. Μα το πράγμα έγινε γνωστό στη Ρώμη. Ο αυτοκράτορας Νέρων λύσσαξε απ' το κακό του κι έδωσε εντολή να αντικατασταθεί αμέσως ο Λέσβιος από κάποιο Αιγεάτη, πολύ φανατικό ειδωλολάτρη και πολύ σκληρό.

Ο Πρωτόκλητος έχοντας συνοδό τον Λέσβιο συνεχίζει καθημερινά τα κηρύγματα του και τις θαυματουργικές του θεραπείες. Πλήθη λαού απ' όλη την Αχαΐα τα παρακολουθούν με ενδιαφέρον και πολλοί κάθε μέρα πυκνώνουν τις τάξεις των πιστών. Μέσα σ' αυτούς προστίθενται τώρα κι η σύζυγος του Αιγεάτη, η Μαξιμίλλα, ο αδελφός του Στρατοκλής, σοφός μαθηματικός, κι άλλοι πολλοί από τους συγγενείς του και τη συνοδεία του.



Ο ανθύπατος Αιγεάτης, αν και είδε τη γυναίκα του Μαξιμίλλα να σώζεται από βέβαιο θάνατο με την επέμβαση του Πρωτοκλήτου, αν και είδε τον αδελφό του Στρατοκλή, που τον εκτιμούσε τόσο, να προσχωρεί στη νέα πίστη, εν τούτοις ο ίδιος έμεινε ασυγκίνητος. Κάτι περισσότερο. Πείσμωσε με τη γυναίκα του κι αξίωσε απ' αυτή να αρνηθεί τον Χριστό. Η Μαξιμίλλα όμως δεν δέχτηκε ν' ακούσει.

- Προτιμώ, του είπε, να χωριστώ από σένα παρά από τον Χριστό μου.

Κι αυτός, τυφλωμένος απ' το πάθος του, διατάσσει να συλλάβουν τον Πρωτόκλητο και να τον ρίξουν στη φυλακή. Για να εκβιάσει δε περισσότερο την αφοσιωμένη στον Χριστό γυναίκα, την απειλεί πως, αν δεν επιστρέψει στη θρησκεία των πατέρων της, την ειδωλολατρία, θα βασανίσει τρομερά τον γέροντα απόστολο και στο τέλος θα τον σταυρώσει. Ανήσυχη η Μαξιμίλλα τρέχει στη φυλακή, για να μεταφέρει στον απόστολο τις απειλές του συζύγου της. Τρέμει η καλή γυναίκα, μήπως πάθει κανένα κακό ο ευεργέτης και σωτήρας της.
— Μη φοβάσαι, κόρη μου, για τη ζωή μου, της είπε ο Πρωτόκλητος. Κράτησε σταθερά την πίστη σου. Θα 'ναι τιμή και εύνοια του Θεού σε μένα ν' αξιωθώ να φύγω απ' τον κόσμο αυτό κατά τον ίδιο τρόπο, που έφυγε ο Λυτρωτής μας. Ας κάμει, ό,τι θέλει ο Αιγεάτης. Ας με κάψει στη φωτιά. Ας με κατακάψει με τα μαχαίρια. Άς με καρφώσει στον Σταυρό. «Ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς». Ο Στρατοκλής, που βρισκόταν εκεί, λούστηκε στο κλάμα.
- Μην κλαις, του είπε ο απόστολος. Κάποια μέρα θα φύγουμε από τον κόσμο αυτό. «Ούκ έχομεν ώδε μένουσαν πόλιν». Πρόσεξε μόνο τον σπόρο του Ευαγγελίου, που έσπειρα στην καρδιά σου. Κράτησε τον προσεκτικά και σπείρε τον κι εσύ παρακάτω.

Τα λόγια του αποστόλου τόνωσαν το θάρρος της Μαξιμίλλας και του Στρατοκλή κι ατσάλωσαν τη θέληση τους ν' αγωνιστούν ως το τέλος. Ο Αιγεάτης ξαναφώναξε τη γυναίκα του και προσπάθησε με λόγια γλυκά και κολακευτικά να την μεταπείσει από την πίστη του Χριστού.
— Είμαι έτοιμος να κάμω το καθετί για την αγάπη σου, της είπε. Αν πεισθείς να αφήσεις τον Χριστό, θα σ' έχω βασίλισσα στο σπίτι μου. Αλλιώς θα καρφώσω σ' ένα σταυρό τον γέρο, που σου πήρε τα μυαλά, και θα σκοτώσω κι εσένα.
Η απάντηση της Μαξιμίλλας υπήρξε αληθινά ηρωϊκή.
— Προτιμώ χίλιες φορές τον θάνατο παρά τη ζωή μ' ένα ειδωλολάτρη σαν και σένα.

Τα λόγια της ηρωίδας χριστιανής άναψαν τον θυμό του συζύγου της, που έδωκε εντολή να βασανίσουν σκληρά τον άγιο και στο τέλος να τον υψώσουν πάνω σ' ένα σταυρό, που είχε το σχήμα του γράμματος Χ και που είχε στηθεί στο «χείλος της θαλάσσιας αμμουδιάς». Πάνω στον Σταυρό αυτό, που ήταν φτιαγμένος από ξύλα ελιάς, έδεσαν τα χέρια και τα πόδια του αποστόλου, χωρίς να τον καρφώσουν. Κι αυτό έγινε, γιατί ο Ανθύπατος ήθελε να κρατήσει πολύν καιρό τον άγιο στη ζωή, για να τον βασανίσει.

Από μια θάλασσα, την όμορφη θάλασσα της Γαλιλαίας, κάλεσε ο Κύριος τον μεγάλο Ψαρά να τον ακολουθήσει για να γίνει μαθητής του και να ψαρεύει ανθρώπους. Από μια άλλη θάλασσα κοντά, τη θάλασσα της ιστορικής πόλεως των Πατρών, κάλεσε και πάλι ο Χριστός τον μαθητή κι απόστολο του Ανδρέα, ύστερα από σκληρή εργασία σποράς του λόγου του, να μεταπηδήσει στην ουράνια πατρίδα μας, για να λάβει τον άφθαρτο στέφανο της δικαιοσύνης. Ο απόστολος έφυγε από τον κόσμο αυτό σε ηλικία 80 περίπου χρόνων.

Οι χριστιανοί της Αχαΐας θρήνησαν βαθιά τον θάνατο του. Ο πόνος τους έγινε ακόμη πιο μεγάλος, όταν ο ανθύπατος Αιγεάτης αρνήθηκε να τους παραδώσει το άγιο λείψανο του, για να το θάψουν. Ο Θεός όμως οικονόμησε τα πράγματα. Την ίδια μέρα, που πέθανε ο άγιος, ο Αιγεάτης τρελάθηκε κι αυτοκτόνησε. «Θάνατος αμαρτωλών πονηρός. Οι χριστιανοί τότε με τον επίσκοπο τους τον Στρατοκλή, πρώτο επίσκοπο των Πατρών, παρέλαβαν το σεπτό λείψανο και το 'θαψαν με μεγάλες τιμές. Αργότερα, όταν στον θρόνο του Βυζαντίου ανέβηκε ο Κωνστάντιος, που ήταν γιος του Μ. Κωνσταντίνου, μέρος του ιερού λειψάνου μεταφέρθηκε από την πόλη των Πατρών στην Κωνσταντινούπολη και κατατέθηκε στον ναό των αγίων Αποστόλων «ένδον της Αγίας Τραπέζης». Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου φαίνεται πως απέμεινε στις Πάτρες. Όταν όμως οι Τούρκοι επρόκειτο να καταλάβουν την πόλη το 1460, τότε ο Θωμάς Παλαιολόγος, αδελφός του τελευταίου αυτοκράτορας Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου και τελευταίος Δεσπότης του Μοριά, πήρε το πολύτιμο κειμήλιο και το μετέφερε στην Ιταλία. Εκεί εναποτέθηκε στον ναό του αγίου Πέτρου της Ρώμης, όπου έμεινε μέχρι του 1964. Την 26η του Σεπτέμβρη του έτους αυτού αντιπροσωπεία του πάπα Παύλου μετέφερε από τη Ρώμη τον πολύτιμο θησαυρό και τον παρέδωσε στον νόμιμο κάτοχο, την Εκκλησία των Πατρέων. Η αγία Κάρα του Πρωτοκλήτου ύστερα από ενέργειες της Αρχιεπισκοπής μεταφέρθηκε και στην Κύπρο το 1967 για μερικές μέρες κι εξετέθηκε σε ευλαβικό προσκύνημα. Χιλιάδες Κύπριοι τότε, μικροί και μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες, ξεκίνησαν από τα τέσσερα σημεία του νησιού μας και πήγαν και προσκύνησαν την άγια Κάρα του Πρωτοκλήτου και μπροστά της κατέθεσαν τον βαθύ σεβασμό και την ευλαβική ευγνωμοσύνη τους για τα όσα η χάρη του πρόσφερε και προσφέρει στο νησί μας.

Στη μνήμη του μεγάλου αποστόλου ας κλίνει τακτικά με ευλάβεια το γόνυ της ψυχής κάθε Ελληνική καρδιά. Είναι ένας απ' τους αποστόλους που αγάπησαν την πατρίδα μας κι αγωνίστηκαν να της μεταδώσουν το ανέσπερο φως του Χριστού. Το μήνυμα του δε «ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» ας γίνει και για μας σύνθημα ζωής.

«Ευρήκαμεν τον Μεσσίαν» φωνάζει και σ' εμάς ο Πρωτόκλητος μαθητής. Ο Χριστός ήταν και είναι ο μοναδικός Σωτήρας και Λυτρωτής των ανθρώπων. Έτσι τον γνωρίσαμε εμείς. Έτσι θα τον γνωρίσετε κι εσείς, αν τον αναγνωρίσετε Αρχηγό και Κύριο σας κι αν βάλετε το θέλημα και τον νόμο του οδηγό στη ζωή σας. Ναί! αν βάλετε το άγιο θέλημα και τον νόμο του οδηγό και σύντροφο στη ζωή σας. Γιατί ο Χριστός ήταν κι είναι «χθες και σήμερον ο Αυτός και εις τους αιώνας». Το σωστικό αυτό μήνυμα ας αγκαλιάσουμε με πίστη φλογερή όλοι ανεξαίρετα όσοι ποθούμε να δούμε στον μαρτυρικό αυτό τόπο καλύτερες μέρες. Ό,τι γκρεμίζει η αμαρτία ανορθώνει και ξαναφτιάχνει μόνο μια ειλικρινής μετάνοια. Με μια γνήσια μετάνοια και συντριβή ψυχής ας καταφύγουμε και πάλι όλοι στον Σωτήρα Χριστό κι ας του ζητήσουμε να συγχωρήσει κι εμάς όπως κάποτε τους Νινευίτες και να μας ξαναδώσει τη λευτεριά μας. Και θα μας ακούσει ο Κύριος. Οπωσδήποτε θα μας ακούσει. Μας το βεβαιώνει με τα άγια λόγια Του: «Επικάλεσαί με, μας λέγει, εν ημέρα θλίψεώς σου και εξελούμαί σε και δοξάσεις με». Παιδί μου, όπου και να 'σαι, φώναξε με στον πόνο σου. Και θα σε ακούσω. Και θα σου δώσω αυτό που μου ζητάς, μια κι είναι για το καλό σου. Και θα με δοξάσεις. Ακούς; Θα στο δώσω και θα με δοξάσεις.

Θα μας το δώσει, αδελφοί μου. Ναι! Θα μας το δώσει. Η εθνική κι η εκκλησιαστική μας ιστορία έχουν τόσα παραδείγματα παρόμοια, που μας το βεβαιώνουν. Θα θελήσουμε επιτέλους έστω και τώρα οι Πανέλληνες να προσέξουμε και να αποδεχτούμε το σωστικό μήνυμα; Τι λέτε; Θα θελήσουμε; Προσωπικά το ευχόμεθα μετά κραυγής ισχυρός. Η πορεία του Πρωτοκλήτου, όπως την ψάλλει στην «Παράκλησιν» ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης:



Κήρυξ Οικουμένης μέγας φανείς,
Πάλιν Βυζαντίδα
Συ φωτίζεις κατ' εξοχήν
συν τη του Ευξείνου,
Ανδρέα μάκαρ, Πόντου τη Αμισώ και ταύταις
σαφώς εφώτισας.

Λόγοις Σου φωτίζεις την Λαζικήν
και την Τραπεζούντα
συν Νικαία τη θαυμαστή
και Νικομήδεια,
συνάμα Χαλκηδόνι, ως μύστης και αυτόπτης
Χριστού, Απόστολε.
Την Πόντου Ηρακλείαν, ως εικός,
λόγοις εκδιδάξας,
ω Ανδρέα Καθηγητά,
και την Προποντίδα
ωσαύτως εκδιδάσκεις και πόλιν του Ευξείνου
συν τε 'Αμάστριδα.
Θαύμασι φωτίζεις τους Σινωπείς,
Μύστα του Δεσπότου,
Σαμοσάτας τε τους σοφούς,
Νεοκαισαρείς τε,
τους πρώην απειθείς μεν, πιστούς δε δια λόγων
Σου εις το ύστερον.
Κήρυξ και της Θράκης ούν γεγονώς,
πάσης Θετταλίας
και Ελλάδος, Μάκαρ Σοφέ,
και Μακεδονίας,
εσχάτως εκδιδάσκεις, Ανδρέα Μυστολέκτα,
Την Πελοπόννησον.




Απολυτίκιο
Ήχος δ'

Ως των αποστόλων Πρωτόκλητος και του κορυφαίου αυτάδελφος, τω Δεσπότη των όλων, Ανδρέα, ικέτευε ειρήνην τη Οικουμένη δωρήσασθαι και ταίς ψυχαίς ημών το μέγα έλεος.

Εξήγηση: Άγιε απόστολε Ανδρέα, σαν πρωτόκλητος που είσαι στην αγία δωδεκάδα των μαθητών του Χριστού και σαν αδελφός του κορυφαίου αποστόλου Πέτρου, Σε παρακαλούμε να μεσιτεύεις στον Δεσπότη και Κύριο του κόσμου, για να χαρίζει ειρήνη στην Οικουμένη και στις ψυχές μας τη μεγάλη Του ευσπλαγχνία.