ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Τα πάντα περί Εορτολογίου, Συναξαριστή, Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών...

Moderator: inanm7

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Feb 16, 2013 7:10 pm

24 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ






Εὕρεσις Τιμίας κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Προφήτου, προδρόμου καὶ βαπτιστοῦ Ἰωάννη
Image
Ὅταν ἀποκεφαλίσθηκε ἀπὸ τὸν Ἡρώδη, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ἡ τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ τοποθετήθηκε μέσα σὲ ἀγγεῖο ἀπὸ ὄστρακο καὶ κρύφθηκε στὴν οἰκία τοῦ Ἡρώδη. Μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια, ὁ Ἅγιος Ἰωάννης φανερώθηκε στὸ ὄνειρο δύο μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν ἀναχωρήσει γιὰ τὰ Ἱεροσόλυμα μὲ σκοπὸ νὰ προσκυνήσουν τὸν τάφο τοῦ Κυρίου, ἀγγέλλοντας σὲ αὐτούς, ποῦ βρίσκεται ἡ τίμια κεφαλή του. Καὶ ἐκεῖνοι, ἀφοῦ τὴν βρῆκαν, τὴν εἶχαν μὲ τιμές. Ἀπὸ αὐτοὺς τὴν παρέλαβε κάποιος κεραμεὺς καὶ τὴν μετέφερε στὴν πόλη τῶν Ἐμεσηνῶν. Ὅταν ὅμως πέθανε, τὴν κληροδότησε στὴν ἀδελφή του. Καὶ ἀπὸ τότε διαδοχικὰ περιῆλθε σὲ πολλούς, γιὰ νὰ καταλήξει στὰ χέρια κάποιου ἱερομονάχου ἀρειανοῦ ποὺ ὀνομαζόταν Εὐστάθιος καὶ φύλαξε τὴν τίμια κάρα σὲ σπήλαιο. Ἀπὸ ἐκεῖ μεταφέρθηκε, ἐπὶ Οὐάλεντος (364 – 378 μ.Χ.), στὸ Παντείχιον τῆς Βιθυνίας μέχρι ποὺ ὁ Θεοδόσιος ὁ Μέγας (379 – 395 μ.Χ.) ἀνεκόμισε αὐτὴ στὸ Ἕβδομο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου ἀνήγειρε μέγα καὶ περικαλλέστατο ναό.

Βέβαια περὶ τῆς εὑρέσεως τῆς τιμίας κεφαλῆς τοῦ Προδρόμου ὑπάρχουν καὶ ἄλλες ἀντιφατικὲς παραδόσεις. Κατ’ ἄλλη ἐκδοχὴ ἡ τίμια κάρα εὑρέθηκε στὴν Ἔμεσα τὸ ἔτος 458 μ.Χ., ἐπὶ βασιλέως Λέοντος Α’ (457 – 474 μ.Χ.), ἐνῷ ἄλλοι δέχονται ὅτι αὐτὴ εὑρέθηκε τὸ ἔτος 760 μ.Χ. καὶ μεταφέρθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου στὴν Ἔμεσα. Ἀπὸ ἐκεῖ μετακομίσθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐπὶ βασιλείας Μιχαὴλ Γ’ (842 – 867 μ.Χ.) καὶ πατριαρχίας Ἰγνατίου.

Περὶ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Τιμίου Προδρόμου βρίσκουμε εἰδήσεις καὶ σὲ διάφορους χρονογράφους. Ὁ Ζωναρᾶς ἀναφέρει ὅτι τὸ ἔτος 968 μ.Χ. ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς βρῆκε στὴν Ἔδεσσα τῆς Μεσοποταμίας «βόστρυχον τοῦ Βαπτιστοῦ Ἰωάννου αἵματι περφυμένον», ποὺ μετακόμισε στὴν Κωνσταντινούπολη. Πέντε δὲ χρόνια νωρίτερα, κόμισε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὴ Βέροια τῆς Συρίας, περὶ τὸν Ἀπρίλιο τοῦ ἔτους 963 μ.Χ., μέρος τοῦ ἱματίου τοῦ Τιμίου Προδρόμου. Σύμφωνα μὲ ἄλλη μαρτυρία ὁ Νικηφόρος Φωκᾶς βρῆκε στὴν Κρήτη «τὸ ἔνδυμα τοῦ Προφήτου ἐκ τριχῶν καμήλου τυγχάνον καὶ περὶ τὸν τράχηλον ἠμαγμένον».
Ἡ Σύναξη τῆς εὑρέσεως τῆς Τιμίας Κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ἐτελεῖτο στὸ Προφητεῖο του, ποὺ βρισκόταν στὴν τοποθεσία τὴν ὀνομαζόμενη Φωρακίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ γῆς ἀνατείλασα, ἡ τοῦ Προδρόμου Κεφαλή, ἀκτῖνας ἀφίησι, τῆς ἀφθαρσίας πιστοῖς τῶν ἰάσεων· ἄνωθεν συναθροίζει, τὴν πληθὺν τῶν Ἀγγέλων, κάτωθεν συγκαλεῖται, τῶν ἀνθρώπων τὰ γένη, ὁμόφωνον ἀναπέμψαι, δόξαν Χριστῷ τῷ Θεῷ.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Προφῆτα Θεοῦ, καὶ Πρόδρομε τῆς χάριτος, τὴν Κάραν τὴν σήν, ὡς ῥόδον ἱερώτατον, ἐκ τῆς γῆς εὑράμενοι, τὰς ἰάσεις πάντοτε λαμβάνομεν, καὶ γὰρ πάλιν ὡς πρότερον, τῷ κόσμῳ κηρύττεις τὴν μετάνοιαν.

Μεγαλυνάριον.
Ὤσπερ μυροθήκη πνευματική, ἐκ γῆς ἀνεφάνη, σοῦ ἡ πάντιμος Κεφαλή, Βαπτιστὰ Κυρίου, καὶ κόσμον κατευφραίνει, τῆς ἡδυπνόου δόξης ταῖς διαδόσεσι.






Κυριακὴ Τελώνου καὶ Φαρισαίου
Image
Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την έπαρση.
Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής:
«Εἶπε δὲ καὶ πρός τινας τοὺς πεποιθότας ἐφ᾿ ἑαυτοῖς ὅτι εἰσὶ δίκαιοι, καὶ ἐξουθενοῦντας τοὺς λοιπούς, τὴν παραβολὴν ταύτην· ἄνθρωποι δύο ἀνέβησαν εἰς τὸ ἱερὸν προσεύξασθαι, ὁ εἷς Φαρισαῖος καὶ ὁ ἕτερος τελώνης. ὁ Φαρισαῖος σταθεὶς πρὸς ἑαυτὸν ταῦτα προσηύχετο· ὁ Θεός, εὐχαριστῶ σοι ὅτι οὐκ εἰμὶ ὥσπερ οἱ λοιποὶ τῶν ἀνθρώπων, ἅρπαγες, ἄδικοι, μοιχοί, ἢ καὶ ὡς οὗτος ὁ τελώνης· νηστεύω δὶς τοῦ σαββάτου, ἀποδεκατῶ πάντα ὅσα κτῶμαι. Καὶ ὁ τελώνης μακρόθεν ἑστὼς οὐκ ἤθελεν οὐδὲ τοὺς ὀφθαλμοὺς εἰς τὸν οὐρανὸν ἐπᾶραι, ἀλλ᾿ ἔτυπτεν εἰς τὸ στῆθος αὐτοῦ λέγων· ὁ Θεός, ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ. Λέγω ὑμῖν, κατέβη οὗτος δεδικαιωμένος εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ ἢ γὰρ ἐκεῖνος· ὅτι πᾶς ὁ ὑψῶν ἑαυτὸν ταπεινωθήσεται, ὁ δὲ ταπεινῶν ἑαυτὸν ὑψωθήσεται». (Λουκ.18,10-14).

Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας . Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι' αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι' αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.

Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια.


Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Φαρισαίου φύγωμεν ὑψηγορίαν, καὶ Τελώνου μάθωμεν, τὸ ταπεινὸν ἐν στεναγμοῖς, πρὸς τὸν Σωτῆρα κραυγάζοντες· Ἵλαθι μόνε ἡμῖν εὐδιάλλακτε.









Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θεριστὴς ὁ ἐν Καλαβρίᾳ
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης γεννήθηκε περὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 10ου αἰῶνος μ.Χ. στὸ Πάνορμο τῆς Σικελίας. Ἡ μητέρα του ἦταν αἰχμάλωτη Ὀρθόδοξη Χριστιανὴ στὸ παλάτι τοῦ τοπικοῦ μουσουλμάνου ἄρχοντος, ποὺ τὴν εἶχε ὡς σύζυγό του καὶ ὀνομαζόταν Καλλίστη.

Ὁ Ὅσιος μεγάλωνε σύμφωνα μὲ τὰ ἤθη τῶν Σαρακηνῶν. Μόνο ἡ μητέρα του τοῦ μιλοῦσε μυστικὰ ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία γιὰ τὸν Χριστό. Ὅταν ἔφθασε σὲ ἡλικία 14 ἐτῶν, τοῦ φανέρωσε τὴν ἀληθινή του πατρίδα, τὴν Καλαβρία καὶ τὸν προέτρεψε νὰ μεταβεῖ ἐκεῖ γιὰ νὰ βαπτισθεῖ Ὀρθόδοξος. Στὴ συνέχεια ἡ εὐλαβὴς Καλλίστη ἀσπάσθηκε τὸ παιδί της καὶ τοῦ ἐπέδωσε τὸν Τίμιο Σταυρό, τὸν ὁποῖο φύλασσε κρυφὰ καὶ ἦταν ἡ μόνη της παρηγοριὰ στὶς θλίψεις τῆς ὁμηρίας. Ὁ Ὅσιος διέφυγε μὲ θαυμαστὸ τρόπο τὴν καταδίωξη τῶν Ἀγαρηνῶν καὶ ἀποβιβάσθηκε στὴν ἀκτὴ τοῦ Στύλου, ὅπου καὶ βαπτίσθηκε ὑπὸ τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου Ἰωάννου, ὁ ὁποῖος τοῦ ἔδωσε τὸ ὄνομά του. Στὴ συνέχεια ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἔφθασε σὲ ὑψηλὰ μέτρα ἀρετῆς καὶ ἁγιότητος.

Ὁ Ἰωάννης πήγαινε τακτικὰ στὴν Ἐκκλησία, προσκυνοῦσε τὸν Τίμιο Σταυρὸ καὶ ζητοῦσε ἐξηγήσεις γιὰ τὶς ἅγιες εἰκόνες ποὺ ἔβλεπε. Βλέποντας δίπλα στὸν Χριστὸ τὸν Ἅγιο Προφήτη καὶ Βαπτιστὴ Ἰωάννη, ἐρώτησε: «Ποιὸς εἶναι αὐτὸς ὁ Ἅγιος ποὺ εἶναι ντυμένος μὲ δέρμα καμήλας;». Τοῦ ἀπάντησαν: «Εἶναι ὁ Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος, ὁ προφήτης ποὺ ἔζησε στὴν ἔρημο καὶ τρεφόταν μὲ ἀκρίδες καὶ ἄγριο μέλι. Εἶναι ἐκεῖνος ποὺ βάπτισε τὸν Χριστό μας στὸν ποταμὸ Ἰορδάνη. Νὰ τὸν μιμηθεῖς, γιατί ἔχεις τὸ ὄνομά του». Ἀκούγοντας τὸν βίο τοῦ Τιμίου Προδρόμου, ὁ Ἰωάννης γέμισε ὅλος ἀπὸ θεῖο πόθο καὶ παρακάλεσε τὸν Ἐπίσκοπο νὰ τοῦ δείξει ἕναν ἐρημικὸ τόπο ὅπου θὰ μποροῦσε νὰ σώσει τὴν ψυχή του. Ἐκεῖνος τότε τοῦ ὑπέδειξε ἕνα ἀρχαιότατο μοναστήρι σὲ μία δασώδη κοιλάδα, ἀνάμεσα στοὺς ποταμοὺς Ἄσση καὶ Στύλαρο. Αὐτὸς πῆγε ἐκεῖ καὶ βρῆκε δύο Ἁγίους μοναχούς, τὸν Ἀμβρόσιο καὶ τὸ Νικόλαο. Ἐκεῖνοι στὴν ἀρχὴ ἦταν ἀρνητικοὶ καὶ τὸν ἄφησαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ, μέχρι πού, θαυμάζοντας τὴν σταθερότητά του καὶ τὴν ἐπιμονή του, τὸν δέχθηκαν κοντά τους, γιὰ νὰ ἀρχίσει τὴν ἀγγελικὴ ζωὴ καὶ νὰ φθάσει σὲ ὕψη ἁγιότητος.

Κάποτε στὸ Ροβιάνο, ἀπὸ τὴ μεριὰ τοῦ Μοναστεράτσε, ἦταν ἕνας εὐεργέτης ποὺ κάθε χρόνο, μετὰ τὸ θερισμό, ἔδινε λίγο στὸ μοναστήρι. Τὸν μῆνα Ἰούνιο ὁ Ἰωάννης πῆγε νὰ τὸν βρεῖ, παίρνοντας μαζί του καὶ ἕνα μικρὸ παγοῦρι κρασί. Καθὼς διάβαινε ἀνάμεσα στὰ χωράφια, οἱ χωρικοὶ ἄρχισαν νὰ τὸν περιπαίζουν, ἀλλὰ ὁ πρᾶος Ἰωάννης τοὺς πλησίασε καὶ ἔδωσε σὲ ὅλους νὰ φᾶνε καὶ νὰ πιοῦνε. Ὅλοι ἔτρωγαν τὸ ψωμὶ καὶ ἔπιναν κρασί, ἀλλὰ τὸ ψωμὶ δὲν τελείωνε, οὔτε ἄδειαζε τὸ παγοῦρι. Μόλις τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ Ὅσιος γονατιστὸς εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ ὅταν ξαφνικὰ σκοτείνιασε ὁ οὐρανός, ἐνῷ ἦταν μεσημέρι καὶ μία μπόρα ἔπεσε στὸν κάμπο. Οἱ θεριστὲς ἔτρεξαν νὰ προστατευθοῦν. Μόνο ὁ Ἰωάννης ἔμεινε ἐκεῖ προσευχόμενος. Μόλις κόπασε ἡ βροχή, γύρισαν οἱ θεριστὲς γιὰ τὴν δουλειά τους καὶ βρῆκαν θερισμένα ὅλα τὰ στάχυα, δεμένα στὴν σειρὰ δεμάτια καὶ στεγνά. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάσθηκε Θεριστής.

Ὁ Ὅσιος προεῖπε τὴν κοίμησή του, τὸ δὲ τίμιο λείψανο αὐτοῦ κατέστη πηγὴ θαυμάτων καὶ ἰάσεων παντοδαπῶν, ὥστε καὶ αὐτοὶ οἱ Φράγκοι κατακτητές, ἀνήγειραν μετὰ τοῦ πιστοῦ Ὀρθόδοξου λαοῦ μεγαλοπρεπὴ ναὸ πρὸς τιμήν του. Ἀπὸ τότε, ὅμως, ἄρχισε ὁ ἐκλατινισμὸς τῆς περιοχῆς καὶ ἔτσι οἱ τελευταῖοι Λατῖνοι μοναχοὶ ἐγκατέλειψαν τὴ μονὴ καὶ μετέβησαν στὸν Στῦλο φέρνοντας ἐκεῖ μαζί τους, ὅπου καὶ σῴζονται μέχρι σήμερα, τὰ τίμια λείψανα τοῦ Ὁσίου καὶ τῶν Ἁγίων Ἀμβροσίου καὶ Νικολάου, τῶν διδασκάλων αὐτοῦ.
Ἡ ἱστορία δὲν διέσωσε τὴν ἀκριβὴ ἡμερομηνία κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἀναπαύθηκε στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραάμ. Ἡ παράδοση θέλει τὴν ἑορτὴ τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου αὐτὴ τὴν ἡμέρα, μαζὶ μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς εὑρέσεως τῆς Τιμίας κεφαλῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, γιατί ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἦταν ἕνας πρόδρομος τῆς σωτηρίας, ἕνας νέος πρόδρομος τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν.






Ὁ Ὅσιος Μποϊζὶλ ἐκ Σκωτίας
Ὁ Ὅσιος Μποϊζὶλ καταγόταν ἀπὸ τὴ Σκωτία καὶ ἀκολούθησε τὴν ὁδὸ τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ τοῦ Μελρός, ἡ ὁποία ἔκειτο κοντὰ στὸν ποταμὸ Τουΐντ. Ἔφθασε διὰ τῆς θεοφιλοῦς ἀσκήσεώς του στὰ ὕψη τῶν ἀρετῶν. Προσευχόταν ἀδιάλειπτα ἐπικαλούμενος τὸ Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Θεὸς τὸν εὐλόγησε μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα. Προαισθανόμενος τὸ τέλος του, κάλεσε τοὺς ἀδελφοὺς τῆς μονῆς καὶ τοὺς ἔδωσε τὶς τελευταῖες πνευματικὲς νουθεσίες: «Νὰ εὐχαριστεῖτε πάντοτε τὸν Θεό, ἰδίως γιὰ τὴν ἁγία σας κλήση στὸ μοναδικὸ βίο τοῦ μοναχοῦ. Νὰ ἀποφεύγετε τὴν φιλαυτία καὶ τὴν αὐτοδικαίωση σὰν τοὺς μεγαλύτερους ἐχθρούς σας. Νὰ προσεύχεσθε ἀδιάλειπτα. Νὰ ἀγωνίζεσθε, γιὰ νὰ ἀποκτήσετε τὴν καθαρότητα τῆς καρδίας. Διότι, μόνο ἔτσι μπορεῖτε νὰ φθάσετε στὴν τελειότητα».
Ὁ Ὅσιος Μποϊζὶλ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 664 μ.Χ.






Ὁ Ἅγιος Ἐθελμπέρτος βασιλιὰς τῆς Ἀγγλίας
Ὁ Ἅγιος Ἐθελμπέρτος ἦταν Ἀγγλοσάξονας βασιλεὺς τοῦ Κὲντ μὲ ἕδρα τὸ Καντέρμπουρυ ἡ σύζυγός του Μπέρθα ἦταν Χριστιανὴ καταγόμενη ἀπὸ τὴ Γαλλία. Ἐπὶ τῶν ἡμερῶν τῆς βασιλείας του ἔφθασαν ἀπὸ τὴ Ρώμη οἱ Χριστιανοὶ Ἱεραπόστολοι ὑπὸ τὸν μοναχὸ Αὐγουστίνο. Ὁ βασιλέας τοὺς ὑποδέχθηκε καὶ τοὺς παρέσχε κάθε διευκόλυνση στὴν ἐπιτέλεση τοῦ ἔργου τῆς διαδόσεως τοῦ Θείου Λόγου. Τελικὰ καὶ ὁ ἴδιος βαπτίσθηκε Χριστιανός. Ἵδρυσε τὴν Ἐκκλησία τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου στὸ Ρότσεστερ, τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὸ Λονδίνο καὶ τὴν περίφημη μονὴ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου στὸ Καντέρμπουρυ. Ἐπίσης, συνετέλεσε τὰ μέγιστα στὸν ἐκχριστιανισμὸ τῶν Ἀνατολικῶν Σαξόνων ποὺ εἶχαν βασιλέα τὸν Σέμπερτ.
Ὁ Ἅγιος Ἐθελμπέρτος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 616 μ.Χ.






Ὁ Ὅσιος Ἔρασμος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἔρασμος γεννήθηκε στὴ Ρωσία ἀπὸ πλούσιους καὶ ἐπιφανεῖς γονεῖς. Ὅταν, μία μέρα, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας, ἄκουσε τὸν διάκονο νὰ προσεύχεται γιὰ ἐκείνους ποὺ ἀγαποῦν τὴν εὐπρέπεια τοῦ οἴκου τοῦ Κυρίου, διέθεσε ὁλόκληρη τὴν περιουσία του γιὰ τὴν εὐπρέπιση τοῦ ναοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Σπηλαίων τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου. Ἔπειτα ἔγινε καὶ ὁ ἴδιος μοναχὸς ἐκεῖ καὶ ἄρχιζε νὰ στολίζει τὸν ἑαυτό του μὲ τὶς ἀρετὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Ὅμως ὁ διάβολος ἔστησε μία ὀλέθρια παγίδα στὸν Ὅσιο. Ὅταν πιὰ ὅλα τὰ πλούτη του εἶχαν χρησιμοποιηθεῖ γιὰ τὴν Ἐκκλησία τῆς Παναγίας, ὁ μακάριος Ἔρασμος σκέφθηκε ὅτι μάταια τὰ ξόδεψε γι’ αὐτὸ τὸν σκοπὸ καὶ ὅτι ἔπρεπε νὰ τὰ μοιράσει στοὺς πτωχούς. Ὁ Ὅσιος δὲν κατάλαβε πὼς οἱ λογισμοὶ αὐτοὶ ἦταν πειρασμικοί. Ἔπεσε σὲ ἀθυμία καὶ ἀπόγνωση. Οὔτε οἱ προσπάθειες τοῦ ἡγουμένου, οὔτε ἡ συμπαράσταση καὶ οἱ συμβουλὲς τῶν ἀδελφῶν στάθηκαν ἱκανὲς νὰ τὸν βοηθήσουν καὶ νὰ τὸν παρηγορήσουν. Ἄρχισε νὰ ζεῖ ἀπρόσεκτα γιὰ μοναχό. Σπαταλοῦσε τὸν χρόνο τοῦ μοναχικοῦ βίου του ἄσκοπα, χωρὶς πνευματικὸ ἀγῶνα, χωρὶς προσευχή, χωρὶς ὑπακοή, βυθισμένος στὴν ψυχόλεθρη ἀκηδία καὶ τὴν ἀμέλεια.

Ὅταν εἶδαν οἱ πατέρες ὅτι τὰ λόγια τους ὄχι μόνο δὲν τὸν ὠφελοῦσαν, ἀλλὰ τὸν ἐρέθιζαν κιόλας, σταμάτησαν πιὰ νὰ τοῦ μιλοῦν καὶ ἄρχισαν νά προσεύχονται. Ὁ φιλάνθρωπος Κύριος δὲν ἄφησε νὰ πᾶνε χαμένοι οἱ προηγούμενοι κόποι καὶ οἱ ἀρετὲς τοῦ δούλου Του. Παρεχώρησε, λοιπόν, νὰ ἀσθενήσει. Ὁ Ὅσιος ἔφθασε στὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου. Γιὰ ἑπτὰ ἡμέρες ἦταν ἀναίσθητος, μὴν μπορώντας νὰ πάρει τροφὴ ἢ νὰ ἐπικοινωνήσει μὲ κανένα. Τὴν ὄγδοη ἡμέρα ὁ ἡγούμενος κάλεσε ὅλη τὴν ἀδελφότητα γύρω στὴν κλίνη του. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ ὅμως, ὁ ἑτοιμοθάνατος Ἔρασμος, συνῆλθε, ἀνασηκώθηκε, κάθισε στὸ κρεβάτι καὶ εἶπε πρὸς τοὺς πατέρες: «Ἀδελφοί, εἶμαι ἁμαρτωλὸς καὶ ἔζησα ράθυμα. Ὁ θάνατος μὲ βρῆκε ἀμετανόητο. Ἐνῷ ὅμως ὁ διάβολος μὲ χαρὰ περίμενε τὸ τέλος μου, παρουσιάσθηκαν οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Ἀντώνιος καὶ Θεοδόσιος καὶ μοῦ εἶπαν ὅτι προσευχήθηκαν γιὰ μένα στὸν Κύριο. Καὶ Ἐκεῖνος, σὰν πολυεύσπλαχνος, μοῦ χάρισε καιρὸ μετανοίας. Μετὰ εἶδα καὶ τὴν Κυρία Θεοτόκο, ἡ ὁποία μοῦ εἶπε ὅτι, ἐπειδὴ στόλισα τὴν Ἐκκλησία της καὶ τὴν πλούτισα μὲ ὡραῖες εἰκόνες καὶ πολύτιμα σκεύη, μεσολάβησε γιὰ μένα στὸν Υἱό της καὶ σὲ τρεῖς ἡμέρες θὰ μὲ πάρει κοντά της, ἐπειδὴ ἀγάπησα τὴν εὐπρέπεια τοῦ οἴκου αὐτῆς».
Ἔτσι, μετὰ τρεῖς ἡμέρες ὁ Ὅσιος Ἔρασμος, τὸ ἔτος 1160, κοιμήθηκε εἰρηνικά.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Feb 16, 2013 7:12 pm

25 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Ταράσιος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Image
Ὁ Ἅγιος Ταράσιος γεννήθηκε, ἀνατράφηκε καὶ ἐκπαιδεύθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ εὐγενεῖς, τὸν Γεώργιο, κριτὴ καὶ πατρίκιο καὶ τὴν Εὐκρατία. Λόγω τῆς μεγάλης του μορφώσεως ἀνυψώθηκε στὸ ἀξίωμα τοῦ πρωτασηκρίτου.

Οἱ ἐκκλησιαστικὲς περιστάσεις τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἦταν ἀρκετὰ σοβαρές. Ὑπῆρχε ἀκόμα ὁ πόλεμος τῶν εἰκονομάχων, ἡ δὲ θέση τῶν Ὀρθοδόξων ἔγινε ἀκόμη πιὸ δύσκολη διὰ τοῦ θανάτου τοῦ Πατριάρχου Παύλου Δ’ τοῦ Κυπρίου (780 – 781 μ.Χ.). Ἡ βασίλισσα Εἰρήνη ἡ Ἀθηναία, ἡ ὁποία ἐπιτρόπευε τὸν ἀνήλικο υἱό της Κωνσταντῖνο ΣΤ’ (780 – 798 μ.Χ.), κατανόησε, ὅτι χρειαζόταν ἐκκλησιαστικὸς ἡγέτης μὲ εὐσέβεια, θεολογικὴ κατάρτιση καὶ διοικητικὴ ἱκανότητα, γιὰ νὰ μπορέσει νὰ ἀνταποκριθεῖ στὶς περιστάσεις καὶ τὰ προβλήματα. Ἔτσι ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς λαϊκοὺς ὁ Ἅγιος Ταράσιος παρὰ τὶς ἐπίμονες ἀρνήσεις του, ἀφοῦ ἔλαβε ὑπόσχεση ἀπὸ τοὺς βασιλεῖς, ὅτι θὰ συγκληθεῖ Οἰκουμενικὴ Σύνοδος ποὺ θὰ ἀντιμετωπίσει τὰ διάφορα θεολογικὰ ζητήματα καὶ τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέματα. Ἡ χειροτονία τοῦ νέου Πατριάρχου ἔγινε στὶς 25 Δεκεμβρίου 784 μ.Χ.

Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς πατριαρχίας του ὁ Ἅγιος μερίμνησε γιὰ τὴν ἀποκατάσταση τῶν σχέσεων μὲ τὴν Δυτικὴ Ἐκκλησία ἐπὶ Πάπα Ἀδριανοῦ Α’ (771 – 795 μ.Χ.) καὶ τὴν σύγκλιση τῆς Ζ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὸ ἔτος 787 μ.Χ., στὴ Νίκαια, ἡ ὁποία καταδίκασε τοὺς εἰκονομάχους καὶ ἀκύρωσε τὴν εἰκονομαχικὴ Σύνοδο τοῦ ἔτους 754 μ.Χ. θέτοντας ὡς βάση τοῦ δογματικοῦ καθορισμοῦ τὰ σχετικὰ συγγράμματα τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ († 4 Δεκμβρίου). Ἡ ὄγδοη συνεδρία τῆς Συνόδου ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὰ ἀνάκτορα, ὅπου οἱ βασιλεῖς Εἰρήνη καὶ Κωνσταντῖνος ὑπέγραψαν τοὺς Ὅρους τῆς Συνόδου.

Στὴν εὐσέβεια καὶ τὸ ἐκκλησιαστικὸ ἦθος τοῦ Ἁγίου ὀφείλεται καὶ ἡ μέριμνα ποὺ ἔλαβε ἡ Ἐκκλησία κατὰ τῆς σιμωνίας, τοῦ χρηματισμοῦ δηλαδὴ γιὰ τὴν ἀπόκτηση ἐκκλησιαστικῶν ἀξιωμάτων καὶ ἰδιαίτερα τῶν ἐπισκοπικῶν θέσεων. Παράλληλα ὁ Ἅγιος ἀνέπτυξε πλούσια φιλανθρωπικὴ καὶ κοινωνικὴ δράση καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἐλεημοσύνη του πρὸς τοὺς πτωχούς.

Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὸν μοναχισμὸ ἐκφράστηκε καὶ μὲ τὴν ἵδρυση Μονῆς στὸ στενὸ τοῦ Βοσπόρου, στὴν ὁποία καὶ ἐνταφιάσθηκε μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή του τὴν Τετάρτη τῆς Α’ ἑβδομάδας τῶν Νηστειῶν, τὸ ἔτος 806 μ.Χ. Ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ Α’ ὁ Ραγκαβὲς (811 – 813 μ.Χ.) τὸν Μάρτιο τοῦ ἔτους 813 μ.Χ. ἐνέδυσε τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου μὲ ἄργυρο, ἐπιδεικνύοντας ἔτσι καὶ αὐτὸς καὶ ἡ βασίλισσα Προκοπία τὸν σεβασμό τους πρὸς τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου.
Ἡ Σύναξη τοῦ Ἁγίου Ταρασίου ἐτελεῖτο στὴ Μεγάλη Ἐκκλησία.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Βίου ὀρθότητι, καλλωπιζόμενος, φωστὴρ ὑπέρλαμπρος, ὤφθης τοῦ Πνεύματος, καὶ τὴν Εἰκόνα τοῦ Χρίστου, Συνόδῳ ἐν τῇ Ἑβδόμῃ, προσκυνεῖν ἐκήρυξας, ὀρθοδόξως μακάριε, στῦλος καὶ ἑδραίωμα, Ἐκκλησίας γενόμενος· διὸ τοὺς σοὺς ἀγῶνας γεραίρει, Πάτερ Ἱεράρχα Ταράσιε.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Ὀρθοδόξοις δόγμασι, τὴν Ἐκκλησίαν φαιδρύνας, καὶ Χριστοῦ μακάριε, τὴν σεβασμίαν Εἰκόνα, σέβεσθαι, καὶ προσκυνεῖσθαι πᾶσι διδάξας, ἤλεγξας, Εἰκονομάχων ἄθεον δόγμα· διὰ τοῦτό σοι βοῶμεν· χαίροις ὦ Πάτερ σοφὲ Ταράσιε.



Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὤσπερ μέγας ἥλιος, ταῖς τῶν δογμάτων, καὶ θαῦμα, τῶν λάμψεσι, φωταγωγεῖς διαπαντός, τῆς οἰκουμένης τὸ πλήρωμα, οὐρανομύστα, παμμάκαρ Ταράσιε.

Μεγαλυνάριον.
Τύπων καλῶν ἔργων δι’ ἀρετῆς, ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ, παραστήσας Πάτερ σαυτόν, τοῦ Χριστοῦ τὸν τύπον, ἐν ἱεραῖς Εἰκόσιν, ἐδίδαξας τιμᾶσθαι, ὀρθῶς Ταράσιε.






Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ὁ Μάρτυρας ὁ ἐν Δριζιπάρῳ τῆς Θράκης
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀλέξανδρος καταγόταν ἀπὸ τοὺς Ποτιόλους τῆς Ἰταλίας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.) καὶ τοῦ ἡγεμόνος Τιβεριανοῦ. Ἀφοῦ συνελήφθηκε ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα, καταβλήθηκε προσπάθεια γιὰ νὰ κάνουν τὸν Ἅγιο νὰ προσκυνήσει τὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος ὅμως, ἀντὶ νὰ προσκυνήσει τὰ εἴδωλα, εἶπε πρὸς τὸν ἡγεμόνα: «Καὶ αὐτὰ εἶναι μάταια καὶ ἐσὺ ποὺ πιστεύεις σὲ αὐτὰ εἶσαι ἄθλιος καὶ ταλαίπωρος». Τότε τοῦ ἔδεσαν τὰ χέρια στὴν ἄκρη καὶ τὸν κρέμασαν, ἀφοῦ στὰ πόδια τοῦ ἔδεσαν βαριὰ πέτρα. Μετὰ ἀπὸ αὐτό, τὸν ὁδήγησαν στὸν Καρθαγένη, ὅπου ὑπέστη φρικτοὺς βασανισμούς. Ἀφοῦ δὲ τὸν ἔσυραν πάλι στὴ Μαρκιανούπολη τῆς Θράκης, τοῦ ἔκαψαν τὸ πρόσωπο μὲ δάδες φωτιᾶς, ἀλλὰ ὁ Μάρτυς ὑπέμενε μὲ γενναῖο τρόπο. Στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν διὰ ξίφους.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἀπέλαβε στεφάνι ἄφθαρτο καὶ ζωὴ αἰώνια ἀπὸ τὸν Χριστὸ τὸν Θεό μας.






Ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ὁ Μάρτυρας

Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀντώνιος μαρτύρησε ὅταν τὸν ἔριξαν στὴν φωτιὰ ζωντανό. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.






Ὁ Ἅγιος Ρηγίνος ὁ Ἱερομάρτυρας
Image
Ὁ Ἅγιος Ρηγίνος γεννήθηκε στὴ Λεβάδεια τῆς Βοιωτίας στὶς ἀρχὲς τοῦ 4ου αἰῶνα μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους γονεῖς, οἱ ὁποῖοι τὸν βοήθησαν νὰ λάβει τὴ θύραθεν παιδεία ἀλλὰ καὶ τὴν ὀρθόδοξη ἀγωγή. Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν Κύριο καὶ ἡ πνευματική του πρόοδος τὸν μεταμόρφωσαν σὲ σκεῦος ἐκλογῆς καὶ σὲ ναὸ τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Ὁ Ἅγιος ἔζησε τὴν ἐποχὴ ποὺ βασίλευσαν οἱ δύο υἱοὶ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ μὲν Κωνστάντιος στὴν Κωνσταντινούπολη (Ἀνατολή), ὁ δὲ Κώνστας στὴ Ρώμη (Δύση). Καὶ οἱ δύο διάδοχοι τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου εἶχαν ἀνατραφεῖ μὲ τὶς ἀρχὲς τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ἀλλὰ ὁ μὲν Κωνστάντιος εἶχε συνειδητὰ ἀποδεχθεῖ τὸν Ἀρειανισμό, ὁ δὲ Κώνστας παρέμεινε πιστὸς στὶς δογματικὲς ἀποφάσεις τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Καὶ οἱ δύο εἶχαν ὡς κοινὰ χαρακτηριστικὰ τῆς θρησκευτικῆς τους πολιτικῆς, ἀφ’ ἑνὸς μὲν τὴν καταπολέμηση τῆς ἐθνικῆς θρησκείας, ἀφ’ ἑτέρου δὲ τὴν ὑπεράσπιση τῆς ἑνότητος τῆς Ἐκκλησίας.

Ἡ ἐκκλησιαστική τους πολιτικὴ εἶχε ὡς συνέπεια ὄχι μόνο τὴ συντήρηση, ἀλλὰ καὶ τὴν διεύρυνση τῆς ἐκκλησιαστικῆς διασπάσεως μεταξὺ τῶν ὀπαδῶν καὶ τῶν ἀντιπάλων τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Οἱ συνεχεῖς παρεμβάσεις, αὐθαίρετες ἢ μή, στὰ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα ὑπῆρξαν πηγὴ ἐντάσεως στὶς ἀρειανικὲς ἔριδες τοῦ 4ου αἰῶνος μ.Χ.

Ἔτσι ὁ Ἅγιος ἀπεστάλη στὴ νῆσο Σκόπελο ἀπὸ τὸν θεῖο του Ἀχίλλειο († 15 Μαΐου, πολιοῦχος τῆς πόλεως Λάρισας), γιὰ νὰ ἐνισχύσει τοὺς ἐξόριστους ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ καὶ νὰ τοὺς στερεώσει στὴν ὀρθόδοξη πίστη.

Σύμφωνα μὲ κάποιες πληροφορίες τοῦ Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Ἀχιλλείου, ὁ Ἅγιος Ρηγίνος παρακολούθησε τὶς ἐργασίες τῆς Α’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τὸ ἔτος 325 μ.Χ. μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀχίλλειο. Ὅμως, μολονότι καταδικάσθηκε ὁμόφωνα ἀπὸ τοὺς θεοφόρους Πατέρες ἡ αἵρεση τοῦ Ἀρειανισμοῦ, οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Ἀρείου δὲν ἐξέλιπαν καὶ συνέχισαν νὰ διαδίδουν τὶς αἱρετικὲς δοξασίες τους. Ἐπικράτησε ἐκ νέου μεγάλη ἀναταραχὴ στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, κρίση καὶ κατὰ συνέπεια χωρισμὸς σὲ δυὸ παρατάξεις, κάτι ποὺ ἀνησύχησε ἰδιαίτερα τοὺς δύο αὐτοκράτορες Κωνστάντιο καὶ Κώνστα. Τελικὰ οἱ δύο αὐτοκράτορες συμφώνησαν νὰ συγκληθεῖ στὴ Σαρδικὴ (Σόφια). Πράγματι, ἡ Σύνοδος συγκλήθηκε στὴ Σαρδική, τὸ ἔτος 343 μ.Χ. Στὴ Σύνοδο ἔλαβε μέρος καὶ ὁ Ἅγιος Ρηγίνος, ὁ ὁποῖος ἐξόντωσε ὅλες τὶς αἱρέσεις μὲ τὸ λόγο του καὶ τὴν τόλμη τῆς γνώμης του.

Μετὰ τὴ λήξη τῆς Συνόδου ὁ Ἅγιος Ρηγίνος ἐπέστρεψε στὴ Σκόπελο. Ἀλλὰ καὶ πάλι ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ κλυδωνίσθηκε καὶ ταράχθηκε ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα τῆς Κωνσταντινουπόλεως Ἰουλιανὸ τὸν Παραβάτη (361 – 363 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος θέλησε νὰ ἐπαναφέρει τὴ θρησκεία τῶν ἀρχαίων Ἑλλήνων.
Στὴ διάρκεια τῶν διωγμῶν ποὺ διέταξε ὁ βασιλέας, ἔφθασε στὴ Σκόπελο ὁ ἔπαρχος τῆς Ἑλλάδας καὶ τῶν Σποράδων. Ἀμέσως κάλεσε τὸν ποιμενάρχη τῆς Σκοπέλου καὶ τοῦ ὑπέδειξε νὰ ἀλλάξει πίστη καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὴν εἰδωλολατρία. Ὅμως ὁ Ἅγιος περιφρόνησε τὴν ὑπόδειξή του καὶ ἐνέμεινε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ σταθερότητα στὴν πατρῴα εὐσέβεια. Στὶς 25 Φεβρουαρίου τοῦ 362 μ.Χ. ὁδηγήθηκε γιὰ τελευταῖα φορὰ ἐνώπιον τοῦ ἐπάρχου. Στὶς προτροπές του νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, ὁ Ἅγιος δὲν ἔδωσε καμία ἀπάντηση. Ἔτσι ὁδηγήθηκε στὸ στάδιο τῆς νήσου, ὅπου ὑπέστη καὶ ἄλλα φρικτὰ βασανιστήρια καὶ ἀκολούθως στὴ θέση «Παλαιὸ Γεφύρι», ὅπου ἀποκόπηκε ἀπὸ τὸν δήμιο ἡ τίμια κεφαλή του. Τὴν νύχτα οἱ Χριστιανοὶ παρέλαβαν τὸ τίμιο σκήνωμα τοῦ Ἁγίου καὶ τὸ ἐνταφίασαν μέσα στὸ δάσος τοῦ ὑπερκείμενου λόφου, ὅπου βρίσκεται μέχρι σήμερα ὁ τάφος του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Σκοπέλου προστάτης καὶ ποιμὴν ἐνθεώτατος, ὤφθης Ἱεράρχα Ῥηγῖνε, ὡς τοῦ Πνεύματος σκήνωμα, καὶ αἵματι σοφὲ μαρτυρικῷ, φοινίξας τὴν ἁγίαν σου στολήν, διασώζεις ἐκ κινδύνων καὶ πειρασμῶν, τοὺς πίστοι ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τὸν Ἱεράρχην τῆς Σκοπέλου καὶ διδάσκαλον

Καὶ τῶν Μαρτύρων κοινωνὸν καὶ ἰσοστάσιον

Μακαρίσωμεν Ῥηγῖνον τὸν θεηγόρων·

Τῷ Χριστῷ γὰρ ἱεράτευσεν ὡς ἄγγελος

Καὶ ἀθλήσας διασώζει πάσης θλίψεως
Τοὺς κραυγάζοντας, χαίροις Πάτερ θεόληπτε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῆς Σκοπέλου θεῖος ποιμήν, Ῥηγῖνε παμμάκαρ, ὁ ἀθλήσας καρτερικῶς· χαίροις Ἐκκλησίας, ὁ φωτοφόρος λύχνος, σοφὲ Ἱερομάρτυς, Ἀγγέλων σύσκηνε.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Feb 16, 2013 7:17 pm

26 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Πορφυριος Ἐπίσκοπος Γάζης
Image
Ὁ Ἅγιος Πορφύριος γεννήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη ἀπὸ πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀφοῦ ἐγκατέλειψε καὶ γονεῖς καὶ πλούτη, στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Ἀρκαδίου καὶ Ὀνωρίου, ἀναχώρησε γιὰ τὴν Αἴγυπτο ποὺ ἦταν τότε μεγάλο μοναστικὸ κέντρο καὶ ἔγινε μοναχὸς σὲ σκήτη. Μετὰ πενταετὴ διαμονὴ ἦλθε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ κήρυσσε στοὺς Ἰουδαίους καὶ τοὺς Ἕλληνες τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖ ἀσθένησε σοβαρὰ ἀπὸ κίρρωση τοῦ ἥπατος, ἀλλὰ παρὰ τὴν ἀσθένειά του δὲν παρέλειπε καθημερινὰ νὰ ἐπισκέπτεται τὸ Ναὸ τῆς Ἀναστάσεως καὶ τὰ ἄλλα ἱερὰ προσκυνήματα, προκαλώντας τὸν θαυμασμὸ τῶν ἄλλων προσκυνητῶν. Μεταξὺ αὐτῶν ἦταν καὶ ὁ Μᾶρκος, ὁ μετέπειτα βιογράφος τοῦ Πορφυρίου, ὁ ὁποῖος εἶχε μεταβεῖ, ἐπίσης, γιὰ προσκύνημα ἀπὸ τὴν Ἀσία στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἀπὸ τότε συνδέθηκαν διὰ βίου. Ὁ Μᾶρκος ἀποδείχθηκε πιστὸς καὶ χρήσιμος συνεργάτης του, ἀνέλαβε μάλιστα νὰ τακτοποιήσει μία σοβαρὴ ἐκκρεμότητα ποὺ εἶχε ἀφήσει στὴ Θεσσαλονίκη ὁ Πορφύριος, τὸν καταμερισμὸ δηλαδὴ τῆς οἰκογενειακῆς περιουσίας του μὲ τὰ ἐνήλικα πλέον ἀδέλφια του. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ἀπουσίας τοῦ Μάρκου στὴ Θεσσαλονίκη, ἡ ὑγεία τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου ἀποκαταστάθηκε θαυματουργικά, κατόπιν ὁράματος τῆς σταυρώσεως τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ εὐγνώμονος λῃστοῦ. Ὁ Μᾶρκος διεκπεραίωσε τὴν ὑπόθεση μὲ τὸν καλύτερο τρόπο καὶ ἐπέστρεψε μὲ τὸ μερίδιο τῆς περιουσίας, ὕψους 4.400 νομισμάτων καὶ μὲ πλῆθος ἀργυρῶν σκευῶν καὶ πολύτιμων ἐνδυμάτων, τὰ ὁποία σύντομα ἐκποίησε καὶ μοίρασε στοὺς πτωχοὺς καὶ στὰ μοναστήρια τῶν Ἱεροσολύμων καὶ τῆς Αἰγύπτου, τὰ ὁποία ἦταν πολὺ πτωχά.

Ἐκεῖ χειροτονήθηκε, τὸ ἔτος 392 μ.Χ., Πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη Β’ (386 – 417 μ.Χ.). Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ἐπισκόπου Γάζης Αἰνείου, τὸ 395 μ.Χ., ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Γάζης καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Καισαρείας Ἰωάννη. Ἐκεῖ, ἀφοῦ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα, ὁδήγησε καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες καὶ αἱρετικοὺς στὴν ἀληθινὴ θεογνωσία.

Γιὰ νὰ προστατεύσει ὁ Ἅγιος τὸ ποίμνιό του ἀπὸ τὶς ἀδικίες τῶν Ἐθνικῶν καὶ τῶν ἀρχόντων, δὲν δίστασε νὰ μεταβεῖ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ νὰ ζητήσει τὴν συνδρομὴ τῶν αὐτοκρατόρων Ἀρκαδίου (395 – 408 μ.Χ.) καὶ Εὐδοξίας. Ἐκεῖ συνάντησε καὶ τὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο, ὁ ὁποῖος τὸν συνέστησε στὸν Ἀμάντιο τὸν κουβικουλάριο καὶ στοὺς βασιλεῖς καὶ στήριξε μὲ θέρμη τὸ αἴτημά του νὰ καταστήσει γνωστὴ στοὺς βασιλεῖς τὴν τυραννία τῶν πολιτικῶν ἀρχόντων ποὺ καταπίεζαν τὸν λαό. Παρὰ τὶς ἀρχικές του ἀντιδράσεις ὁ βασιλέας ἐπείσθη καὶ χορήγησε στὸν Ἅγιο Πορφύριο βασιλικὸ διάταγμα μὲ τὸ ὁποῖο περιόριζε τὴν δράση τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ τῶν λοιπῶν αἱρετικῶν καὶ μὲ βασιλικὴ χορηγία ἀνήγειρε ἐκκλησίες ἐκεῖ ὅπου προηγουμένως βρίσκονταν εἰδωλολατρικοὶ ναοί. Κατάφερε δὲ ὁ Ἅγιος τὰ κατεδαφιστεῖ τὸ Μαρνεῖον, ὁ περίφημος ναὸς τῶν Ἐθνικῶν Γαζαίων, ποὺ εἶχε ἱδρυθεῖ ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἀδριανὸ τὸ ἔτος 129 μ.Χ. Στὴν θέση του ἀνοικοδομήθηκε περικαλλὴς ναὸς μὲ χορηγία τῆς αὐτοκράτειρας Εὐδοξίας, ἡ ὁποία ἀπέστειλε γιὰ τὸν σκοπὸ αὐτὸ στὴν Γάζα τὸν Ἀντιοχέα ἀρχιτέκτονα Ρουφίνο. Ὁ ναὸς αὐτός, ποὺ ὀνομάστηκε Εὐδοξιανός, εἶχε 32 μεγάλους κίονες ἀπὸ καρυστινὸ μάρμαρο καὶ τὰ ἐγκαίνιά του ἔγιναν τὸ Πάσχα τοῦ 407 μ.Χ.

Κατὰ τὰ μετέπειτα ἔτη ὁ Ἅγιος Πορφύριος ἐργάστηκε γιὰ τὴν συγκρότηση τῆς Ἐπισκοπῆς του. Μὲ ζωηρὰ χρώματα διασώζει ὁ βιογράφος του Μᾶρκος, τὴν φιλανθρωπικὴ καὶ ἱεραποστολική του δράση. Τὸ ἔτος 415 μ.Χ. ἔλαβε μέρος στὴ Σύνοδο τῆς Διοσπόλεως, ὑπὸ τὴν προεδρία τοῦ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἰωάννου Β’. Ἡ Σύνοδος αὐτὴ ἀσχολήθηκε μὲ τὸν θεολόγο Πελάγιο, ὁ ὁποῖος εἶχε καταφύγει στὰ Ἱεροσόλυμα κοντὰ στὸν Ἰωάννη, μετὰ τὴν σύγκρουση ποὺ εἶχε στὴν Ἀφρικὴ μὲ τὸν ἱερὸ Αὐγουστίνο, Ἐπίσκοπο Ἱππῶνος († 15 Ἰουνίου) γιὰ τὰ θέματα τοῦ προπατορικοῦ ἁμαρτήματος καὶ τῆς θείας χάριτος. Στὴ Σύνοδο αὐτὴ ὁ Πελάγιος ἀθωώθηκε, ἀφοῦ ἀποδέχθηκε τὴ βασικὴ διδασκαλία, ὅτι ἡ θεία Χάρη εἶναι ἀπαραίτητη γιὰ τὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ Ἅγιος ἀναπαύθηκε τὸ ἔτος 420 μ.Χ. μετὰ ἀπὸ σύντομη ἀσθένεια, σὲ ἡλικία 72 ἐτῶν, «τὸν καλὸν ἀγῶνα τετελεκῶς πρὸς τοὺς εἰδωλομανεῖς ἕως τῆς ἡμέρας τῆς κοιμήσεως αὐτοῦ».

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Πορφυραυγέσιν ἀρετῶν λαμπηδόσι, καταλαμπρύνας σεαυτὸν Ἱεράρχα, καθάπερ φῶς ἐξέλαμψας Πορφύριε σοφέ· λόγοις γὰρ καὶ θαύμασιν, ἀληθῶς διαπρέψας πᾶσιν ἐβεβαίωσας, εὐσέβειας τὴν χάριν· καὶ νῦν Χριστῷ ἀΰλως λειτουργῶν, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, μὴ παύσῃ δεόμενος.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Ἱερωτάτοις σου τρόποις κοσμούμενος, ἱερωσύνης στολῇ κατηγλάϊσαι, παμμάκαρ θεόφρον Πορφύριε, καὶ ἰαμάτων ἐμπρέπεις δυνάμεσι, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Τῆς Θεσσαλονίκης σεπτὸς βλαστός, καὶ Γαζαίων θεῖος, Ποιμενάρχης καὶ ὁδηγός, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, νυμφαγωγὸς ἐδείχθης, Πορφύριε τρισμάκαρ, σώζων τοὺς δούλους σου.






Ἡ Ἁγία Φωτεινὴ ἡ Μεγαλομάρτυς ἡ Σαμαρείτιδα
Image
Ἡ Ἁγία Μεγαλομάρτυς Φωτεινὴ καταγόταν ἀπὸ τὴν Σαμαρειτικὴ πόλη Σιχάρ. Τὶς πρῶτες πληροφορίες γιὰ τὴν Ἁγία τὶς βρίσκουμε στὸ Δ’ κεφάλαιο τοῦ κατὰ Ἰωάννη Εὐαγγελίου.

Κάθε μεσημέρι πήγαινε ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, στὸ πηγάδι τὸ λεγόμενο τοῦ Ἰακώβ, καὶ γέμιζε τὴν στάμνα της. Ἐκεῖ, μία ἡμέρα, συνάντησε τὸν Ἰησοῦ Χριστό, ὁ Ὁποῖος φανέρωσε σὲ αὐτὴν ὅλη τὴ ζωή της. Ὁ Κύριος εἶπε στὴν Ἁγία, ὅτι Αὐτὸς εἶναι «τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν», δηλαδὴ ἡ ἀστείρευτη πηγὴ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὸ τὸ «πνευμνατικὸ ὕδωρ» ἔδωσε ὁ Κύριος στὴ Σαμαρείτιδα, ἡ ὁποία βαπτίσθηκε Χριστιανὴ μεταξὺ τῶν πρώτων γυναικῶν τῆς Σαμάρειας καὶ ὀνομάσθηκε Φωτεινή.

Ἀπὸ τότε ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτό της στὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἀφρικὴ καὶ στὴ Ρώμη. Ἐκεῖ ἔλαβε καὶ μαρτυρικὸ θάνατο ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Νέρωνα (54 – 68 μ.Χ.), ὅταν αὐτὸς ἔμαθε ὅτι ἡ Ἁγία Φωτεινὴ ἔκανε Χριστιανὲς τὴν θυγατέρα του Δομνίνα καὶ μερικὲς δοῦλες της.
Μαζὶ μὲ τὴν Ἁγία Φωτεινὴ μαρτύρησαν οἱ υἱοί της καὶ οἱ πέντε ἀδελφές της.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Χριστῷ συνομίλησας ἐπὶ τῷ φρέαρ σεμνή, καὶ πίστιν εἰσδέδεξαι, τὴν πρὸς αὐτὸν ἀκλινῶς, Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε· ὅθεν τῆς εὐσεβείας, ἐφαπλοῦσα τὸ φέγγος, ἤθλησας ὑπὲρ φύσιν, σὺν υἱοῖς καὶ συγγόνοις· μεθ’ ὧν ἀπαύστως πρέσβευε, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὴν πηγὴν δεξαμενὴ τῆς σοφίας καὶ χάριτος, ἐκ χειλέων Κυρίου Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, νομίμως ἠγωνίσω πανοικεῖ, καὶ νέμεις φωτισμὸν παρὰ Θεοῦ, τοῖς προστρέχουσι τῇ σκέπῃ σου τῇ σεπτῇ, καὶ εὐλαβῶς βοώσί σου. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ, χάριν ἡμῖν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ τῆς πίστεως, τὸ φῶς ἐδέξω, καὶ αὐτοῦ ἐκήρυξας, τὴν παρουσίαν ἐν σαρκί, ὦ Φωτεινὴ Ἰσαπόστολε, καὶ μαρτυρίου, ἀγῶσι διέλαμψας.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἰσαπόστολε Φωτεινή, ἡ ζωῆς τὸ ὕδωρ, δεξαμένη παρὰ Χριστοῦ· χαίροις ἡ ἐν Ῥώμῃ, ἀθλήσασα ἀνδρείως, σὺν πᾶσι τοῖς οἰκείοις, Χριστὸς δοξάσασα.








Οἱ Ἁγίες Φωτώ, Φῶτις, Παρασκευή, Κυριακὴ καὶ Ἀνατολὴ οἱ Μάρτυρες ἀδελφὲς τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς
Image
Οἱ Ἁγίες Φωτώ, Παρασκευή, Κυριακὴ καὶ Ἀνατολὴ τελειώθησαν διὰ ξίφους καὶ ἡ Ἁγία Φῶτις ἐτέθηκε σὲ δύο δένδρα, τὰ ὁποία ἀπολυθέντα τὴν διέσχισαν στὰ δύο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φωτεινὴν καὶ Φωτίδα καὶ Φωτὼ ἀνυμνήσωμεν, σὺν Ἀνατολὴ Φωτεινόν τε Ἰωσὴν θεῖοις ἄσμασιν, ὁμοῦ Κυριακὴν Παρασκευήν, τοὺς Μάρτυρας Χριστοῦ περιφανείς· θείαν χάριν γὰρ αἰτοῦνται καὶ φωτισμόν, τοῖς πίστει ἀνακράζουσι· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν πᾶσιν ἰάματα.






Οἱ Ἅγιοι Ἰωσῆς καὶ Βίκτωρ οἱ Μάρτυρες υἱοὶ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἰωσῆς καὶ Βίκτωρ, ὁ ὁποῖος ἀποκαλεῖται καὶ Φωτεινός, ἀποκεφαλίσθηκαν.






Ὁ Ἅγιος Σεβαστιανὸς ὁ δοῦκας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σεβαστιανὸς ἦταν ἡγεμόνας τῆς πόλεως τῆς Καρθαγένης. Ἀσπάσθηκε τὴ χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν εὐαγγελικὸ λόγο τοῦ υἱοῦ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς Βίκτωρος ἢ Φωτεινοῦ καὶ μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Νέρωνος (54 – 68 μ.Χ.).






Ὁ Ἅγιος Θεόκλητος ὁ Μάρτυρας ὁ φαρμακὸς
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Μάρτυρα Θεοκλήτου ἀναφέρεται μόνο στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578. Ἴσως νὰ πρόκειται περὶ τοῦ μάγου, ποὺ ἐπέδωσε στὴν Ἁγία Φωτεινὴ τὴ Σαμαρείτιδα τὸ δηλητήριο καὶ ἀφοῦ πίστεψε στὸν Χριστὸ ἀποκεφαλίσθηκε.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τὰς λαμπηδόνας, τρόπῳ κρείττονι, εἰσδεδεγμένος, τῆς οὐρανίου ἠξίωσαι κλήσεως, καὶ τὸ σὸν αἷμα προθύμως ἐξέχεας, ὑπὲρ Χριστοῦ τῆς ἀγάπης Θεόκλητε. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς κλητὸς ἐκ πίστεως πρὸς θείαν δόξαν, Ἀθλητῶν ὁμότροπος, ὤφθης Θεόκλητε κλεινέ, ἀναβοῶν ἐν τῷ σκάμματι· Σὺ τῶν Μαρτύρων, Χριστὲ τὸ στερέωμα.

Μεγαλυνάριον.
Κλήσεως ἐνθέου ἀξιωθείς, μαγικὴν ἀπάτην, ἀπεβάλου ἀπὸ ψυχῆς, καὶ ὑπὲρ Κυρίου, νομίμως ἐνάθλησας, Θεόκλητε Μαρτύρων, ἐδείχθης σύσκηνος.






Οἱ Ἅγιοι Βίκτωρ καὶ Χριστόδουλος οἱ Μάρτυρες
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τῶν Ἁγίων Βίκτωρος τοῦ Στρατηλάτου καὶ Χριστοδούλου.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Κατοπινός
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μόνο στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye, χωρὶς καμιὰ ἄλλη πληροφορία, ἁπλὰ «μνήμη τοῦ ἁγίου Πατρὸς ἡμῶν Νικολάου τοῦ Κατοπινοῦ».
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.






Ὁ Ὅσιος Σεβαστιανὸς ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Σεβαστιανὸς τοῦ Ποσεσόνε γεννήθηκε καὶ ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὰ τέλη τοῦ 15ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰῶνα μ.Χ. Ἐκάρη μοναχὸς σὲ ἕνα μοναστήρι στὴν περιοχὴ τοῦ Σοχότ, κοντὰ στὴν πόλη Ρομάνοβο καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ἡ μνήμη του τιμᾶται καὶ στὶς 18 Δεκεμβρίου.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ὁ Κάλφας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης γεννήθηκε καὶ ἀνατράφηκε στὸ Γαλατᾶ τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἐργαζόμενος ὡς λεπτουργὸς κάλφας στὸ παλάτι τοῦ σουλτάνου, προσέφερε τὶς ὑπηρεσίες του καὶ σὲ ἄλλους ἐπιφανεῖς Τούρκους. Ἕνας ἀπὸ τούς μαθητὲς ποὺ εἶχε προσλάβει, ἀνεψιὸς ἑνὸς ἀγᾶ ἀπὸ τὴν Ἀνατολή, τὸν διέβαλε, ὅτι σὲ συζήτηση ποὺ εἶχε μαζί του, ὁ Ἰωάννης κατηγόρησε τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία καὶ ἐξῆρε τὴν πίστη τῶν Χριστιανῶν. Ἔτσι ὁ Μάρτυρας συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν κριτὴ κατηγορούμενος γιὰ ἐξύβριση τῆς ἰσλαμικῆς θρησκείας.
Ὁ Ἅγιος μαστιγώθηκε ἀνηλεῶς καὶ ρίφθηκε στὴ φυλακή. Παρὰ τὶς ἐπίμονες προσπάθειες τῶν Τούρκων ὁ Ἰωάννης ὁμολογοῦσε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία καὶ σταθερότητα τὸν Χριστό. Κατὰ διαταγὴ τοῦ βεζίρη ὁδηγήθηκε στὸν ἔπαρχο, ὁ ὁποῖος τὸν ὁδήγησε στὸ Δημοπρατήριο, ὅπου καὶ ἀποκεφαλίσθηκε τὸ ἔτος 1575, ἡμέρα Κυριακή.






Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν Κιέβῳ Ρωσίας
Ἡ θαυματουργικὴ εἰκόνα τῆς Ὑεραγίας Θεοτόκου τοῦ Μεζχέτσκ βρέθηκε στὸ Κίεβο τὸ ἔτος 1492.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Feb 16, 2013 7:22 pm

27 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ





Ὁ Ὅσιος Προκόπιος ὁ Ὁμολογητής ὁ Δεκαπολίτης
Image
Ὁ Ὅσιος Προκόπιος ὁ Δεκαπολίτης ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (717 – 741 μ.Χ.) καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν πνευματικὴ γενναιότητά του ὡς ὑπέρμαχος τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἂν καὶ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸ μοναχισμό, δὲν ἔμεινε στὴν ἀπομόνωση τοῦ κελιοῦ του, ἀλλὰ ἀγωνίσθηκε σθεναρὰ κατὰ τῶν εἰκονομάχων. Γι’ αὐτὸ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια, μαστιγώσεις, φυλακὲς καὶ ἐξορίες. Διακρίθηκε, ἐπίσης, στὸν ἀγῶνα τῆς Ἐκκλησίας κατὰ τῶν αἱρετικῶν Μονοφυσιτῶν.
Ὁ Ἅγιος Προκόπιος φαίνεται ὅτι λίγο μετὰ τὴν ἀποφυλάκισή του κοιμήθηκε, ἐνῷ κατ’ ἄλλους ὑπέμεινε μαρτυρικὸ θάνατο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Φερωνύμως προκόπτων ἐν ἀσκήσει Προκόπιε, ἤρθης ἐκ δυνάμεως Πάτερ, πρὸς ἀθλήσεως ἔλλαμψιν· Χρίστου γὰρ τὴν Εἰκόνα προσκυνῶν, Μαρτύρων ἀνεδείχθης κοινωνός· μεθ’ ὧν πρέσβευε παμμάκαρ διαπαντός, ὑπὲρ τῶν ἐκβοώντων σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνερνοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐωσφόρον σήμερον ἡ Ἐκκλησία, κεκτημένη ἅπασαν, κακοδοξίας τὴν ἀχλύν, διασκεδάζει τιμῶσά σε, οὐρανομύστα, Προκόπιε ἔνδοξε.

Μεγαλυνάριον.
Θείας ὑπαλείπτην σε προκοπῆς, καὶ ὁμολογίας, θεηγόρου ὑφηγητήν, Πάτερ εὖ εἰδότες, τοὺς πόνους σου τιμῶμεν, δι’ ὧν καταπυρσεύεις, ἡμᾶς Προκόπιε.







Ὁ Ἅγιος Νήσιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νήσιος μαρτύρησε, ἀφοῦ μαστιγώθηκε μὲ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιοῦ.






Οἱ Ἅγιοι Ἀβουδάντιος, Ἀλέξανδρος, Ἀντίγονος, Καλανός, Ἰανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός, Φορτουνίων οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Μαρτυρήσαντες
Οἱ Ἅγιοι Ἀβουδάντιος ἢ Ἀβούνδιος, Ἀλέξανδρος, Ἀντίγονος, Καλανός, Ἰανουάριος, Μακάριος, Σεβηριανός, Τιτιανός, Φορτουνίων ἢ Φορτούνιος ἢ Φορτουνάτος, μαρτύρησαν στὴν Θεσσαλονίκη, μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανούς, ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.). Ἡ πληροφορία αὐτὴ καταγράφεται σὲ ἀρχαῖα Μαρτυρολόγια. Ὁ ἀριθμὸς τῶν Μαρτύρων καὶ τὰ ὀνόματά τους ποικίλουν ἀπὸ χειρόγραφο σὲ χειρόγραφο. Δὲν ὑπάρχει ὡστόσο κανένα ἐπιπλέον στοιχεῖο γιὰ τὸ μαρτύριό τους.






Ὁ Ἅγιος Γελάσιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Γελάσιος σημειώνεται στοὺς Συναξαριστὲς ὅτι ἦταν μῖμος καὶ ὅτι ὅταν διατάχθηκε νὰ ἐμπαίξει τὸ βάπτισμα τῶν Χριστιανῶν, ὡς ὁ ἀπὸ μίμων Πορφύριος († 4 Νοεμβρίου), βαπτίσθηκε καὶ τελειώθηκε διὰ ξίφους.






Οἱ Ὅσιοι Ἀσκληπιὸς καὶ Ἰάκωβος
Image
Τὸ βίο τῶν Ὁσίων Ἀσκληπιοῦ καὶ Ἰακώβου συνέγραψε ὁ Θεοδώρητος Κύρου στὴ Φιλόθεο Ἱστορία του.

Ὁ Ὅσιος Ἀσκληπιὸς ἦταν μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Πολυχρονίου († 23 Φεβρουαρίου), ποὺ διακόνησε τὸν Ὅσιο Ζεβινᾶ καὶ μιμήθηκε κατὰ πάντα τὸν Γέροντα αὐτοῦ στὴν ἄσκηση.

Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος, μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἀσκήσεως καὶ ἐρημιτικοῦ βίου, σὲ πολὺ μεγάλη ἡλικία κλείσθηκε σὲ κελὶ κοντὰ στὴν πόλη Νιμουζᾶν, χωρὶς νὰ βλέπει κανέναν καὶ τίποτα.
Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησαν, κοιμήθηκαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Θαλλέλαιος
Ὁ Ὅσιος Θαλλέλαιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κιλικία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἐπειδὴ ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο, μετέβη στὴν πόλη τῶν Γαβάλων τῆς Συρίας, σὲ ὄρος ψηλὸ ἐπὶ τοῦ ὁποίου ὑπῆρχε ναὸς τῶν εἰδώλων καὶ ἔστησε τὴν μικρὴ καλύβα του ἀσκητεύοντας μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Ὅταν εἶδαν οἱ δαίμονες τὴν ἀρετή του, δοκίμασαν νὰ τὸν ἐκφοβήσουν. Δὲν μπόρεσαν ὅμως. Μὲ προσευχὴ τοὺς ἔκανε ἄφαντους. Ἐκεῖνοι τότε ἐξεμάνησαν καὶ ἄρχισαν νὰ σπᾶνε τὰ δένδρα καὶ ἐπειδὴ οὔτε μὲ αὐτὸ παρακίνησαν τὸν Ὅσιο, τὴ νύχτα μὲ φωνὲς καὶ θορύβους, ἐπιτίθονταν σὲ αὐτόν. Χωρὶς ὅμως νὰ κατορθώσουν τίποτα, ὑπεχώρησαν.

Ὁ Ὅσιος ἦταν γεμάτος ταπεινοφροσύνη. Ποτὲ δὲν ὑπερηφανεύθηκε γιὰ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὰ πνευματικὰ κατορθώματά του καὶ ὁδηγοῦσε πρὸς τὸν Χριστὸ πλανεμένες ψυχές. Ὅποτε μάλιστα τοῦ ἔκαναν λόγο ἐπαινετικό, ὁ Ὅσιος δὲν ἤθελε νὰ τὸν δεχθεῖ, διότι θεωροῦσε πνευματικὰ ὠφέλιμο νὰ προσέχει ποῦ ὑστεροῦσε καὶ ὄχι νὰ ἀκούει γιὰ τὴν προκοπή του.
Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Ὅσιος ἐπιθυμοῦσε νὰ ζήσει πιὸ αὐστηρὸ ἀσκητικὸ βίο, ἐγκατέλειψε τὴν καλύβα καὶ ἔκτισε κελὶ τόσο στενό, ὥστε εἰσερχόταν σὲ αὐτὸ μὲ δυσκολία. Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησε θεοφιλῶς ἐπὶ δέκα χρόνια, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Τὸν βίο του συνέγραψε ὁ Θεοδώρητος Κύρου στὴ Φιλόθεο Ἱστορία του.






Ὁ Ὅσιος Στέφανος
Ὁ Ὅσιος Στέφανος ἦταν κοιτωνίτης τοῦ βασιλέως Μαυρικίου. Ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ἵδρυσε τὸ γηροκομεῖο τοῦ Ἀρματίου, ὅπου ὑπῆρχε καὶ ναὸς τῆς Θεοτόκου καὶ τοῦ Σάγματος. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ὁ ἐν Καισαρείᾳ
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴν Καισάρεια καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Δὲν δύναται νὰ ἐξακριβωθεῖ ἐὰν εἶναι ὁ αὐτὸς μὲ τὸν Ὅσιο καὶ Ὁμολογητὴ Τιμόθεο, ποὺ ἑορτάζει τὴν 1η Φεβρουαρίου.






Ὁ Ἅγιος Λέανδρος Ἐπίσκοπος Σεβίλλης
Image
Ὁ Ἅγιος Λέανδρος, Ἐπίσκοπος Σεβίλλης τῆς Ἱσπανίας, διδάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας καὶ φωτιστὴς τῶν Ἰσπανῶν, ἔζησε τὸν 6ο μ.Χ. αἰῶνα καὶ ἦταν γόνος ἀριστοκρατικῆς οἰκογενείας. Ὁ πατέρας του ἦταν δούκας καὶ καταγόταν ἀπὸ βυζαντινὴ γενιά, ἐνῷ ἡ μητέρα του ἦταν πρωτότοκη κόρη τοῦ Βησιγότθου βασιλέως Λεβιγκίντ, ποὺ βασίλευε στὴν Σεβίλλη, τὴν πρωτεύουσα τοῦ βασιλείου τῶν Βησιγότθων. Πολὺ νωρὶς ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν μόρφωση καὶ τὶς ἀρετές του. Γι’ αὐτοὺς τοὺς λόγους ἡ Ἐκκλησία τὸν κατέστησε Ἐπίσκοπο τὸ ἔτος 579 μ.Χ. Ἵδρυσε θεολογικὴ σχολὴ μὲ σκοπὸ τὴ διάδοση τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀλλὰ καὶ τὴν καλλιέργεια τῶν ἐπιστημῶν καὶ τῶν τεχνῶν γενικά, μέσα στὸ λαὸ τοῦ τότε βάρβαρου ἀκόμα βασιλείου. Οἱ δύο βασιλόπαιδες Χερμενεγκὶλντ καὶ Ρεκαρέντ, ἀνεψιοί του ἀπὸ τὴν πλευρὰ τῆς μητέρας του, ἦταν μεταξὺ τῶν μαθητῶν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου. Ὁ Χερμενεγκὶλντ ἀνατράφηκε μὲ τὰ νάματα τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἡ πίστη του στὴν Ἐκκλησία δυναμώθηκε πιὸ πολὺ χάρη στὴν εὐσεβὴ σύζυγό του Ἴνγκαρντ, θυγατέρα τοῦ βασιλέως τῶν Φράγκων Σιγεβέρτου. Ὅταν ὁ πατέρας του, μεταφέροντας τὴν πρωτεύουσά του στὸ Τολέδο, τοῦ ὅρισε γιὰ διαμονή του τὴ Σεβίλλη, ξέσπασε διωγμὸς κατὰ τῶν Ὀρθοδόξων. Ὁ αἱρετικὸς Λέβεγκιλντ ᾖλθε σὲ σύγκρουση μὲ τὸν Ὀρθόδοξο γιό του Χερμενεγκίλντ. Ἦταν τέτοια ἡ ἔνταση τοῦ διωγμοῦ καὶ τῆς μανίας τῶν αἱρετικῶν, ποὺ ὅπως γράφεται δὲν ἔβλεπε κανεὶς πουθενὰ ἐλεύθερο ἄνθρωπο καὶ ἡ ἴδια ἡ γῆ ἔχασε τὴν παλαιά της γονιμότητα. Ὁ αἱρετικὸς βασιλέας πολιόρκησε τὴν Σεβίλλη καὶ ἔκλεισε σὲ σκοτεινὴ φυλακὴ τὸν υἱό του, ὅπου καὶ τὸν στραγγάλισε τὴν ἡμέρα τοῦ Πάσχα τοῦ 586 μ.Χ.

Τὴν ἐποχὴ αὐτή, λίγο πρὶν ἐξορισθεῖ καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ ἄλλους ὁμολογητὲς τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Ἅγιος Λέανδρος ἔφυγε στὴν Κωνσταντινούπολη, γιὰ νὰ ζητήσει τὴ βοήθεια τοῦ αὐτοκράτορα. Ἐκεῖ γνώρισε τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Μέγα, τὸν Διάλογο, καὶ συνδέθηκε μαζί του μὲ δυνατὴ φιλία. Ὅταν ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Ὀρθοδόξων ἔφθασε στὰ ἄκρα, ὁ βασιλιὰς Λέβεγκιλντ προσβλήθηκε ἀπὸ θανατηφόρο ἀσθένεια, ἄλλαξε στάση, προσκάλεσε τὸν Ἅγιο Λέανδρο στὴν ἐπιθανάτια κλίνη του καί, ἀφοῦ μετανόησε, τὸν παρακάλεσε νὰ κατευθύνει τὸ διάδοχό του Ρεκαρὲντ πρὸς τὴν ἀληθινὴ Ὀρθόδοξη πίστη. Ὁ νέος βασιλέας, ὑπάκουος στὸν παλαιὸ διδάσκαλό του, μεταστράφηκε καὶ ἀνέλαβε ἀμέσως νὰ συγκαλέσει τὴν Τρίτη ἐν Τολέδῳ Σύνοδο, ὅπου ἀνέγνωσε ἐνώπιον ὅλων τὴν ὁμολογία πίστεως στὶς ἀποφάσεις τῆς Οἰκουμενικῆς Συνόδου τῆς Νίκαιας καὶ ἀνακοίνωσε ὅτι οἱ λαοὶ τῶν Γότθων καὶ Σουέβων, ἑνωμένοι, ἐπανέρχονται στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ἅγιος Λέανδρος, ὁ ὁποῖος ὑπῆρξε πρόεδρος αὐτῆς τῆς Συνόδου, ἀφιέρωσε πλέον τὴν ὑπόλοιπη ζωή του στὴ διδασκαλία τοῦ ποιμνίου του μὲ τὸ φωτισμένο του παράδειγμα κατ’ ἀρχήν, ἀλλὰ καὶ μὲ τὰ ἐμπνευσμένα γραπτά του. Προετοίμασε ἀκόμη τὸν ἀδελφό του, Ἅγιο Ἰσίδωρο, νὰ γίνει διάδοχός του στὸ θρόνο τῆς Σεβίλλης καὶ ἡ δόξα τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱσπανίας. Βοήθησε ἀκόμη τὴν ἀδελφή του, Ἁγία Φλωρεντίνη, νὰ γίνει ἱδρύτρια καὶ ἡγουμένη σαράντα μονῶν μὲ χιλιάδες μοναχές, γράφοντας γι’ αὐτὴν μοναχικὸ τυπικὸ ποὺ ἀπὸ τότε καλεῖται «Κανὼν τοῦ Ἁγίου Λεάνδρου». Ὀργάνωσε, ἐπίσης, τὴ Θεία Λατρεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἱσπανίας, ποὺ λειτουργικὰ ὀνομάζεται «μοζαραβική».
Ὁ Ἅγιος Ἐπίσκοπος τῆς Σεβίλλης, ἀφοῦ ὑπέμεινε πολλὲς ἀντιξοότητες καὶ δοκιμασίες, παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Κύριο στὶς 13 Μαρτίου τοῦ ἔτους 600 ἢ 601 μ.Χ.






Ὁ Ὅσιος Τίτος ἐκ Ρωσίας
Image
Ὁ Ὅσιος Τίτος γεννήθηκε στὴ Ρωσία καὶ ἀσκήτευε στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου. Ἡ ἱερατική του βιοτὴ ἦταν θεοφιλὴς καὶ ἰσάγγελη, ἐνῷ ἡ ἀγάπη του πρὸς ὅλους τοὺς ἀδελφοὺς ἀνιδιοτελὴς καὶ ἀνυπόκριτη.

Τότε ζοῦσε στὴ Λαύρα καὶ ἕνας διάκονος, ποὺ ὀνομαζόταν Εὐάγριος. Ὁ μισόκαλος διάβολος, ποὺ πάντοτε σπείρει ζιζάνια, ἔσπειρε ἔχθρα ἀνάμεσα στὸν Ὅσιο Τίτο καὶ τὸ διάκονο Εὐάγριο. Καὶ ἐνῷ πρῶτα ἔτρεφαν ὁ ἕνας γιὰ τὸν ἄλλο βαθιὰ ἀμοιβαία ἀγάπη, ἔφθασαν τώρα νὰ μὴν θέλουν οὔτε νὰ ἰδωθοῦν. Τόσο πολὺ μάλιστα τοὺς σκότισε ἡ ὀργὴ καὶ ἡ μνησικακία, ὥστε, ὅταν θυμίαζε ὁ ἕνας στὸ ναό, ὁ ἄλλος ἔφευγε. Καὶ ἂν δὲν ἔφευγε, ὁ πρῶτος τὸν προσπερνοῦσε χωρὶς νὰ τὸν θυμιάσει.

Ἔχοντας βυθιστεῖ σὲ τέτοιο σκοτάδι ἐμπάθειας οἱ δύο ἀδελφοί, τολμοῦσαν νὰ λειτουργοῦν καὶ νὰ προσφέρουν τὰ Τίμια Δῶρα καὶ νὰ κοινωνοῦν, ξεχνώντας τὴν ἐντολὴ τοῦ Κυρίου ποὺ λέγει: «Ἐὰν προσφέρεις τὸ δῶρο σου στὸ θυσιαστήριο καὶ ἐκεῖ ἐνθυμηθεῖς ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἔχει κάτι ἐναντίων σου, ἄφησε ἐκεῖ τὸ δῶρο σου μπροστὰ στὸ θυσιαστήριο καὶ πήγαινε, πρῶτα νὰ συμφιλιωθεῖς μὲ τὸν ἀδελφό σου, καὶ τότε ἀφοῦ ἔλθεις πρόσφερε τὸ δῶρο σου».

Κάποτε ὁ Ὅσιος Τίτος ἀρρώστησε πολὺ σοβαρά. Εἶχα μάλιστα φθάσει στὰ πρόθυρα τοῦ θανάτου, ὅταν ἄρχισε ξαφνικὰ νὰ κλαίει καὶ νὰ θρηνεῖ γιὰ τὴν ἁμαρτία του. Ἀμέσως παρακάλεσε τοὺς μοναχοὺς νὰ καλέσουν τὸν Εὐάγριο, γιὰ νὰ συγχωρεθοῦν. Ἐκεῖνος ὅμως, ὄχι μόνο δὲν δέχθηκε νὰ συγχωρέσει τὸν ἑτοιμοθάνατο ἀδελφό, ἀλλὰ ἄρχισε νὰ τὸν καταριέται. Τότε τὸν ἅρπαξαν καὶ τὸν ἔφεραν διὰ τῆς βίας στὸν Ὅσιο, γιὰ νὰ εἰρηνεύσουν. Μόλις τὸν εἶδε ὁ Ὅσιος Τίτος ἀνασηκώθηκε μὲ δυσκολία καὶ τὸν ἱκέτευσε κλαίγοντας νὰ τὸν εὐλογήσει. Ὁ ἀνελέητος Εὐάγριος ἀποστράφηκε ἄσπλαχνα τὸν Ὅσιο καὶ δήλωσε μπροστὰ σὲ ὅλους, ὅτι ποτὲ δὲν πρόκειται νὰ συμφιλιωθεῖ μαζί του οὔτε στὴν παροῦσα ζωὴ οὔτε στὴν ἄλλη. Δὲν πρόλαβε ὅμως νὰ τελειώσει τὸν λόγο του καὶ ἔπεσε κάτω ξερός! Οἱ πατέρες ἔτρεξαν νὰ τὸν σηκώσουν, ἀλλὰ διαπίστωσαν πὼς ἦταν νεκρός. Τὸ σῶμα του ἀμέσως πάγωσε σὰν μάρμαρο. Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ Ὅσιος Τίτος σηκώθηκε ὄρθιος, ἐντελῶς ὑγιής, σὰν νὰ μὴν εἶχε ἀρρωστήσει ποτέ. Μὲ φρίκη καὶ δέος ἀντίκρισαν ὅλοι τὸν ἄδοξο θάνατο τοῦ μνησίκακου Εὐαγρίου καὶ τὴν θαυματουργικὴ ἴαση τοῦ Ἁγίου.
Ὁ Ὅσιος Τίτος, μετὰ τὴν συγκλονιστικὴ αὐτὴ ἐμπειρία, ἀπομάκρυνε γιὰ πάντα ἀπὸ τὴ ζωή του, ὄχι μόνο τὴν ἐξωτερικὴ ὀργή, ἀλλὰ καὶ κάθε κακὸ λογισμὸ γιὰ ὁποιονδήποτε ἀδελφό, μέχρι τὴν ἡμέρα ποὺ κοιμήθηκε εἰρηνικὰ καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό. Ἦταν τὸ ἔτος 1190.






Ὁ Ἅγιος Ἠλίας ὁ Νεομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἠλίας καταγόταν ἀπὸ τὸ Κρυονέρι Τραπεζούντας καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ ἱερέως Κωνσταντίνου. Συνελήφθη καὶ βασανίστηκε στὸ Μόλο τῆς Τραπεζούντας (Μοὺμ Χανέ), τὸ ἔτος 1749 καὶ τελικὰ ἀπαγχονίστηκε. Τὸ ἅγιο λείψανο αὐτοῦ τὸ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν στὴ μονὴ Θεοσκεπάστου.






Ὁ Ὅσιος Φώτιος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Φώτιος ἀσκήτεψε στὴ μονὴ Γιοῦρεβ τοῦ Νόβγκοροντ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1838.






Ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ Ἐπίσκοπος Μπρούκλυν
Image
Ὁ Ἅγιος Ραφαὴλ γεννήθηκε στὴ Συρία τὸ ἔτος 1860 ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Μιχαὴλ Χαβαβίνυ καὶ τὴ Μάριαμ, θυγατέρα τοῦ ἱερέως τῆς Δαμασκοῦ. Τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Θεοφανείων τοῦ 1861 βαπτίσθηκε καὶ ὀνομάσθηκε Ραφαήλ.

Σπούδασε στὴ θεολογικὴ σχολὴ τῆς Χάλκης καὶ χειροτονήθηκε διάκονος στὶς 8 Δεκεμβρίου τοῦ 1885. Στὴ συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα στὴ θεολογικὴ ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Πατριάρχη Ἀντιοχείας Σίλβεστρο, διευθυντὴ τῆς ἀκαδημίας καὶ ἕνα μῆνα ἀργότερα ἔλαβε τὸ ὀφίκιο τοῦ ἀρχιμανδρίτου ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μόσχας Ἰωαννίκιο. Ὡς πρεσβύτερος πλέον ἀνέλαβε καθήκοντα ἐξάρχου τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας στὴ Ρωσία.

Ὁ ἱεραποστολικὸς ζῆλος ὁδήγησε τὰ βήματά του στὴν Ἀμερική. Ἔφθασε στὴ Νέα Ὑόρκη στὶς 2 Νοεμβρίου 1895 καὶ ἀνέλαβε ὡς βοηθὸς τοῦ Ἐπισκόπου Νικολάου. Ἀνέλαβε σημαντικὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο καὶ ἀσχολήθηκε μὲ τὴ συγγραφὴ θεολογικῶν βιβλίων καθὼς καὶ μὲ τὴν ἀνέγερση νέων ναῶν.

Τὸ ἔτος 1903 ἡ Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ρωσικῆς Ἐκκλησίας τὸν ἐξέλεξε Ἐπίσκοπο Μπρούκλυν καὶ τοῦ ἀνέθεσε τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο στὴ Βόρειο Ἀμερική.
Ὁ Ἅγιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1915.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Feb 16, 2013 7:25 pm

28 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΥ






Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Ὁμολογητής
Image
Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Ὁμολογητὴς ἔζησε καὶ ἔδρασε ἐπὶ τοῦ εἰκονομάχου αὐτοκράτορα Λέοντος Γ’ τοῦ Ἰσαύρου (717 – 741 μ.Χ.). Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Ὅσιος ἀφιερώθηκε στὸν ἀσκητικὸ βίο καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἔγινε μαθητὴς καὶ ὑποτακτικὸς τοῦ Ὁσίου Προκοπίου τοῦ Δεκαπολίτου († 27 Φεβρουαρίου). Ἀρχικὰ ζοῦσε σὲ κάποιο ἐρημητήριο καὶ ἀφοῦ προηγουμένως καλλιέργησε μὲ ἐπιμέλεια τὴν ἀσκητικὴ ζωή, ἀργότερα, ὅταν ἀνέκυψε ἡ αἵρεση κατὰ τῶν ἱερῶν εἰκόνων, ἀντιστάθηκε μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία στοὺς εἰκονομάχους. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη, τιμωρήθηκε καὶ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια. Ὅταν δέ, πέθανε ὁ αὐτοκράτορας, ἀπελευθερώθηκε καὶ ἀφοῦ βγῆκε ἀπὸ τὴ φυλακή, φρόντιζε γιὰ τὴν καλλιέργεια τῆς ἀρχαίας ὑγείας τῆς εὐσέβειας, παρακινώντας πολλοὺς πρὸς τὴν ἀρετὴ καὶ ἐπαναφέροντάς τους πρὸς τὴν ὀρθόδοξη πίστη.
Ἔτσι ἀφοῦ ἀγωνίσθηκε ὁ Ὅσιος Βασίλειος, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον δώρημα, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Βασίλειε, ὡς βασιλεύσας παθῶν, τοῖς θείοις σου σκάμμασι· σὺ γὰρ ὁμολογίᾳ, τὸν σὸν βίον φαιδρύνας, λάμπεις δι’ ἀμφοτέρων, ὡς ἀστὴρ σελασφόρος· ἐντεῦθεν τῆς ἀσαλεύτου βασιλείας ἠξίωσαι.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἐξ ὕψους λαβών, τὴν θείαν ἀποκάλυψιν, ἐξῆλθες σοφέ, ἐκ μέσου τῶν συγχύσεων, καὶ μονάσας Ὅσιε, τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν ἐνέργειαν, καὶ τὰς νόσους ἰᾶσθαι τῇ χάριτι, Βασίλειε Πάτερ ἱερώτατε.

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης Βασιλέως τῶν οὐρανῶν, θεράπων καὶ μύστης, διὰ βίου εἰλικρινοῦς· οὗ τὸν χαρακτῆρα, σεβόμενος αἰσχύνεις, Βασίλειε παμμάκαρ, ἄνακτα τύραννον.






Ὁ Ἅγιος Νέστωρας ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νέστορας καταγόταν ἀπὸ τὴν Πέργη τῆς Παμφυλίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) καὶ τοῦ ἡγεμόνος Ποπλίου. Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς καὶ ἀφοῦ ἔμαθε ἀπὸ αὐτοὺς τὰ ἱερὰ γράμματα, ἀποστόμωνε τοὺς Ἕλληνες μὲ τὶς θεῖες γραφὲς καὶ ὁδηγοῦσε πολλοὺς πρὸς τὴν ἀλήθεια. Ὅμως κατηγορήθηκε ὅτι ἦταν Χριστιανός, συνελήφθη ἀπὸ τὸν Ἄρχοντα Εἰρήναρχο καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ ὡς Θεὸ ἀληθινὸ καὶ Δημιουργὸ τοῦ κόσμου. Τὸ μαρτύριο ἄρχισε. Πρῶτα τὸν κτύπησαν μέχρι θανάτου. Ἔπειτα τὸν ἔγδαραν καὶ τέλος, ἐπειδὴ δὲν ἀρνιόταν τὸν Χριστό, τὸν κάρφωσαν πάνω σὲ σταυρό. Καὶ ὅσο ἦταν κρεμασμένος δίδασκε στοὺς παρευρισκόμενους τὴν ὁδὸ τῆς ἀλήθειας. Ἔτσι, δοξολογώντας τὸν Θεό, ἐξέπνευσε καὶ ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.






Οἱ Ἅγιοι Ἕξι Μάρτυρες οἱ ἐξ Αἰγύπτου
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, τελειώθηκαν διὰ ξίφους στὴν Αἴγυπτο. Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι ποὺ μαρτύρησαν μετὰ τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Οὐάρου († 19 Ὀκτωβρίου) στὴν Ἀλεξάνδρεια.






Ὁ Ἅγιος Ἀβίρκιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀβίρκιος ἢ Ἀβρίκιος τελειώθηκε διὰ ξίφους.






Οἱ Ἅγιοι Μακάριος, Ρουφῖνος, Ἰοῦστος καὶ Θεόφιλος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μαρτύρησαν στὴ Ρώμη τὸ ἔτος 250 μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορα Δεκίου (249 – 251 μ.Χ).






Οἱ Ἅγιοι Καιράλιος, Πουπούλιος, Γάϊος καὶ Σεραπίων οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, μαρτύρησαν στὴν Ἀλεξάνδρεια.






Ὁ Ἅγιος Προτέριος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας
Ὁ Ἅγιος Προτέριος ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας. Ἦταν πρεσβύτερος στὴν Ἐκκλησία τῆς Ἀλεξανδρείας καὶ ἔλαβε μέρος στὴν Δ’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ποὺ συνῆλθε τὸ ἔτος 451 μ.Χ. στὴν Κωνσταντινούπολη, κατὰ τοὺς χρόνους τῶν βασιλέων Μαρκιανοῦ καὶ Πουλχερίας.

Ἡ Σύνοδος καταδίκασε τὸν μονοφυσίτη Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Διόσκουρο. Μετὰ τὴν καθαίρεση τοῦ Διοσκούρου, ἐξελέγη Πατριάρχης ὁ Ἅγιος Προτέριος (452 – 457 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος διέπρεψε στὴ Σύνοδο καὶ ἔφραξε τὰ στόματα τῶν δυσσεβῶν αἱρετικῶν.

Ὅταν ὁ Ἅγιος ἐπέστρεψε στὴν Ἀλεξάνδρεια οἱ ὀπαδοὶ τοῦ Εὐτυχοῦς καὶ τοῦ Διοσκούρου προκαλοῦσαν στάσεις καὶ ρήξεις καὶ ἐμπόδιζαν νὰ κατέρχεται τὸ σιτάρι στὴν Ἀλεξάνδρεια μέσῳ τοῦ Πηλουσίου, μὲ σκοπὸ νὰ πεινάσουν οἱ κάτοικοι τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ νὰ στραφοῦν κατὰ τοῦ Ἁγίου. Ὅμως ὁ αὐτοκράτορας Μαρκιανός, κατόπιν παρακλήσεως τοῦ Ἁγίου, διέταξε τὴν διέλευση τοῦ σιταριοῦ διὰ τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ ἔτσι σώθηκε ἡ πόλη ἀπὸ τὴν πεῖνα.

Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Μαρκιανοῦ οἱ αἱρετικοὶ θρασύνθηκαν καὶ κατέφυγαν σὲ σατανικὲς ἐπινοήσεις, γιὰ νὰ ἐκπληρώσουν τὰ ἀσεβὴ σχέδιά τους καὶ νά ἐκθρονίσουν τὸν Ἅγιο. Ἐπικεφαλῆς αὐτῶν τέθηκε ὁ ἱερεὺς Τιμόθεος ὁ Αἵλουρος, ὁ ὁποῖος μὲ μύρια τεχνάσματα κατόρθωσε νὰ διεγείρει κατὰ τοῦ Ἁγίου Προτερίου τοὺς ἁπλοϊκοὺς μοναχοὺς τῆς Ἀλεξάνδρειας, περιερχόμενος κατὰ τὴ διάρκεια τῆς νύχτας τὰ κελιὰ τῶν μοναχῶν, λέγοντας ὅτι εἶναι ἄγγελος καὶ προτρέποντας αὐτοὺς νὰ μὴν ἔχουν κοινωνία μὲ τὸν Ἅγιο.

Οἱ μοναχοὶ παρασύρθηκαν καὶ προκάλεσαν μεγάλη ταραχὴ μὲ τοὺς αἱρετικούς, ἐκμεταλλευόμενοι τὴν ἀπουσία τοῦ στρατιωτικοῦ διοικητοῦ τῆς πόλεως Διονυσίου. Ὁ Ἅγιος ἀναγκάστηκε νὰ φύγει, ἀλλὰ ἐπανῆλθε στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ κρύφθηκε μέσα στὴν κολυμβήθρα ἐνὸς ναοῦ. Οἱ διῶκτες του τὸν ἀνακάλυψαν καὶ τὸν κατάσφαξαν μὲ ὀξεῖς καλάμους, τὸ ἔτος 454 μ.Χ., ἐνῷ ἀνεκήρυξαν Πατριάρχη τὸν Τιμόθεο. Τὸ ἱερὸ λείψανό του τὸ ἔδεσαν μὲ σχοινὶ καὶ τὸ ἔσυραν στοὺς δρόμους τῆς πόλεως. Τέλος, τὸ παρέδωσαν στὰ ζῶα καὶ τὸ ἐπίλοιπο τὸ κατέκαψαν. Καὶ ὁ νέος Πατριάρχης τολμοῦσε ὅλα αὐτὰ κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδας, χωρὶς αὐτὸ νὰ τὸν ἐμποδίζει νὰ τελεῖ τὶς Ἀκολουθίες τῶν Παθῶν τοῦ Κυρίου.

Ὅταν πληροφορήθηκε τὰ γενόμενα ὁ διάδοχος τοῦ Μαρκιανοῦ, αὐτοκράτορας Λέων ὁ Μέγας ὁ Θρὰξ († 457 – 474 μ.Χ.) διέταξε νὰ δικασθεῖ ὁ Τιμόθεος ὁ Αἵλουρος κανονικὰ καὶ νὰ ἐξορισθεῖ στὴ Γάγγρα. Ὁμοίως τιμωρήθηκαν καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ ἔλαβαν μέρος στὸ φόνο τοῦ Ἁγίου Προτερίου. Ἀντὶ δὲ τοῦ καθαιρεθέντος Τιμοθέου, Πατριάρχης ἐξελέγη ὁ Ὀρθόδοξος Τιμόθεος ὁ Σαλοφακίολος (460 – 482 μ.Χ.). Ὁ Λέων ἐπέβαλε τὶς ἀποφάσεις τῆς Δ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἐξεδίωξε τοὺς μονοφυσίτες Ἐπισκόπους Ἀλεξανδρείας καὶ Ἀντιοχείας καὶ διόρισε Ὀρθοδόξους στὴ θέση αὐτῶν.
Ἔτσι ἔζησε καὶ μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Προτέριος καὶ ἡ μνήμη αὐτοῦ ἀνθεῖ στὸ βίο τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας.






Οἱ Ὁσίες Κύρα καὶ Μαράνα
ImageImage
Τὸν βίο τῶν Ὁσίων αὐτῶν γυναικῶν, συνέγραψε ὁ Θεοδώρητος Κύρου στὴ Φιλόθεο Ἱστορία του.

Οἱ Ὁσίες Κύρα καὶ Μαράνα κατάγονταν ἀπὸ τὴ Βέροια τῆς Συρίας καὶ ἔζησαν στὶς ἀρχὲς τοῦ 5ου αἰῶνα μ.Χ. Ἡ καταγωγή τους ἦταν ἐπίσημη καὶ εὐγενική, ἀνάλογη δὲ καὶ ἡ μόρφωσή τους. Ἡ ἀφοσίωσή τους ἦταν στραμμένη στὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ τὸν ἡσυχαστικὸ βίο. Ἔτσι ἐγκατέλειψαν τὸν κόσμο καὶ ἔκτισαν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη περιτοίχισμα ἀπὸ πέτρες καὶ ἐπιδόθηκαν ἐκεῖ στὸν πνευματικὸ ἀγώνα. Τὴ θύρα τοῦ περιβόλου τους τὴν ἔκλεισαν μὲ πηλό, γιὰ νὰ μὴν εἰσέρχεται κανένας σὲ αὐτὸν καὶ ἄφησαν μόνο μία μικρὴ θυρίδα, γιὰ νὰ ἐπικοινωνοῦν μὲ τοὺς ἔξω καὶ νὰ λαμβάνουν τὴν τροφή τους. Ἀσκήθηκαν στὴ σιωπὴ καὶ ἔφεραν στὰ χέρια, τὰ πόδια, τὸν τράχηλο καὶ τὴ μέση σίδερα, γιὰ νὰ νεκρώσουν τὸ σῶμα καὶ νὰ νικήσουν τοὺς πειρασμούς.

Ὁ εὐσεβὴς πόθος τους τὶς ἔφερε στοὺς Ἁγίους Τόπους καὶ στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Θέκλας στὴν Ἰσαυρία, ἀπ’ ὅπου ἐπέστρεψαν πνευματικὰ ἐνισχυμένες στὸ ἐρημητήριό τους καὶ συνέχισαν μὲ ταπεινοφροσύνη καὶ ἀγαθοεργίες τὴ ζωή τους.
Ἔτσι, ἀφοῦ ἔζησαν, κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη καὶ παρέδωσαν τὶς ψυχὲς τους στὸ Νυμφίο Χριστό.






Ὁ Ὅσιος Βάρσος Ἐπίσκοπος Δαμασκοῦ
Ὁ Ὅσιος Βάρσος ἦταν Ἐπίσκοπος Δαμασκοῦ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Οἱ Ἅγιοι Νυμφᾶς καὶ Εὔβουλος οἱ Ἀπόστολοι
Οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι Νυμφᾶς καὶ Εὔβουλος ἦταν μαθητὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ὁ ὁποῖος μνημονεύει τὸν μὲν Ἀπόστολο Νυμφᾶ, ποὺ διέμενε στὶς Κολοσσὲς ἢ στὴ Λαοδικεία, στὴν πρὸς Κολοσσαεῖς ἐπιστολή, τὸν δὲ Ἀπόστολο Εὔβουλο, ποὺ ἦταν μετὰ τοῦ Παύλου, στὴν πρὸς Τιμόθεον Β’ Ἐπιστολή.





Ὁ Ὅσιος Θεοστήρικτος

Ἡ μνήμη τοῦ Ὁσίου Θεοστηρίκτου, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὴν 17η Φεβρουαρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Ἄγνωστο γιατὶ ἐπαναλαμβάνεται σήμερα.






Ὁ Ἅγιος Ἰαροσλάβος ὁ Σοφός
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰαροσλάβου τοῦ Σοφοῦ, τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὴν 19η Φεβρουαρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Ἄγνωστο γιατὶ ἐπαναλαμβάνεται σήμερα.






Μνήμη Μεγάλου Σεισμοῦ
Ὁ Σεισμὸς ἔγινε στὴν Ἀντιόχεια τὸ ἔτος 1092. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.






Οἱ Ἅγιοι Τεσσαράκοντα Χιλιάδες Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες κάηκαν ἀπὸ τοὺς Μαμελούκους Τούρκους τὸν 13ο αἰώνα μ.Χ.






Ἡ Ἁγία Κυράννα η Νεομάρτυρας
Image
Ἡ Ἁγία Νεομάρτυς Κυράννα γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἀβυσσώκα ἢ Βυρσόκα, στὴ σημερινὴ Ὄσσα τῆς Θεσσαλονίκης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους. Στὸ Μαρτύριό της ἀναφέρεται, ὅτι ἦταν ἐξαιρετικὰ ὄμορφη. Αὐτὴ ἡ ἐξωτερικὴ ὀμορφιὰ τῆς Κυράννας, ποὺ δὲν ἦταν τίποτε ἄλλο ἀπὸ τὸ ἀντικατόπτρισμα τῆς ἐσωτερικῆς της ὡραιότητας, ἀποτέλεσε καὶ τὴν ἀφορμὴ γιὰ νά ὁδηγηθεῖ στὸ μαρτύριο, καθὼς κάποιος γενίτσαρος, εἰσπράκτορας τῶν φόρων στὸ χωριὸ τῆς Κυράννας, ποὺ τὴν ἐρωτεύθηκε, προσπάθησε ἐπανειλημμένα μὲ κολακεῖες καὶ δῶρα νὰ τὴν ἑλκύσει καὶ νὰ τὴν πείσει νὰ ἀλλαξοπιστήσει, γιὰ νὰ τὴν νυμφευθεῖ.

Ἐπειδὴ ὅμως ἡ Κυράννα δὲν ἀποδεχόταν οὔτε τὶς κολακεῖες, οὔτε πολὺ περισσότερο τὰ δῶρα τοῦ Τούρκου, αὐτὸς νομίζοντας ὅτι θὰ τὴν κάμψει μὲ τὸν φόβο, ἄρχισε νὰ τὴν ἀπειλεῖ ὅτι θὰ τὴν βασανίσει σκληρὰ καὶ τέλος θὰ τὴν θανατώσει, ἐὰν δὲν ὑποχωρήσει καὶ δὲν ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της. Ἀλλὰ οὔτε αὐτὰ τὰ μέσα ἔφεραν τὸ ποθητὸ ἀποτέλεσμα γιὰ τὸν γενίτσαρο. Τότε τὴν ὁδήγησε βίαια στὸν κριτὴ τῆς Θεσσαλονίκης καὶ ψευδομαρτύρησε ἐναντίων της, ὅτι τοῦ εἶχε δηλώσει ὅτι θὰ ἀλλαξοπιστήσει γιὰ νὰ τὴ νυμφευθεῖ, ἀλλὰ τελικὰ δὲν τήρησε τὴν ὑπόσχεσή της. Ἡ Ἁγία Κυράννα μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ἔτσι οἱ Τοῦρκοι τὴν ὁδήγησαν στὴ φυλακή.

Ὁ γενίτσαρος, ποὺ τὴν ὁδήγησε στὸν κριτή, ζήτησε καὶ ἔλαβε τὴν ἄδεια τοῦ Ἀλῆ Ἐφέντη, μπέη τοῦ κάστρου τῆς Θεσσαλονίκης, νὰ ἐπισκέπτεται τὴν Ἁγία στὴ φυλακή, ὅπου προσπαθοῦσε μὲ κολακεῖες ἀλλὰ καὶ βασανιστήρια νὰ τὴν μεταπείσει. Ὅταν ἔφυγε αὐτός, συνέχιζε τὰ βασανιστήρια ὁ δεσμοφύλακας, τὸν ὁποῖο ἔλεγχαν γιὰ τὴν σκληρότητά του, τόσο οἱ ὑπόλοιποι φυλακισμένοι, ὅσο καὶ κάποιος ἄλλος φύλακας Χριστιανός.

Κάποια φορὰ ὁ γενίτσαρος ἐπισκέφθηκε καὶ πάλι τὴν Ἁγία στὴ φυλακὴ καὶ τὴν βασάνισε μέχρι θανάτου. Ὁ Χριστιανὸς φύλακας ἐπέπληξε τότε δριμύτατα τὸν δεσμοφύλακα καὶ τὸν ἀπείλησε ὅτι θὰ τὸν καταγγείλει στὸν πασᾶ, ἐπειδὴ ἐπέτρεπε νὰ εἰσέρχονται στὴ φυλακὴ παράνομα ἄνθρωποι ξένοι καὶ νὰ βασανίζουν τοὺς φυλακισμένους. Ἔτσι, ὅταν μετὰ ἀπὸ λίγο ὁ γενίτσαρος ξαναῆλθε στὴ φυλακή, φοβούμενος ὁ δεσμοφύλακας δὲν τοῦ ἐπέτρεψε τὴν εἴσοδο. Αὐτὸς τότε τὸν κατήγγειλε στὸν Ἀλῆ Ἐφέντη, ὁ ὁποῖος τὸν κάλεσε καὶ τὸν ἐπέπληξε, γιατί παράκουσε τὶς διαταγές του. Ὕστερα ἀπὸ αὐτὸ τὸ γεγονός, ὁ δεσμοφύλακας ἐπέστρεψε ὀργισμένος στὴ φυλακὴ καὶ ξέσπασε πάνω στὴν Ἁγία Κυράννα, τὴν ὁποία κρέμασε καὶ ἄρχισε νὰ χτυπᾶ ἀλύπητα. Μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ θέαμα ὅλοι οἱ φυλακισμένοι, ἀκόμα καὶ οἱ Μωαμεθανοί, ἄρχισαν νά διαμαρτύρονται καὶ νὰ καταφέρονται ἐναντίων τοῦ δεσμοφύλακα, ὁ ὁποῖος ἄφησε τὴν Ἁγία κρεμασμένη καὶ ἔφυγε. Στὶς 28 Φεβρουαρίου τοῦ 1751.

Κατὰ τὶς πρῶτες πρωινὲς ὧρες ἕνα θεῖο φῶς κάλυψε ξαφνικὰ τὸ σῶμα τῆς Ἁγίας Κυράννας, ἡ ὁποία ἄφηνε τὴν τελευταία της πνοὴ καὶ ὕστερα ἐξαπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν φυλακή. Μπροστὰ σὲ αὐτὸ τὸ θαῦμα οἱ Χριστιανοὶ εὐχαριστοῦσαν τὸν Κύριο, ἐνῷ οἱ Μωαμεθανοὶ νόμιζαν ὅτι ἦταν φωτιὰ καὶ τρομοκρατήθηκαν.

Ὁ Χριστιανὸς φύλακας, ὁ ὁποῖος πῆγε νὰ κατεβάσει τὴν κρεμασμένη Ἁγία, τὴ βρῆκε νεκρή. Στὸ μεταξὺ τὸ φῶς εἶχε ὑποχωρήσει, ἀλλὰ παρέμενε σὲ ὅλο τὸν χῶρο μία ἄρρητη εὐωδία. Ὁ φύλακας τότε, περιποιήθηκε τὸ ἱερὸ λείψανο τῆς Μάρτυρος, τὸ ὁποῖο τὴν ἑπόμενη ἡμέρα παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν ἔξω ἀπὸ τηνΘεσσαλονίκη. Στὸ Συναξάρι τῆς Νεομάρτυρος ἀναφέρεται ὅτι τὸ σκήνωμα τῆς Ἁγίας ἐνταφιάσθηκε «ἔξω τῆς πόλεως, ἐκεῖ ὅπου ἐνταφιάζονται καὶ τῶν λοιπῶν Χριστιανῶν τὰ λείψανα», δηλαδὴ στὸ κοιμητήριο τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς.
Ὡς ἡμέρα τῆς μνήμης τῆς Νεομάρτυρος, ἀναφέρεται σὲ Λαυριωτικὸ Κώδικα ἡ 1η Ἰανουαρίου. Στὴν Ὄσσα ὅμως, ἡ Ἁγία Κυράννα ἑορτάζεται στὶς 8 Ἰανουαρίου. Αἰτία αὐτῆς τῆς ἐορτολογικῆς μετατοπίσεως ἴσως ἔιναι ὅτι ὁ ἑορτασμὸς της κατὰ τὴν 28η Φεβρουαρίου συχνὰ συνέπιπτε μὲ τὴν περίοδο τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, περίοδο χαρμολύπης, ἐνῷ στὶς 8 Ἰανουαρίου ἐπιπλέον οἱ κάτοικοι τῆς Ὄσσας ἦταν ὅλοι συγκεντρωμένοι στὸ χωριό τους ἐξ’ αἰτίας τῶν ἑορτῶν τῶν Χριστουγέννων. Ἡ μνήμη τῆς Ἁγίας τιμᾶται πανηγυρικὰ καὶ ἀπὸ τοὺς Ὀσσαίους τῆς Θεσσαλονίκης στὸ ναὸ τῆς Ἀχειροποιήτου κατὰ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὶς 8 Ἰανουαρίου.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ διὰ Χριστὸν Σαλός τοῦ Πσκὼφ
Image
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρωσία καὶ ἦταν διὰ Χριστὸν σαλός. Ἔζησε στὴν πόλη Πσκὼφ κατὰ τοὺς χρόνους τῆς βασιλείας τοῦ τσάρου Ἰβὰν τοῦ Τρομεροῦ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1576.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Feb 16, 2013 7:28 pm

1 ΜΑΡΤΙΟΥ






Ἡ Ἁγία Εὐδοκία ἡ Μάρτυς
Image
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Εὐδοκία καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἠλιούπολη, τῆς ἐπαρχίας Λιβανησίας Φοινίκης καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.). Στὸν πρότερό της βίο ζοῦσε ζωὴ ἀκόλαστη μέσα στὰ πάθη καὶ τὴν ἁμαρτία. Ὅμως ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ φώτισε τὴν καρδιά της καὶ μὲ τὶς νουθεσίες κάποιου γέροντος μοναχοῦ, ποὺ ὀνομαζόταν Γερμανός, μετανόησε. Στὴν συνέχεια, ἀφοῦ εἶδε ὀπτασία, προσῆλθε στὸν Ἐπίσκοπο Θεόδοτο καὶ βαπτίσθηκε. Ἡ ὀπτασία ἦταν ἡ ἑξῆς: Παρατηροῦσε Ἄγγελο Θεοῦ νὰ ὁδηγεῖ αὐτὴν πρὸς τὸν οὐρανὸ καὶ ἄλλους Ἀγγέλους νὰ τὴ συγχαίρουν, ἐνῷ τὴν ἴδια στιγμὴ κάποιος μαῦρος οὔρλιαζε καὶ ἔλεγε ὅτι ἀδικεῖται πάρα πολύ, ἐπειδὴ ἡ Εὐδοκία ἔγινε Χριστιανή.

Μετὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννησή της καὶ τὴν καλὴ ἀλλοίωσή της, διαμοίρασε τὰ πλούτη της στοὺς πτωχοὺς καὶ κατέφυγε σὲ μοναστήρι, ὅπου ἐσχόλαζε στὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς.

Ὅμως κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς πρώην ἐραστές της ὡς Χριστιανὴ καὶ συνελήφθη. Ὁδηγήθηκε στὸ βασιλέα Αὐρηλιανό, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστὸ καὶ τιμωρήθηκε. Ἀλλὰ ἀφοῦ ἀνέστησε μὲ τὴν προσευχή της τὸν υἱὸ τοῦ βασιλέως, ποὺ εἶχε πεθάνει, τὸν ἔπεισε νὰ πιστέψει στὸν Κύριο. Καὶ τότε ἀπελευθερώθηκε. Ἀργότερα ὅμως συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα τῆς Ἡλιουπόλεως Βικέντιο καὶ ἀποκεφαλίσθηκε.
Ἔτσι ἡ Ἁγία Μάρτυς Εὐδοκία ἔλαβε τὸν ἀμάραντο στέφανο τῆς δόξας καὶ εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου της.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Φόβον ἔνθεον, ἀναλαβοῦσα, κόσμου ἔλιπες, τὴν εὐδοξίαν, καὶ τῷ Λόγῳ Εὐδοκία προσέδραμες· οὗ τὸν ζυγὸν τῇ σαρκί σου βαστάσασα, ὑπερφυῶς ἠγωνίσω δι' αἵματος. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ εὐδοκήσας ἐκ βυθοῦ ἀπωλείας, πρὸς εὐσεβείας τὸν ἀκρότατον ὅρον, ἀναγαγεῖν σε ἔνδοξε ὡς λίθον ἐκλεκτόν, οὗτος καὶ τὸν βίον σου, τῇ ἀθλήσει λαμπρύνας, χάριν ἰαμάτων σοι, Εὐδοκία παρέχει· ὃν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἡμᾶς, Ὁσιομάρτυς, Ἀγγέλων ἐφάμιλλε.

Μεγαλυνάριον.
Χάρις εὐδοκίας τῆς θεϊκῆς, νύμφην σε τοῦ Λόγου, ἀπειργάσατο ἐκλεκτήν, ἤθεσιν ὁσίοις, καὶ αἵματι Μαρτύρων, θεόφρον Εὐδοκία, περιαστράπτουσαν.






Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα ἡ Μάρτυς
Image
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Ἀντωνίνα καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Νίκαια τῆς Βιθυνίας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.). Ὄντας Χριστιανή, φανερώθηκε στὸν Μαξιμιανό, ὅταν ἀναχώρησε γιὰ τὴν Νίκαια καὶ ὁμολόγησε μὲ τόλμη γνώμης τὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ βασανίσθηκε καὶ ὁδηγήθηκε στὴ φυλακή. Ἀφοῦ τὴν ἔβγαλαν ἀπὸ τὴ φυλακή, τὴν πίεσαν μὲ τὴν βία νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἡ Ἁγία δὲν δέχθηκε καὶ παρέμενε σταθερὴ στὴν πίστη της. Τότε οἱ δήμιοι τὴν κρέμασαν καὶ τῆς ἔγδαραν τὰ πλευρά. Ἔπειτα τὴν τοποθέτησαν πάνω σὲ πυρακτωμένη σχάρα, ἀλλὰ καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὸ τὸ μαρτύριο ἡ Ἁγία παρέμεινε ἀβλαβής.
Στὴ συνέχεια, ἀφοῦ τὴν ἔβαλαν σὲ σάκο, τὴν ἔριξαν στὴ λίμνη τῆς Νίκαιας, στὴν ὁποία βρῆκε τὸ μαρτυρικὸ θάνατο καὶ ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.






Ἡ Ὁσία Δομνίνα ἡ Νέα
Τὸ βίο τῆς Ὁσίας Δομνίνας συνέγραψε ὁ Θεοδώρητος Κύρου στὴ Φιλόθεο Ἱστορία του.

Ἡ Ὁσία Δομνίνα γεννήθηκε στὴν πόλη Κύρο τῆς Ἀντιόχειας ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία ζήλωσε τὸ βίο τῶν Ἀσκητῶν καὶ μιμήθηκε τὸν Ὅσιο Μάρωνα († 14 Φεβρουαρίου) κτίζοντας στὸ γονικὸ κῆπο αὐτῆς καλύβα, ὅπου ἀσκήτευε καθημερινά, τὴ δὲ νύχτα μετέβαινε στὴν ἐκκλησία, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ καὶ νὰ δοξολογήσει τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι ἡ Ὁσία Δομνίνα, ἀφοῦ ἔζησε μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Οἱ Ἅγιοι Ἀντώνιος, Μάρκελλος, Σιλβέστρος καὶ Σωφρόνιος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀντώνιος, Μάρκελλος, Σιλβέστρος καὶ Σωφρόνιος συνελήφθησαν, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανοὶ καὶ παρέστησαν στὸν ἄρχοντα τῆς Παλαιστίνης, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησαν μὲ θάρρος τὸν Χριστὸ καὶ ἀνακήρυξαν τὴν πίστη τους στὸν ἀληθινὸ Θεό. Γι’ αὐτὸ φυλακίσθηκαν καὶ βασανίσθηκαν σκληρά. Τοὺς ἄφησαν ἄσιτους, τοὺς τέντωσαν ἀπὸ τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια, τοὺς κατέφλεξαν τὰ σκέλη, τοὺς ἔσκισαν τὶς σάρκες καὶ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες εἰσῆλθαν στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.






Ὁ Ἅγιος Νεστοριανὸς ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Νεστοριανὸς μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Νικηφόρος καὶ Χαρίσιος οἱ Μάρτυρες
Δὲν ἔχουμε πληροφορίες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τῶν Ἁγίων.






Οἱ Ἅγιοι Γερβάσιος καὶ Λέων οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Γερβάσιος καὶ Λέων ἦταν ἀδέλφια καὶ μαρτύρησαν κατὰ τὸν 2ο αἰῶνα μ.Χ. Ὁ Ἅγιος Λέων ἦταν Ἀπόστολος τῶν Βάσκων.






Ὁ Ἅγιος Σιλβέστρος
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Σιλβέστρου ἀναγράφεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸν Κανονάριον ὡς ἀκολούθως: «Ἐν τῇ Ἀναστάσει, τοῦ ἁγίου πατριάρχου Σιλβέστρου». Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὸ ναὸ τῆς Ἀναστάσεως.






Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος
Ὁ Ὅσιος Ἀγάπιος ἀσκήτεψε στὴ Σκήτη τῆς Ἁγίας Τριάδος κοντὰ στὰ ὅρια τῆς μεγίστης Μονῆς Βατοπαιδίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους καὶ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Σαρακηνούς. Ἀφοῦ ὁδηγήθηκε στὴ Μαγνησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, κήρυξε σὲ αὐτοὺς τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ, τοὺς κατήχησε καὶ τοὺς βάπτισε. Στὴ συνέχεια ἀφέθηκε ἐλεύθερος καὶ τελειώθηκε μὲ εἰρήνη στὸ Ἅγιον Ὄρος.






Ὁ Ὅσιος Συνέσιος ὁ ἐν Λύσῃ τῆς Κύπρου ἀθλήσας
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ἅγιος Δαβὶδ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Image
Ὁ Ἅγιος Δαβὶδ καταγόταν ἀπὸ τὴν Οὐαλία καὶ ἀνατράφηκε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ἀπὸ νεαρὰ ἡλικία ἀκολούθησε τὸ μοναχικὸ βίο καὶ ἐκάρη μοναχός. Ἀποσύρθηκε στὴ νῆσο τοῦ Οὐάϊτ, καθοδηγούμενος ἀπὸ τὸν Γέροντα Παυλίνο. Κήρυξε πρὸς τοὺς Βρετανοὺς καὶ ἀνοικοδόμησε ναὸ στὴν πόλη Γκλαστένμπουρυ, ὅπου κατὰ τὴν παράδοση κήρυξε ὁ Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας ποὺ εἶχε, κατὰ τὴν παράδοση, μαζί του τὸ Ποτήριον τοῦ Μυστικοῦ Δείπνου καὶ τὸν Ἀκάνθινο Στέφανο τοῦ Κυρίου.

Ὁ Ἅγιος Δαβὶδ ἵδρυσε δώδεκα μοναστήρια στὰ ὁποῖα ἐπέβαλε τοὺς κανόνες τῆς Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. Οἱ μοναχοὶ μιλοῦσαν σπάνια καὶ ὡς κύριο ἔργο τους εἶχαν τὴν προσευχή.

Ὁ Ἅγιος ἔλαβε μέρος σὲ δύο Συνόδους κατὰ τοῦ Πελαγιανισμοῦ, ποὺ ἔγιναν στὴν πόλη Μπρέβυ τὸ 512 ἢ 519 μ.Χ. καὶ στὴν πόλη Βικτόρια λίγο ἀργότερα. Κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Συνόδου ἐξελέγη Ἀρχιεπίσκοπος Οὐαλίας, ἀλλὰ ἀποδέχθηκε τὴν ἐκλογή του μετὰ ἀπὸ πολλὲς πιέσεις.
Ὁ Ἅγιος Δαβὶδ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 544 μ.Χ.






Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ὁ ἐκ Σικελίας
Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς, κατὰ κόσμο Λέων, γεννήθηκε στὴν Κορλεόνε τῆς Σικελίας κατὰ τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ. ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς, τὸν Λέοντα καὶ τὴ Θεοκτίστη, οἱ ὁποῖοι τὸν ἀνέθρεψαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ὅταν οἱ γονεῖς του πέθαναν, ἐκεῖνος κατέφυγε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Φιλίππου στὴν Ἄγκυρα. Ὅμως, λόγω τῶν ἐπιδρομῶν τῶν Σαρακηνῶν, ἔφυγε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἦλθε στὴν Καλαβρία, στὴ μονὴ τοῦ ὄρους Μουλᾶ, κοντὰ στὸ Κασσίνο, ὅπου ἐκάρη μοναχός. Ἐκεῖ ἔμεινε ἕξι χρόνια.

Στὴ συνέχεια, μαζὶ μὲ τὸν ἡγούμενο τῆς μονῆς Χριστόφορο, πῆγαν στὴν περιοχὴ τοῦ Μερκουρίου. Ἐκεῖ βρῆκαν ἕνα νέο μοναστήρι στὸ ὁποῖο ἔζησαν ἀσκητικὰ ἐπὶ ἑπτὰ χρόνια, γιὰ νὰ συνεχίσουν ἀργότερα τὸν πνευματικό τους ἀγώνα καὶ σὲ ἄλλο μοναστικὸ τόπο ἐπὶ δέκα χρόνια.

Ὁ Ἅγιος Θεὸς χάρισε στὸν Ὅσιο Λουκᾶ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας. Πλῆθος πιστῶν συνέρεε στὸν Ἅγιο ἀσκητή, γιὰ νὰ λάβει τὴν εὐλογία του καὶ νὰ θεραπευθεῖ.

Λίγο ἀργότερα, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγουμένου Χριστοφόρου, ἀναλαμβάνει τὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς στὸ ὄρος Μουλᾶ. Ἐδῶ ἀρχίζουν νέοι ἀσκητικοὶ ἀγῶνες. Ὁ Ὅσιος θεραπεύει ἀσθενεῖς, ἀποδιώκει τοὺς δαίμονες, ἐγείρει παραλυτικούς, καθοδηγεῖ πρὸς τὴν ὁδὸ τῆς σωτηρίας τοὺς χαμένους. Προσεύχεται ἀδιάλειπτα. Μένει ἔξω στὸ κρύο ἐπὶ εἴκοσι ἡμέρες, γιὰ νὰ ἐντείνει τὸν ἀσκητικό του ἀγώνα.
Σὲ βαθὺ γῆρας καλεῖ πιὰ κοντά του τοὺς μοναχοὺς καὶ τοὺς προλέγει τὸ τέλος του. Ἀναθέτει τὰ καθήκοντα τοῦ προεστῶτος τῆς μονῆς στὸν μοναχὸ Θεόδωρο καὶ ὁρίζει βοηθό του τὸν πρεσβύτερο Εὐθύμιο. Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς, ἀφοῦ κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.






Ὁ Ὅσιος Μαρτύριος ἐκ Ρωσίας
Image
Ὁ Ὅσιος Μαρτύριος τοῦ Ζελένσκ, κατὰ κόσμον Μηνᾶς, γεννήθηκε στὴν πόλη Βελίκι Λούκι τῆς Ρωσίας κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους, τὸν Κοσμᾶ καὶ τὴν Σταφανίδα, οἱ ὁποῖοι πέθαναν δέκα χρόνια μετὰ τὴν γέννησή του. Τὴν κατὰ Θεὸν διαπαιδαγώγησή του καὶ φροντίδα τοῦ μικροῦ Μηνᾶ ἀνέλαβε ἕνας πνευματικὸς καὶ ἀγαθὸς λευΐτης τοῦ ναοῦ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς γενέτειράς του, ποὺ λίγο ἀργότερα ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ὀνομάστηκε Βογολέπιος. Ὁ Ὅσιος ἐπισκεπτόταν τακτικὰ τὸν γέροντά του καὶ λίγο ἀργότερα, ἰκανοποιώντας τὸν πόθο τῆς ψυχῆς του, κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Μαρτύριος. Μετὰ ἀπὸ ἑπτὰ χρόνια ἀσκήσεως καὶ προσευχῆς ὁ Ὅσιος, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του, πῆρε μαζί του τὴν εἰκόνα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Τιχβὶν καὶ ᾖλθε στὴ νῆσο Βέρντε, κοντὰ στὴν περιοχὴ Ζελένσκ, ὅπου καὶ ἀσκήτευε. Ἐκεῖ ἔκτισε ἕνα μικρὸ ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Κυρίου καὶ τῆς Θεοτόκου.

Ἕνα βράδυ, μετὰ τὴν προσευχή του, εἶδε ξαφνικὰ στὸ ὄνειρό του τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας νὰ ἐπιπλέει πάνω στὸ νερό. Ὁ Ἀρχάγγελος Γαβριὴλ κάλεσε τὸν Ὅσιο νὰ πάει νὰ βρεῖ τὴν ἱερὴ εἰκόνα. Πράγματι, ὁ Ὅσιος Μαρτύριος κατέβηκε στὴν λίμνη καὶ εἶδε τὴν εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου νά ἐπιπλέει ἐπάνω στὸ νερό. Τότε τὴν πῆρε μὲ εὐλάβεια καὶ δέος καὶ τὴν μετέφερε στὸν τόπο τῆς ἀσκήσεώς του.

Τὸ ἔτος 1570, ὁ Ὅσιος χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Ἀρχιεπίσκοπο τοῦ Νόβγκοροντ καὶ διορίσθηκε ὡς ἡγούμενος τὸ ἔτος 1582.
Ὁ Ὅσιος Μαρτύριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1603. Παραδίδοντας τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Κύριο ἀνέπεμψε τὴν τελευταία ἐπὶ γῆς ἱκεσία του: «Κύριε, χάρισε τὴν εἰρήνη σὲ ὅλους τοὺς Ὀρθόδοξους Χριστιανούς».






Ὁ Ἅγιος Παρασκευᾶς ὁ Νεομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Παρασκευᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Τραπεζούντα καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς προύχοντες τῆς πόλεως. Μαρτύρησε τὸ ἔτος 1659 στὴν Τραπεζούντα δι’ ἀπαγχονισμοῦ. Τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτοῦ ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνακομίσθηκε στὴ μονὴ Θεοσκεπάστου Τραπεζοῦντος.






Ὁ Ἅγιος Μεθόδιος ὁ Ἱερομάρτυρας ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Μεθόδιος μαρτύρησε τὸ ἔτος 1920. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.






Ἡ Ἁγία Ἀντωνίνα ἡ Ὁσιομάρτυς
Ἡ Ἁγία Ὁσιομάρτυς Ἀντωνίνα μαρτύρησε τὸ ἔτος 1924. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας.






Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Νεομάρτυς
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Feb 24, 2013 5:48 pm

2 ΜΑΡΤΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ὁ Συγκλητικὸς
Image
Ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.) καὶ κατεῖχε τὸ ἀξίωμα τοῦ Συγκλητικοῦ. Ὅταν διὰ διατάγματος τοῦ Μαξιμιανοῦ ξέσπασε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν καὶ οἱ κατέχοντες ἀνώτερα ἀξιώματα Χριστιανοὶ ἀπαγορεύθηκε νὰ φέρουν ζώνη καὶ στολή, τότε ὁ Ἅγιος προτίμησε νὰ περιφρονήσει ὅλες τὶς τιμὲς τῆς πρόσκαιρης δόξας, ἀπέβαλε τὰ ἐνδύματα καὶ τὴ ζώνη τοῦ ἀξιωματικοῦ καὶ ἐνδύθηκε ταπεινὰ καὶ ἄσημα.

Ὅταν ὁ αὐτοκράτορας ἔμαθε τί εἶχε γίνει ὀργίσθηκε καὶ διέταξε νὰ δέσουν στὸν λαιμὸ τοῦ Ἁγίου βαριὰ πέτρα καὶ νὰ τὸν ρίξουν στὸ ποτάμι.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἡσύχιος ἔλαβε τὸ στέφανο τῆς μακαρίας δόξας τοῦ Θεοῦ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.

Ἄξιας κοσμικῆς, ἀπορρίψας τὸ κλέος, τὴν δόξαν τοῦ Χριστοῦ, ὡμολόγησας χαίρων, Ἡσύχιε πανένδοξε, Ἀθλητῶν ἐγκαλλώπισμα· ὅθεν ἔφερες, ὥσπερ τιμὴν τὴν αἰσχύνην, καὶ τὸν θάνατον, ἐν πνιγμονῇ τῶν ὑδάτων, δυνάμει τοῦ Πνεύματος.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου, Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν, ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση, Αὐτοῦ ταῖς ἰκεσίαις, Χριστὲ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τοὺς ἀθλητικούς, ἀγῶνας ἰχνηλάτησας, πρὸς θεουργικήν, ἀγάπην ἀναπτερώθης, καὶ τῆς ἄνω Συγκλήτου, ἐδείχθης ὁμότιμος, ἀρνησάμενος τὴν πρόσκαιρον, καὶ ζωῆς πρὸς ὕδωρ ἔφθασας, ποταμοῦ ῥιφεὶς τοῖς ῥεύμασιν, Ἡσύχιε Ἀθλητά, εὐσεβῶν πρεσβευτά.

Μεγαλυνάριον.
Βουλὰς ἀσεβούντων ὑπεριδών, ἐν βουλῇ Κυρίου, ἐπορεύθης θεοπρεπῶς, καὶ ἀνδραγαθήσας, Ἡσύχιε ἐν ἄθλοις, λαμπρῶς ἐμεγαλύνθης, δόξῃ τῇ κρείττονι.







Οἱ Ἅγιοι Νέστωρ καὶ Τριβιμίνος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Νέστωρ καὶ Τριβιμίνος ἢ Τριβίμιος κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη Πέργη τῆς Παμφυλίας, χώρα τῶν Κιβυρραιωτῶν καὶ ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἀσεβοῦς βασιλιὰ Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανοὶ καὶ κήρυτταν μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τὸν Χριστό, κατηγορήθηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς Πέργης. Αὐτός, ἀφοῦ ἀμέσως ἔστειλε πλῆθος στρατιωτῶν, τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς ὁδήγησε δεμένους στὸ δικαστήριο καὶ ἔθεσε ἐνώπιόν τους ὅλα τὰ ὄργανα τῶν βασανιστηρίων. Οἱ Μάρτυρες ὅμως περιφρονοῦσαν τὶς ἀπειλὲς καὶ ὁμολογοῦσαν μὲ γενναιότητα τὸν Χριστό. Γι’ αὐτὸ τοὺς γύμνωσαν καὶ τοὺς κτυποῦσαν μὲ σκληρὰ σχοινιὰ ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν. Ἔπειτα τοὺς κρέμασαν, τοὺς καταξέσκισαν τὶς σάρκες καὶ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Ἔτσι, ἀφοῦ τελειώθηκε ὁ βίος τους, μὲ εὐχαρίστηση παρέλαβε τὶς ψυχὲς τους ὁ μισθαποδότης Κύριος.






Ὁ Ἅγιος Τρωάδιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Τρωάδιος τελειώθηκε διὰ ξίφους ἐπὶ αὐτοκράτορα Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.) μαζὶ μὲ ἄλλους Χριστιανοὺς στὴ Νεοκαισάρεια τὸ ἔτος 251 μ.Χ.






Ἡ Ἁγία Εὐθαλία ἡ Παρθενομάρτυς
Image
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Εὐθαλία καταγόταν ἀπὸ τὴ Σικελία καὶ ζοῦσε στοὺς Λεοντίνους. Ἡ μητέρα της, ποὺ ὀνομαζόταν καὶ αὐτὴ Εὐθαλία, ἔπασχε ἀπὸ αἱμορραγία. Μία μέρα φάνηκαν στὸν ὕπνο της οἱ Ἅγιοι Ἀλφειός, Φιλάδεφος καὶ Κυπρίνος († 10 Μαΐου) καὶ εἶπαν σὲ αὐτήν, ὅτι θὰ θεραπευθεῖ μόνο ἐὰν πιστέψει στὸν Χριστὸ καὶ βαπτισθεῖ. Ἡ γυναῖκα πραγματικὰ πίστεψε καὶ βαπτίσθηκε. Ὁ εἰδωλολάτρης υἱὸς αὐτῆς Σιρμιλιανός, ὅταν τὸ ἄκουσε αὐτό, ἐπιτέθηκε κατὰ τῆς μητέρας του γιὰ νὰ τὴν πνίξει. Ἐκείνη ὅμως διέφυγε μὲ τὴν βοήθεια τῆς δούλης της. Τότε ἡ Μάρτυς Εὐθαλία ἔλεγξε μὲ δριμύτητα τὸν ἀδελφό της γιὰ τὴν πράξη του αὐτή. Ἐκεῖνος, μόλις ἄκουσε ὅτι καὶ αὐτὴ ἦταν Χριστιανή, τὴν παρέδωσε σὲ ἕναν ὑπηρέτη, γιὰ ἀτιμία καὶ στὴν συνέχεια μὲ τὰ ἴδια του τὰ χέρια τὴν ἀποκεφάλισε.
Ἔτσι ἡ Μάρτυς Εὐθαλία εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου της. Ἦταν τὸ ἔτος 252 μ.Χ.






Ὁ Ἅγιος Κοΐντος ὁ Μάρτυρας Ὁμολογητὴς καὶ Θαυματουργὸς
Ὁ Ἅγιος Μάρτυρας Κοΐντος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴ Φρυγία καὶ γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἀπὸ μικρὸς ἀσκήθηκε στὴν ἐλεημοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τοὺς πάσχοντες. Ὅταν ἦλθε στὴν πόλη τῆς Αἰολίδος καὶ ἔγινε γνωστὸ στὸν ἡγεμόνα Ροῦφο ὅτι διαμοίραζε ἐλεημοσύνη στοὺς πτωχοὺς Χριστιανούς, συνελήφθη ἀπὸ αὐτὸν καὶ ἐκβιαζόταν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος τὸν θεράπευσε ἀπὸ τὴν ἀσθένεια ποὺ εἶχε, τὸν ἄφησε ἐλεύθερο. Ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη σὲ ἄλλη πόλη, τὴν Κύμη, ὅπου οἱ Ἐθνικοὶ τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν σὲ εἰδωλολατρικὸ ναό, πιέζοντας τὸν νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ νὰ προσκυνήσει τὰ εἴδωλα. Ξαφνικὰ ὅμως ἔγινε μεγάλος σεισμὸς καὶ ὁ ναὸς κατέπεσε. Οἱ εἰδωλολάτρες ἔφυγαν ἔντρομοι καὶ ἄφησαν ἐκεῖ τὸν Ἅγιο. Σαράντα ἡμέρες μετὰ τὸν σεισμό, ὁ ἄρχοντας τῆς περιοχῆς Κλέαρχος, ἄνθρωπος δεισιδαίμονας καὶ σκληρός, ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τοῦ συντρίψουν τὰ σκέλη. Μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιος ἔγινε καλὰ καὶ ἔζησε ἀκόμη δέκα χρόνια. Ὅλο αὐτὸν τὸν καιρὸ διερχόταν τὶς πόλεις καὶ τὰ χωριὰ θεραπεύοντας τοὺς ἀσθενεῖς καὶ ἐλεώντας τοὺς πτωχούς.
Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ἅγιος Κοΐντος, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Κυρηνείας Κύπρου

Image
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδοτος ἔζησε τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ., τότε ποὺ τὸ νησὶ τῆς Κύπρου ἦταν ὑποσουλωμένο στοὺς Ρωμαίους. Ὁ Ἐπίσκοπος Θεόδοτος, ἄνθρωπος ταπεινὸς καὶ φλογερὸς στὴν πίστη, φιλόθεος καὶ φιλάνθρωπος, ἦταν ἕνα ἀληθινὸ δῶρο Θεοῦ γιὰ τὸ πολυβασανισμένο νησί. Στὸ ἱερὸ πρόσωπό του ὅλοι ἔβλεπαν τὸν οἰκεῖο πατέρα καὶ τοῦ πραοτάτου Χριστοῦ τὸ γνησιότατο μιμητή.

Ὅμως οἱ Ἐθνικοὶ δὲν μποροῦσαν νὰ ἀντέξουν τὴν παρουσία καὶ τὴ δράση τοῦ Ἁγίου. Ἔτσι μὲ διαταγὴ τοῦ ἐπάρχου Σαβίνου ὁ Ἅγιος συλλαμβάνεται καὶ ὁδηγεῖται ἐνώπιόν του. Ὁ ἡγεμόνας τὸν καλεῖ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἁγίου χαρακτηρίζεται ἀπὸ ἀνδρεία: «Ἄρχοντα, τὴν πίστη μου πρὸς τὸν Χριστὸ δὲν τὴν ἀρνοῦμαι. Τὸ χρυσάφι ποτὲ δὲν τὸ ἀνταλλάσουμε μὲ τὸ χῶμα. Χῶμα ἄχρηστο εἶναι καὶ τὰ εἴδωλα ποὺ λατρεύετε ἐσεῖς. Σὲ λίγο καιρὸ ἡ βασιλεία τῶν θεῶν σου θὰ ἐκλείψει. Ἡ Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ εἶναι αἰώνια καὶ ἄφθαρτη καὶ θὰ ἐξαπλωθεῖ σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Σ’ αὐτὴ τὴ Βασιλεία ὑπάρχει θέση καὶ γιὰ σένα καὶ γιὰ ὅλους».

Ἐξοργισμένος ὁ ἔπαρχος διατάσσει νὰ ἀρχίσουν τὰ βασανιστήρια. Οἱ στρατιῶτες ἀπεκδύουν τὸν Ἄγιο καὶ τὸν κτυποῦν μὲ τὰ μαστίγια ἀπὸ νεῦρα βοδιοῦ. Ἡ σιωπὴ καὶ ἡ καρτερία τοῦ Ἱερομάρτυρος ἐξοργίζει περισσότερο τὸν ἀνάλγητο ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος δίδει ἐντολὴ γιὰ δεύτερο βασανιστήριο. Οἱ δήμιοι βυθίζουν στὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου σιδερένια νύχια καὶ τὸ ξεσκίζουν. Καὶ ὁ Ἅγιος ἀνοίγει τὸ στόμα του, γιὰ νὰ ψελλίσει: «Κύριέ μου, συγχώρησέ τους...». Τὰ λόγια του συγκλονίζουν τὶς καρδιὲς τῶν δημίων, ποὺ ὁμολογοῦν: «Εἴμαστε καὶ ἐμεῖς Χριστιανοί». Ὁ ἡγεμόνας ἔντρομος καὶ βλέποντας τὸ λαὸ ἀγανακτισμένο δίδει ἐντολὴ νὰ κλείσουν τὸν Ἅγιο στὴ φυλακή, ποὺ σὲ λίγες ἡμέρες μεταποιεῖται σὲ οἶκο Θεοῦ. Ἡ ἀρετὴ τοῦ Ἁγίου ἐδάμασε τὴν κακία. Ἐνίκησε τὴν ἁμαρτία. Οἱ φυλακισμένοι ἔχουν τώρα δεχθεῖ στὴν καρδιά τους τὴν ἐπίσκεψη τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ.
Μὲ τὴν ἀνάρρηση τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου στὸ θρόνο τῆς αὐτοκρατορίας καὶ τὸ διάταγμα περὶ ἀνεξιθρησκείας (Μεδιόλανα, 313 μ.Χ.) ὁ Ἅγιος Θεόδοτος ἐλευθερώνεται καὶ ἐπιστρέφει στὸ ποίμνιό του. Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια θεοφιλοῦς ἀρχιερατίας ὁ Ἅγιος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ Ἄγγελοι παρέλαβαν τὴν ψυχή του, γιὰ νὰ τὴν ὁδηγήσουν μπροστὰ στὸ θρόνο τοῦ Θεοῦ.






Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία
Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρόνικος καὶ Ἀθανασία ἦταν ἐνάρετοι σύζυγοι καὶ κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος, ποὺ ἀσκοῦσε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἀργυραμοιβοῦ, καὶ ἡ Ἁγία σύζυγός του ζοῦσαν πάντοτε κατὰ Θεόν. Ὁ πλοῦτος ποὺ τοὺς εἶχε χαρίσει ὁ Κύριος δὲν εἶχε γεμίσει τὴν καρδιὰ τους ὑπερηφάνεια καὶ οἴηση. Ἀπέκτησαν ἀπὸ τὸν γάμο τους δύο παιδιά, τὰ ὁποία ὅμως πέθαναν. Τὸ γεγονὸς αὐτὸ κατέθλιψε τοὺς Ἁγίους ποὺ ζήτησαν παρηγοριὰ στὸ προσκύνημά τους στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἀπὸ ἐκεῖ ἔφθασαν στὴν Αἴγυπτο, ὅπου μὲ κοινὴ ἀπόφαση εἰσῆλθαν σὲ μονὴ καὶ ἔγιναν μοναχοί. Ὁ μὲν Ὅσιος Ἀνδρόνικος στὴ μονὴ τοῦ Ἀββᾶ Δανιήλ, ἡ δὲ Ὁσία Ἀθανασία στὴ γυναικεία μονὴ τῶν Ταβεννησιωτῶν. Ἐκεῖ ἀφοῦ ἔζησαν θεοφιλῶς, ἐκοιμήθησαν μὲ εἰρήνη.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τους καὶ στὶς 9 Ὀκτωβρίου.






Ὁ Ἅγιος Τσὰντ ἐκ Σκωτίας
Ὁ Ἅγιος Τσὰντ ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Σέντ, Ἐπισκόπου Λονδίνου. Σπούδασε στὴ μονὴ Λίντισφερν, ὑπὸ τὴν καθοδήγηση τοῦ Ἁγίου Ἀϊδανοῦ. Κλήθηκε ἀπὸ τὸν ἀδελφό του νὰ τὸν βοηθήσει στὴν ἵδρυση τῆς μονῆς Λάστινγκχαμ, κοντὰ στὰ ὄρη τῆς Γιορκσάϊρ. Μετὰ τὴν ἐκλογὴ τοῦ Ἁγίου Σὲντ ὡς Ἐπισκόπου Λονδίνου ἀνέλαβε ὁ ἴδιος τὴν ἡγουμενία τῆς μονῆς. Ὁ βασιλεὺς Ἄλσφριντ τὸν κάλεσε νὰ ἀναλάβει τὴν ἐπισκοπικὴ θέση τοῦ βασιλείου του καὶ ἡ χειροτονία ἔγινε ἀπὸ ἕνα μόνο Ἐπίσκοπο. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Καντουαρίας Θεόδωρος δὲν ἀνεγνώρισε τὴν ἐκλογὴ καὶ διέταξε νὰ ἐγκατασταθεῖ ἐκεῖ ὁ κανονικὸς Ἐπίσκοπος τῆς περιοχῆς. Ἐπειδὴ ὅμως ἐντυπωσιάσθηκε ἀπὸ τὴν ταπείνωση καὶ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου τοῦ Ἁγίου Τσάντ, τὸν ἐγκατέστησε ὡς Ἐπίσκοπο τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας τῆς Μερσία.
Ὁ Ἅγιος Τσὰντ κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη, τὸ ἔτος 673 μ.Χ. κατὰ τὴν διάρκεια μεγάλης ἐπιδημίας. Ἐνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Παναγίας τοῦ Λίτσφιλντ καὶ ἐπὶ τοῦ τάφου του ἔγιναν πολλὰ θαύματα.






Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἀρσένιος γεννήθηκε στὴν πόλη Τβὲρ τῆς Ρωσίας καὶ ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 14ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ. Ἀσκήτεψε στὴν μονὴ τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου καὶ τὴ μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Ζελτίκοβο. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος τοῦ Σπάσκ ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα μ.Χ. στὴ μονὴ τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ Κοργιαζέμ. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας ὁ Ἔγκλειστος
Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 14ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ. Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Τβὲρ τῆς Ρωσίας καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος, ἀλλὰ λίγο ἀργότερα ἀποσύρθηκε γιὰ νὰ ἀκολουθήσει τὴν ἡσυχαστικὴ ὁδὸ τοῦ ἐγκλείστου μοναχικοῦ βίου.
Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1409 καὶ ἡ ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ ἔγινε τὸ 1483.






Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Ἐπίσκοπος Τβὲρ τῆς Ρωσίας
Image
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὰ τέλη τοῦ 14ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 15ου αἰῶνα μ.Χ. Ἀπὸ νωρὶς εἰσῆλθε στὴ μοναχικὴ πολιτεία τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τβέρ.
Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.






Οἱ Ὅσιοι Βαρσανούφιος, Σάββας, Σαββάτιος καὶ Εὐφρόσυνος ἐκ Ρωσίας
Image
Οἱ Ὅσιοι Βαρσανούφιος, Σάββας, Σαββάτιος καὶ Εὐφρόσυνος ἔζησαν στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψαν στὴν περιοχὴ Τβέρ.
Οἱ Ὅσιοι κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Ἰωακεὶμ ὁ Ἰθακήσιος
Image
Ὁ Ὅσιος Ἰωακείμ, κατὰ κόσμο Ἰωάννης Πατρίκιος, γεννήθηκε στὸν οἰκισμὸ Καλύβια τῆς Ἰθάκης ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους γονεῖς, τὸν Ἄγγελο καὶ τὴν Ἁγνή.

Ὁ Ἰωάννης σὲ μικρὴ ἡλικία ἔχασε τὴν μητέρα του. Ὁ πατέρας του νυμφεύθηκε καὶ πάλι, ἀλλὰ ἡ μητριὰ τοῦ Ἰωάννου τὸν ταλαιπωροῦσε καὶ τὸν βασάνιζε. Ὁ Ἅγιος, τὰ δύσκολα αὐτὰ χρόνια, ἀσκήθηκε στὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ταπείνωση, βρίσκοντας καταφύγιο στὴν προσευχή, στὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος καὶ στὴν μελέτη τῶν ἱερῶν βιβλίων.

Στὴν ἐφηβική του ἡλικία ἐργάσθηκε ὡς ναυτικὸς στὸ καΐκι τοῦ πατέρα του, προκαλώντας τὸν σεβασμὸ καὶ τὴν ἐκτίμηση τοῦ πληρώματος γιὰ τὶς ἀρετὲς καὶ τὸ ἦθος του.

Σὲ κάποιο ἀπὸ τὰ ταξίδια του βρῆκε καταφύγιο στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ, στὴ Μεγίστη μονὴ Βατοπεδίου κείρεται μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Ἰωακείμ.

Μὲ τὴν ἔναρξη τῆς Ἑλληνικῆς Ἐπαναστάσεως ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς ἐπιλέγει τὸν Ὅσιο καὶ τὸν ἀποστέλλει ἱεροκήρυκα στὴν Πελοπόννησο. Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος διδάσκει, καθοδηγεῖ, στηρίζει καὶ ἐνθαρρύνει τοὺς Ἕλληνες. Ἐπιπλέον, μὲ τὸ καΐκι τοῦ ἐκ Κεφαλληνίας παπα-Γιάννη Μακρῆ, μεταφέρει ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο στὰ Ἑπτάνησα γέροντες καὶ γυναικόπαιδα, σώζοντάς τους ἀπὸ τὶς ἐπιδρομὲς τοῦ Ἰμπραήμ.

Περὶ τὸ 1827 ὁ Ὅσιος Ἰωακεὶμ φθάνει στὴν ἀγγλοκρατούμενη πατρίδα του Ἰθάκη. Γιὰ 49 χρόνια διακονεῖ μέσα στὸν κόσμο καὶ προφυλάσσει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὴν πλάνη, τὴν αἵρεση. Ἀναφέρονται περιπτώσεις ποὺ ὁ Ἅγιος προσευχόταν καὶ βρισκόταν ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἔδαφος, πλημμυρισμένος ἀπὸ οὐράνιο φῶς. Ὁ Θεὸς τοῦ χαρίζει τὸ διορατικὸ χάρισμα καὶ ἔτσι γίνεται ὁ σύμβουλος, ὁ παιδαγωγὸς ἐν Χριστῷ καὶ ὁ ἰατρὸς τῶν Ἰθακησίων.
Ἔτσι ἀφοῦ ἔζησε ὁ Ὅσιος Ἰωακείμ, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1868.






Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος Πατριάρχης Γεωργίας
Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος (Τσελάϊα) γεννήθηκε τὸ ἔτος 1861 στὸ χωριὸ Μαρτβίλι τῆς ἐπαρχίας Σαμαγκρέλο τῆς Γεωργίας. Σπούδασε στὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τῆς Τυφλίδος καὶ στὴν ἐκκλησιαστικὴ ἀκαδημία τοῦ Καζάν. Μόνασε στὴ μονὴ τοῦ Σελίσκι καὶ τὸ 1906 ἔγινε ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Βαπτιστοῦ. Στὶς 14 Ὀκτωβρίου 1921 ἐξελέγη Καθολικὸς Πατριάρχης Γεωργίας καὶ ποίμανε τὸ ποίμνιό του θεοφιλῶς.
Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 27 Μαρτίου 1927.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Πλανᾶς
Image
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος γεννήθηκε στὴ νῆσο Νάξο τῶν Κυκλάδων τὸ ἔτος 1851 μ.Χ., ἀπὸ τὸν Ἰωάννη καὶ τὴν Αὐγουστίνα, τὸ γένος Μελισσουργοῦ. Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του τὸν ἀνέθρεψαν μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου.

Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἐξέφρασε τὴν ἔφεση καὶ τὴν ἀγάπη του πρὸς τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερά. Ἦταν φιλακόλουθος καὶ διακονοῦσε πάντοτε στὸ ἱερὸ τὸν παππού του ἱερέα Γεώργιο Μελισσουργό. Προορισμένος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ γίνει λειτουργὸς τῶν ἁγίων μυστηρίων Αὐτοῦ μετεῖχε ἀδιάλειπτα στὴ λειτουργικὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας μὲ νηστεία, προσευχὴ καὶ ἀγρυπνία.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του ἦλθε μὲ τὴν μητέρα του καὶ τὴν ἀδελφή του στὴν Ἀθήνα, ὅπου ἔγινε προστάτης αὐτῶν. Νυμφεύθηκε, χήρευσε ὅμως νωρίς. Ἡ πρεσβυτέρα του ἀπεβίωσε μόλις γεννήθηκε τὸ παιδί τους, ὁ Γιαννάκης, ποὺ τὸ μεγάλωσε μόνος.

Ὁ Κύριος δὲν βράδυνε νὰ τὸν ἀναδείξει λειτουργὸ τῆς Ἐκκλησίας του καὶ τὸν κατέστησε εὔθετο καὶ εὔχρηστο στὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Χειροτονεῖται διάκονος στὶς 28 Ἰουλίου 1879, στὸ ναὸ Μεταμορφώσεως τῆς Πλάκας καὶ μετὰ ἀπὸ πέντε χρόνια, στὶς 2 Μαρτίου 1884, χειροτονεῖται Πρεσβύτερος στὸ ταπεινὸ ἐκκλησάκι τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου, στὸ Μοναστηράκι. Διακονεῖ στὸ ἱερὸ θυσιαστήριο ἐπὶ πενήντα χρόνια περίπου (1884 – 1932), στοὺς ναοὺς καὶ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος, κοντὰ στὸν Ἰλισσὸ ποταμὸ καὶ τῆς ἀκόμη φτωχότερης καὶ ἀπόμερης τότε ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου τοῦ λεγόμενου «Κυνηγοῦ», στὴ σημερινὴ ὁδὸ Βουλιαγμένης. Διακρίθηκε ὡς ὁ λειτουργικότερος ἱερεύς, ἄνθρωπος προσευχῆς, τοῦ ὁποίου ἡ ζωὴ ὑπῆρξε καὶ ἀναδείχθηκε συνεχὴς διακονία τοῦ Θυσιαστηρίου. Ἀπὸ «φυλακῆς πρωίας μέχρι νυκτός» παρέμενε στὸ ναό. Ἦταν ἀφιλάργυρος κατὰ τὸν τρόπο καὶ πλήρης ἔργων ἀγαθῶν καὶ ἐλεημοσύνης. Τοῦ ἀρκοῦσε γιὰ τροφὴ λίγο ψωμὶ καὶ λίγα χόρτα, τὰ ὁποῖα συνέλεγε ὁ ἴδιος καί, κάποιες φορές, λίγο γάλα ποὺ τοῦ πρόσφεραν βοσκοὶ στὴν ἐρημικὴ τότε περιοχὴ τῆς ἐνορίας του. Ἀλησμόνητες παρέμειναν οἱ ἀγρυπνίες τὶς ὁποῖες τελοῦσε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἐλισσαίου Ἀθηνῶν. Ἀναφέρονται καὶ μαρτυρίες παιδιῶν, ὅτι τὸν ἔβλεπαν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς Θείας Λειτουργίας μεταρσιωμένο νὰ στέκεται ὑπεράνω τῆς γῆς. Μαρτυρίες δὲ περιφανῶν λογίων, ὅπως τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη καὶ Ἀλέξανδρου Μωραϊτίδη, ποὺ ἔψαλλαν στὶς ἀγρυπνίες τὶς ὁποῖες τελοῦσε, ἐξαίρουν τὴν σπάνια καὶ ἁγία ἱερατικὴ αὐτοῦ προσωπικότητα.

Ὁ παπα-Νικόλας, ὁ λεγόμενος «ἁπλοῦς», ζοῦσε μέσα στὴν χαρὰ τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τὴν ὁποία τελοῦσε ἀνελλιπῶς κάθε ἡμέρα, ὅπως τὴν ὅριζαν οἱ λειτουργικοὶ κανόνες καὶ τὴν παρέτεινε ἐπὶ πολλὲς ὧρες, γιὰ νὰ ἔχει τὴν πνευματική της ἀπόλαυση. Πάντα ἀνταποκρινόταν στὸ γνήσιο Ὀρθόδοξο φρόνημα καὶ τελοῦσε πανηγυρικὰ τὸ Μυστήριο τῆς ἐλεύσεως καὶ παρουσίας τοῦ Ἀναστημένου Κυρίου, ποὺ ἀποκαλύπτει τὸν ἑαυτό Του ὅπως τότε στὸ Μυστικὸ Δεῖπνο. Ἡ χαρὰ τῆς Ἀναστάσεως, ποὺ βρίσκεται στὴν καρδιὰ τῆς Εὐχαριστίας, γινόταν ὀντολογικὴ ἀναψυχὴ καὶ ἀγαλλίαση στὸν φλεγόμενο ἀπὸ θεία Ἀγάπη Γέροντα. Ἡ μέθεξή του στὴν πασχάλια χαρὰ τὸν συνέπαιρνε. Δὲν ἦταν γι’ αὐτὸν ἕνα ἁπλὸ ἐφημεριακὸ καθῆκον. Πρόφαση ἦταν τὸ ἐπὶ ὧρες παρατεινόμενο μνημόσυνο τῶν ζωντανῶν καὶ τῶν κοιμηθέντων, ἀπὸ τὸν ὄγκο τῶν σημειωμάτων ποὺ κρατοῦσε πάντα σὲ ἕνα δισκάκι. Στὴν πραγματικότητα δὲν ἤθελε νὰ διακόψει ποτὲ τὴν χαρὰ τῆς Τράπεζας τῆς Εὐχαριστίας, τὴ θέα τοῦ Ἀναστημένου Σώματος καὶ Αἵματος τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας, ἀφοῦ ἔφθασε στὰ 82 τοῦ χρόνια καὶ ἔδωσε πρωτοφανὴ στὸν αἰώνα μας μαρτυρία οὐρανίων χαρισμάτων, ὁσιότητος, ταπεινώσεως, ἁπλότητος, διακρίσεως, ἐλεημοσύνης, ἀσκήσεως καὶ κατὰ Θεὸν σοφίας, ἀφοῦ στάθηκε ὁ μοναδικὸς προστάτης χιλιάδων ὀρφανῶν καὶ πτωχῶν καὶ ἔφθασε σὲ ὕψος θείας τελειότητος, κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1932 μ.Χ.
Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου ἱερέως Νικολάου τοῦ Πλανᾶ, ὕστερα ἀπὸ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, τιμᾶται κατὰ τὴν πρώτη Κυριακὴ τοῦ Μαρτίου, διὰ μεταθέσεως ἐκ τῆς κυριώνυμης ἡμέρας αὐτοῦ.






Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Ἐνθρόνου
Image
Ἡ ἱερὰ εἰκόνα ἀνακαλύφθηκε στὶς 2 Μαρτίου 1917 στὸ χωριὸ Κολομσκόϊυ, κοντὰ στὴν Μόσχα, κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἀναγκαστικῆς παραιτήσεως τοῦ Ἁγίου Νικολάου, τσάρου τῆς Ρωσίας.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Feb 24, 2013 6:07 pm

3 ΜΑΡΤΙΟΥ






ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ
Image
Λουκ. ιε’ 11-32



Εἶπε δέ· ἄνθρωπός τις εἶχε δύο υἱούς. Καὶ εἶπεν ὁ νεώτερος αὐτῶν τῷ πατρί· πάτερ, δός μοι τὸ ἐπιβάλλον μέρος τῆς οὐσίας. καὶ διεῖλεν αὐτοῖς τὸν βίον. Καὶ μετ᾿ οὐ πολλὰς ἡμέρας συναγαγὼν ἅπαντα ὁ νεώτερος υἱὸς ἀπεδήμησεν εἰς χώραν μακράν, καὶ ἐκεῖ διεσκόρπισε τὴν οὐσίαν αὐτοῦ ζῶν ἀσώτως. Δαπανήσαντος δὲ αὐτοῦ πάντα ἐγένετο λιμὸς ἰσχυρὸς κατὰ τὴν χώραν ἐκείνην, καὶ αὐτὸς ἤρξατο ὑστερεῖσθαι. Καὶ πορευθεὶς ἐκολλήθη ἑνὶ τῶν πολιτῶν τῆς χώρας ἐκείνης, καὶ ἔπεμψεν αὐτὸν εἰς τοὺς ἀγροὺς αὐτοῦ βόσκειν χοίρους. Καὶ ἐπεθύμει γεμίσαι τὴν κοιλίαν αὐτοῦ ἀπὸ τῶν κερατίων ὧν ἤσθιον οἱ χοῖροι, καὶ οὐδεὶς ἐδίδου αὐτῷ. Εἰς ἑαυτὸν δὲ ἐλθὼν εἶπε· πόσοι μίσθιοι τοῦ πατρός μου περισσεύουσιν ἄρτων, ἐγὼ δὲ λιμῷ ἀπόλλυμαι! ἀναστὰς πορεύσομαι πρὸς τὸν πατέρα μου καὶ ἐρῶ αὐτῷ· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου. Οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου· ποίησόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου. Καὶ ἀναστὰς ἦλθε πρὸς τὸν πατέρα αὐτοῦ. ἔτι δὲ αὐτοῦ μακρὰν ἀπέχοντος εἶδεν αὐτὸν ὁ πατὴρ αὐτοῦ καὶ ἐσπλαγχνίσθη, καὶ δραμὼν ἐπέπεσεν ἐπὶ τὸν τράχηλον αὐτοῦ καὶ κατεφίλησεν αὐτόν.
Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ υἱός· πάτερ, ἥμαρτον εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν σου, καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἄξιος κληθῆναι υἱός σου.
Εἶπε δὲ ὁ πατὴρ πρὸς τοὺς δούλους αὐτοῦ· ἐξενέγκατε τὴν στολὴν τὴν πρώτην καὶ ἐνδύσατε αὐτόν, καὶ δότε δακτύλιον εἰς τὴν χεῖρα αὐτοῦ καὶ ὑποδήματα εἰς τοὺς πόδας, καὶ ἐνέγκαντες τὸν μόσχον τὸν σιτευτὸν θύσατε, καὶ φαγόντες εὐφρανθῶμεν, ὅτι οὗτος ὁ υἱός μου νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη. καὶ ἤρξαντο εὐφραίνεσθαι. ῏Ην δὲ ὁ υἱὸς αὐτοῦ ὁ πρεσβύτερος ἐν ἀγρῷ· καὶ ὡς ἐρχόμενος ἤγγισε τῇ οἰκίᾳ ἤκουσε συμφωνίας καὶ χορῶν, καὶ προσκαλεσάμενος ἕνα τῶν παίδων ἐπυνθάνετο τί εἴη ταῦτα. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ ὅτι ὁ ἀδελφός σου ἥκει καὶ ἔθυσεν ὁ πατήρ σου τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν, ὅτι ὑγιαίνοντα αὐτὸν ἀπέλαβεν. ὠργίσθη δὲ καὶ οὐκ ἤθελεν εἰσελθεῖν. ὁ οὖν πατὴρ αὐτοῦ ἐξελθὼν παρεκάλει αὐτόν. ὁ δὲ ἀποκριθεὶς εἶπε τῷ πατρί· ἰδοὺ τοσαῦτα ἔτη δουλεύω σοι καὶ οὐδέποτε ἐντολήν σου παρῆλθον, καὶ ἐμοὶ οὐδέποτε ἔδωκας ἔριφον ἵνα μετὰ τῶν φίλων μου εὐφρανθῶ· ὅτε δὲ ὁ υἱός σου οὗτος, ὁ καταφαγών σου τὸν βίον μετὰ πορνῶν, ἦλθεν, ἔθυσας αὐτῷ τὸν μόσχον τὸν σιτευτόν. ὁ δὲ εἶπεν αὐτῷ· τέκνον, σὺ πάντοτε μετ᾿ ἐμοῦ εἶ, καὶ πάντα τὰ ἐμὰ σά ἐστιν· εὐφρανθῆναι δὲ καὶ χαρῆναι ἔδει, ὅτι ὁ ἀδελφός σου οὗτος νεκρὸς ἦν καὶ ἀνέζησε, καὶ ἀπολωλὼς ἦν καὶ εὑρέθη.







Διαβάζουμε ἀπὸ τὸ Εὐαγγέλιο τὴν παραβολὴ τοῦ Ἀσώτου Υἱοῦ (Λούκ.15, 11-32). Ἡ παραβολὴ αὐτὴ μαζὶ μὲ τοὺς ὕμνους τῆς ἡμέρας, μᾶς παρουσιάζουν τὴ μετάνοια σὰν ἐπιστροφὴ τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴ ἐξορία. Ὁ ἄσωτος γιός, πῆγε σὲ μιὰ μακρινὴ χώρα καὶ ἐκεῖ σπατάλησε ὅ,τι εἶχε καὶ δὲν εἶχε. Μιὰ μακρινὴ χώρα. Εἶναι ὁ μοναδικὸς ὁρισμὸς τῆς ἀνθρώπινης κατάστασης ποὺ θὰ ἔπρεπε νὰ ἀποδεχτοῦμε καθὼς ἀρχίζουμε τὴν προσέγγισή μας στὸ Θεό. Ἕνας ἄνθρωπος ποὺ ποτὲ δὲν εἶχε αὐτὴ τὴν ἐμπειρία, ἔστω καὶ γιὰ λίγο, ποὺ ποτὲ δὲν αἰσθάνθηκε ὅτι εἶναι ἐξόριστος ἀπὸ τὸ Θεὸ καὶ ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ζωή, αὐτὸς ποτὲ δὲν θὰ καταλάβει τί ἀκριβῶς εἶναι ὁ Χριστιανισμός. Αὐτὸ τὸ αἴσθημα τῆς ἀποξένωσης ἀπὸ τὸ Θεό, ἀπὸ τὴν μακαριότητα τῆς κοινωνίας μαζί Του, ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ ζωὴ ὅπως τὴ δημιούργησε καὶ μᾶς τὴν ἔδωσε Ἐκεῖνος. Νὰ παραδεχθῶ ὅτι ἔχω ἀμαυρώσει καὶ ἔχω χάσει τὴν πνευματική μου ὀμορφιά, ὅτι εἶμαι πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ πραγματικό μου σπίτι, τὴν ἀληθινὴ ζωή.

Ἔλαβα ἀπὸ τὸ Θεὸ θαυμαστὰ πλούτη: πρῶτα ἀπ' ὅλα τὴ ζωὴ καὶ τὴ δυνατότητα νὰ τὴ χαίρομαι, νὰ τὴν ὀμορφαίνω μὲ νόημα, ἀγάπη καὶ γνώση. Ὕστερα - μὲ τὸ Βάπτισμα - ἔλαβα τὴ νέα ζωὴ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Χριστό, τὰ δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴν εἰρήνη καὶ τὴ χαρὰ τῆς οὐράνιας Βασιλείας. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ ἔχασα, τὰ χάνω καθημερινά, ὄχι μόνο μὲ τὶς ἁμαρτίες, τὶς παραβάσεις, ἀλλὰ μὲ τὴν ἁμαρτία ὅλων τῶν ἁμαρτιῶν: τὴν ἀπομάκρυνση τῆς ἀγάπης μου ἀπὸ τὸ Θεό, προτιμώντας τὴν μακρινὴ χώρα ἀπὸ τὸ ὄμορφο σπίτι τοῦ Πατέρα.
Ἡ Ἐκκλησία ὅμως εἶναι ἐδῶ παροῦσα γιὰ νὰ μοῦ θυμίζει τί ἔχω ἐγκαταλείψει, τί ἔχω χάσει.

Καί, καθὼς ἀναλογίζομαι, βρίσκω μέσα μου τὴν ἐπιθυμία τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τὴ δύναμη νὰ τὴ πραγματοποιήσω. Αὐτὸ καὶ μόνο αὐτό, εἶναι μετάνοια, νὰ ἀποκτήσω ξανὰ τὸ χαμένο σπίτι. «Θὰ σηκωθῶ καὶ θὰ πάω στὸν πατέρα μου καὶ θὰ τοῦ πῶ. Πατέρα, ἁμάρτησα στὸν οὐρανὸ καὶ σὲ σένα, καὶ δὲν εἶμαι πλέον ἄξιος νὰ ὀνομασθῶ γιός σου».


Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῆς πατρῴας δόξης σου, ἀποσκιρτήσας ἀφρόνως, ἐν κακοῖς ἐσκόρπισα, ὅν μοι παρέδωκας πλοῦτον· ὅθεν σοι, τὴν τοῦ Ἀσώτου φωνὴν κραυγάζω· Ἥμαρτον, ἐνώπιόν σου Πάτερ οἰκτίρμον· δέξαι με μετανοοῦντα, καὶ ποιήσόν με ὡς ἕνα τῶν μισθίων σου.







Οἱ Ἅγιοι Βασιλίσκος, Εὐτρόπιος καὶ Κλεόνικος οἱ Μάρτυρες
Image
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βασιλίσκος, Εὐτρόπιος καὶ Κλεόνικος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀμάσεια τοῦ Πόντου καὶ ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Μαξιμιανοῦ (286 – 305 μ.Χ.).

Ἦταν στρατιῶτες καὶ συγγενεῖς τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Τήρωνος. Ὡς Χριστιανοὶ διαβλήθηκαν στὸν ἡγεμόνα Ἀσκληπιόδοτο, ὁ ὁποῖος τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς βασάνισε σκληρά. Ὅμως οἱ Μάρτυρες, ἀφοῦ παρουσιάσθηκε σὲ αὐτοὺς ὁ Κύριος καὶ ὁ Ἅγιος Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος, ἔγιναν ὑγιεῖς.

Μέσα στὴ φυλακὴ οἱ τρεῖς νέοι δὲν ἔχασαν οὔτε τὸ θάρρος οὔτε τὴν πίστη τους. Ἀντιθέτως ἐξακολούθησαν νὰ λατρεύουν τὸν Ἕνα καὶ Ἀληθινὸ Θεό. Μὲ τὸ κήρυγμά τους καὶ τὸ παράδειγμα ποὺ προσέφερε τὸ ἦθος, ἡ ἀντοχὴ καὶ τὸ θάρρος τους, ὁδήγησαν πολλοὺς συγκρατούμενούς τους στὴν ἀληθινὴ πίστη. Ὁ Ἀσκληπιόδοτος πληροφορήθηκε τὴν Χριστιανικὴ δράση τῶν τριῶν κρατουμένων καὶ τὴν ἐπίδραση ποὺ ἀσκοῦσαν στοὺς φυλακισμένους εἰδωλολάτρες καὶ διέταξε νά τοὺς ὁδηγήσουν καὶ πάλι ἐνώπιόν του.

Ὁ ἡγεμόνας τότε ἄρχισε νὰ κολακεύει τὸν Ἅγιο Κλεόνικο, γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ὑποσχόμενος δῶρα καὶ τιμές. Ὁ Ἅγιος ὅμως ἀφοῦ γέλασε, χλεύασε τὴν ἀρρώστια τῶν εἰδώλων. Καὶ ἐνῷ ἐτελεῖτο θυσία, μὲ προσευχὴ κατέρριψε τὸ εἴδωλο τῆς Ἀρτέμιδος. Ἀμέσως ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ βασανισθοῦν. Τότε ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε στοὺς τρεῖς νέους καὶ στὸ πλῆθος τῶν εἰδωλολατρῶν, οἱ ὁποῖοι παρακολουθοῦσαν τὸ μαστίγωμα τῶν Χριστιανῶν, ἔχοντας στὸ πλευρό Του τὸν Ἅγιο Μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο. Οἱ τρεῖς Χριστιανοὶ ἀξιώθηκαν τῆς θαυματουργικῆς ἰάσεως τῶν τραυμάτων τους, ἐνῷ πολλοὶ εἰδωλολάτρες ποὺ εἶδαν τὸ θαῦμα, βαπτίσθηκαν Χριστιανοί. Ὁ Ἀσκληπιόδοτος ὅμως ὄχι μόνο δὲν ἄλλαξε στάση, ἀλλὰ διέταξε νὰ ἀποκεφαλισθοῦν ὅλοι οἱ νεοφώτιστοι Χριστιανοί. Ὁ Ἀσκληπιόδοτος καὶ οἱ εἰδωλολάτρες, τυφλοὶ ἀπὸ ὀργή, διέταξαν τοὺς δημίους νὰ περιχύσουν τοὺς τρεῖς Μάρτυρες μὲ καυτὴ πίσσα. Ὅμως, νέα θαυματουργικὴ ἐνέργεια ἀπὸ τὴ Θεία Χάρη δὲν ἐπέτρεψε οἱ πιστοὶ νέοι νὰ πάθουν τὸ παραμικρό, ἐνῷ ἡ καυτὴ πίσσα ἔπεσε καὶ κατέκαψε τοὺς δημίους.

Ὅμως, ὁ σκληρόκαρδος ἡγεμόνας δὲν μποροῦσε νὰ δεῖ τὴν ἀλήθεια, ἡ ὁποία παρουσιαζόταν μπροστὰ στὰ μάτια του. Ἔτσι, πρόσταξε τὴν σταυρικὴ καταδίκη τοῦ Εὐτροπίου καὶ τοῦ Κλεονίκου καὶ τὴ φυλάκιση τοῦ Βασιλίσκου. Οἱ δύο νέοι πέρασαν τὴν τελευταία νύχτα τῆς ζωῆς τους προσευχόμενοι. Καὶ πάλι ὁ Κύριος ἐμφανίσθηκε μπροστά τους, γιὰ νὰ τοὺς ἐνθαρρύνει.
Στὶς 3 Μαρτίου τοῦ 308 μ.Χ., ὁ Εὐτρόπιος καὶ ὁ Κλεόνικος κοσμήθηκαν μὲ τοὺς στέφανους τῆς ἁγιότητας καὶ τοῦ μαρτυρίου διὰ τοῦ σταυρικοῦ τους θανάτου. Ὁ Βασιλίσκος παρέμεινε ἔγκλειστος στὴ φυλακή, ὅπου καὶ πέθανε μετὰ ἀπὸ μερικὰ χρόνια, κερδίζοντας τὴν αἰώνια ζωή.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὸ τρίστοιχον ἄθροισμα, τῶν Ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ, Εὐτρόπιον μέλψωμεν, σὺν Βασιλίσκῳ ὁμοῦ, τὸν θεῖον Κλεόνικον· οὗτοι γὰρ τῆς Τριάδος, τὸ ὑπέρθεον κράτος, ἄθλοις ὑπερφυέσιν, ὡμολόγησαν πᾶσιν· ᾗ πάντοτε πρεσβεύουσι, σώζεσθαι ἅπαντας.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀρμονίᾳ πίστεως, συνδεδεμένοι, τοῦ ἐχθροῦ διέλυσαν, τὰς παρατάξεις ἐμφανῶς, σὺν Εὐτροπίῳ Κλεόνικος, καὶ Βασιλίσκος, γενναίως ἀθλήσαντες.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Μαρτύρων τριὰς κλυτή, τρίφωτε λυχνία, Τρισηλίου μαραρμαρυγῆς, Εὐτρόπιε μάκαρ, Κλεόνικε θεόφρον, μετὰ τοῦ βασιλίσκου· οὓς μακαρίσωμεν.







Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας
Image
Ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας καὶ ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 363 μ.Χ.).

Ὅταν ὁ θεῖος τοῦ αὐτοκράτορα, ποὺ ὀνομαζόταν καὶ αὐτὸς Ἰουλιανὸς καὶ ἦταν προηγουμένως Χριστιανὸς καὶ ἀναγνώστης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀντιόχειας, ἔγινε εἰδωλολάτρης, στράφηκε κατὰ τῶν ἱερέων τῆς πόλεως καὶ κατέστρεψε τὰ ἱερὰ ἀναθήματα. Τότε συνελήφθη καὶ ὁ Πρεσβύτερος Θεοδώρητος, τὸν ὁποῖο κρέμασαν καὶ ξέσχισαν τὰ πλευρά του. Τὰ μαρτύρια δὲν λύγισαν τὴν πίστη τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος συνεχῶς ὁμολογοῦσε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Οἱ εἰδωλολάτρες, ἀφοῦ ἀγωνίσθηκαν μάταια γιὰ νὰ μεταστρέψουν τὸ εὐσεβὲς φρόνημα αὐτοῦ, τὸν ἀποκεφάλισαν.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Θεοδώρητος ἔλαβε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου τῆς δόξας.






Οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος
Εἶναι ἄγνωστο ποὺ καὶ πότε τέλεσαν τὸν δρόμο τῆς ἀσκήσεως οἱ Ὅσιοι Ζήνων καὶ Ζωΐλος, οἱ ὁποῖοι κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.






Ἡ Ὁσία Πιαμοῦν ἡ Παρθένος
Ἡ Ὁσία Πιαμοῦν, καταγόταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο ὅπου ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ τὸν πατέρα της, ἀλλὰ ἡ Χριστιανὴ μητέρα της τὴν ἀνέθρεψε μὲ παιδεία καὶ νουθεσία Κυρίου. Ὅταν δὲ μεγάλωσε, ἐπιδόθηκε μαζὶ μὲ τὴν μητέρα της σὲ ἔργα ἐλεημοσύνης καὶ εὐσπλαχνίας. Δὲν ἦταν βέβαια πλούσιες, ἀλλὰ ἀπὸ τὸ φτωχικό τους εἰσόδημα, συνέδραμαν τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ἀδύνατους ἀδελφούς τους. Ὅταν ἡ μητέρα της κοιμήθηκε, ἡ Ὁσία, μόνη της πλέον, ἐπιδόθηκε στὴ διακονία τῶν πασχόντων ἀδελφῶν της. Ἐπισκεπτόταν τὰ σπίτια τους, τοὺς παρηγοροῦσε καὶ τοὺς στήριζε στὴν πίστη. Τόση φήμη ἀπέκτησε ἡ Πιαμοῦν, ὥστε ὅταν οἱ ἐχθροὶ πολιορκοῦσαν τὴν γενέτειρά της, ἀκούγοντας τὸ ὄνομά της ἔλυσαν τὴν πολιορκία καὶ ἔφυγαν.
Ἡ Ὁσία Πιαμοῦν κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα
Ἡ Ὁσία Ἀλεξάνδρα ἀσκήτεψε στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ὁσίας.






Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Βολοκολὰμσκ ἐν Ρωσίᾳ
Image
Ἡ Ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Βολοκολαμσκ εἶναι ἀντίγραφο τῆς εἰκόνας τῆς Παναγίας τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ φυλάσσεται στὸ ναὸ τῆς κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Κρεμλίνου. Τὴν εἰκόνα μετέφερε ἀπὸ τὴ μονὴ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου τοῦ Ζβενιγκόροντ ὁ Ὅσιος Ἰωσὴφ τοῦ Βολοκολὰμσκ († 9 Σεπτεμβρίου) στὶς 2 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1572.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Γεωργίας
Image
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἔζησε κατὰ τὸν 9ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ πατριάρχευσε στὴ Γεωργία ἀπὸ τὸ 1033 μέχρι τὸ 1048. Πρὶν τὴν ἐκλογή του, ὡς Πατριάρχου, εἶχε μονάσει στὴ μονὴ τοῦ Καλίπου, στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας, ὅπου μόναζαν πολλοὶ Γεωργιανοὶ μοναχοί.
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1048.






Οἱ Ἅγιοι ἐννέα Μάρτυρες ἐκ Γεωργίας
Οἱ ἐννέα αὐτοὶ Ἅγιοι Μάρτυρες μαρτύρησαν στὸ χωριὸ Μαραμπντὰ τῆς ἀνατολικῆς Γεωργίας, στὴν περιοχὴ τῆς Καχέτης, κατὰ τὸ ἔτος 1625.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Mar 03, 2013 11:50 am

4 ΜΑΡΤΙΟΥ







Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης
Image
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης γεννήθηκε στὴ Λυκία τὸν 5ο αἰῶνα μ.Χ., ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ ταπεινοὺς γονεῖς καὶ ἐκ βρέφους ἀφιερώθηκε στὸν Θεό. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀσπάσθηκε τὴν αἵρεση τῶν Μονοφυσιτῶν παρασυρόμενος ἀπὸ τοὺς ὀπαδοὺς τοῦ αἱρετικοῦ ψευδοπατριάρχου Θεοδοσίου, φανατικοῦ μονοφυσίτου Αἰγυπτίου μοναχοῦ, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν ἀπουσία τοῦ Πατριάρχου Ἰουβεναλίου (422 – 453 μ.Χ.), βοηθούμενος καὶ ὑπὸ τῆς βασιλίσσης Εὐδοκίας, κατόρθωσε νὰ καταλάβει τὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῶν Ἱεροσολύμων καὶ νὰ προβεῖ σὲ ἀνεκδιήγητες σκληρότητες ἐπὶ εἴκοσι μῆνες (451 – 453 μ.Χ.). Ἀκόμη καὶ αὐτὸς ὁ πανίερος ναὸς τῆς Ἀναστάσεως ἔγινε θέατρο ἀπερίγραπτων σκηνῶν καὶ ἐπὶ πλέον ἡ ταραχὴ ἐξαπλώθηκε ἀνὰ τὴν Παλαιστίνη.

Οἱ Μονοφυσίτες δὲν παραδέχονται ὅτι στὸ Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἔχουν ἑνωθεῖ ἡ Θεία καὶ ἡ ἀνθρώπινη φύση «ἀτρέπτως, ἀσυγχύτως, ἀχωρίστως καὶ ἀδιαιρέτως», ἀλλὰ ἰσχυρίζονται, ὅτι ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἀπορρόφησε τὴν ἀνθρώπινη φύση Του καὶ ἑπομένως ὁ Χριστὸς ἔχει μόνο μία φύση.

Γρήγορα ὅμως ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κατάλαβε τὸ λάθος του, ἐπειδὴ ἦταν ἄνθρωπος μὲ καλὴ προαίρεση καὶ ταπεινὸ φρόνημα. Εἶχε τὴν καλὴ συνήθεια νὰ ἐπισκέπτεται καὶ νὰ συμβουλεύεται γιὰ πνευματικὰ θέματα ἁγιασμένους ἀνθρώπους. Ἀπὸ ἕναν λόγιο ἀσκητή, ποὺ ὀνομαζόταν Εὐθύμιος καὶ ἀσκήτευε στὴν ἔρημο τοῦ Ρουβᾶ, διδάχθηκε τὴν ἀλήθεια γιὰ τὶς δύο φύσεις τοῦ Χριστοῦ, κατάλαβε τὸ λάθος του καὶ ἐπέστρεψε καὶ πάλι στὴν Ἐκκλησία.

Στὴ συνέχεια ἐκάρη, τὸ ἔτος 451 μ.Χ., μοναχὸς στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη, ὅπου ἀσκήθηκε μὲ ἡσυχία. Ἀργότερα, ὅταν συγκεντρώθηκαν γύρω του πολλοὶ μοναχοί, οἱ ὁποῖοι ζητοῦσαν τὴ φωτισμένη καθοδήγησή του, ἵδρυσε κοινοβιακὴ μονὴ κοντὰ στὴν πόλη Βαϊθαγλά.

Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἦταν αὐστηρός, ἀλλὰ μόνο στὸν ἑαυτό του. Στοὺς ἄλλους ἦταν εὐπροσήγορος καὶ ἐπιεικής. Ἔτρωγε λίγο, ὅσο χρειαζόταν γιὰ νά συντηρεῖται στὴ ζωὴ καὶ κοιμόταν, ἐπίσης, πολὺ λίγο. Μάλιστα δίδασκε ὅτι ὅποιος θέλει νὰ ζήσει περισσότερο πρέπει νὰ κοιμᾶται λιγότερο, διότι ὁ πολὺς ὕπνος κάνει τὸ σῶμα τρυφηλὸ καὶ ἄρα ἀνίσχυρο στοὺς κόπους καὶ εὐάλωτο στὶς ἀθένειες.

Ἡ διδασκαλία τοῦ Ὁσίου Γερασίμου γιὰ τὸν ὕπνο εἶναι οὐσιαστικὰ λόγος γιὰ τὴν ἄσκηση. Μὲ τὸν περιορισμὸ τοῦ ὕπνου καὶ μὲ τὴν ἐγκράτεια, συνηθίζει ἡ σάρκα (τὸ σαρκικὸ φρόνημα) νὰ ὑποτάσσεται στὸ πνεῦμα. Μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχή, ἰδίως μὲ τὴ μονολόγιστη εὐχή, τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον με», ὁ νοῦς συγκεντρώνεται στὸ χῶρο τῆς καρδιᾶς, ποὺ εἶναι ἡ φυσική του θέση καὶ ἀποκτᾶ ἀδιάλειπτη μνήμη τοῦ Θεοῦ.

Τόσο πολὺ ἀπέκτησε τὴν οἰκείωση πρὸς τὸν Θεὸ ὁ Ὅσιος Γεράσιμος καὶ προστάτεψε τὸ «κατ’ εἰκόνα καὶ καθ’ ὁμοίωσιν» τῶν Ἁγίων, ὥστε δάμασε καὶ τὰ ἄγρια θηρία καὶ ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἀπέκτησε μάλιστα ὑπηρέτη καὶ ἕναν ὄνο, γιὰ νὰ μεταφέρει νερό, καθὼς τὸ νερὸ ἀπεῖχε μακριὰ ἀπὸ αὐτόν. Κάποτε, ἕνα λιοντάρι, ἔχοντας πληγωμένο ἀπὸ ἕνα ξύλο στὸ μάτι του, κατέβηκε ἀπὸ τὸ βουνὸ καὶ κατέφυγε στὸν Ὅσιο. Ἐκεῖνος, ἀφοῦ τὸ ἔκανε καλά, τοῦ ὅρισε νὰ ὁδηγεῖ πλέον τὸν ἴδιο τὸν ὄνο κατὰ τὴν βοσκή του καὶ τὴ μεταφορὰ τοῦ νεροῦ. Κάποια φορά, καὶ ἐνῷ τὸ λιοντάρι κοιμόταν, ἔμποροι ποὺ περνοῦσαν πῆραν τὸν ὄνο. Καὶ ἐπειδὴ ὁ Ὅσιος ὑποπτεύθηκε ὅτι τὸ λιοντάρι ἔφαγε τὸν ὄνο, τὸ καταδίκασε ἐκεῖνο τώρα νὰ μεταφέρει τὸ νερό. Ὥσπου μία μέρα, ὅταν ξαναπέρασαν οἱ ἔμποροι ἀπὸ τὸ ἴδιο σημεῖο, τὸ λιοντάρι ἀναγνώρισε τὸν κλεμμένο ὄνο καὶ τὸν ἐπέστρεψε σῶο στὸν Ὅσιο. Ἐκεῖνος τότε τὸ ἀπάλλαξε ἀπὸ τὸ ἔργο αὐτὸ καὶ τὸ ἄφησε νὰ γυρίσει στὸ βουνό. Καὶ ὅταν ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη, τὸ λιοντάρι ᾖρθε καὶ πέθανε πάνω στὸν τάφο του.

Ὅταν στὶς 19 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 473 μ.Χ. κοιμήθηκε ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Μέγας, ὁ Ὅσιος Γεράσιμος εἶδε σὲ ὅραμα, κατὰ τὴν στιγμὴ ποὺ προσευχόταν στὴ Λαύρα, τὸ τέλος τοῦ Ὁσίου. Αὐτὸ ἀναφέρεται στὴ διήγηση τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ τοῦ Ἀναχωρητοῦ, ὁ ὁποῖος συνόδευσε τὸν Ὅσιο Γεράσιμο στὴν κηδεία τοῦ μεγάλου Ἁγίου τῆς Ἐκκλησίας.
Δύο χρόνια μετὰ τὸ τέλος τοῦ Ὁσίου Εὐθυμίου, τὸ ἔτος 475 μ.Χ., ἐπὶ Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἀναστασίου Α’ (458 – 478 μ.Χ.), ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κομήθηκε μὲ εἰρήνη. Τὴν διαδοχὴ τῆς Λαύρας ἀνέθεσε στοὺς συνασκητὲς αὐτοῦ Στέφανο καὶ Βασίλειο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.

Τῆς ἐρήμου οἰκήτωρ, Ἀσκητῶν ἀκροθίνιον, καὶ ἀγγελικῆς πολιτείας ἀναδέδειξαι ἔσοπτρον, τοῦ Πνεύματος τῇ αἴγλῃ λαμπρυνθείς, Γεράσιμε Ὁσίων καλλονὴ· διὰ τοῦτο θεραπεύεις διαπαντός, τοὺς πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος, ἀκολουθήσας πιστῶς, ζωὴν τὴν ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, Γεράσιμε Ὅσιε· σὺ γὰρ ἐν Ἰορδάνου, διαλάμψας τῇ χώρᾳ, θῆρα καθυποτάσσεις, τῇ στερρᾷ σου ἀσκήσει· Χριστὸς γὰρ ὃν ἐδόξασας, λαμπρῶς σε ἐθαυμάστωσε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστὴρ οὐράνιος ἐξανάτειλας, ἱερῶς ἐφαίδρυνας, τῶν ἀρετῶν σου τῷ φωτί, τοῦ Ἰορδάνου τὴν ἔρημον, Ὅσιε Πάτερ, θεόφρον Γεράσιμε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ἀγγέλων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Μοναζόντων, γνώμων θεῖος καὶ ὁδηγός· χαίροις ἀπαθείας, τὸ φωτοφόρον σέλας, Γεράσιμε παμμάκαρ, Ὁσίων καύχημα.






Οἱ Ἅγιοι Παῦλος καὶ Ἰουλιανὴ οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Παῦλος καὶ Ἰουλιανὴ ἦταν ἀδέλφια κατὰ σάρκα καὶ ἔζησαν στὴν Πτολεμαΐδα τῆς Αἰγύπτου κατὰ τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοὺ (270 – 275 μ.Χ.).

Ὁ Ἅγιος Παῦλος, νεαρὸς στὴν ἡλικία, μελετοῦσε τὶς θεῖες Γραφὲς καὶ κήρυττε στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου. Ἔτσι στήριζε τοὺς Χριστιανοὺς στὴν πατρώα εὐσέβεια. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸν τὸν συνέλαβαν, τὸν κρέμασαν καὶ ἄρχισαν νὰ τοῦ ξεσκίζουν τὶς σάρκες. Βλέποντας ἡ ἀδελφή του Ἰουλιανὴ τὸν Ἅγιο σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση ἄρχισε νὰ φωνάζει καὶ νὰ διαμαρτύρεται κατὰ τῶν βασανιστῶν. Ἔτσι συνέλαβαν καὶ αὐτήν, τὴν ἔδεσαν καὶ ἄρχισαν νά τὴν κτυποῦν. Δύο ἀπὸ τοὺς δημίους, ποὺ εὐσπλαχνίσθηκαν τοὺς Ἁγίους, πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκαν.
Μετὰ τὰ βασανιστήρια οἱ Ἅγιοι ρίχτηκαν στὴ φυλακή, μήπως καὶ ἀλλάξουν φρόνημα. Ὅμως ἐκεῖνοι μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολογοῦσαν καὶ πάλι τὴν πίστη τους στὸν Χριστό. Τότε τοὺς κρέμασαν καὶ τοὺς ἀποκεφάλισαν. Ἦταν τὸ ἔτος 273 μ.Χ.






Οἱ Ἅγιοι Ἀκάκιος, Κοδράτος καὶ Στρατόνικος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἀκάκιος, Κοδράτος καὶ Στρατόνικος μαρτύρησαν στὴν Πτολεμαΐδα τῆς Αἰγύπτου τὸ ἔτος 273 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Αὐρηλιανοῦ (270 – 275 μ.Χ). Ἦταν δήμιοι, ποὺ βασάνιζαν τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες Παῦλο καὶ Ἰουλιανή, ἀλλὰ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ ἀποκεφαλίσθηκαν.






Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Κωνσταντίας τῆς Κύπρου
Ἡ μνήμη αὐτοῦ ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα μετὰ τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου, Ἐπισκόπου Κωνσταντίας τῆς Κύπρου: «Τῶν Ὁσίων Πατέρων ἡμῶν Γρηγορίου Κωνσταντίας τῆς Κύπρου [καί] Ἀδριανοῦ». Ἴσως ὁ Ἅγιος Ἀδριανὸς νὰ ἦταν καὶ αὐτὸς Ἐπίσκοπος στὴν Κύπρο.






Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος Ἐπίσκοπος Ἄσσου
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος γεννήθηκε στὸ χωριὸ Ἀκόρνη τῆς Λέσβου ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ πιστοὺς γονεῖς, τὸν Γεώργιο καὶ τὴν Μαρία, οἱ ὁποῖοι γιὰ χρόνια παρακαλοῦσαν θερμὰ τὸν Θεὸ νὰ τοὺς χαρίσει ἕνα παιδί. Ὁ Θεὸς εἰσάκουσε τὶς προσευχές τους καὶ τοὺς χάρισε υἱό, ποὺ τὸν ὀνόμασαν Γεώργιο, τὸν ὁποῖο μεγάλωσαν μὲ τὰ νάματα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἀλήθειας. Ὅταν ὁ Γεώργιος ἐπισκέφθηκε τὴν Βασιλεύουσα γιὰ νὰ συμπληρώσει τὶς σπουδές του, γνώρισε τὸν Ἱερομόναχο Ἀγάθωνα, τὸν ὁποῖο ἀκολούθησε σὲ κάποιο μοναστήρι τῆς Ἀνατολῆς, ὅπου ἦταν ἡγούμενος καὶ παρέμεινε ἐκεῖ γιὰ τρία χρόνια. Ἀργότερα, ἐπισκέφθηκε γιὰ προσκύνημα τὰ Ἱεροσόλυμα, ὅπου σὲ κάποιο ἡσυχαστήριο τοῦ Ἰορδάνη ποταμοῦ ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος μὲ τὸ ὄνομα Γρηγόριος.

Κατόπιν συστάσεως τοῦ Ἀγάθωνος, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ἄσσου τῆς Μυσίας. Ἡ Γρηγόριος ἀνέλαβε τὰ καθήκοντα τοῦ Ἐπισκόπου μὲ πολὺ ζῆλο καὶ ἐπιτέλεσε σπουδαῖο ἔργο, ὡς πολίτης ἄνω Σιών. Κατέληξε στὸ ὄρος Πρίαντος (Πριγιάμι) τῆς Λέσβου, ὅπου ἵδρυσε μονὴ στὴν ὁποία καὶ κοιμήθηκε ὁσιακά. Ὁ Ἅγιος πέθανε σὲ μεγάλη ἡλικία τὸ ἔτος 1150 ἢ τὸ 1185. Τὸ ἔτος 1935 ἔγιναν ὑπὸ τοῦ Μητροπολίτου Μυτιλήνης Ἰακώβου (Κλεομβρότου) ἀνασκαφὲς στὸν χῶρο τῆς ἀρχαίας μονῆς καὶ ἀποκαλύφθηκε ὁ δικιόνιος βυζαντινὸς ναὸς μὲ τὸν εὐρύχωρο νάρθηκα, ἡ τράπεζα τῆς μονῆς καὶ οἱ θεμέλιοι ἄλλων κτισμάτων.

Ἡ ἀνεύρεση τῶν λειψάνων καὶ τοῦ τάφου τοῦ Ἁγίου ἔδωσαν νέα ὤθηση στὴν τιμὴ τοῦ Ἁγίου. Στὶς 16 Νοεμβρίου τοῦ 1935 τὰ ἱερὰ λείψανα ἀνεκομίσθησαν καὶ ἀπετέθησαν στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Σκοπέλου τῆς νήσου Λέσβου.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν ἱερὰ μνήμη του στὶς 10 Ἰουλίου, στὴν παλαιὰ μονὴ καὶ τὸ γεγονὸς τῆς μετακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ τὴν πρώτη Κυριακὴ μετὰ τὶς 10 Νοεμβρίου.






Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ἐκ Ρωσίας
Image
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος τῆς Βολογκντὰ γεννήθηκε στὴν Ρωσία τὸν 12ο αἰῶνα μ.Χ. Στὴν ἀρχὴ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τοῦ Γκλουσὲν καὶ ἀργότερα στὴ μονὴ τοῦ Γκλινέκ, κοντὰ στὸ Κίεβο. Στὶς 19 Αὐγούστου 1147 ἦλθε στὴν περιοχὴ τῆς Βολογκντά, ὅπου συνέχισε τὸ θεοφιλὴ καὶ ἀσκητικό του βίο.
Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1178.






Ὁ Ἅγιος Βασίλειος βασιλεὺς Ροστὼβ τῆς Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος γεννήθηκε στὶς 7 Δεκεμβρίου 1209 καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ μεγάλου πρίγκιπα τοῦ Ροστὼβ Κωνσταντίνου Βσεβολόντοβιτς καὶ τῆς πριγκίπισσας Ἀγάθης – Ἄννας Μστισλάβοβνα. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ πατέρα του, ἡ μητέρα του εἰσῆλθε σὲ μονὴ καὶ ἔγινε μοναχή. Στὴ μονὴ αὐτὴ κοιμήθηκε στὶς 24 Ἰανουαρίου 1221.

Ὅταν τὸ ἔτος 1216 ὁ πατέρας του, Κωνσταντίνος Βσεβολόντοβιτς, ἔγινε μεγάλος πρίγκιπας τοῦ Βλαδιμίρ, ἀνέθεσε τὰ καθήκοντα διακυβερνήσεως τοῦ Ροστὼβ στὸ μικρὸ πρίγκιπα Βασίλειο, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε τὰ καθήκοντά του μὲ αἰσθήματα δικαιοσύνης καὶ ἀγάπης ἔναντι τοῦ λαοῦ τοῦ Ροστώβ.

Ὅταν, στὶς 2 Φεβρουαρίου 1218, πέθανε ὁ πατέρας τοῦ Ἁγίου, ὁδηγὸς καὶ σύμβουλος τοῦ νεαροῦ πρίγκιπα ἀνέλαβε ὁ θεῖος του Ἅγιος Γεώργιος, πρίγκιπας τοῦ Βλαντιμὶρ († 4 Φεβρουαρίου).

Κατὰ τὸ ἔτος 1219 ἔλαβε μέρος στὴ μάχη ποὺ ἔδωσαν οἱ κάτοικοι τοῦ Βλαντιμὶρ καὶ τῆς Σουζδαλίας κατὰ τῶν Βουλγάρων καὶ στὶς 16 Ἰουνίου 1223 στὴ μάχη κατὰ τῶν Μογγόλων στὸν ποταμὸ Κάλκα, ὅπου οἱ Ρώσοι νικήθηκαν. Ὁ Βασίλειος καὶ οἱ στρατιῶτες του ἐπέστρεψαν στὸ Ροστώβ.

Λίγα χρόνια ἀργότερα ὁ Ἅγιος νυμφεύεται τὴ Μαρία, θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Μιχαὴλ τοῦ Τσέρνιγκωφ († 20 Σεπτεμβρίου) καὶ ἀποκτᾶ τὸν πρῶτο του υἱό, τὸν Μπόρις. Ὅμως τὰ σύννεφα ἄρχισαν νὰ σκεπάζουν τὸν οὐρανὸ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀπειλὴ τῶν Τατάρων ἦταν ὁρατή. Τὸ ἔτος 1236 οἱ Τάταροι εἶχαν καταλάβει ἕνα μεγάλο μέρος τῆς Ρωσικῆς γῆς. Ὁ Χάνης τῶν Τατάρων πρότεινε στὸν Ἅγιο Γεώργιο τὸν πρίγκιπα, εἰρήνη. Ἐκεῖνος ὅμως ἀπάντησε: «Μία ἔνδοξη μάχη εἶναι προτιμότερη ἀπὸ μία ἀτιμωτικὴ εἰρήνη». Στὶς 3 Φεβρουαρίου 1238 οἱ Τάταροι κύκλωσαν τὴν πόλη τοῦ Βλαντιμίρ. Οἱ κάτοικοι κατέφυγαν στὴν προστασία τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου. Ὁ Ἐπίσκοπος Μητροφάνης ἐνδυνάμωνε τοὺς ἀγωνιστές. Ἡ πόλη τελικὰ ἔπεσε στὰ χέρια τῶν ἐχθρῶν στὶς 7 Φεβρουαρίου. Ὁ Ἐπίσκοπος Μητροφάνης πέθανε μαζὶ μὲ χιλιάδες γυναῖκες καὶ παιδιά.

Στὶς 4 Μαρτίου 1238 οἱ Ρώσοι, μὲ ἐπικεφαλῆς τοὺς Ἁγίους Βασίλειο καὶ Γεώργιο, ἔδωσαν τὴν τελικὴ μάχη. Οἱ Τάταροι συνέλαβαν τὸν Ἅγιο Βασίλειο, ὁ ὁποῖος τοὺς εἶπε, ὅπως οἱ Μάρτυρες τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας: «Δὲν μπορεῖτε νὰ μοῦ πάρετε τὴν πίστη στὸν Χριστό». Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν ὁμολογία πίστεως, οἱ βάρβαροι τὸν κρέμασαν στὸ δάσος Σέρνσκ.
Ὁ Ἐπίσκοπος Κύριλλος συνέλεξε μὲ εὐλάβεια τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων καὶ τὰ ἐνταφίασε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ροστώβ.






Οἱ Ἅγιοι Βασίλειος καὶ Ἰωάσαφ οἱ Ὁσιομάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Ὁσιομάρτυρες Βασίλειος καὶ Ἰωάσαφ ἔζησαν κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ. στὴν περιοχὴ τοῦ Πσκὼφ τῆς Ρωσίας.

Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ἦταν ἡγούμενος τῆς μονῆς τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος τοῦ Μιρὼζ καὶ εἶχε ὡς πνευματικοὺς καθοδηγητὲς τὸν Ἅγιο Νήφωνα, Ἐπίσκοπο τοῦ Νόβγκοροντ († 8 Ἀπριλίου) καὶ τὸν Ὅσιο Ἀβραὰμ τοῦ Μιρὼζ († 24 Σεπτεμβρίου).

Ὁ Ἅγιος Ἰωάσαφ ἦταν ἡγούμενος στὴ μονὴ τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου τοῦ ὄρους Σνάτνα.
Οἱ Ἅγιοι μαρτύρησαν κατὰ τὸ ἔτος 1299, ὅταν οἱ Γερμανοὶ ἐπιτέθηκαν ἐναντίων τοῦ Πσκὼφ καὶ τῶν μοναστηριῶν τῆς περιοχῆς.






Ὁ Ἅγιος Δανιὴλ ὁ Πρίγκιπας
Image
Ὁ Ἅγιος Δανιὴλ γεννήθηκε στὴν πόλη τοῦ Βλαντιμὶρ τῆς Ρωσίας τὸ ἔτος 1261. Ἦταν ὁ τέταρτος υἱὸς τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκυ († 30 Αὐγούστου καὶ 23 Νοεμβρίου) καὶ τῆς Βάσσης. Δύο χρόνια μετὰ τὴν γέννησή του ὁ πατέρας του πέθανε. Ὅταν ἀργότερα κοιμήθηκε ἡ μητέρα του Βάσσα, ἀνταφιάσθηκε στὸ ναὸ τῆς Γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ τῆς μονῆς τοῦ Γενεθλίου τῆς Θεοτόκου Βλαντιμὶρ καὶ οἱ πιστοὶ τὴν ἀποκαλοῦσαν «δίκαιη».

Ὁ Ἅγιος ἔφθασε στὴ Μόσχα τὸ ἔτος 1272 καὶ ἀμέσως οἰκοδόμησε ναὸ καὶ μονὴ πρὸς τιμὴν τοῦ προστάτου του Ἁγίου Δανιὴλ τοῦ Στυλίτου († 11 Δεκεμβρίου).
Μετὰ ἀπὸ μάχες κατὰ τῶν Τατάρων καὶ ἐσωτερικὲς συγκρούσεις ὁ Ἅγιος Δανιήλ, ἄρρωστος πλέον, ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἔλαβε τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα στὴ μονὴ τοῦ Δανιήλ. Κοιμήθηκε τὸ ἔτος 1303.






Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Βιασεσλάβου Πρίγκιπα τῆς Ρωσίας
Image
Ὁ Ἅγιος Βιασεσλάβος τιμᾶται στὶς 28 Σεπτεμβρίου.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου Βιασεσλάβου, πρίγκιπα τῆς Τσεχίας, μετακομίσθηκαν ἀπὸ τὸν ναὸ τοῦ Ἁγίου Βίτου († 15 Ἰουνίου) στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου αὐτοῦ.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Mar 03, 2013 11:56 am

5 ΜΑΡΤΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Ἴσαυρος
Image
Ὁ Ἅγιος Κόνων γεννήθηκε περὶ τὰ τέλη τοῦ 1ου αἰῶνα μ.Χ. στὴ Βαδινή, χωριὸ τῆς Ἰσαυρίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησε στοὺς Ἀποστολικοὺς χρόνους. Οἱ γονεῖς του, Νέστωρ καὶ Νάδα ἦταν ἀρχικὰ εἰδωλολάτρες. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔγινε Χριστιανὸς καὶ ὅταν οἱ γονεῖς του τὸν πίεσαν νὰ νυμφευθεῖ, συμφώνησε μὲ τὴ σύζυγό του νὰ ζοῦν ὡς ἀδελφοὶ ἀφιερωμένοι στὸν Θεό.

Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται, ὅτι τὸν Ἅγιο καθοδηγοῦσε ὁ Ἀρχιστράτηγος Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος καὶ τὸν βάπτισε, τοῦ δίδαξε τὸ Ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, μετέδωσε τὰ Θεία Μυστήρια σὲ αὐτόν, μέχρι τέλους τῆς ζωῆς του, τοῦ συμπαραστεκόταν καὶ τοῦ χορήγησε μάλιστα καὶ τὴ χάρη τῶν παράδοξων θαυμάτων.

Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁδήγησε στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ τοὺς γονεῖς του, ὁ δὲ πατέρας του Νέστωρ μαρτύρησε γιὰ τὸν Χριστό. Ἀλλὰ καὶ τοὺς Ἕλληνες, ποὺ ἀντιστέκονταν σὲ αὐτὸν καὶ ἔλεγαν ὅτι δὲν ὑπάρχει ἄλλος Θεὸς ἐκτὸς τῶν εἰδώλων, τοὺς ἔπεισε καὶ τοὺς προετοίμασε νὰ ὁμολογήσουν μὲ μεγάλη φωνὴ τὸν Χριστὸ καὶ νὰ βαπτισθοῦν. Μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἅγιος ὑπέταξε καὶ τοὺς δαίμονες καὶ ἄλλοι μὲν μὲ ἐντολή του προστάτευαν τοὺς ἀγρούς, ἄλλοι δὲ ἐγκλείστηκαν σὲ πιθάρια.

Ὅμως οἱ εἰδωλολάτρες συμπολίτες του ἀντιμετώπιζαν μὲ μεγάλη δυσαρέσκεια τὴν ἱεραποστολικὴ δραστηριότητά του και τὴν ἐπιρροὴ ποὺ ἀσκοῦσε πάνω στοὺς Ἐθνικούς. Κάποια μέρα ὁ Ἅγιος ἐπισκέφθηκε ἕναν εἰδωλολατρικὸ ναό, ὅπου προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Κύριο. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ γίνουν κομμάτια ὅλα τὰ εἴδωλα τοῦ ναοῦ. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἄρχοντα Μάγνο καὶ βασανίσθηκε. Ὅταν ἀφέθη ἐλεύθερος, οἱ Χριστιανοὶ τὸν περιέθαλψαν καὶ τὸν περιέβαλαν μὲ τὸ σεβασμό τους.

Μετὰ ἀπὸ δύο χρόνια, ὁ Ἅγιος Κόνων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη παραδίδοντας τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεό.
Ἴσως στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Κόνωνος νὰ ὑπῆρχε ναός, ὁ ὁποῖος ἔκειτο πέραν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἀναφέρεται ὡς μονὴ κατὰ τὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουστινιανοῦ Α’ (527 – 565 μ.Χ.).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος, ἐνδεδυμένος σοφέ, τὸ κράτος διέλυσας, τῆς ἀσεβείας στερρῶς, ἐκλάμπων τοῖς θαύμασιν· ὅθεν πεφοινιγμένος, ταῖς ῥοαῖς τῶν αἱμάτων, Κόνων Ὁσιομάρτυς, τὸν Δεσπότην δοξάζεις, τὸν παρέχοντα ἡμῖν διὰ σοῦ, χάριν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀγγελικῆς ἀξιωθεὶς ὀπτασίας, τὴν ἐν Χριστῷ μεμυσταγώγησαι πίστιν, καὶ τῶν θαυμάτων εἴληφας τὴν δύναμιν σοφέ·ὅθεν καθυπέταξας, τὴν ὀφρὺν τῶν δαιμόνων, καὶ τῆς πλάνης ἔσβεσας, ἐναθλήσας τὴν φλόγα. Ὁσιομάρτυς Κόνων Ἀθλητά, ἐξευμενίζου, ἡμῖν τὸν Φιλάνθρωπον.

Μεγαλυνάριον.
Βίον καθαρώτατον γεωργῶν, χαίρων προσελάβου, ὡς βασίλειον στολισμόν, ἄθλησιν τὴν θείαν, Ὁσιομάρτυς Κόνων, ἀνθ’ ὧν διπλοῦν ἐδέξω, θεόθεν στέφανον.






Ὁ Ἅγιος Νέστωρ ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Νέστωρ ἦταν πατέρας τοῦ Ἁγίου Κόνωνος τοῦ Ἰσαύρου. Σύζυγός του ἦταν ἡ Νάδα. Στὴν ἀρχὴ ἦταν εἰδωλολάτρες. Ὅμως μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, ὁ υἱός του Ἅγιος Κόνων τοὺς ὁδήγησε στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ τοὺς βάπτισε.
Ὁ Ἅγιος Νέστωρ μαρτύρησε λαμβάνοντας τὸ στέφανο τῆς δόξης τοῦ Κυρίου.






Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Καισαρείας
Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ἦταν Ἐπίσκοπος Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης. Ἔλαβε μέρος σὲ Σύνοδο ποὺ συγκλήθηκε στὴν Παλαιστίνη γιὰ τὸν καθορισμὸ τῆς ἡμέρας τοῦ ἑορτασμοῦ τοῦ Πάσχα. Μαρτύρησε ἐπὶ αὐτοκράτορα Κομμόδου (180 – 192 μ.Χ.).






Ὁ Ἅγιος Κόνων ὁ Κηπουρὸς
Image
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Κόνων καταγόταν ἀπὸ τὴ Ναζαρὲτ τῆς Γαλιλαίας καὶ ἔζησε κατὰ τὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.). Ἀφοῦ ἦλθε στὴν χώρα τῆς Παμφυλίας καὶ διάλεξε μικρὸ τόπο, τὸν μετασκεύασε σὲ κῆπο φυτεύοντας λάχανα, ἀπὸ τὰ ὁποῖα προμήθευε τὸν ἑαυτό του καὶ τοὺς πτωχοὺς ξένους μὲ τροφή. Ἦταν στὸ χαρακτήρα ἁπλός, ὥστε καὶ αὐτοὺς ἀκόμα ποὺ ἐπρόκειτο νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὸν ἄρχοντα, γιὰ νὰ τιμωρηθεῖ ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανός, ὅταν τὸν ἀσπάσθηκαν μὲ περιπαικτικὸ τρόπο, καὶ ἐκεῖνος τοὺς ἀνταπέδωσε τὸν ἀσπασμό. Καὶ ὅταν τοῦ εἶπαν, ὅτι σὲ καλεῖ ὁ ἡγεμόνας, ἀποκρίθηκε: «Γιατί; Ποιὰ ἀνάγκη ἔχει ἐκεῖνος ἀπὸ μένα καὶ περισσότερο ποὺ εἶμαι Χριστιανός;». Οἱ στρατιῶτες τὸν ἔδεσαν καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνος. Ἐκεῖνος τὸν προέτρεψε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ὁ Ἅγιος τότε εἶπε πρὸς τὸν ἡγεμόνα μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία: «Μακάρι, ἡγεμόνα καὶ ἐσὺ νὰ μποροῦσες νὰ ἀπαρνηθεῖς τὰ εἴδωλα καὶ νὰ προσέλθεις στὸν Χριστό». Τότε ὁ ἡγεμόνας ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν βασανίσουν. Τοῦ τρύπησαν τοὺς ἀστραγάλους, τὸν καθήλωσαν μὲ σιδερένια καρφιὰ καὶ τὸν ἀνάγκασαν νὰ τρέχει μπροστὰ ἀπὸ ἅρμα ἀλόγων.
Ἔτσι μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Κόνων καὶ εἰσῆλθε στὴ χαρὰ τοῦ Κυρίου του.






Οἱ Ἅγιοι Ἀρχέλαος, Κύριλλος, Φώτιος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες ἀριθμοῦνται στὰ Μηναῖα σὲ 142, στοὺς δὲ Συναξαριστὲς σὲ 152.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ Μαρτύριο τῶν Ἁγίων.







Ὁ Ἅγιος Εὐλάμπιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐλάμπιος μαρτύρησε στὴν Παλαιστίνη διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐλόγιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη καὶ ἦταν υἱὸς πλούσιων εἰδωλολατρῶν γονέων. Ὁ ἴδιος, ἀφοῦ ἐπέστρεψε στὸν Χριστὸ καὶ βαπτίσθηκε, μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, διαμοίρασε τὰ πλούτη του στοὺς πτωχοὺς καὶ περιερχόταν σὲ ὅλη τὴν πόλη καὶ τὴ χώρα, διδάσκοντας στοὺς εἰδωλολάτρες τὸν λόγο τοῦ Χριστοῦ καὶ βαπτίζοντας πολλοὺς ἀπὸ αὐτοὺς στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ ἁγίου Πνεύματος.

Ὅμως κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας, ὁ ὁποῖος ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν συλλάβουν καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν ἐνώπιόν του. Ὁ Ἅγιος μὲ θάρρος καὶ παρρησία ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ καὶ ἀρνήθηκε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀμέσως ἄρχισαν τὰ βασανιστήρια. Ἀφοῦ τὸν ἔγδυσαν, τὸν κτύπησαν βίαια μὲ σκληρὲς χορδὲς ἀπὸ νεῦρα βοδιῶν καὶ στὴν συνέχεια ἀπέκοψαν τὴν τίμια κεφαλὴ αὐτοῦ.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Εὐλόγιος ἔλαβε τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας καὶ εἰσῆλθε στὴν οὐράνια ζωὴ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ.






Ὁ Ὅσιος Κόνων ἐκ Κύπρου
Image
Ὁ Ὅσιος Κόνων ἔζησε περὶ τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Γεννήθηκε στὴν περιοχὴ τοῦ Ἀκάμα τῆς Κύπρου, λίγα χρόνια μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ Ὁσίου Ἰλαρίωνος τοῦ Μεγάλου († 21 Ὀκτωβρίου), ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ φιλόθεους γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τὴν ἐγκράτεια, τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἀρετή. Ἔτσι ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν κόσμο καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ σὲ ἕνα σπήλαιο μακριὰ ἀπὸ τὸ χωριό του.

Ἐκεῖ ὁ Ὅσιος ἀγωνιζόταν τὸν καλὸ ἀγῶνα καὶ προέκοπτε στὴν κατὰ Χριστὸν ζωή. Σιγὰ – σιγὰ γύρω του συγκεντρώθηκε μία ὁμάδα νέων ἀνθρώπων καὶ ἔτσι δημιουργήθηκε μία μοναστικὴ ἀδελφότητα.

Τὰ χρόνια ἦταν δύσκολα. Ἡ φτώχεια καὶ οἱ ἀσθένειες ταλαιπωροῦσαν τοὺς ἀνθρώπους. Ἔτσι ὁ Ὅσιος, τὸν ὁποῖο χαρακτήριζε ἡ φιλοθεΐα καὶ ἡ φιλανθρωπία, φρόντισε νὰ ἱδρύσει γύρω ἀπὸ τὴ μονὴ ἕνα νοσοκομεῖο, τὸ γνωστὸ Πτωχεῖο, γιὰ νὰ βρίσκουν ἐκεῖ ἐλπίδα καὶ καταφύγιο οἱ ἀσθενεῖς καὶ οἱ πτωχοί.
Ὁ Ὅσιος Κόνων, ἀφοῦ ἀγωνίσθηκε θεοφιλῶς μὲ τέλεια ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν ἄνθρωπο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας. Ἱερὰ λείψανά του φυλάσσονται στὶς μονὲς Κύκκου καὶ Μαχαιρᾶ τῆς Κύπρου.






Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Ἀθηναῖος
Image
Ὁ Ὅσιος Μάρκος ἦταν Ἀθηναῖος καὶ ἔζησε τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀφοῦ ἔλαβε ἀξιόλογη μόρφωση, ἐγκατέλειψε τὴν Ἀθήνα καὶ πῆγε στὴν Ἀντιόχεια, ὅπου μαθήτευσε κοντὰ στὸν Ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο. Ἀργότερα ἐκάρη μοναχὸς καὶ ἀφιέρωσε τὸν ἑαυτό του στὴν μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν καὶ ἔφθασε στὸν ὕψιστο βαθμὸ τῆς ἀρετῆς. Φανερὲς ἀποδείξεις καὶ οἱ λόγοι ποὺ ἐγράφησαν ἀπὸ αὐτὸν γιὰ τὴν ὠφέλεια καὶ τὴν ἐνέργεια τῶν θαυμάτων. Γιατί κάποτε, ἐνῷ ἡσύχαζε, πλησίασε αὐτὸν μία ὕαινα ποὺ εἶχε τὸ παιδί της τυφλό, μὲ ταπεινὴ στάση σὰν νὰ παρακαλοῦσε νὰ τὴν εὐσπλαχνισθεῖ γιὰ τὴν τύφλωση τοῦ μικροῦ της. Καὶ ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ κατάλαβε, ἔπτυσε στὰ μάτια τοῦ ζώου καὶ αὐτὸ βρῆκε τὴν ὅρασή του. Μετὰ ἀπὸ ἡμέρες ἦλθε πάλι ἡ ὕαινα στὸν Ἅγιο, μεταφέροντάς του τὸ δέρμα ἑνὸς μεγάλου κριαριοῦ ὡς ἀνταπόδοση γιὰ τὴν θεραπεία. Αὐτὸς ὅμως δὲν δεχόταν νὰ τὸ λάβει, προτοῦ τὸ θηρίο ὑποσχεθεῖ νὰ μὴν βλάπτει πιὰ τὰ πρόβατα τῶν πτωχῶν.

Ὁ Ὅσιος εἶχε φθάσει σὲ τέτοια ὕψη ἀρετῆς, ὥστε ὁ πρεσβύτερος τῆς μονῆς ἔλεγε ὅτι ποτὲ αὐτὸς δὲν μετέδωσε Θεία Κοινωνία στὸν Ὅσιο, ἀλλὰ τὴν παρεῖχε σὲ αὐτὸν χέρι Ἀγγέλου.
Ὁ Ὅσιος Μάρκος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας. Ἀπὸ τὰ ἔργα του σώζονται μόνο μερικοὶ λόγοι, ἐπιστολὲς καὶ συμβουλευτικὲς πραγματεῖες.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὡς ἄγγελος ἔζησας, ἐν τῇ ἐρήμῳ σοφέ, καὶ ὤφθης ἀνάπλεως, τῶν ἐκ Θεοῦ δωρεῶν, ὦ Μᾶρκε Πατὴρ ἡμῶν· ὅθεν ἐν σοὶ ἐξέστη, Σεραπίων ὁ θεῖος, καὶ ἤγγειλε τοῖς ἐν κόσμῳ, τὴν ἁγίαν ζωήν σου· μεθ’ οὗ ἀεὶ δυσώπει, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἐκ πόλεως ἤνθησας, τῶν Ἀθηνῶν τῆς λαμπρᾶς, καὶ βίον ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω ἐν γῇ, τρωθεὶς θείῳ ἔρωτι· ὅθεν ἐν τῇ ἐρήμῳ, ὁ ἀββᾶς Σεραπίων, εὗρέ σε θείᾳ νεύσει, Ὁσιώτατε Μᾶρκε· διὸ τῆς πολιτείας σου, τὸν τρόπον ἀγάμεθα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν ἐρήμῳ Ὅσιε, στερρῶς ἀσκήσας, καὶ τραφεὶς ὡς ἄγγελος, ἀπ’ οὐρανοῦ ὑπερφυῶς, Ἀγγέλων ὤφθης ἰσότιμος, Μᾶρκε παμμάκαρ, Ὁσίων ἀγλάϊσμα.

Μεγαλυνάριον.
Βλάστημα ὑπάρχων τῶν Ἀθηνῶν, ἄνθος τῆς ἐρήμου, διὰ βίου ἀγγελικοῦ, Μᾶρκε ἀνεδείχθης, καὶ κόσμῳ διαπνέεις, τῶν ἀρετῶν σου Πάτερ, ὀσμὴν τὴν κρείττονα.






Οἱ Ὅσιοι Ἀδριανὸς καὶ Λεωνίδας οἱ Μάρτυρες ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς τοῦ Ποσεσόνε ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 16ο αἰῶνα μ.Χ. Ἀρχικὰ μόνασε στὴν μονὴ τοῦ Ἁγίου Κορνηλίου τῆς περιοχῆς Κομέλ, ὅταν τὸ 1540 εἶδε σὲ ὅραμα ἕνα γηραιὸ μοναχὸ μὲ τὸ ὄνομα Βεστούζ, ποὺ τὸν καλοῦσε νὰ ἱδρύσει ἕνα καινούργιο μοναστήρι.

Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ ἡγουμένου, ποὺ τοῦ παρέδωσε μία εἰκόνα τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ὁ Ὅσιος Ἀδριανὸς καὶ ὁ μαθητής του Ὅσιος Λεωνίδας, ἄφησαν τὴ μοναστικὴ κοινότητά τους.

Φθάνοντας στὰ βάθη ἑνὸς δάσους, οἱ δυὸ μοναχοὶ τοποθέτησαν τὴν εἰκόνα πάνω σὲ μία ψηλὴ βελανιδιὰ καὶ ἀπομακρύνθηκαν, γιὰ νὰ διαλέξουν τὸ νέο τόπο τῆς ἀσκήσεώς τους. Πέρασαν ὅμως ἀπὸ ἐκεῖνο τὸ σημεῖο κάποιοι ψαράδες καὶ βλέποντας τὴν εἰκόνα προσπάθησαν νὰ τὴν πάρουν. Μία μυστικὴ δύναμη ὅμως τοὺς ἀπωθοῦσε. Τρομαγμένοι ἀπὸ τὸ θαυμαστὸ γεγονὸς ἄφησαν ψωμὶ καὶ ψάρια κάτω στὸ δένδρο. Οἱ μοναχοὶ εὐχαρίστησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὸ θεόσταλτο αὐτὸ δῶρο καὶ κατάλαβαν ὅτι ἐκεῖνο ἦταν τὸ μέρος ποὺ τοὺς παραχωρήθηκε γιὰ νὰ οἰκοδομήσουν τὸ νέο μοναστήρι, πρὸς τιμὴν τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.

Ὁ Ὅσιος Λεωνίδας, ἀφοῦ ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1549.

Δέκα χρόνια μετὰ τὴν ἵδρυση τῆς μονῆς, στὶς 5 Μαρτίου 1550, μία συμμορία ληστῶν λεηλάτησε τὸ μοναστήρι, βασάνισε καὶ φόνευσε τὸν ἡγούμενο Ὅσιο Ἀδριανό.
Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ὁσίου Ἀδριανοῦ εὑρέθησαν τὸ ἔτος 1626 καὶ μὲ εὐλάβεια, κατόπιν ἐντολῆς τοῦ Πατριάρχου Φιλάρετου, μετεκομίσθησαν στὸ μοναστήρι ποὺ ὁ ἴδιος ἵδρυσε στὴν πόλη τοῦ Ποσεσόνε.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Βουλγαρίας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Ἰωάννης καταγόταν ἀπὸ τὴ Βουλγαρία καὶ ἦταν ὡραῖος στὴν ὄψη καὶ ἐγγράμματος. Κάποτε ἐνεπλάκη σὲ μία περιπέτεια καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Αἰσθανόμενος ὅμως τύψεις γιὰ τὴν ἀποστασία του, ἔφυγε ἀπὸ τὴ Βουλγαρία καὶ ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου ἔκανε ὑπακοὴ σὲ κάποιον ἀνάπηρο κατὰ τὸ ἕνα χέρι μοναχὸ στὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου. Σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ἐνδύθηκε τουρκικὰ ἐνδύματα καὶ εἰσῆλθε στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας, ποὺ εἶχε μετατραπεῖ σὲ τέμενος (τζαμί). Ἐνώπιον τῶν Τούρκων ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ προσκύνησε στὸ ναὸ χριστιανοπρεπῶς.
Οἱ Τοῦρκοι ἀμέσως τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν πίεσαν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὴν πατρώα εὐσέβεια. Ἔτσι τὸν ἀποκεφάλισαν στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας τὸ ἔτος 1784.






Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Ραψάνης
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος ἀνῆκε σὲ ἀνώτερη, κοινωνικὰ καὶ οἰκονομικὰ, οἰκογένεια τῆς Ραψάνης. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Χατζηλάσκαρης καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ Ἀναστασίου Ψάλτου. Δὲν εἶναι γνωστὸ ὅμως ἂν τὸ Ψάλτου εἶναι ἐπώνυμο ἢ ἰδιότητα τοῦ Ἀναστασίου. Ἡ μητέρα τοῦ Νεομάρτυρα εἶχε τὸ ὄνομα Σμαράγδα καὶ ἦταν θυγατέρα τοῦ Θεόδωρου Σακελλαρίδου. Σὲ κωνικὸ πῶμα παλαιᾶς – πρὶν τὸ 1900 – ἀργυρῆς λειψανοθήκης, ἡ ὁποία ἀντικατέστησε ἀκόμη παλαιότερη πρόχειρη καὶ ἁπλὴ κατασκευή, εἶναι χαραγμένα μὲ κεφαλαῖα γράμματα ἀκριβῶς τὰ ἑξῆς:



Ο ΕΝΔΟΞΟΣ ΝΕΟΜΑΡΤΥΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ

ΑΘΛΗΣΑΣ ΕΝ ΤΥΡΝΑΒΩ ΚΑΤΑ ΤΟ ΕΤΟΣ

1818 ΕΠΙ ΒΑΛΗ ΠΑΣΙΑ ΥΙΟΥ ΑΛΗ ΠΑΣΙΑ

ΗΤΟΝ ΥΙΟΣ ΧΑΤΖΗ ΛΑΣΚΑΡΕΩΣ ΥΙΟΥ

ΑΝΑΣΤΑΣΕΙΟΥ ΨΑΛΤΟΥ ΚΑΙ ΜΗΤΡΟΣ

ΣΜΑΡΑΓΔΑΣ ΘΥΓΑΤΡΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΣΑΚΕΛΛΑΡΙΔΟΥ.



Δὲν εἶναι γνωστὸ ἂν εἶχε ἢ πόσα ἀδέλφια εἶχε ὁ Νεομάρτυς. Ὅμως ἡ παράδοση ὁμόφωνα παρουσιάζει τὸν Γεώργιο νὰ συνδέεται συγγενικὰ μὲ τὸ λογιότατο κληρικὸ τῆς Ραψάνης «παπὰ κὺρ Χριστόδουλον» Καραζήση, ποὺ ἦταν οἰκονόμος.

Ἕνα πωλητήριο ἔγγραφο τοῦ 1852, τὸ ὁποῖο βρέθηκε μαζὶ μὲ ἄλλα ἔγγραφα στὴν παλαιὰ βιβλιοθήκη ποὺ φυλασσόταν στὴν παλαιὰ καὶ ἀρχοντικὴ οἰκία Καραβασίλη, εἶναι ἀρκετὰ διαφωτιστικό. Σὲ αὐτὸ παρουσιάζεται «ὁ ἐλάχιστος ἱερεὺς καὶ οἰκονόμος (Χριστόδουλος) υἱὸς Χατζηβασιλείου Καραζήση καὶ Κερασίνης θυγατρὸς παπᾶ Ἀθανασίου Γεροπασχάλη» νὰ πωλεῖ «πρὸς ἀνεψιὸν αὐτοῦ Βασίλειον Χαδούλη Γογούρα» κτήματα, τὰ ὁποία στὸ ἑξῆς «ὑπάρχουσιν… ἰδιοκτησίαι τοῦ ρηθέντος ἀνεψιοῦ αὐτοῦ Βασιλείου ἀναπόσπαστοί τε καὶ ἀναφαίρετοι παρὰ παντὸς ἑτέρου κληρονόμου αὐτοῦ καὶ τῆς μακαρίτιδος συζύγου αὐτοῦ Μαρίας Α. Χατζηλασκάρεως…».

Ἀπὸ αὐτὸ συνεπάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι ὁ Νεομάρτυς εἶχε τουλάχιστον μία ἀδελφή, τὴ Μαρία, τὸν δὲ παπὰ κὺρ Χριστόδουλο Καραζήση, γαμπρὸ ἀπὸ τὴν ἀδελφή του. Ἀξίζει νὰ ὑπογραμμισθεῖ ὅτι τὴν ἐξ ἀγχιστείας αὐτὴ συγγένεια συμπλήρωσε ἡ πνευματική, γιατί ὁ Χριστόδουλος ὑπῆρξε διδάσκαλος τοῦ Γεωργίου. Μόνο δὲν γνωρίζουμε ἀκριβῶς ποιὰ ὑπῆρξε πρώτη ἢ ἐὰν ἡ μία συγγένεια προκάλεσε τὴν ἄλλη.

Ὁ Γεώργιος παρουσιάζεται ἀπὸ τὴν παράδοση ὡς τρόφιμος καὶ ἀπόφοιτος τῆς ἀνωτέρου ἐπιπέδου Σχολῆς Ραψάνης, στὴν ὁποία χρημάτισε διδάσκαλος καὶ ὁ κὺρ Χριστόδουλος Καραζήσης. Σύμφωνα μὲ τὶς ὑπάρχουσες πληροφορίες, ἡ ὀρεινὴ κωμόπολη τῆς Ραψάνης ἄκμαζε οἰκονομικὰ τὸν 18ο αἰῶνα, ὅπως καὶ ὁ Τύρναβος καὶ τὰ Ἀμπελάκια. Εἶχε βιομηχανία, ἔκανε ἐξαγωγὴ ἐξαίρετου κρασιοῦ καὶ ἀποτελοῦσε πόλο ἕλξεως γιὰ τὰ γύρω χωριὰ τοῦ κάτω Ὀλύμπου.

Ἐνῷ λοιπὸν ὑπῆρχαν οἱ οἰκονομικὲς προϋποθέσεις, ὁ λογιότατος καὶ ἰδιαίτερα δραστήριος Ἐπίσκοπος Πλαταμῶνος καὶ Λυκοστομίου Διονύσιος, ὁ ὁποῖος θεμελίωσε καὶ προστάτευσε καὶ τὴ σπουδαία Σχολὴ στὰ Ἀμπελάκια, προέβη στὴν ἵδρυση καὶ τῆς ἐν λόγῳ Σχολῆς στὴ Ραψάνη τὸ ἔτος 1767. Ὀνομαστὸ ὑπῆρξε τὸ πνευματικὸ αὐτὸ Ἵδρυμα. Στὴν ἀκμή του συγκρινόταν μὲ τὶς Σχολὲς τῶν Μηλέων, τῆς Ζαγορᾶς, τῶν Ἀμπελακίων, τοῦ Τυρνάβου κ.ἄ. Σὲ αὐτὴ μαθήτευσαν καὶ ὁ Βασίλειος ὁ Ραψανιώτης, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἄριστους μαθητὲς στὴν Ἀθωνιάδα Ἀκαδημία (1753 – 1758) τοῦ Εὐγενίου Βούλγαρη καὶ ὁ Ἰωνᾶς Σπερμιώτης, ἕνας ἀπὸ τοὺς διακεκριμένους δασκάλους ἐκείνης τῆς ἐποχῆς καὶ περιζήτητος γι’ αὐτὸ στὴ Μακεδονία καὶ στὴ Θεσσαλία καὶ ἄλλοι. Κατὰ τὴν Ἐπανάσταση καὶ λίγο πρὶν ἀπὸ αὐτή, σταμάτησε νὰ λειτουργεῖ ἡ Σχολὴ καὶ ἐπαναλειτούργησε τὸ 1830.

Μὲ τὸ δεδομένο ὅτι ὁ Νεομάρτυς ἄθλησε τὸ 1818, θὰ πρέπει νὰ συμπεράνουμε μὲ ἀσφάλεια ὅτι ἀποφοίτησε ἀπὸ τὴ Σχολὴ τὸ 1815 – 16. Ἀφοῦ ἀποφοίτησε ὁ Γεώργιος ἀπὸ τὴ Σχολή, ἀσκοῦσε στὴν γενέτειρά του τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γραμματοδιδασκάλου μὲ ζῆλο ἔνθεο καὶ νεανικὸ σφρίγος, ἐμπνέοντας τοὺς νεαροὺς μαθητές του καὶ δημιουργώντας στὶς ἀδιαμόρφωτες ψυχές τους ζωηρὰ ἱερὰ καὶ ἐθνικὰ βιώματα.

Ἀναφέραμε πρὶν ὅτι ἡ Ραψάνη ἀποτελοῦσε πόλο ἕλξεως γιὰ τὰ χωριὰ τοῦ κάτω Ὀλύμπου. Αὐτὸ συνέβαινε γιὰ πολλὲς δεκαετίες μέχρι καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 20ου αἰῶνα. Καὶ βέβαια ὄχι μόνο γιὰ τὴν ὑλικὴ εὐπορία καὶ τὴν ἐμπορικὴ καὶ βιομηχανική της κίνηση, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν πνευματική της ἄνθηση καὶ καλλιέργεια τῶν γραμμάτων, ὅπως ἐλέχθη. Ἀποτελοῦσε ἀφορμὴ καυχήσεως γιὰ ἕνα γονέα νὰ ἀποστέλλει γιὰ σπουδὲς τὸν υἱό του στὴ Ραψάνη. Τὴν ἐποχὴ ἐκείνη, γιὰ τὴν ὁποία κάνουμε λόγο, τὰ παραποτάμια χωριὰ τῆς περιοχῆς κατοικοῦνταν ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον ἀπὸ Ὀθωμανούς, ποὺ συναλλάσσονταν, μέχρι καὶ συνδέονταν ἀκόμη σὲ περιορισμένη βέβαια κλίμακα, μὲ Ἕλληνες Χριστιανούς.

Ἕνας ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, κάτοικος τῆς κωμοπόλεως Δερελὶ (Γόννοι) καὶ οἰκογενειάρχης, ἐπιθυμώντας ὁ υἱός του νὰ τύχει ἀξιόλογης παιδείας, τὸν ἀπέστειλε οἰκότροφο σὲ φίλο του ποὺ διέμενε στὴ Ραψάνη. Ἄρχισε ἔτσι τὸ τουρκόπουλο νὰ παρακολουθεῖ καὶ νὰ μαθαίνει τὰ στοιχειώδη γράμματα μαζὶ μὲ τὰ ἑλληνόπουλα, στὰ πόδια τοῦ γραμματοδιδάσκαλου Γεωργίου.

Ὁ μικρὸς Ἀγαρηνὸς προσαρμόστηκε σύντομα στὸ κλίμα τοῦ σχολείου καὶ συναγωνιζόταν τοὺς συμμαθητές του, ἐνθαρρυνόμενος καὶ ἀπὸ τὸν διδάσκαλό του, ἴσως τυγχάνοντας ἀπὸ ἐκεῖνον καὶ ἰδιαίτερης φροντίδας.

Μὲ τὸ δεδομένο ὅτι αἰῶνες πρὶν ἡ Ἑλληνικὴ παιδεία μὲ δυσκολία διαχωριζόταν ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ κατήχηση, ὁ μικρὸς ἀλλοεθνής, συγχρόνως πρὸς τὴν ἑλληνικὴ ἐκπαίδευση, λίγο – λίγο ἀλλὰ σταθερὰ ἐπηρεαζόταν ἀπὸ τὴ χριστιανικὴ πίστη καὶ ζωή. Σὲ αὐτὸ ἀσφαλῶς καὶ ἀποφασιστικὰ συνέβαλε καὶ ἡ προσωπικότητα τοῦ δασκάλου του. Συνέβαλε ὅμως καὶ ἡ γοητεία τῶν ἐκκλησιαστικῶν Ἀκολουθιῶν, τὶς ὁποῖες ὡς αὐτοπρόβλητος κατηχούμενος παρακολουθοῦσε.

Ἀλλὰ ἡ σημειούμενη ἀλλαγὴ τοῦ μικροῦ Ἀγαρηνοῦ, στὰ φρονήματα, τὶς πεποιθήσεις καὶ τὰ ἤθη, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μείνει ἀπαρατήρητη. Ἀρχικὰ στὸ οἰκογενειακό του περιβάλλον, κάθε φορὰ ποὺ μετέβαινε γιὰ διακοπὲς στὸ Δερελί, καὶ στὴ συνέχεια στὸ συγγενικὸ καὶ εὐρύτερο κύκλο γινόταν αἰσθητὴ ἡ μεταβολή, κάτι ποὺ δημιουργοῦσε ἀνησυχίες καὶ ἐρέθιζε τοὺς Ὀθωμανούς. Ἀλλὰ ἡ πρόκληση ἔγινε μεγαλύτερη καὶ ἡ δυσφορία τῶν Ἀγαρηνῶν ἀφόρητη, ὅταν μὲ τὸν καιρὸ ὁ μικρὸς καὶ αὐθόρμητος προσήλυτος ὄχι μόνο ἐκφραζόταν μὲ ἐκτίμηση γιὰ τὰ ἱερὰ τῶν Ρωμιῶν, ἀλλὰ καί, ἀντιδιαστέλλοντας αὐτὰ πρὸς τὰ ἀντίστοιχα τῶν ὁμοεθνῶν του, ὑποτιμοῦσε τὰ ἱερὰ τῶν Μωαμεθανῶν καὶ τὰ περιφρονοῦσε.

Ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ὅσοι ἐξοργίσθηκαν ἀναζήτησαν τὸν ἔνοχο τῆς «προσβολῆς». Τὸν ἐντόπισαν στὸ σχολεῖο τῆς Ραψάνης. Τὸν ἔσυραν δέσμιο γιὰ τὰ περαιτέρω στὸν Τύρναβο, ὅπου ἀπὸ τὸ 1811 εἶχε ἕδρα του ὁ διορισμένος Σατράπης τῆς Θεσσαλίας, Βελῆ Πασᾶς, υἱὸς τοῦ Ἀλῆ Πασᾶ τοῦ Τεπελενλῆ, ἀφοῦ ἡ Ὑψηλὴ Πύλη τὸν μετέθεσε ἐκεῖ ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο.

Ἡ κατηγορία ἐναντίων τοῦ κατηγορουμένου ἦταν συγκεκριμένη, σαφὴς καί, σύμφωνα μὲ ὅσα ἴσχυαν στοὺς Ὀθωμανούς, βαρύτατη: ἀπόπειρα ἐκχριστιανισμοῦ μουσουλμανόπαιδος. Αὐτὸ καὶ μόνο, ἀνεξάρτητα τοῦ ἀποτελέσματος τῆς προσπάθειας, συνεπαγόταν ἀνελέητη καταδίκη σὲ μαρτυρικὸ θάνατο.

Στὸν Τύρναβο εἶχε τὴν ἕδρα του Στρατοδικεῖο. Δὲν εἶναι, ἐν τούτοις, γνωστὸ ἂν τὸν Γεώργιο τὸν δίκασε στρατοδίκης, προσωπικὰ ὁ Βελῆ Πασᾶς, κάποιος ἄλλος μουλᾶς (δικαστής) ἢ δικαστήριο μὲ πολυμελὴ σύνθεση, ὅπως καὶ στὴν περίπτωση τοῦ Γεδεῶν, ποὺ μαρτύρησε τὸ ἴδιο ἔτος στὸν Τύρναβο.

Γνωστὸ εἶναι ὅτι ἡ διαδικασία ἦταν σύντομη καὶ τελεσίδικη. Ἡ ἀπόφαση δὲν ἦταν ἡ προβλεπόμενη καὶ ἡ συνηθισμένη σὲ παρόμοιες ἀφορμές: ἐκτέλεση διὰ βασανισμοῦ. Συγκεκριμένα ὁ Νεομάρτυς Γεώργιος ἀποκεφαλίσθηκε, ἀφοῦ προηγουμένως ὑπέστη πολλὰ καὶ ποικίλα ὀδυνηρότατα μαρτύρια.

Τὸν ἔκλεισαν σὲ πυρακτωμένο λουτρό, γυμνὸ ἀπὸ τὸ κεφάλι μέχρι τὰ πόδια. Τὸν τρύπησαν μὲ σιδερένια νύχια. Τοῦ κάρφωσαν τὰ πόδια σὲ πέταλα. Τὸν διαπόμπευσαν σὲ ὅλο τὸν Τύρναβο. Τὸν κάρφωσαν σὲ τετράγωνο στῦλο ἴσο στὸ ὕψος μὲ τὸν Μάρτυρα καὶ ἀφοῦ τὸν περιτύλιξαν μὲ σχοινιὰ βουτηγμένα στὴν πίσσα, στὴ νάφθα (ἀκάθαρτο πετρέλαιο) καὶ σὲ ἄλλα ἐλαιώδη καὶ οἰνοπνευματώδη ὑγρά, τὸν παρέδωσαν στὴ φωτιά. Ὅμως μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πρὸς ἐνίσχυση τοῦ Ἁγίου, ὁ Μάρτυρας δὲν ἔπαθε τίποτα.

Στὶς ἱστορήσεις τῶν εἰκόνων παρουσιάζονται συμπληρωματικὰ καὶ ἄλλες σκηνὲς βασανισμῶν. Στραγγαλισμοί, ἐξαρθρώσεις, κτυπήματα μὲ τὸ σπαθί, μέχρι καὶ τοποθέτηση πυρακτωμένου σιδερένιου στεφανιοῦ πάνω στὸ γυμνὸ σῶμα τοῦ Νεομάρτυρος.

Στὶς ἱστορήσεις τῶν εἰκόνων, ἐπίσης, παρουσιάζεται ὁ ἀθλητὴς τῆς πίστεως Γεώργιος, ἔχοντας τὸ κεφάλι στοὺς ὤμους, νὰ μεταφέρεται πρὸς ἐνταφιασμό, παρουσία κάποιου ἱερέα ὀνόματι Δημητρίου ποὺ θυμιάζει καὶ ὁ ὁποῖος εἶχε προσκληθεῖ καὶ διαταχθεῖ εἰδικὰ γιὰ τὸ λόγο αὐτό. Σύμφωνα μὲ ἄλλη παράδοση ὁ Νεομάρτυς ἀποκεφαλίζεται προτοῦ προλάβει νὰ πεθάνει ἀπὸ τὰ μαρτύρια ποὺ ἤδη εἶχαν γίνει. Σὲ αὐτὸ συνηγορεῖ καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι μεταξὺ τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου δὲν ὑπάρχει ἡ ἁγία του κάρα, ἀφοῦ ἐξαφανίσθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνούς.

Τὸ ἔτος τῆς ἀθλήσεως τοῦ Νεομάρτυρα Γεωργίου εἶναι τὸ 1818. Τότε ὁ Ἅγιος βρισκόταν στὸ εἰκοστό, τουλάχιστον, ἔτος τῆς ἡλικίας του.

Ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντα στοιχεῖα ὑποδηλώνεται ὅτι ἡ ἀρχὴ τοῦ μαρτυρίου ἔγινε σὲ κάποιο διοικητικὸ κτίριο στὸν Τύρναβο. Ἴσως, ὅπως καὶ τοῦ Ὁσιομάρτυρα Γεδεῶν, «εἰς τὸ τοῦ Ἡγεμόνος Παλάτιον». Ἀκολούθως καὶ «ἐπειδὴ τοῖς ἀνωτέρω βασάνοις οὐκ ἐνέδωκε (ὁ Γεώργιος), δι’ ἐπιταγῆς τοῦ Βαλῆ πασιᾶ, δι’ ὤλου τοῦ Τυρνάβου πομπευθεὶς καὶ τοῦ ποταμοῦ (Τιταρησίου) περαιωθείς…», ὁδηγήθηκε στὴ δεύτερη καὶ σκληρότερη φάση τῶν βασανιστηρίων του. Γι’ αὐτὸ καὶ ἦταν ἄλλοι δήμιοι ἐκεῖ, ὁ Ἀγὰ Σεβράνι καὶ κάποιος Φράγκος.

Ἀπὸ τὰ παλαιότατα χρόνια μέχρι καὶ σήμερα, ἀπὸ τὴ μεριὰ τοῦ Τιταρησίου (ἢ Σαλαμπριᾶ ἀποκαλούμενου) ποταμοῦ, ὑπῆρχαν στρατῶνες. Ἐκεῖ λοιπὸν καὶ κοντὰ στὴ μακρὰ γέφυρα, ἄθλησε καὶ ἐνταφιάσθηκε ὁ Νεομάρτυς Γεώργιος. Ἡ ἄποψη αὐτὴ ἐνισχύεται καὶ ἀπὸ τὸ λόγο ὅτι καὶ στὶς δύο ἱστορήσεις στὶς ἅγιες εἰκόνες, στὰ πόδια τοῦ Ἁγίου εἰκονίζεται ἡ ἐν λόγῳ γέφυρα.

Τὴν πρώτη ἤδη ἐκείνη νύχτα εἶδαν οἱ Τοῦρκοι σκοποὶ τῶν στρατώνων «οὐρανομήκη» στήλη φωτός, ποὺ σημάδευε τὸν τάφο τοῦ Νεομάρτυρα. Τὴν ἑπόμενη ἐνημέρωσαν γι’ αὐτὸ τοὺς προϊσταμένους τους. Ἐκεῖνοι καὶ μὲ τὰ ἴδια τὰ μάτια τους διαπίστωσαν τὴν φωτοφάνεια καὶ κατὰ τὴν δεύτερη νύχτα καὶ ἀνέφεραν σχετικὰ τὴν ἑπόμενη στὸν Βελῆ πασᾶ, τὸν ὁποῖο καὶ προκαλοῦσαν, ἐὰν ἐπιθυμοῦσε, νὰ διαπιστώσει καὶ προσωπικὰ τὸ ἐξαίσιο φαινόμενο.

Ἐκεῖνος ὁ ὑπερφίαλος, ἀφοῦ ἀπαξίωσε νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ τὸ συγκεκριμένο γεγονός, διέταξε νὰ προσκληθοῦν τὸ συντομότερο στὴ Ραψάνη οἱ συγγενεῖς τοῦ Νεομάρτυρα, νὰ ξεθάψουν καὶ νὰ παραλάβουν τὸ ἱερὸ σκήνωμά του, πράγμα τὸ ὁποῖο καὶ ἔγινε.

Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό, μὲ πολλὴ εὐλάβεια καὶ κατάνυξη, τὰ ἅγια λείψανα μετακομίσθηκαν ἀπὸ τὸ κοιμητήριο τῆς Ραψάνης, τὸ ὁποῖο ἦταν στὸ χῶρο γύρω ἀπὸ τὸ ναὸ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, στὴν εὐρύχωρη ἀρχοντικὴ οἰκία Καραζήση ποὺ βρισκόταν κοντά.

Ἐκεῖ βρίσκονται μέχρι σήμερα θησαυρισμένα σὲ εἰδικὰ γι’ αὐτὸ τὸν σκοπὸ ἀφιερωμένο δωμάτιο, τὸ ὁποῖο φωτίζεται ἀπὸ ἄσβεστο καντήλι μὲ ἱλαρὸ φῶς καὶ εἶναι προσιτὸ σὲ κάθε εὐλαβὴ προσκυνητή.
Πραγματικά, ἐφαρμόστηκαν πλήρως καὶ οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου τοῦ Ἁγιορείτου, τοὺς ὁποίους ἔγραψε στὸ Νέο Μαρτυρολόγιο καὶ τοὺς ἀπηύθυνε πρὸς τοὺς Νεομάρτυρες: «Τὰ τίμια λείψανά σας θέλει δοξάσει (ὁ Θεός) ἐδῶ κάτω εἰς τὴν γῆν ἢ μὲ τὴν ἐπιφάνεια τοῦ Φωτός του ἢ καὶ μὲ ἄλλα σημεῖα καὶ θαύματα, καθὼς ἤθελε κρίνει ἡ θεία δικαιοσύνη Του, ἢ τὸ ὀλιγώτερον ὀλιγώτερον θέλει τὰ τιμήσῃ μὲ τὴν παρὰ τῶν Χριστιανῶν προσκύνησιν καὶ εὐλάβειαν…».






Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Πρίγκιπος καὶ τῶν υἱῶν αὐτοῦ Δαβὶδ καὶ Κωνσταντίνου
Image
Ἡ μνήμη τοὺς τιμᾶται στὶς 19 Σεπτεμβρίου. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς ἀνακομιδῆς τῶν Ἱερῶν Λειψάνων τους.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος Ἐπίσκοπος Ἀχρίδος καὶ Ζίτσης
Ὁ Ἅγιος Νικόλαος γεννήθηκε στὶς 23 Δεκεμβρίου 1880 στὸ χωριὸ Λέλιτς τῆς κεντροδυτικῆς Σερβίας. Ἦταν τὸ πρῶτο ἀπὸ τὰ ἐννέα τέκνα τῶν εὐσεβῶν ἀγροτῶν Δραγομίρου καὶ Αἰκατερίνης. Ἀσθενικὸς στὴν σωματική του διάπλαση καὶ κράση, ἐπέδειξε ἀπὸ μικρὸς τὴν εὐφυΐα του, τὴ μεγάλη του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴν κλίση πρὸς τὸν μοναχικὸ βίο. Σπούδασε, παρὰ τὸ γεγονὸς τῆς μεγάλης πτωχείας τῆς οἰκογένειάς του, στὴ θεολογικὴ σχολὴ Βελιγραδίου, ἀνακηρύχθηκε διδάκτωρ τῆς Θεολογίας στὴ Βέρνη τῆς Ἐλβετίας (1908), διδάκτωρ στὴν Ὀξφόρδη τῆς Ἀγγλίας (1909) καὶ τὸ Χάλλε τῆς Γερμανίας (1911). Γνώριζε ἑπτὰ γλῶσσες, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὴν ἑλληνική.

Ὁ Νικόλαος λάτρευε τὸν Θεὸ ἐξ ὅλης τῆς καρδίας, ἰσχῦος καὶ διανοίας αὐτοῦ, καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε στόμα καὶ σοφία ἀσυναγώνιστο καὶ ἀκαταγώνιστο. Ἐκάρη μοναχὸς καὶ χειροτονήθηκε πρεσβύτερος στὴ μονὴ Ρακόβιτσα, κοντὰ στὸ Βελιγράδι, τὸν Δεκέμβριο τοῦ ἔτους 1909. Εἶχε ἀρρωστήσει βαριὰ ἀπὸ δυσεντερία καὶ ἔταξε, ἐὰν ὁ Κύριος τὸν θεραπεύσει, νὰ Τοῦ ἀφιερωθεῖ διὰ βίου μὲ ὅλη του τὴν ὕπαρξη, ὅπως καὶ ἔγινε.

Κατὰ τὴν περίοδο 1915 – 1919 ἀπεστάλη στὴν Ἀμερικὴ καὶ στὴν Ἀγγλία, γιὰ νὰ συντρέξει καὶ νὰ ἐνισχύσει τὸν πολύπαθο Σερβικὸ λαό. Τὸ ἔτος 1919 ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Ζίτσης στὴν κεντρικὴ Σερβία καὶ τὸ ἔτος 1920 μεταφέρθηκε στὴν Ἀχρίδα, ὅπου ἀνέπτυξε ἕνα τεράστιο ἱεραποστολικό, ποιμαντικό, κοινωνικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ ἔργο.

Ὁ Ἐπίσκοπος Νικόλαος, παρὰ τὴν τεράστια μόρφωσή του καὶ τὰ πολλά του χαρίσματα, διακρινόταν γιὰ τὴν ἁπλότητα τοῦ ἤθους του, τὴν καλοσύνη καὶ τὴν ἀγάπη του. Ἡ ἀρετή, ἡ ὁποία κατ’ ἐξοχὴν τὸν στόλιζε, ἦταν ἡ ταπείνωση. Ἡ μελέτη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἡ συναναστροφή του μὲ Ἁγιορεῖτες Πατέρες ἐπλούτιζαν τὴν πνευματικότητά του. Μὲ τὰ συγγράμματά του καὶ τὴν πνευματική του καθοδήγηση ὁ λαὸς ἀναγεννιέται πνευματικὰ καὶ ὁ μοναχισμὸς ἀνθίζει.

Τὸ 1941 οἱ ἀρχὲς κατοχῆς τῆς χώρας του, οἱ Γερμανοί, τὸν συλλαμβάνουν, τὸν περιορίζουν καὶ τὸ 1944 τὸν στέλνουν στὸ στρατόπεδο συγκεντρώσεως τοῦ Νταχάου στὴ Γερμανία, ὅπου ὑπέστη πάνδεινα βασανιστήρια. Ὁ δοῦλος τοῦ Κυρίου βάσταζε τὰ στίγματα τοῦ μαρτυρίου στὸ σῶμα του, ποὺ ὅλο εἶχε γίνει μία πληγή. Μάλιστα δέρμα στὴν πλάτη καὶ στὰ πέλματα δὲν ὑπῆρχε.

Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, τὸ Μάιο τοῦ 1945, δὲν θέλησε πλέον νὰ ἐπιστρέψει στὴν πατρίδα του. Τὸ τότε καθεστὼς τὸν θεωροῦσε ἀνεπιθύμητο πρόσωπο. Πῆγε, λοιπόν, στὴν Ἀμερικὴ καὶ παρὰ τὴν κλονισμένη ὑγεία του συνέχισε τὸ φιλανθρωπικὸ καὶ ἱεραποστολικὸ ἔργο τοῦ Χριστοῦ. Δίδαξε στὴν ἱερατικὴ σχολὴ τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Σάββα στὸ Λίμπερτβιλ τοῦ Ἰλλινόις καὶ ἀπὸ τὸ 1951 ἐγκαταστάθηκε στὴ Ρωσικὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Τύχωνος στὴν Πενσυλβάνια, ὅπου καθοδηγοῦσε τοὺς μοναχοὺς καὶ διηύθυνε τὸ θεολογικὸ σεμινάριο τῆς μονῆς. Οἱ δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα δὲν τὸν ἀποθάρρυναν ποτέ. Αἰσθανόταν ἔντονα τὴν παρουσία τῆς Θείας Πρόνοιας στὸ βίο του καὶ αὐτὸ τοῦ ἔδινε δύναμη, ἀνδρεία καὶ χαρά.
Ἡ προσευχή του ἦταν ἀδιάλειπτη καὶ ἔρεε ὡς ποταμὸς τοῦ παραδείσου. Πενθοῦσε ἀβίαστα καὶ ἔχυνε δάκρυα μετάνοιας, παρακλήσεως, μεσιτείας καὶ δοξολογίας. Προσευχόμενος τὸ πρωὶ τῆς Κυριακῆς τοῦ ἔτους 1956 στὸ ταπεινὸ κελί του καὶ προετοιμαζόμενος νά λειτουργήσει, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

PreviousNext

Return to ΕΟΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 1 guest