Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Moderator: inanm7

Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Wed Aug 14, 2013 11:03 pm

Ο Δια ΧΡΙΣΤΟΝ Σαλός Π.Γερόντιος Ο Αγιορείτης (+2001)


Ο μοναχός Γερόντιος, κατά κόσμον Γεώργιος Μούτσος, γεννήθηκε το 1908 στον Πύργο της Ηλείας από πλούσια οικογένεια. Ο πατέρας του είχε δύο φούρνους μέσα στην πόλη του Πύργου.
Από μικρός είχε μεγάλη κλίση προς τον μοναχισμό και ήδη στα 1931 κατάφερε και έφτασε στον πολυπόθητό του Άθωνα. Ως Πελλοπονήσιος πήγε στην Μονή Γρηγορίου (τότε ακόμη υπήρχε ένα είδος τοπικισμού σε πολλές Μονές του Αγίου Όρους).
Έγινε μοναχός από τον Καθηγούμενο Αρχιμανδρίτη Αθανάσιο, άνθρωπο μεγάλης αρετής και φήμης αγίου.
Πολλά διδάχτηκε από τον Γέροντά του και τον αξίωσε ο Θεός πολλών πνευματικών εμπειριών, τόσο που, όπως μας εκμυστηρεύτηκε ο π. Θεόκλητος Διονυσιάτης ο οποίος έζησε μαζί του για ένα χρόνο στον μετόχι Μονοξυλίτη, τον βοήθησε να γράψει το περίφημο βιβλίο του «Μεταξύ ουρανού και γης» εξηγώντας του τις ανώτερες πνευματικές καταστάσεις....
Δυστυχώς το 1939 κόλλησε την δύσκολη ασθένεια της εποχής, φυματίωση. Νοσηλεύτηκε σε Σανατόριο της Αθήνας και το 1941, όταν πια οι Γερμανοί είχαν καταλάβει την Ελλάδα, επέστρεψε στην Μονή του διανύοντας την μεγάλη απόσταση Αθήνα-Ουρανούπολη σχεδόν με τα πόδια.
Στη Μονή του όμως συνάντησε σκληρότητα και καχυποψία, φόβο για πιθανή διάδωση της ασθένειάς του και στους άλλους στην Μονή, παρόλο που είχε θεραπευθεί. Έφτασαν στο σημείο να τον χτυπήσουν και να τον διώξουν από το Μοναστήρι με το ζόρι, εκδίδοντας ένα χαρτί που πιστοποιούσε ότι ο μοναχός Γερόντιος «έπασχε τας φρένας».
Αυτό το εκμεταλλεύτηκε σε όλη του τη ζωή ο μακάριος και προσποιούνταν τον «σαλό».
Γύρισε όλον τον Άθωνα, κελλιά, σκήτες κλπ. Πάντοτε διάλεγε Κελλιά με εκκλησία του Αγίου Νικολάου, που ήταν ο προστάτης του ήδη από το μοναστήρι του, μια και η Μονή Γρηγορίου τιμάται στην μνήμη του.
Πέρασε και από την έρημο του Αγίου Βασιλείου, τη Σκήτη Κουτλουμουσίου, και κατέληξε στο Ιβηρίτικο Κελλί του αγίου Νικολάου στις Καρυές, όπου τον γνωρίσαμε.
Ζούσε πολύ απλά, μέσα στη φύση και στα πλάσματα του Θεού, έχοντας κάνει το σπίτι του καταφύγιο ταλαιπωρημένων ζώων.
Κοιμόταν στην ίδια κουβέρτα με ... πλήθος γατάκια και δυο τρεις σκύλους, αχώριστους συντρόφους του. Προτίμησε την συνδιαγωγή με τα ζώα παρά με τους ανθρώπους.
Κάποτε που έκανε μετάνοιες μπροστά στην εικόνα της Παναγίας στον ναό του Κελλιού του βγήκε μια οχιά από το τσουβάλι που είχε στρώσει στο πάτωμα και τον τσίμπησε στο χέρι. «Την σκότωσα με το χέρι μου την καϋμένη και περίμενα να με ... πονέσει για να το κόψω να τρέξει αίμα αλλά δεν με πόνεσε και το άφησα»!
Μαγείρευε κάθε δυο-τρεις μέρες για τα ζωάκια του και έτρωγε και ο ίδιος μαζί τους, «για να μην έχω λογισμό, τραβάω το από πάνω που τρώνε τα γατάκια και τρώω το από κάτω» μας έλεγε!
Ζύμωνε και ψωμί, με κάτι μπαγιάτικα και σκουλικιασμένα αλεύρια χρόνων πολλών που είχε και κάπως ικανοποιούσε και τη δική του πείνα, αλλά συνήθως περνούσε μόνον με την καθημερινή θεία μετάληψη και το αντίδωρο που έπαιρνε ερχόμενος στις λειτουργίες που κάναμε, καμμιά φορά και κανένα γάλα που μπορεί να έπινε...
Παρόλο που ποτέ δεν πλενόταν δεν μύριζε το σώμα του και την στιγμή της θείας μεταλήψεως οι ιερείς που τον μετελάμβαναν διηγούνται για μια ευωδία που έβγαινε από το στόμα του ενώ ένα δάκρυ πάντα κυλούσε από τα μάτια του.....
Εκείνο που τον έκανε να ξεχωρίζει ήταν η εμμονή του στο να πείσει όλους τους ανθρώπους ότι ήταν τρελλός! Εδιηγείτο λοιπόν για τον...λευκό γάμο του με την Πριγκίπισσα Αλίκη, για την διαμάχη του με τον...βασιλιά, όταν τον απείλησε με όπλο ότι θα τον σκοτώσει... Και γινόταν πιστευτός τόσο που, κατά τις γιορτές της χιλιετηρίδος του Αγίου Όρους, το 1963, η αστυνομία τον έκλεισε στη φυλακή για αποφυγή τυχόν επεισοδίων με τον Βασιλιά για τα μάτια της ...Πριγκίπισσας!
Πάντοτε χαμογελαστός, με την αχώριστη παρέα του, τα ζώα, έζησε σαν πετεινό του ουρανού χωρίς να στενοχωρήσει κανέναν. Τα τέλη της ζωής του τα πέρασε στη μονή της μετανοίας του, τη Γρηγορίου, αφού ο Καθηγούμενος π. Γεώργιος και οι εκλεκτοί πατέρες της αδελφότητος δέχθηκαν να τον γηροκομήσουν. Το παράδοξο είναι ότι αυτός διώχθηκε για να μην κολλήσει τους υπολοίπους φυματίωση, και όταν επέστρεψε στη Μονή είχαν πεθάνει όλοι, πλην ενός, του μοναχού Ησυχίου, ο οποίος όμως τον είχε υποστηρίξει τότε....
Ποτέ δεν ζήτησε τίποτε από τον αδελφό που τον υπηρετούσε. Κάποτε του είπαμε πως δεν τρώει τις φακές, και πράγματι θαύμασε ο αδελφός γιατί σκέφτηκε πως πράγματι δεν έτρωγε όταν του πήγαινε φακές χωρίς όμως ποτέ να ζητήσει κάποιο άλλο φαγητό.
Έλεγε ότι στην περίοδο από της Παναγίας το Δεκαπενταύγουστο ως της Παναγίας στις 8 Σεπτεμβρίου δεχόταν αποκάλυψη για το αν θα ζήσει άλλον ένα χρόνο και κάθε χρόνο τον ρωτούσαμε: «εντάξει για φέτος!» έλεγε. Την τελευταία του χρονιά μόνο γέλασε και δεν είπε τίποτα....καταλάβαμε ότι αυτή θα ήταν η τελευταία του χρονιά, όπως και έγινε. Προγνώρισε το τέλος του και τρεις μέρες πριν, ειδοποίησε τον Ηγούμενο για την επικείμενη αναχώρησή του από τον κόσμο αυτό, ζήτησε συγνώμη από όλους για τις ...παλαβομάρες που έλεγε και πράγματι, στις 12 Νοεμβρίου 2001 αντήλλαξε την παρούσα ματαιότητα με τα ουράνια αγαθά.
Μας έλεγε πάντα χαμογελώντας «όταν ήμουν μικρός μου είπε ο πατέρας μου ότι θα με πάρει σε ένα ταξίδι του να δω την Αθήνα• είχα πολλή χαρά! Ίδια χαρά έχω και τώρα που θα πάω στην άλλη ζωή! Χιλιάδες άγγελοι, καϋμένε!»
Last edited by kostasellas on Mon Aug 26, 2013 12:57 pm, edited 4 times in total.
kostasellas
 

Re: Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Wed Aug 21, 2013 11:21 pm

Ο ΟΣΙΟΣ Σιλουανός ο Αθωνίτης είναι μία από τις μεγαλύτερες σύγχρονες φυσιογνωμίες του αγιορείτικου και γενικότερα του ορθοδόξου μοναχισμού.
Image
Εορτάζει στις 24 Σεπτεμβρίου

«Κανείς δέ σώζεται μόνος του. Ἡ σωτηρία μου δέν εἶναι δική μου ὑπόθεση,δική μου μικρή καί ἀτομική ὑπόθεση.
Εἶναι ἕνα γεγονός ὀντολογικό, πού ἀφορᾶ ὄχι μόνο ὅλη τήν ἀνθρωπότητα,ἀλλά καί ὅλη τήν κτίση,
κάθε τι πού δημιουργήθηκε ἀπό τό Θεό».
(ὅσιος Σιλουανός)


Σαράντα ἡμέρες μετά τήν ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ἀλλά καί στόν ἑορτασμό τῆς μνήμης τῆς ἁγίας ἰσαποστόλου Θέκλας, συνεορτάζεται καί ἡ μορφή ἑνός ἁγίου τῶν καιρῶν μας. Πρόκειται γιά μιά ἀπό τίς ἁγιασμένες μορφές τοῦ σύγχρονου ἁγιωνύμου Ὄρους, τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ τοῦ Ἁγιορείτη.

Γεννήθηκε το 1866 στη Ρωσία από γονείς ευσεβείς. Ύστερα από διάφορες μεταπτώσεις των πρώτων νεανικών του χρόνων,
ένα αποκαλυπτικό όραμα της Υπεραγίας Θεοτόκου τον έκανε να μετανοήσει βαθιά και να ποθήσει την ισάγγελη μοναχική πολιτεία.
Το 1892 ήρθε στο Άγιον Όρος, στη μονή του Αγίου Παντελεήμονος.
Μικρόσχημος μοναχός έγινε το 1896 και μεγαλόσχημος το 1911.
Η ζωή του στον Άθωνα, διαποτισμένη από τη διαρκή μνήμη του Θεού, ξεχώριζε για τη συνέπεια και την ακρίβειά της τόσο στους πνευματικούς αγώνες όσο και στις μοναστηριακές διακονίες.
Υπομονετικός και μακρόθυμος, πράος και άκακος, τα πεινός και υπάκουος ο όσιος Σιλουανός, κέρδισε την αγάπη και την εκτίμηση των συμμοναστών του, αλλά και δέχτηκε πολλές επιθέσεις από τους φθονερούς και μισόκαλους δαίμονες.
Έχοντας παραδώσει τον εαυτό του ολοκληρωτικά στο Θεό, πολύ σύντομα αξιώθηκε να λάβει το δώρο της ακα τάπαυστης ευχής από την Κυρία Θεοτόκο, αλλά και να δει τον ζώντα Χριστό μέσα στο ναό του προφήτη Ηλία, στο μυλώνα της μονής.
Η θεοφάνεια εκείνη ήταν ο σημαντικότερος σταθμός της ζωής του. Από τότε η οξεία πνευματική αίσθησή του έγινε ακόμα οξύτερη. Αισθανόταν αφόρητο πόνο για την αμαρτία. Λυπόταν και έκλαιγε για τις ψυχές που βρίσκο νται μακριά από την αλήθεια. Προσευχόταν αδιάλειπτα για όλο τον κόσμο. Αγαπούσε τούς ανθρώπους και το Θεό χωρίς όρια. Μολονότι ολιγογράμματος, απέκτησε σπάνια σοφία και πείρα με τους αγώνες και τις μελέτες του. Η επικοινωνία μαζί του ήταν πηγή χαράς. Η παρου σία του χάριζε ειρήνη και ανάπαυση.
Μέσα στην προσευχή και τη δοξολογία του Θεού τελεί ωσε την επίγεια πορεία του. Κοιμήθηκε στις 11/24 Σε πτεμβρίου 1938 στη μονή της μετανοίας του.
Η διδασκαλία του, που έχει αποτυπωθεί στις γραφές του, είναι βαθιά βιωματική και αναφέρεται σε καίρια ζητήματα της πνευματικής ζωής -προσευχή, χάρη, δοκιμασίες, ταπείνωση, ειρήνη, ελευθερία, μετάνοια, αγάπη, υπακοή, θεογνωσία.

Image
Last edited by kostasellas on Sun Aug 25, 2013 11:33 pm, edited 2 times in total.
kostasellas
 

Re: Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Sun Aug 25, 2013 12:24 pm

Γέροντας Φώτιος ο Κερασιώτης (+2013)
Image
Αναρίθμητοι Έλληνες σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας με βαθειά συγκίνηση δέχθηκαν την είδηση για την εκδημία προς Κύριον του πνευματικού τους πατέρα ιερομονάχου γέροντα Φωτίου, ο οποίος κατά κόσμον λεγόταν Αντώνιος Σκάνδαλος. Ο γέροντας Φώτιος αναδείχθηκε κατά πάντα άξιος διάδοχος του μακαριστού γέροντα Πορφυρίου του Καυσοκαλυβίτου. Η κοίμησή του έγινε την 03.45 ώρα τα ξημερώματα της Μ. Τρίτης 30ής Απριλίου 2013 στην κλινική «Υγεία».
Επιφυλασσόμενοι να παρουσιάσουμε προσεχώς πληρέστερα την προσωπικότητα και το έργο του, περιοριζόμαστε αφ’ ενός στο παρόν δημοσίευμα να σκιαγραφήσουμε τους κυρίως σταθμούς της ζωής του και την ακτινοβολία του πνευματικού του πορτραίτου, αφ’ ετέρου να περιγράψουμε συνοπτικά στιγμιότυπα από την εντυπωσιακή μεταφορά του στην Κερασιά του Αγίου Όρους (σε υψόμετρο 750 μ.), όπου έγινε η κηδεία του.

Ο πατέρας Φώτιος γεννήθηκε την 10ην Δεκεμβρίου 1933 στο Λημέρι της Ευρυτανίας σε υψόμετρο 920 περίπου μέτρων. Από την παιδική του ηλικία απέκτησε ζωηρά θρησκευτικά βιώματα με την επίδραση τόσον των ευσεβών γονέων του, όσον και του φυσικού περιβάλλοντος του χωριού του. Υψώνοντας τα μάτια του είτε την ημέρα στις υψηλές κορυφές του βουνού «Λιάκουρα» (σε ύψος μέχρι 2200 μ.) είτε τις νύχτες στα λαμπερά άστρα που χαρίζουν μυστηριακή γοητεία στη σιγαλιά του μεγαλόπρεπου τοπίου, ένοιωθε την ψυχή του να πλημμυρίζει από αισθήματα λατρείας προς τον Δημιουργό και Πλάστη των πάντων. Η παιδική αυτή εμπειρία τον συνόδευε σε όλη του την ζωή και κρατούσε μέσα του άσβεστη την φλόγα της νοσταλγίας για τα υψηλά βουνά. Η νοσταλγία του αυτή ήταν η γενεσιουργός αιτία του γεγονότος ότι διάλεξε να καταναλώσει σχεδόν τη μοναστική του ζωή κοντά η πάνω στα ψηλά βουνά (όπως θα αναφέρουμε πιο κάτω στην Πεντέλη, στην Κερασιά του Αγίου Όρους στο βουνό Καλλίδρομος της Φθιώτιδας.

Εγκύκλια μόρφωση έλαβε ο νεαρός Αντώνιος πρώτα στη γενέτειρά του και στη συνέχεια στο Περιστέρι της Αττικής, όπου το έτος 1947 μετακόμισε η πολύτεκνη οικογένειά του. Ως ευσεβής νέος δίδαξε κατηχητικά μαθήματα σε παιδιά της ενορίας του αγίου Αντωνίου (πολιούχου στο Περιστέρι). Εργαζόμενος την ημέρα φοίτησε σε νυκτερινό σχολείο. Μόνο στις δύο τελευταίες τάξεις του τότε Γυμνασίου (σημερινού Λυκείου) πήγε στο ημερήσιο σχολείο. Διψώντας για μόρφωση, σπούδασε στη Νομική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, από την οποία πήρε το πτυχίο του το έτος 1954, και στη Θεολογική Σχολή του ιδίου Πανεπιστημίου, από την οποία έλαβε το πτυχίο του το 1970.

Ως νομικός εισήλθε στο Δικαστικό Σώμα και υπηρέτησε ως Ειρηνοδίκης και Πάρεδρος Πρωτοδίκης στη Χαλκίδα. Η επιτυχία του στην πρώτη δύσκολη δίκη του ήταν προμήνυμα για μια λαμπρή δικαστική σταδιοδρομία. Αλλά η κλήση του από τον Θεό και η επαφή του με ακτινοβόλες μορφές του νεωτάτου ελληνικού Μοναχισμού ανέφλεξαν και ανερρίπησαν τη φλόγα ενός ζωηρού πόθου να στραφεί και αυτός προς τον αγγελικό μοναστικό βίο. Στην αρχή καθοδηγήθηκε από τον αείμνηστο πρωτοπρεσβύτερο π. Άγγελο Νησιώτη και ιδίως από τον μακαριστό αρχιμανδρίτη Παντελεήμονα Μπαρδάκο (τον μετέπειτα Μητροπολίτη Σάμου), που ήταν φορεύς του ανακαινιστικού πνεύματος της ατύπως και αθορύβως διακονούσης τότε την Εκκλησία Αδελφότητος Θεολόγων «Χάρις». Το έτος 1965 γνωρίζει τον γέροντα π. Πορφύριο και στη συνέχεια έως τις αρχές Μαρτίου τoύ έτους 1966 συγκατοικεί είτε στα Καλίσια Πεντέλης μαζί του, είτε κατά τις επισκέψεις και διαμονές του στο Άγιο Όρος με τον Πατέρα Θεόκλητο Διονυσιάτη στην Ι. Μονή Διονυσίου ή με τον πατέρα Παΐσιο στο κελλί του.

Την 19η Μαρτίου 1966, σε ηλικία 33 ετών, εισήλθε ως δόκιμος μοναχός στην Ι. Μονή Πετράκη (Αθήνα). Ακολούθως, κατόπιν μαρτυρίας του ιερομονάχου Γαβριήλ Διονυσιάτου, εκάρη μοναχός από τον τότε Ηγούμενο της Ι. Μονής Πετράκη πατέρα Χαράλαμπο Βασιλόπουλο με το μοναχικό όνομα Φώτιος. Την 20η Μαρτίου 1966 χειροτονήθηκε διάκονος στον Ι. Ναό Αγίου Σπυρίδωνος Αιγάλεω και στην συνέχεια την 19η Ιουνίου 1966 στον Ι. Ναό Αγίου Ελευθερίου Γκύζη, πρεσβύτερος με το οφφίκιο του Αρχιμανδρίτη από τον τότε Μητροπολίτη Φθιώτιδος κυρό Δαμασκηνό, ο οποίος και τον ενέγραψε στην Ι. Μονή Αγάθωνος. Στο Μοναχολόγιο της Ι. αυτής Μονής ο τότε Ηγούμενος Γερμανός Δημάκος γράφει παρατήρηση, κατά την οποία ο π. Φώτιος «είναι σεμνός και ενάρετος με απόλυτον συνέπειαν εις το «ο εξελέξατο ιερό επάγγελμα. Ο Θεός ας τον ενισχύη».

Έως ότου λάβει το πτυχίο του εκ της Θεολογικής Σχολής το έτος 1970 κατοικούσε στην Ι. Μονή Πετράκη (με ηγούμενο τον π. Χαράλαμπο Βασιλόπουλο). Την 2α Ιουνίου 1970 ανεχώρησε για την Κερασιά του Αγίου Όρους (υψόμετρο 720 μ.), όπου υπετάγη στον γέροντα Πορφύριο, ο οποίος ήταν στα Καυσοκαλύβια (σε υψόμετρο 170 μ.) και τον οποίο είχε ήδη γνωρίσει από το 1965 στην Πολυκλινική Αθηνών και στα Καλίσια. Εκεί, την 24η Σεπτεμβρίου 1977, έγινε Μεγαλόσχημος. Από το 1971, κατά τις περιόδους των νηστειών, κατέβαινε στην Ι. Μητρόπολη Αργολίδος, όπου με την ευλογία του οικείου Μητροπολίτου, ασκούσε το έργο του εξομολόγου πνευματικού στην Ι. Μονή του αγίου Θεοδοσίου και στον Ι. Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Πέτρου.

Το 1978 με τη φροντίδα του γέροντα Πορφυρίου εγκαταβίωσε ως διάδοχός του στον περίβολο του Ι. Ναού του Αγ. Νικολάου Καλισίων και εκεί έμεινε επί εικοσαετίαν, προσφέροντας πνευματική βοήθεια σε πλήθος επισκεπτών και προσκυνητών, που συνέρρεαν καθημερινά για εξομολόγηση, και ενισχύοντας με λειτουργίες, κήρυγμα και αγρυπνίες τη λεγομένη «οικογένεια των Καλισίων» δηλαδή τον σταθερό κύκλο πνευματικών παιδιών του, για τα οποία ο πατήρ Φώτιος και τα Καλίσια ήταν οι συνδετικοί τους κρίκοι.

Ο πόθος του γέροντα Φωτίου για το Άγιο Όρος τον έφερε στο κελλί του Αγίου Δημητρίου Κερασιάς, τον Μάιο του 1998. Το κελλί αυτό τον 19ο αιώνα ανήκε στον επιφανή ιερομόναχο Χατζηγιώργη, τον οποίο ο πατήρ Παΐσιος έχει εξυμνήσει ως άγιον. Ένας σοβαρός τραυματισμός του και τα πολυετή σοβαρά αιματολογικά προβλήματά του υποχρέωσαν τον πατέρα Φώτιο να επιστρέψει και να παραμείνει στην Αθήνα προς θεραπείαν. Τότε, κατόπιν πρωτοβουλίας του Σεβ. Μητροπολίτη Φθιώτιδας κ. Νικολάου, την 24η Ιουνίου 1999 εγκαταστάθηκε ως εφημέριος και πνευματικός της Ι. Μονής Δαμάστας (σε υψόμετρο 750 μ. στο βουνό Καλλίδρομος της Φθιώτιδας), όπου παρέμεινε έως την κοίμησή του.

Ενεθάρρυνε τον εξωραϊσμό της Ιεράς αυτής Μονής και συνετέλεσε στην αναβάθμιση του δυναμικού των μοναστριών της με δύο μορφωμένες πνευματικές θυγατέρες του. Πρόκειται για τη σημερινή Ηγουμένη Ιωάννα, η οποία έχει κάμει λαμπρές πολυετείς σπουδές στην Ωτορινολαρυγγολογία στη Γερμανία και Αγγλία και έγινε πνευματικό του τέκνο το 1993 στα Καλίσια, και για την αδελφή Πελαγία, η οποία έχει συνδεθεί με τον π. Φώτιο από την εποχή της πνευματικής του παρουσίας στο Άργος.

Από τη Δαμάστα επί 7½ χρόνια αρκετές φορές μετέβαινε στην Αθήνα, για να υποβάλλεται επί 7 ½ χρόνια με ιώβεια υπομονή σε θεραπεία.

Τέλος, χωρίς να είναι δυνατό να στέκεται όρθιος και να περιπατεί μισοξαπλωμένος πάνω σε ανάκλιντρο μέσα στο δωμάτιό του, δεχόταν προς εξομολόγηση.

Ο πατήρ Φώτιος είχεν όλα τα χαρίσματα που είχε και ο γέροντάς του Πορφύριος, ο οποίος, όπως εύστοχα γράφει η κ. Αμαλία Βουλγαράκη ήταν «διορατικός και προορατικός», «χαμογελαστός γέροντας της καλοσύνης, της σοφίας της βαθειάς γνώσεως των Πατέρων, της ταπεινοφροσύνης, της υπομονής, της πλήρους κατανόησης και της χωρίς όρια αγάπης για τον πονεμένο σύγχρονο άνθρωπο» («Και σήμερα γίνονται θαύματα», εκδ. Μαΐστρου, Αθήνα 2012, σ. 30). Η γλυκειά αυστηρότητά του συνδυαζόταν με επιείκεια που ήταν αποτέλεσμα της συνηθισμένης στους Πατέρες «Οικονομίας», η οποία πάντοτε καταφεύγει σε δικαστική αναζήτηση και εξιχνίαση ελαφρυντικών μέσα στις ευρύτερες ψυχολογικές και πνευματικές συναρτήσεις της ζωής των εξομολογουμένων. Κατά την εύστοχη επισήμανση του Σεβ. Μητροπολίτη Φθιώτιδος κ. Νικολάου, η αγιότητά του βοήθησε τον π. Φώτιο να ζήσει όλη την τραχύτητα της μοναστικής ζωής, για να σκορπίζει στον κόσμο γλυκύτητα. Ενώ δεν μιλούσε πολύ, με την μορφή του κέρδιζε την αγάπη του κόσμου. Πολλές φορές μόνο με κάποιο μορφασμό του προσώπου του προέτρεπε σε κάτι η απέτρεπε από κάτι.

Το τέλος του στην κλινική των Αθηνών «Υγεία» έχει οσιακά γνωρίσματα. Τις παραμονές της ημέρας του θανάτου του είπε στην Ηγουμένη Ιωάννα: «Φεύγω, αδελφή. Παρακαλώ συγχώρεσέ με». Τη Μ. Δευτέρα, μίαν ημέρα πριν από την κοίμησή του, εκατοντάδες πνευματικών του παιδιών έφθασαν στην κλινική για να πάρουν την ευλογία του. Οι τελευταίοι λόγοι του ήταν: «Ο Σταυρός του Κυρίου διώχνει τα δαιμόνια, διότι έχει τη δύναμη της σταυρικής του θυσίας». Αυτή τη δύναμη είχε σε όλη του την ζωή».
Τα ξημερώματα της Μ. Τρίτης (30ής Απριλίου 2013 και ώραν 03. 45), μόλις ο πατήρ Φώτιος παρέδωσε την ψυχή του στον Νυμφίο της Χριστό, αμέσως με αστραπιαία ταχύτητα σε πολλές γωνιές της Ελλάδας, και ιδίως στις περιοχές της Φθιώτιδας και του Αγίου Όρους, πήραν φωτιές τα τηλέφωνα πολλών πνευματικών του τέκνων μεταδίδοντας η δεχόμενα την είδηση για το θάνατό του και για το ότι η κηδεία του θα γινόταν το απόγευμα της ίδιας ημέρας στην Κερασιά του Αγίου Όρους.

Στην κλινική «Υγεία», με μεγάλη ταχύτητα έγιναν οι αναγκαίες γραφειοκρατικές διαδικασίες για την έξοδο εξ αυτής του νεκρού και περί την 5η πρωϊνή ώρα ξεκίνησε η νεκροφόρος μεταφέροντας σε απλό φέρετρο τη σεπτή σορό του. Η όχι πολύ συνηθισμένη εξόδια – αληθινά λιτανευτική – πομπή κατευθυνόταν προς το κελλί του Αγίου Δημητρίου στην Κερασιά, όπου, σύμφωνα με την ζωηρή επιθυμία του – θα γινόταν η τελεσιουργία της νεκρώσιμης ακολουθίας και του ενταφιασμού του. Τη νεκροφόρα συνόδευαν πολλά αυτοκίνητα Ι.Χ., που μετέφεραν πάνω από 30 άτομα. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν ο αδελφός του πατρός Φωτίου κ. Σωτήρης Σκάνδαλος, όπως και ανήψια του γέροντα. Στη συνοδεία αυτή ήταν και το αυτοκίνητο Ι.Χ. που μετέφερε την οσιολογωτάτη Ηγουμένη της Ι. Μονής Δαμάσtας Ιωάννα, την οδηγούσα σύζυγο του αειμνήστου Καθηγητού της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Καλλιόπη Σκουτέρη, την αδελφή του ιδίου καθηγητού, Συμβολαιογράφο, κ. Άννα Σκουτέρη – Αργυριάδη, και τη νοσοκόμα, κ. Κλάρα, που νοσήλευε τον γέροντα.

Η γερόντισσα Ιωάννα και η κ. Άννα ήταν κατάκοπες και σχεδόν εξαντλημένες, διότι αγρυπνώντας τα τελευταία εικοσιτετράωρα στην Κλινική, φρόντιζαν ποικιλοτρόπως τον ετοιμοθάνατο π. Φώτιο. Μαζί με τους άνδρες ήταν και ο σύζυγος της κυρίας Άννας, ο Οικονομολόγος κ. Χαράλαμπος Αργυριάδης. Όλοι και όλες τους ένοιωθαν σαν τις μυροφόρες γυναίκες και τους μυροφόρους άνδρες της Καινής Διαθήκης, που με συγκίνηση και ευλάβεια είχαν συνοδεύσει τον Κύριο στον τάφο Του.

Όταν η νεκροφόρα και οι δεκάδες των συνοδών άφησαν πίσω τους τις Θερμοπύλες, έκαμαν μια ανηφορική λοξοδρόμηση προς το βουνό Καλλίδρομος και διασχίζοντας τα μυρωμένα δάση της βουνοπλαγιάς στάθμευσαν σε υψόμετρο 750 μέτρων στην Ι. Μονή Δαμάστας. Εκεί, ένεκα της είδησης ότι επίκειται η ήλθε το τέλος του γέροντα π. Φωτίου, ήδη από τη νύχτα είχαν έλθει και ακόμη έρχονταν από τις γύρω περιοχές της Φθιώτιδας, μερικές δεκάδες πνευματικών τέκνων του π. Φωτίου για να προσκυνήσουν το αναμενόμενο σεπτό σκήνωμα και να λάβουν την ευλογία του. Στην Ι. Μονή είχε επίσης αφιχθεί και ανέμενε ο Σεβ. Μητροπολίτης Φθιώτιδος κ. Νικόλαος, ο οποίος πάντοτε με εκτίμηση και σεβασμό στήριζε τον γέροντα στο πολύτιμο πνευματικό έργο του.

Περί την 7η πρωϊνή ώρα έφθασε εκεί η ευλαβής πομπή και τότε αμέσως, χωρίς καθυστέρηση, ο Σεβ. Άγιος Φθιώτιδος τέλεσε Τρισάγιο και με συγκίνηση σε σύντομη ομιλία του εξήρε την προσωπικότητα του εκλιπόντος.

Μερικοί από τους συνοδεύοντες άνδρες δεν ήλθαν στην Ι. Μονή, αλλά συνέχισαν για να φθάσουν έγκαιρα στο Άγιο Όρος και για να φροντίσουν μαζί με αγιορείτες την παραλαβή της σεπτής σορού και την επίπονη μεταφορά της στην ορεινή Κερασιά.

Μετά την τέλεση του Τρισαγίου στην Ι. Μονή Δαμάστας, η νεκροφόρα και είκοσι περίπου από τους συνοδούς, με προσωπικές τους θυσίες, ξεκίνησαν για την Ουρανούπολη. Από εκεί με τρία ταχύπλοα μικρά πλοία έφθασαν στον αρσανά της Κερασιάς «Κλέφτικο», όπου τους υποδέχθηκαν μερικοί αναμένοντες αγιορείτες. Τότε, το απλούστατο φέρετρο του γέροντα δέθηκε καλά και προσεκτικά πάνω σ’ ένα μουλάρι και άρχισε η πορεία προς την Κερασιά. Μερικοί χρησιμοποίησαν άλλα μουλάρια και άλλοι την πεζοπορία. Σιγοψάλλοντας εξόδιους ύμνους ακολούθησαν ένα κακοτράχαλο ανηφορικό μονοπάτι, μέσα στο οποίο δεν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί τροχοφόρο όχημα.

Όλοι τους ήταν εντυπωσιασμένοι από το γεγονός ότι δεν ήταν βαθειά λυπημένοι η πολύ κουρασμένοι. Μέσα στην ψυχή τους ένοιωθαν τη δεσπόζουσα μέσα στα ορθόδοξα πνευματικά πλαίσια πατερική «Χαρμολύπη». Ήταν λυπημένοι, διότι χωρίζονταν από τον πνευματικό τους πατέρα, αλλά συγχρόνως μυστικά ένοιωθαν γλυκειά παρηγοριά και πνευματική αγαλλίαση έχοντας τη συνείδηση ότι ο γέροντάς τους εισήλθε σε τόπο χλοερό και αναψύξεως, από όπου πάντοτε θα τους ευλογεί και θα ενδιαφέρεται γι’ αυτούς με τις μεσιτείες προς τον Οικτίρμονα Θεό. Σε όλους επίσης έκαμε εντύπωση ότι το μουλάρι που μετέφερε το φέρετρο του π. Φωτίου, ενώ φαινόταν κουρασμένο και ήταν ένα από τα τελευταία στην πομπή, έφθασε πρώτο στην Κερασιά. Θα νόμιζε κανείς ότι το κέντριζε ο πατήρ Φώτιος, για να φθάσει όσο το δυνατό ενωρίτερα στον τόπο της αναπαύσεώς του.

Τα της κηδείας είχαν προετοιμάσει με στοργή δύο από τα εξαίρετα πνευματικά παιδιά αρχικά του γέροντα Πορφυρίου και στην συνέχεια του γέροντα Φωτίου. Ήταν ο ιερομόναχος π. Ιωαννίκιος (από τα Καυσοκαλύβια) και ο μοναχός π. Νικήτας (από το κελλί της Κερασιάς).

Η νεκρώσιμιμη ακολουθία, που άρχισε περί την 5η απογευματινή ώρα, έγινε στο ναΐσκο του κελλιού του Αγίου Δημητρίου από οκτώ ιερομονάχους, που είχαν επικεφαλής τον Πανοσιολογιώτατο Ηγούμενο της Ι. Μονής Μεγίστης Λαύρας π. Πρόδρομο. Ήταν πολύ κατανυκτική και έφθασε στο τέλος περί την 6½ μ.μ., λίγο πριν από το ηλιοβασίλεμα. Ο ενταφιασμός έγινε στον αυλόγυρο του κελλιού. Η σορός, χωρίς φέρετρο, τοποθήθηκε μέσα σ’ ένα τάφο, που επί δεκαετίες, σκεπασμένος με αγριόχορτο, έμενε αχρησιμοποίητος.

Στην κηδεία παρέστησαν περίπου 70 άτομα, ανάμεσα στα οποία ήταν αρκετοί ιερομόναχοι, μοναχοί και ασκητές, που είχαν έλθει από σκήτες, κελλιά, καλύβες και ησυχαστήρια από τα Καυσοκαλύβια, την Αγία Άννα, τα Κατουνάκια, τα Καρούλια. Όλοι και ιδίως οι ελθόντες από την Αθήνα και τη Φθιώτιδα, παρά την αϋπνία της προηγούμενης νύχτας και παρά τη μεγάλη κόπωση της ημέρας, ένοιωθαν ευχάριστα και ξαλαφρωμένα, διότι ο Θεός βοήθησε να προλάβουν και να γίνουν όλα μέσα στην ίδια ημέρα. Η καλή τους διάθεση ενισχύθηκε από το βίωμα ότι είχαν την ευλογία του μακαριστού γέροντα π. Φωτίου, αλλά και από την ωραία και ζωογόνο ατμόσφαιρα του ανοιξιάτικου δειλινού στην Κερασιά.

Τα αοράτως περιϊστάμενα πνεύματα του γέροντα Χατζηγιώργη, των υποτακτικών του και όλων των αγίων ασκητών που ασκήτευσαν στην περιοχή ανάμεσα στα Καυσοκαλύβια και στην Κερασιά· η δροσερή αύρα που ερχόταν από το κάπως μακρινό Αιγαίο πέλαγος˙ το θρόϊσμα των φύλλων των δένδρων˙ τα έλατα, οι καστανιές, οι βελανιδιές, οξυές και τα πουρνάρια˙ τα λεπτά αρώματα των θάμνων και των αγριολούλουδων˙ τα φτερουγίσματα, κελαδήματα και τιτιβίσματα των αηδονιών, των σπουργιτιών και των άλλων πουλιών˙ το σιγαλό μουρμούρισμα των πηγών, που φέρνουν νερό από τον Άθωνα˙ όλα μέσα στο φυσικό περιβάλλον σε μια αξιοθαύμαστη αλληλεξάρτηση και ενότητα εκείνη την ώρα δοξολογούσαν και χαιρέτιζαν τον Δημιουργό και την επιστροφή του γέροντα π. Φωτίου στον τόπο των πόθων και οραματισμών του.
http://www.pemptousia.gr


Μνημόσυνο Γέροντος Φωτίου Κερασιώτη
Last edited by kostasellas on Sun Aug 25, 2013 11:32 pm, edited 2 times in total.
kostasellas
 

Re: Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Sun Aug 25, 2013 3:38 pm

Άγιος Θεόφιλος ο Μυροβλύτης (†1548) Μνήμη 8 Ιουλίου
Image
Καταγόταν από τη Ζίχνη της Μακεδονίας (1460). Είχε ευσεβείς γονείς και η μόρφωση που έλαβε ήταν πολύ καλή. Ως ιερομόναχος «περιεπάτει εις διαφόρους τόπους διδάσκων και ωφελών τους Χριστιανούς διά του λόγου και του παραδείγματος της ζωής του». Έγινε φίλος και συγκάτοικος του επισκόπου Ρεντίνης Ακακίου, γνωστού για την ευλάβεια και αρετή του, και του πατριάρχη Νήφωνος, γνωστού για την αγιότητά του. Από τον άγιο Νήφωνα στάλθηκε στην Αλεξάνδρεια, για να εξακριβώσει τα θαύματα που εκεί γίνονταν από τον πατριάρχη Ιωακείμ, ο οποίος μετακίνησε βουνό και ήπιε δηλητήριο χωρίς να βλαφτεί, αφού εξαναγκάσθηκε σε αυτό από Εβραίους και μουσουλμάνους. Ο θειος Θεόφιλος επιβεβαίωσε την αλήθεια των θαυμάτων, επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και διορίσθηκε νοτάριος της Μεγάλης Εκκλησίας. Πριν είχε περάσει ως προσκυνητής από το Σινά, την Αντιόχεια και τα Ιεροσόλυμα.
Στο Άγιον Όρος, όπου ήλθε (1510) καταφρονώντας τις τιμές του πατριαρχείου, ασκήθηκε στις μονές Βατοπαιδίου και Ιβήρων επί πολύ και, τέλος, «έχων πόθον πολύν δι’ ακριβεστέραν ησυχίαν» ησύχασε στο Παντοκρατορινό Κελλί της Καψάλας του Αγίου Βασιλείου, κοντά στις Καρυές και «εδόθη εις περισσοτέρους αγώνας της ασκήσεως … ώστε έγινε όλος μετάρσιος». Όταν του προτάθηκε ο αρχιεπισκοπικός θρόνος της Θεσσαλονίκης ο άγιος αυτός άνθρωπος αρνήθηκε, «λάμπων δε πανταχόθεν διά του φωτός των αρετών και της ένθεου πολιτείας, έγινε περίφημος και ονομαστός».
Προγνώρισε το τέλος του και ζήτησε από τον υποτακτικό του Ισαάκ ο ταπεινόφρων: «Όταν αποθάνω, μη ομολογήσεις τούτο εις ουδένα, άλλ’ ουδέ τα έθιμα της ταφής εκτέλεσεις, μόνον δέσε σχοινίον εις τούς πόδας μου, και σύρε με και ρίψε με εις το δάσος εις μέρος κρυφιον, ίνα με φάγωσι τα θηρία· πλην λειτουργίας και μνημόσυνα ποίησον όσα δυνηθείς». Με δέος ο μαθητής έτσι και έκαμε. Ο προνοητής όμως Θεός φανέρωσε το τίμιο λείψανο και, όταν μεταφέρθηκε στο Κελλί του, «ήρχισε να αναβρύει μύρον ευωδέστατον, εις ένδειξιν της θεαρέστου αυτού πολιτείας», γι’ αυτό και ονομάστηκε Μυροβλύτης.
Αξίζει να σημειωθεί πως ο όσιος αναδείχθηκε καλλιγράφος άριστος και βιβλιογράφος εμπειρότατος. Τα περισσότερα έργα του είναι λειτουργικού περιεχομένου και βρίσκονται στη μονή Ιβήρων, περίπου τριάντα. Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης έγραψε το ωραίο συναξάρι και την ακολουθία του μυροβλύτη Θεοφίλου. Νεώτερη ακολουθία συνέθεσε ο μητροπολίτης Ζιχνών Νικόδημος Βαλληνδρας. Το δεξί χέρι του αγίου σώζεται στη μονή Παντοκράτορος. Από το βίο του αγίου Νικόδημου παίρνουν στοιχεία και οι νεώτεροι συναξαριογράφοι.

Last edited by kostasellas on Sun Aug 25, 2013 11:34 pm, edited 2 times in total.
kostasellas
 

Re: Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Sun Aug 25, 2013 11:29 pm

Γέροντας Θωμάς-Από έντεκα χρονών ...ερημίτης στο Άγιον Όρος
΄΄Έχει άλλα παιδάκια στο Άγιον Όρος για να παίζουμε ποδόσφαιρο;΄΄ρώτησε ο μικρός Αντώνης τον πατέρα του και τον πνευματικό τους γέροντα όταν εκείνοι του πρότειναν να πάει να μονάσει στον Αθω μαζί με τον γέροντα.Απο τότε περάσανε περί τα εξήντα ολόκληρα χρόνια και ο μικρός Αντώνης έγινε γέροντας.
Ο γέροντας Θωμάς από το ξακουστό κελί της αδελφότητας των Θωμάδων από την ηλικία των έντεκα χρονών εγκαταβιεί στην απόκρυμνη Μικρά Αγία Αννη,εκεί που βλέπει μόνο ο ΘΕΟΣ!Μία ερημική περιοχή κοντά στη Μεγίστη Λαυρα.
Image
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΤΗΝ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
Πρωτοψάλτης και αργυροχρυσοχόος ο γέροντας.Απο τα έργα τέχνης…που δημιουργεί ζει κι η αδελφότητα του,οι τέσσερις μοναχοί του κελιού του.
Γέροντα Θωμά, μια ολόκληρη ζωή ασκητεύετε στο Άγιο Όρος. Ο μοναχισμός πώς προέκυψε στην πορεία του βίου σας;
Η οικογένειά μου ήτο θεοφιλής. Ο πατέρας μου επιθυμούσε ένα από τα τρία παιδιά του να γίνει κληρικός.
Ήμουν ένδεκα ετών, όταν επισκέφθηκε το χωριό μας το Στεφανοβίκειο Βελεστίνου, ο αείμνηστος Γέροντας Θωμάς δια πνευματικούς λόγους.
Ο πατέρας μου όταν τον συνάντησε του εκμυστηρεύτηκε την επιθυμία του. Ο πρώτος αδελφός μου ως μεγαλύτερος βοηθούσε τον πατέρα μου στις εργασίες του και δεν ήτο δυνατόν να λείψει. Ο δεύτερος αδελφός είχε κάποιο μικρό πρόβλημα στα πόδια του κι ο Γέροντας δεν δέχθηκε να τον πάρει, αν και το ήθελε ο αδελφός μου, διότι στο Άγιο Όρος και μάλιστα στην έρημο, έχει δύσκολους δρόμους και δύσβατα μονοπάτια.
Ερώτησαν τέλος εμένα, αν θέλω να πάω με τον παππούλη στο Άγιον Όρος. Κι εγώ απάντησα με μια ερώτηση.
- Έχει άλλα παιδάκια στο Άγιον Όρος για να παίζουμε ποδόσφαιρο;
- Παιδί μου, εκεί είναι μοναστήρι, είναι έρημος και βράχια και δεν παίζουν παιχνίδια, απάντησε ο Γέροντας.
- Τότε κι εγώ δεν έρχομαι, απάντησα. Γιατί θέλω να παίζω με τους φίλους μου.
Ο σεβάσμιος Γέροντας μας χαιρέτισε και έφυγε. Εκείνη όμως τη νύχτα και ενώ κοιμόμασταν τα τρία αδέλφια μαζί, είδα μία θαυμάσια και παράδοξη οπτασία. Εμφανίσθηκε μία υψηλή και μεγαλόπρεπη γυναίκα, σεβάσμια, ιεροπρεπής και μου έδειξε ένα ωραίο παραδεισένιο περιβόλι. Ήτο ένας πραγματικός παράδεισος, δένδρα καρποφόρα, άνθη φανταχτερά, λουλούδια εύοσμα, ρυάκια δροσερά και κυρίως παιδάκια που έπαιζαν σ’ αυτή την πρασινάδα. Ενώ εγώ έβλεπα συγκλονισμένος και ενθουσιασμένος, η Παναγία, διότι πιστεύω ότι Αυτή ήτο, μου είπε:
- Παιδί μου τα βλέπεις όλα αυτά; Αν πας με τον παππούλη θα τα απολαύσεις όλα, αν δεν πας θα τα χάσεις.
Εκείνη τη στιγμή ξύπνησα και αμέσως ξύπνησα τη μάνα μου.
- Μάνα πού είναι ο παππούλης; Θέλω να πάω μαζί του στο Μοναστήρι.
Μετά λίγες ημέρες, ο Γέροντας πέρασε απ’ το χωριό μας, μόλις τον είδα πέταξα την σχολική «σάκα» και τον έπιασα από το ράσο του παρακαλώντας τον να φύγουμε το ίδιο βράδυ, φοβόμουν μήπως τα άλλα παιδιά, οι φίλοι μου, με επηρεάσουν αρνητικά. Πράγματι, εκείνο το βράδυ φύγαμε, με τις ευχές των γονέων μου.
Όταν εφθάσαμε στον αρσανά της Αγίας Άννης και ανεβήκαμε λίγο είδα τις πηγές και τα πανύψηλα δένδρα κι αισθάνθηκα ότι εισέρχομαι στον παράδεισο, ότι άρχισα να απολαμβάνω την υπόσχεση της Κυρίας Θεοτόκου.
Νομίζω ότι η Θεοτόκος μου έδειξε μέσω της ωραίας και παραδόξου εικόνος την πνευματική διάσταση και ομορφιά του Αγίου Όρους, που οφείλω να αναζητώ, να ανακαλύπτω και να ζω καθ’ όλην την διάρκειαν της ζωής μου.
Στο σημείο αυτό, πρέπει να προσθέσω, ότι όταν έφθασα στο Ησυχαστήριο των Θωμάδων, βρήκα έναν επίσης νέον μοναχόν, 18 περίπου ετών τον π. Κυπριανόν. Και τους δυό μας ανέλαβαν οι σοβαροί και πολύ σοφοί Γέροντες. Ο Γέρων Θωμάς και ο Γέρων Παύλος. Από αυτούς μάθαμε τα πάντα, ιδιαίτερα μας έδειξαν τις δύο τέχνες, την αργυροχρυσοχοίαν και την μουσική. Η πνευματική τους προστασία, η αγάπη, η στοργή ήσαν παροιμιώδεις. Δεν παύω να μνημονεύω ευγνομώνως τα ονόματά τους, οι γονείς μας μάς χάρισαν το ζην, αλλά αυτοί μάς δώρισαν το ευ ζην.
Πήρατε αυτά που περιμένατε από το μοναχισμό εδώ στην έρημο;
Στην έρημο βρήκα αυτό που με εντυπωσιάζει πάντοτε, βρήκα καλοσύνη και αρετή στους ερημίτες Αγιορείτες.
Λόγω της νεαράς μου ηλικίας με εντυπωσίαζαν όλα. Οι ακολουθίες οι ολονύχτιες αγρυπνίες στις οποίες συγκεντρώνονται όλοι οι Πατέρες. Ιδιαίτερα με προσείλκυσε η Εκκλησιαστική Βυζαντινή μουσική, η αργυροχρυσοχοία και το ψάρεμα στον ήρεμο αιγαιοπελαγίτικο Κόλπο του Αγίου Όρους.
Στη συνέχεια, με πολύ κόπο μεταφέραμε νερό από απόσταση 5 χιλιομέτρων, από τους πρόποδες του Άθωνα, μέσα από βράχους, δένδρα και ακανθώδεις θάμνους και ζιζάνια.
Ακολούθησε μετά η ανοικοδόμηση του Ησυχαστηρίου και του Ναού μας.
Εάν η ζωή σας άρχιζε ξανά από την αρχή θα επιλέγατε πάλι να υπηρετήσετε το μοναχισμό; Εάν ναι, γιατί;
Με τις εμπειρίες που έχω θα επέλεγα την ίδια ζωή, διότι δεν βλέπω κάτι σημαντικότερο επί τόσα χρόνια. Όταν ζήσει κανείς την κοινοβιακή ζωή, θέλγεται από την επικοινωνία με τον Πολύσοφο Γέροντα και τους αδελφούς. Έλεγε ο Δαβίδ ότι είναι καλό και τερπνό να ζουν αδελφοί επί το αυτό και ο Χριστός λέγει «όποι εισίν δύο ή τρεις συνηγμένοι στο όνομά μου, εκεί ευρίσκομαι κι εγώ εν μέσω αυτών».
Η συγκατοίκηση σε μία ερημιτική συνοδεία, έχει δυσκολίες, είχαν άσκηση αλλά τα αποτελέσματα είναι άγια.
Τι πιστεύετε θα χάνατε εάν βρισκόσασταν στον κόσμο και δημιουργούσατε οικογένεια;
Η οικογένεια είναι ιερό μυστήριο και θα το χαιρόμουνα, αλλά η ελευθερία της ησυχίας είναι πολύ σημαντική. Ο μοναχός δεν είναι απόκοσμος και ενάντιος στην οικογένεια. Όμως όπως οι Άγιοι Πατέρες διδάσκουν αληθινά, η μοναχική ζωή είναι η αρίστη και τελειοτάτη οδός. Χαίρομαι που πολλές φορές ενώ είμεθα ερημίτες, συμπαραστεκόμεθα σε διάφορες οικογένειες που ζητούν την προσευχή μας και τη συμβολή μας στα διάφορα θέματά τους και προβλήματα που ανακύπτουν.
Μετά από τόσα χρόνια στο μοναχισμό έχετε επαφή με τα συγγενικά σας πρόσωπα, αδέλφια, ανίψια..;
Με τα αδέλφια μου και τα ανίψια μου έχω εξαιρετική επικοινωνία. Χαίρομαι για το σεβασμό και την αγάπη τους.
Το 24ωρο σας πώς είναι;
Το 24ωρο χωρίζεται σε τρία μέρη: ΠΡΟΣΕΥΧΗ-Εργασία-ξεκούραση. Στους μοναχούς το κύριο έργο είναι η προσευχή και η μελέτη, πάρεργον θεωρείται η εργασία. Ο κίνδυνος ελλοχεύει πάντοτε να μη γίνει το πάρεργον κύριον έργον. Ο μοναχός προσπαθεί να κάνει το έργον του επιμελώς, είτε προσευχή είτε εργασία είναι αυτό και επίσης διατηρεί την υ γεία του, διότι δεν είμαθε σωματοκτόνοι αλλά παθοκτόνοι, κατά τον Αββά Ποιμένα.
Ασχολείστε και με την αργυροχρυσοχοία;
Το Ησυχαστήριό μας έχει παράδοση στην αργυροχρυσοχοία. Δημιουργούμε έργα καινούρια ή διορθώνουμε παλαιά σκεύη εκκλησιαστικά από τα μοναστήρια που είναι αριστουργήματα. Ο Ιερομόναχος Παρθένιος έφερε από την Κων/πολη την τέχνη αυτή το 1880 και συν Θεώ την διατηρούμε μέχρι σήμερα. Από τα ιερά σκεύη που υπάρχουν στο Άγιον Όρος, Βυζαντινά ή Ρωσικά, συλλέξαμε τα πιο καλά σχέδια και κάναμε νέες δημιουργίες, όλα χειροποίητα με τα απλά παραδοσιακά μέσα που διαθέτουμε στην έρημο που ζούμε.
Γέροντα Θωμά, δεν αποτελεί ρουτίνα να κάνεις καθημερινά και εφ’ όρου ζωής τα ίδια πράγματα;
Στην αρχή της μοναχικής ζωής υπάρχει μικρή κόπωση από την μονοτονία, αλλά στη συνέχεια αυτή η μονοτονία γίνεται γλυκιά και δημιουργεί ήρεμη πνευματική κατάσταση. Η παραμονή επί πολλά έτη στο Μοναστήρι προσφέρει εμπειρίες και κατά τον Άγιο Βασίλειο, η ησυχία είναι αρχή καθάρσεως. Στις μέρες μας θεωρείται πολύ μοντέρνο και επίκαιρο να μπορεί κανείς να αποφεύγει τις αιτίες των λαθών των παθών, «εκ του οράν τίκτεται το εράν». Οπότε δεν είναι ρουτίνα, αλλά μέγα έργον η ησυχία, κάτι που αγάπησαν Μεγάλοι Άγιοι, φιλόσοφοι και επιστήμονες, για να προσφέρουν στην κοινωνία τόσα ευεργετήματα.
Στο ησυχαστήριό σας δέχεστε επισκέψεις από προσκυνητές; Πώς βλέπετε τον κόσμο; Τι τους προβληματίζει περισσότερο;
Δεχόμεθα καλούς, ευσεβείς και ευλαβείς προσκυνητάς αλλά και ασχέτους περί την πίστη. Η φιλοξενία με επίγνωση είναι πολύ καλό κήρυγμα. Είναι βεβαίως κόπος και άσκηση αλλά και μία προσφορά προς τον αδελφό, που σήμερα δείχνει πολύ κουρασμένος και ψάχνει τον άγνωστο εαυτό του.
Πολλαπλά και σημαντικά προβλήματα που ταλαιπωρούν σήμερα τον κόσμο. Τι λέτε ότι φταίει; Και πώς πιστεύετε ότι μπορούν να αντιμετωπιστούν;
Τα προβλήματα παρουσιάζονται όταν λείπει η εν Χριστώ ζωή. Όταν προσεγγίζει κανείς τον Χριστό, ανατέλλει σ’ αυτόν ο ήλιος της ελπίδας. Αυτός είναι, νομίζω, και ο λόγος της προσελεύσεως πλήθους ανθρώπων στον Άθω. Εχόρτασαν οι άνθρωποι ορθολογισμό και λογική σκέψη και ψάχνουν το Θαύμα. Ο άνθρωπος είναι ένα θαύμα. Είναι το μόνο ον που αγγίζει τον Θεόν και ευρίσκει ανάπαυση μόνον όταν ενώνεται με τον ακατάληπτον Θεόν, μέσω των Αγίων Μοναστηρίων και των εντολών.
Ο γέροντας Θωμάς και οι τέσσερις μοναχοί της αδελφότητας του ζούν απο τα ερχόχειρα της αργυροχρυχοϊας.Για παραγγελίες στο τηλέφωνο 23770-23336.Μπορείτε να ζητήσετε και τον ίδιο.
Image
ΠΗΓΗ-agioritikovima.gr
kostasellas
 

Re: Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Fri Aug 30, 2013 12:19 am

Καβιώτης Κώστας, δια Χριστόν σαλός +1969
Image
Όλοι οι Καρυώτες γνώριζαν τον Κώστα και του έδειχναν αγάπη και συμπάθεια. Τον έβλεπαν να περιφέρεται στις Καρυές, να λειτουργείται τακτικά στο Πρωτάτο, να κάνει τις τρέλες του, και όλοι ήταν σε απορία.
Είναι τρελός, πάσχει στα μυαλά του η κάνει τον τρελό και είναι διά Χριστόν σαλός;
Το ήρεμο, φωτεινό, αν και άπλυτο πρόσωπό του, και μερικά σοφά και προορατικά που έλεγε, προβλημάτιζαν τους πατέρες. Ήταν ήσυχος, άκακος, δεν πείραζε κανέναν και δεν ζητούσε τίποτε από κανέναν.
Αλλά ποιος ήταν ο Κώστας; Ήταν μοναχός ή λαϊκός; Αυτό ήταν μυστήριο ανεξιχνίαστο.
Image
Γεννήθηκε στις 10-2-1898 στο Καλέντζι Δωδώνης της Ηπείρου από τον Σταύρο Αγγελή και την Ανθούλα. Ήρθε για μοναχός και έμενε για ένα διάστημα στο Διονυσίου ως δόκιμος. Ύστερα ήρθε στις Καρυές και έμενε σαν Καβιώτης σ’ ένα ερειπωμένο κελί στο Σαράι.
Φορούσε μια καλογερική σκούφια, είχε γένια και μαλλιά, και απ’ αυτό φαινόταν σαν καλόγερος. Αντί για ράσα φορούσε ένα πανωφόρι, μία παλαιά χλαίνη.
Το χειμώνα κυκλοφορούσε σχεδόν γυμνός με ένα κουρέλι πάνω του μέχρι τα γόνατα, ενώ το καλοκαίρι φορούσε παλτό δεμένο στη μέση με σχοινί.
Ποτέ του δεν πλύθηκε και ποτέ του δεν έπλυνε τα ρούχα του.
Όταν δεν έπαιρναν άλλη λίγδα, τα άπλωνε στη βροχή, πλένονταν μόνα τους και αφού στέγνωναν, τα φορούσε. Πήγαινε στον παπα-Γαβριήλ το Μακκαβό. Εκείνος τον λυπόταν, του έδινε φαγητό και έριχνε μέσα στα ρούχα του σκόνη για τους ψύλλους που τον έτρωγαν.
Είχε ένα «μπακράτσι» (κονσερβοκούτι με ένα σύρμα για χερούλι), γι’ αυτό μερικοί τον αποκαλούσαν «μπακρατσά».
Πήγαινε σε Κονάκια ή σε Κελιά και περίμενε ώρες, μέχρι να ανοίξει την πόρτα μόνος του ο νοικοκύρης. Εκείνος καταλάβαινε και του έβαζε φαγητό στο μπακράτσι. Ό, τι του έδιναν, σούπα, γλυκά, σαλάτα, τα έβαζε όλα μαζί, και μερικές φορές συμπλήρωνε με νερό το «μπακράτσι» του. Έκανε μετάνοια, έλεγε ευχαριστώ και έφευγε.
Πήγαινε στο Κουτλουμούσι και καθόταν με τους πατέρες στην τράπεζα τελευταίος. Τέσσερις-πέντε μερίδες φαγητού τις ανακάτευε όλες και πότε ξεσπούσε σε δάκρυα με λυγμούς, πότε σε γέλια. Ο ηγούμενος παπα-Μακάριος τον είχε σε μεγάλη ευλάβεια και έλεγε σ’ ένα νέο καλογέρι που ήταν τραπεζάρης: «Τον Κώστα και τα μάτια σου. Να τον προσέχεις και να του δίνεις ό, τι ζητήσει».
Άλλες φορές τον έβλεπαν οι πατέρες να στέκεται στραμμένος προς το κοιμητήρι, απέναντι από το Πρωτάτο, για μια-δύο ώρες. Τον άκουγαν να ψιθυρίζει κάτι, να κάνει μορφασμούς, αλλά δεν καταλάβαιναν τι έλεγε. Μήπως έκανε προσευχή για τους κεκοιμημένους;
Το ίδιο έκανε και άλλες φορές. Καθόταν στο δρόμο και ψιθύριζε. Ήταν συνεπαρμένος, προσηλωμένος ο νους του σ’ αυτά που έλεγε μουρμουριστά. Οι πνευματικοί πατέρες πίστευαν ότι στιχολογούσε το Ψαλτήρι, ηρπάζετο ο νους του και δεν καταλάβαινε ότι τον πλησίασαν άνθρωποι. Όταν του μιλούσαν συνερχόταν, έκανε κάποιες χειρονομίες, καμιά σαλότητα και έφευγε, κρύβοντας την πνευματική του εργασία.
Ο Επίσκοπος Ροδοστόλου κ. Χρυσόστομος, που τον έζησε χρόνια στο Σαράι, προσπάθησε να μάθει περισσότερα για τον Κώστα και τη ζωή του από καλή περιέργεια.
Τον παρακολούθησε. Τον άκουσε να κάνει Εσπερινό, να τα λέει όλα απ’ έξω χωρίς βιβλίο και φως, και μάλιστα έψαλε το «Κύριε εκέκραξα…», τα αναστάσιμα τροπάρια και το Θεοτόκιον στον ήχο της Κυριακής εκείνης.
Κάποια φορά που είχε φύγει από το Κελί του, πήγαν να το εξερευνήσουν αλλά έκπληκτοι βρήκαν τον Κώστα μέσα. Και ενώ ήταν αμήχανοι, τους είπε να προσκυνήσουν τέσσερις μεγάλες εικόνες ολόσωμες σε φυσικό μέγεθος. Του ζήτησαν συγνώμη και αυτός τους είπε: «Στο καλό, ο Χριστός μαζί σας».
Στο κελί του δεν είδαν ούτε τραπέζι ούτε κρεβάτι ούτε κουβέρτες και μαξιλάρι, και φυσικά ούτε θέρμανση. Και ο χειμώνας στις Καρυές δε βγαίνει εύκολα, ακόμη και με θέρμανση.
Όλα αυτά έκαναν τον άγιο Ροδοστόλου να σέβεται και να ευλαβείται πολύ το γερω-Κώστα.
Λίγοι κατανοούσαν την πνευματική του κατάσταση, αλλά και αυτοί όχι σε όλο το βάθος της˙ οι περισσότεροι πατέρες τον βοηθούσαν από συμπόνια, αλλά υπήρχαν δυστυχώς και ελάχιστοι που τον περιγελούσαν, τον περιφρονούσαν και τον ταλαιπωρούσαν για να γελούν μαζί του.
Ένας από αυτούς είδε μια μέρα τον Κώστα να έρχεται στο μονοπάτι που περνούσε κάτω από το μπαλκόνι του. Γέμισε έναν κουβά με νερό και, όταν έφθασε από κάτω, άδειασε όλο το νερό επάνω του και φυσικά τον μούσκεψε ολόκληρο. Ο γερω-Κώστας συνέχισε ατάραχος το δρόμο του σαν να μην είχε συμβεί τίποτε και μάλιστα ούτε γύρισε να δει τον άνθρωπο.
Ποιος θα το άντεχε αυτό αδιαμαρτύρητα;
Όλα τα ασκητικά αγωνίσματα είναι δύσκολα και γίνονται με κόπο, περισσότερο όμως η υπακοή, γιατί κατά τους αγίους πατέρες είναι άρνηση ψυχής και ομολογία.
Αλλά ακόμη πιο δύσκολη είναι η σαλότης, διότι ο διά Χριστόν σαλός γίνεται «πάντων περίψημα», «ταπεινούται σφόδρα» και καταπατά τελείως την υπερηφάνεια.
Η διά Χριστόν σαλότης απαιτεί ειδική κλήση από το Θεό. Και οι σαλοί είναι αγαπητοί στο Θεό, γιατί για την αγάπη Του σηκώνουν αυτό το βαρύ σταυρό, και ο Θεός για τη μεγάλη ταπείνωσή τους αποκαλύπτει σ’ αυτούς τα μυστήριά Του.
Τέτοιος, διά Χριστόν σαλός, πίστευαν οι πατέρες ότι ήταν και ο γερω-Κώστας και ότι έκρυβε κάποιο μυστικό πνευματικό.
Διηγήθηκε Καρυώτης Γέρων: «Μία μέρα, όταν ήμουν νέο καλογέρι 20-22 χρόνων, στο μαγαζί του παπα-Στέφανου χαριεντιζόμουνα και γελούσα, οπότε μπήκε μέσα ο γερω-Κώστας. Μια στιγμή που έλειψε ο παπα-Στέφανος μου είπε με σοβαρό ύφος: «Οι καλόγεροι δε γελάν». Εγώ αμέσως μαζεύτηκα. Και μόλις γύρισε ο παπα-Στέφανος, πάλι άρχισε τα χαζά του. Μου έκανε εντύπωση η σοβαρότητά του και η συμβουλή του. Ένας τρελός δε μιλά έτσι».
Ύστερα ο Κώστας έφυγε από το Σαράι και έμεινε στο εγκαταλελειμμένο Κελί του Αγίου Γεωργίου, το ονομαζόμενο του Φιλαδέλφου, έξω από τις Καρυές. Το Κελί δεν είχε πόρτες και παράθυρα ούτε και πάτωμα, παρά μόνο μια παλιόπορτα στην κεντρική είσοδο. Πατούσε στα καδρόνια και κοιμόταν σε μια άκρη της Εκκλησίας, στο Ιερό. Είναι απορίας άξιον πώς άντεχε το χειμώνα. Ανθρωπίνως ήταν αδύνατο αλλά φαίνεται τον σκέπαζε η χάρις του Θεού.
Είχε ένα Τριώδιο παλαίτυπο, από το οποίο έψαλλε, και μία Αγία Γραφή δερματόδετη. Κάποιος που την είδε, την επεθύμησε και την έκλεψε. Όταν τον συνάντησε στο δρόμο ο Κώστας, του είπε: «Μου πήρες την Αγία Γραφή. Να μου τη φέρεις γρήγορα».
Ο κλέφτης τα έχασε, συγκλονίστηκε και διερωτάτο πώς το κατάλαβε, αφού έλειπε και δεν τον είδε. Πίστεψε ότι έχει χάρισμα ο Κώστας, ότι είναι σε κατάσταση πνευματική και ότι προσποιείται το σαλό.
Κάποτε ο γερω-Κώστας πλησίασε έναν μαθητή της Αθωνιάδος, του απεκάλυψε μία αμαρτία που είχε κάνει, και του είπε άλλη φορά να μην την ξανακάνει.
Τον ρώτησε κάποτε νέος μοναχός:
- Δεν μου λες, Κωνσταντίνε, είσαι καλόγερος;
- Ναι, απάντησε μονολεκτικά.
- Και πού έγινες καλόγερος;
- Στο Διονυσίου.
- Και ποιο ήταν το καλογερικό σου όνομα;
- Ακάκιος.
- Από πού είσαι;
- Από τα νησιά.
- Από ποιο νησί;
- Από τη Ρόδο.
Και όταν ο μοναχός συνέχισε να τον ρωτά λεπτομέρειες για άλλα πράγματα που αφορούσαν τη ζωή του, άρχισε τότε να λέει διάφορα παλαβά.
Είχε γίνει πράγματι καλόγερος ή αισθανόταν ως μοναχός; Όσα είπε ήταν υπεκφυγή ή τα εννοούσε ο ίδιος διαφορετικά;
Το γερω-Δαμασκηνό Αγιοβασιλειάτη, όταν τον πρωτοσυνάντησε στην Καψάλα, τον απεκάλεσε με το όνομά του, χωρίς να τον γνωρίζει. Μίλησαν και του είπε ο γερω-Κώστας ότι είναι αγενεαλόγητος Μικρασιάτης, θεολόγος και αδόκιμος συγγραφεύς. Τον ρώτησε για κάτι που τον απασχολούσε, και ο γερω-Κώστας του είπε: «Εκεί βρίσκεσαι ακόμα γερω0Δαμασκηνέ; Όποιος δεν πολεμείται από αυτόν τον ασυνήθιστον λογισμόν, μοναχός δε γίνεται».
Οι απλοί του λόγοι ανέπαυσαν το γερω-Δαμασκηνό.
Τελικά ο γερω-Κώστας δεν ήταν τρελός, όπως τον θεωρούσαν μερικοί, αλλά ήταν θεολόγος και συγγραφέας δύο βιβλίων: Ο άνθρωπος, το άνθος του ουρανού και της γης, και , Πώς εγνώρισα το Άγιον Όρος και πώς το αφήνω.
Την ημέρα που ψηφιζόταν ο νέος καταστατικός χάρτης του Αγίου Όρους, ο Κώστας, νέος τότε και στην αρχή της διά Χριστόν σαλότητός του, ανέβηκε στο καμπαναριό του Πρωτάτου και χτυπούσε πένθιμα τις καμπάνες. Διηγήθηκε εκ των υστέρων το περιστατικό και τους λόγους που τον παρακίνησαν να το κάνει αυτό, στο γερω-Δαμασκηνό τον Αγιοβασιλειάτη ως εξής: «Γερω-Δαμασκηνέ, θα γνωρίζετε ότι ο τόπος αυτός είναι αφιερωμένος εις την Παναγία μας.
Η κοινή μας Μητέρα φώτισε τους κτήτορας όλων των ιερών σεμνείων και εζήτησαν από τους Πατριάρχας και Αυτοκράτορας, το Άγιον Όρος να είναι και να παραμένει αδέσποτον και αδούλωτον από της πνευματικής και πολιτειακής εξουσίας, μη αποκλειομένης της εποπτείας.
Το προνομιακόν αυτό καθεστώς ήτο εγγυημένον από το ιερόν τυπικόν του Τράγου και των άλλων Πατριαρχικών Σιγιλλίων, Αυτοκρατορικών Χρυσοβούλλων και Σουλτανικών φιρμανίων.
Εκτός των αιωνοβίων αυτών εγγυητικών εγγράφων, εδέσποζε η Ιερά Παράδοσις, η οποία εστηρίζετο εις τας Ιεράς Γραφάς, τας υποθήκας και συμβουλάς των εν αρετή προεκδημησάντων πατέρων και, το σπουδαιότερον εξ όλων, ελειτούργει ορθοδόξως, ο ορθόδοξος καταλογισμός της αγιορείτικης συνειδήσεως.
Διά τούτο ούτε Ποινικοί Κώδικες ούτε Ποινικαί Δικονομίαι εχρειάσθησαν να λειτουργήσουν προληπτικώς ή κατασταλτικώς διά την κοινήν ειρήνην του τόπου, ούτε Συνταγματικαί κυρώσεις των προνομίων.
Το προνομιακόν αυτό καθεστώς ήτο ενδογενές, αυτοδύναμον και αιώνιον.
Οι σύγχρονοι προϊστάμενοι ηπατήσθησαν και αντήλλαξαν όλα τα ανωτέρω με τον καταστατικόν χάρτην.
Εγώ, γερω-Δαμασκηνέ, ηξεύρωντας αυτά, από εσωτερικήν ανείπωτον παρόρμησιν, όταν εψηφίζετο εις το κοινόν ο νέος καταστατικός χάρτης, αισθάνθηκα ότι τα αναφαίρετα δικαιώματα του ιερού τόπου επωλούντο, και έβλεπα νεκρόν και ακυβέρνητον το Άγιον Όρος από το νέον καθεστώς˙ διά τούτον μετέβην εις το κωδωνοστάσιον του Πρωτάτου και εκτυπούσα πένθιμα και ρυθμικά τους κώδωνας με την ακλόνητον πεποίθησιν ότι το Άγιον Όρος, ως αυτοδιοίκητος οργανισμός, απεβίωσε σήμερον.
Η πένθιμος κωδωνοκρουσία ανεστάτωσε την συνεδριάζουσαν Ι. Διπλήν Σύναξιν των είκοσι Μονών και απέστειλε τον Σερδάρην να μάθουν ποίος εκοιμήθη.
Όταν ήλθε ο Σερδάρης, με ηρώτησε ποίος εκοιμήθη; Το Άγιον Όρος, του απάντησα και συνέχισα˙ η απότομος όμως συμπεριφορά του Σερδάρη με ηνάγκασε να σταματήσω και εζήτησα να παρουσιασθώ εις την Διπλήν Σύναξιν, να γίνει πρακτικόν κηδείας του αυτοδιοίκητου του Αγίου Όρους, αλλά με τας συνήθεις ύβρεις και χλευασμούς με απέπεμψαν και απήλθον λελυπημένος…
Όταν, γερω-Δαμασκηνέ, φύγει ο απόηχος του παλαιού συστήματος και εφαρμοσθούν αι διατάξεις του νέου τούτου συστήματος, ειρήνην ο τόπος αυτός δε θα γνωρίσει. Τότε το μοναχικόν πολίτευμα θα διωχθεί ή θα εξαχρειωθεί από την εκμετάλλευσιν των αποθησαυρισμένων ανεκτίμητων θησαυρών και κειμηλίων, διά τα οποία το κράτος και ο Επίσκοπος θα εύρουν τρόπον εκμεταλλεύσεως». Ταύτα τα ρήματα ουκ έστι δαιμονιζομένου ή τρελού, αλλ’ αληθείας και σωφροσύνης ρήματα.
Από τα ανωτέρω φαίνεται ότι ο γερω-Κώστας όχι μόνο τρελός δεν ήταν, αλλά ήταν πολύ σοφός, αφού γνώριζε τόσα πράγματα και μάλιστα έβλεπε πολύ μακριά.
Τότε η Ιερά Κοινότης δεν τιμώρησε τον Κώστα, δεν έδωσε σημασία στην ενέργειά του να χτυπήσει πένθιμα τις καμπάνες. Ποιος έδινε σημασία στις πράξεις του «τρελο-Κώστα;». Αργότερα όμως, το έτος 1969, μερικοί «έξυπνοι» που σκέφτονταν με κοσμικό τρόπο, θεωρούσαν όνειδος την εμφάνιση του Κώστα στις Καρυές και μάλιστα στους Ευρωπαίους που άρχισαν μετά την χιλιετηρίδα να επισκέπτονται το Όρος. Γι’ αυτό ενήργησαν την απέλασή του. Έστειλαν τον άνθρωπο του Θεού στο Τρελοκομείο! Εκεί, αφού τον εξήτασαν και τον βρήκαν υγιέστατο, τον έστειλαν στο Γηροκομείο, όπως αναφέρει ο γέροντας Παΐσιος. Έκτοτε χάνονται τα ίχνη του.
Οι πατέρες που τον είχαν κατανοήσει, στενοχωρήθηκαν και πίστευαν ότι «κακώς, πολύ κακώς τον έδιωξαν, διότι ούτε αταξίες έκανε ούτε πείραζε κανέναν. Ήταν κόσμημα και στολίδι και όχι όνειδος για το Άγιον Όρος». Ήταν ένα ευωδέστατο άνθος στον πάντερπνο παράδεισο της Θεοτόκου, στο Άγιον Όρος. Αλλά εμείς, οι κοσμικά σκεπτόμενοι, τον αδικήσαμε.
Image
Την ευχή του να έχουμε. Αμήν.
http://anavaseis.blogspot.gr
kostasellas
 

Re: Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Fri Aug 30, 2013 12:36 am

Παπα-Φώτης Λαυριώτης ο δια Χριστόν σαλός +2010
Image Image
Ο παπα-Φώτης Λαυριώτης αποτέλεσε αναμφισβήτητα μια εξέχουσα και ιδιάζουσα προσωπικότητα, όχι μόνον για το νησί του, την Λέσβο, άλλα και για όλον τον θρησκευτικό Ορθόδοξο και μη κόσμο. Εάν η νήσος Λέσβος καυχάται για το πρόσωπο του ζωγράφου Θεόφιλου καθώς και για το έργο του, τώρα με τον παπα-Φώτη θα πρέπει να αισθάνεται ακόμη πιο περήφανη, γιατί στη γη της ανδρώθηκε, διηκόνησε, ευλόγησε, αγίασε, διέπρεψε και τάφηκε ο πολύς, αείμνηστος πλέον, παπα-Φώτης.
Ο παπα-Φώτης υπήρξε ένας ταπεινός παραδοσιακός παπάς, μάλλον καλόγηρος, με όλη τη σημασία της λέξεως. Έζησε έναν ολόκληρο αιώνα. Από μικρός αφιερώθηκε στη διακονία της Εκκλησίας. Ξεκίνησε από το νησί του τη Λέσβο, έφθασε και ασκήτευσε στο Αγιώνυμον Όρος όπου έγινε μοναχός, διάκονος και πρεσβύτερος. Επέστρεψε στην Λέσβο και εφημέρευσε, επί μισόν περίπου αιώνα, στο αγαπημένο του χωριό τον Τρίγωνα Πλωμαρίου.
Υπήρξε άνθρωπος φιλήσυχος για τους πιστούς συνανθρώπους του, όμως αγρίευε όταν κάποιοι νεωτερίζοντες, κληρικοί και λαϊκοί, προσπαθούσαν να αλλοιώσουν ή μάλλον να αλώσουν την Ορθόδοξη Παράδοση. Ήταν ο τελευταίος «κόλλυβας» της σειράς των μεγάλων κολλυβάδων Πατέρων, όπως της σειράς του Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτου και άλλων.
Ήταν πρόσωπο που σε πολλούς προκαλούσε την αποστροφή, λόγω του κοντού αναστήματος του, άλλα και του ατημέλητου της ενδύσεως του. Οι τρόποι του θα χαρακτηρίζονταν άκρως καλογερικοί. Δεν ήθελε τερτίπια και διπλωματίες κατά την επικοινωνία. Πιστός τηρητής των Παραδόσεων, ιδιαιτέρως των νηστειών και των προσευχών, των τυπικών διατάξεων και της ευταξίας της λατρείας, αντιστεκόταν όχι με ευγένειες και υποχωρήσεις, άλλα με δυναμικές επεμβάσεις και πολλές φορές με σκληρές εκφράσεις, ακόμη και χειρονομίες.
Την πίστη του δεν την αντάλλασσε με όλα τα καλά του κόσμου. Δεν συσχηματιζόταν με τα του κόσμου τούτου, δεν φοβόταν, ούτε σκιαζόταν τους πολιτικούς και τους άρχοντες, δεν είχε άλλη συμπεριφορά για τους μεν και άλλη για τους δε. Ήταν πηγαίος εκφραστής της Ορθοδόξου Παραδόσεως. Ποτέ του δεν το έβαζε κάτω για κάτι πού ήθελε να πετύχει. Οργιζόταν όταν έβλεπε κληρικούς να μην τιμούν το ράσο τους. Κάποιες φορές ήλεγχε τους συναδέλφους του κληρικούς με λόγια σκληρά. Κι όμως εκείνη η φαινομενική καλογερική σκληρότητα δεν είχε μέσα της κακία. Όλους τους αγαπούσε, την αμαρτία των πολλών μάλλον μισούσε. Στηλίτευε άγρια, όπως έκαναν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Επιτιμούσε και ταυτόχρονα αγαπούσε. Μάλωνε και φώναζε και συγχρόνως συγχωρούσε. Εάν έβλεπε αμετανοησία και δαιμονικό πείσμα αποχωρούσε κι έφευγε μακρυά. Δεν του άρεσαν οι τυπικότητες στα μοναστήρια. Ήθελε μοναχούς και μοναχές να ζουν μέσα στην ανεπιτήδευτη απλότητα και αρχοντιά. Έκανε πολλά πράγματα τραβηγμένα για τον καθωσπρεπισμό, τρόπο καλής ωστόσο δυτικής συμπεριφοράς.

kostasellas
 

Re: Άγνωστοι και μη, Ασκητές του Αγίου Ορους

Unread postby kostasellas » Fri Aug 30, 2013 12:44 am

π. Ηρωδίων ο Ρουμάνος, ο διά Χριστόν σαλός +1990
Image
Εδώ και πολύ καιρό είχα ακούσει δια τον πατέρα Ηρωδίωνα. Τον θαυματουργό, τον διά Χριστόν σαλό της αγιορείτικης ερήμου της Καψάλας.
Από σκόρπιες πηγές περισυνέλεξα ολίγα πτωχά στοιχεία της ζωής του τα όποια προσφέρω εις τους ευσεβείς χριστιανούς διά να γνωρίζουν οτι και εις τους έσχατους αυτούς καιρούς, ο Θεός δεν μας εγκατέλειπε, αλλά μας έδωκεν ισχυρά στηρίγματα εις την γη και διαπύρους πρεσβευτάς εις τους ουρανούς.
Image
Γεννήθηκε τo 1904 εις την Ρουμανία εις την επαρχία Ορντάσεστ. Ό πατέρας του, λεγόταν Πέτρος Μαντούφ, η μητέρα του Ελένη, Ήταν πτωχοί αλλά τίμιοι άνθρωποι. Ο Πέτρος δούλευε στα χωράφια, έβοσκε τα λιγοστά του πρόβατα, έτρωγε δηλαδή το ψωμί του εν ίδρώτι του προσώπου του. Ο Θεός του χάρισε ένα γυιό, τόν Ιωάννη. Ηταν ένα αθώο και φιλότιμο παλληκάρι. Ψηλός, γεροδεμένος, με γαλανά φωτεινά μάτια. Βοηθούσε τον πατέρα του στα πρόβατα και καλλιεργούσαν μαζί τα χωράφια. Ο Ιωάννης είχε μια έντονη θρησκευτική φύσι. Ήταν φιλέρημος χαρακτήρας [=αγαπούσε την ερημική ζωή]. Του άρεσε να ακούη ιστορίες για μεγάλους ερημίτες, που ασκήτευαν στα σπήλαια και σε μικρές καλύβες που έφτιαχναν από κορμούς δένδρων στα Καρπάθια όρη και η καρδιά του καιγόταν να τους μιμηθή. Του έλεγαν οι γεροντότεροι ότι εις την Ελλάδα υπάρχει ένα όρος, ωσάν ένας νομός εις τον όποιο υπάρχουν μόνο μοναστήρια, σκήτες και φτωχικές καλύβες πού έδω και χίλια χρόνια περίπου ζούν μόνο ασκητάδες. Ο πρώτος ερημίτης του αγίου Όρους, λεγόταν Πέτρος. Ήταν στρατηγός και φίλος του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Νικηφόρου Φωκα.Ο ερημίτης Πέτρος ζούσε ασκητικά σε μια σπηλιά και πολύ βασάνιζε το σώμα του. Πολύ τον ταλαιπωρούσαν οι δαίμονες.
Η Μητέρα του Θεού του παρουσιάστηκε σ’ ένα όραμα γεμάτο φως και του είπε. Έχε υπομονή στις παγίδες και τα βέλη του εχθρού εκλεκτέ μου. Το όρος αυτό είναι δικό μου. Το έζήτησα από τον Υιό μου, και αυτός μου το έδωσε. Εδώ θα έρχονται να κατοικούν όσοι θέλουν να αφιερωθούν εις τον Θεό. Όσο ζουν θα έχουν την προστασία μου. Θα τους τρέφω και θα τους συντηρώ. Δεν θα τους λείψη τίποτε. Και όταν φύγουν από τον κόσμο αυτό, θα τους δωρήσω την βασιλεία του Θεού. Θα το κάμω γνωστό και ένδοξο σ’ όλον τον κόσμο. Βασιλιάδες και άρχοντες θα έρχονται εδώ να προσκυνούν. Γυναίκα δεν θα πατήση το πόδι της εδώ. Μόνον εγώ θα βασιλεύω, κανένας βασιλιάς ή άρχοντας θα βασίλευσει έδώ.
Η καρδιά του Ιωάννη σκίρτησε. Άραγε πώς εγώ θα τα καταφέρω να πάω στο Άγιον Όρος; Με τί μέσον; Με τί τρόπο; Δεν θα με αναζητήσουν οι γονείς μου; Δεν θα με εύρουν; Όμως ο Ιωάννης το αποφάσισε. Φεύγει λοιπόν από το σπίτι του, έρχεται στη Μαύρη Θάλασσα, ευρίσκει ένα πλοίο, και με την βοήθεια του Θεού, έρχεται εις το Άγιον Όρος. Όμως θέλει να ιδή, να μελετήση, να κατανόηση την ζωή εδώ. Έτσι γίνεται εργάτης στη Μονή Καρακάλου. Δουλεύει στους λαχανόκηπους, στις εληές. Σε κάθε εργασία. Πάντα πρόθυμος, πάντα γελαστός, πάντα χαρούμενος. Αυτή ή χαρά είναι το χαρακτηριστικό του και τον συνοδεύει σ’ όλη του τη ζωή. Έπειτα αποφασίζει να συναριθμηθή σε μια μοναχική συνοδεία, Πρώτα άσκητεύει στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου. Τι τον είλκυσε εδώ; Το αυστηρό τυπικό, οί ζηλωτές άσκητάδες και τα λείψανα των Αγίων. Εδώ σώζεται, πολύτιμος θησαυρός, το δεξιό χέρι του Ιωάννου του Προδρόμου. Το χέρι με το όποιο εβάπτισε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Όμως ο Ιωάννης θέλει να γνωρίση καί να ζήση και σε άλλες μοναχικές παλαίστρες. Έτσι αφήνει το αγιασμένο αυτό μοναστήρι, κι έρχεται στο μοναστήρι του Φιλόθεου.
Εδώ μένει αρκετό καιρό. Γυμνάζεται στους πνευματικούς πολέμους. Δέχεται τα βέλη του εχθρού και απαντάει ωσάν γενναίος στρατιώτης. Η καρδιά του γίνεται ένα πεδίο βολής. Ένα αναπεπταμένο πεδίο μάχης. Από τη μια μεριά οί δαίμονες. Τον πολεμούν με όλη τους την δύναμι, με όλο τους το μίσος. Και από την άλλη ό ηρωικός αγωνιστής. Δεν πολεμάει τον εχθρό με ορατά όπλα. Ο πόλεμος δεν είναι ορατός. Είναι αόρατος. Τον πολεμάει με πνευματικά όπλα. Νηστεία, υπομονή, σιωπή, ταπείνωσι, αγρυπνία, μελέτη του λόγου του Θεού. Αλλά ιδιαίτερα τον πολεμάει με την προσευχή. Διά τον μοναχό η προσευχή είναι το πρώτο του θέμα. Έάν έπιτύχη είς την προσευχή επέτυχεν είς τους στόχους τους. Έάν από τύχη είς την προσευχή, έχει κάμει μεγάλα ρήγματα ό εχθρός είς το κάστρο της ψυχής του, και πρέπει να βιασθή για να κερδίση το χαμένο έδαφος. Εδώ εις το Άγιον Όρος οι μοναχοί προσεύχονται με μια απλή προσευχή, που έγινε αληθινή επιστήμη. Προσεύχονται με την προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς». Ο Μακάριος ο Αιγύπτιος ρώτησε τον άγγελο. «Πώς πρέπει εμείς οι μοναχοί να προσευχώμεθα;». Και ο άγγελος του απάντησε: «Εάν ο μοναχός είναι γραμματοφόρος, να διαβάζη το ψαλτήριον. Εάν είναι αγράμματος, να λέγη την απλή προσευχή, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ημας». Όμως πολλοί γραμματοφόροι προτιμούν να προσεύχωνται με την απλή αυτή προσευχή, παρά με το Ψαλτήριον.
Ο μοναχός όλο τον χρόνο της ζωής του, λέγει αυτή την ευχή. Αυτή η προσευχή ομοιάζει με την ήσυχη απαλή βροχή. Η ήσυχη βροχή ποτίζει σιγά σιγά την γη και η γη καρποφορεί. Η καταρρακτώδης βροχή δεν βοηθάει την γη να καρποφορήση. Παρασύρει το χώμα, την λίπανσι, τους σπόρους.
Άλλο παράδειγμα. Όταν το ζεστό νερό κυκλοφορεί είς τα σώματα του καλοριφέρ πάντοτε, όλο το δωμάτιο θερμαίνεται. Εάν το ζεστό νερό σταματήση να κυκλοφορή είς το καλοριφέρ, όλο το δωμάτιο ψύχεται. Όταν εις την καρδία κυκλοφορεί πάντοτε το γλυκύτατο όνομα του Ιησού Χριστού, η καρδία θερμαίνεται με θεία θέρμη, και διά της καρδίας, κάθε κύτταρο, κάθε μέλος του σώματος θερμαίνεται, εξαγνίζεται από κάθε ρυπαρό λογισμό, από λογισμούς μίσους, μνησικακίας, εκδικήσεως, φθόνου, ζηλοφθονίας, υπερηφάνειας, οιήσεως, αλαζονείας, φιλοδοξίας [=αγάπης προς τη δόξα], φιλοπρωτείας [=εγωιστικής επιθυμίας να είμαι πάντα πρώτος], κοιλιοδουλείας, πολυφαγίας, καλοφαγίας, φιλυπνίας, ραθυμίας, ακηδίας, οκνηρίας, περιέργειας, πολυπραγμοσύνης, θλίψεως, μελαγχολίας, ταραχής, νευρικότητος, ανυπομονησίας και κάθε πάθους μικρού ή μεγάλου [αυτά είναι κάποια από τα πάθη, δηλ. τις πνευματικές και ηθικές εξαρτήσεις, στη θεραπεία των οποίων αποσκοπεί η ορθόδοξη πνευματική παράδοση].
Όμως εσκέφθη ο ασκητής μας ότι εδώ είς το μοναστήρι με τους τόσους θορύβους, δεν μπορεί η ψυχή να καλλιεργήση την καρδιακή προσευχή, διά τούτο δε ανεχώρησε άπό το μοναστήρι και ήλθεν εις την έρημον της Καψάλας, είς την οποία πολλοί μοναχοί και πολλοί Ρουμάνοι ζούσαν ησυχαστικόν βίον, με απόλυτη σιωπή, απομόνωση, νηστεία, είχον δε και πρόσφορους περιστάσεις διά την νοερά ή καρδιακή προσευχή.
Με πολύ προσοχή κατεσκόπευσε τα καλύβια, τις σκήτες, τις μικρές συνοδείες και η ψυχή του αναπαύτηκε σε ένα κελλί πολύ απομονωμένο, του Αγίου Δημητρίου, απέχει σαράντα λεπτά από το δρόμο. Ήταν δε παντελώς έρημο, ακατοίκητο, μισοερειπωμένο. Τα παράθυρα κατεστραμμένα, οι πόρτες επίσης, οι λαμαρίνες επίσης. Όταν φυσούσε άνεμος, σφύριζε μέσα στο κελλί, όταν χιόνιζε, το κελλί ήταν πάντα χιονισμένο μέσα. Ο π. Παΐσιος γνωρίζοντας την κατάσταση του κελλιού του, του έστειλε τρεις υποτακτικούς του, να του τό διορθώσουν.
Εκεί έζησε σαράντα ολόκληρα χρόνια. Μόνος. Μονώτατος. Έρημος. Απλησίαστος ερημίτης. Δεν περιποιόταν καθόλου τον εαυτό του. Ποτέ του δεν πλύθηκε, ποτέ του δεν φρόντισε να εύρη ένα καλό ρούχο. Δεν έπαιρνε καμιά μέριμνα διά τροφή. Πατέρες από τα γειτονικά κελλιά, Έλληνες και Ρουμάνοι, του άφηναν ευλογίες [=τρόφιμα], και με αυτές συνετηρείτο.
Σαράντα χρόνια μελέτης του Θεού.
Σαράντα χρόνια καρδιακής προσευχής.
Σαράντα χρόνια πάλευε με τα στοιχεία της φύσεως και με τους δαίμονας.
Από έγκλειστος και ησυχαστής έγινεν κατά Θεόν σαλός. Κατά Θεόν τρελλός. Παλαβός, θεοπάλαβος. Έλεγε του κόσμου τις τρέλλες, ασυναρτησίες, έκαμε τρελλές χειρονομίες. Δεν ήταν ευγενής. Στους περίεργους πολύ απότομος. Όταν τους έδιωχνε και δεν φεύγανε,τους περιποιόταν με βρισίδι.
Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, κατάλαβαν τί θησαυρός ήταν. Τί θησαυρό έκρυβε. Τί διορατικά και προφητικά χαρίσματα έκρυβε και πολλοί τον έπεσκέπτοντο και αυτός έκαμε συγκατάβασι και τους δεχόταν.
Αναφέρει ένας [ο μητροπολίτης Μεσογαίας Νικόλαος (εδώ)]. Αγοράσαμε μακαρόνια, μπισκότα, αχλάδια, ροδάκινα, ντομάτες και πήγαμε να τον δούμε.
Μας δέχτηκε. «Ω, ευχαριστώ καλοί πατέρες. Ευχαριστώ πολύ». Του δώσαμε τα δώρα μας. Κόβει τα μπισκότα μικρά μικρά κομματάκια καί τα πετάει εις τον αέρα. «Να φάνε τα πουλάκια». Έπειτα, κομματιάζει τα μακαρόνια και τα πετάει σ’ όλες τις κατευθύνσεις.Έπειτα, παίρνει τα αχλάδια, τα ροδάκινα, τις ντομάτες και τις πετούσε στους τοίχους του κελλιού του. «Τα χρειαστήκαμε», έλεγαν.
Μέσα δε το κελλί του, μή χειρότερα. Στους τοίχους χυμένοι καφέδες, πορτοκαλάδες. Στο δάπεδο σε ύφος τριάντα εκατοστών, πεταμένα κουτιά κονσέρβας όλων των ειδών, φυάλες από πορτοκαλάδες, πόματα, και σκουπίδια πολλών ειδών.
Και οι σύντροφοι του να ζουν ειρηνικά και να κυκλοφορούν ελεύθερα, άφοβα. Σαύρες, σαμιαμίθια, κατσαρίδες, μύγες, ποντίκια. Όλων των ειδών και όλων των μεγεθών.
Και ο καλός μας Ηρωδίων να κινήται και να ζη μ’αυτά ο μονασμένος και συμφιλιωμένος.
Είχε το διορατικό χάρισμα. «Εσύ, είσαι από την Κέρκυρα», λέγει σε έναν.
«Εσύ να πας στη Συκιά», λέγει σε άλλον. Σε ποια συκιά, διερωτώταν. Συκιά λέγανε το χωριό του.
Σαν τον Αδάμ, προτού αμαρτήσει είχε εξουσία είς τα στοιχεία της φύσεως, τα διέτασε και αυτά πειθαρχούσαν. Τον επεσκέφθη κάποτε ένας ευσεβής και συνομίλησαν πολύ ώρα στο κελλί. Όταν τελείωσε η συζήτηση και βγήκαν έξω, να τον κατευοδώση, τον βλέπει μελαγχολικό. Αιτία, ο συννεφιασμένος ουρανός. Το παρατηρεί αυτό ο πατέρας μας και του λέγει. «Σε βλέπω μελαγχολικό. Θέλεις να σκορπίσω τα σύννεφα;». Υψώνει τα μάτια του εις τους ουρανούς και δίδει διαταγή εις τα σύννεφα: «σκορπισθείτε». Τα σύννεφα σκορπίσθηκαν και φάνηκε ζεστός ο ήλιος. Ρωτάει πάλι. «Θέλεις να πω στη γη να φυτρώσουν λουλούδια;». «Όχι, όχι», λέγει τρομοκρατημένος.
Ένα απόγευμα, είχε βγει στον υποτυπώδη του κήπο δια να φύτευση κουκιά. Όμως ψιλόβρεχε. Υψώνει τα βλέμματα εις τον ουρανό και λέγει: «Σταμάτα». Και η βροχή σταμάτησε. Όταν φύτεψε τα κουκιά, υψώνει τα μάτια εις τον ουρανό και λέγε: «Τώρα βρέξε». Και άρχισε να βρέχη.
Δεν τον είδαν ποτέ να μεταλάβη. Το συμβαίνει;
Ή άγγελος εξ ουρανού τού μετέδιδε την αγία κοινωνία, όπως συνέβαινε εις τους ερημίτες που κατοικούσαν εις τα βάθη της Αιγυπτιακής ερήμου, ή είχε δεχθεί την θεία Χάρι τόσο έντονα ώστε να μην έχη ανάγκη από την Χάρι που παρέχουν τα Μυστήρια [Σημείωση του blog μας: δε νομίζω πως παίζει κάτι τέτοιο. Ακόμη και άγιοι κορυφαίου επιπέδου, όπως η αγία Μαρία η Αιγυπτία ή οι Αόρατοι Αγιορείτες, αναζητούν ιερείς και μεταλαβαίνουν, έστω και κρυφά. Πιθανότατα αυτό να συνέβαινε και με τον γέροντα Ηρωδίωνα].
Εις την σωματική διάπλασι ήταν εύσωμος, ευθυτενής, με ολίγα γένεια, τήδε κακείσε φυτρωμένα.
Είχε απαλά, φυσιολογικά και συμπαθητικά χαρακτηριστικά. Πάντοτε χαμογελαστός. Οι οφθαλμοί του ήσαν γαλανοί, μεγάλοι, λαμπεροί. Ολόκληρος έλαμπε. Πολλές φορές το πρόσωπο του φωτιζόταν από το θειο φως, και τότε δεν μπορούσες να τον ιδής κατά πρόσωπον.
Όταν παραγέρασε, τον πήρε ο πατήρ Μελέτιος, Ρουμανός κατά την φυλή, τον γηροκόμησε. Και όταν εκοιμήθηκε εν Κυρίω, την 12η Δεκεμβρίου 1990, τον έθαψε.
Ο πατήρ Μελέτιος τον έκαμε μεγαλόσχημο και του έδωκε το όνομα Ηρωδίων.
Ο άγιος Ηρωδίων [της αρχαίας Εκκλησίας] (φωτο) ήταν μαθητής του Παύλου. Πιστός μαθητής. Εχειροτονήθη πρεσβύτερος και επίσκοπος και διορίσθη επίσκοπος Νέων Πατρών. Ήταν ζηλωτής, δια τούτο και οι ειδωλολάτρες με τους Ιουδαίους αφού τον κατατυράνησαν, του απέκοψαν την κεφαλή.
Η ανακομιδή του λειψάνου του γέροντα Ηρωδίωνα έγινε επτά χρόνια αργότερα, η δε αγία του κάρα [=το κρανίο του] φυλάσσεται εις το κελλίον του πατρός Μελετίου.
Ο πατήρ Μελέτιος είναι σήμερον υπερογδοηκοντούτης, μιμητής του γέροντα Ηρωδίονα. Μιμείται και την σαλότητά του.
Ο Θεός διά πρεσβειών του Οσίου πατρός ημών Ηρωδίωνος, είθε να ελεήση και την αμαρτωλή μας ψυχή και να μας αξιώση της επουρανίου του βασιλείας και των επουρανίων του αγαθών. ΑΜΗΝ.
Ένα νέο στοιχείο από τη ζωή του.
Τον επεσκέφθη ένας θεοσεβής και του έδωσε δύο εικονίδια. «Πάρτα για τα παιδιά σου». «Μα δεν έχω δύο παιδιά, ένα έχω», «Πάρτα, πάρτα»…. Μετά ένα έτος, απέκτησε και δεύτερο παιδί.
Image
kostasellas
 


Return to ΠΡΑΚΤΙΚΟΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΟΔΗΓΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 2 guests