ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Τα πάντα περί Εορτολογίου, Συναξαριστή, Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών...

Moderator: inanm7

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:08 pm

21 ΜΑΡΤΙΟΥ







Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ὁμολογητής
Image
Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος ὁ Ὁμολογητὴς ἀκολούθησε τὸν ἀσκητικὸ βίο ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία. Ἔγινε μοναχός, ἀφοῦ προηγουμένως εἶχε ἤδη προετοιμάσει τὸν ἑαυτό του μὲ νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχὴ καὶ τὴν μελέτη τῶν Θείων Γραφῶν καὶ μετέπειτα ἀξιώθηκε νὰ ἀνέλθει στὸ Ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα. Στὰ χρόνια τῶν ἀσεβῶν εἰκονομάχων, ἐπειδὴ ἐξαναγκάστηκε ἀπὸ ἐκείνους νὰ ἀρνηθεῖ τὴν προσκύνηση τῶν Ἁγίων καὶ σεπτῶν εἰκόνων καὶ ἐπειδὴ δὲν πρόδωσε τὴν πατρώα εὐσέβεια, ὑπέμεινε πολλοὺς πειρασμούς, ἐξορίες καὶ ἄλλες κακουχίες, ποὺ ἐπινόησαν ἐναντίων του οἱ ἀσεβεῖς. Στὴν συνέχεια παράδωσε τὴν μακάρια ψυχή του στὰ χέρια τοῦ Θεοῦ, γιὰ τὸν Ὁποῖο ἀγωνίσθηκε μέχρι τὸν θάνατο μὲ προθυμία καὶ ἱερὸ ζῆλο. Γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάζεται Ὁμολογητής.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, ἀναφέρει κάποιον Ὁμολογητὴ Ἰάκωβο, ὁ ὁποῖος πέθανε τὸ ἔτος 818 μ.Χ., ἀλλὰ δὲν ἀναφέρει ὅτι ἦταν Ἐπίσκοπος.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἐγκρατείᾳ ἐκλάμψας Πάτερ Ἰάκωβε, ὡς Ἱεράρχης τοῦ Λόγου καὶ ἀληθὴς λειτουργός, ὠρθοτόμησας πιστῶς λόγον τὸν ἔνθεον· οὗπερ τὴν χάριν βεβαιῶν, δι’ ἀγώνων εὐαγῶν, ἐδίδαξας προσκυνεῖσθαι, τὴν τοῦ Σωτῆρος Εἰκόνα· ᾧ καὶ πρεσβεύεις ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ἱερωσύνης διαπρέπων τοῖς δωρήμασι

Ὁμολογίας τοῖς ἀγῶσιν ἐχθρὸν ᾔσχυνας

Ὡς τρανώσας τὴν προσκύνησιν τῶν Εἰκόνων.

Ἀλλ’ ὡς κλῆμα εὐφορώτατον ἀπόσταξον

Τῆς ἀφέσεως τὸ γλεῦκος τὸ σωτήριον
Τοῖς βοῶσί σοι, χαίροις Πάτερ Ἰάκωβε.

Μεγαλυνάριον.
Ἔμψυχον εἰκόνα καὶ λογικήν, σαυτὸν ἀναδείξας, ἐναρέτου διαγωγῆς, πρόμαχος καὶ κῆρυξ, τιμῆς τῆς τῶν Εἰκόνων, ἐν Πνεύματι ἁγίῳ, ὤφθης Ἰάκωβε.






Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Ἅγιος Θωμὰς ἐξελέγη Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως στὶς 23 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 607 μ.Χ., μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Πατριάρχη Κυριακοῦ (595 – 606 μ.Χ.). Ἦταν ἀρχικὰ διάκονος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ σακελλάριος τοῦ Πατριάρχη Κυριακοῦ.

Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς χειροτονήθηκε διάκονος καὶ προβιβάσθηκε σὲ σακελλάριο ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωάννη Δ’ τὸν Νηστευτὴ (585 – 595 μ.Χ.). Διακρίθηκε πολὺ νωρὶς γιὰ τὴν εὐλάβεια, τὴ σύνεση, τὴν ἀρετή, τὴ σωφροσύνη, τὴ θεολογική του κατάρτιση, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἀγῶνες του κατὰ τῶν αἱρέσεων καὶ τὴν στερέωση τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὡς Πατριάρχης ἔκτισε τὸν πατριαρχικὸ οἶκο κοντὰ στὴν Ἁγία Σοφία, τὸ μέγα τρίκλινο, στὸ κάτω μέρος τοῦ ὁποίου ἔκειτο ἡ πατριαρχικὴ βιβλιοθήκη καὶ ποὺ ἀπὸ τὸ ὄνομά του ἐκλήθη «Θωμαΐτης».

Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς, ἀφοῦ ποίμανε τὸ ποίμνιο καλὰ καὶ θεάρεστα καὶ δίδαξε μὲ σωστὸ τρόπο τοὺς εὐσεβεῖς βασιλεῖς καὶ τὴν σύγκλητο καὶ καταδείχθηκε σεβάσμιος σὲ ὅλο τὸ ἱερατικὸ τάγμα, κοιμήθηκε μετὰ ἀπὸ ἀσθένεια τὸ ἔτος 610 μ.Χ.

Ἀρχαιότερα χειρόγραφα ὁρίζουν τὴν μνήμη του στὶς 18 καὶ 22 Φεβρουαρίου καὶ στὶς 19, 20, 22 Μαρτίου. Ὁ Παρισινὸς Κώδικας 1587 καὶ ὁ Κώδικας τῆς Πετρουπόλεως 227 κατὰ τὶς 19 καὶ 20 Μαρτίου ἀναφέρουν καὶ τὴν ἑορτὴ τῆς ἀνακομιδῆς τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ Ἁγίου Θωμᾶ.
Ἡ Σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὴν Μεγάλη Ἐκκλησία.






Ὁ Ἅγιος Βήρυλλος Ἐπίσκοπος Κατάνης
Image
Ὁ Ἅγιος Βήρυλλος ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Πέτρου καὶ χειροτονήθηκε ἀπὸ αὐτὸν Ἐπίσκοπος Κατάνης στὴ Σικελία. Ποίμανε καλῶς καὶ θεοφιλῶς τὸ ποίμνιό του καὶ τὸ ὁδήγησε στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας καὶ χειραγώγησε πολλοὺς ἀπὸ τοὺς ἄπιστους στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ἐνῷ ἀξιώθηκε νὰ ἐπιτελεῖ μεγάλα θαύματα. Ἕνα ἀπὸ αὐτὰ εἶναι ἀναγκαῖο νὰ θυμηθοῦμε: Ὑπῆρχε στὸν τόπο ἐκεῖνο μία πηγή, ποὺ εἶχε πικρὸ νερό. Ὁ Ἅγιος ἀφοῦ προσευχήθηκε στὸν Θεό, τὸ μετέβαλε σὲ γλυκό. Ὅταν τὸ εἶδε αὐτὸ κάποιος Ἕλληνας, φανατικὸς εἰδωλολάτρης, πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ μαζί του καὶ ἄλλοι πολλοί. Καὶ ἄλλα πολλὰ θαύματα ἀφοῦ ἐπιτέλεσε καὶ ἔφθασε σὲ βαθὺ γῆρας, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἀπόλαυσε τὴν αἰώνια ζωή. Τὸ τίμιο λείψανό του κατατέθηκε μὲ τιμὲς στὸ νησί, προσφέροντας μέχρι σήμερα θεραπεῖες σὲ ὅλους ποὺ προσέρχονται σὲ αὐτὸν μὲ πίστη.
Ἀκολουθία στὸν Ἅγιο Βήρυλλο συνέγραψαν ὁ Θεοφάνης καὶ ὁ Ἰωσὴφ ὁ Ὑμνογράφος.






Οἱ Ἅγιοι Δομνίνος καὶ Φιλήμων οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Δομνίνος ἢ Δόμνος καὶ Φιλήμων, καταγόμενοι πιθανῶς ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Ἰταλία, ὅπου κήρυτταν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ βάπτιζαν Χριστιανούς. Ἐξαιτίας αὐτοῦ, ἐπειδὴ ἐξόργισαν τοὺς εἰδωλολάτρες, συνελήφθησαν, δέθηκαν μὲ ἁλυσίδες καὶ παραδόθηκαν στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας. Ὁ ἄρχοντας, ὅταν οἱ Μάρτυρες παρουσιάσθηκαν μπροστά τους, ἐπιχείρησε ἀρχικὰ μέσῳ τῆς κολακείας νὰ τοὺς μετακινήσει ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ, ὑποσχόμενος σὲ αὐτοὺς τιμὲς καὶ δῶρα μεγάλης ἀξίας. Στὴν συνέχεια ὅμως, ὅταν τοὺς εἶδε νὰ μὴν σκέπτονται καθόλου ὅλα αὐτά, μόνο δὲ τὸν Χριστὸ νὰ ἐπικαλοῦνται, ἀφοῦ τοὺς γύμνωσε καὶ τοὺς τέντωσε στὴν γῆ ἀπὸ τέσσερις μεριές, τοὺς χτύπησε ἀνηλεῶς, γιὰ νὰ τοὺς ἐξαναγκάσει νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τοὺς ἔπεισε, τοὺς ἔκλεισε στὴν φυλακὴ καὶ τοὺς ἀποκεφάλισε.
Ἡ μνήμη τους ἀναφέρεται καὶ στὶς 26 Μαρτίου.







Ἡ Ἁγία Μαρία ἡ Μάρτυς ἡ ἐν Πέργῃ
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Μαρία εἶναι ἄγνωστη στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται στὸ Λαυρεωτικὸ Κώδικα καὶ ἡ ἀσματικὴ Ἀκολουθία, στὴν ὁποία ἡ Μάρτυς ἐξυμνεῖται ὡς καλλίνικος, μᾶλλον εἶναι ποίημα τοῦ ὑμνογράφου Θεοφάνους.






Ὁ Ὅσιος Σεραπίων ὁ Σιδώνιος
Image
Ὁ Ὅσιος Σεραπίων καταγόταν ἀπὸ τὴ Σιδώνα καὶ ἀσκήτεψε στὴν Αἴγυπτο τὸν 4ο αἰῶνα μ.Χ. Ἔζησε κυρίως στὴν Αἴγυπτο καὶ ἀπῆλθε στὴν ἔρημο, ὅπου ἔζησε μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση καὶ προσευχή. Κάλυπτε τὸ σῶμα του μόνο μὲ μία σινδόνη, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπονομάζεται Σινδόνιος καὶ διαρκῶς ἔκλαιε μὲ δάκρυα μετανοίας.

Ὅταν κάποτε ἔπεσε θῦμα λῃστῶν, μὲ τὴν πειθὼ ποὺ τὸν διέκρινε, κατόρθωσε νὰ μεταστρέψει τὰ γεγονότα καὶ νὰ κάνει τοὺς λῃστὲς δούλους τοῦ Θεοῦ. Κατόρθωσε ἐπίσης, νὰ ἐπαναφέρει στὴν Ὀρθόδοξη πίστη τὸν αἱρετικὸ Μανιχαῖο πρόκριτο Λακεδαιμόνιο, στὸν ὁποῖο ὁ Ὅσιος πουλήθηκε ὡς δοῦλος.
Ὁ Ὅσιος Σεραπίων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ἅγιος Μιχαὴλ ὁ Νεομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Μιχαὴλ καταγόταν ἀπὸ τὴ Γρανίτσα τῶν Ἀγράφων ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς, τὸν Δημήτριο καὶ τὴ Στατήρα, οἱ ὁποῖοι τοῦ μετέδωσαν ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τὸν σεβασμὸ πρὸς τὶς ἐντολές του. Ὅταν ἐνηλικιώθηκε, νυμφεύθηκε καὶ μετανάστευσε στὴν Θεσσαλονίκη, πόλη ποὺ ἐπισκεπτόταν συχνὰ καὶ κατὰ τὸ παρελθὸν καὶ ἄρχισε νὰ ἐξασκεῖ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ ἀρτοπώλη. Ὁ Μιχαὴλ διακρινόταν γιὰ τὴν ἐλεήμονα φύση του καὶ ἦταν φιλακόλουθος. Εἶχε δὲ ἐπιπλέον ἐκδηλώσει καὶ τὴν ἐπιθυμία νὰ μονάσει, ὡστόσο πολλοὶ γνωστοί του τὸν ἀπέτρεπαν, προβάλλοντάς του ὡς ἐπιχείρημα πὼς δὲν ἐπιτρεπόταν νὰ πράξει κάτι τέτοιο ἐὰν δὲν συνηγοροῦσε καὶ ἡ σύζυγός του.

Ὡστόσο, στὶς 17 Μαρτίου, Δευτέρα μετὰ τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ὁ Μιχαὴλ ἔλαβε ἀπὸ τὸν πνευματικό του πατέρα τὴν εὐλογία νὰ ὑλοποιήσει τὴν ἀπόφασή του. Μετὰ τὸ τέλος τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ ἔφυγε βιαστικὰ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία καὶ κατευθύνθηκε πρὸς τὸ ἀρτοπωλεῖο του, ὅπου λίγο ἀργότερα πῆγε καὶ ἕνας γνώριμός του νεαρὸς Μωαμεθανὸς γιὰ νὰ ἀγοράσει ψωμί. Ὁ Μιχαήλ, συζητώντας μαζί του, ἄρχισε νὰ καταφέρεται μὲ δριμύτητα ἐναντίων τῆς μωαμεθανικῆς θρησκείας, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καταγγελθεῖ ἀπὸ τὸν Μωαμεθανὸ νομοδιδάσκαλο, ποὺ κατὰ τὴν συγκυρία περνοῦσε ἀπὸ ἐκεῖ. Ὁ Μιχαὴλ ἐξακολούθησε νὰ κατηγορεῖ τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία ὡς ψεύτικη, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ συλληφθεῖ λίγο ἀργότερα ἀπὸ τὸ πλῆθος τῶν Τούρκων ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ γύρω του καὶ νὰ ὁδηγηθεῖ στὸν δικαστὴ τῆς πόλεως, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό.

Ὁ κριτὴς ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ραβδίσουν τὸν Μιχαὴλ καὶ νὰ τὸν ὁδηγήσουν στὴν φυλακή. Ἐκεῖ λίγο ἀργότερα τὸν ἐπισκέφθηκαν μερικοὶ Χριστιανοί, ποὺ εἶχαν παρακολουθήσει τὴν ὁμολογία του καὶ εἶχαν μεταφέρει τὴν εἴδηση στὸν Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης Μητροφάνη, ὁ ὁποῖος ἦταν καὶ ὁ πνευματικὸς πατέρας τοῦ Μιχαήλ. Ὁ Μητροφάνης τοὺς ἀπέστειλε στὸν δέσμιο Μιχαήλ, γιά νὰ τὸν ἐμψυχώσουν, ἔκπληκτοι ὅμως ἐκεῖνοι διαπίστωσαν τὴν ἠρεμία καὶ τὴν χαρὰ ποὺ τὸν διέκρινε, καθὼς καὶ τὴν ἀποφασιστικότητά του γιὰ τὸ μαρτύριο.

Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα οἱ ἴδιοι Χριστιανοὶ ἐπισκέφθηκαν καὶ πάλι τὸν Μιχαήλ, ὁ ὁποῖος τοὺς ἀποκάλυψε ὅτι κατὰ τὴν διάρκεια τῆς προηγούμενης νύχτας τοῦ εἶχε ἀποκαλυφθεῖ ὁ Χριστός, ἐνθαρρύνοντας τον στὴν ἀπόφασή του καὶ εὐλογώντας τον.

Στὴν συνέχεια, ὁ Μάρτυς Μιχαήλ, ὁδηγήθηκε σὲ ἀνώτερο δικαστή, ὁ ὁποῖος ἀφοῦ τοῦ ἀνέγνωσε τὸ πρακτικὸ τῆς ὁμολογίας του καὶ τὸν πληροφόρησε ὅτι ἀντιμετώπιζε τὸν κίνδυνο νὰ καταδικασθεῖ στὸν διὰ πυρᾶς θάνατο, προσπάθησε μὲ ὑποσχέσεις νὰ τὸν πείσει νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του, χωρὶς ὅμως ἀποτέλεσμα. Ἡ πνευματικὴ ἀνδρεία τοῦ Ἁγίου συγκλόνισε ἀκόμη καὶ τὸν δικαστή, ὁ ὁποῖος ὡστόσο ἐξέδωσε καταδικαστικὴ ἀπόφαση, σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Μιχαὴλ καταδικάσθηκε νὰ ριφθεῖ στὴν φωτιὰ στὶς 21 Μαρτίου τοῦ ἔτους 1544.
Ὁ ἔπαρχος τῆς πόλεως ὁδήγησε τὸν Μιχαὴλ στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου, λίγα μέτρα βορείως τοῦ ἱεροῦ ναοῦ τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Χριστοῦ, ὅπου σήμερα ἔχει ἀνεγερθεῖ μικρὸ προκυνητάριο σφιερωμένο στὴν μνήμη του. Ἐκεῖ εἶχε συγκεντρωθεῖ πλῆθος κόσμου. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν περιστοιχίσει τὸν Μάρτυρα χλευάζοντας τον, ἐνῷ οἱ Χριστιανοὶ βρίσκονταν σὲ ἀπόσταση, διότι οἱ Τοῦρκοι δὲν τοὺς ἐπέτρεπαν νὰ πλησιάσουν. Ἀφοῦ τὸν γύμνωσαν καὶ τὸν ὁδήγησαν μπροστὰ στὴν πυρά, ὁ ἔπαρχος τῆς πόλεως προσπάθησε καὶ πάλι νὰ κάμψει τὸ μαρτυρικὸ φρόνημα τοῦ Μιχαὴλ μπροστὰ στὴν θέα τῆς φωτιᾶς, χωρὶς ἀποτέλεσμα ὅμως. Ὁ Ἅγιος ὑπέμεινε μὲ καρτερία τὸ μαρτύριό του, ἐπισφραγίζοντας μὲ τὸ αἷμα του τὴν ἀκλόνητη ὁμολογία τῆς πίστεώς του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Σοφίᾳ τῇ θεόθεν δεδομένῃ κοσμούμενος, ἐξήρυξας εὐτόλμως τοῦ Σωτῆρος τὸ ὄνομα, καὶ τούτῳ ὡς θυσία καθαρά, προσήχθης τῷ πυρὶ τελειωθείς· διὰ τοῦτο Νεομάρτυς σε Μιχαήλ, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ παρασχόντι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ, ἡμῖν πταισμάτων ἄφεσιν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἀθλητής θεόσοφος, καὶ στατιώτης γενναῖος, Μιχαὴλ μακάριε, Χριστοῦ ἀθλήσας ἐδείχθης· πᾶσαν γάρ, καταπατήσας ἐχθροῦ μανίαν, ἤνεγκας, τὸν ἐν πυρὶ θάνατον χαίρων, καὶ ὡς θεῖον ἱερεῖον, Χριστῷ προσήχθης, τῷ σὲ δοξάσαντι.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ Γρανίτσης θεῖος βλαστός, ὁ Χριστὸν δοξάσας, δι’ ἀθλήσεως θαυμαστῆς· χαίροις ὁ Κυρίῳ προσενεχθεὶς ὡς θῦμα, ὦ Μιχαὴλ ἐνέγκας, πυρὸς τὴν ἔκκαυσιν.







Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ποζδέγιεβ
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδωρος, μαρτύρησε τὸ ἔτος 1938. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου.






Ὁ Ὅσιος Σεραφείμ ἐκ Βυρίτσας Ρωσίας
Image
Ὁ Ὅσιος Σεραφείμ, κατὰ κόσμο Βασίλειος Νικολάεβιτς Μουραβιέφ, γεννήθηκε στὶς 31 Μαρτίου 1866 στὸ χωριὸ Βαχρομέεβο τῆς ἐπαρχίας Ἀρεφίνσκαγια, τῆς περιφέρειας τῆς πόλεως Γιαροσλάβλ. Τὴν 1η Ἀπριιλίου 866 βαπτίσθηκε καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Βασίλειος πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου Βασιλείου τοῦ Νέου. Οἱ γονεῖς τοῦ Βασιλείου, Νικολάϊ Ἰβάνοβιτς καὶ Χιονὶα Ὀλύμπιεβνα Μουραβιέφ, ἦταν θεοσεβούμενοι καὶ φιλόθεοι ἄνθρωποι. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ὁ Βασίλειος διδασκόταν μαθήματα ἀρετῆς καὶ παρουσίαζε τὰ χαρακτηριστικὰ μιᾶς Χριστιανικῆς ψυχῆς, τὰ ὁποία καὶ ἀποκαλύφθηκαν πλήρως, στὰ χρόνια τῆς ὡριμότητάς του.

Ὁ φιλάνθρωπος Θεὸς τοῦ πρόσφερε τὴν ἐξυπνάδα, τὸν ἀσυνήθιστο ζῆλο καὶ τὴν προθυμία, τὴν ὑπομονὴ καὶ τὴν ἐπιμονὴ στὴν ἐπίτευξη τῶν στόχων του, καθὼς καὶ στὴν ἐξαιρετικὴ μνήμη. Σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία, σχεδὸν μόνος του ἔμαθε τὴν γραμματικὴ καὶ στὴν συνέχεια τὶς ἀρχὲς τῆς μαθηματικῆς ἐπιστήμης. Τὰ πρῶτα του βιβλία ἦταν τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸ Ψαλτήρι.

Στὸν ἔφηβο Βασίλειο ἄρεσε πολὺ ἡ μελέτη ἐκκλησιαστικῶν καὶ θεολογικῶν βιβλίων καὶ συγκεκριμένα αὐτῶν ποὺ εἶχαν σχέση μὲ τὸν βίο τῶν Ἁγίων. Οἱ Ἅγιοι, ὅπως ὁ Παῦλος ὁ Θηβαῖος, οἱ μεγάλοι Ἀσκητὲς Ἀντώνιος, Μακάριος καὶ Παχώμιος, Μαρία ἡ Αἰγυπτία, καλλιεργοῦσαν ἐντός του ρίγος σεβασμοῦ καὶ πνευματικῆς χαρᾶς. Ἤδη τότε μπροστά του ἁπλώθηκε ἕνας κόσμος, ποὺ θάμπωσε ὅλα τὰ γήινα πράγματα. Στὰ βάθη τῆς ἁγνῆς ἐφηβικῆς ψυχῆς του γεννήθηκε ἡ σκέψη τῆς μοναχικῆς ἀγγελικῆς μορφῆς. Γιὰ τοὺς γύρω του αὐτὸς ὁ σκοπὸς ἀποτελοῦσε ἀκόμα μυστικό.

Ὅταν ὑπῆρχε ἐλεύθερος χρόνος ἡ οἰκογένεια Μουράβιεφ πήγαινε γιὰ προσκύνημα σὲ ναοὺς καὶ μοναστήρια. Μὲ μεγάλη χαρὰ ἐπισκεπτόταν τὴ Λαύρα τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ τὴν Σκήτη τῆς Γεθσημανῆ, ὅπου ζοῦσε ὁ γνωστὸς γέροντας Βαρνάβας (Μερκούλωφ). Ὁ γέροντας ὑπῆρξε σοφὸς δάσκαλος καὶ χαρισματοῦχος. «Χωρὶς τὸν Θεό, οὔτε στὸ κατῶφλι!», ἦταν ἡ ἀγαπημένη παραίνεση τοῦ γέροντος Βαρνάβα, μὲ τὴν ὁποία δεχόταν τοὺς ἐπισκέπτες. Αὐτὰ τὰ λόγια χαράχθηκαν στὴν ψυχὴ τοῦ νεαροῦ Βασιλείου καὶ τὰ ἔκανε νόμο γιὰ τὴν ζωή του.

Ἔτσι, μὲ τρόπο σχεδὸν ἀπαρατήρητο, ἔβαλε ὁ Πανάγαθος Κύριος στὴν καρδιὰ τοῦ Βασιλείου, ἀπὸ μικρὴ ἡλικία, τοὺς σπόρους τοῦ ἤθους καὶ τῆς ἁγιότητας. Καὶ οἱ σπόροι αὐτοὶ ἔπεσαν σὲ γόνιμο ἔδαφος.

Ξαφνικὰ ἦλθε θλίψη. Ὁ Κύριος κάλεσε κοντά του τὸν Νικολάϊ Ἰβάνοβιτς Μουραβιέφ. Ἦταν μόνο τριάντα ἐννέα ἐτῶν. Ἡ οἰκογένεια περνοῦσε μεγάλη δοκιμασία. Ἡ μητέρα τοῦ Βασιλείου ἦταν φιλάσθενη καὶ μετὰ τὸ συμβὰν ἡ κατάστασή της ἐπιδεινώθηκε. Ὁ Βασίλειος ἔπρεπε νὰ ἀναλάβει τὸ χρέος νὰ συντηρήσει τὴν οἰκογένειά του.

Ὅμως ἡ Θεία Πρόνοια προσέφερε τὴν βοήθειά Της στὴν πτωχὴ οἰκογένεια. Ἕνας συγχωριανός τους, δίκαιος καὶ εὐσεβὴς ἄνθρωπος, ποὺ ἐργαζόταν στὴν Ἁγία Πετρούπολη, κάλεσε τὸν Βασίλειο στὴν πόλη μὲ σκοπὸ νὰ τὸν βοηθήσει νὰ βρεῖ δουλειά. Ἡ μητέρα του τὸν εὐλόγησε μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου καὶ ὁ δεκάχρονος Βασίλειος ἔφυγε γιὰ τὴν Ἁγία Πετρούπολη.

Ἐκεῖ ὁ Βασίλειος δυσκολεύθηκε πολὺ στὸ νὰ προσαρμοστεῖ στὴν ἔντονη ζωὴ τῆς πρωτεύουσας. Μὲ τὴν βοήθεια τοῦ προστάτη του πῆρε τὴν θέση τοῦ διανομέα σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ καταστήματα τοῦ Γκοστίνι Ντβόρ, δηλαδὴ τοῦ ἐμπορικοῦ κέντρου τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Ἀπὸ τὶς πρῶτες ἡμέρες, λόγω ζήλου γιὰ τὴν καλὴ ἐκτέλεση τῆς ἐργασίας καὶ τῆς προθυμίας του, ὁ Βασίλειος κέρδισε τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ ἐργοδότη του. Στὴν συνέχεια ἀναλαμβάνει τὶς πιὸ δύσκολες δουλειές, τὶς ὁποῖες μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἐκτελεῖ κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο. Σχεδὸν ὅλο του τὸν μισθὸ τὸν ἀποστέλλει στὴν μητέρα του, κρατώντας μόνο ἕνα μικρὸ μέρος γιὰ τὶς βασικές του ἀνάγκες.

Ἦλθε ὅμως ἡ στιγμὴ ποὺ ἡ τάση τοῦ Βασιλείου πρὸς τὸν μοναχισμὸ γίνεται πιὸ ἔντονη. Ἦταν περίπου δεκατεσσάρων ἐτῶν, ὅταν κάποια ἡμέρα ἐπισκέφθηκε τὴ Λαύρα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκυϊ καὶ ζήτησε συνάντηση μὲ τὸν ἡγούμενο. Ὅμως ὁ ἡγούμενος ἐκείνη τὴν ἡμέρα ἔλειπε. Ἐκείνη τὴν περίοδο στὴ Λαύρα βρίσκονταν γέροντες, ποὺ ἦταν γνωστοὶ σὲ ὅλη τὴν Ρωσία. Τοῦ πρότειναν, λοιπόν, νὰ συναντήσει ἕναν ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς γέροντες. Γονατιστός, μὲ δάκρυα στὰ μάτια, διηγήθηκε τότε ὁ Βασίλειος σὲ κάποιον γέροντα τὴν μεγάλη του ἐπιθυμία. Σὲ ἀπάντηση ἄκουσε ἀπὸ τὸν γέροντα μία συμβουλή, ἡ ὁποία ἀποδείχθηκε προφητική: νὰ παραμείνει στὸν κόσμο, νὰ ἀσχοληθεῖ μὲ καλὲς καὶ δεκτὲς ἀπὸ τὸν Θεὸ πράξεις, νὰ δημιουργήσει καλὴ καὶ εὐσεβὴ οἰκογένεια, νὰ δώσει σωστὴ ἀνατροφὴ στὰ παιδιά του καὶ μαζὶ μὲ τὴν σύζυγό του, ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωή τους νὰ τὴν ἀφιερώσουν στὸν μοναχισμό. Καὶ στὸ τέλος ὁ γέροντας εἶπε: «Βασίλειε! Σὲ περιμένει ἕνας δύσκολος δρόμος μὲ πολὺ θλίψη. Ἀκολούθησέ τον μπροστὰ στὸν Θεὸ καὶ στὴ συνείδησή σου. Θὰ φθάσει ἡ στιγμὴ καὶ ὁ Θεὸς θὰ σὲ ἀνταμείψει…». Ἔτσι παρουσιάστηκε στὸν Βασίλειο ἡ βούληση τοῦ Θεοῦ. Ὅλο τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του ἀποτελοῦσε μία προετοιμασία γιὰ τὴν μοναστικὴ ζωή. Ἦταν ἕνα κατόρθωμα ὑπακοῆς ποὺ κράτησε περισσότερο ἀπὸ σαράντα χρόνια.

Τὶς ἐλεύθερες ὧρες του τὶς περνοῦσε στὸ ναό, ὅπου προσευχόταν ἢ μελετοῦσε. Προσπαθοῦσε συνέχεια νὰ διδάσκει τὸν ἑαυτό του, ἐνῷ σὲ κάθε εὐκαιρία πήγαινε στὸ χωριό του καὶ βοηθοῦσε τὴν μητέρα του. Τὴν ἀγαποῦσε πολὺ καὶ συνέχεια προσευχόταν γι’ αὐτήν.

Ὁ ἐργοδότης τοῦ Βασιλείου μὲ ὅλα τὰ μέσα ἐνθάρρυνε τὸν θεοσεβούμενο τρόπο τῆς ζωῆς του. Ἐκτιμοῦσε πολὺ τὸ ἦθος, τὴν πρακτικότητα, τὴν ἐξαίρετη ἐργατικότητα καὶ τὸ ἀναμφισβήτητο ἐμπορικὸ ταλέντο τοῦ ὑπαλλήλου του. Ὅταν δὲ ὁ Βασίλειος ἔκλεισε τὰ δέκα ἑπτά του χρόνια, τὸν ἔκανε προϊστάμενο τοῦ γραφείου τῆς ἐπιχείρησης. Στὸ μέλλον ἤλπιζε νὰ τὸν ἔχει συνέταιρο.

Λόγῳ τῶν ὑποχρεώσεών του, ὁ νεαρὸς προϊστάμενος ἔπρεπε νὰ ἐπισκέπτεται τὴν Μόσχα, τὸ Νίζνϊυ – Νόβγκοροντ καὶ ἄλλες πόλεις τῆς Ρωσίας. Τότε μὲ τὴν συγκατάθεση τοῦ ἐργοδότη του ἐπισκέπτεται τοὺς εὐλογημένους τόπους ποὺ βρίσκονται κοντά. Πηγαίνει πάντα στὴ μονὴ τοῦ Ὁσίου Σεργίου τοῦ Ροντονέζ, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ. Οἱ προσκυνητὲς ποὺ ἐπισκέπτονταν τὴ Λαύρα, προσπαθοῦσαν πάντα νὰ ἐπισκεφθοῦν τὴ Σκήτη τῆς Γεθσημανῆ, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὴν ἱερὰ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου τοῦ Τσέρνιγκωφ καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία καὶ τὴ συμβουλὴ τοῦ γέροντος Βαρνάβα. Ὁ ἴδιος ὁ Θεὸς ἔφερε ξανὰ τὸ νεαρὸ Βασίλειο κοντὰ στὸν γέροντα καί, μετὰ τὴν μεγάλη συζήτηση ποὺ εἶχαν, ὁ Βασίλειος ἔγινε πνευματικὸς υἱὸς τοῦ γέροντος Βαρνάβα.

Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ γέροντος Βαρνάβα, ὁ Βασίλειος προσπαθοῦσε συνέχεια νὰ ἀσκεῖται στὴν προσευχή, νὰ ἔχει καθαρὴ τὴν σκέψη του καὶ νὰ ἀντιστέκεται στοὺς πειρασμούς.

Ἔφθασε ἡ στιγμή, ὁ Βασίλειος νὰ διαλέξει τὴν σύντροφο τῆς ζωῆς του. Ἔτσι τὸ ἔτος 1890, μὲ τὴν εὐχὴ τοῦ πνευματικοῦ του, νυμφεύεται τὴν Ὄλγα Ἰβάνοβνα Ναϊντένοβα.

Τὸ ἔτος 1892 ὁ Βασίλειος ἀνοίγει δική του ἐπιχείρηση. Ἔχοντας τὴν ἀπαραίτητη πεῖρα καὶ τὶς σταθερὲς ἐμπορικὲς διασυνδέσεις, ἀσχολεῖται μὲ τὴν παραγωγὴ καὶ ἐμπορία γουναρικῶν. Ἕνα μεγάλο μέρος τῶν ἐμπορευμάτων, ἐξαγόταν στὸ ἐξωτερικό: Γερμανία, Αὐστρο – Οὐγγαρία, Ἀγγλία, Γαλλία καὶ ἄλλες χῶρες.

Τὸ ἔτος 1895 γεννήθηκε ὁ υἱός τους, ὁ Νικόλαος καὶ μετὰ ἡ κόρη τους, ἡ Ὄλγα. Ὅμως τὸ κορίτσι πέθανε σὲ πολὺ μικρὴ ἡλικία καὶ μετὰ τὸν θάνατό της, ὕστερα ἀπὸ κοινὴ συμφωνία, καὶ εὐλογία τοῦ γέροντα Βαρνάβα, οἱ σύζυγοι Μουράβιεφ συνεχίζουν τὴν κοινή τους ζωὴ ὡς ἀδέλφια. Οἱ προσευχὲς τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα τοὺς βοήθησαν νὰ κρατηθοῦν στέρεοι στὴν ἀπόφασή τους.

Ἡ οἰκογένεια τῶν Μουραβιέφ, μετὰ ἀπὸ κάθε Θεία Λειτουργία σὲ μεγάλη ἑορτὴ καὶ πανήγυρη, προσέφερε φαγητὸ σὲ πτωχοὺς ἀνθρώπους. Μετὰ τὸ «Πάτερ ἡμῶν» ὁ Βασίλειος τοὺς μιλοῦσε γιὰ τὴν σημασία τῆς ἑορτῆς καὶ γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου ποὺ ἑόρταζαν, τοὺς εὐχαριστοῦσε καὶ εὐχόταν σὲ ὅλους, ποὺ ἐπισκέφθηκαν τὸ σπίτι του. Ὅταν τελείωνε τὸ γεῦμα, προσέφερε στοὺς καλεσμένους του δῶρα καὶ χρήματα καὶ τοὺς καλοῦσε στὴν ἑπόμενη ἑορτή. Ὡς πιστὸς μαθητὴς τοῦ γέροντος Βαρνάβα, ὁ Βασίλειος ἔλεγε: «Ὅλο τὸ κακὸ πρέπει νὰ σκεπασθεῖ μόνο μὲ τὴν ἀγάπη. Ὅσο πιὸ χαμηλὴ εἶναι ἡ θέση σου, τόσο πιὸ πολύτιμος εἶσαι γιὰ μένα». Μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει πόσοι πτωχοὶ καὶ ἀσθενεῖς μνημόνευαν στὴν προσευχὴ τους ἐξ ὅλης τῆς καρδίας τους, τὰ ὀνόματα Βασίλειος καὶ Ὄλγα, ζητώντας ὑγεία καὶ σωτηρία γιὰ τοὺς εὐεργέτες τους.

Ὁ Βασίλειος βοηθοῦσε ναοὺς καὶ μονὲς καὶ ὡς εὔσπλαχνος Σαμαρείτης πρόσφερε δωρεὲς γιὰ τὴν συντήρηση τῶν γηροκομείων, τὸ μεγαλύτερο ἐκ τῶν ὁποίων βρισκόταν στὴ διεθνὴ λεωφόρο (σήμερα λεωφόρο Μοσκόβσκι) τοῦ μοναστηριοῦ Νοβοντέβιτσι. Μὲ κάθε εὐκαιρία οἱ ἀγαπημένοι σύζυγοι ἐπισκέπτονταν τὰ γηροκομεῖα, προσφέροντας τὴν παρηγοριὰ καὶ τὴν ζεστασιά τους στοὺς ἀδύναμους καὶ μόνους.

Οἱ Μουραβιὲφ πολλὲς φορὲς ἔπαιρναν σπίτι τους, τοὺς ἀσθενεῖς ἀπὸ τὰ κρατικὰ νοσοκομεῖα. Οἱ ἄρρωστοι ἀνάρρωναν καλύτερα σὲ συνθῆκες ἑνὸς φιλόξενου σπιτιοῦ. Ἡ ἐγκάρδια συμπόνια καὶ ἡ εἰλικρινὴς ἀγάπη, ἔκαναν θαύματα.

Τὸ ἔτος 1903 ἡ Ρωσία ἑόρτασε τὸν Ὅσιο Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ. Ἦταν θέλημα Θεοῦ νὰ βρεθοῦν ἐκεῖ, στὴ μονὴ τοῦ Σαράτοβο, ἡ Ὄλγα μὲ τὸν Βασίλειο. Ὁ Βασίλειος ἀπὸ τὴν ἐφηβική του ἡλικία ἐκτιμοῦσε βαθιὰ τὸν Ὅσιο Σεραφείμ. Θυμόταν πάντα τὰ λόγια τοῦ Ὁσίου, ὅτι ὁ πραγματικὸς σκοπὸς τῆς Χριστιανικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἀπόκτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.

Στὶς ἀρχὲς τοῦ 1906 ὁ πατέρας Βαρνάβας ἀρρώστησε βαριά. Γιὰ τελευταία φορὰ ἐπισκέπτεται τὴν γυναικεία μονὴ Ἰβήρων – Βίκσουν, τὴν ὁποία ἵδρυσε ὁ ἴδιος καὶ τὴν Ἁγία Πετρούπολη. Ἐδῶ πέρασε δύο ἡμέρες, συναντήθηκε μὲ τὰ ἀγαπημένα πνευματικά του τέκνα, τοὺς εὐχαρίστησε γιὰ τὴν ἀγάπη του πρὸς τὸ πρόσωπό του καὶ τὴν εὐεργεσία τους πρὸς τὴ μονὴ Ἰβήρων, παρακαλώντας νὰ τὴν βοηθήσουν καὶ στὸ μέλλον. Στὶς 17 Φεβρουαρίου ὁ γέροντας Βαρνάβας κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Πραγματικὸς φίλος γιὰ τὸν Βασίλειο ἔγινε ὁ ἀρχιμανδρίτης Θεοφάνης (Μπιστρόε), ὁ πνευματικὸς τῆς τσαρικῆς οἰκογένειας καὶ μελλοντικὸς Ἀρχιεπίσκοπος Πολτάβσκι, ὁ ὁποῖος ἐκείνη τὴν περίοδο διατελοῦσε ἐπιθεωρητὴς τῆς θεολογικῆς ἀκαδημίας τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως.

Ὁ μελλοντικὸς Ἐπίσκοπος διέκρινε ἀμέσως στὸν Βασίλειο, τὸν πραγματικὰ εὐσεβὴ καὶ ταπεινὸ ἀσκητή. Τοὺς συνέδεσε, ἐπίσης, ἡ ἀγάπη στὶς ἐπιστῆμες. Στὸν Βασίλειο πάντα ἄρεσε ἡ ἱστορία καί, ὁ Ἀρχιμανδρίτης Θεοφάνης, ὡς καθηγητὴς τῆς βιβλικῆς ἱστορίας, ἀποτελοῦσε γι’ αὐτὸν ἀσύγκριτο συνομιλητὴ καὶ διδάσκαλο.

Τὸ ἔτος 1905 ὁ Βασίλειος γίνεται τακτικὸ μέλος τοῦ Φιλανθρωπικοῦ Ὀργανισμοῦ τῆς πόλεως Γιαροσλάβλ, τοῦ μεγαλύτερου στὴ Ρωσία. Πολλοὶ γνωστοὶ Ἱεράρχες καὶ ἐκκλησιαστικοὶ παράγοντες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς, ὅπως ὁ Ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κρονστάνδης, ὑπῆρξαν μέλη τοῦ Ὀργανισμοῦ. Τὸ ἔτος 1908 γίνεται μέλος τοῦ Ὀργανισμοῦ ὁ Θεοφιλέστατος Τύχων, μελλοντικὸς Πατριάρχης τῆς Ρωσίας, ὁ ὁποῖος τότε διηύθυνε τὴν καθέδρα τοῦ Γιαροσλάβλ.

Ἀπὸ τὸ ἔτος 1917 ἀρχίζει ἡ ἐποχὴ τῆς δοκιμασίας γιὰ τὴν Ρωσία. Κατὰ τὰ πρῶτα τρία χρόνια μετὰ τὴν Ὀκτωβριανὴ ἐπανάσταση, ἡ οἰκογένεια Μουραβιὲφ μένει ἐκτὸς πόλεως. Ἡ νέα ἐξουσία κρατικοποίησε τὴν ἐμπορικὴ ἐπιχείρηση τῆς οἰκογένειας Μουραβιὲφ καὶ ὁ Βασίλειος, ἐλεύθερος πλέον ἀπὸ τὶς κοσμικές του ὑποχρεώσεις, βυθίζεται στὴ μελέτη τῶν ἔργων τῶν Ἁγίων Πατέρων.

Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Μητροπολίτη τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως, Βενιαμίν, καταφεύγει στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου Νέφσκϊυ, καὶ στὶς 13 Σεπτεμβρίου 1920 ὁ Βασίλειος ὑποβάλλει αἴτηση στὴ γεροντία τῆς Λαύρας, μὲ παράκληση νὰ τὸν δεχθοῦν στὴν ἀδελφότητα. Ἡ ἀπάντηση ἦταν θετική. Τὸ πρῶτο διακόνημα ποὺ τοῦ ἀνατέθηκε ἦταν αὐτὸ τοῦ νεωκόρου. Τὴν ἴδια περίοδο γίνεται δόκιμη τῆς μονῆς Νοβοντέβιτσι καὶ ἡ σύζυγος τοῦ Βασιλείου, ἡ Ὄλγα.

Ἤδη στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1920 ὁ Ἐπίσκοπος Βενιαμὶν εὐλογεῖ τὴ χειροθεσία τῶν δόκιμων Βασιλείου καὶ Ὄλγας, ποὺ ὀνομάζονται ἀντίστοιχα Βαρνάβας καὶ Χριστίνα. Σὲ λίγο ὁ πατέρας Βαρνάβας γίνεται ἱεροδιάκονος καὶ τοῦ ζητεῖται νὰ ἀναλάβει τὸ γραφεῖο τοῦ κοιμητηρίου. Αὐτὴ ἡ θέση ἦταν ἡ πιὸ δύσκολη στὴ μονή. Ἡ χώρα ὑπέφερε ἀπὸ τὸν ἐμφύλιο πόλεμο. Ὁ κόκκινος στρατὸς πολεμοῦσε τὸν λευκὸ στρατό. Στὰ νεκροταφεῖα τῶν περιοχῶν Νικόλσκι, Τίχβινσκι καὶ Λαζαρέβσκι τὸ κλάμα δὲν σταματοῦσε.

Ὁ πατέρας Βαρνάβας συμμετεῖχε ἐνεργὰ στὸ πιὸ μαζικὸ ἐκκλησιαστικὸ – κοινωνικὸ κίνημα ὑπερασπίσεως τῆς πίστεως, ποὺ ὀργάνωσε ἡ ἀδελφότητα τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου στὶς ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ 1920.

Αὐτὴ ἡ περίοδος ἦταν πολὺ δύσκολη γιὰ τὴν Λαύρα. Οἱ ἐκπρόσωποι τῆς ἐξουσίας συνέχεια ἐπενέβαιναν στὶς ὑποθέσεις τῆς μονῆς, δημιουργώντας κάθε φορὰ διάφορα διοικητικὰ προβλήματα.

Παρ’ ὅλα αὐτὰ ἡ μοναστικὴ ζωὴ στὴ Λαύρα ὄχι μόνο δὲν ἔσβηνε, ἀλλὰ βρισκόταν σὲ κατάσταση πρωτοφανοῦς ἀνόδου. Ἡ μονὴ ἀποτελοῦσε πραγματικὸ κέντρο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Ἐκεῖ δημιουργήθηκε ὁ σταθμὸς συλλογῆς χρημάτων γιὰ τοὺς πεινασμένους, παραχωρήθηκαν χῶροι τῆς Λαύρας στοὺς ἄστεγους ἀναπήρους πολέμου, εὕρισκαν καταφύγιο τὰ ὀρφανὰ καὶ καθημερινὰ προσφερόταν φαγητὸ στοὺς πτωχούς. Τὸ ἔργο τῆς σιτίσεως ἀνατέθηκε στὸν πατέρα Βαρνάβα.

Στὶς 11 Σεπτεμβρίου 1921 ὁ Μητροπολίτης Βενιαμὶν χειροτόνησε τὸν πατέρα Βαρνάβα σὲ ἱερέα. Ὁ πρώην ἔμπορος γνώριζε καλὰ τὴν ζωὴ τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ διαφορετικὰ στρώματα, ἀπὸ ἕναν ἁπλὸ ἐργάτη μέχρι τὸν διανοούμενο καὶ κατανοοῦσε τὶς πνευματικές τους ἀνάγκες καὶ τὰ προβλήματά τους. Ἐκείνη τὴν ἐποχὴ οἱ ψυχὲς πολλῶν πιστῶν στρέφοντας στὸν ἁπλὸ καὶ πρᾶο πατέρα Βαρνάβα. Ὅλο καὶ περισσότερος κόσμος ἐρχόταν στὸ κελί του γιὰ πνευματικὴ καθοδήγηση καὶ παρηγοριά.

Μεγάλη θλίψη προκάλεσαν στὸν πατέρα Βαρνάβα οἱ συλλήψεις τῶν ἀγαπημένων του φίλων καὶ συναγωνιστῶν: τοῦ ἀρχιμανδρίτου Βενιαμίν, τοῦ Ἐπισκόπου Λάντοζσκι Ἰννοκεντίου, τοῦ Ἐπισκόπου Γιάμπουρσκι Νικολάου (Γιαρουσέβιτς), τῶν ἀρχιμανδριτῶν Γουρίου καὶ Λέοντος, τοῦ ἱερομονάχου Ἐμμανουὴλ καὶ πολλῶν ἄλλων ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα τῆς Λαύρας.

Μαζὶ μὲ τὶς συλλήψεις ἦλθαν καὶ οἱ καινούργιες συμφορές. Στὶς 17 Ἰουλίου ὁ νέος Ἐπίσκοπος Νικόλαος (Σόμπολεφ) δηλώνει ὅτι ἔχει ὅλα τὰ δικαιώματα ἐπὶ τῆς Λαύρας καὶ ἀπαγορεύει τὴ μνημόνευση τοῦ Πατριάρχη Τύχωνος. Ἡ ἐξουσία στήριζε φανερὰ μία μερίδα τοῦ κλήρου ποὺ τὴν ἀκολούθησε. Ἐκείνη τὴν στιγμὴ ὁ ἱερομόναχος Βαρνάβας (Μουραβιέφ), ὁ πνευματικὸς τῆς μονῆς ἀρχιμανδρίτης Σέργιος (Μπιριουκόφ) καὶ ὁ ἱερομόναχος Βαρλαὰμ (Σατσερντότσκι), τὸ πνευματικὸ κύρος τῶν ὁποίων ἦταν πολὺ μεγάλο, συμβούλεψαν τοὺς ἀδελφοὺς νὰ δείχνουν ἐπιεικεῖς ἀπέναντι στὴ νέα διοίκηση τῆς Λαύρας καὶ νὰ δεχθοῦν τὴν προσωρινὴ καὶ ἐπιφανειακὴ ὑποχώρηση, εἰδάλλως τὸ μοναστήρι ἀναπόφευκτα θὰ ἔκλεινε. Ὁ χρόνος τοὺς δικαίωσε. Μετὰ τὴν ἀπελευθέρωση τοῦ Πατριάρχη Τύχωνος ἀπὸ τὴ φυλακή, τὸ ἔτος 1923, ἡ Λαύρα βρῆκε τὸν κανονικό της ρυθμό.

Δὲν ἦταν καθόλου εὔκολο γιὰ τοὺς μοναχοὺς νὰ διατηρήσουν τὴν ἐσωτερικὴ τους γαλήνη σὲ αὐτὴ τὴν πολυτάραχη ἐποχή.

Ἀμέσως μετὰ τὰ γεγονότα, ὁ πατέρας Βαρνάβας ἐκλέγεται ἀπὸ τὴ διοίκηση καὶ τὴν ἀδελφότητα τῆς Λαύρας, μέλος τῆς Γεροντίας καὶ διορίζεται σὲ πιὸ ὑπεύθυνη διοικητικὴ θέση, στὴ θέση τοῦ ταμία τῆς Λαύρας. Παρόλο ποὺ ὁ Βαρνάβας ἐπεδίωκε τὴν ἀπομόνωση καὶ τὴν ἀπαλλαγὴ ἀπὸ τὴν φροντίδα τῶν κοσμικῶν ὑποθέσεων, ἀνέλαβε τὸ νέο του διακόνημα μὲ πραότητα καὶ ὑπακοὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Λίγο ἀργότερα ἑτοιμάζεται ἐσωτερικά, γιὰ νὰ ἀναλάβει τὸ διακόνημα τοῦ πνευματικοῦ. Λίγο πρὶν τοῦ ἀνατεθεῖ τὸ διακόνημα τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως κείρεται, περὶ τὰ τέλη τοῦ 1926 ἢ τὶς ἀρχὲς τοῦ 1927, μεγαλόσχημος μοναχὸς καὶ λαμβάνει τὸ ὄνομα Σεραφείμ, πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ.

Κατὰ τὴν περίοδο τῶν ταραχῶν ὁ ταπεινὸς ἀσκητὴς ἔλεγε πρὸς τοὺς πιστούς: «Ἡ ὑπομονή σας θὰ ἐξασφαλίσει τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς σας. Σὲ μᾶς μένει μόνο νὰ ἐγκαταλείπουμε τὸν ἑαυτό μας στὸν Θεὸ καὶ νὰ Τὸν παρακαλᾶμε γιὰ συγχώρεση. Νὰ θυμόμαστε ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἀγάπη καὶ ἐλπίζουμε στὸ ἔλεός Του».

Ὅμως οἱ πολύωρες ἐξομολογήσεις μέσα στὸ ναό, οἱ συνεχεῖς ψύξεις, οἱ ἀπίστευτα φυσικὲς καὶ πνευματικὲς ὑπερφορτώσεις, ἐπιδείνωσαν τὴν κατάσταση τῆς ὑγείας τοῦ Ὁσίου Σεραφείμ. Οἱ ἰατροὶ διέγνωσαν μεσοπλεύρια νευραλγία, ρευματισμὸ καὶ θρομβοφλεβίτιδα τῶν κάτω ἄκρων ταυτόχρονα. Οἱ πόνοι στὰ κάτω ἄκρα ἔγιναν ἀβάσταχτοι. Γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ δὲν ἔλεγε σὲ κανέναν τίποτα γιὰ τὶς ἀσθένειές του καὶ συνέχιζε μὲ ἀπίστευτη γενναιότητα νὰ τελεῖ τὴ Θεία Λειτουργία καὶ τὸ μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως. Τὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου φώτιζε πάντοτε μία ἠρεμία καὶ χαρὰ καὶ κανένας ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς δὲν μποροῦσε νὰ φαντασθεῖ τὸν πόνο ποὺ ἔνιωθε. Μόνο ἡ φωνή του κάποια στιγμὴ γινόταν πολὺ σιγανή.

Ἔφθασε ἡ ἡμέρα ποὺ ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ δὲν μποροῦσε νὰ σηκωθεῖ ἀπὸ τὸ κρεβάτι.

Τὴν καινούργια δοκιμασία, τὴν ἀσθένεια, τὴν δέχθηκε ὁ Ὅσιος μὲ ἐξαιρετικὴ ἠρεμία καὶ ὑπομονή, σὰν νὰ ἦταν τὸ ἑπόμενο λειτούργημα ποὺ τοῦ ζήτησε ὁ Θεός. Δὲν ὑπῆρχε οὔτε μικροψυχία, οὔτε δυσαρέσκεια. Εὐχαριστώντας συνέχεια τὸν Κύριο, ὁ Ὅσιος ἔλεγε σὲ αὐτοὺς ποὺ τὸν ἐπισκέπτονταν: «Εἶμαι ἁμαρτωλός, ἀξίζω περισσότερα! Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ὑποφέρουν ἀπὸ χειρότερες ἀσθένειες!».

Ὁ καιρὸς περνοῦσε καὶ ἡ κατάσταση τῆς ὑγείας τοῦ Ὁσίου παρουσίαζε ἐπιδείνωση. Ἦταν ἑξήντα τριῶν ἐτῶν τότε. Ἐμφανίσθηκαν ἡ πνευμονικὴ καὶ καρδιακὴ ἀνεπάρκεια. Οἱ ἰατροὶ τὸν συμβούλευσαν νὰ μετακομίσει στὴν ἐξοχὴ καὶ ἐπιλέχθηκε ἡ περιοχὴ τῆς Βυρίτσας.

Ὁ Μητροπολίτης Σεραφεὶμ (Τσιτσάγκωφ), ὁ ὁποῖος εἶχε ἰατρικὲς γνώσεις, διάβασε τὸ πόρισμα τῶν ἰατρῶν καὶ ἀμέσως ἔδωσε τὴν εὐλογία του γιὰ τὸ ταξίδι.

Μετὰ τὴν μετακόμιση στὴ Βυρίτσα, ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ δὲν ἐπισκέπτεται τοὺς ἰατρούς: «Γιὰ ὅλα ὑπάρχει ἡ βούληση τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἀσθένεια εἶναι σχολὴ τῆς πραότητος, ὅταν πραγματικὰ γνωρίζεις τὴν ἀνημποριά σου…».

Τὴν Δευτέρα, τὴν Τετάρτη καὶ τὴν Παρασκευὴ ὁ Ὅσιος δὲν ἔτρωγε τίποτε. Κάποιες φορὲς δὲν ἔτρωγε καθόλου γιὰ μερικὲς ἡμέρες. Πολὺ σπάνια ἔπινε τσάϊ μὲ λίγο ψωμί. Κάθε ἑβδομάδα κοινωνοῦσε ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς τῆς περιοχῆς. Ὅμως, ἐκτὸς αὐτοῦ, στὸ κελὶ τοῦ Ὁσίου ὑπῆρχαν πάντοτε τὰ Τίμια Δῶρα καὶ ὅλα τὰ ἀπαραίτητα γιὰ τὴν Θεία Κοινωνία. Νιώθοντας τὴν ἐσωτερικὴ ἀνάγκη κοινωνοῦσε μόνος.

Πρὸς μίμηση τοῦ οὐράνιου διδασκάλου του, ὁ Ὅσιος Γέροντας τῆς Βυρίτσας προσευχόταν στὸν κῆπο ἐπάνω σὲ πέτρα, μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ θαυματουργοῦ Ἁγίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ.

Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ προσευχόταν καθημερινὰ ἐπάνω στὴν πέτρα. Καὶ οἱ προσευχές του ἔφθαναν στὸν Κύριο. Ἡ ἀγάπη ἀποκρινόταν στὴν ἀγάπη. Μόνο ὁ Θεὸς γνωρίζει πόσες ἀνθρώπινες ψυχὲς ἔσωσαν ἐκεῖνες οἱ προσευχές. Εἶναι τὸ μόνο ἀναμφίβολο, ὅτι σὰν μία ἀόρατη κλωστὴ συνέδεαν τὴ γῆ μὲ τὸν οὐρανό, ζητοῦσαν καὶ πρόσμεναν τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ, ἀλλάζοντας μὲ ἕναν τρόπο μυστικό, τὴν πορεία πολλῶν σοβαρῶν γεγονότων.

Ὅμως ὁ χρόνος τοῦ γήϊνου ταξιδιοῦ τοῦ Ὁσίου, πλησίαζε στὸ τέλος. Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ γνώριζε τὴν στιγμὴ ποὺ θὰ περνοῦσε στὴν αἰωνιότητα. Μία μέρα πρὶν τὸ τέλος του, εὐλόγησε τοὺς συγγενεῖς καὶ τοὺς φίλους του μὲ τὴν εἰκόνα τοῦ Ὁσίου Σεραφεὶμ τοῦ Σαρώφ.

Πολὺ νωρὶς ἐκεῖνο τὸ πρωινὸ τοῦ ἔτους 1949 φανερώθηκε στὸν Ὅσιο Σεραφεὶμ ἡ Παναγία καὶ μὲ τὸ δεξί της χέρι τοῦ ἔδειξε τὸν οὐρανό. Ὁ Ὅσιος παρακάλεσε νὰ μὴν τὸν ἐνοχλήσει κανείς. Ἡ ἡμέρα πέρασε μὲ πολὺ προσευχή, τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τοῦ Ψαλτηρίου. Γύρω στὶς 2, μετὰ τὸ μεσονύκτιο, ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ ψελλίζοντας τὴν ἱκεσία «Σῶσε, Κύριε καὶ ἐλέησε ὅλον τὸν κόσμο» ἔφυγε γιὰ τὴν αἰωνιότητα.
Τὸ λαϊκὸ προσκύνημα συνεχιζόταν γιὰ τρεῖς ἡμέρες. Ὅλοι ἔνιωθαν ὅτι τὰ χέρια τοῦ Ὁσίου ἦταν μαλακὰ καὶ ζεστὰ σὰν νὰ ἦταν ζωντανός. Κάποιοι ἔνιωθαν εὐωδία δίπλα στὸ φέρετρο. Τὴν πρώτη ἡμέρα μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ὁσίου θεραπεύθηκε ἕνα τυφλὸ κοριτσάκι. Ἡ μητέρα του τὸ πῆγε κοντὰ στὸ φέρετρο καὶ εἶπε στὸ παιδί της: «Φίλησε τὸ χέρι τοῦ παπποῦ». Καὶ σὲ λίγο ἔγινε τὸ θαῦμα.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:10 pm

22 ΜΑΡΤΙΟΥ






Δ' Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν Ἰωάννου Κλίμακος
Image
Ο άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στην Παλαιστίνη γύρω στα 523. Μόνασε από νεαρή ηλικία (16 ετών). Παρακολούθησε ανώτερο κύκλο μορφώσεως. Στην ζωή της ερήμου Σινά αξιοποίησε την σοφία του και ανέβηκε σε υψηλές κορυφές αγιότητας. Είχε και το χάρισμα της θαυματουργίας. Σε μεγάλη ηλικία έγινε ηγούμενος της μονής του Σινά.
Συνέγραψε τριάντα λόγους περί αρετής, όπου ο καθένας λόγος περιλαμβάνει και μια αρετή, ξεκινώντας από τις πιο πρακτικές και ανεβαίνοντας σαν σκαλοπάτια κατέληξε στις θεωρητικά υψηλές. Στη πνευματική ζωή έχουμε βαθμίδες χαμηλές και υψηλές, καταστάσεις κατώτερες και ανώτερες. Γι' αυτό και το σύγγραμμα ονομάζεται Κλίμακα των αρετών.

Στο έργο του αυτό ο συγγραφέας παρουσιάζει συστηματικά τις ιδέες του για την κοινοβιακή κυρίως, αλλά και για την ερημιτική ζωή, ταξινομώντας αυτές κατά τρόπο που δείχνει πορεία προς την ηθική τελείωση. Είναι γραμμένο σε κομψή ελληνική γλώσσα, καλοδουλεμένη με χάρη και μελωδικότητα. Έχει διαύγεια, γλαφυρότητα, παραστατικότητα και παρουσιάζει πλούτο εκφράσεως, καλαισθησία και ευγένεια. Στη διακόσμηση του λόγου με εικόνες και παρομοιώσεις ο ιερός συγγραφέας είναι απαράμιλλος. Πάσης φύσεως σχήματα λόγου αναδύονται καθώς και ωραίες και επιτυχημένες προσωποποιήσεις.

Οι διδασκαλίες του είναι ολοκάθαρα νάματα που προέρχονται από αγιασμένη πηγή. Είναι ένα θεόπνευστο κείμενο. Οι σύγχρονοι ψυχολόγοι θαυμάζουν τον συγγραφέα της Κλίμακας για την βαθύτητα των ψυχολογικών του γνώσεων και παρατηρήσεων, και διαπιστώνουν ότι τα τελευταία αξιόλογα πορίσματα της ψυχολογίας του Βάθους ήταν γνωστά στους Πατέρες της ερήμου.

Ο Άγιος Ιωάννης κοιμήθηκε στις 30 Μαρτίου το 603, σε ηλικία ογδόντα ετών. Από την αρχή της Σαρακοστής το σύγγραμμά του διαβάζεται σε όλα τα ορθόδοξα μοναστήρια.
Επειδή είναι παγκόσμιο κειμήλιο αναλύσεως όλων των παθών και των αρετών, η Εκκλησία τιμά ιδιαίτερα σε αυτή τη πνευματική περίοδο τον συγγραφέα άγιο Ιωάννη της Κλίμακας και το προτείνει για ανάγνωσμα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν κλίμακα, ὑποστηρίξας, τὴν τῶν λόγων σου, μέθοδον Πάτερ, μοναστῶν ὑφηγητὴς ἀναδέδειξε, ἐκ πρακτικῆς Ἰωάννη καθάρσεως, πρὸς θεωρίας ἀνάγων τὴν ἔλλαμψιν. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Καρποὺς ἀειθαλεῖς, ἐκ τῆς βίβλου προσφέρων, διδάγματα σοφέ, καθηδύνεις καρδίας, τῶν τούτοις μετὰ νήψεως, προσεχόντων μακάριε· Κλῖμαξ γάρ ἐστι, ψυχὰς ἀνάγουσα γῆθεν, πρὸς οὐράνιον, καὶ διαμένουσαν δόξαν, τῶν πίστει τιμώντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Τὴν οὐρανοδρόμον ἣν Ἰακώβ, κλίμακα προεῖδεν, ἐτεχνήσω πνευματικῶς, Πάτερ Ἰωάννη, συνθήκῃ τῶν σῶν λόγων, δι’ ἧς πρὸς ἀφθαρσίας, βαίνομεν μέθεξιν.








Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Ἱερομάρτυρας Πρεσβύτερος Ἀγκύρας

Image
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βασίλειος ἔζησε καὶ μαρτύρησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ ἐπὶ ἡγεμόνος Ἀγκύρας Σατορνίνου ἢ Σατορνίλου. Οἱ εἰδωλολάτρες τὸν διέβαλαν στὸν ἔπαρχο ὅτι εἰρωνευόταν καὶ κατηγοροῦσε τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἰουλιανοῦ καὶ τὴν εἰδωλολατρικὴ θρησκεία. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη καί, ἀφοῦ δὲν πείσθηκε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, βασανίσθηκε.

Ὅταν, λίγες ἡμέρες ἀργότερα, ἔφθασε στὴν Ἄγκυρα ὁ Ἰουλιανός, ὁδήγησαν τὸν Ἅγιο Βασίλειο ἐνώπιόν του. Ὁ αὐτοκράτορας τὸν ρώτησε ἂν ἀρνεῖται τὸν Χριστό. Ὁ Ἅγιος μὲ πνευματικὴ ἀνδρεία τοῦ ἀπάντησε ὅτι πιστεύει μόνο στὴν Τριαδικὴ Θεότητα καὶ λατρεύει τὸν Ἰησοῦ Χριστό.

Μετὰ τὴν ἀπάντηση αὐτὴ ὁ βασιλέας ἔδωσε ἐντολὴ στὸν κόμητα Φλαβέντιο νὰ ἀποκόψει λουρίδες δέρματος ἀπὸ τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου. Ὁ Ἅγιος ἅρπαξε μὲ δύναμη μία λουρίδα τοῦ δέρματός του, τὴν ἀπέσπασε ἀπὸ τὸ σῶμα του καὶ τὴν ἔριξε στὸ πρόσωπο τοῦ Ἰουλιανοῦ. Ἐκεῖνος ἐξοργίσθηκε καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τὸν κατακάψουν μὲ πυρακτωμένα σουβλιὰ καὶ νὰ τὸν τρυπήσουν παντοῦ.

Ἔτσι μαρτύρησε ὁ Ἅγιος Βασίλειος, τὸ ἔτος 362 μ.Χ. καὶ ἔλαβε τὸ ἀμαράντινο στέφανο τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείου Πνεύματος, τῇ ἐπινεύσει, χρῖσμα ἅγιον, ἱεροσύνης, ἐπαξίως ὑπεδέξω Βασίλειε· ὅθεν ὡς θῦμα βασίλειον ἔθυσας, τῷ βασιλεῖ τῶν αἰώνων τοὺς ἄθλους σου. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἱερεὺς γενόμενος, τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης, καὶ ὁπλίτης ἄριστος, ἀναδειχθεὶς ἐν ἀθλήσει, ᾔσχυνας, τῶν παρανόμων τὰς ἐπινοίας, εἴληφας, τῆς βασιλείας τῆς οὐρανίου, τὴν ἀπόλαυσιν ἀξίως, Ἱερομάρτυς Χριστοῦ Βασίλειε.

Μεγαλυνάριον.
Ἔθυσας τἢν ἄμωμον προσφοράν, τῷ ἐπουρανίῳ, ὦ Βασίλειε Βασιλεῖ, καὶ στερρῶς ἀθλήσας, γενναιοτάτῃ γνώμῃ, θυσία προσηνέχθης, αὐτῷ εὐάρεστος.






Ἡ Ἁγία Δροσὶς καὶ οἱ σὺν αὐτῇ πέντε Κανονικὲς
Image
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Δροσὶς ἦταν θυγατέρα τοῦ αὐτοκράτορα Τραϊανοῦ (98 – 117 μ.Χ.) καὶ συμπαθοῦσε τοὺς Χριστιανούς, ποὺ τόσο ὑπέφεραν ἀπὸ τὸν διωγμό. Κάθε βράδυ ἡ Ἁγία ἐξερχόταν ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα καὶ μαζὶ μὲ πέντε Κανονικές, δηλαδὴ πέντε μοναχές, περισυνέλεγε καὶ ἐνταφίαζε τὰ λείψανα τῶν ἄταφων Χριστιανῶν, ποὺ εἶχαν μαρτυρήσει.

Ὅμως ἕνας σύμβουλος τοῦ αὐτοκράτορος, ποὺ ἦταν καὶ μνηστήρας τῆς Δροσίδος, ὁ Ἀδριανός, πληροφόρησε τὸν βασιλέα γιὰ τὸ ἔργο τῶν γυναικῶν. Τότε ὁ Τραϊανὸς τὶς συνέλαβε καὶ τὴν μὲν Ἁγία Δροσίδα τὴν περιόρισε στὸ παλάτι, τὶς δὲ μοναχὲς τὶς ἔριξε μέσα σὲ χωνευτήρι μὲ λιωμένο χαλκό.

Στὸ Συναξάρι ἀναφέρεται ὅτι μὲ τὸν χαλκὸ αὐτό, μέσα στὸν ὁποῖο χωνεύθηκαν οἱ πέντε Ἁγίες, ὁ Τραϊανὸς διέταξε νὰ κατασκευασθοῦν οἱ βάσεις τῶν χάλκινων ἀγγείων τοῦ δημόσιου λουτροῦ, τὸ ὁποῖο εἶχε ἀνεγείρει καὶ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ δοθεῖ σὲ δημόσια λειτουργία κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῶν Ἀπολλωνίων.

Ὅταν ἔγιναν τὰ ἐγκαίνια τοῦ λουτροῦ, ὁ πρῶτος ποὺ ἔσπευσε νὰ εἰσέλθει μέσα, μόλις πλησίασε, ἔπεσε κάτω νεκρός. Τὸ ἴδιος συνέβη καὶ μὲ ὅσους ἄλλους, μετὰ ἀπὸ αὐτόν, πλησίασαν τὴν θύρα.

Μόλις ὁ αὐτοκράτορας πληροφορήθηκε τὰ γεγονότα, ρώτησε τοὺς ἱερεῖς τῶν εἰδώλων μήπως οἱ Χριστιανοὶ εἶχαν κάνει καμία μαγεία. Ἐκεῖνοι ἀπάντησαν ὅτι αὐτὸ τὸ ἔκαναν τὰ χάλκινα ἀγγεῖα, ποὺ κατασκευάστηκαν ἀπὸ τὰ λείψανα τῶν πέντε μοναχῶν. Τότε ὁ Τραϊανὸς διέταξε νὰ κατασκευασθοῦν ἄλλα χάλκινα ἀγγεῖα, ὥστε νὰ σταματήσουν οἱ θάνατοι καὶ νὰ ξαναλιώσουν τὰ ἀγγεῖα μέσα στὰ ὁποῖα μαρτύρησαν οἱ Ἁγίες, γιὰ νὰ κατασκευαστοῦν χάλκινα ὁμοιώματα τῶν πέντε ἐκείνων Μαρτύρων πρὸς ἀτίμωση καὶ ὄνειδός τους.

Ἔτσι κι ἔγινε. Τὰ γυμνὰ ἀγάλματα στήθηκαν. Ὁ Τραϊανός, ὅμως, εἶδε στὸν ὕπνο του τὶς πέντε μοναχὲς νὰ τὸν ἐπιτιμοῦν καὶ νὰ τοῦ προαναγγέλουν τὴν κοίμηση τῆς θυγατέρας του. Ὁ ἀσεβὴς αὐτοκράτορας ἐξοργίστηκε, διότι ὁ Θεὸς ἐξευτέλισε τὶς ἀνόητες βουλές του καὶ τὶς γεμάτες παράνοια πράξεις του. Ἔδωσε, λοιπόν, ἐντολὴ νὰ ἀναφθοῦν δύο κλίβανοι σὲ καθένα ἀπὸ τὰ δύο ἄκρα τῆς πόλεως καὶ νὰ πυρακτώνονται συνεχῶς. Μὲ διαταγή του τοποθέτησε στοὺς κλιβάνους καὶ ἐπιγραφή, ἡ ὁποία ἔγραφε: «Χριστιανοί, ποὺ προσκυνᾶτε τὸν Ἐσταυρωμένο, λυτρώσατε τοὺς ἑαυτούς σας ἀπὸ τὰ πολλὰ βασανιστήρια καὶ ἀπαλλάξατε ἐμᾶς ἀπὸ τὸν κόπο τῶν βασάνων. Ρίψατε ἑαυτοὺς στὸν κλίβανο».
Ἡ Ἁγία Δροσὶς ἀπέβαλε τὰ βασιλικὰ ἐνδύματα καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὰ ἀνάκτορα χωρὶς νὰ τὴν ἀντιληφθεῖ κανείς. Προχωροῦσε πρὸς τὸν κλίβανο, γιὰ νὰ μαρτυρήσει ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ βρεθεῖ κοντὰ στὶς Ἁγίες, ποὺ ἀναπαύονταν στὴ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Σκέφθηκε ὅμως ὅτι δὲν εἶχε βαπτισθεῖ. Ἔβγαλε τότε ἀπὸ τὸ θηλάκιο τοῦ χιτῶνα της τὸ μύρο, μπῆκε μέσα σὲ ἕνα λάκκο μὲ νερὸ καὶ βαπτίσθηκε στὸ Ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στὴν συνέχεια κρύφθηκε κάπου γιὰ λίγες ἡμέρες καὶ ἐκεῖ κοιμήθηκε προσευχόμενη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Πατρὸς τὴν δυσσέβειαν, καταλιποῦσα σεμνή, Κυρίῳ προσέδραμες, τῷ Βασιλεῖ τοῦ παντός, Χριστῷ τῷ Θεῷ ἡμῶν, τοῦτῳ δε νυμφευθεῖσα, καθαρᾷ διανοίᾳ, ἤχθης Δροσὶς θεόφρον, πρὸς νυμφῶνα τὸν θεῖον, πρεσβεύουσα ἀπαύστως, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τῷ φωτὶ τῆς χάριτος, καταυγασθεῖσα, εὐσεβῶς ἠγώνισαι, ὑπὲρ τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ, Δροσὶς Μαρτύρων συνόμιλε, μεθ’ ὧν δυσώπει, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Πόθῳ πτερωθεῖσα τῷ τοῦ Χριστοῦ, τοῖς Μάρτυσι τούτου, θεοφρόνως διακονεῖς, ὧν καὶ τῆς εὐκλείας, Δροσὶς ἐπιτυχοῦσα, ὑπὲρ ἡμῶν δυσώπει, τῶν εὐφημούντων σε.






Οἱ Ἁγίες Βασίλισσα καὶ Καλλινίκη οἱ Μάρτυρες
Image
Οἱ Ἁγίες Βασίλισσα καὶ Καλλινίκη κατάγονταν ἀπὸ τὴ Γαλατία. Ἐπειδὴ ἡ Ἁγία Μάρτυς Βασίλισσα ἦταν πλούσια, ἔδινε χρήματα στὴν Ἁγία Καλλινίκη γιὰ νὰ πηγαίνει στὶς φυλακὲς καὶ νὰ τὰ παρέχει στοὺς ἐγκλείστους Χριστιανοὺς γιὰ τὴ διατροφή τους, μὲ σκοπὸ νὰ προσεύχονται ὑπὲρ αὐτῆς. Ἐπιθυμοῦσε νὰ τοὺς κάνει πρόθυμους γιὰ τὸ μαρτύριο καὶ νὰ τοὺς παρασταθεῖ, ὥστε νὰ μὴν χάνουν τὸ θάρρος στὶς θλίψεις τους. Κάποια, λοιπόν, μέρα, ἀφοῦ συνελήφθη ἡ Καλλινίκη καὶ ρωτήθηκε τίνος εἶναι τὰ χρήματα, ἐπειδὴ δὲν γνώριζε νὰ λέει ψέματα, ὁμολόγησε. Γι’ αὐτὸ τὴν ἔδεσαν καὶ τὴν παρέδωσαν στὸν ἄρχοντα. Καὶ ἀφοῦ συνελήφθη καὶ ἡ Ἁγία Βασίλισσα, παρουσιάσθηκε ἐνώπιόν του στὸ δικαστήριο. Καὶ οἱ δυὸ ὁμολόγησαν μὲ παρρησία τὸν Χριστὸ καὶ ὑποβλήθηκαν σὲ διάφορα βασανιστήρια, ἐξαναγκαζόμενες νὰ ἀρνηθοῦν τὴν πίστη τους καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν πείσθηκαν, μὲ ξίφος τοὺς ἀπέκοψαν τὶς ἱερὲς κεφαλές. Νίκησαν ἔτσι τὸν διάβολο καὶ ἀπόλαυσαν τὴ βασιλεία τῶν οὐρανῶν.
Τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Βασιλίσσης καὶ Καλλινίκης ἔγινε τὸ ἔτος 252 μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορα Γάλλου (251 – 253 μ.Χ.)

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Κλέος ἄφθαρτον, εἰσεποιήσω, ὡς ἀθλήσασα, ἐνδρειοφρόνως, Καλλινίκη Ἀθληφόρε πανεύφημε· τῷ γὰρ οἰκείῳ σου αἵματι πάνσεμνε, τὸ τοῦ Νυμφίου σου πάθος ἐδόξασας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν ἀθλήσει ἤνεγκας, πλείστας ὀδύνας, Καλλινίκη ἔνδοξε, καὶ καταβέβληκας ἐχθρόν· ὅθεν τῆς νίκης τὸν στέφανον, παρὰ Κυρίου, ἀξίως ἀπείληφας.

Μεγαλυνάριον.
Πόθῳ τετρωμένη τῷ τοῦ Χριστοῦ, Μάρτυς Καλλινίκη, ἠγωνίσω ἀθλητικῶς· ὅθεν οὐρανίων, θαλάμων ἠξιώθης, ὑπὲρ ἡμῶν Κυρίῳ, ἀεὶ πρεσβεύουσα.






Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ Θαυματουργὸς Ἐπίσκοπος Μανγκαζίας Σιβηρίας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βασίλειος γεννήθηκε στὴν πόλη τοῦ Γιαροσλὰβ τῆς Ρωσίας τὸ ἔτος 1583. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Μανγκαζίας τῆς Σιβηρίας καὶ μαρτύρησε τὸ ἔτος 1602. Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει στὶς 6 Ἰουνίου τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων αὐτοῦ καὶ στὶς 10 Μαΐου τὴ μετακομιδὴ αὐτῶν ἀπὸ τὴ Μανγκαζία στὸ Τουρουχάνκ.






Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ ἐκ Δημητσάνης
Image
Ο Αγιος Οσιομάρτυς Ευθύμιος, κατά κόσμο Ελευθέριος, καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Δημητσάνας. Εκπαιδεύτηκε στη σχολή της πόλεως αυτής και συνέχισε τις σπουδές του, μαζί με τον αδελφό του Ιωάννη, στην Πατριαρχική Ακαδημία Κωνσταντινουπόλεως. Στην συνέχεια μετέβη στο Ιάσιο της Ρουμανίας, όπου βρισκόταν ο πατέρας του με τα μεγαλύτερα αδέλφια του Γεώργιο και Χρήστο.

Ο Ελευθέριος αποφάσισε να έλθει στο Αγιο Όρος, για να καρεί μοναχός. Μην μπορώντας όμως να πραγματοποιήσει την επιθυμία του, λόγω των συνθηκών που επικρατούσαν, μετέβη στο Βουκουρέστι, όπου παρέμεινε κοντά στο Γάλλο πρόξενο, έπειτα δε σε Ρώσο ανώτερο αξιωματούχο. Αργότερα προσκολλήθηκε σε κάποιους Τούρκους και κατά τη διάρκεια του ταξιδιού του προς την Κωνσταντινούπολη αρνήθηκε τον Χριστό, εξισλαμίσθηκε και ονομάσθηκε Ρεσίτης.

Αμέσως μετά την περιτομή του, αισθανόμενος τύψεις συνειδήσεως, ζητούσε να επανέλθει στην πατρώα πίστη. Ήλθε, λοιπόν, στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί, αφού διευκολύνθηκε από τη Ρωσική πρεσβεία, έφθασε στο Αγιο Όρος, όπου συνάντησε στη Λαύρα τον Πατριάρχη Αγιο Γρηγόριο τον Ε', προς τον οποίο εξομολογήθηκε τα αμαρτήματά του και έτυχε από αυτόν προστασίας και παρηγοριάς. Αφού περιήλθε πολλές σκήτες και μονές εξομολογούμενος την εξωμοσία του και ζώντας με προσευχή, άσκηση και νηστεία, εκάρη μοναχός με το όνομα Ευθύμιος.

Προπεμφθείς από πολλούς μοναχούς του Αγίου Όρους, έφθασε στο Γαλατά της Κωνσταντινουπόλεως στις 19 Μαρτίου του 1814 μ.Χ., συνοδευόμενος από έναν μοναχό με το όνομα Γρηγόριος . Αφού εκοινώνησε των Αχράντων Μυστηρίων κατά την Κυριακή των Βαΐων, έβγαλε το μοναχικό ένδυμα, ντύθηκε με τουρκικά ενδύματα, έβαλε μετάνοια στο συνοδίτη μοναχό Γρηγόριο και ξεκίνησε την πορεία προς το μαρτύριο. Παρουσιάσθηκε ενώπιον του βεζίρη Ρουσούτ πασά και, αφού καταπάτησε ενώπιον αυτού το τουρκικό φέσι, ομολόγησε τον Ιησού Χριστό Θεό αληθινό και δήλωσε ότι αρνείται την θρησκεία του Μωάμεθ.

Κατά διαταγή του βεζίρη ο Μάρτυς ρίχτηκε στη φυλακή, όπου βασανίστηκε σκληρά. Και όταν πάλι προσήχθη για δεύτερη φορά ενώπιον του άρχοντος, ούτε και αυτήν την φορά δεν ενέδωσε στις κολακείες και στις απειλές. Με σταθερό φρόνημα και γενναία ψυχή ο Οσιομάρτυς Ευθύμιος ομολογούσε το όνομα του Κυρίου.

Έτσι αποκεφαλίσθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 22 Μαρτίου 1814 μ.Χ. Οι συμπατριώτες του, για να τον τιμήσουν, έκαναν ναό στο όνομα του μαζί με αυτό του εθνομάρτυρα Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε' στη Δημητσάνα.

Η Εκκλησία τιμά την μνήμη του Οσιομάρτυρος Ευθυμίου και την 1η Μαΐου, μαζί με τους συναθλητές του Ιγνάτιο και Ακάκιο.


Ἀπολυτίκιον
Ήχος δ'. Ταχύ προκατάλαβε.
Ιδρώσιν ασκήσεως προστομωθείς Αθλητά, τους πόνους υπήνεγκας του μαρτυρίου στερρώς, Ευθύμιε ένδοξε` έδραμες γαρ ως γίγας, αποθέσθαι την πλάνην, φέρων εν ταις χερσί σου τον Σταυρόν και Βάϊα, , μεθ ων και στεφανηφόρος Χριστώ, χαίρων παρίστασαι.

Κοντάκιον
Ήχος γ'. Η Παρθένος σήμερον.
Του Σταυρού το τρόπαιον, και τα βαΐα, κατέχων, εν χερσί Ευθύμιε, κριτή ανόμω παρέστης, ήσχυνας ψευδοπροφήτην εν παρρησία` εύφρανας τους Ορθοδόξους Θεόν τρανώσας, τον Χριστόν, προς ον πρεσβεύεις, υπέρ απάντων των σε υμνούντων πιστώς.

Κάθισμα
Ήχος πλ. δ'. Την Σοφίαν και Λόγον.
Ποίημα Κυρίλλου Πρωτοσυγκέλου.
Των αιμάτων την χύσιν και την τομήν, της ιδίας σου Κάρας, ω Αθλητά, Κυρίω προσήγαγες, ως συνάλλαγμα πρόσφορον` αντ` αυτών δε απείληφας θαυμάτων, και ζωήν την αιώνιον, Τριάδι ιστάμενος` όθεν και υπήρξας εν εσχάτοις τοις χρόνοις, αγλάϊσμα ένθεον και πιστοίς παραμύθιον, Οσιομάρτυς Ευθύμιε, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω την αγίαν μνήμην σου.







Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Δημήτριος (Ἰβανώφ) ἦταν πατέρας τῆς Ὁσιομάρτυρος Σοφίας, ἡγουμένης ἐν Κιέβῳ. Μαρτύρησε τὸ 1934, χωρὶς νὰ ἔχουμε παρισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου.







Ἡ Ἁγία Σοφία ἡ Ὁσιομάρτυς
Ἡ Ἁγία Ὁσιομάρτυς Σοφία ἦταν θυγατέρα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου (Ἰβανώφ) καὶ ἡγούμενη σὲ μονὴ τοῦ Κιέβου. Μαρτύρησε τὸ ἔτος 1941. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τῆς Ἁγίας.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:12 pm

23 ΜΑΡΤΙΟΥ







Ὁ Ἅγιος Νίκων ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ ἑκατὸν ἐνενήκοντα μαθητές του
Image
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Νίκων ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ ἡγεμόνος Κουϊντιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ Νεάπολη τῆς Ἰταλίας. Ἡ μητέρα του ἦταν Χριστιανὴ καὶ τὸν γαλούχησε μὲ τὰ νάματα τῆς εὐσεβείας καὶ ὁ πατέρας του εἰδωλολάτρης.

Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἔγινε στρατιωτικὸς καὶ πολὺ γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὴν ἀνδρεία καὶ τὴν πειθαρχία του. Ἡ ψυχή του ὅμως ποθοῦσε τὸν βίο τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς κατὰ Θεοῦ βιοτῆς. Ἔτσι ξεκίνησε τὸ ταξίδι γιὰ τὴν Κωνσταντινούπολη. Ἔκανε ὅμως μία πρώτη στάση στὴν Χίο, ὅπου πέρασε ἑπτὰ ἡμέρες προσευχόμενος. Στὴν συνέχεια, μετὰ ἀπὸ ἐμφάνιση Ἀγγέλου, κατέβηκε στὴν παραλία καὶ ἔφθασε στὸ ὄρος Γάνου. Ἐκεῖ βαπτίσθηκε μέσα σὲ ἕνα σπήλαιο ἀπὸ κάποιον Ἐπίσκοπο καὶ ζοῦσε μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Μετὰ ἀπὸ τρία χρόνια χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῶν μοναχῶν ποὺ κατέφευγαν πρὸς αὐτόν.

Ἐκεῖ πληροφορήθηκε διὰ θείας ἀποκαλύψεως ὅτι πρόκειται τὸ ὄρος νὰ καταστραφεῖ ἀπὸ τὰ ἔθνη. Ἔτσι ἀναχώρησε γιὰ τὴν Μυτιλήνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ γιὰ τὴ Νεάπολη, ὅπου εἶδε γιὰ τελευταία φορὰ καὶ κήδευσε τὴ μητέρα του. Στὴν συνέχεια ἦλθε στὴ νῆσο τῆς Σικελίας καὶ ἀσκήτευε μὲ τοὺς μοναχοὺς τῆς συνοδείας του στὸ ὄρος τοῦ Ταυρομενίου. Ἐκεῖ δέχθηκε τὴν ἐπίθεση τοῦ ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος τοὺς μὲν μαθητὲς τοῦ Ἁγίου τοὺς συνέλαβε καὶ τοὺς καρατόμησε, τὸν δὲ Ἱερομάρτυρα Νίκωνα, ἀφοῦ τὸν βασάνισε, τοῦ ἀπέκοψε τὴν κεφαλή.
Ἔτσι ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Νίκων καὶ οἱ ἑκατὸν ἐνενήντα ἐννέα μαθητὲς αὐτοῦ εἰσῆλθαν, τὸ ἔτος 250 μ.Χ., στὴ μακαρία ζωὴ τοῦ Θεοῦ, ὅπου δὲν ὑπάρχει θλίψη ἢ στεναχώρια ἢ στεναγμός, ἀλλὰ ζωὴ ἀτελεύτητος.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Νικήσας τὸν δόλιον, ἀσκητικαῖς ἀγωγαῖς, κανὼν ἐχρημάτισας, τῶν σῶν κλεινῶν φοιτητῶν, ἀκρότητι βίου σου· ὅθεν σὺν τούτοις ἅμα, γεγονὼς ἐν τῇ Δύσει, ἔδυσας ἐν ἀθλήσει, σὺν αὐτοῖς Πάτερ Νίκων, μεθ' ὧν καὶ κατεφοίτησας αἴγλῇ τῇ ἄνωθεν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς ἀσκητῶν ὁμότροποι, καὶ ἀθλητῶν ἐφάμιλλοι, μαρτυρικῶς Κυρίῳ προσήχθητε, στερροὶ Ὁσιομάρτυρες· ποδηγὸν ἀσφαλῆ γὰρ, κεκτημένοι τὸν ἔνδοξον Νίκωνα, ἠθλήσατε σὺν τούτῳ, συμψάλλοντες, Ἀλληλούϊα.

Μεγαλυνάριον.
Νίκῃ στεφανούμενος ἀληθεῖ, πρὸς πόθον παιδεύεις, παλαισμάτων νικοποιῶν, τὴν τῶν φοιτητῶν σου, χορείαν θεοφόρε, μεθ’ ὧν καὶ ἐναθλήσας, νίκων δεδόξασαι.







Ὁ Ἅγιος Δομέτιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ Δομέτιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.) καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν χώρα τῆς Φρυγίας. Βλέποντας ὅμως ὅτι πολλοὶ ἀρνοῦνταν τὸν Χριστὸ καὶ προσκυνοῦσαν τὰ εἴδωλα, δυσφοροῦσε καὶ ἀγανακτοῦσε. Μία ἡμέρα, λοιπόν, ἐνῷ γινόταν ἱπποδρομία καὶ προσφερόταν θυσία στὰ εἴδωλα, δὲν μπόρεσε νὰ ὑπομείνει ἄλλο. Ποθώντας μὲ θεϊκὸ ζῆλο νὰ μαρτυρήσει τὸ Ὄνομα τοῦ Θεοῦ, στάθηκε στὸ μέσο τοῦ θεάτρου καὶ μὲ μεγάλη φωνὴ καταράστηκε τὸν ἀποστάτη Ἰουλιανό, ἔπτυσε ὅλους ὅσους λάτρευαν τὰ εἴδωλα καὶ χλεύασε τοὺς ψεύτικους θεούς. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη καὶ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια. Στὸ τέλος, ἐπειδὴ δὲν ἀρνιόταν τὸν Χριστό, τοῦ ἀπέκοψαν διὰ ξίφους τὴν ἱερὰ κεφαλή του.






Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἐφραὶμ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου κατὰ τὸν 13ο αἰῶνα μ.Χ., καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ὁ Θαυματουργός ἐκ Ρωσίας
Δομήτωρ καὶ ἀρχηγὸς τῆς μονῆς τοῦ Σωτῆρος στὴν Τοτίμη τῆς Ρωσίας. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ὅσιος Νίκων καθηγούμενος τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου
Image
Ὁ Ὅσιος Νίκων ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὸν 11ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ἦταν μαθητὴς τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου († 10 Ἰουλίου). Ἦταν μοναχὸς στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου καὶ εἶχε τιμηθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ μὲ τὸ ἱερατικὸ ἀξίωμα. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ὁσίου Ἀντωνίου ἔκειρε μετὰ ἀπὸ κανονικὴ δοκιμασία καὶ κατάλληλη πνευματικὴ προετοιμασία ὅσους ζητοῦσαν μὲ πόθο τὸ ἀγγελικὸ σχῆμα. Ἀξιώθηκε μάλιστα τῆς μεγάλης τιμῆς νὰ κείρει μὲ τὰ χέρια του τὸν Ὅσιο Θεοδόσιο († 3 Μαΐου), τὸν μεγάλο θεμελιωτὴ τῆς μοναχικῆς ζωῆς στὴ Ρωσία. Ἔκειρε ἀκόμη, περὶ τὸ ἔτος 1062, δύο μεγάλες μορφὲς τῆς Λαύρας, τὸν ἐπιφανὴ βογιάρο Βαρλαὰμ καὶ τὸν εὐνοῦχο ἡγεμόνα Ἐφραίμ.

Γι’ αὐτὲς ὅμως τὶς μοναχικὲς κουρὲς ὑπέμεινε μεγάλη θλίψη. Ὁ ἡγεμόνας Ἰζιασλάβος ὀργίσθηκε πολύ, ἐπειδὴ ἔχασε ἀπὸ κοντά του δύο σπουδαῖα πρόσωπα, δύο χρήσιμους συνεργάτες καὶ θύμωσε μὲ τοὺς Ὁσίους. Διέταξε νὰ φέρουν μπροστά του ἐκεῖνον ποὺ τόλμησε νὰ τοὺς κείρει μοναχούς. Ὁ Ὅσιος Νίκων ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα. Ἐκεῖνος τὸν κοίταξε μὲ περισσὴ ὀργὴ καὶ φώναξε:

Ἐσὺ καλόγερε, τόλμησες νὰ κάνεις σὰν κι ἐσένα, τὸν βογιάρο καὶ τὸν εὐνοῦχο μου;

Ναί, ἐγώ, μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ὁσίου πατέρα μου καὶ τὴν εὐλογία τοῦ οὐράνιου Βασιλέως Ἰησοῦ Χριστοῦ, ποὺ τοὺς κάλεσε σὲ αὐτὸ τὸ δρόμο τῆς ἀσκήσεως, ἀποκρίθηκε ὁ Ὅσιος ἤρεμα καὶ θαρρετά.

Ὁ ἡγεμόνας μὲ μανία τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ οἱ νέοι μοναχοὶ νὰ ἐπιστρέψουν στὴν πρότερή τους κατάσταση. Σὲ ἀντίθεση περίπτωση θὰ κατέστρεφε τὸ σπήλαιο.

Μετὰ ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο αὐτό, οἱ ἀδελφοὶ ἀναγκάσθηκαν νὰ ἐγκαταλείψουν τὸ σπήλαιο καὶ νὰ φύγουν μακριά, σὲ ἄλλο τόπο, ὅπου δὲν θὰ ἔφθανε ἡ ἡγεμονικὴ ὀργή. Τότε ὁ Ὅσιος Νίκων πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν καὶ ἐκεῖ, κοντὰ στὴν πολίχνη, βρῆκε ἕναν ἔρημο τόπο, ὅπου ἐγκαταστάθηκε. Ἐπιδόθηκε ἀμέσως σὲ σκληροὺς ἀσκητικοὺς ἀγῶνες, ζωντας μὲ σιωπή, «μόνος μόνω τῷ Θεῷ προσευχόμενος». Ἡ παρουσία του δὲν ἄργησε νὰ γίνει γνωστὴ καὶ ἡ φήμη του νὰ ἁπλωθεῖ σὲ ὁλόκληρη τὴν περιοχή.

Ἡ Ὀρθόδοξη χριστιανικὴ πίστη δὲν εἶχε ἀκόμη στερεωθεῖ ἐκεῖ καὶ ἡ μοναχικὴ ζωὴ ἦταν τελείως ἄγνωστη. Σιγὰ – σιγὰ οἱ κάτοικοι ἄρχισαν νὰ πλησιάζουν τὸν Ὅσιο καὶ νὰ ἐντυπωσιάζονται ἀπὸ τὴν παράξενη γι’ αὐτοὺς ζωή του. Ἐκεῖνος τότε, γιὰ τὴν δόξα τοῦ Κυρίου, ἔλυνε τὴν σιωπή του καὶ τοὺς μιλοῦσε γιὰ τὸν ἀληθινὸ Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Ὅλοι σαγηνεύονταν ἀπὸ τὴ σοφία, τὴν γνώση καὶ τὴν ἁγιότητά του, μετανοοῦσαν καὶ δόξαζαν τὸν Κύριο μὲ τὴν ζωὴ καὶ τὰ ἔργα τους. Ἀργότερα, ὁρισμένοι ζήτησαν ἀπὸ τὸν Ὅσιο νὰ τοὺς κάνει μοναχούς. Καί ἐκεῖνος, ἀφοῦ τοὺς δοκίμαζε καὶ τοὺς νουθετοῦσε, τοὺς ἔκειρε. Ἔτσι τέθηκαν τὰ θεμέλια γιὰ τὴν κατοπινὴ ἀνέγερση τῆς μονῆς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, ποὺ ἔγινε σπουδαῖο μοναστικὸ κέντρο, ἰσάξιο τῆς μονῆς τῶν Σπηλαίων.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἡγεμόνα τοῦ Τμουταρακᾶν Ροστισλάβου Βλαντιμίροβιτς, οἱ κάτοικοι τῆς χώρας παρακάλεσαν τὸν Ὅσιο Νίκωνα, στὸν ὁποῖο ἔτρεφαν ἀπεριόριστη ἐμπιστοσύνη καὶ ἀφοσίωση, νὰ πάει στὸν ἡγεμόνα τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο Γιαροσλάβιτς καὶ νὰ ζητήσει τὸν υἱό του Γκλὲμπ γιὰ τὴν ἡγεμονία τοῦ Τμουταρακᾶν.

Ὁ Ὅσιος ἐκτέλεσε μὲ ἐπιτυχία τὴν δακονία ποὺ τοῦ ἀνέθεσε τὸ ποίμνιό του. Ἐπιστρέφοντας μαζὶ μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλὲμπ Σβιατοσλάβιτς, πέρασε ἀπὸ τὸ Κίεβο καὶ ἐπισκέφθηκε τὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων. Ὅταν ὁ μακάριος ἡγούμενος Θεοδόσιος ἀντίκρισε, μετὰ ἀπὸ τόσα χρόνια, τὸν παλαιὸ συνασκητή του, σκίρτησε ἀπὸ χαρά. Ἔπεσαν καὶ οἱ δύο στὴν γῆ καὶ ἔβαλαν βαθιὰ μετάνοια ὁ ἕνας στὸν ἄλλο. Ὕστερα ἀγκαλιάσθηκαν κλαίγοντας ἀπὸ συγκίνηση καὶ κάθισαν νὰ συζητήσουν.

Ὅταν ὁ Ὅσιος Νίκων, μετὰ ἀπὸ πολὺ ὥρα ἑτοιμάσθηκε νὰ φύγει, ὁ μακάριος Θεοδόσιος ξέσπασε πάλι σὲ λυγμοὺς καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ μείνει στὰ Σπήλαια, γιὰ νὰ συνεχίσουν μαζὶ τὴν ἐπίγεια ἀσκητικὴ ὁδοιπορία τους.

Πρέπει νὰ πάω, εἶπε ὁ Νίκων, νὰ ρυθμίσω ὅτι ἀφορᾶ στὸ μοναστήρι μου. Ἔπειτα, ἂν εἶναι θέλημα Θεοῦ, θὰ ἐπιστρέψω.

Πράγματι ὁ Ὅσιος, πῆγε στὸ Τμουταρακᾶν μὲ τὸν πρίγκιπα Γκλέμπ, ὁ ὁποῖος ἀνέλαβε καὶ τὴν ἡγεμονία τῆς χώρας. Ὁ ἴδιος φρόντισε νὰ τακτοποιήσει μὲ ἐπιμέλεια τὶς ὑποθέσεις τῆς μονῆς του καὶ κατόπιν, σύμφωνα μὲ τὴν ὑπόσχεσή του, γύρισε στὴ Λαύρα, κοντὰ στὸν Ὅσιο Θεοδόσιο. Ὑποτάχθηκε μὲ ταπείνωση στὸν Ἅγιο ἡγούμενο καὶ ἐκτελοῦσε μὲ ἀκρίβεια ὅλες του τὶς ἐντολές, νεκρώνοντας τὸ δικό του θέλημα. Καὶ ὁ μακάριος Θεοδόσιος, ὅταν χρειαζόταν νὰ λείψει ἀπὸ τὴ μονή, ἄφηνε ὡς ἀντικαταστάτη του, στὴ διαποίμανση τῆς ἀδελφότητας, τὸν Νίκωνα.

Πολλὲς φορὲς ὁ Ὅσιος Νίκων, ποὺ γνώριζε τὴν τέχνη τῆς βιβλιοδεσίας, ἔραβε καὶ ἔδενε βιβλία. Τότε ὁ Θεοδόσιος καθόταν ταπεινὰ δίπλα του, ἂν καὶ ἦταν ἡγούμενος καὶ τοῦ ἑτοίμαζε τοὺς σπόγγους ποὺ χρειαζόταν γιὰ τὸ ἐργόχειρό του. Τὴν ὥρα ἐκείνη, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄλλες εὐκαιρίες, οἱ δυὸ Ὅσιοι μάζευαν γύρω τους τοὺς ἀδελφοὺς καὶ τοὺς νουθετοῦσαν μὲ πνευματικὲς διδαχὲς καὶ ἀσκητικοὺς λόγους.

Ἀργότερα ὅμως, ὅταν ξέσπασε ἡ γνωστὴ διαμάχη ἀνάμεσα στοὺς τρεῖς ἀδελφοὺς ἡγεμόνες, τοῦ Κιέβου Ἰζιασλάβο, τοῦ Τσερνιγκὼφ Σβιατοσλάβο καὶ τοῦ Περεγιασλὰβ Βσέβολοντ, ὁ Ὅσιος Νίκων ἐπέστρεψε στὸ Τμουταρακᾶν, ὅπου ἔζησε μερικὰ χρόνια μὲ τὸν ἴδιο ἀσκητικὸ ζῆλο.

Ὅταν ἔμαθε ὅτι εἰρήνευσε ὁ τόπος τοῦ Κιέβου, ὁ Ὅσιος πῆρε πάλι τὸν δρόμο γιὰ τὴν Λαύρα. Φθάνοντας ὅμως ἐκεῖ, διαπίστωσε πὼς ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος δὲν ἦταν πιὰ στὴν ζωή. Ἡγούμενος τώρα ἦταν ὁ φιλόθεος Στέφανος. Ὁ Ὅσιος Νίκων ἀποφάσισε νὰ τελειώσει τὸν ἐπίγειο βίο του στὴ μονὴ τῆς μετάνοιάς του. Ἔμεινε λοιπὸν ἐκεῖ καὶ ἐπισκεπτόταν συχνὰ τὸν τάφο τοῦ Ὁσίου Θεοδοσίου, λούζοντάς τον κάθε φορὰ μὲ δάκρυα χαρμολύπης.

Ὅταν μὲ τὴ συνεργία τοῦ πονηροῦ, ὁρισμένοι ἀδελφοὶ δημιούργησαν ἀναταραχὴ στὴν ἀδελφότητα καὶ ἀπομάκρυναν τὸν μακάριο Στέφανο ἀπὸ τὴν ἡγεμονία τῆς μονῆς, ἡγούμενος ἀναδείχθηκε ὁ Ὅσιος Νίκων. Μὲ διάκριση καὶ σοφία ἀγωνίσθηκε ὁ Ὅσιος νὰ φέρει τὴν εἰρήνη καὶ τὴν ὁμόνοια στὴν ἀδελφότητα. Καὶ τὸ κατόρθωσε μὲ μεγάλο κόπο, πολὺ ὑπομονὴ καὶ περισσότερη προσευχή. Οἱ ἀδελφοί, ἀναγνωρίζοντας τὴν ἀκεραιότητα, τὴν σύνεση καὶ τὴν ἁγιότητά του, ἡσύχασαν καὶ ὑποτάχθηκαν σὲ αὐτόν, ὡς σὲ φωτισμένο πατέρα, διδάσκαλο καὶ πνευματικὸ ὁδηγό.

Πολλὲς φορὲς ὁ μοχθηρὸς διάβολος προσπάθησε νὰ δημιουργήσει νέα σκάνδαλα καὶ νὰ βάλει ἐμπόδια στὴν ἀνύσταχτη φροντίδα τοῦ Ὁσίου νὰ καθοδηγεῖ στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας τὶς ψυχὲς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριος. Οἱ σκοτεινοὶ σκοποί του ὅμως δὲν μποροῦσαν νὰ σβήσουν τὸ φῶς τῶν ἀρετῶν τοῦ πιστοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ.

Στὰ χρόνια τῆς ἡγουμενίας τοῦ Ὁσίου Νίκωνος, ἔγινε μὲ τρόπο θαυμαστὸ ἡ ἁγιογράφηση τοῦ ναοῦ τῶν Σπηλαίων ἀπὸ Ἕλληνες ἁγιογράφους, σταλμένους ἀπὸ τὴν Κυρία Θεοτόκο.

Ὁ Ὅσιος Νίκων κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1088. Ἐνταφιάσθηκε στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων, ὅπου μέχρι σήμερα τὸ τίμιο λείψανό του ἀναπαύεται ἄφθορο καὶ ἀκέραιο, τιμημένο μὲ τὴ δόξα καὶ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ ἐπιτελεῖ πολλὰ θαύματα.







Ὁ Ὅσιος Παχώμιος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Παχώμιος τοῦ Νερέχτα, κατὰ κόσμον Ἰωακείμ, γεννήθηκε κοντὰ στὴν πόλη τοῦ Βλαντιμὶρ στὴ Ρωσία τὸν 14ο αἰῶνα μ.Χ. Ἦταν κτήτορας τῆς μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1384.






Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς Ἐπίσκοπος Ροστὼβ τῆς Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Βασσιανὸς ἔζησε στὴ Ρωσία κατὰ τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. Ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ροστὼβ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1481.






Ὁ Ἅγιος Λουκᾶς ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Ἁγιαννανίτης


Ὁ Ἅγιος Ὁσιομάρτυς Λουκᾶς γεννήθηκε στὴν Ἀνδριανούπολη τῆς Θράκης καὶ οἱ γονεῖς του ὀνομάζονταν Ἀθανάσιος καὶ Δομνίτσα. Σὲ ἡλικία ἕξι ἐτῶν ὀρφάνεψε ἀπὸ πατέρα καὶ παραδόθηκε ἀπὸ τὴν μητέρα του σὲ κάποιο Ζαγοραῖο, μετὰ τοῦ ὁποίου ἐγκαταστάθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν, μετὰ ἀπὸ κάποιο ἄτυχο περιστατικὸ φιλονικίας μὲ κάποιον τουρκόπαιδα, ἀναγκάστηκε νὰ ἀλλαξοπιστήσει καὶ νὰ γίνει Μωαμεθανός. Ἐπειδὴ ἔνιωθε τύψεις συνειδήσεως, ἔφυγε κρυφὰ ἀπὸ τὸ σπίτι τοῦ Τούρκου ἀφέντη του καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὴ περιπλάνηση, ἀφοῦ ἦλθε στὴ Σμύρνη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Θήρα, ἔφθασε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ παρέμεινε ἀρκετὸ καιρὸ διερχόμενος μονὲς καὶ σκῆτες. Στὸ τέλος ἐκάρη μοναχὸς στὴ μονὴ Σταυρονικήτα.

Φλεγόμενος ἀπὸ τὸν πόθο τοῦ μαρτυρίου, ὁ Λουκᾶς ἀναχώρησε τὸν μῆνα Μάρτιο τοῦ 1802, ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ μετέβη στὴ Μυτιλήνη. Παρουσιάσθηκε στὸν κριτὴ τῆς πόλης, ἔλεγξε μὲ θάρρος τὴ μωαμεθανικὴ θρησκεία καὶ κήρυξε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Καὶ παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τὶς ἀπειλές, ὁ Μάρτυς παρέμεινε στερεωμένος στὴν πατρώα εὐσέβεια.

Ὁδηγούμενος πρὸς τὴν οἰκία τοῦ Ναζήρη, συνάντησε τὸν Μητροπολίτη Μυτιλήνης, ποὺ ὁδηγοῦνταν καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ κριτήριο. Ὁ Ἅγιος ἔσκυψε τὴν κεφαλή του καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία καὶ τὶς προσευχὲς τοῦ Ἀρχιερέως. Οἱ Τοῦρκοι, μόλις τὸ εἶδαν αὐτό, ἐξεμάνησαν καὶ τὸν ἔδειραν ἀνηλεῶς. Παρὰ τὸν ἐπικείμενο φόβο καὶ τὴν ἀπειλούμενη γενικὴ σφαγὴ ὁ Ἐπίσκοπος διέταξε νὰ γίνει δέηση σὲ ὅλους τούς ναοὺς ὑπὲρ τοῦ δούλου τοῦ Θεοῦ, Λουκᾶ.

Ὁ Ἅγιος, μόλις παρουσιάσθηκε ἐνώπιον τοῦ Ναζήρη καὶ ἐνώπιον πλήθους Τούρκων, ὁμολόγησε καὶ πάλι τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν ἀνάκριση, τοῦ δόθηκε τριήμερη προθεσμία, γιὰ νὰ σκεφθεῖ καὶ νὰ ἀποφασίσει. Ὅταν πέρασαν οἱ τρεῖς ἡμέρες καὶ ἐξέπνευσε ἡ προθεσμία, ὁ Ἅγιος Λουκᾶς συνέχισε νὰ παραμένει ἀμετακίνητος στὴν Ὀρθόδοξη πίστη. Γι’ αὐτὸ καταδικάσθηκε στὸν διὰ ἀπαγχονισμοῦ θάνατο.
Τὸ ἱερὸ λείψανό του παρέμεινε τρεῖς ἡμέρες στὴν ἀγχόνη καὶ μετὰ ταῦτα τὸ ἔριξαν στὴ θάλασσα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, ὑστέροις ἐν ἔτεσιν, ἐν ἀμφοτέροις Χριστόν, δοξάσας γεγένησαι· ὅθεν ἡ τῆς Προγόνου, τοῦ Χριστοῦ σεπτὴ Σκήτη, χαίρει Ὁσιομάρτυς, τῇ ἁγίᾳ σου δόξῃ, καὶ πόθῳ μακαρίζει σε, Λουκᾶ παμμακάριστε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τὸν Χριστὸν ἐδόξασας ἐσχάτοις χρόνοις, τῇ στερρᾷ ἀθλήσει σου, καταβαλὼν τὸν δυσμενῆ· διό σοι χαῖρε κραυγάζομεν, Ὁσιομάρτυς Λουκᾶ παναοίδιμε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής, καὶ τῶν Ἀθλοφόρων, ἰσοστάσιος ἐν παντί· χαίροις ὁ τῆς δόξης, Χριστοῦ κατατρυφήσας, Λουκᾶ Ὁσιομάρτυς, ἀθλήσας ἄριστα.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:14 pm

24 ΜΑΡΤΙΟΥ






Προεόρτια τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Image
Παραμονὴ τῆς μεγάλης ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

Ἀπολυτίκιον Προεόρτιον. Ἦχος δ’.
Σήμερον τῆς παγκοσμίου χαρᾶς τὰ προοίμια, μετὰ χαρμοσύνης προεορτάσωμεν· ἰδοὺ γὰρ Γαβριὴλ παραγίνεται, τῇ Παρθένῳ κομίζων τὰ εὐαγγέλια, καὶ φόβῳ ἅμα καὶ θαύματι· χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετὰ σοῦ.

Κοντάκιον Προεόρτιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐπελεύσει Πνεύματος τοῦ Παναγίου, τοῦ Πατρὸς τὸν σύνθρονον, καὶ ὁμοούσιον φωνῇ, τοῦ Ἀρχαγγέλου συνέλαβες, Θεοκυῆτορ, Ἀδὰμ ἡ ἀνάκλησις.

Μεγαλυνάριον.
Ἤγγικεν ἡ λύτρωσις τῶν βροτῶν· Γαβριὴλ γὰρ σπεύδει, χαρμοσύνως πρὸς Ναζαρέτ, βοῆσαι τὸ χαῖρε, τῇ Κεχαριτωμένῃ· τὸν Λόγον γὰρ συλλήψῃ, Πατρὶ τὸν σύνθρονον.






Ὁ Ἅγιος Ἀρτέμων Ἐπίσκοπος Σελευκείας τῆς Πισιδίας
Image
Ὁ Ἅγιος Ἀρτέμων γεννήθηκε στὴ Σελευκεία τῆς Πισιδίας. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἦλθε σὲ ἐκεῖνο τὸν τόπο, ὁ Ἅγιος Ἀρτέμων ἔγινε μαθητής του, ἐνῷ στὴν συνέχεια ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος τῆς ἴδιας πόλεως, διδάσκαλος τοῦ λαοῦ καὶ κήρυκας τῆς ἀλήθειας. Διενέργησε πολλὰ θαύματα καὶ ὁδήγησε πολλοὺς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες πρὸς τὸν Κύριο, κάνοντάς τους Χριστιανούς. Διοικώντας μὲ εὐσέβεια καὶ θεάρεστο τρόπο τὸ ποίμνιο, ποὺ τοῦ εἶχε ἐμπιστευθεῖ ὁ Θεὸς καὶ διακυβερνώντας μὲ ἀρετὴ καὶ σοφία τὴν Ἐκκλησία, ἦταν σωτήριο λιμάνι γιὰ ὅλους ποὺ εἶχαν ἀνάγκη, προστάτης τῶν χηρῶν, ὑπερασπιστὴς τῶν ὀρφανῶν, χορηγὸς πτωχῶν καὶ πενήτων.
Ὁ Ἅγιος Ἀρτέμων, ἀφοῦ πολιτεύθηκε κατὰ Θεὸν καὶ ὑπηρέτησε σὲ ὅλα τὸν Κύριο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας, ἀπολαμβάνοντας τὴν αἰώνια ζωή.







Οἱ Ἅγιοι Ρωμύλος καὶ Σεκοῦνδος οἱ Μάρτυρες οἱ αὐτάδελφοι
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ρωμύλος καὶ Σεκοῦνδος μαρτύρησαν στὴ Μαυριτανία τῆς Ἀφρικῆς. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων.






Ὁ Ἅγιος Ἀρτέμων ὁ Ἱερομάρτυρας Πρεσβύτερος Λαοδικείας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Ἀρτέμων ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.) καὶ ἦταν Πρεσβύτερος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Λαοδικείας. Μπαίνοντας μετὰ τοῦ Ἐπισκόπου τῆς πόλεως Σισιννίου στὸν εἰδωλολατρικὸ ναό, κατέστρεψε τὰ ἀγάλματα τῶν εἰδώλων τοῦ Ἀπόλλωνος καὶ τοῦ Ἀσκληπιοῦ. Γι’ αὐτὸ συνελήφθη καὶ ὑποβλήθηκε σὲ μαρτύρια. Ἔτσι ἄθλησε ὁ Ἅγιος Ἀρτέμων καὶ στεφανώθηκε ἀπὸ τὸν Κύριο τῆς δόξας.






Ὁ Ἅγιος Τιμόλαος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἑπτὰ Μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Τιμόλαος καταγόταν ἀπὸ τὸν Πόντο. Μαρτύρησε περὶ τὸ 305 μ.Χ. στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης μαζὶ μὲ ἄλλους ἑπτὰ Χριστιανούς. Στὰ Μηναῖα καὶ στὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Σωφρονίου Εὐστρατιάδου ἀναφέρονται ὡς Μάρτυρες ὀκτῶ ἐν Καισαρείᾳ, ποὺ ἑορτάζουν σήμερα, χωρὶς νὰ σημειώνεται τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου Τιμολάου. Σὲ ἄλλα Μηνολόγια ἀναφέρονται τριάντα πέντε Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν ἐπὶ αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 363 μ.Χ.), ἐνῷ σὲ ἄλλα Μαρτυρολόγια ἀναφέρονται πενήντα Μάρτυρες. Ἡ ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τιμοῦσε ἀρχικὰ τὴν μνήμη τους στὶς 15 Μαρτίου.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες, ὅταν ἀπεστάλη ἀπόφαση ἀπὸ τὸν ἀσεβὴ καὶ παράνομο βασιλέα Ἰουλιανὸ (361 – 363 μ.Χ.), ποὺ διέταζε τοὺς πιστοὺς νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ προσκυνοῦν τοὺς θεοὺς τῶν Ἐθνικῶν, ὄχι μόνο δὲν ὑπάκουσαν νὰ κάνουν αὐτό, ἀλλὰ καὶ μὲ μεγάλο θάρρος περιέρχονταν ὅλη τὴν πόλη καὶ ἔλεγαν μὲ μεγάλη φωνή: «Νὰ τιμᾶτε καὶ νὰ λατρεύετε τὸν Χριστὸ ὡς τὸν μόνο ἀληθινὸ Θεό. Καὶ οἱ θεοὶ ποὺ δὲν δημιούργησαν τὸν οὐρανὸ καὶ τὴν γῆ, ἂς καταστραφοῦν μαζὶ μὲ ὅσους τοὺς λατρεύουν». Ἐξαιτίας αὐτῆς τῆς ἐνέργειάς τους συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ παραδόθηκαν στὴν φυλακή. Κατηγορούμενοι ἀπὸ τὸν Ἰουλιανὸ καὶ μὲ διαταγὴ ἐκείνου πρόθυμα ἀποδέχθηκαν τὸ μαρτύριο. Ἀποκεφαλίσθηκαν, ἀνεβαίνοντας πρὸς τὸν Χριστό, τὸν Ὁποῖο εἶχαν ποθήσει ἀπὸ τὴν βρεφική τους ἡλικία καὶ χωρὶς νὰ Τὸν ἀρνηθοῦν ἔλαβαν βραβεῖο ἀθανασίας.






Ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας ὁ ἐν Χαρσικίῳ
Image
Εἶναι ἄγνωστο πότε ἤκμασε ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας, ὁ ὁποῖος ἔζησε ἀσκητικὸ ἔγκλειστο βίο. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης θεωρεῖ ὅτι ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας εἶναι ὁ πνευματικὸς υἱὸς τοῦ Ὁσίου Καρίωνος († 24 Νοεμβρίου), περὶ τοῦ ὁποίου γίνεται λόγος στὸ Γεροντικόν, ἀλλὰ ὁ προσδιορισμὸς «ὁ ἐν Χαρσικίῳ» ἀποκλείει τὸν Ἐρημίτη τῆς Αἰγύπτου Ζαχαρία. Ἴσως τὸ Χαρσίκιον πρέπει νὰ ταυτίζεται μὲ τὴν μονὴ «τὴν ἐν Χαρσιανῷ», στὴν Καππαδοκία, τὴν ὁποία ἔκτισε ὁ Ὅσιος Νικηφόρος († 23 Ὀκτωβρίου).






Ὁ Ὅσιος Μαρτίνος ὁ Θηβαῖος
Ὁ Ὅσιος Μαρτίνος ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴ Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Ἀβραὰμ ὁ ἐν τῷ ὄρει Λάτρῳ ἀσκήσας
Ὁ Ὅσιος Ἀβραὰμ ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία ἀγάπησε τὴν ἀγγελικὴ καὶ μοναχικὴ πολιτεία καὶ ἀφοῦ διένειμε ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς πτωχούς, ἔγινε μοναχός. Ἦταν τύπος καὶ παράδειγμα ὁσιακὴς βιοτὴς καὶ πολιτείας καὶ πολλοὶ προσέτρεχαν σὲ αὐτὸν γιὰ νὰ ὠφεληθοῦν πνευματικὰ καὶ νὰ λάβουν τὴν εὐχή του. Ἐπειδή, ὅμως, ὁ Ὅσιος ἀγαποῦσε τὴν ἡσυχία, ἔφυγε ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ ἀσκήτευε καὶ ἦλθε στὸ ὄρος τοῦ Λάτρου, ὅπου διῆλθε τὸ ὑπόλοιπο τοῦ βίου του μὲ νηστεία, προσευχή, δάκρυα καὶ ἐγκράτεια. Ἔτσι ἀφοῦ ὑπερέβαλε στὴν ἀρετὴ ὅλους ὅσοι βρέθηκαν κοντά του καὶ ἀφοῦ τοὺς νουθέτησε σχετικὰ μὲ τὴν σωτηρία τους, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.







Ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας ὁ ἐν τῇ Λαύρᾳ τοῦ Κιέβου ἀσκήσας
Ὁ Ὅσιος Ζαχαρίας ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 11ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 12ου αἰῶνος μ.Χ. καὶ ἀσκήτεψε στὴν Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου.







Οἱ Ἅγιοι Πέτρος καὶ Στέφανος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Πέτρος καὶ Στέφανος μαρτύρησαν τὸ ἔτος 1552 στὴν περιοχὴ Καζὰν, ἀπὸ τοὺς Μογγόλους.






Ὁ Ἅγιος Παρθένιος ὁ Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Παρθένιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Μυτιλήνη καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ ἐνάρετους, οἱ ὁποῖοι φρόντισαν γιὰ τὴν κατὰ Θεὸν ἀνατροφή του. Ὁ Παρθένιος ἀφοσιώθηκε στὶς μελέτες καὶ ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς λόγιους τῆς ἐποχῆς του. Χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ λίγο ἀργότερα ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Χίου. Μετὰ παρέλευση ἀρκετοῦ χρόνου κλήθηκε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, περὶ τὰ τέλη τοῦ ἔτους 1656.

Ὡς Πατριάρχης ἀναδείχθηκε ἄνδρας εὐλαβής, χρηστὸς στὸν τρόπο, λόγιος καὶ ζηλωτὴς ὅλων τῶν ἔργων τῆς εὐσεβείας καὶ τῆς ἀρετῆς καὶ ὑποστηρικτὴς τῆς ἑλληνικῆς παιδείας. Ἡ ἀγάπη του πρὸς τὴν παιδεία καὶ τὸ ἐνδιαφέρον του γιὰ νὰ μὴν σβήσει τὸ καντήλι τοῦ φωτὸς καὶ τῆς γνώσεως, τὸν ὁδήγησαν στὸ νὰ ἀπευθύνει ἐπιστολὴ πρὸς τὸν Μητροπολίτη πρώην Νικαίας, ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ πλούσιος καὶ διέμενε στὴν Ταυρίδα, πλησίον τοῦ βασιλέως τῶν Κοζάκων, διὰ τῆς ὁποίας παρακαλοῦσε νὰ ἐνισχύσει τὸ ἔργο τῆς ἀναπτύξεως τῆς ἑλληνικῆς παιδείας. Ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ περιέπεσε στὰ χέρια τῶν Τούρκων. Ἔτσι ὁ Σουλτάνος Ἰμπραὴμ ὁ Α’ διέταξε τὴν θανάτωση τοῦ Ἁγίου Παρθενίου.
Ὁ Ἱερομάρτυς Παρθένιος συνελήφθη τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου, τοῦ ἔτους 1657 καὶ πιεζόμενος νὰ δεχθεῖ τὸν Ἰσλαμισμὸ γιὰ νὰ ἀποφύγει τὸν θάνατο, στάθηκε σταθερὸς καὶ ἀκλόνητος στὴν Χριστιανικὴ πίστη. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ τὸν κρέμασαν στὴν καγκελωτὴ πύλη, τὴν λεγόμενη Παρμὰκ – Καποῦ. Τὸ ἱερὸ λείψανό του παρέμεινε κρεμασμένο ἐπὶ τρεῖς ἡμέρες καὶ μετὰ ρίχθηκε στὴν θάλασσα. Ἀργότερα τὸ περισυνέλεξαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια στὴν λεγόμενη νῆσο «τῶν Πριγκίπων».






Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Ὅρους τοῦ Συννέφου, ἐν Τβὲρ τῆς Ρωσίας
Image
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.






Ἀνάμνηση Θαύματος ἐν τῇ Λαύρᾳ τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου
Δύο Χριστιανοὶ φίλοι, ὁ Ἰωάννης καὶ ὁ Σέργιος, ἔταξαν νὰ υἱοθετήσουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλο σὰν σαρκικοὶ ἀδελφοί, μπροστὰ στὴν ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας στὴ μονὴ τῶν Σπηλαίων τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου. Ὁ Ἰωάννης ἦταν πλούσιος καὶ εἶχε ἕναν ἑπτάχρονο υἱό, τὸν Ζαχαρία. Ὅμως ὁ Ἰωάννης ἀρρώστησε πολύ. Πρὶν τὸν θάνατό του ἀνέθεσε τὴν ἐπιμέλεια καὶ τὴν φροντίδα τοῦ υἱοῦ του Ζαχαρία, στὸν φίλο του Σέργιο, στὸν ὁποῖο ἐμπιστεύθηκε καὶ μία μεγάλη ποσότητα χρυσοῦ, ὥστε νὰ τὴν δώσει στὸν υἱό του Ζαχαρία, ὅταν αὐτὸς θὰ ἔφθανε σὲ ὥριμη ἡλικία.

Ὅταν ὁ Ζαχαρίας μεγάλωσε, ζήτησε τὸ χρυσάφι ἀπὸ τὸν Σέργιο. Ἐκεῖνος, ὅμως, ἀρνήθηκε ὅτι εἶχε παραλάβει κάτι τέτοιο ἀπὸ τὸν πατέρα τοῦ Ζαχαρία. Τότε ὁ Ζαχαρίας εἶπε: «Ἀφήσατέ τον νὰ ὁρκισθεῖ μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, ἐνώπιον τῆς ὁποίας ἔγινε σαρκικὸς ἀδελφὸς μὲ τὸν πατέρα μου. Καὶ ἂν ὁρκισθεῖ ὅτι δὲν πῆρε τίποτε ἀπὸ τὸν πατέρα μου Ἰωάννη, ἐγὼ δὲν θὰ ζητήσω τίποτε ἀπὸ αὐτόν». Ὅταν ὁ Σέργιος ὁρκίσθηκε αὐτὸ ποὺ ἰσχυριζόταν, ἤθελε νὰ πλησιάσει γιὰ νὰ ἀσπαστεῖ τὴν εἰκόνα, ἀλλὰ μία δύναμη τὸν κρατοῦσε καὶ δὲν τὸν ἄφησε. Ἄρχισε τότε νὰ κλαίει καὶ νὰ φωνάζει πρὸς τοὺς Ὅσιους Πατέρες Ἀντώνιο καὶ Θεοδόσιο: «Μὴν ἀφήνετε αὐτὸν τὸν ἀνελέητο δαίμονα νὰ μὲ καταστρέψει!». Ἦταν δαίμονας ποὺ τοῦ ἐπιτέθηκε κατὰ παραχώρηση τοῦ Θεοῦ.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ὁ Σέργιος ἀποφάσισε νὰ παραδώσει τὸν χρυσὸ στὸν Ζαχαρία. Ὅταν ἄνοιξαν τὸ κιβώτιο διαπίστωσαν ὅτι ἡ ποσότητα εἶχε διπλασιασθεῖ. Ὁ Ζαχαρίας, ἀφοῦ παρέλαβε τὸν χρυσό, τὸν πρόσφερε στὸ μοναστήρι καὶ ἔγινε μοναχός. Ἐκεῖ ἔζησε γιὰ πολὺ καιρὸ μὲ ἄσκηση καὶ προσευχὴ καὶ ἔγινε πλούσιος σὲ οὐράνια χαρίσματα.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:17 pm

25 ΜΑΡΤΙΟΥ






Εὐαγγελισμὸς τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Image
Ἡ λειτουργικὴ παράδοση καὶ ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα τοποθετοῦν σὲ ἰδιαίτερη θέση τὴν σημερινὴ ἑορτὴ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου. Καὶ εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ θεομητορικὲς ἑορτὲς πλουτίζουν τὴν λειτουργική μας ζωή, γιατί ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ πάντοτε ἀτενίζει μὲ ἰδιαίτερη ἀγάπη καὶ σεβασμὸ τὴν μεσίτρια τοῦ οὐρανοῦ. Οἱ θεολογικοὶ λόγοι καὶ ὕμνοι στὴν Κυρία Θεοτόκο εἶναι σὲ τελευταία ἀνάλυση δοξολογία στὸν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ ἀνθρώπινου γένους.

Τὸ μόνο ὄνομα τῆς Θεοτόκου, Μητέρα τοῦ Θεοῦ, περιέχει ὅλο τὸ μυστήριο τῆς οἰκονομίας τῆς σωτηρίας, λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Ἀποδεικνύεται ἔτσι ὅτι ἡ Μητέρα τοῦ Χριστοῦ ἀποκαλύπτεται στοὺς πιστοὺς ὡς ἡ κατ’ ἐξοχὴν μάρτυς τοῦ γεγονότος, πὼς ὁ Θεὸς προσέλαβε πραγματικὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση, στὴν ὁποία ἄνοιξε τὸν δρόμο τῆς σωτηρίας. Σωτηρία ποὺ ἀποβαίνει πραγματικότητα καὶ γεγονὸς ποὺ σημαίνει τὴν ἔλευση τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Σὲ μία ὁμιλία του ὁ Βασίλειος Σελευκείας σημειώνει χαρακτηριστικά: «Θεοτόκος ἐστί τε καὶ λέγεται. Ἄρα τίς ἐστι ταύτης ὑψηλοτέρα ὑπόθεσης;… ὡς γὰρ οὐκ ἔστιν εὔκολον νοεῖν τε καὶ φράζειν Θεόν, μᾶλλον δὲ καθάπαξ ἀδύνατον, οὕτως τὸ μέγα τῆς Θεοτόκου μυστήριον, καὶ διανοίας καὶ γλώττης ἐστὶν ἀνώτερον. Ἐπεὶ οὖν Θεὸν σαρκωθέντα τεκοῦσα Θεοτόκος ὀνομάζεται».

Τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου δὲν νοεῖται ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὸ ἀνθρώπινο γένος. Ἡ Θεοτόκος εἶναι ὁ ὑγιὴς καρπὸς τῆς ἀνθρώπινης φύσεως καὶ ἡ καλύτερη προσφορὰ τῶν ἀνθρώπων στὸν Χριστό. Στὴν προσφορὰ ὅλης τῆς κτίσεως συμμετέχουμε καὶ ἐμεῖς μὲ τὴν Παναγία. Ὁ ἁγιογράφος, ὅταν ἁγιογραφεῖ στὴν κόγχη τοῦ Ἱεροῦ Βήματος τὴν Πλατυτέρα, δὲν θέλει νὰ εἰκονίσει μόνο τὴν Παναγία, ἀλλὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία ποὺ ἔχει κέντρο της τὸν Χριστό. Ἡ Παναγία ἔγινε Ἐκκλησία καὶ γέννησε τὴν Ἐκκλησία. Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος λέγει ὅτι ὁ Κύριος «ἐνανθρωπήσας σάρκα Ἐκκλησίας προσέλαβε». Εἶναι δὲ χαρακτηριστικὸ ὅτι ὁ Ἅγιος Κύριλλος Ἱεροσολύμων συνδέει τὸ πρόσωπο τῆς Θεοτόκου μὲ τὴν ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας, γι’ αὐτὸ λέγει: «ὑμνοῦμεν τὴν ἀειπάρθενον Μαρίαν, δηλονότι τὴν ἁγίαν Ἐκκλησίαν».

Ἡ ἀναφορά, λοιπόν, στὴν Παρθένο Μαρία ὑπενθυμίζει τὴν χαρὰ τῆς λυτρώσεως τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὸν Χριστό, γιατί ἐκείνη ὑπηρέτησε πιστὰ τὸ μυστήριο τῆς σωτηρίας μας. Ἡ ἁγνὴ καὶ ἄσπιλη Παρθένος, ἡ πιστὴ καὶ ταπεινὴ κόρη τῆς Βηθλεέμ, μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Θεοῦ εὑρέθηκε ὡς «ἡ μόνη ἐν γυναιξὶ εὐλογημένη καὶ καλή». Αὐτὴν διάλεξε ὁ Οὐράνιος ὅταν ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο».

Ὁ φιλάνθρωπος καὶ ἐλεήμων Θεός μας, ποὺ πάντοτε φροντίζει τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, ἐπειδὴ εἶδε τὸ ἔργο ποὺ ἔπλασε μὲ τὰ χέρια Του νὰ εἶναι ὑπόδουλο στὸν διάβολο, θέλησε νὰ ἀποστείλει τὸν Υἱό Του τὸν Μονογενή, τὸν Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ τὸ ἀπολυτρώσει ἀπὸ τὰ χέρια τοῦ διαβόλου. Ἐπειδὴ ὅμως, δὲν θέλησε νὰ τὸ μάθει, ὄχι μόνο ὁ Σατανᾶς, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιες οἱ οὐράνιες δυνάμεις, σὲ ἕναν ἀπὸ τοὺς Ἀρχαγγέλους, στὸν ἔνδοξο Γαβριὴλ ἐκμυστηρεύτηκε τὸ μυστήριο. Προοικονομεῖ δὲ ὅτι ἡ Ἁγία Παρθένος θὰ γεννήσει ἁγνὴ καὶ καθαρή, γιατί ἦταν ἄξια τέτοιου καλοῦ.

Ὅταν ὁ Θεὸς Πατέρας εὐδόκησε νὰ πραγματοποιήσει «τὸ χρόνοις αἰωνίοις σεσιγημένον μυστήριον», «τὸ μυστήριον τὸ κεκρυμμένον ἀπὸ τῶν αἰώνων καὶ τῶν γενεῶν», τὸ μυστήριο τῆς Θείας Οἰκονομίας, γιὰ τὴν λύτρωση τοῦ ἀνθρώπινου γένους, μόνο αὐτὴ δέχθηκε τὴν θεία ἀποκάλυψη τοῦ μυστηρίου καὶ κρίθηκε ἱκανὴ νὰ ὑπηρετήσει τὸ ἔργο τῆς σωτηρίας.

Μέσα στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας, στὴν πίστη καὶ τὴ δογματική της διδασκαλία, ὁ Εὐαγγελισμὸς εἶναι τῆς «σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον καὶ τοῦ ἀπ’ αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις». Ὁ Ἄγγελος ἀνακοινώνει καὶ εὐαγγελίζεται τὴν θεία βουλή. Ἀλλὰ ἡ Παρθένος δὲν σιωπᾶ. Ἀνταποκρίνεται στὴν θεία κλήση μὲ ταπείνωση καὶ πίστη: «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου».

Ἡ θεία βουλὴ γίνεται δεκτὴ καὶ βρίσκει ἀνταπόκριση. Καὶ αὐτὴ ἡ ἀνθρώπινη ἀνταπόκριση εἶναι ὅ,τι ἀκριβῶς χρειάζεται σ’ αὐτὸ τὸ σημεῖο. Ἡ ὑπακοὴ τῆς Παναγίας ἀντισταθμίζει τὴν ἀνυπακοὴ τῆς Εὔας. Μὲ αὐτὴ τὴν ἔννοια ἡ Παρθένος εἶναι ἡ δεύτερη Εὔα καὶ ὁ Υἱός της ὁ δεύτερος Ἀδάμ. Ὅπως ἡ Εὔα ἐξαπατήθηκε ἀπὸ τὸν λόγο ἑνὸς ἀγγέλου, γιὰ νὰ φύγει ἀπὸ τὸν Θεὸ παραβαίνοντας τὸν λόγο Του, ἔτσι ἡ Παναγία δέχθηκε τὸν Εὐαγγελισμὸ ἀπὸ τὸν λόγο ἑνὸς Ἀγγέλου, ἔτσι ὥστε νὰ φέρει τὸν Θεὸ μέσα της, ὑπακούοντας στὸν λόγο Του.

«Διὰ τῆς Εὔας ὁ θάνατος, διὰ τῆς Μαρίας ἡ Ζωή», κηρύττει ὁ Ἅγιος Ἱερώνυμος. Αὐτὴ ἡ ὑπακοὴ καὶ ἡ χαρούμενη ἀποδοχὴ τοῦ λυτρωτικοῦ σκοποῦ τοῦ Θεοῦ ἦταν μία πράξη ἐλευθερίας. Ἦταν ἐλευθερία ὑπακοῆς καὶ ὄχι πρωτοβουλία, ἐλευθερία ἀγάπης καὶ λατρείας, ταπεινώσεως καὶ ἐμπιστοσύνης.

Κατὰ τὶς ἡμέρες τῆς δημιουργίας τοῦ κόσμου, ὅταν ὁ Θεὸς ἐξέφερε τὸν ζωντανὸ καὶ παντοδύναμο λόγο Του «γενηθήτω», ὁ λόγος τοῦ Δημιουργοῦ παρήγαγε ἐντὸς τοῦ κόσμου τὰ ὄντα. Ἀλλὰ τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ἡ ὁποία δὲν ἔχει τὴν ὅμοιά της ἀπὸ τῆς ὑπάρξεως τοῦ κόσμου, ὅταν ἡ θεία Μαρία προσέφερε τὸ σεμνὸ καὶ ὑπάκουο «Γένοιτο», ὁ λόγος τοῦ δημιουργήματος κατέβασε στὸν κόσμο τὸν Δημιουργό. Ἐδῶ ὁ Θεὸς καὶ πάλι προσφέρει τὸν λόγο Του: «Θὰ συλλάβεις, θὰ γεννήσεις υἱὸ καὶ θὰ τὸν ὀνομάσεις Ἰησοῦ. Αὐτὸς θὰ γίνει μέγας καὶ θὰ ὀνομαστεῖ Υἱὸς τοῦ Ὑψίστου. Σὲ αὐτὸν θὰ δώσει ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τὸν θρόνο τοῦ Δαυΐδ, τοῦ προπάτορά Του. Θὰ βασιλεύσει γιὰ πάντα στοὺς ἀπογόνους τοῦ Ἰακὼβ καὶ ἡ βασιλεία Του δὲν θὰ ἔχει τέλος».

Ἡ Θεοτόκος ἀποδέχεται τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸ ἀποτέλεσμα θὰ εἶναι τόσο θαυμαστό. Αὐτὴ ἡ ὑπακοὴ εἶναι ἡ μεγαλειώδης δύναμη, εἶναι ἡ καθαρὴ καὶ τέλεια ἀφοσίωση τῆς Μαρίας στὸν Θεό, ἀφοσίωση τῆς θελήσεώς της, τῆς σκέψεώς της, τῆς ψυχῆς της καὶ τῆς ὅλης ὑπάρξεώς της καὶ ὅλων τῶν δυνάμεών της, ὅλων τῶν πράξεών της, τῶν ἐλπίδων της καὶ τῶν προσδοκιῶν της.

Οἱ ἀρχὲς τῆς ἑορτῆς τοῦ Εὐαγγελισμοῦ δὲν εἶναι ἐπακριβῶς γνωστές. Τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ Ἁγία Ἑλένη ἔκτισε στὴ Ναζαρὲτ βασιλική, στὴν ὁποία περιλαμβανόταν κατὰ παράδοση ὁ οἶκος τῆς Θεοτόκου, ὅπου αὐτὴ δέχθηκε τὸν Εὐαγγελισμό, ἐπέδρασε ἴσως στὴ σύσταση τοπικῆς ἑορτῆς.

Οἱ πρῶτες μαρτυρίες περὶ αὐτῆς εὑρίσκονται στὸν Ἅγιο Πρόκλο, Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, τὸ 430 μ.Χ. καὶ στὸ Πασχάλιον Χρονικὸν (624 μ.Χ.), ὅπου χαρακτηρίζεται ὡς συσταθεῖσα στὶς 25 Μαρτίου ἀπὸ τοὺς θεοφόρους δασκάλους.
Ἡ μεγαλοπρεπὴς πανήγυρη τοῦ Εὐαγγελισμοῦ ἐτελεῖτο ἀπὸ τοὺς Βυζαντινοὺς στὸ ναὸ τῶν Χαλκοπρατείων, ὅπου παρίσταντο καὶ οἱ αὐτοκράτορες. Κατὰ τὸν 15ο αἰῶνα μ.Χ. ἡ Πανυχίδα ἐτελεῖτο στὸ παλάτι.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Σήμερον τῆς σωτηρίας ἡμῶν τὸ κεφάλαιον, καὶ τοῦ ἀπ' αἰῶνος μυστηρίου ἡ φανέρωσις· ὁ Υἷός του Θεοῦ, υἱὸς τῆς Παρθένου γίνεται, καὶ Γαβριὴλ τὴν χάριν εὐαγγελίζεται. Διὸ καὶ ἡμεῖς σὺν αὐτῷ, τῇ Θεοτόκῳ βοήσωμεν· Χαῖρε Κεχαριτωμένη, ὁ Κύριος μετά σοῦ.

Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια

Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια

Ἀναγράφω σοι ἡ Πόλις σου Θεοτόκε.

Ἀλλ’ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον

Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον

Ἵνα κράζω σοι, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.



Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.

Τὸν ὁμοούσιον Πατρὶ καὶ θείῳ Πνεύματι

Υἱὸν καὶ Λόγον τοῦ Θεοῦ Ἁγνὴ συνέλαβες

Τῇ τοῦ Πνεύματος ἐλεύσει τοῦ Παναγίου

Εἰς ἀνάπλασιν βροτείου γένους Ἄχραντε,

Ἀρχαγγέλου σοι φωνὴν κοσμοχαρμόσυνον
Ἐκβοήσαντος, χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Μεγαλυνάριον.
Νῦν εὐαγγελίζεται Γαβριήλ, τὸ χαῖρε κραυγάζων, μετὰ δέους τῇ Μαριάμ. Ὢ τοῦ ξένου τρόπου, ἐν μήτρᾳ γὰρ ἀχράντῳ, συνείληπται ὁ Πλάστης, σώζων ὃν ἔπλασε.







Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Βάτου, ἐν τῷ ὄρει Σινᾶ
Ἡ εἰκόνα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Βάτου τιμᾶται στὴ μονὴ τοῦ ὄρους Σινᾶ.

Ἡ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου σύλληψη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Ἁγία Παρθένο, ἀποτελεῖ ὑπόθεση ποὺ ὑπερβαίνει τὰ λεκτικὰ σχήματα, γι’ αὐτὸ τὸ «σημεῖον» εἶναι ἀληθινὰ παράδοξο καὶ ὑπερμεγέθες. Τὸ μυστήριο τῆς ἄφθορης γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν Ὑπεραγία Θεοτόκο δὲν νοεῖται ὡς μεμονωμένη καὶ ἀποκομμένη πραγματικότητα τῆς Καινῆς Διαθήκης. Ἀντίθετα, ἀποτελεῖ ἀποκάλυψη τῆς ἀλήθειας τοῦ τύπου, στὸν ὁποῖο πίστεψαν καὶ πάνω στὸν ὁποῖο στηρίχθηκαν οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, γιὰ νὰ προδιατυπώσουν τὴν ἔνσαρκη φανέρωση τοῦ Θεοῦ Λόγου στὴν ἱστορία.

Ὁ Μωϋσῆς, ὅταν εἶδε τὴν βάτο νὰ φλέγεται, ἀλλὰ νὰ μὴν καίγεται, εἶπε: «Διαβὰς ὄψομαι, τὸ μέγα ὅραμα τοῦτο». Ἡ διάβαση, σύμφωνα μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, Πατριάρχου Ἀλεξανδρείας, δὲν εἶναι τοπικὴ ἀλλὰ χρονική, ἀφοῦ δηλώνει κίνηση καὶ παροδικὴ διάβαση τοῦ χρόνου καὶ σημαίνει τὴν κίνηση ἀπὸ τὸν χρόνο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης στὸν χρόνο τῆς Καινῆς Διαθήκης.
Ὅπως ἡ φλεγόμενη καὶ μὴ κατακαιόμενη βάτος ἔτσι καὶ ἡ Παρθένος Μαρία, ἂν καὶ γεννᾶ τὸ «Φῶς», ἐν τούτοις παραδόξως δὲν «φθείρεται».






Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῆς Εὐαγγελίστριας
Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῆς Εὐαγγελίστριας, φυλάσσεται στὴν ὁμώνυμη μονὴ τοῦ Ἁλιάρτου Βοιωτίας.







Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου τῶν Κηπουραίων
Ἡ ἱερὰ εἰκόνα τῆς Παναγίας τῶν Κηπουραίων, φυλάσσεται στὴν ὁμώνυμη μονὴ τῆς νήσου Κεφαλληνίας.






Ὁ Ὅσιος Σεννούφιος ὁ Σημειοφόρος
Ἴσως ὁ Ὅσιος Σεννούφιος νὰ εἶναι ὁ ἀσκητὴς ἐκεῖνος τῆς Νιτρίας, ὁ ὁποῖος εἶδε τὴν ὀπτασία ἐκείνη τῆς εἰκόνος τοῦ Θεανδρικοῦ Προσώπου τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιὰ τὴν ὁποία μᾶς ὁμιλεῖ ὁ ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Ἀκαπνίου τῆς Θεσσαλονίκης Ἰγνάτιος.
Κατὰ τὴν διήγηση αὐτή, ὁ Ὅσιος Σεννούφιος ἀξιώθηκε νὰ δεῖ ὀπτασία καὶ νὰ ἀκούσει φωνή, ἡ ὁποία τοῦ ἔλεγε: «Ἔξελθε ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τοῦ κελλίου σου καὶ πήγαινε στὸ μοναστήρι τῆς μονῆς τῶν Λατόμων, στὴ Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ θὰ σὲ δῶ». Μετέβη ἐκεῖ ὁ Ὅσιος, ρώτησε τοὺς μοναχοὺς τῶν Λατόμων, ἀλλὰ τέτοια εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ δὲν ἀξιώθηκε νὰ δεῖ. Ἔτσι ἐπέστρεψε στὴ Νιτρία. Καὶ πάλι, ὅμως, ἡ φωνὴ τοῦ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ μεταβεῖ στὴ Θεσσαλονίκη, ὅπου θὰ ἔβλεπε τὴν εἰκόνα τοῦ Θεανθρώπου καὶ θὰ πέθαινε ἐκεῖ. Ὁ Ὅσιος ἔφθασε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ ξαναπῆγε στὴ μονή, ὅταν ξαφνικά, κάποια ἡμέρα, ἔγινε σεισμὸς καὶ ἔπεσαν τὰ ἀσβεστώματα. Τότε ἀναφάνηκε ἡ θαυμαστὴ εἰκόνα τοῦ Κυρίου.






Οἱ Ἁγίες Θεοδοσία καὶ Πελαγία οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἁγίες Μάρτυρες Θεοδοσία καὶ Πελαγία, μαρτύρησαν στὴν Καισάρεια τῆς Παλαιστίνης τὸ ἔτος 361 μ.Χ. καὶ τελειώθηκαν διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος ἐκ δημίων Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς Μάρτυς, ποὺ ἦταν στὸ πρότερό του βίο δήμιος, γνώρισε τὸν Χριστό, ὁμολόγησε τὸ Ὄνομά Του καὶ τελειώθηκε μαρτυρικά.






Ὁ Ὅσιος Τίμων ὁ Ἐρημίτης

Ὁ Ὅσιος Τίμων ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε κατὰ τὸν 10ο αἰῶνα μ.Χ. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.







Ὁ Ὅσιος Παρθένιος τοῦ Κιέβου
Ὁ Ὅσιος Παρθένιος, κατὰ κόσμο Πέτρος Ἰβάνοβιτς Κρασνοπέβκεφ, γεννήθηκε στὶς 24 Αὐγούστου 1790 στὸ χωριὸ Σόμοβο, ποὺ ὑπαγόταν στὸ κυβερνεῖο τῆς Τούλα. Ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου καὶ ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχὸς τὸ ἔτος 1838. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1855.






Ὁ Ἅγιος Τύχων Πατριάρχης Μόσχας
Ὁ Ἅγιος Τύχων γεννήθηκε στὶς 19 Ἰανουαρίου 1865 στὴν πόλη Τοροπιὲτς τῆς ἐπαρχίας Πσκώβ. Τὸ κατὰ κόσμο ὄνομά του ἦταν Βασίλειος Ἰβάνοβιτς Μπελλάβιν. Σὲ ἡλικία δεκατριῶν ἐτῶν παρακολουθεῖ τὸ ἐκκλησιαστικὸ σεμινάριο τοῦ Πσκὼφ καὶ μετὰ ἀπὸ ἕξι χρόνια ἐγγράφεται στὴν θεολογικὴ ἀκαδημία τῆς Ἁγίας Πετρουπόλεως. Σὲ ἡλικία εἴκοσι ἕξι ἐτῶν ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ γίνεται μοναχός. Ἡ κουρά του ἔγινε στὸ παρεκκλήσι τῆς ἐκκλησιαστικῆς σχολῆς τοῦ Πσκώβ, ὅπου ἦταν καθηγητής. Ὡς μοναχὸς ἀπέκτησε τὸ ὄνομα Τύχων, πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου τῆς Ρωσίας, ποὺ ἔζησε κατὰ τὸν 18ο αἰῶνα, τοῦ Ἁγίου Τύχωνος τοῦ Ζαντόσκ († 13 Αὐγούστου). Τὸ 1898 ἐκλέγεται Ἐπίσκοπος τῆς Μητροπόλεως τοῦ Χὸμκ καὶ ἕνα χρόνο ἀργότερα Ἐπίσκοπος τῶν Ἀλεουτιανῶν Νήσων τῆς Ἀλάσκας. Τὸ 1905 προάγεται σὲ Ἀρχιεπίσκοπο τῆς πόλεως Ἱεροσλάβ.

Τὸ 1914 ξεσπᾶ ὁ Α’ παγκόσμιος πόλεμος. Ὁ Ἅγιος Τύχων στάθηκε στὸ πλευρὸ τῆς πατρίδος του καὶ τοῦ ποιμνίου του. Ἡ προσφορά του ἦταν μεγάλη. Γι’ αὐτό, δύο χρόνια ἀργότερα, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μητροπολίτη Μόσχας Μακαρίου, ἐκλέγεται Μητροπολίτης Μόσχας. Ὁ λαὸς ὑποδέχεται θριαμβευτικὰ τὸν νέο ποιμενάρχη του.

Τὸ ἔτος 1917 γίνεται ἀνατροπὴ τοῦ καθεστῶτος ἀπὸ τοὺς Μπολσεβίκους. Τὰ πράγματα ἀλλάζουν. Ὁ Ἅγιος Τύχων καλεῖ Σύνοδο, γιὰ νὰ μελετήσει τὴν κατάσταση καὶ νὰ ἐξετάσει τὸ θέμα σχέσεων Ἐκκλησίας καὶ κράτους. Στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1917, μπροστὰ στὴν θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Παναγίας τοῦ Βλαντιμὶρ ἔγινε ἡ κλήρωση γιὰ τὴν ἀνάδειξη τοῦ νέου Πατριάρχη Μόσχας. Ὁ κλῆρος, τὸν ὁποῖο τράβηξε ὁ ἐρημίτης Γέροντας Ἀλέξιος, ἔπεσε στὸν Ἅγιο Τύχωνα.

Ὁ διωγμὸς ἀρχίζει. Ἡ Ἐκκλησία ὅμως παραμένει. Ὁ Ἅγιος Τύχων βίωνε τὴν πραγματικότητα τῆς Ἐκκλησίας παρὰ τὶς ἀντίξοες περιστάσεις. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι παρελθόν, διότι εἶναι αἰώνια καὶ ἀτελεύτητη. Ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι μουσεῖο, διότι δὲν πεθαίνει. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ φυτεία τοῦ Θεοῦ, διότι, ὅπως προφήτεψε τὸ ἀψευδὲς στόμα τοῦ Κυρίου «πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ἡ Ἐκκλησία εἶναι, ὅπως καὶ ὁ Ἱδρυτής της, ζωὴ καὶ ἀνάσταση. Ὁ οἰκουμενικὸς διδάσκαλος, ὁ Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, ἀναφέρει, ὅτι «Ἐκκλησίας οὐδὲν ἴσον. Ἡ Ἐκκλησία οὐδέποτε γηρᾷ. Τείχη, βάρβαροι καταλύουσιν, Ἐκκλησίας δὲ οὐδὲ δαίμονες περιγίγνονται. Καὶ ὅτι οὐ κόμπος τὰ ρήματα, μαρτυρεῖ τὰ πράγματα. Πόσοι ἐπολέμησαν τὴν ἐκκλησίαν καὶ οἱ πολεμήσαντες ἀπώλοντο; αὕτη δὲ ὑπὲρ τοὺς οὐρανοὺς ἀναβέβηκε».

Τὸ ἀείζωο τῆς Ἐκκλησίας ὑμνεῖ καὶ πάλι ἡ γλῶσσα τοῦ χρυσορρήμονος Πατρὸς ποὺ λέγει: «Οὐδὲν Ἐκκλησίας δυνατώτερον ἄνθρωπε… Ἡ Ἐκκλησία οὐρανοῦ ἰσχυροτέρα. Πόσοι τύραννοι ἠθέλησαν περιγενέσθαι τῆς Ἐκκλησίας; Ποῦ οἱ πολεμήσαντες; Ὑπὲρ τὸν ἥλιον λάμπει. Τὰ ἐκείνων ἔσβεσα τὰ ταύτης ἀθάνατα».

Τὸ καθεστὼς ἐπέφερε χωρισμὸ Ἐκκλησίας καὶ κράτους, κατήργησε ὅλα τὰ ἐκκλησιαστικὰ προνόμια, ἐπέβαλε τὸν πολιτικὸ γάμο, ὀργάνωσε τὴν ἀντιχριστιανικὴ προπαγάνδα, δήμευσε τὴν ἐκκλησιαστικὴ περιουσία, ἐξόρισε καὶ δολοφόνησε χιλιάδες Χριστιανῶν, ἔκλεισε τοὺς ναούς, ἐξαφάνισε ἱερὰ λείψανα Ἁγίων. Στὸ σφοδρὸ διωγμὸ φονεύθηκαν πάνω ἀπὸ 3.500 Ἐπίσκοποι καὶ ἱερεῖς, περὶ τὶς 2.000 μοναχοὶ καὶ περὶ τὶς 3.000 μοναχές.

Τὸ Μπούτοβο, περιοχὴ ποὺ βρίσκεται κοντὰ στὴν Μόσχα, γίνεται τόπος μαζικῶν ἐκτελέσεων Ἀρχιερέων, Κληρικῶν καὶ πιστῶν τῆς Ρωσικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν κατὰ τὰ ἔτη τοῦ διωγμοῦ στὴν Ρωσία. Μεταξὺ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων ποὺ μαρτύρησαν στὸ Μπούτοβο, ἦταν καὶ δέκα Ἕλληνες Μάρτυρες. Τὸ Μπούτοβο, ὅπως καὶ ἡ Σιβηρία, τὸ Χαρκὼβ καὶ τόσα ἄλλα μέρη, συμβολίζουν τὸν τόπο μαρτυρίου τῶν Ἁγίων μας ὡς τὸν ἀπεριόριστο χῶρο. Τὸν χῶρο ἐκεῖνο ποὺ τόσο καλὰ περιγράφεται στὴ νουβέλα τοῦ Τσέχωφ «Ὁ Ἐπίσκοπος». Διότι, μετὰ τὸν θάνατό τους , οἱ Μάρτυρες τῆς πίστεως καὶ τῆς συνειδήσεώς τους, ἀπογυμνωμένοι ἀπὸ τὶς γήινες ἰδιότητές τους καὶ καθετὶ ποὺ τοὺς περιορίζει, δεσμεύει καὶ ἐπιβαρύνει, ξαναγίνονται νέοι καὶ χαρούμενοι, διασχίζουν τὴν κοιλάδα τῆς ζωῆς καὶ ἀναπνέουν βαθιά, μὲ τὴ χαρὰ τοῦ Θεοῦ, τὸ ἀπεριόριστο.

Κάτω ἀπὸ τὸ πρίσμα αὐτὸ κατανοοῦμε τὴν εἰρηνικὴ ἀντίσταση τοῦ Ἁγίου Πατριάρχη Τύχωνος σὲ κάθε διοικητικὸ μέτρο τῆς ἐξουσίας, ποὺ ἦταν πάντα ξένο πρὸς τὴν ψυχή, θέλοντας νὰ τὴν περιορίσει καὶ νὰ μειώσει τὶς ἐλευθερίες της.
Ὁ Ἅγιος Τύχων ἐπιτιμᾶ τὸ καθεστώς. Γι’ αὐτὸ καταδικάζεται σὲ θάνατο. Τὸ Μάϊο τοῦ 1922 συλλαμβάνεται καὶ φυλακίζεται. Μετὰ ἀπὸ ἕνα χρόνο ἐλευθερώνεται, ἀλλὰ καὶ πάλι περιορίζεται στὴ μονὴ Ντονσκόϊ ὅπου ζοῦσε ὡς ἐλεύθερος πολιορκημένος. Ἡ ἀσθένειά του τὸν καταβάλλει. Στὶς 25 Μαρτίου 1925 ὁ Ἅγιος Πατριάρχης ἔνιωσε ὅτι τὸ τέλος πλησιάζει. Ἔκανε εὐλαβικὰ τὸν σταυρό του, εἶπε «Δόξα Σοι, Κύριε» καὶ παρέδωσε τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Θεό.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:19 pm

26 ΜΑΡΤΙΟΥ






Σύναξις Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ
Image
Τὸ ὄνομα Γαβριὴλ σημαίνει τὴν ἰσχὺ τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἄρχων Γαβριὴλ εἶναι ἕνας ἐκ τῶν τριῶν Ἀγγέλων ποὺ ἀναφέρονται στὴν Ἁγία Γραφή. Ἀπεστάλη ἀπὸ τὸν Θεὸ στὸν Ζαχαρία, γιὰ νὰ τοῦ ἀναγγείλει τὴν γέννηση τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου, στὴν Παρθένο Μαριάμ, γιὰ νὰ τὴν χαιρετίσει καὶ νὰ φέρει τὸ μήνυμα τῆς ἐπικείμενης γέννησης τοῦ Λυτρωτοῦ καὶ στὸν Προφήτη Δανιήλ, γιὰ νὰ ἐξηγήσει τὰ ὁράματα τὰ ὁποῖα εἶχε δεῖ αὐτὸς καὶ νὰ ἀποκαλύψει τὸν χρόνο τῆς ἐλεύσεως τοῦ Μεσσία.
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν Σύναξη τοῦ Ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, ἐπειδὴ προανήγγειλε τὴ Σάρκωση τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Φερωνυμίᾳ καταλλήλῳ ἐμπρέπων, καθυπουργεῖς ἐν τῇ τοῦ Λόγου σαρκώσει, ὡς στρατηγὸς τῶν Ἀσωμάτων τάξεων· ὅθεν εὐηγγέλισαι, τῇ Παρθένῳ Μαρίᾳ, χαῖρε προσφωνῶν αὐτῇ, τὸν Θεὸν γὰρ συλλήψῃ· ὃν ἐκδυσώπει σώζεσθαι ἡμᾶς, τοὺς σὲ ὑμνοῦντας, Γαβριὴλ Ἀρχάγγελε.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Οὐρανίου τάξεως, φωτοειδὴς στρατηγέτης, Γαβριὴλ Ἀρχάγγελε, γεγενημένος ἐν δόξῃ, ἤγγειλας, χαρὰν τὴν ἄληκτον τῇ Παρθένῳ· ταύτῃ γὰρ, τὴν τοῦ ἀνάρχου σύλληψιν Λόγου, ἐκβοῶν εὐηγγελίσω· χαῖρε Παρθένε εὐλογημένη Ἁγνή.



Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος δ’.
Ἀρχιστράτηγε Θεοῦ, λειτουργὲ θείας δόξης, τῶν ἀνθρώπων ὁδηγὲ καὶ ἀρχηγὲ ἀσωμάτων, τὸ συμφέρον ἡμῖν πρέσβευε, καὶ τὸ μέγα ἔλεος, ὡς τῶν ἀσωμάτων Ἀρχιστράτηγος.

Μεγαλυνάριον.
Ὅλος ἡλιόμορφος καὶ φαιδρός, Γαβριὴλ ἐπέστης, τῇ Παρθένῳ ἐν Ναζαρέτ· παρ’ ἧς νῦν τὴν αἴγλην, τῆς Τρισηλίου δόξης, δεχόμενος ἀΰλως, ἡμᾶς καταύγασον.






Οἱ Ἅγιοι Μοντανὸς καὶ Μαξίμη οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μοντανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ Μαξίμη ἡ σύζυγός του, μαρτύρησαν τὸ ἔτος 304 μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ.

Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν Χριστιανῶν, ὁ πρεσβύτερος Μοντανὸς ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Σιντζινδοῦνο μὲ προορισμὸ τὸ Σίρμιον. Ἐκεῖ τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν ἐνώπιον τοῦ ἡγεμόνα τῆς Κάτω Παννονίας Πρόβου. Ἐκεῖνος τότε ἔδωσε ἐντολὴ νὰ θυσιάσει ὁ Ἅγιος Μοντανὸς στὰ εἴδωλα. Ὁ ἱερεύς, ὅμως, τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου, τοῦ εἶπε: «Κάνε ὅτι θέλεις καὶ θὰ δεῖς τί ὑπομονὴ θὰ μοῦ χαρίσει ὁ Κύριος καὶ Θεός μου». Βλέποντας ὁ ἡγεμόνας τὴν σταθερότητα τοῦ Μοντανοῦ καὶ τῆς Μαξίμης ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ριχθοῦν στὸν ποταμὸ Σαῦο. Οἱ δήμιοι ἔδεσαν στὸν λαιμὸ καὶ τῶν δύο Ἁγίων ἀπὸ μία πέτρα καὶ ἑτοιμάζονταν νὰ τοὺς ρίξουν μέσα στὸ νερό. Τότε ὁ ἱερεὺς Μοντανὸς ζήτησε νὰ τοῦ ἐπιτρέψουν νὰ προσευχηθεῖ γιὰ λίγο στὸν Θεό. Ὕψωσε τὰ χέρια του στὸν οὐρανὸ καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Κύριο καὶ Θεό του νὰ δεχθεῖ τὶς ψυχές τους καὶ νὰ προστατεύει τὸν λαό Του.
Ἔτσι μαρτύρησαν οἱ μακάριοι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ Μοντανὸς καὶ Μαξίμη. Τὰ ἱερὰ λείψανά τους τὰ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ ἀπὸ τὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ καὶ τὰ ἐνταφίασαν μὲ τιμὴ καὶ εὐλάβεια.






Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Σιρμίου
Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος θεωρεῖται ὅτι ἦταν σλαβικῆς καταγωγῆς. Νυμφεύθηκε καὶ ἀπέκτησε τέκνα, πρὸ τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας του. Ἀργότερα ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Σιρμίου καὶ κήρυττε μὲ παρρησία τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Συνελήφθη κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Μαξιμιανιοῦ (286 – 305 μ.Χ.) καὶ τοῦ ἄρχοντα Πρόβου, ὁ ὁποῖος τὸν βασάνισε ἀλύπητα. Κατὰ τὶς στιγμὲς τοῦ φρικτοῦ μαρτυρίου του οἱ δικοί του, ποὺ βρίσκονταν γύρω του, ἔκλαιγαν καὶ τὸν παρακαλοῦσαν νὰ λυπηθεῖ τὸν ἑαυτό του καὶ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος ἀγαποῦσε τὸν Κύριο μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ καὶ τὴν καρδιὰ καὶ τὴν διάνοια περισσότερο ἀπὸ ὅλα τὰ πλούτη τοῦ κόσμου. Γνώριζε ὅτι «ὁ θυσιάζων θεοῖς θανάτῳ ἐξολοθρευθήσεται, πλὴν Κυρίῳ μόνῳ». Ὁ ἡγεμόνας Πρόβος δοκίμασε νὰ τὸν κλονίσει, λέγοντάς του νὰ σκεφθεῖ τὴν οἰκογένειά του. Ἀλλὰ ὁ Ὁμολογητὴς τοῦ Χριστοῦ ἀπάντησε: «Τὰ παιδιά μου ἔχουν τὸν ἴδιο Θεὸ Πατέρα, τὸν Ὁποῖο ἔχω καὶ ἐγώ, καὶ Αὐτὸς μπορεῖ νὰ τὰ σώσει. Τώρα ἐσὺ κάνε αὐτὸ ποὺ διατάχθηκες». Ταραγμένος ὁ Πρόβος ἐπέμενε καὶ πάλι. Ὁ Ἅγιος, ὅμως, τοῦ εἶπε νὰ κάνει ὅτι θέλει.

Στοὺς λόγους αὐτοὺς ὁ ἡγεμόνας ἐξοργίσθηκε. Δὲν μπόρεσε νὰ κρατηθεῖ. Ἔτσι διέταξε νὰ ἀποκεφαλίσουν τὸν Ἅγιο Εἰρηναῖο καὶ νὰ ρίξουν τὸ ἱερὸ λείψανό του στὸν ποταμὸ Σαῦο. Ὁ Ἅγιος Εἰρηναῖος δέχθηκε μὲ χαρὰ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο προσευχόμενος καὶ λέγοντας: «Σὲ εὐχαριστῶ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ μου, διότι μέσα ἀπὸ διάφορες τιμωρίες καὶ βάσανα, μοῦ ἔδωσες τὴν δύναμη τῆς ὁμολογίας καὶ μὲ ἀξίωσες νὰ κληρονομήσω τὴν Βασιλεία Σου. Σὲ παρακαλῶ, Κύριε, κάνε νὰ ἀνοίξουν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἀγαθοὶ Ἄγγελοι νὰ ἔρθουν νὰ παραλάβουν τὴν ψυχὴ τοῦ δούλου Σου Εἰρηναίου».
Ἡ Ἐκκλησία ἑορτάζει, ἐπίσης, τὴν μνήμη αὐτοῦ στὶς 23 Αὐγούστου καὶ στὶς 6 Ἀπριλίου (Ρουμανικὴ Ἐκκλησία).







Οἱ Ἅγιοι Δομνίνος καὶ Φιλήμων οἱ Μάρτυρες ἐκ Θεσσαλονίκης
Ἡ μνήμη τοὺς τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὴν 21η Μαρτίου. Ἄγνωστο γιατί ἐπαναλαμβάνεται σήμερα.






Οἱ Ἅγιοι Θεόδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ Εἰρηναῖος ὁ Διάκονος, Σεραπίων καὶ Ἀμμώνιος οἱ ἀναγνῶστες
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Θεόδωρος μαρτύρησε τὸ ἔτος 304 μ.Χ. στὴν Πεντάπολη τῆς Λιβύης μετὰ τοῦ Διακόνου του Εἰρηναίου καὶ τῶν ἀναγνωστῶν Σεραπίωνος καὶ Ἀμμωνίου.






Οἱ Ἅγιοι Πέτρος, Μαρκιανός, Ἰωάννης, Θέκλα, Κασσιανὸς οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς μαρτυρήσαντες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες Μαρτύρησαν στὴν Ρώμη. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο καὶ τὸ μαρτύριο τῶν Ἁγίων.






Ὁ Ἅγιος Κοδράτος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Κοδράτος ἦταν Ἐπίσκοπος στὴν Ἀνατολή. Ἐκδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἀπὸ τὴν πόλη ὅπου εἶχε χειροτονηθεῖ, οἱ ὁποῖοι τοῦ παρήγγειλαν νὰ μὴν διδάσκει στὸ Ὄνομα τοῦ Χριστοῦ, ἂν ἤθελε νὰ ζεῖ. Ἐκεῖνος, ὅμως, ὄχι μόνο δὲν σταμάτησε νὰ κάνει αὐτὸ ποὺ τοῦ ἐπέβαλλαν, ἀλλὰ περιδιαβαίνοντας ὅλη τὴν πόλη, ὅσους κατηχούμενους ἔβρισκε τοὺς βάπτιζε. Ἐπισκεπτόταν δὲ καὶ τοὺς κρατούμενους στὶς φυλακές, ὄχι μόνο τοὺς Χριστιανοὺς ἀλλὰ καὶ τοὺς εἰδωλολάτρες. Καὶ ἄλλους μὲν τοὺς προθυμοποιοῦσε νὰ μένουν σταθεροὶ στὴν πίστη στὸν Χριστό, ἄλλους δὲ τοὺς ἔπεισε μὲ διδασκαλίες νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὰ εἴδωλα, λέγοντας σὲ αὐτούς: «Ἀφοῦ πρόκειται νὰ χάσετε τὴν ζωή σας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ σᾶς ἔκλεισαν στὴ φυλακὴ αὐτή, γιατί νὰ μὴν πεθάνετε γιὰ τὸν Χριστό, ὥστε νὰ κερδίσετε τὴν Βασιλεία Του;». Ὅταν ἔγινε ἀντιληπτὸς ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, συνελήφθη καί, μετὰ ἀπὸ πολλὲς τιμωρίες καὶ κακώσεις, σφαγιάσθηκε μὲ μαχαίρι καὶ ἔτσι τελειώθηκε ὁ βίος του.






Οἱ Ἅγιοι Ἐμμανουὴλ καὶ Θεοδόσιος οἱ Μάρτυρες καὶ οἱ σὺν αὐτοῖς Σαράντα μαρτυρήσαντες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Ἐμμανουὴλ καὶ Θεοδόσιος κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀνατολή. Ἐπειδὴ ἔβλεπαν κάθε ἡμέρα τοὺς Χριστιανοὺς νὰ φονεύονται ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, συνασπίσθηκαν μεταξύ τους, γιὰ νὰ ὁμολογήσουν μὲ παρρησία τὸν Χριστὸ καὶ νὰ μαρτυρήσουν γιὰ τὸ Ὄνομά Του. Ἦλθαν κρυφὰ ἀπὸ μόνοι τους στὸν ἄρχοντα τῆς χώρας, ὁ ὁποῖος τότε ἔλεγχε πολλοὺς Χριστιανοὺς καὶ τοὺς σκότωνε καὶ στάθηκαν μπροστά του. Διακήρυξαν εὐθαρσὼς τὸν Χριστὸ καὶ ὁμολόγησαν ὅτι εἶναι Χριστιανοί, προκαλώντας ἔκπληξη ὄχι μόνο στοὺς παρευρισκόμενους ἀλλὰ καὶ στὸν ἄρχοντα μὲ τὴν ἀνδρεία τους καὶ τὴν τόλμη τῆς γνώμης τους. Συνελήφθησαν ὅμως καὶ κλείσθηκαν στὴ φυλακή. Μετὰ ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες, ὁ ἄρχοντας τοὺς ἔβγαλε ἀπὸ τὴν φυλακὴ καὶ τοὺς ἐξανάγκαζε νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τοὺς ἔπεισε, ἄρχισε νὰ τοὺς ὑποβάλλει σὲ πολλὰ βασανιστήρια. Τοὺς κρέμασε σὲ ξύλο καὶ τοὺς ἔγδαρε τὰ πλευρά. Στὴν συνέχεια τοὺς κατέβασε ἀπὸ τὸ ξύλο καὶ τοὺς τοποθέτησε πάνω σὲ κοφτερὴ ἁλωνιστικὴ μηχανὴ μὲ τρεῖς αἰχμὲς καὶ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισε.
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες, μαρτύρησαν καὶ ἔλαβαν τὸν ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας.







Ὁ Ἅγιος Εὐτύχιος ὁ Μάρτυρας ὁ ὑποδιάκονος
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Εὐτύχιος ἦταν ὑποδιάκονος στὴν Ἐκκλησία τῶν Ἀλεξανδρέων καὶ ὑπέρμαχος τῶν δογμάτων τῆς Α’ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Ἐτιμᾶτο πολὺ ὑπὸ τοῦ Μεγάλου Ἀθανασίου καὶ μαρτύρησε ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανοὺς καὶ τὸν αἱρετικὸ Ἐπίσκοπο Γεώργιο τὸ ἔτος 356 μ.Χ.






Οἱ Ἅγιοι Εἴκοσι Ἕξι Μάρτυρες οἱ ἐν Γοτθίᾳ μαρτυρήσαντες
Image
Βαθούσης ἢ Ἀαθούσης πρεσβύτερος μετὰ τῶν δύο υἱῶν καὶ τριῶν θυγατέρων αὐτοῦ, μοναχὸς Ἀρπύλας, Ἀβίππας, Ἁγνάς, Ἡγάθραξ, Ἡσκόος, Θέρμας ἢ Θέρθας, Ρύαξ ἢ Ρύϊας, Σεΐμβλας ἢ Σουΐμβλας, Σιγήτζας ἢ Σίδητζας, Σίλας, Σουηρίλας, Φίλγας καὶ οἱ γυναῖκες: Ἀλλάς, Ἀνιμαΐς, Ἄννα, Βάρις ἢ Βάρκα, Λαρίσσα, Μαμύκα, Μωϊκὼ καὶ Οὐϊρκώ.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως τῶν Γότθων Ἰουγγουρίχου καὶ τοῦ αὐτοκράτορα Γρατιανοῦ (375 – 383 μ.Χ.). Ἐνῷ εὑρίσκονταν ὅλοι στὴν Ἐκκλησία καὶ ἔψαλλαν, συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν βασιλέα τῶν Γότθων καὶ ρίχθηκαν ζωντανοὶ στὴν πυρά. Τότε συνέβη καὶ τὸ ἑξῆς: Κάποιος ἄνθρωπος Χριστιανός, ποὺ ἔφερνε τὴν προσφορά του στὴν Ἐκκλησία, συνελήφθη καὶ αὐτὸς καὶ ρίχθηκε στὴν φωτιά, ἀφοῦ πρῶτα ὁμολόγησε τὸν Χριστό, προσφέροντας ἔτσι τὸν ἴδιο του τὸν ἑαυτὸ στὸν Χριστό, ἀντὶ ἄλλης προσφορᾶς. Τὰ λείψανα τῶν Μαρτύρων περισυνέλεξε ἡ συμβία ἄλλου ἄρχοντα τοῦ ἔθνους τῶν Γότθων, ποὺ ἦταν Χριστιανή, μαζὶ μὲ πρεσβυτέρους καὶ λαϊκούς. Καὶ ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὴν ἐξουσία στὸν υἱό της, περιδιαβαίνοντας ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ἦλθε μέχρι τὴν γῆ τῶν Ρωμαίων μαζὶ μὲ τὴν θυγατέρα της. Στὴν συνέχεια ἀναχώρησε γιὰ τὴν χώρα της, ἀφοῦ κληροδότησε στὴν θυγατέρα της τὰ ἱερὰ λείψανα. Αὐτή, φεύγοντας γιὰ τὴν Κύζικο, ἔδωσε ἕνα μέρος ἀπὸ τὰ λείψανα αὐτὰ στὴν πόλη καὶ ὕστερα ἀπὸ λίγο τελειώθηκε ὁ βίος της.
Τὸ μαρτύριό τους συνέβη μεταξὺ τῶν ἐτῶν 375 – 383 μ.Χ.






Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Ξυλινίτης
Ὁ Ὅσιος Στέφανος, ὁ ἐπονομαζόμενος Ξυλινίτης, ἀγάπησε τὴν ὁδὸ τῆς ἀσκήσεως καὶ τῆς μοναχικῆς πολιτείας. Περιερχόταν διάφορους τόπους ἀνυπόδητος καὶ γυμνὸς καὶ δὲν κοιμόταν καθόλου. Ἔτσι ἀξιώθηκε τοῦ προφητικοῦ χαρίσματος καὶ προεῖδε τὸ τέλος του. Ἀφοῦ ἦλθε στὸ ὄρος Λάτρου καὶ ὁδήγησε πολλοὺς μοναχοὺς καὶ ἀδελφοὺς πρὸς τὴν σωτηρία, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ὁ Νέος
Ὁ Ὅσιος Βασίλειος ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ὁσίου Παύλου († 15 Δεκεμβρίου) καὶ ἀσκήτεψε στὸ ὄρος Λάτρος. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 944 ἢ 952 μ.Χ.






Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Νεομάρτυρας ἐκ Βουλγαρίας
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Γεώργιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Σόφια τῆς Βουλγαρίας καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μετέβη στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θράκης. Ἐκεῖ ἐπισκέφθηκε κάποιον Τοῦρκο τοξοποιό, γιὰ νὰ διορθώσει τὸ τόξο του. Ὅταν κάποια στιγμὴ ὁ Τοῦρκος ἐξύβρισε τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου, ὁ Γεώργιος ἀντέδρασε καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Τότε οἱ παριστάμενοι Τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καί, ἀφοῦ τὸν ἔδειραν ἀλύπητα, τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή, ἐνώπιον τοῦ ὁποίου ὁ Ἅγιος μὲ παρρησία καὶ πνευματικὴ ἀνδρεία ἔμεινε σταθερὸς στὴν πατρώα εὐσέβεια. Μετὰ ἀπὸ φρικώδεις βασάνους, τὸν ἔκαψαν ζωντανὸ τὴν Μεγάλη Τρίτη τοῦ ἔτους 1437.






Διήγησης ὠφέλιμος Μάλχου μοναχοῦ αἰχμαλωτισθέντος
Κάποιος μοναχός, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν Μάλχος, ἔκανε παρακοὴ στὸν Γέροντά του καὶ ξεκίνησε χωρὶς νὰ λάβει εὐλογία γιὰ τὴν γενέτειρά του, τὴ Μαρώνεια τῆς Συρίας, προκειμένου νὰ τακτοποιήσει τὰ κληρονομικὰ θέματα τῆς οἰκογένειάς του, μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του. Κατὰ τὸ ταξίδι, τὸν συνέλαβαν οἱ Σαρακηνοὶ καὶ μαζὶ μὲ μία γυναίκα τοὺς πούλησαν σὲ ἕναν Αἰθίοπα. Ἐκεῖ ὁ μοναχὸς Μάλχος ὑπῆρξε ὑπόδειγμα ὑπηρέτη. Καὶ ὁ κύριός του, γιὰ νὰ τὸν ἀνταμείψει, τοῦ πρότεινε νὰ νυμφευθεῖ ὡς σύζυγό του τὴν συναιχμάλωτή του γυναίκα. Ὁ Μάλχος τοῦ ἐξήγησε ὅτι εἶναι μοναχὸς καὶ δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ νυμφευθεῖ. Ὁ Αἰθίοπας, ὅμως, τὸν ἀπείλησε καὶ ἔτσι ὁ μοναχὸς ἔκανε εἰκονικὸ γάμο μὲ τὴν γυναίκα αὐτή.
Κάποια νύχτα ὁ Μάλχος δραπέτευσε μαζὶ μὲ τὴν γυναίκα. Ὁ κύριός του τὸ ἀντιλήφθηκε καὶ ἄρχισε νὰ τοὺς κυνηγᾶ μὲ ἕναν ὑπηρέτη. Τότε ἐκεῖνοι κρύφθηκαν μέσα σὲ μία σπηλιά, ποὺ ἦταν γεμάτη ἄγρια θηρία. Ὁ Μάλχος ἔκανε τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ. Τὰ ἄγρια ζῶα δὲν τοὺς πείραξαν καθόλου. Μόλις, ὅμως, μπῆκε στὴν σπηλιὰ ὁ Αἰθίοπας μὲ τὸν ὑπηρέτη του, μία λέαινα ὅρμησε καὶ τοὺς κατασπάραξε. Τότε ὁ Μάλχος εὐχαρίστησε τὸν Θεὸ γιὰ τὴν σωτηρία τους καὶ ἐπέστρεψε στὸν Γέροντά του, ἀναλογιζόμενος σὲ πόσες περιπέτειες τὸν ὁδήγησε ἡ παρακοή, ἐνῷ ἡ γυναῖκα κατέφυγε σὲ γυναικεῖο μοναστήρι
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:23 pm

27 ΜΑΡΤΙΟΥ






Ἀκάθιστος Ὕμνος
Image
Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος εἶναι «Κοντάκιον». «Κοντάκια» παλαιότερα ἐλέγοντο ὁλόκληροι ὕμνοι, ἀνάλογοι πρὸς τοὺς «Κανόνες». Ἡ ὀνομασία ὀφείλεται μᾶλλον στὸ κοντὸ ξύλο ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἐτυλίσσετο ἡ μεμβράνη ποὺ περιεῖχε τὸν ὕμνο. Τὸ πρῶτο τροπάριο ἐλέγετο «προοίμιο» ἢ «κουκούλιο» καὶ τὰ ἀκολουθοῦντα ἐλέγοντο «οἶκοι», ἴσως διότι ὁλόκληρος ὁ ὕμνος θεωρεῖτο ὡς σύνολο οἰκοδομημάτων ἀφιερωμένων στὴ μνήμη κάποιου ἁγίου. Κοντάκιο λέγεται συνήθως σήμερα τὸ πρῶτο τροπάριο ἑνὸς τέτοιου ὕμνου.

Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος περιέχει προοίμιο καὶ 24 «οἴκους». Τὸ προοίμιό του σήμερα εἶναι τό: «Τὴ Ὑπερμάχω Στρατηγῶ».

Ἡ «ἀκροστιχίδα» τοῦ ὕμνου εἶναι ἀλφαβητική, δηλαδὴ ἀκολουθεῖ τὴ σειρὰ τῶν γραμμάτων Α΄, Β΄, Γ΄, Δ΄ ἕως Ω΄.

«Ἐφύμνιο» λέγεται ἡ τελευταία φράσις τοῦ ὕμνου ποὺ ἐπαναλαμβάνει ὁ λαός. «Ἐφύμνια» ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος ἔχει δυό: Τὸ «Χαῖρε, Νύφη ἀνύμφευτε» στοὺς περιττοὺς «οἴκους» (1,3,5,7,κτλ) καὶ τὸ «Ἀλληλούϊα» στοὺς ἀρτίους (2,4,6,8 κτλ).

Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος ἀρχίζει μὲ τὸν Εὐαγγελισμὸ τῆς Θεοτόκου καὶ ἔπειτα ἀναφέρεται σὲ ἄλλα γεγονότα, ὅπως τῆς σαρκώσεως τοῦ Κυρίου, τῆς θεώσεως τῶν ἀνθρώπων καὶ τῆς θεομητορικῆς ἀξίας τῆς Θεοτόκου.

Ποιητὴς ποὺ νὰ μὴν ἐπιδέχεται ἀντιρρήσεις δὲν δόθηκε μέχρι σήμερα. Οἱ περισσότεροι θεωροῦν τὸν Ὕμνο ὡς ἔργο τοῦ Ρωμανοῦ τοῦ Μελῳδοῦ.

Κατὰ τὸ ἔτος 626 ἡ Κωνσταντινούπολη πολιορκήθηκε ἀπὸ τοὺς Πέρσες καὶ Ἀβάρους. Ὁ βασιλέας Ἡράκλειος ἀπουσίαζε στὴ Μικρὰ Ἀσία σὲ πόλεμο κατὰ τῶν Περσῶν. Τότε ὁ φρούραρχος Βῶνος μαζὶ μὲ τὸν Πατριάρχη Σέργιο ἀνέλαβαν τὴν ὑπεράσπιση τῆς αὐτοκρατορίας. Ὁ Πατριάρχης περιέτρεχε τὴ πόλη μὲ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας καὶ ἐνεθάρρυνε τὰ πλήθη καὶ τοὺς μαχητές. Ξαφνικὰ ἔγινε φοβερὸς ἀνεμοστρόβιλος ποὺ κατέστρεψε τὸν ἐχθρικὸ στόλο καὶ τὴ νύκτα τῆς 7ης πρὸς τὴν 8η Αὐγούστου, ἀναγκάσθηκαν νὰ φύγουν ἄπρακτοι. Ὁ λαὸς πανηγυρίζοντας τὴ σωτηρία του, συγκεντρώθηκε στὸ Ναὸ τῆς Παναγίας τῶν Βλαχερνῶν καὶ ὅλοι ὄρθιοι ἔψαλλαν τὸν ἀπὸ τότε λεγόμενο «Ἀκάθιστο» Ὕμνο στὴν Παναγία, ἀποδίδοντας τὰ «νικητήρια» καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη τους στὴν «Ὑπερμάχω Στρατηγῶ».

Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος ψάλλεται ἀπὸ τότε τμηματικὰ στὶς πρῶτες τέσσερις Παρασκευὲς τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς καὶ ὁλόκληρος τὴν Πέμπτη ἑβδομάδα τῶν Νηστειῶν.
Ὁ Ἀκάθιστος Ὕμνος εἶναι ἕνα ἀριστούργημα τῆς παγκοσμίου θρησκευτικῆς ποιήσεως καὶ δημοφιλέστατος.



Ἄγγελος πρωτοστάτης,
οὐρανόθεν ἐπέμφθη,
εἰπεῖν τῇ Θεοτόκω τὸ Χαῖρε·
καὶ σὺν τῇ ἀσωμάτῳ φωνῇ,
σωματούμενόν σε θεωρῶν, Κύριε,
ἐξίστατο καὶ ἵστατο,
κραυγάζων πρὸς Αὐτὴν τοιαῦτα·
Χαῖρε, δ' ἧς ἡ χαρὰ ἐκλάμψει,
χαῖρε, δι' ἧς ἡ ἀρὰ ἐκλείψει.
Χαῖρε, τοῦ πεσόντος Ἀδάμ ἡ ἀνάκλησις,
χαῖρε, τῶν δακρύων τῆς Εὔας ἡ λύτρωσις.
Χαῖρε, ὕψος δυσανάβατον ἀθρωπίνοις λογισμοῖς,
χαῖρε, βάθος δυσθεώρητον καὶ ἀγγέλων ὀφθαλμοῖς.
Χαῖρε, ὅτι ὑπάρχεις Βασιλέως καθέδρα,
χαῖρε, ὅτι βαστάζεις τὸν βαστάζοντα πάντα.
Χαῖρε, ἀστὴρ ἐμφαίνων τὸν ἥλιον,
χαῖρε, γαστὴρ ἐνθέου σαρκώσεως.
Χαῖρε, δι' ἧς νεουργεῖται ἡ κτίσις,
χαῖρε, δι' ἧς βρεφουργεῖται ὁ Κτίστης.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Βλέπουσα ἡ Ἁγία,
ἑαυτήν ἐν ἁγνείᾳ,
φησὶ τῷ Γαβριὴλ θαρσαλέως·
τὸ παράδοξόν σου τῆς φωνῆς,
δυσπαράδεκτόν μου τῇ ψυχῇ φαίνεται·
ἀσπόρου γὰρ συλλήψεως,
τὴν κύησιν πὼς λέγεις κράζων·
Ἀλληλούια.

Γνῶσιν ἄγνωστον γνῶναι,
ἡ Παρθένος ζητοῦσα,
ἐβόησε πρὸς τὸν λειτουργοῦντα·
ἐκ λαγόνων ἁγνῶν,
υἷον πῶς ἔσται τεχθῆναι δυνατόν;
λέξον μοι.
Πρὸς ἥν ἐκεῖνος ἔφησεν ἐν φόβῳ,
πλὴν κραυγάζων οὕτω·
Χαῖρε, βουλῆς ἀπορρήτου μύστις,
χαῖρε, σιγῆς δεομένων πίστις.
Χαῖρε, τῶν θαυμάτων Χριστοῦ τὸ προοίμιον,
χαῖρε, τῶν δογμάτων αὐτοῦ τὸ κεφάλαιον.
Χαῖρε, κλῖμαξ ἐπουράνιε, δι' ἧς κατέβη ὁ Θεός,
χαῖρε, γέφυρα μετάγουσα ἀπὸ γῆς πρὸς οὐρανόν.
Χαῖρε, τὸ τῶν Ἀγγέλων πολυθρύλητον θαῦμα,
χαῖρε, τὸ τῶν δαιμόνων πολυθρήνητον τραῦμα.
Χαῖρε, τὸ φῶς ἀρρήτως γεννήσασα,
χαῖρε, τὸ πῶς μηδένα διδάξασα.
Χαῖρε, σοφῶν ὑπερβαίνουσα γνῶσιν,
Χαῖρε, πιστῶν καταυγάζουσα φρένας.
Χαῖρε, Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Δύναμις τοῦ Ὑψίστου,
ἐπεσκίασε τότε,
πρὸς σύλληψιν τῇ Ἀπειρογάμω·
καὶ τὴν εὔκαρπον ταύτης νηδύν,
ὡς ἀγρὸν ὑπέδειξεν ἡδὺν ἅπασι,
τοῖς θέλουσι θερίζειν σωτηρίαν,
ἐν τῷ ψάλλειν οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ἔχουσα θεοδόχον,
ἡ Παρθένος τὴν μήτραν,
ἀνέδραμε πρὸς τὴν Ἐλισάβετ.
Τὸ δὲ βρέφος ἐκείνης εὐθὺς ἐπιγνόν,
τὸν ταύτης ἀσπασμὸν ἔχαιρε,
καὶ ἅλμασιν ὡς ἄσμασιν,
ἐβόα πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, βλαστοῦ ἀμάραντου κλῆμα,
χαῖρε, καρποῦ ἀκήρατου κτῆμα.
Χαῖρε, γεωργὸν γεωργοῦσα φιλάνθρωπον,
χαῖρε, φυτουργὸν τῆς ζωῆς ἠμῶν φύουσα,
Χαῖρε, ἄρουρα βλαστάνουσα εὐφορίαν οἰκτιρμῶν,
χαῖρε, τράπεζα βαστάζουσα εὐθηνίαν ἱλασμῶν.
Χαῖρε, ὅτι λειμῶνα τῆς τρυφῆς ἀναθάλλεις,
χαῖρε, ὅτι λιμένα τῶν ψυχῶν ἑτοιμάζεις.
Χαῖρε, δεκτὸν πρεσβείας θυμίαμα,
χαῖρε, παντός τοῦ κόσμου ἐξίλασμα.
Χαῖρε, Θεοῦ πρὸς θνητοὺς εὐδοκία,
χαῖρε, θνητῶν πρὸς Θεὸν παρρησία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ζάλην ἔνδοθεν ἔχων,
λογισμῶν ἀμφιβόλων,
ὁ σώφρων Ἰωσὴφ ἐταράχθη·
πρὸς τὴν ἄγαμόν σὲ θεωρῶν,
καὶ κλεψίγαμον ὑπονοῶν Ἄμεμπτε·
μαθὼν δέ σου τὴν σύλληψιν,
ἐκ Πνεύματος Ἁγίου,
ἔφη·
Ἀλληλούια.

Ἤκουσαν oἱ ποιμένες,
τῶν Ἀγγέλων ὑμνούντων,
τὴν ἔνσαρκον Χριστοῦ παρουσίαν·
καὶ δραμόντες ὡς πρὸς ποιμένα,
θεωροῦσι τοῦτον ὡς ἀμνὸν ἄμωμον,
ἐν γαστρὶ τῆς Μαρίας βοσκηθέντα,
ἥν ὑμνοῦντες εἶπον·
Χαῖρε, Ἀμνοῦ καὶ Ποιμένος Μῆτερ,
χαῖρε, αὐλὴ λογικῶν προβάτων.
Χαῖρε, ἀοράτων ἐχθρῶν ἀμυντήριον,
χαῖρε, Παραδείσου θυρῶν ἀνοικτήριον.
Χαῖρε, ὅτι τὰ οὐράνια συναγάλλεται τῇ γῇ,
χαῖρε, ὅτι τὰ ἐπίγεια συγχορεύει οὐρανοῖς.
Χαῖρε, τῶν Ἀποστόλων τὸ ἀσίγητον στόμα,
χαῖρε, τῶν Ἀθλοφόρων τὸ ἀνίκητον θάρσος.
Χαῖρε, στερρὸν τῆς πίστεως ἔρεισμα,
χαῖρε, λαμπρὸν τῆς Χάριτος γνώρισμα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγυμνώθη ὁ Ἅδης,
χαῖρε, δι' ἧς ἐνεδύθημεν δόξαν.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Θεοδρόμον ἀστέρα,
θεωρήσαντες Μάγοι,
τῇ τούτου ἠκολούθησαν αἴγλῃ·
καὶ ὡς λύχνον κρατοῦντες αὐτόν,
δι' αὐτοῦ ἠρεύνων κραταιὸν Ἄνακτα,
καὶ φθάσαντες τὸν ἄφθαστον,
ἐχάρησαν αὐτῷ βοῶντες·
Ἀλληλούια.

Ἴδον παῖδες Χαλδαίων,
ἐν χερσὶ τῆς Παρθένου,
τὸν πλάσαντα χειρὶ τοὺς ἀνθρώπους·
καὶ Δεσπότην νοοῦντες αὐτόν,
εἰ καὶ δούλου μορφὴν ἔλαβεν,
ἔσπευσαν τοῖς δώροις θεραπεῦσαι,
καὶ βοῆσαι τῇ Εὐλογημένῃ·
Χαῖρε, ἀστέρος ἀδύτου Μήτηρ,
χαῖρε, αὐγὴ μυστικῆς ἡμέρας.
Χαῖρε, τῆς ἀπάτης τὴν κάμινον σβέσασα,
χαῖρε, τῆς Τριάδος τοὺς μύστας φωτίζουσα.
Χαῖρε, τύραννον ἀπάνθρωπον ἐκβαλοῦσα τῆς ἀρχῆς,
χαῖρε, Κύριον φιλάνθρωπον ἐπιδείξασα Χριστόν.
Χαῖρε, ἡ τῆς βαρβάρου λυτρουμένη θρησκείας,
χαῖρε, ἢ τοῦ βορβόρου ρυομένη τῶν ἔργων.
Χαῖρε πυρὸς προσκύνησιν παύσασα,
χαῖρε, φλογὸς παθῶν ἀπαλλάττουσα.
Χαῖρε, πιστῶν ὁδηγὲ σωφροσύνης,
χαῖρε, πασῶν γενεῶν εὐφροσύνη.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Κήρυκες θεοφόροι,
γεγονότες οἱ Μάγοι,
ὑπέστρεψαν εἰς τὴν Βαβυλῶνα,
ἐκτελέσαντές σου τὸν χρησμόν,
καὶ κηρύξαντές σε τὸν Χριστὸν ἅπασιν,
ἀφέντες τὸν Ἡρώδην ὡς ληρώδη,
μὴ εἰδότα ψάλλειν·
Ἀλληλούια.

Λάμψας ἐν τῇ Αἰγύπτῳ,
φωτισμὸν ἀληθείας ἐδίωξας,
τοῦ ψεύδους τὸ σκότος·
τὰ γὰρ εἴδωλα ταύτης Σωτήρ,
μὴ ἐνέγκαντά σου τὴν ἰσχὺν πέπτωκεν,
οἱ τούτων δὲ ρυσθέντες,
ἐβόων πρὸς τὴν Θεοτόκον·
Χαῖρε, ἀνόρθωσις τῶν ἀνθρώπων,
χαῖρε, κατάπτωσις τῶν δαιμόνων.
Χαῖρε, τὴν ἀπάτης τὴν πλάνην πατήσασα,
χαῖρε, τῶν εἰδώλων τὴν δόξαν ἐλεγξασα.
Χαῖρε, θάλασσα ποντίσασα Φαραὼ τὸν νοητόν,
χαῖρε, πέτρα ἡ ποτίσασα τοὺς διψῶντας τὴν ζωὴν.
Χαῖρε, πύρινε στῦλε ὁδηγῶν τοὺς ἐν σκότει,
χαῖρε, σκέπη τοῦ κόσμου πλατυτέρα νεφέλης.
Χαῖρε, τροφὴ τοῦ μάνα διάδοχε,
χαῖρε, τρυφῆς ἁγίας διάκονε.
Χαῖρε, ἡ γῆ τῆς ἐπαγγελίας,
χαῖρε, ἐξ ἧς ρέει μέλι καὶ γάλα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Μέλλοντος Συμεῶνος,
τοῦ παρόντος αἰῶνος,
μεθίστασθαι τοῦ ἀπατεῶνος,
ἐπεδόθης ὡς βρέφος αὐτῷ,
ἀλλ' ἐγνώσθης τούτω καὶ Θεὸς τέλειος·
διόπερ ἐξεπλάγη σου τὴν ἄρρητον σοφίαν,
κράζων·
Ἀλληλούια.

Νέαν ἔδειξε κτίσιν,
ἐμφανίσας ὁ Κτίστης,
ἡμῖν τοῖς ὑπ' αὐτοῦ γενομένοις·
ἐξ ἀσπόρου βλαστήσας γαστρός,
καὶ φυλάξας ταύτην,
ὥσπερ ἦν ἄφθορον,
ἵνα τὸ θαῦμα βλέποντες,
ὑμνήσωμεν αὐτὴν βοῶντες·
Χαῖρε, τὸ ἄνθος τῆς ἀφθαρσίας,
χαῖρε, τὸ στέφος τῆς ἐγκρατείας.
Χαῖρε, ἀναστάσεως τύπον ἐκλάμπουσα,
χαῖρε, τῶν Ἀγγέλων τὸν βίον ἐμφαίνουσα.
Χαῖρε, δένδρον ἀγλαόκαρπον, ἐξ οὗ τρέφονται πιστοί,
χαῖρε, ξύλον εὐσκιόφυλλον, ὑφ' οὗ σκέπονται πολλοί.
Χαῖρε, κυοφοροῦσα ὁδηγὸν πλανωμένοις,
χαῖρε, ἀπογεννῶσα λυτρωτὴν αἰχμαλώτοις.
Χαῖρε, Κριτοῦ δικαίου δυσώπησις,
χαῖρε, πολλῶν πταιόντων συγχώρησις.
Χαῖρε, στολὴ τῶν γυμνῶν παρρησίας,
χαῖρε, στοργὴ πάντα πόθον νικῶσα.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ξένον τόκον ἰδόντες,
ξενωθῶμεν τοῦ κόσμου, τὸν νοῦν εἰς οὐρανὸν μεταθέντες·
διὰ τοῦτο γὰρ ὁ ὑψηλὸς Θεός,
ἐπὶ γῆς ἐφάνη ταπεινὸς ἄνθρωπος·
βουλόμενος ἑλκύσαι πρὸς τὸ ὕψος,
τοὺς αὐτῷ βοώντας·
Ἀλληλούια.

Ὅλως ἦν ἐν τοῖς κάτω,
καὶ τῶν ἄνω οὐδόλως ἀπῆν,
ὁ ἀπερίγραπτος Λόγος·
συγκατάβασις γὰρ θεϊκή,
οὐ μετάβασις τοπικὴ γέγονε,
καὶ τόκος ἐκ Παρθένου θεολήπτου,
ἀκουούσης ταῦτα·
Χαῖρε, Θεοῦ ἀχωρήτου χώρα,
χαῖρε, σεπτοῦ μυστηρίου θύρα.
Χαῖρε, τῶν ἀπίστων ἀμφίβολον ἄκουσμα,
χαῖρε, τῶν πιστῶν ἀναμφίβολον καύχημα.
Χαῖρε, ὄχημα πανάγιον τοῦ ἐπὶ τῶν Χερουβείμ,
χαῖρε, οἴκημα πανάριστον τοῦ ἐπὶ τῶν Σεραφείμ.
Χαῖρε, ἡ τἀναντία εἰς ταὐτὸ ἀγαγοῦσα,
χαῖρε, ἡ παρθενίαν καὶ λοχείαν ζευγνῦσα.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐλύθη παράβασις,
χαῖρε, δι' ἧς ἠνοίχθη παράδεισος.
Χαῖρε, ἡ κλεὶς τῆς Χριστοῦ βασιλείας,
χαῖρε, ἐλπὶς ἀγαθῶν αἰωνίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Πᾶσα φύσις Ἀγγέλων,
κατεπλάγη τὸ μέγα,
τῆς σῆς ἐνανθρωπήσεως ἔργον·
τὸν ἀπρόσιτον γὰρ ὡς Θεόν,
ἐθεώρει πᾶσι προσιτὸν ἄνθρωπον,
ἡμῖν μὲν συνδιάγοντα,
ἀκούοντα δὲ παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ρήτορας πολυφθόγγους,
ὡς ἰχθύας ἀφώνους,
ὁρῶμεν ἐπὶ σοὶ Θεοτόκε·
ἀποροῦσι γὰρ λέγειν,
τὸ πῶς καὶ Παρθένος μένεις,
καὶ τεκεῖν ἴσχυσας·
ἡμεῖς δὲ τὸ μυστήριο ν θαυμάζοντες,
πιστῶς βοῶμεν·
Χαῖρε, σοφίας Θεοῦ δοχεῖον,
χαῖρε, προνοίας αὐτοῦ ταμεῖον.
Χαῖρε, φιλοσόφους ἀσόφους δεικνύουσα,
χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα.
Χαῖρε, ὅτὶ ἐμωράνθησαν οἱ δεινοὶ συζητηταί,
χαῖρε, ὅτι ἐμαράνθησαν οἱ τῶν μύθων ποιηταί.
Χαῖρε, τῶν Ἀθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα,
χαῖρε, τῶν ἁλιέων τὰς σαγήνας πληροῦσα.
Χαῖρε, βυθοῦ ἀγνοίας ἐξέλκουσα,
χαῖρε, πολλοὺς ἐν γνώσει φωτίζουσα.
Χαῖρε, ὁλκὰς τῶν θελόντων σωθῆναι,
χαῖρε, λιμὴν τῶν τοῦ βίου πλωτήρων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Σῶσαι θέλων τὸν κόσμον,
ὁ τῶν ὅλων κοσμήτωρ,
πρὸς τοῦτον αὐτεπάγγελτος ἦλθε·
καὶ ποιμὴν ὑπάρχων ὡς Θεός,
δι' ἡμᾶς ἐφάνη καθ' ἡμᾶς ἄνθρωπος·
ὁμοίῳ γὰρ τὸ ὅμοιον καλέσας,
ὡς Θεὸς ἀκούει·
Ἀλληλούια.

Τεῖχος εἶ τῶν παρθένων,
Θεοτόκε Παρθένε,
καὶ πάντων τῶν εἰς σὲ προστρεχόντων.
Ὁ γὰρ τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῆς γῆς,
κατεσκεύασέ σε ποιητής, Ἄχραντε,
οἰκήσας ἐν τῇ μήτρα σου,
καὶ πάντας σοι προσφωνεῖν διδάξας·
Χαῖρε, ἡ στήλη τῆς παρθενίας,
χαῖρε, ἡ πύλη τῆς σωτήριας.
Χαῖρε, ἀρχηγὲ νοητῆς ἀναπλάσεως,
χαῖρε, χορηγὲ θεϊκῆς ἀγαθότητος.
Χαῖρε, σὺ γὰρ ἀνεγέννησας τοὺς συλληφθέντας αἰσχρῶς,
χαῖρε, σὺ γὰρ ἐνουθέτησας τοὺς συληθέντας τὸν νοῦν.
Χαῖρε, ἡ τὸν φθορέα τῶν φρενῶν καταργοῦσα,
χαῖρε, ἡ τὸν σπορέα τῆς ἁγνείας τεκοῦσα.
Χαῖρε, παστάς ἀσπόρου νυμφεύσεως,
χαῖρε, πιστοὺς Κυρίῳ ἁρμόζουσα.
Χαῖρε, καλὴ κουροτρόφε παρθένων,
χαῖρε, ψυχῶν νυμφοστόλε ἁγίων.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὕμνος ἅπας ἡττᾶται,
συνεκτείνεσθαι σπεύδων,
τῷ πλήθει τῶν πολλῶν οἰκτιρμῶν σου·
ἰσαρίθμους γὰρ τῇ ψάμμῳ ὠδάς,
ἂν προσφέρωμέν σοι, Βασιλεῦ ἅγιε,
οὐδὲν τελοῦμεν ἄξιον,
ὧν δέδωκας ἡμῖν τοῖς σοὶ βοῶσιν·
Ἀλληλούια.

Φωτοδόχον λαμπάδα,
τοῖς ἐν σκότει φανεῖσαν,
ὁρῶμεν τὴν ἁγίαν Παρθένον·
τὸ γὰρ ἄυλον ἅπτουσα φῶς,
ὁδηγεῖ πρὸς γνῶσιν θεϊκὴν ἅπαντας,
αὐγῇ τὸν νοῦν φωτίζουσα,
κραυγῇ δὲ τιμωμένη ταῦτα·
Χαῖρε, ἀκτὶς νοητοῦ ἡλίου,
χαῖρε, βολὶς τοῦ ἀδύτου φέγγους.
Χαῖρε, ἀστραπὴ τὰς ψυχὰς καταλάμπουσα,
χαῖρε, ὡς βροντὴ τοὺς ἐχθροὺς καταπλήττουσα.
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύφωτον ἀνατέλλεις φωτισμόν,
Χαῖρε, ὅτι τὸν πολύρρυτον ἀναβλύζεις ποταμόν.
Χαῖρε, τῆς κολυμβήθρας ζωγραφοῦσα τὸν τύπον,
χαῖρε, τῆς ἁμαρτίας ἀναιροῦσα τὸν ρύπον.
Χαῖρε, λουτὴρ ἔκπλυνων συνείδησιν,
χαῖρε, κρατὴρ κιρνῶν ἀγαλλίασιν.
Χαῖρε, ὀσμὴ τῆς Χριστοῦ εὐωδίας,
χαῖρε, ζωὴ μυστικῆς εὐωχίας.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Χάριν δοῦναι θελήσας,
ὀφλημάτων ἀρχαίων,
ὁ πάντων χρεωλύτης ἀνθρώπων,
ἐπεδήμησε δι’ἑαυτοῦ,
πρὸς τοὺς ἀποδήμους τῆς αὐτοῦ Χάριτος·
καὶ σχίσας τὸ χειρόγραφον,
ἀκούει παρὰ πάντων οὕτως·
Ἀλληλούια.

Ψάλλοντές σου τὸν τόκον,
ἀνυμνοῦμέν σε πάντες,
ὡς ἔμψυχον ναόν, Θεοτόκε.
Ἐν τῇ σῇ γὰρ οὶκήσας γαστρί,
ὁ συνέχων πάντα τῇ χειρὶ Κύριος,
ἡγίασεν, ἐδόξασεν, ἐδίδαξε βοᾶν σοὶ πάντας·
Χαῖρε, σκηνὴ τοῦ Θεοῦ καὶ Λόγου,
χαῖρε, Ἁγία ἁγίων μείζων.
Χαῖρε, κιβωτὲ χρυσωθεῖσα τῷ Πνεύματι,
χαῖρε, θησαυρὲ τῆς ζωῆς ἀδαπάνητε.
Χαῖρε, τίμιον διάδημα βασιλέων εὐσεβῶν,
χαῖρε, καύχημα σεβάσμιον ἱερέων εὐλαβῶν.
Χαῖρε, τῆς Ἐκκλησίας ὁ ἀσάλευτος πύργος,
χαῖρε, τῆς Βασιλείας τὸ ἀπόρθητον τεῖχος.
Χαῖρε, δι' ἧς ἐγείρονται τρόπαια,
χαῖρε, δι' ἧς ἐχθροὶ καταπίπτουσι.
Χαῖρε, χρωτὸς τοῦ ἐμοῦ θεραπεία,
χαῖρε, ψυχῆς τῆς ἐμῆς σωτηρία.
Χαῖρε, Νύμφη ἀνύμφευτε.

Ὦ πανύμνητε Μῆτερ,
ἡ τεκοῦσα τὸν πάντων ἁγίων,
ἁγιώτατον Λόγον·
δεξαμένη γὰρ τὴν νῦν προσφοράν,
ἀπὸ πάσης ρῦσαι συμφορᾶς ἅπαντας,
καὶ τῆς μελλούσης λύτρωσαι κολάσεως,
τοὺς σοὶ βοῶντας·
Ἀλληλούια.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.
Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς λαβὼν ἐν γνώσει, ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ Ἰωσὴφ σπουδῇ ἐπέστη, ὁ Ἀσώματος λέγων τῇ Ἀπειρογάμῳ· Ὁ κλίνας τῇ καταβάσει τοὺς οὐρανούς, χωρεῖται ἀναλλοιώτως ὅλος ἐν σοί· ὃν καὶ βλέπων ἐν μήτρᾳ σου, λαβόντα δούλου μορφήν, ἐξίσταμαι κραυγάζειν σοι· Χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Αὐτόμελον.

Τῇ ὑπερμάχῳ στρατηγῷ τὰ νικητήρια

Ὡς λυτρωθεῖσα τῶν δεινῶν εὐχαριστήρια

Ἀναγράφω σοι ἡ πόλις σου Θεοτόκε.

Ἀλλ’ ὡς ἔχουσα τὸ κράτος ἀπροσμάχητον

Ἐκ παντοίων με κινδύνων ἐλευθέρωσον,
Ἴνα κράζω σοι· Χαῖρε Νύμφη Ἀνύμφευτε.

Μεγαλυνάριον.
Ὕμνοις ἐν αΰπνοις οἱ εὐσεβεῖς, ἀκαθίστῳ στάσει, ἀνυμνοῦμεν πανευλαβῶς, τὴν πρὸς τὸν λαόν σου, θερμήν σου προστασίαν, Παρθένε Θεοτόκε, ἡμῶν βοήθεια.







Ἡ Ὁσία Ματρώνα ἡ Ὁμολογήτρια ἡ ἐν Θεσσαλονίκῃ
Image
Ἡ Ὁσία Ματρώνα ἔζησε στὴ Θεσσαλονίκη καὶ συγκαταλέγεται μεταξὺ τῶν Μαρτύρων τῶν πρώτων αἰώνων τῆς Ἐκκλησίας μας, κατὰ τὴν περίοδο τῶν διωγμῶν. Ὑπῆρξε ἀκόλουθος μιᾶς πλούσιας καὶ εὐγενοῦς Ἰουδαίας, μὲ τὸ ὄνομα Παντίλλα ἢ Παυτίλλα, ἡ ὁποία ἦταν σύζυγος τοῦ στρατοπεδάρχη τῆς Θεσσαλονίκης. Καθημερινὰ συνόδευε τὴν κυρία της στὴ συναγωγὴ τῆς πόλεως, ὅπου ὡστόσο δὲν πήγαινε ἡ ἴδια, διότι κρυφὰ κατέφευγε σὲ χριστιανικὸ ναό, γιὰ νὰ προσευχηθεῖ.

Μοιραῖα, ὅμως, ἐπειδὴ γιὰ πολὺ καιρὸ ἡ Ματρώνα ξεγελοῦσε τὴν κυρία της, μία λάθος κίνηση στάθηκε ἀφορμὴ γιὰ νὰ ἀποκαλυφθεῖ ἡ ταυτότητά της. Σὲ μία ἑορτὴ τῶν Ἰουδαίων, κατὰ τὴν ὁποία συνήθιζαν νὰ τρῶνε πικρὰ χόρτα καὶ ἄζυμα, ἡ Ματρώνα ἄργησε νὰ ἐπιστρέψει ἀπὸ τὸ ναὸ καὶ ὅταν ἔφθασε στὴν συναγωγὴ γινόταν ἡ τελετὴ τῶν Ἐπιτιμίων. Ἕνας ἀπὸ τοὺς δούλους τῆς Παντίλλας κατήγγειλε ὅτι ἡ Ματρώνα ἦταν Χριστιανὴ καὶ ὅτι ἐξαπατᾶ τὴν κυρία της, φροντίζοντας κάθε φορὰ ποὺ αὐτὴ προσερχόταν στὴν συναγωγή, ἐκείνη νὰ πηγαίνει στὴν Ἐκκλησία. Αὐτὸ προκάλεσε τὴν ὀργὴ τῆς Παντίλλας, ποὺ δὲν δίστασε, ξεσπώντας σὲ κραυγές, νὰ τὴν κατηγορήσει ὅτι εἶναι ἐχθρικὴ πρὸς αὐτήν. Διέταξε ἀμέσως τὴν σύλληψή της καί, ἀφοῦ τὴν συνέλαβαν καὶ τὴν ἔδεσαν, ἄρχισαν νὰ τὴν μαστιγώνουν. Ἡ Ματρώνα, ὅμως, μὲ παρρησία δήλωσε ὅτι εἶναι Χριστιανὴ καὶ ὅτι, ἂν καὶ ἡ κυρία της ἐξουσίαζε τὸ σῶμα της καὶ τὴν ἴδια της τὴν ζωή, ὡστόσο δὲν μποροῦσε νὰ τὴν μεταπείσει σὲ ὅσα πίστευε.

Ἡ Παντίλλα, ἀφοῦ τὴν ἁλυσόδεσε, διέταξε νὰ τὴν φυλακίσουν καὶ νὰ σφραγίσουν τὴν πόρτα τοῦ κελιοῦ της. Ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, νωρὶς τὸ πρωί, πῆγε ἡ ἴδια νὰ δεῖ ἂν ἡ Ματρώνα ζεῖ. Ἔκπληκτη διαπίστωσε ὅτι εἶχε ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμά της καὶ στεκόταν φωτεινὴ ψάλλοντας, χωρὶς νὰ ἔχει τὸ παραμικρὸ ἴχνος τραύματος καὶ βασανισμοῦ. Ἐξοργισμένη ἡ Παντίλλα διέταξε νὰ δέσουν πάλι τὴν Ματρώνα καὶ νὰ τὴν μαστιγώσουν ἀνηλεῶς. Ἐκείνη, ἔκπληκτη γιὰ τὴν ἰδιαίτερη σκληρότητα τῆς κυρίας της, τὴν ρώτησε γιατί τὴν βασάνιζε, ὀμολογώντας ὡστόσο τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Καταπονημένη ἀπὸ τὰ βασανιστήρια καὶ μὴν μπορώντας νὰ σταθεῖ στὰ πόδια της, ἡ Ματρώνα κλείσθηκε καὶ πάλι στὴν φυλακή.

Ἔπειτα ἀπὸ τρεῖς ἡμέρες, ὅταν ἡ Παντίλλα ἐπισκέφθηκε τὸ κελὶ τῆς φυλακῆς τῆς Ἁγίας, ἀντίκρισε τὸ ἴδιο θέαμα. Τὴν Μάρτυρα ἀπελευθερωμένη ἀπὸ τὰ δεσμά της, μὲ τὸ ἴδιο φωτεινὸ πρόσωπο, παρὰ τὰ βασανιστήρια καὶ τὴν πεῖνα ποὺ ὑπέστη ἐπὶ δεκατέσσερις ἡμέρες. Τότε ἡ κυρία της, γεμάτη ὀργή, διέταξε νὰ δέσουν τὴν Ματρώνα σὲ δρύϊνα ξύλα καὶ νὰ τὴν βασανίσουν. Ἐξαντλημένη ἡ Ἁγία ἀπὸ τὶς μαστιγώσεις καὶ μὲ τὸ σῶμα της γεμάτο σημάδια, ψέλλισε μὲ ἀδύναμη φωνὴ λίγες λέξεις προσευχῆς καὶ παρέδωσε τὸ πνεῦμα της.

Ἡ Παντίλλα διέταξε τότε κάποιον μὲ τὸ ὄνομα Στρατόνικος, νὰ τυλίξει τὸ λείψανο τῆς Ἁγίας σὲ δέρμα καὶ στὴν συνέχεια νὰ τὸ ρίξει ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῆς πόλεως. Τὸ ἱερὸ λείψανό της τὸ παρέλαβαν οἱ Χριστιανοὶ καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ εὐλάβεια κοντὰ στὴν Λεωφόρο, δηλαδὴ τὴν Ἐγνατία ὁδό. Μετὰ τὸ τέλος τῶν διωγμῶν, ὁ Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης Ἀλέξανδρος πῆρε τὸ σκήνωμα τῆς Μάρτυρος καὶ τὸ μετέφερε μέσα στὴν πόλη καί, ἀφοῦ ἔκτισε ναό, τὸ ἀπέθεσε ἐντὸς αὐτοῦ.

Τὴν ἐποχὴ τῆς Φραγκοκρατίας, ὅμως, τὸ σκήνωμα τῆς Ἁγίας μεταφέρθηκε στὴν Βαρκελώνη καὶ ἐναποτέθηκε σὲ ναό, ποὺ καταστράφηκε κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ Β’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Ἐκτὸς τῶν τειχῶν τῆς Θεσσαλονίκης ὑπῆρχε καὶ μονὴ ἀφιερωμένη στὴν Ἁγία Ματρώνα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Γνώμην ἀήττητον, Ματρῶνα φέρουσα, πίστιν τὴν ἔνθεον, ἄσυλον ἔσωσας, μὴ δουλωθεῖσα τὴν ψυχήν, Ἑβραίων τῇ ἀπηνείᾳ· ὅθεν ἀριστεύσασα, καὶ τὸν δόλιον κτείνασα, μυστικῶς νενύμφευσαι, τῷ Δεσπότῃ τῆς κτίσεως. Αὐτὸν οὖν ἐκτενῶς ἐκδυσώπει, πάσης ἡμᾶς ῥυσθῆναι βλάβης.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Φωτὶ νοητῷ, Ματρῶνα ἀτενίζουσα, εἱρκτῆς τὴν φρουράν, ὡς θάλαμον λελόγισαι, ἐξ ἧς Μάρτυς ἔδραμες, πρὸς παστάδα πάμφωτον κράζουσα· Τῇ σῇ Λόγε θείᾳ στοργῇ, μαστίγων τὴν πεῖραν, καθυπέστην φαιδρῶς.

Μεγαλυνάριον.
Οὐδόλως δεδούλωσαι τὴν ψυχὴν, ἀλλ’ ἐλευθερίᾳ, ἐνδιέπρεψας εὐσεβεῖ, καὶ ἀρρενωθεῖσα, τὴν φρένα ὦ Ματρῶνα, ἠγώνισαι ἀνδρείως, κατὰ τοῦ ὄφεως.






Ὁ Ἅγιος Ἀνανὶ ὁ Προφήτης
Ὁ Προφήτης Ἀνανί, ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα. Ὁ βασιλέας Ἀσὰ μὲ τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ εἶχε στὴν ἀρχὴ ἀποκρούσει νικηφορα, τὴν ἐναντίον του ἐπιδρομὴ τοῦ βασιλέως τῆς Συρίας. Ἀργότερα, ὅμως, ὁ Ἀσὰ συνθηκολόγησε καὶ ἔστειλε στὸν βασιλέα τῆς Συρίας χρυσὸ καὶ ἀσῆμι, γιὰ νὰ τὸ χρησιμοποιήσει γιὰ τὸν πόλεμο ἐναντίων τοῦ βασιλείου τοῦ Ἰούδα. Τότε ὁ Προφήτης Ἀνανὶ παρουσιάσθηκε στὸν Ἀσὰ καὶ τὸν ἔλεγξε αὐστηρὰ γιὰ τὴν πράξη του αὐτὴ λέγοντας: «Ἐπειδὴ ἐσὺ εἶχες τὴν πεποίθησή σου στὸν βασιλέα τῆς Συρίας καὶ δὲν ἐστηρίχθης στὸν Κύριο καὶ Θεό σου, γι’ αὐτὸ διέφυγε ἐκ τῆς καταστροφῆς τῆς χειρός σου ὁ στρατὸς τῆς Συρίας. Οἱ Αἰθίοπες καὶ οἱ Λίβυες δὲν ἤσαν περισσότεροι σὲ ἀριθμὸ καὶ σὲ ὁρμητικότητα καὶ εἶχαν περισσότερους ἱππεῖς; Καὶ ὅμως, ἐπειδὴ εἶχες πεποίθηση στὸν Κύριο, παρέδωκε αὐτοὺς ὁ Κύριος στὰ χέρια σου. Οἱ ὀφθαλμοὶ τοῦ Κυρίου ἐπιβλέπουν ἐφ’ ὅλης της γῆς, γιὰ νὰ στηρίζουν ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔχουν καρδιὰ τελείως ἀφοσιωμένη πρὸς Αὐτόν. Τοῦτο ὅμως σὺ τὸ παρεγνώρισες. Ἀπὸ τώρα καὶ στὸ ἑξῆς θὰ γίνεται πόλεμος ἐναντίον σου». Ὁ βασιλέας ὀργισμένος διέταξε τὴν φυλάκιση τοῦ Προφήτου Ἀνανί, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε ἀργότερα μὲ εἰρήνη.






Οἱ Ἅγιοι Φιλητὸς, Λυδία, Θεοπρέπιος, Μακεδόνας, Ἀμφιλόχιος καὶ Κρονίδης οἱ Μάρτυρες
Image
Ὁ Ἅγιος Φιλητὸς ἦταν Συγκλητικός, ἡ Ἁγία Λυδία ἦταν ἡ σύζυγός του, οἱ Ἅγιοι Θεοπρέπιος καὶ Μεκαδόνας τα τέκνα τους, ενῷ ὁ Ἅγιος Ἀμφιλόχιος ἦταν Δοῦκας καὶ ὁ Ἅγιος Κρονίδης Κομενταρήσιος.
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Ἀδριανοῦ (117 – 138 μ.Χ.) καὶ ἦταν Χριστιανοὶ εὐσεβεῖς καὶ φοβούμενοι τὸν Θεό. Ὅταν ὁ Ἀδριανὸς ἄκουσε περὶ αὐτῶν, κάλεσε τὸν Ἅγιο Φιλητὸ καὶ τὸν ρώτησε περὶ τῆς ὁμολογίας αὐτοῦ. Ὅμως, ἐπεισὴ ὁ βασιλέας δὲν μποροῦσε νὰ ἀντισταθεῖ στὴν σοφία τοῦ Μάρτυρος, τὸν παρέδωσε στὸν Δοῦκα Ἀμφιλόχιο, ὁ ὁποῖος ἀμέσως, ἀφοῦ κρέμασε τὸν Ἅγιο Φιλητὸ καὶ τὴν Ἁγία Λυδία ἐπάνω σὲ ξύλο, τοὺς ἔγδαρε. Στὴν συνέχεια ἔριξε στὴν φυλακὴ τὸν Κρονίδη τὸν κομενταρήσιο, ποὺ πίστεψε στὸν Χριστό. Τὴ νύχτα, ἐνῷ οἱ Ἅγιοι ἔψαλλαν καὶ προσεύχονταν, ἦλθαν Ἄγγελοι ποὺ τοὺς ἔδωσαν θάρρος γιὰ τοὺς μαρτυρικοὺς ἀγῶνες. Τὴν ἑπόμενη ἡμέρα παρουσιάσθηκαν οἱ Ἅγιοι στὸν τύραννο, ὁ ὁποῖος τοὺς εἶπε: «Προετοιμάζονται γιὰ ἐσᾶς πολλὲς τιμωρίες». Καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ τοὺς ρίξουν μέσα σὲ χάλκινο λέβητα πυρωμένο καὶ γεμάτο μὲ ἔλαιο καὶ ρητίνη. Μόλις, ὅμως, οἱ Ἅγιοι ἔκαναν τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ, ὁ λέβητας ψυχράνθηκε. Ὅταν τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ δοῦκας Ἀμφιλόχιος πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ ἔριξε τὸν ἑαυτό του στὸν λέβητα λέγοντας: «Κύριε, βοήθησε με». Τότε ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ποὺ ἔλεγε: «Ἄκουσα τὴν δέησή σου, ἀνέβα πρὸς Ἐμένα μὲ χαρά». Ὅταν δὲ ὁ βασιλέας εἶδε τοὺς Ἁγίους νὰ ἔχουν διαφυλαχθεῖ σῶοι καὶ ὑγιεῖς, ἀναχώρησε καὶ τοὺς ἄφησε ἐλεύθερους καὶ ἔτσι τελείωσαν τὸν βίο τους προσευχόμενοι.






Οἱ Ἅγιοι Βαρούχιος καὶ Ἰωάννης οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες Βαρούχιος καὶ Ἰωάννης τελειώθηκαν διὰ ξίφους.






Ὁ Ὅσιος Εὐτύχιος
Ὁ Ὅσιος Εὐτύχιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Κήρυκος ὁ ἐν Ἄπρῳ
Ὁ ὅσιος Κήρυκος ἀσκήτεψε στὴν Θρᾴκη, κοντὰ στὴν πόλη τοῦ Ἄπρου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.







Ὁ Ἅγιος Παῦλος ὁ Σημειοφόρος Ἐπίσκοπος Κορίνθου
Ὁ Ἅγιος Παῦλος καταγόταν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ θεοφιλεῖς, οἱ ὁποῖοι ἀκολούθησαν τὸν μοναχικὸ βίο. Ἦταν ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, Ἐπισκόπου Ἄργους († 3 Μαΐου) καὶ ἀσκήτεψε μαζί του στὴν Κόρινθο. Ἀργότερα ὁ Ἅγιος Παῦλος ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Κορίνθου καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ Ἀρχιεπίσκοπος Ροστὼβ τῆς Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ γεννήθηκε περὶ τὰ τέλη τοῦ 14ου αἰῶνος μ.Χ. στὴ Ρωσία. Στὶς 13 Ἀπριλίου 1427 χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπός της πόλεως Ροστὼβ ἀπὸ τὸν Ἅγιο Φώτιο, Μητροπολίτη Κιέβου († 2 Ἰουλίου). Σύμφωνα μὲ τὰ τοπικὰ Χρονικά, ἀμέσως μετὰ τὴν ἄνοδό του στὸν θρόνο, ἄρχισε τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς μονῆς Βαρινίσκιζ τῆς Τριάδος τοῦ Ἁγίου Σεργίου, στὸ Πσκώφ, στὸ μέρος ὅπου βρισκόταν ἡ οἰκία τοῦ εὐγενοῦς Κυρίλλου, πατέρα τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ.

Ὁ Ἅγιος ἀναδείχθηκε φίλος τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ ὑπερασπιστὴς τοῦ κοινοβιακοῦ συστήματος δίνοντας τὴν εὐλογία του γιὰ τὴν ἵδρυση μονῶν.

Σπουδαῖο ρόλο ἀνέπτυξε καὶ στὰ πολιτικὰ – στρατιωτικὰ πράγματα τῆς ἐποχῆς του καὶ ἰδιαίτερα στὶς συγκρούσεις, ποὺ ἀνεφύησαν μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1430 – 1440, γιὰ τὴν ὑπεροχὴ τῶν Ρώσων. Ἂν καὶ ἡ περιοχὴ τοῦ Γκαλὶτς ἀνῆκε στὴν κανονικὴ δικαιοδοσία τῆς Μητροπόλεώς του, ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὑπῆρξε σθεναρὸς ἀντίπαλος τῶν ἡγεμόνων τοῦ Γκάλιτς καὶ ὑποστηρικτὴς τῶν ἡγεμόνων τῆς Μόσχας. Τὸ ἔτος 1453 ὁ πρίγκιπας τοῦ Γκαλίτς, Βασίλειος Κοζόϋ, ἀπήγαγε τὸν Ἅγιο καὶ τὸν ἀνάγκασε, μαζὶ μὲ ἄλλους Ἐπισκόπους, νὰ ὑπογράψει ἐπιστολὲς καὶ ἐγκυκλίους κατὰ τοῦ ἀντιπάλου του, πρίγκιπα Δημητρίου Σεμζάκα.

Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ ὑπῆρξε, ἐπίσης, φλογερὸς πολέμιος τῆς ἑνώσεως Ὀρθόδοξης καὶ Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία ἀποφασίσθηκε τὸ ἔτος 1439 στὴν Σύνοδο Φερράρας – Φλωρεντίας καὶ ὑπεγράφη ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Μόσχας Ἰσίδωρο, ποὺ ἔλαβε μέρος στὴν Σύνοδο. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συμμετεῖχε σὲ ἔκτακτη Σύνοδο τῶν Ρώσων Ἐπισκόπων τὸ 1440 – 1441, ἡ ὁποία καταδίκασε τελικὰ τὴν στάση τοῦ λατινόφρονος Ἰσιδώρου.

Τὸ ἔτος 1448 προήδρευσε τῆς Συνόδου τῆς Μόσχας, κατὰ τὴν διάρκεια τῆς ὁποίας ἐξελέγη Μητροπολίτης Μόσχας καὶ πασῶν τῶν Ρώσων ὁ Ἅγιος Ἰωνᾶς († 31 Μαρτίου).
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1454 καὶ ἐνταφιάσθηκε στὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ροστώβ. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του, ἐπίσης, στὶς 23 Μαΐου, ἑορτὴ τῆς Συνάξεως τῶν Ἁγίων του Ροστὼβ καὶ Γιαροσλάβ.






Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος Πατριάρχης Γεωργίας
Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος (Τσελάϊα) γεννήθηκε τὸ ἔτος 1861 στὸ χωριὸ Μαρτβίλι τῆς περιοχῆς Σαμεγκρέλο τῆς Γεωργίας καὶ σπούδασε στὸ σεμινάριο τῆς Τυφλίδος. Ἐξελέγη Μητροπολίτης τῆς πόλεως Κοντίντι καὶ στὶς 15 Ὀκτωβρίου τοῦ 1917 Καθολικὸς Πατριάρχης Γεωργίας. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1927.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:25 pm

28 ΜΑΡΤΙΟΥ







Ὁ Ὅσιος Ἰλαρίων ὁ Νέος
Image
Ὁ Ὅσιος Ἰλαρίων διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς Πελεκητῆς στὴν Τριγλὶα καὶ διακρίθηκε γιὰ τὸ ἀσκητικό του ἦθος, τὸ φιλόθεο ζῆλο του, τὸ χάρισμα τῆς ἐλεημοσύνης καὶ τοὺς πνευματικοὺς ἀγῶνες. Γι’ αὐτὸ ὁ Ἅγιος Θεὸς τὸν προίκισε μὲ τὸ προορατικὸ χάρισμα. Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 754 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἱλαρότητι τρόπων καλλωπιζόμενος, ὡς καθαρώτατον σκεῦος τῆς ἐπιπνοίας Χριστοῦ, τῆς ἐνθέου βιοτῆς ἐδείχθης ἔσοπτρον· ὅθεν ἀστράπτεις νοητῶς, ἀρετῶν μαρμαρυγὰς, Πατὴρ ἡμῶν Ἱλαρίων, πρὸς ἀπλανῆ ὁδηγίαν, καὶ σωτηρίαν τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἐλαία εὔκαρπος, ἀναβλαστήσας, Ἱλαρίων Ὅσιε, καθιλαρύνεις μυστικῶς, τῷ σῷ ἐλαίῳ τοὺς ψάλλοντας· χαίροις Ὁσίων, κανὼν ἀπαρέγκλιτε.

Μεγαλυνάριον.
Ἔλεος καὶ χάριν παρὰ Θεοῦ, Πάτερ Ἱλαρίων, ὡς τῷ θρόνῳ αὐτοῦ ἑστώς, αἴτει θεοφόρε, ἡμῖν καταπεμφθῆναι, τοῖς ἐπιγραφομένοις, θερμὸν προστάτην σε.






Ὁ Ἅγιος Ἡρωδίων ὁ Ἀπόστολος Ἐπίσκοπος Ταρσοῦ
Ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Ἡρωδίων ἀνῆκε στὸν κύκλο τῶν Ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων τοῦ Κυρίου. Στὴν συνέχεια χειροτονήθηκε ἀπὸ αὐτοὺς Ἐπίσκοπος Ταρσοῦ καὶ ἀκολούθησε τὸν Ἀπόστολο Πέτρο στὴν Ρώμη. Ἐκεῖ τελειώθηκε μαρτυρικά, ἀφοῦ ἀποκεφαλίσθηκε, ἐπὶ αὐτοκράτορος Νέρωνος (54 – 68 μ.Χ.), μετὰ τοῦ Ὀλυμπᾶ († 10 Νοεμβρίου).






Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ὁ Ἱεροσολυμίτης
Ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴν Παλαιστίνη κατὰ τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. καὶ διακρίθηκε στὴν συγγραφὴ πνευματικῶν κειμένων. Ὑπῆρξε γέννημα καὶ θρέμμα τῶν Ἱεροσολύμων. Ἀφοῦ μελέτησε σὲ βάθος τὴν Ἁγία Γραφή, πλούτισε σὲ γνώσεις γιὰ τὸν Θεό. Ἀκολούθως, ἀφοῦ ἀναχώρησε καὶ ἔγινε μοναχός, ζοῦσε στὴν ἔρημο ἐπισκεπτόμενος τοὺς Ὁσίους Πατέρες ποὺ εὑρίσκονταν ἐκεῖ καὶ συλλέγοντας ἀπὸ τὸν καθένα τὰ ἄνθη τῆς ἀρετῆς ὡς φιλόπονη μέλισσα. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ διαφύγει τῆς προσοχῆς, τόση ἀρετή, ἀφοῦ ἐξαναγκάστηκε ἀπὸ τὸν τότε Ἀρχιερέα τῶν Ἱεροσολύμων, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος. Καὶ προσμένοντας ἐπάνω στὸν Τάφο τοῦ Κυρίου καὶ στοὺς ἄλλους τόπους, στοὺς ὁποίους ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστὸς ὑπέμεινε τὰ Ἅγια Πάθη γιὰ χάρη μας, ἄντλησε πηγὲς γνώσεως καὶ σοφίας. Γι’ αὐτὸ ἑρμήνευσε καὶ διασαφήνισε κάθε Γραφὴ καὶ προέβη σὲ ὠφέλεια πολλῶν.

Στὰ στοιχεῖα αὐτὰ τοῦ Συναξαρίου, ὁ Θεοφάνης στὴ Χρονογραφία του προσθέτει τὴν πληροφορία ὅτι ἡ χειροτονία τοῦ Ὁσίου Ἡσυχίου σὲ πρεσβύτερο, τελέσθηκε ἀμέσως μόλις ἀναδείχθηκε στὸν ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο τῆς Ἀλεξανδρείας ὁ Ἅγιος Κύριλλος (412 μ.Χ.). Ὁ δὲ Κύριλλος Σκυθοπολίτης, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τὰ πράγματα ἀπὸ τὴν τοπικὴ παράδοση, πλὴν τῶν χαρακτηρισμῶν γιὰ τὸν Ὅσιο, «πρεσβύτερος καὶ τῆς Ἐκκλησίας διδάσκαλος», «πεφωτισμένος», «θεολόγος», «φωστήρ», παρέχει καὶ τὴν εἴδηση, ὅτι κατὰ τὸν ἐγκαινιασμὸ τοῦ ναοῦ τῆς μονῆς τοῦ Εὐθυμίου ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰουβενάλιο (422 – 458 μ.Χ.), τὸ 428 ἢ 429 μ.Χ., στὴν συνοδεία αὐτοῦ παρίστατο καὶ ὁ Ὅσιος Ἡσύχιος πρὸς μεγάλη χαρὰ τοῦ Ἁγίου Εὐθυμίου.

Ὁ Ὅσιος ἀναμείχθηκε ἐνεργὰ στοὺς δογματικοὺς ἀγῶνες τῆς ἐποχῆς κοντὰ στὸ πλευρὸ τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου Ἀλεξανδρείας, τοῦ ὁποίου τὴν ἀντινεστοριακὴ πολιτικὴ ἀκολούθησε, ὅπως συνάγεται καὶ ἀπὸ τὸ τμῆμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἱστορίας του, τὸ ὁποῖο παρατίθεται στὰ Πρακτικὰ τῆς Ε’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου (553 μ.Χ.).

Ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ ἔγινε σὲ ὅλους γνωστὸς καὶ ἀξιοθαύμαστος καὶ ὑπηρετοῦσε τὸν Θεὸ μὲ κάθε τρόπο, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ ἀνέβηκε μὲ χαρὰ πρὸς τὸν Κύριο. Ὁ τάφος του ἐδεικνύετο ἀκόμη περὶ τὸ ἔτος 570 μ.Χ. στὴν ἀνατολικὴ πύλη τῶν Ἱεροσολύμων, ὅπου ὑπῆρχε παρεκκλήσι πρὸς τιμήν του, γίνονταν λατρευτικὲς συνάξεις καὶ διανέμονταν στοὺς πτωχοὺς δῶρα.
Ὡς ἔργα τοῦ Ὁσίου Ἠσυχίου θεωροῦνται τά: «Ὑπόμνημα εἰς τὸ Λευϊτικόν», «Ὑπόμνημα εἰς τὸν Ἰώβ», «Ἑρμηνεία Ψαλμῶν», «Ἑρμηνεία εἰς τὸν Ἡσαΐαν», «Στιχηρὸν τῶν Ἰβ’ Προφητῶν», «Ἑρμηνεία εἰς τᾶς ᾠδάς», «Συναγωγὴ ἀποριῶν καὶ ἐπιλύσεων», «Ἐκκλησιαστικὴ Ἱστορία», «Ὁμιλίαι».






Ὁ Ἅγιος Μποϋὰν ὁ ἐπονομαζόμενος Ἐνραβωτᾶ πρίγκιπας τῶν Βουλγάρων
Ὁ Ἅγιος Μποϋὰν ἦταν υἱὸς τοῦ βασιλέως τῆς Βουλγαρίας Ὀμουρτὰγ (816 – 831 μ.Χ.), τὴν ἐποχὴ κατὰ τὴν ὁποία οἱ Βούλγαροι ἦταν ἀκόμη στὸ σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρίας. Ἐνῷ ἦταν πρωτότοκος, μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατέρα του, δὲν ἔγινε βασιλέας, ἀλλὰ ἡ ἐξουσία πέρασε στὸν μικρότερο ἀδελφό του Μαλαμίρ.

Ἀπὸ τὴν ἀρχὴ τοῦ 9ου αἰῶνος μ.Χ., δηλαδὴ ἀπὸ τότε ποὺ ἄρχισε ἡ βασιλεία τοῦ φιλοπόλεμου Κρούμμου (803 – 814 μ.Χ.), οἱ Χριστιανοὶ διώκονταν, ἰδιαίτερα στὶς περιοχὲς ποὺ εἶχαν ἀποσπασθεῖ ἀπὸ τοὺς Βυζαντινούς.

Ὅταν ὁ ἀδελφὸς τοῦ Ἁγίου ἀνέκτησε τὴν ἐξουσία, θέλησε νὰ βεβαιωθεῖ ὅτι ὁ Μποϋὰν δὲν εἶχε ἀσπασθεῖ τὴν χριστιανικὴ πίστη. Γι’ αὐτὸ τοῦ πρότεινε νὰ συμμετάσχει σὲ ἕνα εἰδωλολατρικὸ θυσιαστικὸ συμπόσιο. Στὴν ἄρνηση τοῦ Ἁγίου νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ὁ βασιλέας διέταξε τὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατό του. Ἦταν περὶ τὸ ἔτος 833 μ.Χ.

Σύμφωνα μὲ τὴν μαρτυρία τοῦ Θεοφύλακτου, Ἀρχιεπισκόπου Ἀχρίδος (1090 – 1126), ὁ πρίγκιπας Μποϋὰν κατὰ τὴν στιγμὴ τοῦ μαρτυρίου του προφήτευσε τὰ ἀκόλουθα: «Αὐτὴ ἡ πίστη, γιὰ τὴν ὁποία σήμερα πεθαίνω, θὰ διαδοθεῖ στὴν χώρα τῶν Βουλγάρων. Ἐσεῖς μάταια προσπαθεῖτε νὰ τὴν καταστρέψετε μὲ τὸν θάνατό μου. Τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ θὰ ὑπάρχει παντοῦ. Θὰ ἀνεγερθοῦν ναοὶ καθαροὶ καὶ ἁγνοὶ πρὸς τιμὴν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ καὶ ἱερεῖς καθαροὶ καὶ ἁγνοὶ θὰ Τὸν διακονήσουν. Τὰ εἴδωλα καὶ οἱ βωμοί σας θὰ καταστραφοῦν, σὰν νὰ μὴν ὑπῆρξαν ποτέ».
Τρία χρόνια ἀργότερα ὁ βασιλέας Μαλαμὶρ πέθανε. Ὁ ἀπόγονος τοῦ Ἁγίου Μποϋὰν βαπτίσθηκε Χριστιανός, τὸ ἔτος 865 μ.Χ., καὶ ἀνακήρυξε τὴν ὀρθόδοξη πίστη ὡς πίστη τοῦ κράτους.






Ὁ Ἅγιος Εὐστράτιος ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Νηστευτής
Image
Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος, ἀπόγονος μιᾶς πλούσιας οἰκογένειας τοῦ Κιέβου, διέθεσε στοὺς πτωχοὺς ὅλα τὰ πλούτη του καὶ ἐγκαταβίωσε στὴ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ὅπου ἀφιερώθηκε στὴν ἄσκηση καὶ τὴ νηστεία. Στὶς εἰκόνες περιγράφεται μὲ ἀνοιχτοῦ χρώματος μαλλιά, ἀραιὴ γενειάδα, ντυμένος μὲ τὸ μοναχικὸ ράσο καὶ ἀνυπόδητος.

Μόλις ὁ Ὅσιος ἔγινε μοναχός, ἄρχισε νὰ ἀγωνίζεται κατὰ τῶν σαρκικῶν παθῶν καὶ τοῦ διαβόλου μὲ τὰ ὅπλα τοῦ φωτός, τὴν ἀγρυπνία, τὴν προσευχὴ καὶ προπαντὸς τὴν χριστομίμητη νηστεία. Μὲ τὸν ἀγῶνα καὶ τὴν σκληρὴ ἐγκράτεια, ταπείνωσε τοὺς δαίμονες καὶ ἐξουδετέρωνε τὶς προσβολές τους. Πάντοτε θυμόταν ὅτι ὁ Κύριός του, ὁ Ἰησοῦς Χριστός, μὲ τὴν σαρανταήμερη νηστεία καὶ τὴν προσευχή Του κατέβαλε τὸν πονηρό, ἐνῷ ἀντίθετα ὁ πρωτόπλαστος Ἀδάμ, λόγω τῆς ἀποτυχίας του στὸ νὰ φανεῖ ἐγκρατής, ἔπεσε καὶ ἐξορίσθηκε ἀπὸ τὸν Παράδεισο. Ἔτσι ὁ γενναῖος Εὐστράτιος ἕλιωσε πραγματικὰ τὸ σῶμα του μὲ τὴν αὐστηρὴ νηστεία, ἀλλὰ μαζὶ μὲ αὐτὸ ἕλιωσε καὶ τὰ πάθη καὶ διέλυσε τὶς δαιμονικὲς πλεκτᾶνες. Γι’ αὐτὸ ἐπονομάσθηκε Νηστευτής.

Ὁ Βίος τοῦ Ὁσίου Εὐστρατίου περιγράφει, μὲ ἰδιαίτερη ἐπιμέλεια, τὶς περιστάσεις τοῦ μαρτυρίου του. Στὶς 20 Ἰουλίου τοῦ ἔτους 1096, ἡ Λαύρα τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, ἔγινε ξαφνικὰ στόχος ἐπιθέσεως τῶν Πολόφσκυ, οἱ ὁποῖοι καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὸν Μπονγιὰκ τὸν Φιλάργυρο, λεηλάτησαν τὴ μονὴ καὶ αἰχμαλώτισαν μοναχοὺς καὶ ἐργάτες αὐτῆς καὶ τοὺς πούλησαν ὡς σκλάβους στὴν Βυζαντινὴ πόλη Χερσόνησο, στὴν Ταυρίδα.

Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος καὶ ἄλλοι πενήντα αἰχμάλωτοι ἀγοράστηκαν ἀπὸ ἕνα Ἑβραῖο τῆς Χερσονήσου, ὁ ὁποῖος, γιὰ νὰ τοὺς ἐξαναγκάσει νὰ ἀσπασθοῦν τὴν ἰουδαϊκὴ πίστη τοὺς ἄφησε νὰ ὑποφέρουν ἀπὸ τὴν πεῖνα καὶ τὴ δίψα. Καθὼς ἡ ἀποδοχὴ τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ σήμαινε ἀπελευθέρωση ἀπὸ τὴν σκλαβιά, μετὰ ἀπὸ ἕξι χρόνια σκληρῆς δουλείας, οἱ αἰχμάλωτοι ἦταν ἕτοιμοι νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστό. Ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος, ὅμως, τοὺς ἔπεισε νὰ μὴν ἀρνηθοῦν τὴν ὑπόσχεση ποὺ ἔδωσαν μὲ τὸ βάπτισμα. Μετὰ ἀπὸ δέκα τέσσερις ἡμέρες ὅλοι πέθαναν ἀπὸ πεῖνα καὶ δίψα, ἐκτὸς ἀπὸ τὸν Ὅσιο Εὐστράτιο, ποὺ εἶχε συνηθίσει στὶς πολυήμερες νηστεῖες. Ὁ ἰδιοκτήτης λοιπόν, ὀργισμένος, τὸν κατηγόρησε γιὰ τὸν θάνατο τῶν συντρόφων του καὶ διέταξε νὰ σταυρωθεῖ ἀνήμερα τοῦ Χριστιανικοῦ Πάσχα. Σύμφωνα μὲ τὸ Βίο, ὁ Ὅσιος Εὐστράτιος ἔζησε γιὰ δεκαπέντε ἀκόμα ἡμέρες ἐπάνω στὸν σταυρὸ καὶ βρῆκε τὴν δύναμη νὰ συζητήσει μὲ τὸν Ἑβραῖο ἰδιοκτήτη ἐὰν ὁ σταυρικὸς θάνατος ἦταν ἀτιμία ἢ προνόμιο καὶ νὰ προφητέψει γιὰ τοὺς δουλοκτῆτες του μία ἐπικείμενη θεομηνία. Μόλις τὸ εἶπε αὐτό, μαχαιρώθηκε.
Οἱ ἀνόσιοι σταυρωτὲς κατέβασαν τὸ ἱερὸ λείψανο ἀπὸ τὸν σταυρὸ καὶ τὸ ἔριξαν στὴν θάλασσα. Ἡ ἀνεξερεύνητη οἰκονομία τοῦ Θεοῦ μετέφερε τὸ τίμιο σκήνωμα θαυματουργικά, χωρὶς ἀνθρώπινη μεσολάβηση, στὰ σπήλαια τῆς Λαύρας τοῦ Κιέβου. Ἐκεῖ τὸ βρῆκαν μὲ κατάπληξη καὶ δέος οἱ μοναχοί, ἐκεῖνοι ποὺ εἶχαν σωθεῖ καὶ εἶχαν ἐπιστρέψει στὴ μονὴ μετὰ ἀπὸ τὸ πέρασμα τῶν Πολόφσκυ καὶ τὸ ἐνταφίασαν μὲ τιμὲς καὶ δοξολογίες. Στὸν τόπο αὐτὸ παραμένει μέχρι σήμερα, ἄφθορο καὶ δοξασμένο, ἐπιτελώντας ἀναρίθμητα θαύματα στοὺς πιστούς.






Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Θαυματουργός ἐκ Ρωσίας
Image
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ὅσιος Φαῦστος ὁ Θαυματουργός ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Φαῦστος ἔζησε καὶ ἀσκήτεψε στὴν περιοχὴ Βολογκντὰ τῆς Ρωσίας. Ἡ μνήμη του συνεορτάζεται μετὰ τῶν Ὁσίων Κυρίλλου καὶ Σπυρίδωνος († 5 Δεκεμβρίου), τὴ δευτέρα Κυριακὴ τῆς Πεντηκοστῆς.






Ὁ Ἅγιος Μστισλάβος ὁ πρίγκιπας τοῦ Βλαντιμὶρ

Ὁ Ἅγιος Μστισλάβος ἔζησε στὴν Ρωσία κατὰ τὸν 12ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν υἱὸς τοῦ πρίγκιπα τοῦ Βλαντιμὶρ Ἀνδρέου Βογκολιούμποβο. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1173.






Ὁ Ὅσιος Ἰλαρίων ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἰλαρίων ἀσκήτεψε στὴ μονὴ Ποκρόφσκοε Ὀζέρκσκοε τῆς Ρωσίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1476.







Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Ἰωνᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρωσία καὶ ἔζησε κατὰ τὰ τέλη τοῦ 15ου καὶ τὶς ἀρχὲς τοῦ 16ου αἰῶνος μ.Χ. Ἀσκήτεψε στὴ νῆσο Κλιμέντσυ καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1534.






Ὁ Ὅσιος Διονύσιος ὁ Ἐλεήμων

Γιὰ τὸν Ἅγιο Διονύσιο τὸν Ἐλεήμονα, Μητροπολίτη Λαρίσης καὶ κτίτορα τῆς μονῆς τοῦ Ἁγίου Νικολάου Ἀναπαυσᾶ τῶν Μετεώρων, δὲν διασώζονται ἁγιολογικὰ κείμενα, ἀκολουθίες, συναξάρια ἢ βίος.

Ὁ Ἅγιος Διονύσιος εἰκονίζεται σὲ τοιχογραφία τοῦ 1627 στὸ ἀριστερὸ κλίτος τοῦ ναοῦ τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων Τρικάλων, ὅπου κατὰ χρονολογικὴ σειρὰ ἀπὸ ἀριστερὰ πρὸς δεξιὰ τοιχογραφοῦνται ἑπτὰ «Ἅγιοι Ἀρχιεπίσκοποι Λαρίσης». Ὁ Ἅγιος Θωμᾶς ὁ Γοριανίτης, ὁ Ἅγιος Κυπριανὸς ὁ Θαυματουργός, ὁ Ἅγιος Ἀντώνιος ὁ Λογιώτατος καὶ Νέος Θεολόγος, ὁ Ἅγιος Βησσαρίων, ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἐλεήμων, ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἡσυχαστὴς καὶ ὁ Ἅγιος Βησσαρίων τοῦ Σωτῆρος.

Ἡ ἐπιγραφὴ τῆς τοιχογραφίας (ὁ Ἅγιος Διονύσιος ὁ Ἐλεήμων Ἀρχιεπίσκοπος [λαρίσις]), μαρτυρεῖ ὅτι ὁ Ἅγιος καταξιώθηκε στὴ συνείδηση τοῦ πιστοῦ ποιμνίου του καὶ συγκαταριθμήθηκε στὴν τιμητικὴ χορεία τῶν τοπικῶν Ἁγίων τῆς περιοχῆς. Ἀκόμη, ἡ ἐπωνυμία Ἐλεήμων ποὺ τοῦ ἀποδόθηκε, ἀποδεικνύει ἀναντίρρητα τὴν πλούσια προσφορά του, τόσο στὸν Ἐκκλησιαστικὸ ὅσο καὶ στὸν κοινωνικὸ τομέα, ὡς φιλεύσπλαχνου διακόνου σὲ ὅσους βρίσκονταν σὲ χαμηλὴ κοινωνικὴ κατάσταση καὶ ὡς παρηγορητὴ σὲ ἐκείνους ποὺ ἔπασχαν.

Μὲ βάση τὴν χρονολογικὴ σειρὰ τῶν παραπάνω ἑπτὰ Ἁγίων Μητροπολιτῶν τῆς Λάρισας, ἡ ἀρχιερατεῖα τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τοῦ Ἐλεήμονος, πρέπει νὰ τοποθετηθεῖ μετὰ τὸ 1489 – 1490 καὶ πρὶν τὸ 1499 καὶ ὁπωσδήποτε θὰ ἦταν μικρῆς διάρκειας. Περὶ τὸ ἔτος 1499 ὁ Ἅγιος Διονύσιος παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ ἀξίωμά του καὶ τὴν θέση του κατέλαβε ὁ Ἅγιος Μᾶρκος ὁ Ἡσυχαστής. Μετὰ τὴν παραίτησή του ἀποσύρθηκε καὶ μόνασε στὴ μονὴ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἀναπαυσᾶ, τῆς ὁποίας ὑπῆρξε καὶ ὁ νεότερος κτίτορας.

Ἐπίσης ὁ Ἅγιος Διονύσιος Λαρίσης μνημονεύεται πολλὲς φορὲς στὸ «Σύγγραμμα Ἱστορικόν» ἢ «Χρονικὸν τῶν Μετεώρων», τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ γράφτηκε λίγο μετὰ τὸ ἔτος 1529. Σύμφωνα λοιπόν, μὲ τὸ κείμενο αὐτό, ὁ Ἅγιος Διονύσιος ἦταν ἐκεῖνος ποὺ πρῶτος ἔδωσε τὸν τίτλο τοῦ ἡγουμένου στὸν «πατέρα» τῆς μονῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Μετεώρου, ἱερομόναχο Ἰωάσαφ, ὁ ὁποῖος δὲν εἶχε καμία σχέση πρὸς τὸν ὁμώνυμο κτίτορα τῆς μονῆς βασιλέα Ἰωάννη Οὔρεση Παλαιολόγο – Ἰωάσαφ μοναχό, καὶ κατόπιν τὸν χειροτόνησε Ἐπίσκοπο Φαναρίου.
Ὁ Ὅσιος Διονύσιος κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη, τὴν Μεγάλη Πέμπτη τοῦ ἔτους 1510.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἐκ Γεωργίας
Image
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Μανγκλίσι τῆς ἀνατολικῆς Γεωργίας καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1751.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:29 pm

29 ΜΑΡΤΙΟΥ






Ε' Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν Ὁσίας Μαρίας τῆς Αἰγυπτίας
Image
Αυτή τη Κυριακή τιμάμε τη μνήμη της οσίας Μητέρας μας η οποία εορτάζεται και κατά την 1η Απριλίου. Το «Ωρολόγιο» γράφει ότι «Πλησιάζοντας το τέλος της αγίας Σαρακοστής, τάχθηκε να εορτάζεται σήμερα η αγία προς τόνωση των ραθύμων και αμαρτωλών σε μετάνοια.

Όταν ήταν δώδεκα ετών η αγία, έφυγε μακριά από τους γονείς της και πήγε στην Αλεξάνδρεια όπου έζησε για 17 χρόνια ασώτως. Έπειτα από περιέργεια ξεκίνησε με πολλούς προσκυνητές για τα Ιεροσόλυμα, να παραβρεθεί στην ύψωση του Τιμίου Σταυρού, όπου όμως συνέχισε την ακολασία και παρέσυρε πολλούς στην απώλεια.

Θέλησε μάλιστα να μπει στην Εκκλησία τη μέρα της υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, αλλά αισθάνθηκε τέσσερις φορές κάποια αόρατο δύναμη να την εμποδίζει να εισέλθει στο Ναό, ενώ όλοι οι άλλοι έμπαιναν ανεμπόδιστα. Πληγώθηκε αφάνταστα η καρδιά της από το γεγονός αυτό και παρεκάλεσε τη Παναγία να της επιτρέψει και ότι θα αλλάξει ζωή. Αμέσως μπήκε μέσα, προσκύνησε το Τίμιο Ξύλο και έφυγε από τα Ιεροσόλυμα, πέρασε τον Ιορδάνη και προχώρησε στα βάθη της ερήμου, προσευχομένη και ζώντας σκληρή ζωή μετανοίας για 47 χρόνια.
Όταν έφθασε το τέλος της ζωής της συνάντησε ένα ερημίτη που τον έλεγαν Ζωσιμά στον οποίο ζήτησε και εξομολογήθηκε όλη τη ζωή της και τον παρεκάλεσε να τη κοινωνήσει των Αχράντων Μυστηρίων. Αυτό έκανε εκείνος ο ερημίτης το επόμενο έτος τη Μεγάλη Πέμπτη. Το μεθεπόμενο έτος επανήλθε ο Ζωσιμάς να την ξανακοινωνήσει, αλλά την βρήκε νεκρή και με ένα σημείωμα που έγραφε: «Αββά Ζωσιμά, θάψε μου εδώ το σώμα της αθλίας Μαρίας. Πέθανα την ίδια μέρα που με κοινώνησες των Αχράντων Μυστηρίων. Να εύχεσαι για μένα.»

Πρέπει να ήταν τότε το έτος 378 ή κατ' άλλους το 437.»
Η οσία Μαρία είναι ζωντανό παράδειγμα της δυνάμεως της μετανοίας. Παρά το ότι βυθίσθηκε μέχρι το κεφάλι στη λάσπη της αμαρτίας, έπειτα μετανοήσει και με τη Χάρη του ελέους του Θεού, έφθασε στη καθαρότητα των Αγγέλων.

Μπορούμε να γίνουμε όλοι κατάλευκοι, όπως ήμασταν προ του βαπτίσματος, αρκεί να μετανοήσουμε.

Η Εκκλησία μας ψάλλει σήμερα για την οσία Μαρία το ακόλουθο τροπάριο:
”Αφού διέφυγες από το σκότος της αμαρτίας και φωτίσθηκες από το φώς της μετανοίας, προσέφερες, ω δοξασμένη αγία Μαρία, τη καρδιά σου στο Χριστό. Εκείνος δε τη δέχθηκε, γιατί εσύ έβαλες να μεσιτεύσει προς Αυτόν η ακηλίδωτος και αγία Μητέρα Του, η γεμάτη από συμπάθεια. Γι' αυτό όχι μόνο απαλλάχθηκες από τις αμαρτίες σου, αλλά και ευφραίνεσαι αιώνια μαζί με τους Αγγέλους”.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φωτισθεῖσα ἐνθέως Σταυροῦ τῇ χάριτι, τῆς μετανοίας ἐδείχθης φωτοφανὴς λαμπηδών, τῶν παθῶν σου τὸν σκοτασμὸν λιποῦσα πάνσεμνε· ὅθεν ὡς ἄγγελος Θεοῦ, Ζωσιμᾷ τῷ ἱερῷ, ὡράθης ἐν τῇ ἐρήμῳ Μαρία Ὁσία Μῆτερ· μεθ’ οὗ δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῆς ἁμαρτίας τὴν ἀχλὺν ἐκφυγοῦσα, τῆς μετανοίας τῷ φωτὶ αὐγασθεῖσα, τὴν σὴν καρδίαν ἔνδοξε προσῆξας τῷ Χριστῷ, τούτου τὴν Πανάμωμον, καὶ ἁγίαν Μητέρα, πρέσβυν συμπαθέστατον, προσενέγκασα· ὅθεν, καὶ τῶν πταισμάτων εὗρες ἀποχήν, καὶ σὺν Ἀγγέλοις, ἀεὶ ἐπαγγέλλεσαι.

Μεγαλυνάριον.
Αἴγυπτον φυγοῦσα τὴν τῶν παθῶν, δάκρυσιν ἐκπλύνεις, ἁμαρτίας τὸν μολυσμόν, καὶ ἐν τῇ ἐρήμῳ τοῦ Ἰορδάνου Μῆτερ, ὡς ἄγγελος Μαρία, ὄντως ἠγώνισαι.







Ὁ Ἅγιος Μάρκος Ἐπίσκοπος Ἀρεθουσίων
Image
Ὁ Ἅγιος Μάρκος ἤκμασε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως Κωνσταντίου (337 – 361 μ.Χ.) καὶ τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (361 – 363 μ.Χ.). Ἦταν Ἐπίσκοπος Ἀρεθουσίων. Τὸ ἔτος 341 μ.Χ. συμμετεῖχε στὴν Σύνοδο τῆς Ἀντιόχειας. Στὰ Πρακτικὰ μάλιστα αὐτῆς, διασώζεται «Ἔκθεσις Πίστεως Μάρκου Ἀρεθουσίων». Τὸ ἑπόμενο ἔτος συμμετεῖχε στὴν ἀντιπροσωπεία Ἐπισκόπων, ἡ ὁποία μετέβη στὰ Τρέβηρα γιὰ νὰ συναντήσει τὸν αὐτοκράτορα Κώνσταντα. Τὸ ἔτος 343 μ.Χ. ἔλαβε μέρος στὴν Σύνοδο τῆς Φιλιππουπόλεως καὶ τὸ ἔτος 351 μ.Χ. στὴν Σύνοδο τοῦ Σιρμίου, ἡ ὁποία καταδίκασε τὸν Φωτεινό, Ἐπίσκοπο Σιρμίου, ὡς ὀπαδὸ τοῦ αἱρετικοῦ Ἐπισκόπου Ἀγκύρας, Μαρκέλλου. Τὸν συναντᾶμε, ἐπίσης, στὴν Σύνοδο τῆς Σελευκείας τῆς Ἰσαυρίας, τὸ ἔτος 358 μ.Χ.

Ὁ Ἅγιος Μάρκος ἀναδείχθηκε μεγάλος διώκτης τῆς εἰδωλολατρίας καὶ ὁδήγησε μὲ τὸν φιλόθεο βίο καὶ τὸ εὐαγγελικὸ κήρυγμά του πολλοὺς Ἐθνικοὺς στὴν ἀληθινὴ πίστη. Μὲ τὴν προτροπή του δὲ οἱ Χριστιανοί, οἱ ὁποῖοι προέρχονταν ἀπὸ τὸν κόσμο τῶν Ἐθνικῶν, γκρέμισαν ἕναν εἰδωλολατρικὸ ναό. Ὁ αὐτοκράτορας Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης ἀπαιτοῦσε ἀπὸ τὸν Ἅγιο ἢ νὰ δώσει ἀποζημίωση γιὰ τὸν κατεστραμμένο ναὸ ἢ νὰ τὸν ξαναοικοδομήσει. Γι’ αὐτό, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν σύλληψη πολλῶν Χριστιανῶν γιὰ τὸ συγκεκριμένο γεγονός, παρουσιάσθηκε μόνος του στὶς ἀρχὲς ποὺ τὸν καταδίωκαν, τὸ 363 μ.Χ.

Τὸ μαρτύριο καὶ τὰ βασανιστήρια, τὰ ὁποῖα ὑπέστη ὁ Ἅγιος Μάρκος, χαρακτηρίζονται ἀπὸ τὸν Θεοδώρητο Κύρου ὡς πραγματικὴ τραγωδία. Νὰ πῶς περιγράφει ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου: «Ὁδηγοῦσαν τὸν γέροντα Ἐπίσκοπο, τὸν ἐθελοντὴ ἀθλητή, διὰ μέσου τῆς πόλεως καὶ σὲ ὅλους ἦταν σεβαστὸς γιὰ τὴν πολιτεία του, πλὴν τῶν διωκτῶν καὶ τυράννων, ποὺ ἀγωνίζονταν πῶς νὰ ὑπερβάλλουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον στὴν θρασύτητα κατὰ τοῦ πρεσβύτου. Τὸν ἔσυραν διὰ μέσου πλατειῶν, τὸν ὠθοῦσαν πρὸς ὑπονόμους, τὸν ἔσυραν ἀπὸ τὰ μαλλιὰ καὶ τὰ γένια. Δὲν ὑπῆρχε μέλος τοῦ σώματός του ποὺ νὰ μὴν ὑπέστη μαζὶ μὲ τὶς κακώσεις καὶ ταπείνωση. Τὸν ὕψωναν μετέωρο ἀπὸ τὰ πόδια καὶ μὲ τὶς μυτερὲς γραφίδες ἔκαναν παιχνίδι τους τὴν τραγωδία. Τοῦ τρυποῦσαν τὰ αὐτιά… Τὸν κρέμασαν ψηλὰ μέσα σὲ δίχτυ καὶ τὸν ἄλειψαν μὲ μέλι καὶ ἁλάτι. Οἱ σφίγγες καὶ οἱ μέλισσες τὸν κεντοῦσαν, ἐνῷ τὸ καταμεσήμερο ὁ ἥλιος μὲ τὶς καυστικές του ἀκτίνες αὔξανε τὴν φλόγωση».

Ὁ Ἅγιος Μάρκος τὰ ὑπέμεινε ὅλα μὲ καρτερία καὶ ἀνεξικακία. Εὐχαριστοῦσε καὶ δοξολογοῦσε τὸ Ὄνομα τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ.

Ὁ ὕπαρχος τῆς πόλεως Ἀρεθούσης θαύμασε τὴν γενναιότητα καὶ τὴν πνευματικὴ ἀνδρεία τοῦ Ἁγίου Μάρκου καὶ ἐξέφρασε τὴν ἔντονη δυσαρέσκειά του πρός τὸν αὐτοκράτορα Ἰουλιανὸ γιὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Ἁγίου. Ζήτησε δὲ μάλιστα τὴν ἀπελευθέρωσή του. Ὁ Ἅγιος ὄχι μόνο ἐλευθερώθηκε, ἀλλὰ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ βάπτισε Χριστιανοὺς καὶ τοὺς διῶκτες του.
Ὁ Ἅγιος Μάρκος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀρεθουσίων ὁ σοφὸς Ποιμενάρχης, ὑπὲρ Χριστοῦ Μᾶρκε στερρῶς ἠνωνίσω, ἐν τῇ Φοινίκῃ δὲ ὦ Κύριλλε Διάκονε, Μάρτυς ὤφθης ἔνθεος, καὶ ἐν Γάζῃ τῇ πόλει, ἅμα καὶ Ἀσκάλωνι, Ἱερεῖς θεοφόροι, μετὰ Γυναίων ἤθλησον σεμνῶν· οὓς ὡς ὁπλίτας, Χριστοῦ μακαρίσωμεν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τὸν Χριστὸν δοξάσαντες, ἀθλητικαῖς ἀριστείαις, Μᾶρκε Πάτερ Ὅσιε, σὺν τῷ Λευΐτῃ Κυρίλλῳ, ἅμα δέ, ταῖς ἐν Ἀσκάλωνι καὶ τῇ Γάζῃ, χάριτι, ἀνδρισαμέναις κατὰ τῆς πλάνης, ἐδοξάσθητε ἀξίως, καὶ τῶν Ἀγγέλων χοροῖς συνήφθητε.

Μεγαλυνάριον.
Τῶν Ἀρεθουσίων χαῖρε ποιμήν, Μᾶρκε θεηγόρε· χαῖρε Κύριλλε ἱερέ· χαῖρε τῶν Ἁγίων, Γυναίων ἡ χορεία, Μαρτύρων χαῖρε στῖφος, τὸ ἱερώτατον.






Ὁ Ἅγιος Κύριλλος ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ ἄνδρες καὶ γυναῖκες Μάρτυρες ἐν Ἀσκαλώνι καὶ Γάζῃ
Image
Ὁ διάκονος Κύριλλος, ἐπὶ αὐτοκράτορος Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου, γκρέμισε εἰδωλολατρικοὺς ναοὺς καὶ ἔκαψε τὰ ξόανα τῶν ψεύτικων θεῶν, στὴν Φοινίκη. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ θανατώθηκε μὲ ἀπάνθρωπο τρόπο: ἄνοιξαν τὴν κοιλιά του καὶ τοῦ ἔβγαλαν τὰ σπλάχνα.

Μὲ τὸν ἴδιο ἀπάνθρωπο τρόπο μαρτύρησαν στὴν Ἀσκάλωνα καὶ στὴν Γάζα, τὸ ἔτος 363 μ.Χ., ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ἱερεῖς καὶ μοναχές, τῶν ὁποίων ἀφαίρεσαν τὰ σπλάχνα καὶ ἔριξαν ἐντὸς τῆς κοιλίας αὐτῶν κριθάρι, γιὰ νὰ τὸ φάνε οἱ χοῖροι.
Ἔτσι οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες καὶ Ὁμολογητὲς τῆς πίστεως, μαρτύρησαν καὶ ἔλαβαν τὸ ἁμαράντινο στέφανο τῆς δόξας τοῦ Κυρίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τὸ προσταχθὲν.
Δι’ ἐγκρατείας τῶν παθῶν τὰς πυριφλέκτους, ἀπονεκρώσαντες ὁρμὰς καὶ τὰς κινήσεις, τοῦ Χριστοῦ οἱ Μάρτυρες ἔλαβον τὴν χάριν, τὰς νόσους ἀποδιώκειν τῶν ἀσθενῶν, καὶ ζῶντες καὶ μετὰ τέλος θαυματουργεῖν, ὄντως θαῦμα παράδοξον! ὅτι ὀστέα γυμνά, ἐκβλύζoυσιν ἰάματα. Δόξα τῷ μόνῳ Θεῶ ἡμῶν.






Οἱ Ἅγιοι Ἰωνᾶς, Βαραχήσιος, Ἄβιβος, Ζανιθᾶς, Ἠλίας, Λάζαρος, Μάρης, Μαρουθᾶς, Ναρσῆς, Σάββας καὶ Σιμιάθος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ Μάρτυρες ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ βασιλέως τῶν Περσῶν Σαβωρίου καὶ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μεγάλου.

Οἱ Ἅγιοι Ἰωνᾶς καὶ Βαραχήσιος, ὄντας μοναχοί, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν Περσία. Ἐκεῖ στὴν πόλη Μαρβιαβώχ, βρῆκαν τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες Ἄβιβο, Ζανιθᾶ, Ἠλία, Λάζαρο, Μάρη, Μαρουθᾶ, Ναρσῆ, Σάββα καὶ Σιμιάθη, ποὺ ἦταν ἔγκλειστοι στὴν φυλακὴ καὶ τοὺς ἐνθάρρυναν γιὰ τοὺς μαρτυρικοὺς ἀγῶνες. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν στοὺς ἄρχοντες τῶν Περσῶν Μασδράδ, Σιρὼ καὶ Μαρμισῆ, οἱ ὁποῖοι τοὺς συμβούλευσαν νὰ ἀρνηθοῦν τὸν Χριστὸ καὶ νὰ προσκυνήσουν τὴν φωτιά, τὸ νερὸ καὶ τὸν ἥλιο. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ὑπάκουσαν, τοὺς ἔδεσαν καὶ ἄρχισαν νὰ τοὺς χτυποῦν ἀλύπητα. Καὶ ἀφοῦ τοὺς χτύπησαν, τοὺς ἔσυραν μὲ τραχιὰ ραβδιὰ καὶ τοὺς ἄφησαν ἔξω στὴν παγωνιὰ ὅλη τὴ νύχτα.

Στὴν συνέχεια ἔκοψαν τὰ δάκτυλα τῶν χεριῶν καὶ τῶν ποδιῶν τοῦ Ἁγίου Ἰωνᾶ καὶ τὸν ἔδεσαν σφικτὰ σὲ δένδρο. Ἐκεῖ τὸν πριόνισαν στὴ μέση καὶ τὸν ἔριξαν σὲ λάκκο. Τὸν Ἅγιο Βαραχήσιο, ἀφοῦ τὸν ἔσυραν γυμνὸ στὰ ἀγκάθια, τὸν ἔριξαν σὲ λάκκο καὶ ἔχυσαν βραστὴ πίσσα ἐπάνω στὸν φάρυγγά του, καὶ ἔτσι τελειώθηκε ὁ βίος του.
Τὸ ἴδιο σκληρὰ βασανίσθηκαν καὶ οἱ ἄλλοι Ἅγιοι Μάρτυρες, οἱ ὁποῖοι θανατώθηκαν μὲ πικρότατο θάνατο. Τὰ ἱερὰ λείψανα αὐτῶν ἀγοράστηκαν ἀπὸ κάποιον εὐσεβὴ Χριστιανό, ὁ ὁποῖος τὰ ἐνταφίασε μὲ εὐλάβεια.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Χορὸν ἐννεάριθμον, πανευκλεῶν Ἀθλητῶν, καὶ λόγοις καὶ πράξεσι, πρὸς μαρτυρίου ὁδόν, λαμπρῶς ἐνισχύσατε· ὅθεν ἠγωνισμένοι, σὺν αὐτοῖς θεοφρόνως, ἅμα Βαραχησίῳ, Ἰωνᾶ θεοφόρε, πρεσβεύσατε τῷ Κυρίῳ, χάριν δοῦναι ἡμὶν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῶν Μαρτύρων ἑνδεκάριθμος φάλαγξ, ἀνευφημείσθω μελῳδίαις ᾀσμάτων, σὺν Ἰωνᾷ ἡ θεῖος Βαραχήσιος, Ἄβιβος καὶ Λάζαρος, καὶ Ναρσῆς καὶ Ἠλίας, Μάρης Σιμεήθης τε, Μαρουθᾶς ὁ θεόφρων, καὶ Ζανιθᾶς καὶ Σάββας ὁ στερρός· ὑπὲρ ἡμῶν γάρ, Χριστὸν ἱκετεύουσι.

Μεγαλυνάριον.
Στῖφος ἑνδεκάριθμον Ἀθλητῶν, ἐχθρῶν μυριάδας, ἐτροπώσαντο νοητῶν, ὧν τὰς ἀριστείας, αἰνοῦντες χαρμοσύνως, Χριστὸν τὸν ἀθλοθέτην, ὑπερδοξάσωμεν.







Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Ὁμολογητής Ἐπίσκοπος Κίου Βιθυνίας
Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ἔζησε κατὰ τοὺς χρόνους τῆς εἰκονομαχίας. Ἀπὸ τὴν μικρή του ἡλικία ἀγάπησε τὸν μοναχικὸ βίο, γι’ αὐτὸ καὶ ἐκάρη μοναχός. Διακρινόμενος γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν πίστη του, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Κίου τῆς Βιθυνίας. Καταδιώχθηκε ἀπὸ τοὺς εἰκονομάχους γιὰ τὴν προσήλωσή του στὶς Ἀποστολικὲς Παραδόσεις καὶ μὴ δεχόμενος νὰ γίνει κοινωνὸς τῆς πλάνης, ἐξορίσθηκε καὶ πέθανε στὴν ἐξορία, ἀφοῦ ὑπέστη πολλὲς θλίψεις καὶ κακουχίες.






Ὁ Ἅγιος Διάδοχος Ἐπίσκοπος Φωτικῆς τῆς Παλαιᾶς Ἠπείρου
Ὁ Ἅγιος Διάδοχος, Ἐπίσκοπος Φωτικῆς, εἶναι μία μεγάλη πατερικὴ καὶ μοναχικὴ φυσιογνωμία τοῦ 5ου αἰῶνος μ.Χ. Τὸ ἔτος 458 μ.Χ. ὑπογράφει, ὡς Ἐπίσκοπος Φωτικῆς, μαζὶ μὲ ἄλλους Ἠπειρῶτες Ἐπισκόπους, ἐπιστολὴ πρὸς τὸν αὐτοκράτορα Λέοντα τὸν Α’ περὶ τοῦ θανάτου τοῦ Προτερίου Ἀλεξανδρείας, τὴν ὁποία ἐπιστολὴ πιθανῶς συνέταξε ὁ ἴδιος. Ὡς ἐκ τούτου εἶναι προφανὲς ὅτι ὁ Ἅγιος Διάδοχος ἀναδείχθηκε σὲ Ἐπίσκοπο Φωτικῆς μεταξὺ τῶν ἐτῶν 451 – 458 μ.Χ.

Ὁ ἱερὸς Φώτιος διασώζει πληροφορία τῆς συνοδικῆς Ἐπιστολῆς τοῦ Σωφρονίου Ἱεροσολύμων, κατὰ τὴν ὁποία μεταξὺ τῶν κυριοτέρων ἀντιπάλων τῶν Μονοφυσιτῶν ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Διάδοχος, ἂν καὶ ἡ ἀρχιερατεῖα του τοποθετεῖται στὴν μετὰ τὴν Σύνοδο τῆς Χαλκηδόνος ἐποχή. Ὁ Ἐπίσκοπος Βίτης Βίκτωρ, κατὰ τὸ ἔτος 486 μ.Χ., στὴν Ἱστορία τοῦ διωγμοῦ τῆς Ἀφρικανικῆς Ἐπαρχίας χαρακτηρίζει τὸν Ἅγιο «ὡς ἄξιο παντὸς εἴδους ἐπαίνου, διότι σώζονται πολυάριθμα μνημεῖα λόγου του ὑπὲρ τοῦ καθολικοῦ δόγματος». Ἀπὸ αὐτὸ ὑποθέτουμε ὅτι ὁ Ἅγιος Διάδοχος πρέπει νὰ κοιμήθηκε πρὸ τοῦ 486 μ.Χ., ποῦ ἦταν τὸ ἔτος συγγραφῆς τῆς Ἱστορίας τοῦ Βίκτωρος.

Ὁ Ἅγιος Διάδοχος εἶναι κὰτ ἐξοχὴν ἀσκητικὸς συγγραφέας, πλαισιώνει ὅμως τὴν ἀσκητική του μὲ τὴ θεολογία. Καὶ ἐνῷ παρουσιάζει τὸ δικό του πρωτότυπο τρόπο ἐκφράσεως, δὲν ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὰ παραδεδεγμένα. Ὡς πρὸς τὴν θεολογικὴ ἔκφραση διακρίνεται γιὰ τὴ λεπτότητα, τὴν ἀκρίβεια καὶ τὴ θέρμη. Εἶναι ἄγνωστος ὁ ἀριθμὸς τῶν ἔργων τοῦ Ἁγίου Διαδόχου, ἀλλὰ ἔχουν διασωθεῖ τρία: «Ὅρασις», «Λόγος εἰς τὴν Ἀνάληψιν τοῦ Κυρίου» καὶ «Λόγος ἀσκητικὸς γνώσεως πρακτικῆς καὶ διακρίσεως πνευματικῆς».

Τὸ βιβλίο μὲ τίτλο «Τὰ ἑκατὸν γνωστικὰ κεφάλαια» εἶναι τὸ σπουδαιότερο βιβλίο τοῦ Ἁγίου Διαδόχου Φωτικῆς. Ὅπως πολὺ εὔστοχα παρατηρεῖ ὁ Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ἰερόθεος, στὸ βιβλίο αὐτὸ γίνεται λόγος γιὰ τὴ γνώση τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ὑπαρξιακὴ καὶ ὄχι ἐγκεφαλικὴ – στοχαστική.

Ὁ Ἅγιος Διάδοχος στὸ προοίμιο τοῦ βιβλίου αὐτοῦ ἐκθέτει τοὺς «δέκα ὅρους», ποὺ εἶναι κατὰ κάποιο τρόπο τὰ κύρια σημεῖα τοῦ βιβλίου καὶ θὰ μπορούσαμε κατ’ ἐπέκταση νὰ ἰσχυρισθοῦμε ὅτι εἶναι οἱ δέκα ὅροι τῆς πνευματικῆς ζωῆς. Συγκεκριμένα γράφει:

Πρῶτος ὅρος τῆς πίστεως: Ἔννοια περὶ Θεοῦ ἀπαθής. Ἡ πίστη εἶναι ἡ ἀπαθὴς ἔννοια περὶ Θεοῦ.
Δεύτερος ὅρος τῆς ἐλπίδος: ἐκδημία τοῦ νοῦ ἐν ἀγάπῃ πρὸς τὰ ἐλπιζόμενα. Μετὰ τὴν πίστη ἀπαραίτητη προϋπόθεση τῆς πνευματικῆς ζωῆς εἶναι ἡ ἐλπίδα. Τὰ ἐλπιζόμενα εἶναι ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Τρίτος ὅρος τῆς ὑπομονῆς: Τὸν ἀόρατον ὡς ὁρατὸν ὁρῶντα τοῖς τῆς διανοίας ὀφθαλμοῖς ἀδιαλείπτως καρτερεῖν. Ἡ ὑπομονὴ εἶναι ἀπαραίτητος ὅρος γιὰ τὴν πνευματικὴ ζωή, γιατί ἡ πορεία αὐτὴ συνεπάγεται πολλὲς μεταβολὲς καὶ ἀλλοιώσεις.
Τέταρτος ὅρος τῆς ἀφιλαργυρίας: Οὕτω θέλειν τὸ μὴ ἔχειν ὡς θέλειν τις τὸ ἔχειν. Ἡ πορεία πρὸς τὸν Θεὸ πρέπει νὰ γίνεται μὲ ἀπαθὴ τρόπο. Μέσα σὲ αὐτὴ τὴν προοπτικὴ τίθεται καὶ ἡ ἀφιλαργυρία – ἀκτημοσύνη.
Πέμπτος ὅρος τῆς ἐπιγνώσεως: Ἁγνοεῖν ἑαυτὸν ἐν τῷ ἐκστῆναι τὸν Θεόν. Ἡ ἐπίγνωση τῶν ἁμαρτημάτων μας εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση τῆς πορείας τῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου.
Ἕκτος ὅρος τῆς ταπεινοφροσύνης: Λήθη τῶν κατορθουμένων προσεχής. Ἡ ταπεινοφροσύνη εἶναι ἀπαραίτητος ὅρος τῆς πορείας τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν ἕνωσή του μὲ τὸν Θεό.
Ἕβδομος ὅρος τῆς ἀοργησίας: Ἐπιθυμία πολλὴ τοῦ μὴ ὀργίζεσθαι. Ἡ πνευματικὴ πορεία τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸν Θεὸ εἶναι πορεία ἀγάπης καὶ πρὸς τὴν ἀγάπη, ὁπότε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ὑπάρχει κατάσταση ὀργῆς, ὡς παρὰ φύση ἐνέργεια τοῦ θυμικοῦ τῆς ψυχῆς.
Ὄγδοος ὅρος τῆς ἁγνείας: Αἴσθησις ἀεὶ κεκολλημένη Θεῷ. Ὅταν μεταμορφώνονται οἱ ψυχικὲς καὶ σωματικὲς δυνάμεις ἀπὸ τὴ Θεία Χάρη, τότε ὁ ἄνθρωπος διακρίνεται γιὰ τὴν ἁγνότητα καὶ τὴν καθαρότητα καὶ αἰσθάνεται ὁλοκληρωτικὰ παραδομένος στὸν Θεό.
Ἔνατος ὅρος τῆς ἀγάπης: Αὔξησις φιλίας πρὸς τοὺς ὑβρίζοντας. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἐνδυνάμωση τῆς φιλίας πρὸς αὐτοὺς ποὺ μᾶς ὑβρίζουν.

Δέκατος ὅρος τῆς τελείας ἀλλοιώσεως: Ἐν τρυφῇ Θεοῦ χαρὰν ἡγεῖσθαι τὸ στυγνὸν τοῦ θανάτου. Ὁ τελευταῖος ὅρος τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ τῆς προσωπικῆς ἀναγεννήσεως τοῦ ἀνθρώπου συνδέεται στενότατα μὲ τὴν τέλεια ἀλλοίωση. Ἡ ἀλλοίωση εἶναι ἡ μεταμόρφωση τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀπαλλαγή του ἀπὸ τὶς μεταπτωτικὲς ἐνέργειες καὶ ἡ πλήρωσή του ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ Παναγίου Πνεύματος.







Ὁ Ὅσιος Ἠσύχιος ὁ Σιναΐτης
Ὁ Ὅσιος Ἠσύχιος ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα μ.Χ. καὶ διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς Σινᾶ. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.






Οἱ Ὅσιοι Μάρκος, Ἰωνᾶς καὶ Βάσσος
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες Μάρκος, Ἰωνᾶς καὶ Βάσσος ἔζησαν καὶ ἀσκήτεψαν στὴ Λαύρα τοῦ Πσκὼφ τῆς Ρωσίας κατὰ τὸν 14ο καὶ 15ο αἰώνα μ.Χ. Κοιμήθηκαν ὁσίως μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ Ἀρχιεπίσκοπος Ροστὼβ Ρωσίας
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ κόσμησε τὸν ἀρχιερατικὸ θρόνο τοῦ Ροστὼβ ἀπὸ τὸ ἔτος 1427 μέχρι τὸ 1454. Χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη Φώτιο στὶς 13 Ἀπριλίου 1427. Σύμφωνα μὲ τὰ τοπικὰ Χρονικὰ ἄρχισε ἀμέσως τὴν ἀνοικοδόμηση τῆς μονῆς Βαρινίσκϊυ τοῦ Πσκώφ, στὸν τόπο ὅπου βρισκόταν ἡ οἰκία τοῦ εὐγενοῦς Κυρίλλου, πατέρα τοῦ Ἁγίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ.

Ὁ Ἐπίσκοπος Ἐφραὶμ ὑπῆρξε φίλος καὶ προστάτης τῶν μοναχῶν καὶ συναντιλήπτορας τοῦ Ἁγίου Ἀσκητοῦ Γρηγορίου τῆς Πάλμα.
Ὁ Ἅγιος Ἐφραὶμ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1454.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Mar 17, 2015 9:31 pm

30 ΜΑΡΤΙΟΥ







Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος
Image
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος γεννήθηκε περὶ τὸ ἔτος 525 μ.Χ. καὶ ἦταν υἱὸς εὐσεβοῦς καὶ εὔπορης οἰκογένειας. Ἔλαβε πλούσια μόρφωση, γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἀποκαλοῦσαν «σχολαστικό», ἀλλὰ σὲ ἡλικία δεκαέξι ἐτῶν, ἀφοῦ ἐγκατέλειψε τὸν κόσμο, παραδόθηκε στὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Γέροντος Μαρτυρίου, στὸ ὄρος Σινᾶ, ὅπου ἔμεινε μέχρι τὸ θάνατό του.

Στὴν συνέχεια ἐπισκέφθηκε μοναχικὲς κοινότητες στὴ Σκήτη καὶ Ταβέννιση τῆς Αἰγύπτου, ἀργότερα δὲ ἐγκαταστάθηκε σὲ κελὶ τῆς ἐρήμου τοῦ Σινᾶ, ποὺ ἀπεῖχε δύο ὧρες ἀπὸ τὴ μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης.

Ὁ βιογράφος τοῦ Ὁσίου Ἰωάννου, Δανιὴλ ὁ Ραϊθηνός, μᾶς δίνει μερικὲς πληροφορίες γιὰ τὸν βίο του, κυρίως ὅμως μᾶς παρουσιάζει τὸ πῶς ἀναδείχθηκε δεύτερος Μωϋσῆς καθοδηγώντας τοὺς νέους Ἰσραηλίτες ἀπὸ τὴν γῆ τῆς δουλείας στὴν γῆ τῆς ἐπαγγελίας. Μὲ τὴν λίγη τροφὴ νίκησε τὸ κέρας τοῦ τύφου τῆς οἰήσεως καὶ τῆς κενοδοξίας, πάθη πολὺ λεπτὰ καὶ δυσδιάκριτα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ποὺ ἐμπλέκονται στὶς κοσμικὲς ἐνασχολήσεις. Μὲ τὴν ἡσυχία, νοερὰ καὶ σωματική, ἔσβησε τὴν φλόγα τῆς καμίνου τῆς σαρκικῆς ἐπιθυμίας. Μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν δικό του ἀγώνα ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὴν δουλεία στὰ εἴδωλα. Ἀνέστησε τὴν ψυχή του ἀπὸ τὸν θάνατο ποὺ τὴν ἀπειλοῦσε. Μὲ τὴν ἀπονέκρωση τῆς προσπάθειας καὶ μὲ τὴν αἴσθηση τῶν ἀΰλων καὶ οὐρανίων ἔκοψε τὰ δεσμὰ τῆς λύπης. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἔγινε ὁ κατεξοχὴν ἄνθρωπος, ὁ ὑπὸ τοῦ Θεοῦ πλασμένος καὶ ὑπὸ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἀνακαινισμένος. Καὶ μὲ ὅσα ἔγραψε δὲν μετέφερε σὲ ἐμᾶς μόνο τὶς ἀνθρώπινες γνώσεις ἀλλὰ τὴν ἴδια του τὴν ὕπαρξη, γι’ αὐτὸ ὁ λόγος του εἶναι ἀφοπλιστικὸς καὶ θεραπευτικός.

Μετὰ ἀπὸ σαράντα χρόνια ἄσκηση στὴν ἔρημο, σὲ προχωρημένη πλέον ἡλικία, ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς μονῆς Σινᾶ, ἐνῷ πρὸς τὸ τέλος τοῦ βίου του ἀποσύρθηκε πάλι στὴν ἔρημο, ὅπου κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία ἑβδομήντα ἐτῶν, κατὰ τὸ ἔτος 600 μ.Χ.

Ἡ μνήμη του ἑορτάζεται, ἐπίσης, τὴν Δ’ Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν.

Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ἔγραψε δύο περίφημα συγγράμματα: τὴν «Κλίμακα» καὶ τὸ «Λόγο πρὸς τὸν Ποιμένα». Ἡ «Κλίμακα» εἶναι συνέχεια τῶν ἡσυχαστικῶν κειμένων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης παρουσιάζει τὰ στάδια τῆς τελειώσεως σὲ τριάντα κεφάλαια. Τὴν ἰδέα τῆς κλίμακος ἐμπνεύστηκε ἀπὸ τὸ ὅραμα τοῦ Ἰακώβ, τὸν δὲ ἀριθμὸ τριάντα ἀπὸ τὴν ἡλικία τῆς ὡριμότητας κατὰ τὴν ὁποία ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς ἄρχισε τὴν δημόσια δράση Του.
Κατ’ ἀρχὰς περιγράφει τὸ πρῶτο στάδιο τῆς μοναχικῆς ζωῆς, ποὺ συνίσταται στὴν ἀναχώρηση ἀπὸ τὸν κόσμο καὶ ἀπὸ καθετὶ ποὺ ὑπενθυμίζει τὸν κόσμο, τὴν ξενιτεία. Ἔπειτα ἔρχεται ἡ περιγραφὴ τοῦ ἀγῶνος τοῦ ἀσκητοῦ, μεταξὺ τῶν ἀρετῶν καὶ κακιῶν, οἱ ὁποῖες περιγράφονται ἀνάμεικτες: λύπη, ὑπακοή, μετάνοια, μνήμη θανάτου, κατὰ Θεὸν πένθος, ἀοργησία, μνησικακία, καταλαλιά, σιωπή. Τὰ τελευταία κεφάλαια ὁμιλοῦν γιὰ τὴν ἐν ἀγάπῃ τελείωση, τὴν ἡσυχία καὶ τὴν ἐσωτερικὴ προσευχή.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ'. Θείας πίστεως.
Θείαν κλίμακα, ὑποστηρίξας, τὴν τῶν λόγων σου, μέθοδον πᾶσι, Μοναστῶν ὑφηγητὴς ἀναδέδειξαι, ἐκ πρακτικῆς Ἰωάννη καθάρσεως, πρὸς θεωρίας ἀνάγων τὴν ἔλαμψιν. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμὶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικὸς.
Καρποὺς ἀειθαλεῖς, ἐκ σῆς βίβλου προσφέρων, διδάγματα σοφέ, καθηδύνεις καρδίας, τῶν τούτοις μετὰ νήψεως, προσεχόντων μακάριε· κλῖμαξ γάρ ἐστι, ψυχὰς ἀνάγουσα γῆθεν, πρὸς οὐράνιον, καὶ διαμένουσαν δόξαν, τῶν πίστει τιμώντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Τὴν οὐρανοδρόμον ἣν Ἰακώβ, κλίμακα προεῖδεν, ἐτεχνήσω πνευματικῶς, Πάτερ Ἰωάννη, συνθήκῃ τῶν σῶν λόγων, δι’ ἧς πρὸς ἀφθαρσίας, βαίνομεν μεθέξιν.







Ὁ Ἅγιος Ἰωὴλ ὁ Προφήτης
Ὁ Προφήτης Ἰωὴλ εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς Δώδεκα Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης. Τὸ ὄνομα Ἰωὴλ προῆλθε ἀπὸ τὴν σύντμηση τοῦ Γιχβὲλ (=ὁ Γιεχωβᾶ εἶναι Θεός). Ἦταν ὁ υἱὸς τοῦ Βαθουήλ. Ἀπὸ τὴν συχνὴ καὶ ἀποκλειστικὴ ἀναφορά του στὸν Ἰούδα καὶ τὴν Ἱερουσαλήμ, τὴ Σιῶν καὶ τὸ ναό, φαίνεται ὅτι προφήτευσε στὴν Ἰουδαία καὶ μάλιστα στὴν Ἱερουσαλήμ. Ὁρισμένοι ἐρευνητὲς ἀναβιβάζουν χρονικὰ τὸν Προφήτη Ἰωὴλ σὲ πολὺ παλιὰ ἐποχή, πρὶς ἀπὸ τὸν Προφήτη Ἀμὼς καὶ τὸν προφήτη Ἠσαΐα, κατὰ τὰ πρῶτα ἔτη τῆς βασιλείας τοῦ Ἰωὰς (836 – 797 π.Χ.), ἐνῷ ἄλλοι τάσσουν τὸ βιβλίο του μετὰ τὴ βαβυλώνιο αἰχμαλωσία (500 – 400 π.Χ.).

Ἐκτὸς ἀπὸ τὶς ἄλλες προφητεῖες, ὁ Προφήτης Ἰωὴλ προφήτευσε περὶ τῆς καθόδου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς: «Κατὰ τὴν περίφημη ἐκείνη ἡμέρα στὰ ὄρη θὰ τρέχει τὸ γλυκὸ μέλι καὶ στοὺς λόφους θὰ ρέει ἄφθονο τὸ γάλα καὶ ὅλες οἱ πηγὲς θὰ ἀναβλύζουν ὕδατα. Κυρία πηγὴ θὰ πηγάζει ἀπὸ τὸ ναὸ τοῦ Κυρίου καὶ θὰ φθάνει τὸ πότισμά της μέχρι τοῦ μακρινοῦ χειμάρρου τῶν σχοίνων».
Ὁ Προφήτης Ἰωὴλ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη. Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη του, ἐπίσης, στὶς 19 Ὀκτωβρίου.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Ἀσκητὴς
Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης, λόγω τῶν διωγμῶν κατὰ τῶν Χριστιανῶν, κατέφυγε στὴν Αἰγυπτιακὴ ἔρημο, μέσα σὲ ἕνα ξερὸ πηγάδι, ὅπου τρεφόταν ἀπὸ τοὺς ἀσκητὲς τῆς ἐρήμου καὶ διῆλθε τὸν βίο του μὲ προσευχὴ καὶ νηστεία. Κοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη.







Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης Πατριάρχης Ἱεροσολύμων
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους Πατριάρχες τῶν Ἱεροσολύμων. Ἴσως νὰ πρόκειται γιὰ τὸν Ἅγιο ἐκεῖνο, ἐπ’ ὀνόματι τοῦ ὁποίου κτίσθηκε στὴν Κύπρο, κατὰ τὸ ἔτος 1901, ἡ μονὴ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Φαίνεται ὅτι καὶ ὁ Ἅγιος αὐτὸς Πατριάρχης ἔφερε τὸ ἴδιο ἐπίθετο μὲ τὸν προγενέστερο Ἅγιο Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Χρυσόστομο καὶ ἦταν στὴν καταγωγὴ Κύπριος.Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Κορίνθου
Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας ἦταν Ἐπίσκοπος Κορίνθου. Συκοφαντήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους ὅτι συνεργαζόταν μὲ τοὺς Ἐνετοὺς κατὰ τὴν ἐκστρατεία τοῦ Μοροζίνη στὴν Ἑλλάδα γιὰ τὴν ἀπελευθέρωση τῶν Ἑλλήνων. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη καί, ἀφοῦ βασανίσθηκε σκληρά, ὁδηγήθηκε στὸν κριτή, ὁ ὁποῖος τὸν προέτρεψε νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὴν μουσουλμανικὴ θρησκεία. Ὁ Ζαχαρίας μὲ ἀποστροφὴ ἀρνήθηκε καὶ καταδικάσθηκε νὰ καεῖ ζωντανὸς στὴ φωτιά. Ὅμως οἱ Χριστιανοὶ τῆς Κορίνθου κατόρθωσαν, διὰ χρημάτων, νὰ μεταβάλουν τὸ φρικτὸ αὐτὸ τρόπο τῆς θανατικῆς καταδίκης. Ἔτσι ὁ Ἅγιος ἀποκεφαλίσθηκε στὴν Κόρινθο τὴν Κυριακὴ τῆς Σταυροπροσκυνήσεως τοῦ ἔτους 1684 καὶ δέχθηκε τὸ στέφανο τοῦ μαρτυρίου.






Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος Ἐπίσκοπος Ἰρκούτσκ καὶ πάσης Σιβηρίας
Image
Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος, κατὰ κόσμος Στέφανος Κρισταλέφσκϊυ, γεννήθηκε στὶς 25 Δεκεμβρίου 1703 στὴν Οὐκρανία, κοντὰ στὴν περιοχὴ τοῦ Τσέρνιγκωφ, ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς. Ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία ἀγάπησε τὴν Ἐκκλησία καὶ τὸ μοναχικὸ βίο. Ἀνέπτυξε σπουδαία ἱεραποστολικὴ δράση καὶ ἐξελέγη Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ἰρκούτσκ

Ὁ Ἅγιος Σωφρόνιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1771, κατὰ τὴν Δευτέρα ἡμέρα τοῦ Πάσχα. Ἐνῷ ἀναμενόταν ἡ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου περὶ τοῦ ἐνταφιασμοῦ τοῦ ἱεροῦ λειψάνου, ἡ σορός του παρέμεινε ἄταφη ἐπὶ ἕξι μῆνες, χωρὶς νὰ ὑποστεῖ τὴν παραμικρὴ ἀλλοίωση. Τὸ γεγονὸς αὐτό, καθὼς καὶ ἡ φήμη τοῦ αὐστηροῦ ἀσκητικοῦ του βίου, προσείλκυσαν πλήθη πιστῶν, οἱ ὁποῖοι προσκυνοῦσαν τὸ ἱερὸ λείψανο ὡς σκήνωμα Ἁγίου τοῦ Θεοῦ. Τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου διασώθηκαν θαυματουργικὰ ἀπὸ τὴν πυρκαγιὰ ποὺ κατέστρεψε ὁλοσχερῶς τὸν καθεδρικὸ ναὸ τοῦ Ἰρκούτσκ
Ἡ ἀνακήρυξη τῆς ἁγιοποιήσεώς του ἔγινε ἀπὸ τὴ Ρωσικὴ Ἐκκλησία στὶς 23 Ἀπριλίου 1918.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

PreviousNext

Return to ΕΟΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 0 guests

cron