20 ΜΑΪΟΥ
Ἡ Ἁγία Λυδία ἡ Φιλιππησία
Ἡ λατρεία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τὰ τελούμενα στοὺς ἱεροὺς ναούς, ὅπως τὰ σωζόμενα μνημεῖα τοῦ παρελθόντος καὶ τοῦ παρόντος, ὡς ἀψευδεῖς μάρτυρες τῶν γεγονότων, βοηθοῦν τὸν πιστὸ στὴν ὑπέρβαση τῶν τοπικῶν και χρονικῶν περιορισμῶν καὶ στὴ βίωση τῆς ἐν Χριστῷ ἑνότητος και τῆς θαυμαστῆς παρουσίας μέσα στὸν κόσμο τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ συνοδοιπόρος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ οἰκεῖος τῶν Φιλιππησίων Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς καταγράφει στὸ βιβλίο τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων γιὰ τὴν πρώτη ἐπίσκεψή τους στοὺς Φιλίππους καὶ τὸ βάπτισμα τῆς πορφυροπώλιδος Λυδίας: «Ὅταν εἶδε τὸ ὅραμα, ζητήσαμε ἀμέσως νὰ φέρουμε σὲ αὐτοὺς τὸ χαρμόσυνο ἄγγελμα. Ἀφοῦ λοιπὸν ξεκινήσαμε ἀπὸ τὴν Τρωάδα, πλεύσαμε κατ’ εὐθεῖαν στὴ Σαμοθράκη, τὴν δὲ ἑπομένη στὴ Νεάπολη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στοὺς Φιλίππους, ἡ ὁποία εἶναι ἡ πρώτη πόλη τῆς περιοχῆς ἐκείνης τῆς Μακεδονίας, μία ἀποικία Ρωμαϊκή, καὶ μείναμε στὴν πόλη σὲ μέρος κοντὰ στὸν ποταμό, ὅπου νομίζαμε ὅτι ὑπῆρχε τόπος προσευχῆς καὶ καθίσαμε καὶ μιλούσαμε στὶς γυναῖκες ποὺ εἶχαν συγκεντρωθεῖ ἐκεῖ. Κάποια γυναίκα, ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Θυατείρων, ὀνομαζόμενη Λυδία, ἡ ὁποία πωλοῦσε πορφύρα, γυναίκα θεοσεβής, ἄκουγε καὶ ὁ Κύριος τῆς ἄνοιξε τὴν καρδιά, γιὰ νὰ προσέχει σὲ ὅσα ἔλεγε ὁ Παῦλος. Ὅταν βαπτίσθηκε αὐτὴ και οἱ οἰκιακοί της, μᾶς εἶπε, «Ἐάν μὲ κρίνατε ὅτι εἶμαι πιστὴ στον Κύριο, ἐλᾶτε νὰ μείνετε στὴν οἰκία μου, καὶ μᾶς πίεζε…»».
Στὴν πηγαία καὶ ἀνεπιτήδευτη περιγραφὴ τοῦ πρώτου βαπτίσματος στοὺς Φιλίππους ἀπὸ τὸν πρωτοκορυφαῖο Ἀπόστολο Παῦλο εὔκολα διακρίνεται ἡ διαδικασία καὶ ἐπισημαίνονται οἱ βασικὲς προϋποθέσεις γιὰ τὴ συμμετοχὴ τοῦ νέου πιστοῦ στὴ νέα ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ τὴν ἔνταξή του στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ Ἀπόστολοι κήρυσσαν «Χριστόν ἐσταυρωμένον» καὶ ὅσοι ἀπὸ τοὺς ἀκροατὲς ἀποδέχονταν ἀβίαστα τὴν ἀποστολικὴ διδασκαλία, ἀκολουθοῦσαν τὴν πράξη, ποὺ καθορίσθηκε ἤδη τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς. Μετανοοῦσαν καὶ βαπτίζονταν στὸ Ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐξασφαλίζοντας ἔτσι τὴ συγχώρεση τῶν ἀμαρτιῶν τους καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τὴ δυνατότητα νὰ γεννηθοῦν στὴ νέα ἐν Χριστῷ ζωή.
Στὴν ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη, ἔξω ἀπὸ τὰ τείχη τῶν Φιλίππων, ἡ θεοσεβὴς Λυδία, μαζὶ μὲ ἄλλες γυναῖκες, ἄκουσε προσεκτικὰ τὴ χριστοκεντρικὴ διδασκαλία τοῦ Παύλου καὶ μὲ ανοικτὴ τὴ φωτισμένη καρδιά της ἀποδέχθηκε τὴ σωτήρια διδασκαλία. Ἀμέσως κατέβηκε στὰ νερὰ τοῦ νέου Ἰορδάνου καὶ βαπτίσθηκε μαζὶ μὲ ὅλα τὰ μέλη τῆς οἰκογένειάς της. Πανηγυρικὰ καὶ ἔμπρακτα ὁμολογεῖ τὴν πίστη της στὸν Χριστὸ καὶ ἡ ὁμολογία ἐπιβραβεύεται μὲ τὴν ἀποστολικὴ πράξη τῆς βαπτίσεως καί τῆς ἐπιθέσεως τῶν χειρῶν ἐπάνω στοὺς βαπτισθέντες, γιὰ νὰ μεταδοθοῦν οἱ δωρεὲς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ νὰ ξεκινήσει ἡ ἐφαρμογὴ στὸ βίο τους, ὅλων ἐκείνων ποὺ εἶναι ἀληθινά, σεμνά, δίκαια, ἁγνά, ἀγαπητὰ καί ἡ ἐπιδίωξη ὁποιασδήποτε ἀρετῆς καί ὁποιουδήποτε ἐπαίνου.
Ἡ μετάβαση ὅλων στὴν οἰκία τῆς Λυδίας ἐπισφράγισε τὰ πασχάλιο μυστήριο τοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁλοκλήρωση τῆς πνευματικῆς εὐωχίας τῆς εὐλογημένης ἐκείνης ἡμέρας, κατὰ τὴν ὁποία στὸ Σῶμα τῆς Ἐκκλησίας ἐντάχθηκε μὲ τὸ βάπτισμα ἡ πρώτη Εὐρωπαία Χριστιανὴ τῶν Φιλίππων.
Ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τὴν Ἁγία Λυδία ὡς Ἰσαπόστολο καὶ στὸν ἱερό τόπο τῆς βαπτίσεώς της ὕψωσε ναὸ – βαπτιστήριο, ὅπως καὶ στὴν παρακείμενη ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Ζυγάκτη καθιέρωσε ὑπαίθριο βαπτιστήριο, ὅμοιο μὲ ἐκεῖνα ποὺ σώζονται στὶς παλαιοχριστιανικές βασιλικές τῶν Φιλίππων.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τὸν Θεὸν σεβόμενη διανοίας εὐθύτητι, τὸ τῆς χάριτος φέγγος διὰ Παύλου εἰσδέδεξαι, καὶ πρώτη ἐν Φιλίπποις τῷ Χριστῷ, ἐπίστευσας θεόφρον πανοικεί· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν ᾀσματικῶς, Λυδία Φιλιππησία. Δόξα τῷ εὐδοκήσαντι ἐν σοί, δόξα τῷ σὲ καταυγάσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ, ἡμῖν τὰ κρείττονα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῖς τοῦ Παύλου ῥήμασι καταυγασθεῖσα, ἐν Φιλίπποις πέφηνας, εἰκὼν ἁγίας βιοτῆς, καὶ πανοικεὶ δόξης κρείττονος, Φιλιππησία Λυδία ἠξίωσαι.
Μεγαλυνάριον.
Πρώτη ἐν Φιλίπποις πρὸς τὸν Χριστόν, θεόφρον προσῆλθες, διὰ Παύλου τοῦ εὐκλεοῦς, ὦ Φιλιππησία, Λυδία καὶ ἐν ῥείθροις, Ζυγάκτου ἐβαπτίσθης, πανοικεὶ πάνσεμνε.
Ὁ Ἅγιος Θαλλέλαιος ὁ ἰατρός καὶ οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες Ἀλέξανδρος καί Ἀστέριος
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Θαλλέλαιος καταγόταν ἀπὸ τὸν Λίβανο καὶ ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Νουμεριανοῦ (283 – 284 μ.Χ.). Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Βερεκκόκιος καὶ ἡ μητέρα του Ρομβυλιανή. Εἶχε σπουδάσει τὴν ἰατρική ἐπιστήμη καὶ προσέφερε στοὺς πάντες ἀφιλοκερδῶς καὶ μὲ ἀγάπη τὶς ἰατρικές του ὑπηρεσίες, γι’ αὐτὸ καὶ ἐντάσσεται στὴν κατηγορία τῶν γνωστῶν Ἀναργύρων.
Γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες στὴν Ἀνάζαρβο, πρωτεύουσα τῆς δεύτερης ἐπαρχίας τῆς Κιλικίας, κρυμμένο μέσα στὸ δάσος καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἄρχοντα Τιβεριανό. Ἐκεῖνος, ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος δὲν πειθόταν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, πρόσταξε νὰ τοῦ τρυπήσουν τοὺς ἀστραγάλους καὶ νὰ τὸν κρεμάσουν μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Τόση δὲ ἦταν ἡ ὑπομονὴ τοῦ Ἁγίου, τὴν ὁποία ἐπέδειξε κατὰ τὸ φρικτὸ αὐτὸ μαρτύριο, ὥστε δύο ἀπὸ τοὺς βασανιστές του στρατιῶτες, ὀνόματι Ἀλέξανδρος και Ἀστέριος, πίστεψαν καὶ ἀφοῦ ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους στὸν Χριστό, ἀποκεφαλίσθηκαν. Κατόπιν ὁ Τιβεριανὸς πρόσταξε καὶ ἔριξαν τὸν Ἅγιο στὴ θάλασσα νά πνιγεῖ. Ἐκεῖνος ὅμως, δὲν ἔπαθε τίποτε καὶ βγῆκε ἀπὸ τὴν θάλασσα φορώντας ὁλόλευκη ἐσθῆτα. Μετά ἀπὸ τὴν θαυματουργικὴ αὐτὴ διάσωσή του τὸν ἔριξαν στὸ στάδιο νὰ τὸν κατασπαράξουν πεινασμένα σαρκοβόρα θηρία. Ὅμως τὰ θηρία δὲν τὸν πλησίασαν καὶ ἔμεινε καὶ πάλι ἀβλαβής.
Ἔτσι ὁ Μάρτυς Θαλλέλαιος ἀποκεφαλίσθηκε διὰ ξίφους στὴν Ἔδεσσα τῶν Αἰγαίων, κατὰ τὸ φθινόπωρο τοῦ 284 μ.Χ. καὶ ἔλαβε τὸν ἀμάραντο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.
Ἡ Σύναξή του ἐτελεῖτο στὸ μαρτύριό του, τὸ ὁποῖο βρισκόταν ἐντὸς τοῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Ἀγαθονίκου. Πλὴν τοῦ ναΐσκου αὐτοῦ γνωρίζουμε καὶ τὸ ναὸ κοντὰ στὸ ὄρος τοῦ Αὐξεντίου. Ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου ὑπῆρχε καὶ μονὴ στὴν Παλαιστίνη, τὴν ὁποία, κατὰ τὴ μαρτυρία τοῦ Προκοπίου, «ἀνανεώσατο» ὁ αὐτοκράτορας Ἰουστινιανός (527 – 565 μ.Χ.). Φαίνεται δὲ ὅτι ὁρισμένες μονὲς ἑόρταζαν τὴ μνήμη τοῦ Ἁγίου Θαλλελαίου στὶς 3 Σεπτεμβρίου, ἐνῷ ἄλλοι καὶ στὶς 23 Αὐγούστου, ἡμέρα κατὰ τὴν ὁποία ὁ Μάρτυς προσήχθη σὲ ανάκριση.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Μαρτυρίου ἀνύσας τὸν ἀγῶνα Θαλλέλαιε, ᾔσχυνας εἰδώλων τὴν πλάνην, τῇ γενναίᾳ ἀθλήσει σου· καὶ ὤφθης ἰαμάτων θησαυρός, παρέχων τὰς ἰάσεις δωρεάν, τοῖς προστρέχουσιν ἐν πίστει τῷ σῷ ναῷ καὶ πόθῳ ἀνακράζουσι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.
Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον
Τῶν Μαρτύρων σύναθλος, ἀναδειχθεὶς καὶ ὁπλίτης, στρατιώτης ἄριστος τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης, γέγονας, διὰ βασάνων καὶ τιμωρίας, ἔπαρσιν εἰδωλολατρῶν καταπατήσας· διὰ τοῦτο τὴν σεπτήν σου, ὑμνοῦμεν μνήμην, σοφὲ Θαλλέλαιε.
Μεγαλυνάριον.
Ἔλαιον βλυστάνων διηνεκῶς, θείων ἰαμάτων, ὡς τῆς χάριτος ἰατρός, ψυχῶν καὶ σωμάτων, τὰ πάθη θεραπεύεις, Θαλλέλαιε θεόφρον, τῶν προσιόντων σοι.
Ἡ Ἁγία Πλατίλλα ἡ Ρωμαία
Ἡ Ἁγία Μάρτυς Πλατίλλα ἔζησε τὸν 1ο αἰώνα μ.Χ. στὴ Ρώμη. Σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση βαπτίσθηκε ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο, ἦταν παρούσα στὸ μαρτύριο τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ θεωρεῖται μητέρα τῆς Ἁγίας Δομιτίλλης († 12 Μαΐου). Τελειώθηκε μαρτυρικά τὸ 67 μ.Χ.
Ἡ Ἁγία ἀπεικονίζεται στὴν τέχνη προσφέροντας τὸ πέπλο της στὸν Ἀπόστολο Παῦλο κατὰ τὸ μαρτύριό του, ὁ ὁποῖος μετὰ τὸν θάνατό του ἐμφανίσθηκε στὴν Ἁγία καὶ τῆς ἐπέστρεψε τὸ πέπλο της. Ἡ πράξη αὐτὴ ἀπεικονίζεται στὶς χάλκινες πόρτες τῆς βασιλικῆς τοῦ Ἁγίου Πέτρου, στὴ Ρώμη.
Ὁ Ἅγιος Ἀσκλᾶς ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀσκλᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴ Θηβαΐδα τῆς Αἰγύπτου καὶ εἶναι ἄγνωστο πότε ἄθλησε. Ἐργαζόμενος ἱεραποστολικὰ ὑπέρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε ἐνώπιον τοῦ ἄρχοντος Ἀρριανοῦ. Παρ’ ὅλο ποὺ πιέσθηκε, γιὰ νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, ἀρνήθηκε καὶ ἐξ’ αἰτίας αὐτοῦ ὑποβλήθηκε σὲ πλῆθος μαρτυρίων, τὰ ὁποῖα ὑπέμεινε ἀγόγγυστα. Τοῦ καταξέσκισαν τὶς σάρκες καὶ τὸν ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες. Ἐμμένοντας ὁ Ἅγιος παρὰ ταῦτα στὴν ὁμολογία του, ἀφοῦ τοῦ ἔδεσαν στὸ λαιμὸ βαρύτατο λίθο, τὸν ἔριξαν στὸν ποταμὸ Νεῖλο, ὅπου βρῆκε μαρτυρικὸ θάνατο, ἐπὶ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (284 – 305 μ.Χ.).
Ὁ Ἅγιος Βαυδέλιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Βαυδέλιος ἔζησε περὶ τὸν 2ο ἢ 3ο αἰώνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Ὀρλεὰνς τῆς Γαλλίας. Ἀφοῦ νυμφεύθηκε, ἐργάσθηκε ἱεραποστολικὰ γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου στὴ Γαλλία καὶ τὴ βόρεια Ἰσπανία. Τελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴν πόλη Νὶμς τῆς Γαλλίας.
Οἱ Ἅγιοι Ζαβουλών καὶ Σωσσάνη
Οἱ Ἅγιοι Ζαβουλὼν καὶ Σωσσάνη ἦταν οἱ γονεῖς τῆς Ἁγίας Νίνας τῆς Ἰσαποστόλου. Περισσότερες λεπτομέρειες στὴν βιογραφία τῆς 14ης Ἰανουαρίου.
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος Ἐπίσκοπος Τουλούζης
Ὁ Ἅγιος Ἱλάριος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Τουλούζης. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος Ἐπίσκοπος Βρεσκίας
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ἦταν Ἐπίσκοπος Βρεσκίας τῆς Λομβαρδίας καὶ ἀγωνίσθηκε σθεναρὰ κατὰ τῶν αἱρετικῶν Ἀρειανῶν. Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 610 μ.Χ.
Οἱ Ἅγιοι ἐν Μεμέλᾳ Ἱερουσαλήμ οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ μάρτυρες, μαρτύρησαν τὸ 614 μ.Χ.Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τοὺς Ἁγίους Μάρτυρες.
Ὁ Ἅγιος Οὐλτρίλλος Ἐπίσκοπος Μπουργκές
Ὁ Ἅγιος Οὐλτρίλλος γεννήθηκε στὴν πόλη Μπουργκὲς καὶ ἀσκήτεψε στὴ μονὴ τοῦ Ἁγίου Νικητίου τῆς Λυὼν († 2 Ἀπριλίου). Τὸ 612 μ.Χ. ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Μπουργκὲς καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 624 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος ὁ Μυροβλύτης
Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος καταγόταν ἀπὸ τὴ Λιβύη τῆς Ἀφρικῆς καὶ ἔζησε κατὰ τὸ πρῶτο ἥμισυ τοῦ 7ου αἰῶνος μ.Χ., ἐπὶ τῆς βασιλείας τοῦ Κωνσταντίνου Πωγωνάτου. Ἦταν σύγχρονος τοῦ Ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ, ὁ ὁποῖος καὶ τοῦ ἀφιέρωσε μία ἔκθεση μὲ ἀπορίες σὲ θέματα τῆς Γραφῆς καὶ τὶς λύσεις τους. Κατ’ ἀρχὰς ὁ Ὅσιος χειροτονήθηκε διάκονος καὶ πρεσβύτερος καὶ ἐξελέγη ἡγούμενος. Διακρινόταν γιὰ τὴν καθαρότητα τοῦ βίου καὶ τὴ βαθιὰ θεολογικὴ παιδεία του καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 648 μ.Χ.
Ὁ Ὅσιος συνέγραψε τετρακόσια κεφάλαια περὶ Ἀγάπης καὶ Ἐγκρατείας καὶ τῆς Κατὰ νοῦν πολιτείας, ὅταν ἦταν ἡσυχαστὴς, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν ταπεινόφρονα διατύπωσή του: «κατὰ τὸ φαινόμενον ἡσυχαστής, κατὰ δὲ τὴν ἀλήθειαν πραγματευτὴς κενοδοξίας».
Τὰ κεφάλαια αὐτὰ ξυπνοῦν ψυχὲς ποὺ εἶναι σὲ πνευματικὸ θάνατο ἢ ἀνασταίνουν ψυχὲς ποὺ νεκρώθηκαν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. Τὸ πλεονέκτημά τους εἶναι ἡ ἐμπειρικὴ μέθοδος ποὺ, μὲ τὴν πρακτικὴ ἀγωγὴ ποὺ ὑποδεικνύουν, ὁδηγοῦν μὲ ἀσφάλεια στὴ μεταστοιχείωση τῶν ψεκτῶν παθῶν σὲ πάθη ἅγια καὶ στὴν κτήση τῶν θείων ἀρετῶν, ἀπ’ ὅπου ἀρχίζει ἡ ἄνθιση τῶν καρπῶν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἀποκορύφωμα τῶν ὁποίων εἶναι ἡ θεομίμητη ταπείνωση καὶ ἡ ἁγία ἀγάπη.
Ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος εἶναι ἕνας ἀπλανὴς διδάσκαλος τῆς πνευματικῆς ζωῆς καὶ τῶν νηπτικῶς βιούντων μοναχῶν, ἀλλὰ καὶ στοργικὸς πατέρας ὅλων τῶν Χριστιανῶν, πρὸς τοὺς ὁποίους, ὡς δοῦλος εὐγνώμων, μεταδίδει τὸ χάρισμα ποὺ ἔλαβε, θεραπεύοντας ὡς ἰατρὸς ψυχῶν, τὶς ἀρρωστημένες ψυχὲς καὶ ὁδηγώντας τες στὸν ἀρχικὸ προορισμό τους, ποὺ εἶναι ἡ ὁμοίωσή τους, κατὰ χάριν, μὲ τὸν Δημιουργό τους, τὴν Ἁγία Τριάδα, στὴν Ὁποία ἀφιερώνει τὰ δεκαπέντε τελευταῖα κεφάλαια τῆς τετάρτης ἑκατοντάδος του, φανερώνοντας τὴν Ὀρθόδοξη Θεολογικὴ γνώση του.
Γράφει χαρακτηριστικὰ ὁ Ὅσιος Θαλάσσιος:
Ὁ νοῦς ποὺ ἀπόκτησε πνευματικὴ ἀγάπη, δὲν διανοεῖται γιὰ τὸν πλησίον του ἐκεῖνα ποὺ δὲν ἀρμόζουν στὴν ἀγάπη.
Ἀγάπη ἀληθινὴ ἔχει ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἀνέχεται νὰ ἀκούει ὑπονοούμενα, οὔτε φανερὲς κατηγορίες κατὰ τοῦ πλησίον.
Ἰδίωμα τῆς ἀνυπόκριτης ἀγάπης εἶναι ὁ ἀληθινὸς λόγος ἀπὸ ἀγαθὴ συνείδηση.
Ἐκεῖνος εἶναι δυνατὸς ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος ἀποδιώκει τὴν κακία μὲ τὴν πράξη καὶ μὲ τὴ γνώση.
Ἂν θέλεις νὰ νικήσεις τοὺς ἐμπαθεῖς λογισμούς, ἀπόκτησε ἐγκράτεια καὶ ἀγάπη γιὰ τὸν πλησίον.
Ἡσυχία, προσευχή, ἀγάπη καὶ ἐγκράτεια, εἶναι τετράτροχο ἅρμα ποὺ ἀνεβάζει τὸ νοῦ στοὺς οὐρανούς.
Ἔργο χαρακτηριστικὸ τοῦ νοῦ εἶναι νὰ ἀσχολεῖται πάντοτε μὲ τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ.
Ἐκεῖνος ποὺ ἀγαπᾶ τὸν Ἰησοῦ, θὰ ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν κακία. Καὶ ἐκεῖνος ποὺ τὸν ἀκολουθεῖ, θὰ δεῖ τὴν ἀληθινὴ γνώση.
Ἡ ἐλευθερία ἀπὸ τὰ πάθη εἶναι συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν. Ὅποιος δὲν ἐλευθερώθηκε μὲ τὴ Χάρη ἀπὸ τὰ πάθη, δὲν ἔλαβε ἀκόμη τὴ συγχώρηση.
Ἂν θέλεις νὰ ἀπαλλαγεῖς ταυτόχρονα ἀπὸ ὅλες τὶς κακίες, ἀπαρνήσου τὴ μητέρα τῶν κακῶν, τὴ φιλαυτία.
Ἐκεῖνος ποὺ ὑπομένει τοὺς ἀθέλητους πειρασμοὺς ποὺ τοῦ ἔρχονται, ἀποκτᾶ ταπεινὸ φρόνημα, καλὲς ἐλπίδες καὶ γίνεται δόκιμος.
Εὐχὴ τοῦ Ὁσίου Θαλασσίου
Κύριε τῶν πάντων Χριστὲ, ἐλευθέρωσέ μας ἀπὸ ὅλα αὐτὰ, ἀπὸ τὰ ὀλέθρια πάθη καὶ ἀπὸ τοὺς λογισμοὺς ποὺ προέρχονται ἀπὸ αὐτά.
Πλασθήκαμε ἀπὸ Σένα, γιὰ νὰ ἀπολαύσουμε τὸν παράδεισο ποὺ ἐφύτευσες Ἐσύ.
Τὴν τωρινή μας ἀτιμία μόνοι τὴν προκαλέσαμε, μὲ τὸ νὰ προτιμήσουμε τὴν ὀλέθρια ἀπὸ τὴν εὐλογημένη ἀπόλαυση.
Ἐπήραμε τὴν ἀμοιβή μας γι’ αὐτὸ, ἀνταλλάσσοντας τὴν αἰώνια ζωὴ μὲ τὸ θάνατο.
Τώρα λοιπὸν, Κύριε, καθὼς ἐστράφηκες μὲ εύμένεια πρὸς ἐμᾶς, κάνε τὸ ἴδιο ὥς τὸ τέλος. Καθὼς ἔγινες ἄνθρωπος γιὰ μᾶς, σῶσε μας ὅλους.
Γιατὶ ἦλθες νὰ σώσεις ἐμᾶς τοὺς χαμένους. Μὴ μᾶς χωρίσεις ἀπὸ τὴν μερίδα ὅσων σώζονται.
Ἀνέστησε τὶς ψυχὲς καὶ σῶσε τὰ σώματά μας. Καθάρισέ μας ἀπὸ κάθε μολυσμὸ.
Σπάσε τὰ δεσμὰ τῶν παθῶν ποὺ μᾶς κατέχουν. Ἐσύ, ποὺ συνέτριψες τὶς φάλαγγες τῶν ἀκάθαρτων δαιμόνων.
Καὶ ἀπάλλαξέ μας ἀπὸ τὴν τυραννία τους, γιὰ νὰ λατρεύσουμε Ἐσένα μόνο, τὸ αἰώνιο Φῶς.
Ἀφοῦ ἀναστηθοῦμε ἐκ νεκρῶν, συγκροτώντας μαζὶ μὲ τοὺς Ἀγγέλους μία εὐλογημένη καὶ ἀκατάλυτη χορεία. Ἀμὴν.
Ὁ Ὅσιος Μάρκος ὁ Ἐρημίτης
Ὁ Ὅσιος Μάρκος ἦταν μοναχὸς. Εἶναι ἄγνωστος ὁ τόπος καταγωγῆς καὶ ὁ χρόνος τῆς δράσεώς του. Ἀφοῦ ἔζησε ὁσίως, κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Ἐπίσκοπος Παβίας
Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς Παβίας, τῆς Ἰταλίας. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα τῆς ἐκλογῆς του, τὸ 743 μ.Χ., ἔπαθε πολλὰ ὑπὲρ τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἐξορίσθηκε ἀπὸ τοὺς Λομβαρδούς.Κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 778 μ.Χ.
Οἱ Ὅσιοι Ἰωάννης, Ἰωσὴφ καὶ Νικήτας
Οἱ Ὅσιοι Πατέρες μας Ἰωάννης, Ἰωσὴφ καὶ Νικήτας κατάγονταν ἀπὸ τὴν Χίο καὶ ἔζησαν κατὰ τὸν 11ο αἰώνα μ.Χ. Ἀσκητεύοντας ἐπὶ τοῦ Προβατείου Ὄρους τῆς νήσου τῆς Χίου, εὑρῆκαν μία ἡμέρα πάνω σὲ δένδρο μυρσίνης κρεμάμενη εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, τὴν ὁποία, ἀφοῦ παρέλαβαν, τοποθέτησαν ἐντὸς ναΐσκου, ποὺ ἀνήγειραν γιὰ τὸ σκοπὸ αὐτό. Ἀργότερα, μὲ τὴ συνδρομὴ τοῦ αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Μονομάχου (1042 – 1054), καὶ στὴ συνέχεια, τῆς ἀδελφῆς του αὐτοκράτειρας Ζωῆς, ἀνηγέρθη μεγαλοπρεπὴς ἡ Νέα Μονή, ἡ ὁποία προικίσθηκε μὲ κτήματα καὶ ἀφιερώματα καὶ κατέστη αὐτοδέσποτος διὰ βασιλικῶν χρυσοβούλλων.
Μετὰ ἀπὸ μικρὴ ἐξορία, τὴν ὁποία ὑπέστησαν λόγῳ κακόβουλων διαβολῶν, ἐπανῆλθαν στὴ μονή, ὅπου καὶ κοιμήθηκαν μὲ εἰρήνη.
Μετακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Νικολάου τοῦ Θαυματουργοῦ
Τὸ 1087 μ.Χ., ἐπὶ αὐτοκράτορα Ἀλεξίου Κομνηνοῦ (1081 – 1118) καὶ Πατριάρχου Νικολάου Γ’ τοῦ Γραμματικοῦ (1084 – 1111), ἡ ἐπαρχία τῆς Λυκίας καὶ ἡ πόλη τῶν Μύρων δεινοπαθοῦν ἀπὸ τοὺς Ἀγαρηνοὺς. Γι’ αὐτὸ καὶ οἱ μοναχοί, ποὺ διακονοῦσαν στὸ προσκύνημα τοῦ Ἁγίου Νικολάου, συναινοῦν στὴν πρόταση «ἐμπόρων» ἀπὸ τὸ Μπάρι τῆς Ἰταλίας, ποὺ στὴν πραγματικότητα ἦταν κληρικοὶ, νὰ πραγματοποιήσουν τὴν ἀνακομιδὴ τῶν ἱερῶν λειψάνων καὶ τὴ μετακομιδὴ στὸ Μπάρι.
Κατὰ τὴν συναξαριστική παράδοση τὸ ἅγιο λείψανο ἀνεχώρησε τὴν 1η Ἀπριλίου τοῦ 1087 καὶ ἔφθασε στὸ Μπάρι στὶς 20 Μαΐου.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητος, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια, Πάτερ Ἱεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ θείου λειψάνου σου τῇ μεταθέσει σοφέ, πιστῶς ἑορτάζοντες ἐν εὐφροσύνῃ ψυχῆς, βοῶμέν σοι Ἅγιε· Δίδου ταύτῃ τῇ πόλει, τὴν πλουσίαν σου χάριν· Γίνου τοῖς ἐν θαλάσσῃ, ἀσφαλὴς κυβερνήτης, Νικόλαε μακάριε, Ἀρχιερέων καύχημα.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ σεπτοῦ λειψάνου σου τῇ μεταθέσει, ἑορτήν σου ἄγοντες, ἐπιβοώμεθα θερμῶς, τὴν σὴν ταχεῖαν βοήθειαν, θαυματοφόρε Νικόλαε Ὅσιε.
Μεγαλυνάριον.
Χάριν ἀναβλῦζον παρὰ Θεοῦ, Νικόλαε Πάτερ, τὸ σὸν λείψανον τὸ σεπτόν, πάντας ἁγιάζει, τοὺς πίστει εὐφημοῦντας, τὴν τούτου νῦν ἐκ τάφου θείαν μετάθεσιν.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος τοῦ Πσκώφ
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος, ὁ ὁποῖος ἀρχικὰ ἦταν εἰδωλολάτρης μὲ τὸ ὄνομα Ντόβμοντ, καταγόταν ἀπὸ τὴν Λιθουανία καὶ ἦταν πρίγκιπας τοῦ Ναλσχένσκ τῆς Λιθουανίας. Τὸ 1265, λόγῳ τῶν συγκρούσεων μεταξύ τῶν ἡγεμόνων τῆς Λιθουανίας, ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἐπαρχία του καὶ νὰ ἐγκατασταθεῖ στὸ Πσκώφ μαζὶ μὲ τριακόσιες οἰκογένειες. Ἐδῶ ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ τὸν ἐπεσκίασε καὶ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς λαμβάνοντας τὸ ὄνομα Τιμόθεος.
Πολὺ σύντομα οἱ κάτοικοι τοῦ Πσκώφ τὸν ἐπέλεξαν ὡς πρίγκιπά τους γιὰ τὴν ἀνδρεία καὶ τὶς ἀληθινὲς χριστιανικὲς ἀρετές του.
Ὁ Ἅγιος κυβέρνησε γιὰ τριάντα τρία χρόνια μὲ εἰρήνη καὶ σύνεση. Ἦταν δίκαιος, ἐλεήμων καὶ φιλάνθρωπος, γενναιόδωρος καὶ προστάτης τῶν μονῶν καὶ τῶν ναῶν. Ἵδρυσε μάλιστα καὶ μία μονὴ πρὸς τιμὴν τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου.
Τὸ 1268 ὁ πρίγκιπας Τιμόθεος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς ἥρωες τῆς ἱστορικῆς μάχης κατὰ τῶν Δανικῶν καὶ Γερμανικῶν στρατευμάτων ποὺ ὑπερασπίσθηκαν μὲ πίστη καὶ αὐταπάρνηση τὴ Ρωσικὴ γῆ. Πρὶν ἀπὸ κάθε μάχη πήγαινε στὴν ἐκκλησία, ὅπου προσευχόταν καὶ ἄφηνε τὸ ξίφος του στὸ βῆμα τῆς Ὡραίας Πύλης λαμβάνοντας τὴν εὐλογία τοῦ ἱερέως. Ὁ γενναῖος πολεμιστὴς – πρίγκιπας κέρδισε τὴν τελικὴ μάχη κατὰ τῶν Γερμανῶν, στὶς 5 Μαρτίου τοῦ 1299.
Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1299, ἀλλὰ προστάτευε τὴν πόλη τοῦ Πσκὼφ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του. Ὅταν κατὰ τὸ 1480, περισσότερο ἀπὸ ἑκατὸ χιλιάδες Γερμανοὶ πολιόρκησαν τὴν πόλη, ἐκεῖνος ἐμφανίσθηκε σὲ ἕναν Χριστιανὸ καὶ τὸν προέτρεψε νὰ λάβουν τὴν εἰκόνα του μαζὶ μὲ ἕνα σταυρὸ καὶ νὰ τὰ λιτανεύσουν στὴν πόλη. Οἱ Χριστιανοὶ τοῦ Πσκὼφ ἔπραξαν, ὅπως τοὺς εἶπε ὁ Ἅγιός τους, καὶ οἱ Γερμανοὶ ἀναχώρησαν ἀπὸ τὴν πόλη.
Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Ἀλεξίου τοῦ θαυματουργοῦ
Ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ τὴν μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἀλεξίου τοῦ Θαυματουργοῦ, Ἀρχιεπισκόπου Μόσχας, στὶς 12 Φεβρουαρίου.
Τὰ ἱερά λείψανά του, ἀνακαλύφθηκαν στὶς 20 Μαΐου τοῦ 1431. Τὸ 1485, τὰ ἱερὰ λείψανα μετακομίσθηκαν σὲ ναὸ ἀφιερωμένο στὸν Ἅγιο. Σήμερα βρίσκονται στὸν Πατριαρχικὸ Ναὸ τῶν Θεοφανείων τῆς Μόσχας.
Ὁ Ὅσιος Στέφανος
Ὁ Ἅγιος Στέφανος γεννήθηκε στὸ Μαυροβούνιο τῆς Σερβίας καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 17ο αἰώνα μ.Χ. Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ ἔγινε μοναχὸς στὴ μονὴ Μοράκα. Λόγῳ τῶν Τούρκων ἀναγκάσθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ μοναστήρι καὶ νὰ ζήσει κρυμμένος ἀπὸ τοὺς βοσκοὺς τῆς περιοχῆς γιὰ ἑπτὰ χρόνια.
Τὸ 1660 συνέχισε τὸν ἀσκητικό του βίο σὲ ἕνα σπήλαιο μέσα στὸ ὁποῖο ἔζησε μὲ ἀδιάλειπτη προσευχὴ ἐπὶ τριάντα χρόνια. Τέσσερα ἔτη μετὰ τὴν ὁσιακὴ κοίμησή του, οἱ πιστοὶ βρῆκαν τὸ τίμιο λείψανό του ἀπὸ τὸ φῶς ποὺ φώτιζε τὸ σπήλαιο, μέσα στὸ ὁποῖο ὁ Ὅσιος Στέφανος εἶχε ἀναπαυθεῖ.