ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Τα πάντα περί Εορτολογίου, Συναξαριστή, Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών...

Moderator: inanm7

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Dec 11, 2012 12:07 am

26 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Σύναξις Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Image
Λεχὼ ἄμωμον ἀνδρὸς μὴ γνοῦσαν λέχος,
Δώροις ἀμώμοις δεξιοῦμαι τοῖς λόγοις.
Mολπὴν ἁγνοτάτῃ λεχοῖ εἰκάδι ἕκτῃ ἀείδω.

Την επόμενη ημέρα από την Γέννηση του Ιησού Χριστού, εορτάζουμε την Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου.


Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς βρέφος βαστάζουσα, ἐν ταὶς ἀγκάλαις Ἁγνή, τὸν πάντων δεσπόζοντα, σάρκα λαβόντα ἔκ σοῦ, χαρᾶς ὤφθης πρόξενος, ὅθεν πᾶσα ἡ κτίσις, ἀνυμνεῖ χαρμοσύνως, σήμερον Θεοτόκε, τὴν φρικτήν σου λοχείαν πηγὴν γὰρ ἀθανασίας, κόσμω ἐκύησας.

Κοντάκιον
Ἦχος πλ. β’. Αὐτόμελον.
Ὁ πρὸ ἑωσφόρου ἐκ Πατρὸς ἀμήτωρ γεννηθείς, ἐπὶ τῆς γῆς ἀπάτωρ ἐσαρκώθη σήμερον ἔκ σοῦ· ὅθεν Ἀστὴρ εὐαγγελίζεται Μάγοις, Ἄγγελοι δὲ μετὰ Ποιμένων ὑμνοῦσι, τὸν ἄχραντον τόκον σου, ἡ Κεχαριτωμένη.

Ὁ Οἶκος
Τὸν ἀγεώργητον βότρυν βλαστήσασα, ἡ μυστικὴ ἄμπελος ὡς ἐπὶ κλάδων, ἀγκάλαις ἐβάσταζε, καὶ ἔλεγε. Σὺ εἶ καρπός μου, σὺ εἶ ἡ ζωή μου. Ἀφ' οὗ ἔγνων, ὅτι καὶ ὃ ἤμην εἰμί, σύ μου Θεός· τὴν γὰρ σφραγῖδα τῆς Παρθενίας μου ὁρῶσα ἀκατάλυτον, κηρύττω σε ἄτρεπτον Λόγον, σάρκα γενόμενον. Οὐκ οἶδα σποράν, οἶδά σε λύτην τῆς φθορᾶς· Ἁγνὴ γὰρ εἰμι, σοῦ προελθόντος ἐξ ἐμοῦ· ὡς γὰρ εὗρες, ἔλιπες μήτραν ἐμήν. Διὰ τοῦτο συγχορεύει πᾶσα κτίσις βοῶσά μοι· Χαῖρε ἡ Κεχαριτωμένη.






Ἡ Φυγὴ Στὴν Αἴγυπτο τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Ὅταν οἱ μάγοι προσκύνησαν τὸν Χριστό, ἀναχώρησαν γιὰ τὴν πατρίδα τους, χωρὶς νὰ περάσουν ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Ἡρώδη. Τότε ἄγγελος Κυρίου φάνηκε σὲ ὄνειρο στὸν Ἰωσὴφ καὶ τοῦ εἶπε νὰ πάρει τὸ παιδὶ μὲ τὴν μητέρα του καὶ νὰ φύγει στὴν Αἴγυπτο (Εὐαγγέλιο Ματθαίου, Β’ 13 – 18).

Καὶ ἔμειναν ἐκεῖ, μέχρι ποὺ πέθανε ὁ Ἡρώδης, γιὰ νὰ ἐπαληθευθεῖ ἔτσι ἐκεῖνο ποὺ ἐλέχθη διὰ τοῦ προφήτου Ὠσηέ: «Ἐξ Αἰγύπτου ἐκάλεσα τὸν υἱόν μου» (Ὠσ. ια’ 1). Μετὰ τὴν φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, ὁ Ἡρώδης ἔστειλε στρατιῶτες καὶ θανάτωσαν ὅλα τὰ παιδιὰ ποὺ ἦταν στὴν Βηθλεὲμ καὶ τὰ περίχωρά της, ἀπὸ ἡλικίας δύο ἐτῶν καὶ κάτω. Διότι τόσο εἶχε ὑπολογίσει τὴν ἡλικία τοῦ Χριστοῦ, Τὸν ὁποῖο φοβόταν ὅτι θὰ τοῦ ἔπαιρνε τὴν βασιλεία.
Ἐπίσης, ἡ φυγὴ τοῦ Κυρίου στὴν Αἴγυπτο, κατὰ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, φράσσει καὶ τὰ στόματα τῶν αἱρετικῶν. Διότι ὅπως λέει, ἂν δὲν ἔφευγε ὁ Κύριος καὶ φονευόταν ἀπὸ τὸν Ἡρώδη , θὰ εἶχε ἐμποδιστεῖ ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Ἂν πάλι τὸν συνελάμβαναν καὶ δὲν φονευόταν, θὰ ἔλεγαν πολλοὶ ὅτι δὲν φόρεσε ἀνθρώπινη σάρκα, ἀλλὰ μόνο κατὰ φαντασία. Ἔπειτα, ἡ φυγὴ φανερώνει ἄλλη μιὰ φορά, ὅτι τίποτα δὲν μπορεῖ νὰ ματαιώσει τὰ σχέδια τοῦ Θεοῦ.






Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Ὁμολογητής
Ο Σ. Εὐστρατιάδης, στὸ Ἁγιολόγιό του, ἀναφέρει γιὰ τὸν Ἅγιο αὐτὸν τὰ ἑξῆς:

Ἤκμασεν ἐπὶ τῆς βασιλείας Κωνσταντίνου καὶ Εἰρήνης (780 – 797), γεννηθεῖς ἐν Λυκαονίᾳ καὶ σπουδάσας ἐν Ἀλεξανδρείᾳ. Μετὰ τὴν ἀποπεράτωσιν τῶν σπουδῶν αὐτοῦ κατέφυγεν εἰς μονὴν τινά, ἀποκαρεῖς μοναχὸς καὶ διαπρέψας ἐν τῇ μοναχικῇ πολιτείᾳ, διὰ δὲ τὴν ἀρετὴν καὶ τὴν παιδείαν αὐτοῦ προεβιβάσθη εἰς τὸν μητροπολιτικὸν θρόνον τῶν Σαρδέων, λαβῶν μέρος ἐν τῇ κατὰ τῶν εἰκονομάχων ἀθροισθείσῃ ἐν Νίκαιᾳ τὸ δεύτερον Ἑβδόμῃ οἰκουμενικῇ συνόδῳ (787), ἐν ᾗ τὴν ὀρθὴν τῆς ἐκκλησίας δόξαν μετὰ παρρησίας καὶ θάρρους καθωμολόγησε καὶ ὑπέγραψε (ἴδε Mansi, τ. XII, σ. 1087 – 1088).

Τὰ ἐξαιρετικὰ αὐτοῦ προσόντα ἐκτιμῶντες οἱ βασιλεῖς ἐνεπιστεύθησαν αὐτῷ διαφόρους δημοσίας ἀποστολάς, ἀλλὰ ἐπὶ τῆς βασιλείας Νικηφόρου Α’ (802 – 811), ἐπὶ καταγγελία γενομένη παρὰ ἀνωτέρου ὑπαλλήλου ἐν Σάρδεσι ὅτι ἔκειρε μοναχὴν κόρην, ἣν ἐζήτει οὗτος εἰς γάμον, ὁ Εὐθύμιος ἐξωρίσθη εἰς τὴν νῆσον Παττάλαραν λίαν ταλαιπωρηθεῖς. Ἐκ τῆς ἐξορίας ἐπανῆλθεν εἰς Κωνσταντινούπολη (814), ἀλλὰ καὶ πάλιν μετὰ τὴν ἔκρηξιν τῆς εἰκονομαχίας ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (813 – 820), ὁπαδὸς τῆς ἐναντίας ταχθεῖς μερίδος, ἐξωρίσθη εἰς Ἄσσον (παρὰ τὸ Ἀδραμύτιον), ἔνθα παρέμεινε μέχρι τοῦ θανάτου τοῦ Λέοντος ἀνακληθεῖς ὑπὸ Μιχαὴλ τοῦ Τραυλοῦ (820 – 829), ἀλλὰ καὶ τοῦτον καταβροντήσας δι’ ὧν κατὰ πρόσωπον αὐτοῦ εἶπεν, «εἰ τὶς οὖ προσκυνεῖ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστὸν εἰκόνι περιγραπτὸν ἤτω ἀνάθεμα», ἐξώργισε καὶ ἠνάγκασε νὰ ἐξορίσει αὐτὸν εἰς τὸν Ἀκρίταν, ἔνθα ἐνέκλεισεν αὐτὸν εἰς ζοφερωτάτην φυλακὴν ἐκεῖ διὰ βουνεύρων τυπτόμενος καὶ ἐκ τῶν πληγῶν ἐξογκωθεῖς ὡς ἀσκὸς ὀκτὼ ἡμέρας μετὰ τὴν ἄθλησιν, πρὸς Κύριον ἔξεδημησε». Θεῷ παραστάς, Εὐθύμιε, τρισμάκαρ, πλήρης ἄληκτου τυγχάνεις εὐθυμίας.
(Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές, περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 11η Ὀκτωβρίου.)

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῶν Σαρδέων πρόεδρος, καὶ Ἐκκλησίας φωστήρ, καὶ στόμα θεόσοφον, ὁμολογίας λαμπρᾶς, ἐδείχθης Εὐθύμιε· ὅθεν τῇ μυριπνόῳ, καὶ ἁγίᾳ σου Κάρᾳ, ταύτην τὴν πόλιν Πάτερ, μυστικῶς ἁγιάζεις· ᾗ δίδου Ἱεράρχα, ἀεὶ τὴν προστασίαν σου.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀγωνισάμενος καλῶς Ἱεράρχα, ὑπὲρ τῶν θείων θεοφρόνως Εἰκόνων, ὁμολογίας στέφανον ἀπείληφας· ὅθεν προσκυνοῦντές σου, τὴν σεπτὴν Πάτερ Κάραν, καθαγιαζόμεθα, ἐν τῇ ταύτης προσψαύσει. Ἀλλ’ ἐκδυσώπει ῥύεσθαι ἡμᾶς, πάσης ἀνάγκης, παμμάκαρ Εὐθύμιε.

Μεγαλυνάριον.
Δόξης ἀπολαύων Πάτερ λαμπρᾶς, ὡς Ἱερομάρτυς, ὦ Εὐθύμιε εὐκλεής, ἀεὶ ἀναβλύζεις, ἐκ τῆς σεπτῆς σου Κάρας, τοῖς πίστει προσιοῦσι, χάριν σωτήριον.






Ὁ Ὅσιος Κωνσταντῖνος ὁ ἐξ Ἰουδαίων
Image
Ὁ Ὅσιος Κωνσταντῖνος ἦταν ἀπὸ τὰ Σύναδα τῆς Φρυγίας. Σὲ νεαρὴ ἡλικία προσπάθησε νὰ ἀκολουθήσει τὴν ζωὴ τῶν ἐνάρετων χριστιανῶν. Ὁ νεαρὸς Ἰουδαῖος, ὁ ὁποῖος ἔφερε τὴν χριστιανικὴ πίστη ἤδη στὴ ψυχή του, ἀποφάσισε νὰ φύγει ἀπὸ τὸ θόρυβο τοῦ κόσμου, καὶ μετέβη στὸ μοναστήρι Φουβούτιον, τοῦ ὁποίου οἱ μοναχοὶ φημίζονταν γιὰ τὴν θεάρεστη ζωή τους.

Ἀφοῦ δοκιμάσθηκε ἀρκετὰ καὶ πείστηκαν γιὰ τὴν εἰλικρινὴ καὶ φωτεινὴ πίστη του, τοῦ ἔδωσαν τὸ ἅγιο βάπτισμα καὶ τὸν ὀνόμασαν Κωνσταντῖνο. Ἔγινε ἔτσι ἀδελφὸς τῆς Μόνης.

Ἐπιδόθηκε στὴν μελέτη τῶν πνευματικῶν πραγμάτων. Ὅμως αὐτὸ δὲν τοῦ ἦταν ἀρκετό, ἤθελε νὰ διδάξει καὶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ ἄρχισε νὰ μεταβαίνει ἀπὸ τὴν μία πόλη στὴν ἄλλη καὶ νὰ κηρύσσει τὸ λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἀπεβίωσε ἐν εἰρήνῃ.






Ὁ Ὅσιος Εὐάρεστος
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Γαλατία ἀπὸ γονεῖς ἔνδοξους καὶ ἐπίσημους τῆς χώρας αὐτῆς. Ἀφοῦ καλὰ καὶ ὅσια ἐκπαιδεύτηκε στὴν χώρα του, πῆγε μὲ τὸν πατέρα του στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (813 – 820) καὶ τὸν φιλοξενοῦσε ὁ συγγενής του πατρίκιος Βρυέννιος.

Ὅταν αὐτὸς στάλθηκε ἀπὸ τὴν βασίλισσα Θεοδώρα πρέσβυς στοὺς Βούλγαρους, πῆρε κοντά του καὶ τὸν Εὐάρεστο καὶ ὅταν ἔφτασαν στὸν τόπο, ποὺ ὀνομαζόταν Σκόπελο, ἐκεῖ ὁ Εὐάρεστος συνάντησε γέροντα ἀσκητή, στὸν ὁποῖο προσκολλήθηκε καὶ ἐκάρη μοναχός.

Ὁ δὲ γέροντας, βλέποντας τὴν ὑψηλὴ πνευματικὴ ἔφεση τοῦ νέου, τὸν ἔστειλε μὲ συστατικὴ ἐπιστολὴ στὴ Μονὴ Στουδίου, ὅπου ὁ Εὐάρεστος διέπρεπε σὰν αὐστηρὸς ἀσκητής.
Ἐκεῖ λοιπὸν ὁσιακὰ ἀφοῦ ἔζησε καὶ τὰ ὑπόλοιπα χρόνια τῆς ζωῆς του, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 79 χρονῶν. Τὸ δὲ τίμιο λείψανό του, ἐναποτέθηκε στὴ Μονὴ Κοκουρουβίου (ἢ Κοκκοροβίου).






Ὁ Ἅγιος Κωνστάντιος ὁ Νέος Ἱερομάρτυρας ὁ Ρῶσος
Ὁ Κωνστάντιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρωσία καὶ ὑπηρετοῦσε σὰν ἐφημέριος στὴ Ρωσικὴ Πρεσβεία στὴν Κωνσταντινούπολη. Κατὰ τὸν Ρωσοτουρκικὸ πόλεμο ἦλθε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ παρέμεινε γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα στὴ Μεγίστη Λαύρα, ἀπ’ ὅπου ἀναχώρησε στὰ Ἱεροσόλυμα γιὰ προσκύνημα στοὺς Ἅγιους Τόπους.

Ἐπανῆλθε στὴν Μεγίστη Λαύρα καὶ περίμενε τὴν εἰρήνη μεταξὺ Ρωσίας καὶ Τουρκίας. Ὅταν ἐπιτεύχθηκε ἡ εἰρήνη, ὁ Ἅγιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ παρέμεινε σὰν ἐφημέριος στὴν ἴδια πρεσβεία. Ἐκεῖ ὅμως, ἄγνωστο γιὰ ποιοὺς λόγους, ἦλθε σὲ προστριβὴ μὲ τὸν Ρῶσο Πρέσβη καὶ εἴτε ἀπὸ φόβο εἴτε ἀπὸ θυμό, παρουσιάστηκε στὸν Σουλτάνο καὶ ἀρνήθηκε τὸν Χριστό. Γιὰ τὴν ἐνέργειά του αὐτή, ἔτυχε μεγάλων τιμῶν καὶ περιποιήσεων ἀπὸ τοὺς Τούρκους.

Μετὰ ἀπὸ λίγες ἡμέρες, συναισθάνθηκε τὸ μεγάλο του ὀλίσθημα, μετανοημένος ἔκλαψε πικρὰ καὶ πόθησε τὸ μαρτύριο. Ἔτσι πέταξε τὰ τούρκικα ροῦχα, φόρεσε ἕνα φθαρμένο ράσο, παρουσιάστηκε στὸν Σουλτάνο καὶ μὲ θάρρος ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ καὶ ἀποκήρυξε τὴν θρησκεία τοῦ Μωάμεθ.
Χωρὶς καμιὰ διαδικασία, οἱ Τοῦρκοι πῆραν τὸν μάρτυρα καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν μπροστὰ στ’ ἀνάκτορα τοῦ Σουλτάνου τὸ 1743.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Dec 11, 2012 12:09 am

27 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Στέφανος ὁ Πρωτομάρτυρας καὶ Ἀρχιδιάκονος
Image
Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ διακεκριμένους μεταξὺ τῶν ἑπτὰ διακόνων, ποὺ ἐξέλεξαν οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ γιὰ νὰ ἐπιστατοῦν στὶς κοινὲς τράπεζες τῶν ἀδελφῶν, ὥστε νὰ μὴ γίνονται λάθη. Ἂν καὶ κουραστικὴ ἡ εὐθύνη τοῦ ἐπιστάτη γιὰ τόσους ἀδελφούς, παρ’ ὅλα αὐτὰ ὁ Στέφανος ἔβρισκε καιρὸ καὶ δύναμη γιὰ νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή, «Στέφανος πλήρης πίστεως καὶ δυνάμεως ἐποίει τέρατα καὶ σημεῖα μεγάλα ἐν τῷ λαῷ» (Πράξεις τῶν Ἀποστόλων στ’ 8 – 15, ζ’ 1 – 60). Δηλαδὴ ὁ Στέφανος, ποὺ ἦταν γεμάτος πίστη καὶ χάρισμα εὐγλωττίας, ἔκανε μεταξὺ τοῦ λαοῦ μεγάλα θαύματα, ποὺ προκαλοῦσαν κατάπληξη καὶ ἀποδείκνυαν τὴν ἀλήθεια τοῦ χριστιανικοῦ κηρύγματος.

Οἱ Ἰουδαῖοι ὅμως, καθὼς ἦταν προκατειλημμένοι, ἐξαπέλυσαν συκοφάντες ἀνάμεσα στὸν λαό, ποὺ διέδιδαν ὅτι ἄκουσαν τὸν Στέφανο νὰ βλασφημεῖ τὸ Μωϋσῆ καὶ τὸν Θεό. Μὲ ἀφορμὴ λοιπὸν αὐτὲς τὶς συκοφαντίες, ποὺ οἱ ἴδιοι εἶχαν ἐνσπείρει, ἅρπαξαν μὲ μίσος τὸν Στέφανο καὶ τὸν ὁδήγησαν μπροστὰ στὸ Συνέδριο, τάχα γιὰ νὰ ἀπολογηθεῖ. Ἡ ἀπολογία τοῦ Στεφάνου ὑπῆρξε πρότυπο τόλμης καὶ θάρρους. Χωρὶς νὰ φοβηθεῖ καθόλου, ἐξαπέλυσε λόγια – κεραυνοὺς ἐναντίον τῶν Ἰουδαίων. Καὶ ἀπὸ ὑπόδικος, ὀρθώθηκε θυελλώδης ἐλεγκτὴς καὶ κατήγορος. Τότε, ἀκράτητοι ἀπὸ τὸ μίσος οἱ Ἰουδαῖοι, τὸν ἔσυραν ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη, ὅπου τὸν θανάτωσαν μὲ λιθοβολισμό.
Ἐκεῖ φάνηκε καὶ ἡ μεγάλη συγχωρητικότητα τοῦ Στεφάνου πρὸς τοὺς ἐχθρούς του μὲ τὴν φράση του, «Κύριε, μὴ στήσης αὐτοῖς τὴν ἁμαρτίαν ταύτην». Κύριε, μὴ λογαριάσεις σ’ αὐτοὺς τὴν ἁμαρτία αὐτή.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Βασίλειον διάδημα, ἐστέφθη σὴ κορυφή, ἐξ ἄθλων ὧν ὑπέμεινας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Μαρτύρων Πρωτόαθλε Στέφανε· σὺ γὰρ τὴν Ἰουδαίων, ἀπελέγξας μανίαν, εἶδές σου τὸν Σωτῆρα, τοῦ Πατρὸς δεξιόθεν. Αὐτὸν οὖν ἐκδυσώπει ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὁ Δεσπότης χθὲς ἡμῖν, διὰ σαρκὸς ἐπεδήμει, καὶ ὁ δοῦλος σήμερον, ἀπὸ σαρκὸς ἐξεδήμει· χθὲς μὲν γάρ, ὁ Βασιλεύων σαρκὶ ἐτέχθη, σήμερον δέ, ὁ οἰκέτης λιθοβολεῖται, δι’ αὐτὸν καὶ τελειοῦται, ὁ Πρωτομάρτυς καὶ θεῖος Στέφανος.

Μεγαλυνάριον.
Πρῶτος διακόνων ἀναδειχθείς, πρῶτος τοῦ Δεσπότου, ἐχρημάτισας μιμητής· ὅθεν Ἀθλοφόρων, πρωτεύων Πρωτομάρτυς, τύπος αὐτοῖς ἐγένου, Πρώταθλε Στέφανε.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Γραπτὸς

Ἦταν γιὸς τοῦ Ἰωανᾶ, ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη, καὶ ὑπῆρξε μαθητὴς μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Θεοφάνη, στὴν μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα.

Στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Λέοντα τοῦ Ε’ ἦλθαν στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ καὶ οἱ δύο γιὰ τὸ ζήτημα τῶν ἁγίων εἰκόνων, περιορίστηκαν σὲ κάποια Μονὴ στὸ Στόμιο τῆς Μαύρης Θάλασσας. Ὁ βασιλιὰς Μιχαὴλ ὁ Τραυλὸς τοὺς ἐπανέφερε, ἀλλὰ αὐτοὶ δὲν θέλησαν νὰ ἐξαγοράσουν τὴν ἡσυχία τους μὲ ἀδιαφορία στὰ ἐκκλησιαστικὰ ζητήματα καὶ νὰ νεκρώσουν τὶς ἱερὲς πεποιθήσεις τους. Γι’ αὐτὸ ἐκδήλωσαν μὲ θάρρος τὰ φρονήματά τους καὶ ἔτσι πάλι περιορίστηκαν ἀπὸ τὸν βασιλιά, σὲ κάποιο τόπο κοντὰ στὸ Σωσθένιο.

Ἀργότερα ἐπὶ Θεοφίλου τοῦ Εἰκονομάχου, στάλθηκαν στὴν Ἀφουσία. Ἂν καὶ ἐκεῖ εἶχαν μείνει πολλὰ χρόνια καὶ εἶχαν αὐστηρὴ ἐπιτήρηση, αὐτοὶ ἐξακολουθοῦσαν νὰ φωνάζουν κατὰ τῆς εἰκονομαχίας. Τότε ὁ Θεόφιλος, γεμάτος θυμό, τοὺς ἔφερε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου τοὺς μαστίγωσε ἀνελέητα. Καὶ κατόπιν χάραξε στὰ μέτωπά τους μὲ πυρακτωμένο σίδερο, δώδεκα στίχους γιὰ νὰ τοὺς στιγματίσει.

Ἀπ’ αὐτὴ τὴν αἰτία ὀνομάστηκαν καὶ οἱ δυὸ Γραπτοί. Ἐπὶ δὲ τοῦ Πατριάρχου Ἰωάννου Ζ’ (836 ἢ 837), ἐξορίστηκαν πάλι στὴν Ἀπάμεια τῆς Βιθυνίας, ὅπου ὁ Θεόδωρος πέθανε καὶ τάφηκε ἀπὸ τὸν ἀδελφό του Θεοφάνη. Ἀργότερα τὸ λείψανό του μεταφέρθηκε στὴ Χαλκηδόνα.
Ὁ ἑορτασμός του μᾶς ὑπενθυμίζει πόσους ἀγῶνες κίνησαν οἱ πιστοί, γιὰ νὰ διαφυλαχτεῖ ἡ ὀρθόδοξη διδασκαλία καὶ λατρεία. Καὶ γιὰ τ’ ἀδέλφια δίνει λαμπρὸ μάθημα, γιὰ τὸ ὅτι δὲν ὑπάρχει τίποτα συγκινητικότερο καὶ τιμητικότερο, ἀπὸ τὸ νὰ ζοῦν ἀφοσιωμένοι μέχρι θανάτου γιὰ τὴ νίκη τῆς ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείοις στίγμασι, σεσημασμένος, δῶρον ἔμψυχον, τῷ Ζωοδότῃ, προσηνέχθης θεοφόρε Θεόδωρε· ἀσκητικαῖς δωρεαῖς γὰρ κοσμούμενος, ὁμολογίας ἀγῶσι διέλαμψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ σεβόμενος, πανευσεβῶς τὴν Εἰκόνα, διωγμοὺς ὑπέμεινας, καὶ κακουχίας καὶ θλίψεις· ὅθεν δή, Ὀρθοδοξίας ἄγαλμα θεῖον, γέγονας, ὡς ἀριστεύσας κατὰ τῆς πλάνης· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Ἱερομύστα Πάτερ Θεόδωρε.

Μεγαλυνάριον.
Ὄψει γεγραμμένῃ τυραννικῶς, βίβλος ἔμπνους ὤφθης, ἀναβάσεων ἱερῶν, ἐξ ἧς δωρημάτων, τὴν ὄνησιν τρυγῶντες, τοὺς πόνους σου τιμῶμεν, Πάτερ Θεόδωρε.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Α’ Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ἔζησε στὰ χρόνια του Βασιλιὰ Κωνσταντίνου Δ’ τοῦ Πωγωνάτου (668 – 685). Λόγω τῆς μεγάλης του ἀρετῆς καὶ εὐλάβειας, χειροτονήθηκε Πρεσβύτερος τῆς Ἁγίας Σοφίας καὶ κατόπιν ἔγινε σύγκελλος καὶ σκευοφύλακας αὐτῆς. Ἐπειδὴ δὲ ὁ τότε Πατριάρχης Κωνσταντῖνος πέθανε, ἀπὸ τὸν βασιλιὰ καὶ τὴν σύγκλητο, ἀναγκάστηκε νὰ χειροτονηθεῖ Πατριάρχης ὁ Θεόδωρος.

Θεάρεστα ἀφοῦ διακυβέρνησε τὴν Ἐκκλησία γιὰ δύο χρόνια καὶ τρεῖς μῆνες, ἀπομακρύνθηκε τοῦ θρόνου (678) ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Κωνσταντῖνο Πωγωνάτο. Ἡ ἀπομάκρυνση αὐτὴ δὲν μάρανε τὸν θεῖο ζῆλο τοῦ Πατριάρχη Θεοδώρου καὶ ἀφοῦ πέρασε τὸ ὑπόλοιπο τῆς ζωῆς του ἐπίσης Θεάρεστα, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
(Ἄλλες Συναξαριακὲς πηγὲς ἀναφέρουν, ὅτι ὁ Ἅγιος Θεόδωρος, ἐπανῆλθε στὸν θρόνο του μετὰ τὸν θάνατο τοῦ πατρὸς Γεωργίου Α’ καὶ πατριάρχευσε ἀπὸ τὸ 683 ἕως τὸ 686).






Ὁ Ὅσιος Λουκᾶς ὁ Τριγλινός

Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἡγούμενος τῆς Μονῆς Βαθέος Ρύακος στὴν Τρίγλια.






Ὁ Ἅγιος Μαυρίκιος ὁ Μάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ

Φωτεινὸς ὁ υἱός του καὶ οἱ Ἅγιοι 70 Μάρτυρες
Αὐτοὶ μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Μαξιμιανοῦ (286 – 305) καὶ ἦταν στρατιῶτες, ποὺ διέμεναν στὴν Ἀπάμεια τῆς Βιθυνίας τοῦ Πόντου.

Ὅταν πέρασε ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Μαξιμιανός, καταγγέλθηκαν ὅτι ἦταν χριστιανοί. Ὅταν τοὺς κάλεσε ὁ βασιλιάς, οἱ Ἅγιοι ὁμολόγησαν καὶ μπροστά του, ὅτι ἦταν χριστιανοὶ καὶ ἀμέσως τότε τοὺς ἀφαιρέθηκαν οἱ στρατιωτικὲς ζῶνες καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ φυλακή. Ὅταν μετὰ τρεῖς μέρες ρωτήθηκαν καὶ πάλι, ἔμειναν ἀμετάθετοι στὸ φρόνημά τους καὶ ἔτσι τοὺς κρέμασαν καὶ τοὺς ξέσχισαν τὶς πλευρές.
Ὁ δὲ Μαξιμιανός, γιὰ νὰ κάνει πικρότερο τὸ μαρτύριο τοῦ Μαυρικίου, ἀποκεφάλισαν μπροστά του τὸν γιό του Φωτεινό. Αὐτοὺς δέ, τοὺς πῆγε σὲ τόπο μὲ βρώμικα βαλτόνερα, ὅπου τοὺς ἔδεσε γυμνοὺς σὲ πασσάλους καὶ τοὺς ἄλειψε μὲ μέλι. Οἱ μάρτυρες, ἔμειναν ἔτσι δεμένοι ἐπὶ 10 ἡμέρες, τελικὰ ὅμως, ἀπὸ τὰ τσιμπήματα τῶν ἐντόμων, παρέδωσαν μαρτυρικὰ τὸ πνεῦμά τους στὸν Θεό.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Dec 11, 2012 12:10 am

28 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Οἱ Ἅγιοι Δισμύριοι (20.000) Μάρτυρες οἱ ἐν Νικομηδείᾳ καέντες
Image
Τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ., ἐπὶ Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ, οἱ χριστιανοὶ τῆς Νικομήδειας ἦταν ἀρκετὰ πολυπληθείς. Ὁ ἐπίσκοπος Ἄνθιμος, ἄνδρας ἄξιος καὶ μὲ αὐταπάρνηση, κοπίαζε νύχτα – μέρα γιὰ τὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν. Ἡ πρόοδος αὐτὴ τῶν χριστιανῶν κέντρισε τὸ φθόνο τῶν εἰδωλολατρῶν ἀρχόντων καὶ θέλησαν νὰ ἐξοντώσουν τὴν χριστιανικὴ Ἐκκλησία, προπάντων στὰ μεγαλύτερα καὶ πολυπληθέστερα κέντρα της.

Σχεδίασαν λοιπόν, ἀνήμερα Χριστούγεννα νὰ κάνουν γενικὴ σφαγὴ τῶν χριστιανῶν τῆς Νικομήδειας. Οἱ χριστιανοὶ εἶχαν μαζευτεῖ καὶ πανηγύριζαν τὸ κοσμοσωτήριο γεγονὸς τῆς γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἐπίσκοπος, μόλις πληροφορήθηκε ὅτι τοὺς εἶχαν περικυκλώσει στρατὸς καὶ ὄχλος εἰδωλολατρῶν μὲ ὄπλα καὶ ρόπαλα, διέταξε νὰ γίνει γρήγορα ἡ κοινωνία τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Ἔπειτα, βάπτισε τοὺς κατηχουμένους, γιὰ νὰ ἔχουν ἀσφαλὴ ἐφόδια στὴν αἰώνια σωτηρία.

Τότε οἱ εἰδωλολάτρες ἔβαλαν φωτιὰ στὸ ναό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ καοῦν χιλιάδες πιστοί. Τὸ τραγικὸ αὐτὸ γεγονός, ἀντὶ νὰ μειώσει τὸν ἀριθμὸ τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας, ἀντίθετα τὸν πολλαπλασίασε καὶ χαλύβδωσε ἀκόμα περισσότερο τὸ ἠθικὸ τῶν πιστῶν.

Ἔτσι καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ ἀποδείχθηκε περίτρανα αὐτὸ ποὺ εἶπε ἡ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός: «καὶ πύλαι ἅδου οὗ κατισχύσουσιν αὐτῆς». Ὁ θάνατος δηλαδὴ καὶ οἱ ὀργανωμένες δυνάμεις τοῦ κακοῦ, δὲ θὰ ὑπερισχύσουν, οὔτε θὰ κατανικήσουν τὴν Ἐκκλησία, ποὺ εἶναι αἰώνια καὶ ἀθάνατη.
(Συναξαριακὴ πηγή, μαζὶ μὲ τὴν μνήμη τῶν πιὸ πάνω Μαρτύρων, ἀναφέρει καὶ τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Δημοσθένους, Δημοκλέους καὶ Δημοκρίτου. Ἡ ὕπαρξη ὅμως τῶν Ἁγίων αὐτῶν εἶναι ἀμφίβολη, διότι τὰ ὀνόματά τους καθὼς καὶ βιογραφικὰ στοιχεῖα γι’ αὐτοὺς δὲν ἀναφέρονται ἀπὸ καμία Ἁγιολογικὴ πηγή. Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι καὶ συγχέονται μὲ τοὺς ὁμώνυμούς τους Μάρτυρες τῆς 10ης Ἀπριλίου).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον στράτευμα, πόλις ἁγία, περιούσιος λαὸς Κυρίου, ἀνεδείχθητε Δισμύριοι Μάρτυρες· τῇ γὰρ ἀγάπῃ αὐτοῦ δροσιζόμενοι, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἠνύσατε. Ἀλλ’ αἰτήσασθε, ἐλέους σοφοὶ τὸν πρύτανιν, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Συρατὸς ἐν ἀριθμῷ, δισμυρίων Μαρτύρων, ὡς ἄδυτος φωστήρ, ἀνατέλλει φωτίζων, καρδίας καὶ νοήματα, εὐσεβῶν διὰ πίστεως· ἐξαφθέντες γάρ, θείᾳ στοργῇ τοῦ Δεσπότου, τέλος ἅγιον, διὰ πυρὸς οἱ γενναῖοι, προθύμως ἐδέξαντο.

Μεγαλυνάριον.
Φάλαγξ τροπαιοῦχος ἀθλητική, καὶ ἅγιος κλῆρος, ὦ Δισμύριοι Ἀθληταί, ἐκ παντὸς γένους, καὶ πάσης ἡλικίας, λαμπρῶς συγκροτηθέντες, Θεῷ ἐδείχθητε.






Μνήμη τῶν Ἁγίων Συγκλητικῶν
Ἴνδης, Γοργόνιος, Πέτρος, Ζήνων, Δωρόθεος τοῦ Πραιπόσιτος, Μαρδόνιος, Γλυκέριος ὁ Πρεσβύτερος, Θεόφιλος ὁ Διάκονος καὶ Μυγδόνιος
Αὐτοὶ ἀπέμειναν ἔξω ἀπὸ τὸν Ναὸ ποὺ κάηκε μὲ προσταγὴ τοῦ Μαξιμιανοῦ στὴ Νικομήδεια, ὅπου κάηκαν ζωντανοὶ οἱ 20.000 χριστιανοί.

Αὐτοὶ λοιπόν, ποὺ ἦταν συγκλητικοί, συνελήφθησαν καὶ οἱ μὲν τρεῖς πρῶτοι μαρτύρησαν διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴν θάλασσα, οἱ ἑπόμενοι δύο μαρτύρησαν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ, οἱ ἄλλοι δύο μαρτύρησαν διὰ πυρός, ὁ Θεόφιλος διὰ λιθοβολισμοῦ καὶ ὁ Μυγδόνιος θανατώθηκε μέσα σὲ βόθρο.






Ἡ Ἁγία Δόμνα ἡ Μάρτυς
Ἡ Ἁγία Δόμνα ἦταν ἱέρεια τῶν εἰδώλων ἐπὶ Μαξιμιανοὺ στὴ Νικομήδεια καὶ συγκεκριμένα στὸν ναὸ τοῦ Δωδεκάθεου. Οἱ ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἄνοιξαν τὰ πνευματικά της μάτια καὶ βαπτίστηκε χριστιανή, μαζὶ μὲ τὸν ὑπηρέτη της Ἰνδή, ἀπὸ τὸν ἐπίσκοπο Νικομήδειας Κύριλλο. Ἀπὸ τότε ἔκανε συνειδητὴ χριστιανικὴ ζωή, μοιράζοντας στοὺς φτωχοὺς ὅτι εἶχε ἀπὸ τὴν περιουσία της, ἀλλὰ καὶ ὅτι ἔπαιρνε ἀπὸ τὸ παλάτι.

Κάποτε ὅμως, τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ ἀρχιϋπηρέτης τοῦ παλατιοῦ καὶ ὅταν ἦταν νὰ τιμωρήσει τὴν Δόμνα, αὐτὴ ἔκανε τὴν τρελὴ καὶ στάλθηκε στὸν ἐπίσκοπο γιὰ θεραπεία. Ἔπειτα γιὰ νὰ μὴ συλληφθεῖ, ντύθηκε ἀνδρικὰ καὶ ἔθαβε τὰ λείψανα τῶν μαρτύρων.

Ὅταν ὅμως ἐπέστρεψε ὁ Μαξιμιανὸς στὴ Νικομήδεια, ζήτησε τὴν Δόμνα καὶ ὅταν ἔμαθε ὅτι ἔγινε χριστιανή, διέταξε νὰ τὴν συλλάβουν. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τὴν βρῆκε, διέταξε τὸν γενικὸ φόνο τῶν χριστιανῶν, μεταξὺ τῶν ὁποίων ἀναγνωρίστηκε καὶ ἡ Δόμνα καὶ ἔτσι τὴν ἀποκεφάλισαν.
(Συναξαριακὴ πηγή, μαζὶ μὲ τὴν μνήμη τῆς Ἁγίας Δόμνας, ἀναφέρει καὶ τὴν μνήμη τῶν Ἁγίων Θεοφίλης τῆς Παρθένου καὶ Ἀγάπης τῆς Προεστώσας).






Ὁ Ἅγιος Σεκοῦνδος ὁ Μάρτυρας
Φωτιστὴ τῶν Ἰσπανῶν θὰ μπορούσαμε νὰ χαρακτηρίσουμε τὸν Ἅγιο Σεκοῦνδο. Ἔζησε τὸν πρῶτο αἰώνα μ.Χ. καὶ κατὰ τὴν παράδοση, στάλθηκε ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους στὴν Ἱσπανία γιὰ νὰ κηρύξει ἐκεῖ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Μετὰ ἀπὸ ἕνα εὐχάριστο ταξίδι, ἀποβιβάστηκε στὴν πόλη, ποὺ σήμερα λέγεται Κᾶδιξ. Ἐκεῖ, ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος μὲ τὸ κήρυγμα καὶ τὴν ἀρετή του, ἀπὸ τὸ ἄλλο μὲ τὰ θαύματα, ποὺ ἡ θεία χάρη ἐνεργοῦσε μέσῳ αὐτοῦ, πολλοὶ ἀπὸ τοὺς κατοίκους πίστεψαν στὸν Χριστό.

Στὴν συνέχεια ὁ Σεκοῦνδος πῆγε καὶ σὲ ἄλλες πόλεις τῆς Ἱσπανίας, μιμούμενος καὶ σ’ αὐτὸ τὸ παράδειγμα τῶν Ἀποστόλων, οἱ ὁποῖοι ὡς γνωστόν, πήγαιναν ἀπὸ πόλη σὲ πόλη καὶ κήρυτταν παντοῦ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ἵδρυσαν νέες Ἐκκλησίες.
Τοὺς τελευταίους κόπους καὶ ἀγῶνες τοῦ Σεκούνδου, στεφάνωσε μαρτυρικὸς θάνατος.






Ὁ Ὅσιος Βάβυλας
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Πλουτόδωρος
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές.
Ἡ μνήμη του ἀναγράφεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 256 ὡς ἑξῆς: «τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ, ἄθλησις τοῦ Ἁγίου μάρτυρος Πλουτοδώρου».






Ὁ Ὅσιος Σίμων ὁ Μυροβλήτης κτήτορας τῆς Ι. Μονῆς Σιμωνόπετρας

Δὲν ὑπάρχουν σαφὴ καὶ συγκεκριμένα στοιχεῖα γιὰ τὴν ζωή του. Μόνο ὅτι ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ὑπῆρξε κτήτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Σιμωνόπετρας Ἁγίου Ὄρους. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Κάποιες λεπτομέρειες (μερικὲς ἴσως καὶ φανταστικές), βλέπε στὸν «Μέγα Συναξαριστή», τοῦ Ματθαίου Λαγγῆ τόμος 12ος, σελ. 724, ἔκδοση 1993.
Ἡ Ἀκολουθία τοῦ συγκεκριμένου Ὁσίου, κυκλοφόρησε τὸ 1924 ἀπὸ τὸν ἡγούμενο τῆς Σίμωνος Πέτρας Ἱερώνυμο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῇ ἀσκήσει ἐκλάμψας ἐν Ἄθῳ Ὅσιε, ὡς καθαρθεὶς τὴν καρδίαν τῶν ἀρετῶν τῷ φωτί, ἐδοξάσθης θαυμαστῶς Σίμων μακάριε· διὸ καὶ βλύζειν κρουνηδόν, μύρα εὔοσμα ἡμῖν, ἠξίωσαι μετὰ τέλος. Ἀλλὰ μὴ παύσῃ πρεσβεύων, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῶν Ὁσίων ἀνυμνοῦμέν σε ἀκρέμονα

Καὶ Ἀποστόλων ὀπαδόν καὶ ἰσοστάσιον

Καὶ τοῦ Ἄθω σεμνολόγημα καὶ φωστῆρα·

Δὸς οὖν Πάτερ καὶ ἡμῖν τὴν σὴν ἀντίληψιν

Ὑπέρ πάντων ἐξαιτούμενος τὸν Κύριον
Τῶν βοώντων σοι, χαίροις Σίμων τρισόλβιε.

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης μυροθήκη πνευματική, Σίμων Μυροβλύτα, ἡδυπνόου ἐπιρροῆς, ὀσμαῖς σου εὐπνόοις, ὀσμὴν πρὸς ἀπαθείας, ἀπαύστως δειγείρων, τοὺς προσιόντας σοι.






Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Θαυματουργός
Πρόκειται γιὰ τὸ ἴδιο πρόσωπο μὲ αὐτὸ τῆς 31ης Μαρτίου. Ἐλάχιστα μηνολόγια, τοποθετοῦν ἐδῶ τὴν μνήμη του.

Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1623 φ. 1436 βρίσκονται ἀπομεινάρια τῆς Ἀκολουθίας του. Ἀπ’ αὐτὴν γίνεται φανερό, ὅτι ἦταν ἀσκητής, ἄγνωστο ποῦ καὶ πότε, ὅτι εὐαρέστησε τὸν Θεὸ καὶ πέθανε ὁσιακά.
Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης εἰκάζει, ὅτι καθόλου ἀπίθανο νὰ πρόκειται γιὰ τὸν Ἅγιο Στέφανο τὸν Σαββαΐτη τὸν Θαυματουργό, ποὺ ἡ μνήμη του ἑορτάζεται τὴν 28η Ὀκτωβρίου.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Dec 11, 2012 12:13 am

29 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Τὰ Ἅγια Νήπια (περίπου 14.000) ποὺ ἐσφάγισαν μὲ διαταγὴ τοῦ Ἡρώδη
Image
Ὅταν οἱ Μάγοι δὲν ἐπέστρεψαν στὸν Ἡρώδη νὰ τοῦ ποῦν ποῦ εἶναι ὁ Χριστός, ὁ πονηρὸς αὐτὸς βασιλιὰς μηχανεύθηκε ἄλλο σχέδιο γιὰ νὰ ἐξοντώσει τὸ Θεῖο Βρέφος.

Εἶχε ἀκούσει ὅτι, σύμφωνα μὲ τὶς Γραφές, τόπος γέννησης τοῦ Χριστοῦ θὰ ἦταν ἡ Βηθλεέμ. Ἐπειδὴ ὅμως δὲ γνώριζε ποιὸς ἦταν ὁ Ἰησοῦς ἂν βρισκόταν μέσα στὴ Βηθλεὲμ ἢ στὰ περίχωρά της καὶ ἐπειδὴ συμπέρανε ὅτι τὸ παιδὶ θὰ ἦταν κάτω ἀπὸ δυὸ χρονῶν, ἔδωσε διαταγὴ νὰ σφαγοῦν ὅλα τὰ παιδιὰ τῆς Βηθλεὲμ καὶ τῶν περιχώρων της, μέχρι τῆς ἡλικίας τῶν δύο ἐτῶν.

Ἡ σφαγὴ ἔγινε ξαφνικά, ὥστε νὰ μὴ μπορέσουν οἱ οἰκογένειες νὰ ἀπομακρυνθοῦν μὲ τὰ βρέφη τους. Καὶ οἱ δυστυχισμένες μητέρες εἶδαν νὰ σφάζονται τὰ παιδιά τους μέσα στις ἴδιες τὶς ἀγκαλιές τους.
Ἡ χριστιανικὴ Ἐκκλησία, πολὺ σωστὰ ἀνακήρυξε Ἅγια τὰ σφαγιασθέντα αὐτὰ παιδιά, διότι πέθαναν σὲ μία ἀθώα ἡλικία καὶ ὑπῆρξαν κατὰ κάποιο τρόπο οἱ πρῶτοι μάρτυρες τοῦ χριστιανισμοῦ. Μπορεῖ βέβαια νὰ μὴ βαπτίσθηκαν ἐν ὕδατι, βαπτίσθηκαν ὅμως, μέσα στὸ ἴδιο εὐλογημένο αἷμα τοῦ μαρτυρίου τους.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ὡς θύματα δεκτά, ὡς νεόδρεπτα ῥόδα, καὶ θεία ἀπαρχή, καὶ νεόθυτοι ἄρνες, Χριστῷ τῷ ὥσπερ νήπιον, γεννηθέντι προσήχθητε, ἁγνὰ Νήπια, τὴν τοῦ Ἡρώδου κακίαν, στηλιτεύοντα, καὶ δυσωποῦντα ἀπαύστως, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Ἐν τῇ Βηθλεέμ, τεχθέντος τοῦ Βασιλέως, ἐξ Ἀνατολῶν, σὺν δώροις ἥκασι Μάγοι, δι’ ἀστέρως ἐξ ὕψους ὁδηγούμενοι, ἀλλ’ Ἡρώδης ἐκταράσσεται, καὶ θερίζει τὰ Νήπια, ὥσπερ σῖτον ὀδυρόμενος· ὅτι τὸ κράτος αὐτοῦ, καθαιρεῖται ταχύ.

Μεγαλυνάριον.
Βρέφη ἀπειρόκακα καὶ ἁγνά, τῷ ἐκ τῆς Παρθένου, νηπιάσαντι ἑκοντί, ἤχθησαν σφαγέντα, ὡς ἄμωμοι θυσίαι· διὸ τὴν τοῦ Ἡρώδου, κακίαν φύγωμεν.






Ὁ Ὅσιος Μάρκελλος
Image
Πέτυχε στὴν ζωή του διότι μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ κατάλαβε, ὅτι οἱ κοσμικὲς λαμπρότητες φαίνονται καὶ ἀφανίζονται ὅπως τὰ ἄνθη. Καὶ εἶχε τὴν πεποίθεση ὅτι ζωὴ ἀληθινὴ καὶ κερδισμένη εἶναι μόνο ἐκείνη, ποὺ ἀφιερώνεται στὴν ὑπηρεσία τοῦ καλοῦ, ἐπάνω στὸν δρόμο τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Μάρκελλος ἔζησε τὸν 5ο αἰώνα, ἐπὶ πατριαρχείας Γενναδίου τοῦ Α’ (458 – 471) καὶ βασιλέως τοῦ Λέοντα Α’ τοῦ Μακέλλη. Ἡ καταγωγὴ τοῦ Μάρκελλου ἦταν ἀπὸ τὴ Συρία καὶ ἡ οἰκογένειά του ἦταν ἀρκετὰ πλούσια. Ἐπειδὴ οἱ γονεῖς του ἀγαποῦσαν τὰ γράμματα, στόλισαν τὸν γιό τους μὲ πολλὴ παιδεία. Ἀλλὰ ἡ καρδιὰ τοῦ νέου, εἶχε μέσα της ζωηρὴ καὶ ἀκοίμητη τὴν φλόγα τῆς εὐσεβείας. Τὰ κοσμικὰ ἀξιώματα δὲν τὸν ἐνδιέφεραν.

Μὲ τέτοιες διαθέσεις πῆγε στὴν Ἔφεσο, ὅπου μπῆκε σὲ μοναστήρι καὶ ἔγινε μοναχός. Ἀπὸ ἐκεῖ πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, στὴ Μονὴ Ἀκοιμήτων, ὅπου ἡγούμενος ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος. Ἐκεῖ, γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὶς ἀρετές του καὶ ἀγαπήθηκε πολὺ ἀπὸ τοὺς ἀδελφοὺς τῆς Μονῆς, γιὰ τὴν ταπεινοφροσύνη ποὺ διατηροῦσε, ἂν καὶ ἦταν ἄνθρωπος μελέτης καὶ μεγάλης διανοητικῆς ἀξίας.

Ἀφοῦ πέθανε ὁ ἡγούμενος Ἀλέξανδρος καὶ ὑστέρα ὁ διάδοχός του Ἰάκωβος, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐκτίμηση τῶν ἀδελφῶν, ἀνέδειξε ἡγούμενο τὸν Μάρκελλο. Ἡ διοίκησή του ἦταν ἄριστη. Σύμφωνα μὲ ἄλλη γνώμη, τὴν μονὴ Ἀκοιμήτων, εἶχε κτίσει αὐτὸς ὁ Ὅσιος Μάρκελλος, πιθανὼν στὴ θέση τοῦ σημερινοῦ Τσιμπουκλί.
Ἔτσι μὲ αὐτὴ τὴν θεία καὶ Ὁσία ζωή του, κοιμήθηκε καὶ ἀναπαύτηκε ὁ Μάρκελλος στὴ Μονή του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ὕμνον ἄληκτον, Θεῷ προσφέρων, νοῦν ἀκοίμητον, προσφόρως ἔσχες, πρὸς ἐκπλήρωσιν τῶν θείων προστάξεων· ὅθεν κανὼν ἀρετῆς ἐχρημάτισας, καὶ Μοναστῶν ποδηγέτης θεόσοφος. Πάτερ Μάρκελλε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τὴν ἀγγελικήν, ἀσίγητον ὑμνῳδίαν, σώματι θνητῷ, μιμούμενος θεοφόρε, ποιμὴν ἄγρυπνος ὤφθης, σαφῶς καὶ ἀρχέτυπον, τοῖς ἐκ πόθου ἑπομένοις σοι, εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι, καὶ βοῶσι Πάτερ Μάρκελλε· χαίροις θεράπον Χριστοῦ, καὶ Ὁσίων κρηπίς.

Μεγαλυνάριον.
Αἴνεσιν ἀκοίμητον τῷ Θεῷ, Μάρκελλε προσφέρων, κατεκοίμησας τῶν παθῶν, τὰς ἐπαναστάσεις, καὶ ἄγρυπνος προστάτης, ὑπνώσας πανοσίως, ἡμῖν γεγένησαι.






Ὁ Ὅσιος Θαδδαῖος ὁ Ὁμολογητής
Ἦταν Σκύθης καὶ ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, στὴν Μονὴ τοῦ ὁποίου ὁ Θαδδαῖος ἔγινε μοναχὸς καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἄσκηση.

Κάποτε λοιπόν, ὅταν συνόδευε στ’ ἀνάκτορα τὸν ἡγούμενό του Θεόδωρο, ἤλεγξε τὸν βασιλιὰ Μιχαὴλ (820 – 829) (ὁ Μ. Γαλανὸς ἀναφέρει τὸν Λέοντα τὸν Ε’) μπροστὰ στὴ σύγκλητο γιὰ τὴν ἀσέβειά του ἀπέναντι στὶς ἱερὲς εἰκόνες. Τότε ὁ Βασιλιάς, τὸν ἐξανάγκαζε νὰ ποδοπατήσει τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, πράγμα ποὺ ὁ Ὅσιος ὄχι μόνο δὲν ἔπραξε, ἀλλὰ ἀποκάλεσε τὸν βασιλιὰ πληρωμένο τύραννο καὶ ἀκάθαρτο.
Τότε βασανίστηκε σκληρά, σύρθηκε ἀπὸ τὰ πόδια στοὺς δρόμους τῆς πόλης, ὁπότε μετὰ τρεῖς μέρες πέθανε.






Ἐγκαίνια τοῦ Ναοῦ Ἁγίων Τεσσαράκοντα πλησίον τοῦ Χαλκοῦ Τετραπύλου
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.






Ὁ Ὅσιος Βενιαμίν
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ὁ δὲ Ἅγιος Νικόδημος, ἀναφέρει ὅτι πέθανε ἀπὸ ὑδρωπικία καὶ ὅτι στὸν Εὐεργετινὸ ὑπάρχει ἀπόφθεγμά του.






Ὁ Ὅσιος Ἀθηνόδωρος
Στὸν Κώδικα 1578 τῶν Παρισίων, ὁ Ἀθηνόδωρος συνοδεύεται καὶ ἀπὸ ἄλλους Ὁσίους πατέρες, τοὺς Βαβύλα καὶ Βενιαμίν.
Πάντως ἦταν ἀσκητής, (ἄγνωστο ποῦ) καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Γεώργιος Ἐπίσκοπος Νικομήδειας ποιητὴς ἀσματικῶν Κανόνων καὶ Τροπαρίων
Ἔζησε στὴ θορυβώδη καὶ μεγάλη γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία ἐποχὴ τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου (857 – 891), μὲ τὸν ὁποῖο καὶ διατηροῦσε ἀλληλογραφία. Σύνθεσε δύο ἐγκώμια στὴν γιορτὴ τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου καὶ μελοποίησε τὴν Ἀκολουθία τους.

Μελοποίησε ἐπίσης τὸν προεόρτιο Κανόνα στὸν Εὐαγγελισμό, καθὼς καὶ ἄλλους Κανόνες στὴν Θεοτόκο. Συνέγραψε μάλιστα καὶ πανηγυρικοὺς λόγους, ὅπως στὰ Εἰσόδια, στὴν σύλληψη τῆς Ἁγίας Ἄννης καὶ στὸ «Εἰστήκεισαν παρὰ τῷ Σταυρῷ τοῦ Ἰησοῦ».
(Στοιχεῖα τῆς βιογραφίας του, συγχέονται μ’ αὐτὰ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Ἐπισκόπου Ἀμάστριδος, κυρίως ὅσον ἀφορὰ τὴν ποίηση τῶν ἀσματικῶν Κανόνων. Ἴσως βέβαια, νὰ συμβαίνει καὶ τὸ ἀντίθετο).
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Dec 11, 2012 12:14 am

30 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ἡ Ἁγία Ἀνυσία ἡ Ὁσιομάρτυς
Image
Ἡ Ἁγία Ἀνυσία, ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ αὐτοκράτορος Διοκλητιανοῦ (298 μ.Χ.). Καταγόταν ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη καὶ ἦταν θυγατέρα γονέων εὐσεβῶν καὶ πολὺ πλουσίων. Ὅταν πέθαναν οἱ γονεῖς της, ἡ Ἀνυσία στάθηκε κυρία τοῦ ἐαυτοῦ της. Οὔτε τὰ πλούτη ποὺ κληρονόμησε τὴν μέθυσαν, οὔτε ἡ ὀρφάνια της τὴν παρέσυρε. Ἀλλὰ μὲ φρόνηση καὶ ἐγκράτεια, προσπαθοῦσε πάντα νὰ μαθαίνει «τί ἐστὶν εὐάρεστον τῷ Κυρίῳ». Τί δηλαδή, εἶναι εὐχάριστο καὶ εὐπρόσδεκτο στὸν Κύριο.

Ἡ εὐσέβειά της αὐτή, τὴν ἔκανε γνωστὴ στοὺς εἰδωλολάτρες. Μιὰ φορὰ λοιπόν, ἐνῶ πήγαινε στὴν ἐκκλησία, τὴν συνάντησε κάποιος εἰδωλολάτρης στρατιώτης. Ἀφοῦ τὴν ἔπιασε βίαια, τὴν ἔσυρε στοὺς βωμοὺς τῶν εἰδώλων καὶ τὴν πίεζε νὰ θυσιάσει στοὺς Θεούς. Ἡ Ἀνυσία ὁμολόγησε ὅτι πιστεύει στὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεό, τὸν Ἰησοῦ Χριστό, καὶ Αὐτὸν ἀγωνίζεται νὰ εὐχαριστεῖ κάθε μέρα. Ὁ στρατιώτης ἐξαγριωμένος, ἄρχισε νὰ βλασφημεῖ τὸ Θεὸ καὶ τότε ἡ Ἀνυσία τὸν ἔφτυσε στὸ πρόσωπο.
Ντροπιασμένος αὐτός, ἔσυρε τὸ σπαθί του καὶ διαπέρασε τὰ πλευρά της. Ἔτσι ἡ Ἀνυσία, πῆρε τὸ ἁμαράντινο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.



Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Χριστὸν ποθήσασα, ἀπὸ νεότητος, αὐτοῦ τοῖς ἴχνεσι, κατηκολούθησας, ἐν ἀρεταῖς ἀσκητικαῖς ἐκλάμπουσα Ἀνυσία· ὅθεν καὶ ἀθλήσασα, πρὸς νυμφῶνα οὐράνιον, χαίρουσα ἀνέδραμες, ὡς παρθένος θεόληπτος, πρεσβεύουσα ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαῖρε σεμνὴ Ὁσιομάρτυς.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας χάρισι, κεκοσμημένη Ὁσία, μαρτυρίου ἤνυσας, γνώμῃ ἀνδρείᾳ τὸ σκάμμα· ὅθεν σε, διπλοῖς στεφάνοις ὁ σὸς Νυμφίος ἔστεψεν, ὁ κατ’ ἀξίαν νέμων τὰ γερά· ὃν δυσώπει Ἀνυσία, ὑπὲρ τῶν πίστει ἀνευφημούντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Τῆς Θεσσαλονίκης θεῖος βλαστός, καὶ ἄμωμος νύμφη, τοῦ Παντάνακτος Ἰησοῦ, ὤφθης Ἀνυσία, ἀσκήσει καὶ ἀθλήσει, ἐχθρὸν καταβαλοῦσα, τὸν πολυμήχανον.






Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἀπὸ Καισαρίδος
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου (717 – 741). Ἦταν ἀπὸ γένος λαμπρὸ καὶ ἐπίσημο, τὸν πατέρα της ἔλεγαν Θεόφιλο καὶ ἦταν πατρίκιος, τὴν δὲ μητέρα της Θεοδώρα. Ἡ Θεοδώρα ἦταν στείρα καὶ κατόπιν μεγάλης προσευχὴς πρὸς τὸν Θεό, ἀπέκτησε τὴν Ὁσία.

Ὅταν ἡ κόρη Θεοδώρα ἔφτασε σὲ κατάλληλη ἡλικία, ἀφιερώθηκε στὴν Μονὴ τῆς Ἁγίας Ἄννης, τὴν ὀνομαζόμενη Ριγιδίου. Ἐκεῖ διέμενε ἀσκούμενη στὴν ἀρετή, μέχρι τὴν στιγμή, ποὺ ὁ βασιλιὰς Λέων τὴν ἅρπαξε ἀπὸ τὴν Μονὴ γιὰ νὰ τὴν δώσει γυναίκα στὸν γιό του Χριστόφορο. Τὴν ἡμέρα ὅμως τοῦ γάμου, ὁ Χριστόφορος ἐξεστράτευσε μαζὶ μὲ τὸν πατέρα του κατὰ τῶν Σκυθῶν καὶ στὴ συμπλοκὴ σκοτώθηκε.
Ἔτσι ἡ Θεοδώρα, ἀφοῦ πῆρε ὅσα πολύτιμα πράγματα εἶχε, ἐπέστρεψε στὴν Μονή της, ὅπου ἐκάρη μοναχή. Ἐκεῖ ἔζησε μὲ μεγάλη ἐγκράτεια καὶ σκληραγωγία καὶ ἀπεβίωσε μὲ ὁσιακὸ τρόπο.






Ὁ Ἅγιος Φιλέταιρος
Ὁ Ἅγιος Φιλέταιρος ἦταν ἀπὸ τὴ Νικομήδεια. Διακρινόταν γιὰ τὴν βαθιὰ πίστη του ἀλλὰ καὶ ἀπέραντο ἐξωτερικὸ κάλλος, κάτι ποὺ δὲν ὑπολόγισε ποτέ, γνωρίζοντας ὅτι μετράει ἡ ψυχικὴ ὀμορφιὰ καὶ ὄχι ἡ ἐξωτερική. Ποτὲ δὲν βασίστηκε σὲ αὐτή, παρ’ ὅλο ποὺ αὐτὴ θὰ τοῦ ἐξασφάλιζε μία ἄνετη ζωή. Οἱ εἰδωλολάτρες θέλοντας νὰ ἐκμεταλλευτοῦν τὸ φυσικό του κάλλος, προσπαθοῦσαν νὰ τὸν προσελκύσουν στὸν εἰδωλολατρισμό.

Ὅταν μία φορὰ μετέβη στὴ Νικομήδεια ὁ αὐτοκράτορας Διοκλητιανός, ἄκουσε γιὰ τὸν Φιλέταιρο καὶ ζήτησε νὰ τοῦ γνωρίσουν τὸ ἄτομο μὲ τὴν τόση ὀμορφιά. Μόλις τὸν εἶδε, μαγεύτηκε καὶ τοῦ ζήτησε νὰ μπεῖ στὴν ἀκολουθία του, μὲ τὴν προϋπόθεση ὅτι θὰ ἀρνηθεῖ τὸ χριστιανισμό. Ὁ Ἅγιος ἀποκρίθηκε ὅτι θὰ ὑπηρετήσει τὸν αὐτοκράτορα, ἀλλὰ δὲν θὰ ἔπαυε νὰ ὑμνεῖ καὶ νὰ λατρεύει τὸν Ἰησοῦ Χριστό.

Γι’ αὐτὴ τὴν ὁμολογία του, φυλακίστηκε, ἀφέθηκε ὅμως ἐλεύθερος μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό. Ὅταν ὅμως ἀνέβηκε στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο ὁ Μαξιμιανός, ὁ Φιλέταιρος καταδιώκτηκε καὶ βασανίστηκε. Διεσώθη ὅμως καὶ μετέβη σὲ ὄρος πρὸς τὰ μέρη τῆς Σιγριανῆς.
Στὰ μέρη ἐκεῖνα ὁ Ἅγιος Φιλέταιρος, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.






Μνήμη τοῦ Κόμη καὶ τῶν ἕξι Στρατιωτῶν
Αὐτοὶ πίστεψαν στὸν Χριστό, διὰ τοῦ Ἁγίου Φιλεταίρου ποὺ ἡ μνήμη του τιμᾶται σήμερα) καὶ ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.







Ὁ Ὅσιος Λέων ὁ Ἀρχιμανδρίτης
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Γεδεὼν ὁ Νέος Ὁσιομάρτυρας
Image
Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Κάπουρνα τῆς Δημητριάδος (Νομὸς Μαγνησίας). Οἱ εὐσεβεῖς γονεῖς του, ὀνομάζονταν Αὐγερινὸς καὶ Κυράτζα.

Ὁ Γεδεών, κατὰ κόσμον Νικόλαος, δώδεκα χρονῶν μὲ τὴν οἰκογένειά του ἦλθε στὸ χωριὸ Γιερμὴ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ Βελεστῖνο, ὅπου ἐργαζόταν κοντὰ στὸν θεῖο του. Τὸν ἅρπαξε ὅμως κάποιος Τοῦρκος καὶ τὸν ἐξισλάμισε μὲ τὸ ὄνομα Ἰμπραήμ. Ἀλλὰ ὁ Νικόλαος, κατόρθωσε καὶ δραπέτευσε καὶ ἐπανῆλθε στὴν οἰκογένειά του. Ὁ πατέρας του τὸν φυγάδευσε στὸ χωριὸ Κεραμίδι, ὅπου κοντὰ σὲ κάποιους οἰκοδόμους πῆγε στὴν Κρήτη. Ἐκεῖ ἐξομολογήθηκε σὲ κάποιον ἱερέα καὶ βρῆκε ἄσυλο στὸ ἐξωκλήσι του.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἱερέα, ὁ Νικόλαος ἔφυγε γιὰ τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ πάλι ἐξομολογήθηκε, ἔλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ στὴ Μονὴ Καρακάλου, ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Γεδεών.

Στὴν Μονὴ αὐτὴ ἔμεινε 35 χρόνια. Μὲ τὸν πόθο ὅμως τοῦ μαρτυρίου, ἦλθε στὸ Βελεστίνο, ὅπου μέσα στὴν ἀγορὰ μὲ θάρρος ὁμολόγησε τὸν Χριστό. Διωκόμενος ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἦλθε στὴν Ἀγυϊά, ὅπου συνελήφθη. Οἱ Τοῦρκοι, ἀφοῦ τὸν διαπόμπευσαν στοὺς δρόμους τοῦ Τιρνάβου, κατόπιν τοῦ ἔκοψαν τὰ πόδια καὶ τὰ χέρια καὶ στὴ συνέχεια τὸν ἔριξαν στὰ ἀποχωρητήρια.
Ἐκεῖ, μέσα σὲ φρικτοὺς πόνους, παρέδωσε τὸ πνεῦμά του στὶς 30 Δεκεμβρίου 1818. Ἡ τίμια κάρα τοῦ μάρτυρα, ἀποθησαυρίστηκε στὴν ἁγία Τράπεζα τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ τοῦ Τυρνάβου, Παναγίας Φανερωμένης.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁσίων ἰσότιμος, καὶ Ἀθλητῶν κοινωνός, καὶ θεῖον ἀγλάϊσμα, τῆς Καρακάλλου Μονῆς, ἐδείχθης μακάριε· σὺ γὰρ στερρῶς ἀθλήσας, τὸν ἐχθρὸν ἐτροπώσω· ἔνθεν Ὁσιομάρτυς, Γεδεὼν ἐδοξάσθης, πρεσβεύων ὑπὲρ πάντων, ἡμῶν τῶν εὐφημούντων σε.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν ἀσκήσει πρότερον, ἐνδιαπρέψας θεόφρον, τῇ ἀθλήσει ὕστερον, θεοπρεπῶς ἐδοξάσθης· πόνοις γάρ, ἐγκαρτερήσας τοῖς ἀφορήτοις, ᾔσχυνας, ἐχθροῦ εἰς τέλος τὰς μεθοδείας· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, Ὁσιομάρτυς Γεδεὼν ἔνδοξε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Ὁσίων ὁ μιμητής· χαίροις τῶν Μαρτύρων, θιασώτης καὶ ζηλωτής· ἐν γὰρ ἀμφοτέροις, νομίμως διαπρέψας, Ὁσιομάρτυς ὤφθης, Γεδεὼν ἔνθεος.






Ὁ Ἅγιος Ἀνύσιος Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ὑπῆρξε Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης καὶ μαθητής, καθὼς καὶ διάδοχος τοῦ Ἀσχολίου, Ἐπισκόπου Θεσσαλονίκης. Ἔπαιξε σημαντικὸ ρόλο γιὰ τὴ δικαίωση τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου. Ὁ Ἀνύσιος τοποθετήθηκε στὸν θρόνο τῆς Θεσσαλονίκης, ὡς Βικάριος τοῦ Παπά Δαμάσου, ὡς τὸ τέλος τοῦ θανάτου του τὸ 406 ἣ 407.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Tue Dec 11, 2012 12:15 am

31 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ἀπόδοσις ἑορτῆς τῆς τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ Γεννήσεως
Image
Ἀπόδοση τῆς μεγάλης ἑορτῆς τῆς Ὀρθοδοξίας μας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὁ χρόνων ἐπέκεινα, καὶ τῶν αἰώνων Θεός, τὴν δέησιν πρόσδεξαι, τῇ συμπληρώσει Χριστέ, τοῦ ἔτους δεόμεθα, θείαν ἰσχύν δὲ δίδου, ἐν εἰρήνῃ τελέσαι, ἅμα καὶ εὐσεβείᾳ τὸ ἀρχόμενον ἔτος, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εἰς τὸ τέλος φθάσαντες, τοῦ χρόνου μόνε Οἰκτίρμον, τὴν σὴν ἀτελεύτητον, ὑμνοῦμεν χάριν ἀπαύστως· πάντας γὰρ, ἐκ πάσης βλάβης θᾶττον ἐρρύσω, δίδου δέ, καὶ τὰ ἐλέη σου δυσωποῦμεν, τῷ ἐνιαυτῷ τῷ νέῳ, τοῖς προσκυνοῦσι τὴν δυναστείαν σου.

Μεγαλυνάριον.
Τῇ τοῦ χρόνου λήξει Χριστὲ Σητήρ, διάρρηξον Λόγε, τῶν ἀμέτρων ἁμαρτιῶν, ἡμῶν τὸ δελτίον, καὶ χάριτος ἁγίας, ἡμῶν τὰς διανοίας πλήρωσον Κύριε.






Ἡ Ὁσία Μελάνη ἡ Ρωμαία
Image
Ἔζησε στὰ χρόνια ποὺ βασιλιὰς ἦταν ὁ Ὀνώριος, δεύτερος γιὸς τοῦ Μεγάλου Θεοδοσίου. Οἱ γονεῖς της, εὐγενεῖς καὶ πλούσιοι, τὴν πάντρεψαν σὲ μικρὴ ἡλικία καὶ ἀπέκτησε δύο παιδιά. Ὅμως μεγάλες δοκιμασίες τὴν περίμεναν. Τὴν μητρική της καρδιὰ σπάραξε ὁ θάνατος τῶν δυὸ παιδιῶν της. Μετὰ ἀπὸ λίγο καὶ ἐντελῶς ξαφνικά, πέθανε καὶ ὁ σύζυγός της. Καὶ γιὰ νὰ γεμίσει τὸ πικρὸ ποτήρι τῆς λύπης, χάνει καὶ τοὺς γονεῖς της. Οἱ στιγμὲς δύσκολες. Ποιὸς θὰ τὴν παρηγορήσει; Μὰ ποιὸς ἄλλος; Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέει: «τῇ ἐλπίδι χαίροντες, τῇ θλίψει ὑπομένοντες, τῇ προσευχῇ προσκαρτεροῦντες». Δηλαδή, ἡ ἀκλόνητη ἐλπίδα σας στὰ μέλλοντα ἀγαθά, νὰ σᾶς γεμίζει χαρὰ καὶ νὰ σᾶς ἐνισχύει γιὰ νὰ δείχνετε ὑπομονὴ στὴν θλίψη. Καὶ νὰ ἐπιμένετε στὴν προσευχή, συνεχίζει ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὴν ὁποία θὰ λαμβάνετε σπουδαία βοήθεια στὶς δύσκολες περιστάσεις τῆς ζωῆς σας.

Ἔτσι καὶ ἡ Μελάνη, ἀδιάφορη γιὰ τὶς κοσμικὲς ἀπολαύσεις, ἀποσύρθηκε σὲ ἕνα ἐξοχικό της κτῆμα, ὅπου ἀφοσιώθηκε στὴν μελέτη καὶ τὴν προσευχή. Ἐκεῖ ἐπίσης καλλιγραφοῦσε ἱερὰ βιβλία καὶ τὰ ἔδινε νὰ τὰ διαβάζουν οἱ πιστοί. Διέθεσε ὅλη της τὴν περιουσία γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῶν φτωχῶν καὶ ἀσθενῶν.

Καὶ ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε πολλοὺς τόπους βοηθώντας τοὺς πάσχοντες, κατέληξε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου καὶ πέθανε ἀπὸ πλευρίτιδα.
Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης γράφει τὰ ἑξῆς γιὰ τὴν Ἁγία αὐτή: «...Αὐτὴ ἣν ἐπὶ τῆς βασιλείας Ὀνωρίου (395 – 423), Ρωμαία πλούσια καὶ ἐκ γένους περιφανοῦς καὶ ἐνδόξου. Συζευχθεῖσα παρὰ τὴν θέλησιν αὐτῆς, ἀπεσύρθη μετὰ τὸν θάνατον τοῦ ἀνδρὸς καὶ τῶν δύο αὐτῆς τέκνων εἰς ἐν προάστειον τῆς Ρώμης, ἐπιμελουμένη τῶν πτωχῶν, ὑποδεχόμενη τοὺς ξένους, ἐπισκεπτόμενη τοὺς ἐξόριστους καὶ ἐν φυλακαὶς καὶ θεραπεύουσα τοὺς νοσοῦντας. Μετὰ τὴν ἐκποίησιν τῶν κτημάτων αὐτῆς καὶ διανομὴν τῶν προσόντων εἰς μονὰς καὶ ἐκκλησίας, διὰ τῆς Ἀφρικῆς καὶ Ἀλεξανδρείας κατέλαβε τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ ἐνεκλείσθη εἰς πενιχρὸν κελλίον ἐκεῖ ἔκτισε καὶ μονὴν εἰς ἣν συνήγαγεν ἐνενήκοντα παρθένους, ἐξ ἰδίων διὰ τὴν διατροφὴν αὐτῶν δαπανώσα, μικρὸν ἀσθενήσασα ἐκ πλευρίτιδας, μετέλαβε τῶν ἀχράντων μυστηρίων ἐκ τῶν χειρῶν τοῦ Ἐπισκόπου Ἐλευθερουπόλεως καὶ ἀνεπαύθη ἐν Κυρίῳ".

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τοῦ πλούτου σκορπίσασα, τὰς μυριάδας σεμνή, τὸν πλοῦτον τῆς χάριτος, δι’ ἐναρέτου ζωῆς, Ὁσία ἐπλούτησας· σὺ γὰρ δι’ ἐγκρατείας, καὶ ζωῆς ἰσαγγέλου, σκεῦος τοῦ Παρακλήτου, ἐπαξίως ἐδείχθης· διὸ σὲ μακαρίζομεν, Μελάνη θεόληπτε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῇ ἰσαγγέλῳ πολιτείᾳ σου δοξάσασα

Μῆτερ Μελάνη τὸν λαμπρῶς σε θαυμαστώσαντα

Οὐρανίου κατηξίωσαι εὐκληρίας.

Ἀλλ’ ὡς θείας ἀπολαύουσα λαμπρότητος

Σκοτασμοῦ ἁμαρτιῶν ἡμᾶς ἀπάλλαξον
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Μῆτερ ἰσάγγελε.

Μεγαλυνάριον.
Ἔρωι τῷ θείῳ τὴν σὴν ψυχήν, πτερώσασα Μῆτερ, ἠγωνίσω ἀσκητικῶς, καὶ ἀντί τοῦ πλούτου, τοῦ ἐπιγείου εὗρες, Μελάνη μακαρία, ὄλβον οὐράνιον.






Ὁ Ἅγιος Ζωτικὸς ὁ Ὀρφανοτρόφος
Image
Γεννήθηκε καὶ ἀνατράφηκε στὴν Ρώμη, ἀπὸ εὐγενὴ οἰκογένεια, μὲ πολλὴ εὐλάβεια καὶ παιδεία. Τὸν στόλιζε πολλὴ φιλανθρωπία καὶ τὸν διέκρινε ἡ εἰλικρινὴς προσπάθεια στὸ νὰ ὑπηρετεῖ τὸν Χριστό, πράττοντας τὶς ἐντολές Του. Γι’ αὐτά του τὰ χαρίσματα, ὁ Ζωτικὸς ἦταν πολὺ ἀγαπητὸς στὸν Μεγάλο Κωνσταντῖνο (330 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος, ἀφοῦ ἔκτισε τὴν Κωνσταντινούπολη καὶ τὴν ἀνέδειξε πρωτεύουσα τοῦ κράτους του, προσκάλεσε σ’ αὐτὴν τὸν Ζωτικὸ μὲ ἄλλους εὐσεβεῖς ἄνδρες, γιὰ νὰ τοὺς ἔχει ἐκεῖ πολύτιμους ἐργάτες τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης.

Ὁ Ἅγιος Ζωτικός, διακρίθηκε κυρίως στὴν περιποίηση τῶν λεπρῶν. Τοὺς ὁποίους πλησίαζε χωρὶς φόβο, δίνοντας σ’ αὐτοὺς βοηθήματα καὶ παρηγοροῦσε τὴν δυστυχία τους μὲ ἀδελφικὴ ἀφοσίωση. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου, ὁ γιός του Κωνστάντιος, ἀκολούθησε ἄλλους δρόμους καὶ κακομεταχειρίστηκε τὸν Ζωτικό, μὲ ἀποτέλεσμα ὁ φιλάνθρωπος αὐτὸς ἄνδρας, νὰ πεθάνει ἀπὸ τὶς κακουχίες καὶ τὶς ταλαιπωρίες.

Ἀλλὰ ὁ θάνατός του, κίνησε τὴν μετάνοια τοῦ Κωνσταντίου. Ἀφοῦ μεταμελήθηκε, τίμησε τὴν μνήμη του κτίζοντας ἕνα λεπροκομεῖο γιὰ τὴν περίθαλψη τῶν λεπρῶν. Καὶ τὸ προίκισε μὲ πολλὰ κτήματα καὶ εἰσοδήματα.
Ἀπὸ τότε, πολλοὶ αὐτοκράτορες, ὅπως ὁ Κωνσταντῖνος Ζ’ ὁ Πορφυρογέννητος (945), ὁ Ἰωάννης ὁ Τσιμισκὴς (963 – 976), ὁ Ρωμανὸς ὁ Γ’ (1028 – 1034), ἐξασφάλιζαν τὴν καλὴ λειτουργία του καὶ ἐξυπηρετοῦσε πλῆθος λεπρῶν, χάρη στὴν ἀρχικὴ φιλανθρωπικὴ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Ζωτικοῦ.






Ὁ Ὅσιος Γελάσιος
Ἦταν Ἀβὰς τῆς ἐρήμου, τοῦ ὁποίου διήγημα περὶ κλοπῆς κάποιου βιβλίου βρίσκεται στὸν Εὐεργετινό.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Γάϊος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἁγίες Δέκα Παρθένες
Αὐτὲς μαρτύρησαν στὴ Νικομήδεια (ἴσως ἐπὶ Μαξιμιανοῦ (286 – 305), τότε ποὺ πλῆθος χριστιανῶν μαρτύρησε σ’ αὐτὴν τὴν πόλη).
Αὐτὲς λοιπόν, ἀφοῦ τὶς ἔβγαλαν τὰ μάτια, κατόπιν ἔγδαραν τὸ σῶμα τους καὶ ἔτσι παρέδωσαν τὸ πνεῦμά τους στὸν Θεό.







Ἡ Ἁγία Ὀλυμπιοδώρα ἡ Μάρτυς
Μαρτύρησε διὰ πυρός.







Ὁ Ἅγιος Βούσιρις ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν γυναῖκες μὲ σαΐτες ποὺ ὑφαίνουν.






Ἡ Ἁγία Νέμη ἡ Μάρτυς
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Κατ’ ἄλλους, πρόκειται γιὰ Ἅγιο, τὸν Ἅγιο Νέμη).






Ὁ Ἅγιος Γαυδέντιος
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.






Ὁ Ἅγιος Γεώργιος ὁ Θαυματουργός ὁ λεγόμενος μαχαιρωμένος
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές, γνωστὸς ὅμως τοπικὸς Ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου στὸν Ἀναλιόντα (Πατμιακὸς Κώδικας 266).
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Dec 23, 2012 12:12 am

1 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ






Περιτομὴ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ
Image
Ἡ κατὰ σάρκα περιτομὴ καὶ ὀνοματοδοσία τοῦ Ἰησοὺ Χριστοῦ, κατὰ τὴν ὄγδοη ἡμέρα ἀπὸ τὴν γέννησή Του, ἀποτελεῖ τὴν βεβαίωση τῆς σαρκώσεως καὶ τῆς προσλήψεως ἀπὸ τὸν Θεὸ Λόγο τῆς τέλειας ἀνθρώπινης φύσεως ἀναλλοιώτως καὶ τῆς εἰσόδου Του στὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ.

Ὅταν μιλᾶμε γιὰ τὴν ἐνανθρώπηση τοῦ Θεοῦ Λόγου, ὡς μυστήριο πρέπει νὰ τὴν ἀντιλαμβανόμαστε καὶ ὡς μυστήριο πρέπει νὰ τὴν προσεγγίζουμε, γιατί ὅλα τὰ γεγονότα τῆς ἐνανθρωπίσεως, τῆς σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἔγιναν μὲ θαυμαστὸ τρόπο ποὺ ξεπερνᾶ τὸ νοῦ ἀνθρώπου.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας λένε ὅτι, ἐὰν ἡ θεία ἐνανθρώπιση ἦταν καταληπτή, δὲν θὰ ἦταν θεία καὶ παρομοιάζουν ὅσους ἀμφιβάλλουν ἢ δὲν πιστεύουν μὲ ἐκεῖνον ποὺ καθόταν στὸ σκοτάδι καὶ πληρώθηκε ἀπὸ φῶς, ἐπειδὴ ὅμως δὲν γνώριζε τὸ πῶς ᾖλθε τὸ φῶς, δὲν δέχθηκε τὸν φωτισμό.

Τὴν κατὰ σάρκα περιτομὴ τοῦ Κυρίου ἠμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τὴν ὁποία καταδέχθηκε ὁ Κύριος νὰ λάβει σύμφωνα μὲ τὴν σχετικὴ νομικὴ διάταξη, ὅμως μὲ σκοπὸ τὴν κατάργηση τῆς διατάξεως αὐτῆς, προκειμένου νὰ εἰσαγάγει τὴν πνευματικὴ καὶ ἀχειροποίητη περιτομή, δηλαδὴ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα, μᾶς τὴν παρέδωσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες νὰ τὴν ἑορτάζουμε κάθε χρόνο. Γιατί ὁ Κύριος, ὅπως καταδέχθηκε πρὸς χάρη μας τὴν ἔνσαρκη Γέννηση καὶ ἔλαβε ὅλα τὰ ἰδιώματα τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, ὅσα εἶναι παντελῶς ἀδιάβλητα, ἔτσι καταδέχθηκε νὰ λάβει καὶ τὴν περιτομὴ ποὺ ὅριζε ὁ Ἰουδαϊκὸς Νόμος.

Καὶ βασικὰ τὴν περιτομὴ ὁ Κύριος τὴ δέχθηκε γιὰ δυὸ λόγους :

Πρώτον, γιὰ νὰ φράξει τὰ στόματα τῶν αἱρετικῶν, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὴν θρασύτητα νὰ ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν ἔλαβε πραγματικὰ ἀνθρώπινη σάρκα, ἀλλὰ ὅτι ἔγινε ἄνθρωπος κατὰ φαντασίαν. Πῶς ὅμως, πραγματικά, θὰ περιτεμνόταν, ἂν δὲν εἶχε λάβει ἀληθινὴ ἀνθρώπινη σάρκα;

Δεύτερον, γιὰ νὰ κλείσει τὰ στόματα τῶν Ἰουδαίων, οἱ ὁποῖοι Τὸν κατηγοροῦσαν ὅτι δὲν τηρεῖ τὴν ἀργία τοῦ Σαββάτου, καὶ ὅτι καταλύει τὸ Νόμο.

«Ἐπειδὴ ὁ Θεός», λέγει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός, «μᾶς ἔδωσε νὰ κοινωνήσουμε τὸ καλύτερο καὶ δὲν τὸ φυλάξαμε, γι’ αὐτὸ μεταλαβαίνει τὸ χειρότερο, ἐννοῶ τὴν φύση μας, ὥστε ἀπὸ τὴν μία μεριὰ νὰ ἀνακαινίσει τὸν ἑαυτό Του καὶ μὲ τὸν ἑαυτό Του τὸ κατ’ εἰκόνα καὶ κάθ΄ ὁμοίωση, καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη νὰ διδάξει καὶ σὲ ἐμᾶς τὴν ἐνάρετη πολιτεία, ἀφοῦ μὲ τὸν ἑαυτό Του τὴν ἔκανε σὲ ἐμᾶς δυνατή. Νὰ μᾶς ἐλευθερώσει ἀπὸ τὴν φθορὰ μὲ τὴν κοινωνία τῆς ζωῆς γενόμενος ἀπαρχὴ τῆς ἀναστάσεώς μας. Νὰ ἀνακαινίσει τὸ σκεῦος ποὺ ἀχρειώθηκε καὶ κομματιάστηκε, νὰ μᾶς λυτρώσει ἀπὸ τὴν τυραννία τοῦ διαβόλου, μὲ τὸ νὰ μᾶς καλέσει στὴ θεογνωσία καὶ νὰ τὸν νεκρώσει, νὰ μᾶς μάθει νὰ παλεύουμε ἀποτελεσματικὰ μὲ τὸν τύραννο, ὁπλισμένοι μὲ ὑπομονὴ καὶ ταπείνωση».

Ὁ Θεὸς ἔγινε τέλειος καὶ ἀληθινὸς ἄνθρωπος, «ἄνθρωπος ἐν πληγῇ», «ἐν δούλου μορφή», χωρὶς νὰ πάψει νὰ εἶναι τέλειος καὶ ἀληθινὸς Θεός, γιὰ νὰ κάνει τὸν ἄνθρωπο πλήρη καὶ τέλειο υἱὸ τοῦ Θεοῦ καὶ Θεὸ κατὰ χάριν. «Ὁ Θεὸς πτωχεύει τὴν ἐμὴν σάρκα, ἶνα ἐγὼ πλουτήσω τὴν αὐτοῦ Θεότητα… κενούται τῆς ἐαυτοῦ δόξης ἐπὶ μικρόν, ἶνα ἐγὼ τῆς ἐκείνου μεταλάβω πληρώσεως».

Ἡ δημιουργία καὶ ἡ σωτηρία, ὅλη ἡ ἐλεημοσύνη καὶ ἡ φιλανθρωπία τῆς Ἁγίας Τριάδος, ἀνακεφαλαιώνονται στὸν Θεάνθρωπο Χριστό, ποὺ μὲ τὴν ἐνσάρκωση καὶ τὴν περιτομή Του καὶ ὅλα τὰ μυστήρια τῆς ἔνσαρκης παρουσίας Του, ἀπεκάλυψε τὴν χριστολογικὴ καὶ χριστοκεντρικὴ ρίζα καὶ προοπτικὴ κάθε πραγματικότητος καὶ ὁλόκληρης τῆς πραγματικότητος.

Αὐτός, ὁ Κύριος, εἶναι ἡ κεφαλὴ κάθε ἀρχῆς καὶ ἐξουσίας. Σὲ αὐτὸν ἔχουμε περιτμηθεῖ, ὄχι μὲ περιτομὴ καμωμένη μὲ χέρια ἀνθρώπων, ἀλλὰ μὲ τὴν ἀποβολὴ τοῦ σάρκινου σώματος, δηλαδὴ μὲ τὴν περιτομὴ τοῦ Χριστοῦ, καὶ ἐνταφιαστήκαμε μαζί Του κατὰ τὸ βάπτισμα, κατὰ τὸ ὁποῖο καὶ ἀναστηθήκαμε μαζί Του μὲ τὴν πίστη στὴν δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος Τὸν ἀνέστησε ἐκ νεκρῶν. Ἀκόμη, ὅταν εἴμασταν νεκροὶ ἐξ’ αἰτίας τῶν ἁμαρτιῶν μας, καὶ ἐξ’ αἰτίας τους εἴμασταν ἀπερίτμητοι, μᾶς ἐζωοποίησε μαζὶ μ’ Αὐτὸν καὶ μᾶς συγχώρεσε ὅλες τὶς ἁμαρτίες.
Μετὰ τὴν περιτομή Του ὁ Ἰησοῦς, ἐπέστρεψε στὴν οἰκία Του μὲ τὴν μητέρα Του καὶ τὸν Ἰωσήφ. Ἐκεῖ ζοῦσε ὅπως καὶ οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι, προοδεύοντας κατὰ τὴν σοφία, τὴν ἡλικία καὶ τὴ χάρη γιὰ τὴ σωτηρία μας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Μορφὴν ἀναλλοιώτως ἀνθρωπίνην προσέλαβες, Θεὸς ὢν κατ' οὐσίαν πολυεύσπλαγχνε Κύριε, καὶ νόμον ἐκπληρῶν περιτομήν, θελήσει καταδέχῃ σαρκικήν, ἵνα παύσῃς τὰ σκιώδη, καὶ περιέλῃς τὸ κάλυμμα τῶν παθῶν ἡμῶν. Δόξα τῇ ἀγαθότητι τῇ σῇ, δόξα τῇ εὐσπλαγχνία σου, δόξα τῇ ἀνεκφράστῳ Λόγε συγκαταβάσει σου.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ὁ τῶν ὅλων Κύριος, περιτομὴν ὑπομένει, καὶ βροτῶν τὰ πταίσματα, ὡς ἀγαθὸς περιτέμνει· δίδωσι, τὴν σωτηρίαν σήμερον κόσμῳ· χαίρει δὲ, ἐν τοῖς ὑψίστοις καὶ ὁ τοῦ Κτίστου, Ἱεράρχης καὶ φωσφόρος, ὁ θεῖος μύστης Χριστοῦ Βασίλειος.

Μεγαλυνάριον.
Σάρκα ὀκταήμερος ὡς βροτός, ὁ τῶν ὅλων Κτίστης, περιτέμνεται νομικῶς, τὴν ἐξ ἀκρασίας, ἡμῶν κακίαν τέμνων· αὐτοῦ τὴν ἀγαθότητα μεγαλύνωμεν.






Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μέγας ὁ Καππαδόκης
Image
Ὁ Μέγας Βασίλειος, μία ἀπὸ τὶς μεγαλύτερες μορφὲς τῆς Ἐκκλησίας, γεννήθηκε περὶ τὸ 330 μ.Χ. στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατέρας του Βασίλειος ἦταν ρήτορας, ἐγκατεστημένος στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου καὶ ἦταν υἱὸς τῆς Μακρίνης, ἡ ὁποία ὑπέστει πολλὰ μετὰ τοῦ συζύγου της κατὰ τὸν διωγμὸ τοῦ Μαξιμίνου γιὰ τὴν πίστη τους στὸν Χριστό.

Ἡ Μακρίνα ἦταν μαθήτρια τοῦ Γρηγορίου τοῦ Θαυματουργοῦ καὶ διετέλεσε ἡ πρώτη στὴν πίστη διδάσκαλος τοῦ ἐγγονοῦ της Βασιλείου.

Ἡ μητέρα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ὀνομαζόταν Ἐμμέλεια, καταγόταν ἀπὸ τὴν Καππαδοκία, ἦταν θυγατέρα Μάρτυρος, εὐλαβέστατη καὶ πολὺ φιλάνθρωπη. Ἀπὸ τὸν γάμο της μὲ τὸν Βασίλειο γεννήθηκαν ἐννέα παιδιά, ἀπὸ τὰ ὁποία τὰ τέσσερα ἦταν ἀγόρια. Τὸ πρωτότοκο παιδὶ τους ἦταν ἡ Μακρίνα, ἡ ὁποία μετὰ τὸν θάνατο τοῦ μνηστῆρα της, ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση. Ἀπὸ τὰ τέσσερα ἀγόρια, τρεῖς ἔγιναν Ἐπίσκοποι, ὁ Βασίλειος στὴν Καισάρεια, ὁ Γρηγόριος στὴ Νύσσα καὶ ὁ Πέτρος στὴ Σεβαστεία. Ὁ Ναυκράτιος πέθανε νέος, σὲ ἡλικία 27 ἐτῶν. Πρὸ τοῦ Πέτρου γεννήθηκε ἡ Θεοσεβία.

Ὁ Μέγας Βασίλειος ἔλαβε τὴν πρώτη χριστιανικὴ διαπαιδαγώγησή του ἀπὸ τὴ μητέρα καὶ τὴ γιαγιά του καὶ διδάχθηκε τὰ πρῶτα γράμματα ἀπὸ τὸν πατέρα του στὴν πατρίδα του. Σπούδασε στὶς σχολὲς τῆς Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας καὶ τοῦ Βυζαντίου, ὅπου «ηὐδοκίμει σοφιστῶν τε καὶ φιλοσόφων τοὶς τελειοτάτοις», καὶ τέλος «εἰς τᾶς χρυσᾶς Ἀθήνας», ποὺ τότε ἦταν τὸ κέντρο τῆς ρητορικῆς καὶ στὴν ὁποία ἤκμαζαν οἱ σοφιστὲς Ἰμέριος, Προαιρέσιος καὶ ἄλλοι καὶ ὅπου συνέρρεαν ἀπὸ παντοῦ μαθητές, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ ὁ μετέπειτα αὐτοκράτορας Ἰουλιανός, τὸν ὁποῖον ὁ ὑπέρμετρος θαυμασμός του πρὸς τὴν ἐθνικὴ σοφία παρέσυρε στὸν πόλεμο κατὰ τῆς Ὀρθοδοξίας. Ἐκεῖ βρισκόταν ἤδη καὶ ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ναζιανζηνός, μετὰ τοῦ ὁποίου συνδέθηκε μὲ στενὴ φιλία. Εἶναι χαρακτηριστικοὶ οἱ λόγοι τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου γιὰ τὸν ἱερό του σύνδεσμο μὲ τὸν Μέγα Βασίλειο : «Τὰ πάντα ἦμεν ἀλλήλοις, ὁμόστεγοι, ὁμοδίαιτοι, συμφυεῖς… ἴσαι μὲν ἐλπίδες ἦγον ἠμᾶς, πράγματος ἐπιφθωνοτάτου τοῦ λόγου, φθόνος δὲ ἀπήν, ζῆλος δὲ ἐσπουδάζετο, ἀγὼν δ’ ἀμφοτέροις, οὒχ ὅστις αὐτὸς τὸ πρωτεῖον ἔχοι, ἀλλ’ ὅπως τῷ ἐτέρῳ τούτου παραχωρήσειεν. Μία μὲν ἀμφοτέρους ἐδόκει ψυχή, δυὸ σώματα φέρουσα, ἐν δ’ ἀμφοτέροις ἔργον: ἡ ἀρετὴ καὶ τὸ ζῆν πρὸς τᾶς μελλούσας ἐλπίδας, πρὸς ὃ βλέποντες καὶ βίον καὶ πρᾶξιν ἅπασαν ἀπηυθύνομεν».

Ὁ Βασίλειος διδάχθηκε στὴν Ἀθῆνα ρητορική, φιλοσοφία, ἀστρονομία, γεωμετρία καὶ ἰατρική. Ἐπέστρεψε στὸν Πόντο, περὶ τὸ 356 μ.Χ., καὶ βαπτίσθηκε Χριστιανὸς ὑπὸ τοῦ Ἐπισκόπου Καισαρείας Διανίου.

Στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Αἴγυπτο, Μεσοποταμία, Παλαιστίνη καὶ Συρία, γιὰ νὰ γνωρίσει τοὺς ἀσκητὲς καὶ καθηγητὲς τῆς ἐρήμου. Τότε, ἀφοῦ διένειμε καὶ αὐτὸς τὰ ὑπάρχοντά του στοὺς πτωχούς, μόνασε στὸν Πόντο, κοντὰ στὸν Ἴρι ποταμό, ἀσκούμενος στὴ μελέτη καὶ τὴν προσευχή.

Ἀργότερα τὸ 362 μ.Χ., χειροτονήθηκε πρεσβύτερος ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο Καισαρείας Εὐσέβιο, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο ἀναγκάστηκε νὰ φύγει στὸν Πόντο, λόγω τοῦ φθόνου τοῦ Ἐπισκόπου Εὐσεβίου. Ὁ Γρηγόριος συμβίβασε τὰ πράγματα μεταξὺ τῶν δυὸ ἀνδρῶν καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος ἐπέστρεψε τὸ 365 μ.Χ., γιὰ νὰ βοηθήσει τὸν Ἐπίσκοπο Εὐσέβιο στὸν ἀγῶνα του κατὰ τῶν Ἀρειανῶν. Ἔγινε ἔτσι «σύμβουλος ἀγαθός, παραστάτης δεξιός, τῶν θείων ἐξηγητής, τῶν πρακτέων καθηγητής, γήρως βακτηρία, πίστεως ἔρεισμα».

Τὸ ἔτος 370 μ.Χ., μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Εὐσεβίου, ἐξελέγη Ἐπίσκοπος Καισαρείας, παρὰ τὶς σφοδρὲς ἀντιδράσεις τῶν Ἀρειανῶν. Σὲ καιρὸ λιμοῦ προσέφερε στοὺς πάσχοντες κάθε εἴδους βοήθεια. Ἀγκάλιασε τοὺς γέροντες, τὰ παιδιά, τὶς γυναῖκες καὶ τοὺς ἄνδρες, τοὺς ἀσθενεῖς καὶ φρόντιζε καθημερινὰ γιὰ τὴν τροφή τους. Οἰκοδόμησε κοντὰ στὴν Καισάρεια ἕνα συγκρότημα πτωχοκομείου καὶ νοσοκομείου, τὴ Βασιλειάδα, ποὺ ἔγινε τὸ ταμεῖο τῆς εὐσέβειας καὶ τῆς ἀγάπης.

Κατὰ τὰ χρόνια τῆς ἐπισκοπικῆς του διακονίας εἶχε νὰ ἀντιπαλέψει κατὰ πολλῶν δυσχερειῶν. Ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης ἐαποφάσισε νὰ εἰσάγει μὲ τὴν βία στὴν Καππαδοκία τὸν Ἀρειανισμό. Γι’ αὐτό, τὸ 372 μ.Χ., ἔστειλε τὸν ἔπαρχο Μόδεστο, γιὰ νὰ πείσει τὸν Ἅγιο νὰ δεχθεῖ τὶς κακοδοξίες τῶν αἱρετικῶν. Μάταια προσπάθησε νὰ πείσει τὸν Μέγα Βασίλειο μεταχειριζόμενος κάθε μέσο: δήμευση τῆς περιουσίας, ἐξορία, βασανιστήρια, θάνατο. Ὁ Βασίλειος σὲ ἀπάντηση δήλωσε, ὅτι δὲν φοβᾶται ἀφοῦ περιουσία δὲν εἶχε, παρὰ μόνο λίγα παλαιὰ ἐνδύματα καὶ λίγα βιβλία, ἐξορία δὲν φοβᾶται, διότι ἡ γῆ ποὺ κατοικεῖ δὲν εἶναι ἰδιοκτησία του καὶ στὸν κόσμο αὐτὸ εἶναι πάροικος καὶ παρεπίδημος, τὰ βασανιστήρια δὲν τὸν πτοοῦν, διότι τὸ ἀσθενικό του σῶμα δὲν μπορεῖ νὰ ἀντέξει σὲ αὐτά, τὸ δὲ θάνατο θεωρεῖ ὡς εὐεργέτη, διότι αὐτὸς θὰ τὸν ὁδηγήσει νωρίτερα κοντὰ στὸν Θεό. Ὁ Μόδεστος ἐξεπλάγη ἀπὸ τὴν Πνευματικὴ γενναιοψυχία τοῦ Ἁγίου καὶ ἐπέστρεψε ἄπρακτος. Ἀκόμη καὶ ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης, ὅταν ᾖλθε στὴν Καισάρεια καὶ ἀντιλήφθηκε τὸ μεγαλεῖο τοῦ Βασιλείου, τὸν ἄφησε ἀνενόχλητο στὸν ἐπισκοπικό του θρόνο. Στὸ σημεῖο αὐτὸ ἀξίζει νὰ ἀναφέρουμε τὴν μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου γιὰ τὸν Μέγα Βασίλειο: Ἦταν ἡμέρα τῶν Θεοφανείων. Πέλαγος λαοῦ ἐγέμιζε τὸν ναό. Ἡ ψαλμῳδία καὶ ἡ εὐκοσμία τοῦ βήματος ἦταν ἀγγελικὴ μᾶλλον, παρὰ ἀνθρώπινη. Καὶ ὁ Μέγας Βασίλειος προτεταγμένος τοῦ λαοῦ, ὄρθιος, ἀκλινὴς κατὰ τὸ σῶμα καὶ τὴν ὄψη καὶ τὴν διάνοια, «ἐστλωμένος τῷ Θεῷ καὶ τῷ βήματι». Καὶ ὁ αὐτοκράτορας Οὐάλης μπροστὰ στὸ θέαμα αὐτὸ καὶ στὸ ἄκουσμα «κατεβροντήθη».

Μὲ τὸν ἀνεκτίμητο αὐτὸ πλοῦτο τῶν ἀρετῶν του καθοδήγησε τὸ ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ καὶ κοσμημένος μὲ αὐτὲς ἐξεδήμησε πρὸς Κύριον, τὸ 378 μ.Χ., λίγο μετὰ τὸν θάνατο τοῦ αὐτοκράτορα Οὐάλεντος, σὲ ἡλικία 48 ἐτῶν.

Ὅταν πλησίαζε ἡ ὥρα νὰ παραδώσει τὴν ἁγία του ψυχὴ στὸν Θεό, προσῆλθαν στὴν κλίνη του ὅλοι σχεδὸν οἱ Χριστιανοὶ τῆς πόλεως. Ἐκεῖνος τοὺς δίδασκε καὶ τοὺς εὐλογοῦσε. Προσευχόμενος στὸν Κύριο εἶπε: «Εἰς χεῖρας Σου Κύριε, παραθήσομαι τὸ πνεῦμα μου», καὶ κοιμήθηκε. Στὴν ἐξόδιο ἀκολουθία συμμετεῖχαν μυριάδες λαοῦ καὶ τόσος ἦταν ὁ συνωστισμός, ὥστε πολλοὶ πέθαναν «ἐκ τῆς τοῦ ὠθισμοῦ βίας καὶ συγκλονήσεως». Ἡ Σύναξη τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐτελεῖτο στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Σοφίας (Μεγάλη Ἐκκλησία). Ναὸς ἀφιερωμένος στὸν Ἅγιο Βασίλειο ὑπῆρχε στὸ παλάτι τῶν Βυζαντινῶν αὐτοκρατόρων κατὰ τὸν 10ο αἰῶνα καὶ σὲ αὐτὸν ἐκκλησιαζόταν ὁ αὐτοκράτορας τὴν 1η Ἰανουαρίου μέχρι τῆς ἀπολύσεως τοῦ Εὐαγγελίου. Ὁ ἀδελφὸς τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης, παραβάλλει αὐτὸν πρὸς τὰ πρόσωπα τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τὸν Προφήτη Ἠλία καὶ τὸν Σαμυήλ, τὸν Ἀπόστολο Παῦλο καὶ τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο.

Ὁ Μέγας Βασίλειος κατέλιπε πλῆθος σπουδαιοτάτων συγγραμμάτων, ἀπὸ τὰ ὁποία, εὐτυχῶς, τὰ περισσότερα διασώθηκαν μέχρι σήμερα. Γιὰ τὴν Ὀρθόδοξη Ἀνατολικὴ Ἐκκλησία τὸ μεγαλύτερο ἔργο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου εἶναι ἡ Θεία Λειτουργία αὐτοῦ, ποὺ τελεῖται καὶ σήμερα σὲ καθορισμένες ἡμέρες τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους: τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, τὶς παραμονὲς τῶν τριῶν μεγάλων Δεσποτικῶν ἑορτῶν, Χριστουγέννων, Θεοφανείων καὶ Πάσχα (Μέγα Σάββατο), τὶς πέντε Κυριακὲς τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τὴ Μεγάλη Πέμπτη. Κατὰ παλαιότερη διάταξη, ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Βασιλείου ἐτελεῖτο καὶ κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Πεντηκοστῆς καὶ κατὰ τὴν ἑορτὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ.
Τὸ πρῶτο δογματικὸ ἔργο, τὸ ὁποῖο συνέγραψε ὁ Ἅγιος, ἔχει τὸν τίτλο «Ἀνατρεπτικὸς τοῦ ἀπολογητικοῦ τοῦ δυσσεβοὺς Εὐνομίου». Περίφημα εἶναι καὶ τὰ ἀσκητικά, τὰ δογματικά, τὰ παιδαγωγικὰ συγγράμματα τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ὡς καὶ τὰ κηρύγματα, οἱ ὁμιλίες καὶ οἱ ἐπιστολὲς αὐτοῦ. Μέσα ἀπὸ αὐτὰ καταδεικνύεται ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν στὴν πραγματικότητα ὀργανωτὴς τῆς κοινωνικῆς καὶ ἠθικῆς διδασκαλίας τῆς Ἐκκλησίας, στηρίζοντας τὴν ἠθικὴ δεοντολογία του, κυρίως στὴν Ἁγία Γραφὴ καὶ εἰδικότερα στὴν Παλαιὰ Διαθήκη. Ἡ Ἁγία Γραφὴ γιὰ τὸν Μέγα Βασίλειο ἦταν τὸ ὑπέρτατο δογματικὸ κριτήριο καὶ ἀποτελοῦσε καθ’ ἑαυτὴν μυστήριο θείας οἰκονομίας καὶ ἀνθρώπινης σωτηρίας. Γι’ αὐτὸ καὶ θεωροῦσε τὴν Ἁγία Γραφὴ ὡς θεόπνευστο βιβλίο, προερχόμενο ἐκ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ κατὰ συνέπεια θεωροῦσε ἀπαραίτητο γιὰ τὴν ὀρθὴ κατανόηση τοῦ περιεχομένου αὐτῆς τὸ χάρισμα τῆς πνευματικῆς διακρίσεως. Ἡ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς, κατὰ τὸν Μέγα Βασίλειο, πρέπει νὰ γίνεται μὲ βαθειὰ πίστη καὶ μέσα στὴν κοινότητα τῶν πιστῶν. Ἡ ἑρμηνεία δὲ αὐτῆς ἀπέβλεπε κυρίως στὴν οἰκοδομὴ τῶν πιστῶν καὶ τὴ σωτηρία αὐτῶν. Γι’ αὐτὸ ἡ παράδοση τῆς πίστεως, ὅπως αὐτὴ παραδόθηκε ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους, ἦταν ἀπαραίτητος ὁδηγὸς στὴν ἑρμηνεία καὶ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’.
Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος σου, ὡς δεξαμένην τὸν λόγον σου· δι' οὗ θεοπρεπῶς ἐδογμάτισας, τὴν φύσιν τῶν ὄντων ἐτράνωσας, τὰ τῶν ἀνθρώπων ἤθη κατεκόσμησας. Βασίλειον ἱεράτευμα, Πάτερ Ὅσιε· πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὥφθης βάσις ἄσειστος τῇ Ἐκκλησίᾳ, νέμων πᾶσιν ἄσυλον, τὴν κυριότητα βροτοῖς, ἐπισφραγίζων σοῖς δόγμασιν, Οὐρανοφάντορ Βασίλειε Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον.
Τὸν οὐρανοφάντορα τοῦ Χριστοῦ, μύστην τοῦ Δεσπότου, τὸν φωστῆρα τὸν φαεινόν, τὸν ἐκ Καισαρείας, καὶ Καππαδόκων χώρας, Βασίλειον τὸν μέγαν, πάντες τιμήσωμεν.






Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀριανζό, ἕνα χωριὸ κοντὰ στὴ Ναζιανζὸ τῆς Καππαδοκίας. Πρὶν εἰσέλθει στὸν ἱερὸ κλῆρο ἐργαζόταν ὡς ὑπάλληλος τοῦ κράτους. Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι βρισκόταν σὲ μεγάλη θέση, ἀπὸ τὴν ὁποία μποροῦσε νὰ χρηματίζεται, ποτὲ δὲν τὸ ἐκμεταλλεύτηκε. Ἡ τιμιότητά του δὲν τὸν ἄφησε νὰ ἀγαπήσει τὸ ἄνομο κέρδος. Ὁ Ἅγιος ἦταν νυμφευμένος μὲ τὴν Νόννα, γυναῖκα ἐνάρετη καὶ φιλόθεη, καὶ ἀπέκτησε δυὸ υἱούς, τὸν Ἅγιο Γρηγόριο τὸν Θεολόγο († 25 Ἰανουαρίου) καὶ τὸν Ἅγιο Καισάριο τὸν Ἰατρὸ († 9 Μαρτίου), καὶ μία θυγατέρα, τὴν Ἁγία Γοργονία († 23 Φεβρουαρίου). Ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ τὴν μνήμη τῆς Ἁγίας Νόννας στὶς 5 Αὐγούστου.

Ὁ Γρηγόριος ἀνῆκε ἀρχικὰ στὴ θρησκευτικὴ αἵρεση τῶν Ὑψισταρίων. Γιὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους, τοὺς γεμάτους ἀπὸ ποικίλες φιλοσοφικὲς ἀντιλήψεις καὶ θρησκευτικὲς αἱρέσεις, δὲν εἶναι παράδοξο τὸ ὅτι ὁ ἀνώτερος ἐκεῖνος ὑπάλληλος μιᾶς Ἑλληνοκαππαδοκικὴς πόλεως ἀνῆκε σὲ θρησκευτικὴ αἵρεση. Οἱ Ὑψιστάριοι δέχονταν μόνο Θεὸ «Ὕψιστο» καὶ ἡ διδασκαλία τους ἦταν ἀναμεμιγμένη μὲ ἰουδαϊκοὺς καὶ ἐθνικοὺς τύπους. Στὴν Ὀρθοδοξία τὸν ὁδήγησε μὲ τὴν βαθύτατη ἐπίδρασή της ἡ εὐσεβὴς καὶ εὐπαίδευτη σύζυγός του, ἡ Νόννα. Μία μέρα ἄκουσε τὸ σύζυγό της νὰ ψάλλει τὸν ψαλμὸ τοῦ Δαβὶδ «Εὐφράνθην ἐπὶ τοὶς εἰρηκόσι μοι εἰς οἶκον Κυρίου πορευσόμεθα» (Ψαλμοὶ 121, 1). Ἡ εὐσεβὴς Νόννα δράττεται τῆς εὐκαιρίας καὶ ὁδηγεῖ τὸν σύζυγό της στὸν Ἐπίσκοπο Ναζιανζοὺ Λεόντιο, ὁ ὁποῖος δέχθηκε τὸν Γρηγόριο. Βαπτίσθηκε τὸ ἔτος 325 μ.Χ. καὶ ἀναδείχθηκε Ἐπίσκοπος Ναζιανζοὺ τὸ ἔτος 328 μ.Χ.. Ἡ ἀρχιερατεῖα του διήρκησε 45 ἔτη. Κατὰ τὴν ἐπισκοπική του πορεία πολιτεύθηκε κατὰ Θεὸν καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸν κατέταξε στὴ χορεία τῶν Ἁγίων της.
Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη περὶ τὰ τέλη τοῦ ἔτους 373 μ.Χ.







Ὁ Ἅγιος Θεόδοτος
Εἶναι ἄγνωστος ὁ χρόνος καὶ ὁ τόπος τοῦ μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου Θεοδότου, ὁ ὁποῖος μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος
Ὁ Ὅσιος Θεοδόσιος ἦταν ἡγούμενος σὲ μία ἀπὸ τὶς τέσσερις φημισμένες Μονὲς τῆς Τριγλίας, τοῦ Μιδηκίου, τοῦ Βαθέως Ρύακος, τοῦ Ἁγίου Στεφάνου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου.
Κοιμήθηκε Ὁσίως μὲ εἰρήνη.







Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Πελοποννήσιος
Ὁ Ἅγιος Νεομάρτυς Πέτρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Τρίπολη τῆς Πελοποννήσου. Συνελήφθη καί, πιεζόμενος νὰ ἀσπασθεῖ τὴ θρησκεία τῶν ἀλλοφύλων, τὸ Κοράνι, παρέμεινε ἀκλόνητος στὴν προγονικὴ εὐσέβεια.Μαρτύρησε διὰ ἀγχόνης στὸ Ὀντεμίσιον (Τεμίσι) τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ ἔτος 1776 μ.Χ.






Ὁ Ἅγιος Πλάτων ὁ Ἱερομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυς Πλάτων ἦταν Ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Ρεβὲλ τῆς Ἐσθονίας καὶ μαρτύρησε μαζὶ μὲ τοὺς πρεσβυτέρους Μιχαὴλ καὶ Νικόλαο τὸ ἔτος 1919.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Dec 23, 2012 12:14 am

2 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Σιλβέστρος Πάπας Ρώμης
Image
Ὁ Ἅγιος Σιλβέστρος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη. Ἐπειδὴ μὲ τὸν πνευματικό του ἀγῶνα ἔφθασε στὸ ἄκρο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς εὐσέβειας, χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος τῆς Πρεσβυτέρας (Παλαιᾶς) Ρώμης, ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατο τοῦ Ἐπισκόπου Μιλτιάδη, ὁ ὁποῖος κοιμήθηκε στὶς 11 Ἰανουαρίου τοῦ ἔτους 314 μ.Χ.

Ἐποίμανε ἀξίως τὸ ποίμνιό του καὶ μὲ τὴν ἁγιότητά του ἐλάμπρυνε τὸν ἀποστολικὸ θρόνο του καὶ ἔκανε πολλὰ θαύματα. Ἐπιδόθηκε μὲ περισσὴ φροντίδα στὸ φιλανθρωπικὸ ἔργο καὶ ἀγωνίσθηκε νὰ μεταμορφώσει κατὰ Χριστὸν τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα τοῦ λαοῦ τῆς Ρώμης. Κατὰ τὴν παράδοση ὁ Ἅγιος ἐχειραγώγησε πρὸς τὴν χριστιανικὴ πίστη τὸν αὐτοκράτορα Μέγα Κωνσταντῖνο καὶ μὲ τὸ θεῖο Βάπτισμα τοῦ καθάρισε τὰ πάθη, τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος. Μὲ τὴ συμβουλὴ τοῦ Ἁγίου Σιλβέστρου, ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνήγειρε ἑπτὰ ναούς, γιὰ νὰ ἑορτάζονται οἱ ἑορτὲς τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων. Ἀπέδειξε ὅτι ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς καὶ τὸ ἔργο του εἶχαν προκηρυχθεῖ ἀπὸ τὸ Νόμο τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καὶ ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο. Πολέμησε δὲ ἰδιαίτερα τοὺς αἱρετικοὺς Δονατιστὲς καὶ ἐμεγάλυνε τὴν Ἐκκλησία μὲ τὴν διδασκαλία τῶν θείων δογμάτων.
Ὁ Ἅγιος Σιλβέστρος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ βαθὺ γῆρας στὶς 31 Δεκεμβρίου τοῦ ἔτους 335 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Στολὴν ἐνδυσάμενος, ἱεραρχίας πιστῶς, ἀμέμπτως ἱέρευσας, τῷ ἐπὶ πάντων Θεῶ, Πατὴρ ἡμῶν Σίλβεστρε· ἔχων γὰρ πολιτείᾳ, συνεκλάμποντα λόγον, θαύμασιν ἐβεβαίους, εὐσεβείας τὴν δόξαν, δι’ ἧς οὐρανίου δόξης, ὤφθης συμμέτοχος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐν ἱερεῦσιν ἱερεὺς ἀνεδείχθης, τοῦ Βασιλέως καὶ Θεοὺ θεοφόρε, τῶν Ἀσκητῶν συνόμιλος γενόμενος· ὅθεν συναγάλλῃ νῦν, τοῖς χοροῖς τῶν Ἀγγέλων, Πάτερ εὐφραινόμενος, ἐν τοῖς ἐπουρανίοις. Σίλβεστρε Ῥώμης ἔνδοξε ποιμήν, σῶζε τοὺς πόθῳ, τελοῦντας τὴν μνήμην σου.

Μεγαλυνάριον.
Τῆς ἱεραρχίας σου τὴν στολήν, τρόποις ἐναρέτοις, καὶ θαυμάτων τῇ δωρεᾷ, εὐκλεῶς ποικίλας, πεποικιλμένος ἔβης, Σίλβεστρε Ἱεράρχα, πρὸς τὰ οὐράνια.






Ὁ Ἅγιος Βασίλειος ὁ Μάρτυρας ἐξ Ἀγκύρας
Ὁ Ἅγιος Βασίλειος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἄγκυρα τῆς Μικρᾶς Ἀσίας καὶ ἔζησε κατὰ τὴν ἐποχὴ τοῦ δυσσεβοὺς αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ (360-363 μ.Χ.). Ἐπειδὴ λάτρευε μὲ ὅλη του τὴν ψυχὴ τὸν Χριστὸ καὶ ἐκήρυττε στὰ πλήθη τὸ Εὐαγγέλιο, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς ἐχθροὺς τῆς πίστεως καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἡγεμόνα Σατορνίλο ἢ Σατορνίνο, μπροστὰ στὸν ὁποῖο καὶ ὁμολόγησε μὲ παρρησία τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Τότε οἱ πολέμιοι τῆς πίστεως τὸν ἐκρέμασαν καὶ τοῦ καταξέσχισαν τὸ σῶμα μὲ ἀγριότητα, χρησιμοποιώντας αἰχμηρὰ ὄργανα. Στὴ συνέχεια τὸν ἅρπαξαν καὶ τὸν μετέφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ ἀμέσως καὶ πάλι τὸν ἐβασάνισαν. Τοῦ ἐτράβηξαν τὰ χέρια μὲ τόση δύναμη, ὥστε ἐξαρθρώθηκαν οἱ ἁρμοὶ τους μέχρι καὶ τοὺς ὤμους. Ἀκολούθως τοῦ ἄνοιγαν μὲ μαχαῖρι βαθιὲς πληγὲς στὸ σῶμα καὶ τοῦ ἐτρυποῦσαν τὶς σάρκες μὲ πυρακτωμένα σίδερα. Καὶ ὅλα αὐτὰ τὰ φρικτὰ βασανιστήρια τὰ ὑπέμεινε μὲ γενναιότητα καὶ εἶχε γι’ αὐτὸ πλούσια τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ.

Ἔπειτα τὸν ἔριξαν σὲ πυρακτωμένο καμίνι. Ὅμως, ὁ Βασίλειος, μὲ τὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, διαφυλάχθηκε σῶος καὶ ἀβλαβὴς μέσα στὴ φωτιά.

Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ πῆραν τὸν Ἅγιο καὶ τὸν πῆγαν ἁλυσοδεμένο στὴν Καισάρεια, ὅπου ὁ τοπικὸς ἄρχοντας τὸν καταδίκασε σὲ θηριομαχία. Ὁ Ἅγιος προσευχήθηκε θερμὰ στὸν Θεὸ καὶ δὲν δείλιασε καθόλου μπροστὰ στὰ πεινασμένα ἄγρια θηρία, ἀλλὰ κράτησε σταθερὴ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Ἕνα λιοντάρι ὅρμησε πάνω του καὶ τὸν κατασπάραξε.

Ἔτσι ὁ Ἅγιος Βασίλειος τελείωσε τὸν βίο του καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τῆς ἀθλήσεώς του γιὰ τὸν Σωτῆρα Χριστό.
Τὸ τίμιο λείψανό του τὸ πῆραν εὐλαβεῖς συγγενεῖς του πιστοί, τὸ ἀρωμάτισαν, τὸ τύλιξαν καὶ τὸ ἐνταφίασαν. Στὸν τόπο ποὺ κατατέθηκε τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρα Βασιλείου, οἱ Χριστιανοὶ ἔκτισαν ἀργότερα ναό.






Ἡ Ἁγία Θεοδότη
Ἡ Ἁγία Θεοδότη ἦταν ἡ μητέρα τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, Κοσμᾶ καὶ Δαμιανοῦ, τῶν ὁποίων τὴ μνήμη ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία μας τὴν 1η Νοεμβρίου. Καταγόταν ἀπὸ τὴ γῆ τῆς Ἀσίας καὶ ἔμεινε χήρα ἀπὸ ἄνδρα.
Ἔζησε ἐνάρετα καὶ θεάρεστα καὶ μὲ τὸ παράδειγμά της δίδαξε στοὺς υἱούς της τὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς. Ἡ Ὁσία Θεοδότη κοιμήθηκε ἐν εἰρήνῃ.






Ὁ Ἅγιος Θεαγένης ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἱερομάρτυρας Θεαγένης ἦταν Ἐπίσκοπος στὸ Πάριο (πόλη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας) τοῦ Ἑλλησπόντου. Γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστὸ τὸν συνέλαβαν οἱ εἰδωλολάτρες καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν τριβοῦνο Ζηλικίνθιο. Ὁ Ἅγιος διεκήρυξε ἐνώπιον τοῦ τυράννου ὅτι ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Μετὰ ἀπὸ τὴν διακήρυξή του αὐτή, οἱ εἰδωλολάτρες κτύπησαν μὲ ρόπαλα ἀνηλεῶς τὸν Ἅγιο. Ἔπειτα τὸν ἔδεσαν καὶ ἀκολούθως τὸν ἔριξαν στὸν βυθὸ τῆς θάλασσας, ὅπου ὁ Ἱερομάρτυς ὁλοκλήρωσε τὸ δρόμο τῆς ἀθλήσεως καὶ ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.






Ὁ Ἅγιος Σέργιος
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Σέργιος ἐμαρτύρησε διὰ ξίφους στὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας.






Ὁ Ἅγιος Θεόπιστος
Ὁ Ἅγιος Θεόπιστος ἐμαρτύρησε διὰ λιθοβολισμοῦ.






Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο μ.Χ. αἰῶνα καὶ ἦταν Ἐπίσκοπος στὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας. Ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο ἀπὸ τοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανούς.






Ὁ Ὅσιος Θεόπεμπτος
Ὁ Ὅσιος Θεόπεμπτος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνῃ.






Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ὁ Κωφὸς
Ὁ Ὅσιος Μᾶρκος ἔζησε ἀσκητικὰ καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνῃ.






Ὁ Ἅγιος Σειρίολος ὁ Δίκαιος
Ὁ Ἅγιος Σειρίολος ἐγεννήθηκε τὸ ἔτος 490 μ.Χ. στὴ Βρεττανία καὶ ἦταν ἀδελφὸς τῶν Βασιλέων Κύνλας τοῦ Ρὸς καὶ Ἐΐνιον τῆς Λέϋν. Εἰσῆλθε ἐνωρὶς στὸν μοναχικὸ βίο καὶ ἀσκήτευσε σὲ ἐρημητήριο στὴν περιοχὴ τῆς δυτικῆς Πενίνσουλα, ὅπου ἵδρυσε καὶ περίφημη μονὴ τῆς ὁποίας ἔγινε ἡγούμενος.
Ὁ Ὅσιος Σειρίολος ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ μεγάλη ἡλικία.






Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Θαυματουργός Α’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Ἅγιος Κοσμᾶς καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀντιόχεια τῆς Συρίας.

Προσονομάστηκε ὅμως Ἱεροσολυμίτης, ἐπειδὴ ἔμεινε ἀρκετὸ καιρὸ στὰ Ἱεροσόλυμα ὡς μοναχός. Ἀπὸ ἐκεῖ ᾖλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου μόνασε στὴν Μονὴ τῆς Χώρας. Ὁ Ἅγιος διακρινόταν γιὰ τὴν ἄδολη εὐσέβειά του, τὴ βαθιὰ ἀρετή του, τὴν εὐθύτητα τοῦ χαρακτῆρα του καὶ τὴν ἁπλότητα τοῦ ἤθους του.

Ὅταν στὶς 2 Αὐγούστου τοῦ ἔτους 1075 κοιμήθηκε ὁ Πατριάρχης Ἰωάννης Η’, ὁ ἐκ Τραπεζοῦντος, στὸν ὁποῖο εἶχε δοθεῖ τὸ ἐπώνυμο Ξιφιλίνος, ἡ αὐτοκρατορικὴ ὑπόδειξη τοῦ Μιχαὴλ Δοῦκα τὸν ἔφερε στὸν πατριαρχικὸ θρόνο, ἂν καὶ εἶχε φθάσει σὲ βαθιὰ γεράματα.

Ἐπὶ τῆς Πατριαρχίας τοῦ Ἁγίου Κοσμᾶ, ἡ Ἀρχιεπισκοπὴ Πατρὼν ἀνυψώθηκε σὲ Μητρόπολη μὲ τρεῖς Ἐπισκοπές, Μεθώνης, Λακεδαίμονος καὶ Σαρσοκορώνης, ὑπὸ τὴν δικαιοδοσία της. Ὁ ἴδιος χειροτόνησε καὶ ἔστειλε τὸ ἔτος 1080 Μητροπολίτη Ρωσίας τὸν Ἕλληνα Ἰωάννη, ἐκκλησιαστικὸ ἄνδρα μεγάλης παιδείας καὶ πολλῶν ἀρετῶν, ζηλωτὴ καὶ φιλόπτωχο.

Ἡ πατριαρχία ὅμως δὲν ἦταν εὔκολη καὶ δὲν εἶχε θέλγητρα γιὰ τὸν ἁπλοϊκὸ χαρακτῆρα τοῦ Ἁγίου. Οἱ περιπλοκὲς τῆς ὅλης διοικήσεως τὸν στεναχωροῦσαν, τὸν πίκραιναν καὶ τὸν σύγχυζαν, μέχρι ποὺ ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του ἐπιθυμώντας τὴν γαλήνη καὶ τὴν ἡσυχία.

Στὶς 8 Μαΐου τοῦ ἔτους 1081, ἀφοῦ λειτουργοῦσε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, ἔφυγε καὶ ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ Καλλίου. Μάταια τὸν παρακαλοῦσαν νὰ ἐπιστρέψει. Αὐτὸς ἔμεινε ἀμετάπειστος καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὴ Μονὴ ἐκείνη.
Ἡ σύναξη αὐτοῦ ἐτελεῖτο στὴ σεβάσμια Μονὴ τῆς Χώρας.






Ὁ Ὅσιος Σιλβέστρος ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Σιλβέστρος ἀσκήτεψε στὴ Λαύρα τοῦ Κιέβου κατὰ τὸν 12ο αἰῶνα. Διετέλεσε Ἡγούμενος στὴ Μονὴ Βιντουπίσκυ τοῦ Κιέβου καὶ ἐκοιμήθη ἐν εἰρήνῃ.






Ἡ Ὁσία Ἰουλιανὴ ἡ Δικαία
Ἡ Ἁγία Ἰουλιανὴ γεννήθηκε τὸ 1530 στὴ Μόσχα, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ φιλάνθρωπους, τὸν Ἰουστίνο καὶ τὴν Στεφανία Νεντιγιοῦρεφ. Ὁ πατέρας της ἐργαζόταν ὡς οἰκονόμος στὴν αὐλὴ τοῦ τσάρου Ἰβᾶν Δ’ Βασίλιεβιτς, τοῦ γνωστοῦ ὡς «Τρομεροῦ». Παρὰ τὸ γεγονὸς αὐτό, ὅλη ἡ οἰκογένεια ζοῦσε πτωχὰ ἀλλὰ χριστιανικὰ καὶ ἡ εὐλογία τοῦ Θεοῦ πλημμύριζε τὴν καρδιὰ τῶν μελῶν της.

Ἡ Ἁγία ὀρφάνεψε σὲ μικρὴ ἡλικία καὶ ἀφιέρωσε τὴν ζωή της στὴν φροντίδα τῶν ἀσθενῶν καὶ τῶν πτωχῶν. Ὁ βίος καὶ ὁ χαρακτῆρας της δὲν ἄφησαν ἀδιάφορο τὸν πλούσιο κάτοικο τοῦ χωριοῦ Μοῦρομ τῆς περιοχῆς τοῦ Λαζάρεβο Γεώργιο Ὀσορίν, τὸν ὁποῖο ἐνυμφέφθηκε σὲ νεαρὴ ἡλικία.

Ἀπὸ τὸν γάμο της ἀπέκτησε ἕξι υἱοὺς καὶ μία θυγατέρα. Μετὰ τὸν θάνατο τῶν δυὸ υἱῶν της ἀπεφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὰ ἐγκόσμια καὶ νὰ γίνει Μοναχή. Ὅμως ὁ σύζυγός της, ποὺ ἔλειπε συχνὰ καὶ πολὺ χρόνο ἀκολουθώντας τὸ στρατὸ τοῦ τσάρου στὸ Ἀστραχὰν καὶ σὲ ἄλλα μέρη, τὴν παρακάλεσε νὰ μείνει κοντὰ στὴν οἰκογένειά της. Ἐκείνη δέχθηκε, ἀλλὰ ζοῦσε ὡς Μοναχὴ μέσα στὸν κόσμο.
Ὅπως γράφει καὶ ὁ υἱός της Καλλίστρατος, ποὺ ἔγραψε τὸν βίο της, ἡ Ἁγία εἶχε ἀφιερώσει τὸν ἑαυτό της ὁλοκληρωτικὰ στὸ Θεὸ καὶ τὴν διακονία τῶν ἀνθρώπων. Ἐλάχιστα κοιμόταν καὶ ἀγρυπνοῦσε προσευχόμενη. Ὅταν ὁ σύζυγός της πέθανε, ἐκείνη πλέον ζοῦσε γιὰ νὰ προσεύχεται καὶ νὰ διακονεῖ. Λίγο πρὶν παραδώσει τὴν δίκαια ψυχή της στὸν Κύριο, τὸ ἔτος 1604, κοινώνησε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων ἀπὸ τὸν Πνευματικό της, ἱερέα Ἀθανάσιο, κάλεσε τὰ παιδιά της καὶ τοὺς ἔδωσε τὴν εὐχή της. Οἱ τελευταῖες λέξεις ποὺ ψέλλισε , πρὶν κλείσει τὰ μάτια της, ἦταν : «Δόξα στὸν Θεὸ γιὰ ὅλα. Σὲ Σένα, Κύριε, παραδίδω τὸ πνεῦμα μου».






Ὁ Ἅγιος Γεώργιος (ἢ Ζώρζης) ὁ Νεομάρτυρας ὁ Γκιουρτζὴς
Ὁ Ἅγιος Γεώργιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἰβηρία. Σὲ νεαρὴ ἡλικία ἀγοράσθηκε ἀπὸ κάποιο τοῦρκο ὡς σκλάβος καὶ περιετμήθηκε, λαβῶν τὸ ὄνομα Σαλῆς. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ τούρκου παρέμεινε στὴν Μυτιλήνη ζωντας εἰρηνικὰ καὶ ἐργαζόμενος.

Μία μέρα, ὅταν τὰ χρόνια εἶχαν περάσει, σὲ ἡλικία 70 ἐτῶν, ὁ Γεώργιος παρουσιάζεται ἐνώπιον τοῦ κριτοῦ, ἀπορρίπτει μπροστά του τὸ σαρίκι ποὺ φοροῦσε στὴν κεφαλὴ καὶ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό. Παρὰ τὶς κολακεῖες καὶ τοὺς φοβερισμούς, ὁ Μάρτυς παρέμεινε ἀμετάθετος ἐπικαλούμενος τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Ἀμέσως τὸν συνέλαβαν καὶ ἄρχισαν νὰ τὸν χτυποῦν μὲ μαχαίρια καὶ ξύλα.
Στὸ τέλος, τὸν ὁδήγησαν σὲ ἕνα τόπο ὀνομαζόμενο Παρμά-καποῦ, ὅπου καὶ ὑπέστη τὸν δι’ ἀγχόνης θάνατο τὸ ἔτος 1770.






Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ τοῦ Σάρωφ
Image
Ὁ Ὅσιος Σεραφεὶμ γεννήθηκε στὸ Κοὺρσκ τῆς Ρωσίας στὶς 19 Ἰουλίου 1759 καὶ ὀνομάσθηκε Πρόχορος. Οἱ γονεῖς του, Ἰσίδωρος καὶ Ἀγάθη Μοσνίν, ἦταν εὐκατάστατοι ἔμποροι. Ὁ πατέρας του εἶχε ἐργοστάσια πλινθοποιίας καὶ παράλληλα ἀναλάμβανε τὴν ἀνέγερση πέτρινων οἰκοδομημάτων, ναῶν καὶ σπιτιῶν. Κάποτε ἄρχισε νὰ χτίζει στὸ Κοὺρσκ ἕνα ναὸ πρὸς τιμὴν τοῦ Ὁσίου Σεργίου τοῦ Ραντονέζ, τοῦ Θαυματουργοῦ, ἀλλὰ ξαφνικὰ τὸ 1762, πεθαίνει, ἀφήνοντας στὴν σύζυγό του τὴ μέριμνα γιὰ τὴν ὁλοκλήρωση τοῦ ναοῦ. Ὁ Πρόχορος κληρονόμησε τὶς ἀρετὲς τῶν γονέων του καὶ ἰδίως τὴν εὐσέβειά τους.

Σὲ ἡλικία δέκα ἐτῶν ἄρχισε νὰ μαθαίνει μὲ ζῆλο τὰ ἱερὰ γράμματα, ἀλλὰ ἀρρώστησε ξαφνικὰ βαριὰ χωρὶς ἐλπίδα ἀναρρώσεως. Στὴν κρισιμότερη καμπὴ τῆς ἀσθένειας εἶδε στὸν ὕπνο του τὴν Παναγία, ἡ ὁποία ὑποσχέθηκε ὅτι θὰ τὸν ἐπισκεφθεῖ καὶ θὰ τὸν θεραπεύσει. Πράγματι, ἔτυχε μία μέρα νὰ γίνεται λιτανεία καὶ νὰ περνᾷ ἔξω ἀπὸ τὴν οἰκία τοῦ μικροῦ ἄρρωστου παιδιοῦ, ἡ θαυματουργὴ εἰκόνα τῆς Θεοτόκου. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη ἔπιασε δυνατὴ βροχή. Ἡ λιτανεία σταμάτησε καὶ ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε στὴν αὐλὴ τῆς οἰκίας τοῦ Προχόρου, μέχρι νὰ περάσει ἡ μπόρα. Τότε ἡ μητέρα του Ἀγάθη, κατέβασε τὸ ἄρρωστο παιδί της καὶ τὸ πέρασε κάτω ἀπὸ τὴν εἰκόνα. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἡ ὑγεία του βελτιώθηκε μέχρι ποὺ ἀποκαταστάθηκε τελείως.

Νέος ἐγκαταλείπει τὸ πατρικό του σπίτι, στὴν πόλη Κούρσκ, καὶ ἔρχεται νὰ μονάσει στὴ μονὴ τοῦ Σάρωφ. Ἡ δοκιμασία του προκειμένου νὰ γίνει Μοναχὸς διαρκεῖ ὀκτὼ χρόνια. Στὶς 13 Αὐγούστου τοῦ 1786 κείρεται Μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Σεραφείμ. Σὲ δυὸ μῆνες χειροτονεῖται Διάκονος.

Περιφρουρούμενος μὲ τὸ ταπεινὸ φρόνημα ὁ Διάκονος Σεραφείμ, ἀνέρχεται στὴν Πνευματικὴ ζωὴ «ἐκ δυνάμεως εἰς δύναμιν». Ὡς Διάκονος παραμένει ὅλη τὴν ἡμέρα στὸ Μοναστῆρι, διακονεῖ στὶς Ἀκολουθίες, τηρεῖ μὲ ἀκρίβεια τοὺς μοναστηριακοὺς κανονισμοὺς καὶ ἐκτελεῖ τὰ διακονήματά του. Τὸ βράδυ ὅμως ἀπομακρύνεται στὸ δάσος, στὸ ἐρημικό του κελί, ὅπου διέρχεται τὶς νυκτερινὲς ὧρες μὲ προσευχή, καὶ πολὺ πρωὶ ἐπιστρέφει πάλι στὸ μοναστῆρι.

Στὶς 2 Σεπτεμβρίου 1793 χειροτονεῖται Ἱερεὺς καὶ ἀποδύεται μὲ μεγαλύτερο ζῆλο καὶ ἀγάπη στὸν Πνευματικὸ ἀγῶνα. Τώρα πλέον δὲν τὸν ἱκανοποιεῖ ὁ βαρὺς γιὰ τοὺς ἄλλους μόχθος τῆς κοινοβιακῆς ζωῆς, δηλαδὴ ἡ κοινὴ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ ὑπακοή, ἡ ἀκτημοσύνη. Μέσα του φουντώνει ἡ δίψα γιὰ πιὸ ὑψηλὲς Πνευματικὲς ἀσκήσεις. Ἐγκαταλείπει λοιπόν, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Ἡγουμένου, τὴ Μονὴ καὶ ἀποσύρεται μέσα στὸ πυκνὸ δάσος τοῦ Σάρωφ. Περνᾶ ἐκεῖ δεκαπέντε χρόνια σὲ τέλεια ἀπομόνωση, μὲ αὐστηρὴ νηστεία, ἀδιάλειπτη προσευχή, μελέτη τοῦ Θείου Λόγου καὶ σωματικοὺς κόπους. Γιὰ χίλιες ἡμέρες καὶ χίλιες νύκτες μιμεῖται τοῦ παλιοὺς στυλῖτες τῆς Ἐκκλησίας. Ἀνεβασμένος σὲ μία πέτρα καὶ μὲ τὰ χέρια ὑψωμένα στὸν οὐρανό, προσεύχεται : «Ὁ Θεὸς ἰλάσθητι μοὶ τῷ ἁμαρτωλῷ».

Τελειώνοντας τὴν ἀναχωρητικὴ ζωὴ ἐπανέρχεται στὴ Μονὴ τοῦ Σάρωφ καὶ κλείνεται σὰν σὲ μνῆμα στὴν ἀπομόνωση γιὰ ἄλλα δεκαπέντε χρόνια. Γιὰ τὰ πρῶτα πέντε βάζει τὸν ἑαυτό του στὸν κανόνα τῆς σιωπῆς. Μὲ τὴν ἀδιάλειπτη προσευχὴ φωτίζει ὁλόκληρος ἀπὸ τὴν Θεία Χάρη καὶ ἀξιώνεται νὰ ζήσει Πνευματικὲς ἀναβάσεις καὶ νὰ δεῖ θεϊκὰ ὁράματα. Μετὰ τὸν ἐγκλεισμό, ὥριμος πλέον στὴν Πνευματικὴ ζωὴ καὶ γέροντας στὴν ἡλικία, ἀφιερώνεται στὴ διακονία τοῦ πλησίον, τοῦ ἐλάχιστου ἀδελφοῦ. Μὲ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικὴ ζωή του καὶ τὴν φωτεινὴ μορφή του εἶχε προσελκύσει γύρω του πλῆθος Χριστιανῶν, ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν καὶ πίστευαν ἀκράδαντα στὴν θαυματουργικὴ δύναμη τῶν ἁγίων του προσευχῶν. Πλούσιοι καὶ φτωχοί, διάσημοι καὶ ἄσημοι συνέρρεαν καθημερινὰ στὸ κελί του, γιὰ νὰ λάβουν τὴν εὐλογία του καὶ τὴν Πνευματικὴ καθοδήγηση γιὰ τὴ ζωή τους. Τοὺς δεχόταν ὅλους μὲ ἀγάπη καὶ ὅταν ἔβλεπε τὰ πρόσωπά τους ἀναφωνοῦσε: «Χαρά μου!».

Ἐξομολογοῦσε πολλούς, θεράπευε ἀσθενεῖς, ἐνῷ σὲ ἄλλους ἔδιδε νὰ ἀσπασθοῦν τὸν σταυρὸ ποὺ εἶχε κρεμασμένο στὸ στῆθος του ἢ τὴν εἰκόνα ποὺ εἶχε στὸ τραπέζι τοῦ κελιοῦ του. Σὲ πολλοὺς πρόσφερε ὡς εὐλογία ἀντίδωρο, ἁγίασμα ἢ παξιμάδια, ἄλλους τοὺς σταύρωνε στὸ μέτωπο μὲ λάδι ἀπὸ τὸ καντῆλι, ἐνῷ μερικοὺς τοὺς ἀγκάλιαζε καὶ τοὺς ἀσπαζόταν λέγοντας: «Χριστὸς Ἀνέστη!».

Τὴν 1η Ἰανουαρίου 1833, ἡμέρα Κυριακή, ὁ Ὅσιος ᾖλθε γιὰ τελευταία φορὰ στὸ Ναὸ τοῦ νοσοκομείου τῶν Ἁγίων Ζωσιμᾶ καὶ Σαββατίου. Ἄναψε κερὶ σὲ ὅλες τὶς εἰκόνες καὶ τὶς ἀσπάσθηκε. Μετάλαβε τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων καὶ μετὰ τὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας ζήτησε συγχώρεση ἀπὸ ὅλους τοὺς ἀδελφούς, τοὺς εὐλόγησε, τοὺς ἀσπάσθηκε καὶ παρηγορητικὰ τοὺς εἶπε: «Σώζεσθε, μὴν ἀκηδιᾶτε, ἀγρυπνεῖτε καὶ προσεύχεσθε. Στέφανοι μᾶς ἑτοιμάζονται». Ὁ Μοναχὸς Παῦλος πρόσεξε ὅτι ὁ Ὅσιος ἐκείνη τὴν ἡμέρα πῆγε τρεῖς φορὲς στὸν τόπο ποὺ εἶχε ὑποδείξει γιὰ τὸν ἐνταφιασμό του. Καθόταν ἐκεῖ καὶ κοίταζε ἀρκετὴ ὥρα στὴ γῆ. Τὸ βράδυ τὸν ἄκουσε νὰ ψάλλει στὸ κελί του Πασχαλινοὺς ὕμνους: «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι…», «Φωτίζου, φωτίζου ἡ νέα Ἱερουσαλήμ…», «Ὤ, Πάσχα τὸ μέγα καὶ ἱερώτατον, Χριστέ…».

Ὁ Ὅσιος κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη στὶς 2 Ἰανουαρίου 1833. Οἱ μοναχοὶ τὸν εἶδαν μὲ τὸ λευκὸ ζωστικό, γονατιστὸ σὲ στάση προσευχῆς μπροστὰ στὴν εἰκόνα τῆς Θεοτόκου, ἀσκεπῆ, μὲ τὸ χάλκινο σταυρὸ στὸ λαιμὸ καὶ μὲ τὰ χέρια στὸ στῆθος σὲ σχῆμα σταυροῦ. Νόμιζαν ὅτι τὸν εἶχε πάρει ὁ ὕπνος.
Τὰ ἱερὰ λείψανά του ἐξαφανίστηκαν κατὰ τὴν περίοδο τῆς Ὀκτωβριανῆς ἐπαναστάσεως καὶ ξαναβρέθηκαν τὸ 1990, στὴν Ἁγία Πετρούπολη. Τὸ 1991 ἐπέστρεψαν στὴν μονὴ Ντιβέγιεβο.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ . Ταχὺ προκατάλαβε.
Χριστῷ ἐκ νεότητος ἀκολουθήσας θερμῶς, εὐχαῖς καὶ δεήσεσιν, ἐν τῇ ἐρήμῳ Σαρώφ, ὡς ἄσαρκος ἤσκησας· ὅθεν τοῦ Παρακλήτου, δεδεγμένος τὴν χάριν, ὤφθης τῆς Θεοτόκου, θεοφόρος θεράπων· διὸ σε μακαρίζομεν, Σεραφεὶμ Πάτερ Ὅσιε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν Σάρωφ ὡς ἄγγελος, βεβιωμένος, Σεραφεὶμ μακάριε, ὤφθης δοχεῖον ἐκλεκτόν, τῶν χαρισμάτων, τοῦ Πνεύματος, λόγῳ πλουσίῳ ἐκφαίνων τὰ κρείττονα.

Μεγαλυνάριον.
Ὅλος ἀνακείμενος τῷ Χριστῷ, χαρίτων τῶν θείων, ἀναδέδειξαι θησαυρός, θαύμασι καὶ λόγοις, καὶ θείαις ὑποθήκαις ὦ Σεραφεὶμ παμμάκαρ, φωτίζων ἅπαντας.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Dec 23, 2012 12:15 am

3 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ






Ὁ Προφήτης Μαλαχίας
Image
Ὁ προφήτης Μαλαχίας καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ Λευΐ καὶ ἐγεννήθηκε στὸ Σοφερὸ μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν Ἰουδαίων ἀπὸ τὴ Βαβυλώνια αἰχμαλωσία. Ἔζησε περὶς τὸν 5ο π.Χ. αἰώνα, κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ Νεεμία, καὶ ἐργάσθηκε στὴν Ἱερουσαλὴμ μετὰ τὸν Προφήτη Ἀγγαῖο καὶ τὸν Ζαχαρία. Αὐτό συνάγεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ ναοῦ εἶχε πλέον ἀποπερατωθεῖ καὶ εἶχαν ἀρχίσει οἱ προσφερόμενες θυσίες.

Ὄντας ἀκόμη νέος, κατέκτησε τὴν ἀρετὴ καὶ διακρινόταν γιὰ τὴν θεοσεβὴ συμπεριφορὰ καὶ διαγωγή του. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἔλαβε καὶ τὴν προσωνυμία Μαλαχίας, ποὺ στὴν ἑλληνικὴ γλώσσα μεταφράζεται «ὁ ἄγγελός μου». Κατὰ παλαιὰ γνώμη (Ταλμοὺδ) τὸ ὄνομα Μαλαχίας εἶναι ψευδόνυμο τοῦ Ἔσδρα ἢ τοῦ Νεεμία ἢ τοῦ Μαρδοχαίου. Χρονολογικὰ ὑπῆρξε ὁ τελευταῖος ἀπὸ τοὺς Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης.

Στὸ προφητικό του βιβλίο, ὁ Μαλαχίας, ὁμιλεῖ περὶ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν λαό Του, μέμφεται τὴν ἀσεβὴ διαγωγὴ τοῦ ἱερατείου, ὁμιλεῖ περὶ τῆς μελλούσης κρίσεως καὶ προαναγγέλει τὴν πρὸ τῆς ἡμέρας τοῦ Κυρίου προπαρασκευαστικὴ ἐμφάνιση τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου.

Ἀλλὰ καὶ ὅσα «ἐν προφητείᾳ» ἔλεγε ὁ Προφήτης Μαλαχίας ἐπιβεβαιώνονταν ἀμέσως ἀπὸ ἔναν ἄγγελο, ὁ ὁποῖος τοῦ τὰ ἐπαναλάμβανε. Τὴν φωνὴ δὲ τοῦ ἀγγέλου τὴν ἄκουγαν καὶ οἱ ἀνάξιοι, ἐνῶ οἱ ἄξιοι ἔβλεπαν καὶ τὴ μορφή του.
Ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη καὶ τὸ τίμιο λείψανό του ἐνταφιάσθηκε στὸν ἀγρὸ τῶν προγόνων του.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος πλ. Α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀγγελώνυμον κλῆσιν πλουτήσας ἔνδοξε, ἀγγελομίμητον βίον ἐπολιτεύσω ἐν γῇ, Μαλαχία Προφητῶν τὸ ἀκροθίνιον· ὅθεν Ἀγγέλους ἐαχηκώς, συλλαλοῦντας νοερῶς, ἐπλήσθης ἀΰλου δόξης, καὶ τῶν μελλόντων τὴν γνῶσιν, διατυποῖς πρὸς φωτισμὸν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῆς σοφίας ἔμπλεως, τῆς ὑπερσόφου καὶ θείας, Μαλαχία μέγιστε, σὺ πεφυκὼς ὡς Προφήτης, ἄνωθεν, αὐτὸν τὸν ὄντα Θεοῦ σοφίαν, ἔδειξας, τοῖς πᾶσι κάτω ἀναστραφέντα· διὰ τοῦτό σε τιμῶμεν, τελοῦντες πίστει τὴν θείαν μνήμην σου.

Μεγαλυνάριον
Θείας ἐμφανείας ἀγγελικῆς, κατηξιωμένος, ὡς τῷ βίῳ διαπρεπής, ὤφθης προσημάντωρ, τῶν ἱερῶν κριμάτων, Προφῆτα Μαλαχία, Ἀγγέλων σύσκηνε.






Ὁ Ἅγιος Γόρδιος
Image
Ὁ Μάρτυς Γόρδιος καταγόταν ἀπὸ τὴν Καισάρεια τῆς Καππαδοκίας καὶ ἔζησε στὴν ἐποχὴ τοῦ βασιλέως Λικινίου (307-323 μ.Χ.). Ἦταν ἀξιωματοῦχος τῆς αὐτοκρατορικὴς αὐλῆς.

Ὁ Γόρδιος, ἐπειδὴ δὲν ἀνεχόταν νὰ ἀκούει τὶς δυσσεβεῖς διδασκαλίες καὶ τὶς ὕβρεις κατὰ τοῦ Κυρίου, ἔφυγε καὶ πῆγε στὰ ὄρει καὶ ἐκατοικούσε μαζί μὲ τὰ θηρία. Ἐκεῖ στὸν ἔρημο τόπο ἀναθερμάνθηκε ὁ πόθος του γιὰ τὸν Χριστὸ καὶ πῆρε θάρρος νὰ κτυπήσει τὴν πλάνη τῆς εἰδωλολατρείας. Ἔτσι κατέβηκε ἀπὸ τὴν ἔρημο στὴν πόλη καὶ ζητοῦσε νὰ συναντήσει τὴν προστάτη τῆς πλάνης. Εἰσῆλθε λοιπὸν στὸ θέατρο καὶ μὲ ὅλη τὴν δύναμη τῆς φωνῆς του εἶπε λόγους ὑμνηστικοὺς γιὰ τὸν Χριστό. Μὲ τὴν ἡρωϊκὴ αὐτὴ μαρτυρία του ὁ Γόρδιος ἔστρεψε τὴν προσοχὴ τοῦ πλήθους πρὸς τὸν ἑαυτό του. Ἡ παρρησία του ὅμως αὐτὴ ἐξέπληξε καὶ ἐξόργισε τὸν εἰδωλολάτρη ἄρχοντα· γι’ αὐτὸ καὶ διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν.
Ὁ Ἅγιος Γόρδιος ἐδέχθηκε χαρούμενος τὸν διὰ ξίφους μαρτυρικὸν θάνατο καὶ εἰσῆλθε στὴν χαρὰ τοῦ Κυρίου του.

Ἀπολυτίκιο. Ἠχὸς δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τῷ ζήλῳ τῆς πίστεως, πυρποληθεὶς τὴν ψυχήν, αὐτόκλητος ὥρμησας, ἐν τῷ σταδίῳ σοφέ, καὶ χαίρων ἠγώνισαι· ὅθεν τοῖς ἐξ αὐχένος, ὀχετοῖς τῶν αἱμάτων, ἔσβεσας Ἀθλοφόρε, τῆς κακίας τὴν φλόγα· διό σε ὁ Ζωοδότης, Γόρδιε ἐδόξασε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Οἱ σοὶ ἱδρῶτες ἔνδοξε, τὴν πᾶσαν γῆν κατήρδευσαν, καὶ τοῖς τιμίοις σου αἵμασι Γόρδιε, τὸν κόσμον ἅπαντα εὔφρανας· ταῖς εὐχαῖς σου θεόφρον, σῶσον πάντας τοὺς πίστει σε ἀναμέλποντας, καὶ τιμῶντας ἀξίως, πανεύφημε ὡς πολύαθλον.

Μεγαλυνάριον

Ἔλιπες στρατείαν τὴν ὑλικήν, καὶ τῇ οὐρανίῳ, πανοπλίᾳ ὀχυρωθεὶς, τὰς ἀντικειμένας, καθεῖλες παρατάξεις, ὡς τοῦ Χριστοῦ ὁπλίτης, ἔνδοξε Γόρδιε.






Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ Σημειοφόρος
Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἀκολούθησε τῇ μοναχικῇ πολιτείᾳ καὶ ἔζησε βίο ἀσκητικό. Δεν ὑπάρχει σχετικὸ ὑπόμνημα στα Μηναῖα για τὸν Ἅγιο. Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης εἰκάζει, ὅτι πρόκειται περὶ τοῦ Ἁγίου Πέτρου, Ἐπισκόπου Ἄργους, ἀλλὰ αὐτὸ θεωρεῖται ἀπίθανο, διότι ἐκεῖνος δεν μαρτυρεῖται στὶς πηγὲς ὅτι ἐμόνασε στὴν Ἀτρώα.






Ὁ Ἅγιος Πέτρος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Πέτρος ἐμαρτύρησε τὸ 311 μ.Χ. στὴν Αὐλώνα τῆς Σαμάρειας, στὴν περιοχὴ τῆς Παλαιστίνης.






Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ὁ Θαυματουργός
Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος ἦταν μοναχὸς καὶ συνέστησε στο ὄρος τοῦ Λάτρου τὴν Μεγίστη Λαύρα τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου τοῦ Μυρσινῶνος. Ἡ περιοχὴ τοῦ ὄρους Λάτρου ὀνομαζόταν πρῶτα Λάτμος καὶ ἦταν κοντὰ στην Μίλητο τῆς Μικρᾶς Ἀσίας. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖ ἐμόναζε πλῆθος Μοναχῶν μετονομάσθηκε σὲ Λάτρος. Οἱ πυκνοὶ μοναχικοὶ συνοικισμοὶ ποὺ ὑπήρχαν ἐκεῖ πρὶν τὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος τοῦ Σοφοῦ (886-912 μ.Χ.), ἔδωσαν, κατὰ τὴν περίοδο τῆς βασιλείας τοῦ Κωνσταντίνου τοῦ Πορφυρογέννητου (913-959 μ.Χ.), στο Λάτρος, τὴν ὀνομασία «τὸ κατ’ Ἔφεσον Ἅγιον Ὄρος».
Ὁ Ὅσιος Ἀκάκιος κοιμήθηκε ἐν εἰρήνῃ.







Οἱ Ἅγιοι Μητέρα καὶ τὰ δύο τέκνα της οἱ Μάρτυρες
Δὲν ἔχουμε πληροφορίες γιὰ τὸ ποῦ καὶ πότε οἱ Μάρτυρες μαρτύρησαν διὰ πυρός.






Ὁ Ὅσιος Μελίτων ἐκ Βηρυτοῦ
Ὁ Ὅσιος Μελίτων ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 537 μ.Χ.






Ἡ Ὁσία Γενεβιέβη ἐκ Παρισίων
Image
Ἡ Ἁγία Γενεβιέβη ἐγεννήθηκε, κατὰ τὴν παράδοση, περὶ τὸ 419 μ.Χ. στην πόλη Ναντέρν, ποὺ βρίσκεται κοντὰ στο Παρίσι. Ἀπὸ μικρὴ ἡλικία, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἐνιωσε στην καρδία της τὴν μοναχικὴ κλήση. Στὴν καλλιέργεια αὐτοῦ τοῦ ἐσωτερικοῦ πόθου, συνετέλεσε καὶ ὁ πνευματικὸς της σύνδεσμος μὲ τὸν Ἅγιο Γερμανὸ τῆς Ὡξέρρης (378 – 448 μ.Χ.).

Μετὰ τὴν κοίμηση τῶν γονέων της ἐκάρη μοναχὴ ἀπὸ τὸν Ἐπίσκοπο τῆς πόλεως τῶν Παρισίων καὶ ἔφθασε σὲ πνευματικὰ ὕψη ἀσκήσεως καὶ τελειότητος.
Ἡ Ὁσία Γενεβιέβη ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία 83 ἐτῶν. Ὁ Ναὸς τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων τῶν Παρισίων, στὸν ὁποῖο ἀποτέθηκε τὸ ἱερὸ λείψανο της, ἔλαβε τὸ ὄνομά της. Εἶναι πολιοῦχος τῶν Παρισίων.






Ἡ Ὁσία Θωμαΐς ἐκ Λέσβου
Image
Ἡ Ἁγία Θωμαΐς καταγόταν ἀπὸ τὴν νήσο τῆς Λέσβου καὶ ἐγεννήθηκε περὶ τὸ 910 – 913 μ.Χ. ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς καὶ εὔπορους, τὸν Μιχαὴλ καὶ τὴν Καλή. Ἦσαν ἄτεκνοι, ἀλλὰ μὲ τὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὶς πρεσβεῖες τῆς Παναγίας, ἔφεραν στὸν κόσμο τὴν Ἁγία. Ἡ Ἁγία, μετὰ ἀπὸ πιέσεις καὶ τὴν σφοδρὴ ἐπιθυμία τῶν γονέων της, νυμφεύθηκε κάποιον ποὺ ὀνομαζόταν Στέφανος. Ἐνῷ ὅμως αὐτὴ ἦταν πολὺ εὐσεβὴς καὶ ἐνάρετη, ὑπέφερε ἀπὸ τὴν βάρβαρη συμπεριφορὰ τοῦ συζύγου της, ποὺ τὴν ἐκτυποῦσε ἀνηλεῶς καθημερινά. Ἡ Ἁγία ἀντιμετώπιζε αὐτὸν τὸν πειρασμὸ μὲ προσευχή, ὑπομονὴ καὶ ἐλεημοσύνη. Ὁ Θεὸς τὴν ἀξίωσε τοῦ χαρίσματος τῆς θαυματουργίας.
Ἡ Ἁγία Θωμαΐς ἐκοιμήθηκε ὁσίως μὲ εἰρήνη σὲ ἡλικία 38 ἐτῶν καὶ ἐνταφιάσθηκε στὴν γυναικεία μονὴ τὴν καλουμένη «τὰ Μικρὰ Ρωμαίου» ἢ «τὰ Ρωμαίου», ἡ ὁποία ἔκειτο μεταξὺ τῆς πύλης τῆς Σηλυβρίας καὶ τῆς πύλης τοῦ Πολυανδρίου ἐπὶ τοῦ ἑβδόμου λόφου τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Σαράντα ἡμέρες μετὰ τὴν ταφή της, τὸ ἱερὸ λείψανο αὐτῆς ἀνακομίσθηκε καὶ ἀποτέθηκε σὲ πολυτελὴ λάρνακα ἐντὸς τοῦ ναοῦ τῆς μονῆς. Αὐτὸ ἦταν ἀκέραιο καὶ στὰ τίμια χέρια της διακρίνονταν οἱ αἰκισμοὶ τοῦ συζύγου της. Ἀρχικὰ ἡ μνήμη της ἑορταζόταν τὴν 1η Ἰανουαρίου, ἀλλὰ ἀπὸ τὸν 10ο αἰώνα μ.Χ. ὁ ἑορτασμὸς τῆς μνήμης αὐτῆς μετατέθηκε στὶς 3 Ἰανουαρίου, διότι ἡ ἡμέρα τῆς κοιμήσεως αὐτῆς, ποὺ συνέπιπτε μὲ τὴν ἑορτὴ τῆς Περιτομῆς τοῦ Κυρίου καὶ τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, δὲν ἦταν πρόσφορη γιὰ τὴν πανηγυρισμὸ αὐτῆς. Τὸ τίμιο σκήνωμά της ἀπολέσθηκε πιθανὸν κατὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Φράγκους (1204).

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ'. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τάς θλίψεις τοῦ βίου σου, ὡς προσφορὰν λογικήν, Χριστῷ προσενένκασα, τὴν τῶν θαυμάτων ἰσχύν, Ὁσία, ἀντείληφας. Ὅθεν ὡς συζυγίας, ὑποτύπωσιν θείαν, μέλπομεν Θωμαΐς σε, καὶ πιστῶς σοι βοῶμεν Χαῖρε τῆς νήσου Λέσβου, σεμνὸν ἐγκαλλώπισμα.






Ὁ Ὅσιος Παντελεήμων
Ὁ Ὅσιος Παντελεήμων ἵδρυσε τὴν Μονὴ Κόστυτσεβ τῆς Ρωσίας, ὅπου ἀσκήτεψε θεοφιλῶς, καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1884.






Εύρεσις των τιμίων λειψάνων του Αγίου Εφραίμ

Image
Η εύρεση των μαρτυρικών λειψάνων του Αγίου Εφραίμ έγινε στις 3 Ιανουαρίου 1950 μ.Χ.
Last edited by tsailiketess on Sun Dec 23, 2012 12:31 am, edited 1 time in total.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Dec 23, 2012 12:17 am

4 ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ






Σύναξις τῶν Ἁγίων Ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων
Image
Περὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων μᾶς πληροφορεῖ τὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον στο ι’ κεφάλαιον: «Μετὰ δὲ ταῦτα ἀνέδειξεν ὁ Κύριος καὶ ἑτέρους ἑβδομήκοντα καὶ ἀπέστειλεν αὐτοὺς ἀνὰ δύο πρὸ προσώπου αὐτοῦ εἰς πᾶσαν πόλιν καὶ τόπον οὗ ἤμελλεν αὐτὸς ἔρχεσθαι. Ἔλεγεν οὖν πρὸς αὐτοὺς· ὁ μὲν θερισμὸς πολύς, οἱ δὲ ἐργάται ὀλίγοι. Δεήθητε οὖν τοῦ κυρίου τοῦ θερισμοῦ, ὅπως ἐκβάλῃ ἐργάτας εἰς τὸν θερισμὸν αὐτοῦ. Ὑπάγετε· ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς ἄρνας ἐν μέσῳ λύκων. Μὴ βαστάζετε βαλλάντιον, μὴ πήραν, μηδὲ ὑποδήματα, καὶ μηδένα κατὰ τὴν ὁδὸν ἀσπάσησθε· εἰς ἣν δ’ ἂν οἰκίαν εἰσέρχησθε, πρῶτον λέγετε· εἰρήνη τῷ οἴκῳ τούτῳ καὶ ἐὰν ᾖ ἐκεῖ υἱὸς εἰρήνης, ἐπαναπαύετε ἐπ’ αὐτὸν ἡ εἰρήνη ὑμῶν· εἰ δὲ μήγε, ἐφ’ ὑμᾶς ἀνακάμψει… καὶ θεραπεύετε τοὺς ἐν αὐτῇ ἀσθενεῖς, καὶ λέγετε αὐτοῖς· ἤγγικεν ἐφ’ ὑμᾶς ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ». Τοὺς ἐξέλεξε ὁ Χριστὸς ὕστερα ἀπὸ τοὺς Δώδεκα, γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸ σωτήριο ἔργο του καὶ νὰ διακονοῦν τὸ σχέδιο τῆς Θείας Οἰκονομίας.

Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, τῆς πρώτης χριστιανικῆς περιόδου, προσπάθησαν νὰ τοὺς ταυτίσουν σταχυολογώντας πρόσωπα τῆς Καινῆς Διαθήκης, κυρίως ἀπὸ τὸ βιβλίο τῶν Πράξεων καθὼς καὶ ἀπὸ τὶς Ἐπιστολὲς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἡ πρώτη ἀπόπειρα καταρτίσεως καταλόγων τῶν ὀνομάτων τῶν ἑβδομήκοντα Ἀποστόλων ἔγινε σὲ ἀντίδραση ἐνεργειῶν τῶν Γνωστικῶν, οἱ ὁποίοι εἶχαν ἀνορθόδοξη καὶ ἐσφαλμένη ἀντίληψη περὶ τοῦ ἐπισκοπικοῦ ἀξιώματος καὶ τῆς ἀδιάκοπης ἀποστολικῆς διαδοχῆς καὶ ἀποσκοποῦσε νὰ προβάλει πρόσωπα μὲ ἀναμφισβήτητο ἐκκλησιαστικὸ κύρος, ποὺ ἦσαν ἄμεσα συνεχιστὲς τοῦ ἔργου τῶν Δώδεκα Ἀποστόλων.

Ἀπὸ τὴνἐποχὴ τοῦ πρώτου Σχίσματος (867 μ.Χ.), ὅταν τὸ «παπικὸν πρωτεῖον ἐξῆλθεν πλέον τῆς θεωρητικῆς καὶ ἀορίστου μορφῆς τὴν ὁποίαν μέχρι τοῦδε διετήρει καὶ ἔλαβε πρακτικὴν καὶ ὡρισμένην μορφὴν ἐπικίνδυνον διὰ τὴν ἀνεξαρτησίαν τῆς Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας», προβάλλονται ἰδιαίτερα ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία οἱ Ἑβδομήκοντα Ἀπόστολοι, σὲ ἀντίδραση στὶς γνωστὲς θέσεις τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας περὶ τοῦ πρωτείου τοῦ Πάπα.

Γι’ αὐτό, ἂν καὶ ἕκαστος τῶν Ἀποστόλων ἑορτάζει σὲ τακτὴ ξεχωριστὴ ἡμέρα, ἡ Ἐκκλησία μας ὅρισε καὶ ἰδία ἡμέρα γιὰ τὴν κοινὴ ἑορτὴ αὐτῶν ποὺ κακοπάθησαν γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου τοῦ Θεοῦ.

Αὐτοὶ εἶναι:

Ἄγαβος, προφήτης, ὁ ὁποῖος προεφήτευσε τὴν σύλληψη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ τὸν μέγα λιμὸ εἰς Ἱερουσαλήμ († 8 Ἀπριλίου).
Ἀκύλας, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, μετὰ τῆς σζύγου αὐτοῦ Πρισκίλλης, μαρτυρικὰ τελειωθέντες († 14 Ἰουλίου, † 13 Φεβρουαρίου).
Ἀμπλίας, Ἐπίσκοπος Ὀδυσσουπόλεως (τῆς Μακεδονίας), ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου ἐγκατασταθεὶς καὶ ὑπὸ τῶν ἐθνικῶν ἀναιρεθείς († 31 Ὀκτωβρίου).
Ἀνανίας, μαθητὴς τοῦ Κυρίου στὴ Δαμασκό, συναντήσας, καθ’ ὑπόδειξιν τοῦ Κυρίου, τὸν Σαούλ (Παῦλο) τυφλωθέντα, τὸν ὁποῖο ἐθεράπευσε καὶ ἐβάπτισε. Ἔγινε Ἐπίσκοπος Δαμασκοῦ, τελειωθεὶς διὰλιθοβολισμοῦ († 1 Ὀκτωβρίου).
Ἀνδρόνικος, Ἐπίσκοπος Πανονίας († 17 Μαΐου, † 30 Ἰουλίου, 22 Φεβρουαρίου εὕρεσις λειψάνων).
Ἀπελλῆς, Ἐπίσκοπος Σμύρνης († 10 Σεπτεμβρίου).
Ἀπελλῆς (ἕτερος ἢ ὁ προηγούμενος), Ἐπίσκοπος τῆς ἐν Θράκῃ Ἡρακλείας († 31 Ὀκτωβρίου).
Ἀπολλώ(ς), Ἐπίσκοπος Καισαρείας († 8 Δεκεμβρίου).
Ἀπφία(ς) (ἢ Ἀπφίων)· σαφῶς πρόκειται περὶ γυναίκας Ἀποστόλου, τὴν ὁποία ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Φιλήμονα ἐπιστολή: «καὶ Ἀπφίᾳ τῇ ἀγαπητῇ». Συνεμαρτύρησε μετὰ τῶν Ἀποστόλων Φιλήμονος, Ἀρχίππου καὶ Ὀνησίμου ἐπὶ Νέρωνος (φέρεται ὡς σύζυγος τοῦ Φιλήμονος) († 22 Νεομβρίου, † 19 Φεβρουαρίου).
Ἀρίσταρχος, Ἐπίσκοπος τῆς ἐν Συρίᾳ Ἀπαμείας,ἀποκεφαλισθεὶς ὑπὸ Νέρωνος († 27 Σεπτεμβρίου, † 14 Ἀπριλίου).
Ἀριστόβουλος, Ἐπίσκοπος Βρεττανίας, ἀδελφὸς τοῦ Ἀποστόλου Βαρνάβα († 31 Ὀκτωβρίου, † 15 Μαρτίου).
Ἀρτεμᾶς, Ἐπίσκοπος Λύστρων († 30 Ὀκτωβρίου).
Ἄρχιππος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου εἰς Κολοσσάς. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ὑπὸ Νέρωνος († 22 Νεομβρίου, † 19 Φεβρουαρίου).
Ἀσύγκριτος, Ἐπίσκοπος Ὑρκανίας, ἐτελειώθηκε μαρτυρικῶς († 8 Ἀπριλίου).
Ἀχαϊκός, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου στὴν Κόρινθο, ἐτελειώθηκε ἀπὸ λιμὸ καὶ δίψα († 15 Ἰουνίου).
Βαρνάβας ἢ Ιωσῆς, Κύπριος τὴν πατρίδα, ἀπὸ τοὺς ἑλληνιστὲς Ἑβραίους τῆς νήσου καὶ ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Λευΐ. Ἀπὸ Ἰωσῆς, γιὰ τὸ γλυκύ του κήρυγμα, μετονομάσθηκε Βαρνάβας, που σημαίνει «υἱὸς παρακλήσεως». Συνέκδημος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, ἐκήρυξε τὸ Εὐαγγέλιο στὴν Ἀντιόχεια, Ἱερουσαλὴμ, Ρώμη, Ἀλεξάνδρεια καὶ Κύπρο, ὅπου ἐλιθοβολήθηκε καὶ παραδόθηκε στὸ πῦρ. Εἶναι ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπου († 11 Ἰουνίου).
Γάϊος, Ἐπίσκοπος Ἐφέσου († 5 Νοεμβρίου).
Ἐπαινετός, Ἐπίσκοπος Καρθαγένης († 30 Ἰουλίου).
Ἐπαφρόδιτος (ἢ Ἐπαφρᾶς), Ἐπίσκοπος Κολοφῶνος ἢ Κολώνης ἢ Ἀδράκης († 8 Δεκεμβρίου).
Ἔραστος, οἰκονόμος τῆς Ἐκκλησίας Ἱεροσολύμων καὶ Ἐπίσκοπος Πανεάδος († 10 Νοεμβρίου).
Ἑρμᾶς, Ἐπίσκοπος Φιλίππων ἢ Φιλιππουπόλεως († 5 Νοεμβρίου).
Ἑρμῆς, Ἐπίσκοπος Δαλματίας († 8 Μαρτίου).
Εὔβουλος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 28 Φεβρουαρίου).
Εὔοδος, Ἐπίσκοπος Ἀντιοχείας, διάδοχος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου († 7 Σεπτεμβρίου).
Ζακχαῖος, ἀρχιτελώνης τῆς Ἱεριχώ, τὸν ὁποίον ἐκάλεσε ὁ Κύριος († 20 Ἀπριλίου).
Ζηνᾶς ἢ Ζήνων, Ἐπίσκοπος Διοσπόλεως τῆς Λαοδικείας († 27 Σεπτεμβρίου).
Ἡρωδίων καὶ Ροδίων ἢ Ρόδιος, Ἐπίσκοπος Νέων Πατρῶν, ἀκόλουθος τῶν Ἀποστόλων,ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ ὑπὸ Ἰουδαίων καὶ ἐθνικῶν ἢ Ἐπίσκοπος Ταρσοῦ, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Πέτρου στὴ Ρώμη, ἀποκεφαλίσθηκε ὑπὸ Νέρωνος μετὰ τοῦ Ὀλυμπᾶ († 28 Μαρτίου, † 8 Ἀπριλίου, † 10 Νοεμβρίου).
Ἰάκωβος ὁ Ἀδελφόθεος, ἀδελφὸς τοῦ Κυρίουκαὶ υἱὸς Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, συγγραφεὺς τ[ςη φερωνύμου Καθολικῆς Ἐπιστολῆς καὶ πρῶτος Ἱεράρχης Ἱεροσολύμων. Ὁ Ἅγιος ἐτελειώθηκε μαρτυρικῶς ὑπὸ Ἰουδαίων († 23 Ὀκτωβρίου καὶ Κυριακὴ μετᾶ τὴν Χριστοῦ γέννησιν).
Ἰάκωβος ὁ Ἀλφαίου ἢ Ἀλφαῖος, ἀδελφὸς Ματθαίου τοῦ Εὐαγγελιστοῦ († 9 Ὀκτωβρίου, † 26 Μαΐου).
Ἰάσων, Ἐπίσκοπος Ταρσοῦ, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 29 Ἀπριλίου).
Ἰούδας ὁ Ἰακώβου ἢ Θαδδαῖος καὶ Λεββαῖος, ἀδελφὸς κατὰ σάρκα τοῦ Κυρίου καὶ υἱὸς τοῦ Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος, ἀδελφὸς δὲ γνήσιος Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου († 19 Ἰουνίου, † 21 Αὐγούστου).
Ἰουνία(ς)· πρόκειται περὶ ἀνδρὸς Ἀποστόλου, τὸν ὁποῖο ἀναφέρει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ρωμαίους ἐπιστολή: «ἀσπάσασθε Ἀνδρόνικον καὶ Ἰουνίαν τοὺς συγγενεῖς μου καὶ συναιχμαλώτους μου, οἵτινές εἰσιν ἐπίσημοι ἐν τοῖς ἀποστόλοις». Δυστυχῶς στοὺς Συναξαριστὲς ἐθεωρήθηκε ὡς γυναίκα, ἐνῷ σὲ πολλοὺς κώδικες γράφεται ὀρθῶς: «(Ἀνδρόνικος) συνεπόμενον ἔχων καὶ τὸν ὑπερθαύμαστον Ἰουνίαν». Καὶ τὸ δίστιχο μαρτυρεῖ: «Ἰουνία(ς) τέθνηκε μηνὶ Μαΐῳ, ὃς πρῶτος ἐστὶν εἰσιὼν Ἰουνίου» († 17 Μαΐου, † 22 Φεβρπυαρίου – εὕρεση τῶν ἱερῶν λειψάνων).
Ιοῦστος ἢ Ἰωσὴφ ἢ Βαρσαββᾶς ἢ Ἰησοῦς ἢ Ἰωσῆς, Ἐπίσκοπος Ἐλευθερουπόλεως, ὁ σύμψηφος γενόμενος τοῦ Ματθίου, ὁ ἀδελφόθεος († 30 Ὀκτωβρίου).
Καῖσαρ, Ἐπίσκοπος Κορώνης († 8 Δεκεμβρίου).
Κάρπος, Ἐπίσκοπος Βερόης ἢ Βεροίας τῆς Θράκης († 26 Μαΐου).
Κηφᾶς († 8 Δεκεμβρίου).
Κλήμης, Ἐπίσκοπος Σαρδέων ἢ Σαρδικῆς († 10 Σεπτεμβρίου).
Κοδρᾶτος, Ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στὴ Μαγνησία († 21 Σεπτεμβρίου).
Κουᾶρτος, Ἐπίσκοπος Βηρυτοῦ (†10 Νοεμβρίου).
Κρήσκης, Ἐπίσκοπος Καρχηδόνος († 30 Ἰουλίου).
Λίνος, Ἐπίσκοπος Ρώμης μετὰ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο († 5 Νοεμβρίου).
Λουκᾶς ἢ Λούκιος, Ἐπίσκοπος τῆς ἐν Συρίᾳ Λαοδικείας, δάφορος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ, «ὃν ὁ μακάριος Παῦλος ἐν τῇ πρὸς Τιμόθεον ἐπιστολῇ μαρτυρεῖ» († 10 Σεπτεμβρίου).
Μᾶρκος, ὁ καὶ Ἰωάννης, Ἐπίσκοπος Βύβλου τῆς Ἀντιόχειας, διάφορος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ «οὗ ὁ ἈπόστολοςΛουκᾶς ἐν ταῖς Πράξεσι μέμνηται» († 27 Σεπτεμβρίου).
Μᾶρκος (ἕτερος), ἀνεψιὸς τοῦ Βαρνάβα, Ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδος, διάφορος τοῦ Εὐαγγελιστοῦ καὶ τοῦ προηγουμένου, «οὗ ὁ Ἀπόστολος ἐν ταῖς ἐπιστολαῖς μέμνηται» († 30 Ὀκτωβρίου).
Ματθίας, ὁ διᾶ κλήρου ἀναπληρώσας Ἰούδα τὸν προδότη καὶ συγκαταριθμηθεὶς στοὺς Δώδεκα († 9 Αὐγούστου).
Νάρκισσος, Ἐπίσκοπος Ἀθηνῶν. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά († 31 Ὀκτωβρίου).
Νικάνωρ, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, τελειωθεὶς τὴν αὐτὴ ἡμέρα μετὰ τοῦ ἀρχιδιακόνου Στεφάνου († 28 Ἰουλίου).
Νυμφᾶς, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 28 Φεβρουαρίου).
Ὀλυμπᾶς, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλο Πέτρου στὴ Ρώμη, ἀποκεφαλίσθηκε ὑπὸ Νέρωνος μετὰ τοῦ Ροδίωνος († 10 Νοεμβρίου).
Ὀνήσιμος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικὰ στοὺς Ποτίολους († 15 Φεβρουαρίου, † 22 Νοεμβρίου).
Ὀνησιφόρος, Ἐπίσκοπος Κολοφῶνος, συνεργὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 7 Σεπτεμβρίου, † 8 Δεκεμβρίου).
Οὐρβανός, Ἐπίσκοπος Μακεδονίας, ὑπὸ τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέου ἐγκατασταθεὶς καὶ ὑπὸ τῶν ἐθνικῶν ἀναιρεθείς († 31 Ὀκτωβρίου).
Παρμενᾶς, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά († 28 Ἰουλίου).
Πατρόβας, Ἐπίσκοπος Ποτιόλων († 5 Νοεμβρίου).
Πούδης, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο ἐπὶ Νέρωνος († 14 Ἀπριλίου).
Πρόχορος, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, Ἐπίσκοπος Νικομηδείας, συνεργὸς τοῦ Εὐαγγελιστοῦ Ἰωάννου καὶ στὴ συγγραφὴ τοῦ Εὐαγγελίου († 28 Ἰουλίου).
Ροῦφος, Ἐπίσκοπος Θηβῶν τῆς Ἑλλάδος. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά († 8 Ἀπριλίου).
Σίλας, Ἐπίσκοπος Κορίνθου, συνεργὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 30 Ἰουλίου).
Σιλουανὸς, Ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης, συνεργὸς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 30 Ἰουλίου).
Σίμων ἢ Συμεὼν ἢ Κλεόπας, ὁ ἀδελφόθεος, δεύτερος Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, υἱὸς Ἰωσὴφ τοῦ Μνήστορος καὶ ἀδελφὸς Ἰακώβου. Ὁ Ἅγιος ἐσταυρώθηκε ἐπὶ Τραϊανοῦ († 27 Ἀπριλίου, † 30 Ὀκτωβρίου).
Στάχυς. Ἐπίσκοπος (πρῶτος) Βζαντίου, κατασταθεὶς ὑπὸ Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου († 31 Ὀκτωβρίου).
Στεφανᾶς, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 15 Ἰουνίου).
Στέφανος, πρωτομάρτυρας καὶ ἀρχιδιάκονος. Ἐτελειώθηκε διὰ λιθοβολισμοῦ († 27 Δεκεμβρίου, † 2 Αὐγούστου, † 15 Σεπτεμβρίου).
Σωσθένης, Ἐπίσκοπος Κολοφῶνος († 8 Δεκεμβρίου).
Σωσίπατρος, Ἐπίσκοπος Ἰκονίου, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 10 Νεομβρίου, † 29 Ἀπριλίου).
Τέρτιος, Ἐπίσκοπος Ἰκονίου, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 30 Ὀκτωβρίου).
Τιμόθεος, Ἐπίσκοπςο Ἐφέσου, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τελειωθεὶς μαρτυρικά († 22 Ἰανουαρίου).
Τίμων, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, Ἐπίσκοπος Βόστρων, τελειωθεὶς μαρτυρικά († 28 Ἰουλίου).
Τίτος, Ἐπίσκοπος Γορτύνης τῆς Κρήτης, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 25 Αὐγούστου).
Τρόφιμος, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ὑπέστη μαρτυρικὸ θάνατο ἐπὶ Νέρωνος († 14 Ἀπριλίου).
Τυχικός, Ἐπίσκοπος Χαλκηδόνος ἢ Κολοφῶνος, ἀκόλουθος τοῦ Ἀποστόλου Παύλου († 8 Δεκεμβρίου).
Φιλήμων, Ἐπίσκοπος Γάζης, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, τελειωθεὶς μαρτυρικὰ στὶς Κολοσσὲς ἐπὶ Νέρωνος († 19 Φεβρουαρίου, † 22 Νοεμβρίου).
Φίλιππος, διάκονος ἐκ τῶν ἑπτά, ἐκ Καισαρείας τῆς Παλαιστίνης, ὁ ὁποῖος ἐβάπτισε Σίμωνα τὸν Μάγο καὶ τὸν Εὐνοῦχο τῆς Κανδάκης († 11 Ὀκτωβρίου).
Φιλόλογος, Ἐπίσκοπος Σινώπης, κατασταθεὶς ὑπὸ Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου († 5 Νοεμβρίου).
Φλέγων, Ἐπίσκοπος Μαραθῶνος. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά († 8 Ἀπριλίου).
Φουρτουνᾶτος, μαθητὴς τοῦ Ἀποστόλου Παύλου. Ἐτελειώθηκε μαρτυρικά (†15 Ἰουνίου).


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Θείας πίστεως, τῷ ἀμφιβλήστρῳ, ἐζωγρήσατε, ἐθνῶν ἀγέλας, Ἑβδομήκοντα Κυρίου Ἀπόστολοι, πρὸς εὐσεβείας τὴν θείαν ἐπίγνωσιν, ὡς δεδεγμένοι τὴν χάριν τοῦ Πνεύματος. Μύσται ἔνθεοι, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύσατε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τοὺς Ἑβδομήκοντα σοφοὺς Ἀποστόλους, ὡς εὐσεβείας γεωργοὺς θεηγόρους, χαρμονικῶς αἰνέσωμεν ᾀσμάτων ᾠδαῖς· οὗτοι γὰρ τῆς πίστεως, τὸν σωτήριον λόγον, κόσμῳ ἐγκατέσπειραν, ὡς Χριστοῦ οἰκονόμοι· καὶ νῦν ἀπαύστως νέμουσιν ὑμῖν, τῶν ἐπταισμένων θεόθεν τὴν ἄφεσιν.

Μεγαλυνάριον.
Ἑβδομηκοντάριθμος καὶ σεπτός, δῆμος Ἀποστόλων, τὸν τῆς πίστεως θησαυρόν, τοῖς ἐν ἀπιστίᾳ, διέδωκαν πλουσίως· ὑμνήσωμεν τὴν τούτων, θείαν συνέλευσιν.






Οἱ Ἅγιοι Ζώσιμος καὶ Ἀθανάσιος
Ὁ Ἅγιος Ζώσιμος ἔζησε στὴν Κιλικία καὶ ἐκατοικοῦσε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ τὸν ἀναζήτησαν οἱ εἰδωλολάτρες, τὸν ἔπιασαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἄρχοντα Δομετιανό. Ὁ Ἅγιος Ζώσιμος ὁμολόγησε μὲ παρρησία μπροστὰ στὸν ἄρχοντα τὴν πίστη του στὸν Ἰησοῦ Χριστό. Ὁ ἄρχοντας τότε διέταξε νὰ ὑποβάλουν τὸν Ἅγιο σὲ φοβερὰ βασανιστήρια. Τοῦ ἔκαψαν, λοιπόν, τὰ αὐτιὰ μὲ πυρακτωμένα σίδερα, τὸν ἔριξαν μέσα σὲ καζάνι γεμάτο βόρβορο ποὺ ἐκόχλαζε καὶ τελικὰ τὸν κρέμασαν μὲ τὸ κεφάλι πρὸς τὰ κάτω. Κατὰ τρόπο ὅμως θαυμαστὸ διασώθηκε ἀπὸ ὅλα αὐτὰ τὰ βασανιστήρια. Ἡ μανία τῶν εἰδωλολατρῶν δὲν ἐσταμάτησε ἐδῶ· ἔριξαν τὸν ἅγιο στὴν ἀρένα τοῦ θεάτρου νὰ τὸν κατασπαράξουν τὰ πεινασμένα ἄγρια θηρία. Ἐκεῖ ὅμως ἐμφανίσθηκε ἕνα λιοντάρι καὶ μὲ ἀνθρώπινη φωνὴ ὁμίλησε γιὰ τὸν Χριστό. Τὸ θαυμαστὸ αὐτὸ γεγονὸς εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα νὰ προσελκυσθεῖ στὴν Χριστιανικὴ πίστη ὁ Κομενταρήσιος Ἀθανάσιος. Ἀλλὰ καὶ ὁ τύραννος, ὕστερα ἀπὸ τὸ γεγονὸς αὐτό, ἄφησε ἐλεύθερο τὸν Ἅγιο.
Ὁ Ἅγιος, μετὰ τὴν ἀπελευθέρωσή του, πῆγε στὰ ὄρη ὅπου καὶ διέμενε. Μαζί του πῆγε καὶ ὁ Ἀθανάσιος, τὸν ὁποῖο καὶ κατήχησε στὴν χριστιανικὴ πίστη καὶ στὴν συνέχεια τὸν ἐβάπτισε. Ἐκεῖ στὸν ἔρημο τόπο, ποὺ ἦταν οἱ δύο Ἅγιοι, μία πέτρα ἐσχίσθηκε ξαφνικὰ σὲ δύο μέρη. Οἱ Ἅγιοι ἀμέσως μπῆκαν κάτω ἀπὸ τὴν πέτρα, ὅπου καὶ παρέδωσαν τὶς ψυχές τους στὸν Κύριο.






Ἡ Ὁσία Ἀπολλιναρία ἡ Συγκλητική
Ἡ Ὁσία Ἀπολλιναρία διακρινόταν γιὰ τὸ κάλλος καὶ τὴν σύνεσή της. Ἦταν κόρη τοῦ Ἀνθεμίου, τὸν ὁποῖο ἐχειροτόνησε ὁ Πάπας Λέων ὁ Μέγας καὶ τοῦ ἐμπιστεύθηκε τὴν διαχείριση θεμάτων τῆς Ρώμης.

Ἀπὸ πολὺ μικρὴ ἡλικία ἡ Ἀπολλιναρία εἶχε διακαὴ τὸν πόθο νὰ ἀκολουθήσει τὸν παρθενικὸ βίο καὶ παρακαλοῦσε μὲ ἐπιμονὴ τὸν Θεὸ νύκτα καὶ ἡμέρα νὰ τὴν βοηθήσει νὰ πετύχει αὐτὸ ποὺ ποθοῦσε ἡ ψυχή της. Παρακάλεσε, λοιπόν, θερμὰ τοὺς γονεῖς της νὰ τῆς ἐπιτρέψουν νὰ πάει στὰ Ἱεροσόλυμα. Οἱ γονεῖς της ἄκουσαν τὴν παράκλησή της καὶ τῆς ἐπέτρεψαν. Τότε ἐκείνη, ἀφοῦ πῆρε μαζί της δούλους καὶ δοῦλες, καθὼς ἐπίσης καὶ χρυσάφι, ἄργυρο καὶ πολυτελὴ ἐνδύματα, ἔφθασε στοὺς Ἁγίους Τόπους. Ἐκεῖ ἐμοίρασε στοὺς πτωχοὺς ὅλα ὅσα εἶχε πάρει μαζί της.

Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν προσκυνηματική της ἐπίσκεψη στοὺς Ἁγίους Τόπους, ἐχάρισε τὸ δῶρο τῆς ἐλευθερίας στοὺς δούλους καὶ στὶς δοῦλες ποὺ εἶχε πάρει μαζί της καὶ τοὺς ἄφησε νὰ γυρίσουν πίσω στὴν Ρώμη, μὲ τὸ δικαίωμα πλέον τοῦ ἐλεύθερου πολίτου. Ἐκράτησε ὅμως κοντά της ἕνα σεβάσμιο γέροντα καὶ ἕναν εὐνοῦχο. Μ’ αὐτοὺς μαζὶ ἐπισκέφθηκε τὴν Ἀλεξάνδρεια. Ὅταν ἔφθασε σὲ κάποιον πεδινὸ τόπο, σκέφθηκε νὰ σταματήσουν ἐκεῖ, γιὰ νὰ ξεκουραστοῦν ἀπὸ τὸν κόπο τῆς ὁδοιπορίας. Μόλις ὁ ὕπνος πῆρε τοὺς κουρασμένους συνοδοιπόρους της, ἡ Ἁγία ἔφυγε χωρὶς νὰ τὴν πάρουν εἴδηση καὶ μπῆκε στὴν δασώδη περιοχὴ ποὺ ἦταν δίπλα, περιφρονώντας ἔτσι ὅλα τὰ ἀγαθὰ τῆς ζωῆς τοῦ κόσμου. Ἡ περιοχὴ αὐτὴ ἦταν καὶ ἑλώδης. Στὸ ὀχληρὸ αὐτὸ ἕλος ἔμεινε ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα. Κατὰ τὴν παραμονή της ἐκεῖ, ἀπὸ τὰ τσιμπήματα τῶν κουνουπιῶν τὸ δέρμα τοῦ μακάριου σώματός της ἔγινε σὰν τὸ δέρμα χαλώνας.

Ἀκολούθως, φορώντας ἐνδυμασία ἀσκητοῦ, πῆγε σὲ Σκήτη ποὺ ἀσκήτευαν ἅγιοι Πατέρες. Τοὺς εἶπε πὼς ὀνομάζεται Δωρόθεος καὶ πὼς εἶναι εὐνοῦχος. Ὁ θαυμαστὸς ἡγούμενος τῆς Σκήτης Μακάριος τὴν δέχθηκε μὲ ἐγκαρδιότητα καὶ τῆς παρεχώρησε κελλὶ νὰ μένει. Ἡ Ἀπολλιναρία ἐκλείσθηκε μέσα στὸ κελλὶ αὐτὸ καὶ προσευχόταν καὶ εὐχαριστοῦσε τὸν Θεὸ νύχτα καὶ ἡμέρα.

Ὁ πατέρας της Ἀνθέμιος εἶχε καὶ μία ἄλλη θυγατέρα. Αὐτὴ κάποτε προσβλήθηκε ἀπὸ ἀκάθαρτο δαιμόνιο. Ἀμέσως ὁ Ἀνθέμιος τὴν ἔστειλε στοὺς μοναχοὺς τῆς Σκήτης, γιὰ νὰ θεραπευθεῖ, χωρὶς βέβαια νὰ γνωρίζει τὸ παραμικρὸ σχετικὰ μὲ τὴν εὐλογημένη θυγατέρα του, τὴν Ἀπολλιναρία, ποὺ βρισκόταν στὴν Σκήτη καὶ ὀνομαζόταν Δωρόθεος.

Οἱ συνοδοί, λοιπόν, ὁδήγησαν τὴν δαιμονισμένη κόρη στὸν ἀββᾶ Δωρόθεο. Μέσα σὲ λίγες ἡμέρες τὸ κορίτσι ἐλευθερώθηκε ἀπὸ τὸ δαιμόνιο, ποὺ τὸ ἐβασάνιζε, καὶ οἱ Πατέρες τὸ ἔστειλαν, ὑγιὲς πλέον, στὸν πατέρα του. Ὕστερα ἀπὸ μερικὲς ἡμέρες ἄρχισε νὰ φαίνεται στοὺς πολλοὺς πὼς ἡ κόρη ἦταν ἔγκυος. Τότε ὁ πατέρας της, ἐπειδὴ ἐνόμισε ὅτι ἡ κόρη του εἶχε καταστεῖ ἔγκυος ἀπὸ τὸν ἀββᾶ Δωρόθεο, ἔστειλε ἀνθρώπους του καὶ τοῦ τὸν ἔφεραν μπροστά του. Ἡ εὐλογημένη ὅμως Ἀπολλιναρία ἔδειξε μὲ κάποια σημεῖα αὐτὸ ποὺ ἦταν στὴν πραγματικότητα, ὅτι δηλαδὴ ἦταν γυναίκα καὶ ὄχι ἄνδρας ὅπως ἔδειχνε τὸ σχῆμα της. Ἡ ἀποκάλυψη αὐτὴ προκάλεσε σὲ ὅλους θαυμασμὸ καὶ ἀγωνία· καὶ ἰδιαίτερα θαυμασμό, γιὰ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἀδελφή της ἡ δαιμονισμένη ἐθεραπεύθηκε θαυματουργικά, ὕστερα ἀπὸ τὶς προσευχές της.
Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ ἡ Ἀπολλιναρία, ἀφοῦ ἔμεινε λίγες ἡμέρες μαζὶ μὲ τοὺς γονεῖς της, ἐγύρισε πάλι στὸ κελλί της, στὴν Σκήτη, χωρὶς νὰ μάθει κανένας ἀπὸ τοὺς Πατέρες αὐτὰ ποὺ εἶχαν γίνει. Ἔτσι, ὅταν μετὰ τὴν κοίμησή της, διαπιστώθηκε ὅτι ἦταν γυναίκα, ὅλοι τὴν ἐμακάρισαν γιὰ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν ὁσιότητα τοῦ βίου της.






Οἱ Ἅγιοι Χρύσανθος καὶ Εὐφημία
Ὁ Ἅγιος Χρύσανθος καὶ ἡ Ἁγία Εὐφημία ἐμαρτύρησαν γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ. Περὶ τοῦ χρόνου τοῦ μαρτυρίου τους οἱ Συναξαριστὲς σιωποῦν. Γιὰ τὴν Ἁγία Εὐφημία ἀναφέρεται ἁπλῶς «τῆς πλησίον τοῦ Ἁγίου Ἀκακίου», ἀπὸ τὸ ὁποῖο θεωροῦμε, ὅτι πρόκειται περὶ τοῦ τάφου αὐτῆς.






Οἱ Ἅγιοι Ἕξι Μάρτυρες
Εἶναι ἄγνωστο πότε καὶ ποῦ ἄθλησαν οἱ Μάρτυρες αὐτοί. Στοὺς Συναξαριστὲς καλοῦνται Μάρτυρες, ἀλλὰ τελειωθέντες μὲ εἰρήνη.






Ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος
Ὁ Ὅσιος Θεόκτιστος ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο, διετέλεσε ἡγούμενος τῆς μονῆς τοῦ Κουκουμᾶ ἢ Κουκουμίου ἢ Κουκούμης τῆς Σικελίας καὶ ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Κτίσις βασίλειος, Θεοῦ γενόμενος, βίον κατάλληλον, τῇ κλήσει ἔσχηκας, εὐαρεστήσας τῷ Θεῷ, ἐν ἔργοις δικαιοσύνης· ὅθεν Μοναζόντων σε, ποδηγέτην ἀνέδειξε, Χριστὸς ὁ φιλάνθρωπος, ὁ δεχθεὶς τοὺς ἀγῶνάς σου· ᾧ πρέσβευε ὑπὲρ τῶν βοώντων· χαίροις Θεόκτιστε θεόφρον.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐκ Δυσμῶν ὡς ἥλιος ἐξανατείλας, μυστικῶς κατηύγασας τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ἀσκητικαῖς σου φαιδρότησι, Πάτερ παμμάκαρ, Θεόκτιστε Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον.
Φοῖνιξ ἐναρέτου ὤφθης ζωῆς, θάλλων διεξόδοις, σῶν ἱδρώτων τῶν εὐαγῶν· ὅθεν διατρέφεις, καρποῖς σου ἀθάνατοις, ἡμῶν τὰς διανοίας, Πάτερ Θεόκτιστε.






Ὁ Ὅσιος Θεόπροβος Ἐπίσκοπος Καρπασίας Κύπρου
Ὁ Ἅγιος Θεόπροβος ἔζησε κατὰ τὸν 4ο μ.Χ. αἰώνα.






Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος ὁ Νέος
Στοὺς Συναξαριστὲς ἀναφέρεται μόνο ὅτι ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος (ὁ ναὸς ἢ ὁ τάφος τοῦ Ὁσίου), κεῖται πλησίον τοῦ Ἁγίου Μωκίου.
Ὁ ναὸς τοῦ Ἁγίου Μωκίου, ἀνηγέρθη ἀπὸ τὸν Μέγα Κωνσταντῖνο (324 – 337 μ.Χ.) πρὸς τιμὴν τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Μωκίου, , τοῦ ὁποίου τὴν μνήμη ἡ Ἐκκλησία τιμᾶ στὶς 11 Μαΐου, ἐπὶ τῆς θέσεως παλαιοῦ ἐθνικοῦ ναοῦ στὸ Ἐξωκιόνιον (Ἕξ Μάρμαρα) τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἐπὶ αὐτοκράτορος Θεοδοσίου Α’ (379 – 395 μ.Χ.) ὁ ναὸς αὐτὸς ἐδόθηκε στοὺς αἱρετικοὺς Ἀρειανοὺς ποὺ ὀνομάσθηκαν γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ καὶ ἐξωκιονίτες. Ἀργότερα κτίσθηκε ἐκεῖ νέος ναὸς ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα Ἰουστινιανὸ Α’ (525 – 565 μ.Χ.), ὁ ὁποῖος ἀνακαινίσθηκε ἀπὸ τὸν Βασίλειο Β’ (867 – 886 μ.Χ.). Στὴν ἐκκλησία αὐτὴ ἐκκλησιάζονταν, σύμφωνα μὲ τὸ Τυπικό, οἱ αὐτοκράτορες τοῦ Βυζαντίου δύο φορὲς τὸν χρόνο: τὴν Κυριακὴ τοῦ Ἀντίπασχα (τοῦ Θωμᾶ) καὶ τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τῆς Μεσοπεντηκοστῆς. Στὶς 11 Μαΐου 903 μ.Χ., ἡμέρα τῆς Μεσοπεντηκοστῆς, ὑπέστη ἐντὸς τοῦ ναοῦ δολοφονικὴ ἐπίθεση ὁ αὐτοκράτορας Λέων ὁ ΣΤ’ καὶ ἀπὸ τότε καταργήθηκε ὁ ἐκεῖ ἐκκλησιασμὸς τῶν αὐτοκρατόρων.






Οἱ Ὅσιοι Εὐάγριος καὶ Σίος ἐκ Γεωργίας
Image
Οἱ Ὅσιοι Εὐάγριος καὶ Σίος τοῦ Μγκβιμέλι ἔζησαν στὴν Γεωργία τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ.

Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος ἀρχικὰ ἦταν δούκας τοῦ Ζιχαντίνι καὶ ἀρχηγὸς τοῦ μεγαλύτερου κράτους στὴν αὐλὴ τοῦ βασιλείου τοῦ Κάρτλι (Δυτικὴ Γεωργία). Στὴν συνέχεια ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους γεωργιανοὺς μαθητὲς τοῦ Ἁγίου Σίου καὶ μετέπειτα ἡγούμενος τῆς μονῆς ποὺ ἵδρυσε ὁ τελευταῖος. Ὁ Ὅσιος Εὐάγριος ἀσκόπευε νὰ γίνει μοναχὸς ὅταν, πηγαίνοντας σὲ ἕνα κυνήγι, ἔγινε θεατὴς ἑνὸς θαύματος: εἶδε ἕνα περιστέρι νὰ φέρνει τροφὴ στὸν ἐρημίτη Ἅγιο Σίο. Αὐτὸς ἀρχικὰ ἦταν ἀντίθετος στὴ ἀπόφαση τοῦ Εὐάγριου, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ βιαστική. Ὁ Εὐάγριος ὅμως, ἐπέμενε καὶ τελικὰ ὁ Ἅγιος Σίος τοῦ παρήγγειλε νὰ ἐπιστρέψει σπίτι, νὰ τακτοποιήσει ὅλες τὶς ὑποθέσεις του, νὰ ἀποχαιρετήσει τοὺς δικούς του καὶ ἔπειτα νὰ πάει στὶς ὄχθες τοῦ ποταμοῦ Μτκβάρι καὶ νὰ βάλει μέσα στὸ νερὸ ἕνα μπαστούνι ποὺ ὁ ἴδιος θὰ τοῦ ἐδώριζε. Ἐὰν ὁ ποταμὸς ἐστέγνωνε μπροστὰ στὰ μάτια τοῦ Εὐάγριου, αὐτὸ θὰ ἦταν ἕνα θεϊκὸ σημάδι γιὰ νὰ ξεκινήσει τὸν μοναχικὸ βίο, διαφορετικὰ ὁ φιλόδοξος μοναχὸς θὰ ἔπρεπε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν σκοπό του. Ὁ Εὐάγριος ἔπραξε μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καί, κατὰ τὴν θεία βούληση, παρέμεινε μὲ τὸν Ἅγιο Σίο.

Ἔκτοτε ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀσκητῶν γύρω τους ἄρχισε νὰ πολλαπλασιάζεται καὶ κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο ἐγεννήθηκε τὸ μοναστήρι. Ὁ Εὐάγριος μὲ δικά του ἔξοδα ἀγόρασε γιὰ τὴν ἀδελφότητα τὸ χωριὸ Σαλτέμπα μαζὶ μὲ τὰ προσαρτημένα ἐδάφη.

Μετὰ ἀπὸ λίγο χρονικὸ διάστημα, ὁ Ἅγιος Σίος, μὲ τὴν εὐλογία τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, ἀπομονώθηκε σὲ σπήλαιο καὶ ὅρισε τὸν Ὅσιο Εὐάγριο ἡγούμενο τῆς μοναστικῆς ἀδελφότητος.
Ἡ μνήμη τῶν Ὁσίων τελεῖται καὶ στὶς 4 Φεβρουαρίου.







Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ὁ Στυλίτης
Ὁ Ὅσιος Τιμόθεος ἔζησε θεοφιλῶς καὶ κοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 872 μ.Χ.






Ὁ Ὅσιος Εὐθύμιος Ἡγούμενος Μονῆς Βατοπαιδίου και οἱ σὺν αὐτῷ μαρτυρήσαντες 12 Μοναχοί
Τὴν ἐποχὴ τοῦ Πάπα Οὐρβανοῦ Δ’ (1263) καὶ τοῦ διαδόχου του Κλήμεντος Δ’ (1267) ὁ αὐτοκράτορας τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μιχαὴλ Παλαιολόγος ἄρχισε νὰ διαπραγματεύεται γιὰ τὴν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μὲ τὴν Δυτική. Ὁ Πάπας Κλήμης Δ’ ἔστειλε στὴν Κωνσταντινούπολη πρὸς ὑπογραφὴ τοὺς ὅρους τῆς ἑνώσεως, στοὺς ὁποίους μεταξὺ ἄλλων ὁ Πάπας ἐθεωρεῖτο ὡς δικαιούμενος ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ κρίνει καὶ νὰ ἀποφασίζει ὁριστικὰ γιὰ κάθε δογματικὸ ζήτημα ἢ ἄλλη ἐκκλησιαστικὴ διαφωνία. Ἔτσι ὁ Πάπας ἀναδεικνυόταν σὲ ὑπέρτατη ἐκκλησιαστικὴ ἐξουσία, οἱ δὲ Σύνοδοι, Τοπικὲς ἢ Οἰκουμενικές, ἐκμηδενίζονταν. Τὸ ζήτημα ὅμως λόγῳ πατριαρχικῶν ἀνωμαλιῶν δὲν ἐπροχώρησε καὶ ὁ αὐτοκράτορας δὲ μποροῦσε νὰ ἐνεργήσει μόνος. Οἱ διαπραγματεύσεις ἐπανελήφθησαν τὸ ἔτος 1273, ὅταν προχειρίσθηκε Πάπας ὁ Γρηγόριος ὁ Ι’, ὁ ὁποῖος ἐδήλωσε ὅτι δέχεται τὸ ζήτημα τῆς ἑνώσεως νὰ συζητηθεῖ σὲ Σύνοδο, ἡ ὁποία ὁρίσθηκε νὰ συνέλθει στὴν πόλη Λυὼν τῆς Γαλλίας. Ὁ βασιλεὺς ἐδήλωσε στοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ Πάπα, ὅτι δέχεται τὴν πρόταση καὶ θὰ ἀποστείλει πρέσβεις ἐπιτετραμμένους στὴν Σύνοδο, ἀλλὰ ὁ Πατριάρχης Ἰωσὴφ ἀντιστάθηκε καὶ διαμαρτυρήθηκε ἔντονα, ὅτι ποτὲ δὲν θὰ ἤθελε νὰ ὑπογράψει ἕνωση μὲ τὸν Πάπα ποὺ θὰ ἀναγνώριζε σὲ αὐτὸν ἔξω ἀπὸ τῆς ἱερᾶς παραδόσεως καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν θεσμίων τέτοια ἐξουσία. Ὁ βασιλεὺς ἐξοργίσθηκε. Μὴ τολμῶν νὰ ἐγγίσει τὸν Πατριάρχη προέβη σὲ φοβερὸ διωγμὸ τῶν λοιπῶν, ἄλλους ἐβασάνισε καὶ ἄλλους ἐξόρισε. Καὶ ἐπειδὴ ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἐτάχθησαν κατὰ τῆς ἑνώσεως, ὁ αὐτοκράτορας Μιχαήλ, τυφλωμένος ἀπὸ τὴν ἁμαρτία καὶ τὸ πεῖσμα, δήλωσε, ὅτι, ἐπειδὴ αὐτὸς εἶχε ἀνακτήσει τὴν Πόλη ἀπὸ τοὺς Φράγκους, ἐδικαιοῦτο νὰ εἶναι ἰδιοκτήτης της, καὶ ἐζήτησε ἀπὸ τὸν λαὸ νὰ τοῦ καταβάλουν ἐνοίκιο γιὰ τὶς κατοικίες τους. Ἡ ἀπαίτηση αὐτὴ καὶ τὰ βίαια μέτρα ἔκαναν πολλοὺς ἀπὸ τοὺς κατοίκους τῆς Κωνσταντινουπόλεως νὰ φύγουν σὲ χῶρες ἔξω ἀπὸ τὴν δικαιοδοσία τοῦ αὐτοκράτορος, ἄλλους δὲ ν’ ἀποσυρθοῦν στὴν ἐπαρχία, ὅπου διοργάνωσαν ἔνοπλα σώματα κατὰ τῆς αὐτοκρατορικῆς αὐθαιρεσίας.

Παρ’ ὅλα αὐτὰ βασιλικοὶ ἀπεσταλμένοι μετέβησαν στὴν Σύνοδο τῆς Λυῶνος καὶ ὑπέγραψαν τὶς παπικὲς προτάσεις περὶ ἑνώσεως, ἀπεδέχθησαν δηλαδὴ τὴν προσθήκη στὸ Σύμβολο τῆς Πίστεως, ὅτι τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἐκπορεύεται καὶ ἐκ τοῦ Υἱοῦ καὶ ἀνεγνώρισαν τὴν κυριαρχία τοῦ Πάπα καὶ τὸ δικαίωμά του νὰ μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Πατριάρχη, ὅταν αὐτὸς θὰ ἐλειτουργοῦσε. Ὁ Πατριάρχης Ἰωσὴφ ἀντιστάθηκε στὸ ζήτημα τῆς ἑνώσεως καὶ ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του.Ἔτσι, τὸν Μάϊο τοῦ 1275, Πατριάρχης ἔγινε ὁ ἕως τότε Χαρτοφύλαξ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας Ἰωάννης Βέκκος.

Ὅμως, ὁ λαός, ὁ κλῆρος καὶ οἱ μοναχοὶ ἀρνοῦνταν νὰ δεχθοῦν αὐτὴν τὴν ἕνωση, τὴν ὁποίαν ἀπέκρουαν καὶ ἡ ἀδελφὴ τοῦ αὐτοκράτορα Εὐλογία, ὁ τότε ἄρχοντας τῆς Ἠπείρου Νικηφόρος, ὁ ἀδελφὸς τοῦ αὐτοκράτορος Ἰωάννης, δούκας τῶν Νέων Πατρῶν, καὶ ἄλλοι συγγενεῖς τοῦ βασιλέως. Δυστυχῶς οἱ πιέσεις καὶ οἱ ἐκβιασμοὶ γιὰ τὴν ἕνωση συνεχίσθηκαν μὲ τὰ πλέον τυραννικὰ μέσα καὶ τὸν διωγμὸ κατὰ τῶν ὑπερασπιστῶν τῆς ὀρθοδόξου πίστεως.
Στὴν μεγάλη αὐτὴ μάχη δὲν ἔμεινε ἀμέτοχο τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἡ Μονὴ Βατοπαιδίου διαμαρτυρήθηκε τολμηρὰ κατὰ τοῦ βασιλέως καὶ τοῦ Πατριάρχου. Κατεδίωξαν, λοιπόν, τοὺς μοναχοὺς κατὰ τὸν κινηθέντα κατὰ τοῦ Ἁγίου Ὄρους διωγμὸ τὸ ἔτος 1285. Ἄλλους ἐβασάνισαν, τὸν δὲ ἡγούμενο τῆς Μονῆς Εὐθύμιο ἔπνιξαν στὴν θάλασσα, ἐνῶ δώδεκα ἄλλους μοναχοὺς τοὺς ἀπηγχόνησαν.







Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας
Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος Α’ Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ ἔτος 1286.






Ὁ Ὅσιος Ἀχίλλιος ὁ Διάκονος
Image
Ὁ Ὅσιος Ἀχίλλιος ἐμόνασε κατὰ τὸν 14ο μ.Χ. αἰώνα στὴν Λαύρα τοῦ Κιέβου. Ἁγιοποιήθηκε μαζὶ μὲ ἄλλους ἁγίους τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων τοῦ Κιέβου, τὴν ἑπόμενη περίοδο μετὰ τὴν εἰσβολὴ τῶν Μογγόλων, ἀπὸ τὸν Μητροπολίτη τοῦ Κιέβου καὶ τῆς Γαλικίας Ἅγιο Πέτρο τὸν Μογγίλα, τὸ ἔτος 1643.






Ὁ Ὅσιος Συμεὼν ἐκ Ρωσίας
Ὁ Ὅσιος Συμεὼν (Μολγιούμποφ) ἐγεννήθηκε στὴν πόλη Τομπόλσκ τῆς Ρωσίας. Ἡ ἀγάπη του γιὰ τὸν μοναχικὸ βίο ὁδήγησε τὰ βήματά του στὴν Μονὴ τῶν Ἁγίων Βόριδος καὶ Γκλὲμπ τῆς πόλεως Ροστὼβ Βελίκιϊ. Τὸ 1672 ἔγινε ἡγούμενος σὲ Μονὴ τοῦ Νόβγκοροντ καὶ τὸ 1674 στὴν Μονὴ τοῦ Σωτῆρος τῆς Μόσχας. Στὶς 9 Ἀπριλίου 1676 ἐχειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Σμολένσκ καὶ Ντορογκομπούζ.
Ὁ Ὅσιος Συμεών, ποὺ διακρίθηκε γιὰ τὴν ἁγιότητα τοῦ βίου του, ἐκοιμήθηκε μὲ εἰρήνη τὸ 1699.






Ὁ Ἅγιος Ὀνούφριος ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Νέος ὁ ἐν Χίῳ
Image
Ὁ Ἅγιος Ὀνούφριος, ποὺ κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Ματθαῖος, καταγόταν ἀπὸ τὸ Μεγάλο Τύρναβο καὶ ἐγεννήθηκε στὸ χωριὸ Κάμπροβα ἀπὸ εύκατάστατους γονεῖς. Ὁ πατέρας του, ὀνομαζόμενος Δέτζιο, προσῆλθε ἀργότερα στὸν μοναχισμὸ καὶ ἔλαβε τὸ ὄνομα Δανιήλ. Ἡ μητέρα του ὀνομαζόταν Ἄννα. Σὲ ἡλικία ὀκτὼ ἐτῶν ἦλθε σὲ φιλονικία μὲ τοὺς γονεῖς του, ἐπειδὴ τὸν ἔδειραν γιὰ κάποια ἀταξία, καὶ τοὺς ἀπείλησε ὅτι θὰ γίνει Τοῦρκος. Μὲ μύριους κόπους κατόρθωσαν οἱ γονεῖς του νὰ ἁρπάξουν αὐτὸν ἀπὸ τὰ χέρια τῶν Τούρκων, πρὸς ἀποφυγὴν τῆς περιτομῆς. Φαίνεται ὅμως ὅτι ἀσπάσθηκε τὸν Μωαμεθανισμό, ἀλλὰ ἀργότερα μετανόησε γιὰ τὴν ἀσεβὴ αὐτὴ πράξη. Γι’ αὐτὸ καὶ πῆγε στὴν Μονὴ Χιλανδαρίου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὅπου καὶ ἐκάρη μοναχός, μετονομασθεὶς σὲ Μανασσῆ. Στὴν συνέχεια ἐχειροτονήθηκε Διάκονος καὶ ζοῦσε ἀσκητικὸ βίο. Ἐπιθυμώντας νὰ ἐπανορθώσει γιὰ τὸ προηγούμενο μέγα του ἁμάρτημα, αὐτὸ τῆς ἀλλαξοπιστίας, ἐπιζητοῦσε τὸν μαρτυρικὸ θάνατο ὑπὲρ τοῦ Χριστοῦ. Ἀφοῦ ἦλθε στὴν Σκήτη τοῦ Τιμίου Προδρόμου, βρῆκε τὸν πνευματικὸ Νικηφόρο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ τὸν ἑτοιμάσει γιὰ τὸ μαρτύριο. Μετὰ τέσσερις μῆνες πνευματικῆς δοκιμασίας ἔγινε μεγαλόσχημος μοναχὸς καὶ ὀνομάσθηκε Ὀνούφριος. Στὴν συνέχεια, σὲ ἡλικία τριάντα δύο ἐτῶν, μετέβη, μὲ συνοδίτη κάποιον Γρηγόριο ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴν Πελοπόννησο, στὴν Χίο, ὅπου παρέμεινε ἑπτὰ ἡμέρες μὲ νηστεία καὶ προσευχή. Ἀμέσως μετὰ ἔλαβε λάδι ἀπὸ τὶς κανδῆλες τῶν Ἁγίων καὶ ἀφοῦ προσκύνησε σὲ κάποιο ναὸ τὰ ἱερὰ λείψανα Ἁγίων καὶ Νεομαρτύρων, ἐνδύθηκε τὰ ἐνδύματα τῶν Ἀγαρηνῶν καὶ ἐξῆλθε στοὺς δρόμους ἐπιζητώντας τὴν εὐκαιρία τοῦ μαρτυρίου. Ἐνώπιον τῶν ἀρχῶν ὁμολόγησε τὴν πίστη του καὶ ἐκήρυξε τὸν Χριστὸ ὡς μόνο ἀληθινὸ Θεό. Τότε οἱ Τούρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ βασανιστήρια τοῦ ἀπέκοψαν τὴν τιμία κεφαλή. Ἦταν τὸ ἔτος 1818, ἡμέρα Παρασκευή, καὶ ὥρα ἐνάτη. Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Μάρτυρος καὶ τὸ ματωμένο χῶμα τοῦ εὐλογημένου τόπου τοῦ μαρτυρίου του ἐρρίφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους στὴν θάλασσα.






Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Νεομάρτυρος ἐκ Κονίτσης
Τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου Νεομάρτυρος Ἰωάννου ἑορτάζεται στὶς 23 Σπετεμβρίου. Μετὰ τὸ μαρτύριό του, τὸ ἔτος 1814, οἱ Χριστιανοὶ τῆς πόλεως τοῦ Βραχωρίου (Ἀγρινίου) παρέλαβαν τὸ τίμιο λείψανο αὐτοῦ καὶ τὸ ἐνταφίασαν σὲ ἕναν ἀγρό. Ὅταν ἔγινε ἡ ἀνακομιδὴ, μεταξὺ τῶν ἐτῶν 1814 – 1821, τὰ ἱερὰ λείψανα μεταφέρθηκαν κρυφὰ στὴν ἱερὰ Μονὴ Προυσιωτίσσης Εὐρυτανίας ἀπὸ τὸν ἱερέα Κύριλλο Καστανοφύλλη καὶ κατετέθησαν σὲ τόπο κρυφό. Τὰ χρόνια πέρασαν καὶ τὸ γεγονὸς περιέπεσε σὲ λήθη. Ἀλλὰ ὁ δοξάζων τοὺς Ἁγίους Κύριος ἀπεκάλυψε αὐτὰ στοὺς μοναχοὺς τῆς μονῆς, οἱ ὁποίοι ἀπεφάσισαν, στὶς 4 Ἰανουαρίου 1974, νὰ ἀνοίξουν τὴν κρύπτη πάνω στὴν ὁποία εἶχε χαραχθεῖ μὲ τὸ χέρι τοῦ κομίσαντος: «Οὐ μεταλλεῖον ἀργυροχρύσου πέλω, ἀλλ’ ὄλβον φέρω. Πάντα λίθον μὴ κίνει». Μόλις οἱ μοναχοὶ ἀποκύλησαν τὸν λίθο ποὺ ἦταν πάνω στὴν κρύπτη, ἄρρητη εὐωδία ἐξῆλθε, ποὺ εὐχαρίστησε καὶ ἐξέπληξε τὶς ψυχές τους. Μέσα στὴν κρύπτη ὑπῆρχε μία ξύλινη λειψανοθήκη ἐντὸς τῆς ὁποίας φυλάσσονταν ἡ τίμια κάρα μετὰ τῶν ὀστέων ἀγνώστου Ἁγίου. Ἐρευνώντας τὸν τόπο βρῆκαν ἕνα κεραμίδι ἐπὶ τοῦ ὁποίου ἀναγραφόταν: «ΙΣ ΧΣ ΝΙ ΚΑ (Ἰησοῦς Χριστὸς Νικᾶ). Οὗτος ἦν ὁ ἐξ Ὀθωμανῶν Ἰωάννης, ὁ ἐν Βραχωρίῳ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσας κατὰ τὸ 1814 Σεπτεμβρίου κγ’».
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

PreviousNext

Return to ΕΟΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 1 guest