«Οι αληθινοί προσκυνηταί...» (1)Μερικοί λένε: «Σ΄ αυτόν τον Ναό τον μικρό, τον κατανυκτικό, ζω την Θεία Λειτουργία• στον μεγάλο Ναό δεν την ζω.
Αν είναι κανένα εξωκλήσι σοβατισμένο άσπρο, δεν νιώθω τίποτε• αν όμως είναι αγιογραφημένο, έχη καλό τέμπλο κ.λπ., εκεί ζω την Θεία Λειτουργία!».
Αυτά είναι για έναν άνθρωπο που δεν έχει όρεξη να φάη και του βάζεις λίγο αλάτι, λίγο πιπέρι, για να του έρθη ή όρεξη.
- Δηλαδή, Γέροντα, αυτά δεν παίζουν κάποιο ρόλο; Δεν βοηθούν;- Ναι, δεν λέω, βοηθούν και αυτά, αλλά να μη σκαλώνη κανείς σ' αυτά. Διαφορετικά, με μαγικό τρόπο θα ζητά ο άνθρωπος να ζήση τον Χριστό.
Θα ζητά κελλί σκοτεινό, κανδήλι με χαμηλό φως, κατανυκτικό Ναό. Χωρίς αυτά δεν θα μπορή να προσευχηθή.
Ή στο τραίνο βρίσκεται ή στην σπηλιά ή στον δρόμο, να είναι το Ιδιο γι' αυτόν.
Ό Θεός τον κάθε άνθρωπο τον έχει κάνει και ένα εκκλησάκι (2) και μπορεί να το φέρνη παντού μαζί του.
Όλοι ψάχνουν την ανάπαυση, αλλά η ανάπαυση έρχεται από μέσα μας. Και αυτοί οι καημένοι που πάνε από προσκύνημα σε προσκύνημα ψάχνουν να βρουν τον Χριστό, ενώ ό Χριστός είναι κοντά τους.
Και ενώ μπορούν να Τον βρουν χωρίς κόπο, κουράζονται και τελικά δεν Τόν βρίσκουν.
"Ένας σωστός πνευματικός άνθρωπος δεν αναπαύεται να γυρίζη και να βλέπη διάφορα αξιοθέατα. Αυτό είναι για όσους υποφέρουν, για να ξεχνούν λίγο την στενοχώρια τους.
Ένας πνευματικός άνθρωπος που έχει την θεία παρηγοριά δεν τα χρειάζεται αυτά. Και αν δεν έχη την θεία παρηγοριά μέσα του, τότε δεν διαφέρει από τον κοσμικό.
Οι βλέψεις του και τα ενδιαφέροντα του θα είναι πάλι κοσμικά• δεν θα είναι πνευματικά. Πάλι θα κοιτάζη πώς να αναπαυθή με
κάτι το κοσμικό.
Πολλοί έρχονται στο Άγιον Όρος, επισκέπτονται διάφορους Πατέρες, ενθουσιάζονται με αυτά που ακούν από τον καθένα, τα ερμηνεύουν με τον δικό τους τρόπο, τα μπλέκουν και λένε κιόλας: «Πολύ καλά περάσαμε».
Ενώ, αν επισκέπτονταν έναν Πατέρα, τον συμβουλεύονταν και προσπαθούσαν να εφαρμόσουν ό,τι τους είπε, θα είχαν θετική βοήθεια.
Τώρα αυτό πού κάνουν είναι ένας πνευματικός τουρισμός• χάνουν τις ώρες τους, ταλαιπωρούνται άσκοπα και δεν ωφελούνται.
Πόσο ξεκούραστο θα ήταν, αν στέκονταν σε έναν Πατέρα και εφήρμοζαν ό,τι άκουσαν!
Διότι τότε θα ένιωθαν την εσωτερική ξεκούραση, ενώ τώρα γυρίζουν από τόπο σε τόπο και ξεκουράζονται από τα πράσινα τοπία του Αγίου Όρους σαν κοσμικοί.
Είναι και μερικοί πού λένε: «Θα παω στην μία Παναγία, θα πάω στην άλλη Παναγία!».
Ή Παναγία είναι μία. Δέν είναι ότι το κάνουν άπό ευλάβεια, άλλα γιατί θέλουν να βγουν έξω, να ξεσκάσουν.
Από εκει να καταλάβης ότι οι άνθρωποι δεν έχουν ηρεμία.
Αν δεν έχη κανείς ευλάβεια, ταπείνωση, και μέσα στο Κουβούκλιο του Παναγίου Τάφου να τον βάλης, τίποτε δεν θα δη.
Ενώ, αν έχη ευλάβεια, και στον Γολγοθά μπορεί να δη τό Άγιο Φώς.
Κάποτε ένας δόκιμος από τήν Ιερά Μονή τού Αγίου Σάββα πήγε τό Μέγα Σάββατο να πάρη Άγιο Φώς από τον Πανάγιο Τάφο για το μοναστήρι του - υπάρχει συνήθεια να στέλνουν τα γύρω μοναστήρια μοναχούς, για να πάρουν το Άγιο Φώς.
Αυτός έκανε μια πονηριά• επειδή φορούσε ράσα, παραμέρισε τους κοσμικούς και μπήκε μπροστά.
Ύστερα, όταν ήρθαν κάποιοι κληρικοί, τον παραμέρισαν αυτόν, επειδή ήταν κανονισμένο ποιος θα καθήση έδώ, ποιος εκεί.
Τότε τα έβαλε με τον εαυτό του ό δόκιμος: «Βρε ταλαίπωρε αμαρτωλέ, χαμένε άνθρωπε, με όλα τα χάλια σου προχώρησες και μπροστά; Να τσακιστής να φύγης από έδώ. Ούτε μέσα στον Ναό δεν είσαι άξιος να μείνης».
Τα πίστευε αυτά που έλεγε. Βγήκε λοιπόν έξω από τον Ναό και παρακαλούσε τον Χριστό: «Χριστέ μου, Σε παρακαλώ, ας με
ανεχθής να πάω σε κανένα άλλο προσκύνημα».
Καί πήγε μετά πιο πάνω στον Γολγοθά. Έκει έλεεινολογούσε πάλι τον εαυτό του: «Ακούς, να κάνω τέτοια πονηριά!
Επειδή φοράω ράσα, παραμέρισα εγώ ο ελεεινός τους άλλους που είναι καλύτεροι από μένα...». Και ενώ έλεεινολογούσε τον εαυτό του, βγήκε σε μια στιγμή από τόν Άγιο Γολγοθά, σαν αστραπή, ένα δυνατό φώς που τον διέλυσε.
Τότε ο καημένος είπε: «Κατέβηκε το Άγιο Φώς». Πήγε, πήρε Άγιο Φώς με το φαναράκι του από 'κει και έφυγε.
- Γέροντα, δηλαδή δεν βοηθούν τά προσκυνήματα πού γίνονται λ.χ.στους Αγίους Τόπους;- Κοίταξε να σου πω. Σήμερα, αν πας, για να ώφεληθής λίγο, πρέπει να βλαφθής πολύ μέσα στα τραίνα, στα αεροπλάνα, στά ξενοδοχεία.
Όλα έχουν κοσμικοποιηθή. Τι θα ώφεληθή κανείς, αν πάη σε έναν πνευματικό χώρο και δη και μια μεγάλη κοσμική αταξία;
Πρέπει να είναι πολύ δυνατός, για να τα αξιοποίηση όλα προς το καλό.
Και εκει στα προσκυνήματα αυτός που μιλάει και εξηγεί, όταν πηγαίνουν με γκρουπ, είναι καλύτερα σε μερικές περιπτώσεις να μη μιλάη.
Γιατί δεν λέει με ευλάβεια λ.χ. «αυτή είναι η Γεθσημανή, εδώ είναι ο Πανάγιος Τάφος κ.λπ.», άλλα αρχίζει βρρρρ:
«Εδώ είναι αυτό, εκει είναι το άλλο, τώρα
θα πάμε στην Βηθλεέμ, όπου ήρθαν οι Μάγοι από την Περσία», και σιγά-σιγά πάει τους προσκυνητές στο... Κουβέιτ!
Έτσι δεν αφίνει και έναν που διάβασε Άγια Γραφή και ξέρει ότι εδώ είναι ό Πανάγιος Τάφος, εκεί ή Γεθσημανή κ.λπ. να συγκεντρωθή και να προσευχηθή.
Αυτά χρειάζονται μόνο σε έναν που δεν διάβασε Αγία Γραφή, άλλα όσοι πάνε για προσκύνημα στους Αγίους Τόπους έχουν διαβάσει Αγία Γραφή.
Αντί δηλαδή να βοηθηθούν οι άνθρωποι, ζαλίζονται. Έν τω μεταξύ φεύγουν αμέσως από το ένα προσκύνημα και πάνε στο άλλο, και ούτε καν ποτίζει μέσα τους αυτό που ακούν.
Άλλο είναι, όταν κανείς πηγαίνη προσκύνημα με πνευματική συντροφιά και πνευματικό συνοδό και εχη κάνει προηγουμένως και μια ανάλογη προετοιμασία.
Έλεγε μια Φαρασιώτισσα που έμενε στα Γιαννιτσά: «Χατζήδες είναι αυτοί;
Σε μισή ώρα πάνε στα Ιεροσόλυμα και σε μισή ώρα γυρνάνε! Χατζήδες είναι;».
Παλιά οι καημένοι έμεναν στα προσκυνήματα και έκαναν αγρυπνίες, για να ωφελούνται πνευματικά, αλλά και για να μην κάνουν έξοδα μένοντας σε ξενοδοχεία, και τα χρήματα τα έδιναν ελεημοσύνη.
Και αν κανείς δεν είχε καμμιά πνευματική αλλοίωση, όταν επέστρεφε, του έλεγαν: «Σκόρδο πήγες, κρεμμύδι γύρισες».
Ό Άγιος Αρσένιος πήγαινε κάθε δέκα χρόνια στα Ιεροσόλυμα και βάδιζε πέντε μέρες με τα πόδια μέχρι την Μερσίνα, για να πάρη το καράβι.
Σήμερα σπάνια να βρης τέτοιες περιπτώσεις. Θυμάμαι, είχε έρθει στο Καλύβι ένας Ρώσος από το Βλαδιβοστόκ, απέναντι από την Ιαπωνία.
Είχε τάξει να παη στους Αγίους Τόπους με τα πόδια. Οταν πήγε να πάρη ευλογία από τον Δεσπότη του, εκείνος του είπε: «Δεν είσαι καλά, που θα πας με τα πόδια».
Γι' αυτό πήγε στο Μοναστήρι του Ζαγκόρσκ στην Μόσχα και πήρε ευλογία από έναν Στάρετς.
Ξεκίνησε από εκεί το Πάσχα με τα πόδια και έφθασε στα Ιεροσόλυμα τον Όκτώβριο. Εβδομήντα χιλιόμετρα την ήμερα βάδιζε.
Ήρθε μετά και στο Άγιον Όρος με τα πόδια και θα ξαναπήγαινε στα Ιεροσόλυμα.
Είχε πραγματικό θειο έρωτα. Ζούσε σε άλλον κόσμο. Ήξερε λίγα ελληνικά και συνεννοούμασταν.
«Νόμιζα, μου είπε, ότι θα είναι εκεί ο Αντίχριστος, για να μαρτυρήσω, να μου κόψη το κεφάλι, αλλά δεν ήταν!
Τώρα που θα ξαναπάω στα Ιεροσόλυμα, θα βάλω μια μετάνοια στον Πανάγιο Τάφο και για σένα, και εσύ να μνημονεύης το όνομα μου».
Σηκώθηκε επάνω και έκανε μια μετάνοια, για να μου δείξη πως θα κάνη, και χτύπησε το κεφάλι του πάνω σε μια πέτρα.
Έβλεπες μια φλόγα μέσα του. Ένώ άλλοι, έτσι όπως πάνε στους Άγιους Τόπους για τουρισμό και χωρίς ευλάβεια, είναι καλύτερα να μην πάνε.
Πόσο έντονη είναι η παρουσία του Χρίστου στους Αγίους Τόπους! Στον δρόμο λ.χ. που πάει κανείς προς τον Γολγοθά αισθάνεται μια αλλοίωση.
Και να μην ξέρη που πηγαίνει, αν περπατήση εκει, συγκλονίζεται. Εχει και μια πινακίδα που γράφει στα Λατινικά «via Dolorosa» (3).
Και στον Πανάγιο Τάφο βλέπεις διάφορους ανθρώπους• μια ποικιλία.
Άλλοι είναι κληρικοί, άλλοι κοσμικοί, άλλοι ντυμένοι σεμνά, άλλοι άσεμνα, άλλοι με μακριά ρούχα, άλλοι με κοντά, άλλοι σχεδόν χωρίς ρούχα, άλλοι κουρεμένοι, άλλοι μεμαλλιά μακριά...
Διάφορος κόσμος, διάφορες μόδες, διάφορες φυλές, από διάφορα δόγματα - άλλος Ρωμαιοκαθολικός, άλλος Αρμένιος, άλλα όλοι πηγαίνουν και προσκυνούν εκει!
Μου έκανε εντύπωση! Είναι συγκινητικό. Άλλα πρέπει να τα μελετά κανείς όλα αυτά με καλό λογισμό, για να συγκινήται και να τον ανεβάζουν πνευματικά.
- Γέροντα, όταν κανείς δεν έχη επιθυμία να παη, είναι έλλειψη ευλάβειας;- Όχι. Εγώ δεν έχω πάει ούτε σε όλα τα μοναστήρια του Αγίου Όρους ούτε σε πολλά προσκυνήματα. Δεν πήγα λ.χ. στον Άγιο Ιωάννη τον Ρώσο αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν ευλαβούμαι τον Άγιο.
Καλά είναι να έχουμε την ευλάβεια για έναν Άγιο σε ένα προσκύνημα, άλλα να μην τρέχουμε, για να πάμε.
Να πηγαίνουμε, όταν δοθή κάποια ευκαιρία ή όταν υπάρξη κάποιος λόγος.
Σημασία έχει αυτό που είπε ο Χριστός στην Σαμαρείτιδα: «Οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω Πατρί έν πνεύματι και άληθεία». (1)
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Α’
(1) Ιω. 4, 23.
(2) Βλ. Α΄ Κορ. 3, 16 και 6, 19.
(3) Οδός οδύνης.