Εχουν κάνει άλλο ευαγγέλιο
- Γέροντα, πότε ένας άνθρωπος μπορεί να λέγεται δίκαιος;- Δίκαιος κατά κόσμον είναι εκείνος που κρίνει με βάση το ανθρώπινο δίκαιο.
Το τέλειο όμως είναι ο άνθρωπος να είναι δίκαιος όχι σύμφωνα με την ανθρώπινη δικαιοσύνη, άλλα με την θεία δικαιοσύνη, και τότε τον ευλογεί ο Θεός. Όταν στις ενέργειες μου δεν βάζω ποτέ το εγώ και το συμφέρον μου, εκβιάζω, μπορώ να πω, τον Θεό να μου στείλη την θεία Χάρη. Οποιαδήποτε ανθρώπινη δικαιοσύνη, ακόμη και η πιο τέλεια, έχει πάντα ανθρώπινα στοιχεία.
Και όσο υπάρχει η ανθρώπινη δικαιοσύνη στον πνευματικό άνθρωπο, το Πνεύμα προσπαθεί να την αποβάλη ως ξένο σώμα, και ο άνθρωπος παλεύει με ανεβοκατεβάσματα και κουράζεται ψυχικά.
Όταν αποκτήση την θεϊκή δικαιοσύνη, έρχεται το λαμπικάρισμα και ο θείος φωτισμός.
- Αν πω, Γέροντα, σε κάποιον που λέει ότι αδικήθηκε: «»υπάρχει θεία δικαιοσύνη», θα τον βοηθήσω;- Όχι, καλύτερα πες του: «εξέτασε τα πράγματα πνευματικά, σύμφωνα με το Ευαγγέλιο».
Γιατί, αν του πής: «υπάρχει θεία δικαιοσύνη», θα πιστέψη ότι αδικήθηκε, ενώ μπορεί να έχη αδικήσει κιόλας.
Αλήθεια, πονάει η ψυχή σου... Γνώρισα κάποιον που εκκλησιαζόταν τακτικά, νήστευε κ.λπ. και είχε την εντύπωση ότι ζούσε πνευματικά.
Έν τω μεταξύ, ενώ είχε πέντε διαμερίσματα, δύο μισθούς, παιδιά δεν είχε, δεν έδινε δραχμή σε έναν φτωχό.
«Καλά, του είπα, έχεις τόσους φτωχούς συγγενείς, γιατί δεν τους δίνεις κάτι; Τι θα τα κάνης; Δώσε σε χήρες, σε ορφανά». Και ξέρετε τι μου είπε;
«Καλά, νά μην παίρνω ενοίκιο από την χήρα αδελφή μου; ».
Ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι μου, όταν το άκουσα. Να, αυτή είναι η κοσμική δικαιοσύνη! ¨
Αφού δεν είναι δικά μου τα παιδιά που Θα πεινάσουν, σου λέει ο άλλος, δεν έχω ευθύνη.
Δεν τον αδικώ. Αλλοίμονο, εγώ να αδικήσω! », και αναπαύουν τον λογισμό τους με τον δικό τους τρόπο, αλλά ανάπαυση πραγματική δεν έχουν.
Με μια ανθρώπινη λογική, με μιά δικαιοσύνη κοσμική, αδιαφορούν μπροστά σε σοβαρές καταστάσεις.
Πώς να νιώσουν ύστερα κάτι το πνευματικό;
Υπάρχουν άνθρωποι που μπορεί να δώσουν ένα σπίτι ευλογία και από την άλλη μεριά, αν τους χρωστάη κάποιος ένα νοίκι, να του κάνουν
μήνυση. Πώς το εξηγείτε αυτό;
- Γέροντα, είναι δικαιοσύνη ανθρώπινη;- Ούτε δικαιοσύνη ανθρώπινη είναι. Μια μικρή δόση έχει.
Από την μιά δίνουν σε κάποιον εκατό χιλιάδες και από την άλλη κάνουν παζάρια στον ταξιτζή και τον πάνε στην αστυνομία
τουρισμού για χίλιες δραχμές. Πώς το εξηγείτε;
- Μήπως δεν είναι καλά στο μυαλό τους, Γέροντα;- Όχι, καλά είναι.
- Μήπως, Γέροντα, δίνουν με υπερηφάνεια, για να ικανοποιηθούν οι ίδιοι;- Αυτό είναι. Δίνουν τα πολλά με υπερηφάνεια. το κάνουν για να δοξασθούν οι ίδιοι, όχι εις δόξαν θεού.
Μπορεί ακόμη και όλα να τα δώσουν, αγάπη όμως δεν έχουν.
Σήμερα υπάρχει ένα λανθασμένο πνεύμα. Ακόμη και πνευματικοί άνθρωποι ζητούν μιά νομική δικαιοσύνη και λένε ότι πιστεύουν και στον Θεό!
«Το δίκιο σου, το δίκιο μου». Αυτό το ευαγγέλιο της λογικής, της παράξενης λογικής, να μην υπήρχε!
«Να μη με περνούν κορόιδο», λένε.
Δεν βλέπετε που φθάνουν οι Χριστιανοί στα δικαστήρια;
Και να έχουν δίκαιο, δεν πρέπει να πάνε στα δικαστήρια, πόσο μάλλον όταν δεν έχουν. Γι' αυτό και μερικοί γίνονται εξ αιτίας τους άπιστοι.
Βλέπουν ότι ένας, που ούτε στην εκκλησία πάει ούτε αγρυπνίες κάνει, μπορεί να μην κάνη κάτι τέτοιο, ενώ άλλος, που πάει στην εκκλησία, κάνει αγρυπνίες κ.λπ., πηγαίνει στο δικαστήριο έναν φτωχό για λίγα χρήματα που του χρωστάει, μόνον και μόνο για να βρη τό δίκιο του.
Είπα σε έναν που ήθελε να πάη στο δικαστήριο κάποιον που του χρωστούσε χρήματα:
«Έχεις ανάγκη; Έχεις περισσότερα παιδιά; Μήπως σε βάζει η γυναίκα σου και βρίσκεσαι σε δύσκολη θέση; ».
«Όχι, λέει, το κάνω, για να βρω το δίκιο μου».
Τι να πη κανείς; Είναι και μιά αγωγή που είχε δοθή παλιότερα από μερικούς πνευματικούς κύκλους.
Χρόνια τώρα θυμάμαι ένα περιστατικό και δεν μπορώ να το ξεχάσω.
Σε ενα βρεφοκομείο υπηρετούσαν αφιερωμένες νοσοκόμες.
Σε κάποιο άρρωστο παιδάκι έπρεπε να κάνη ο γιατρός μιά εξέταση με ραδιενέργεια και ζήτησε να πάη μια νοσοκόμα να τον βοηθήση, αλλά δεν πήγε καμμιά από αυτές, γιατί φοβόνταν μήπως πάθουν τίποτε από την ραδιενέργεια.
Κατ' αρχάς, αφού ήταν αφιερωμένες, δεν υπήρχε θέμα. Αν σκέφτονταν να παντρευτούν, τότε θα πείραζε.
Αλλά και να σκέφτονταν να δημιουργήσουν οικογένεια, πάλι έπρεπε να κάνουν μια θυσία σαν πνευματικοί άνθρωποι που ήταν.
Κανονικά, έπρεπε να μαλώνουν ποιά να πάη. Και τελικά, έτρεξε να βοηθήση τον γιατρό μια άλλη, που ούτε πνευματικά ζούσε, αλλά και σκεφτόταν να παντρευτή, γιατί λυπήθηκε το παιδάκι.
Και το χειρότερο από όλα είναι που τέτοιους ανθρώπους δεν τους πειράζει γι' αυτό η συνείδηση, γιατί λένε:
«Αυτά δεν είναι για μας. Εμείς είμαστε για τα πνευματικά».
Μπορεί μάλιστα να έχουν τον λογισμό: «εκείνον τον αναπαύει να θυσιάζεται κι έμενα με αναπαύει να έχω την ησυχία μου... », και καμμιά φορά να τον κατακρίνουν κιόλας και να λένε ότι δεν έχει πνευματική κατάσταση.
Αλλά ο Χριστός αναπαύεται εκεί που υπάρχει η αρχοντιά, το πνεύμα της θυσίας, το αθόρυβο, η αφάνεια.
- Όταν, Γέροντα, βλέπης τον άλλον να δυσκολεύεται, δεν πρέπει να βοηθήσης, όπως και να είσαι;- Μα βέβαια! Άλλα έχω παρατηρήσει ότι έχει καλλιεργηθή ένα κοσμικό φρόνημα σε πολλούς πνευματικούς ανθρώπους.
Έχουν κάνει ένα δικό τους κοσμικό ευαγγέλιο, ένα ευαγγέλιο στα μέτρα τους, και σου λένε:
«Ο Χριστιανός πρέπει να έχη την αξιοπρέπεια του. δεν πρέπει να φανή, κατά κάποιον τρόπο, κορόιδο».
Τα αντιμετωπίζουν δηλαδή όλα με μια κοσμική λογική και δικαιοσύνη.
«Αυτό το δικαιούμαι, σου λέει, δεν τον αδικώ. δεν θέλω να με αδική! ».
Να έχη εν τω μεταξύ και αναπαυμένο τον λογισμό του ότι έχει δίκαιο. Και βλέπεις σε έναν τέτοιον άνθρωπο όλα τα δικαιώματα τα κοσμικά.
Φιλότιμο δεν έχει, θυσία δεν έχει, τίποτε δεν έχει, δικό του ευαγγέλιο έφτιαξε και δεν έχει καμμιά συγγένεια με τον Θεό. Έμ, πως θα τον επισκίαση μετά η θεία Χάρις;
Όταν υπηρετούσα την θητεία μου, ήταν ένας ασυρματιστής στην αεροπορία που ερχόταν στην μονάδα μας και έπαιρνε τα σήματα (1).
Είχαμε σχέσεις, θεολόγος ήταν, έκανε και κηρύγματα.
Όλοι όμως Ιησουίτη (2) τόν έλεγαν, γιατί, όχι μόνο μια θυσία δεν έκανε, αλλά ούτε μιά μικρή εξυπηρέτηση.
Καμμιά φορά του έλεγα: «Αφού πας που πας στο αεροδρόμιο, σε παρακαλώ, δώσε και αυτά τα σήματα του τάδε».
«Όχι, έλεγε, εγώ έφερα τα δικά μου, και αυτός να πάη τα δικά του», και έτσι ανέπαυε τον λογισμό του ότι δεν αδίκησε τον άλλον.
Μα, αφού ο Χριστός δεν λέει απλώς: «αν σε παρακάλεση κάποιος να πας ένα μίλι, πήγαινε δύο», αλλα λέει: «αν σε αγγαρέψη ένα μίλι, πήγαινε δύο»(3).
Ή δεν λέει: «αν σου ζητήση τον χιτώνα, δώσε και το ιμάτιο», αλλά «αν σου αφαίρεση τον χιτώνα, δώσε και το ιμάτιο»(4).
Να το λέη ο Χριστός αυτό και ο άλλος, ενώ θεωρεί τον εαυτό του πνευματικό άνθρωπο, να λέη:
«Εγώ έφερα τα δικά μου, και αυτός να πάη τα δικά του»;
Είναι σαν να λέη δηλαδή: «κορόιδο είμαι να μου ζητήση ένα μίλι και να πάω δύο; ». 'Έμ, πως θα πλησίαση η Χάρις του Θεού σε έναν τέτοιον άνθρωπο;
Ενώ, όταν κανείς εφαρμόζη το γραφικό χωρίο και, άμα τον αγγαρεύουν ένα μίλι, πηγαίνη πιο πέρα, μετά εργάζεται ο Χριστός και αλλοιώνεται πνευματικά
ο άλλος που τον αγγάρεψε και προβληματίζεται:
«Βρε, κοίταξε, λέει, εγώ τον αγγάρεψα ένα μίλι και αυτός πήγε πιό πέρα! Τόση καλωσύνη! ».
Εάν είχε και ο Χριστός αυτήν την κοσμική λογική που έχουν σήμερα πολλοί πνευματικοί άνθρωποι, δεν θα άφηνε τον ουράνιο Θρόνο Του, για να κατεβή στην γη, να ταλαιπωρηθή και να σταυρωθή από μας τους ελεεινούς ανθρώπους.
Μέσα όμως στην κατ' άνθρωπο αυτήν αποτυχία Του ήταν κρυμμένη η σωτηρία όλων των ανθρώπων.
Αλλά τί τράβηξε, για να μας σώση! Μέχρι να Του δίνουν σφαλιάρες και να Του λένε: «Προφήτευσε ποιος σε χτύπησε! ».
Έπαιζαν δηλαδή οι Εβραίοι με τον Χριστό.
Εγώ ξέρεις πόσο λυπόμουνα, όταν ήμουν μικρός και έβλεπα τα παιδιά να παίζουν το μπίζ; Άντε τώρα να παίζουν αυτό το παιχνίδι με τον Χριστό!... «Προφήτευσε ποιος σε χτύπησε!... Πάμ! ». Ώ, φοβερό!
Και εμείς ζητάμε έναν Χριστιανισμό χωρίς σταύρωση, αλλά απευθείας ανάσταση.
Κάνουμε έναν Χριστιανισμό, έναν Μοναχισμό, όπως τον θέλουμε. Δεν θέλουμε να στερηθούμε τίποτε.
Για να ζήσουμε όμως τα υπερφυσικά, πρέπει να ζήσουμε υπερφυσικά.
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Γ’
ΙΕΡΟΝ ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
"ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ"
ΣΟΥΡΩΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ
(1) Ό Γέροντας στον στρατό υπηρέτησε ως ασυρματιστής.
(2) Μοναχός του τάγματος των Ιησουϊτών του Ρωμαιοκαθολικισμού, που ιδρύθηκε από τον Ιγνάτιο Λοϊόλα και είναι γνωστό για την αυστηρή πειθαρχία και για τις ακρότητες στις όποιες έφθασε. Μεταφορικά η λέξη
χρησιμοποιείται, για να χαρακτηρίση τον άνθρωπο που τηρεί με αυστηρότητα εξωτερικούς τύπους ευσέβειας, χωρίς να εχη αντίκρισμα εσωτερικό.
(3) Βλ. Ματθ. 5,41.
(4) Βλ. Ματθ. 5,40.