Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Λόγοι, διδαχές και παραινέσεις των Αγίων της Ορθοδοξίας μας προς διόρθωση της πορείας του βίου μας.

Moderator: inanm7

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Tue Jan 03, 2012 8:22 pm

Image


ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΛΕΒΕΝΤΙΑ

«Ή ανώτερη χαρά βγαίνει από την θυσία. Μόνον όταν θυσιάζεται κανείς, συγγενεύει με τον Χριστό, γιατί ο Χριστός είναι θυσία».


ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η θυσία φέρνει την χαρά

Στην εποχή μας σπανίζει η θυσία


- «Ζαλούρα είναι τα παιδιά», μου είπε μια γυναίκα που τα είχε όλα. Βαριέται να εχη παιδιά!

- Οταν μια μάνα σκέφτεται έτσι, είναι ένα άχρηστο πράγμα, γιατί οι μανάδες κανονικά έχουν αγάπη.

Μπορεί μιά κοπέλα, πριν κάνη οικογένεια, να την ξυπνά η μάνα της στις δέκα η ώρα το πρωί.

Από την στιγμή όμως που θά γίνη μάνα και θα εχη να ταΐζη το παιδί της, να το πλένη, να το καθαρίζη, δεν κοιμάται ούτε την νύχτα, γιατί παίρνει μπρος η μηχανή.

Όταν ο άνθρωπος έχη θυσία, δεν γκρινιάζει, δεν βαριέται• χαίρεται. Όλη η βάση εκεί είναι, να υπάρχη πνεύμα θυσίας.

Αυτή η γυναίκα αν έλεγε «Θεέ μου, πως να Σε ευχαριστήσω; Δεν μου έδωσες μόνον παιδιά αλλά και πολλά αγαθά...

Πόσοι άνθρωποι δεν έχουν τίποτε και εγώ έχω τόσα σπίτια, έχω και άπό τον πατέρα μου περιουσία, ο άνδρας μου παίρνει μεγάλο μισθό, βγάζω καί δυο μισθούς από τα ενοίκια, και δεν ταλαιπωρούμαι!

Πώς να Σε ευχαριστήσω, Θεέ μου; Δεν τα άξιζα εγώ αυτά τα πράγματα», αν σκεφτόταν έτσι, θα έφευγε με την δοξολογία η κακομοιριά. Και μόνο δηλαδή αν ευχαριστούσε τον Θεό μέρα-νύχτα, θα ήταν αρκετό.


- Η θυσία, Γέροντα, δίνει χαρά.

- Ω, χαρά!

Αυτήν την χαρά της θυσίας δεν την γεύονται σήμερα οι άνθρωποι,γι’ αυτό είναι βασανισμένοι.

Δεν έχουν ιδανικά μέσα τους• βαριούνται που ζουν.Η λεβεντιά, η αυταπάρνηση, είναι η κινητήρια δύναμη στον άνθρωπο.


Αν δεν υπάρχη αυτή η δύναμη, ο άνθρωπος είναι βασανισμένος.

Παλιά, στα χωριά πήγαιναν την νύχτα να ανοίξουν αθόρυβα κανέναν δρόμο, χωρίς να τους δη κανείς, για να τους συγχωράνε, όταν πεθάνουν.

Τώρα σπάνια συναντάς αυτό το πνεύμα της θυσίας.

Εβλεπα και εκεί στο Ορος σε μιά λιτανεία τους μοναχούς - περνούσαν κοντά από μιά βάτο και σκάλωναν τα έπανωκαλύμμαυχα τους σ' ένα κλωνάρι.

Κανείς δεν το έσπασε, για να διευκολύνη και τους άλλους• όλοι έσκυβαν, για να μη σκαλώσουν.

Μετάνοια στην βάτο έβαζαν; Να ήταν τουλάχιστον η Αγία Βάτος, θα ταίριαζε!

Αλλα καθένας λέει: «Ας το τακτοποίηση ο άλλος και εγώ ας κάνω την δουλειά μου».

Μα γιατί να μην το κάνης εσύ, αφού το είδες πρώτος;

Ετσι κάνουν οι κοσμικοί που δεν πιστεύουν στον Θεό. Τί να την κάνω τέτοια ζωή; Χίλιες φορές να πεθάνω.

Σκοπός είναι ο καθένας να σκέφτεται τον άλλον, τον πόνο του άλλου.

Εχει χάσει πια τον έλεγχο ο κόσμος. Έχει φύγει το φιλότιμο, η θυσία, από τους ανθρώπους.

Σας έχω πει μερικές φορές τότε με την κήλη σε τι κατάσταση ήμουν εκεί στο Καλύβι...

Οταν χτυπούσε κάποιος το καμπανάκι στην πόρτα, έβγαινα να του ανοίξω, ακόμη και μέσα στα χιόνια.

Αν ο άλλος είχε σοβαρά προβλήματα, ενώ προηγουμένως ήμουν πεσμένος στο κρεββάτι, τότε ούτε καν αισθανόμουν ότι πονούσα εγώ.

Επαιρνα και να τον κεράσω, και με το ένα χέρι κερνούσα και με το άλλο χέρι κρατούσα την κήλη.

Οση ώρα συζητούσα, ούτε καν ακουμπούσα πουθενά, ενώ πονούσα πολύ, για να μην καταλάβη o άλλος ότι πονάω.

Οταν έφευγε εκείνος, σωριαζόμουν πάλι κάτω από τον πόνο. Δεν είναι ότι προηγουμένως είχε περάσει ο πόνος, ότι είχα γίνει καλά με θαύμα, αλλά καταλάβαινα τον άλλον που πονούσε και ξεχνούσα τον δικό μου πόνο.

Το Θαύμα γίνεται, όταν συμμετέχη κανείς στον πόνο του άλλου.

Ολη ή βάση είναι τον άλλον να τον νιώσης αδελφό και να τον πόνεσης.

Αυτός ο πόνος συγκινεί τον Θεό και κάνει το θαύμα. Γιατί δεν υπάρχει τίποτε άλλο πού να συγκινή τον Θεό όσο η αρχοντιά, δηλαδή ή θυσία.

Αλλά στην εποχή μας σπανίζει η αρχοντιά, γιατί μπήκε η φιλαυτία, το συμφέρον.

Σπάνια βρίσκεται κανένας άνθρωπος να πη: «Ας δώσω την σειρά μου στον άλλον και ας καθυστερήσω εγώ».

Λίγες είναι αυτές οι ψυχές οι ευλογημένες που σκέφτονται τον άλλον.

Ακόμη και στους πνευματικούς ανθρώπους υπάρχει ένα αντίθετο πνεύμα, το πνεύμα της αδιαφορίας.

Το καλό είναι καλό, μόνον όταν αυτός που το κάνει θυσιάζη κάτι από τον εαυτό του, ύπνο, ανάπαυση κ.λπ. Γι' αυτό είπε ο Χριστός «εκ του
υστερήματος...» (1)

Οταν είμαι ξεκούραστος και κάνω το καλό, αυτό δεν έχει αξία. Οταν όμως είμαι κουρασμένος και ζητά κάποιος π.χ. να του δείξω τον δρόμο,
και το κάνω, τότε έχει αξία.

Η, όταν είμαι χορτάτος από ύπνο και πάω να ξενυχτήσω με κάποιον που χρειάζεται βοήθεια, αυτό δεν έχει μεγάλη αξία.

Εάν μου αρέση μάλιστα και η κουβέντα, μπορεί να το κάνω, για να χαρώ την συντροφιά, να διασκεδάσω λίγο.

Ενώ, όταν είμαι κουρασμένος και κάνω μια θυσία, για να βοηθήσω τον άλλον, αισθάνομαι παραδεισένια χαρά. Τότε η ευλογία του Θεού με βομβαρδίζει!

Οταν κανείς βαριέται όχι μόνο να κάνη μια εξυπηρέτηση, αλλά ακόμη και να κάνη μιά δουλειά για τον εαυτό του, αυτός κουράζεται και με την ξεκούραση.

Ενας που βοηθάει, ξεκουράζεται με την κούραση. Αυτός που έχει πνεύμα θυσίας, αν δη λ.χ. κάποιον που δεν έχει σωματικές δυνάμεις να δουλεύη και να κουράζεται, θα του πη «κάτσε λίγο να ξεκουρασθής», και θα κάνη εκείνος την δουλειά.

Ο αδύναμος θα ξεκουρασθή σωματικά, ο άλλος όμως θα νιώση πνευματική ξεκούραση.

Ο,τι κάνει κανείς, να το κάνη με την καρδιά του, αλλιώς δεν αλλοιώνεται πνευματικά.

Ο,τι γίνεται με την καρδιά, δεν κουράζει. Η καρδιά είναι σαν μια μηχανή που φορτίζεται• όσο δουλεύει, τόσο φορτίζεται.

Βλέπεις, τα αλυσοπρίονα, όταν βρουν κούτσουρο μαλακό, κάνουν «βρού...» και σταματούν όταν όμως βρουν κούτσουρο γερό, ζορίζονται εκεί πέρα, φορτίζονται και δουλεύουν.

Και όχι μόνο στο να δίνουμε, αλλά και όταν πρόκειται να πάρουμε κάτι, να μη σκεφτώμαστε τον εαυτό μας, και να κοιτάμε πάντα τί αναπαύει και την
άλλη ψυχή. Να μην υπάρχη μέσα μας απληστία, να μην έχουμε τον λογισμό ότι δικαιούμαστε να πάρουμε όσα θέλουμε, και ας μη μείνη τίποτε για τον άλλον.


- Γέροντα, πάλι το πνεύμα της θυσίας μπαίνει.

- Μα στην πνευματική ζωή όλη η βάση εκεί είναι.

Και ξέρεις τί χαρά νιώθει ο άνθρωπος, όταν θυσιάζεται; Δεν μπορεί να εκφρασει την χαρά που νιώθει.

Η ανώτερη χαρά βγαίνει από την θυσία. Μόνον όταν θυσιάζεται, συγγενεύει με τον Χριστό, γιατί ο Χριστός είναι θυσία.

Ο άνθρωπος από 'δω ζη τον Παράδεισο ή την κόλαση.

Οποιος κάνει το καλό, αγάλλεται, διότι αμείβεται με θεϊκή παρηγοριά. Οποιος κάνει το κακό, υποφέρει.



ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Λουκ. 21,4
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Thu Jan 05, 2012 8:51 am

Image


Η δική μου ανάπαυση γεννιέται από την ανάπαυση του άλλου


- Αν, Γέροντα, κάποιος δεν έχη γευθή την χαρά της θυσίας, πώς μπορεί να φθάση στην θυσία;

- Αν έρθη στην θέση του άλλου.

Οταν ήμουν στον στρατό, συχνά το πολυβολείο ήταν γεμάτο νερό• στον ασύρματο οι μπαταρίες ήθελαν αλλαγή - και ήταν πολύ δύσκολο, γιατί ήταν φορτωμένη η γραμμή.

Βρεχόμουν μέχρι την μέση• η χλαίνη έσταζε. Προτιμούσα όμως να κάνω μόνος μου την δουλειά, για να μην ταλαιπωρηθούν οι άλλοι, και χαιρόμουν που το έκανα.

Ο διοικητής μου έλεγε: «Είμαι αναπαυμένος και ήσυχος, όταν κάνης εσύ την δουλειά, αλλά σε λυπάμαι.

Πες σε κάποιον άλλον να πάη».

«Οχι, χαίρομαι, κύριε διοικητά», του έλεγα.

Στην διλοχία ήταν ακόμη ένας ασυρματιστής, αλλά δεν τον άφηνα στις επιχειρήσεις να κουβαλήση ούτε την μπαταρία ούτε τον ασύρματο, αν και ήταν βαριά, για να μη βρεθή σε κίνδυνο.

Με παρακαλούσε εκείνος: «Γιατί δεν μου τα δίνεις;». «Εσύ έχεις γυναίκα και παιδιά, του έλεγα. "Αν σκοτώσουν εσένα, θα δώσω λόγο στον Θεό».

Ετσι ο Θεός μας φύλαξε και τους δύο• δεν άφησε να σκοτωθή ούτε εκείνος ούτε εγώ.

Προτιμότερο είναι για έναν ευαίσθητο άνθρωπο να σκοτωθή ο ίδιος μιά φορά από αγάπη, για να προστατέψη τον πλησίον του, παρά να αμελήση ή να
δειλιάση, και ύστερα να σφάζεται συνέχεια από την συνείδηση του σ' όλη του την ζωή.


Μιά φορά, στον ανταρτοπόλεμο, τότε με τις επιχειρήσεις, οι αντάρτες μας είχαν αποκλείσει έξω από ένα χωριό και οι στρατιώτες θα έρριχναν κλήρο,
ποιος θα πάη στο χωριό για εφόδια. «Θα πάω εγώ», είπα.

Αν πήγαινε κάποιος άπειρος ή απρόσεκτος, μπορεί και να σκοτωνόταν και θα με έτυπτε μετά η συνείδηση.

«Καλύτερα, σκέφτηκα, να σκοτωθώ εγώ, παρά να σκοτωθή ο άλλος και να με σκοτώνη η συνείδηση μου σε όλη μου την ζωή.

Πώς θ' αντέξω μετά; Θα μου λέη η συνείδηση μου: "Μπορούσες να τον γλυτώσης• γιατί δεν τον γλύτωσες;"». Νήστευα κιόλας και ήμουν νηστικός..., τέλος πάντων.

Οπότε μου λέει ο διοικητής: «Και εγώ προτιμώ να πας εσύ που πιάνεις πουλιά στον αέρα, αλλά να τρως, για να έχης αντοχή».

Πήρα το όπλο καί ξεκίνησα. Οι αντάρτες με πέρασαν για δικό τους και με άφησαν να περάσω.

Πήγα στο χωριό, ανέβηκα σε ένα διώροφο σπίτι. Μιά γριά που ήταν εκεί μου έδωσε εφόδια και γύρισα πίσω στην διλοχία.

Την μεγαλύτερη χαρά την ένιωθα τον χειμώνα, εκεί μέσα στα χιόνια. Θυμάμαι, ξύπνησα ένα βράδυ• οι άλλοι κοιμόνταν. Το χιόνι είχε σκεπάσει τις σκηνές.

Πάω, πιάνω τον ασύρματο και βγάζω το χιόνι από τις τρύπες του ασυρμάτου• βλέπω δούλευε.

Τρέχω στον διοικητή και του το λέω. Εκείνο το βράδυ είκοσι έξι κρυοπαγημένους έβγαλα μέσα από το χιόνι με τον κασμά.

Εγώ δεν έκανα τίποτε για τον Χριστό. Αν τό 100% από όσα έκανα στον στρατό το έκανα για τον Χριστό, τώρα θα έκανα θαύματα!

Γι' αυτό μετά στην καλογερική έλεγα: «Στον στρατό, για την πατρίδα ταλαιπωρήθηκα τόσο, για τον Χριστό τί κάνω;».

Δηλαδή μπροστά στην ταλαιπωρία που πέρασα στον στρατό, στην καλογερική αισθανόμουν σαν να ήμουν βασιλόπουλο - άσχετα αν είχα ή δεν είχα παξιμάδι.

Γιατί στις επιχειρήσεις ξέρεις τί νηστεία κάναμε; Τρώγαμε σπυρωτό χιόνι.

Οι άλλοι έτρεχαν, έβρισκαν και κάτι να φάνε. Εγώ με τον ασύρματο δεν μπορούσα να μετακινηθώ.

Μιά φορά δεκατρείς μέρες ήμασταν νηστικοί. Μόνο μια κουραμάνα και μισή ρέγγα μας είχαν μοιράσει. Νερό έπινα από τις πατημασιές των ζώων. Και δεν ήταν και καθαρό βρόχινο αλλά λασπωμένο.

Είχα πιει μιά... πορτοκαλλάδα μια φορά!! ……Είχα σκάσει για νερό. Είδα μιά πατημασιά ζώου γεμάτη κίτρινο νερό, ήπια-ήπια.... Οπότε μετά στην καλογερική, ακόμη και ζούδια να είχε το νερό, μου φαινόταν μεγάλη ευλογία. Έμοιαζε τουλάχιστον με νερό.

Μιά φορά, ένα απόγευμα, είχε κοπή η έρπουσα γραμμή. Ήταν Δεκέμβρης μήνας του 1948. Το χιόνι πολύ.

Στις 4 η ώρα το απόγευμα έρχεται διαταγή να πάμε στο χωριό, δυο ώρες μακριά, να φτιάξουμε την γραμμή και να γυρίσουμε πίσω.

Έν τω μεταξύ δεν είχε ακόμη ούτε δυο ώρες μέρα. Οι στρατιώτες ήταν σκοτωμένοι στην κούραση και δεν είχαν κουράγιο να ξεκινήσουν. Και που να βρης την γραμμή με τόσο χιόνι!



- Δεν ξέρατε, Γέροντα, τον δρόμο και που ήταν η γραμμή;

- Έ, περίπου τον δρόμο τον ήξερα, αλλά θα μας έπιανε και η νύχτα. Τέλος πάντων, μου έδωσαν μια ομάδα και ξεκινήσαμε.

Στην αρχή ανοίξαμε μέσα στο στρατόπεδο με το φτυάρι τον δρόμο από το χιόνι, και έτσι προχωρήσαμε λίγο, για να αναπαύσουμε τον διοικητή.

Μετά λέω: «Προχωράμε, γιατί πρέπει και να γυρίσουμε». Πήγαινα μπροστά, γιατί οι άλλοι ήταν όλο αντίδραση.

«Ή Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει, άλλα πεθαίνουμε εμείς», μου έλεγαν. συνέχεια αυτό!

Προχωρούσα, βούλιαζα μέσα στο χιόνι, με τραβούσαν επάνω• ξαναβούλιαζα, με ξανατραβούσαν.

Είχα καί ένα ξίφος και το κάρφωνα κάτω, για να κάνω γείωση.

Συνέχεια έπρεπε να ελέγχω. Έμπαινα μπροστά. «Προχωρήστε, τους έλεγα• από' δω δεν περνούν ζώα, για να κόψουν την γραμμή.

Μόνο σε κανένα λάκκο που η γραμμή είναι εναέριος, εκεί να ελέγξουμε».

Τελικά φθάσαμε σε ενα χωριό που είχε πεζούλια και, καθώς το χιόνι είχε στοιβαχθή από τον αέρα, δεν ξεχώριζες τίποτε. Όταν φθάσαμε στα πεζούλια, πέφτω μέσα στο χιόνι. Τρόμαξαν να με βγάλουν οι άλλοι.

"Υστερα σιγά-σιγά από το ένα πεζούλι στο άλλο κατεβήκαμε όλοι - μην τα ρωτάς πως! - αργά το βράδυ στο χωριό.

Βρήκα σε κάτι λάκκους σε ένα-δυό μέρη την γραμμή κρεμασμένη, την συνδέσαμε και μπορέσαμε να επικοινωνήσουμε μέ τόν διοικητή.

«Να γυρίστε πίσω», μας λέει ό διοικητής. Αλλά πώς να γυρίσουμε; Εκτός που ήταν νύχτα, πώς να ανεβούμε τα πεζούλια;

Κουτρουβάλα τα είχαμε κατεβή! Πού να βρής δρόμο; «Μα έτσι στον ανήφορο, πώς να γυρίσουμε; του λέω. Στον κατήφορο τέλος πάντων, κατεβήκαμε!

Να γυρίσουμε αύριο το πρωί από την άλλη μεριά τού χωριού κάνοντας τον γύρο».

«Τίποτε, λέει ό διοικητής, απόψε». Ευτυχώς άκουσε ένας υπασπιστής τον διοικητή και τον παρακάλεσε να μας αφήση να μείνουμε την νύχτα στο χωριό,
και έτσι μείναμε.

Σε ένα σπίτι μας έδωσαν δυό-τρεϊς τσέργες (1) και, επειδή είχα πουντιάσει - όπως έμπαινα μπροστά και άνοιγα τα χιόνια, είχα γίνει τελείως
μούσκεμα -, οι άλλοι με λυπήθηκαν, γιατί κατά κάποιο τρόπο την πλήρωσα εγώ που τραβούσα μπροστά, και με έβαλαν στην μέση, για να ζεσταθώ.

Τότε είχαμε φάει μόνον ένα κομμάτι κουραμάνα. Μεγαλύτερη χαρά δεν θυμάμαι να έχω νιώσει στην ζωή μου.

Αναγκάσθηκα να σας πω αυτά τα παραδείγματα, για να καταλάβετε τί θα πη θυσία.

Δεν σας τα είπα όλα αυτά, για να με χειροκροτήσετε, αλλά για να καταλάβετε από πού βγαίνει η πραγματική χαρά.

Έπειτα στο γραφείο Διαβιβάσεων ο ένας μου έλεγε ψέματα: «Έρχεται ο πατέρας μου και πρέπει να πάω να τον δω. Σε παρακαλώ, κάθησε λίγο στην θέση μου».

Ό άλλος: «Ήρθε ή αδελφή μου» - και δεν ήταν ούτε καν αδελφή του.

Κάποιος άλλος κάτι άλλο, και εγώ καθόμουν συνέχεια στην υπηρεσία για τον ένα και για τον άλλον και θυσιαζόμουν.

Ύστερα σκούπιζα, καθάριζα, γιατί εκεί στην διμοιρία Διαβιβάσεων απαγορευόταν να μπαίνουν άλλοι.

Ούτε αξιωματικός από άλλη υπηρεσία δεν μπορούσε να πάη μέσα, γιατί ήταν και καιρός πολέμου.

Καθαρίστρια να πάρουμε, δεν μπορούσαμε. Έπαιρνα λοιπόν την σκούπα και καθάριζα όλους τους χώρους. Εκεί έμαθα να σκουπίζω.

«Εδώ είναι μια υπηρεσία, έλεγα, είναι, κατά κάποιο τρόπο, ιερός χώρος• δεν κάνει να είναι ακατάστατα».

Ούτε υποχρέωση είχα να σκουπίσω ούτε ήξερα από σκούπισμα. Μήπως είχα πιάσει ποτέ σκούπα στο σπίτι μου;

Και να ήθελα να πιάσω σκούπα, θα με σκότωνε στο ξύλο με την σκούπα η αδελφή μου.

«Καθαρίστρια» με έλεγαν οι. άλλοι, «αιώνιο θύμα» με έλεγαν. Δεν τα λάμβανα ύπ' όψιν μου. Και ούτε για να ακούσω το «ευχαριστώ» το έκανα.

Άλλα το έκανα από μέσα μου, γιατί το ένιωθα ως ανάγκη και το χαιρόμουν.


- Δεν σας περνούσε, Γέροντα, καθόλου αριστερός λογισμός; Δεν λέγατε λ.χ.: «Ό άλλος γυρίζει• δεν πάει να δη την αδελφή του»;


- Όχι, δεν μου περνούσε λογισμός. Από την στιγμή που μου έλεγε ό άλλος «σε παρακαλώ, μπορείς να καθήσης λίγο», τελείωσε.

Άλλος μου ζητούσε χρήματα και μου έλεγε δήθεν ότι τα ήθελε για τα παιδιά του, και αυτός όχι μόνο δεν έστελνε στα παιδιά του,αλλά ζητούσε και από την γυναίκα του χρήματα, να ξοδεύη για τον εαυτό του. Κατάλαβες;

Ούτε το έκανα, για να μου πουν «μπράβο»• το αισθανόμουν ως ανάγκη. Επειδή δεν έβγαινα έξω, το είχαν εκμεταλλευτή οι άλλοι και μου άφηναν όλη την δουλειά.

Έβγαζα όλη την δουλειά της διμοιρίας. Ένα σωρό σήματα διαβιβάσεων να βροντάνε συνέχεια οι θυρίδες. Είχα γίνει ερείπιο.

Ένα διάστημα είχα συνέχεια τριάντα εννιάμισι πυρετό και δεν έλεγα σε κανέναν τίποτε.

Έπειτα έπεσα πτώμα από την υπερκόπωση. Λιποθύμησα και με πέταξαν σε ένα φορείο.

«Άντε Βενέδικτε (2), άκουσα να λένε, θα σε πάμε με το φορείο για γενική επισκευή εκεί που φτιάχνουν τα χαλασμένα αυτοκίνητα!» και με πήγαν σε ένα νοσοκομείο.

Και εκεί εγκαταλελειμμένος - ποιος να μου δώση σημασία; όλοι κοιτούσαν τους τραυματισμένους -, αλλά ένιωθα χαρά, την χαρά αυτή που βγαίνει από την θυσία.

Γιατί από την ανάπαυση του άλλου γεννιέται η ανάπαυση ή δική μου.



ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Τσέργα: μάλλινη χοντρή κουβέρτα, βελέντζα.

(2) Βενέδικτος ονομαζόταν ο ιεροκήρυκας της περιοχής και οι συστρατιώτες του Γέροντα, όταν ήθελαν να τον πειράξουν, τον αποκαλούσαν «Βενέδικτο».
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Thu Jan 05, 2012 7:51 pm

Image



Οσο ξεχνάμε τον εαυτό μας, τόσο μας θυμάται ο Θεός



Οποιος έχει θυσία και πίστη στον Θεό, δεν υπολογίζει τον εαυτό του.

Ο άνθρωπος, όταν δεν καλλιεργήση το πνεύμα της θυσίας, σκέφτεται μόνον τον εαυτό του και θέλει όλοι να θυσιάζωνται γι’ αυτόν.

Άλλα όποιος σκέφτεται μόνον τον εαυτό του, αυτός απομονώνεται και από τους ανθρώπους, απομονώνεται και από τον Θεό - διπλή απομόνωση, - οπότε δεν δέχεται θεία Χάρη.

Αυτός είναι άχρηστος άνθρωπος.

Και να δήτε, αυτόν που σκέφτεται συνέχεια τον εαυτό του, τις δυσκολίες του κ.λπ., και ανθρωπίνως κανείς δεν θα του συμπαρασταθή σε μια ανάγκη.

Καλά, θεϊκή συμπαράσταση δεν θα έχη, αλλά δεν θα έχη και ανθρώπινη.

Μετά θα προσπαθή από εδώ - από εκεί να βοηθηθή. Θα βασανίζεται δηλαδή, για να βοηθηθή από ανθρώπους, αλλά βοήθεια δεν θα βρίσκη.

Αντίθετα, όποιος δεν σκέφτεται τον εαυτό του, αλλά σκέφτεται συνέχεια τους άλλους, με την καλή έννοια, αυτόν τον σκέφτεται συνέχεια ο Θεός, και μετά τον σκέφτονται και οι άλλοι.

Οσο ξεχνάει τον εαυτό του, τόσο τον θυμάται ο Θεός.


Να, μια ψυχή φιλότιμη μέσα σε ένα Κοινόβιο θυσιάζεται, δίνεται κ.λπ. Αυτό, νομίζετε, δεν έχει πέσει στην αντίληψη των άλλων;

Μπορεί να μην την σκεφθούν οι άλλοι αυτήν την ψυχή που δίνεται ολόκληρη και δεν σκέφτεται τον εαυτό της;

Μπορεί να μην την σκεφθή ο Θεός;

Μεγάλη υπόθεση. Εδώ βλέπει κανείς την ευλογία του Θεού, πώς εργάζεται ο Θεός.

Στις δυσκολίες δίνει εξετάσεις ό άνθρωπος. Εκεί φαίνεται αν έχη πραγματική αγάπη, θυσία.

Και όταν λέμε ότι ένας έχει θυσία, εννοούμε ότι την ώρα του κινδύνου δεν υπολογίζει τον εαυτό του και σκέφτεται τους άλλους.

Βλέπεις, και η παροιμία λέει «ο καλός φίλος στην ανάγκη φαίνεται».

Θεός φυλάξοι, αν λ.χ. τώρα έπεφταν βόμβες, θα φαινόταν ποιος σκέφτεται τον άλλον και ποιος σκέφτεται τον εαυτό του.

Οποιος όμως έχει μάθει να σκέφτεται μόνον τον εαυτό του, σε μιά δυσκολία πάλι τον εαυτό του θα σκέφτεται, και ο Θεός δεν θα τον σκέφτεται αυτόν τον άνθρωπο.

Όταν από τώρα δεν σκέφτεται κανείς τον εαυτό του αλλά σκέφτεται τους άλλους, και στον κίνδυνο τους άλλους θα σκεφθή.

Τότε ξεκαθαρίζουν ποιοι έχουν πραγματικά θυσία και ποιοί είναι φίλαυτοι.

Αν δεν άρχίση κανείς να κάνη από τώρα καμμιά θυσία, να θυσιάση μιά επιθυμία, έναν εγωισμό, πώς θα φθάση να θυσιάση την ζωή του σε μιά δύσκολη στιγμή;

"Αν τώρα σκέφτεται τον κόπο και κοιτάη να μην κοπιάση λίγο παραπάνω από έναν άλλο σε μιά δουλειά, πώς θα φθάση στην κατάσταση να τρέχη να
σκοτωθή αυτός, για να μη σκοτωθή ο άλλος;

Αν τώρα για μικρά πράγματα σκέφτεται τον εαυτό του, τότε πού θα κινδυνεύη η ζωή του, πώς θα σκεφθη τον άλλον;

Τότε θα είναι πιο δύσκολα. Αν έρθουν δύσκολα χρόνια και έχη λ.χ. ο διπλανός του πυρετό και τον δη να πέση στον δρόμο, θα τον αφήση και θα φύγη.

Θα πη: «Να πάω να ξαπλώσω, μην πέσω και εγώ».

Στον πόλεμο παλεύει η ζωή η δική σου με την ζωή του άλλου.

Λεβεντιά είναι να τρέχη ο ένας να γλυτώση τον άλλον.

Οταν δεν υπάρχη θυσία, ο καθένας πάει να γλυτώση τον εαυτό του.

Και είναι παρατηρημένο• όποιος πάει στον πόλεμο να ξεφύγη, τον βρίσκει εκεί η οβίδα.

Πάει δήθεν να γλυτώση και σπάζει τα μούτρα του.

Γι' αυτό να μην κοιτάζη κανείς να ξεφύγη, και ιδίως όταν αυτό είναι εις βάρος των άλλων.

Θυμάμαι ένα περιστατικό από τον Αλβανικό πόλεμο.

Ένας στρατιώτης είχε μιά πλάκα, για να προστατεύη το κεφάλι του. Έν τω μεταξύ χρειάσθηκε να πάη λίγο πιο πέρα και την ακούμπησε κάτω.

Πάει αμέσως ο διπλανός του και την παίρνει. Σου λέει: «Ευκαιρία είναι, θα την πάρω εγώ τώρα».

Την ίδια στιγμή, τακ, πέφτει ο όλμος επάνω του, τον διέλυσε.

Αυτός έβλεπε τα πυρά που έπεφταν και πήρε την πλάκα, για να γλυτώση• δεν υπολόγισε τον άλλον που θα γύριζε πάλι.

Σκέφθηκε μόνον τον εαυτό του και δικαιολόγησε κάπως και την πράξη του:

«Αφού πήγε λίγο πιο πέρα ο άλλος, μπορώ να την πάρω την πλάκα».

Ναι, έφυγε, αλλά η πλάκα ήταν δική του. Ένας άλλος, όσο συνεχιζόταν ο πόλεμος, προσπαθούσε να γλυτώση. Κανέναν δεν υπολόγιζε.

Οι άλλοι βοηθούσαν, αυτός καθόταν στο σπίτι του.

Κοίταζε μέχρι την τελευταία ώρα που δυσκόλεψαν τα πράγματα να ξεφύγη.

Αργότερα, όταν είχαν έρθει οι Άγγλοι, πήγε στο στρατόπεδο, παρουσιάσθηκε στον Ζέρβα και, επειδή είχε και αμερικανική υπηκοότητα, βρήκε ευκαιρία και έφυγε για την Αμερική.

Μόλις όμως έφθασε εκεί, πέθανε! Ή γυναίκα του ή καημένη έλεγε: «Πήγε να ξεφύγη από τον Θεό!».

Αυτός πέθανε, ενώ άλλοι που πήγαν και στον πόλεμο έζησαν.




ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Fri Jan 06, 2012 8:04 pm

Image



Οσοι πεθαίνουν παλληκαρίσια, δεν πεθαίνουν


Θυμάμαι, στον στρατό το σύνολο είχε έναν κοινό σκοπό.

Προσπαθούσα εγώ, αλλά η θυσία υπήρχε και στους άλλους, άσχετα αν πίστευαν ή όχι στην άλλη ζωή.

«Γιατί να σκοτωθή ο άλλος; είναι οικογενειάρχης», έλεγαν, και πήγαιναν αυτοί σε μια επικίνδυνη επιχείρηση.

Η θυσία που έκαναν αυτοί είχε μεγαλύτερη αξία από την θυσία που έκανε ένας πιστός.

Ό πιστός πίστευε στην θεία δικαιοσύνη, στην θεία ανταπόδοση, ενώ αυτοί δεν γνώριζαν ότι δεν πάει χαμένη η θυσία που έκαναν και ότι θα έχουν να λάβουν γι' αυτήν στην άλλη ζωή.

Στην Κατοχή, τότε με τον Δαβάκη, οι Ιταλοί είχαν κάνει συλλήψεις νέων αξιωματικών, τους έβαλαν σε ένα καράβι και τους βούλιαξαν.

Υστερα, τους πρώτους που έπιασαν, τους βασάνισαν, για να μαρτυρήσουν ποιοί έχουν όπλα.

Εκεί να δήτε κοσμικοί άνθρωποι τι θυσία έκαναν!

Στην Κόνιτσα, κοντά στο σπίτι μας, εκεί που έχτισαν τώρα τον Ναό του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού, πρώτα ήταν τζαμί.

Τους έκλειναν μέσα στο τζαμί και τους έδερναν όλη την νύχτα με βούρδουλα που είχε επάνω κολτσίδες όλο αγκάθια ή με καλώδια γδαρμένα• έβγαιναν έξω τα σύρματα, έδεναν και στην άκρη μολύβια και μ' αυτά τους χτυπούσαν και αυτό το ατσαλένιο σύρμα πήγαινε και έγδερνε το δέρμα.

Για να μην άκούγωνται οι φωνές, τραγουδούσαν ή έβαζαν μουσική. Από 'δω βγήκε το «ξύλο μετά μουσικής».

Τους κρεμούσαν και ανάποδα και έβγαζαν οι καημένοι αίμα από το στόμα, αλλά δεν μιλούσαν, γιατί σκέφτονταν:

«Αν μαρτυρήσουμε εμείς - ήξεραν ποιοι είχαν ντουφέκια -, ύστερα Θά χτυπούν τον καθέναν, για να μαρτυρήση».

Γι' αυτό οι πρώτοι είπαν:

«Ας πεθάνουμε εμείς, για να τους αποδείξουμε ότι δεν έχουν οι άλλοι ντουφέκια».

Και ήταν μερικοί που για μια οκά ή για πέντε οκάδες αλεύρι έλεγαν ότι ο τάδε π.χ. έχει δύο ντουφέκια.

Πεινούσε ο κόσμος και πρόδιδαν τους άλλους.

Όποτε και μερικοί Ιταλοί από ένα τάγμα που ήταν νόθα παιδιά και ήταν βάρβαροι με όλα τα κόμπλεξ που είχαν, έβγαζαν το άχτι τους.
Επαιρναν τα μικρά παιδιά, τα έβαζαν τα καημένα γυμνά πάνω στην μασίνα πού έκαιγε και τα πατούσαν νά καούν.

Τα έκαιγαν, για να μαρτυρήσουν οι γονείς που έχουν το ντουφέκι. «Δεν έχω, δεν έχω», έλεγαν οι μεγάλοι και εκείνοι έκαιγαν τα παιδάκια.

Θέλω να πω, εκείνοι προτίμησαν να πεθάνουν, αν και ήταν κοσμικοί άνθρωποι, για να μη φάνε και οι άλλοι ξύλο ή για να μην τους σκοτώσουν.

Με αυτόν τον τρόπο έσωσαν πολύ κόσμο.

Ετσι από μερικά παλληκάρια κρατήθηκε το Έθνος!

Όσοι πεθαίνουν παλληκαρίσια, δεν πεθαίνουν.

Αν δεν ύπάρχη ηρωισμός, δεν γίνεται τίποτε. Και να ξέρετε, ο πιστός είναι και γενναίος.

Ό Μακρυγιάννης ο καημένος τί τράβηξε! Και σε τι χρόνια!



- «Κάπνισαν τα μάτια μου», λέει κάπου, Γέροντα.


- Ναι, κάπνισαν τα μάτια του. Από την ένταση και την αγωνία που είχε, ήταν σαν να έβγαζαν υδρατμούς τα μάτια του.

Βρέθηκε σ" εκείνη την κατάσταση και από πόνο και αγάπη θυσιαζόταν συνέχεια.

Δεν σκέφθηκε, δεν υπολόγισε ποτέ τον εαυτό του.

Δεν φοβήθηκε μην τον σκοτώσουν, όταν αγωνιζόταν για την πατρίδα.

Ο Μακρυγιάννης ζούσε πνευματικές καταστάσεις.

Αν γινόταν καλόγερος, πιστεύω ότι από τον Αγιο Αντώνιο δεν θα είχε μεγάλη διαφορά.

Τρεις χιλιάδες μετάνοιες έκανε και είχε και τραύματα και πληγές. Ανοιγαν οι πληγές του, έβγαιναν τα έντερα του, όταν έκανε μετάνοιες, και τα έβαζε μέσα.

Τρεις δικές μου μετάνοιες κάνουν μία δική του. Έβρεχε το πάτωμα με τα δάκρυα του.

Εμείς, αν ήμασταν στην θέση του, θα πηγαίναμε στο νοσοκομείο να μας υπηρετούν.

Θα μας κρίνουν οι κοσμικοί!


ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Sat Jan 07, 2012 8:54 pm

Image



Οποιος δεν υπολογίζει τον εαυτό του δέχεται Θεϊκή δύναμη



- Γέροντα, κινδυνεύσατε καμμιά φορά στον πόλεμο;

- Ω, μιά καi δυό; Τα σκέφτομαι τώρα πως βοηθούσε ο Θεός και συγκλονίζομαι.

Τότε δεν τα σκεφτόμουν. Ειδικά τον θάνατο δεν τον σκεφτόμουν καθόλου.

Οταν είσαι αποφασισμένος για τον θάνατο, δεν φοβάσαι τίποτε.

Η απόφαση για τον θάνατο ισοδυναμεί με χίλιους φύλακες.

Ο θάνατος είναι ασφάλεια.

Στον πόλεμο οι ιεροί λόχοι έχουν την νεκροκεφαλή• είναι αποφασισμένοι να πεθάνουν.

Οποιος δέν υπολογίζει τον εαυτό του για το καλό του άλλου ή για το κοινό καλό, δέχεται μέσα του θεϊκή δύναμη.

Και να δήτε, αν κινηθή κανείς με θυσία, ο Θεός τον σκεπάζει


Θυμάμαι, μιά φορά είχαμε οχυρωθή πίσω από έναν βράχο.

Εγώ είχα σκάψει ένα λακκάκι και είχα κρυφτή λίγο.

Έρχεται ο ένας και μου λέει «να μπω κι εγώ»• έρχεται ο άλλος, μου λέει «να μπω κι εγώ».

Τους άφησα να μπουν, αφού μου το ζητούσαν και έμεινα εγώ έξω.

Το βράδυ, όταν έπεφταν τα πολλά βλήματα, με παίρνει ένα βλήμα ξυστά στο κεφάλι. Φορούσα κουκούλα• δεν φορούσα κράνος.

«Παιδιά, φωνάζω, με χτύπησε βλήμα!».

Πιάνω με το χέρι μου το κεφάλι, δεν βλέπω αίματα• το ξαναπιάνω, τίποτε.

Το βλήμα είχε περάσει ξυστά από το κεφάλι μου και είχε κουρέψει μόνον από μπρος προς τα πίσω τα μαλλιά μου και είχε σχηματισθή μιά λωρίδα έξι πόντους φάρδος χωρίς μαλλιά!

Εσείς δεν περάσατε δύσκολα χρόνια, κατοχές, δεν είδατε πόλεμο, εχθρούς κ.λπ. - εύχομαι να μη δήτε - και ούτε καταλαβαίνετε από αυτά.

Τα χρόνια όμως αυτά είναι σαν μια χύτρα που βράζει και σφυρίζει.

Θέλει μια σκληραγωγία, μια παλληκαριά και έναν ανδρισμό. Αν τυχόν γίνη κάτι, κοιτάξτε μη βρεθήτε τελείως απροετοίμαστες.

Να ετοιμασθητε από τώρα, για να μπορέσετε να αντιμετωπίσετε μιά δυσκολία.

Και ο Χριστός τί είπε; «Γίνεσθε έτοιμοι» δεν είπε; (1)

Σήμερα που ζούμε σε τέτοια δύσκολα χρόνια, για έναν λόγο παραπάνω, τρεις φορές πρέπει να είμαστε έτοιμοι.

Δεν είναι μόνον ο αιφνίδιος θάνατος που μπορεί να αντιμετωπίσουμε, είναι και άλλοι κίνδυνοι.

Να φύγη λοιπόν το βόλεμα του εαυτού μας. Νά δουλεύη το φιλότιμο. Να υπάρχη το πνεύμα της θυσίας.

Τώρα βλέπω σαν να είναι κάτι που πάει να γίνη και συνέχεια αναβάλλεται.

Ολο αναβολές μικρές. Ποιος τις κάνει; Ο θεός σπρώχνει; Άντε ακόμη έναν μήνα, δύο μήνες!...

Η υπόθεση έτσι πάει. (2) 'Αλλά, επειδή δεν ξέρουμε τι μας περιμένει, όσο μπορείτε, να καλλιεργήσετε την αγάπη.

Αυτό είναι το κυριώτερο απ' όλα: να έχετε μεταξύ σας αγάπη αληθινή, αδελφική, όχι ψεύτικη.

Πάντα, όταν υπάρχη το καλό ενδιαφέρον, ο πόνος, η αγάπη, ενεργεί κανείς σωστά.

Η καλωσύνη, η αγάπη, είναι δύναμη.

Οσο μπορείτε να έχετε εχεμύθεια και να μην ξανοίγεσθε• ο ένας θα το πη στον άλλον, και ο άλλος στον άλλον, και τι βγήκε;

Μπορεί ακόμη και από μιά χαζομάρα να κάνετε κακό και να χτυπήσετε μετά το κεφάλι στον τοίχο.

Να βλέπατε στον στρατό εχεμύθεια!

Πρώτη δουλειά, αν κινδύνευες να σε πιάσουν, ήταν να καταστρέψης τα διακριτικά στοιχεία.

Εκοβες τα στοιχεία κομματάκια, για να τα καταπιής. Μιά φορά που βρέθηκα σε δυσκολία, τα κατάπια.

Γιατί, αν τα έπαιρναν οι αντάρτες, μάθαιναν ότι στο τάδε μέρος υπάρχει στρατός, έχει ανάγκη από τροφές κ.λπ., έστελναν αυτοί σήμα στο κέντρο, οπότε ερχόταν η αεροπορία και έρριχνε σ' αυτούς τρόφιμα και βομβάρδιζε τον στρατό.

Κατάλαβες; Παρουσιάζονταν αυτοί για στρατός.

Αν σε έπιαναν και ήσουν ασυρματιστής, σου έβγαζαν τα νύχια με την τανάλια, για να μαρτυρήσης τα διακριτικά.

Και προτιμούσες να σου βγάλουν τα νύχια, παρά να προδώσης. Του άλλου του έκαψαν τις μασχάλες, για να παραδώση επιστολή, και δεν ομολόγησε- έμεινε παράλυτος.

Δεν ομολόγησε, γι' αυτό και έγινε όμολογητής.

Γυναίκες μετέφεραν μέσα στα σαμάρια έγγραφα αποφασισμένες να πεθάνουν.

Ό θάνατος στον πόλεμο πολύ εξιλεώνει, γιατί θυσιάζεται κανείς, για να προστατεύση τους άλλους.

Εκείνοι πού θυσιάζουν την ζωή τους από καθαρή αγάπη, για να προστατεύσουν τους συνανθρώπους τους, μιμούνται τον Χριστό.

Αυτοί είναι οι μεγαλύτεροι ήρωες, διότι τους τρέμει ακόμη και ο θάνατος, επειδή αψηφούν τον θάνατο από αγάπη,


και έτσι κερδίζουν την αθανασία, παίρνοντας το κλειδί της αιωνιότητος κάτω από την πλάκα του τάφου, και προχωρούν ελαφρά στην αιώνια μακαριότητα.



ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Ματθ. 24,44 καί Λουκ. 12,40
(2) Ειπώθηκαν τόν Νοέμβριο του 1984.
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Sun Jan 08, 2012 8:00 pm

Image



Ολη η ζωή του μοναχού είναι μια θυσία


Τον μοναχό τον βοηθάει φυσιολογικά όλη ή ζωή του να έχη την αγάπη, την θυσία.

Ξεκίνησε να πεθάνη για τον Χριστό. Ξεκίνησε δηλαδή για την θυσία.

Δεν έχει καί υποχρεώσεις, γι' αυτό επιβάλλεται ο μοναχός να καλλιεργή το πνεύμα της Θυσίας.

Ό λαϊκός δεν ξεκίνησε να πεθάνη για τον Χριστό. Υστερα έχει και υποχρεώσεις.

Σκέφτεται την οικογένεια του, τα παιδιά του, γι' αυτό έχει ελαφρυντικά και δικαιολογείται. Π.χ. σε έναν πόλεμο, ένας που έχει οικογένεια
πάει να αποφύγη τον κίνδυνο, για να μη μείνουν τα παιδιά του στον δρόμο.

Δεν υπολογίζει ότι, αν αποφύγη εκείνος, ίσως σκοτωθή κάποιος άλλος που έχει και εκείνος παιδιά.

Τέλος πάντων, εκεί υπάρχει τουλάχιστον ένα ενδιαφέρον για την οικογένεια του.

Σου λέει: «Τα παιδιά μου να μη μείνουν στον δρόμο». Μπορεί να μην πιστεύη κιόλας στην άλλη ζωή και πάει να γλυτώση αυτήν την ζωή.


- Δηλαδή, Γέροντα, ο μοναχός πρέπει νά θυσιάζη συνέχεια τον εαυτό του.

- Κοίταξε, δεν είπαμε ότι όλη η ζωή του μοναχού είναι μιά θυσία;

Ε, τί κάνουμε αλλιώς; Αν χωλαίνη σ' αυτό το θέμα ο μοναχός, τότε δεν είναι μοναχός.

Μετά τι πνευματικά να πής; Δεν χωράνε τα πνευματικά, όταν δεν ύπάρχη θυσία. Όσα πνευματικά και αν κάνη από εκεί και πέρα ο μοναχός, τίποτε δεν είναι.

Στο Αγιον Όρος αυτά τα πνευματικά τα λένε «κουκουσκιάχτικα». Δηλαδή δεν μπορεί να διώξη δαιμόνια ο καλόγερος που κάνει τέτοια πνευματικά• ίσα - ίσα τα κοράκια διώχνει.

Οταν ο άνθρωπος παίρνη στα ζεστά τον αγώνα που έχει να κάνη σ' αυτήν την ζωή, υπάρχει και η θεία φλόγα μέσα του.

Αμα λείπη αυτή η θεία φλόγα, είναι άχρηστος. Αυτή είναι που του δίνει χαρά, του δίνει παλληκαριά, του δίνει φιλότιμο. Είναι αυτό που είπε ο Κύριος: «Πυρ ήλθον βαλείν» (1).

Οταν υπάρχη αυτό το θείο πυρ, τότε και η ψαλμωδία και η προσευχή του είτε για τον εαυτό του είτε για τους άλλους έχει αποτελέσματα. ιδίως η γυναικεία καρδιά, όταν εξαγνισθή, έχει μεγάλη δύναμη. Και στην προσευχή πολύ προχωράει. Ραντάρ γίνεται.

Οποιος δεν έχει φιλότιμο, θυσία, θα έχη ή κοσμική χαρά ή κοσμική στενοχώρια• αγαλλίαση πνευματική δεν μπορεί να νιώση.

Γι' αυτό λέω να καλλιεργήσετε την θυσία, την αδελφοσύνη.


Να απόκτηση καθεμία κατάσταση πνευματική, για να μπορή να τα βγάλη πέρα μόνη της σε μια δύσκολη περίσταση.

Αν δεν έχη κανείς πνευματική κατάσταση, δειλιάζει, επειδή αγαπάει τον εαυτό του. Μπορεί και τον Χριστό να άρνηθή, να Τον προδώση.

Πρέπει να είστε αποφασισμένες να πεθάνετε.

Εδώ κοσμικοί άνθρωποι θυσιάζονται, που ούτε και στον Παράδεισο πιστεύουν. Εμείς πιστεύουμε ότι τίποτε δεν πάει χαμένο και η θυσία μας έχει νόημα.

Οι κοσμικοί να έχουν άγνοια από όλα και να θυσιάζωνται, να κινδυνεύουν, για να προφυλάξουν τον άλλον, και οι μοναχοί να μη θυσιάζωνται;

Εμείς ξεκινάμε για την αγάπη του Χριστού να πεθάνουμε, υποχρεώσεις δεν έχουμε, αν δεν έχουμε και θυσία, τότε τί κάνουμε; Θα μας γελάν και τα μυρμήγκια μετά!

Είδες μυρμήγκια να κοροϊδεύουν τους ανθρώπους; Κοροϊδεύουν τους τεμπέληδες!


- Γέροντα, ενδέχεται να έχω προθυμία να εξυπηρετώ και να μην έχω αγνά ελατήρια;

- Αυτό φαίνεται. Οταν δεν είναι αγνά τα ελατήρια, η ψυχή δεν βρίσκει ανάπαυση. Οπότε το καταλαβαίνει και προσπαθεί να τα εξαγνίση.

Μου έκανε εντύπωση μιά ψυχή που ήρθε αυτές τις μέρες. Οταν μαθαίνη ότι κάποιος είναι άρρωστος και υποφέρει, δεν μπορεί να κοιμηθή, πονάει και κλαίει. Και ζη μέσα στον κόσμο.

Το είπε σε κάποιον και της είπε: «Μπορεί να είναι του πειρασμού».

Γίνεται να είναι αυτό του πειρασμού; Μόνον όταν το κάνη κανείς επιδεικτικά, μπορεί να τον ξεγελάη ο πειρασμός και να ζη μιά λανθασμένη κατάσταση.

Να βγάζετε τον εαυτό σας από τις ενέργειες σας.

Ο άνθρωπος,όταν βγαίνη από τον εαυτό του, βγαίνει από την γη. Κινείται σε άλλη ατμόσφαιρα.

Οσο παραμένει στον εαυτό του, δεν μπορεί να γίνη ουράνιος άνθρωπος. Δεν γίνεται πνευματική ζωή χωρίς θυσία. Να θυμάστε και λίγο ότι υπάρχει θάνατος.


Μιά που θα πεθάνουμε, να μην προσέχουμε και τόσο πολύ τον εαυτό μας. Οχι να μην προσέχουμε και να παθαίνουμε ζημιές, αλλά όχι να προσκυνούμε και την ανάπαυση!

Ούτε λέω να ρίχνη κανείς τον εαυτό του στους κινδύνους, αλλά να έχη λίγο ηρωισμό, βρε παιδάκι μου!

Οι ήρωες με τι παλληκαριά αντιμετώπιζαν στον αγώνα τον θάνατο!

Μου έλεγε ένας μοναχός που ήταν μαζί με τον Κονδύλη - ο Κονδύλης ήταν πατριώτης, ήρωας:

Οταν οι Έλληνες με τον πόλεμο στην Μικρά Ασία είχαν κάνει αποβίβαση κοντά στην Πόλη, ο Κονδύλης μέσα στο καράβι, μόλις είδε από μακριά την Πόλη, έκανε σαν τρελλός.

«Βρε παιδιά, θα πεθάνουμε που θα πεθάνουμε, φώναζε. Τί σήμερα, τί αύριο! Να πεθάνουμε παλληκαρίσια, βρε παιδιά! Ας πεθάνουμε ήρωες για την πατρίδα».

Δεν είχε υπομονή ούτε να προσεγγίσουν στην ξηρά. Από την αγωνία, από την λαχτάρα που είχε, δεν είδε ότι το καράβι δεν είχε ακουμπήσει ακόμη στην ξηρά, πήδηξε και έπεσε μέσα στην θάλασσα! Τόσο πολύ! Δεν ήξερε και κολύμπι, έτρεξαν, τον έβγαλαν.


- Γέροντα, μας είπατε να προσπαθήσουμε να μην είναι ο εαυτός μας σε κάθε μας ενέργεια. Πώς θα γίνη αυτό;


- Εσείς όλα έτοιμα τα θέλετε. Τί θα πη βγάζω τον εαυτό μου; Πότε βγάζω τον εαυτό μου;

Πώς θα βγάλουμε τον εαυτό μας από την αγάπη μας; Πώς θα λαμπικάρουμε την αγάπη μας;

Οσο δεν υπολογίζω τον εαυτό μου, τόσο βγάζω τον εαυτό μου.

Και όταν κόβουμε το θέλημα, την αδυναμία, την ανάπαυση μας, και τότε βγάζουμε τον εαυτό μας.

Και με την υπακοή και με την σιωπή πολλά εξαφανίζονται από τον εαυτό μας.

Και όταν δεν εχη ιδιοτέλεια η αγάπη μας, πάλι βγάζουμε τον εαυτό μας, αλλά πρέπει να έχη και θυσία η αγάπη μας.


Το καταλαβαίνετε αυτό;



ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Λουκ. 12,49
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Mon Jan 09, 2012 9:48 pm

Image



ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ, ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3

Η παλληκαριά γεννιέται από την εμπιστοσύνη στον Θεό


Η παλληκαριά δεν έχει βαρβαρότητα




Τα ανδραγαθήματα τα κάνουν αυτοί που έχουν παλληκαριά, μεγάλη καρδιά - όχι μεγάλο μπόι και είναι αποφασισμένοι να θυσιασθούν.

Και στον πόλεμο, όσοι έχουν παλληκαριά, επειδή έχουν καλωσύνη, δεν σκοτώνουν, γιατί η παλληκαριά δεν έχει βαρβαρότητα.

Ρίχνουν γύρω-γύρω από τον εχθρό και τον αναγκάζουν να παραδοθή.

Ο καλός προτιμάει να σκοτωθή εκείνος παρά να σκοτώση. Και όταν κανείς έχη τέτοια διάθεση, δέχεται θεϊκές δυνάμεις.

Οι κακοί είναι φοβητσιάρηδες, άνανδροι, θρασύδειλοι• φοβούνται και τον εαυτό τους και τους άλλους, γι' αυτό ρίχνουν συνέχεια από φόβο.

Τότε με τον ανταρτοπόλεμο, όταν υπηρετούσα στον στρατό, είχαμε πάει μιά φορά σε ένα χωριό.

«Δεν είναι εδώ κανείς από τους συμμορίτες, μας είπαν, έχουν φύγει όλοι. Μόνο μιά τρελλή γυναίκα έμεινε».

Ενας λοιπόν την είδε από μακριά και έρριξε μιά-δυό ριπές με το οπλοπολυβόλο! Η καημένη φώναξε «τί σας έκανα;», και ύστερα έπεσε κάτω.


- Από τον φόβο του το έκανε;


- Ναι, από τον φόβο του. Ενας τέτοιος άνθρωπος θέλει την εύκολη λύση για τον εαυτό του.

Για να είναι σίγουρος, λέει: «Καλύτερα να τον ξεκάνω τον εχθρό».

Ό λιγότερο φοβητσιάρης είναι και λιγότερο κακός. Θα κοιτάξη να τον αχρηστέψη τον εχθρό, να του σπάση λ.χ. το πόδι, το χέρι• δεν θα τον ξεκάνη.

Άλλο ανδρισμός, λεβεντιά, και άλλο κακότητα, εγκληματικότητα.

Δεν είναι ανδρισμός να πιάνης τους εχθρούς, τους αιχμαλώτους, και να τους σφάζης.

Ανδρισμός θα πη να πιάσω τον εχθρό, να του σπάσω το ντουφέκι και μετά να τον αφήσω ελεύθερο. Ο πατέρας μου έτσι έκανε.

Οταν έπιανε τους Τσέτες (1) που έκαναν επιδρομές στα Φάρασα, έπαιρνε τα ντουφέκια τους, τα έσπαζε και τους έλεγε: «Είστε γυναίκες• δεν είστε άνδρες». Υστερα τους άφηνε ελεύθερους.

Μια φορά ντύθηκε χανούμισσα, πήγε στο λημέρι τους και ζήτησε τον καπετάνιο.

Προηγουμένως είχε συνεννοηθή με τα παλληκάρια του, να επιτεθούν αμέσως μετά το σύνθημα που θα τους έδινε.

Οταν οι Τσέτες τον πήγαν στον καπετάνιο, του είπε: «Διώξε τους άνδρες σου, για να μείνουμε μόνοι μας».

Μόλις έμειναν οι δυο τους, του άρπαξε το ντουφέκι, το έσπασε και του είπε: «Τώρα εσύ είσαι γυναίκα• εγώ είμαι ο Έζνεπίδης (2)».

Εδωσε τότε το σύνθημα, όρμησαν τα παλληκάρια του και έδιωξαν τους Τσέτες από το χωριό.

Για να κάνη κανείς προκοπή, πρέπει να έχη παλαβή φλέβα, με την καλή έννοια.

Ανάλογα πως θα αξιοποίηση την παλαβή φλέβα, θα γίνη ή άγιος ή ήρωας.

Αν όμως δεν βοηθηθή και παρασυρθή, μπορεί να γίνη εγκληματίας.

Ενας που δεν έχει παλαβή φλέβα δεν μπορεί να γίνη ούτε άγιος ούτε ήρωας.

Γι' αυτό χρειάζεται να πάρη μπρος, μέσα μας η μηχανή, να δούλεψη η καρδιά, η παλληκαριά. Η καρδιά πρέπει να παλαβώση.

Γνωρίζω πολλούς στρατιωτικούς που αποστρατεύθηκαν και είναι όλο σκασίλα.

Μερικοί θέλουν να γίνη πόλεμος, για να ασχοληθούν - τόσο πολύ ! - ενώ άλλος, μόλις τον καλούν για επιστράτευση, τρέμει ή άλλος κάνει τον τρελλό, για να μην υπηρέτηση.

Πόσοι απόστρατοι μου λένε ότι θέλουν να πάνε επάνω στην Βοσνία να πολεμήσουν.

Δεν έχουν αξιοποιήσει την παλληκαριά τους στην πνευματική ζωή, γι' αυτό, όταν ακούν για πόλεμο, χαίρονται να πάνε να πολεμήσουν.

Αυτοί που έχουν τόση δύναμη, αν είχαν γνωρίσει την πνευματική ζωή, ξέρεις τι άσκηση, τι αγώνες θα έκαναν; Άγιοι θα ήταν.



ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Τούρκοι αντάρτες.
(2) Το επώνυμο του Γέροντα.
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Tue Jan 10, 2012 8:04 pm

Image



ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ

«Η βοήθεια του Θεού δεν εμποδίζεται ούτε από ανθρώπους ούτε από δαίμονες.
Δεν είναι τίποτε δύσκολο για τον Θεό ούτε για έναν Άγιο.
Το εμπόδιο σ' εμάς τους ανθρώπους είναι η ολιγοπιστία, με την οποία εμποδίζουμε τις μεγάλες θείες δυνάμεις να μας πλησιάσουν».




ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η πρόνοια του Θεού για τον άνθρωπο

«Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού»(1)




- Γέροντα, ο Αββάς Μακάριος λέει ότι ο Θεός μας δίνει τα ουράνια Αγαθά (2), και αυτό το πιστεύουμε. Πρέπει να πιστεύουμε ότι θα μας δώση και τα επίγεια, που δεν είναι τόσο σημαντικά;

- Ποια επίγεια;


- Ό,τι μας χρειάζεται.

- Ναι, καλά το είπες. Ο Θεός αγαπάει το πλάσμα Του, την εικόνα Του, και το φροντίζει γι’ αυτά που του χρειάζονται.


- Αυτό πρέπει να το πιστεύη ο καθένας και να μην ανησυχεί;

- Αν δεν το πιστεύη και παλεύη μόνος του να τα απόκτηση, θα ταλαιπωρήται.

Μα και αν ο Θεός δεν δώση αυτά τα επίγεια, τα υλικά πράγματα, δεν θα στενοχωρηθή ο άνθρωπος που ζη πνευματικά.

Αν ζητάμε πρώτα την Βασιλεία του Θεού και αυτή είναι η μόνη μέριμνα μας, όλα τα άλλα θα μας δοθούν. Θα αφήση ο Θεός το πλάσμα Του;


Το μάννα που έρριχνε ο Θεός καθημερινά στους Ισραηλίτες στην έρημο, αν το κρατούσαν για την άλλη μέρα, σάπιζε (3).

Έτσι τα οικονόμησε ο Θεός, για να έχουν εμπιστοσύνη στην
θεία πρόνοια.

Ακόμη το «ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού» δεν το έχουμε
καταλάβει. Ή πιστεύουμε η δεν πιστεύουμε.

Όταν πήγα να μείνω στο Σινά, δεν είχα τίποτε. Δεν σκέφθηκα όμως καθόλου τι θα γίνω στην έρημο μέσα σε άγνωστους ανθρώπους, τι θα φάω, πως θα ζήσω.

Το ασκητήριο της Αγίας Επιστήμης, όπου θα έμενα, ήταν χρόνια εγκαταλελειμμένο, ακατοίκητο.

Επειδή δεν ήθελα να επιβαρύνω το μοναστήρι, δεν ζήτησα τίποτε.
Μου έφεραν λίγο ψωμί από το μοναστήρι και το γύρισα πίσω.

Γιατί να ανησυχήσω, αφού ο Χριστός είπε: «Ζητείτε πρώτον την Βασιλείαν του Θεού»;

Το νερό και αυτό ήταν ελάχιστο. Ούτε εργόχειρο ήξερα, για να πης πως θα δούλευα και θα έβγαζα το ψωμί μου.

Το μόνο εργαλείο που είχα ήταν ένα ψαλίδι. Το χώρισα στα δύο, το
ακόνισα σε μια πέτρα, πήρα και ένα ξύλο και άρχισα να φτιάχνω ξυλόγλυπτα εικονάκια.

Δούλευα και έλεγα και την ευχή. Γρήγορα εξασκήθηκα.

Έφτιαχνα συνέχεια το ίδιο σχέδιο, και την δουλειά που θα έκανα σε πέντε μέρες, την έκανα σε έντεκα ώρες, και όχι μόνο δεν στερήθηκα, αλλά βοηθούσα και τα Βεδουϊνάκια.

Για ένα διάστημα έκανα εργόχειρο αρκετές ώρες την ημέρα.

Ύστερα είχα φθάσει σε μια κατάσταση που δεν ήθελα να κάνω εργόχειρο, αλλά έβλεπα και την ανάγκη που είχαν τα Βεδουϊνάκια.

Ένα σκουφί και ένα ζευγάρι πέδιλα να τους έδινες, ήταν γι' αυτά πολύ μεγάλη ευλογία...

Μου πέρασε λοιπόν ο λογισμός: «Ήρθα εδώ, για να βοηθώ τους Βεδουίνους ή για να κάνω προσευχή για όλον τον κόσμο;».

Έτσι αποφάσισα να περιορίσω την δουλειά, για να είμαι πιο απερίσπαστος και να προσεύχωμαι περισσότερο.

Και μήπως περίμενα από πουθενά βοήθεια; Οι Βεδουίνοι δεν είχαν οι ίδιοι να φάνε. Το μοναστήρι ήταν μακριά. Από την άλλη μεριά έρημος.

Την ίδια μέρα όμως που περιόρισα την δουλειά, για να διαθέσω περισσότερο χρόνο στην προσευχή, έρχεται κάποιος και με βρίσκει έξω από τό ασκητήριο και μου λέει:

«Να, πάρε αυτές τις εκατό λίρες, για να βοηθάς τα Βεδουϊνάκια και να μη βγαίνης από το πρόγραμμα σου και να προσεύχεσαι»!

Δεν άντεξα. Τον άφησα μόνον του για ένα τέταρτο και πήγα λίγο μέσα.

Μου είχε δημιουργήσει τέτοια κατάσταση η πρόνοια και η αγάπη του Θεού, που δεν μπορούσα να συγκρατήσω τα δάκρυα
μου.

Βλέπεις πως ο Θεός οικονομάει, όταν υπάρχη η καλή διάθεση; Γιατί εγώ πόσα θα τους έδινα;

Εδινα σε ένα, ερχόταν το άλλο, «εμένα δεν μού έδωσες, Πάτερ!», έλεγε, ύστερα ερχόταν άλλο, «εμένα δέν μου έδωσες, Πάτερ!».


- Γιατί, Γέροντα, ενώ πολλές φορές έχουμε νιώσει την παντοδυναμία του Θεού, δεν βλέπουμε την πρόνοια Του για μας;

- Είναι παγίδα του διαβόλου. Ο διάβολος ρίχνει στάχτη στα μάτια του άνθρωπου, για να μη δη την πρόνοια του Θεού.

Γιατί, όταν δη ο άνθρωπος την πρόνοια του Θεού, θα μαλακώση η γρανιτένια καρδιά του, θα γίνη ευαίσθητη και θα ξεσπάση σε δοξολογία, και αυτό δεν συμφέρει στον διάβολο.




ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Ματθ. 6, 33
(2) Βλ. Μακαρίου του Αιγυπτίου, Όμιλίαι Πνευματικαί, PG 34, 460D-461A καί 465D-468A.
(3) Βλ. Εξ. 16, 19-20.
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Wed Jan 11, 2012 8:34 pm

Image



Ο άνθρωπος συχνά κανονίζει χωρίς τον Θεό



Κάποιος είχε κάνει μια μονάδα ιχθυοτροφείου και όλη μέρα έλεγε «δόξα σοι ο Θεός», γιατί έβλεπε συνέχεια την πρόνοια του Θεού.

Μου έλεγε ότι το ψαράκι, από την στιγμή που θα γονιμοποιηθη και είναι μικρό σαν το κεφαλάκι της καρφίτσας, έχει και ένα σακκουλάκι με υγρό, για να τρέφεται, μέχρι να μεγαλώση και να μπορή να πιάνη κανέναν μικροοργανισμό από το νερό.

Του έχει δηλαδή και την «κομπανία»(1) του ο Θεός!

Και αν γι' αυτά προνοή ο Θεός, πόσο μάλλον για τον άνθρωπο!

Αλλά ο άνθρωπος συχνά κανονίζει και αποφασίζει για όλα χωρίς τον Θεό.


«Θα κάνω, λέει, δύο παιδιά». Τον Θεό δεν Τον βάζει στον λογαριασμό.

Γι' αυτό και γίνονται τόσα ατυχήματα και σκοτώνονται τόσα παιδιά.

Έχουν οι περισσότεροι δυο παιδιά, το ένα χτυπάει με το αυτοκίνητο, το άλλο αρρωσταίνει και πεθαίνει, και δεν έχουν μετά κανένα παιδί.

Όταν οι γονείς, οι συνδημιουργοί του Θεού, δυσκολεύωνται, μετά από τις προσπάθειες που κάνουν να οικονομήσουν τα παιδιά τους, πρέπει ταπεινά να ζητήσουν και την βοήθεια του Μεγάλου Δημιουργού απλώνοντας τα χέρια τους προς τα πάνω.

Τότε χαίρεται και ο Θεός που βοηθάει, χαίρεται και ο άνθρωπος που βοηθιέται.

Το διάστημα που ήμουν στην Μονή Στομίου, γνώρισα έναν πολύτεκνο οικογενειάρχη που ήταν αγροφύλακας σε ένα χωριό της Ηπείρου, απόσταση τεσσερισήμισι ώρες με τα πόδια από την Κόνιτσα, όπου έμενε η οικογένεια του. Είχε εννέα παιδιά.

Επειδή ο δρόμος για το χωριό περνούσε έξω από το μοναστήρι, ο αγροφύλακας αυτός ερχόταν, και όταν πήγαινε στην υπηρεσία του, αλλά και όταν επέστρεφε.

Όποτε επέστρεφε από το χωριό, για να πάη στο σπίτι του, με παρακαλούσε να άνάψη ο ίδιος τα κανδήλια.

Αν και έχυνε κάτω λάδια, τον άφηνα να τα ανάβη• προτιμούσα να καθαρίσω μετά τις πλάκες τού Ναού, παρά να τον λυπήσω.

Όταν έφευγε από το μοναστήρι, τριακόσια μέτρα περίπου πιο έξω, έρριχνε πάντα μια ντουφέκια!

Αυτό δεν μπορούσα να το εξηγήσω, γι' αυτό αποφάσισα να τον παρακολουθήσω από την στιγμή που θα έμπαινε μέσα στον Ναό μέχρι να πάρη τον δρόμο για την Κόνιτσα.

Άναβε λοιπόν πρώτα τα κανδήλια μέσα στον Ναό και ύστερα έβγαινε στον νάρθηκα.

Αφού άναβε και εκεί την κανδήλα που ήταν πάνω από την είσοδο, μπροστά στην εικόνα της Παναγίας, βουτούσε το δάκτυλο του στην κανδήλα, γονάτιζε, άπλωνε τα χέρια του προς την εικόνα και έλεγε:

«Παναγία μου, εννιά παιδιά έχω• οικονόμησε τα λίγο κρέας».

Άλειφε στην συνέχεια το στόχαστρο στην κάννη του ντουφεκιού με το λαδάκι που είχε στο δάκτυλο, και έφευγε.

Τριακόσια μέτρα έξω από την μονή, όπου υπήρχε μια μουριά, τον περίμενε ένα αγριοκάτσικο.

Έρριχνε, όπως ανέφερα, μια ντουφέκια, το σκότωνε, το κατέβαζε κάτω σε μια σπηλιά, το έγδερνε και το πήγαινε στα παιδιά του.

Αυτό γινόταν κάθε φορά που θα επέστρεφε από την δουλειά του.

Θαύμασα την πίστη του αγροφύλακα και την πρόνοια της Παναγίας.

Μετά από είκοσι πέντε χρόνια ήρθε και με βρήκε στο Αγιον Όρος.

Κάποια στιγμή τον ρώτησα αυθόρμητα: «Τι κάνουν τα παιδιά σου; Πού βρίσκονται;».

Και εκείνος άπλωσε πρώτα το χέρι του προς τον Βορρά και είπε «άλλα στην Γερμανία» και μετά άπλωσε το χέρι του προς τον Νότο και είπε «και άλλα στην Αυστραλία• δόξα τω Θεώ έχουν την υγειά τους».

Διατηρούσε αυτός ο άνθρωπος και την πίστη του, αλλά και τον εαυτό του αγνό από άθεες ιδεολογίες, γι' αυτό και ο Θεός δεν τον άφησε.




ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Κομπανία: εφοδιασμός με τρόφιμα
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

Re: Μηνύματα, Μαρτυρίες και Αποκαλύψεις από την Παναγούδα

Unread postby XAPA » Thu Jan 12, 2012 8:56 pm

Image



Ευλογίες της θαυμαστής πρόνοιας του Θεού




- Μερικές φορές, Γέροντα, έχω μια επιθυμία, και ο Θεός μου την εκπληρώνει, χωρίς να Του το ζητήσω. Πώς γίνεται αυτό;

- Οικονομάει ο Θεός. Βλέπει τις ανάγκες, τις επιθυμίες μας, και, όταν κάτι είναι για το καλό μας, μας το δίνει.

Όταν κανείς χρειάζεται σε κάτι βοήθεια, ο Χριστός και η Παναγία βοηθούν.

Ρωτούσαν τον Γέροντα Φιλάρετο (1): «Τί θέλεις, Γέροντα, να σε οικονομήσουμε;». «Ό,τι θέλω η Παναγία θα το στείλη», απαντούσε εκείνος.Και έτσι γινόταν.

Όταν εμπιστευώμαστε τον εαυτό μας στον Θεό, ο Καλός Θεός μας παρακολουθεί και μας οικονομάει.

Σαν καλός οικονόμος δίνει στον καθένα μας ο,τι του χρειάζεται και μας φροντίζει ακόμη και σε λεπτομέρειες για τις υλικές ανάγκες μας.

Και για να καταλάβουμε την φροντίδα Του, την πρόνοια Του, μας δίνει ακριβώς ο,τι μας χρειάζεται.

Να μην περιμένης όμως πρώτα να σου δώση ο Θεός, αλλά εσύ να δώσης όλο τον εαυτό σου στον Θεό.

Γιατί, εάν ζητάς συνέχεια από τον Θεό και δεν αφίνεις τον εαυτό σου με εμπιστοσύνη στον Θεό, αυτό δείχνει ότι έχεις δικό σου σπίτι και αποξενώνεσαι από τις αιώνιες ουράνιες Μονές.

Όσοι άνθρωποι τα δίνουν όλα στον Θεό και δίνονται ολόκληροι σ' Αυτόν, στεγάζονται κάτω από τον μεγάλο τρούλλο του Θεού και
προστατεύονται από την θεία Του πρόνοια.

Η εμπιστοσύνη στον Θεό είναι μια συνεχής μυστική προσευχή, που φέρνει αθόρυβα τις δυνάμεις του Θεού εκεί που χρειάζονται και την ώρα που χρειάζονται, και τότε τα φιλότιμα παιδιά Του Τον δοξολογούν συνέχεια με πολλή ευγνωμοσύνη.

Ό Παπά-Τύχων, όταν είχε πάει στο Καλύβι του Τιμίου Σταυρού, δεν είχε Ναό, αν και του ήταν απαραίτητος.

Ούτε χρήματα είχε για να φτιάξη, παρά μόνο μεγάλη πίστη στον Θεό.

Μια μέρα προσευχήθηκε και ξεκίνησε για τις Καρυές, με την πίστη ότι ο Θεός θα του οικονομούσε τα χρήματα που χρειαζόταν, για να φτιάξη τον Ναό.

Πριν φθάση ακόμη στις Καρυές, τον φώναξε από μακριά ο δίκαιος (2) της Σκήτης του Προφήτη Ηλία.

Όταν πλησίασε ο Παπα- Τύχων, ο δίκαιος του είπε: «Κάποιος καλός Χριστιανός από την Αμερική μου έστειλε αυτά τα δολλάρια, για να τα δώσω σε κανέναν ασκητή που δεν έχει Ναό.

Εσύ δεν έχεις Ναό• πάρ' τα και φτιάξε».

Δάκρυσε ο Παπα-Τύχων από συγκίνηση και ευγνωμοσύνη στον Καλό Θεό που, σαν καρδιογνώστης που είναι, είχε φροντίσει για τον Ναό, πριν ακόμη εκείνος Τον παρακάλεση, ώστε να του έχη έτοιμα τα χρήματα, όταν θά του τα ζητούσε (3).

Όταν κανείς αφήνεται στον Θεό, ο Θεός δεν τον αφήνει.

Και πράγματι, αν χρειασθής αύριο στις δέκα η ώρα κάτι, όταν δεν είναι παράλογο και είναι ανάγκη πραγματική, εννιά και σαράντα πέντε λεπτά ή εννιά και μισή θα το έχη έτοιμο ο Θεός, για να σου το δώση.

Π.χ. σου χρειάζεται ένα κύπελλο στις εννιά η ώρα. Στις εννιά παρά πέντε σου έρχεται το κύπελλο.

Σου χρειάζονται πεντακόσιες δραχμές. Την ώρα που τις θέλεις έρχονται ακριβώς πεντακόσιες δραχμές• ούτε πεντακόσιες δέκα ούτε τετρακόσιες ενενήντα.

Έχω παρατηρήσει ότι, αν μου χρειασθή λ.χ. κάτι αύριο, ο Θεός το έχει προνοήσει από σήμερα• πριν δηλαδή το σκεφθώ εγώ, το έχει σκεφθή ο Θεός πιο νωρίς και το παρουσιάζει την ώρα που το χρειάζομαι.


Γιατί από εκεί που έρχεται, για να φθάση σ' έμενα ακριβώς την ώρα που το χρειάζομαι, βλέπω πόσος χρόνος απαιτείται.

Άρα ό Θεός το φρόντισε νωρίτερα.

Όταν άπό φιλότιμο κάνουμε τον Θεό να χαίρεται με την ζωή μας, τότε Εκείνος δίνει άφθονες τις ευλογίες Του στά φιλότιμα παιδιά Του, την ώρα που τις χρειάζονται.

Όλη η ζωή μετά περνάει με ευλογίες της θείας πρόνοιας.

Μπορώ ώρες να σας λέω παραδείγματα από την θαυμαστή πρόνοια του Θεού.

Όταν ήμουν στον πόλεμο, στις επιχειρήσεις, είχα ένα Ευαγγέλιο και το έδωσα σε κάποιον.

Μετά έλεγα: «Αχ, να είχα ένα Ευαγγέλιο, πόσο θα με βοηθούσε!».

Τα Χριστούγεννα μας είχαν στείλει πάνω στο βουνό διακόσια δέματα από το Μεσολόγγι.

Από τά διακόσια δέματα, μόνο στο δικό μου δέμα υπήρχε ένα Ευαγγέλιο!

Ήταν παλιό Ευαγγέλιο, είχε και χάρτη της Παλαιστίνης.

Στο δέμα υπήρχε και ένα σημείωμα που έγραφε: «Αν χρειάζεσαι και άλλα βιβλία, γράψε μας να σου στείλουμε».

Αργότερα, στην Μονή Στομίου, χρειάσθηκα μια φορά ένα κανδήλι για τον Ναό.

Ένα πρωί, χαράματα, κατέβηκα στην Κόνιτσα.

Την ώρα πού περνούσα έξω από ένα σπίτι, ακούω μια κοπέλα να λέη στον πατέρα της: «Πατέρα, ο καλόγερος!».

Τότε εκείνος ήρθε και μου είπε: «Πάτερ, έταξα ένα κανδήλι στην Παναγία• πάρε αυτά τα χρήματα να το αγοράσης», και μου δίνει πεντακόσιες δραχμές, ακριβώς όσο έκανε το 1958 ένα κανδήλι.

Αλλά και τώρα, όταν κάτι χρειάζωμαι, τα οικονομάει αμέσως ο Θεός.

Θέλω λ.χ. να κόψω ξύλα και δεν μπορώ. Τότε οικονομούνται τάκα-τάκα τα ξύλα.

Πριν έρθω εδώ, έλαβα ένα δέμα που είχε μέσα πενήντα χιλιάδες δραχμές, ακριβώς όσα χρειαζόμουν.

Έδωσα μία εικόνα του « Αξιον έστιν» σε κάποιον ευλογία, την άλλη μέρα μου φέρνουν μία της «Πορταΐτισσας!».

Φέτος (4) το καλοκαίρι, πριν βρέξη, δεν είχα καθόλου νερό.

Τώρα που έβρεξε λίγο, μαζεύω ενάμισι κουτί την ήμερα. Ή στέρνα έχει περσινό νερό, και αυτή είναι χάλια. Πώς τα οικονομάει όμως ο Θεός!

Έχω ένα βαρέλι με νερό. Τόσοι άνθρωποι που έρχονται κάθε μέρα πίνουν, πλένονται, γιατί είναι και ιδρωμένοι, και η στάθμη κατεβαίνει μόνον τέσσερα- πέντε δάκτυλα!

Εκατόν πενήντα-διακόσιοι άνθρωποι να βολεύωνται και να μην αδειάζη το βαρέλι!

Άλλοι ανοίγουν πολύ την κάννουλα της βρύσης, άλλοι την ξεχνούν ανοιχτή και τρέχει, και όμως το νερό δεν τελειώνει!



ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ Β’

(1) Βλ. Γέροντος Παϊσίου Άγιορείτου, Άγιορείται Πατέρες και Αγιορείτικα, σ. 86.
(2) Ό Γέροντας μιας Καλύβης, στον όποιο ανατίθεται κάθε χρόνο ή διοίκηση της Σκήτης καί ήφροντίδα τοϋ Κυριάκου (του κυρίως Ναού της Σκήτης) καί των προσκυνητών.

(3) Βλ. Γέροντος Παϊσίου Άγιορείτου, Άγιορεϊται Πατέρες καί Αγιορείτικα, σ. 18-19.
(4) Ειπώθηκε το καλοκαίρι του 1990.
XAPA
 
Posts: 19378
Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm

PreviousNext

Return to ΔΙΔΑΧΕΣ ΑΓΙΩΝ ΚΑΙ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 0 guests

cron