ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Τα πάντα περί Εορτολογίου, Συναξαριστή, Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών...

Moderator: inanm7

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Wed Sep 04, 2013 11:12 am

11 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ἡ Ὁσία Θεοδώρα ἡ ἐν Ἀλεξανδρείᾳ
Image
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια στὰ χρόνια τοῦ βασιλιὰ Ζήνωνος (474 – 490) καὶ ἦταν συνεζευγμένη μὲ εὐσεβὰ ἄνδρα, τὸν Παφνούτιο. Ἡ ζωὴ τῆς Θεοδώρας ἦταν τίμια, ἐνάρετη καὶ ἀφοσιωμένη στὸν σύζυγό της. Ὅμως, ὁ μισόκαλος διάβολος, σὲ κάποια στιγμὴ ἀδυναμίας τῆς Θεοδώρας, τὴν ἔσπρωξε κρυφὰ στὴν μοιχεία. Κανεὶς δὲν τὴν εἶδε. Κανεὶς δὲν τὸ ἔμαθε. Μποροῦσε, ἑπομένως, νὰ συνεχίσει ἁρμονικὰ τὴν ζωή της μὲ τὸν σύζυγό της. Ὅταν, ὅμως, ἄκουσε τὰ λόγια του Εὐαγγελίου, μὲ τὰ ὁποία ὁ Κύριος διδάσκει ὅτι «οὐκ ἐστὶ κρυπτόν, ὁ οὐ φανερὸν γενήσεται», δὲν ὑπάρχει, δηλαδή, κρυφό, τὸ ὁποῖο δὲν θὰ γίνει φανερὸ στὸ μέλλον, σκέφθηκε τὸ βάθος τῆς ἁμαρτίας της καὶ ἔκλαψε πικρά.

Ντύθηκε ἔπειτα ἀνδρικά, πῆγε σὲ μοναστῆρι καὶ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Θεόδωρος. Ἐκεῖ, μέρα – νύκτα μετανοοῦσε καὶ ἔκλαιγε τὴν ἁμαρτία της. Μετὰ ἀπὸ δυὸ χρόνια, συκοφαντήθηκε ὅτι πόρνευσε μὲ γυναῖκα, ὅταν ἔφεραν ἕνα νεογέννητο μωράκι ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ μοναστηριοῦ. Τότε ἡ Θεοδώρα πῆρε τὸ βρέφος καὶ γιὰ ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια, ἔξω ἀπὸ τὸ μοναστῆρι μὲ διάφορες κακουχίες, τὸ ἀνέθρεψε σὰν δικό της.
Ὅταν ἐπανῆλθε στὸ μοναστῆρι, τὸ ταλαιπωρημένο σῶμά της μετὰ ἀπὸ λίγο καιρὸ ξεψύχησε. Τότε οἱ μοναχοί, ὅταν διαπίστωσαν τὸ φῦλο της, θαύμασαν καὶ ὅλοι μαζὶ δόξασαν τὸ Θεό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Δῶρον ἔνθεον, ἡγιασμένον, Θεῷ ἤνεγκας, τὴν βιοτήν σου, Θεοδώρα Ὁσία πανεύφημε· τῆς μετανοίας τὸ πῦρ γὰρ ἐμφαίνουσα, μέσον ἀνδρῶν φιλοσόφως διέλαμψας· ὅθεν πρέσβευε, ἀπαύστως τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορός Ἀγγελικός.
Τὴν νύκτα τῶν παθῶν, ἐκφυγοῦσα θεόφρον, προσῆλθες νοητῶς, τῷ Ἡλίῳ τῆς δόξης, ἀσκήσει νεκρώσασα, τῆς σαρκὸς τὰ σκιρτήματα· ὅθεν γέγονας, ὑπογραμμὸς Μοναζόντων, καὶ ἀνόρθωσις, τῶν πεπτωκότων ἐν βίῳ, Θεοδώρα πάνσεμνε.

Μεγαλυνάριον.
Τίς σου τῆς ἀσκήσεως τὸ στερρόν, καὶ τῆς μετανοίας, ἀνυμνήσει, τὸ καρτερόν; Σὺ γὰρ Θεοδώρα, ὑπερφυέσι πόνοις, τὸν παλαμναῖον ὄφιν, κατετραυμάτισας.






Ὁ Ἅγιος Εὐφρόσυνος ὁ μάγειρας
Image
Ὑπῆρξε ἀγράμματος, ἀλλὰ ἀληθινὰ εὐσεβὴς καὶ πιστός.

Ἔκανε οἰκονομίες μὲ στερήσεις τοῦ ἐαυτοῦ του, μόνο καὶ μόνο γιὰ νὰ κάνει ἐλεημοσύνες. Τὸ ἐπάγγελμά του, τοῦ ἐπέτρεπε νὰ τρώει πρῶτος τὰ καλύτερα φαγητά. Αὐτὸς ὅμως, δὲν θέλησε νὰ τὸ μεταχειριστεῖ ποτέ. Ἔτρωγε μὲ μεγάλη εὐχαρίστηση τὰ χόρτα καὶ τὶς ἐλιές του, τὴν στιγμὴ ποὺ ἔβραζαν ἢ ἕψηναν μπροστὰ του τὰ ὀρεκτικότερα κρέατα καὶ τὰ προκλητικότερα ψάρια.

Κατόπιν ὁ Εὐφρόσυνος πῆγε σὲ μοναστῆρι, ὅπου καὶ ἐκεῖ ἐξασκοῦσε τὸ ἔργο τοῦ μαγείρου. Ἀλλὰ αὐτός, ἀντίθετα ἀπὸ ὅτι στὰ κοσμικὰ ξενοδοχεῖα, στὸ μοναστῆρι ἔφτιαχνε μετριότατο φαγητό. Σὲ μερικοὺς ποὺ τὸν εἰρωνεύονταν γι’ αὐτὴ του τὴν κατάσταση, ὁ Εὐφρόσυνος μὲ πραότητα ἀπαντοῦσε: «Ἡ καλὴ μαγειρικὴ δὲν εἶναι τόσο καλὸς βοηθὸς γιὰ τὴν βασιλεία τῶν οὐρανῶν. Τὴν πολλὴ εὐφροσύνη ποὺ ζητοῦν τὰ σώματα, θὰ τὴν χάσουν κατ’ ἀνάγκην οἱ ψυχές. Καὶ ἐγὼ δὲν ἔχω ἐδῶ προορισμὸ νὰ σᾶς κολάσω».
Τελικὰ ὁ Εὐφρόσυνος, πέθανε σὲ ἕνα ἐρημικὸ ἡσυχαστήριο. Καὶ ἡ Ἐκκλησία, ποὺ ξέρει ὅτι στὴν αἰώνια ζωὴ δὲν ἔχει κανένα ἀνώτερο δικαίωμα ἀπὸ ἕναν μάγειρα ἕνας βασιλιὰς ἢ φιλόσοφος, ἀνέγραψε μεταξὺ τῶν ἁγίων της τὸν μάγειρο Εὐφρόσυνο, ἐπειδὴ ἤξερε καὶ νὰ πιστεύει καὶ νὰ ζεῖ κατὰ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ταπεινώσει καρδίας Πάτερ Εὐφρόσυνε, τῷ μαγειρείῳ προσφέρων διακονίαν τὴν σήν, ἐπληρώθης ἀληθῶς Ἁγίου Πνεύματος· ὅθεν ἐγνώρισεν ἡμῖν, τὴν σὴν δόξαν ὁ Θεός, δι’ ἱερέως ὁσίου· ἧς καὶ ἡμᾶς θεοφόρε, μετόχους δεῖξον ταῖς πρεσβείαις σου.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐφροσύνης μέτοχος τῆς οὐρανίου, γεγονὼς Εὐφρόσυνε, τῇ ἰσαγγέλῳ σου ζωῇ, ὤφθης Ἀγγέλων ἰσότιμος, μεθ’ ὧν δυσώπει, ὑπὲρ τῶν τιμώντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Ἤσκησας ὡς ἄγγελος ἐπὶ γῆς, τρόποις ἐναρέτοις, ἐκκαθάρας σου τὴν ψυχήν· ὅθεν τῆς ἀγήρω, μετέσχες εὐφροσύνης, ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύων, Πάτερ Εὐφρόσυνε.






Οἱ Ἅγιοι Διόδωρος, Διομήδης καὶ Δίδυμος
Καὶ οἱ τρεῖς Ἅγιοι ἦταν ἀπὸ τὴ Λαοδίκεια τῆς Συρίας. Συνελήφθηκαν ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἄρχοντα, καὶ ἐπειδὴ ὁμολόγησαν μὲ θάρρος ὅτι εἶναι χριστιανοί, μαστιγώθηκαν μέχρι θανάτου.






Οἱ Ἅγιοι Δημήτριος, Εὐανθία ἡ σύζυγός του καὶ Δημητριανὸς ὁ γιός τους
Image
Θανατώθηκαν κατὰ τὴν διάρκεια σεισμοῦ. Στὸ Συναξάρι ὅμως τοῦ ἑκατόνταρχου Κορνηλίου βρίσκουμε γιὰ τοὺς μάρτυρες αὐτοὺς τὰ ἕξης:

Ὁ Δημήτριος ἦταν φιλόσοφος καὶ ἄρχοντας τῆς πόλης Σκεψέων ἢ Σκήψης τῆς Μ. Ἀσίας, καὶ διώκτης τῶν Χριστιανῶν.

Ἡ δὲ γυναῖκά του Εὐανθία καὶ ὁ γιός του Δημητριανὸς ἦταν στὸν ναὸ προσευχόμενοι, μαζὶ μὲ τὸν Κορνήλιο. Τὴν στιγμὴ ὅμως ἐκείνη ἔγινε σεισμὸς καὶ ἡ Εὐανθία μὲ τὸν Δημητριανὸ καταπλακώθηκαν στὰ ἐρείπια τοῦ ναοῦ, φωνάζοντας τὸ ὄνομα τοῦ Κορνηλίου.
Τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ Δημήτριος, βρῆκε τὸν Κορνήλιο καὶ τὸν παρακάλεσε νὰ σώσει τὴν οἰκογένειά του. Πράγματι ὁ Κορνήλιος ἔβγαλε ζωντανοὺς ἀπὸ τὰ ἐρείπια τὰ δυὸ μέλῃ τῆς οἰκογενείας τοῦ Δημητρίου, ποὺ εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα τὴν μεταστροφὴ στὸν Χριστὸ τοῦ Δημητρίου, καθὼς καὶ ὅλων τῶν κατοίκων τῆς πόλης ἐκείνης.






Ἡ Ἁγία Θεοδώρα ἡ Ὁσιομάρτυς ἡ ἐν Βάστᾳ
Image
Πρόκειται γιὰ τοπικὴ Ἁγία ποὺ ἔζησε τὸν 10ο αἰῶνα στὴν κεντρικὴ Πελοπόννησο (σύνορα Μεσσηνίας – Ἀρκαδίας).

Ἀπὸ μικρὴ ἀγάπησε τὸν θεάνθρωπο καὶ λυτρωτὴ Χριστὸ καὶ σ’ αὐτὸν ἀφιέρωσε τὴν ζωή της. Ἔζησε σὰν μοναχὸς σὲ ἀνδρικὸ μοναστῆρι τῆς ἄνω Μεσσηνίας καὶ ἔφτασε σὲ μεγάλο ὕψος ἁγιότητας.

Συκοφαντήθηκε ὅμως βάναυσα, ὅτι ἄφησε ἔγκυο κοπέλα τῆς περιοχῆς! Τὰ ἤθη τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἦταν τέτοια, ὥστε βιαστικὰ τὴν καταδίκασαν σὲ θάνατο. Γιατί ὅμως ἐνῷ εἶχε πρόχειρη τὴν ἀπόδειξη ἀθῳότητάς της σὰν γυναῖκα καὶ ἀφοῦ ἀρνήθηκε τὴν συκοφαντία, δὲν τὴν χρησιμοποίησε; Τὸν λόγο γνωρίζει αὐτὴ καὶ ὁ Θεός. Γεγονὸς εἶναι ὅτι φορτώθηκε ξένη ντροπὴ καὶ ἀποφάσισε νὰ μαρτυρήσει ἀπὸ ἀγάπη.

Τὰ τελευταῖα λόγια τῆς ἦταν: «Τὸ σῶμά μου νὰ γίνει ναός, τὰ μαλλιά μου πελώρια δέντρα καὶ τὸ αἷμα μου ποτάμι».

Σήμερα στὸν τόπο τοῦ μαρτυρίου της, στὸ χωριὸ Βάστα Ἀρκαδίας, ὑπάρχει ἐξωκλῆσι ποὺ ἀπὸ δίπλα του περνάει ποτάμι καὶ πάνω στὴ σκεπὴ του ὑπάρχουν κατὰ παράδοξο τρόπο 17 τεράστια δέντρα.

Λεπτομερὴ βιογραφία τῆς Ἁγίας, ἔγραψε ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γόρτυνος καὶ Μεγαλουπόλεως κ. Θεόφιλος.
(Νὰ παρατηρήσουμε ἐδῶ ὅτι ἡ βιογραφία τῆς Ἁγίας αὐτῆς, ἔχει ἀρκετὰ κοινὰ στοιχεῖα, μὲ αὐτὰ τῆς Ἁγίας Θεοδώρας τῆς Ἀλεξανδρινῆς, ποὺ ἡ μνήμη της ἑορτάζεται ἐπίσης αὐτὴν τὴν ἡμέρα).






Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίων Πατέρων Σεργίου καὶ Γερμανοῦ
Ἀνακομιδὴ Λειψάνων τῶν Ὁσίων Πατέρων Σεργίου καὶ Γερμανοῦ «τῶν ἐν Βαλάμῃ θαυματουργῶν ἐκ τῆς Νοβαγράδας (Νεαπόλεως) ἐπιστραφέντων εἰς τὴν ἐν Βαλάμῃ Ἱερὰν αὐτῶν Μονήν».
Δὲν ἔχουμε περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὸ γεγονός.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Sep 08, 2013 11:40 am

12 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ὁ Ἱερομάρτυρας
Image
Ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ἦταν ἐπίσκοπος στὴν Ἰταλία καὶ εἶχε στὴν ἐπισκοπὴ του πλούσια χριστιανικὴ δράση.

Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς τοῦ Διοκλητιανοῦ ἐγκατέλειψε τὴν θέση του, καὶ πῆγε στοὺς Σώρεους τῆς Μ. Ἀσίας. Ἐκεῖ ἐγκαταστάθηκε στὸ σπίτι ἐνὸς χριστιανοῦ, τοῦ Κορνηλίου καὶ συνέχιζε νὰ διδάσκει τὸ Εὐαγγέλιο.

Στὴν συνέχεια μετέβη στὴν Λυκαονία καὶ στὴν Ἰσαυρία γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο του. Πρὶν ξεκινήσει τὸ ταξίδι του χειροτόνησε διάκονο τὸν Κορνήλιο.
Ὕστερα ἀπὸ καιρὸ ὅταν ἐπέστρεψε στοὺς Σωρεούς καὶ εἶδε τὸ πολὺ καλὸ ἔργο ποὺ εἶχε κάνει νὰ ἀσπαστοῦν τὸν χριστιανισμὸ πολλοὶ ἄνθρωποι, τὸν χειροτόνησε ἱερέα. Ἀφοῦ ἐπισκέπτεται πολλὲς περιοχὲς στὸν Εὔξεινο Πόντο ἐπιστρέφει πάλι κοντὰ στὸν Κορνήλιο καὶ τὸν χειροτονεῖ ἐπίσκοπο. Τὸ θεάρεστο ἔργο ποὺ ἔχει κάνει ὁ Ἅγιος Αὐτόνομος ἐνοχλεῖ τοὺς εἰδωλολάτρες καὶ τὸν σκοτώνουν μὲ λιθοβολισμὸ τὴν ὥρα ποὺ λειτουργοῦσε μέσα στὸ ναό.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐκ Δυσμῶν ἀνατείλας ὡς ἀστὴρ οὐρανόφωτος, καὶ πρὸς τὴν Ἑῴαν ἐκλάμψας, ταῖς ἀκτῖσι τῶν τρόπων σου, τὸν Ἥλιον τῆς δόξης Ἰησοῦν, ἐδόξασας ἀθλήσει σου στερρᾷ· διὰ τοῦτο ἐδοξάσθης θεουργικῶς, Αὐτόνομε Πατὴρ ἡμῶν. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὰ θεῖα σοφέ, σεμνῶς ἐμυσταγώγησας, θυσία δεκτή, ἐγένου παμμακάριστε· τοῦ Χριστοῦ γὰρ ἔπιες, τὸ ποτήριον Μάρτυς Αὐτόνομε· καὶ αὐτῷ νυνὶ παρεστώς, πρεσβεύεις ἀπαύστως, ὐπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Δέσμιος ὢν Πάτερ θείᾳ στοργῇ, πίστεως τὸν σπόρον, κατεβάλου εἰς ἐκατόν, καὶ τῷ αἵματί σου, αὐτὸν καταποτίσας, Αὐτόνομε ἐδρέψω, ζωῆς τὸν ἄσταχυν.






Ὁ Ἅγιος Κουρνοῦτος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἰκονίου

Ἦταν γέννημα καὶ θρέμμα τῆς πόλης τοῦ Ἰκονίου, τῆς ὁποίας κατόπιν ἔγινε Ἀρχιερέας.
Βρισκόταν κάποτε σ’ ἕνα χωριό, Σούρσαλο ὀνομαζόμενο, καὶ δίδασκε τὸν λόγο τῆς πίστης στοὺς ἀπίστους. Οἱ ἐκεῖ ὅμως διῶκτες τοῦ χριστιανισμοῦ, τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν ἡγεμόνα Περίνιο.
Αὐτός, ἀφοῦ σκληρὰ τὸν βασάνισε, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισε καὶ ἔτσι ἔνδοξα ἔλαβε τὸ στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Ἱερομάρτυρας Ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς συνελήφθη ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες τῆς Ἀλεξανδρείας, ἐπειδὴ μὲ ἰδιαίτερο θάρρος κήρυττε τὸν Χριστό, καὶ ἀφοῦ τὸν στεφάνωσαν μὲ ἀκάνθινο στεφάνι, τὸν χτυποῦσαν στὸ πρόσωπο καὶ τὸν τριγύριζαν ἁλυσοδεμένο στοὺς δρόμους τῆς πόλης.

Ὑπέστη καὶ ἄλλα βασανιστήρια, τελικὰ μὲ διαταγὴ τοῦ ἄρχοντα, ἀποκεφαλίστηκε καὶ ἔτσι ἔλαβε τὸ ἀμάραντο στεφάνι τῆς αἰώνιας δόξας.
(Ὁ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει ὅτι, ἐσφαλμένα ὁ Ἅγιος αὐτὸς φέρεται σὰν ἐπίσκοπος Ἀλεξανδρείας καὶ ὅτι ἦταν ἕνας ἁπλὸς θεοσεβὴς χριστιανός).






Ὁ Ἅγιος Ἰουλιανὸς ὁ Πρεσβύτερος
Καταγόταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Κριντεούς, ποὺ ἦταν κοντὰ στὴν Ἄγκυρα τῆς Γαλατίας, καὶ ἦταν ἱερέας ἄξιος μεγάλου σεβασμοῦ.

Ὅταν ὁ Λικίνιος κήρυξε διωγμὸ κατὰ τῶν Χριστιανῶν (307 – 323), ὁ Ἰουλιανὸς μαζὶ μὲ ἄλλους 42 χριστιανοὺς συμπολίτες του, κατέφυγε στὰ βουνὰ καὶ κρυβόταν. Κάποτε ὅμως, κατέβηκε ἀπὸ τὰ βουνὰ νὰ φέρει νερό, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ τὸν δοῦν οἱ εἰδωλολάτρες, ποὺ πρόσφεραν θυσία στὸν ἐκεῖ ναὸ τῆς Ἑκάτης. Συνελήφθη καὶ ὁδηγήθηκε στὸν ἄρχοντα τῆς Ἀγκύρας. Αὐτὸς τὸν ρώτησε ποὺ κρύβονταν οἱ ὑπόλοιποι χριστιανοὶ συμπολίτες του, ἀλλὰ αὐτὸς ἀρνήθηκε νὰ τοὺς καταδώσει καὶ βασανίστηκε φρικτά.
Ἀφοῦ τοῦ ἔβαλαν πυρακτωμένη καλύπτρα στὸ κεφάλι, στὸ τέλος τὸν ἀποκεφάλισαν προσευχόμενο.






Οἱ Ἅγιοι Μακεδόνιος, Θεόδουλος καὶ Τατιανὸς οἱ Μάρτυρες
Ὑπῆρξαν στὰ χρόνια τοῦ Ἰουλιανοῦ τοῦ Παραβάτου (360 – 363) καὶ μαρτύρησαν στὴ Μυρόπολη τῆς Φρυγίας.

Ὅταν ὁ ἄρχοντας τῆς Φρυγίας Ἀμάχιος διέταξε νὰ καθαρίσουν τὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ τῆς Μυρόπολης καὶ νὰ ἐπιμεληθοῦν τὰ ἀγάλματα μέσα σ’ αὐτόν, οἱ τρεῖς αὐτοὶ Ἅγιοι, μπῆκαν κρυφὰ τὴ νύχτα στὸ ναὸ καὶ συνέτριψαν τὰ ἀγάλματα. Γιὰ νὰ μὴ κακοποιηθοῦν ὅμως ἄλλοι ἀθῶοι χριστιανοί, φανερώθηκαν στὸν ἄρχοντα καὶ εἶπαν ὅτι αὐτοὶ συνέτριψαν τὰ ἀγάλματα.
Ὁ σκληρὸς Ἀμάχιος, στὴ συνέχεια, ἐπειδὴ δὲν κατάφερε νὰ τοὺς πείσει νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα, τοὺς ἕψησε ζωντανοὺς πάνω σὲ πυρακτωμένη σχάρα.






Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ὁ Θάσιος
Εὐσεβὴς ἀπὸ τὴν παιδική του ἡλικία, ἀμέσως ἀπὸ τὴ νεότητά του ἔγινε πρόθυμος κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου, πρόμαχος καὶ συνήγορος τῆς Ὀρθοδοξίας.

Ὁ Ὅσιος καὶ θεοφόρος Δανιήλ, ἔζησε τὸν 9ο μ.Χ. αἰώνα ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Λέων ὁ Ἀρμένιος ὁ εἰκονομάχος. Ὅταν πλέον ἔγινε ἄντρας ὁ Δανιήλ, ἵδρυσε μοναστήρι στὸ νησίδιο Κραμβοῦσα, ποὺ βρίσκεται δίπλα στὴ νῆσο Θάσο. Ἡ φήμη τῆς μεγάλης ἀρετῆς τοῦ ἱδρυτῆ ἔφερε ἐκεῖ πολλοὺς μοναχοὺς ἀπὸ τὴ Θάσο καὶ ἀπὸ ἄλλου.

Ὁ Ὅσιος Δανιὴλ ἀγαποῦσε τόσο τὴν πνευματικὴ ζωὴ καὶ ἦταν τόσο πολὺ ταπεινόφρων ὥστε ὅταν στὴ Θάσο ἦλθε ὁ μέγας Ἰωαννίκιος, ὁ Δανιὴλ ἐγκατέλειψε τὴν ἡγουμενική του θέση καὶ ἔτρεξε κοντὰ στὸν φημισμένο ἐκεῖνο ὅσιο ἄνδρα, γιὰ νὰ πάρει διδάγματα ἀπὸ τὴν τόσο προσεκτικὴ καὶ ἐνάρετη ζωή του. Ὁ Ἰωαννίκιος προσπάθησε νὰ τὸν ἐμποδίσει λέγοντάς του, ὅτι μποροῦσε καὶ μόνος του νὰ τελειοποιεῖ τὸν ἑαυτό του μὲ τὴν προσευχή, τὴν μελέτη καὶ τὴν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Δανιὴλ ὅμως ἐπέμενε καὶ ὁ Ἰωαννίκιος ὑποχώρησε.

Μετὰ ἀπὸ καιρὸ ὁ Ἰωαννίκιος, ὑποχρέωσε τὸν Δανιὴλ νὰ ἐπιστρέψει στὴ μονή του. Διότι οἱ μοναχοί της τὸν ζητοῦσαν ἐπίμονα, ἐπειδὴ δὲν ἔβρισκαν ἄξιο ἀντικαταστάτη του. Ὁ Δανιὴλ ὑπέκυψε καὶ ἐπανῆλθε στὴ μονή του.
Σὲ βαθιὰ γεράματα ἀποδήμησε στὸν Κύριο καὶ τάφηκε, κατὰ τὴν ἐπιθυμία του, στὸ νησίδιό του κοντὰ στὰ κύματα, δίπλα στὰ ὁποία πρωὶ καὶ βράδυ πολλὲς φορὲς ἔστελνε τὴν προσευχή του καὶ ὕμνους στὸ Θεό.







Ὁ Ἅγιος Ὠκεανὸς ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Κατ’ ἄλλους μαρτύρησε διὰ πυρός).






Ὁ Ἅγιος Ἀνδρόνικος ὁ ἐν τῇ Ἀτρώᾳ
Ἀναφέρεται στὸν συναξαριστὴ Delehaye μὲ ὑπόμνημα παρόμοιο μὲ αὐτὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου "ἐν τῇ Ἀτρώᾳ" (τιμᾶται 13 Σεπτεμβρίου).
Ὁ Ἀνδρόνικος ἔζησε ἐπὶ βασιλείας τοῦ Νικηφόρου καὶ Σταυρακίου, καὶ Πατριάρχου Ταρασίου. Ἦταν γιὸς τοῦ Κοσμᾶ καὶ τῆς Ἄννας καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἔλαια τῆς Ἀσίας. Ἔζησε μὲ αὐστηρὴ ἄσκηση στὴν Ἀτρώα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Χρυσόστομος Σμύρνης ὁ Ἐθνοϊερομάρτυρας
Ὁ ἐθνομάρτυρας Χρυσόστομος Καλαφάτης, γεννήθηκε στὴν Τριγλὶα τῆς Προποντίδος τὸ 1867.

Ὑπῆρξε μητροπολίτης Σμύρνης ἀπὸ τὸ 1910 ἕως τὸ 1922. Σπούδασε στὴ θεολογικὴ Σχολὴ Χάλκης (1884 – 1891) καὶ ὑπηρέτησε ὡς ἀρχιδιάκονος τοῦ μητροπολίτη Μυτιλήνης Κωνσταντίνου Βαλιάδη, ὁ ὁποῖος ἀναδείχθηκε Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ὡς Κωνσταντῖνος Ε’ (1897). Χρημάτισε πρωτοσύγκελος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ τὸ 1902 χειροτονήθηκε ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ Γ’, μητροπολίτης Δράμας (1902 – 1910). Οἱ ἀγῶνες του ἐνάντια στὴν Βουλγαρικὴ προπαγάνδα καὶ γιὰ τὴν τόνωση τοῦ ἐθνικοῦ φρονήματος ἐνόχλησαν τὴν Ὑψηλὴ Πύλη, ἡ ὁποία ἀξίωσε ἀπὸ τὸ Πατριαρχεῖο τὴν ἄμεση ἀνάκλησή του (1907).

Ἀποχωρίστηκε μὲ πικρία τὸ ποίμνιό του καὶ ἀποσύρθηκε στὴν Τριγλὶα μὲ τὴν ἐλπίδα τῆς ἐπιστροφῆς στὴν μητρόπολη Δράμας, ἡ ὁποία κατέστη δυνατὴ τὸ 1908 μὲ τὴν ψήφιση τοῦ νέου τουρκικοῦ συντάγματος. Ἡ ἐνθουσιώδης ὑποδοχὴ ποὺ τοῦ ἐπιφύλαξε ὁ λαὸς τῆς Δράμας συνδέθηκε μὲ τὴν ἔξαρση τοῦ ἐθνικοῦ ἀγώνα, γι’ αὐτὸ καὶ χαρακτηρίστηκε ἀπὸ τὴν Ὑψηλὴ Πύλη ἐπικίνδυνος γιὰ τὴν δημόσια τάξη. Ἀνακλήθηκε ἐκ νέου ἀπὸ τὴν μητρόπολη Δράμας (20 Ἰανουαρίου 1909) καὶ ἀποσύρθηκε πάλι στὴν Τριγλὶα μέχρι τὴν μετάθεσή του στὴν μητρόπολη Σμύρνης (11 Μαρτίου 1910).

Στὴν Μητρόπολη Σμύρνης συνέχισε τοὺς ἐθνικούς του ἀγῶνες, ὀργάνωσε δὲ πάνδημο συλλαλητήριο γιὰ νὰ καταγγείλει τὶς βιαιότητες τῶν Βουλγάρων στὴν Μακεδονία ἐναντίον τῶν Ἑλλήνων, τὴν ὑποστήριξη τῶν τουρκικῶν ἀρχῶν πρὸς τὴν βουλγαρικὴ προπαγάνδα καὶ τὶς γενικότερες καταπιέσεις τῆς Ὑψηλῆς Πύλης ἐναντίον τοῦ Ἑλληνισμοῦ τοῦ Ὀθωμανικοῦ κράτους. Οἱ τουρκικὲς ἀρχὲς τῆς περιοχῆς θορυβήθηκαν καὶ πέτυχαν τὴν ἀπομάκρυνσή του ἀπὸ τὴν μητρόπολη Σμύρνης (1914), στὴν ὁποία ἐπέστρεψε μετὰ τὴν ἀνακωχὴ τοῦ Μούνδρου (1918). Κατὰ τὴν περίοδο τῆς ἑλληνικῆς διοίκησης τῆς Σμύρνης (1919 – 1922), λειτουργοῦσε ὡς ἀναμφισβήτητος ἐθνάρχης τοῦ μικρασιάτικου Ἑλληνισμοῦ καὶ ὡς ὁ ἐμπνευσμένος ἡγέτης τῆς «Μικρασιατικῆς Ἄμυνας» γιὰ τὴν δημιουργία αὐτόνομου κράτους σὲ περίπτωση ἥττας τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ.

Ἡ κατάρρευση ὅμως τοῦ μικρασιάτικου μετώπου (Αὔγουστος 1922) ἀπογοήτευσε τὸν μεγαλόπνοο μητροπολίτη, ὁ ὁποῖος ἀποδοκίμασε τὰ σχέδια τῶν Μεγάλων Δυνάμεων για τὴν ἀπομάκρυνση τοῦ ἑλληνικοῦ στοιχείου ἀπὸ τὴν Μικρὰ Ἀσία. Ἡ εἰσβολὴ τῶν Τούρκων στὴν Σμύρνη ὑπῆρξε ἡ δοκιμασία τῶν ἐθνικῶν του ὁραμάτων.

Ἀρνήθηκε νὰ ἐγκαταλείψει τὸν λαό του, παρὰ τὴν πίεση τῶν προξένων τῆς Ἀγγλίας καὶ τῆς Γαλλίας. Στὶς 27 Αὐγούστου 1922 συνελήφθη ἀπὸ τὸν Τοῦρκο φρούραρχο τῆς πόλης Νουρεντὶν πασά, μετὰ τὸ τέλος τῆς θείας Λειτουργίας στὸ ναὸ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς, καὶ παραδόθηκε στὸν ἐξαγριωμένο τουρκικὸ ὄχλο.

Ἔπειτα ἀπὸ φρικτὰ βασανιστήρια βρῆκε μαρτυρικὸ θάνατο.
Ὁ ἐκφραστὴς τῶν ἐθνικῶν πόθων κατέστη πλέον τὸ σύμβολο τῶν τραγικῶν πεπραγμένων τοῦ Γένους. Τὸ δίτομο ἔργο του Περὶ Ἐκκλησίας, τὰ ἄρθρα του στὰ περιοδικὰ Ἐκκλησιαστικὴ Ἀλήθεια καὶ Ἱερὸς Πολύκαρπος καὶ ἡ ὅλη κηρυκτική του δράση ἀναδεικνύουν τὴν ὑπέροχη πνευματικὴ μορφὴ τοῦ ἐθνομάρτυρα Ἱεράρχη.






Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος ὁ Ἐθνοϊερομάρτυρας, Μητροπολίτης Μοσχονησίων
Σπούδασε στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Ἱεροσολύμων καὶ στὴ Θεολογικὴ Ἀκαδημία τοῦ Κιέβου. Ὑπῆρξε δὲ ἐφημέριος σὲ πολλὲς ἑλληνικὲς κοινότητες τῆς Κριμαίας (Θεοδοσίας, Συμφεροπόλεως, Σεβαστουπόλεως).

Τὸ 1913 χειροτονήθηκε βοηθὸς ἐπίσκοπός της Μητροπόλεως Σμύρνης μὲ τὸν τίτλο Ξανθουπόλεως, ἀναπλήρωσε δὲ τὸν ἐξόριστο μητροπολίτη κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ Α’ παγκοσμίου πολέμου. Τὸ 1919 χρησιμοποιήθηκε ὡς πατριαρχικὸς ἔξαρχος στὰ Μοσχονήσια, τὸ δὲ 1922 ἔγινε Μητροπολίτης Μοσχονησίων.
Κατὰ τὴ Μικρασιατικὴ καταστροφὴ τάφηκε ζωντανός, ἀπὸ τοὺς Τούρκους μαζὶ μὲ ἄλλους ἐννέα (9) ἱερεῖς σὲ λάκκο ἔξω ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Κυδωνιῶν (15 Σεπτεμβρίου 1922).






Ὁ Ἅγιος Προκόπιος Λαζαρίδης ὁ Ἐθνοϊερομέρτυρας, Μητροπολίτης Ἰκονίου (1911 – 1923)
Ἦταν Μητροπολίτης Ἰκονίου (1911 – 1923). Προηγουμένως ἐπίσκοπος Ἀμφιπόλεως (1894 – 1899) καὶ Μητροπολίτης Δυρραχείου (1899 – 1906) καὶ Φιλαδέλφειας (1906 – 1911). Ἦταν καὶ αὐτὸς μεταξὺ τῶν ἐθνοϊερομαρτύρων ἐκείνων τῶν χρόνων.






Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ἐθνοϊερομάρτυρας
Ἦταν Μητροπολίτης Κυδωνιῶν (22 Ἰουλίου 1908 – 3 Ὀκτωβρίου 1922).

Προηγουμένως διετέλεσε καὶ μητροπολίτης Τιβεριουπόλεως καὶ Στρωμνίτσης (12 Ὀκτωβρίου 1902 – 22 Ἰουλίου 1908). Τὸ κοσμικό του ὄνομα ἦταν Ἀναστάσιος Ἀντωνιάδης ἢ Σαατσόγλου καί, κατὰ μεταγλώττιση δική του, Ὡρολογάς.

Γεννήθηκε στὴν Μαγνησία τῆς Μικρᾶς Ἀσίας τὸ 1864. Ὡς Ἱεροκήρυκας ἀνήκει στοὺς πρώτους ποὺ στὸ κήρυγμα χρησιμοποίησαν τὴν δημοτικὴ γλώσσα. Καὶ στὶς τρεῖς μητροπόλεις ποὺ ὑπηρέτησε ἐργάστηκε μὲ ζῆλο καὶ ἐπιτυχία γιὰ τὴν προάσπιση τῶν ἐθνικῶν ἑλληνικῶν δικαίων καὶ ἰδιαίτερα συνεργάστηκε γι’ αὐτὰ μὲ τὸν μητροπολίτη Δράμας Χρυσόστομο Καλαφάτη (1902 – 1910), τὸν κατόπιν ἐθνομάρτυρα μητροπολίτη Σμύρνης (1910 – 1922).

Στὶς 12 Ὀκτωβρίου 1902 χειροτονήθηκε μητροπολίτης στὴ σπουδαία, ἀπὸ ἐθνικῆς ἀπόψεως, ἐπαρχία Τιβεριουπόλεως καὶ Στρωμνίτσης στὴν ὁποία ἀγωνίστηκε ὄχι μόνο κατὰ τῶν τούρκων, ἀλλὰ ἰδιαίτερα ἐναντίον τοῦ βουλγαρικοῦ κομιτάτου, μέλη τοῦ ὁποίου προσπάθησαν, πολλὲς φορές, νὰ τὸν δολοφονήσουν (1905).

Ἡ τουρκικὴ κυβέρνηση, ὅταν πληροφορήθηκε τὴν ἐθνικὴ δράση τοῦ Γρηγορίου, ἀνάγκασε τὸ Οἰκουμενικὸ Πατριαρχεῖο νὰ ἀπομακρύνει τὸν Γρηγόριο, μεταθέτοντάς τον στὴ νεοσύστατη μητρόπολη Κυδωνιῶν στὶς 22 Ἰουνίου 1908, ὅπου ὁ Γρηγόριος συνέχισε τὴν ἐθνική του δράση.

Τὸ 1918 κατηγορήθηκε ἀπὸ τοὺς Τούρκους γιὰ ἐσχάτη προδοσία, δικάστηκε δύο φορὲς στὸ Στρατοδικεῖο τῆς Σμύρνης, καταδικάστηκε καὶ φυλακίστηκε. Μετὰ τὴν ἀποφυλάκισή του (16 Ὀκτωβρίου 1918) καὶ τὴν κατάληψη τῶν Κυδωνιῶν ἀπὸ τὸν ἑλληνικὸ στρατὸ (19 Μαΐου 1919), ὁ Γρηγόριος δὲν ἀπομακρύνθηκε ἀπὸ τὴν ἐπαρχία του, γιὰ ὑποθέσεις τῆς ὁποίας πολλὲς φορὲς ἦλθε σὲ ἀντίθεση μὲ τὸν ὕπατο ἁρμοστὴ στὴν Σμύρνη Ἀριστείδη Στεργιάδη. Μετὰ τὴν ἀποχώρηση τῶν ἑλληνικῶν πολιτικῶν καὶ στρατιωτικῶν ἀρχῶν ἀπὸ τὶς Κυδωνιές, ὁ Γρηγόριος, σὲ σύσκεψη μὲ τὴ δημογεροντία, εἰσηγήθηκε τὴν ἀναχώρηση τῶν κατοίκων τῶν Κυδωνιῶν καὶ τὴ μεταφορά τους στὴν Μυτιλήνη, γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν σφαγὴ ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ἀλλὰ δυστυχῶς οἱ ὑποδείξεις του δὲν ἔγιναν ἀποδεκτές.

Ἔτσι τὸ δράμα τῶν κατοίκων τῶν Κυδωνιῶν ἄρχισε στὶς 22 Αὐγούστου 1922, ὅταν ἄτακτος τουρκικὸς στρατὸς κατέσφαξε κοντὰ στὴν κωμόπολη Φράνελι τοῦ Ἀδραμυττηνοῦ Κόλπου 4.000 Ἕλληνες κατοίκους τῶν Κυδωνιῶν. Ὁ μητροπολίτης Γρηγόριος, παρὰ τοὺς ἐξευτελισμοὺς ποὺ ὑφίστατο ἀπὸ τὶς τουρκικὲς ἀρχές, τὶς ἐπισκεπτόταν καὶ ἀγωνιζόταν νὰ σώσει καὶ νὰ θρέψει τὸ ποίμνιό του.

Ὅταν δὲ στὶς 15 Σεπτεμβρίου πληροφορήθηκε τὴ σφαγὴ τοῦ μητροπολίτη Μοσχονησίων Ἀμβροσίου καὶ τῶν 6.000 κατοίκων τους ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ὁ Γρηγόριος ἀγωνίστηκε ὑπεράνθρωπα καὶ κατόρθωσε νὰ συγκατατεθοῦν οἱ Τοῦρκοι νὰ ἔλθουν ἑλληνικὰ πλοῖα ἀπὸ τὴ Μυτιλήνη μὲ ἀμερικανικὴ σημαία καὶ μὲ τὴν ἐγγύηση τοῦ Ἀμερικανικοῦ Ἐρυθροῦ Σταυροῦ καὶ νὰ παραλάβουν 20.000 Ἕλληνες ἀπὸ τὶς 35.000 ποὺ κατοικοῦσαν τὶς Κυδωνιές. Ὁ Γρηγόριος ἀρνήθηκε νὰ ἀναχωρήσει καὶ στὶς 30 Σεπτεμβρίου οἱ Τοῦρκοι τὸν συνέλαβαν καὶ τὸν φυλάκισαν.
Στὴν φυλακὴ, ἀφοῦ βασανίστηκε φρικτὰ καὶ στὶς 3 Ὀκτωβρίου, μαζὶ μὲ ἄλλους ἱερεῖς καὶ προκρίτους τῶν Κυδωνιῶν ποὺ εἶχαν ἐπίσης συλληφθεῖ, θανατώθηκε.






Ὁ Ἅγιος Εὐθύμιος ὁ Ἐθνοϊερομάρτυρας
Ὁ Εὐθύμιος Ἀγριτέλης, ὑπῆρξε ἐπίσκοπος Ζήλων ἀπὸ τὸ 1912 ἕως τὸ 1921.

Μοναχός της Ἱερᾶς Μονῆς Λειμώνας, σπούδασε στὴ Θεολογικὴ σχολὴ τῆς Χάλκης καὶ κατόπιν ἔκανε διδάσκαλος καὶ Ἱεροκήρυκας στὴν Λέσβο καὶ πρωτοσύγκελος στὴν μητρόπολη Μηθύμνης.

Στὶς 12 Ἰουνίου 1912 χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Ζήλων. Ὡς ἐπίσκοπος ἀνέπτυξε μεγάλη θρησκευτικὴ καὶ ἐθνικὴ δράση. Ὅταν ἡ δράση του ἔγινε γνωστὴ στοὺς Κεμαλιστὲς Τούρκους, συνελήφθη καὶ φυλακίστηκε μαζὶ μὲ ἄλλους πρόκριτους τῆς ἐπαρχίας Ἀμασείας στὶς 21 Ἰανουαρίου 1921. Μὲ αἴτησή του, ζήτησε ἀπὸ τὴν κεμαλικὴ κυβέρνηση τῆς Ἄγκυρας νὰ θεωρηθεῖ μόνο αὐτὸς ἔνοχος καὶ νὰ ἀπαλλαγοῦν οἱ ὑπόλοιποι συλληφθέντες. Μάλιστα δὲ μπροστὰ στὸ δικαστήριο ἀπολογήθηκε μὲ θαυμάσια ἀγόρευση.
Στὴ φυλακὴ ὑπέστη πολλὰ βασανιστήρια, ἀπὸ τὰ ὁποία καὶ πέθανε στὶς 29 Μαΐου 1921. Μετὰ δὲ τὸν θάνατό του ἦλθε καὶ ἡ καταδικαστικὴ ἀπόφαση τοῦ τούρκικου δικαστηρίου!






Ὁ Ἅγιος Albeus (Ἰρλανδός)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Sep 08, 2013 11:42 am

13 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ἐγκαίνια Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίας Ἀναστάσεως
Image
Πρόκειται γιὰ τὸν Ναὸ τοῦ Παναγίου Τάφου, ποὺ ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἀνήγειρε στὸν τόπο τοῦ Γολγοθᾶ καὶ τὸ Ναὸ αὐτὸ ἐγκαινίασε κατὰ τὸ ἔτος 330.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.

Ὡς τοῦ ἄνω στερεώματος τὴν εὐπρέπειαν, καὶ τὴν κάτω συναπέδειξας ὡραιότητα, τοῦ ἁγίου σκηνώματος τῆς δόξης σου, Κύριε. Στερέωσον αὐτὸ εἰς αἰῶνα αἰῶνος, καὶ πρόσδεξαι ἡμῶν, τὰς ἐν αὐτῷ ἀπαύστως, προσαγομένας σοι δεήσεις, διὰ τῆς Θεοτόκου, ἡ πάντων ζωὴ καὶ ἀνάστασις.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Οὐρανὸς πολύφωτος ἡ Ἐκκλησία, ἀνεδείχθη ἅπαντας, φωταγωγοῦσα τοὺς πιστούς· ἐν ᾧ ἑστῶτες κραυγάζομεν· Τοῦτον τὸν οἶκον, στερέωσον Κύριε.

Μεγαλυνάριον.
Αἵματί σου Λόγε ζωοποιῷ, ἁγιαζομένη, Ἐκκλησία σου ἡ σεπτή, οἶκόν σοι καινίζει, τῇ σῇ ἐπισκιάσει, εἰς δόξαν τῆς σῆς θείας, μεγαλειότητος.






Προεόρτια Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ
Προεόρτια τῆς μεγάλης Ἑορτῆς.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Τὸ ξύλον τῆς ζωῆς, ἡ οὐράνιος κλῖμαξ, ὁ ἄχραντος Σταυρός, ἡ πηγὴ τῶν χαρίτων, χερσὶν ἐμφανίζεται, Ἱερέων ὑψούμενος. Δεῦτε ἅπαντες, ἐν καθαρᾷ τῇ καρδίᾳ, προεόρτιον, τούτῳ προσάξωμεν αἶνον, Χριστὸν μεγαλύνοντες.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὁ Σταυρὸς ὁ τίμιος προανατέλλων, προκαθαίρει ἅπαντας, καὶ ἁγιάζει μυστικῶς, ὃν διανοίας εὐθύτητι, ἐτοιμασθῶμεν, πιστῶς ὑποδέξασθαι.

Μεγαλυνάριον.
Ὕδατι νιψώμεθα ἀρετῶν, καρδίας καὶ χείλη, καὶ τὰ πρόσωπα ἀδελφοί, ἵνα τοῦ Σωτῆρος, Σταυρὸν τὸν ζωηφόρον, ὅλως κεκαθαρμένοι, ὑποδεξώμεθα.






Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ὁ Ἱερομάρτυρας
Image
Ὁ Ἅγιος Κορνήλιος ἦταν Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος καὶ θεοσεβούμενος.

Προσῆλθε στὸν χριστιανισμὸ μὲ τὴν διδασκαλία τοῦ Ἀπ. Πέτρου καὶ ἀποφάσισε νὰ ξεκινήσει περιοδεία γιὰ νὰ διδάξει καὶ ὁ ἴδιος τὸν χριστιανισμό. Δίδαξε στὴ Φοινίκη, Κύπρο, Ἀντιόχεια καὶ Ἔφεσσο.

Στὴν Σκήψη τῆς Μυσίας χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος. Χάρη στὴν θαρραλέα ὁμολογία του ἀνάμεσα στοὺς εἰδωλολάτρες, τὸ ἔργο τοῦ ἦταν καρποφόρο.

Αὐτὸ προκαλεῖ θύελλα ἀντιδράσεων ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες. Ἔτσι ὁ ἔπαρχος Δημήτριος τὸν συλλαμβάνει καὶ τὸν ὁδηγεῖ στὸ ναὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, ποὺ ἐκείνη τὴν ὥρα ἦταν γεμάτος καὶ τὸν πιέζει νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό. Ἐκεῖνος βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ διδάξει τὸ Εὐαγγέλιο σὲ ὅσους ἦταν ἐκεῖ, καὶ νὰ προαναγγείλει ἕνα σεισμὸ ἀπὸ τὸν ὁποῖο δὲν θὰ πάθαιναν τίποτα ὁ ἔπαρχος Δημήτριος, ἡ γυναίκα του, καὶ ὁ γιὸς του ποὺ ἦταν μέσα στὸ ναό.
Ἔτσι καὶ ἔγινε. Ὅσοι ἦταν στὸ ναὸ σκοτώθηκαν ἐκτὸς τὴν οἰκογένεια τοῦ Ἔπαρχου ποὺ βαπτίστηκαν χριστιανοί.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Δικαιοσύνης διαπρέπων τοῖς ἔργοις, τὸν φωτισμὸν τῆς εὐσεβείας ἐδέξω, καὶ Ἀποστόλων σύμπονος ἐδείχθης ἀληθῶς· τούτοις κοινωνήσας γάρ, δι’ ἐνθέων ἀγώνων, τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκωσιν, ἀνεκήρυξας πᾶσι· μεθ’ ὧν δυσώπει, σώζεσθαι ἡμᾶς, τοὺς σὲ τιμῶντας, παμμάκαρ Κορνήλιε.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἀπαρχὴν ἁγίαν σε ἡ Ἐκκλησία, ἐξ ἐθνῶν ἐδέξατο, καταφωτίζουσαν αὐτήν, ταῖς ἐναρέτοις σου πράξεσιν, Ἱερομύστα θεόφρον Κορνήλιε.

Μεγαλυνάριον.
Πέτρου ταῖς ἀκτῖσι καταυγασθείς, ὁμότροπος ὤφθης, Ἀποστόλων καὶ μιμητής· τὸν τῆς ἀληθείας, διέσπειρας γὰρ λόγον, Κορνήλιε θεόφρον, ἀξιοθαύμαστε.






Ὁ Ἅγιος Στράτων ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ὑπῆρξε στὴ Βιθυνία καὶ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἄρχοντα καὶ βασανίστηκε μὲ διάφορα βασανιστήρια. Ἔπειτα ἔδεσαν τὰ χέρια του ἀπὸ τὰ κλαδιὰ δυὸ κέδρων, ποὺ λύγισαν μέχρι τὸ ἔδαφος. Κατόπιν τοὺς ἔλυσαν μὲ ἀποτέλεσμα ὁ Ἅγιος νὰ διαμελιστεῖ στὰ δυό. Αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια του τυράννου Λικινίου (315).
(Ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές, ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 9η Σεπτεμβρίου).






Ὁ Ἅγιος Στράτων ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ὑπῆρξε στὴ Βιθυνία καὶ συνελήφθη ἀπὸ τὸν ἐκεῖ ἄρχοντα καὶ βασανίστηκε μὲ διάφορα βασανιστήρια. Ἔπειτα ἔδεσαν τὰ χέρια του ἀπὸ τὰ κλαδιὰ δυὸ κέδρων, ποὺ λύγισαν μέχρι τὸ ἔδαφος. Κατόπιν τοὺς ἔλυσαν μὲ ἀποτέλεσμα ὁ Ἅγιος νὰ διαμελιστεῖ στὰ δυό. Αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια του τυράννου Λικινίου (315).
(Ἡ μνήμη του, ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστές, ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 9η Σεπτεμβρίου).






Οἱ Ἅγιοι Κρονίδης, Λεόντιος, Σεραπίων, Γορδιανός, Σέλευκος, Μακρόβιος, Οὐαλέριος (ἢ Οὐαλεριανός), Λουκιανός, Ζωτικὸς καὶ Ἡλεῖ οἱ Μάρτυρες
Ὅλοι πῆραν τὸ στεφάνι τῆς μαρτυρικῆς δόξας τὸν 4ο αἰώνα μ.Χ. ἐπὶ βασιλείας Λικινίου.

Ὁ Κρονίδης, διάκονος στὴν Ἀλεξάνδρεια, ἦταν πολὺ μορφωμένος, ταλαντοῦχος διδάσκαλος μὲ μεγάλη ἀρετὴ καὶ ζῆλο, κατὰ τὸ ὑπόδειγμα τοῦ πρωτομάρτυρα Στεφάνου.

Ὁ Λεόντιος καὶ ὁ Σεραπίων ἦταν διακεκριμένοι μαθητές του, ἕτοιμοι ὅπως καὶ ὁ διδάσκαλός τους νὰ πάθουν τὰ πάντα γιὰ τὸ Χριστό. Ἔτσι καὶ ἔγινε. Κάποια μέρα, ἐνῶ ἔδιναν λαμπρὴ ἀπολογία γιὰ τὴ χριστιανικὴ πίστη μπροστὰ στοὺς εἰδωλολάτρες, αὐτοὶ ἐκνευρισμένοι τοὺς κακοποίησαν ἄγρια μὲ πέτρες καὶ ρόπαλα. Κατόπιν τοὺς ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα, ὅπου καὶ παρέδωσαν τὶς ἅγιες ψυχές τους.

Οἱ Ἅγιοι Γορδιανός, Σέλευκος καὶ Μακρόβιος, μαρτύρησαν στὴ Γαλατία. Ἀφοῦ ὁμολόγησαν τὸν Χριστό, οἱ ἄπιστοί τοὺς ἔριξαν τροφὴ στὰ ἄγρια θηρία.

Ὁ Οὐαλέριος, ἀδελφικὸς φίλος τῶν τριῶν προηγουμένων μαρτύρων, ἀπουσίαζε ὅταν ἐκεῖνοι μαρτύρησαν, ὅταν ὅμως ἐπανῆλθε πῆγε στὸν τάφο τους, ὅπου τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς νὰ πεθάνει.

Ὁ Στράτων παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὴν Βιθυνία, ἀφοῦ τοῦ ἔσχισαν τὰ σκέλη.
Τέλος, ὁ Λουκιανός, ὁ Ζωτικὸς καὶ ὁ Ἡλεῖ, ἀποκεφαλίστηκαν καὶ πότισαν μὲ τὸ αἷμά τους τὴν πόλη τῶν Τομέων μὲ διαταγὴ τοῦ ἄρχοντα Μαξίμου.






Ὁ Ἅγιος Ἀριστείδης ὁ Μάρτυρας

Image
Ἦταν Ἀθηναῖος εὐπατρίδης, φιλόσοφος ἐξ ἐνδόξου ἀθηναϊκοῦ γένους, καὶ ἔζησε κατὰ τὸν 2ο μ.Χ. αἰώνα ἐπὶ αὐτοκρατορίας Ἀδριανοῦ.

Ὁ Ἱερώνυμος ἔγραψεν ἐγκώμιον ἐξυψῶν αὐτὸν ὡς Ἰσαπόστολον. Ἐμυήθη τὴν εὐσέβειαν εἰς Χριστόν, παρὰ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καὶ τοῦ Ἁγίου Ἰεροθέου. Ἔγραψεν εἰς τὸν Ἀδριανὸν ἀπολογίαν ὑπὲρ τῶν διωκωμένων Χριστιανῶν. Ἐδιώχθη καὶ ἐπειδὴ ἔλειπεν ὁ Ἀδριανὸς μετέβη εἰς τὴν Ρώμην καὶ ἀπηλογήθη.
Κατόπιν μετεφέρθη εἰς Ἀθήνας ὅπου ἐμαρτύρησεν, κρεμασθεῖς εἰς τὴν κοίλην της ἀγορᾶς τῶν Ἀθηνῶν, τὴν 13ην Σεπτεμβρίου τοῦ 120 μ.Χ. κατὰ τὸ παλαιὸν συναξάριον τὸ ὁποῖον μετεφράσθη εἰς τὰ λατινικὰ παρὰ τοῦ Ἱερωνύμου.






Ὁ Ὅσιος Πέτρος ὁ ἐν τῷ Ἀτρώᾳ (κατ’ ἄλλους "ὁ ἐν τῇ Ἀγρέᾳ")
Ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Νικηφόρου τοῦ Α’ (802 – 811) καὶ Σταυρακίου (784 – 806).
Καταγόταν ἀπὸ τὴν Ἀσία καὶ ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία εἶχε κλήση στὴ μοναχικὴ ζωή. Πῆγε στὴν Ἀτρώα τῆς Βιθυνίας, ὅπου πέρασε τὴν ζωή του μὲ αὐστηρότατη ἄσκηση καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ἰερόθεος ὁ Νέος
Σύμφωνα μὲ τὸν Ἅγιο Νικόδημο τὸν Ἁγιορείτη, ὁ Ὅσιος αὐτὸς γεννήθηκε κατὰ τὸ ἔτος 1686 στὴν Καλαμάτα τῆς Πελοποννήσου, ἀπὸ γονεῖς πλούσιους καὶ εὐσεβεῖς, τὸν Δῆμο καὶ τὴν Ἀσημίνα.

Ἀσκήτευσε στὴ Μονὴ Ἰβήρων τοῦ Ἁγίου Ὅρους, ἔκανε πολλὰ θαύματα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1745.
Ο Σ. Εὐστρατιάδης ὅμως στὸ Ἁγιολόγιό του γράφει: «Τοῦτον τὸν Ὅσιον κατέταξεν εἰς τὸ Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας ὁ Νικόδημος, εὔρων φανταστικὸν αὐτοῦ βίον (ἰδὲ Νέον Ἐκλόγιον) μετὰ θαυμάτων συνοδευόμενον, γραφέντα ὑπὸ φανατικοῦ φίλου τοῦ Ἰεροθέου».






Ὁ Ἅγιος Μέλετος Πηγᾶς
Ὑπῆρξε πατριάρχης Ἀλεξανδρείας (1590 – 1601) καὶ μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ προσωπικότητα τοῦ 16ου αἰώνα. Ἐχρημάτισε καὶ τοποτηρητὴς τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου σὲ χαλεποὺς καιροὺς (1597 – 1598).

Γεννήθηκε τὸ 1549 στὸν Χάνδακα τῆς Κρήτης ἀπὸ εὐκατάστατη καὶ εὐσεβῆ οἰκογένεια, ἔλαβε ἀξιόλογη ἐγκύκλιο μόρφωση καὶ συνέχισε τὶς ἀνώτερες σπουδές του στὸ Πανεπιστήμιο τοῦ Παταβίου. Μετὰ τὴν ἐπιστροφή του, ἀσπάστηκε τὸν μοναχικὸ βίο στὴ μονὴ Ἀγκαράθου τῆς Κρήτης, στὴν ὁποία ἡγούμενος ἦταν ὁ μετέπειτα Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας Σίλβεστρος (1566 – 1590). Ὡς ἡγούμενος τῆς μονῆς Ἀγκαράθου μετὰ τὴν ἀποχώρηση τοῦ Σιλβέστρου, ἀγωνίστηκε μὲ ζῆλο ἐναντίον τῆς λατινικῆς προπαγάνδας.
Σύντομα ἀναφέρεται ὡς κληρικὸς καὶ πρωτοσύγκελος τοῦ πατριαρχείου Ἀλεξανδρείας. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Σιλβέστρου, χειροτονήθηκε πατριάρχης Ἀλεξανδρείας ἀπὸ τὸν πατριάρχη Ἀντιοχείας Ἰωακεὶμ (5 Αὐγούστου 1590). Ἀγωνίστηκε μὲ μεγάλο ἐνδιαφέρον γιὰ τὶς ὀρθόδοξες σχέσεις καὶ τὰ διεκκλησιαστικὰ προβλήματα. Περιόρισε τὰ χρέη τοῦ πατριαρχείου, ἀνοικοδόμησε μὲ τὴ συνδρομὴ καὶ τοῦ ἡγεμόνα τῆς Μολδοβλαχίας Ἱερεμία νέο πατριαρχικὸ οἶκο καὶ ἔλυσε πολλὰ ἀπὸ τὰ πιεστικὰ προβλήματα τοῦ πατριαρχείου, ὡς τὸν πρόωρο θάνατό του σὲ ἡλικία 52 ἐτῶν (†1601).
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Sep 08, 2013 11:46 am

14 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ὕψωσις τοῦ Τιμίου καὶ Ζωοποιοῦ Σταυροῦ
Image
Τὸ 326 ἡ Ἁγία Ἑλένη πῆγε στοὺς Ἁγίους Τόπους νὰ προσκυνήσει, καὶ νὰ εὐχαριστήσει τὸν Κύριο γιὰ τοὺς θριάμβους τοῦ γιοῦ της. Πηγαίνοντας ἐκεῖ ἡ Ἁγία Ἑλένη ἀρχίζει νὰ ἀναζητᾶ τὸν Τίμιο Σταυρό. Φτάνοντας στὸ Γολγοθὰ διατάζει νὰ γκρεμιστεῖ ὁ ναὸς τῆς Θεᾶς Ἀφροδίτης. Ἐκεῖ βρίσκουν τρεῖς σταυρούς. Καὶ μὴν ξέροντας ποιὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς εἶναι ὁ Τίμιος Σταυρὸς, ὁ Ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων, ἀκούμπησε κάποιας εὐσεβέστατης νεκρῆς γυναίκας τὸ σῶμα της διαδοχικὰ καὶ στοὺς τρεῖς σταυρούς. Μόλις ἀκούμπησε ἡ γυναίκα στὸν Τίμιο Σταυρὸ ἀναστήθηκε.

Μαθεύτηκε γρήγορα τὸ νέο καὶ πλῆθος κόσμου ἄρχισε νὰ ἔρχεται γιὰ νὰ προσκυνήσουν. Ὕψωσαν τὸν Τίμιο Σταυρὸ μέσα στὸ ναὸ καὶ σὲ μέρος ψηλὸ γιὰ νὰ μπορέσουν νὰ τὸν δοῦν καὶ νὰ τὸν προσκυνήσουν ὅλοι.
Ὁ Σταυρὸς εἶναι τὸ ὅπλο ὅλων τῶν χριστιανῶν κατὰ τοῦ διαβόλου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου, καὶ εὐλόγησον τὴν κληρονομίαν σου, νίκας τοῖς Βασιλεῦσι, κατὰ βαρβάρων δωρούμενος, καὶ τὸ σὸν φυλάττων, διὰ τοῦ Σταυροῦ σου πολίτευμα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Αὐτόμελον.
Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ ἑκουσίως, τῇ ἐπωνύμῳ σου καινῇ πολιτείᾳ, τοὺς οἰκτιρμούς σου δώρησαι Χριστὲ ὁ Θεός· εὔφρανον ἐν τῇ δυνάμει σου, τοὺς πιστοὺς Βασιλεῖς ἡμῶν, νίκας χορηγῶν αὐτοῖς, κατὰ τῶν πολεμίων· τὴν συμμαχίαν ἔχοιεν τὴν σήν, ὅπλον εἰρήνης, ἀήττητον τρόπαιον.

Μεγαλυνάριον.
Σήμερον ἡ κτίσις πᾶσα Σωτήρ, πόθῳ ἀνυψοῦσα, τὸν πανάγιόν σου Σταυρόν, τὴν φωνήν σου αἴρει, καὶ πίστει ἐκβοᾷ σου· Δώρησαι τῷ λαῷ σου, Λόγε τὴν χάριν σου.






Ἡ Ὁσία Πλακίλλα ἡ Εὐσεβέστατη Βασίλισσα
Αὐτὴ ἦταν σύζυγος τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 – 395), πολὺ εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπη. Σὲ ὅλη της τὴν ζωὴ περιποιεῖτο τοὺς πτωχοὺς καὶ μοίραζε ἀφειδῶς στοὺς ἔχοντας ἀνάγκη ἐκεῖνα ποὺ τοὺς ἦταν ἀπαραίτητα. Ἐπισκεπτόταν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς περιέθαλπε μὲ τὰ ἴδια της τὰ χέρια.
Ἔτσι, σὰν καλὸς Σαμαρείτης ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Μνήμη Ἁγίας ΣΤ’ Οἰκουμενικῆς Συνόδου
Ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τῶν Μονοθελητῶν τὸ ἔτος 680.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Του λίθου σφραγισθέντος.
Τὴν Σύνοδον τὴν Ἕκτην ἱερῶς συγκροτήσαντες, θεόσοφοι Πατέρες ἑκατὸν ἑβδομήκοντα, αἱρέσεων ἐλύσατε ἀχλύν, λαμπρότητι δογμάτων εὐσεβῶν· διὰ τοῦτο τὴν ἁγίαν μνήμην ὑμῶν, τιμῶμεν ἀνακράζοντες· δόξα τῷ ἐνισχύσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ βεβαιοῦντι δι’ ὑμῶν, πίστιν τὴν Ὀρθόδοξον.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοὺς ἀσφαλεῖς.
Τοὺς τῷ φωτὶ τῶν ἀρετῶν ἐκλάμψαντας, καὶ ἐν Συνόδῳ τῇ Ἕκτῃ κηρύξαντας, τὸν Χριστὸν διπλοῦν ταῖς φύσεσι, καὶ ἐνεργείαις καὶ θελήσεσι, Πατέρας τοὺς θεόφρονας τιμήσωμεν, ὡς μύστας εὐσεβείας καὶ ἐκφάντορας· Χριστῷ γὰρ ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύουσι.

Μεγαλυνάριον.
Τοὺς τὴν ἕκτην Σύνοδον τὴν σεπτήν, ἐν τῷ Βυζαντίῳ, συγκροτήσαντας, εὐσεβῶς, ἱεροὺς Πατέρας, τιμήσωμεν συμφώνως, ὡς πρεσβευτὰς ἐνθέους, ἡμῶν πρὸς Κύριον.






Ὁ Ἅγιος Πάπας ὁ Μάρτυρας
Ἄντεξε τὰ φοβερότερα βασανιστήρια, χωρὶς νὰ πάψει στιγμὴ νὰ δέεται πρὸς τὸν Θεό.

Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Λαράνδου τῆς Λυκαονίας. Ὅταν ὁ Γαλέριος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ Ἅγιος Πάπας ὑπέστη ἕνα ἀπὸ τὰ σκληρότερα μαρτύρια. Στὴν ἀρχὴ τὸν κτύπησαν μὲ πέτρες στὰ σαγόνια, μέχρι ποὺ τοῦ τὰ ἔσπασαν. Κατόπιν τὸν κρέμασαν ἀνάποδα καὶ τὸν μαστίγωσαν ἀνελέητα. Ἔπειτα τοῦ ξέσχισαν τὰ πλευρὰ καὶ τὶς πληγὲς του ἔκαψαν μὲ ἀναμμένες λαμπάδες.
Ἀλλὰ ὁ Ἅγιος Πάπας, ὑπέφερε ὅλα αὐτὰ μὲ καταπληκτικὴ ὑπομονὴ καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ μέχρι τῆς τελευταίας του πνοῆς.






Ὁ Ἅγιος Θεοκλὴς ὁ Μάρτυρας

Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Βαλεριανὸς τὸ νήπιο
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Μακάριος ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ Νέος
Ὑπῆρξε μαθητὴς καὶ μιμητὴς του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα (1486 – 1489, 1497 – 1498).

Ἦταν ὡραῖος στὸ σῶμα καὶ τὴν ψυχὴ καὶ ζηλωτὴς στὶς ἀρετές. Τὸν κατέλαβε ὁ πόθος τοῦ μαρτυρίου καὶ γι’ αὐτὸ πῆρε ἄδεια καὶ εὐλογία ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Νήφωνα, ἀποχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ πῆγε στὴν Θεσσαλονίκη. Ἐκεῖ βρῆκε ἕνα συγκεντρωμένο πλῆθος Ὀθωμανῶν, στοὺς ὁποίους δίδαξε μὲ θέρμη τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκωσης τοῦ Χριστοῦ. Ἀγριεμένοι οἱ Ὀθωμανοί, ὅρμησαν κατὰ τοῦ Ἁγίου καὶ μὲ μαχαίρια καὶ ξύλα πλήγωσαν πολὺ τὸ σῶμα του, καὶ ἀφοῦ τὸν συνέλαβαν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή. Τὴν ἑπομένη μέρα ὁ Μακάριος στὸ κριτήριο, ἄκουσε ἀμετάπειστος τὶς κολακεῖες καὶ τὶς ὑποσχέσεις τῶν Τούρκων, ποὺ προσπαθοῦσαν νὰ μεταστρέψουν τὸ φρόνημά του.

Στὶς προτροπὲς αὐτὲς ὁ Ἅγιος ἀπαντοῦσε: «Μακάρι καὶ σεῖς νὰ γνωρίζατε τὴν ἀληθινὴ καὶ ἀκατηγόρητη πίστη μας καὶ νὰ εἴχατε βαπτιστεῖ στὸ ὄνομα τῆς Ἁγίας Τριάδος, καὶ νὰ εἴχατε ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὴν πλανεμένη θρησκεία σας».
Οἱ Ὀθωμανοὶ ὅταν ἄκουσαν αὐτά, τὸν βασάνισαν πιὸ ἄγρια καὶ τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν τὸ 1527. Κατ’ ἄλλες πληροφορίες τὸ μαρτύριο τοῦ Ἁγίου ἔγινε τὸ 1507.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Sep 08, 2013 11:48 am

15 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Νικήτας ὁ Γότθος
Image
Ἦταν ἀπὸ τὸ ἔθνος τῶν Γότθων, ποὺ εἶχαν ἐγκατασταθεῖ πέραν τοῦ Ἴστρου ποταμοῦ, στὰ χρόνια του Μ. Κωνσταντίνου. Ἀπὸ παιδὶ ὁ Νικήτας διδάχθηκε τὴν ἁγία πίστη ἀπὸ τὸ Γότθο ἐπίσκοπο Θεόφιλο, ὁ ὁποῖος συχνὰ ὑπενθύμιζε στὸ Νικήτα τὰ λόγια του Ἀπ. Παύλου: ‘Μένε ἐν οἲς ἔμαθες... ἀπὸ βρέφους τὰ ἱερὰ γράμματα οἶδας, τὰ δυνάμενα σὲ σοφίσαι εἰς σωτηρίαν διὰ πίστεως τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». Δηλαδή, μένε ἀκλόνητος σ’ ἐκεῖνα ποὺ ἔμαθες. Ἀπὸ μικρὸ παιδὶ γνωρίζεις τὶς Ἅγιες Γραφές, ποὺ μποροῦν νὰ σοῦ μεταδώσουν τὴν ἀληθινὴ σοφία, ποὺ ὁδηγεῖ στὴ σωτηρία διὰ μέσου τῆς πίστεως στὸν Ἰησοῦ Χριστό.

Καὶ ἔτσι ἔγινε. Ὅταν ὁ ἡγεμόνας Ἀθανάριχος συνέλαβε τὸ Νικήτα καὶ τὸν ἀπείλησε γιὰ νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, αὐτὸς ἔμεινε ἀμετακίνητος σ’ αὐτὰ ποὺ ἔμαθε ἀπὸ παιδί. Ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν ἡγεμόνα, ὁ ὁποῖος ὅταν τὸν ἄκουσε ἐξαγριώθηκε πολύ. Διέταξε ἀμέσως καὶ τοῦ ἔσπασαν τὰ κόκαλα μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο
Ἄλλα τὸ μίσος τῶν Βαρβάρων ἦταν τόσο, ὥστε μετὰ τὸν ἔριξαν στὴ φωτιά, ὅπου βρῆκε τὸ θάνατο. Ἡ φωτιά, ὅμως, μὲ τὴ θεία θέληση σεβάστηκε τὸ λείψανό του. Τὸ πῆρε κάποιος εὐσεβὴς χριστιανὸς καὶ τὸ διαφύλαξε σὲ θήκη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἔστησας, κατὰ τῆς πλάνης, νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον γέρας, ἐπαξίως Νικήτα φερώνυμε· σὺ γὰρ νικήσας ἐχθρῶν τὴν παράταξιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Νικητὴς γενόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσι, νικητὰς ἀνάδειξον, κατὰ παθῶν φθοροποιῶν, τοὺς εὐλαβῶς ἐκβοῶντάς σοι· χαίροις Νικήτα, Μαρτύρων ὡράϊσμα.

Μεγαλυνάριον.
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ἔφλεξας ὡς ἄνθραξ, ἀγνωσίας ὕλην σαθράν, καὶ ὡλοκαυτώθης, οἷα τερπνὴ θυσία, Νικήτα Ἀθλοφόρε, τῷ σὲ δοξάσαντι.







Οἱ Ἅγιοι Μάρτυρες
Αὐτοὶ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Νικήτα.






Ὁ Ἅγιος Πορφύριος ὁ μίμος
Γεννήθηκε ἀπὸ μίμο καὶ ἔκανε καὶ αὐτὸς τὸ ἐπάγγελμα τοῦ μίμου (ἠθοποιοῦ).

Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του Ἰουλιανοῦ του Παραβάτη (361) καὶ ὅταν κάποτε ὁ βασιλιὰς αὐτὸς γιόρταζε τὰ γενέθλια του, ὁ Ἅγιος αὐτὸς προστάχθηκε νὰ μιμηθεῖ καὶ νὰ περιπαίξει τὰ Μυστήρια τῶν Χριστιανῶν. Ὁπότε ὁ Ἅγιος μπῆκε στὴν κολυμβήθρα καὶ φώναξε: «Βαπτίζεται Πορφύριος, εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος». Καὶ ὅταν βγῆκε ἀπὸ τὸ νερό, φόρεσε λευκὰ ἐνδύματα καὶ ὁμολόγησε μπροστὰ σὲ ὅλο τὸ κοινὸ ποὺ τὸν παρακολουθοῦσε, ὅτι εἶναι χριστιανὸς καὶ εἶναι ἕτοιμος νὰ πεθάνει γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ὁπότε ὁ βασιλιάς, ἐξαγριωμένος, διέταξε καὶ τὸν ἀποκεφάλισαν.






Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Πρεσβύτερος καὶ θαυματουργὸς
Ἄοκνος ἀγωνιστὴς τῆς ἀρετῆς σ’ ὅλη του τὴν ζωή, ἡ ὁποία τελικὰ τὸν ἔκανε Ἅγιο.

Ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Μύρμηξ τῆς ἐπαρχίας Ὀψικίου. Παντρεύτηκε γυναίκα, ποὺ προίκα εἶχε τὴ μεγάλη καὶ ἀθάνατη εὐσέβεια. Ἀπόκτησε παιδιά, τὰ ὁποία ἀνατράφηκαν κάτω ἀπὸ τὴν ἄγρυπνη ἐπιμέλεια τῶν γονιῶν τους ἐν παιδείᾳ καὶ νουθεσίᾳ Κυρίου.

Ἔτσι, ὑπόδειγμα ἀπὸ τὴν ὅλη του διαγωγὴ καὶ ἀπὸ τὴ χριστιανικότατη ἀνατροφὴ τῶν παιδιῶν του, χειροτονήθηκε ἱερέας μετὰ ἀπὸ ἐπίμονη παράκληση τῶν συγχωριανῶν του. Ἀπέναντι στὸ ποίμνιό του, φέρθηκε ὅπως καὶ ἀπέναντι τῆς οἰκογενείας του. Δηλαδὴ μὲ εὐσέβεια, μὲ ἀγάπη, μὲ ἀγρυπνία καὶ διδαχή. Πολλὲς φορὲς μάλιστα, μέσα στὴ βροχὴ καὶ τὸ κρύο, ἄφηνε τὸ ἴδιο του τὸ σπίτι, γιὰ νὰ πάει στὰ σπίτια τῶν ἐνοριτῶν του γιὰ νὰ τοὺς εὐεργετήσει μὲ ὑλικὴ βοήθεια ἢ μὲ ἠθικὴ ἐνίσχυση καὶ παρηγοριά.
Ὁ Θεός, ποὺ ἔβλεπε τὴν πνευματικὴ προκοπὴ τοῦ Φιλοθέου, τὸν ἀξίωσε καὶ νὰ θαυματουργεῖ. Ἔτσι αὐτός, ἀκόμα περισσότερο εὐεργετοῦσε τὸ ποίμνιό του καὶ ἔτσι συνέχισε μέχρι ποὺ παρέδωσε στὸν Θεὸ τὴν δίκαια ψυχή του.






Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἀκακίου ἐπισκόπου Μελιτινῆς
Ἑορτάζει τὴν 31η Μαρτίου, ὅπου καὶ πληροφορίες γιὰ τὸν βίο του.
Δὲν ἔχουμε ἄλλες λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.







Ὁ Ἅγιος Μάξιμος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Οἱ Ἁγίες Δύο Κόρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.






Εὕρεσις Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Πρωτομάρτυρα Στεφάνου
Image
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ συνέβη στὰ χρόνια ποὺ οἱ μεγάλοι διωγμοὶ τῶν πρώτων χριστιανῶν εἶχαν κοπάσει καὶ αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος.

Τότε, ὁ Ἅγιος Στέφανος φανερώθηκε τρεῖς φορὲς σὲ κάποιον εὐσεβὴ γέροντα ἱερέα, τὸ Λουκιανό, καὶ τοῦ ἀποκάλυψε τὸν τόπο, ὅπου ἦταν κρυμμένο τὸ λείψανό του. Αὐτὸς ἀμέσως τὸ ἀνέφερε στὸν Πατριάρχη Ἱεροσολύμων Ἰωάννη, ποὺ μὲ τὴν σειρά του πῆγε στὸν ὑποδεικνυόμενο τόπο καὶ πράγματι βρῆκε τὸ Ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου Στεφάνου.

Κατὰ τὴν εὕρεση ἔγινε μεγάλος σεισμός, καὶ τὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πλημμύρισε εὐωδία τοὺς παρευρισκόμενους στὸν τόπο ἐκεῖνο. Λέγεται ὅτι ἀπὸ τὸν οὐρανὸ ἀκούστηκαν ἀγγελικὲς φωνές, ποὺ ἔλεγαν «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκίᾳ». Δηλαδή, δόξα ἂς εἶναι στὸν Θεό, στὰ ὕψιστα μέρη τοῦ οὐρανοῦ καὶ στὴν ταραγμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία γῆ ἂς βασιλεύσει ἡ θεία εἰρήνη, διότι ὁ Θεὸς φανέρωσε τὴν εὐαρέσκειά Του στοὺς ἀνθρώπους, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση τοῦ Υἱοῦ Του.

Φανέρωναν, ἔτσι, οἱ ἄγγελοι περίτρανα ὅτι ὁ πρωτομάρτυρας Στέφανος μαρτύρησε γιὰ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.
Ἀργότερα, τὰ λείψανα τοῦ Ἁγίου μεταφέρθηκαν ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλὴμ στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἐναποτέθηκαν στὸν ἐπ’ ὀνόματι αὐτοῦ ἀνεγερθέντα Ναὸ ὑπὸ τοῦ Μ. Κωνσταντίνου.






Ὁ Ὅσιος Μελέτιος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται μόνο στὸ Σιναϊτικὸ Τυπικὸ ὑπ' ἀριθ. 1094 φ. 35 ὡς ἑξῆς: «Μηνὶ Σεπτεμβρίω ιε’, ἐκοιμήθη ὁ Ὅσιος πατὴρ ἡμῶν Μελέτιος καὶ κτήτωρ τῆς Μονῆς τοῦ Σεργίου» (βλ. Δημητριεύσκυϊ Τυπικὸ Β’ σελ. 30).






Ὁ Ἅγιος Συμεὼν Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ἔζησε τὸν 15ο αἰώνα καὶ γιὰ τὴν ζωή του δὲν ὑπάρχουν πολλὰ στοιχεῖα.

Πρέπει νὰ ἦταν Ἱερομόναχος καὶ Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης πρέπει νὰ ἔγινε μετὰ τὸ 1410. Ἐκτὸς ἀπὸ τὸ σπουδαῖο ποιμαντικό του ἔργο, ἀνέπτυξε καὶ πλούσια συγγραφικὴ ἐργασία. Ἔγραψε ἐπιστολές, ἑρμηνεῖες, ἐγκώμια, διάλογους καὶ ὑμνογραφικὰ κείμενα.
Πέθανε τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1429. Ἁγιοποιήθηκε στὶς 14 Ἀπριλίου 1981.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ποιμὴν Θεσσαλονίκης ἀνεδείχθης ἐν Πνεύματι, καὶ θεῖος ὑποφήτης μυστηρίων τῆς χάριτος, σοφίᾳ καὶ φωτὶ τῶν ἀρετῶν, ἐκλάμπων Ἱεράρχα Συμεὼν· διὰ τοῦτο ὥσπερ θεῖον μυσταγωγόν, τιμῶμέν σε κραυγάζοντες· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγοῦντι διὰ σοῦ χάριν ἡμῖν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Μυστογράφος ἄριστος τῆς Ἐκκλησίας, ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι ὤφθης παμμάκαρ Συμεών· τῶν μυστηρίων τὴν χάριν γάρ, τὴν κεκρυμμένην, ἐκφαίνεις τῷ λόγῳ σου.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης, ποιμενάρχης θεοειδής· χαῖρε θεῖον σκεῦος, τῆς ταπεινοφροσύνης, Ἀρχιερέων κλέος, Συμεὼν Ὅσιε.






Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων Ἀρχιεπίσκοπος Λαρίσης
Ὁ Ἅγιος Βησσαρίων γεννήθηκε στὴν Πόρτα Παναγιὰ Τρικάλων τὸ 1490, ἤτοι λίγα χρόνια μετὰ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Ἂν καὶ οἱ συνθῆκες ἦταν πολὺ δύσκολες, γαλουχήθηκε καὶ ἀνατράφηκε ἀπὸ τοὺς εὐλαβεῖς γονεῖς του μὲ τὰ ἱερὰ νάματα τῆς ἁγίας πίστεώς μας καὶ τὰ ἰδεώδη τοῦ Γένους μας σὲ ἕνα γεμάτο θεοσέβεια οἰκογενειακὸ περιβάλλον.

Ἀπὸ τὴν νεανική του ἡλικία διακρινόταν γιὰ τὴν εὐφυΐα καὶ τὴ σύνεσή του ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν εὐθύτητα τοῦ χαρακτῆρος του, τὴν ἁγνότητα καὶ σωφροσύνη του, τὴν ταπεινοφροσύνη καὶ τὴν βαθειὰ πίστη του, τὴν ἀπέραντη ἀγάπη του.

Νεότατος γίνεται μοναχὸς καὶ χειροτονεῖται διαδοχικὰ διάκονος καὶ πρεσβύτερος. Τὸ 1517 ἐκλέγεται ἐπίσκοπος Ἐλασσῶνος καὶ τὸ 1521 ἀναλαμβάνει τὴν διοίκηση τῆς ἐπισκοπῆς Σταγών. Τὸ 1527 ἀναβιβάζεται στὸν θρόνο τῆς Μητροπόλεως Λαρίσης καὶ ἀκτινοβολεῖ μὲ τὴν ἁγιότητα τῆς ζωῆς του καὶ τὴν καταπληκτικὴ ἀγαθοεργὸ δράση του, ἐνῶ συγχρόνως ὑπομένει μὲ θαυμαστὴ ἀνεξικακία συκοφαντίες καὶ σκληρὲς δοκιμασίες στὶς ὁποῖες ἔλαμψε «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ».

Τὸ περίφημο μοναστήρι τοῦ Δουσίκου, οἱ γέφυρες τοῦ Κοράκου στὸν Ἀχελῶο, τοῦ Πορταϊκοῦ καὶ τῆς Σαρακίνας στὸν Πηνειὸ καὶ πλῆθος ἄλλων κοινωφελῶν ἔργων, ποὺ ἔγιναν μὲ ἀφάνταστες δυσκολίες στὰ ζοφερὰ χρόνια τῆς τουρκοκρατίας, ἀποδεικνύουν τὴν πολλήν του ἀγάπη πρὸς τὸν Θεὸν καὶ τὴν ἀνύστακτο μέριμνά του γιὰ τὸν πονεμένο λαό του.
Στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1540 παρέδωκε τὴν ἁγίαν ψυχήν του εἷς χείρας Θεοῦ, ὑμνούμενος ἀπὸ τότε ὡς Ἅγιος καὶ θαυματουργός. Ἡ εὐωδιάζουσα Τιμία Κάρα Του φυλάσσεται στὴν Ἱερὰ Μονή Του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Τῆς Πύλης τὸ βλάστημα τῆς Θεσσαλίας φωστήρ, τῆς Τρίκκης τὸ σέμνωμα καὶ τῶν θαυμάτων πηγὴ ἐδείχθης τρισόλβιε· πάσαν δοκιμασίαν ἐν Χριστῷ ὑπομείνας, δόξη ἠγλαϊσμένος σὺν Ἀγγέλοις ἀγάλλη. Ἅγιε Βησσαρίων πανάριστε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ σωθῆναι τᾶς ψυχᾶς ἡμῶν.






Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος κτήτορας τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας
Χωρὶς βιογραφικὸ ὑπόμνημα στοὺς Συναξαριστές. Ἀπὸ τὴ Β’ ἔκδοση ὅμως τῆς Ἀκολουθίας του στὴν Ἀθήνα τὸ 1901, μαθαίνουμε ὅτι ἦταν ἀπὸ τὸ χωριὸ Λεοντάρι τῆς Πελοποννήσου καὶ περὶ τὸ 1740 ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος Σουρβίας, τῆς κωμοπόλεως Μακαριωτίσσης ἢ Μακρηνίτσης.
Ἐκεῖ μὲ ὁσιότητα καὶ πνευματικὴ ἄσκηση ἀφοῦ ἔζησε, ἀπεβίωσε εἰρηνικά, κάνοντας πολλὰ θαύματα.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας
Τὰ Σφακιὰ τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του καὶ ἐργαζόταν σὰν γεωργὸς στὴ Νέα Ἔφεσο.

Σ’ ἕνα πανηγύρι πρὸς τιμὴν τοῦ Τιμίου Προδρόμου (29 Αὐγούστου 1811) ἔξω ἀπὸ τὴ Ν. Ἔφεσο, ὁ Ἰωάννης μὲ δυὸ πατριῶτες του διασκέδαζαν. Σὲ κάποια στιγμὴ ἦλθαν ἀπεσταλμένοι τοῦ ἀγὰ καὶ τοὺς ζήτησαν τὸν κεφαλικὸ φόρο. Οἱ τρεῖς Σφακιανοὶ ἀρνήθηκαν νὰ τὸν πληρώσουν καὶ συνεπλάκησαν μὲ τοὺς φοροεισπράκτορες. Ἀποτέλεσμα ἦταν νὰ σκοτωθεῖ, ἀπὸ τοὺς συντρόφους τοῦ Ἰωάννη, ἕνας Τοῦρκος καὶ οἱ ἄλλοι νὰ τραυματιστοῦν. Οἱ δυὸ πατριῶτες τοῦ Ἰωάννη ἀπομακρύνθηκαν, ἐνῶ ὁ ἴδιος ἐπειδὴ ἦταν ἀθῶος ἔμεινε. Ἀλλὰ οἱ Τοῦρκοι, ποὺ ζητοῦσαν ἐκδίκηση συνέλαβαν τὸν Ἰωάννη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν τὸν ἔριξαν στὴ φυλακή, ὅπου ἔμεινε χωρὶς τροφὴ γιὰ 16 ἥμερες.

Στὶς προτάσεις τῶν Τούρκων νὰ ἐξισλαμιστεῖ γιὰ νὰ γλιτώσει τὸ θάνατο, ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: «Χριστιανὸς γεννήθηκα χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω, Ἰωάννης ὀνομάζομαι, δὲν ἀλλάζω τὴν πίστη μου οὔτε τ’ ὄνομά μου». Τότε οἱ Τοῦρκοι τὸν ἀπαγχόνισαν στὶς 15 Σεπτεμβρίου 1811.

Κατόπιν ἀδείας οἱ Χριστιανοὶ τὸν ἔθαψαν στὴν αὐλὴ τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, στὴν Ἔφεσο.
Μαρτύριο τοῦ Ἅγιου συνέγραψε ὁ Ἀθανάσιος Πάριος, τὴν δὲ Ἀκολουθία τοῦ ὁ μοναχὸς Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.







Ὁ Ὅσιος Νικήτας Ἐπίσκοπος Χυτρῶν Κύπρου
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.Μνημονεύεται ἀπὸ τὸν Χάκκετ (Ἱστορία τῆς ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου, τ. Β’, σελ. 202, μετάφραση Χ. Παπαϊωάννου).






Ὁ Ὅσιος Σαβίνος
Ὁ Ὅσιος Σαβίνος διεκατέχετο ἀπὸ πολλὲς ἀρετὲς καὶ γι’ αὐτὸν τὸν λόγο τοῦ εἶχε ζητηθεῖ ἐπίμονα νὰ δεχθεῖ τὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο. Ὁ Σαβίνος ἐπιζητώντας τὸν μοναχικὸ βίο ἀρνιόταν τὸ ἀξίωμα αὐτό. Σὲ μία στιγμὴ μεγάλη ψυχολογικῆς βίας τὸν παρέσυραν καὶ δέχθηκε τὸ ἀξίωμα.

Ὡς ἐπίσκοπος μεγαλούργησε στὸ ἔργο τῆς φιλανθρωπίας ἀλλὰ δὲν ἄντεξε τὴν φθορὰ καὶ τὶς πιέσεις ἀπὸ λαϊκοὺς καὶ μὴ, ποὺ εἶχε ἡ διοίκηση. Γι’ αὐτὸ τὸν λόγο παραιτήθηκε ἀπὸ τὸ ἐπισκοπικὸ ἀξίωμα καὶ γύρισε στὴν ἐρημικὴ ζωὴ τοῦ κελιοῦ του.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὴν σκήτη του.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Sep 08, 2013 11:50 am

16 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ἡ Ἁγία Εὐφημία ἡ Μεγαλομάρτυς
Image
Ἔζησε καὶ μαρτύρησε κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ αὐτοκράτορα Διοκλητιανοῦ.

Γεννήθηκε στὴν Χαλκηδόνα ἀπὸ οἰκογένεια θεοσεβῆ καὶ εὐγενική. Οἱ γονεῖς της Ψιλόφρων καὶ Θεοδωριανὴ φρόντισαν ὥστε ἡ θυγατέρα τους νὰ ἀναπτύξει κάθε χριστιανικὴ ἀρετή.

Ἡ Εὐφημία ἐξελίχθηκε σὲ ἄνθρωπο μὲ σπάνια χαρίσματα καὶ δυνατὸ χριστιανικὸ φρόνημα, τὸ ὁποῖο ἐπέδειξε ὅταν ὁ εἰδωλολάτρης ἀνθύπατος τῆς Μικρᾶς Ἀσίας Πρίσκος διέταξε νὰ παρευρεθοῦν ὅλοι οἱ κάτοικοι τῆς Χαλκηδόνας σὲ γιορτή, τὴν ὁποία ὀργάνωνε πρὸς τιμὴ τοῦ θεοῦ τῶν εἰδωλολατρῶν Ἄρη.

Τότε ἡ Εὐφημία ἀποφάσισε μαζὶ μὲ ἄλλους χριστιανοὺς νὰ ἀπέχει ἀπὸ τὴ γιορτὴ τῶν εἰδωλολατρῶν καὶ γιὰ τὸ λόγο αὐτὸ συνελήφθη καὶ φυλακίσθηκε. Κατὰ τὴ διάρκεια τῆς αἰχμαλωσίας της οἱ ἐχθροὶ τοῦ Χριστοῦ προσπαθοῦσαν μὲ κάθε τρόπο νὰ πείσουν τὴν Ἁγία νὰ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη της καὶ νὰ ἀσπασθεῖ τὰ εἴδωλα. Ὅταν συνειδητοποίησαν πὼς ἡ Εὐφημία δὲν ἐπρόκειτο νὰ ἀλλάξει τὴν πίστη της μὲ τοὺς λόγους, τὴν βασάνισαν φριχτά. Ὅμως μὲ τὴ θεία χάρη, ἡ Ἁγία δὲν ἔπαθε τίποτα ἀπὸ τὰ βασανιστήρια.
Τελικὰ οἱ δήμιοι, τὴν ἔριξαν σὲ ἄγρια θηρία καὶ ἡ Εὐφημία βρῆκε τὸ θάνατο ἀπὸ μία ἀρκούδα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τῷ θείῳ ἔρωτι, λαμπρῶς ἀθλήσασα, εἰς oσμὴν ἔδραμες, Χριστοῦ πανεύφημε, οἶα νεᾶνις παγκαλής, καὶ Μάρτυς πεποικιλμένη· ὅθεν εἰσελήλυθας, εἰς παστάδα οὐράνιον, κόσμῳ διανέμουσα, ἰαμάτων χαρίσματα, καὶ σώζουσα τοὺς σοὶ ἐκβοῶντας· χαίροις θεόφρον Εὐφημία.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἐν τῇ ἀθλήσει σου καλῶς ἠγωνίσω, καὶ μετὰ θάνατον ἡμᾶς ἁγιάζεις, ταῖς τῶν αἱμάτων βλύσεσι Πανεύφημε· ὅθεν σου τὴν κοίμησιν, τὴν ἁγίαν τιμῶμεν, πίστει παριστάμενοι, τῷ σεπτῷ σου λειψάνῳ, ἵνα ῥυσθῶμεν νόσων ψυχικῶν, καὶ τῶν θαυμάτων τὴν χάριν ἀντλήσωμεν.

Μεγαλυνάριον.
Εὔφημόν σοι αἶνον καὶ ἱερόν, πανεύφημε Μάρτυς, ἀναμέλπομεν εὐπρεπῶς· σὺ γὰρ Εὐφημία, ἐμπρέψασα εὐφήμως, τῷ Λόγῳ ἐδοξάσθης, ὡς καλλιπάρθενος.






Ἡ Ἁγία Μελιτίνη ἡ Μάρτυς
Ἡ Ἁγία Μελιτίνη ἔζησε τὸ ἔτος 160 μ.Χ., ἐπὶ βασιλείας Ἀντωνίνου, ὁ ὁποῖος ἦταν πολὺ εὐσεβής.

Ὁ τότε ἡγεμόνας τῆς Θράκης, ὀνόματι Ἀντίοχος, ἀπὸ τοὺς πιὸ σκληροὺς πολέμιους τῶν χριστιανῶν, διέταξε νὰ συλλάβουν τὴν Μελιτίνη, μὲ τὸ αἰτιολογικὸ ὅτι διέδιδε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ τὸν Χριστό. Προσπάθησε νὰ τὴν κάνει νὰ ἀλλάξει πίστη ἀλλὰ μάταια. Ἀνέλαβε τότε ἡ γυναίκα του, ἡ ὁποία μὲ διάφορα ὕπουλα γυναικεία μέσα προσπάθησε νὰ κάνει τὸ ἴδιο. Ἀλλὰ δυστυχῶς ἔπεσε στὴν παγίδα ποὺ ἑτοίμαζε ἡ ἴδια. Ἔγινε κι αὐτὴ χριστιανὴ καὶ μαζὶ μὲ τὴν Μελιτίνη, κρυφὰ ἀπὸ τὸν Ἀντίοχο ἔκαναν πολλοὺς εἰδωλολάτρες χριστιανούς.
Ὅταν τὸ ἔμαθε ὁ Ἀντίοχος τὶς ἀποκεφάλισε καὶ τὶς δύο.






Ἡ Ἁγία Λουντμίλα
Ἡ Ἁγία Λουντμίλα γεννήθηκε πιθανῶς τὸ 856 μ.Χ., ἀπὸ γονεῖς εὐγενεῖς, ἀλλὰ εἰδωλολάτρες.

Ὅταν ἦταν 16 χρονῶν, παντρεύτηκε μὲ τὸν ἡγεμόνα τῶν Τσέχων Μποριβόια. Μὲ τὴν παρουσία τῶν ἱεραποστόλων Μεθοδίου καὶ Κυρίλλου στὴν χώρα τους ἔγιναν χριστιανοί. Ἔκτισαν πολλὲς ἐκκλησίες, κάλεσαν ἱερεῖς καὶ ἔκαναν πάρα πολλὰ γιὰ τὸν ἐκχριστιανισμὸ τῆς χώρας.

Ὁ ἄντρας της ὅμως σὲ ἡλικία 36 χρονῶν πέθανε καὶ ἡ Λουντμίλα ἀφιέρωσε ὅλη τὴν ὑπόλοιπη ζωή της στὸν Χριστὸ καὶ τὴν Ἐκκλησία. Ἀργότερα τὴν ἡγεμονία ἀνέλαβε ὁ ἐγγονός της Βιατσεσλάβος καὶ ἡ νύφη της Δραγομίρα προσπάθησε νὰ φέρει πάλι τὴν εἰδωλολατρία. Ἐμποδίστηκε ὅμως μὲ πολλοὺς τρόπους ἀπὸ τὴ Λουντμίλα, ἡ ὁποία ἀπειλήθηκε ἀκόμα καὶ μὲ θάνατο ἀπὸ τὴν Δραγομίρα. Γιὰ νὰ γλιτώσει, πῆγε καὶ κρύφτηκε σὲ ἕναν πύργο.
Ἐκεῖ τὴν βρῆκαν οἱ ἀπεσταλμένοι τῆς Δραγομίρας καὶ τὴν θανάτωσαν. Ἀργότερα ὁ ἐγγονὸς της μετέφερε τὸ λείψανό της στὴν Πράγα, ὅπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.







Ὁ Ὅσιος Δωρόθεος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ ὁ Ἐρημίτης († 4ος αἰ.)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ὅσιος Κυπριανὸς Μητροπολίτης Κιέβου, Ρῶσος († 1406)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ἅγιος Νινιάν (Βρετανός)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.






Ἡ Ἁγία Edithac (Ἀγγλίδα)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sun Sep 08, 2013 11:52 am

17 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Οἱ Ἁγίες Σοφία, Πίστη, Ἐλπίδα καὶ Ἀγάπη
Image
Ἔζησαν ὅταν αὐτοκράτορας τῶν ρωμαίων ἦταν ὁ Ἀνδριανός.

Ὅταν ἡ τίμια καὶ ἐνάρετη Σοφία χήρεψε, πῆγε μαζὶ μὲ τὶς κόρες της στὴν Ρώμη. Ἐκεῖ ὁ αὐτοκράτορας πληροφορήθηκε ὅτι οἱ τέσσερις γυναῖκες ἦταν χριστιανὲς καὶ διέταξε νὰ τὶς συλλάβουν. Ἀφοῦ χώρισε τὴν μητέρα ἀπὸ τὰ παιδιά της, ζήτησε νὰ παρουσιασθεῖ μπροστὰ του ἡ δωδεκάχρονη Πίστη. Μὲ δελεαστικοὺς λόγους ὁ Ἀνδριανὸς προσπάθησε νὰ πείσει τὴν Πίστη νὰ ἀρνηθεῖ τὸ Χριστό, ἀλλὰ ἀντιμετώπισε τὸ ἄκαμπτο φρόνημα τῆς νεαρῆς. Τότε ὁ σκληρὸς ἡγεμόνας διέταξε τὸν ἀποκεφαλισμό της.

Τὸ ἴδιο σθένος μὲ τὴν Πίστη ἐπέδειξαν καὶ οἱ ἀδελφές της, ἡ δεκάχρονη Ἐλπίδα καὶ ἡ ἐννιάχρονη Ἀγάπη. Ὁ σκληρὸς Ἀνδριανὸς δὲ δίστασε νὰ διατάξει τοὺς δήμιούς του νὰ ἀποκεφαλίσουν καὶ τὰ ἄλλα δυὸ κορίτσια.
Περήφανη γιὰ τὰ παιδιά της ἡ Σοφία, ἐνταφίασε μὲ τιμὲς τὶς κόρες της καὶ παρέμεινε γιὰ τρεῖς μέρες στοὺς τάφους τους, παρακαλώντας τὸ Θεὸ νὰ τὴν πάρει κοντά του. Ὁ Θεὸς ἄκουσε τὴν προσευχή της καὶ ἡ Σοφία παρέδωσε τὸ πνεῦμά της δίπλα στοὺς τάφους τῶν παιδιῶν της.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Σοφίᾳ ἐκθρέψασα, κατὰ τὴν κλῆσιν σεμνή, τὰς τρεῖς θυγατέρας σου, ταύτας προσάγεις Χριστῷ, ἀθλήσεως σκάμμασιν· ὅθεν τῆς ἄνω δόξης, σὺν αὐταῖς κοινωνοῦσα, πρέσβευε τῷ Σωτῆρι, καλλιμάρτυς Σοφία, δοῦναι τοῖς σὲ τιμῶσι, χάριν καὶ ἔλεος.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς ἐλαία κατάκαρπος ἀνεβλάστησας, ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Κυρίου Σοφία Μάρτυς σεμνή, καὶ προσήγαγες Χριστῷ καρπὸν ἡδύτατον, τοὺς τῆς νηδύος σου βλαστούς, δι’ ἀγώνων ἱερῶν, Ἀγάπην τε καὶ Ἐλπίδα, καὶ τὴν θεόφρονα Πίστιν· μεθ’ ὧν δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Σοφίας τῆς σεμνῆς, ἱερώτατοι κλάδοι, ἡ Πίστις καὶ Ἐλπίς, καὶ Ἀγάπη δειχθεῖσαι, σοφίαν ἀπεμώραναν, τῶν Ἑλλήνων ἐν χάριτι, καὶ ἀθλήσασαι, καὶ νικηφόροι φανεῖσαι, στέφος ἄφθαρτον, παρὰ τοῦ πάντων Δεσπότου, Χριστοῦ ἀνεδήσαντο.

Μεγαλυνάριον.
Μήτηρ ἐπὶ τέκνοις Δαβιτικῶς, ὤφθης τερπομένη, ὦ Σοφία πανευκλεής· σὺ γὰρ τῇ Τριάδι, τὰς τρεῖς σου θυγατέρας, ὥσπερ γυνὴ ἀνδρεία, ἄθλοις προσήγαγες.






Ἡ Ἁγία Ἀγαθόκλεια
Image
Μὲ τὴν μεγάλη της ὑπομονὴ στὸ μαρτύριο, στόλισε καὶ αὐτὴ τοὺς πρώτους αἰῶνες τοῦ χριστιανισμοῦ.

Ἂν καὶ ἀπὸ τὴ γέννησή της δούλα, ἔλαμψε διὰ Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐλεύθερη στὴν ψυχή. Ὁ κύριος της, ποὺ ὀνομαζόταν Νικόλαος, εἶχε γίνει χριστιανὸς καὶ φερόταν πρὸς τὴν Ἀγαθόκλεια μὲ πολλὴ φιλανθρωπία καὶ ἀγαθότητα. Ἀλλὰ ἡ κυρία της, Παυλίνα, γυναίκα σκληρόκαρδη, ἐπέμενε στὴν εἰδωλολατρία. Καὶ ὅπως ἦταν θυμώδης καὶ μέθυσος βασάνιζε πολλὲς φορὲς τὴν Ἀγαθόκλεια καὶ προσπαθοῦσε μὲ πεῖσμα νὰ τὴν ἐπαναφέρει στὴ θρησκεία τῶν εἰδώλων.

Ἐπὶ ὀκτὼ χρόνια ἔτσι, ἡ ταλαίπωρη καὶ συγχρόνως μακάρια δούλα, ὑπέφερε καθημερινὴ ζωὴ μαρτυρίου. Τὴν ἔβριζε, τὴν χτυποῦσε, κένταγε μὲ πιρούνια τὸ σῶμα της καὶ τὴν πλήγωνε μὲ ἀλύπητο μαστίγωμα. Καὶ ἐπειδὴ ὅλα αὐτὰ δὲν νικοῦσαν τὴν γνώμη τῆς εὐσεβέστατης χριστιανῆς, κάποια μέρα, ἄναψε φωτιὰ καὶ τὴν ἔσπρωξε μέσα σ’ αὐτή.
Ἔτσι ἡ Ἀγαθόκλεια λυτρώθηκε ἀπὸ τὴν ἀσεβὴ καὶ κακούργα εἰδωλολάτρισσα κυρία της, καὶ ἀπεδήμησε στὰ μακάρια καὶ ἐλεύθερα σκηνώματα τῶν δικαίων.






Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος, Θεόδοτος καὶ Ἀσκληπιοδότη οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἄγιοι Μάξιμος, Θεόδοτος καὶ Ἀσκληπιοδότη κατάγονταν από τὴν Μαρκιανούπολη τῆς Θράκης.
Μαρτύρησαν μὲ σκληρὸ τρόπο, ἐπειδὴ ὁμολόγησαν τὸν Χριστό. Στὴν ἀρχὴ τοὺς μαστίγωσαν, κατόπιν τοὺς ἔκοψαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια, τοὺς φυλάκισαν καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.






Οἱ Ἅγιοι Λουκία καὶ Γεμινιανὸς
Ἡ Ἁγία Λούκια ἦταν πλούσια Ρωμαία κατὰ τὴν ἐποχὴ τῶν βασιλέων Διοκλητιανοῦ (284 – 304) καὶ Μαξιμιανοὺ (286 – 305).

Μετὰ 36 χρόνια χηρείας καὶ σὲ ἡλικία 75 χρονῶν, προδόθηκε ἀπὸ τὸν εἰδωλολάτρη γιὸ της Εὐτρόπιο, στὸν Διοκλητιανό, ὅτι πιστεύει στὸν Χριστό. Τότε ἡ Ἁγία συνελήφθη καὶ κλείστηκε στὴ φυλακή. Ἐκεῖ ὑπέστη σκληρὰ βασανιστήρια, ἀλλὰ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ παρέμεινε ἀβλαβὴς καὶ περιφερόταν στὴν πόλη γιὰ νὰ ἀποδοκιμάσει μ’ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴν μικρότητα τῶν βασανιστῶν της.

Τὸ εἶδε αὐτὸ ὁ Γερμινιανὸς (ἢ Γεμινιανός), ὁ υἱός της, πίστεψε στὸν Χριστὸ καὶ μαζὶ μὲ τὴν Λούκια παρουσιάστηκε στὸν βασιλιά, ὁμολογώντας τὸν Χριστό. Ἡ Λούκια υἱοθέτησε τὸν Γερμινιανό, τὸν βάπτισε καὶ ἀφοὶ ἀπαλλάχτηκαν ἀπὸ τοὺς βασανιστές τους, ἔφυγαν στὸ Ταυρομένιο τῆς Σικελίας.
Ἀλλὰ ἐκεῖ, λόγω διωγμοῦ, ἡ Λούκια τράβηξε γιὰ τὰ βουνά, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ὁ δὲ Γερμινιανὸς συνελήφθη καὶ ἀποκεφαλίστηκε.






Ἡ Ἁγία Θεοδότη ἡ Μάρτυς
Ἡ Ἁγία Θεοδότη ἔζησε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Ἀλέξανδρου Σεβήρου τὸ 22 μ.χ.

Ἡ Θεοδότη καταγόταν ἀπὸ τὸν Εὔξεινο Ποντο, ἦταν πλούσια ἀλλὰ καὶ χριστιανή. Περισσότερο πλούσια ὅμως ἦταν στὴν ψυχή της. Ἔκανε πολλὰ ἔργα φιλανθρωπίας καὶ ἦταν πάντα κοντὰ σὲ ὅποιον τὴν εἶχε ἀνάγκη.

Καταγγέλθηκε ὅμως στὸν διοικητὴ τῆς Καππαδοκίας Σιμπλίκιο, ὅτι μὲ τὰ χρήματά της προσπαθοῦσε νὰ προσελκύσει εἰδωλολάτρες στὸν χριστιανισμό. Ἀμέσως διατάχθηκε νὰ τὴν ὑποβάλλουν σὲ σκληρὰ βασανιστήρια. Μὲ θαυμαστὸ τρόπο ὅμως ἔκλεισαν οἱ πληγές της καὶ ἡ πόρτα τῆς φυλακῆς ἄνοιξε μόνη της.
Τελικὰ ἀποκεφαλίστηκε λαμβάνοντας ἔτσι τὸ στεφάνι τῆς αἰωνίου ζωῆς.






Οἱ Ἅγιοι Χαράλαμπος καὶ Παντολέων καὶ ἡ συνοδεία τους
Ἡ σύναξις αὐτῶν τελεῖται ἐν τῷ Δευτέρῳ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων.






Οἱ Ἅγιοι Πηλέας καὶ Νεῖλος οἱ Ἱερομάρτυρες καὶ Ἐπίσκοποι
Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο. Παρουσιάστηκαν μὲ θάρρος σὰν Χριστιανοί, μαζὶ μὲ τὸν Πατερμούθιο, τὸν Ἠλία καὶ 100 ἄλλους χριστιανούς, στὸν εἰδωλολάτρη βασιλιά.
Ὑπέστησαν φρικτὰ μαρτύρια, τοὺς ἔβγαλαν τὸ δεξὶ μάτι καὶ στὸ τέλος τοὺς ἔκαψαν ζωντανούς.







Οἱ Ἅγιοι Πατερμούθιος καὶ Ἠλίας οἱ ἔνδοξοι
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.







Οἱ Ἅγιοι 100 Μάρτυρες οἱ Αἰγύπτιοι
Πρόκειται γιὰ τοὺς Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τοὺς Πηλέα καὶ Νείλου.






Οἱ Ἅγιοι 50 Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη
Αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ μία χώρα ποὺ ὀνομαζόταν Ζωώρα. Καταγγέλθηκαν στὸν δούκα τοῦ τόπου, ὅτι ἦταν χριστιανοί.
Στὴν ἀρχὴ τοὺς ἔστειλαν στὰ μεταλλεῖα σὰν ἐργάτες, ἀλλὰ ἐπειδὴ ἐπέμεναν στὴν πίστη τους, τελικά τοὺς ἔκαψαν στὴ φωτιὰ ζωντανούς.






Οἱ Ἅγιοι Ἡρακλείδης καὶ Μύρων Ἐπίσκοποι Ταμάσου τῆς Κύπρου
Ὁ Ἡρακλείδης ἦταν γιὸς ἱερέα εἰδωλολάτρη, τοῦ Ἱεροκλέα, ποὺ ἱεράτευε κατὰ τὴν Σολέα τῆς Κύπρου, στὸ χωριὸ Λαμπαδιστό. Ὁ ἱερέας διακρινόταν γιὰ τὰ φιλόξενα αἰσθήματά του καὶ γι’ αὐτὸ δὲν δίστασε νὰ φιλοξενήσει τὸν Παῦλο καὶ τὸν Βαρνάβα καὶ τὸν Μαρκο, ὅταν αὐτοὶ βρέθηκαν στὸ ἔδαφος τῆς Κύπρου. Τότε εἵλκυσαν στὸν Χριστὸ τὸν γιὸ τοῦ Ἡρακλείδη καὶ αὐτὸς στὴ συνέχεια ἔφερε στὸν Χριστὸ τοὺς γονεῖς του.

Τὸν Ἡρακλείδη ὁ Παῦλος διόρισε ἐπίσκοπο Ταμασίων τῆς Κύπρου. Ἐργάστηκε μὲ πολὺ ζῆλο, ἔχοντας συνεργάτη του τὸν Μύρωνα. Μπόρεσαν καὶ οἱ δυὸ νὰ φέρουν κοντὰ στὸν Χριστὸ πολλοὺς εἰδωλολάτρες. Οἱ ἐπιτυχίες τους ὅμως αὐτές, προκάλεσαν τὴ μανία τῶν ἀπίστων. Καὶ ἔτσι κάποια μέρα, ὅρμησαν ὁπλισμένοι ἐπάνω τους καὶ ἀφοῦ τοὺς θανάτωσαν, στὴ συνέχεια τοὺς ἔριξαν στὴ φωτιά. Καὶ ἔτσι ἔλαβαν τὸ ἁμαράντινο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.



Γιὰ τὸν Ἅγιο Ἡρακλείδη διαβάζουμε τὰ ἑξῆς :

«Τίς σοῦ τὸν βίον ἰσχύσει ἐκδιηγήσασθαι;... Χαῖρε ὅτι ἐχρίσθης Ἱεράρχης θεόθεν. Χαῖρε ὅτι ἐφάνης ὁδηγὸς παιδιόθεν»...



Δικαιολογημένη ἡ ἀπορία. Δίκαιος καὶ ὁ ἔπαινος. Γιατί ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος, ποὺ γιορτάζουμε στὶς 17 τοῦ Σεπτέμβρη, δὲν εἶναι μόνο ὁ πρῶτος Ἱεράρχης τῆς ξακουστῆς Ταμασοῦ, ἀλλὰ καὶ ἕνας ἀπὸ τοὺς πρώτους καὶ πιὸ σπουδαίους Ἱεράρχες τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων, τῆς εὐλογημένης Κύπρου μας.

Γεννήθηκε στὴ Λαμπαδοὺ ἢ Λαμπαδιστό, ἕνα χωριὸ κοντὰ στὸ σημερινὸ Μιτσερό, κι ἦταν γιὸς εἰδωλολάτρη ἱερέα.



Κάποια μέρα ποὺ πατέρας καὶ γιὸς καταγινόντουσαν μὲ τὴν προσφορὰ θυσίας στοὺς θεούς, δυὸ ξένοι πλησίασαν, κι ἀφοῦ χαιρέτησαν μὲ καλοσύνη, ζήτησαν νὰ μάθουν ἀπὸ αὐτοὺς τὸν δρόμο ποὺ θὰ τοὺς ὁδηγοῦσε πρὸς τὴν Πάφο.

Οἱ δυὸ ξένοι, ποὺ φαινόντουσαν νὰ ἔρχονται ἀπὸ μακριά, ἦταν οἱ ἀπόστολοι Βαρνάβας καὶ Μάρκος ποὺ εἶχαν ἔρθει στὸ νησὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο γιὰ τὴν πρώτη τους ἀποστολικὴ περιοδεία, γύρω στὸ 45 – 46 μ.Χ.

Ὁ εἰδωλολάτρης ἱερέας Ἱεροκλῆς ἡ Ἱερόκλεως, ὁ πατέρας τοῦ Ἠρακλειδίου, μὲ τὴν εὐγένεια καὶ τὴ φιλοξενία ποὺ διακρίνει τοὺς Ἕλληνες, ἔσπευσε νὰ καλέσει τοὺς ξένους νὰ παραμείνουν στὸ σπίτι του, ἐκεῖ στὸ χωριὸ, τὴν Λαμπαδού, γιὰ νὰ ξεκουραστοῦν.

Οἱ Ἀπόστολοι ὅμως ἐπέμεναν νὰ προχωρήσουν καὶ αὐτός, γιὰ νὰ τοὺς διευκολύνει, ἔστειλε τὸν γιὸ του τὸν Ἠρακλέωνα, νὰ τοὺς συνοδεύσει ὡς ἔξω ἀπὸ τὸ χωριό, καὶ νὰ τοὺς δείξει τὸν δρόμο. Εὐλογημένη συνάντηση.! Καὶ τρισευλογημένη ἀπόφαση!



Μόλις οἱ Ἀπόστολοι ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ ἐκεῖ, ἄρχισαν τὴ συζήτηση μὲ τὸν νεαρό.

- Τί ἐκάμνατε, παιδί μου, ἐκεῖ ποὺ σᾶς συναντήσαμε, ρώτησε ὁ ἕνας ἀπ’ αὐτούς, ὁ Βαρνάβας.

- Προσφέραμε θυσία στοὺς θεούς μας, ἀπήντησε ὁ Ἠρακλείδιος.

- Θεοὶ οἱ πέτρες καὶ τὰ ξύλα; Ὄχι, παιδί μου. Αὐτὰ δὲν εἶναι θεοί. Εἶναι δημιουργήματα. Εἶναι ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων.

Ὁ Θεὸς εἶναι ἕνας. Αὐτός, ποὺ ἐδημιούργησε «τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν, τὴν Θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὔτοις».

Ὁ Θεός, ὁ ἀληθινὸς Θεός, δὲν κατοικεῖ μέσα σὲ χειροποίητους ναούς, οὔτε καὶ ὑπηρετεῖται ἀπὸ χέρια ἀνθρώπων, γιατί δὲν ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ τίποτα. Ἀντίθετα! Αὐτὸς εἶναι ποὺ δίδει σὲ ὅλα ζωὴ καὶ ἀναπνοὴ καὶ ὅλα ὅσα τοὺς χρειάζονται γιὰ τὴ συντήρησή τους. Αὐτός, ἀπὸ ἕνα ζευγάρι, ἔκανε ὅλα τὰ ἔθνη τῶν ἀνθρώπων ποὺ κατοικοῦν πάνω στὴ γῆ. Καὶ Αὐτός, ὅταν οἱ ἄνθρωποι πλανηθήκαμε, ἀπὸ ἀγάπη ἄπειρη ἔστειλε σ’ ἐμᾶς τὸν γιό του, τὸν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, γιὰ νὰ μᾶς σώσει...



Ὁ Ἡρακλέων μὲ κατάνυξη ἄκουε τὰ λόγια τῶν Ἀποστόλων. Ἡ ψυχή του, σὰν τὴ διψασμένη γῆ, ρουφοῦσε κυριολεκτικὰ τὴν διδασκαλία γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα; Εὐλογημένο! Ὁ νεαρὸς προσήλυτος, ὅταν ἔφθασαν στὸν ποταμὸ Σέτραχο, (μερικοὶ φρονοῦν πὼς ὁ ποταμὸς στὸν ὅποιο βαπτίσθηκε ὁ Ἠρακλείδιος εἶναι ὁ Καρκώτης, ὁ ποταμὸς τῆς Σολέας, ποὺ τρέχει κάτω ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Μαραθάσας, τὸν Καλοπαναγιώτη, σὰν τὸν Εὐνοῦχο τῆς Κανδάκης τῆς βασίλισσας τῶν Αἰθιόπων), ρώτησε μὲ λαχτάρα:



— Ποιὸς μὲ ἐμποδίζει νὰ βαπτιστῶ;

— Κανένας, ἦταν ἡ ἀπάντηση. Ἀρκεῖ νὰ τὸ θελήσεις.

— Τὸ θέλω! φώναξε ὁ Ἡρακλέων. Τὸ θέλω μὲ τὴν καρδιά μου!



Τότε οἱ Ἀπόστολοι, γεμάτοι χαρά, κατέβηκαν στὸν ποταμό, τὸν βάφτισαν «εἰς τὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος», καὶ τοῦ ἔδωκαν τὸ ὄνομα Ἠρακλείδιος. Μετὰ προχώρησαν σὲ μία σπηλιὰ κοντὰ στὸν ποταμό, στὴν ὁποία παρέμειναν μερικὲς μέρες συνεχίζοντες τὴ διδασκαλία.



Ἐκεῖ ἕνα πρωὶ ἦρθε ἀπροσδόκητα καὶ τοὺς συνήντησε κι ὁ Ἀπόστολος Παῦλος. Τὴν ἑπόμενη ἔφτασε κι ὁ Μνάσων, τὸν ὁποῖο ὁ Ἀπόστολος καὶ Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς στὶς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων ὀνομάζει «ἀρχαῖον μαθητήν» (Πράξεις κα’ 16). Ἀφοῦ συμπληρώθηκε ἡ κατήχηση τοῦ νεοφώτιστου οἱ τρεῖς Ἀπόστολοι τὸν χειροτόνησαν ἐπίσκοπό της Ταμασοῦ καὶ τοῦ ἀνέθεσαν ὑστέρα ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τῆς ἁλιείας ψυχῶν στὴν πολυάνθρωπο πόλη. Μαζί του ἔμεινε καὶ ὁ Μνάσων.



Οἱ δυὸ μαθητὲς ἀφοῦ ἀποχαιρέτησαν τοὺς Ἀποστόλους καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια κατευόδωσαν γιὰ τὴν Πάφο, ρίφθηκαν μὲ φλογερὸ ζῆλο στὸ ἔργο τους. Τὸ ἱερὸ ἔργο τῆς σωτηρίας ψυχῶν. Τόπος συνάξεων ἕνα ὑπόγειο. Ἕνα ὑπόγειο σπήλαιο, ποὺ σώζεται καὶ σήμερα καὶ ποὺ βρίσκεται μέσα στὸ ὁμώνυμο μοναστήρι. Τὸ σπήλαιο αὐτὸ χρησίμευσε ὄχι μονάχα ὡς ἐκκλησία στὴν ὁποία ὁ Ἠρακλείδιος συγκέντρωνε τοὺς πιστούς του, ἀλλὰ καὶ σὰν κατοικία καὶ ἀσκητήριό του. Κάτι περισσότερο. Τὸ σπήλαιο αὐτὸ ἔγινε ἀκόμη καὶ τάφος του, μὰ καὶ τάφος τῆς εἰδωλολατρίας.



Ἐδῶ θεμελιώθηκε ἡ πρώτη Ἐκκλησία ποὺ σιγά – σιγὰ ἁπλώθηκε σὲ ὅλη τὴν πόλη. Ἀνάμεσα στοὺς πρώτους ποὺ κλήθηκαν νὰ χαροῦν τὸ φῶς τῆς νέας ζωῆς, ὑπῆρξαν οἱ γονεῖς τοῦ φλογεροῦ καὶ ζηλωτὴ ἐργάτη τοῦ χριστιανικοῦ ἀμπελώνα. Τὰ λόγια τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ «εἴτις τῶν ἰδίων καὶ μάλιστα τῶν οἰκείων οὐ προνοεῖ, τὴν πίστιν ἤρνηται καὶ ἐστὶν ἀπίστου χειρῶν» (Ἀ Τιμ. ε’ 8), βρῆκαν στὸ πρόσωπο τοῦ Ἁγίου ἕνα πιστὸ καὶ ἐνθουσιώδη ἐκτελεστή. Μὲ τὶς στοργικές του νουθεσίες καὶ τὶς θερμές του παρακλήσεις τόσο ὁ πατέρας, ὅσο κι ἡ μητέρα του ἀσπάσθηκαν μὲ χαρὰ καὶ εὐγνωμοσύνη τὴν καινούργια θρησκεία καὶ βαφτίστηκαν. Πόση χριστιανικὴ ἀγαλλίαση καὶ ἱκανοποίηση δοκίμασε ὁ νεαρὸς ἱεραπόστολος τὴν ἥμερα ἐκείνη! Τὴν ἥμερα ποὺ οἱ γονεῖς του φόρεσαν τὸν λευκό τοῦ βαπτίσματος χιτώνα.

Καλότυχοι γονεῖς. Εὐτυχισμένος γιός!



Μὲ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειες τοῦ Ἁγίου τὸ μικρὸ ποίμνιο ποὺ σχηματίστηκε στὴν ἀρχὴ γύρω του, μεγάλωνε μέρα μὲ τὴν ἡμέρα, ὥστε σὲ λίγο καιρὸ ἡ πόλη τῆς Ταμασοῦ νὰ γίνει ἕνα περίλαμπρο χριστιανικὸ κέντρο. Στὴν αὔξηση αὐτὴ μαζὶ μὲ τὴν ἀρετὴ καὶ τὸν φλογερὸ ζῆλο του, πολὺ συνέβαλε καὶ τὸ θαυματουργικὸ χάρισμα μὲ τὸ ὁποῖο πλούσια τὸν χαρίτωσε ὁ Κύριος.

Πολλά, πάρα πολλὰ θαύματα ἀναφέρονται στὸν Ἅγιο καὶ παλαιά, μὰ καὶ στὴν ἐποχή μας. Θὰ σημειώσουμε ἐδῶ μερικά.



Μιὰ μέρα, ἕνα φίδι φαρμακερὸ (κουφή) δάγκασε τὸ μονάκριβο παιδὶ κάποιας γυναίκας ποὺ ἦταν συγγενὴς τῆς συζύγου τοῦ κοινοτάρχη τῆς Ταμασοῦ, τῆς Μακεδονίας, τὴν ὁποία οἱ ἅγιοι ἔσωσαν νωρίτερα ἀπὸ βέβαιο θάνατο. Ἡ Τροφίμη – ἔτσι λεγόταν ἡ μητέρα – μαζὶ μὲ μερικοὺς ἄλλους φανεροὺς πιστοὺς ἔτρεξαν καὶ κάλεσαν τοὺς δυὸ Ἁγίους στὸ σπίτι ποὺ ἦταν τὸ παιδί. Οἱ Ἅγιοι μὲ προθυμία ἔσπευσαν νὰ ἀνταποκριθοῦν στὴν παράκληση. Σὰν ἔφθασαν, ὁ Ὅσιος Ἠρακλείδιος γονάτισε μπροστὰ στὸ ἄτυχο παιδὶ καὶ σήκωσε τὰ χέρια.

Τὴν στιγμὴ ποὺ μὲ κατάνυξη προσευχόταν καὶ ζητοῦσε ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ ἀναστήσει τὸ νεκρὸ παιδί, ἡ μητέρα ἔξαλλη ἀπ’ τὴν λύπη κτύπησε τὸ κεφάλι στὸν τοῖχο καὶ ἔπεσε καὶ αὐτὴ κάτω νεκρή.

Ὁ Ὅσιος χωρὶς νὰ ταραχθεῖ, συνέχισε τὴν προσευχή του. Σὰν τέλειωσε, ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ πάνω στὸ παιδί, τὸ πῆρε ἀπὸ τὸ χέρι καὶ τὸ τράβηξε. Ὁ Ἀέτιος — αὐτὸ ἦταν τὸ ὄνομά του – ἄνοιξε τὰ μάτια καὶ σηκώθηκε σὰν νὰ ξυπνοῦσε ἀπὸ βαρὺ ὕπνο. Τὴν ἴδια στιγμὴ ὁ Ὅσιος Μνάσων ἀνέστησε καὶ τὴν Τροφίμη, τὴ νεκρὴ μητέρα καὶ τῆς παρέδωσε τὸ παιδί της.



Οἱ παρευρισκόμενοι ξέσπασαν σὲ οὐρανομήκεις δοξολογίες. Ἀμέσως ἡ Τροφίμη, ἀφοῦ ντύθηκε τὴν πιὸ καλή της φορεσιὰ καὶ ἕντυσε λαμπρὰ καὶ τὸ παιδί της, ξεχύθηκε μαζὶ μὲ τοὺς Ἁγίους, τὴν συγγενή της Μακεδονία καὶ τὸ πλῆθος στὸν δρόμο καὶ φώναξε μὲ πίστη καὶ παλμό:

- Πιστεύω στὸν Ἰησοῦ Χριστό, ποὺ κηρύττουν ὁ Ἠρακλείδιος καὶ ὁ Μνάσων.

Μὲ συγκίνηση ἡ πομπὴ προχώρησε στὸν ναὸ τοῦ Θεοῦ κι ἐκεῖ τετρακόσια νέα πρόσωπα, ἄνδρες καὶ γυναῖκες βαπτίσθηκαν καὶ ἔγιναν χριστιανοί.



Ἄλλη φορά, ἐνῶ ὁ Ἠρακλείδιος καὶ ὁ Μνάσων ἱερουργοῦσαν στὸ ναὸ καὶ τὰ πλήθη τῶν πιστῶν ἔψαλλαν μὲ κατάνυξη τοὺς ἱεροὺς ὕμνους, ἕνας δαιμονισμένος ἀπὸ τὰ Πέρα, ποὺ ὑπέφερε ἀπὸ πνεῦμα πονηρό, ποὺ τὸν βασάνιζε γιὰ καιρό, μπῆκε στὴν ἐκκλησία, ὄρμισε πάνω στὸν Ἠρακλείδιο καὶ τοῦ ξέσχισε τὸ ἔνδυμα. Ἀμέσως ὅμως γιατρεύτηκε καὶ ἄρχισε νὰ δοξάζει τὸν Θεό. Στὸ ἄκουσμα τοῦ Θαύματος, πλήθη λαοῦ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ἔφεραν στοὺς Ἁγίους διάφορους ἀρρώστους, καὶ αὐτοὶ τοὺς γιάτρεψαν καὶ ὑστέρα τοὺς βάπτισαν.



Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο ὁ Ἅγιος θεράπευσε ἕναν τυφλὸ καὶ ἕναν κουτσὸ καὶ ἔκανε καλὰ ἕναν παράλυτο. Ἐπίσης ἔγινε αἰτία νὰ πιστέψει ἕνας ἄγαλματοποιὸς καὶ νὰ βαπτισθεῖ μὲ τὰ τρία παιδιά του καὶ μὲ πολλοὺς ἄλλους.

Τὸ εὐεργετικὸ ἔργο τῶν Ἁγίων στὴν πόλη τῆς Ταμασοῦ ἦρθε νὰ διακόψει αὐτὸ τὸν καιρὸ μία ἐπιστολὴ ἀπὸ μέρους τῶν δυὸ Ἀποστόλων, τοῦ Παύλου καὶ τοῦ Βαρνάβα. Τὴν ἔφερε ἀπὸ τὴν Πάφο κάποιος Νικόλαος. Στὸ «γράμμα» αὐτὸ οἱ Ἀπόστολοι ἔγραψαν στὸν Ἠρακλείδιο ὅσα τοὺς συνέβησαν ἐκεῖ, καὶ τοῦ ζητοῦσαν νὰ σπεύσει νὰ τοὺς συναντήσει καὶ νὰ βοηθήσει καὶ αὐτὸς στὸ κήρυγμα. Ὁ Ὅσιος ἀφοῦ ἀνήγγειλε στὰ πνευματικά του παιδιὰ τὸ περιεχόμενο τῆς ἐπιστολῆς καὶ ζήτησε ἀπὸ αὐτὰ τὶς προσευχές τους, τέλεσε τὸ Μυστήριό τῆς Θείας Εὐχαριστίας, χειροτόνησε τὸν γιὸ τῆς Μακεδονίας, Γρηγόριο, σὲ πρεσβύτερο καὶ τοῦ ἀνέθεσε νὰ κατηχεῖ τὸν λαό, καὶ ξεκίνησε νὰ ἐκπληρώσει τὴν ἀποστολικὴ ἐντολή. Μαζί του πῆρε τὸν Μνάσωνα καὶ κάποιον ἄλλο, τὸν Ροδώνα.

Στὸν δρόμο πρὸς τὴν Πάφο, ἐκεῖ στὸ χωριὸ Ἀνώγυρα, ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος ἔκαμε καλὰ ἕναν τυφλό, ἀφοῦ τοῦ ἄγγιξε τὰ μάτια καὶ ἐπικαλέσθηκε τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτός, γεμάτος εὐγνωμοσύνη, ἔπεσε στὰ πόδια τοῦ θεραπευτῆ του κι ἄρχισε νὰ φωνάζει:



— Σ’ εὐχαριστῶ, καλέ μου ἄνθρωπε. Σ’ εὐχαριστῶ, καὶ πιστεύω μὲ τὴν καρδιὰ τὸν Θεό, ποὺ κηρύττεις.



Στὸ ἄκουσμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ μαζεύτηκαν πολλοὶ ἀπὸ τὰ γύρω χωριά, γιὰ νὰ δοῦν καὶ τὸν θεραπευθέντα καὶ νὰ γνωρίσουν καὶ τοὺς ξένους. Στὸ ἀντίκρισμα τοῦ τυφλοῦ ποὺ ξανάβλεπε καὶ δοξολογοῦσε τὸν Θεὸ τῶν ὁσίων μὲ ἔκσταση, ἄρχισαν κι αὐτοὶ νὰ φωνάζουν: Ἐλέησέ μας, Κύριε. Ἐλέησέ μας, σὲ παρακαλοῦμε, τοὺς δούλους σου.

Οἱ Ἅγιοι μίλησαν καὶ σ’ αὐτοὺς γιὰ τὸν Ἰησοῦ καὶ τὴν σωτηρία ποὺ ἔφερε στὸν κόσμο καὶ στὸ τέλος βάπτισαν περὶ τοὺς δεκαπέντε ἄνδρες. Ἕνας μάλιστα ἀπὸ τοὺς νεοφώτιστους, ποὺ εἶχε καὶ τὸ χέρι του ἀκίνητο, σὰν ξεραμένο θεραπεύθηκε μὲ τὸ βάπτισμα.

Οἱ ἱερεῖς τῶν εἰδωλολατρῶν ποὺ ἄκουσαν καὶ εἶδαν ὅσα ἔγιναν, ξεσήκωσαν τὰ πλήθη ἐνάντια στοὺς Ἁγίους καὶ ἔτσι αὐτοὶ ἔφυγαν τὸ ταχύτερο γιὰ τὴν Πάφο. Ἀφοῦ γιὰ ἕνα διάστημα συνέδραμαν τὸ ἔργο τῶν ἀποστόλων, ξαναγύρισαν στὴν Ταμασὸ περνώντας ἀπὸ τὸ Κούριο, ποὺ βρισκόταν κοντὰ στὸ σημερινὸ χωριὸ Ἐπισκοπή. Στὴν ἐπιστροφή τους, μετὰ τὸ Κούριο, γιάτρεψαν μία δαιμονισμένη ποὺ ἔτρεχε ξωπίσω τους καὶ τοὺς φώναζε.

Ὁ Ἠρακλείδιος τὴν σφράγισε τρεῖς φορὲς μὲ τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ καὶ ἀμέσως τὸ δαιμόνιο ἔφυγε ἀπὸ τὸ δυστυχισμένο πλάσμα, ποὺ Θεραπεύθηκε καὶ δόξαζε τὸν Θεό.



Οἱ ζηλωτὲς Ἱεραπόστολοι μὲ τὴν καρδιὰ πλημμυρισμένη ἀπὸ χαρὰ συνέχισαν τὸν δρόμο τους. Ὅταν ἔφτασαν ἐκεῖ στὸ χωριὸ Μελίνη, ἔμαθαν ὅτι ἡ ἀδελφή τοῦ Ἠρακλειδίου ἡ Ἠρακλειδιανή, εἶχε ἀφήσει τὸν κόσμο αὐτὸ ἀπὸ μέρες καὶ εἶχε πετάξει στὸν οὐρανό. Οἱ Ἅγιοι τάχυναν τὸ βῆμα πρὸς τὴν Ταμασὸ καὶ ἀπὸ ἐκεῖ πρὸς τὸ βουνὸ Κορώνη, ὅπου εἶχε ταφεῖ ἡ Ὁσία. Μπροστὰ στὸν τάφο της σταμάτησαν, ἔψαλαν μερικοὺς νεκρώσιμους ὕμνους καὶ ὕστερα πῆγαν στὴν ἐκκλησία, ὅπου ὁ Ἅγιος μίλησε στὰ πλήθη, λόγους παρηγοριᾶς καὶ πνευματικῆς οἰκοδομῆς.



Δέκα μέρες μετὰ τὴν ἐπιστροφὴ τῶν ὁσίων στὴν Ταμασό, κάποιος εἰδωλολάτρης ἀπὸ τὴ Λαμπαδιστὸ ἢ Λαμπαδού, ποὺ εἶχε τὸ ὄνομα Τιμόθεος, παρουσιάσθηκε στὸν Ἅγιο Ἠρακλείδιο καὶ τοῦ εἶπε, πὼς πρὸ καιροῦ εἶχε ἐμπιστευθεῖ στὴν ἀδελφή του Ἠρακλειδιανὴ ἕνα ποσὸ χρημάτων, γιὰ νὰ τὸ φυλάξει. Ὁ Ἅγιος, στὴν παράκληση τοῦ Τιμοθέου νὰ τοῦ ἐπιστραφοῦν τὰ χρήματα, διέταξε νὰ δώσουν σ’ αὐτὸν νὰ φάγει καὶ ὑστέρα σηκώθηκε καὶ τράβηξε στὸν τάφο. Ξωπίσω του ἀκολούθησαν ὁ Μνάσων καὶ μερικοὶ ἄλλοι. Ὅταν ὁ Ἠρακλείδιος ἔφθασε ἐκεῖ, γονάτισε καὶ μὲ στοργὴ κάλεσε τὴν ἀδελφή του καὶ τῆς εἶπε γλυκά:



— Ἀδελφή μου ἀγαπημένη! Ξύπνα, σὲ παρακαλῶ, καὶ πές μου, ποῦ ἔβαλες τὰ χρήματα τοῦ Τιμοθέου;

- Τὰ χρήματα, πατέρα καὶ ἀδελφέ μου, ἀπήντησε ἡ νεκρή, θὰ τὰ βρεῖτε κάτω ἀπὸ μία πέτρα στὸ πάτωμα τοῦ κρεβατιοῦ.

— Κοιμήσου ἐν εἰρήνῃ, ἀδελφή μου, πρόσθεσε ὁ ἅγιος ἐπίσκοπος.



Τὰ χρήματα βρέθηκαν καὶ δόθηκαν στὸν Τιμόθεο, ποὺ ἀπὸ τὴν στιγμὴ ἐκείνη πίστεψε στὸν Χριστό, κατηχήθηκε καὶ δέχθηκε τὸ Ἅγιο Βάπτισμα.



Θὰ χρειαζόταν νὰ προστεθοῦν πολλὲς σελίδες ἀκόμη γιὰ νὰ καταγράψουν τοῦ Ἁγίου τὰ θαύματα. Τοῦτο ὅμως θὰ μάκραινε πολὺ τὸν λόγο, πράγμα ποὺ δὲν θέλουμε. Τὰ λίγα ποὺ ἀναφέρθηκαν εἶναι ἀρκετά, γιὰ νὰ δεῖ ὁ καθένας πόσο πλούσια ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ χαρίτωσε τὸν ἅγιο καὶ μάρτυρα ἐπίσκοπο.

Εἴπαμε τὸν ἅγιο μάρτυρα, γιατί ἡ θεμελίωση καὶ αὔξηση τῆς νέας θρησκείας στὴν πολυάνθρωπο πόλη ἐξήγειρε τὸ μίσος τῶν εἰδωλολατρῶν ἐνάντια στοὺς πρωτεργάτες. Κάποια μέρα ἐνῶ ὁ γηραιὸς ἐπίσκοπος βρισκόταν στὸ σπήλαιό του, ἄρρωστος μὲ πυρετό, μανιασμένοι εἰδωλολάτρες ὄρμισαν στὸ σπήλαιο, ἅρπαξαν τὸν Ὅσιο καὶ τὸν ἔσυραν στὴν πλατεία τῆς Ταμασοῦ. Ἐκεῖ, ἀφοῦ τὸν βασάνισαν, τὸν σκότωσαν μὲ τὸ ξίφος. Ὁ Ἅγιος πέθανε προσευχόμενος γιὰ τοὺς δημίους του. Ὁ θάνατός του ὅμως δὲν κόρεσε τὴν μανία τοῦ ὄχλου, ποὺ ἔσπευσε νὰ φέρει ξύλα, νὰ ἀνάψει φωτιά, καὶ νὰ ρίξει μέσα τὸ ἅγιο σκήνωμα, γιὰ νὰ τὸ κάψει. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη τὸ πλῆθος τῶν χριστιανῶν δὲν κρατήθηκε.

Μὲ τὸν Μνάσωνα μπροστὰ ὤρμησε, διάλυσε τοὺς εἰδωλολάτρες, ἔσβησε τὴν φωτιά, καὶ ἀφοῦ μάζεψε μὲ εὐλάβεια τὸ ἅγιο λείψανο, τὸ πῆρε καὶ τὸ ἔθαψε μέσα στὴν ὑπόγεια σπηλιὰ μὲ δάκρυα στοργῆς κι εὐγνωμοσύνης. Τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε, ὅταν ἦταν στὴ ζωή, συνεχίστηκαν καὶ μετὰ τὸν θάνατό του, καὶ συνεχίζονται καὶ σήμερα. «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ».



Ἡ θρησκεία τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ μὲ τὶς ἐνέργειες τοῦ Ἠρακλειδίου καὶ τὸν ζῆλο του, μὰ καὶ τὶς ὑπεράνθρωπες προσπάθειες μιᾶς μικρῆς ὁμάδας ἀνθρώπων σκόρπισε τὸ φῶς τῆς νέας ζωῆς σ’ ὅλη τὴν πολυάνθρωπη πόλη, καὶ ἀναγέννησε μυριάδες ψυχές. Ἀξίζει νὰ σημειωθοῦν ἐδῶ μερικὰ ὀνόματα τῆς Ἱεραποστολικῆς αὐτῆς ὁμάδας: Ἠρακλείδιος, Μνάσων, Ρόδων, Θεόδωρος, Προκλιανῆ διακόνισσα, Γρηγόριος, Μακεδόνιος, Μακεδονία, Ἠρακλειδιανή.

Τὰ ὀνόματα αὐτὰ ἀντιπροσωπεύουν μερικὲς ἀπὸ τὶς ἅγιες μορφὲς ποὺ ἐργάστηκαν μὲ πίστη φλογερὴ καὶ αὐταπάρνηση γιὰ τὴν πνευματικὴ ἀναγέννηση τοῦ τόπου μας. Πόσα δὲν χρωστᾶμε σ' αὐτούς! Ἀλήθεια! Πόσα;

Ἀλλὰ καὶ ποιὰ καλύτερα παραδείγματα καὶ πρόσωπα μποροῦμε, ὅσοι πονοῦμε εἰλικρινὰ τὸν τόπο αὐτό, νὰ προβάλουμε καὶ σήμερα στὴ νεολαία μας ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς αὐτοὺς ἀγωνιστὲς τῆς πίστεως, τοὺς ἀγωνιστές ποὺ μέσα σ’ ἕναν κόσμο σάπιο ἀπ’ τὴν εἰδωλολατρία ὕψωσαν τὸ ἀνάστημά τους «ὑστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, ἐν ἐρημίαις πλανώμενοι καὶ ὄρεσι καὶ σπηλαίοις καὶ ταὶς ὀπαὶς τῆς γῆς» (Ἑβρ. ια’ 37 – 38) καὶ ἀγωνίσθηκαν καὶ ἔδωσαν τὰ πάντα γιὰ τὸ εὐγενέστερο ἰδανικό, γιὰ τὴν θρησκεία τοῦ Ἐσταυρωμένου καὶ Ἀναστάντος Χριστοῦ. Ἀξίζει στοὺς νέους νὰ ἀγωνίζονται καὶ νὰ πεθαίνουν γιὰ τὰ ἰδανικά τους. Καὶ ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος νέος ἔδωκε στὸν Χριστὸ τὴν καρδιά του, τὴν ὑγεία του, τὴν ζωή του. Οἱ αἰῶνες θὰ ξεθωριάζουν μέσα στὸν χρόνο. Ἕνα ὅμως θὰ μένει ἄφθαρτο κι ἀνέγγιχτο ἀπὸ τὴν καταλύτρια δύναμη τῶν καιρῶν. Τὸ ὄνομα ἐκείνων ποὺ ὑπέταξαν τὴν ζωή τους στὸν Χριστὸ καὶ ταύτισαν τὸ θέλημά τους μὲ τὸ δικό Του.

Ὁ Ἅγιος Ἠρακλείδιος εἶναι ἕνας ἀπ' αὐτούς.

Ἂς μιμηθοῦμε τὸ παράδειγμά του.

Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ καλύτερος τρόπος νὰ δείξουμε σ’ αὐτὸν τὸν σεβασμό μας καὶ τὴ γνήσια ἀγάπη μας.



Γύρω στὰ 400 μ.Χ. πάνω ἀπὸ τὸ ὑπόγειο σπήλαιο, ποὺ περικλείει τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου κτίστηκε ἡ μονὴ τοῦ Ἁγίου Ἠρακλειδίου. Ἡ μονὴ αὐτὴ ἀνακαινίστηκε τὰ τελευταῖα χρόνια καὶ ἔγινε γυναικεία. Στὸν ναὸ, κάθε Κυριακη καὶ γιορτὴ, πλήθη εὐλαβῶν χριστιανῶν συνέρχονται ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τῆς νήσου, γιὰ νὰ παρακολουθήσουν τὴ Θεία Λειτουργία καὶ τὶς ἄλλες ἱερὲς ἀκολουθίες. Συγχρόνως ὅμως καὶ νὰ προσκυνήσουν μ’ εὐλάβεια τὴν κάρα τοῦ Ἁγίου καὶ νὰ τονωθοῦν ψυχικά.
Εἴθε ἡ χάρη του νὰ σκέπει καὶ νὰ φυλάει πάντα τὸ μαρτυρικὸ νησί μας κι ὅλους μας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Τὴν ποίμνην ἐποίμανας, τὴν τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, καὶ θείων, μακάριε, ναμάτων πάντων ψυχᾶς πλουσίως κατήρδευσος· ὅθεν τῶν σὲ τιμώντων ὁ χορὸς ἀναμέλπει, ὕμνους σοὶ καὶ γεραίρει, τὴν ἁγίαν σου μνήμην ἱκέτευε οὒν ἀεὶ ὑπὲρ ἡμῶν, ἱεράρχα Ἠρακλείδιε.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Ποίημα τοῦ Μακ. Ἀρχ. Κύπρου κ.κ. Χρυσοστόμου.
Μέγαν εὔρατο τῶν Ταμασέων, πόλις κήρυκα καὶ ποιμενάρχην, τῆς ἐκκλησίας Χριστοῦ καὶ διδάσκαλον. Τῶν γὰρ εἰδώλων τὴν πλάνην κατήργησας, φῶς ἀληθείας κηρύξας τοὶς ἔθνεσιν. Ὅθεν, ἅγιε ἱεράρχα Ἠρακλείδιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.






Ὁ Ὅσιος Ἀναστάσιος ὁ Θαυματουργός ὁ ἐν Κύπρῳ
Image
Τὸ ὄνομά του κατέχει ξεχωριστὴ θέση στὶς καρδιὲς τῶν χριστιανῶν τῆς νήσου μας.

Τὰ πολλὰ καὶ διάφορα θαύματά του ἀναφέρονται ἀπ’ ὅλους μὲ βαθὺ σεβασμό.

Γιὰ τὴν ζωή του ὅμως λίγα, πολὺ λίγα, γνωρίζουμε. Ἀπὸ τὴν φυλλάδα του μανθάνουμε, πὼς ἔζησε στὰ χρόνια τῶν Κομνηνῶν τὸν 12ο αἰώνα.

Ἐπίσης ὅτι ἦταν καὶ αὐτὸς ἕνας ἀπὸ τοὺς ὀρθοδόξους Ἕλληνες ποὺ ὑπηρετοῦσαν ὡς μισθοφόροι στὴ Γερμανία καὶ ἔλαβαν μέρος στὴν δεύτερη σταυροφορία, ποὺ κίνησε ἀπὸ τὴν Δύση, γιὰ νὰ ἐλευθερώσει δῆθεν τοὺς Ἁγίους Τόπους ἀπὸ τὰ χέρια τῶν μουσουλμάνων.

Σὰν τέλειωσε ἡ ἐκστρατεία, τριακόσιοι ἀπὸ αὐτοὺς ἀποσύρθηκαν στὴν ἔρημο τοῦ Ἰορδάνη.

Πόθος καὶ παλμὸς καὶ ἀγώνας τους ἕνας: Νὰ ἀφιερωθοῦν στὸν Θεό.

Γι’ αὐτὸ ζητοῦσαν κάποιο μέρος μακριὰ ἀπὸ τὸν θόρυβο τοῦ κόσμου μὲ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς καὶ τὶς τόσες παγίδες τοῦ Σατανᾶ, γιὰ νὰ περάσουν τὴ ζωή τους ἥσυχα μὲ τὴν καρδιὰ καὶ τὴ σκέψη δοσμένα στὸν Θεό.

Στὸν τόπο ὅμως ἐκεῖνο ὁ πόθος τους ὁ ἱερὸς συνήντησε ἐμπόδιο ἀπροσπέλαστο τὸν παράλογο θρησκευτικὸ φανατισμὸ τῶν Λατίνων, οἱ ὁποῖοι καθημερινὰ δημιουργοῦσαν πολλὰ ἐπεισόδια καὶ ταλαιπωρίες στοὺς ὀρθοδόξους ποὺ βρίσκονταν ἐκεῖ. Ἡ συνεχὴς αὐτὴ δοκιμασία καὶ δίκαιη ἀγανάκτηση, ποὺ πλημμύριζε τὶς καρδιές τους γιὰ τὴν βάναυση καὶ ἀδικαιολόγητη τούτη συμπεριφορά τους εἰς βάρος ἀδελφῶν χριστιανῶν, συμπεριφορὰ ποὺ ἐκδηλωνόταν στὸ ὄνομα τοῦ Διδασκάλου τῆς ἀγάπης, τοὺς ἀνάγκασε νὰ σηκωθοῦν νὰ φύγουν. Μιὰ μέρα συγκεντρώθηκαν ὅλοι μαζὶ στὴν παραλία.

Ἐκεῖ βρῆκαν ἕνα πλοῖο, καὶ ἐπιβιβάστηκαν σ’ αὐτὸ μὲ σκοπὸ τὴν ἐπιστροφὴ στὴν πατρίδα τους. Δυνατὴ ὅμως τρικυμία, καὶ ἴσως καὶ ναυάγιο, τοὺς ἔφερε στὰ δυτικὰ παράλια τῆς Κύπρου, στὴν περιοχὴ τῆς Πάφου.

Ἀπὸ ἐκεῖ, ἀφοῦ χωρίστηκαν σὲ ὁμάδες, διασκορπίσθηκαν σ’ ὅλο τὸ νησὶ καὶ ἐγκαταστάθηκαν μόνιμα σ’ αὐτό.

Ἐδῶ παρέμειναν καὶ ἀσκήτεψαν σὲ διάφορα μέρη.



Μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Χριστοῦ ποὺ τὴν εἶχαν χάρη στὴ μεγάλη τους πίστη, προώδευσαν πολὺ στὴν ἀρετὴ καὶ ἀξιώθηκαν νὰ κάμνουν καὶ θαύματα. Νὰ θεραπεύουν δηλαδὴ ὅλων τῶν εἰδῶν τὶς ἀρρώστιες ὄχι μονάχα ὅσο καιρὸ ἦσαν στὴν ζωή, ἄλλα καὶ ὕστερα ἀπὸ τὸν θάνατό τους. Ἕνας ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς τριακόσιους ἀγωνιστὲς τοῦ καλοῦ καὶ ἐργάτης τῆς ἀρετῆς ὑπῆρξε καὶ ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος.

Μετὰ τὸν ἀποχωρισμό του ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ὁ μακάριος αὐτὸς ἀθλητὴς προχώρησε καὶ πῆγε καὶ κατοίκησε κοντὰ στὴν Περιστερωνοπηγὴ τῆς Ἀμμοχώστου, ὅπου γρήγορα διακρίθηκε γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν ἁγιότητά του. Κάτω ἀπὸ τὴν ὁμώνυμη Ἐκκλησία του ὑπάρχει καὶ σήμερα ἕνας ὑπόγειος χῶρος, ἕνα σπήλαιο, στὸ ὁποῖο συνήθως καταβαίνουν οἱ ἄρρωστοι, γιὰ νὰ βροῦν τὴν θεραπεία τους.

Στὸν χῶρο αὐτὸ διέμενε ὁ Ἅγιος. Ὑπὸ τὴν γῆν. «Ἐν ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς». Μήπως τὴν εὐλάβεια καὶ τὴν ὅλη ἀρετὴ τῶν χριστιανῶν τῶν χρόνων αὐτῶν θὰ πρέπει νὰ τὴν ἀναζητήσουμε καὶ σὲ τοῦτο τὸν παράγοντα; Ὅσο καιρὸ ἡ Ἐκκλησία διωκόμενη ζοῦσε κάτω ἀπ’ τὴν γῆ, μέσα στὶς τρύπες καὶ τὶς κατακόμβες, τὰ μέλη της εἶχαν καὶ ζῆλο καὶ εὐσέβεια καὶ βάθος πνευματικό.

Ἀπὸ τὸν καιρὸ ποὺ τὶς τρύπες ἀντικατέστησαν οἱ περικαλλεὶς ναοὶ μὲ τὶς ἀνέσεις τους, τὸ πνευματικὸ βάθος καὶ ἡ ἀληθινὴ θρησκευτικότητα λιγόστεψαν, ἔγιναν σπάνια εἴδη, ἐξανεμίσθηκαν. Ἂς μὴ φοβίζουν, λοιπὸν τοὺς χριστιανοὺς οἱ διωγμοὶ καὶ οἱ παρεμβαλλόμενες ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ κόσμου δυσκολίες στὴν ἐκτέλεση τῶν θρησκευτικῶν τους καθηκόντων.

Ἀντίθετα. Αὐτὰ πρέπει νὰ τοὺς δυναμώνουν καὶ νὰ τοὺς ἐνθουσιάζουν. Βαθιὲς ρίζες στὴν γῆ ρίχνουν μόνο τὰ δέντρα ἐκεῖνα, ποὺ τὰ κτυποῦν δυνατὰ οἱ ἄνεμοι. Καὶ οἱ χριστιανοὶ ποὺ δοκιμάζονται, ἂς εἶναι ἕτοιμοι νὰ φωνάξουν μαζὶ μὲ τὸν πνευματοκίνητο τῆς Ἐκκλησίας Πατέρα, τὸν Ἰωάννη τὸν Χρυσοστομο. «Πολλὰ τὰ κύματα καὶ χαλεπὸν τὸ κλυδώνιον ἀλλ’ οὗ δεδοίκαμεν μὴ καταποντισθῶμεν ἐπὶ γὰρ τῆς πέτρας ἐστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλύσαι οὗ δύναται· ἐγειρέσθω τὰ κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τὸ πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει». Δηλαδὴ εἶναι πολλὰ τὰ κύματα καὶ τρομερὴ ἡ τρικυμία· ὅμως δὲν φοβόμαστε μήπως καταποντισθοῦμε.

Δὲν φοβόμαστε, γιατί στεκόμαστε ἐπάνω στὴν πέτρα. Ἂς μαίνεται ἡ θάλασσα. Τὴν πέτρα δὲν μπορεῖ νὰ τὴν διαλύσει. Ἂς σηκώνονται τὰ κύματα.

Τὸ πλοῖο τοῦ Ἰησοῦ δὲν θὰ δυνηθοῦν ποτὲ νὰ τὸ καταποντίσουν. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ μεγάλου Ἱεράρχη ἐπανέλαβαν κατὰ καιροὺς ὅλοι οἱ ἅγιοι καὶ συνεπεῖς ἀγωνιστὲς τῆς ἀρετῆς. Μὲ τὸ πνεῦμα τῶν λόγων αὐτῶν ἔζησε καὶ ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος.

Σ’ ἕνα σπήλαιο εἶχε τὴν κατοικία του. Σ’ ἕναν χῶρο ὑγρό, χωρὶς ἥλιο, χωρὶς φῶς. Ἡ ἁγία ψυχή του ὅμως καθαρμένη καὶ φωτεινὴ ἀπὸ τὴ σχέση της μὲ τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης, τὸν Χριστό, ἀνέβαινε καθημερινὰ σὲ ὕψη ἀρετῆς. Ἐδῶ εἶχε στημένο τὸν ἀργαλειό του στὸν ὁποῖο ὕφαινε σακιά, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ ζεῖ καὶ νὰ βοηθᾶ ἀκόμη καὶ ἐκείνους ποὺ ζητοῦσαν τὴν συνδρομή του.



Τὸ σπήλαιο αὐτὸ μέσα στὸ ὁποῖο ἀσκήτεψε ὁ ὅσιος διατηρεῖται ὡς σήμερα. Ὁ ἐπισκέπτης ποὺ εἰσέρχεται καὶ στέκεται στὴν εἴσοδό του προχωρεῖ καὶ καταβαίνει σ’ αὐτὸ ἀπὸ ἐννιὰ σκαλοπάτια.

Τὸ σπήλαιο εἶναι σκαλισμένο σ’ ἕνα βράχο. Τὸ ἐσωτερικό του εἶναι στενόμακρο μὲ στέγη καμαρωτὴ καὶ στὸ μέσο στηρίζεται σὲ μία κολώνα, ποὺ ἔχει ὕψος δυὸ περίπου μέτρα.

Ἡ κολώνα πάλι στέκεται σ’ ἕνα κιονόκρανο Κορινθιακοῦ ρυθμοῦ. Στὸ κιονόκρανο πατοῦν συνήθως οἱ ἄρρωστοι, καὶ ἀφοῦ ἀγκαλιάσουν τὴν κολώνα, περιστρέφονται γύρω ἀπ’ αὐτὴν τρεῖς φορές, γιὰ νὰ γιατρευτοῦν ἀπὸ τοὺς πόνους καὶ τὶς νευραλγίες τους. Στὴ νότια πλευρὰ τοῦ σπηλαίου εἶναι μία μικρὴ πεζούλα καὶ κάτω ἀπὸ αὐτὴν ὁ τάφος τοῦ ἁγίου. Πάνω στὴν πεζούλα εἶναι τοποθετημένη μία εἰκόνα του καὶ δίπλα σ’ αὐτὴ εἶναι μερικὰ ξύλινα ἐργαλεῖα, σακκοράφια καὶ σαΐτες ὑφαντικῆς (μακούτζια), ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ μακάριος ἀσκητὴς γιὰ τὴ δουλειά του. Τὰ ἀντικείμενα αὐτὰ πολὺ τὰ σέβονται οἱ πιστοὶ καὶ σ’ αὐτὰ ἀποδίδουν θεραπευτικὲς Ἰδιότητες. Οἱ προσκυνητὲς ποὺ ἐπισκέπτονται τὸν Ἅγιο, παίρνουν μὲ σεβασμὸ ὅλα αὐτὰ τὰ ἐργαλεῖα καὶ τὰ τρίβουν μ’ εὐλάβεια στὸ μέρος τοῦ σώματος ποὺ πονοῦν, καὶ ἐπικαλοῦνται τὴ βοήθειά του γιὰ νὰ θεραπευτοῦν ἀπὸ τοὺς πόνους τους, τὶς «τζεγκιές τους».

Τὰ σύνεργα αὐτὰ πολλὰ λένε καὶ σ’ ἐμᾶς. Δούλευαν οἱ ἅγιοι γιὰ νὰ ζήσουν. Δούλευαν διάφορες ἐργασίες. Καὶ ὅμως οἱ ἐργασίες τους αὐτὲς ποτὲ δὲν στάθηκαν ἐμπόδιο στὴν ἐκτέλεση τῶν θρησκευτικῶν καθηκόντων καὶ τὴν σωτηρία τους. Τονίζουμε ἰδιαίτερα τὸ σημεῖο αὐτό, γιατί πρέπει νὰ ὁμολογήσουμε πὼς τὸ ζήτημα τοῦτο δημιουργεῖ καὶ στὴν ἐποχή μας μεγάλη παρεξήγηση.

Πολλοὶ καὶ πολλές, γιὰ νὰ δικαιολογήσουν τὴν θρησκευτική τους ἀδιαφορία, προβάλλουν σὰν αἰτία τὴν ἐργασία. Θέλουμε καὶ ἐμεῖς, λένε, νὰ πᾶμε στὴν ἐκκλησία καὶ νὰ ἐκτελέσουμε τὰ θρησκευτικά μας καθήκοντα. Μὰ δὲν βρίσκουμε καιρό. Μᾶς τρῶνε οἱ δουλειές. Ἔχουν δίκαιο; Ὄχι! Καμιὰ νόμιμη ἐργασία δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι ἐμπόδιο σὲ κάποιον ποὺ θέλει νὰ ζεῖ τὴν χριστιανικὴ ζωή.

Τὴν ἀλήθεια αὐτὴ βεβαιώνει τὸ παράδειγμα τῶν μυριάδων ἐργατῶν τῆς ἀρετῆς.

Τὸ διακηρύττει ἀκόμη μὲ τὴν ζωή του καὶ ὁ Ἅγιος μας.

Ἔζησε μέσα σὲ μιὰ σπηλιὰ ἐργαζόμενος σκληρὰ καὶ καλλιεργώντας καθημερινὰ μὲ προσοχὴ καὶ φόβο Θεοῦ τὴν εὐσέβεια καὶ τὴν χριστιανικὴ μόρφωση τῆς ψυχῆς του ὡς τὶς τελευταῖες του στιγμές.

Πρὶν κλείσει τὰ μάτια κοινώνησε γιὰ τελευταία φορὰ τὰ ἄχραντα μυστήρια καὶ ἀφοῦ κάλεσε κοντὰ του τὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ συνέστησε σ’ ὅλους νὰ ἔχουν μεταξὺ τους ὁμόνοια καὶ ἀγάπη, ἀφῆκε τὴν ἁγία ψυχή του νὰ φτερουγίσει ἤρεμα γιὰ τὰ αἰθέρια παλάτια τ’ οὐρανοῦ. Ἔφυγε ἀνάλαφρα 17 τοῦ Σεπτέμβρη, γιὰ νὰ ξαποστάσει κοντὰ σ’ Ἐκεῖνον, ποὺ ἀγάπησε μὲ τὴν καρδιὰ του ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια.

Οἱ χριστιανοὶ τῶν γύρω χωριῶν μὲ βαθιὰ συγκίνηση πληροφορήθηκαν τὴν κοίμησή του. Μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἔτρεξαν κοντὰ στὸ τίμιο σκήνωμά του γιὰ νὰ τὸ προσκυνήσουν καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του καὶ μὲ ὕμνους ἐξοδίους τὸ κήδευσαν. Καὶ ὁ Κύριος ποὺ ὑποσχέθηκε, πὼς «θὰ δοξάζει πάντα αὐτοὺς ποὺ τὸν ἐδόξασαν», δοξάζει καὶ τιμᾶ καὶ σήμερα τὴν μνήμη του ὄχι μόνο στὸν οὐρανό, ἀλλὰ καὶ ἐδῶ στὴν γῆ.

Πολλὰ καὶ ποικίλα θαύματα γίνονται κάθε χρόνο σὲ ὅσους μ’ εὐλάβεια καὶ πίστη καταφεύγουν στὴν μεσιτεία του, ποὺ δίνουν τὴν εὐκαιρία στὸν καθένα νὰ ὑμνήσει μὲ εὐφρόσυνη ψυχῆς τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ μὰ καὶ νὰ θαυμάσει τὴν ἀρετὴ τοῦ ἁγίου.

Μὲ αὐτοὺς ἂς ἑνωθοῦμε καὶ ἐμεῖς.

Ἂς ἑνωθοῦμε νοερὰ καὶ μὲ συντετριμμένη καὶ ταπεινωμένη καρδιὰ ἂς τοῦ ποῦμε:
Πανεύφημε Ἀναστάσιε, τῶν ἀσκητῶν ἐγκαλλώπισμα, Ἀγγέλων συνόμιλε, δικαίων ὁμόσκηνε καὶ ὁσίων, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τῆς ἐρήμου πολίτης καὶ ἐν σώματι ἄγγελος καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Θεοφόρε πατὴρ ἡμῶν Ἀναστάσιε. Νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, οὐράνια χαρίσματα λαβῶν, θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας, καὶ τὰς ψυχὰς τῶν πίστει προστρεχόντων σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργούντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.






Ὁ Ἅγιος Εὐξίφιος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον», ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἄλλου δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του.
Ἴσως συγχέεται μὲ τὸν Ἅγιο Αὐξίβιο (17 Φεβρουαρίου). (Ἐδῶ ὁρισμένοι Συναξαριστές, ἀναφέρουν μαζί του καὶ τὴν μνήμη τῶν 300 Ἀλαμανῶν Κυπρίων).
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Sep 14, 2013 11:25 pm

18 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ὅσιος Εὐμένιος ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Γορτύνης
Image
Ἀπὸ νεαρὴ ἡλικία ὁ Εὐμένιος ὑπέβαλλε τὸν ἑαυτό του σὲ πολλὲς σκληραγωγίες καὶ ἀσκήσεις. Ἡ ἐγκράτεια ἦταν ἐκείνη ποὺ τὸν διέκρινε περισσότερο. Διότι στὸ μυαλό του, εἶχε πάντα τὴν συμβουλὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, «πᾶς ὁ ἀγωνιζόμενος πάντα ἐγκρατεύεται». Καθένας, δηλαδή, ποὺ ἀγωνίζεται, ἐγκρατεύεται σὲ ὅλα, ἀκόμα καὶ στὴν τροφὴ καὶ στὸ ποτό, προκειμένου νὰ πετύχει τὸν πνευματικό του σκοπό. Καὶ ὁ Εὐμένιος, ἀκολουθώντας τὰ λόγια τοῦ θεόπνευστου Ἀποστόλου, πέτυχε.

Ἀξιώθηκε νὰ ἱερωθεῖ καὶ νὰ γίνει Ἐπίσκοπος Γορτύνης στὴν Κρήτη. Ἀπὸ τὴ νέα του θέση, ἡ ἀρετή του ἔλαμψε ἀκόμα περισσότερο καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὴν χάρη καὶ τὴν δύναμη νὰ θαυματουργεῖ. Καὶ ὅπως ἀναφέρει ἡ παράδοση, μιὰ φορὰ μὲ ἀναμμένες λαμπάδες κατέκαυσε ἕναν δράκοντα, ποὺ ὅρμησε ἐναντίον του.

Ἔπειτα ὁ Εὐμένιος πῆγε στὴν Ρώμη, ὅπου μὲ τὴ θεία του διδασκαλία καὶ μὲ θαύματα στερέωσε τοὺς πιστούς. Ποθώντας, ὅμως, περισσότερη σκληραγωγία καὶ ἄσκηση, πῆγε στὴ Θηβαΐδα τῆς Ἄνω Αἰγύπτου, κοντὰ στοὺς μεγάλους ἀσκητές.
Ἐκεῖ παρέδωσε καὶ τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό. Τὸ δὲ λείψανό του μεταφέρθηκε καὶ θάφτηκε μὲ τιμὲς στὴν ἕδρα τῆς ἐπισκοπῆς του, στὴν Κρήτη.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ταχὺν προμηθέα σε, καὶ ἀρωγὸν εὐμενῆ, κεκτήμεθα Ὅσιε, ὡς τοῦ Χριστοῦ μιμητήν, Εὐμένιε ἔνδοξε· σὺ γὰρ ἀναβλυστάνων, συμπαθείας τὰ ῥεῖθρα, βρύεις τῇ Ἐκκλησίᾳ, ἰαμάτων πελάγη. Ἀλλὰ καὶ τοῖς τιμῶσί σε, σκέπη γενήθητι.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὤφθης πλοῦτος ἄσυλος τῇ Ἐκκλησίᾳ, βλύζων πᾶσιν ἄφθονον, χάριν θαυμάτων τοῖς πιστοῖς· διό σε πάντες γεραίρομεν, θευματοφόρε Εὐμένιε Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ὁ τῆς Γόρτυνος ποδηγός, καὶ τῆς Κρήτης πάσης, ὁ ἀκοίμητος ὀφθαλμός· χαίροις τῶν θαυμάτων, ἀκένωτος χειμάρρους, Εὐμένιε τρισμάκαρ, πιστῶν ἀντίληψις.






Οἱ Ἁγίες Σοφία καὶ Εἰρήνη οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.






Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη
Ἂν καὶ δούλα, ἦταν ἀνώτερη καὶ λαμπρότερη ἀπὸ πολλὲς κυρίες, δοῦλες τῶν κοσμικῶν ματαιοτήτων καὶ τῶν γήϊνων μολυσμῶν.

Ἡ Ἁγία Ἀριάδνη ἔζησε στὰ χρόνια τῶν βασιλέων Ἀδριανοῦ καὶ Ἀντωνίνου (117 – 139 μ.Χ.), καὶ ἔγινε χριστιανὴ στὴν Φρυγία, πόλη τῶν Προμισέων. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκε ὁ ἀφέντης της, Τέρτυλος, ἕνας ἀπὸ τοὺς ἰσχυρότερους πρόκριτους τῆς πόλης, τὴν πίεζε νὰ ἐπανέλθει στὴν εἰδωλολατρία. Ἐκείνη ὅμως ἐπέμενε στὴν χριστιανικὴ ὁμολογία της, καὶ στάθηκε ἀδύνατο νὰ τὴν πείσουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα, κατὰ τὴν ἥμερα μάλιστα ποὺ γιόρταζε τὰ γενέθλιά του ὁ γιὸς τοῦ κυρίου της.
Τότε τὴν ἔδειραν σκληρὰ καὶ τὴ βασάνισαν γιὰ πολύ, ἀφοῦ ἔγδαραν τὶς σάρκες της μὲ σιδερένια νύχια. Γιὰ νὰ ἀποφύγει περισσότερες πιέσεις, ἐγκατέλειψε τὸ σπίτι τοῦ κυρίου της. Καὶ ἐνῶ τὴν καταδίωκαν, ἔπεσε σὲ γκρεμὸ ὅπου καὶ βρῆκε τὸν θάνατο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῇ τοῦ Χριστοῦ κυβερνωμένη παλάμῃ, οὐκ ἐδουλώθης τὴν ψυχὴν Ἀριάδνη, ἀλλ’ ἐλευθέρᾳ γνώμη ἠνδραγάθησας· πᾶσαν γὰρ ἐπίνοιαν, τοῦ ἐχθροῦ καθελοῦσα, στέφος χαριτόπλοκον, ἐκ Θεοῦ ἐκομίσω· ὃν ἐκδυσώπει Μάρτυς ἐκτενῶς, ἐλεηθῆναι, τοὺς σὲ μακαρίζοντας.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τῆς ζωῆς ποθήσασα, τὴν ζωοπάροχον πέτραν, ἀκλινὴς διέμεινας, τῇ τοῦ δολίου μανίᾳ· πέτρα δέ, διαρραγεῖσά σε δεξαμένη, ἥρμοσε, τῷ ἀθανάτῳ Μάρτυς Νυμφίῳ· ὃν δυσώπει Ἀριάδνη, ἡμῖν δοθῆναι πταισμάτων ἄφεσιν.

Μεγαλυνάριον.
Ἀδούλωτον σώζουσα τὴν ψυχήν, ἐδούλωσας Μάρτυς, δι’ ἀγώνων τὸν δυσμενῆ, καὶ τῆς ἐλευθέρας, Σιὼν πολῖτις ὤφθης, ἐν ᾗ ὦ Ἀριάδνη, ἡμῶν μνημόνευε.






Ὁ Ἅγιος Κάστωρ
Στὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Σ. Εὐστρατιάδη, μαζὶ μὲ τὸν Κάστορα, προβάλλεται καὶ μία Ἁγία μὲ τὸ ὄνομα Θεοδώρα. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.






Ὁ Ὅσιος Ρωμύλος
Στοὺς Συναξαριστὲς δὲν ἀναφέρεται κανένα ὑπόμνημα γιὰ τὸν ὅσιο αὐτόν. Βιογραφία του ὑπάρχει στὸ ὑπ’ ἀριθμ. 154 χειρόγραφο τῆς Σκήτης τῶν Καυσοκαλυβίων, ποὺ συνέγραψε ὁ μαθητὴς τοῦ ἐν λόγῳ Ὁσίου, Γρηγόριος.

Σύμφωνα λοιπὸν μὲ τὰ στοιχεῖα αὐτά, ὁ Ὅσιος Ρωμύλος γεννήθηκε τὸ 1300 περίπου στὴν παραδουνάβια πόλη Βιδίνιο, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς. Ὁ πατέρας του ἦταν Ἕλληνας καὶ ἡ μητέρα του Βουλγάρα. Τὸ πρῶτο του ὄνομα ἦταν Ράϊκος καὶ σὲ κατάλληλη ἡλικία οἱ γονεῖς του τὸν ἐμπιστεύθηκαν σὲ σπουδαῖο δάσκαλο, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ὁ νεαρὸς Ράϊκος ἔμαθε τὰ πρῶτα του γράμματα.

Στὴν συνέχεια, ἐπειδὴ εἶχε κλίση στὴν μοναχικὴ ζωή, κατέφυγε στὴ Μονὴ τῆς Θεοτόκου τῆς Ὁδηγήτριας, κοντὰ στὸ Τίρνοβο (Βουλγαρίας). Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ρωμανὸς καὶ ἀσκήτευσε εὐδοκίμως γιὰ τρία συνεχὴ χρόνια. Κατόπιν ἔκανε κοντὰ στὸν Ὅσιο Γρηγόριο τὸν Σιναΐτη καὶ ἔπειτα, ἀφοῦ ἔγινε μεγαλόσχημος μὲ τὸ ὄνομα Ρωμύλος, πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔξω ἀπὸ τὴ Μονὴ Μεγίστης Λαύρας, ὅπου μαζὶ μὲ τὸν μαθητὴ του Γρηγόριο ἀσκήτευε στὴν ἡσυχία.

Πολλοὶ Ἁγιορεῖτες ἔρχονταν κοντά του γιὰ ν’ ἀκούσουν τὰ σοφὰ λόγια του καὶ νὰ πάρουν τὶς ὀρθὲς πνευματικὲς συμβουλές του. Κατὰ τὸν πόλεμο ὅμως Τούρκων κατὰ Σέρβων καὶ Βουλγάρων, πολλοὶ Σερβοβούλγαροι μοναχοί, λόγω φόβου, μετακινήθηκαν. Τὸ ἴδιο ἔπραξε καὶ ὁ Ρωμύλος, πηγαίνοντας στὴν Αὐλώνα (ἴσως τῆς Ἀλβανίας). Κατόπιν ταξίδεψε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὴ Ραβένιτσα τῆς Σερβίας, ὅπου στὴν ἐκεῖ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Μετὰ τὸν θάνατό του, ὁ τάφος εὐωδίαζε καὶ ἐπιτέλεσε πολλὰ θαύματα
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Sep 14, 2013 11:46 pm

19 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Οἱ Ἅγιοι Τρόφιμος, Σαββάτιος καὶ Δορυμέδων
Image
Μαρτύρησαν ἐπὶ βασιλέως Πρόβου καὶ διοικητοῦ Ἀντιοχείας Ἠλιοδώρου (278 μ.Χ.).

Ὅταν λοιπὸν ὁ Τρόφιμος μὲ τὸν Σαββάτιο βρέθηκαν στὴν Ἀντιόχεια καὶ εἶδαν τὰ πολυποίκιλα ἁμαρτωλὰ ὄργια ποὺ γίνονταν πρὸς τιμὴν τοῦ Ἀπόλλωνα, δὲ συγκρατήθηκαν καὶ ἀποδοκίμασαν δημόσια τὴν ἁμαρτωλὴ αὐτὴ παραφροσύνη.

Βέβαια, γρήγορα συνελήφθησαν καὶ ὁδηγήθηκαν στὸ δικαστήριο. Θαρραλέα δήλωσαν πὼς εἶναι χριστιανοί. Τότε ὁ ἡγεμόνας Ἠλιόδωρος διέταξε καὶ τοὺς μαστίγωσαν ἀνελέητα. Τόσο, ποὺ οἱ σάρκες τους κόβονταν κομμάτια. Ἐκεῖ ὁ Σαββάτιος ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή.

Ὁ δὲ Τρόφιμος ὁδηγήθηκε σὲ ἄλλο σκληρότερο ἡγεμόνα, τὸν Διονύσιο Περώννιο. Αὐτός, ἀφοῦ τὸν ἔγδαρε μὲ σιδερένια νύχια, μισοπεθαμένο τὸν ἔριξε στὴν φυλακή. Ἐκεῖ τὸν ἐπισκέφθηκε κάποιος, βουλευτής, ὁ Δορυμέδων, ποὺ εἶδε τὸ μαρτύριό του καὶ στερεώθηκε στὴν πίστη τοῦ Χρίστου. Ὅταν τὸ ἔμαθε αὐτὸ ὁ ἡγεμόνας, βασάνισε σκληρὰ τὸν Δορυμέδοντα. Ἔπειτα, ἔριξε καὶ τοὺς δυὸ τροφὴ στὰ θηρία, μέσα στὸ ἀμφιθέατρο. Ἀλλὰ ἡ πεινασμένη ἀρκούδα καὶ ἡ αἱμοβόρα λεοπάρδαλη στάθηκαν στὰ πόδια τους σὰν ἥμερα ἀρνιά. Τὸ ἴδιο καὶ τὸ ἀγριεμένο λιοντάρι ποὺ ἐλευθέρωσαν ἀργότερα.

Γιὰ νὰ πληρωθεῖ ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «οἱ διὰ πίστεως... ἔφραξαν στόματα λεόντων». Αὐτοί, δηλαδὴ οἱ Ἅγιοι, ἐπειδὴ εἶχαν μεγάλη καὶ συνειδητὴ πίστη, βούλωσαν καὶ ἔφραξαν στόματα λιονταριῶν.

Ὅταν λοιπὸν εἶδαν ὅτι δὲν τοὺς ἄγγιξαν τὰ θηρία, ἀμέσως οἱ δήμιοι τοὺς ἀποκεφάλισαν.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος γ’. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν ἀκαθαίρετον, Τριάδος δύναμιν, ἀνθηφορήσαντες, Μάρτυρες ἔνδοξοι, ἐναπετέματε στερρῶς, τὴν ἄκανθαν τῆς ἀπάτης, Τρόφιμε μακάριε, Ἐκκλησίας ἐντρύφημα, Σαββάτιε πάνσοφε, Ἀθλητῶν ἐγκαλλώπισμα, καὶ δόξα εὐσεβῶν Δορυμέδον· ὅθεν ὑμᾶς ἀνευφημοῦμεν.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς Ἀθλητῶν ἑδραίωμα, καὶ εὐσεβείας ἔρεισμα, ἡ Ἐκκλησία τιμᾷ καὶ γεραίρει σου, τὴν φωτοφόρον ἄθλησιν, παναοίδιμε μάκαρ, Ἀθλητὰ γενναιόφρον, ἔνδιξε Τρόφιμε, σὺν τοῖς συνάθλοις σου, ἱλασμὸν ἐξαιτούντων, ἡμῖν καὶ συγχώρησιν.

Μεγαλυνάριον.
Δόξῃ λαμπρυθέντες Τριαδικῇ, Τρόφιμος ὁ θεῖος, Δορυμέδων ὁ εὐκλεής, σὺν τῷ Σαββατίῳ, μαρτυρικοῖς ἀγῶσι, τῆς πίστεως τὸ κάλλος, ὡς λύχνοι ἔφαναν.






Ὁ Ἅγιος Theothore (Ἄγγλος)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Sat Sep 14, 2013 11:48 pm

20 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος καὶ οἱ σὺν αὐτῷ
Image
Θεοπίστη ἡ σύζυγός του, Ἀγάπιος καὶ Θεόπιστος τὰ παιδιὰ του
Ἦταν ἀρχικὰ εἰδωλολάτρης καὶ ὀνομαζόταν Πλακίδας. Ἦταν ἀρχιστράτηγος στὸ ρωμαϊκὸ στρατὸ ἐπὶ αὐτοκρατορίας Τραϊανοῦ.

Ὅταν ὁ Χριστὸς παρουσιάσθηκε μπροστὰ του μιὰ μέρα στὸ δάσος μὲ τὴν μορφὴ ἐλαφιοῦ, ὁ Εὐστάθιος πίστεψε καὶ βαπτίσθηκε μαζὶ μὲ τὴν σύζυγό του Θεοπίστη καὶ τὰ παιδιὰ τους, Ἀγάπιο καὶ Θεόπιστο.

Μόλις πληροφορήθηκε ὁ αὐτοκράτορας ὅτι ὁ ἀξιωματικός του ἔγινε χριστιανός, τὸν ἀπέμπεψε ἀπὸ τὸ στρατὸ καὶ τὸν ἐξόρισε μαζὶ μὲ τὴν οἰκογένειά του. Μάλιστα, στὸν δρόμο γιὰ τὴν ἐξορία ὁ Εὐστάθιος χωρίσθηκε ἀπὸ τὴν σύζυγό του καὶ τὰ παιδιά του.

Ἔπειτα ἀπὸ κάποια χρόνια, ὁ Τραϊανὸς χρειάσθηκε ξανὰ τὴν πολύτιμη προσφορὰ τοῦ Εὐσταθίου καὶ τὸν ἀνακάλεσε στὸ στράτευμά του. Οἱ πολεμικὲς ἱκανότητες τοῦ Ἁγίου χάρισαν στὸν αὐτοκράτορα μεγάλες νίκες. Μάλιστα ὁ Εὐστάθιος σὲ μία ἀπὸ τὶς ἐκστρατεῖες του βρῆκε ξανὰ τὴν οἰκογένειά του, ἡ ὁποία ὅλα αὐτὰ τὰ χρόνια εἶχε περάσει πολλὲς κακουχίες.
Λίγο καιρὸ ἀργότερα ὁ Ἀνδριανός, διάδοχος τοῦ Τραϊανοῦ, ζήτησε ἀπὸ τὸν Εὐστάθιο νὰ παραστεῖ σὲ θυσία ποὺ θὰ γινόταν σὲ εἰδωλολατρικοὺς θεούς. Ὁ Εὐστάθιος ἀρνήθηκε καὶ ὁ αὐτοκράτορας διέταξε νὰ τὸν θανατώσουν, κλείνοντάς τον σὲ πυρακτωμένο χάλκινο βόδι.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἀγρευθεῖς οὐρανόθεν πρὸς εὐσέβειαν ἔνδοξε, τῇ τοῦ σοὶ ὀφθέντος δυνάμει, δι’ ἐλάφου Εὐστάθιε, ποικίλους καθυπέστης πειρασμούς, καὶ ἤστραψας ἐν ἄθλοις ἱεροῖς, σὺν τῇ θείᾳ σου συμβίω καὶ τοῖς υἱοῖς, φαιδρύνων τοὺς βοῶντάς σοι. Δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δείξαντί σε ἐν παντί, Ἰὼβ παμμάκαρ δεύτερον.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς τῆς ἀνδρείας τοῦ Ἰὼβ ἔμψυχον ἄγαλμα

Καὶ τῶν Μαρτύρων κοινωνόν καὶ ἀκροθίνιον

Ἐπαξίως εὐφημοῦμέν σε Ἀθλοφόρε.

Ὡς ὁ Παῦλος γὰρ θεόκλητος γενόμενος

Ἐμεγάλυνας τὸν Λόγον δι’ ἀθλήσεως·
Ὅθεν κράζομεν, χαίροις Μάρτυς Εὐστάθιε.

Μεγαλυνάριον.
Οὐρανόθεν μάκαρ καταυγασθείς, στήλη τῆς ἀνδρείας, ἀνεδείχθης ἐν πειρασμοῖς, καὶ πανοικεσίᾳ, Εὐστάθιε ἀθλήσας, τῆς ἄνω βασιλείας, ἀξίως ἔτυχες.






Οἱ Ἅγιοι Ὑπάτιος καὶ Ἀνδρέας οἱ Ὁμολογητές
Ἀκόμα καὶ στὸ σχολεῖο, ἦταν πρότυπα ἀδελφωμένων συμμαθητῶν. Εἶχαν ἀνατραφεῖ ἀπὸ παιδιὰ στὴν χριστιανικὴ πίστη, καὶ διακρίνονταν στὴν ἐπιμέλεια, τὴν εὐταξία, στὴν πρόοδο τῶν γραμμάτων καὶ στὸν ζῆλο πρὸς τὰ θεία.

Ἔζησαν καὶ οἱ δύο ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου, τοῦ εἰκονομάχου. Ὁ Ὑπάτιος μὲ τὸν χρόνο χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος στὴ Λυδία, ἀπ’ ὅπου καὶ καταγόταν. Καὶ ὁ Ἀνδρέας ἀπὸ διάκονος, προχειρίστηκε ἱερέας.

Τὰ ἀξιώματά τους διαχειρίστηκαν μὲ ὅλη τὴν συνείδηση τῶν μεγάλων εὐθυνῶν ποὺ ἔχουν. Κοπίασαν ἐν λόγῳ καὶ ἔγιναν πρότυπα ἐν ἔργῳ. Ἀγωνίστηκαν μὲ αὐταπάρνηση γιὰ τὴν Ὀρθοδοξία, ποὺ τότε ἀπειλοῦσε ἡ ἐπικίνδυνη αἵρεση τῆς εἰκονομαχίας, ποὺ τόσο ἔβλαψε τὴν Ἐκκλησία καὶ ἐξασθένισε τὸ κράτος.
Ὁ Ὑπάτιος καὶ ὁ Ἀνδρέας συνελήφθησαν, γιὰ τὴν ἀντίσταση καὶ πολεμική τους, ἐνάντια στὰ βασιλικὰ διατάγματα, ποὺ εὐνοοῦσαν τοὺς εἰκονομάχους. Τοὺς ἔσυραν λοιπὸν δεμένους κατὰ γῆς μέσα στοὺς δρόμους, κατόπιν τοὺς ἔσφαξαν καὶ ἔτσι ἔπεσαν τίμια καὶ ἀτρόμητα ὁλοκαυτώματα γιὰ τὴν ἀλήθεια.






Οἱ Ἅγιοι Μάξιμος, Εὐπρέπιος, Ἀναστάσιος, Θεόδωρος καὶ Ἀναστάσιος (ἄλλος) οἱ Ὁμολογητές
Βιογραφικὸ σημείωμα τοῦ Ἁγίου Μάξιμου τοῦ Ὁμολογητή, βλέπε τὴν 21η Ἰανουαρίου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως μνήμη του.

Ἀπὸ τοὺς Μαθητές του, οἱ δυὸ Ἀναστάσιοι ἐξορίστηκαν ἀπὸ τὸν αἱρετικὸ βασιλιὰ Κώνσταντα τὸν Β’ στὴν Θράκη, ὅπου ὑπέστησαν πολλὲς ταλαιπωρίες. Ἐπειδὴ ὅμως ἐπέμεναν στὸ ὀρθόδοξο φρόνημά τους, τοὺς ἔφεραν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου Σύνοδος τοὺς καταδίκασε καὶ παραδόθηκαν στὸν ἔπαρχο γιὰ νὰ τιμωρηθοῦν. Αὐτός, μαζὶ καὶ τὸν δάσκαλό τους Μάξιμο, ἔκοψε τὴν γλώσσα τους καὶ τὸ δεξί τους χέρι.

Καὶ ὁ μὲν Ἀναστάσιος ὁ πρεσβύτερος πέθανε ἐξόριστος στὴ Λαζικὴ μετὰ 20 χρόνια, ὁ δὲ νεότερος Ἀναστάσιος πέθανε σὲ κάποιο φρούριο τῆς Θράκης, σιωπηλός, ἀλλὰ βροντερὸς κήρυκας τῆς Ὀρθόδοξης ἀλήθειας καὶ ζωῆς.
Τὰ ἴδια ἔπαθαν καὶ οἱ ἄλλοι δυὸ μαθητὲς τοῦ Μαξίμου, ὁ Θεόδωρος καὶ ὁ Εὐπρέπιος οἱ Ὁμολογητές. Μετὰ 20 χρόνια ἐξορίας ὁ πρῶτος, ἑνὸς δὲ μόνο ὁ δεύτερος, παρέδωσαν καὶ οἱ δύο τὶς ἁγίες τους ψυχὲς στὸν Κύριο.






Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεμίδωρος καὶ Θαλὸς οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ἁγίων Μαρτύρων.






Ὁ Ὅσιος Μελέτιος Ἐπίσκοπος Κύπρου
Ἔγινε ἐπίσκοπός τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου καὶ ἦταν εὐλαβὴς καὶ θεοφοβούμενος ἄνθρωπος. Κατανάλωσε ὅλη του τὴ ζωὴ στὴν μετάδοση τοῦ θείου λόγου καὶ τὴν ἀκατάπαυστη ἐλεημοσύνη, ἀπὸ τὰ ὑπάρχοντά του, στοὺς φτωχούς.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Αἰγύπτιος καὶ οἱ 40 σὺν αὐτῷ Μάρτυρες
Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ἦταν μέγας Αἰγύπτιος ὁμολογητής. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ ἀσεβὴς Μαξιμιανὸς δὲν μποροῦσε νὰ ὑποφέρει τὸ θάρρος τοῦ Ἁγίου νὰ ὁμολογεῖ τὸν Χριστό, πρόσταξε νὰ τὸν ἀποκεφαλίσουν μαζὶ μὲ ἄλλους 40 χριστιανούς, τὸ ἔτος 295.
Ἔτσι ἔλαβαν ὅλοι τὸ ἔνδοξο στεφάνι τοῦ μαρτυρίου.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θεοφόρος ἀπὸ τὴν Κρήτη
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ βιογραφία του σώζεται σὲ χειρόγραφο στὸ χωριὸ Σίββα τῆς ἐπαρχίας Πυργιωτίσσης Κρήτης, ἰδιαίτερης πατρίδας τοῦ Ἁγίου.

Γεννήθηκε ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς στὰ χρόνια του βασιλιὰ Κωνσταντίνου Ζ’ τοῦ Πορφυρογέννητου (951 – 959), καὶ ἀπὸ μικρὸς εἶχε κλίση στὴ μοναχικὴ ζωή. Ἔγινε ἐρημίτης στὶς σπηλιὲς τῆς Κρήτης, ἀσκούμενος στὴν προσευχὴ καὶ τὴν ἐγκράτεια.

Κατόπιν πῆγε στὸ ὅρος Ράξος, ὅπου ἔκτισε ναὸ στὸ ὄνομα τῶν Ἁγίων Εὐτυχίου καὶ Εὐτυχιανοὺ ἐπισκόπων Ἀρκαδίας Κρήτης. Ἐκεῖ ἐπίσης ἐκάρη Μοναχὸς ἀπὸ κάποιον εὐλαβὴ Γέροντα καὶ ἀναχώρησε στὸ ὄρος Μυριοκέφαλο. Στὴν κορυφὴ αὐτοῦ τοῦ ὅρους ἔκτισε τὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Θεοτόκου Ἀντιφωνήτριας, ποὺ σώζεται μέχρι σήμερα.

Ὁ Ὅσιος ὅμως δὲν ἔμεινε ἐκεῖ. Ἀφοῦ γύρισε πολλὰ μέρη τῆς Κρήτης καὶ ἔκτισε Ναοὺς καὶ Μοναστήρια, κατέληξε στὸ δυτικὸ μέρος τῆς ἐπαρχίας Κισσάμου, στὸ χωριὸ Ἀκτή, ὅπου ἔκτισε κατοικητήριο πολὺ ἡσυχαστικό, καὶ κατόπιν μέγα κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Εὐσταθίου.

Ἐκεῖ λοιπόν, ἀφοῦ ἔζησε ζωὴ ὁσία καὶ συνέταξε τὴν διαθήκη του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Κρητῶν τὸν φωστῆρα Ἐκκλησίας τὸ καύχημα, καὶ τῶν Μοναζόντων τὴν στάθμην, Ἰωάννην τιμήσωμεν· Χριστοῦ γὰρ τὸν Σταυρὸν ἀναλαβών, ὡς ἄγγελος ἐβίωσεν ἐν γῇ· διὰ τοῦτο ἐκ κινδύνων παντοδαπῶν, λυτροῦται τοὺς κραυγάζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ἐν τῇ Κρήτῃ ἔλαμψας ὡς ἑωσφόρος, Ἰωάννη Ὅσιε, καταφωτίζων ἱερῶς, ταῖς ἐναρέτοις σου πράξεσι, τοὺς ἀδιστάκτῳ ψυχῇ προσιόντας σοι.

Μεγαλυνάριον.
Ἅπασαν τὴν Κρήτην διαδραμών, πανταχοῦ ἐδείμω, τῷ Σωτῆρι θείους ναούς· σεαυτὸν γὰρ Πάτερ, ναὸν προκατειργάσω, τῆς Τρισηλίου δόξης, βίου λαμπρότητι.






Ὁ Ἅγιος Εὐστάθιος ὁ Κατάφλωρος Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ἔζησε τὸν 12ο αἰώνα καὶ σπούδασε στὴν Κωνσταντινούπολη φιλολογία, Θεολογία καὶ χειροτονήθηκε διάκονος στὴν Ἁγία Σοφία.

Ὑπῆρξε μεγάλος λόγιος του Βυζαντίου καὶ τὸ 1174 ἐκλέχτηκε Μητροπολίτης Μύρων. Τὸν ἑπόμενο χρόνο προάχθηκε σὲ Ἀρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης. Τὸ ἔργο του στὴν Ἀρχιεπισκοπὴ αὐτὴ ὑπῆρξε πολὺ προοδευτικὸ καὶ συνάντησε διάφορες ἀντιδράσεις.

Τὸ 1185 συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Νορμανδοὺς καὶ τὸ 1191 κινδύνεψε ἡ ζωή του ἀπὸ συνωμοσία. Πέθανε τὸ 1197 ἢ 1198, ἀφοῦ ἄφησε πολλὰ φιλολογικά, ἱστορικὰ καὶ λαογραφικὰ ἔργα.
Ἁγιοποιήθηκε στὶς 10 Ἰουνίου 1988.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Σοφίας τοῖς χάρισι, κεκοσμημένος λαμπρῶς, ποιμὴν ἐνθεώτατος, τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ, ἐδείχθης Εὐστάθιε· ὅθεν Θεσσαλονίκη, ἡ ἁγία σου ποίμνη, ὕμνοις σὲ μακαρίζει καὶ συμφώνως βοᾶ σοι. Ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, ὑπὲρ ἡμῶν Πάτερ Ὅσιε.






Ὁ Ἅγιος Ἰλαρίων ὁ Ὁσιομάρτυρας ὁ νέος ἀπὸ τὴν Κρήτη
Τὸ Ἡράκλειο τῆς Κρήτης ἦταν ἡ πατρίδα του. Ὁ πατέρας του ὀνομαζόταν Φραντζέσκος καὶ ἡ μητέρα του Αἰκατερίνη.

Ὁ νεομάρτυρας αὐτὸς ὀνομαζόταν Ἰωάννης καὶ ἀνατράφηκε χριστιανικὰ μαζὶ μὲ τὰ τέσσερα ἀδέλφια του. Κατόπιν ἦλθε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ γιὰ 10 χρόνια ἔμενε κοντὰ σ’ ἕναν θεῖο του γιατρό. Ἔπειτα, μαζὶ μ' ἕναν ἄλλο χριστιανό, ἀνέλαβε τὴν διαχείριση τοῦ ἐμπορίου κάποιου Χιώτη.

Κάποτε ὅμως, ὅταν ὁ ἔμπορος αὐτὸς ἐπανῆλθε στὴ Χίο, διαπίστωσε ὅτι ἡ δουλειά του εἶχε ἔλλειμμα 30 γρόσια καὶ γι’ αὐτὸ ἐνοχοποίησε τὸν Ἰωάννη, ποὺ τὸν ἀπειλοῦσε μὲ τιμωρίες. Ὁ Ἰωάννης στὴν ἀπόγνωσή του, ζήτησε τὴν βοήθεια τῆς μητέρας τοῦ Σουλτάνου.

Κατόπιν συναντήθηκε μὲ τὸν Αἰθίοπα Μᾶς Ἀγά, πού, στὴν ἀπελπισία του, τὸν ἔπεισε καὶ ἐξισλαμίστηκε. Λίγο μετὰ τὴν ἀποστασία του, ὁ Ἰωάννης συναισθάνθηκε τὸ μεγάλο του ὀλίσθημα καὶ μὲ πλοῖο ἀναχώρησε στὴν Κριμαία, ὅπου παρέμεινε 10 μῆνες.

Κατόπιν γύρισε στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ μὲ προτροπὴ τοῦ πνευματικοῦ του πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης. Ἐκεῖ ὑποτάχθηκε στὸν πάπα – Βησσαρίωνα καὶ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Ἰλαρίων.
Ἀργότερα ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ γιὰ τὸ μαρτύριο, πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη, παρουσιάστηκε στὸν Αἰθίοπα Ἀγὰ καὶ ὁμολόγησε μπροστὰ του τὸν Χριστό. Τότε ὁ Ἀγὰς διέταξε τὸν ἄγριο βασανισμό του καὶ κατόπιν, στὶς 20 Σεπτεμβρίου 1804, τὸν ἀποκεφαλισμό του.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

PreviousNext

Return to ΕΟΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 1 guest

cron