Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε...

...για να θυμούνται οι παλαιοί και να μαθαίνουν οι νεότεροι... πορεία και προσφορά του Έθνους μας στο μονοπάτι της Ιστορίας...

Moderator: inanm7

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Thu Nov 17, 2011 11:07 am

Ιστορικό χρέος και τελευταία ευκαιρία για την γενιά του Πολυτεχνείου

Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Thu Nov 17, 2011 11:17 am

Ο στρατιώτης που οδήγησε το άρμα στο Πολυτεχνείο,θυμάται...

Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Thu Nov 17, 2011 11:19 am

17 Νοεμβρίου 1973-Πολυτεχνείο. Ένα κείμενο του Αντώνη Κακαρά

Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Thu Nov 24, 2011 1:29 pm

Νικόλαος Πλαστήρας από το 1922,πολύ επίκαιρος σήμερα!

Χωρίς ίχνος "υπερ-πατριωτισμού", απ΄ αυτόν που πουλάνε διάφοροι σας μεταφέρουμε κάτι που μας έστειλε αξιωματικός που έχει τιμήσει τη στολή που φόρεσε:

Ο ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΣΤΗΡΑΣ προς τον πρέσβη της Αγγλίας Sir Francis Oswald Lindley* (1922), όταν , του ζητούσε επίμονα και με απειλές κατά της χώρας μας, να μην καταδικάσει τους Έξη (6) υπεύθυνους (πολιτικούς & αρχιστράτηγο) της Μικρασιατικής Εκστρατείας, ο Πλαστήρας απήντησε:

«Η Ελλάς υπήρξε τίμια Σύμμαχος της Αγγλιας. Την εγκαταλείψατε αλλά εκείνη συνέχισε μόνη τον αγώνα. Είδε τους πληθυσμούς της να σφαγιάζονται, την ελληνική γη να ακρωτηριάζεται. Μπορεί να ζήσει και μόνη. Και αν καταρρεύσει θα στήσουμε στον Κάβο Μαλέα μιά πινακίδα που θα γράφει, πως εδώ ανθούσε κάποτε ένας πολιτισμός, που κατέστρεψαν οι Δυτικές Δυνάμεις, με πρωταγωνίστρια την Αγγλία. Αυτό να διαβιβάσεις στη Κυβέρνησή σου. Τελειώσαμε κύριε. Δεν έχουμε τίποτα άλλο να πούμε. Πηγαίνετε!»

Ποιος ήταν ο Ν.Πλαστήρας;Αν και δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις συνοπτικά:

Ο Στρατηγός Νικόλαος Πλαστήρας.Ο «τρόμος και ο φόβος» του Τουρκικού Στρατού. Ο «χειρότερος εφιάλτης» του Κεμάλ Ατατούρκ και του Ισμέτ Πασά. Ο «Μαύρος Καβαλάρης», (ο «καραμπιμπέρ» όπως τον έλεγαν οι Τούρκοι), ο Αντισυνταγματάρχης Διοικητής του ένδοξου 5/42 Συντάγματος Ευζώνων (του «σεϊτάν ασκέρ» κατά τους Τούρκους).

Ο άνδρας εκείνος που με την ανδρεία του και την παλλικαριά των πολεμιστών του, που ο ίδιος ενέπνεε, ανάγκασε τον Διοικητή της 57ης Τουρκικής Μεραρχίας Πεζικού, Ρεσάτ Μπέη, να αυτοκτονήσει, διότι δεν κατάφερε μέσα στην γενική υποχώρηση του Ελληνικού Στρατού να καταλάβει το ύψωμα 1310-Ερικνέν του Χασάν Μπέλ, το οποίο το υπερασπίζονταν οι Τσολιάδες του 5/42 και ο Διοικητής τους, ο Αντισυνταγματάρχης Νικόλαος Πλαστήρας.

Ο ήρωας της μάχης του Σαλιχλή και σωτήρας των προσφύγων της Φιλαδέλφειας (γιά την οποία μάχη δεν αναφέρεται τίποτα στα σχολικά βιβλία). Ο απαράμιλλος Ελληνας, που παρόλο το γεγονός ότι έφτασε να κυβερνήσει πολλές φορές την Ελλάδα, σαν Πρωθυπουργός, πέθανε με μοναδική περιουσία ένα κρεββάτι και ένα μικρό κομμάτι γης, που άφησε προίκα στην ψυχοκόρη του (ορφανή προσφυγοπούλα από την Προύσσα, που ο ίδιος υιοθέτησε κατά την διάρκεια της εκστρατείας), σε αντίθεση με τους κυβερνώντες του σήμερα.

onalert.gr
Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Mon Nov 28, 2011 6:37 pm

Πώς έπεσε πολεμώντας στο πεδίο της μάχης στο Δρίσκο της Ηπείρου ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης

Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Mon Dec 05, 2011 10:09 am

3 Δεκεμβρίου 1912: Ναυμαχία της Έλλης

Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Mon Jan 30, 2012 5:50 pm

ΔΙΕΘΝΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΟΣ ΑΠΟΚΛΕΙΣΜΟΣ (Δ.Ο.Ε.)

‘’ . . . Λυπηρότατον και ανηθικότατον πάντων είναι αναμφισβήτητα σ’ όλα τα μεταξύ κυβερνήσεων και λαών αναφυόμενα ζητήματα η επιβολή λύσεων με βάρβαρη βία . . .’’

‘’Εφημερίδα των Συζητήσεων’’ (Γαλλική)

Αλέκος Ν. Αγγελίδης

Τον Απρίλιο του 1877, η Ρωσία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Τουρκίας και κατά τις αρχές του 1878 οι ρωσικές στρατιές προχώρησαν στο εσωτερικό της Τουρκίας, κυρίεψαν πολλά φρούρια στην Ασία και στα Βαλκάνια, κυρίεψαν τη Σόφια, τη Φιλιππούπολη και έφτασαν μέχρι τα προάστια της Κωνσταντινούπολης.

Ο ρωσοτουρκικός αυτός πόλεμος προκάλεσε αναταραχή στην Ελλάδα και αναπτέρωσε κι άλλη μια φορά τις ελπίδες των Ελλήνων για την Απελευθέρωση και των άλλων ελληνικών τμημάτων που ακόμα κατέχονταν από τους Τούρκους. Μέσα στο ελληνικό κράτος ιδρύθηκαν παντού Εθνικοί Σύλλογοι, οι οποίοι συγκέντρωναν χρήματα, συγκροτούσαν ένοπλα εθελοντικά τάγματα και τα έστελναν στη Θεσσαλία και στην Ήπειρο, προετοιμάζοντας έτσι νέες απελευθερωτικές εξεγέρσεις. Οι Έλληνες πολιτικοί αρχηγοί, στις κρίσιμες αυτές στιγμές, συμφώνησαν να εγκαταλείψουν τις πολιτικές τους έριδες και τις κομματικές τους διαμάχες και να συσπειρωθούν όλοι σε μια Εθνική Κυβέρνηση με έναν κοινό σκοπό, την απελευθέρωση των υπόλοιπων σκλάβων Ελλήνων, εκμεταλλευόμενοι κάθε ευκαιρία που θα έδινε ο ρωσοτουρκικός πόλεμος. Έτσι, σχηματίστηκε κυβέρνηση συνεργασίας όλων των κομμάτων, η οποία για πρώτη φορά έφερε το όνομα ‘’Οικουμενική’’, με πρωθυπουργό τον ήρωα του 1821 γέροντα πια Κωνσταντίνο Κανάρη.

Ο τσάρος παρότρυνε το βασιλιά Γεώργιο τον Α’ να κινηθεί εναντίον της Τουρκίας και να περάσει τα σύνορα προς τη Θεσσαλία και την Ήπειρο, τώρα που ο τουρκικός στρατός στις περιοχές αυτές ήταν ελάχιστος, γιατί τα κύρια τουρκικά τμήματα είχαν μεταφερθεί στο ρωσικό μέτωπο.

Η αγγλική, όμως, κυβέρνηση, η οποία προσπαθούσε με κάθε τρόπο να συνδράμει την προστατευόμενή της Τουρκία, προέβαινε σε αυστηρές συστάσεις και απειλές κατά της Ελλάδας και επιδίωκε μ’ όλα τα μέσα να παρεμποδίσει κάθε ελληνική απελευθερωτική προσπάθεια και κάθε πολεμική προς τούτο προπαρασκευή και ενέργεια.

Επιπλέον, για να κατευνάσει την πολεμική έξαψη των Ελλήνων, έδινε ποικίλες και άφθονες υποσχέσεις στον ελληνικό λαό ότι, αν η Ελλάδα απείχε τότε από κάθε απόπειρα επιδείνωσης της τουρκικής θέσης στις κρίσιμες αυτές για την Τουρκία περιστάσεις, η Αγγλία η ίδια ως αντάλλαγμα θα μεριμνούσε αργότερα στην τράπεζα της ειρήνης για την όσο το δυνατόν καλύτερη και πληρέστερη ικανοποίηση των ελληνικών διεκδικήσεων.

Για να τρομοκρατήσουν δε οι Άγγλοι περισσότερο την ελληνική κυβέρνηση, άφηναν έντεχνα να εννοηθεί ότι, αν ο ελληνικός στρατός περνούσε τα σύνορα, πιθανόν να είχε επιτυχίες, γιατί δεν υπήρχαν τώρα αρκετές τουρκικές δυνάμεις σ’ αυτά, (αν και μόνο λίγα τουρκικά τάγματα ήταν αρκετά να προελάσουν μέσα στο ελληνικό έδαφος), ο τουρκικός στόλος οπωσδήποτε θα απέκλειε τον Πειραιά και θα καταλάμβανε ελληνικά νησιά. Δηλαδή, επαναλάμβαναν και ενίσχυαν τις απειλές που εκτόξευε και η Τουρκία κατά της Ελλάδας. Οι απειλές αυτές της Αγγλίας αποθάρρυναν τους αρμόδιους της Αθήνας κι έβαζαν σε σκέψεις και δισταγμούς την ελληνική κυβέρνηση. Επιπλέον, οι υποσχέσεις των Άγγλων για υποστήριξη των ελληνικών δικαίων στην τράπεζα της ειρήνης βαυκάλιζαν τους Έλληνες πολιτικούς και ατονούσαν και παρέλυαν κάθε προσπάθειά τους για άμεση δράση.

Στο μεταξύ, στις 14 Σεπτεμβρίου 1877, πέθανε ο Κ. Κανάρης και η ‘’Οικουμενική’’ έμεινε ακέφαλη και στους κόλπους της ξαναπαρουσιάστηκαν έριδες και διαμάχες, όσον αφορά την ακολουθητέα εξωτερική πολιτική. Έτσι, οι διαφωνίες αυτές, τις οποίες κατ’ ουσία επιδίωκε η αγγλική διπλωματία, απορρόφησαν εξ ολοκλήρου το ενδιαφέρον της κυβέρνησης και ξεχάστηκε κάθε πολεμική προετοιμασία και ενέργεια για εξέγερση.

Ο ρωροτουρκικός πόλεμος συνεχιζόταν και οι ρωσικές επιτυχίες συγκλόνισαν την Τουρκία και τρρομοκρατημένη η Πύλη ζήτησε ανακωχή και δέχτηκε όλους τους όρους και τις απαιτήσεις της Ρωσίας. Έτσι, στις 3 Μαρτίου 1878, στον Άγιο Στέφανο, προάστιο της Κωνσταντινούπολης το οποίο είχε καταλάβει και κατείχε ο ρωσικός στρατός, υπογράφτηκε η ομώνυμη γνωστή συνθήκη του Αγίου Στεφάνου.

Με τη συνθήκη αυτή δημιουργούνταν μεγάλη βουλγαρική Ηγεμονία υποτελής στο σουλτάνο και γινόταν ορισμένες εδαφικές αυξήσεις στη Σερβία και στο Μαυροβούνιο. Καμιά εδαφική αύξηση δεν προέβλεπε η συνθήκη αυτή για την Ελλάδα, εκτός από ορισμένες τυπικές διατάξεις για την εφαρμογή ενός καθεστώτος τοπικής αυτοδιοίκησης στη Θεσσαλία, Ήπειρο και Κρήτη.

Όταν ο ελληνικός λαός πληροφορήθηκε ξαφνικά την υπογραφή της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, η οποία αγνοούσε τελείως την Ελλάδα και αντίθετα δημιουργούσε μια μεγάλη Βουλγαρία, εξοργίστηκε κατά της κυβέρνησης και ξέσπασε σε ταραχώδεις διαδηλώσεις και συλλαλητήρια. Η ‘’Οικουμενική’’ έπεσε κι έγινε κυβέρνηση Κουμουνδούρου, η οποία πρόχειρα και εσπευσμένα συγκέντρωσε μικρή δύναμη από 10 χιλιάδες περίπου στρατό, ο οποίος και εισέβαλε στη Θεσσαλία.

Στην αρχή, ο στρατός αυτός είχε κάποια επιτυχία και προχώρησε μέχρι το Δομοκό. Σύντομα, όμως, κατέφτασε πολυάριθμος τουρκικός στρατός από τη Θράκη, αφού, με την υπογραφείσα συνθήκη του Αγίου Στεφάνου έπαυσαν οι ρωσοτουρκικές εχθροπραξίες και η Τουρκία τώρα διέθετε αρκετό στρατό για ν’ αντιμετωπίσει με επιτυχία την ελληνική εισβολή. Έτσι, ο ελληνικός στρατός εγκατέλειψε το τουρκοκρατούμενο έδαφος και αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει μέσα στα ελληνικά σύνορα. Η κυβέρνηση βρέθηκε στην ανάγκη να ζητήσει τη μεσολάβηση των Μεγάλων Δυνάμεων για να αποφύγει τη γενική τουρκική εισβολή.

Η Ελλάδα δεν κινήθηκε νωρίς όταν έπρεπε και έχασε μια πολύ καλή ευκαιρία για να απελευθερώσει και τα άλλα τουρκοκρατούμενα ακόμα τμήματά της και κινήθηκε αργά, όταν δεν έπρεπε, για να γίνει παίγνιο και υποχείριο των Άγγλων για άλλη μια φορά.

Αφού, λοιπόν, η Ελλάδα δεν προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και να συνετιστεί απ’ την προτροπή της Ρωσίας, απορρίπτοντας έτσι την προσφερόμενη ρωσική συνεργασία, αλλά έμεινε πιστή στα κελεύσματα και στις εντολές της Αγγλίας, η Ρωσία, στην προσπάθειά της να μειώσει το γόητρο και τη δύναμη της Αγγλίας στα Βαλκάνια, επιδίωξε να βγει στη Μεσόγειο μέσω Βουλγαρίας, γι’ αυτό και προσπάθησε να δημιουργήσει μεγάλη Βουλγαρία με τη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου. Την έξοδο αυτή της Ρωσίας στο Αιγαίο για κανένα λόγο δεν ήταν διατεθημένη να δεχθεί η Αγγλία, γι’ αυτό, εκτός του ότι διαμαρτυρήθηκε εντονότατα κατά της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και καλούσε τη Ρωσία να προσέλθει σε νέο συνέδριο των Δυνάμεων για την επανεξέταση της συνθήκης αυτής, άρχισε και εσπευσμένες πολεμικές προετοιμασίες. Μετέφερε αποικιακό στρατό στη Μεσόγειο και τον Ιούνιο του 1878 αγγλικός στόλος μπήκε απειλητικός στην Προποντίδα. Τη θέση της Αγγλίας υποστήριζαν και όλες σχεδόν οι ευρωπαϊκές Μεγάλες Δυνάμεις, οι οποίες έβλεπαν ότι και αυτών τα συμφέροντα έθιγε η ρωσική παρουσία στο Αιγαίο και άρχισαν να αντιδρούν στην εφαρμογή της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και να διαμαρτύρονται στο πλευρό της Αγγλίας κατά της συνθήκης αυτής. Η κατάσταση ήταν τεταμένη και απειλούνταν μεγάλος πανευρωπαϊκός πόλεμος.

Μπροστά στις έντονες αυτές πιέσεις, η Ρωσία αναγκάστηκε να δεχτεί τη σύγκληση της νέας διάσκεψης για την επανεξέταση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου. Έτσι, τον Ιούλιο του 1878, συνήλθε η διάσκεψη του Βερολίνου υπό την προεδρία του Βίσμαρκ. Η διάσκεψη αυτή επέστρεψε τη Μακεδονία στην Τουρκία και σχημάτισε με τα εδάφη μεταξύ Δούναβη και Αίμου βουλγαρική Ηγεμονία υποτελή στο σουλτάνο. Η Ηγεμονία αυτή ονομάστηκε Ανατολική Ρωμυλία, την οποία κατά το πλείστο, σύμφωνα με τον Παπαρρηγόπουλο, κατοικούσαν Έλληνες. Ο Καρολίδης, ο οποίος είναι ένας απ’ τους μεγάλους υπέρμαχους της ‘’Μεγάλης Ιδέας’’, στην ιστορία του γράφει για το σημείο αυτό: ‘’Είχε μεν (η Ανατολική Ρωμυλία) πολλάς εκατοντάδας χιλιάδων Βουλγάρων, αλλά είχε και πληθυσμόν Ελλήνων υπερβαίνοντα τας διακοσίας πεντήκοντα χιλιάδας’’. Απ’ τα γραφόμενα αυτά του Καρολίδη βγαίνει εύκολα το συμπέρασμα, ότι η Ανατολική Ρωμυλία κατοικούνταν το πλείστον από Βουλγάρους. Τα στοιχεία αυτά, επειδή δεν επηρεάζουν καθόλου το θέμα μας, γι’ αυτό και δεν τα ερευνούμε περισσότερο επί του παρόντος και ούτε τα παραδεχόμαστε αλλά ούτε και τα απορρίπτουμε.

Η Αγγλία, για να πετύχει την ακύρωση της συνθήκης του Αγίου Στεφάνου και να κατορθώσει τη σύγκληση του συνεδρίου του Βερολίνου, θυμήθηκε εκ των υστέρων και επικαλούνταν τα παραγνωρισθέντα ελληνικά δίκαια και φώναζε τώρα, ότι τότε στον Άγιο Στέφανο κακώς παραγνωρίστηκαν οι ελληνικές διεκδικήσεις. Αλλά, αφού πέτυχε να συγκληθεί το συνέδριο του Βερολίνου, ξέχασε και ελληνικά δίκαια και τις ελληνικές διεκδικήσεις και στο συνέδριο αυτό ο Άγγλος πρωθυπουργός Ντισραέλυ, ο παλιότερα θεωρούμενος ως μεγάλος φιλλέληνας, απέκρουσε κατηγορηματικά την απελευθέρωση της Κρήτης απ’ τους Τούρκους και την ένωσή της με την Ελλάδα και αγνόησε τελείως τις άφθονες υποσχέσεις που έδινε με απλοχεριά στους Έλληνες λίγο πριν, τον καιρό του ρωσοτουρκικού πολέμου. Αντίθετα, δεν δίστασε η Αγγλία να πάρει για λογαριασμό της την ελληνική Κύπρο από την Τουρκία, ένα πραγματικά σπουδαίο στρατηγικό σημείο στη Μεσόγειο, το οποίο, ευρισκόμενο μπροστά στο ελεγχόμενο από τους Άγγλους στενό του Σουέζ, αποκτούσε ιδιαίτερη γι’ αυτούς σημασία.

Επίσης, με τη νέα αυτή Συνθήκη του Βερολίνου, η Αυστρία πήρε από την Τουρκία τη Βοσνία και την Ερζεγοβίνη και προώθησε τις θέσεις της στα Βαλκάνια και προς το Αιγαίο. Η Ρωσία πήρε το Καρς και το Βατούμ στην Ασία και στην Ευρώπη έδωσε μέρος της Δοβρουτσάς στη Ρουμανία και πήρε απ’ αυτή τη Βεσσαραβία. Η Σερβία, η Ρουμανία και το Μαυροβούνιο έγιναν ανεξάρτητα κράτη.

Ο Βίσμαρκ, αντί να δεχτεί και να φροντίσει να ακουστούν στο συνέδριο, όπως έπρεπε, τα ελληνικά δίκαια και να προσπαθήσει για την ικανοποίησή τους, εκμεταλλεύτηκε την περίπτωση για να εκβιάσει την ελληνική κυβέρνηση να αναγνωρίσει ένα παλιό χρέος της Ελλάδας από 2,6 εκατομμύρια, το οποίο και την εξανάγκασε να το πληρώσει.

Η αγγλική εφημερίδα του Λονδίνου ‘’Σημαία’’ εκδήλωσε τότε καθαρά και κυνικότατα τις αγγλικές σκέψεις και την ανθελληνική νοοτροπία των Άγγλων. Υπογράμμισε δε ταυτόχρονα και με μεγάλη ειρωνία την αβουλία και αμφιταλάντευση των Ελλήνων κυβερνητών και έγραφε: ‘’Η Ελλάδα έχασε αλήθεια μια λαμπρή ευκαιρία κατά τον ρωσοτουρκικό πόλεμο για να μεγαλώσει εδαφικά και να καταλάβει δικές της χώρες. Και είναι αλήθεια, ότι εμείς την εμποδίσαμε στο να συμμαχήσει με τη Ρωσία, αλλά οι πολιτικοί άνδρες τότε ακριβώς δείχνουν τις ικανότητές τους, όταν κατορθώνουν να εκτιμήσουν τις περιστάσεις και να εκμεταλλευθούν προς το συμφέρον τους τις συμβουλές που τους δίνουν’’. Τελείως ξεδιάντροπα οι Άγγλοι μας κορόιδευαν εκ των υστέρων για το πάθημά μας αυτό και με μεγάλη αδιαφορία παραδέχονταν, ότι για ό,τι πάθαμε αιτία είναι αυτοί οι ίδιοι και η τακτική τους.

Η Ελλάδα, ελπίζοντας στις αγγλικές υποσχέσεις και προτροπές που δίνονταν από τους Άγγλους στον καιρό του πολέμου, για να συγκρατήσουν τους Έλληνες από κάθε εξέγερση, ότι δηλαδή θα υποστήριζαν τα δίκαιά τους στην τράπεζα της ειρήνης κλπ., έστειλε κι αυτή εκπροσώπους της στο συνέδριο του Βερολίνου. Οι Έλληνες εκπρόσωποι, όμως, Θ. Δεληγιάννης και Α. Ραγκαβής, έγιναν δεκτοί σε μία μόνο συνεδρίαση, στις 17 Ιουνίου, για να εκθέσουν απλώς τις ελληνικές απόψεις, οι οποίες απέβλεπαν στην προσάρτηση της Κρήτης, της Θεσσαλίας και της Ηπείρου, χωρίς να έχουν δικαίωμα συμμετοχής στις συζητήσεις.

Η Αγγλία ξέχασε κάθε προηγούμενη υπόσχεσή της προς την Ελλάδα και δεν έδειξε κανένα απολύτως ενδιαφέρον υποστήριξης των ελληνικών δικαίων στο συνέδριο αυτό. Τουναντίον όμως, όπως μας λέει ο Παπαρρηγόπουλος, οι Άγγλοι αντιπρόσωποι Ντισραέλυ και Σόλβαρυ καταπολέμησαν έντονα τις ελληνικές διεκδικήσεις. Μόνο, ύστερα από ενδιαφέρον και επιμονή του Γάλλου πρωθυπουργού στο Συνέδριο με το 14ο πρωτόκολλό του, έξέφρασε την επιθυμία του, αντιπρόσωποι Ελλάδας και Τουρκίας να εξετάσουν το θέμα του καθορισμού των ελληνικών συνόρων. Ως κατάλληλη συνοριακή γραμμή το Συνέδριο έβρισκε τη γραμμή από τη Θεσσαλική κοιλάδα του Πηνειού μέχρι την Ηπειρωτική κοιλάδα του Καλαμά. Το όλο, όμως, θέμα έμεινε εκκρεμές για δύο ολόκληρα χρόνια, γιατί η Τουρκία αντιδρούσε στην εφαρμογή των αποφάσεων του Συνεδρίου για τον τελικό καθορισμό των συνόρων.

Τελικά, συνήλθε νέα διάσκεψη στο Βερολίνο το Μάρτιο του 1881, η οποία με εισήγηση της Γαλλίας παραχώρησε στην Ελλάδα ολόκληρη τη Θεσσαλία, εκτός από την Ελλασσόνα και προς την Ήπειρο μόνο την περιοχή της Άρτας. Οι Τούρκοι και πάλι καθυστερούσαν την εκκένωση των περιοχών αυτών και την παράδοσή τους στην Ελλάδα. Για την καθυστέρηση αυτή, ο Κουμουνδούρος διαμαρτυρήθηκε εντονότατα στις Μεγάλες Δυνάμεις. Η Αγγλία, όμως, τον ανακάλεσε ‘’εις την τάξιν’’ και μόνο κατά το τέλος του 1881 εκκένωσαν οι Τούρκοι τις περιοχές αυτές και εγκαταστάθηκαν ελληνικές αρχές στη Θεσσαλία και στην Άρτα. Έτσι, με τη γαλλική υποστήριξη, η Ε ερβία, η Ρουμανία και το Μαυροβούνιο έγιναν ανεξάρτ]λλάδα με κόπους κατόρθωσε να προσαρτήσει τη Θεσσαλία και το μικρό μέρος της Ηπείρου. Είχε δίκιο ο Δεληγιάννης όταν έλεγε αργότερα: ‘’Δίχως την υποστήριξη της Γαλλίας τίποτα δεν θα παίρναμε’’.

Η Αγγλία, για να αντιδράσει στο ολοένα αυξανόμενο γόητρο της Ρωσίας στους σλαβικούς βαλκανικούς λαούς και ιδιαίτερα στη Βουλγαρία, προσπάθησε με κάθε τρόπο να φανεί ευμενέστερη προς τον Ηγεμόνα της Βουλγαρίας Βάτεμπεργκ, με την κρυφή και απώτερη ελπίδα ότι η Βουλγαρία, επηρεασμένη έτσι από την αγγλική φιλοβουλγαρική πολιτική θ’ αποσπαστεί απ’ τη Ρωσία και θα ταχθεί με το μέρος της Αγγλίας. Έτσι, με την ενθάρρυνση των Άγγλων, η Βουλγαρία πραξικοπηματικά κατέλαβε και προσάρτησε την Ανατολική Ρωμυλία.

Η Βουλγαρία από καιρό εποφθελμιούσε την κατάληψη της περιοχής αυτής και με κάθε τρόπο προετοιμαζόταν για μια τέτοια απόπειρα. Βουλγαρικές μυστικοεταιρείες, κομιτάτα και άλλες παράνομες οργανώσεις από καιρό δρούσαν υπομονετικά στην περιοχή αυτή. Τη νύχτα της 6ης Σεπτεμβρίου 1885 εθνικιστικές βουλγαρικές ομάδες, ύστερ’ από σενεννόηση με όλα τα βουλγαρικά και φιλοβουλγαρικά στοιχεία της διοίκησης και της αστυνομίας, κατέλαβαν το Διοικητήριο και άλλα δημόσια κτίρια της Φιλιππούπολης και έδιωξαν τον Τούρκο διευθυντή Γαβριήλ πασά μέχρι τα τουρκικά σύνορα και κατέλαβαν την πόλη. Γνώστης όλων αυτών των κινήσεων ήταν και ο ηγεμόνας της Βουλγαρίας Αλέξανδρος Βάτεμπεργκ, ο οποίος, αμέσως μετά τις πρώτες κινήσεις των επαναστατών, πήγε στη Φιλιππούπολη και ανακυρήχτηκε ηγεμόνας και των δύο περιοχών.

Μ’ αυτόν τον τρόπο αποκτήθηκε ουσιαστικά η Ανατολική Ρωμυλία απ’ τους Βουλγάρους. Φαινομενικά, όμως, δινόταν η εντύπωση, ότι η Ανατολική Ρωμυλία δεν έπαψε να αποτελεί χωριστή επαρχία υπό την τουρκική κυριαρχία, αλλά απλώς έθεσε τον εαυτό της υπό τον ηγεμόνα της Βουλγαρίας. Κατά το βουλγαρικό, λοιπόν, τέχνασμα, η Βουλγαρία και η Ανατολική Ρωμυλία ήταν δυο ξεχωριστές Ηγεμονίες υπό τον ίδιο ηγεμόνα Αλέξανδρο.

Η Αγγλία, η οποία ήταν ως τώρα εναντίον της δημιουργίας μεγάλης Βουλγαρίας και για το σκοπό αυτό αναστάτωσε την Ευρώπη και κάλεσε το Συνέδριο του Βερολίνου παλαιότερα, αντί να αντιδράσει τώρα στο βουλγαρικό πραξικόπημα, αντίθετα το ενίσχυσε και τούτο γιατί νόμιζε ότι, υποθάλποντας και υποβοηθώντας τα βουλγαρικά σχέδια, θα αποσπούσε τη Βουλγαρία από τη ρωσική επιρροή. Επιπλέον, πίστευε ότι, βγαίνοντας η Βουλγαρία στο Αιγαίο με την αγγλική υποστήριξη, θα εξυπηρετούνταν καλύτερα τα αγγλικά συμφέροντα, γιατί υπέθετε ότι η Βουλγαρία θα αναγνώριζε την αγγλική υποστήριξη, θα εξυπηρετούνταν καλύτερα τα αγγλικά συμφέροντα, γιατί υπέθετε ότι η Βουλγαρία θα αναγνώριζε την αγγλική δυναμικότητα και από ευγνωμοσύνη και σεβασμό προς την αγγλική υπεροχή θα γινόταν αγγλικό υποχείριο στη ζωτική αυτή περιοχή.

Ο Παπαρρηγόπουλος στην ‘’Επίτομο Ιστορία του Ελληνικού Έθνους’’ γράφει σχετικά, ότι:



Η Γαλλία και η Γερμανία έμειναν μάλλον αδιάφορες στις εξελίξεις αυτές, ενώ η Αυστρία άρχισε να κινείται ενισχύοντας και υποκινώντας τους Σέρβους κατά των Βουλγάρων, γιατί η μεγάλη Βουλγαρία και η έξοδός της στο Αιγαίο, είτε υπό τις ρωσικές ευλογίες, είτε υπό τις αγγλικές, έθιγε τα δικά της συμφέροντα,γιατί απέβλεπε σε δική της έξοδο προς την κατεύθυνση αυτή και σε αύξηση της αυστριακής επιρροής στις βαλκανικές χώρες.

Ύστερα από την αυστριακή προτροπή και υποκίνηση, η Σερβία ζήτησε απ’ τη Βουλγαρία, να εκκενώσει την Ανατολική Ρωμυλία και αξίωσε απ’ την Τουρκία να επαναφέρει το αρχικό καθεστώς στην περιοχή αυτή. Στράφηκε δε και προς την Ελλάδα και ζήτησε τη συνδρομή της. Όμως, μεταξύ της χώρας του ελληνικού βασιλείου και της Ανατολικής Ρωμυλίας μεσολαβούσε η τουρκική Μακεδονία κι έτσι δεν ήταν δυνατή καμία ένοπλη δράση της Ελλάδας προς την κατεύθυνση αυτή. Επίσης, η Αγγλία επ’ ουδενί λόγω θα επέτρεπε στην Ελλάδα, την οποία κρατούσε ποικιλότροπα σφιχτά στο χέρι της, να εξεγερθεί κατά των αγγλικών σχεδίων. Επιπλέον, η στρατιωτική κατάσταση στην Ελλάδα ήταν, όπως συνήθως, αξιοθρήνητη.

Ο ηγεμόνας της Σερβίας Μπλάνο Οβρένοβιτς, με όλες τις σερβικές δυνάμεις και την ενθάρρυνση της Αυστρίας, επιτέθηκε εναντίον των Βουλγάρων, εισέβαλε στο βουλγαρικό έδαφος και έφτασε έξω απ’ τη Σόφια.


Πρώτος πρίγκηπας Βουλγαρίας
Ο Αλέξανδρος της Βουλγαρίας ήρθε απ’ τη Φιλιππούπολη με πολυάριθμους Βουλγάρους, αντιμετώπισε τους Σέρβους και μάλιστα ύστερ’ απ΄ τη μάχη της Σβίλνιτσας τους έτρεψε σε φυγή και μπήκε στο σερβικό έδαφος, φτάνοντας έξω απ’ το Βελιγράδι. Οι Σέρβοι βρέθηκαν σε πολύ δύσκολη θέση. Επενέβη τότε η Αυστρία και με τελεσίγραφό της ζήτησε απ’ τους Βουλγάρους να εκκενώσουν αμέσως το σερβικό έδαφος. Οι Βούλγαροι έφυγαν απ’ τη Σερβία και υπογράφτηκε η βουλγαροσερβική συνθήκη ειρήνης. Η λύση της Ανατολικής Ρωμυλίας θεωρήθηκε τετελεσμένο γεγονός. Αμέσως, συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη διάσκεψη των πρεσβευτών για την εξέταση του θέματος της Ανατολικής Ρωμυλίας και ύστερ’ από εισήγηση και επιμονή των Άγγλων, η διάσκεψη αποφάσισε να συστήσει στην Τουρκία να δεχτεί την επελθούσα μεταβολή στην Ανατολική Ρωμυλία ως τετελεσμένο γεγονός. Ο σουλτάνος Αβδούλ Χαμίτ, προτιμώντας ειρηνική λύση, αναγνώρισε το Βούλγαρο ηγεμόνα Αλέξανδρο ως ηγεμόνα και της Ανατολικής Ρωμυλίας.

Οι Ρώσοι και οι Αυστριακοί αναγκάστηκαν κι αυτοί να συμφωνήσουν. Ιδιαίτερα οι Ρώσοι, ως παλιοί υποστηριχτές της εξάπλωσης της Βουλγαρίας προς το Αιγαίο, δεν αντιτάχτηκαν και πολύ στην απόφαση των πρεσβευτών. Δεν τους άρεσε, όμως, να πραγματοποιηθούν τώρα παλιές δικές τους επιδιώξεις με αγγλική πρωτοβουλία, γιατί έτσι παραμερίζονταν η επιρροή της Ρωσίας στην περιοχή αυτή και υπογραμμίζονταν οι καλές δήθεν αγγλικές προθέσεις και το ενδιαφέρον της Αγγλίας προς τους Σλαύους των Βαλκανίων.

Ο Έλληνας πρωθυπουργός Θ. Δεληγιάννης, ο οποίος, ενώ σ’ όλη αυτή την κρίσιμη περίοδο διακήρυττε και υποσχόταν, ότι με συνετή διπλωματία θα έβγαινε περισσότερο κερδισμένη η Ελλάδα και απέφευγε κάθε πολεμική προετοιμασία και ενέργεια, μάλιστα δε, με την κατάληψη της Ανατολικής Ρωμυλίας απ’ τους Βουλγάρους, συνιστούσε ηρεμία και στους Σέρβους και τους απέτρεπε από κάθε πολεμική κίνηση, την τελευταία στιγμή άλλαξε πολιτική. Έκανε επιστράτευση, απειλούσε με εισβολή στο τουρκικό έδαφος και αξιούσε την εξ ολοκλήρου εφαρμογή της συνθήκης του Βερολίνου.


Ο Θεόδωρος Δηλιγιάννης
Επειδή μια τέτοια κίνηση από μέρους της Ελλάδας θα αντέβαινε προς τις αγγλικές επιδιώξεις και θα διατάρασσε τα αγγλικά σχέδια στα Βαλκάνια και στη Μέση Ανατολή, γι’ αυτό η Αγγλία έκανε αυστηρές συστάσεις στην Ελλάδα, ανακαλώντας την στην τάξη και τονίζοντας, ότι η απόσπαση της Ανατολικής Ρωμυλίας από την Τουρκία εκ μέρους της Βουλγαρίας δεν έδινε κανένα δικαίωμα στην Ελλάδα να προσπαθεί να αποσπάσει κι αυτή εδάφη από το οθωμανικό κράτος.

Η Ελλάδα, δεν συμμορφώθηκε στην αρχή με τις αγγλικές αξιώσεις, τις οποίες υποστήριζαν και οι άλλες Μεγάλες Δυνάμεις της Ευρώπης. Αντίθετα, παρέταξε στρατό κατά μήκος των ελληνοτουρκικών συνόρων. Για να αποφευχθεί δε κάθε ανεπιθύμηση για τους συμμάχους ελληνοτουρκική σύγκρουση, η Αγγλία αποφάσισε να πάρει διάφορα μέτρα εναντίον της Ελλάδας. Στο μεταξύ, έρχεται στην κυβέρνηση της Αγγλίας ο ‘’φιλέλλην’’ Γλάδστων. Ο Θ. Δεληγιάννης ικετεύει το Γλάδστων να παραχωρηθούν στην Ελλάδα η Ήπειρος και η Κρήτη ή να γίνει κάποια συνοριακή μεταβολή, για να μπορέσει έτσι να παραπλανήσει τα πνεύματα και να κατευνάσει το οργισμένο φρόνημα των Ελλήνων. Ο ‘’φιλέλλην’’ Γλάδστων, όμως, αντί άλλης ενέργειας διέταξε αποκλεισμό.

Αποφασίστηκε, λοιπόν, ναυτικός αποκλεισμός της Ελλάδας και στις 10 Μαΐου 1886 αγγλικά, γερμανικά, αυστριακά και ιταλικά πλοία απέκλεισαν την Ελλάδα και ταυτόχρονα με τελεσίγραφο ζητούσαν απ’ την ελληνική κυβέρνηση να απολύσει όλους τους στρατιώτες που είχε επιστρατεύσει, να διαλύσει τις στρατιωτικές της μονάδες και να θέσει ‘’εις κατάστασιν ειρήνης τας κατά ξηράν και θάλασσαν δυνάμεις της’’.

Επικεφαλής του στόλου του αποκλεισμού ήταν ο Άγγλος πρίγκιπας Αλφρέδος, αυτός που εξελέγη απ’ τους Έλληνες βασιλιάς της Ελλάδας το 1862 με την πτώση του Όθωνα. Τελικά, όμως, επικράτησε ο Δανός πρίγκιπας Γεώργιος της οικογένειας των Γλύξμπουργκ, ο οποίος και ανέβηκε στον ελληνικό θρόνο. Στις 25 Μαΐου ο στόλος του αποκλεισμού συνέλαβε 50 ελληνικά εμπορικά πλοία και το εμπόριο της Ελλάδας νεκρώθηκε. Σημειώθηκε μεγάλη έλλειψη τροφίμων και ο στρατός πεινούσε.

Η ελληνική κυβέρνηση στην αρχή αντιστάθηκε στις αγγλικές αξιώσεις αλλά, όταν οι Μεγάλες Δυνάμεις απηύθηναν και δεύτερη εντονότερη διακοίνωση και οι ξένοι πρεσβευτές εγκατέλειψαν την Αθήνα, η κυβέρνηση Δεληγιάννη παραιτήθηκε και ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α’ ανέθεσε το σχηματισμό νέας κυβέρνησης στον πρόεδρο του Αρείου Πάγου Δ. Βάλβη στην αρχή και ύστερα από λίγες μέρες σχηματίστηκε κυβέρνηση Χ. Τρικούπη, η οποία έκανε αποστράτευση, κατέπνιξε κάθε φιλοπόλεμη εκδήλωση ή μάλλον κάθε αντιαγγλική φωνή και σκέψη μέσα στον ελληνικό λαό και αποκατέστησε φιλικές σχέσεις με την Τουρκία. Εφάρμοσε δηλαδή ακριβώς τις αγγλικές και ευρωπαϊκοτουρκικές αξιώσεις.

Ο Χαρίλαος Τρικούπης ανατράφηκε στην Αγγλία, είχε την αγγλική νοοτροπία και προσπάθησε με όλα τα μέσα να υπηρετήσει την αγγλική πολιτική και να συνδράμει για την όσο το δυνατόν καλύτερη επικράτηση και σταθερότερη εδραίωση της αγγλικής επιρροής (πολιτικής και οικονομικής) στην Ελλάδα.

Αργότερα, με τις τουρκικές σφαγές των Αρμενίων το 1896, η διεθνής κοινή γνώμη ξεσηκώθηκε εναντίον της Τουρκίας. Στον ξεσηκωμό αυτό έλαβαν μέρος και μεγάλοι ανθρωπιστές της Ευρώπης και με τη συμμετοχή τους, η φωνή του ανθρώπου ακούστηκε πιο έντονη στον κόσμο. Το τεταμένο αυτό αντιοθωμανικό κλίμα που επικράτησε στην Ευρώπη προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν οι Έλληνες και ζητούσαν την απελευθέρωση της Κρήτης και την προσάρτησή της στην Ελλάδα.

Προς την κατεύθυνση αυτή, παρασυρμένη απ’ τη γενική κατά των Τούρκων κατακραυγή, προχώρησε με μεγάλα βήματα και η τότε ελληνική κυβέρνηση Δεληγιάννη. Συγκέντρωσε στρατό και έστειλε στόλο στην Κρήτη υπό την αρχηγία του υπασπιστή του βασιλιά ναυάρχου Ράικεν και του πρίγκιπα Γεωργίου. Οι Μεγάλες Δυνάμεις θορυβήθηκαν με τις εξελίξεις αυτές και τις κινήσεις των Ελλήνων κι άρχισαν να κινούνται για την εξεύρεση λύσης του κρητικού ζητήματος. Ζητούσαν να βρουν τρόπο με τον οποίο να εξαναγκάσουν την Ελλάδα να αποσύρει το στόλο της από τα κρητικά νερά.

Στο κρίσιμο αυτό σημείο, η Ελλάδα, αντί άλλης ενέργειας, αποβίβασε στρατό στην Κρήτη υπό τη διοίκηση του στρατηγού Τ. Βάσσου. Ο Βάσσος δεν κατάφερε πολλά πράγματα, παρά μόνο κυρίεψε λίγα φρούρια της υπαίθρου, γιατί συμμαχικά στρατεύματα είχαν καταλάβει τις μεγαλουπόλεις. Στις 18 Φεβρουαρίου 1897, οι Μεγάλες Δυνάμεις, με τελεσίγραφό τους, έδωσαν στην Ελλάδα εξαήμερη προθεσμία να αποσύρει το στρατό της απ’ την Κρήτη. Η Γαλλία εισηγήθηκε τη δημιουργία αυτόνομης κρητικής Ηγεμονίας, με ηγεμόνα τον πρίγκιπα Γεώργιο της Ελλάδας. Ο ελληνικός λαός θεώρησε ότι αυτή η λύση απλώς εξασφάλιζε θέση ηγεμόνα σ’ ένα πρίγκιπα και ότι εξυπηρετούσε μόνο τα συμφέροντα του παλατιού και άρχισε να διαμαρτύρεται κατ’ αυτής με διαδηλώσεις και συλλαλητήρια.

Η Γερμανία και η Αυστρία ωθούσαν την Τουρκία σε πόλεμο. Η Αγγλία, φανερά μεν υποστήριζε ειρηνική λύση, εκ του αφανούς δε καθοδηγούσε τις κινήσεις του σουλτάνου. Πολυάριθμος τουρκικός στρατός 1, οργανωμένος από Γερμανούς αξιωματικούς, συγκεντρώθηκε στα Θεσσαλικά σύνορα και στις 5 Απριλίου 1897 η Τουρκία κήρυξε τον πόλεμο κατά της Ελλάδας. Ο ελληνικός στρατός, υπό την αρχηγία του διαδόχου Κωνσταντίνου, αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει και στις 23 Απριλίου εγκατέλειψε τη γραμμή Βόλου-Βελεστίνου-Φαρσάλων κι αποσύρθηκε στο Δομοκό.

Στις 5 Μαΐου ξαναεξόρμησε ο τουρκικός στρατός και η Ελλάδα αντιμετώπιζε γενική καταστροφή. Ο ελληνικός λαός στην Αθήνα, μαθαίνοντας την ακατάστατη οπισθοχώρηση του στρατού και την ακάθεκτη προέλαση των Τούρκων, εξεγέρθηκε κατά των κυβερνώντων και του παλατιού και η Δυναστεία κινδύνευε. Λίγες μέρες νωρίτερα, στις 18 Απριλίου, η κυβέρνηση Δεληγιάννη είχε υποχρεωθεί να παραιτηθεί και σχηματίστηκε κυβέρνηση Ράλλη. Ο Ράλλης, ενώ μέχρι χθες ήταν υπέρ του πολέμου κκαι δημόσια χαρακτήριζε ως εθνική προδοσία κάθε υποχώρηση, τώρα περιερχόταν στις πρεσβείες των Δυνάμεων και εκλιπαρούσε τη μεσολάβησή τους.

Μπροστά στα δραματικά αυτά γεγονότα, οι Μεγάλες Δυνάμεις επενέβησαν, για να διασώσουν τη Δυναστεία περισσότερο και προσπάθησαν να συγκρατήσουν τους Τούρκους έξω απ’ την Αθήνα. Ο βασιλιάς Γεώργιος ο Α’ εκλιπαρούσε τον τσάρο, του οποίου θεία ήταν η βασίλισσα Όλγα, να σώσει τη Δυναστεία. Ο υποστηριχτής της Τουρκίας Κάιζερ, του οποίου την αδελφή Σοφία είχε ο Έλληνας διάδοχος Κωνσταντίνος, με το πάθημα αυτό των Ελλήνων ικανοποιήθηκε και πείστηκε ότι αρκετά πλέον είχαν τιμωρηθεί οι Έλληνες για το τόλμημά τους στην Κρήτη, για τη διαγωγή τους γενικά προς την Τουρκία και για την μη πληρωμή παλιών χρεογράφων σε Γερμανούς μετόχους και συμφώνησε κι αυτός, να σταματήσουν την προέλασή τους τα τουρκικά στρατεύματα. Έτσι, διακόπηκε η τουρκική κάθοδος και συνήλθε Συνέδριο ειρήνης στην Κωνσταντινούπολη, στο οποίο δεν παραβρέθηκε η Ελλάδα αλλά την αντιπροσώπευσή της ανέλαβαν οι Μεγάλες Δυνάμεις.

Στο Συνέδριο αυτό, η Τουρκία επέμενε στην ανακατάληψη της Θεσσαλίας, την οποία δεν δεχόταν να εκκενώσει. Τελικά, δέχτηκε να εγκαταλείψει τα κατεχόμενα θεσσαλικά εδάφη, μόνο αν η Ελλάδα πλήρωνε αποζημίωση 100 εκατομμυρίων χρυσών φράγκων. Το ένα τρίτο του ποσού αυτού ζητούσε να της προκαταβληθεί πριν αρχίσει η αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων. Με την απαίτηση, όμως, αυτή της Τουρκίας, την οποία παραδέχτηκαν και οι Μεγάλες Δυνάμεις και κατ’ επέκταση και η Ελλάδα, μια και αυτές ενεργούσαν για λογαριασμό της, προέκυψε νέο μεγάλο πρόβλημα: η εξεύρεση χρημάτων.

Οι Μεγάλες Δυνάμεις τότε, πρόθυμα προσφέρθηκαν να ταχτοποιήσουν το θέμα αυτό, αλλά ‘’κατά τα δικά τους συμφέροντα’’, όπως λέει ο Παπαρρηγόπουλος. Το δάνειο θα δινόταν στην Ελλάδα με μικρό μεν τόκο 2%, αν η Ελλάδα παρείχε εγγυήσεις, ότι θα κατέβαλε όλες τις καθυστερημένες δόσεις παλιών δανείων, που έπαψε να πληρώνει προ διετίας. Με πρόταση της Γερμανίας, η οποία υποστηρίχτηκε απ’ την Αυστρία και την οποία παραδέχονταν και οι άλλες Δυνάμεις, το δάνειο αυτό θα χορηγούνταν, μόνο όταν η Ελλάδα θα δεχόταν να της επιβληθεί Διεθνής Οικονομικός Έλεγχος (Δ.Ο.Ε.), μέχρι που να εξοφληθούν τελείως όλοι οι ξένοι μέτοχοι ελληνικών χρεογράφων. Οι Μεγάλες Δυνάμεις πρότειναν τους όρους αυτούς στην Ελλάδα και οι ίδιες τους δέχτηκαν για λογαριασμό της Ελλάδας, ως αντιπρόσωποί της στο Συνέδριο. Συγκροτήθηκε αμέσως επιτροπή από αντιπροσώπους των Μεγάλων Δυνάμεων για την επιβολή του αποφασισθέντος οικονομικού ελέγχου.

Ύστερα από αυτά, η κυβέρνηση Ράλλη καταψηφίστηκε στη Βουλή και εξελέγη απ’ το δεληγιαννικό κόμμα κυβέρνηση Α. Ζαΐμη. Η πρώτη πράξη της κυβέρνησης Ζαΐμη ήταν να παραδεχτεί τους όρους της ειρήνης και να στείλει αντιπροσώπους της στην Κωνσταντινούπολη για την τελική υπογραφή της, η οποία και έγινε στις 22 Νοεμβρίου 1897. Με την υπογραφή της ειρήνης, αποκαταστάθηκαν και πάλι οι διπλωματικές σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας.

Με την επιβολή του Δ.Ο.Ε., οι πλουσιότεροι πόροι της χώρας, όπως χαρτόσημο, τελωνεία Πατρών, Αθηνών και Σύρου, ήδη μονοπωλείου κλπ., τέθηκαν υπό διεθνή έλεγχο και απομυζούνταν συστηματικά για την τροφοδοσία του ταμείου του Δ.Ο.Ε.. Ο Δ.Ο.Ε. ήταν αφόρητος για την Ελλάδα, αφού μάλιστα ήταν άσχετος με την ελληνοτουρκική διαφορά, γιατί τα έσοδα του Δ.Ο.Ε. απορροφούνταν από παλιότερους δανειστές.

Ο Παπαρρηγόπουλος παραδέχεται ότι ο Δ.Ο.Ε., παρ’ ότι αφόρητος στην ελληνική οικονομία, εντούτοις στην ουσία δεν έβλαψε, γιατί επέβαλε κάποια τάξη στα οικονομικά του κράτους. Άραγε να ήταν τόσο αφελής ο Παπαρρηγόπουλος για να παραδεχτεί ότι τέτοιου είδους έλεγχοι και τέτοιου είδους οικονομικές υποδουλώσεις προάγουν πραγματικά την οικονομία ενός κράτους; Ή θέλει να μας πει, ότι με την ξένη επιτήρηση των οικονομικών της χώρας κάτω απ’ το άγρυπνο μάτι του Δ.Ο.Ε. σταμάτησε ή δεν ήταν και τόσο εύκολη η κάθε είδους ασυδοσία των επιτήδειων στο δημόσιο ταμείο και το όφελος της χώρας απ’ τον περιορισμό της αρπαγής του δημοσίου χρήματος ήταν τόσο αισθητό, ώστε να θεωρείται ο Δ.Ο.Ε. ως το βέλτιστο των δύο κακών;

Με την επιβολή του Δ.Ο.Ε., στην Ελλάδα σταθεροποιήθηκαν, εδραιώθηκαν και επιβλήθηκαν οι αγγλικές θελήσεις, οικονομικές και πολιτικές στον τόπο μας και η χώρα μας υποδουλώθηκε τελικά στο αγγλικό κεφάλαιο.

Με την πάροδο των χρόνων, η υποδούλωση αυτή ολοκληρωνόταν και η εξάρτησή μας απ’ τους Άγγλους γινόταν πιο συστηματική και πιο αβάσταχτη. Παράλληλα, η προσπάθεια και η εκστρατεία από μέρους των κατά καιρούς Ελλήνων πολιτικών για τη δικαιολόγηση της αδικαιολόγητης αυτής υποδούλωσής μας στους Άγγλους γινόταν όλο και πιο έντονη και πιο αποτελεσματική. Έτσι, με την προσεγμένη προβολή και τη συστηματική και ακατάπαυστη επανάληψη της θεωρίας της αναγκαιότητας της εξάρτησής μας απ’ τους Άγγλους, φτάσαμε στο σημείο, ώστε μοιρολατρικά να θεωρούμε, ότι το κατάντημά μας αυτό ήταν γεγονός αναπόφευκτο και αναντίρρητο και να πιστεύουμε, ότι η απόλυτη υποταγή μας στις εκάστοτε αγγλικές αξιώσεις ήταν κάτι το εκ φύσεως επιβεβλημένο και έμμεσα συνδεδεμένο μ’ αυτή την ίδια την ύπαρξή μας.

Δυστυχώς, η ψευδαίσθηση αυτή έγινε πίστη σ’ ένα μεγάλο μέρος του ελληνικού λαού και η παραδοχή της εσφαλμένης αυτής αντίληψης εξυπηρετούσε μεν τα συμφέροντα των Άγγλων και των κατά καιρούς Ελλήνων πολιτικών, παρεμπόδεζε, όμως, την πρόοδο των Ελλήνων, έγινε αιτία της διαιωνιζόμενης κακοδαιμονίας τους και στοίχισε πάρα πολλά στη χώρα μας.

Μόνο με το ξεσκέπασμα των γεγονότων της ιστορίας και την προβολή της πραγματικότητας θα γίνει γνωστή η αλήθεια και ο λαός θα μπορέσει ο ίδιος να διακρίνει τις προθέσεις και των φίλων και των εχθρών μας, να κρίνει τα γεγονότα και ανάλογα να χαράξει μόνος του την πορεία που σύμφωνα με το φωτισμένο και το δοξασμένο του παρελθόν του αρμόζει να ακολουθήσει στο μέλλον.


Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Mon Jan 30, 2012 6:00 pm

Η υπόθεση Πατσίφικο και τα Παρκερικά



Οι παρεμβάσεις των μεγάλων δυνάμεων στα εσωτερικά της χώρας μας ξεκίνησαν αμέσως σχεδόν με την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους, εξαιτίας και του τρόπου που επετεύχθη η απελευθέρωση του Γένους. Ένα τέτοιο γεγονός ήταν η υπόθεση Πατσίφικο και τα επακολουθήσαντα «Παρκερικά».
Τον Απρίλιο του 1849, κατά τη διάρκεια των εορτών του Πάσχα, απαγορεύθηκε από τις αρχές το έθιμο του καψίματος του Ιούδα.
Εξαγριωμένοι Αθηναίοι επέδραμαν επί της οικίας ενός εβραίου τυχοδιώκτη, ονόματι Δαυίδ Πατσίφικο, στην οδό Καραϊσκάκη στου Ψυρρή, προξενώντας ασήμαντες ζημίες. Μία άλλη εκδοχή αναφέρει ότι το περιστατικό έγινε τη Μεγάλη Παρασκευή κατά την περιφορά του Επιταφίου του Αγίου Φιλίππου, όταν ο Πατσίφικο προκάλεσε τους πιστούς.
Ο Πατσίφικο, που είχε διατελέσει πρόξενος της Πορτογαλίας στην Αθήνα, αλλά είχε απαλλαγεί των καθηκόντων του λόγω καταχρήσεων, εστράφη κατά της ελληνικής κυβερνήσεως και ζήτησε αποζημίωση 888.736 δραχμών και 57 λεπτών.


Ο πανούργος τυχοδιώκτης έβαλε στο παιγνίδι και την Αγγλία, αφού, εν τω μεταξύ, είχε αποκτήσει τη βρετανική υπηκοότητα. Η πονηρή «Αλβιών», που ανταγωνίζετο Γαλλία και Ρωσία στην περιοχή, ζήτησε την καταβολή του υπέρογκου ποσού στον υπηκόο της.
Η κυβέρνηση Κριεζή αρνήθηκε και η Αγγλία διέταξε στις 3 Ιανουαρίου του 1850 τον ναύαρχο Ουίλιαμ Πάρκερ να επιβάλλει ναυτικό αποκλεισμό στον Πειραιά και τα κυριότερα ελληνικά λιμάνια.
Η Ελλάδα υπέστη ανυπολόγιστες ζημίες, ιδίως οι έμποροι και οι ναυτιλλόμενοι, ενώ σημαντικά ήταν και τα προβλήματα επισιτισμού στην πρωτεύουσα.
Η σθεναρή στάση του βασιλιά Όθωνα συσπείρωσε το λαό, που με ψυχραιμία και καρτερικότητα αντιμετώπισε την αγγλική πρόκληση. Ο αποκλεισμός ήρθη τελικά στις 15 Απριλίου του 1850, μετά και από την αντίδραση Γαλλίας και Ρωσίας, τα συμφέροντα των οποίων είχαν πληγεί από τον αποκλεισμό.
Το θέμα Πατσίφικο παραπέμφθηκε τελικά σε διαιτησία και η αποζημίωση που του επιδικάσθηκε ήταν μόλις 3.750 δραχμές, ποσό, όμως, σημαντικό για το φτωχό ελληνικό κράτος εκείνη την εποχή.
Πηγή : http://www.sansimera.gr/articles/51
Εισαγωγή
Η Υπόθεση Πατσίφικο ήταν μια διπλωματική και πολιτική κρίση μεταξύ Ελλάδας και Βρετανίας το 1847-1850 που ανέκυψε με αφορμή την επίθεση το 1849 του αθηναϊκού όχλου κατά της περιουσίας του βρετανικής υπηκοότητας Εβραίου Δον Πατσίφικο, προξένου της Πορτογαλίας.
Η κυβέρνηση είχε απαγορεύσει τη χρονιά εκείνη για πρώτη φορά το «κάψιμο του Εβραίου» ή του «Ιούδα», πασχαλινό έθιμο κατά το οποίο έκαιγαν αχυρένιο ομοίωμα Εβραίου.
Με αφορμή την απαγόρευση αυτήν όχλος επιτέθηκε στον Εβραίο Δον Πατσίφικο, εισέβαλε στο σπίτι του και προξένησε καταστροφές. Ο Πατσίφικο ζήτησε υπέρογκο ποσό ως αποζημίωση από το ελληνικό κράτος αλλά δεν ικανοποιήθηκε και τότε στράφηκε στη βρετανική κυβέρνηση.
Η υπέρμετρη αντίδραση της Βρετανίας, που κορυφώθηκε με τον ναυτικό αποκλεισμό της χώρας από το Βρετανικό Ναυτικό το 1850 και την κατάσχεση ελληνικών πλοίων στο Αιγαίο, ώστε να αναγκαστεί η Ελλάδα να καταβάλει αποζημίωση, αποτελεί πρωτοφανή στην ιστορία των διεθνών σχέσεων αναίτια επίδειξη ισχύος και αμφισβήτηση της κυριαρχίας κυρίαρχου κράτους και έχει παραμείνει κλασικό παράδειγμα στρατηγικής καταναγκασμού μέσω της “διπλωματίας της κανονιοφόρου“.
Η κρίση έληξε ύστερα από παρέμβαση των άλλων δύο προστάτιδων δυνάμεων του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, της Γαλλίας και της Ρωσίας και αφού η Ελλάδα δέχτηκε ισχυρό οικονομικό πλήγμα.
Τα Παρκερικά
Ο βρετανικός ναυτικός αποκλεισμός έμεινε στην ιστορία ως Παρκερικά, από το όνομα του Βρετανού ναυάρχου.
Παρκερικά ή Πατσιφικά ή Υπόθεση Πατσίφικο (όρος που δόθηκε από την γαλλική διπλωματία, κατά το υπόθεση Ντρέιφους), ονομάσθηκαν, από τους Έλληνες, τα υπέρογκα ενάντια της Ελλάδας πιεστικά εκ μέρους της Αγγλίας μέτρα, (ναυτικός αποκλεισμός, απαγόρευση καταπόπλων πλοίων, με κίνδυνο κατάσχεσης αυτών κ.λπ.) που λήφθηκαν τον Ιανουάριο του 1850, εξ αφορμής επεισοδίου που σημειώθηκε στην Αθήνα σε βάρος του Ισπανοεβραίου και Άγγλου υπηκόου Δαυίδ Πατσίφικο, πρώην Προξένου της Πορτογαλίας και στη συνέχεια τοκογλύφου.
Η ονομασία προήλθε από το όνομα του Άγγλου ναυάρχου Ουΐλιαμ Πάρκερ που και εφάρμοσε τα μέτρα αυτά, κατά διαταγή του τότε υπουργού των εξωτερικών της Αγγλίας Πάλμερστον, ώστε να αναγκαστεί η Ελλάδα να καταβάλει την εξαιρετικά υπέρογκη αποζημίωση.
Τα μέτρα δε εκείνα αποτέλεσαν πρωτοφανή στην ιστορία των διεθνών σχέσεων αναίτια επίδειξη ισχύος και αμφισβήτηση της κυριαρχίας κυρίαρχου κράτους και έχει παραμείνει κλασικό παράδειγμα στρατηγικής καταναγκασμού μέσω της “διπλωματίας της κανονιοφόρου”.
Η Ελληνική αντίδραση
Γεγονός όμως υπήρξε ότι έναντι των μέτρων εκείνων πάντες οι Έλληνες από του Βασιλέως μέχρι και του τελευταίου εργάτη επέδειξαν γενναία ψυχραιμία και οι δε πληγέντες από τα μέτρα αυτά κυρίως έμποροι και ναυτιλλόμενοι στον Πειραιά τάχθηκαν όλοι στο πλευρό της ελληνικής Κυβέρνησης επιδοκιμάζοντας την στάση της.
Τελικά μετά από διπλωματικά επεισόδια μεταξύ Γαλλίας και Αγγλίας και της παρέμβασης της Ρωσίας ο ναυτικός αποκλεισμός ήρθη στις 15 Απριλίου του 1850 όπου και το ζήτημα της αποζημίωσης του Πατσίφικο παραπέμφθηκε σε διεθνή διαιτησία.
Τυχοδιώκτης, καταχραστής και τοκογλύφος ο Δαυίδ Πατσίφικο
Ο Δαυίδ, ή Νταβίντ, Πατσίφικο ήταν ισπανοεβραίος ή πορτογαλοεβραίος (Γιβραλτάρ 1784-1854 Λονδίνο), τυχοδιώκτης που εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα το 1836 ως Πρόξενος της Πορτογαλίας στην Αθήνα από το 1836 ως το 1842 οπότε και παύθηκε συνεπεία καταχρήσεων.[1][2].
Στη συνέχεια προσκολλήθηκε στο κύκλο της Δούκισσας της Πλακεντίας που έζησε για κάποιο διάστημα με βοηθήματά της.[3] Στη συνέχεια επιδόθηκε στη τοκογλυφία με άγνωστους πόρους.
Διαμένοντας τότε επί της οδού Καραϊσκάκη, της συνοικίας Ψυρρή, (Αθήνα), έγινε αίτιος οχλοκρατικού επεισοδίου σε βάρος του, λόγω ασέβειας που επέδειξε κατά την εκφορά του επιταφίου του Ιερού Ναού Αγίου Φιλίππου και του επακόλουθου εθίμου της καύσης ομοιώματος του Ιούδα.
Η επίσκεψη του Γαλλοεβραίου μεγαλοτραπεζίτη Ρότσιλντ
Συγκεκριμένα το έτος εκείνο (1849) πρωτοαπαγορεύθηκε το έθιμο αυτό μετά την εκφορά του επιταφίου, τουλάχιστον στην Αθήνα λόγω της έκτακτης τότε επίσημης επίσκεψης του Γάλλοεβραίου τραπεζίτη Ρότσιλντ.
Τα συμβάντα
Έτσι ο αθηναϊκός λαός ανέβαλε τη τέλεση του εθίμου για την Δευτέρα του Πάσχα, στη πλατεία Ηρώων (στου Ψυρρή). Όταν όμως επενέβει η αστυνομία και ακολούθησαν ταραχές, διερχόμενο το πλήθος προ της οικίας του Πατσίφικο είτε προκαλούμενο απ΄ τον ίδιο είτε θεωρώντας αυτόν ως υπαίτιο της απαγόρευσης επιτέθηκε στη οικία του προκαλώντας κάποιες καταστροφές, ο ίδιος δε, μόλις και που διασώθηκε από τη μανία του πλήθους, κατέφυγε στη αγγλική πρεσβεία, της οποίας την υπηκοότητα είχε αποκτήσει πρόσφατα.[1].
Οι Αγγλικές απαιτήσεις
Ιδιαίτερα άξιο προσοχής είναι ότι αμέσως το πρωί της επομένης του συμβάντος ο τότε άγγλος πρεσβευτής Σερ Έντμοντ Λάιονς προέβει σε διάβημα προς το ελληνικό Υπουργείο των Εξωτερικών για την καταβολή αποζημίωσης στον θιγέντα με το αστρονομικό για τα τότε δεδομένα ποσό των 886.736 δραχμών και 57 λεπτών. Τότε η ελληνική κυβέρνηση βεβαίως αρνήθηκε θεωρώντας ότι το θέμα ανήκει στη Δικαιοσύνη.
Η άρνηση αυτή έδωσε την ευκαιρία στον τότε Υπουργό Εξωτερικών της Αγγλίας Πάλμερστον να ζητήσει από την Ελληνική Κυβέρνηση την άμεση καταβολή της αποζημίωσης για τις καταστροφές που υπέστη ο Πατσίφικο, χωρίς να είχε γίνει ούτε στοιχειώδης καταγραφή.
Το ποσό αυτό είχε κριθεί πολλαπλάσιο ακόμη και της αξίας των τότε ανακτόρων (της Πλατείας Κλαυθμώνος).
Ο αποκλεισμός
Επειδή και τότε η ελληνική κυβέρνηση δεν συναίνεσε σε αυτό, άνευ δηλαδή της δικαστικής οδού, ο Πάλμερστον έφθασε στο πρωτόγνωρο για τα τότε διεθνή δρώμενα να διατάξει τον αγγλικό στόλο να προβεί σε ναυτικό αποκλεισμό του Ελληνικού Βασιλείου και ακόμη την κατάσχεση πολεμικών και εμπορικών πλοίων, γεγονότα που έμειναν γνωστά ως Παρκερικά κατά το ωμότερο και βιαιότερο τρόπο προκειμένου να πετύχει τους στόχους του, δηλαδή την επιβολή φιλοβρετανικής πολιτικής στην Ελλάδα και την μεταβολή της ακολουθούμενης τότε φιλορωσικής πολιτικής.
Εδαφικές διεκδικήσεις των Άγγλων
Ο Αγγλικός ναυτικός αποκλεισμός δεν αφορούσε μόνο την υπόθεση Πατσίφικο. Είχε ακόμη και εδαφικές διεκδικήσεις στο όνομα του Κράτους των Ιονίων νησιών που κηδεμόνευε παράνομα η Αγγλία, συγκεκριμένα, διεκδικούσε από την Ελλάδα τα νησιά Σαπιέντζα και Ελαφόνησο,και επίσης, απαιτούσε: Αποζημίωση για έξη πλοιάρια που ληστεύθηκαν. Ικανοποίηση για καθύβριση της Αγγλικής σημαίας και ασέβεια προς τον Άγγλο πρόξενο Μπουντ. Αποζημίωση για δυο κακοποιημένους Επτανήσιους στον Πύργο. Αποζημίωση για τον αγρό του Φίνλεϊ που περιλήφθηκε χωρίς αποζημίωση στον τότε Βασιλικό Κήπο. (τώρα Εθνικό)[4]
Με την αιτηθείσα επέμβαση όμως των Μεγάλων Δυνάμεων της Ρωσίας και της Γαλλίας και ιδιαίτερα με την αποχώρηση του Γάλλου πρέσβη από το Λονδίνο η υπόθεση πλησίασε στο τέλος της.
Μακρυγιάννης
Αξίζει να αναφερθεί η μνεία του Μακρυγιάννη στα γεγονότα αυτά, που αποδίδει το λαϊκό αίσθημα και τον σοβαρό τους αντίκτυπό: “…και ένας μεγάλος στόλος των σκύλων μας έχουν μπλόκον οπούναι περίτου από τρεις μήνες και μας πήραν όλα τα καράβια και μας κατακερμάτισαν όλο το εμπόριο καιτζαλαπάτησαν την σημαίαν μας και πεθαίνουν της πείνας οι ανθρώποι των νησιών και εκείνοι οπούχουν τα καράβια τους γκιζερούν εις τους δρόμους και κλαίνε με μαύρα δάκρυα...”
και αλλού γράφει:
“….ήρθε ο Πάκερ [Πάρκερ] με όλο το στόλο του, ο ναύαρχος της Αγγλίας, και μας μπλοκάρισαν κάμποσον καιρόν. Τότε με διόρισαν αρχηγό κι ενώθηκα με όλους τους Αθηναίους. και πήγα και μίλησα του αξιοσέβαστου Γκενεράλ Τζούρτζη και τον παρακάλεσα με δάκρυα να πάη να μιλήσει του Πάκερ. Τότε ο Γκενεράλης πήγε και μίλησε. Ο Βασιλέας και η Κυβέρνηση μου έστειλαν τον Γαρδικιώτη και μου είπαν να βαρέσω ντουφέκι. Τους είπα, ντουφέκι δεν βαρώ, ότι όσα κανόνια έχει ο Πάκερ, δεν έχομε ντουφέκια εμείς…”[5]
Τα Αίτια
Ο οικονομικός λόγος της Αγγλικής επέμβασης ήταν πως η Αγγλία άρχισε να νοιώθει τον ισχυρό ανταγωνισμό του Ελληνικού Εμπορικού Ναυτικού, που ήδη είχε γίνει πρώτη σημαία στην Δουνάβια ναυσιπλοΐα, που τότε ήταν σημαντική εμπορική οδός. [6]
Επιτροπή διαιτησίας
Ορίσθηκε επιτροπή διαιτησίας η οποία και εξακρίβωσε πως η ζημία που τελικά είχε υποστεί ο Πατσίφικο ήταν μόλις 3.750 δραχμές, με αρκετές αμφιβολίες, αφού και ο ίδιος δεν μπόρεσε να αποδείξει το τρόπο απόκτησης των καταλογιζομένων ειδών. Έτσι αφενός η ελληνική κυβέρνηση κατέβαλε στον Πατσίφικο το ποσόν των 3.750 δραχμών και αφετέρου επεστράφη σε αυτήν το υπόλοιπο ποσό εκ 330.000 δραχμών που είχε εν τω μεταξύ καταθέσει στην Αγγλία, ως εγγύηση, για την άρση τουλάχιστον του αποκλεισμού.[7]
Αντιδράσεις
Στην Αγγλία το θέμα συζητήθηκε στην Βουλή των Λόρδων όπου καταδικάστηκε η ενέργεια του πρωθυπουργού, ενώ η Βουλή των Κοινοτήτων αναίρεσε την απόφαση. Ο Πάλμερστον υπερασπίστηκε τις ενέργειές του όχι μόνο για την συγκεκριμένη υπόθεση αλλά για την γενικότερη εξωτερική πολιτική του, που υιοθετούσε την υπεράσπιση οποιουδήποτε Βρετανού πολίτη με όλα τα μέσα, με μια ομιλία πέντε ωρών γνωστή ως Civis Romanus sum (Είμαι Ρωμαίος πολίτης).
Η Βασίλισσα Βικτωρία της Αγγλίας απέστειλε σχετικό έγγραφο στον Πρωθυπουργό θεωρώντας τον εν λόγω υπουργό ως κύριο υπαίτιο της εις βάρος της Αγγλίας αποδιδόμενη διεθνή δυσφορία αλλά και κοινοποιώντας την απαγόρευση πλέον οποιασδήποτε ενέργειας επί εξωτερικών σχέσεων χωρίς την προηγούμενη έγκρισή της.
Μετα το τέλος της υπόθεσης εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο.


Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby Mannlicher-Schönauer » Mon Jan 30, 2012 6:05 pm

Πείνα , Ελλαδα και «Μαυρη Αγορα»

Η περίοδος της πείνας, στη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής, στοίχισε στην Ελλάδα το 5% του πληθυσμού της και αποτέλεσε μία από τις τραγικότερες στιγμές της ιστορίας της. Οι κατασχέσεις τροφίμων από τους Γερμανούς, η μείωση της παραγωγής και οι μαυραγορίτες ήταν, ώς τώρα, οι επίσημες αιτίες του λιμού. Να, όμως, που μία τολμηρή ιστορική μελέτη αναδεικνύει δύο ακόμη:





Εκτός από τους Γερμανούς, στην έλλειψη τροφίμων οδήγησε και ο ναυτικός αποκλεισμός για ένα χρόνο απ’ τους συμμάχους.

Το ναυτικό αποκλεισμό που επέβαλαν, τότε, οι Αγγλοι και τις διοικητικές ρυθμίσεις που έγιναν από την ελληνική κατοχική κυβέρνηση.

Η έρευνα της καθηγήτριας του Πανεπιστημίου Νιούκασλ Βιολέτας Χιονίδου «Famine and Death in Occupied Greece» (Λιμός και Θάνατος στην Κατεχόμενη Ελλάδα) εκδόθηκε πρόσφατα από το Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ και περιέχει στοιχεία που εμπλουτίζουν τα έως σήμερα δεδομένα:

*Μία από τις πιο διαδεδομένες ερμηνείες είναι ότι ο λιμός στα πρώτα χρόνια της Κατοχής (1941-1942) οφειλόταν στο ότι οι Γερμανοί και οι Ιταλοί κατάσχεσαν όλη την ετήσια σοδειά.

Ελλειψη σιτηρών

Ομως, όπως δείχνει η Χιονίδου, αυτές οι κατασχέσεις αφορούσαν αγαθά (πορτοκάλια και λεμόνια στη Χίο, λαδι στη Λέσβο και σταφίδες στην Κρήτη) που ήταν ήδη αποθηκευμένα. Και, κατά συνέπεια, είχαν ελάχιστες επιπτώσεις στην έκρηξη του λιμού.

*Καθοριστικό ρόλο στο ξέσπασμα του λιμού έπαιξε, κατά τη συγγραφέα, ο ναυτικός αποκλεισμός των Αγγλων, που επιβλήθηκε αμέσως μετά την κατάληψη της Ελλάδας. Κι αυτό γιατί αν και το 60% του πληθυσμού ήταν, τότε, αγρότες, η επιβίωσή του εξαρτάτο από τις εισαγωγές τροφίμων.Υπολογίζεται ότι προπολεμικά το 30%- 45% των σιτηρών που κατανάλωνε η χώρα ήταν εισαγόμενα. Κατανοεί, λοιπόν, εύκολα κανείς τις συνέπειες που είχε ο αποκλεισμός στη διατροφική κατάσταση των Ελλήνων.

*Ανατρέχοντας σε αδημοσίευτα έγγραφα του Φόρεϊν Οφις, η Χιονίδου αποκαλύπτει συγκρούσεις εντός της βρετανικής κυβέρνησης σχετικά με το θέμα του αποκλεισμού: Από την μια πλευρά ο υπουργός Εξωτερικών Αντόνι Ιντεν επέμενε να δοθεί βοήθεια στην Ελλάδα, όμως είχε να αντιμετωπίσει το υπουργείο Οικονομικού Πολέμου. Στη διαμάχη αυτή παρενέβη ο ίδιος ο Τσόρτσιλ, που υποστήριξε τη συνέχιση του αποκλεισμού.

*Τον Δεκέμβριο του 1941, ο λιμός είχε φτάσει στο αποκορύφωμά του, με εκατοντάδες ανθρώπους να πεθαίνουν στους δρόμους. Τότε παρενέβη η αμερικανικη κυβέρνηση, εκφράζοντας την ανησυχία της στη Βρετανία για την κατάσταση στην Ελλάδα, και ζητώντας να απαντήσει στις κατηγορίες ότι ευθυνόταν για τον λιμό στη χώρα.

Ετσι, το Λονδίνο άλλαξε την πολιτική του, και από τον Φεβρουάριο του 1942 άρχισε ξανά η αποστολή βοήθειας και τροφίμων στην Ελλάδα.


Η διοικητική διαίρεση της κατεχόμενης Ελλάδας σε 13 ζώνες, μεταξύ των οποίων απαγορευόταν η διακίνηση προϊόντων, είχε ολέθριες συνέπειες, ιδιαίτερα για την Αθήνα που δεν διέθετε δική της αγροτική παραγωγή.

*Μια άλλη διαδεδομένη ερμηνεία για τον λιμό είναι ότι οφειλόταν στους «μαυραγορίτες», που αποθηκεύοντας τα τρόφιμα δημιουργούσαν ελλείψεις.

Ομως και αυτή την άποψη αμφισβητεί η μελέτη της ελληνίδας καθηγήτριας. Σύμφωνα με τη Χιονίδου, τις ελλείψεις τις προκάλεσε ο κατακερματισμός της αγοράς και οι έλεγχοι των τιμών, ενώ η «μαύρη αγορά», στην οποία συμμετείχαν λίγο πολύ όλοι, μάλλον άμβλυνε την κατάσταση.

*Η Ελλάδα μετά την παράδοσή της διαιρέθηκε σε τρεις ζώνες: Τη βουλγαρική (Βόρεια Ελλάδα), τη γερμανική (Αθήνα, Κρήτη και ορισμένα νησιά, τμήμα της Μακεδονίας) και την ιταλική (υπόλοιπη Ελλάδα). Επιπλέον, η χώρα χωρίσθηκε σε 13 ζώνες, μεταξύ των οποίων απαγορευόταν η μετακίνηση ανθρώπων ή προϊόντων.

*Αυτός ο κατακερματισμός της αγοράς και οι έλεγχοι των τιμών είχαν ως αποτέλεσμα να σταματήσει κάθε είδους νόμιμη εμπορική συναλλαγή, κάτι που οδηγούσε σε ολοκληρωτική εξάρτηση από την τοπική παραγωγή.

Ετσι, οι τιμές και οι ελλείψεις συγκεκριμένων προϊόντων διέφεραν από ζώνη σε ζώνη, και εκτεθειμένα στον λιμό βρέθηκαν τα μέρη όπου δεν υπήρχε σημαντική παραγωγή τροφίμων: τα αστικά κέντρα, τα απομονωμένα ορεινά χωριά και τα ξερονήσια.

Οι «μαυραγορίτες»

Στο πλαίσιο αυτό, εμφανίστηκε στην Ελλάδα η «μαύρη αγορά», που στην ουσία ήταν το μόνο μέρος από το οποίο μπορούσε κανείς, πλέον, να προμηθευτεί ορισμένα βασικά αγαθά.

*Στην «μαύρη αγορά», συμμετείχε αναγκαστικά όλος σχεδόν ο πληθυσμός, είτε ως αγοραστής είτε ως πωλητής, στο βαθμό που ήταν ο μοναδικός χώρος όπου έβρισκε κανείς τροφή. Ηταν επίσης το μέρος όπου αντάμωναν όλες οι κοινωνικές τάξεις της χώρας.

*Γράφει χαρακτηριστικά η Χιονίδου: «Η τράμπα ή ανταλλαγή, υιοθετήθηκε κατ’ αρχάς από τους χωρικούς και ύστερα από όλους. Κοσμήματα, έπιπλα, μηχανές ραψίματος, ρούχα θα ανταλλάσσονταν για γεωργικά προϊόντα. Στην Χίο, π.χ., οι γυναίκες των ναυτικών που είχαν μείνει στους Βροντάδες θα αντάλλασαν ρούχα και υφάσματα από το εξωτερικό για τρόφιμα στα χωριά. Οι γυναίκες αυτές θα έκλειναν και “ντιλ” με τους ψαράδες, ανταλλάσσοντας ακριβά οικιακά σκεύη, για συγκεριμένο αριθμό ψαριών, που θα έπαιρναν σε δόσεις. Ακόμα και οι ταβέρνες στην κατεχόμενη χώρα λειτουργούσαν στη βάση της ανταλλαγής: ένα ποτό για μια φούχτα ξερά φασόλια».

*Από την άλλη πλευρά, παρ’ όλο που μεγάλο μέρος του πληθυσμού συμμετείχε στην παραοικονομία, κανείς δεν αναγνώριζε τον εαυτό του ως «μαυραγορίτη». «Μαυραγορίτης» ήταν πάντοτε ο Αλλος. Η ρητορική των αρχών, αλλά και της αριστεράς, που ζητούσε την παραδειγματική τιμωρία τους, ήταν -κατά τη συγγραφέα- ο κυριότερος λόγος που πολλοί απέκρυπταν την συμμετοχή τους στην παραοικονομία.

*«Για τους δημόσιους υπαλλήλους μαυραγορίτες ήσαν οι εργάτες, που έκαναν τους μεσάζοντες μεταξύ των χωρικών και των αστών, οι βαρκάρηδες, οι Ιταλοί, οι έμποροι και οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα -αλλά ποτέ οι δημόσιοι υπάλληλοι! Για τους εργάτες πάλι, οι μαυραγορίτες ήσαν οι μπακάληδες, οι χωρικοί και οι εύποροι», καταλήγει η συγγραφέας.


Mannlicher-Schönauer
 

Re: Γεγονότα του Έθνους μας που δεν πρέπει ποτέ να ξεχνάμε..

Unread postby eternity » Mon Jan 30, 2012 9:42 pm

Μνήμες κρίσης στα Ίμια από έναν απόστρατο

Του Μαρίνου Ριτσούδη
Απόστρατου Μάχιμου Υποπλοίαρχου
ΣΝΔ τάξεως 1990
Image


"Μου ζητήθηκε να εκφράσω τα προσωπικά βιώματα, τη ψυχική φόρτιση και τη συναισθηματική έκρηξη, «το κροτάλισμα της καρδιάς των Ελλήνων ανδρών του Π.Ν.» που έζησα εμπλεκόμενος ή μάλλον μαχόμενος κατά την διάρκεια του «θερμού επεισοδίου»• ως Έλληνας Μάχιμος Αξιωματικός του Π.Ν. στο νεοαποκτηθέν Α/Γ ΣΑΜΟΣ και ταυτόχρονα υπερασπιστής της Πατρίδος μας και της Σημαίας μας στα Ιμια το 1996. Δημοσιεύματα υπήρξανε πάρα πολλά με αναφορά και ενδελεχή ανάλυση στις τακτικές και στα σχέδια, αλλά και στις πολιτικές ευθύνες και στις προεκτάσεις, στα παρασκηνιακά πολιτικά «παιχνίδια» και στο ρόλο που παίξανε οι «σύμμαχοί μας».

Πέραν αυτού όμως υπήρξε ελάχιστη η αναφορά στο ηθικό φρόνιμα των ανδρών που λάβανε μέρος, στην ψυχική δοκιμασία, στην εναλλαγή συναισθημάτων που κυριάρχησε και τούτο αποτελεί παράλειψη αναφοράς, μπορεί και αδικία για όλους τους Έλληνες, που ζήσανε έστω και με την σκέψη τους και την προσευχή τους την αγωνία, για την έκβαση, για την ντροπή και τον αποτροπιασμό, για την προδοσία και τον φόρο τιμής των Εθνομαρτύρων πεσόντων χειριστών του Ε/Π Π.Ν. 21. Αυτή η βιωματική αγωνία με την ένταση, τη σκέψη και την προσευχή, μάς έκανε κοινωνούς της παλαιάς λεβέντικης Ελλάδας, των Γιγάντων Εθνομαρτύρων μας, που θυσιάστηκαν για τα «Ιερά και τα Όσιά μας» για την Ελευθερία και το ξέπλυμα της ντροπής και της σκλαβιάς, για την νίκη του θανάτου και την Ανάσταση.

Πολλά θαυμαστά γεγονότα λάβανε χώρα τις ημέρες εκείνες, απίστευτα για τα μάτια τα δικά μας, αλλά ακόμη περισσότερο απίστευτα και για τα αυτιά εκείνων που ζητήσανε αργότερα να μοιραστούν τις εμπειρίες μας, τις εντυπώσεις μας, τις αγωνίες μας. Άξιον Θαυμασμού αποτελεί σήμερα στις μέρες μας να βλέπουμε στιγμές μεγάλης λεβεντιάς, ζηλευτής ρωμιοσύνης και παλικαριάς, τέτοιες που ούτε στα πιο αισιόδοξα όνειρα των αγαπόντων την Πατρίδα ονειροπόλων Ελλήνων, δεν θα μπορούσαν να υπάρξουν• εκείνων που απογοητεύονται για την «κατάντια του νεοέλληνα της καφετέριας και της τεμπελιάς».

Άξιον θαυμασμού και συγκινήσεως βλέποντας το βράδυ εκείνο της έντασης, τα φορτηγά του Ν.Σ., ολονύκτια να πηγαινοέρχονται στο Ναύσταθμο με βοή και ταχύτητα, χωρίς φρένα η και χωρίς φώτα, γεμάτα πυρομαχικά η και καύσιμα από τους ναύτες του Ν.Σ. -που άλλοτε τεμπελιάζανε και άλλοτε κοιμόντουσαν στις βάρδιες η και την κοπανούσανε ακόμη,- με σβελτάδα, επιδεξιότητα και άκαμπτο φρόνημα κούρασης ψυχής και σώματος. Διαταχθήκανε να μεταφέρουν ολονύκτια πυρομαχικά, υλικά και καύσιμα για την ανάληψη πλήρης επιχειρησιακής ετοιμότητας απόπλου της φρεγάτας ΑΙΓΑΙΟΝ που διέκοψε τις εργασίες επισκευής ΠΕΑΚ για να αποπλεύσει στις 0300 την 31 ΙΑΝ 1996, «ανοίγοντας» τα σχέδια επιχειρήσεων που είχαν διαταχθεί και να ενσωματωθεί στή θέση «ακροβολισμού».



Άξιον Θαυμασμού αποτελεί το γεγονός ότι παρά την απειλή του πολέμου οι άνδρες Αξιωματικοί, Υπαξιωματικοί, και στρατευμένοι, κατόπιν πολεμικής ανακλήσεως επιστρέφανε στα πλοία του στόλου, όσο γρηγορότερα μπορούσαν, με οποιοδήποτε μέσον, άλλοι δακρυσμένοι και άλλοι χαρούμενοι, προφέροντας στα χείλη τους και στην καρδιά τους το «πόλεμος, πόλεμος, θα τους τσακίσουμε…» και βέβαια όχι από μίσος ούτε από εκδικητικότητα, αλλά από αγανάκτηση και ενθουσιασμό, από περηφάνια και λεβεντιά, γιατί ο Έλληνας δεν θέλει να αδικεί, αλλά δεν επιτρέπει και την αδικία, ούτε για σπιθαμή γής αλλά ούτε και για απομακρυσμένο άγονο κατσάβραχο της θάλασσας.

Το θαυμαστό είναι ότι κανείς δεν απουσίασε, κανείς δεν διαμαρτυρήθηκε, κανείς δεν δείλιασε, αλλά πληροφορήθηκα ακόμη ότι και κάποιοι που είχανε αναρρωτική άδεια για διάφορες ελαφρές ασθένειες, δώσανε το πολεμικό παρόν στο πολεμικό σάλπισμα, και προκαλέσανε τον θαυμασμό και τη ρίγη συγκινήσεως των ανωτέρων τους. Άλλοι πάλι διακόψανε από μόνοι τους τις κανονικές άδειές τους και επιστρέφανε στην υπηρεσία τους από τον τόπο των διακοπών τους, πριν ακόμη φτάσει η διαταγή της ανάκλησής τους.

Τούτη η πύρωση της καρδιάς και η ανάφλεξη της λεβεντιάς, δεν οφείλονταν σε έκρηξη παρορμιτισμού η και άγονου επιφανειακού ενθουσιασμού, αλλά στην χρόνια θρασύδειλη τακτική παραβιάσεων και ενοχλήσεων των Τούρκων στο Αιγαίο, είτε με σκάφη θαλασσίων ερευνών, είτε με ακταιωρούς, είτε με τους θρασύδειλους ψαράδες τους, αλλά και με τα μαχητικά τους ακόμη τα οποία τα ζούσαμε χρόνια «στο πετσί μας», με αγανάκτηση και αποστροφή και δεν τα ανεχόμαστε, διότι για μας είναι υποχώρηση και παράδοση Εθνικών δικαιωμάτων και ιδανικών στους Τούρκους• και πάντοτε αναρωτιόμασταν πότε θα έρθει η ώρα, να τους δείξουμε ότι είμαστε άξιοι απόγονοι των εθνομαρτύρων πατέρων μας του Μιαούλη, του Κουντουριώτη, του Κανάρη και όλων των αγνώστων αφανών Ελλήνων ηρώων μας.

Διότι θαυμαστή παράδοση ανδρείας και λεβεντιάς κουβαλάμε και δεν είναι τυχαίο γεγονός που κάθε πολεμικό πλοίο, φέρει όνομα λαμπρής ιστορίας, νίκης, θυσίας, πατριωτισμού και ηρωισμού, και τούτο αποτελεί ξεχείλισμα ιστορίας ξεχείλισμα ανδρείας, υπέρβαση λεβεντιάς διότι πάντοτε οι «μια φούχτα Έλληνες» με την Πίστη τους σε Αληθινό Θεό κάνανε το θαύμα, το απίστευτο, το αναπάντεχο, θαύμα μόνο για εκείνους βέβαια που είναι ορθολογιστές και μετράνε τις αξίες και τις δυνάμεις με τα νούμερα και τους εξοπλισμούς και όχι με την παλικαριά το ανδρείο φρόνημα και την ελεύθερη ψυχή που αψηφά, περι! γελά αλλά και κοροϊδεύει και τον ίδιο το θάνατο.

Μετά τον απόπλου των πλοίων και την έξοδό τους από την Ψυτάλλεια, ο Εθνικός μας Ύμνος ηχούσε από τα μεγάφωνα, όπου τον υποδεχόμασταν με ρίγη συγκινήσεως και δάκρυα χαράς και με χαμόγελο στα πρόσωπά μας, αλλά και κάποιοι με σιγανή φωνή και μεγάλη κατάνυξη ψάλανε το «Υπερμάχω Στρατηγώ τα νικητήρια…» προς την Προστάτιδα Παναγία μας, που πάντοτε υπερασπιζόταν την Ελλάδα μας.
Μετά αυτού πολεμικός συναγερμός στα μεγάφωνα και όλοι στις θέσεις τους με εγρήγορση, με συγκίνηση, με καρδιοχτύπι αλλά και νηφαλιότητα και καθαρό μυαλό, χαμογελαστοί και λεβέντες, επεξεργαζόμασταν όλες τις πληροφορίες και τις εξελίξεις όλες τις υποκλοπές και το εξελισσόμενο σχέδιο δράσης. Το πολεμικό σήμα που «πέρασε» από την Κ-11 του Γ.Ε.Ν. με την ευχή του ΑΓΕΝ και την προσδοκία να φανούμε αντάξιοι της ένδοξης ιστορίας του Π.Ν. καθώς και την ευχή για την Βοήθεια του Θεού στις εξελισσόμενες επιχειρήσεις, μάς έφερε δάκρυα, τρέμουλο στα πόδια, ρίγος πατριωτισμού, λεβεντιά, Χάρη Θεού, αλλά και αγανάκτηση και αποστροφή για το Τούρκικο θράσος.

Ήμασταν πλέον σίγουροι ότι πάμε για πόλεμο, γνωρίζαμε ότι γράφαμε ιστορία, αλλά το ηθικό των ανδρών γινόταν ακόμη πιο υψηλό και ακόμη πιο άκαμπτο. Τούτες οι στιγμές ήτανε φοβερές και θαυμαστές διότι ώρες ολόκληρες παραμέναμε πανφυλακή στις θέσεις συναγερμού, ακούραστα χωρίς διόλου ραθυμία και τεμπελιά. Αλλά και οι τεμπέληδες οι ναύτες και οι «κοπανατζήδες του καφέ και του τσιγάρου», οι μέχρι πρότινος αδιάφοροι για τα πολεμικά συστήματα και τις τακτικές πολέμου, παρέδωσαν όλον τον εαυτόν τους ως «θυσία ευάρεστη» ενώπιον Θεού και Έθνους στο πολεμικό κάλεσμα της Πατρίδας μας και με συνοπτικές διαδικασίες ενημερώνονταν στα οποιοδήποτε πόστα τους, είτε πύργο πυροβόλων, είτε Κέντρο Παρακολούθησης Μάχης, είτε Οπτήρες στη Γέφυρα, είτε Μηχανικοί στα Μηχανοστάσια, αλλά και στο Μαγειρείο ακόμη η βάρδια και η προσφορά γινόταν με σβελτάδα, με παλικαριά, με μεγάλη κατάνυξη και Ύμνους προς την Παναγία μας και την Ελλάδα μας.

Η γεμάτη ρίγη, ζωηρή, κοφτή, παλικαρίσια αναφορά των στόχων, πρόδιδε τα σκιρτήματα της καρδιάς τους, πρόδιδε την θέλησή τους να βοηθήσουν όσο καλύτερα μπορούσαν το έργο του πλοίου. Το άξιον θαυμασμού, που μέχρι το επόμενο πρωί, όσα τα πληρώματα σε θέσεις πολεμικού συναγερμού, ήταν με ξηρά τροφή και ακούραστα, παρά την ολονύκτια αγρυπνία και αν για οποιονδήποτε υπήρχε λόγος να «κατέβει για λίγο από το πόστο του για λόγους ανθρώπινης φύσεως», η επαναφορά του ήτανε αστραπιαία και αποφασιστική.

Παγερές οι νύχτες εκείνες του χειμώνα, αλλά δεν μας άγγιξε το κρύο, ούτε η αϋπνία, ούτε η πείνα, ούτε η απουσία από τα σπίτια μας, ούτε οι δυσμενείς καιρικές συνθήκες• παρά μόνο η προδοσία για την υποστολή της σημαίας μας στα Ίμια, η προδοσία για την «λάθος τακτική των Ο.Υ.Κ.» η προδοσία για την παράδοση δικαιωμάτων στους Τούρκους, η προδοσία για τίς αμφισβητούμενες πλέον «γκρίζες ζώνες» στο Αιγαίο και στις βραχονησίδες• που μπορεί να είναι ακατοίκητες, αλλά όχι αχώριστες από την λαμπρή ιστορία μας, διότι χύθηκε πολύ δάκρυ και πολύ αίμα από τους αδελφούς μας και πατέρες μας Εθνομάρτυρες, για να είναι σήμερα Ελληνικά και Ελεύθερα.

Πληροφορούμασταν από τα τακτικά δίκτυα επικοινωνιών την τακτική κατάσταση και διαπιστώναμε ότι είχαμε το τακτικό πλεονέκτημα αιφνιδιασμού στο Αιγαίο, αφού η βόρεια ομάδα κρούσεως είχε στοχοποιήση την βόρεια ομάδα των Τούρκικων Α/Τ που κινούνταν προς τα Νότια. Μάταια περιμέναμε να δοθεί εντολή από το δίκτυο για βολή των βλημάτων και καταστροφή της βόρειας ομάδας. Εμείς ως ομάδα Α/Γ κινηθήκαμε νότια Ύδρας και περιμέναμε διαταγή για πλεύση, σύμφωνα με το σχέδιο «Ε», για επιβίβαση και μεταφορά πεζοναυτών, σε περιοχή για ανακατάληψη ΝήσοÏ! … από τις Τούρκικες δυνάμεις.

Η νότια ομάδα κρούσεως κινήθηκε προς τα Ιμια όπου είχε ανακτήσει πλήρη τακτική εικόνα και πλήρη στοχοποίηση και μετά αυτού, έτοιμοι για βολή βλήματος. Κάποια μικρότερα σκάφη, πυραυλάκατες, κανονιοφόροι, περιπολικά, είχανε αναπτύξει περιπολία γύρω από τα Ιμια επειδή υπήρχε η πληροφορία για πιθανή απόβαση Τούρκων κομάντο στις βραχονησίδες. Μέσα στο κρύο και στη νύχτα, ώρες ατέλειωτες, αγήματα οπλισμένα ναυτών και υπαξιωματικών, παραμένανε με τα παγωμένα G3 και με το χέρι στην σκανδάλη στα ρέλια των πλοίων για οπουδήποτε απαιτηθεί να ρίξουν.


Κάποια στιγμή μέσα στην προχωρημένη νύχτα, και ενώ εκτελούσα καθήκοντα Αξιωματικού Φυλακής Γέφυρας, ο Κυβερνήτης του πλοίου, με πλησίασε ιδιαιτέρως και με σπασμένη, ραγισμένη φωνή, μπορεί και με δάκρυα, -δεν είδα λόγω απουσίας φωτισμού,- μού είπε• «Μαρίνο..…μας πήραν το νησί.....», και χάθηκε από μπροστά μου γρήγορα, βγαίνοντας στην δεξιά βαρδιόλα… προφανώς να μείνει μόνος. Αστραπιαία κρύος ιδρώτας με έλουσε και με διαπέρασε ρίγος σε όλο μου το σώμα, ταυτόχρονα ένα βουβό κλάμα με αναφιλητά, με ανάγκασε να τραβηχτώ προς τα πίσω, στη σκοτεινή γέφυρα του πλοίου για να μην με δούνε, να μην με καταλάβουν.

Κάλυψα το πρόσωπό μου με τα χέρια μου και έκλαιγα, έκλαιγα, έκλαιγα, γοερά και με αναφιλητά. Τα πόδια μου τρεμάμενα, οχι από φόβο αλλά από το πνίξιμο της αγανάκτησης, της αδικίας της κατάντιας και της ντροπής, πώς μέσα από τα χέρια μας, πήραν το νησί... Δεν το είπα σε κανέναν φοβούμενος την «πτώση» του υψηλού ηθικού. Μαθεύτηκε όμως λίγο αργότερα…

Δεν θυμάμαι μετά πόση ώρα με ενημερώσανε για την πτώση του Ε/Π Π.Ν.21 άλλοι λέγανε ότι μας το ρίξανε, άλλοι ατύχημα, όλοι προσπαθούσαμε να καταλάβουμε από την ακρόαση των δικτύων την κατάσταση που επικρατούσε και τις πιθανές εκδοχές. Αισθανόμασταν την ευθύνη και την αγωνία όλων των Ελλήνων στο «πετσί μας», αισθανόμασταν την αγωνία, το καρδιοχτύπι, τα δάκρυα αλλά και το πείσμα και την απογοήτευση• και οι σκέψεις δεν αφήνανε περιθώρια ούτε για χαλάρωση ούτε για ψυχική ξεκούραση.

Κάποια στιγμή κοντά στις πρώτες πρωινές ώρες, δόθηκε απομάκρυνση όλων των αγημάτων από τις βραχονησίδες με την ταυτόχρονη διαταγή για υποστολή της Ένδοξης Ελληνικής Σημαίας από την Ελληνική Βραχονησίδα .Ήταν τόσο απίστευτο το άκουσμα στο δίκτυο, που οι τακτικοί διοικητές και κυβερνήτες πλοίων ζητούσαν ξανά την επιβεβαίωση και την αξιοπιστία της πηγής και της διαταγής από το δίκτυο. Μείναμε άφωνοι, μείναμε εκστατικοί, σαστισμένοι, παγωμένοι, απορημένοι, προδομένοι, ντροπιασμένοι, απίστευτη η εξέλιξη, απίστευτη υποχώρηση και αμφισβήτηση των Ελληνικών αιματοβαμμένων βραχονησίδων. Μονομιάς σκύψαμε το κεφάλι ντροπιασμένοι, και άκρα σιωπή ξεκίνησε από το φωνητικά δίκτυα και απλώθηκε στις γέφυρες των πλοίων, στα Κ.Π.Μ., στα Καρρέ Αξιωματικών, Υπαξιωματικών, στην τραπεζαρία Πληρώματος. Δεν μας άγγιξε η κούραση της αϋπνίας και μας «τσάκισε» μονομιάς η προδοσία της παράδοσης Ελληνικής γης στους Τούρκους. Δεν μας άγγιξε το ότι πηγαίναμε για πόλεμο, και μας «γκρέμισε» η προδοσία από τους «ηγέτες» μας.

Δεν μας άγγιξε η παγωνιά της νύχτας και η υπερένταση και μας «ισοπέδωσε» μονομιάς η προδοσία της υποστολής της Ένδοξης Ελληνικής Σημαίας. Αστραπιαία, ασήκωτο βάρος πλάκωσε τις ψυχές μας, τις καρδιές, τις συνειδήσεις μας. Θυμάμαι χαρακτηριστικά και έντονα το ξημέρωμα εκείνης της ημέρας• ήτανε έντονα γκρίζο, βαθύ νεφελώδες, χωρίς ήλιο, η θλίψη απλωνότανε παντού στη φύση, στα δέντρα στα πουλιά.

Όλοι οι άνδρες του Π.Ν. ήμασταν σκυθρωποί, αμίλητοι, μελαγχολικοί, ντροπιασμένοι, ήτανε μία Μεγάλη Παρασκευή του Έθνους και της Ιστορίας μας. Ήμασταν σταυρωμένοι και εγκλωβισμένοι στην προδοσία. Δεν σκεφτόμασταν ποίοι φταίνε, ποιοι μας «πουλήσανε», παρά μόνο την ντροπή και την αγανάκτηση. Καμαρώναμε στο παρελθόν ότι το Π.Ν. δεν είχε ποτέ υποστείλει την Ένδοξη Σημαία του, αλλά το πράξαμε τότε. Αισθανόμασταν ότι προδώσαμε την Ελλάδα, το Έθνος μας τους Ήρωες εθνομάρτυρές μας.

Μετά τόσα χρόνια έχοντας καταλαγιάσει τα συναισθήματα, οι σκέψεις, οι εντάσεις, αισθάνομαι περήφανος που με αξίωσε ο Θεός να είμαι Έλληνας και Χριστιανός και που συμμετείχα στην πολεμική επιχείρηση στα Ιμια, όπου ήμασταν αποφασισμένοι να υπερασπιστούμε την Πατρίδα μας. Εκείνα τα «σπασίματα της καρδιάς μας» αποδειχθήκανε κατά πολύ ανώτερα από όλη τη χλιδή του κόσμου τούτου, διότι υπηρετήσαμε ύψιστα, αθάνατα, αιώνια ιδανικά και ιδεώδη Αληθούς Πίστεως, Πατρίδος, παραδόσεως και λαμπρής ιστορίας.

Εκείνα τα «σπασίματα της καρδιάς μας» της νύχτας εκείνης, μας κάνανε ανδρειότερους, γενναιότερους, δυνατότερους, ανίκητους, πιο ελεύθερους, πιο τολμηρούς, να αψηφούμε το θάνατο και να χαιρόμαστε την Ζωή. Αντιληφθήκαμε την ΑΞΙΑ της «ισχύς εν τη ενώσει» και ακόμα σε τέτοιες στιγμές παραμερίζονται τα ανθρώπινα πάθη, οι μεταξύ μας έχθρες και αντιπάθειες και γινόμαστε γροθιά μπρος στην Τούρκικη θρασυδειλία.


Ήμασταν έτοιμη για τόν υπέρτατο σκοπό της ύπαρξής μας, δηλαδή της θυσίας της ζωή μας, για τις οικογένειές μας, για τις οικογένειες όλων των Ελλήνων, για «τα ιερά και τα όσιά μας» ! και για τούτο θεωρούμαστε «τῃ προαίρεση Εθνομάρτυρες», εφόσον κρινόμαστε σύμφωνα με την προαίρεση της καρδιάς μας και όχι σύμφωνα με την έκβαση της πράξεως. Αισθάνομαι περήφανος που ο Θεός μού έδωσε τις αληθινές αξίες του Έλληνα, Αληθινή Πίστη, αξιοπρέπεια και συνείδηση, επίγνωση της αποστολής μου και ανδρείο φρόνημα, ακεραιότητα ήθους και αξιοπρέπεια, αθάνατες αξίες «θρεμμένες με το αντρειωμένο γάλα της παράδοσης και της ανδρειοσύνης» Κόντογλου που μας καθιστούν μοναδικούς στον κόσμο για την λεβεντιά μας και τον ηρωισμό μας.

Αισθάνομαι περήφανος που μέσα από την υπηρεσία μου στην Πατρίδα μου, γνώρισα ότι η αξία του ανθρώπου δεν έγκειται στην οικονομική επιφάνεια, στους τίτλους ευγενείας και στο αξίωμα, αλλά στο ήθος στην ακεραιότητα χαρακτήρα και στην λεβεντιά, βασικά και παραδοσιακά χαρακτηριστικά των προγόνων μας των Ελλήνων, σε εκείνους που χαρακτηριστήκανε ήρωες και που πολεμήσανε και υποτάξανε τον θαυμασμό και την παραδοχή όλου του κόσμου.

Δικαίως ο Πρωθυπουργός UΚ Τsortsil όρισε ότι ¨οι ήρωες πολεμούν σαν τους Έλληνες¨. Τέλος αισθάνομαι περήφανος που κατάλαβα ότι πολλοί ήταν εκείνοι οι μορφωμένοι ηγέτες που προδώσανε όλα τα ιδανικά τους για προσωπικές φιλοδοξίες και κακές σκοπιμότητες και καταντήσανε να ξεφτιλίζονται, να κατακρίνονται και να κολάζονται αιώνια στις συνειδήσεις του κόσμου και στην ιστορία. Πολλοί ήταν και εκείνοι οι αγράμματοι ανώνυμοι, που με την λεβεντιά τους και την αυτοθυσία τους, λαμπρύνανε το Έθνος μας στους απελευθερωτικούς αγώνες και μας χαρίσανε την σημερινή ελεύθερη Ελλάδα και αναπαύονται δικαιωμένοι, απολαμβάνοντας τιμές και δόξες από όλους τους Έλληνες σε όλα τα μήκη και πλάτη του κόσμου και της ιστορίας.

Τούτη η κατάθεση ψυχής, αποτελεί χρέος, φόρος τιμής, αγάπης και αφοσίωσης απέναντι στην Ελλάδα μας, απέναντι στους Ήρωες που θυσιαστήκανε μέχρι της τελευταίας ρανίδας του αίματός τους, για να ζούμε εμείς σήμερα ελεύθεροι.

Τούτη η κατάθεση καρδιάς αποτελεί φόρος τιμής και απέναντι σε όλους τους νεοέλληνες που αγωνιούν για την ιστορία της και εργάζονται με τον δικό τους τρόπο να διατηρηθεί η φλόγα του ανδρειωμένου Έλληνα και να διαδοθεί παντού το μήνυμα της λεβεντιάς, της αρετής, αλλά και της τόλμης, για την αληθινή ελευθερία".

Η επιστολή προέρχεται από το αρχείο της εφημερίδας ΑΘΗΝΑΪΚΗ




Υ.Γ.( προσωπικα μου φερνει δακρυα γιατι μου ανασυρει στιγμες μνημης)
«Φώτισόν μου, το σκότος, Κύριε!» (Άγιος Γρηγόριος Παλαμάς).
User avatar
eternity
Καθολικός Συντονιστής
 
Posts: 7520
Joined: Tue Nov 15, 2011 1:33 pm

Next

Return to ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 0 guests