ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Τα πάντα περί Εορτολογίου, Συναξαριστή, Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών...

Moderator: inanm7

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Oct 14, 2013 2:46 pm

21 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ὁ Ὅσιος Ἱλαρίων ὁ Μέγας
Image
Λίγα χιλιόμετρα πιὸ πάνω ἀπὸ τὴ δαντελωτὴ ἀκρογιαλιὰ τῆς Κερύνειας καὶ σὲ ὕψος δυὸ χιλιάδες περίπου πόδια ἀπὸ τὴν ἐπιφάνεια τῆς θάλασσας ὀρθώνεται ἕνα γιγαντιαῖο ὕψωμα ἀποκομμένο ἀπὸ τὴν ὑπόλοιπη ὀροσειρὰ τοῦ Πενταδάκτυλου. Στὴν κορυφὴ τοῦ ὑψώματος αὐτοῦ μὲ τὴν πανοραμικὴ θέα εἶναι κτισμένο ἀπὸ χρόνια ἕνα φρούριο, τὸ γνωστὸ φρούριο τοῦ Ἁγίου Ἰλαρίωνα.



Γιὰ τὴν προσφορὰ τοῦ φρουρίου στοὺς ἀγῶνες τοῦ νησιοῦ γιὰ ἐλευθερία καὶ τὶς παραδόσεις καὶ τοὺς θρύλους ποὺ ἔχουν δημιουργηθεῖ γύρω ἀπ’ αὐτό, πολλὰ εἰπώθηκαν καὶ γράφηκαν μέχρι σήμερα. Γιὰ τὸν Ἅγιο Ἰλαρίωνα ὅμως τὸν μεγάλο ἐρημίτη καὶ ἀσκητή, ποὺ μὲ τὸ ὄνομά του, τὸ ὕψωμα τοῦτο μπῆκε στὴν ἱστορία, πολὺ λίγα ἔχουν γραφεῖ καὶ σὲ πολὺ πιὸ λίγους εἶναι γνωστά.

Τὴν παράλειψη αὐτὴ, ἀπαράδεκτη γιὰ χριστιανοὺς ὀρθοδόξους ποὺ κατοικοῦν μία νῆσο μ’ ἕνα τόσο τιμητικὸ προσωνύμιο — «Νῆσος τῶν Ἁγίων» – ἐπιθυμοῦν νὰ θεραπεύσουν οἱ γραμμὲς ποὺ ἀκολουθοῦν.

Θεωροῦμε τὴν πράξη τούτη σὰν ἕνα χρέος. Χρέος ὄχι μονάχα σ’ ἐκείνους ποὺ ἔφυγαν. Ἀλλὰ πρὸ παντὸς χρέος σ’ αὐτοὺς ποὺ ζοῦν καὶ θέλουν καὶ ἀναζητοῦν γιὰ τὴν ζωὴ τοὺς πρότυπα. Ναί! Πρότυπα ἠθικὰ ποὺ νὰ τὰ πλησιάσουν καί, κατὰ τὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ, νὰ τὰ μιμηθοῦν.



Καὶ ὁ Ἅγιος Ἱλαρίων ποὺ μᾶς ἦρθε ἀπ’ ἔξω καὶ ἔζησε καὶ κοιμήθηκε στὸν τόπο μας, εἶναι ἕνα τέτοιο πρότυπο γιὰ ὅλους. Πρότυπο πίστεως καὶ ὑπακοῆς στὸν Θεό. Ἀλλὰ καὶ πρότυπο ἀγωνιστικότητας καὶ γνήσιας ἀρετῆς. Μιὰ γρήγορη ματιὰ στὶς κύριες πτυχὲς τῆς ζωῆς του θὰ μᾶς τὸ ἀποδείξει.



Ὁ ἰσάγγελος αὐτὸς ἅγιος, σύγχρονος τῶν Μεγάλων Βασιλέων καὶ Ἰσαποστόλων Κωνσταντίνου καὶ Ἑλένης, γεννήθηκε στὴν κωμόπολη τῆς Παλαιστίνης τὴν Θαβαθᾶ, ποὺ βρίσκεται πέντε περίπου μίλια μακριὰ ἀπὸ τὴν ἀρχαία πόλη τῶν Φιλισταίων, τὴν Γάζα. Οἱ γονεῖς του, πλούσιοι εἰδωλολάτρες φρόντισαν ἀπὸ νωρὶς νὰ δώσουν στὸ παιδὶ τους μιὰ ξεχωριστὴ μόρφωση. Γι’ αὐτὸ καὶ ἀπὸ μικρὸ ἔσπευσαν νὰ τὸν ἀποχωρισθοῦν καὶ νὰ τὸν στείλουν στὴν Ἀλεξάνδρεια, ποὺ ἦταν τότε ἕνα μεγάλο κέντρο Ἑλληνικῶν σπουδῶν. Σὲ μία ἀπὸ τὶς ὀνομαστὲς Σχολὲς τῆς πόλεως αὐτῆς φρόντισε ὁ μικρὸς Ἱλαρίων νὰ ἐγγραφεῖ καὶ μ’ ἐνδιαφέρον νὰ παρακολουθήσει τὰ μαθήματά της. Ὁ πόθος του ὅμως νὰ γνωρίσει τὴν ἀλήθεια ὁδήγησε κάποτε τὰ βήματά του καὶ σὲ χριστιανικὲς συγκεντρώσεις.



Ἡ ζωὴ τῶν χριστιανῶν, ἡ εὐγένεια καὶ ἡ καλοσύνη τους, τὸ ἐνδιαφέρον τους νὰ ἐξυπηρετήσουν τοὺς ἄλλους μὲ κάθε ἀνιδιοτέλεια καὶ προθυμία τοῦ ἔκαμαν ἀπ’ τὴν πρώτη στιγμὴ ξεχωριστῆ ἐντύπωση. Ἀλλὰ καὶ τὰ ἁγνὰ ἤθη κι ἔθιμά τους καὶ ἡ ὅλη τους ἀρετὴ τοῦ σκλάβωσαν τὴν ψυχὴ καὶ ἄναψαν μέσα του θερμὸ τὸν ζῆλο νὰ γνωρίσει καλύτερα τὴν πηγὴ τῆς τροφοδοσίας τους. Ἔτσι ὁ φιλομαθὴς νέος ἐπεδίωξε νὰ ἔρθει σ’ ἐπαφὴ μὲ σημαίνοντας χριστιανοὺς καὶ ἀπὸ ὑπεύθυνα πρόσωπα νὰ μάθει τὶς ἐπιταγὲς τῆς νέας πίστεως. Ὁ ἐνθουσιασμός του γιὰ ὅσα ἄκουε καὶ ὁ ζῆλος του νὰ γνωρίσει περισσότερα, προχωροῦσε μέρα μὲ τὴ μέρα γιὰ νὰ καταλήξει κάποτε στὴν ἀποδοχὴ τῆς νέας θρησκείας καὶ νὰ βαπτισθεῖ.



Ἡ χαρὰ καὶ ἡ εὐτυχία τοῦ ἁγνοῦ νέου τὴν ἡμέρα ἐκείνη, ποὺ φόρεσε τὸν λευκὸ χιτώνα τοῦ βαπτίσματος, ὑπῆρξε ἀφάνταστα μεγάλη. Μιὰ ἀπόδειξη τούτης τῆς χαρᾶς εἶναι καὶ ἡ πλούσια χρηματικὴ προσφορά του γιὰ χάρη τῶν πτωχῶν ἀδελφῶν τοῦ Χριστοῦ.



Μὲ τὴν εἴσοδό του στὴν Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ ὁ νεοπροσήλυτος χριστιανὸς ρίχτηκε μὲ πιὸ πολὺ κέφι στὸν ἀγώνα. Ἡ Ἁγία Γραφὴ γίνηκε ὁ ἀγαπημένος του σύντροφος καὶ ἡ ζωὴ τῶν ἐνάρετων ἀνδρῶν, ποὺ μελετοῦσε στὰ ἱερὰ κείμενα, ἦταν ἐκείνη ποὺ προσπαθοῦσε καὶ ὁ ἴδιος νὰ μιμηθεῖ καὶ ἀκολουθήσει. Ἡ πνευματικὴ ζωὴ τὸν συνεῖχε κυριολεκτικά. Πόθος του ἕνας:



Ν’ ἀποχωρισθεῖ ἀπὸ καθετὶ ποὺ θὰ τὸν κρατοῦσε δεμένο μὲ τὰ ὑλικά, τὰ γήινα καὶ ἐλεύθερος νὰ τραβήξει τὸν δύσκολο, μὰ εὐλογημένο δρόμο, ποὺ φέρει τὸν ἄνθρωπο στὸν οὐρανό.



Αὐτὴ τὴν ἐποχὴ στὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ σ’ ὅλη τὴν Αἴγυπτο κυριαρχοῦσε ἡ φήμη τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Μορφωμένοι καὶ ἀγράμματοι μιλοῦσαν μὲ σεβασμὸ γιὰ τὴ θεοσέβεια τοῦ ξακουστοῦ ἀσκητῆ. Κοντὰ σ’ αὐτὸν ὁ ζηλωτὴς νέος ἐπιθύμησε νὰ μαθητεύσει ἔστω καὶ γιὰ λίγο.



Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ἕνα πρωὶ ἄφησε τὴν πολυθόρυβη πόλη καὶ τράβηξε στὴν ἔρημο. Βρῆκε τὸν Ἅγιο ἐρημίτη καὶ ἔμεινε κοντά του ἀρκετὸ καιρό. Στὸ διάστημα αὐτὸ σὰν τὴ μέλισσα ρούφηξε ἀπὸ τὸν καθηγητὴ τῆς ἀσκήσεως ὅτι καλὸ μπόρεσε νὰ δεῖ καὶ ν’ ἀκούσει μὲ ἀποτέλεσμα ἡ καρδιά του νὰ σκλαβωθεῖ ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὴν ἀγάπη τῆς ἄλλης, τῆς μακαριᾶς ζωῆς.



Πλησίον στὸν πολύπειρο ἀγωνιστὴ τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἀρετῆς ἔμαθε ὁ ἁγνὸς νέος νὰ ζεῖ σὲ μία θεϊκὴ ἀνάταση. Ἡ ζωντανὴ προσευχή, ἡ προσεκτικὴ μελέτη, ἡ ἀνάλογη περισυλλογὴ καὶ ὁ αὐστηρὸς αὐτοέλεγχος ἦταν ἡ καθημερινὴ ἀπασχόλησή του. Μὲ τὰ μέσα τοῦτα τὰ πνευματικὰ ὁ ζηλωτὴς νέος ἀγωνίστηκε ν’ αὐξήσει τὶς διανοητικές του δυνάμεις καὶ νὰ ἀποκτήσει σιγά – σιγὰ τὰ ἐφόδια ποὺ χρειαζόταν γιὰ τοὺς κατοπινούς του ἀγῶνες. Ἐδῶ συνήθισε ἀκόμη ν’ ἀξιοποιεῖ τὸν χρόνο του καὶ νὰ ἱεραρχεῖ τὶς ἀνάγκες του. Ἔτσι ἔγινε ἕνας θεοκεντρικὸς ἄνθρωπος. Κύριο σκοπὸ τῆς ὑπάρξεώς του ἔβαλε ν’ ἀρέσει στὸν Θεό. Καὶ ὅλες του οἱ δυνάμεις, ὅλες του οἱ προσπάθειες, ὅλοι του οἱ ἀγῶνες σὲ τοῦτο καὶ μόνο στράφηκαν: Στὸ πῶς νὰ καλλιεργήσει μέσα του τὸ «κατ’ εἰκόνα», γιὰ νὰ ἐπιτύχει «τὸ καθ’ ὁμοίωσιν». Στὸ πῶς ν’ ἀναπτύξει τὰ χαρίσματα μὲ τὰ ὁποῖα τὸν ἐπροίκισε ὁ Πανάγαθος Θεός, γιὰ νὰ ἐπιτύχει νὰ γίνει κάποια μέρα γνήσια εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἕνας ἀληθινὸς ἄνθρωπος ἀρετῆς. Ἕνας Ἅγιος.



Μὲ τούτη τὴν ἀπόφαση καὶ τοῦτο τὸν πόθο καὶ σκοπὸ ὡς θησαυρὸ πολύτιμο στὴν ψυχὴ του ἀποχαιρέτησε κάποιο πρωινὸ τὸν πνευματικό του πατέρα καὶ καθοδηγητὴ τῆς ἐρήμου Ἀντώνιο καὶ πῆρε τὸν δρόμο τῆς ἐπιστροφῆς στὴν πατρίδα του. Ποθοῦσε νὰ δεῖ τοὺς γονεῖς του, γιατί ἔμαθε πὼς δὲν ἦσαν καλὰ στὴν ὑγεία. Καὶ ἀκόμη ἤθελε νὰ τακτοποιήσει καὶ μερικὰ περιουσιακὰ στοιχεῖα, ποὺ ἦσαν ἐκκρεμῆ.



Σὰν ἔφθασε, πῆγε καὶ κτύπησε τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του. Κάποιος γείτονας ποὺ ἄκουσε τὸ κτύπημα, βγῆκε καὶ τοῦ εἶπε πὼς τόσο ὁ πατέρας ὅσο καὶ ἡ μητέρα του εἶχαν ἐδῶ καὶ ἀρκετὸ καιρὸ φύγει ἀπὸ τοῦτο τὸν κόσμο. Λυπημένος ὁ φιλόστοργος νέος καὶ ἀκολουθούμενος ἀπὸ τὸν γείτονα τράβηξε πρὸς τὸ κοιμητήριο. Πάνω ἀπὸ τὸ χῶμα τοῦ τάφου ποὺ σκέπαζε τ’ ἀγαπημένα πρόσωπα, γονάτισε. Γιὰ ὦρες ἔμεινε ἐκεῖ προσευχόμενος μὲ ἱερὴ κατάνυξη.



Στὴν πατρίδα του ὁ ἐραστὴς τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς δὲν στάθηκε γιὰ πολύ. Ἀφοῦ μοίρασε τὴν πατρικὴ περιουσία στοὺς πτωχοὺς καὶ ἀποχαιρέτησε τοὺς γνωστούς, ἀνεχώρησε. Γεμάτος ἀποφασιστικότητα προχώρησε γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τοῦ ἱεροῦ σκοποῦ του. Τὰ λόγια τοῦ θείου Παύλου «ἐμοὶ κόσμος ἐσταύρωται καὶ ἐγὼ τῷ κόσμῳ» (Γαλατ. στ’ 14) ἀντηχοῦσαν δυνατὰ μέσα του καὶ τοῦ γέμιζαν τὴν ψυχὴ ἀπὸ ἀληθινὴ εὐτυχία. Ὅλος ὁ κόσμος μὲ τὶς δόξες καὶ τὶς τιμὲς μὰ καὶ τὰ Πλούτη καὶ τὶς ἡδονὲς καὶ ὅλα τὰ θέλγητρά του σταυρώθηκαν καὶ νεκρώθηκαν γιὰ τὸν εὐγενικὸ νέο. Τίποτα ἀπ’ αὐτὰ δὲν μποροῦσε νὰ τὸν τραβήξει ἢ νὰ τὸν συγκινήσει. Μὰ καὶ κανένα ἄλλο ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ λέγονται ἀγαθὰ τοῦ κόσμου τούτου, δὲν ἦταν δυνατὸ νὰ τὸν δελεάσει καὶ νὰ τοῦ μεταλλάξει τὴν ἀγάπη καὶ τὴν ἀφοσίωσή του στὸν Σωτήρα Χριστό. Καύχηση καὶ χαρά του ἦταν μόνο Αὐτός, ποὺ πέθανε πάνω στὸν σταυρὸ γιὰ τὶς ἁμαρτίες του, μὰ καὶ γιὰ τὶς ἁμαρτίες ὅλων ἐκείνων ποὺ θὰ πίστευαν σ’ Αὐτόν. Τὸ ὄνομά Του ἀνέλαβε νὰ κηρύξει. Καὶ τὸ κηρύττει παντοῦ.



«Οὐκ ἐστὶν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία, οὐδὲ γὰρ ὄνομα ἐστὶν ἕτερον ὑπὸ τὸν οὐρανὸν τὸ δεδομένον ἐν ἀνθρώποις ἐν ὢ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» (Πράξ. δ’ 12). Κανένα ἄλλο πρόσωπο δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς ἐξασφαλίσει τὴν σωτηρία. Κανένα ἄλλο ὄνομα δὲν ἔχει δοθεῖ ἀπὸ μέρους τοῦ Θεοῦ, ποὺ νὰ μπορεῖ νὰ μᾶς σώσει. Μόνο ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Σωτήρ. Σ’ Αὐτὸν ἂς πιστέψουμε ὅλοι. Αὐτὰ μὲ παρρησία καὶ ζωντάνια κηρύττει παντοῦ ὁ νέος Ἱεραπόστολος. Καὶ τὸ κήρυγμά του συγκινεῖ καὶ ἐνθουσιάζει. Μὰ καὶ πείθει καὶ οἰκοδομεῖ. Ἕνα μεγάλο ποσοστὸ ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες ποὺ κατοικοῦσαν στὶς περιοχὲς ἐκεῖνες τῆς Γάζας καὶ τῆς Νότιας Παλαιστίνης δέχτηκαν τὸ κήρυγμα τῆς σωτηρίας χάρη στὸν Ἅγιο καὶ ἔγιναν χριστιανοί. Ἀλλὰ καὶ οἱ αἱρετικοὶ ποὺ ζοῦσαν στὰ μέρη ἐκεῖνα, στὸ πρόσωπο τοῦ Ὁσίου βρῆκαν τὸν σθεναρὸ καὶ ἀκαταμάχητο πρόμαχο τῆς Ὀρθοδοξίας.



Ἀφοῦ γιὰ ἕνα χρονικὸ διάστημα ὁ ζηλωτὴς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἱεραποστολικὸ ἔργο, κατόπιν ἀποσύρθηκε στὴν ἀγαπημένη του ἔρημο. Ἐκεῖ κοντὰ στὸ λιμάνι τοῦ Μαϊουμᾶ προχώρησε καὶ ἔστησε τὸ ἡσυχαστήριό του. Τριάντα ἑπτὰ χρόνια πέρασε στὸ μέρος αὐτό. Τριάντα ἑπτὰ ὁλόκληρα χρόνια αὐστηρῆς ἀσκήσεως.



Ἕνας τρίχινος σάκος, ποὺ ταλαιπωροῦσε τὸ κορμί του, ἦταν τὸ φόρεμά του χειμώνα – καλοκαίρι. Στὸν λαιμὸ ἔφερε μία δερμάτινη λωρίδα, δῶρο τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα, τοῦ Μεγάλου Ἀντωνίου. Κατοικία του εἶχε μία σπηλιὰ μ’ ἕνα στενότατο κελί. Καὶ τροφή του λίγα ξερὰ σύκα καὶ μερικὰ ἀγρία χόρτα. Μὲ τὴν αὐστηρή του τούτη ἐγκράτεια, ἀλλὰ καὶ τὴν θερμὴ καὶ ἀδιάλειπτη προσευχὴ καὶ τὴν συνεχὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀγωνιζόταν κάθε μέρα γιὰ ἕνα πράγμα μόνο:



Στὸ πῶς νὰ ἀρέσει στὸν Θεό.



Σὰν τὸ χρυσάφι ποὺ δοκιμάζεται στὴ φωτιά, ἔτσι καὶ αὐτὸς δοκιμάστηκε τοῦτο τὸν καιρὸ ἀπὸ τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς ποὺ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐπέτρεψε νὰ τοῦ ἔρθουν γιὰ προσωπική του ὠφέλεια καὶ δοκιμή. Ὅμως μὲ τὸ νὰ ἔχει τὴν σκέψη του στραμμένη στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν καρδιά του καθαρὴ ἀπὸ κάθε ἀκάθαρτο λογισμὸ κατόρθωσε καὶ τοὺς πειρασμοὺς νὰ ξεπεράσει καὶ αὐτὸς ἀπρόσβλητος νὰ μένει. Κάτι περισσότερο. Πέτυχε νὰ γίνει ἡ ψυχή του κατοικητήριο Αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὥστε τίποτα στὸν κόσμο νὰ μὴν τὸν φοβίζει καὶ νὰ μὴ τὸν ταράσσει.



Τὸ παρακάτω περιστατικὸ εἶναι ἐνδεικτικό του θάρρους καὶ τῆς τόλμης ποὺ διέκρινε τὸν Ὅσιο.



Κάποτε ἐκεῖ στὴν ἐρημιά, στὴν ἀρχὴ ποὺ πῆγε, μιὰ συμμορία ἀπὸ ληστὲς τὸν εἶχε ἐπισημάνει καὶ τὸν πλησίασε μὲ κακὲς διαθέσεις.



- Τί θὰ ἔκαμνες, καλόγηρε, ἂν ἐδῶ στὴν ἐρημιὰ ποὺ εἶσαι μόνος, σοῦ ἐπετίθεντο ληστές; τὸν ρώτησε μὲ προσποιητὴ ἀφέλεια ὁ ἀρχηγός τους.

- Τί ἔχει νὰ φοβηθεῖ ἕνας γυμνὸς σὰν καὶ ἔμενα; ἀπήντησε μὲ πραότητα κι ἀταραξία ὁ ἐρημίτης.

- Καὶ ἂν σὲ σκοτώσουν; πρόσθεσε ὁ ληστής.



- Ὁ θάνατος δὲν φοβίζει ἐκεῖνον, ποὺ εἶναι ἕτοιμος νὰ πεθάνει, ξανάπε ὁ ἐρημίτης. Ὁ θάνατος κλείει τούτη τὴν ζωὴ τὴν προσωρινή. Μὰ ἀνοίγει τὴν ἄλλη, τὴν αἰώνια, τὴν πραγματική. Σ’ αὐτὴν βαδίζουμε ὅλοι.



Τὰ λόγια του αὐτὰ καὶ ὁ τρόπος μὲ τὸν ὁποίο τὰ εἶπε ἔκαμαν τοὺς ληστὲς σκεφτικούς. Ἀπομακρύνθηκαν σιωπηλοί, γιὰ νὰ ξαναγυρίσουν σὲ λίγο. Κάθισαν μπροστὰ στὸ κελί του καὶ ἄρχισαν νὰ ζητοῦν ἀπὸ αὐτὸν πιὸ πολλὲς ἐξηγήσεις. Στὸ τέλος ὁμολόγησαν τὸν σκοπό τους καὶ μὲ δάκρυα γονάτισαν μπροστά του καὶ ζήτησαν συγχώρηση. Ὁ Ἅγιος τοὺς συγχώρησε καὶ ἐξακολούθησε τὴν διδασκαλία του. Ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη συνεχίστηκαν οἱ ἐπισκέψεις μὲ ἀποτέλεσμα στὸ τέλος νὰ πιστέψουν καὶ νὰ βαπτιστοῦν ὄχι μονάχα αὐτοί, ἀλλὰ καὶ ἄλλοι ὁμοεθνείς τους ποὺ κατοικοῦσαν στὴν πόλη τῆς Ἰδουμαῖας, Ἐλούζη. Ἔτσι ὁ Ἅγιος πῆρε τὸν τίτλο: Ἀπόστολος τῶν Σαρακηνῶν.



Ἡ φήμη τῆς ἁγιότητας τοῦ ὁσίου διαδόθηκε τόσο πολύ, ὥστε νωρὶς πλήθη ἀπὸ μοναχοὺς συγκεντρώθηκαν γύρω του, γιὰ ν’ ἀκοῦνε τὰ λόγια του καὶ νὰ ἔχουν τὴν πνευματικὴ καθοδήγησή του. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ πολλὰ μοναστήρια φύτρωσαν σὲ ὅλη ἐκείνη τὴν περιοχή. Γιὰ τοῦτο δίκαια θεωρεῖται ὁ ἱερὸς ἀσκητὴς ὡς ὁ εἰσηγητὴς τοῦ μοναχισμοῦ στὴν Παλαιστίνη, καθὼς καὶ ὁ Μέγας Ἀντώνιος εἰσηγητὴς τοῦ μοναχισμοῦ στὴν Αἴγυπτο.



Στὴ μεγάλη φήμη τοῦ Ἱλαρίωνα, πολὺ συνέβαλε καὶ τὸ θαυματουργικό του χάρισμα. Πολλά, πάρα πολλὰ θαύματα ἀναφέρονται σ’ αὐτόν. Θεραπεῖες διαφόρων ἀσθενειῶν καὶ δαιμονισμένων.



Ἡ ἀγάπη του σὲ ὅσους ἔπασχαν ἀπὸ κάτι ἦταν συγκινητική. Ἕνα πράγμα δὲν ἀνεχόταν ὁ καλοκάγαθος ἐρημίτης: Τὴν πλεονεξία καὶ τὴ φιλαργυρία στοὺς μοναχούς.



Σὰν παρατηροῦσε μία τέτοια ἀδυναμία σὲ κάποιον, τότε ὁ Ἅγιος φρόντιζε νὰ καλέσει ἐκεῖνον τὸν μοναχὸ κοντά του καὶ νὰ τὸν συμβουλέψει. Ὅταν ὅμως ἐκεῖνος περιφρονοῦσε τὶς συμβουλές του καὶ συνέχιζε νὰ διατηρεῖ τὸ πάθος του, τότε κι αὐτὸς ἔσπευδε νὰ διακόψει κάθε σχέση καὶ ἐπαφὴ μαζί του. Κάτι περισσότερο. Ἀρνιόταν καὶ νὰ τὸν δεχθεῖ νὰ πάρει κάτι, ποὺ προερχόταν ἀπὸ τὸν κῆπο του. Ἕνα λάχανο, γιὰ παράδειγμα ἢ ἕνα καρπό.



Μιὰ φορὰ ἕνας τέτοιος φιλάργυρος μοναχός, ποὺ παρὰ τὶς ὑποδείξεις τοῦ Ἁγίου, συνέχιζε νὰ μένει ἀδιόρθωτος, ἔστειλε λάχανα σ’ αὐτὸν ἀπὸ τὸν κῆπό του, γιὰ νὰ τὸν ἐξευμενίσει.



Στὸν μαθητή του Ἠσύχιο ποὺ ἔφερε τὸ δῶρο γιὰ νὰ τὸ δείξει σ’ αὐτὸν καὶ νὰ τὸ καμαρώσει, ὁ συνεπὴς στὶς ἀρχές του ἀσκητὴς εἶπε: Βρωμοῦν αὐτὰ τὰ λάχανα, Ἠσύχιε, βρωμοῦν...



– Τὰ ἔχω πλύνει καλά, Ἀββᾶ, ἐξήγησε ὁ μαθητής.

– Καὶ ὅμως σὲ βεβαιώνω πὼς βρωμοῦν, ἐπανέλαβε ὁ Ἅγιος. Βρωμοῦν ἀπὸ φιλαργυρία!



Καὶ δὲν τὰ ἄγγισε. Ναί! δὲν δέχτηκε νὰ τ’ ἀγγίσει.



Ὑπερβολικὴ αὐστηρότης θὰ ποῦν μερικοί. Συνέπεια λέγουμε ἐμεῖς. Συνέπεια! Τὸ στοιχεῖο ποὺ λείπει ἀπὸ τὴν ζωὴ τῶν συγχρόνων χριστιανῶν. Ἡ ἀρετὴ ποὺ πρέπει νὰ προσεχθεῖ ἰδιαίτερα σήμερα καὶ νὰ γίνει ἀχώριστος σύντροφος τῆς ὅλης ζωῆς μας, ἂν θέλουμε νὰ μὴ νοθευτεῖ περισσότερο καὶ νὰ καταντήσει ἀγνώριστη ἡ Ὀρθόδοξη Πίστη μας μὲ τὶς συνεχεὶς ὑποχωρήσεις μας καὶ τὶς σκοπιμότητές μας.





Οἱ καθημερινὲς ἐπισκέψεις στὸ κελὶ τοῦ Ἅγιου γιὰ θεραπεία καὶ συνομιλία μ’ αὐτὸν εἶχαν γίνει τόσες πολλὲς μὲ τὸν καιρό, ποὺ ὁ μακάριος ἀσκητὴς πῆρε τὴν ἀπόφαση νὰ φύγει ἀπὸ τὸν τόπο ἐκεῖνο. Καὶ τὸ ἔκαμε.



Παρὰ τὶς παρακλήσεις τῶν γνωστῶν του, ποὺ μὲ δάκρυα τὸν προέπεμψαν στὸ τέλος, ὁ Ἱλαρίων στὴν ἡλικία τῶν 63 περίπου χρόνων ἔφυγε ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη. Στὴν ἀρχὴ κατευθύνθηκε στὴν Αἴγυπτο. Μὲ συνοδεία μερικοὺς μαθητές του προχώρησε καὶ ἔφτασε στὸ ἀναχωρητήριο τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου. Ὁ μεγάλος ἐρημίτης εἶχεν ἤδη πεθάνει. Δύο μαθητές του ἀνέλαβαν τὴν ξενάγησή τους. Μὲ βαθιὰ συγκίνηση ὁ Ἱλαρίων καὶ οἱ συνοδοί του ἐπισκέφθηκαν καὶ στάθηκαν στὰ μέρη ποὺ ὁ θεμελιωτὴς τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς συνήθιζε νὰ προσεύχεται, νὰ ἐργάζεται, νὰ ἀπασχολεῖται...



Ὕστερα ἀπὸ λίγες μέρες παραμονή τους στὸν τόπο ἐκεῖνο, ὁ Ἅγιος προχώρησε μὲ τὴν συνοδεία του καὶ ἀπὸ τὴ μία ἔρημο στὴν ἄλλη κατέβηκε σὲ μία παραλιακὴ πόλη τῆς Λιβύης, τὴν Ἄβασσο.



Τὴν ἐποχὴ αὐτὴ στὸν θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀνέβηκε ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης (361 – 363). Οἱ Ἀρειανοὶ ποὺ ἀναθάρρησαν ἀπὸ τὴ στάση τοῦ αὐτοκράτορα ἄρχισαν ν’ ἀναζητοῦν τὸν Ἅγιο γιὰ νὰ τὸν κακοποιήσουν. Ὁ Ἱλαρίων σὰν τὸ ἔμαθε, ἔφυγε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ καὶ μὲ πλοῖο πέρασε στὴν Σικελία καὶ μετὰ στὴν Δαλματία.



Τὰ πολλὰ θαύματα, ποὺ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ ἔκανε στὰ μέρη ποὺ περνοῦσαν, προσείλκυαν καθημερινὰ στὸν τόπο ποὺ διέμενε πλήθη ἀνθρώπων, ποὺ ἔπασχαν ἀπὸ διάφορες ἀρρώστιες. Τοῦτο ὅμως ἐμπόδιζε τὸν Ὅσιο νὰ χαρεῖ τὴ θεόγνωστη ἡσυχία ποὺ διψοῦσε. Γι’ αὐτό, κάποια μέρα ποὺ βρῆκε ἕνα πλοῖο ποὺ ταξίδευε στὴν Κύπρο, μπῆκε μέσα γιὰ τὸ νησί.



Στὸ ταξίδι ἕνα πλοῖο ληστρικὸ τοὺς κυνήγησε. Οἱ ταξιδιῶτες, ποὺ τὸ εἶδαν, τρόμαξαν κυριολεκτικὰ καὶ ἄρχισαν νὰ κλαῖνε. Ὁ Ἅγιος ὅμως τοὺς ἐνίσχυσε καὶ στὸ τέλος τοὺς ἔσωσε. Τὴν ὥρα ποὺ τὸ ἐχθρικὸ πλοῖο τοὺς πλησίαζε καὶ ἑτοιμαζόταν νὰ τοὺς κτυπήσει, ὁ Ἱλαρίων ἔριξε μία πέτρα ἀνάμεσα στὰ δυὸ πλοῖα. Ἕνα τεῖχος ὀρθώθηκε μπροστὰ στοὺς ληστὲς ποὺ δὲν τοὺς ἄφησε νὰ προχωρήσουν. Ἔτσι ἀσφαλισμένο πιὰ τὸ πλοῖο μὲ τὸν Ἅγιο συνέχισε τὸ ταξίδι του καὶ ἔφτασαν στὴν Πάφο.



Ἡ πόλη, ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ Ἅγιος Νεόφυτος, ἦταν τότε καταστρεμμένη ἀπὸ σεισμοὺς ἐξ αἴτιας τῆς ἀσέβειας τῶν κατοίκων της. Ἔξω ἀπὸ αὐτὴ καὶ ἀνάμεσα στὰ ἐρείπια συνέχισε ὁ Ἅγιος τους ἀσκητικούς του ἀγῶνες. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ στὸ μέρος αὐτὸ ἄρχισαν νὰ τὸν ἐπισκέπτονται πολλοὶ γιὰ θεραπεία, δυὸ χρόνια μόνο ἔμεινε στὸν τόπο ἐκεῖνο. Ἀπὸ ἐκεῖ προχώρησε καὶ ἔφτασε στὸ μεγάλο καὶ δύσβατο βουνό, μὲ τὰ πανύψηλα δένδρα καὶ τὰ πολλὰ νερά. Μὰ καὶ τὸν εἰδωλολατρικὸ ναὸ ποὺ ἦταν ἀφιερωμένος κατὰ τὴν παράδοση στὴν «θεὰ τοῦ ἔρωτα». Στὸν τόπο αὐτὸ ἔστησε ὁ Ἅγιος τὸ ἡσυχαστήριό του. Πέντε χρόνια ἔζησε ἐκεῖ. Χρόνια δημιουργικά, εὐλογημένα.



Μὲ τὴν διδασκαλία του τὴν ζωντανὴ καὶ τὰ πολλὰ τοῦ θαύματα σιγά – σιγὰ ἡ λατρεία τῶν εἰδώλων ἐκτοπίσθηκε καὶ τὴν θέση της πῆρε ἡ ἀληθινὴ θρησκεία τοῦ γλυκύτατου Ἰησοῦ.



Στὴν ἡλικία τῶν ὀγδόντα χρόνων ὁ θαυματουργὸς ἀσκητὴς ἀρρώστησε. Ἀφοῦ κάλεσε κοντά του τὰ πνευματικά του παιδιὰ καὶ τὰ συνεβούλεψε νὰ μένουν πιστὰ μέχρι θανάτου στὴν διδασκαλία τοῦ Κυρίου, τὰ εὐλόγησε καὶ ἀφῆκε τὴν ἁγνὴ ψυχή του νὰ μεταπηδήσει στοὺς πάμφωτους κόσμους τοῦ οὐρανοῦ (371 μ.Χ.).



Οἱ Κύπριοι θρήνησαν μὲ τὴν καρδιά τους τὸν ἀγαπημένο τους ἐρημίτη καὶ ἔθαψαν μὲ μεγάλες τιμὲς τὸ σκήνωμά του στὸν χῶρο ἐκεῖνο.



Δυστυχῶς τὸ λείψανο τοῦ μεγάλου θαυματουργοῦ δὲν ἔμεινε γιὰ καιρὸ στὸ νησί μας. Οἱ χριστιανοὶ τῆς Παλαιστίνης, σὰν ἔμαθαν τὸν θάνατο τοῦ Ὁσίου, ἔστειλαν ἐδῶ τὸν μαθητή του Ἠσύχιο, ὁ ὁποῖος μὲ τρόπο ἀνέσκαψε τὸν τάφο. Χωρὶς νὰ τὸν ἀντιληφθεῖ κανένας πῆρε τὰ ἱερὰ λείψανα καὶ τὰ μετέφερε στὴν Παλαιστίνη. Ἐκεῖ οἱ χριστιανοὶ τὰ ἐναπέθεσαν μὲ ξεχωριστὲς τιμὲς στὴ Μονὴ τοῦ Μαϊουμᾶ.



Ὅμως ἂν τὰ ἱερὰ λείψανα τοῦ μεγάλου ἀσκητὴ ἀφαιρέθηκαν καὶ μεταφέρθηκαν μακριὰ ἀπὸ τὸ φιλόξενο νησὶ τῆς Κύπρου, ποὺ ὁ ἴδιος διάλεξε γιὰ ἐπίγεια κατοικία του, ἡ πνευματικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου παραμένει στὴ μαρτυρική μας πατρίδα. Παραμένει μὲ τὰ θαύματα ποὺ γίνονται ἀκόμη καὶ σήμερα στὸν τόπο ὅπου θάφτηκε ἀρχικά. Παραμένει ἀκόμη μὲ τοὺς ναοὺς ποὺ ἔχουν ἀφιερωθεῖ στὴν χάρη του καὶ τὶς πάμπολλες εἰκόνες του ποὺ εἶναι ἐγκατεσπαρμένες στὸ νησί μας.


Ὅλα αὐτὰ ἀποτελοῦν μία ζωντανὴ πνευματικὴ παρουσία τοῦ Ἁγίου στὸν τόπο μας. Γιατί ὅλα αὐτά μας μιλοῦν γιὰ τὸν φλογερὸ καὶ ἀκατάβλητο ἀγωνιστὴ τοῦ καλοῦ καὶ τῆς ἀρετῆς. Τὸν ἀγωνιστὴ μὲ τὴν Ἁγία ζωή, τὴν ζωὴ τῆς συνέπειας καὶ τοῦ ἡρωισμοῦ. Τὸν ἀγωνιστὴ ποὺ πάλεψε καὶ νίκησε τὴν σάρκα καὶ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Ἀλλὰ καὶ τὸν ἀγωνιστὴ ποὺ ζητάει καὶ θέλει μιμητές. «Μιμητοί μου γίνεσθε καθὼς καγῶ Χριστοῦ» μας φωνάζει. Θὰ θελήσουμε οἱ σημερινοὶ κάτοικοι τοῦ πονεμένου αὐτοῦ νησιοῦ ν’ ἀφουγκρασθοῦμε καὶ ν’ ἀκούσουμε τὴν σωστικὴ τούτη πρόσκληση; Θὰ θελήσουν πρὸ παντὸς οἱ νέοι του καιροῦ μας νὰ τραβήξουν κόντρα στὸ ρέμα τῆς σαρκολατρείας γιὰ νὰ ζήσουν μία ζωὴ ἀνώτερη, μιὰ ζωὴ ἁγνή, καὶ ἀληθινὰ χριστιανική; Τὸ εὐχόμαστε μετὰ κραυγῆς ἰσχυρᾶς. Τοὶς τοῦ Ἁγίου Ἱλαρίωνος πρεσβείαις ὁ Θεός, ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Ἐγκρατείας τῇ αἴγλῃ λαμπρυνθεὶς τὴν διάνοιαν, ἤστραψας θαυμάτων ἀκτῖνας Ἱλαρίων Πατὴρ ἡμῶν, καὶ γέγονας φωστὴρ περιφανής, καὶ στῦλος εὐσεβείας θεαυγής, καταυγάζων τῇ ἐνθέῳ σου βιοτῇ, τοὺς πίστει προσιόντας σοι. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος.
Ὡς φωστῆρα ἄδυτον, τοῦ νοητοῦ σε Ἡλίου, συνελθόντες σήμερον, ἀνευφημοῦμεν ἐν ὕμνοις· ἔλαμψας, τοῖς ἐν τῷ σκότει τῆς ἀγνωσίας, ἅπαντας, ἀναβιβάζων πρὸς θεῖοv ὕψος, Ἱλαρίων τοὺς βοῶντας· χαίροις ὦ Πάτερ, τῶν Ἀσκητῶν ἡ κρηπίς.

Μεγαλυνάριον.
῎Ωφθης ὡς ἐλαία καρποτελής, ἐν οἴκῳ Κυρίου, Ἱλαρίων Πατῆρ ἡμῶν, ἔργων σου ἐλαίῳ, φαιδρῶς καθιλαρύνων, Χριστοῦ τὴν Ἐκκλησίαν, σὲ μεγαλύνουσαν.






Οἱ Ἅγιοι Γάϊος, Δάσιος καὶ Ζωτικὸς οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ βρίσκονταν στὴ Νικομήδεια καὶ ἀπὸ θεῖο ζῆλο ἐμπνεόμενοι, πῆγαν καὶ γκρέμισαν τὰ εἴδωλα τῶν Ἑλλήνων μέσα στοὺς ναούς.

Ἔπειτα φανερώθηκαν μόνοι τους καὶ ὑπέστησαν φοβερὰ βασανιστήρια. Τοὺς κρέμασαν ἐπάνω σὲ ξύλα καὶ ἔτριψαν τὶς σάρκες τους μὲ πανιὰ ὑφασμένα ἀπὸ τρίχες κατσίκας.
Ἔπειτα, ἀφοῦ ἔδεσαν πέτρες στὸ λαιμό τους, τοὺς ἔριξαν στὴ θάλασσα καὶ ἔτσι ὅλοι ἔλαβαν μαρτυρικὸ τέλος.






Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Ἀσκητὴς ἐν Ἄθῳ

Γεννήθηκε κατὰ τὸν 14ο αἰώνα στὴ Χρυσούπολη τῆς Μακεδονίας (κοντὰ στὴν Καβάλα), οἱ δὲ γονεῖς του ἦταν ἀπὸ κάποια ἐπαρχία τῆς Μ. Ἀσίας καὶ συγκεκριμένα ἀπὸ τὴν πόλη Ἐλατεία. Γιὰ τὸ φόβο τῶν Ἀγαρηνῶν ἦλθαν στὴν Χρυσούπολη, ὅπου πέθανε ὁ πατέρας, ἀφοῦ γεννήθηκαν τὰ δυὸ παιδιά του.

Τὰ παιδιὰ αὐτὰ τὰ ἅρπαξαν οἱ Τοῦρκοι καὶ ὁ πόνος τῆς μάνας τους Εὐδοκίας ἦταν μεγάλος καὶ γιὰ νὰ τὸν ἐλαφρύνει, κλείστηκε σὲ γυναικεῖο μοναστήρι. Κάποτε ὅμως, σὲ μιὰ πανήγυρη ἐνὸς ἀνδρικοῦ μοναστηριοῦ συνάντησε τὰ δυὸ παιδιά της καὶ μὲ μεγάλη συγκίνηση ἄκουσε τὴν ἱστορία τῆς σωτηρίας των, ἀπὸ τὰ χείλη τοῦ ἡγουμένου.

Ὁ Θεόφιλος ἔτσι ἦταν τὸ πρῶτο του ὄνομα, ἔδειξε μεγάλη προθυμία στὸ μοναστήρι αὐτὸ καὶ ἐκάρη μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Φιλόθεος. Κατόπιν πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὅπου οἱ ἀσκητικοί του ἀγῶνες ἔγιναν παράδειγμα σὲ πολλοὺς ἀδελφούς.
Πέθανε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 84 χρονῶν, ἀφοῦ μόρφωσε πνευματικὰ στὸν τόπο ἐκεῖνο πολλοὺς μοναχούς.






Οἱ Ἅγιοι Ἀνδρέας, Στέφανος, Παῦλος καὶ Πέτρος οἱ Μάρτυρες
Στοὺς Συναξαριστὲς ὀνομάζονται νεοφανεῖς Ἅγιοι καὶ μαρτύρησαν ἐπὶ Κωνσταντίνου τοῦ Κοπρώνυμου.

Ἀπ’ αὐτοὺς ὁ Ἀνδρέας ἦταν μοναχὸς ἀπὸ τὴν Κρήτη καὶ ἀφοῦ ἔλεγξε τὸν Κοπρώνυμο ἀποκεφαλίστηκε καὶ τάφηκε "ἐν τῇ Κρίσει" (17 Ὀκτωβρίου).
Οἱ δὲ ὑπόλοιποι τρεῖς, μᾶλλον μοναχοὶ καὶ αὐτοί, ἀφοῦ ὑπερασπίστηκαν μὲ σθένος τοὺς ὀρθόδοξους ἱεροὺς κανόνες, ἀποκεφαλίστηκαν ἀπὸ τὸν Κοπρώνυμο.







Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας ὁ Ὁσιομάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.






Οἱ Ἅγιοι Θεοδότη καὶ Σωκράτης ὁ Πρεσβύτερος
Ἔζησαν τὸν 3ο αἰώνα μ.Χ., ὅταν βασιλιὰς ἦταν ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Σεβῆρος, καὶ μαρτύρησαν στὴν Ἄγκυρα.

Ἡ Θεοδότη, ἀπὸ εὐγενικὴ οἰκογένεια, ἦταν θαρραλέα στὴν πίστη καὶ ὅπου καὶ ἂν βρισκόταν μιλοῦσε γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο καὶ προσπαθοῦσε νὰ αὐξάνει τὸν ἀριθμὸ τῶν ἀφοσιωμένων στὴν λατρεία τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ πρεσβύτερος Σωκράτης, ἦταν ἱερέας ἀπὸ ἐκείνους, ποὺ δὲν λειτουργοῦν μόνο, ἀλλὰ καὶ φωτίζουν καὶ οἰκοδομοῦν, στὴν ἀνάγκη μάλιστα εἶναι ἕτοιμοι νὰ θυσιαστοῦν γιὰ τὴν πίστη καὶ τὸ ποίμνιό τους. Στὴν ἐργασία του αὐτὴ ὁ Σωκράτης, εἶχε πολύτιμο βοηθὸ τὴν εὐσεβῆ Θεοδότη, ποὺ μὲ τὴν διδασκαλία της, προπαρασκεύαζε εἰδωλολάτρισσες γυναῖκες στὴ γνώση τῶν ἀληθειῶν τῆς πίστης καὶ στὴν ἀποδοχὴ τοῦ ἁγίου βαπτίσματος.
Ἔτσι λοιπόν, καταγγέλθηκαν καὶ οἱ δυὸ γιὰ τὶς ἐνέργειές τους αὐτές, συνελήφθησαν καὶ μὲ ἀπειλὲς καὶ μαρτύρια τοὺς ἐξανάγκαζαν νὰ θυσιάσουν στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ἡ γυναίκα καὶ ὁ ἱερέας, ἀπέκρουσαν μὲ ἀγανάκτηση τὴν ἀσεβῆ πρόταση, καὶ σφράγισαν τὴν ὁμολογία τῆς πίστης τους μὲ τὸ αἷμα τους, ἀφοῦ ὑπέστησαν θάνατο μὲ ἀποκεφαλισμό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάβαλε.
Ἀθλήσεως αἵμασι, τὴν ἱεράν σου στολήν, ἐνθέως ἐλάμπρυνας, ὑπὲρ τῆς δόξης Χριστοῦ, τμηθεὶς τὸν αὐχένα σου· ὅθεν ὡς ἱερέα, καὶ στερρὸν ἀθλοφόρον, Σώκρατες σὲ τιμῶμεν, καὶ θερμῶς σοι βοῶμεν· Μὴ παύσῃ καθικετεύων, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Τοῦ Χριστοῦ τῇ χάριτι, καθωπλισμένος, τὸν ἀγῶνα ἤνυσας, τοῦ μαρτυρίου εὐθαρσῶς, καὶ ἐπαξίως δεδόξασθαι, Ἱερομάρτυς ἀοίδιμε Σώκρατες.

Μεγαλυνάριον.
Τον Ἱερομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, Σωκράτην τὸν θεῖον, εὐφημήσωμεν ἐν ᾠδαῖς, χαίροις ἐκβοῶντες, αὐτῷ ἀπὸ καρδίας, ὁ τὸν Χριστὸν δοξάσας, οἰκείοις αἵμασι.







Ὁ Ἅγιος Εὐκράτης (ἢ Εὔκρατος) ὁ Ὁσιομάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ἴσως νὰ πρόκειται γιὰ τὸν Ἅγιο Σωκράτη καὶ κατὰ τὴν ἀντιγραφή, ἀπὸ λάθος, νὰ ἔγινε Εὐκράτης).







Ὁ Ὅσιος Βαροῦχ
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.







Ὁ Ἅγιος Ἀζῆς ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Ὁ Ἅγιος Πλαντῖνος
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο σελ. 115, συνοδευόμενη μὲ αὐτὴ τῆς Ἁγίας Εἰρήνης καὶ Ἁγίας Μαρίνας τῆς Ραϊθοῦ.






Ὁ Ὅσιος Ἰάκωβος
Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου. Ἡ μνήμη του φέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye, χωρὶς βιογραφικὰ στοιχεῖα, παρὰ μόνο μὲ τὴν ἑξῆς φράση: «Μνήμη τοῦ Ὁσίου Ἰακώβου τοῦ γενομένου οἰκονόμου τῆς Μονῆς τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ τοῦ Βαθέος Ρύακος, ὃς ὤρμητο ἐκ τῆς δευτέρας τῶν Καππαδόκων ἐπαρχίας».






Ὁ Ἅγιος Σωκράτης ὁ Ἱερομάρτυρας
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες. Πουθενὰ ἄλλου δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του αὐτὴ τὴν ἡμέρα.
(Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος μὲ τὸν Ἅγιο Σωκράτη, ποὺ ἑορτάζεται τὴν ἴδια ἡμέρα μαζὶ μὲ τὴν Ἁγία Θεοδότη).






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Νεομάρτυρας
Ἦταν υἱὸς ἱερέα καὶ γεννήθηκε στὸ χωριὸ Γεράκι τῆς Μονεμβασιᾶς.

Τὸ 1770 ὅταν οἱ Ἀλβανοὶ ἦλθαν στὴν Πελοπόννησο, ἔσφαξαν τὸν πατέρα του, καὶ αὐτὸν μαζὶ μὲ τὴν μητέρα του, τοὺς ἀπήγαγαν στὴ Λάρισα. Ἦταν τότε ὁ Ἰωάννης 15 χρονῶν. Ἐκεῖ πουλήθηκε μαζὶ μὲ τὴ μητέρα του σὲ κάποιο Τοῦρκο. Ἐπειδὴ ὅμως ὁ Τοῦρκος αὐτὸς δὲν εἶχε παιδιά, θέλησε νὰ υἱοθετήσει τὸν Ἰωάννη ἀφοῦ τὸν ἐξισλαμίσει. Οἱ τεράστιες καὶ ποικίλες προσπάθειες τοῦ Τούρκου γιὰ νὰ ἐξισλαμίσει τὸν Ἰωάννη, δὲν ἔφεραν κανένα καρπό. Ὁ νέος μὲ ὑψηλὸ φρόνημα, διαρκῶς ἔλεγε: «ἐγὼ Τοῦρκος δὲν γίνομαι, ἐγὼ εἶμαι χριστιανὸς καὶ χριστιανὸς θέλω νὰ πεθάνω».

Τότε ὁ Τοῦρκος, μέσα στὸ σπίτι του, ἄρχισε νὰ βασανίζει σκληρὰ τὸν Ἰωάννη. Τὴν περίοδο τοῦ δεκαπενταύγουστου τὸν πίεζε νὰ καταλύσει, καὶ μάλιστα εἶχε βάλει καὶ τὴ μητέρα του νὰ τὸν παρακαλέσει νὰ φάει ἀπὸ τὰ δελεαστικὰ φαγητά. Ἀλλὰ ὁ Ἰωάννης ἀπάντησε: «ἐγὼ εἶμαι γιὸς παπὰ καὶ πρέπει νὰ φυλάττω καλύτερα ἀπὸ τοὺς γιοὺς τῶν λαϊκῶν τοὺς νόμους καὶ τὰ ἔθιμα τῆς Ἁγίας μας Ἐκκλησίας».
Ἐξαγριωμένος ὁ σκληρὸς Τοῦρκος ἀπὸ τὴν στάση τοῦ Ἰωάννη, τὸν μαχαίρωσε στὴν καρδιά, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πεθάνει στὶς 21 Ὀκτωβρίου 1773.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον γόνον σε, Μονεμβασία, ἀνεβλάστησε, καρποφοροῦντα, Ἰωάννη τὰς τῆς πίστεως χάριτας· τῶν γὰρ πατρῴων θεσμῶν ἀντεχόμενος, τοὺς ἐκ τῆς Ἄγαρ ἀθλήσας κατῄσχυνας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Εὐσεβείας δόγμασι, θεοπρεπῶς τεθραμμένος, ἐν ἀθλήσει ἔλαμψας, ὡς εὐπρεπὴς νεανίας· πόνων γάρ, κατατολμήσας, ἰσχύϊ θείᾳ, ἔλυσας, τὰς ἐπινοίας τῶν παρανόμων, καὶ τῷ Λόγῳ Ἰωάννη καθάπερ θῦμα, προσήχθης ἄμωμον.

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης Μακκαβαίων ἐκμιμητής, Ἰωάννη μάκαρ, μαρτυρήσας ὑπὲρ Χριστοῦ· ὅθεν συναυλίζῃ, σὺν τούτοις, ἐν ὑψίστοις, ἡμῖν διαπορθμεύων, χάριν σωτήριον.








Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Χριστοδούλου τοῦ Θαυματουργοῦ
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν 16η Μαρτίου ὅπου καὶ ο βίος του.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.






Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ὁσίου Ἱλαρίωνος Ἐπισκόπου Μεγληνίας (Ρῶσος)
Image
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.







Ὁ Ὅσιος Φίλιππος
Δεν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Οἱ Ὅσιοι Βαρνάβας καὶ Ἱλαρίων οἱ Θαυματουργοί
Image
Πόσο εὐλογημένο εἶναι στ’ ἀλήθεια τῆς Κύπρου τὸ νησί! Ναί! Πλούσια εὐλογημένο ἀπ’ τὴν ἀγαθὴ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ! Καὶ νά! Πρῶτο αὐτὸ μεταξὺ ὅλων τῶν μερῶν τοῦ κόσμου, ὅπως ἀναφέραμε καὶ ἀλλοῦ, δέχτηκε ἀπὸ τρία στόματα ἀποστολικὰ τὸ κήρυγμα τῆς σωτηρίας. Πρῶτο αὐτὸ μεταξὺ ὅλων τῶν μερῶν τοῦ κόσμου ἔχει ἀνάλογα μὲ τὴν ἔκτασή του, νὰ παρουσιάσει τόσους Ἁγίους! Πρῶτο ἀκόμη αὐτὸ ἀξιώθηκε τῆς τιμῆς νὰ φιλοξενήσει στοὺς κόλπους του μέχρι τινός, τόσα ἅγια λείψανα!



Ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ παραχώρησε στὸ νησί μας τὴν τιμὴ τὰ ἅγια λείψανα, ποὺ ἀπὸ γειτονικὲς χῶρες ρίχνονταν στὴ θάλασσα ἀπὸ εὐλαβεῖς χριστιανούς, γιὰ νὰ μὴν ἀφανιστοῦν ἀπὸ βέβηλα χέρια, τὰ λείψανα αὐτὰ νὰ ξεβράζονται ἀπ’ τὴν θάλασσα στ’ ἀκρογιάλια τοῦ νησιοῦ μας, καὶ νὰ βρίσκουν ἐδῶ φιλοξενία καὶ τιμὴ καὶ σεβασμό.



Μέσα στὰ λείψανα αὐτὰ περιλαμβάνονται, θησαυρὸς ἀκριβὸς κι ἀτίμητος, καὶ τὰ λείψανα τῶν Ὁσίων Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίωνος τῶν Θαυματουργῶν.

Τὰ λείψανα αὐτὰ κατὰ τρόπο θαυματουργικὸ μεταφέρθηκαν, ὅπως θὰ δοῦμε παρακάτω, σὲ κάποιο ἀκρογιάλι τῆς Κύπρου, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ προνομιοῦχο χωριό, τὴν Περιστερώνα τοῦ Μόρφου.

Σ’ αὐτὴν ἀργότερα, πιθανότατα στὶς ἀρχὲς τοῦ 11ου αἰώνα, κτίστηκε καὶ ἡ τρίκλιτος θολωτὴ βασιλικὴ μὲ τοὺς πέντε τρούλους καὶ σὲ σχῆμα σταυροῦ, ποὺ καμαρώνουμε ὡς τὰ σήμερα. Σ’ αὐτὴ τὴν περίπυστη ἐκκλησία τοποθετήθηκαν τὰ ἅγια λείψανα.



Δυστυχῶς καὶ γιὰ τοὺς Ἁγίους αὐτοὺς πολὺ ὀλίγα γνωρίζουμε. Ἕνας πέπλος μυστηρίου καλύπτει τὴν ζωή τους. Ὁ Λεόντιος Μαχαιρᾶς στὸ χρονικό του, καθὼς καὶ ὁ Κυπριανὸς στὴν ἱστορία του κατατάσσουν τοὺς Ἁγίους μεταξὺ τῶν 300 λεγομένων Ἀλαμανῶν, ποὺ ἦρθαν στὸ νησί μας μετὰ τὴν Β’ Σταυροφορία καὶ ἀσκήτεψαν σὲ διάφορα μέρη. Μὲ τὴν γνώμη ὅμως αὐτή, ποὺ ὅσο καὶ ἂν φαίνεται πιθανή, συγκρούεται ἡ πληροφορία, ποὺ μᾶς δίνεται τόσο ἀπὸ τὴν παράδοση, ὅσο καὶ ἀπὸ τὸ συναξάρι τῶν Ἁγίων. Σ’ αὐτὸ ἀναφέρεται ρητά, πὼς οἱ Ὅσιοι κατάγονταν ἀπὸ τὴν εὔανδρο Καππαδοκία καὶ ἔζησαν μάλιστα στὰ χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μικροῦ (408 – 456). Καὶ οἱ δύο Ἅγιοι ἦσαν ἀπὸ εὐγενικὲς οἰκογένειες καὶ ὑπηρετοῦσαν στὸν στρατὸ τοῦ βασιλιά, στὸν ὁποῖο μάλιστα καὶ διακρίνονταν γιὰ τὸ παράστημά τους, τὴν ἀνδρεία τους καὶ τὴν ὅλη γενικὰ ζωή τους.



Παρὰ τὸ λαμπρὸ μέλλον ποὺ τοὺς ἀνοιγόταν στὴν ὑπηρεσία τους αὐτή, ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ θεοσεβεῖς ψυχὲς φύτεψαν στὴν ψυχή τους, τοὺς ἔκαμε νωρὶς ν’ ἀφήσουν τὸν στρατὸ καὶ τὴν δόξα ποὺ τοὺς χαμογελοῦσε καὶ ν’ ἀφιερωθοῦν στὸν Χριστὸ. Πόνος καὶ πόθος καὶ παλμὸς καὶ ἀγώνας τους ἕνας καὶ μόνος : Νὰ εὐαρεστήσουν σὲ Αὐτόν.



Γιὰ τὴν ἐκπλήρωση τούτου τοῦ σκοποῦ ἔσπευσαν οἱ τρισμακάριοι ἀπ’ τὴν πρώτη στιγμὴ ν’ ἀπαρνηθοῦν τὸν κόσμο καὶ τὰ τοῦ κόσμου. Ἡ ματαιότητα, τῶν ἐπιγείων πάντοτε, τοὺς συνετάραττε. Στ’ αὐτιά τους δυνατὰ ἀντηχοῦσαν κάθε στιγμὴ οἱ λόγοι τοῦ ὑμνωδοῦ: «Πάντα ματαιότης τὰ ἀνθρώπινα, ὅσα οὒχ ὑπάρχει μετὰ θάνατον οὗ παραμένει ὁ πλοῦτος, οὗ συνοδεύει ἡ δόξα». Ὅλα διαλύονται καὶ χάνονται. Σὰν τὰ φύλλα τοῦ φθινοπώρου μαραίνονται καὶ πέφτουν. Σὰν ἕνα ὄνειρο παρέρχονται καὶ ἐξαφανίζονται. Ἀλίμονο σ’ ἐκείνους ποὺ δίνουν τὴν καρδιὰ τους σ’ αὐτὰ καὶ περιμένουν νὰ γευτοῦν ἀπ’ αὐτὰ ἀληθινὴ χαρὰ καὶ εὐτυχία. Τὰ γνωρίζουν τοῦτα οἱ Ἄγιοι. Γνωρίζουν ἀκόμη ὅτι εἶναι πολλὲς τοῦ πονηροῦ οἱ παγίδες καὶ οἱ πειρασμοί. Γι’ αὐτὸ καὶ σπεύδουν. Ἀπ’ τὴν πρώτη στιγμὴ σπεύδουν ν’ ἀποδεσμευθοῦν ἀπὸ ὅλα ἐκεῖνα ποὺ θὰ τοὺς ἦσαν ἐμπόδιο στὸν ὄμορφο σκοπό, ποὺ ἔταξαν στὴ ζωή τους. Τὰ λόγια τοῦ Κυρίου καὶ ἡ προτροπή του στὸν πλούσιο νεανίσκο ποὺ τὸν ρώτησε τί νὰ κάμει γιὰ νὰ κληρονομήσει τὴν αἰώνια ζωή, τοὺς δείχνει τὸν δρόμο. «Πώλησον τὰ ὑπάρχοντά σου, τοῦ εἶπεν ὁ Κύριος, καὶ δὸς πτωχοὶς καὶ δεῦρο ἀκολούθει μοι». Χωρὶς κανένα δισταγμὸ καὶ ἀμφιταλάντευση σπεύδουν καὶ αὐτοὶ ν’ ἀπαλλαγοῦν ἀπὸ τὰ ἄφθονα ὑλικὰ ἀγαθὰ ποὺ εἶχαν καὶ νὰ ἀπομακρυνθοῦν ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ γεννήθηκαν καὶ μεγάλωσαν. Τὰ ὑλικὰ ἀγαθὰ τὰ πώλησαν καὶ τὸ προϊὸν τὸ διαμοίρασαν στοὺς πτωχούς. Ἀπὸ τὸν τόπο ποὺ γεννήθηκαν ἀπομακρύνθηκαν καὶ τοπικῶς καὶ τροπικῶς.



«Τὴν ἐνεγκαμένην ἀφέντες» κατὰ τὸν συναξαριστὴ «καὶ τὸν σταυρὸν ἐπ’ ὤμων ἀράμενοι» ἔφυγαν γιὰ τὸν μονήρη βίο. Ἐρημικοὺς τόπους διαλέγουν, γιὰ νὰ παραμείνουν. Γιατί «τοὶς ἐρημικοὶς ζωὴ μακαρία ἐστι, θεϊκῶ ἔρωτι πτερουμένοις». Δηλαδὴ εὐλογημένη καὶ μακαρία εἶναι ἡ ζωὴ ἐκείνων ποὺ κατοικοῦν σὲ ἔρημα μέρη, μακριὰ ἀπὸ τοὺς πειρασμούς, τὶς παγίδες καὶ τὰ σκάνδαλα τοῦ κόσμου. Εὐλογημένη καὶ μακαρία εἶναι ἡ ζωὴ τους γιατί οἱ ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων αὐτῶν κυριευμένες ἀπὸ θεῖο ἔρωτα κοιτοῦν διαρκῶς πρὸς τὰ ἄνω πρὸς τὸν Θεὸ τὸν Ἅγιο. Τὴν ἀλήθεια αὐτή, ποὺ ἔχει καὶ πάλι τὶς ρίζες της σὲ μία τοῦ Κυρίου μας ὑπόδειξη, τὴν γνωρίζουν πολὺ καλά, ἀπὸ προσωπικὴ ἐμπειρία οἱ μυριάδες τῶν ἁγίων μορφῶν, ποὺ ἐπότισαν τὴν ἔρημο. Τὴν ἀλήθεια γνωρίζουν ἀκόμη καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι, ποὺ ὕστερα ἀπὸ μία περίοδο ἐντατικῆς ἐργασίας ζητοῦν, νὰ ξεκουρασθοῦν «εἰς ἔρημον τόπον».



Εἶχαν ἐπιστρέψει κάποτε οἱ μαθητὲς ἀπὸ μία ἐξόρμηση, ὅταν ὁ Κύριος, ἀφοῦ τοὺς ἤκουσε, τοὺς εἶπε: «Δεῦτε ὑμεῖς αὐτοὶ κατ’ ἰδὶαν εἰς ἔρημον τόπον, καὶ ἀναπαύεσθε ὀλίγον». Ἐμπρὸς τώρα ἐσεῖς πηγαίνετε σὲ κάποιο ἐρημικὸ μέρος μόνοι σας καὶ ἀναπαυτεῖτε ὀλίγο. Ὁ Ἰησοῦς μᾶς καλεῖ νὰ πηγαίνουμε μαζί του στὴν ἔρημο. Διαμονὴ στὸ ὕπαιθρο καὶ προσωπικὴ ἐπικοινωνία μὲ Αὐτὸν εἶναι ὑπέροχη εὐκαιρία ἀληθινοὺ ξεκουράσματος. Καιρὸς περισυλλογῆς, ἀλλὰ καὶ ψυχοσωματικῆς ἀναπαύσεως εἶναι οἱ διακοπὲς στὴν ἐξοχή. Μακριὰ ἀπ’ τὴν κίνηση καὶ τὸν θόρυβο. Κάτι περισσότερο. Καιρὸς πνευματικῆς ἐπικοινωνίας μὲ τὸν Ἰησοῦ! Εὐλογημένες οἱ ψυχὲς καὶ οἱ οἰκογένειες ποὺ κάνουν συχνὰ χρήση μιᾶς τέτοιας ἐξόδου πρὸς τὸν Ἰησοῦ! Εἶναι ἕνας ὑπέροχος τρόπος γιὰ πραγματικὴ ψυχικὴ καὶ σωματικὴ ἀνάπαυση. Τρισευλογημένες ἀκόμη ἐκεῖνες οἱ ψυχές, ποὺ φροντίζουν, ὥστε ἡ ζωή τους νὰ εἶναι μία ἀδιάκοπη παραμονὴ καὶ ἐπικοινωνία μὲ τὸν Ἰησοῦ! Μέσα στὶς ψυχὲς αὐτές, ποὺ βρίσκονται ἔξω ἀπὸ τὸν ἁμαρτωλὸ τοῦτο κόσμο, καίει ἀκατάπαυστα ὁ θεῖος πόθος νὰ μένουν κοντά του καὶ νὰ Τὸν δοξολογοῦν. «Τοὶς ἐρημικοίς, ἄπαυστος ὁ θεῖος πόθος ἐγγίνεται, κόσμου οὔσι τοῦ ματαίου ἐκτός» ψάλλει καὶ ὁ ὑμνωδός.



Τοπικῶς ἀπ’ τὴν ἀγαπημένη πατρίδα εἴπαμε, ἔφυγαν οἱ Ἅγιοί μας. Ἔφυγαν ὅμως καὶ τροπικῶς. Ἐκεῖ στὴν ἐρημιά, ἔργο τους ἔκαμαν τὴν προσευχή, τὴν μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τὴν ἄσκηση, τὴν ἀρετή. Μὲ ταπείνωση ἐκεῖ προσφέρουν καθημερινὰ τὸν ἑαυτό τους «θυσίαν ζῶσαν ἁγίαν τῷ Θεῷ εὐάρεστον» (Ρωμ. ιβ’ 1). Καὶ μία τέτοια ζωὴ ποὺ ἔχει σὰν σκοπό της «τὴν δόξαν καὶ τὸν ἔπαινον τοῦ Θεοῦ», ἔχει καὶ τὸ ἀντίκρυσμά της. «Ὁ ἐρευνῶν νεφροὺς καὶ καρδίας» (Ἀποκ. β’ 23) ἐπιβραβεύει τοὺς ἐργάτες του. Αὐτὸ ἔγινε καὶ μὲ τοὺς ἀθλητές μας.



Τοὺς ἐδόξασε ἐδῶ στὴ γῆ. Πλεῖστα θαύματα ἐπιτελοῦνται καθημερινὰ στὸν τόπο τῆς διαμονῆς τους στὶς πιστὲς καρδιὲς ποὺ τοὺς ἐπισκέπτονται, γιὰ νὰ ἀκούσουν τὶς συμβουλές τους καὶ νὰ ἐνισχυθοῦν. Θαύματα μικρὰ καὶ μεγάλα. Κοντά τους βρίσκουν οἱ ἄρρωστοι τοὺς ἰατρούς, οἱ πονεμένοι τὴν ἐλπίδα, «οἱ ἐν θλίψεσι» τὴν παρηγοριά. Ἔτσι περνοῦν οἱ Ἅγιοι ὁλόκληρη τὴν ζωή τους. Μὰ καὶ ὅταν τὰ κουρασμένα κορμιά τους ξεκουράστηκαν στὴν γῆ μὲ τὴν παράδοση τῆς ἁγίας ψυχῆς τους στὸν Κύριο, ἡ θαυματουργικὴ δύναμή τους δὲν σταμάτησε. Ἕνα τέτοιο θαῦμα εἶναι καὶ ὁ ἐρχομός τους στὸ νησί μας, γιὰ νὰ συνεχίσουν ἐδῶ «τὰς ἰάσεις καὶ θεραπείας των».



Πότε ἔγινε αὐτὸς ὁ ἐρχομὸς καὶ γιατί, δὲν γνωρίζουμε. Ἐκεῖνο ποὺ γνωρίζουμε εἶναι ὅτι ἡ Κύπρος μας ἐξ αἴτιας τῆς θέσεώς της στὸ μέσο τοῦ παλαιοῦ χριστιανικοῦ κόσμου, ὑπῆρξε πάντοτε τὸ καταφύγιο τῶν χριστιανῶν, ποὺ διώκονταν ἀπὸ τὶς γύρω χῶρες. Μαζί τους οἱ χριστιανοὶ αὐτοί, πρὸ παντὸς μετὰ τὴν κατάληψη τῶν Ἁγίων Τόπων ἀπὸ τοὺς Ἄραβες καὶ ὕστερα, μετέφεραν ἱερὰ λείψανα καὶ εἰκόνες καὶ ἄλλα κειμήλια, γιὰ νὰ τὰ διασώσουν. Πολλὲς φορὲς μάλιστα ἔκαναν καὶ τὸ ἄλλο. Ἔβαζαν ὅτι ἤθελαν νὰ διασώσουν σὲ μία ξύλινη κάσα, τὴν ἔκλειαν προσεκτικὰ μὲ κάποιο σημείωμα καὶ τὴν ἔριχναν στὴν θάλασσα. Μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ ἦλθαν στὸ νησί μας τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων Μάμαντος ἀπὸ τὴν Μ. Ἀσία, Ἐρμογένους ἀπὸ τὴ νῆσο Σάμο καὶ τῶν Βαρνάβα κι Ἱλαρίωνος τῶν θαυματουργῶν.



Ἕνα βράδυ σὲ μία εὐσεβὴ καρδιὰ ἀπὸ τοὺς Σόλους, τὸν Λεόντιο, ὅπως ἀναφέρει τὸ συναξάρι τῶν Ἁγίων, παρουσιάσθηκαν στὸν ὕπνο του οἱ Ὅσιοι καὶ τοῦ εἶπαν: «Ἀδελφέ, ἀναστᾶς λάβε τὸ ζεῦγος σου καὶ ἐλθὲ εἰς τόπον καλούμενον Στομάτιον, ὅπως ἀγάγης ἡμᾶς ἐνθάδε». Καὶ ὅταν αὐτὸς τοὺς ρώτησε ποιοί εἶναι καὶ ἀπὸ ποὺ καὶ μὲ ποιὸ τρόπο ἦλθαν στὸ νησί, οἱ Ἅγιοι τοῦ ἀπεκάλυψαν μὲ λεπτομέρειες τὰ πάντα. Καὶ τὴν πατρίδα τους, καὶ τὰ ὀνόματά τους καὶ τὴν ὅλη ζωή τους. Τοῦ ἐξήγησαν ἀκόμη πὼς «ἐκ θείας δυνάμεως ἀπεστάλησαν ἐν τῇ νήςῳ ταύτη οἰκῆσαι εἰς σύστασιν καὶ βοήθειαν αὐτῆς καὶ εἰς ὑγείαν τῶν νοσούντων ἐν αὐτῇ».



Μόλις τὰ ἄκουσε αὐτὰ ἡ φιλόχριστος ἐκείνη καρδιά, σηκώθηκε φοβισμένη καὶ ἔσπευσε νὰ ἐκτελέσει τὴν ἐντολή. Πῆρε τὸ ζευγάρι τῶν βοδιῶν του καὶ τράβηξε πρὸς τὸ μέρος ποὺ τοῦ ὑποδείχθηκε, «τὸ Στομάτιον» (Στόμα), ποὺ βρίσκεται στὴν παραλία τοῦ Μόρφου ἐκεῖ περίπου ποὺ ἐκβάλλει ὁ ποταμὸς Σερράχης. Καὶ πραγματικά! Κάπου σὲ μιὰ ἄκρη στὴν ἀμμουδιὰ βλέπει σὰν ἔφτασε μία ξύλινη κάσα κλειστή. Πλησιάζει μὲ εὐλάβεια, γονατίζει καὶ κάνει τὴν προσευχή του. Ἀσπάζεται μὲ σεβασμὸ τὴν κάσα ποὺ κλείνει τὸν θησαυρό του κι ὕστερα σηκώνεται καὶ μὲ τὴν βοήθεια τῶν βοδιῶν του δοκιμάζει νὰ τὴν σύρει πρὸς τὸ μέρος, ποὺ τοῦ εἶχε ὑποδειχθεῖ. Παρ’ ὅλες τὶς προσπάθειές του ὅμως ἡ κάσα λὲς καὶ εἶχε ριζώσει στὴ γῆ, δὲν μετεκινεῖτο. Ὅλη νύχτα ἀγωνίζεται μὰ ἄδικα. Καταστενοχωρημένος γονατίζει καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια ἱκετεύει τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους Του, νὰ τοῦ φανερώσουν τί νὰ κάμει. Τὴν ἑπόμενη νύχτα οἱ Ἅγιοι τοῦ φανερώθηκαν καὶ πάλι καὶ τοῦ εἶπαν:



Ἀδελφέ, «οὐκ εἰρήκαμεν σοι περὶ τοῦ ζεύγους τῶν βοῶν, ἀλλὰ τοῦ ζεύγους τῶν υἱῶν σου». Ἀδελφέ, δὲν σοῦ εἴπαμε νὰ φέρεις τὸ ζευγάρι τῶν βοδιῶν σου, ἄλλα τὰ δύο παιδιά σου. Τρομαγμένος ὁ εὐλαβὴς ἄνθρωπος ξύπνησε καὶ τράβηξε στὸ σπίτι του. Πῆρε τὰ δύο του ἀγόρια καὶ ξαναγύρισε στὸν τόπο, ποὺ βρισκόταν ἡ ἁγία σορός. Μὲ βαθιὰ εὐλάβεια πατέρας καὶ παιδιὰ γονάτισαν, ἀγκάλιασαν μὲ πίστη τὴν ἁγία σορὸ καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια παρακάλεσαν τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους, νὰ τοὺς βοηθήσουν νὰ πραγματώσουν τὴ μετακίνηση. Καὶ ἡ παράκληση εἰσακούσθηκε. Πατέρας καὶ υἱοὶ πῆραν τὴν ἱερὴ κάσα ποὺ περιεῖχε τὰ ἅγια λείψανα καὶ μὲ φόβο Θεοῦ τὴν μετέφεραν στὸν τόπο ποὺ τοὺς εἶχε ὑποδειχθεῖ, τὴν Περιστερώνα! «Ὡς θαυμαστόν, Κύριε, τὸ ὄνομά σου ἐν πάσῃ τῇ γῇ». Ἀπ’ τὴν στιγμὴ ποὺ ἡ ἁγία σορὸς τοποθετήθηκε στὴ γῆ, τὰ θαύματα ἄρχισαν. Θαύματα πολλά! Θαύματα μικρὰ καὶ μεγάλα! Τυφλοὶ ἀναβλέπουν! Δαιμονιζόμενοι ἀπαλλάσσονται ἀπὸ δαιμόνια! Πρόσωπα βασανιζόμενα ἀπὸ πυρετὸ καὶ ποικίλες ἀρρώστιες θεραπεύονται! Παράλυτοι ἐπὶ χρόνια σηκώνονται καὶ περπατοῦν! Πηγὴ θεραπειῶν ἔγινε τὸ μέρος ἐκεῖνο, ὥστε ὄχι μόνον ἀπὸ τὰ γειτονικὰ χωριά, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ ὅλη τὴ νῆσο νὰ φτάνουν καθημερινὰ προσκυνητές. Πήγαιναν γιὰ νὰ ἐκζητήσουν μὲ βαθιὰ πίστη καὶ εὐλάβεια τὴν βοήθεια καὶ τὶς πρεσβεῖες τῶν Ὁσίων στὰ προβλήματα ποὺ τοὺς ἀπασχολοῦσαν. Σὲ λίγο ἕνας περικαλλὴς ναὸς ἀνεγείρεται στὴ μικρὴ πολίχνη. Ὁ ναὸς ποὺ στέκει ὡς τὶς μέρες μας γιὰ νὰ τοποθετηθοῦν ἐκεῖ μέσα τὰ ἱερὰ λείψανα, γιὰ νὰ διακηρύττουν στοὺς αἰῶνες τὰ μεγαλεῖα τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν βεβαίωσή Του: «Τοὺς δοξάζοντες μὲ, δοξάσω!».



Τὶς εὐεργεσίες καὶ τὶς θεραπεῖες τους οἱ Ἅγιοι προσφέρουν σὲ ὅλους. Πτωχοὺς καὶ πλουσίους. Ἄνδρες καὶ γυναῖκες. Ἀρκεῖ οἱ ἐπικαλούμενοι νὰ προσέλθουν μὲ εἰλικρινὴ μετάνοια καὶ πίστη. Ἕνα τέτοιο θαῦμα εἶναι καὶ τοῦτο: Κάποτε στὴν χάρη τῶν Ἁγίων ἔφθασε καὶ «ὁ κρατῶν» τὴ νῆσο. Αὐτός, ὅπως ἀναφέρει ὁ συναξαριστής, «νοσῶ πιεζόμενος βαρύτατη, δίκην παραλύτου ὑπὸ τῶν μεγιστάνων αὐτοῦ βασταζόμενος, ὑπεισῆλθε τῶν ἁγίων». Δηλαδὴ βασανιζόμενος ἀπὸ μία βαριὰ ἀρρώστια, ποὺ τὸν καθήλωσε ἀκίνητο στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου, μεταφέρθηκε μὲ φορεῖο κρατούμενο ἀπὸ τοὺς ἄρχοντές του μπροστὰ στὴν ἱερὴ λάρνακα τῶν Ἁγίων. Μετὰ ἀπὸ θερμὴ προσευχὴ καὶ μόλις ὁ ἱερέας σήκωσε τὰ ἱερὰ λείψανα καὶ τὰ ἄγγιξε πάνω στὸν ἄρρωστο, τὸ θαῦμα ἔγινε. Τὸ παράλυτο κορμί, τὸ ἀκίνητο ἀπ’ τὴν ἀρρώστια, πῆρε μονομιᾶς δύναμη καὶ ζωή. Τὰ πόδια κινήθηκαν καὶ ὁ ἄρρωστος ἀπόλυτα θεραπευμένος σηκώθηκε κι ἄρχισε νὰ περπατᾶ. Κάτι παραπάνω. «Τοὶς οἰκείοις ποσὶν ἤλατο, καὶ περιεπάτει σῶος». Πηδώντας ἔτρεξε στοὺς δικούς του τελείως καλά. «Τὶς λαλήσει τᾶς δυναστείας σου, Χριστέ; ἢ τὶς ἐξαριθμήσει τῶν θαυμάτων σου τὰ πλήθη;». Ποιός, Χριστέ μου, μπορεῖ νὰ λαλήσει τὶς θεῖες σου εὐεργεσίες; Ἢ ποιὸς μπορεῖ νὰ ἀπαριθμήσει τὰ πλήθη τῶν θαυμάτων σου, ποὺ φανερώνουν τὴν ἀνώτερη καὶ θεία δύναμή σου; Ἡ ἀπάντηση εἶναι: Κανένας. Τὸ μόνο ποὺ μποροῦμε νὰ ψελλίσουμε ὅλοι, εἶναι τοῦ ψαλμωδοῦ τὰ λόγια: «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ».



Ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ ἔχουμε ἕναν θησαυρό. Καὶ ὅσοι κατοικοῦμε σὲ τοῦτο τὸ νησὶ μαζὶ μὲ τὸν θησαυρὸ ἔχουμε καὶ τοῦτο τὸ προνόμιο. «Εἴμαστε ἀπόγονοι μαρτύρων». Δεκάδες κατακτητὲς πέρασαν ἀπὸ τὸ μαρτυρικὸ νησί μας. Ἔσφαξαν, γκρέμισαν, ἅρπαξαν, κατέστρεψαν. Τὴν καρδιὰ τῶν πατέρων μας ὅμως δὲν τὴν ἄλλαξαν. Σὰν κόρη ὀφθαλμοῦ οἱ πατέρες μας κράτησαν τούτη τὴν πίστη, ποὺ ἔχουμε καὶ ἐμεῖς σήμερα. Σὰν κόρη ὀφθαλμοῦ κράτησαν ἀκόμη καὶ γλώσσα καὶ θρησκεία καὶ ἤθη καὶ ἔθιμα ἀνόθευτα Ἑλληνικά, ὥστε ἕνας ξένος Βυζαντινολόγος ἱστορικός, ὁ Ὀλλανδὸς Ἔσσελιγκ, ἀπὸ τὴν στάση τῶν πατέρων μας νὰ βγάλει τοῦτο τὸ συμπέρασμα. «Τὸ ὅτι οἱ Κύπριοι παρὰ τὶς τόσες κατακτήσεις καὶ τὰ βάσανα ποὺ ὑπέστη τὸ νησί τους, αὐτοὶ διατήρησαν τὰ πάντα ἀνόθευτα ἑλληνικά», δηλαδὴ γλώσσα καὶ θρησκεία καὶ ἤθη καὶ ἔθιμα, τοῦτο ἀποδεικνύει ἕνα πράγμα. «Ὅτι ὁ Ἑλληνισμὸς εἶναι ἀνεξολόθρευτος». Ἀνεξολόθρευτος ὁ Ἑλληνισμός. Καὶ ὀρθόδοξος. Τοῦτο τὸ συμπέρασμα ἂς τὸ προσέξουμε καὶ ἐμεῖς. Οἱ σημερινοὶ κάτοικοι τούτου τοῦ εὐλογημένου, προνομιούχου καὶ μαρτυρικοῦ ἐξ αἴτιας τῶν ἁμαρτιῶν μας, νησιοῦ, ἂς μὴ πλανώμεθα. Καὶ ἂς μὴ μᾶς παρασύρουν τὰ κοάσματα μερικῶν ξενόφερτων τὸν τελευταῖο καιρὸ φωνῶν. Ἕλληνες χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι γεννηθήκαμε. Ἕλληνες χριστιανοὶ ὀρθόδοξοι ἂς μείνουμε. Πιστοὶ μέχρι θανάτου. Μαζὶ μὲ τὸν ποιητὴ «εὐκαίρως ἀκαίρως», ἂς ψάλλουμε καὶ ἐμεῖς τῆς νήσου μας τὸν ὕμνο:

Μέσα στὸ πέρασμα τῶν χρόνων γνώρισε μύριες συμφορὲς

ἀφέντες ἄλλαξε δεκάδες καρδιὰ δὲν ἄλλαξε ποτές.

Ἐλληνικ' ἦταν ἡ καρδιά της Ἐλληνικ' εἶναι κι ἡ ψυχὴ

Κι ὅσο θὰ στέκει αὐτὸς ὁ κόσμος ἡ Κύπρος θὰ 'ναι Ἑλληνική!

Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, διὰ τῶν πρεσβειῶν τῶν Ἁγίων σου, ἐλέησον ἡμᾶς.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τῆς ἐρήμου πολίται καὶ ἐν σώματι ἄγγελοι καὶ θαυματουργοὶ γεγονότες θεοφόροι Βαρνάβα καὶ Ἱλαρίων ὅσιοι· νηστεία, ἀγρυπνία, προσευχή, οὐρανίων χαρισμάτων αὐτουργοί· ὅθεν χάριν ἰαμάτων, ἐξ οὐρανοῦ πλουσίως ἐδέξασθε. Δόξα τῷ ἐνδυναμώσαντι ὑμᾶς, δόξα τῷ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι δι’ ὑμῶν, πᾶσιν ἰάματα.







Ἡ Ἁγία Ursula (Βρεταννίδα)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.






Ὁ Ἅγιος Finan (Ἰρλανδός)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Oct 14, 2013 2:48 pm

22 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ὁ Ὅσιος Ἀβέρκιος ὁ Ἱσαπόστολος καὶ Θαυματουργὸς
Image
Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 2ου αἰώνα μ.Χ. Ἡ ἄμεπτη ζωή του καὶ ἡ καρποφορία τῆς διδασκαλίας του, παρακίνησαν τὸ ποίμνιο νὰ τὸν ἀναγκάσει νὰ γίνει ἐπίσκοπος Ἱεραπόλεως στὴν Φρυγία. Τὸ ἀξίωμα δὲ μείωσε τὸν ζῆλο τοῦ Ἀβερκίου. Ἔλεγε, μάλιστα, ὅτι δὲν ἀρκεῖ κάποιος νὰ φαίνεται ἄρχων, ἀλλὰ καὶ νὰ εἶναι πραγματικά. Δηλαδὴ νὰ αὐξάνει τὴν διακονία καὶ τοὺς κόπους του. Διότι κατὰ τὸ Εὐαγγέλιο, «εἰ τὶς θέλει πρῶτος εἶναι, ἔσται πάντων ἔσχατος καὶ πάντων διάκονος», ποὺ σημαίνει, ἂν κανεὶς θέλει νὰ εἶναι πρῶτος κατὰ τὴν τιμή, ὀφείλει μὲ τὴν ταπείνωσή του ἀπέναντι στοὺς ἄλλους, νὰ γίνει τελευταῖος ἀπὸ ὅλους καὶ ὑπηρέτης ὅλων μὲ τὴν ἄσκηση τῆς ἀγάπης.

Καὶ ὁ Ἀβέρκιος τὴν ἐντολὴ αὐτὴ ἔκανε πράξη στὴ ζωή του. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Θεὸς τοῦ ἔδωσε τὸ χάρισμα νὰ κάνει πολλὰ θαύματα. Θεράπευσε τὴν κόρη τοῦ βασιλιὰ τῆς Ρώμης, ἀπὸ πονηρὸ δαιμόνιο. Θερμὰ νερὰ ἀπὸ τὴν γῆ ἐξέβαλε καὶ ἄλλα πολλὰ θαύματα ἔκανε.

Ἐπίσης, ὁ Ἀβέρκιος κήρυξε σὲ ὅλες τὶς πόλεις τῆς Συρίας καὶ Μεσοποταμίας. Ἔπειτα πῆγε στὴ Λυκαονία, τὴν Πισιδία καὶ στὴν ἐπαρχία τῶν Φρυγῶν. Ὀνομάστηκε ἰσαπόστολος, διότι περιόδευσε καὶ κήρυξε ὅπως οἱ κορυφαῖοι Ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ.
Πέθανε εἰρηνικά, 72 χρονῶν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀποστόλων τὸν ζῆλον ἐκμιμησάμενος, τῇ Ἐκκλησίᾳ ἐκλάμπεις ὡς ἑωσφόρος ἀστήρ, τὴν θεόσδοτον ἰσχὺν φαίνων τοῖς ἔργοις σου· σὺ γὰρ θαυμάτων ἱερῶν, τὰς δυνάμεις ἐνεργῶν, Ἀβέρκιε Ἱεράρχα, πρὸς εὐσεβείας εἰσόδους, τοὺς πλανωμένους καθωδήγησας.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς Ἱερέα μέγιστον, καὶ Ἀποστόλωv σύσκηνον, ἡ Ἐκκλησία γεραίρει σε ἅπασα, ἡ τῶν πιστῶν Ἀβέρκιε· ἣv ταῖς σαῖς ἱκεσίαις, περιφύλαττε μάκαρ ἀκαταγώνιστον, ἐξ αἱρέσεως πάσης, καὶ ἄσειστον παναοίδιμε.

Μεγαλυνάριον.
Βίῳ διαπρέπων θεοειδεῖ, τῆς τῶν Ἀποστόλων, κατετρύφησας δωρεᾶς, ἔργοις παραδόξοις, Ἀβέρκιε πιστώσας, πρὸς ἀληθείας δόξαν, τοὺς δεξαμένους σε.






Οἱ Ἅγιοι Ἀλέξανδρος, Θεοδότη, Γλυκερία, Ἄννα καὶἘλισάβετ οἱ Μάρτυρες
Image
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος ἦταν ἐπίσκοπος καὶ κήρυττε μὲ μεγάλο ζῆλο τὸ Εὐαγγέλιο στὰ πλήθη τῶν εἰδωλολατρῶν. Τὰ κηρύγματά του προσέλκυσαν πλῆθος εἰδωλολατρῶν στὴν Χριστιανικὴ πίστη.

Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἐξόργισε τὸν ἄρχοντα τοῦ τόπου. Ἔτσι λοιπὸν διέταξε νὰ συλλάβουν τὸν Ἅγιο καὶ νὰ τὸν ὑποβάλλουν σὲ βασανιστήρια, γιὰ νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἐκεῖνος ὅμως δὲν πείστηκε.

Ἕνας στρατιώτης, ὀνόματι Ἡράκλειος, βλέποντας τὴν καρτερία τοῦ Ἀλεξάνδρου πίστεψε στὸν Χριστό. Ὁ Ἡράκλειος ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βασανιστήρια καὶ τελικὰ ἀποκεφαλίστηκε.

Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, θεραπεύτηκε ἀπὸ τὶς πληγὲς τῶν βασανιστηρίων. Διετέλεσε καὶ κάποιο θαῦμα, ἔτσι προσέλκυσε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ τέσσερις γυναῖκες, τὴν Θεοδότη, τὴν Γλυκερία, τὴν Ἄννα καὶ τὴν Ἐλισάβετ.

Οἱ γυναῖκες αὐτὲς ὁμολόγησαν τὴν πίστη τους μπροστὰ στὸν ἄρχοντα καὶ ὁδηγήθηκαν γι’ αὐτὸ κάτω ἀπὸ τὸ σπαθὶ τοῦ δήμιου.
Ὕστερα ἀπὸ ὅλους ἀποκεφαλίστηκε μὲ ξίφος καὶ ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος.







Ὁ Ἅγιος Ζαχαρίας ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἴδιος μὲ αὐτὸν τῆς 21ης Ὀκτωβρίου.






Οἱ Ἅγιοι 7 Παῖδες ἐν Ἐφέσῳ
Image
Βλέπε βιογραφικό τους σημείωμα τὴν 4η Αὐγούστου, ὅπου καὶ ἡ κυρίως μνήμη τους. Ἄγνωστο γιατί οἱ Συναξαριστὲς ἐπαναλαμβάνουν τὴν μνήμη τους σήμερα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Οἱ ἑπτάριθμοι Παῖδες ἐν Ἐφέσῳ ἐκλάμψαντες, ἐν ταῖς ἑπταδώροις ἀκτῖσι τῶν χαρίτων τοῦ Πνεύματος, διέμειναν θανόντες ὑπὲρ νοῦν, ἀνώτεροι φθορᾶς χρόνοις πολλοῖς, τὴν παγκόσμιον ἀνάστασιν ἐμφανῶς, πιστούμενοι τοὺς κράζοντας· δόξα τῷ ἀφθαρτώσαντι ἡμᾶς, δόξα τῷ ἐξεγείραντι, δόξα τῷ καταργοῦντι δι’ ὑμῶν, δόγμα τὸ ἀλλότριον.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν ὑπὲρ ἡμῶν.
Τὴν ἀθλητικήν, ἀνθήσαντες εὐκληρίαν, θείας ἀμοιβάς, ἐδρέψασθε ἀφθαρσίας, καὶ θανόντες ἐν δόξῃ, ψυχῆς τὸ προκάλυμμα, ἀθανάτῳ ἠμφιάσασθε, εὐπρεπείᾳ ἐγειρόμενοι, καὶ βοῶντες θεῖοι Μάρτυρες· Ἡ τῆς μελλούσης ζωῆς, Χριστός ἐστιν ἀπαρχή.

Μεγαλυνάριον.
Δῆμος ἑπταστέλεχος καὶ σεπτός, ὤφθησαν οἱ Παῖδες, ἀριστεύσαντες εὐσεβῶς· ὅθεν παραδόξως, τῇ τούτων ἀναστάσει, νεκροποιῶν λημμάτων, θάπτεται συρροία.






Ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Ἐθνομάρτυρας, Ἐπίσκοπος Μεθώνης


Γεννήθηκε τὸ 1770 στὸ χωριὸ Ἄλβαινα τῆς Ὀλυμπίας.

Ἐπίσκοπος Μεθώνης Ναυαρίνου καὶ Νεοκάστρου χειροτονήθηκε ἐπὶ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Κυρίλλου ΣΤ’ (1813 – 1818).

Τὸ 1817 ταξίδεψε στὴν Ρωσία καὶ παρουσιάστηκε ἐνώπιον τοῦ τσάρου στὸν ὁποῖο, μὲ σπάνια εὐγλωττία, ἐξέθεσε τὶς κακουργίες τῶν Τούρκων κατακτητῶν καὶ τὴν οἰκτρὴ κατάσταση τῶν ὑπόδουλων Ἑλλήνων, καὶ ἀπὸ τὸν ὁποῖο ζήτησε συμπαράσταση καὶ βοήθεια γιὰ τὸ δοῦλο Γένος.

Στὴν Μεθώνη ἐπέστρεψε τὸ 1818 μὲ ρωσικὸ πολεμικὸ πλοῖο. Τότε μυήθηκε στὴ Φιλικὴ Ἑταιρεία ἀπὸ τὸν Ἀναγνωσταρᾶ Παπαγεωργίου. Εἶναι ὁ πρῶτος ἀπὸ τοὺς ἀρχιερεῖς τῆς Πελοποννήσου ποὺ μυήθηκε σ’ αὐτήν, ἡ δὲ εἴσοδός του χαιρετίστηκε μὲ ἐνθουσιασμὸ ἀπὸ τὸν Ἀλέξανδρο Ὑψηλάντη.

Ἀπὸ τὴν ἔναρξη τῆς Ἐπανάστασης τοῦ 1821, ὁ Γρηγόριος ἀναπτύσσει πολεμικὴ δράση καὶ πρωτοστατεῖ, μαζὶ μὲ τοὺς ὁπλαρχηγοὺς Παπατσώρα, Γρηγοριάδη, Παπατσώνη, Ντούφα, Παπαζαφειρόπουλο, Κων. Πετρ. Μαυρομιχάλη κ.ἄ. στὴν πολιορκία τῶν κάστρων τῆς Μεθώνης καὶ τοῦ Νεοκάστρου. Μετὰ ἑξάμηνη πολιορκία τοῦ Νεοκάστρου οἱ Τοῦρκοι παραδόθηκαν καὶ τὴν συμφωνία παραδόσεως ὑπέγραψε ὁ Γρηγόριος (7 Αὐγούστου 1821). Ἡ ἀπόβαση τοῦ Ἰμπραὴμ στὴ Μεθώνη καὶ Κορώνη βρίσκει τὸν Γρηγόριο στὴν πρώτη γραμμὴ καὶ ὑπερασπίζεται τὸ Παλαιόκαστρο.

Μετὰ τὴν πτώση τῆς Σφακτηρίας, τὰ χαράματα τῆς 30ης Ἀπριλίου 1825, ὁ Γρηγόριος καὶ οἱ ὑπερασπιστὲς τοῦ Παλαιοκάστρου ἀποφάσισαν ἡρωικὴ ἔξοδο.
Ὁ Γρηγόριος τραυματίστηκε καὶ συνελήφθη αἰχμάλωτος. Ἀρνήθηκε νὰ ἐξισλαμιστεῖ καὶ νὰ «προσκυνήσει», φυλακίστηκε στὸ Μπούρτζι τῆς Μεθώνης ὅπου ὑποβλήθηκε σὲ φρικτὰ μαρτύρια μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πεθάνει στὶς 22 Ὀκτωβρίου 1825.






Ὁ Ὅσιος Ροῦφος
Σοφὸς ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἀποφθέγματά του ὑπάρχουν στὸν «Παράδεισο τῶν Πατέρων».






Ὁ Ὅσιος Λῶτ
Σοφὸς καὶ αὐτὸς ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἀποφθέγματά του ὑπάρχουν στὸν «Παράδεισο τῶν Πατέρων».






Ὁ Ἅγιος Εὐλάλιος
Image

Στὸν πνευματικὸ ὁρίζοντα τῆς Ἐκκλησίας τῆς «Νήσου τῶν Ἁγίων» σὰν ἄστρο φωτεινὸ ἔλαμψε καὶ ὁ ἐπίσκοπος τῆς παλιᾶς βυζαντινῆς πολιτείας, τῆς ὀνομαστῆς Λάμπουσας. Λάμπουσα λεγόταν ἡ παλιὰ Λάπηθος ποὺ ἦταν κτισμένη κοντὰ στὴν θάλασσα. Στὴν Ἑλληνικὴ καὶ Ρωμαϊκὴ ἐποχή, ὅσο καὶ στὰ χρόνια τὰ Πρωτοβυζαντινὰ ἡ πόλη φημιζόταν γιὰ τὰ πλούτη της γι’ αὐτὸ καὶ Λάμπουσα. Τὴν πόλη κατέστρεψαν αἱ Σαρακηνοὶ μὲ τὶς ἀλλεπάλληλες ἐπιδρομές τους καὶ ἔτσι οἱ κάτοικοι ἀναγκάστηκαν νὰ ἀποτραβηχτοῦν ψηλότερα, ἐκεῖ ποὺ εἶναι σήμερα.

Ὁ Ἅγιος Εὐλάλιος. Τὸ ὄνομά του μᾶς τὸ ἔχουν παραδώσει οἱ χρονικογράφοι Λεόντιος Μαχαιρᾶς καὶ Φλώριος Βουστρώνιος. Γιὰ τὸν βίο καὶ τὴ δράση του ὡς ἐπισκόπου δὲν μᾶς ἀναφέρεται τίποτα. Ἄγνωστα μᾶς εἶναι καὶ τὰ χρόνια ποὺ ἤκμασε. Ὅτι ἐκθέτουμε ἐδῶ, εἶναι ὅτι μᾶς λένε δυὸ τοπικὲς παραδόσεις καὶ ὅτι κατορθώσαμε νὰ βροῦμε στὴν ἀκολουθία του, ποὺ δημοσίευσε γιὰ πρώτη φορὰ ὁ Βυζαντινολόγος ἐρευνητὴς κ. Κ. Χατζηψάλτης, στὸν Θ’ τόμο τοῦ Δελτίου τῆς Ἑταιρείας Κυπριακῶν Σπουδῶν.



Σὲ μία τοπικὴ παράδοση πολὺ διαδεδομένη ἀναφέρεται, πὼς ὁ ἅγιος αὐτὸς ποιμένας ἦταν ἐπίσκοπος στὴν Ἔδεσσα τῆς Συρίας.

Στὴν πόλη αὐτὴ φυλασσόταν μὲ πολὺ σεβασμὸ ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου Μανδηλίου, τῆς ὁποίας ἡ ἱστορία ἔχει περίπου ὡς ἑξῆς: Κατὰ τὴν ἐποχὴ ποὺ στὴν Παλαιστίνη ζοῦσε καὶ θαυματουργοῦσε ὁ Κύριος, στὴν Ἔδεσσα ἦταν ἕνας βασιλιὰς ποὺ λεγόταν Αὔγαρος.

Κάποια μέρα ὁ βασιλιὰς ἀρρώστησε ἀπὸ λέπρα. Οἱ γιατροὶ ποὺ τὸν ἐπισκέφθηκαν στάθηκαν ἀνίκανοι νὰ τοῦ προσφέρουν καὶ τὴν πιὸ μικρὴ βοήθεια. Ἡ λύπη τοῦ ἄρχοντα ἦταν μεγάλη.

Σὲ αὐτὴ τὴν κατάσταση, τὴν ἀπελπιστικὴ, μία ἀχτίνα ἐλπίδας χύθηκε στὴν καρδιά του, σὰν ἔμαθε πὼς στὴ γειτονικὴ χώρα, τὴν Παλαιστίνη, ἦταν ἕνας ἄνδρας, πρότυπο ἀρετῆς καὶ καλοσύνης, ποὺ γιάτρευε ὅλες τὶς ἀρρώστιες. Ἀκόμα ἀνάσταινε καὶ νεκροὺς μ’ ἕναν καὶ μόνο λόγο του.

Νὰ μποροῦσε νὰ πάει ὡς ἐκεῖ, θὰ εὕρισκε ὁπωσδήποτε τὴν ὑγεία του. Ἡ ἀπόσταση ὅμως ἦταν τόσο μακρινὴ καὶ ἡ ἀρρώστια του τόσο βαριὰ κι ὀδυνηρή, ποὺ τοῦ ἦταν ἀδύνατο ν’ ἀναλάβει ἕνα τέτοιο ταξίδι.

Τί νὰ κάμει λοιπόν; Κάθισε καὶ σκέφθηκε καὶ ἀποφάσισε. Ἔγραψε μία ἐπιστολὴ καὶ τὴν ἔδωσε σὲ μερικοὺς ἀνθρώπους δικούς του, νὰ τὴν πάνε στὴν Παλαιστίνη καὶ νὰ τὴν δώσουνε προσωπικὰ στὸν μεγάλο θεραπευτή. Σ’ αὐτὴν, τοῦ μιλοῦσε μὲ πόνο γιὰ τὴν δοκιμασία του καὶ τὸν παρακαλοῦσε νὰ πάει ὁ ἴδιος στὴν Ἔδεσσα, νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν γιατρέψει.



Οἱ ἀπεσταλμένοι ἔκαναν ὅπως τοὺς διέταξε ὁ βασιλιάς τους. Πῆγαν στὴν γειτονικὴ καὶ εὐλογημένη χώρα, βρῆκαν τὸν θεῖο θεραπευτὴ καὶ Δάσκαλο, τὸν Ἰησοῦ καὶ τοῦ ἐπέδωσαν τὴν ἐπιστολή. Καὶ Αὐτὸς ἀντὶ νὰ σηκωθεῖ νὰ πάει στὴν Ἔδεσσα, ὅπως τοῦ ζητοῦσε ὁ ἄρρωστος βασιλιὰς Αὔγαρος, πῆρε ἕνα μαντήλι καὶ μ’ αὐτὸ σπόγγισε τὸν ἵδρωτα ἀπὸ τὸ ἅγιο πρόσωπό Του. Τὴν ἴδια στιγμὴ στὸ μαντήλι ἀπάνω ἀποτυπώθηκε ἡ θεϊκὴ μορφή Του. Δείχνοντας στοὺς ἀνθρώπους τοῦ βασιλιὰ τὴν Ἀχειροποίητη ἐκείνη εἰκόνα του, τοὺς ἔδωσε τὸ μαντήλι καὶ τοὺς εἶπε νὰ τὸ πᾶνε στὸν ἄρχοντά τους, καὶ αὐτὸς μόλις θὰ ἔβλεπε τὴν εἰκόνα Του, θὰ γινόταν ἀμέσως καλά. Κι ἔτσι πράγματι ἔγινε.



Τοῦτο τὸ Μανδήλιο, μὲ τὴν Ἀχειροποίητο εἰκόνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, φυλασσόταν γιὰ πολλὰ χρόνια στὴν Ἔδεσσα μέσα στὸ βασιλικὸ παλάτι. Μετὰ τὸν θάνατο ὅμως τοῦ βασιλιὰ ἕνας ἀπὸ τοὺς διαδόχους του, φανατικὸς εἰδωλολάτρης ἀποφάσισε νὰ καταστρέψει τὸ ἱερὸ τοῦτο κειμήλιο. Τὴν ἀνίερη ἀπόφασή του ἔκαμε γνωστὴ στὸν τότε ἐπίσκοπο τῆς Ἔδεσσας Εὐλάλιο. Κι αὐτὸς γιὰ νὰ σώσει τὴν Ἀχειροποίητη εἰκόνα, χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ παρέλαβε τὴ νύχτα κρυφὰ τὸ Ἅγιο Μανδήλιο, καὶ ἔφυγε ἀπὸ τὴν Ἔδεσσα. Περπάτησε ὅλη νύχτα. Τὴν ἄλλη μέρα ἔφτασε στὴν ἀκρογιαλιά. Ἐκεῖ βρῆκε ἕνα καράβι, τὸ ὁποῖο ταξίδευε γιὰ τὴν Κύπρο, καὶ ἀνέβηκε πάνω σ’ αὐτό. Ὅταν ὅμως πλησίαζε στὴν Κύπρο, σηκώθηκε δυνατὴ τρικυμία. Τὰ κύματα βουνὰ πελώρια ἀπειλοῦσαν νὰ τὸ βουλιάξουν. Οἱ ἐπιβάτες τρομαγμένοι ἔτρεχαν ἐδῶ καὶ ἐκεῖ μὴ ξέροντας τί νὰ κάμουν. Κάποια στιγμὴ ὁ ἐπίσκοπος Εὐλάλιος βγάζοντας ἀπὸ τὸν κόρφο τὸν πολύτιμο θησαυρό του, ἔκαμε τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ, ἄνοιξε μὲ ἱερὴ εὐλάβεια τὸ Ἅγιο Μανδήλιο, τὸ ἅπλωσε στὴ φουρτουνιασμένη θάλασσα καὶ κάθισε ἀπάνω του. Τὴν ἴδια ὥρα ἡ θάλασσα γαλήνεψε καὶ τὰ κύματα ἔφεραν τὸν ἐπίσκοπο στὴ Λάμπουσα. Σὰν ἔφτασε καὶ βγῆκε στὴν στεριά, ὁ Εὐλάλιος φρόντισε καὶ ἔκτισε ἐκεῖ ἕνα μοναστήρι, στὸ ὁποῖο καὶ ἀφιέρωσε τὸ Ἅγιο Μανδήλιο μὲ τὴν Ἀχειροποίητη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ μοναστήρι κλήθηκε Μονὴ τῆς Ἀχειροποιήτου, μιὰ καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ ποὺ ἦταν ἀποτυπωμένη σ’ αὐτό, δὲν εἶχε γίνει ἀπὸ χέρια ἀνθρώπου.



Μιὰ ἄλλη ὅμως καὶ πάλι Κυπριακὴ παράδοση μᾶς λέγει, πὼς ὁ Εὐλάλιος ὁ ἐπίσκοπός της Λάμπουσας δὲν ἔχει καμιὰ σχέση μὲ τὸν ἱερὸ Εὐλάλιο τὸν ἐπίσκοπό της Ἔδεσσας. Πρόκειται γιὰ ἕνα ἄλλο ἄσχετο πρόσωπο, ποὺ γεννήθηκε καὶ μεγάλωσε στὴ Λάμπουσα.

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἀπὸ μικρὸ παιδὶ ὑπῆρξε ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ. Γεννήθηκε ἀπὸ θεοσεβεῖς γονεῖς, οἱ ὁποῖοι καὶ τοῦ φύτεψαν στὴν ψυχὴ ἀπὸ αὐτὴ τὴν παιδικὴ ἡλικία τὴν ἀγάπη πρὸς τὰ ἱερὰ γράμματα καὶ τὴν ἀρετή. Καὶ τὰ ἀποτελέσματα αὐτῆς τῆς ἀνατροφῆς δὲν ἄργησαν νὰ φανοῦν. Νέος ἀκόμη ὁ Εὐλάλιος ἄρχισε νὰ διακρίνεται μέσα στὴν κοινότητα τῆς Λάμπουσας τόσο γιὰ τὴν ἁγία καὶ παραδειγματικὴ ζωή του, ὅσο καὶ γιὰ τὴν ἀρετή του. Ὅταν τέλειωσε τὶς σπουδές του, οἱ πιστοὶ χριστιανοὶ τῆς πόλεως ποὺ θαύμαζαν τὸ σεμνὸ ἦθος καὶ τὴν ὅλη του προσεκτικὴ καὶ ζηλευτῆ συμπεριφορά, ζήτησαν ἀπὸ τὸν τότε ἐπίσκοπό τους νὰ προωθήσει τὸν πιστὸ νέο σὲ διάκονο καὶ πρεσβύτερο. Ἀκόμη καὶ νὰ τοῦ ἀναθέσει ἐνεργὸ καὶ ὑπεύθυνο θέση στὴν ὑπηρεσία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ ζηλωτὴς νέος ἔχοντας πάντα στὴ σκέψη του τὴ σύσταση τοῦ προφήτου Ἱερεμίου «ἀγαθὸν ἀνδρί, ὅταν ἄρη ζυγὸν ἐκ νεότητας αὐτοῦ», ἔσπευσε ν’ ἀποδεχθεῖ. Γνωρίζει πὼς τὸ ψυχοσωτήριο ἔργο τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἀπαιτεῖ πολλοὺς κόπους καὶ θυσίες, ἀλλὰ καὶ ἀρκετὲς εὐθύνες. Πολλὲς φορὲς ὁ ἀφοσιωμένος στὴν ὑπηρεσία τῶν ψυχῶν ἐργάτης θὰ ἀντιμετωπίσει πικρίες ἀπὸ τὴν ἀχαριστία ἐκείνων τοὺς ὁποίους κλήθηκε νὰ καθοδηγήσει στὸν δρόμο τῆς σωτηρίας, ἀλλὰ καὶ τὸν φθόνο καὶ τὸν διωγμὸ τῶν ἐχθρῶν του Χριστοῦ. Τὰ λόγια τοῦ θεοφωτίστου Ἀποστόλου «οὐκ ἐστὶν ἡμῖν ἡ πάλη πρὸς αἷμα καὶ σάρκα, ἀλλὰ πρὸς τὰς ἀρχάς, πρὸς τὰς ἐξουσίας, πρὸς τοὺς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου, πρὸς τὰ πνευματικὰ τῆς πονηρῖας ἐν τοῖς ἐπουρανίοις» (Ἐφεσ. στ’ 12), ἀντηχοῦν συνεχῶς στ’ αὐτιά του. Ὅμως δὲν φοβᾶται. Δὲν ὑποχωρεῖ μπροστὰ στὸ ὕψος τῶν εὐθυνῶν. Ἀλλὰ μὲ ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεως «καὶ τελειωτὴν Ἰησοῦν», ἀποδέχεται τὴν πρόταση τοῦ ἁγίου ἐπισκόπου της Λάμπουσας, καὶ χειροτονεῖται διάκονος καὶ μετὰ ἱερέας. Στὴ θέση του αὐτὴ ὁ φλογερὸς ἐργάτης ἀφήνει νὰ λάμψουν ὅλα τὰ πνευματικὰ καὶ ἠθικά του χαρίσματα. Κηρύττει τακτικὰ καὶ μὲ ζῆλο. Ὀργανώνει ὑποδειγματικὰ τὴν φιλανθρωπικὴ ζωὴ καὶ γίνεται ἡ ψυχὴ καὶ τὸ κέντρο κάθε πνευματικῆς δράσεως. Δὲν πρόφτασε ὅμως ὁ ἱερὸς πατὴρ νὰ ἀναπτύξει ὅλη του τὴν δράση, ὅταν ὁ θάνατος τοῦ γέροντα ἐπισκόπου τῆς δοξασμένης πόλεως τὸν ἀναγκάζει νὰ ἀναλάβει τὸ ἔργο τοῦ ἐπισκόπου. Κληρικοὶ καὶ λαϊκοὶ μὲ μία φωνὴ καλοῦν τὸν φιλόθεο ἱερέα νὰ ἀποδεχθεῖ τὸ ὑψηλότατο στὴν ἐκκλησία ὑπούργημα, τὸ τοῦ ἐπισκόπου. Μὲ ταπείνωση καὶ φόβο Θεοῦ ὁ εὐλαβὴς κληρικὸς κύπτει τὸν αὐχένα καὶ μ’ εὐγνωμοσύνη ἀποδέχεται τὸ θεῖο χάρισμα τοῦ ἀρχιερέα. Τὸ δέχεται καὶ τὸ καλλιεργεῖ μὲ ὅλη τὴν δύναμη καὶ τὴν φλόγα τῆς ἁγνῆς ψυχῆς του.



«Παραδοθεῖς τῇ χάριτι τοῦ Θεοῦ» ὁλοκληρωτικά, ἐπέδειξε «σύνεσιν ἐν πᾶσι», ζῆλο θερμουργὸ καὶ δράση θαυμαστή. Μὲ ἔργα καὶ λόγια κινεῖται παντοῦ καὶ ἀναδεικνύεται πραγματικὰ δάσκαλος τῆς εὐσέβειας καὶ πρόμαχος τῆς ὀρθοδόξου πίστεως. Τὸ κήρυγμά του ὑπῆρξε Χρυσοστομικό. Εὐλάλιος ἦταν τ’ ὄνομά του. Εὐλάλιος ὅμως ἀναδείχθηκε καὶ στὴν πράξη. Ἡ ὁμιλία του ἦταν ἀληθινὰ μαγευτική. Τὰ λόγια του διακρίνονταν ὄχι μονάχα σὲ γλυκύτητα καὶ καλλιέπεια, ἀλλὰ πρὸ παντὸς σὲ περιεχόμενο. Οἱ Γραφικὲς ἔννοιες ἀκολουθοῦσαν ἡ μιὰ τὴν ἄλλη μὲ μιὰ χάρη καὶ ἁπλότητα ζηλευτῆ. Ποταμοὶ θεολογίας ξεχύνονταν ἀπὸ τὰ χείλη του ποὺ συνήρπαζαν καὶ ὁδηγοῦσαν σὲ ἔργα χριστομίμητα καὶ θεάρεστα. Σὲ ἔργα ἀγάπης καὶ φιλανθρωπίας καὶ σὲ ἐκδηλώσεις χριστιανικῆς ἀνωτερότητας καὶ ζηλευτοῦ ἱεροῦ ἐνθουσιασμοῦ. Ὡς θεοφώτιστος ποιμένας προβάτων λογικῶν ἀκολουθεῖ μὲ ταπεινοφροσύνη καὶ πραότητα τὸ παράδειγμα τοῦ μοναδικοῦ Ποιμένα τῶν ψυχῶν καὶ μὲ αὐτοθυσία ἀποστολικὴ ἐργάζεται μέρα καὶ νύχτα, γιὰ νὰ τὰ ὁδηγήσει στὸν δρόμο τῆς σωτήριας. Τὰ διδάσκει τακτικά. Πολεμᾶ τὴν ἀπιστία καὶ κακοπιστία ὅπου τὴν βρίσκει. Μὲ ὑπομονὴ καταφωτίζει τοὺς πιστοὺς καὶ ἀπομονώνει τοὺς αἱρετικούς. Προστατεύει τὰ ὀρφανὰ καὶ τοὺς ἀδικουμένους. Φροντίζει τοὺς πτωχοὺς καὶ τοὺς ἀρρώστους. Παρηγορεῖ τοὺς θλιμμένους. Γίνεται «τοῖς πᾶσι τὰ πάντα, ἴνα πάντως τινὸς σώσει» (Α’ Κορ. θ’ 22).



Ἔτσι κινήθηκε καὶ ἔδρασε ὁ ἱερὸς Εὐλάλιος ὡς ἱερέας στὴν ἀρχὴ καὶ μετὰ ὡς ἐπίσκοπος. Τὰ λόγια τῆς Γραφῆς, ποὺ μελετοῦσε καθημερινὰ καὶ δίδασκε μὲ τόση σοφία καὶ χάρη, φρόντιζε πρῶτα ὁ ἴδιος νὰ τὰ ἐφαρμόζει στὴν ζωή του. Ἔτσι καὶ τὸ τοῦ σοφοῦ της Παλαιᾶς Διαθήκης «ὄσῳ μέγας εἰ, τοσούτω ταπεινοῦ σεαυτόν, καὶ ἔναντι Κυρίου εὐρήσεις χάριν» (Σοφ. Σειρὰχ γ’ 18) τὸ εἶχε πάντα μπροστὰ στὰ μάτια του. Καμιὰ καύχηση δὲν παρουσίαζε γιὰ τὶς ἐπιτυχίες του. Κανένα ἐγωϊσμό. Καμιὰ ἰδιοτέλεια ἢ ὑστεροβουλία. Μαζὶ μὲ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο μποροῦσε καὶ αὐτὸς νὰ ἀναφωνεῖ: «Χάριτι Θεοῦ εἰμὶ ὁ εἴμι» (Α’ Κορ. ιε’ 10). Στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου τούτου ἱεράρχου ποὺ μὲ ὑπομονὴ κι ἐπιμονὴ διατήρησε μέχρι τέλους καὶ τὸ σῶμα καὶ τὸ νοῦ καὶ τὴν ψυχὴ καθαρά, μποροῦμε στ’ ἀλήθεια νὰ ποῦμε, πὼς ξεπληρώθηκε τῆς Γραφῆς ὁ λόγος: «ὅτι χάρις καὶ ἔλεος ἐν τοῖς ἐκλεκτοῖς αὐτοῦ καὶ ἐπισκοπὴ ἐν τοὶς ὁσίοις αὐτοῦ» (Σοφ. Σολ. δ’ 15).



Ὅσιος καὶ ἐκλεκτός τοῦ Θεοῦ ἀναδείχθηκε σὲ ὅλα ὁ μακάριος ἐπίσκοπος. Ἐλεύθερος ἀπὸ ἀδυναμίες καὶ πάθη καὶ ἀκούραστος κήρυκας τῆς ἀλήθειας κατόρθωσε μὲ τὴν ἁγνότητα τῆς ζωῆς του νὰ γίνει ἕνας ἄγγελος σὲ ἀνθρώπινο σῶμα, τύπος καὶ ὑπογραμμὸς μιᾶς ἀνώτερης ζωῆς καὶ ἀληθινὸς καὶ γνήσιος φίλος τοῦ Δεσπότου Χριστοῦ «ἄκακος, ὅσιος, ἀμίαντος».



Στὸ ἱερὸ πρόσωπό του τὰ πνευματικὰ παιδιά του βλέπουν πάντα τὸν γνήσιο «στρατιώτη τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ». Τὸν στρατιώτη ποὺ μὲ τὶς ὁλονύκτιες προσευχὲς καὶ δεήσεις, κατακτᾶ μία – μία τὶς ὑψηλὲς κορυφὲς τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ καὶ ἀγωνίζεται μὲ τὸ ὑπέροχο παράδειγμα τῆς ἀγάπης καὶ ἁγιότητάς του, νὰ διαφυλάξει καὶ τὰ πνευματικὰ παιδιά του. Νὰ τὰ διαφυλάξει ἀπὸ τὰ ποικίλα κακὰ ποὺ τὰ προσβάλλουν. Νὰ τὰ διαφυλάξει ἀλώβητα ἀπὸ τὴν ἀπιστία, τὶς αἱρέσεις, τὸ πνεῦμα τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, ποὺ τὰ ἀπειλοῦσε ἐξ αἰτίας τοῦ πλούτου, ποὺ καθημερινὰ συνέρεε στὴν πόλη τους. Δίκαια ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος του ψάλλει: «Σάρκα καθυπέταξας, τῷ λογισμῷ στερρῶς πάνσοφε, καὶ ὡς ποιμήν, λογικῶν προβάτων, ὄντως μάλα ἐποίμανας». Ἡ διακήρυξη τοῦ Κυρίου «ὁ Ποιμὴν ὁ καλὸς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίθησιν ὑπὲρ τῶν προβάτων» (Ἰωάν. ι’ 11) κυκλοφορεῖ πάντα στὴ σκέψη του. Γι’ αὐτὸ οὐδέποτε ἔδινε «ὕπνον τοὶς ὀφθαλμοίς του καὶ ἀνάπαυσιν τοὶς κροτάφοις του» σὰν ἐμάνθανε, πὼς μερικοὶ ἀπὸ τοὺς χριστιανούς του κινδύνευαν ἀπὸ τὸν ἕνα ἢ τὸν ἄλλον πειρασμό. Μιὰ τέτοια ζωή, ζωὴ «πλήρης χάριτος καὶ ἀληθείας» (Ἰωάν. α’ 14) δὲν μποροῦσε νὰ μὴ ἑλκύσει πρὸς αὐτὴν τὴν εὔνοια καὶ τὴν εὐλογία τοῦ οὐρανοῦ. Ὁ Κύριος προσφέρει πάντα πλούσια τὴν χάρη καὶ τὶς δωρεές Του σ’ ἐκείνους ποὺ Τὸν ἀγαποῦν. «Τοὺς δοξάζοντας μὲ, δοξάσω» διακηρύττει αὐτὸ τὸ Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ. Καὶ στ’ ἀλήθεια. Ἡ ἀγάπη τοῦ Κυρίου πολὺ δόξασε τὸν ἄξιο ἐργάτη καὶ ποιμένα τῆς λογικῆς μάνδρας του. Πλούσια τὸν χαρίτωσε, ὅταν ἀκόμη βρισκόταν στὴν γῆ. Πολλὰ εἶναι τὰ θαύματα ποὺ ἐνήργησε καὶ ἐνεργεῖ μέσο τοῦ Ἁγίου ὁ τῶν θαυμασίων Θεός. Θαύματα ποὺ προκαλοῦν τὸ θάμβος. Θαύματα καταπληκτικά. Θαύματα ποὺ ἔχουν ὡς σκοπό τους τὴν παρηγοριὰ ὅσων ὑποφέρουν καὶ τὴν ἀπαλλαγή τους ἀπὸ τὰ κακὰ καὶ λυπηρά. Θαύματα ἀκόμη ποὺ ἀποβλέπουν στὴ δόξα τοῦ Θεοῦ.



Ἀπὸ τὸν Κύριο τῶν Δυνάμεων ὁ πιστὸς ἐργάτης τοῦ χριστιανικοῦ ἀμπελώνας πῆρε τὴν χάρη, νὰ ἀποδιώκει δαίμονες. Νὰ θεραπεύει διάφορα νοσήματα ψυχῆς, ἀλλὰ καὶ ἀρρωστήματα τοῦ σώματος. Νὰ βοηθᾶ καθημερινὰ ἐκείνους ποὺ ταξιδεύουν καὶ ταλαιπωροῦνται στὴ θάλασσα. Νὰ προστατεύει ὅσους κινδυνεύουν ἀπὸ πειρατεῖες καὶ ἐπιθέσεις ἀπάνθρωπες. Καὶ γενικὰ νὰ λυτρώνει ἀπὸ τὰ δεινὰ καθένα, ποὺ ἐπικαλεῖται τὴν μεσιτεία του.



Πολλὲς φορὲς μὲ τὶς προσευχές του σὲ τόπους ἄνυδρους καὶ ξηροὺς ἀνέβλυσαν πηγές, ποὺ ἐξακολουθοῦν ὡς τὴν ἐποχή μας, νὰ προσφέρουν τὰ δροσερά τους νάματα, γιὰ νὰ ξεδιψοῦν καὶ νὰ δροσίζουν τοὺς ὁδοιπόρους. Τέτοια πηγὴ μὲ γάργαρο νερὸ εἶναι καὶ τὸ ἁγίασμά του κοντὰ στὸν ἱερὸ ναό του. Αὐτὸ τὸ ἁγίασμα τοῦ θεόφρονα πνευματικοῦ καὶ φιλάνθρωπου ἀρχιποιμένα τῆς Λάμπουσας, θεραπεύει κάθε ἀρρώστια καὶ ἀπαλλάσσει, ὅπως ὁμολογοῦν πολλοὶ καὶ ἀπὸ τὴ συχνὴ ἐνόχληση τοῦ συναχιοῦ. Τὴν θεραπευτική του προσφορὰ ὁ Ἅγιος μὲ τὸ ἁγίασμά του τὴν προσφέρει ἀφειδώλευτα ὄχι μονάχα σὲ πιστοὺς προσκυνητές, ἀλλὰ καὶ σὲ ἄπιστους ἀλλόφυλους. Ἕνας ἀπ’ αὐτούς, δὲν εἶναι πολλὰ χρόνια, μὲ ὅλως διόλου κατεστραμμένα δόντια, πῆγε μὲ πίστη καὶ μὲ θερμὴ προσευχὴ ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἅγιο τὴν βοήθειά του. Ὕστερα λούστηκε μὲ τὸ θαυματουργὸ νερό, καὶ ἔπλυνε καλὰ καὶ τὸ στόμα του. Τὸ ἀποτέλεσμα ὑπῆρξε θαυμαστό. Ὁ ἄρρωστος θεραπεύτηκε τελείως καὶ ἔφυγε δοξάζοντας τὸν Θεὸ καὶ τὸν Ὅσιό του.



Σὲ ἀρκετὰ προχωρημένη ἡλικία ὁ μακάριος ποιμὴν τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ἔλαια κατάκαρπος, ἔκλινε τὴν κεφαλὴ μπροστὰ στὴ θεία βουλὴ καὶ ἀπεδήμησε γιὰ τὴν βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ὁ θάνατός του σήμανε συγκλονισμὸ σὲ ὅλη τὴν περιφέρεια καὶ θλίψη σὲ ὁλόκληρη τὴ νῆσο. Οἱ ἄνθρωποι, ποὺ εὐεργετήθηκαν ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν καλωσύνη του, ἔτρεξαν ἀπὸ ὅλα τὰ μέρη γιὰ νὰ τὸν ἰδοῦν ἔστω καὶ νεκρὸ, ἀκόμη μιὰ φορά, καὶ νὰ τὸν ἀσπασθοῦν καὶ νὰ πάρουν τὴν εὐλογία του.



Ἀργότερα ἡ εὐλάβεια τῶν κατοίκων τῆς δοξασμένης πόλεως ἔκτισε κοντὰ στὴν θάλασσα καὶ σὲ μικρὴ ἀπόσταση ἀπὸ τὴν ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἀχειροποιήτου ἕνα ναὸ στ’ ὄνομά του. Ὁ ναὸς αὐτὸς μὲ τὸν καιρό, καὶ τὶς τόσες ἐπιδρομὲς ποὺ δοκίμασε ἡ πλούσια πόλη καταστράφηκε. Πάνω στὰ ἐρείπια τοῦ πρώτου ναοῦ ξανακτίστηκε τὸν δέκατο ἕκτο αἰώνα ἄλλος ναός, ποὺ διατηρεῖται ἐξωτερικὰ σὲ πολὺ καλὴ κατάσταση. Τὸν ναὸ ἔκτισε σὲ ρυθμὸ Φραγκοβυζαντινὸ «ὁ Νεόφυτός της Λευκωσίας Ποιμήν» καὶ «νεύσει θείας χάριτος», γιὰ νὰ λάβει μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου «λύτρωσιν συμφορῶν τε καὶ θλίψεως».



Ὁ ναὸς ἦταν ἕνα ὄμορφο μνημεῖο ἀκέραιο καὶ πολὺ καλὰ διατηρημένο, μέχρι τὴν τούρκικη εἰσβολή. Τὸ ἐσωτερικό του μόνο ἦταν γυμνό, χωρὶς πάτωμα, χωρὶς τοιχογραφίες καὶ φορητὲς εἰκόνες, καὶ μ’ ἕνα τέμπλο φθαρμένο.



Τὸ λαμπρὸ παράδειγμα καὶ ἡ ἁγνὴ ζωὴ τοῦ φλογεροῦ καὶ μακάριου ἐπισκόπου της Λάμπουσας, ἂς φωτίσουν τὸν δρόμο τῆς πρόσκαιρης ζωῆς ὅλων μας. Κι ἂν γιὰ ὁποιουσδήποτε λόγους οἱ πειρασμοὶ μᾶς νίκησαν καὶ μᾶς ἀπεμάκρυναν ἀπὸ τὰ καθήκοντά μας ὡς χριστιανῶν, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ θρηνοῦμε σήμερα «τὰ περασμένα μεγαλεῖα», τὸ πᾶν δὲν χάθηκε γιὰ μᾶς. Ἂς μετανοήσουμε καὶ μὲ συντριβὴ ψυχῆς, ἂς ζητήσουμε μὲ τὶς πρεσβεῖες τοῦ Ἁγίου πατρὸς Εὐλαλίου τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Σὲ ὁποιαδήποτε ἡλικία καὶ ἂν βρισκόμαστε, ἡ ἀντίστοιχη ἡλικία τῆς ἐνάρετης ζωῆς τοῦ Ἁγίου, πολλὰ ἔχει νὰ μᾶς πεῖ καὶ νὰ μᾶς διδάξει. Κάτι περισσότερο. Μὲ τὴν εἰλικρινῆ μετάνοιά μας θὰ ἐπιτύχουμε αὐτὸ ποὺ ποθοῦμε καὶ μ’ ὅλη μας τὴν ψυχὴ λαχταροῦμε: Τὴν λύτρωση ἀπὸ τὰ δεινὰ καὶ τὴν ἐλεύθερη μετακίνηση καὶ διακίνησή μας στὰ ἁγιασμένα χώματα τῆς πατρικῆς γῆς.



Πρωὶ καὶ βράδυ, ἂς κλείνουμε λοιπὸν νοερὰ τῆς ψυχῆς τὰ γόνατα μπροστὰ στὴ σεβάσμια μορφὴ τοῦ θεόφρονος Ἁγίου, καὶ ἀπὸ τὰ τρίσβαθα τῆς καρδιᾶς, ἂς τοῦ λέμε καὶ ἐμεῖς μὲ πίστη φλογερὴ καὶ ἀκλόνητη:


Θεόφρον Εὐλάλιε, τὴν σήν, ποίμνην περιφύλαττε, ἐκ πάσης βλάβης καὶ θλίψεως, καὶ περιστάσεως, καὶ ἐκ πάσης ρύσαι, συμφοράς, θεσπέσιε, καὶ τῆς αἰχμαλωσίας πρεσβείαις σου, ἵνα δοξάζωμεν, ποιμένα ἀληθέστατον, καὶ Τριάδος, μέγιστον συνήγορον.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Oct 14, 2013 2:50 pm

23 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Ἰάκωβος ὁ Ἀπόστολος καὶ Ἀδελφόθεος
Image

Ἡ παράδοση ἀναφέρει ὅτι ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς γιοὺς τοῦ Ἰωσὴφ ἀπὸ ἄλλη γυναίκα, γι’ αὐτὸ ὀνομαζόταν ἀδελφὸς τοῦ Κυρίου. Ἡ συγγενική του ὅμως σχέση μὲ τὸν Κύριο δὲν εἶναι ὁμόφωνα καθορισμένη. Ἀλλὰ τὸ γεγονὸς εἶναι ὅτι ὁ Ἰάκωβος ὁ ἀδελφόθεος ἔγινε πρῶτος ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων καὶ εἶναι αὐτὸς ποὺ ἔγραψε τὴν πρώτη Θεία Λειτουργία τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.

Ὁ Ἰάκωβος, λοιπόν, ποίμανε τὴν Ἐκκλησία τῶν Ἱεροσολύμων μὲ δικαιοσύνη, μὲ γενναία στοργὴ καὶ στερεότητα στὴν πίστη. Αὐτὸ ὅμως, ἐξήγειρε τὴ μοχθηρία καὶ τὴν κακουργία τῶν Ἰουδαίων. Ἀφοῦ τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔριξαν πάνω ἀπὸ τὸ πτερύγιο τοῦ Ναοῦ, καὶ ἐνῷ ἀκόμα ἦταν ζωντανός, τὸν ἀποτελείωσαν μὲ ἄγριο κτύπημα ροπάλου στὸ κεφάλι.

Ἔργο τοῦ Ἰακώβου εἶναι καὶ ἡ Καθολικὴ Ἐπιστολή του στὴν Καινὴ Διαθήκη, στὴν ὁποία νὰ τί μας συμβουλεύει, σχετικὰ μὲ τὸ πὼς πρέπει νὰ χειριζόμαστε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ: «Γίνεσθε ποιηταὶ λόγου καὶ μὴ μόνον ἀκροαταί, παραλογιζόμενοι ἑαυτούς». Δηλαδὴ νὰ γίνεσθε ἐκτελεστὲς καὶ τηρητὲς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καὶ ὄχι μόνο ἀκροατές. Καὶ νὰ μὴ ξεγελᾶτε τὸν ἑαυτό σας, μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι ἀρκετὸ καὶ μόνον νὰ ἀκούει κανεὶς τὸ λόγο.
(Ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου, φέρεται καὶ τὴν Κυριακὴ μετὰ τὴν Γέννηση τοῦ Χριστοῦ, μαζὶ μὲ τὴν μνήμη τοῦ Δαβὶδ τοῦ Προφήτου καὶ Ἰωσὴφ τοῦ μνήστορος, συνοδευόμενη μὲ τὸ ἀκόλουθο δίστοιχο: «Σὺ τέκτονος παῖς, ἀλλὰ ἀδελφὸς Κυρίου, τοῦ πάντα τεκτήναντος, ἐν λόγῳ, μάκαρ». Τελεῖται δὲ αὐτῷ ἡ Σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ αὐτοῦ Ναῷ τὸ ὄντι ἔνδοθεν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοὶς Χαλκοπρατείοις. Πατμιακὸς κώδικας: 266).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Ὡς τοῦ Κυρίου Μαθητής, ἀνεδέξω δίκαιε τὸ Εὐαγγέλιον· ὡς Μάρτυς ἔχεις τὸ ἀπαράτρεπτον· τὴν παρρησίαν ὡς Ἀδελφόθεος· τὸ πρεσβεύειν ὡς Ἱεράρχης. Ἱκέτευε Χριστὸν τὸν Θεόν, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιοv. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὁ τοῦ Πατρὸς μονογενὴς Θεὸς Λόγος, ἐπιδημήσας πρὸς ἡμᾶς ἐπ’ ἐσχάτων, τῶν ἡμερῶν Ἰάκωβε θεσπέσιε, πρῶτόν σε ἀνέδειξε, τῶν Ἱεροσολύμων, ποιμένα καὶ διδάσκαλον, καὶ πιστὸν οἰκονόμον, τῶν μυστηρίων τῶν πνευματικῶν. Ὅθεv σε πάντες τιμῶμεν Ἀπόστολε.

Μεγαλυνάριον.
Κλήσει ἀδελφόθεος πεφηνώς, Ἰάκωβε μάκαρ, τῶν ἀρρήτων μυσταγωγός, ἐν Σιὼν ἐδείχθης, καὶ πάθει σου τιμίῳ, τὸ ζωηφόρον πάθος, Χριστοῦ ἐδόξασας.






Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος
Ὁ Ἅγιος Ἰγνάτιος ἦταν γιὸς τοῦ αὐτοκράτορα Μιχαὴλ Α’ τοῦ Ραγκαβὲ καὶ τῆς αὐτοκράτειρας Προκοπίας, ἀδερφὸς δὲ τοῦ Θεοφύλακτου.

Ὁ Ἰγνάτιος ἤτανε μοναχὸς καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς Μονῆς τοῦ Ἀρχαγγέλου, ἡ ὁποία ὀνομαζόταν τοῦ Ἀνατέλλοντος, ἐνῷ τώρα ὀνομάζεται τοῦ Σατύρου. Τὸ 846 μ.χ. ἐκλέχτηκε καὶ χειροτονήθηκε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, ὅπου καὶ ὑπηρέτησε τὴν Ἐκκλησία γιὰ ἕντεκα ἔτη καὶ πέντε μῆνες.

Μετὰ ὁ αὐτοκράτορας Μιχαὴλ Γ’ τὸν ἐκθρόνισε καὶ ἔκανε Πατριάρχη τὸν Φώτιο. Κατόπιν τὸ 867 μ.χ. ὁ αὐτοκράτορας Βασίλειος Α’ ὁ Μακεδὼν ἐπανέφερε τὸν Ἰγνάτιο στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο. Ἡ δεύτερη αὐτὴ πατριαρχία κράτησε δέκα χρόνια, κατὰ τὰ ὁποία ὁ Ἅγιος ποίμανε θεοφιλῶς τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Πρὶν τὸ τέλος του ἀποσύρθηκε στὴ Μονὴ Σατύρου, στὴν ὁποία καὶ ἄφησε τὴν τελευταία του πνοή. Ἐκεῖ δὲ καὶ τάφηκε.






Ὁ Ὅσιος Νικηφόρος
Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτόν, οἱ Συναξαριστὲς ἀναφέρουν ὅτι, «τὴν ἐν τῷ Χαρσιανῷ συστησάμενος Μονήν, ἐν εἰρήνῃ τελειοῦται».
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες.






Ὁ Ὅσιος Μακάριος ὁ Ρωμαῖος
Ἡ βιογραφία του ἀπὸ τοὺς Συναξαριστὲς εἶναι πολὺ μυθώδης καὶ παράδοξη. Ὅπως φανερώνει καὶ ἡ προσωνυμία του, ἦταν ἀπὸ τὴ Ρώμη, γιὸς κάποιου συγκλητικοῦ ἄρχοντα, ὀνόματι Ἰωάννου.

Μὲ τὴν βία τῶν γονέων του ὁ Μακάριος παντρεύτηκε γυναίκα, τὴν ὁποία ἄφησε τὴ νύχτα τοῦ γάμου. Περιπλανώμενος γιὰ μερικὲς ἡμέρες, βρῆκε μία σπηλιά, μέσα στὴν ὁποία ζοῦσε μαζὶ μὲ δυὸ λιοντάρια σὲ ἄγρια κατάσταση. Κάποτε τὸν ἀνακάλυψαν τρεῖς μοναχοί, ποὺ ὀνομάζονταν Σέργιος, Ὑγίνος καὶ Θεόφιλος. Ἀπὸ τότε ὁ Μακάριος ἔγινε γνωστὸς γιὰ τὴν αὐστηρὴ ἀσκητικότητά του καὶ τὶς μεγάλες ἀρετές του, ποὺ ἀπέκτησε ἀπ' αὐτὴ.
Ὁ Ὅσιος Μακάριος, σύμφωνα μὲ τὴν διήγηση τοῦ Συναξαριστή, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.








Ὁ Ὅσιος Πετρώνιος
Μᾶλλον ἀσκητὴς τῆς ἐρήμου, ποὺ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Ἁγίου Ἰακώβου Βοροβίας τοῦ Θαυματουργοῦ (Ρῶσος)
Image
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Oct 14, 2013 2:52 pm

24 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Ἀρέθας ὁ Μεγαλομάρτυρας καὶ οἱ σὺν αὐτῷ
Image
Ἔζησε τὸν 6ο αἰώνα μ.Χ. καὶ ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς προύχοντες τῆς πόλης Νέγρας στὴν Αἰθιοπία. Ὅταν ἀσπάσθηκε τὸ χριστιανισμό, διακρινόταν γιὰ τὴν εὐσέβεια καὶ τὶς πολλές του ἀγαθοεργίες. Κοντά του μαζεύτηκε ἕνας ὅμιλος ἀπὸ ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ποὺ καθημερινό τους ἔργο εἶχαν τὴν διδασκαλία τοῦ θείου λόγου.

Ἡ πρόοδος αὐτὴ τοῦ Εὐαγγελίου στὴν Ἐκκλησία τῆς Νέγρας, ἐξήγειρε τὸ φανατισμὸ τῶν εἰδωλολατρῶν, καὶ συνέλαβαν τὸν Ἀρέθα μὲ τοὺς συνεργάτες του. Ὁ Ἀρέθας ἦταν τότε γέροντας. Οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστης τοῦ συνέστησαν νὰ λυπηθεῖ τὰ γεράματά του καὶ νὰ ἀπαρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε ὁ Ἀρέθας ἔδωσε γενναία ἀπάντηση: «Στὴν διάρκεια τῆς ζωῆς μου, εἶπε, διέπραξα πολλὰ ἁμαρτήματα. Ὁ Ἰησοῦς Χριστὸς μὲ καθάρισε ἀπ’ αὐτὰ διὰ τῆς θυσίας Του καὶ μὲ τὴν πίστη μου πρὸς Αὐτόν. Καὶ ἀπὸ ἄνθρωπο ἀπώλειας μὲ ἔκανε κληρονόμο τοῦ ἀνεσπέρου φωτὸς καὶ τῆς αἰώνιας ζωῆς. Τώρα μου προσφέρει καὶ ἄλλη τιμή. Μοῦ δίνει τὴν εὐκαιρία, ἀπὸ τὴν σάρκα ἐνὸς γέροντα νὰ προβάλει ἀθλητής, ἀποδεικνύοντας ὅτι ἡ ἰσχὺς καὶ ἡ ἐλευθερία τοῦ πνεύματος μποροῦν νὰ καταφρονήσουν κάθε ἄνομη ἀπειλὴ καὶ βία καὶ νὰ καταισχύνουν τοὺς δυνατοὺς τῆς γῆς».
Ἡ ἀπάντηση αὐτὴ ἐξαγρίωσε περισσότερο τοὺς δήμιούς του, ποὺ ἀμέσως ἀποκεφάλισαν τὸν Ἀρέθα μὲ τοὺς συνεργάτες του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Εὐσεβείᾳ ἐμπρέπων τῇ ἀθλήσει δεδόξασαι, τὴν τῶν Χριστοκτόνων κακίαν καθελὼν τῇ ἐνστάσει σου· διὸ καὶ προσενήνοχας Χριστῷ, Μαρτύρων ἀρραγῆ συνασπισμόν, ὥσπερ θεῖος παιδοτρίβης καὶ ὁδηγός, Ἀρέθα παμμακάριστε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐφροσύνης πρόξενος ἡμῖν ἐπέστη, ἡ φωσφόρος σήμερον, τῶν Ἀθλοφόρων ἑορτή· ἣv ἐκτελοῦντες δοξάζομεv, τὸν ἐv ὑψίστοις ὑπάρχοντα Κύριον.

Μεγαλυνάριον.
Κλῆρος περιούσιος καὶ λαός, ἔχων ταξιάρχην, τὸν Ἀρέθαν τὸν εὐκλεῆ, τῇ τῶν πρωτοτόκων, συνήφθη Ἐκκλησίᾳ, μαρτυρικοῖς ἀγῶσιν· ὃν μεγαλύνωμεν.






Οἱ Ἅγιοι Γυναίκα καὶ τὸ Βρέφος της
Μαρτύρησαν μαζὶ μὲ τὸν Ἅγιο Ἀρέθα.
Τὸ βρέφος τῆς Ἁγίας αὐτῆς γυναίκας τὸ ἔριξαν στὴ φωτιὰ καὶ βλέποντας αὐτό, ἔριξε καὶ τὸν ἑαυτό της ἡ ἴδια στὴν φωτιά.






Ἡ Ἁγία Σεβαστιανὴ ἡ Μάρτυς
Image
Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Σεβαστὴ τῆς Φρυγίας καὶ διδάχτηκε τὴν χριστιανικὴ πίστη ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο, καὶ πῆρε τὴ θερμότητα καὶ τὴν ἀνδρεία τοῦ διδασκάλου της.

Ἡ Ἁγία Σεβαστιανὴ ἔζησε τὸν 1ο αἰώνα μ.Χ. καὶ χρησιμοποιοῦσε τὴν ζωή της κάθε ἡμέρα γιὰ τὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου (στὴ Μαρκιανούπολη τῆς Θράκης). Πήγαινε σὲ σπίτια εἰδωλολατρῶν καὶ εἵλκυε πολλὲς γυναῖκες ἀπ’ αὐτοὺς στοὺς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας.

Συνελήφθη γι’ αὐτὸ ἐπὶ αὐτοκράτορος Δομετιανοῦ καὶ ἡγεμόνος Σεργίου, κακοποιήθηκε καὶ ἐξεδιώχθη ἀπὸ τὸν τόπο της. Ἔφθασε στὴν Ἡράκλεια τῆς Θράκης ὅπου πάλι συνελήφθη, ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα Πομπηϊανό, καὶ φυλακίστηκε.

Ἀλλὰ ἡ γυναικεία της φύση, ντρόπιασε τοὺς βασανιστές της. Οἱ ὑποσχέσεις δὲν τὴν δελέασαν, οἱ ἀπειλὲς δὲν τὴν ἔκαμψαν, καὶ κάτω ἀπὸ βαριὰ μαρτύρια στάθηκε ὄρθια μὲ ὅλη της τὴν γενναιοψυχία. Οἱ σάρκες τῆς Ἁγίας Σεβαστιανῆς σχίζονταν, ἀλλὰ τὰ χείλη, ὅπως καὶ ἡ καρδιά της, ἐξακολουθοῦσαν νὰ ὑμνοῦν τὸν Χριστό.
Τελικά, ἡ μεγάλη αὐτὴ ἀθλήτρια τῆς Ἐκκλησίας μας, παρέδωσε τὴν ζωή της μὲ τὸν διὰ ἀποκεφαλισμοῦ θάνατο καὶ ἐτάφῃ στὴ Ραιδεστό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τοῖς ῥήμασι τοῦ Παύλου φωτισθεῖσα προσέδραμες, Σεβαστιανὴ τῷ Σωτῆρι καὶ νομίμως ἐνήθλησας, βασάνους ὑπομείνασα πολλάς, δυνάμει τοῦ νυμφίου σου Χριστοῦ, ὃν ἱκέτευε ἀπαύστως ὑπὲρ ἡμῶν, τῶν εὐλαβῶς βοώντων σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, διὰ τοῦ Παύλου δέδεξαι, καὶ πίστει θερμῇ, ὑπὲρ αὐτοῦ ἠγώνισαι, Σεβαστιανὴ ἔνδοξε, τῆς σαρκός σου μηδόλως φροντίσασα, καὶ τὴν ἄπονον εὗρες ζωήν, τῷ ξίφει τμηθεῖσα τὸν αὐχένα σου.

Μεγαλυνάριον.
Ἤθλησας ὡς ἄσαρκος ἐν σαρκί, καὶ τομῇ τῆς κάρας, γάλα ἔβλυσας θαυμαστῶς· ὁ Χριστὸς γὰρ Μάρτυς, ὦ Σεβαστιανή σε, δοξάζει ὃν ἐν ἄθλοις λαμπρῶς ἐδόξασας.






Ὁ Ἅγιος Πρόκλος Ἀρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν 20η Νοεμβρίου, ὅπου καὶ ὁ βίος του. Ἀγνωστο γιατί επαναλαμβάνεται αὐτὴ την ἡμέρα.






Οἱ Ἅγιοι Μᾶρκος, Σωτήριχος καὶ Οὐαλεντῖνος οἱ Μάρτυρες
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀσία.

Συνελήφθησαν ἀπὸ τοὺς εἰδωλολάτρες, ἐπειδὴ ἦταν Χριστιανοὶ καὶ τοὺς ἔσυραν πάνω σὲ αἰχμηρὲς πέτρες μέχρι θανάτου.
Τὰ δὲ ἅγια λείψανά τους, μετακομίστηκαν ἀπὸ τὴν Ἀσία στὴν Θᾶσο, ὅπου μέχρι σήμερα βρίσκονται.






Ὁ Ἅγιος Ἀκάκιος ὁ Πρεσβύτερος
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.







Ὁ Ἅγιος Νέρδων ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Ὁ Ὅσιος Ἀρέθας ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Oct 14, 2013 2:54 pm

25 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Οἱ Ἅγιοι Μαρκιανὸς καὶ Μαρτύριος οἱ νοτάριοι
ImageImage
Οἱ Ἅγιοι αὐτοὶ ἦταν νοτάριοι καὶ γραμματικοί του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Παύλου τοῦ Ὁμολογητοῦ, στὰ χρόνια τοῦ Ἀρειανοῦ βασιλέως Κωνσταντίου (337 – 349). Ἄριστα σπουδαγμένοι καὶ οἱ δύο, ὑπῆρξαν συνήγοροι θαρραλέοι της ὀρθόδοξης ἀλήθειας.

Ὅταν ὁ Πατριάρχης Παῦλος δὲν δέχθηκε νὰ συμφωνήσει μὲ τοὺς Ἀρειανούς, ἐξορίστηκε ἀπὸ τὸν βασιλιὰ στὴν Ἀρμενία καὶ πνίγηκε ἀπὸ τοὺς ἐκεῖ Ἀρειανούς. Τότε οἱ δυὸ Ἅγιοι ἔμειναν πιστοὶ στὸν ποιμένα τους καὶ σταθεροὶ στὸ ὀρθόδοξο δόγμα. Διότι πάντα στὸ μυαλό τους κυριαρχοῦσε ὁ λόγος τοῦ Κυρίου: «ἐὰν ὑμεῖς μείνητε ἐν τῷ λόγῳ τῷ ἐμῷ, ἀληθῶς μαθηταί μου ἔστε». Ἄν, δηλαδή, ἐσεῖς, μείνετε στερεοὶ στὴν διδασκαλία μου, λέει ὁ Κύριος, τότε πράγματι εἶσθε καὶ ἀληθινοὶ μαθητές μου. Ὁ Μαρκιανὸς καὶ ὁ Μαρτύριος τὸ ἀπέδειξαν περίτρανα αὐτό, ὅταν συνελήφθησαν ἀπὸ τὸν αὐτοκράτορα.
Ὁμολόγησαν μὲ θάρρος μπροστὰ του τὴν ἀληθινὴ πίστη καὶ ἤλεγξαν αὐτὸν γιὰ τὶς παρανομίες του. Τότε, διατάχθηκε καὶ τοὺς σκότωσαν μὲ μαχαίρι.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Ζῆλον ἔνθεον, ἀναλαβόντες, ἠμαυρώσατε, Ἀρείου πλάνην, ὁμοούσιον Τριάδα κηρύττοντες, Μαρκιανὲ καὶ θεόφρον Μαρτύριε, Ὀρθοδοξίας οἱ ἄσειστοι πρόβολοι. Θεῖοι Μάρτυρες, Χριστῷ τῷ Θεῷ πρεσβεύσατε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοvτάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀγωνισάμενοι καλῶς ἀπὸ βρέφους, Μαρκιανὲ σὺν τῷ κλεινῷ Μαρτυρίῳ, τὸν ἀποστάτηv Ἄρειοv καθείλετε, ἄτρωτον φυλάξαντες, τὴν Ὀρθόδοξοv πίστιν, Παύλῳ ἐφεπόμενοι, τῷ σοφῷ διδασκάλῳ· ὅθεν σὺν τούτῳ εὕρατε ζωήv, ὡς τῆς Τριάδος ὑπέρμαχοι ἄριστοι.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν Μαρτύρων ἡ ξυνωρίς, ἡ δίστυλος βάσις, τῶν δογμάτων τῶν εὐσεβῶν, σὺν τῷ Μαρτυρίῳ, Μαρκιανὲ παμμάκαρ, Τριάδος τῆς Ἁγίας, τὰ θεῖα ὄργανα.






Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Μάρτυρας αὐτὸς παρουσιάστηκε μὲ τὴν θέλησή του στοὺς τυράννους καὶ ὁμολόγησε μὲ θάρρος τὸν Χριστό. Τότε αὐτοί, ἐπειδὴ ὁ Ἅγιος παρέμεινε σταθερὸς στὴν ὁμολογία του, τὸν ἀποκεφάλισαν καὶ τὸν ἔριξαν στὴ θάλασσα.
Τότε κάποια εὐσεβὴς γυναίκα, παρέλαβε τὸ τίμιο λείψανό του, ἀφοῦ τὸ ἔβγαλε ἡ θάλασσα, καὶ τὸ ἔθαψε μὲ τιμές. Ἐκεῖ ἐπίσης ἔκτισε ἐκκλησία στὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου, ποὺ τὸ ἱερὸ λείψανό του, μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ, ἔκανε πολλὰ θαύματα.






Ὁ Ἅγιος Οὐαλερῖνος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.







Οἱ Ἅγιοι Οὐαλέριος (ἢ Οὐαλερῖνος) καὶ Χρυσάφιος (ἢ Χρύσαφος) οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.







Ὁ Ἅγιος Σαβῖνος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πυρός.






Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ
Image
Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ ἦταν εὐσεβὴς καὶ φιλάνθρωπη χριστιανὴ καὶ κατοικοῦσε στὴν Ἰόππη. Τὸ Ταβιθᾶ εἶναι λέξη Συριακὴ καὶ σημαίνει Δόρκα.

Ἦταν ὑφάντρα καὶ ἔφτιαχνε χιτῶνες, τοὺς ὁποίους πωλοῦσε πρὸς ἀνακούφιση τῶν χηρῶν καὶ ὀρφανῶν.

Ἡ Ταβιθᾶ ὅμως ἀρρώστησε καὶ πέθανε. Τὴν περίοδο ἐκείνη βρισκόταν στὴ Λῦδδα ὁ Ἀπόστολος Πέτρος. Ὅταν τὸ ἄκουσαν αὐτὸ οἱ δικοί της, ἔσπευσαν νὰ τὸν παρακαλέσουν νὰ ἔρθει στὴν Ἰόππη, ὅπου καὶ ὁδηγήθηκε στὸ νεκροκρέβατο τῆς Ταβιθᾶς. Ἀφοῦ παρακάλεσε τοὺς παραβρισκόμενους νὰ βγοῦν ἀπὸ τὸ δωμάτιο, ὁ Πέτρος γονάτισε καὶ προσευχήθηκε. Στὴν συνέχεια εἶπε στὴν Ταβιθᾶ νὰ σηκωθεῖ. Μόλις ἐκφώνησε τὸ πρόσταγμα ἡ νεκρὴ ἀνεστήθῃ.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ διεδόθει στὴν Ἰόππη καὶ πολλοὶ πίστεψαν. Ἡ Ἁγία Ταβιθᾶ πέθανε σὲ βαθὺ γῆρας.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Μαθήτρια ἔνθεος, ἐν τῇ Ἰόππῃ σεμνή, Χριστοῦ ἐχρημάτισας, καὶ ἐν πολλοῖς οἰκτιρμοῖς, αὐτὸν ἐθεράπευσας· ὅθεν ὑπὸ τοῦ Πέτρου, ὡς ἠγέρθης θανοῦσα, ἐδειξας τοῦ σοῦ βίου, Ταβιθᾶ μακαρία, πᾶσι τὴν κεκρυμμένην, θείαν λαμπρότητα.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου.
Τοῖς θεαρέστοις σου ἔργοις καὶ πράξεσι, θεοπρεπῶς τῷ Σωτῆρι λατρεύουσα, ἀγάπης ὑπόδειγμα πέφηνας, ὦ Ταβιθᾶ ὡς θεόφρων μαθήτρια· διό σου τὴν μνήμην γεραίρομεν.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις θεοδόξαστε Ταβιθᾶ, στήλη θείων ἔργων, ὡς μαθήτρια τοῦ Χριστοῦ· ἐλεημοσύνης, πηγὴ γὰρ ἀνεδείχθης, ἐν πόλει τῇ Ἰόππῃ, γνώμῃ θεόφρονι.







Ὁ Ἅγιος Οὔαρος ὁ ἐν Αἰγύπτῳ
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Μᾶλλον εἶναι ὁ ἴδιος μὲ αὐτὸν τῆς 19ης Ὀκτωβρίου.






Ὁ Ἅγιος Γεώργιος Ἐπίσκοπος Αμάστριδος
Γεννήθηκε στὴν Κρώμνη κοντὰ στὴν Ἀμάστριδα καὶ ἦταν γιὸς εὐσεβῶν γονέων, τοῦ Θεοδοσίου καὶ τῆς Μεγέθους.

Μετὰ τὶς πρῶτες του σπουδὲς στὴν πατρίδα του, ἔφυγε στὸ ὄρος τῆς Συρίκης (ἢ Σηρικῆς) καὶ ἐκεῖ ἀφοῦ βρῆκε γέροντα ἀσκητὴ διδάχτηκε τὰ περὶ τῆς μοναχικῆς ζωῆς καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο ἐκάρη μοναχός.

Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ γέροντά του, ὁ Γεώργιος πῆγε στὴν Βόνιτσα τῆς Ἀκαρνανίας καὶ ἐκεῖ ἀσκήτευε. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ ἐπισκόπου Ἀμάστριδος, ἡ Ἐκκλησία βραβεύοντας τὶς ἀρετὲς τοῦ Γεωργίου, τὸν ἔκανε ἐπίσκοπο τῆς πόλης αὐτῆς.
Ὁ Γεώργιος εἶναι καὶ ὁ ποιητὴς τῶν Κανόνων. Ἀπεβίωσε εἰρηνικά, ἀφοῦ θεάρεστα ποίμανε τὸ ποίμνιο ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός.






Οἱ Ἅγιοι Παππίας , Διόδωρος καὶ Κλαυδιανὸς οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια τοῦ Δεκίου (249 – 251). Κατάγονταν ἀπὸ τὴν Ἀττάλεια τῆς Παμφυλίας καὶ στὸ ἐπάγγελμα ἦταν κτηνοτρόφοι.
Προσκυνοῦσαν ὅμως τὸν ἕνα καὶ ἀληθινὸ Θεὸ καὶ γι’ αὐτὸ τοὺς συνέλαβε ὁ ἡγεμόνας τῆς Παμφυλίας Πούπλιος. Καὶ ἐπειδὴ δὲν μπόρεσε νὰ τοὺς ἀλλάξει τὸ φρόνημα, τελικά τους ἀποκεφάλισε.






Οἱ Ἅγιοι Φαῦστος, Βασίλειος καὶ Λουκιανὸς οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μὲ αὐτοὺς τῆς 6ης Φεβρουαρίου.







Οἱ Ἅγιοι Νικηφόρος καὶ Στέφανος οἱ Μάρτυρες
Ἡ μνήμη τους ἐπαναλαμβάνεται στὶς 8 Φεβρουαρίου. Μαρτύρησαν «ξεόμενοι».






Οἱ Ἅγιοι Φιλάδελφος καὶ Πολύκαρπος
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά. Μᾶλλον ἦταν μοναχοὶ ἀσκητές, ποὺ ἔζησαν ὀσιακὰ τὴν ζωή τους.
(Ἡ μνήμη τους ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 8η Φεβρουαρίου).







Ὁ Ὅσιος Μακάριος Ἐπίσκοπος Πάφου τῆς Κύπρου
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Ἡ μνήμη του ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 8η Φεβρουαρίου.






Οἱ Ἅγιοι Δύο Μάρτυρες ἀπὸ τὴν Θράκη
Μαρτύρησαν, ἀφοῦ συμπιέστηκαν μεταξὺ δύο μεγάλων πετρῶν.







Ἡ Ἁγία Χρυσάνθη
Ἡ μνήμη της ἀναφέρεται ἐπιγραμματικὰ στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1956, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες.Πουθενὰ ἄλλου δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη της αὐτὴν τὴν μέρα. (Ἄλλες πληροφορίες ἀναφέρουν ὅτι εἶναι σύζυγος τοῦ Ἁγίου Χρυσάφου, ποὺ ἐπίσης ἡ μνήμη του ἀναφέρεται σήμερα)
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Oct 14, 2013 2:56 pm

26 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Δημήτριος ὁ Μεγαλομάρτυρας ὁ Μυροβλύτης
Image
Ὑψηλόβαθμος ἀξιωματικός του ρωμαϊκοῦ στρατοῦ, ἔζησε καὶ μαρτύρησε ἐπὶ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ καὶ Μαξιμιανοῦ, περίοδος φοβερῶν διωγμῶν ἐναντίον τῶν χριστιανῶν.

Ὁ Δημήτριος, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπὸ εὐσεβῇ οἰκογένεια τῆς Θεσσαλονίκης δὲν φοβήθηκε τὶς διαταγὲς τῶν αὐτοκρατόρων καὶ συνέχιζε νὰ κηρύττει τὸ Εὐαγγέλιο. Αὐτή του ἡ δράση τὸν ὁδήγησε μπροστὰ στὸν Δοκλητιανό, ὁ ὁποῖος διέταξε τὴν φυλάκισή του.

Στὴν φυλακὴ ἦταν ἕνας νεαρὸς χριστιανὸς, ὁ Νέστορας, ὁ ὁποῖος θὰ ἀντιμετώπιζε σὲ μονομαχία τὸν φοβερὸ μονομάχο τῆς ἐποχῆς Λυαῖο. Ὁ νεαρὸς χριστιανὸς πρὶν τὴ μονομαχία ἐπισκέφθηκε τὸν Δημήτριο καὶ ζήτησε τὴν βοήθειά του. Τὸ ἀποτέλεσμα ἦταν ὁ Νέστορας νὰ νικήσει τὸν Λυαῖο καὶ νὰ προκαλέσει τὴν ὀργὴ τοῦ αὐτοκράτορα. Διατάχθηκε νὰ θανατωθοῦν καὶ οἱ δυὸ, Νέστορας καὶ Δημήτριος.

Σήμερα ὁ Ἅγιος Δημήτριος τιμᾶται ὡς πολιοῦχος Ἅγιος τῆς Θεσσαλονίκης.
Ἡ μεταφορὰ τῆς εἰκόνας τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στὴν Κωνσταντινούπολη ἔγινε τὸ ἔτος 1149 ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Μανουὴλ Κομνηνό. Καὶ ἡ εἰκόνα μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη στὴν Ἱερὰ Μονὴ Παντοκράτορος τῆς Κωνσταντινούπολης, ἐπὶ ἡγουμενίας Ἰωσήφ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Μέγαν εὕρατο, ἐν τοῖς κινδύνοις, σὲ ὑπέρμαχον, ἡ οἰκουμένη, Ἀθλοφόρε τὰ ἔθνη τροπούμενον. Ὡς οὖν Λυαίου καθεῖλες τὴν ἔπαρσιν, ἐν τῷ σταδίῳ θαρρύνας τὸν Νέστορα, οὕτως Ἅγιε, Μεγαλομάρτυς Δημήτριε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιοv αὐτόμελον. Ἦχος β’.
Τοῖς τῶv αἱμάτων σου ῥείθροις Δημήτριε, τὴv Ἐκκλησίαν Θεὸς ἐπορφύρωσεν, ὁ δούς σοι τὸ κράτος ἀήττητοv, καὶ περιέπων τὴν πόλιν σου ἄτρωτοv· αὐτῆς γὰρ ὑπάρχεις τὸ στήριγμα.

Μεγαλυνάριον.

Τὸν μέγα ὁπλίτην καὶ Ἀθλητήν, τὸν στεφανηφόρον, καὶ ἐν Μάρτυσι θαυμαστόν, τὸν λόγχῃ τρωθέντα, πλευρὰν ὡς ὁ Δεσπότης, Δημήτριον τὸν θεῖον, ὕμνοις τιμήσωμεν.



Ἔτερον Μεγαλυνάριον.
Μύρον γεωργήσας πνευματικόν, τῷ ἐπουρανίῳ, μύρῳ Μάρτυς δι’ ἀρετῶν, μύρων κρήνη ὤφθης, ζωοποιῶν ἐν κόσμῳ, Δημήτριε Μαρτύρων, τὸ ἀκροθίνιον.







Οἱ Ἅγιοι Ἀρτεμίδωρος καὶ Βασίλειος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.







Ἡ Ἁγία Λέπτινα ἡ Μάρτυς
Μαρτύρησε συρόμενη στὴ γῆ μέχρι θανάτου.






Ὁ Ἅγιος Γλύκων ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Μνήμη τοῦ Μεγάλου Σεισμοῦ
Πρόκειται γιὰ τὸν μεγάλο σεισμό, ποὺ ἔγινε στὴν Κωνσταντινούπολη, τὸ ἔτος 740 ἐπὶ βασιλείας Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου. Τότε πολλὰ οἰκοδομήματα τῆς πόλης ἔπεσαν καὶ πολλοὶ ἄνθρωποι καταπλακώθηκαν στὰ ἐρείπιά τους.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ὁ ἐπιβλέπων ἐπὶ τὴν γῆν, καὶ ποιῶν αὐτὴν τρέμειν, ῥῦσαι ἡμᾶς, τῆς φοβερᾶς τοῦ σεισμοῦ ἀπειλῇς, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν· καὶ κατάπεμψον ἡμῖν, πλούσια τὰ ἐλέη σου, πρεσβείαις τῆς Θεοτόκου μόνε Φιλάνθρωπε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.
Ὡς εὐσπλαγχνίας ἄβυσσος, καὶ θησαυρὸς χρηστότητος, ἐπὶ τὸν φόβον σου στήριξον, Κύριε, τῶν εὐσεβῶν τὸ πλήρωμα, καὶ ἐκλύτρωσαι Σῶτερ, ἐκ τῆς σεισμοῦ φοβερᾶς συγκλονήσεως, τοὺς πίστει ἀφορῶντας, τοῖς οἰκτιρμοῖς σου Φιλάνθρωπε.

Μεγαλυνάριον.
Ἔδρασον τῷ φόβῳ σου ἀκλινῶς, ἡμῶν τὰς καρδίας, ἐκκλινόντων τοῖς γεηροῖς, καὶ σεισμοῦ βιαίας, φθορᾶς λύτρωσαι Λόγε, τοὺς πίστει προσκυνοῦντας, τὴν δυναστείαν σου.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάσαφ ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας

Ὁ Ἰωάσαφ ὑπῆρξε μαθητὴς καὶ μιμητὴς του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Νήφωνα (1486 – 89, 1497 – 98).

Ἀσκούμενος στὶς ἀρετὲς καὶ ἀφοῦ ἔφτασε σὲ τέλεια ἀγάπη, τὸν κατέλαβε ὁ πόθος νὰ δώσει τὴν ζωή του γιὰ τὴν πίστη του στὸν Χριστό. Μετὰ τὴν κοίμηση τοῦ δασκάλου του, Ὁσίου Νήφωνα, ᾖλθε στὴν Κωνσταντινούπολη, ὅπου παρουσιάστηκε στὸ κριτήριο τῶν Τούρκων. Ἐκεῖ κήρυξε μὲ θάρρος μπροστά τους τὸν Τριαδικὸ Θεὸ καὶ τὸ μυστήριό τῆς ἐνσάρκωσης τοῦ Χριστοῦ.
Ἀμέσως τότε συνελήφθη καὶ ἀφοῦ τὸν βασάνισαν σκληρά, τελικὰ τὸν ἀποκεφάλισαν στὶς 26 Ὀκτωβρίου 1536.







Ἡ Ἁγία Λεωντίνη ἡ Μάρτυς
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας.







Οἱ Ὅσιοι Λεόντιοι (δύο) οἱ ἐν Ἄθῳ
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ὁσίων.







Ἀνακομιδὴ Τιμίων Λειψάνων Νεομάρτυρος Γεωργίου τοῦ ἐν Ἰωαννίνοις (1971)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Oct 14, 2013 2:58 pm

27 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Νέστωρ ὁ Μάρτυρας
Image

Ὁ Νέστορας ἦταν πολὺ νέος στὴν ἡλικία, ὡραῖος στὴν ὄψη καὶ γνώριμός του Ἁγίου καὶ ἐνδόξου Δημητρίου.

Ὁ Νέστορας, λοιπόν, βλέποντας ὅτι ὁ αὐτοκράτωρ Διοκλητιανὸς χαιρόταν γιὰ τὶς νῖκες κάποιου σωματώδους βαρβάρου, ὀνομαζόμενου Λυαίου, μίσησε τὴν ὑπερηφάνειά του. Βλέποντας ὅμως καὶ τὰ θαύματα τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, πῆρε θάρρος. Πῆγε λοιπὸν στὴν φυλακή, ὅπου ἦταν κλεισμένος ὁ Μεγαλομάρτυρας, καὶ ἔπεσε στὰ πόδια του. «Δοῦλε τοῦ Θεοῦ Δημήτριε», εἶπε, «ἐγὼ εἶμαι πρόθυμος νὰ μονομαχήσω μὲ τὸ Λυαῖο, γι’ αὐτὸ προσευχήσου γιὰ μένα στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ».

Ὁ Ἅγιος, ἀφοῦ τὸν σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ τιμίου Σταυροῦ, τοῦ εἶπε ὅτι καὶ τὸν Λυαῖο θὰ νικήσει καὶ γιὰ τὸν Χριστὸ θὰ μαρτυρήσει. Τότε, λοιπόν, ὁ Νέστορας μπῆκε στὸ στάδιο χωρὶς φόβο καὶ ἀνεφώνησε: «Θεὲ τοῦ Δημητρίου, βοήθει μοι».

Καὶ ἀφοῦ πολέμησε μὲ τὸν Λυαῖο, τοῦ κατάφερε δυνατὸ χτύπημα μὲ τὸ μαχαῖρι του στὴν καρδιὰ καὶ τὸν θανάτωσε. Ἐξοργισμένος τότε ὁ Διοκλητιανός, διέταξε καὶ σκότωσαν μὲ λόγχη τὸ Νέστορα, ἀλλὰ καὶ τὸν Δημήτριο.
Ἔτσι, μ’ αὐτή του τὴν ἐνέργεια ὁ Νέστορας δίδαξε ὅτι σὲ κάθε ἀνθρώπινη πρόκληση πρέπει νὰ ἀναφωνοῦμε: «Κύριος ἐμοὶ βοηθός, καὶ οὐ φοβηθήσομαι· τί ποιήσει μοι ἄνθρωπος;». Ὁ Κύριος εἶναι βοηθός μου καὶ δὲ θὰ φοβηθῶ. Τί θὰ μοῦ κάνει ὁποιοσδήποτε ἄνθρωπος;

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ἀθλητὴς εὐσεβείας ἀκαταγώνιστος, ὡς κοινωνὸς καὶ συνήθης τοῦ Δημητρίου ὀφθείς, ἠγωνίσω ἀνδρικῶς Νέστορ μακάριε· τῇ θεϊκῇ γὰρ ἀρωγῇ, τὸν Λυαῖον καθελών, ὡς ἄμωμον ἱερεῖον, σφαγιασθεὶς προσηνέχθης, τῷ Ἀθλοθέτῃ καὶ Θεῷ ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Ἀθλήσας καλῶς, ἀθάνατον τὴν εὔκλειαν, κεκλήρωσαι νῦν, καὶ στρατιώτης ἄριστος, τοῦ Δεσπότου γέγονας, ταῖς εὐχαῖς Δημητρίου τοῦ Μάρτυρος· σὺν αὐτῷ οὖν Νέστορ σοφέ, πρεσβεύων μὴ παύσῃ, ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.

Μεγαλυνάριον.
Σθένος ἐζωσμένος ὑπερφυές, νικητὴς ἐγένου, ἐν ἀγῶσι Νέστορ σοφέ· ὅθεν ἀκηράτων, γερῶν ἠξιωμένος, μετὰ τοῦ Δημητρίου, ἡμῶν μνημόνευε.






Ὁ Ἅγιος Λοῦππος
Image
Ὁρισμένες Συναξαριακὲς πηγὲς αὐτὴν τὴν ἡμέρα (κατ’ ἄλλους 26 Ὀκτωβρίου), ἀναφέρουν τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Λούππου. Ὁ Ἅγιος αὐτὸς φέρεται ὡς ὑπηρέτης τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, ποὺ ἦταν κοντά του τὴν ὥρα τοῦ μαρτυρίου του.

Λέγεται λοιπὸν ὅτι ὁ Ἅγιος Δημήτριος ἔχρισε μὲ τὸ αἷμά του τὸν Λοῦππο καὶ κατόπιν αὐτός, ἔπραττε πολλὰ θαύματα – μέσῳ αὐτοῦ – στὴν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης.
Μαθεύτηκε αὐτὸ ἀπὸ τὸν ἡγεμόνα τῆς πόλης, ὁ ὁποῖος συνέλαβε τὸν Λοῦππο καὶ ἀμέσως τὸν φόνευσε.






Οἱ Ἁγίες Καπετωλίνα καὶ Ἐρωτηΐδα
Οἱ Ἅγιες Καπιτωλίνη καὶ Ἐρωτηΐς ζοῦσαν στὴν ἐποχὴ τοῦ αὐτοκράτορα Διοκληριανοῦ, ὅταν ἄρχοντας στὴν Καππαδοκία ἦταν ὁ Ζιλικίνθιος.

Ἡ Καπιτωλίνη ἦταν εὐγενικῆς καταγωγῆς καὶ πλουσία. Ὅμως ἡ Ἁγία δὲν ἔδωσε καμιὰ σημασία στὰ ἐπίγεια πλούτη. Ἔτσι λοιπὸν μοίρασε ὅλη της τὴν περιουσία στοὺς φτωχοὺς καὶ ἐλευθέρωσε τοὺς δούλους της. Ἐμφανίστηκε στὸν ἄρχοντα Ζιλίκινθο καὶ ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ὁ ἄρχοντας διέταξε νὰ τὴν κλείσουν στὴν φυλακὴ καὶ τὴν ἑπόμενη μέρα ἀποκεφαλίστηκε.

Ἡ Ἐρωτηΐς, ἡ ὁποία ἦταν δούλη τῆς Καπιτωλίνης ἅρπαξε πέτρες καὶ λιθοβόλησε τὸν ἄρχοντα. Ἐκεῖνος ἐξοργισμένος πρόσταξε τοὺς φρουρούς του νὰ τὴν δείρουν ἀνελέητα μὲ ράβδους. Ἡ Ἁγία ὅμως, μὲ τὴν Χάρη τοῦ Χριστοῦ ἔμεινε ἀβλαβής. Τότε ὁ ἄρχοντας πρόσταξε νὰ τὴν ἀποκεφαλίσουν μὲ ξίφος.
Ἔτσι βρῆκαν καὶ οἱ δυὸ Ἁγίες μαρτυρικὸ θάνατο.






Ὁ Ἅγιος Κυριάκος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς ἐπισκόπους, ποὺ ὄχι μόνο λένε, ἀλλὰ καὶ πράττουν. Σὲ ὁρισμένους καταλόγους τὸν ὀνομάζουν Κυρηλιανό.

Ἔζησε τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. καὶ ποίμανε τὴν ἐπισκοπὴ τοῦ Βυζαντίου σὰν ἀληθινὸς καὶ καλὸς ποιμένας ἐπὶ 16 χρόνια.

Ὁ δὲ Σ. Εὐστρατιάδης στὸ Ἁγιολόγιό του ἀναφέρει, ὅτι ὁ ἐν λόγῳ Ἅγιος ἦταν πρεσβύτερος καὶ οἰκονόμος τῆς μεγάλης Ἐκκλησίας, καὶ διαδέχθηκε στὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο τὸν Ἰωάννη τὸν Νηστευτὴ τὸ 595.
Θεοφιλῶς ἀφοῦ κυβέρνησε τὴν ἐκκλησία, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 610.






Ἡ Ἁγία Πρόκλα σύζυγος τοῦ Πιλάτου
Ἐνῷ ὁ σύζυγός της δὲν ἀνέλαβε τὴν εὐθύνη νὰ ἐλευθερώσει τὸν Χριστό, φοβούμενος τοὺς Ἰουδαίους, ἡ σύζυγός του Πρόκλα, μετὰ τὸν φρικτὸ θάνατο τοῦ Πιλάτου, προσῆλθε στὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ ἀφοῦ ἔζησε μὲ ἀγαθότητα καὶ εὐσέβεια, παρέδωσε τὸ πνεῦμα της εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Μαβριανὸς καὶ Βαλεντίνος
Ἡ μνήμη τους σύμφωνα μὲ τὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο (σελ. 116), τιμᾶται σήμερα χωρὶς ἄλλες πληροφορίες γιὰ τὴν ζωή τους.






Ὁ Ὅσιος Νέστωρ ὁ Χρονογράφος ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσος)
Image
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Διήγηση γιὰ τοὺς Ἴβηρες
Πρόκειται γιὰ μία εὐσεβέστατη ἀσκήτρια γυναῖκα, ποὺ ἔζησε τὴν ἐποχὴ τοῦ Μεγάλου Κωνσταντίνου καὶ συνελήφθη αἰχμάλωτη ἀπὸ τοὺς Ἴβηρες.

Ἐκεῖ χάρη τοῦ πνευματικοῦ της ἀγῶνα, θεράπευσε μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ διάφορους ἀσθενεῖς, μεταξὺ δὲ αὐτῶν καὶ τὴν βασίλισσα τῆς χώρας αὐτῆς καὶ ἔτσι κατάφερε νὰ ἐκχριστιανίσει ὅλους τους Ἴβηρες.
Λεπτομέρειες βλέπε στὸν «Μέγα Συναξαριστή» τοῦ Ματθαίου Λαγγὴ τόμος 10ος, σελ. 621, ἔκδοση 1992.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Oct 24, 2013 6:33 pm

28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Μνήμη Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου
Image
Διαβάζουμε: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρᾳ τὴν ἀνάμνησιν ποιούμεθα τῆς Ἁγίας Σκέπης τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καὶ Ἀειπαρθένου Μαρίας ἤτοι τοῦ ἱεροῦ αὐτῆς Μαφορίου, τοῦ ἐν τῷ σορῷ τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν, ὄτε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας ὁ διὰ Χριστὸν σαλὸς κατεῖδεν ἐφηπλωμένην αὐτὴν ἄνωθεν καὶ πάντας τοὺς εὐσεβεῖς περισκέπουσαν».

Λόγω τῶν πολλῶν θαυμάτων ἀπὸ τὴν Παναγία, ποὺ ἀνέφεραν οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες στὸν Ἑλληνοϊταλικὸ πόλεμο τὸ 1940, ἡ Ἱερὰ Συνοδὸς τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος μὲ ἀπόφασή της τὸ 1952, καθιέρωσε νὰ ἑορτάζεται ἡ Ἅγια Σκέπη τῆς Θεοτόκου ἀντὶ γιὰ τὴν 1η Ὀκτωβρίου, στὶς 28 Ὀκτωβρίου.
Ἡ ἑορτὴ τῆς Ἅγιας Σκέπης τῆς Θεοτόκου ἡ ὁποία τελοῦνταν ἀπὸ παλαιότατων χρόνων τὴν 1η Ὀκτωβρίου, ἦταν ἀνάμνηση τοῦ θαύματος τὸ ὁποῖο εἶδε ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας. Κατὰ τὴ διάρκεια μιᾶς ἀγρυπνίας στὸ παρεκκλήσι τῆς «Ἅγιας Σοροῦ» τοῦ ναοῦ τῶν Βλαχερνῶν στὴν Κωνσταντινούπολη, ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας εἶδε τὴν Θεοτόκο νὰ προχωράει ἀπὸ τὶς βασιλικὲς πύλες πρὸς τὸ θυσιαστήριο ἀνάμεσα σὲ λευκοφορους ἅγιους, ἀπὸ τοὺς ὁποίους ξεχώριζαν ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Πρόδρομος καὶ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος. Ὅταν ἔφθασε στὸ θυσιαστήριο γονάτισε καὶ προσευχόταν γιὰ πολλὴ ὥρα, κλαίγοντας καὶ παρακάλωντας τὸν Υἱό της γιὰ τὴν σωτήρια του κόσμου. Ὅταν ὁλοκλήρωσε τὴν δέησή της, ἔβγαλε ἀπὸ τὸ κεφάλι της τὸ ἀστραφτερὸ μαφόριο, ποὺ φοροῦσε καὶ μὲ μία κινήση τὸ ἅπλωσε σὰν σκεπὴ ἐπάνω ἀπὸ τὸ ἐκκλησίασμα. Ἔτσι ἁπλωμένο τὸ ἔβλεπε γιὰ ἀρκετὴ ὥρα ὁ Ὅσιος Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἐπιφανιο, ποὺ τὸν συνόδευε. Ὅσο φαινόταν ἐκεῖ ἡ Θεοτόκος, φαινόταν καὶ ἡ ἱερὴ ἐσθήτα νὰ σκορπίζει τὴ Χάρη της. Ὅταν ἐκείνη ἄρχισε νὰ ἀνεβαίνει πρὸς τὸν οὐρανό, ἄρχισε καὶ ἡ Θεία Σκέπη νὰ συστέλλεται καὶ σιγὰ – σιγὰ νὰ χάνεται. Τὸ ἱερὸ αὐτὸ μαφόριο ποὺ φυλασσόταν ἐκεῖ συμβόλιζε τὴν Χάρη καὶ τὴν προστασία ποὺ παρέχει ἡ Παναγία στοὺς πιστοὺς.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῆς Σκέπης σου Παρθένε ἀνυμνοῦμεν τὰς χάριτας, ἣν ὡς φωτοφόρον νεφέλην ἐφαπλοῖς ὑπὲρ ἔννοιαν, καὶ σκέπεις τὸν λαόν σου νοερῶς, ἐκ πάσης τῶν ἐχθρῶν ἐπιβουλῆς· σὲ γὰρ σκέπην καὶ προστάτιν καὶ βοηθόν, κεκτήμεθα βοῶντές σοι· δόξα τοῖς μεγαλείοις σου Ἁγνή, δόξα τῇ θείᾳ σκέπῃ σου, δόξα τῇ πρὸς ἡμᾶς σου προμηθείᾳ Ἄχραντε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὥσπερ νεφέλη ἀγλαὼς ἐπισκιάζουσα

Τῆς Ἐκκλησίας τὰ πληρώματα Πανάχραντε,

Ἐν τῇ πόλει πάλαι ὤφθης τῇ βασιλίδι.

Ἀλλ’ ὡς σκέπη τοῦ λαοῦ σου καὶ ὑπέρμαχος

Περισκέπασον ἡμᾶς ἐκ πάσης θλίψεως
Τοὺς κραυγάζοντας, χαῖρε Σκέπη ὁλόφωτε.

Μεγαλυνάριον.
Σκέπης σου τρυγῶντες τὰς δωρεάς, καὶ τὰς καθ’ ἑκάστην, Θεονύμφευτε παροχάς, ὑμνοῦμεν Παρθένε, τὴν σὴν μεγαλωσύνην, τὴν πρὸς ἡμᾶς σου πρόνοιαν, μεγαλύνοντες.






Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος καὶ Νεονίλλη καὶ τὰ τέκνα αὐτῶν
ImageImage
Τὰ τέκνα αὐτῶν: Σάρβηλος, Νίτας, Ἱέραξ, Θεόδουλος, Φώτιος, Βήλη καὶ Εὐνίκη
Ἦταν μία πραγματικὴ «κατ’ οἶκον ἐκκλησία». Οἰκογένεια ἀληθινὰ χριστιανική, μὲ μιὰ ψυχή, μὲ μιὰ καρδιὰ καὶ τὸ ἴδιο φρόνημα.

Ὅταν ἄρχισε ὁ διωγμὸς κατὰ τῶν χριστιανῶν, εἰδοποίησαν τοὺς δυὸ συζύγους ὅτι κινδυνεύουν νὰ συλληφθοῦν. Τότε ὁ Τερέντιος καὶ ἡ Νεονίλλη ἀναρωτήθηκαν νὰ φύγουν μακριά, προκειμένου νὰ προστατέψουν τὰ παιδιά τους ἢ νὰ μείνουν καὶ νὰ περιμένουν μὲ γενναιότητα ὁποιοδήποτε μαρτύριο;

Οἱ πέντε γιοὶ καὶ οἱ δύο θυγατέρες τους, ἔδωσαν ἀποφασιστικὴ ἀπάντηση. Γιατί νὰ φύγουν; Ὁ διωγμὸς εἶχε ἐξαπλωθεῖ παντοῦ. Ἔπειτα, ἡ ἀναχώρησή τους θὰ ἐνέσπειρε τὸν πανικὸ στοὺς ἐκεῖ χριστιανούς. Καὶ τὸ σπουδαιότερο, ἡ Ἐκκλησία δὲν ἐνισχύεται ἀπὸ φυγάδες, ἀλλὰ ἀπὸ μάρτυρες καὶ ἀθλητές.
Ἔτσι, ὅλη ἡ οἰκογένεια ἀποφάσισε νὰ μείνει σταθερὴ στὴν ἀπόφασή της. Καὶ ὅλοι μαζί, ἀφοῦ ὁμολόγησαν τὸν Χριστό, πέθαναν μὲ ἀποκεφαλισμό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νόμῳ φύσεως, συνδεδεμένοι, κράτος πίστεως, ἐνδεδυμένοι, μαρτυρίου τὴν ὁδὸν διηνύσατε, σὺν Νεονίλλῃ θεόφρον Τερέντιε, καὶ ἡ τῶν Παίδων ὑμῶν ἑπτὰς ἔνθεος. Καὶ νῦν ἄφεσιν, αἰτήσασθε παμμακάριστοι, τοῖς μέλπουσιν ὑμῶν τὴν θείαν ἄθλησιν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ὡς συζυγία εὐσεβὴς καὶ ὁμόφρων, σὺν Τερεντίῳ Νεονίλλα τρισμάκαρ, λαμπρὰ χορεία ὤφθητε Χριστῷ τῷ Θεῷ· πίστει γὰρ ἐκθρέψαντες, τοὺς σεπτοὺς ὑμῶν Παῖδας, τούτους προσηγάγετε, λογικὰς ὠς θυσίας, ἐνηθληκότες ἅμα σὺν αὐτοῖς, τῷ τῶν αἰώνων, Δσπότῃ μακάριοι.

Μεγαλυνάριον.
Γενεὰ εὐθέων εὐλογητή, ὡς ὁ Δαβὶδ ἔφη, ἀνεδείχθητε τῷ Θεῷ, Τερέντιε μάκαρ, σὺν τοῖς κλεινοῖς υἱοῖς σου, καὶ τῇ συνεύνῳ πίστει, ἀνδραγαθήσαντες.






Ὁ Ὅσιος Στέφανος ὁ Σαββαΐτης
Λόγιος μοναχὸς ὁ Ὅσιος Στέφανος στὴν Λαύρα τοῦ Ἁγίου Σάββα, ἔζησε τὸν 8ο αἰῶνα μ.Χ. Ἡ ἀσκητική του ζωή, συνοδευόταν ἀπὸ μεγάλη ἀγάπη στὴν μελέτη καὶ ἀπὸ τὴν ἀξιόλογη ἐπιδεξιότητα τῆς ἱερῆς ποίησης. Ἀγαποῦσε τοὺς ἀγῶνες γιὰ τὴν ὀρθόδοξη ἀλήθεια, καὶ πρόθυμα μετεῖχε στὸν πόλεμο κατὰ τῶν αἱρέσεων.

Συχνὰ ἀπέφευγε κάθε λογὴς ἀνθρώπινης ἐπικοινωνίας καὶ ζοῦσε ἐντελῶς μόνος σὲ διάφορα ἐρημικὰ μέρη. Ἐκεῖ ἀγαποῦσε νὰ παρατηρεῖ τὴ φύση καὶ νὰ μεταρσιώνεται μὲ τὴν προσευχή. Ἐπίσης χάϊδευε τὰ ἐλάφια, ποὺ τὸν πλησίαζαν συναισθανόμενα καὶ αὐτὰ τὴν ἀγαθότητα καὶ τὴν παιδικὴ ἀφέλεια τῆς ψυχῆς του.

Τέλος ὁ ἐρημοπολίτης Στέφανος ὁ Σαββαΐτης, βάσταξε καὶ τὰ βάρη τοῦ ἐπισκόπου, μετὰ ἀπὸ ἐπίμονες παρακλήσεις.
Πέθανε διδάσκοντας καὶ οἰκοδομώντας τὸν λαὸ μὲ τὸ χρηστό, ἄμεμπτο καὶ φιλάνθρωπο παράδειγμά του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Στέφος εἴληφας, τῆς εὐδοκίας, στέφος γέγονας, τῆς Ἐκκλησίας, ἐπωνύμως παναοίδιμε Στέφανε· σὺ γὰρ ἐνθέοις στεφόμενος χάρισι, δι’ εὐσεβείας ποικίλως διέπρεψας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Πεποικιλμένος τῷ στεφάνῳ τῆς ἀσκήσεως

Τὴν Ἐκκλησίαν τῷ σῷ βίῳ ἐστεφάνωσας

Ὤσπερ θεῖος Ἱεράρχης καὶ θεηγόρος.

Ἀλλ’ ὡς μύστης τῶν ἀρρήτων ἐπιλάμψεων

Μετανοίας φωτισμὸν Πάτερ πρυτάνευσον
Τοῖς βοῶσί σοι, χαίροις Ὅσιε Στέφανε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τὸ δοχεῖον τῶν ἀρετῶν, καὶ ἠθῶν ὁσίων, ὀ θεόφρων μυσταγωγός· χαίροις ἐγκρατείας, στηλογραφία ἔμπνους, Πατέρων εὐκοσμία, πάνσοφε Στέφανε.






Οἱ Ἅγιοι Τερέντιος, Ἀφρικανός, Μάξιμος, Πομπηΐος, Φωκᾶς καὶ ἄλλοι 36 Ἀφρικανοὶ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν τὸν 3ο αἰῶνα μ.Χ. ἐπὶ αὐτοκράτορας Δεκίου.
Συνελήφθησαν καὶ ὑπέστησαν σειρὰ βασανιστηρίων, χωρὶς νὰ ἀνακαλέσουν τὴν ὁμολογία τῆς χριστιανικῆς τους πίστης. Τότε διέσχισαν τὶς σάρκες τους μὲ πυρωμένα σιδερένια νύχια καὶ στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.






Οἱ Ὅσιοι Φιρμιλιανὸς καὶ Μελχίων

Ὁ Ὅσιος Φιρμιλιανὸς ἦταν Ἀρχιεπίσκοπος Καισαρείας καὶ ὁ Ὅσιος Μελχίων Πρεσβύτερος Ἀντιοχείας

Καὶ οἱ δυὸ ἀγωνίστηκαν κατὰ τῶν αἱρετικῶν. Τὸν Φιρμιλιανὸ ἀναφέρει μὲ στοργὴ ὁ Μέγας Βασίλειος.
Σὲ Σύνοδο, ποὺ ὁ Ἀρχιεπίσκοπος αὐτὸς συγκάλεσε στὸ Ἰκόνιο, ἀποφασίστηκε νὰ βαπτίζονται οἱ αἱρετικοί, ποὺ ἤθελαν νὰ προσέλθουν στὴν ἀληθινὴ Ἐκκλησία.






Ἡ Ἁγία Φεβρωνία
Αὐτὴ ἦταν θυγατέρα τοῦ βασιλιὰ τοῦ Βυζαντίου Ἡρακλείου (610 – 641).
Ἀφοῦ ἔζησε μὲ πνεῦμα Θεοῦ, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Κυριακὸς ὁ Ἱερομάρτυρας

Ὁ Ἅγιος αὐτὸς ἀφοῦ φανέρωσε τὸν Τίμιο Σταυρὸ στὴν Ἁγία Ἑλένη, κατόπιν ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος Ἱεροσολύμων.

Ὅταν τὸ 361 ὁ Ἰουλιανὸς ὁ Παραβάτης ἐκστράτευσε κατὰ τῶν Περσῶν καὶ πέρασε ἀπὸ τὴν Ἱερουσαλήμ, ἔμαθε γιὰ τὸν Κυριακὸ καὶ ἀφοῦ τὸν κράτησε τὸν ἀνάγκαζε νὰ θυσιάσει στὰ εἴδωλα. Ἀλλὰ ὁ Κυριακὸς, ὄχι μόνο δὲν θυσίασε ἀλλὰ καὶ ἤλεγξε τὸν Ἰουλιανό. Τότε αὐτὸς τοῦ ἔκοψε τὸ δεξὶ χέρι. Κατόπιν ἔχυσε καυτὸ μολύβι στὸ στόμα του καὶ τὸν ἔβαλε νὰ πλαγιάσει σὲ χάλκινο πυρακτωμένο κρεβάτι. Ἔπειτα τὸν ἔβαλαν μέσα σ' ἕνα καζάνι, ποὺ ἦταν γεμάτο μὲ βραστὸ λάδι.
Ἐκεῖ τὸν κάρφωσαν μὲ ἀκόντιο καὶ ἔτσι μαρτυρικά, ἀλλὰ ἔνδοξα παρέδωσε τὸ πνεῦμα του.






Ἡ Ἁγία Ἄννα μητέρα τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ
Ἡ Ἁγία Ἄννα, μητέρα τοῦ Ἁγίου Κυριακοῦ, ὅταν ἔμαθε τὰ μαρτύρια τοῦ γιοῦ της, ἔτρεξε νὰ τὸν δεῖ καὶ νὰ τὸν ἐνθαρρύνει.
Τότε συνελήφθη καὶ αὐτή, καὶ ἀφοῦ τὴν κρέμασαν ἀπὸ τὶς τρίχες τῆς κεφαλῆς της, τὴν ἔκαψαν ζωντανὴ μὲ ἀναμμένες λαμπάδες.






Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Α’ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως

Γεννήθηκε στὴν Ἀδριανούπολη τῆς Θρᾴκης, ἀπὸ τοὺς εὐσεβεῖς γονεῖς Γεώργιο καὶ Εὐφροσύνη. Τὸ πρῶτο του ὄνομα ἦταν Ἀλέξιος καὶ ἦταν ἄνθρωπος μεγάλης ἐγκράτειας καὶ σωφροσύνης.

Ἀσκήτευσε στὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ στὸ μοναστῆρι τοῦ Γάνου. Πατριάρχευσε δυὸ φορές. Τὴν πρώτη φορὰ διαδέχτηκε τὸν Γρηγόριο, τὸν Κύπριο (1289 – 1293) καὶ τὴν δεύτερη φορὰ (1303 – 1311) τὸν Ἰωάννη IB'.

Κατόπιν ἀποσύρθηκε τοῦ θρόνου καὶ μόνασε σὲ κάποια Μονή, ὅπου ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ σὲ ἡλικία 100 χρονῶν.
Τὴν βιογραφία του συνέγραψε ὁ Ἰωάννης Καλόθετος, σύγχρονος τοῦ Γρηγορίου Παλαμᾶ καὶ ἡ μετάφραση αὐτῆς ἔγινε ἀπὸ τὸν Ἀγάπιο Λάνδο στὸν «Νέο Παράδεισο».






Οἱ Ἅγιοι Ἀγγελῆς, Μανουῆλ, Γεώργιος καὶ Νικόλαος οἱ Νεομάρτυρες ἐκ Μελάμπων Κρήτης

Image
Ὅλοι γεννήθηκαν στὸ χωριὸ Μέλαμπες Ρεθύμνου Κρήτης, ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς χριστιανούς.

Ὁ Ἀγγελῆς καὶ ὁ Μανουῆλ ἦταν γνήσια ἀδέλφια, γιοὶ τοῦ Ἰωάννη Ρετζέπη. Ὁ Γεώργιος ἦταν γιὸς τοῦ Κωνσταντίνου Ρετζέπη. Ὁ Νικόλαος ἦταν γιὸς κάποιου ἄλλου, Ἰωάννη Ρετζέπη.

Ὅλοι δηλαδὴ ἦταν ἀπὸ τὴν ἴδια οἰκογένεια, πλούσιοι, διακεκριμένοι γιὰ τὴν ἀνδρεία τους, ἔγγαμοι μὲ παιδιὰ καὶ ἀπολάμβαναν ὅλα τὰ προνόμια τῶν Μωαμεθανῶν, διότι ὑποκρίνονταν τοὺς Τούρκους.

Τὸ 1821 ὅμως, συντάχθηκαν μὲ τοὺς χριστιανοὺς καὶ πολέμησαν γενναία γιὰ τὴν ἐλευθερία τῆς πατρίδας. Ὅταν ἐπέστρεψαν στὴ γενέτειρά τους καὶ πῆγαν νὰ πληρώσουν τοὺς καθιερωμένους φόρους στοὺς ἐντεταλμένους Τούρκους, τοὺς κατάγγειλαν σὰν ἀποστάτες τοῦ Μουσουλμανισμοῦ στὸν Μεχμὲτ Πασᾶ τοῦ Ρεθύμνου.

Συλλήφθηκαν καὶ ὁδηγήθηκαν δεμένοι στὴν πόλη αὐτή. Ἐπειδὴ ὅμως δὲν ὑπέκυψαν στὶς κολακεῖες τῶν τυράννων καὶ ἔμειναν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, βασανίστηκαν μὲ τὸν πιὸ φρικτὸ τρόπο.
Τελικὰ στὶς 28 Ὀκτωβρίου 1824 τοὺς ἀποκεφάλισαν μπροστὰ στὴν «Μεγάλη Πόρτα» τοῦ Ρεθύμνου. Οἱ τρεῖς κάρες ἀπ’ αὐτοὺς τοὺς Νεομάρτυρες, φυλάσσονται στὸν Ναὸ τῶν τεσσάρων μαρτύρων στὸ Ρέθυμνο.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.
Τῆς Κρήτης γεννήματα καὶ Λάμπης θρέμματα, τοὺς τετραρίθμους Νεομάρτυρας ἀνευφημήσωμεν, Γεώργιον, Ἀγγελῆν, Μανουῆλ καὶ Νικόλαον, οὗτοι γὰρ διὰ πίστιν τοῦ Κυρίου σφαγέντες, τὸ αἷμα αὐτῶν ἐθελουσίως ἐν τῇ Ρεθύμνῃ ἐξέχεαν, διὸ καὶ παρρησίαν ἔχοντες πρὸς Χριστόν, πρεσβεύουσιν ἀεί, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.






Ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος Ἀρχιεπίσκοπος Σερβίας
Image
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.






Ὁ Ἅγιος Ἀβράμιος Ἐπίσκοπος Ἐφέσου
Ἀκολούθησε τὸν μοναχικὸ βίο καὶ ἔγινε Μητροπολίτης Ἐφέσου μετὰ τὸ 533. Ταυτίζεται μὲ τὸν ὁμώνυμο Ἀββᾶ, ποὺ ἀναφέρεται ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Μόσχο (P.G. 87, 2956), τῶν Μονῶν Ἀβρααμιτῶν (Κωνσταντινούπολη) καὶ Βυζαντίων (Ἱεροσόλυμα).
Μὲ τὸ ὄνομά του σώθηκαν δύο ὁμιλίες, «εἰς τὸν Εὐαγγελισμόν» καὶ «εἰς τὴν Ὑπαπαντήν» ποὺ ἐκδόθηκαν τὸ 1913 ἀπὸ τοὺς Μ. Kraschaninnikov καὶ Μ. Jugie καὶ ἔχουν μεγάλη σπουδαιότητα γιὰ τὶς πατρολογικές σπουδές.






Ὁ Ἅγιος Θεόφιλος ὁ Ἱερομάρτυρας ὁ δία Χριστὸν σαλός, ἐκ τῆς Λαύρας τῶν Σπηλαίων Κιέβου (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.






Ὁ Ἅγιος Abban (Ἰρλανδός)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.






Ἡ Ἁγία Lioba (Βρετανίδα)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτῆς τῆς Ἁγίας της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθήναι 1985.






Ὁ Ἅγιος Διομήδης
Image
Ἔχει ἡ γῆ τὸν οὐρανό της. Ἔχει καὶ ἡ Ἐκκλησία τὸ νοητό της στερέωμα.

Μυριάδες ἄστρα λάμπουν στὸν οὐρανὸ καὶ διηγοῦνται τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ.

Μυριάδες ἄστρα σελαγίζουν καὶ στῆς Ἐκκλησίας τὸ νοητὸ στερέωμα. Σελαγίζουν καὶ αὐτὰ καὶ προβάλλουν μαζὶ μὲ τὸ πνευματικό τους φῶς τὸν θρίαμβο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἁγιότητας.

Ἕνα τέτοιο λαμπρὸ ἀστέρι τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας τοῦ νησιοῦ μας, ἀστέρι πρώτου μεγέθους, εἶναι καὶ ὁ Ἅγιος Διομήδης.

Ὁ πανδαμάτορας χρόνος φυσικὰ μαζὶ μὲ τὶς δραματικὲς περιπέτειες ποὺ πέρασε τὸ μαρτυρικὸ νησὶ ἔσβησε ἀπὸ τὴ μνήμη τῶν σημερινῶν κατοίκων τὸ ὄνομά του. Τὸ μεγαλεῖο του ὅμως δὲν ἔσβησε.

Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος μὲ τὸν γλαφυρό του κάλαμο τὸν ψάλλει καὶ τὸν προβάλλει σὰν μία ἀπὸ τὶς πιὸ φωτεινὲς μορφὲς τῆς Νήσου τῶν Ἁγίων.

Μερικὰ ψήγματα ἀπὸ τὴ ζωή του, ὅπως τὴν περιγράφει ὁ μεγάλος Ἅγιός μας, θὰ σημειώσουμε στὶς παρακάτω γραμμὲς γιὰ πνευματικὴ ὠφέλεια ὅλων μας.



Ποῦ γεννήθηκε καὶ ποιοῖ ἤσαν οἱ γονεῖς του δὲν ξέρουμε. Ἐκεῖνο ποὺ μᾶς λέει ὁ Ἅγιος, ποὺ τὸν ἐγκωμιάζει, εἶναι πὼς ὁ θεσπέσιος ἀθλητὴς Διομήδης «ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων» δόθηκε στὸν Χριστό. Τοῦτο προϋποθέτει γονεῖς ὄχι μονάχα χριστιανοὺς ἄλλα καὶ βαθιὰ πιστούς. Αὐτοὶ φρόντισαν στὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ τους νὰ ἐνσταλάξουν ἀπὸ τὴ βρεφικὴ ἀκόμη ἡλικία τὴν ἀγάπη τους γιὰ τὸν Χριστό. Καὶ ὅπως ἡ διψασμένη γῆ, σὰν πιεῖ νερὸ καὶ χορτάσει καὶ ὑστέρα δεχτεῖ τὸν σπόρο, μᾶς τὸν δίνει φυτὸ χαριτωμένο, πολύφυλλο καὶ πολύκαρπο, ἔτσι καὶ ἡ ἁγνὴ ψυχὴ τοῦ μικροῦ Διομήδη, ποτισμένη ἄφθονα ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, ποὺ οἱ καλοὶ γονεῖς πρόσφεραν καθημερινὰ στὴν καρδιὰ τοῦ παιδιοῦ τους, προαγόταν μέρα μὲ τὴν ἡμέρα στὴν ζωὴ τῆς ἀρετῆς. Ὅλοι καμαρώνουν τὸ εὐγενικὸ κι ὑπάκουο παιδὶ καὶ μακαρίζουν τοὺς εὐτυχισμένους γονεῖς γιὰ τὸν θησαυρό τους.



Σὲ κάποια εὐκαιρία ἡ Θεία Πρόνοια, ποὺ ὅλα τὰ παρακολουθεῖ καὶ ὅλα τὰ φροντίζει, ἔφερε ἔτσι τὰ πράγματα, ὥστε ὁ μεγάλος τῆς Λευκουπόλεως (= Λευκωσίας) ἐπίσκοπος Τριφύλλιος, νὰ συναντήσει καὶ νὰ γνωρίσει τὸ παιδί.

Ἡ ἐκτίμηση τοῦ Ἁγίου ἀπὸ τὴν πρώτη στιγμὴ ὑπῆρξε τόση, ὥστε χωρὶς κανένα ἐνδοιασμὸ τὸν κάλεσε κοντά του καὶ ἀνέλαβε αὐτὸς μαζὶ μὲ τὸν δάσκαλό του, τὸν ἐπίσκοπο τῆς Τριμυθοῦντος, τὸν Ἅγιο καὶ Θαυματουργὸ Σπυρίδωνα, τὴν συνέχιση τοῦ ἔργου τῶν εὐσεβῶν γονιῶν. Κοντὰ στοὺς δύο αὐτοὺς κολοσσοὺς τῆς ἀρετῆς καὶ ξεχωριστοὺς τῆς Ἐκκλησίας ἐργάτες, ὁ φλογερὸς νέος μεγαλώνει καὶ συνεχίζει μὲ ἀδιάπτωτο ἐνδιαφέρον τὸν ἀγῶνα του καὶ μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ κατορθώνει νὰ γίνει πιστὸ ἀντίγραφό τους.



Ἀντίγραφο στὴν βαθιὰ πίστη καὶ ταπεινοφροσύνη, στὸν ζῆλο καὶ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Μαζὶ μὲ τοὺς σεβαστοὺς πατέρες καὶ καθοδηγητὲς τοῦ συχνά – πυκνὰ ἐπαναλαμβάνει καὶ αὐτὸς τοῦ θείου Παύλου τὰ λόγια: «Τὶς ἡμᾶς χωρίσει ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ; θλῖψις ἢ στενοχώρια ἢ διωγμὸς ἢ λιμὸς ἢ γυμνότης ἢ κίνδυνος ἢ μάχαιρα;» Καὶ μαζί τους προσθέτει καὶ τὴν ἀπάντηση: «Πέπεισμαι γὰρ ὅτι οὔτε θάνατος οὔτε ζωὴ οὔτε ἄγγελοι οὔτε ἀρχαί, οὔτε δυνάμεις οὔτε ἐνεστῶτα οὔτε μέλλοντα, οὔτε ὕψωμα, οὔτε βάθος, οὔτε τὶς κτίσις ἑτέρα δυνήσεται ἡμᾶς χωρίσαι ἀπὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ τῆς ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ τῷ Κυρίῳ ἡμῶν» (Ρωμ. η’, 35 καὶ 38 – 39). Δηλαδὴ ποιὸς λοιπὸν μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ αὐτὴ τὴν ἀγάπη, ποὺ μᾶς ἔχει ὁ Χριστός; Μήπως ἡ θλίψη ἀπὸ ἐξωτερικὲς περιστάσεις ἢ ἡ στενοχώρια καὶ ἐσωτερικὴ πίεση τῆς καρδίας μας ἢ διωγμὸς ἢ πεῖνα ἢ γύμνια καὶ ἔλλειψη φορεμάτων ἢ μαχαῖρι ποὺ νὰ μᾶς φοβερίζει μὲ σφαγή; Ὄχι! Τίποτα.



Εἶμαι βέβαιος, ἀπόλυτα βέβαιος, πὼς οὔτε ὁ θάνατος μὲ τὸν ὁποῖο εἶναι πιθανὸ νὰ μᾶς φοβερίσουν, οὔτε καὶ μία ζωὴ τρισευτυχισμένη ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς ὑποσχεθοῦν, οὔτε τὰ τάγματα τῶν οὐρανίων πνευμάτων, οὔτε δηλαδὴ αὐτοὶ οἱ ἄγγελοι, οὔτε οἱ ἀρχές, οὔτε οἱ περιστάσεις καὶ τὰ γεγονότα τῆς κάθε ἡμέρας, οὔτε καὶ τὰ μέλλοντα γεγονότα, οὔτε οἱ δοξασμένες ἐπιτυχίες ποὺ ὑψώνουν τὸν ἄνθρωπο πολύ, οὔτε καὶ οἱ ταπεινώσεις ποὺ τὸν γκρεμίζουν σὲ μεγάλα βάθη, οὔτε ὁποιαδήποτε ἄλλη κτίση διαφορετικὴ ἀπὸ αὐτὴ ποὺ βλέπουμε, θὰ μπορέσει νὰ μᾶς χωρίσει καὶ νὰ μᾶς ἀπομακρύνει ἀπὸ τὴν ἀγάπη, ποὺ μᾶς ἔδειξε ὁ Θεὸς διὰ μέσου τοῦ Κυρίου μας τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ὁποία μας κρατᾷ δεμένους στενὰ μαζί του κι ἰδιαίτερα προστατευόμενούς του. Καμιὰ δύναμη δὲν μπορεῖ νὰ μᾶς χωρίσει ἀπὸ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.



Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου δὲν τὰ μελετοῦν ἁπλῶς οἱ ἅγιοί μας, ἀλλὰ καὶ τὸ ἐφαρμόζουν στὴν ζωή τους σὲ κάθε στιγμὴ καὶ ὤρα ποὺ τοὺς ζητοῦν οἱ ἐχθροὶ τῆς πίστεως νὰ τὰ ὁμολογήσουν.



Χρόνια δύσκολα γιὰ τὸ μαρτυρικὸ νησί μας ἦσαν τὰ χρόνια ἐκεῖνα. Χρόνια διωγμῶν τόσο ἀπὸ μέρους τῶν εἰδωλολατρῶν, ὅσο καὶ ἀπὸ μέρους τῶν αἱρετικῶν. Ἀλλὰ καὶ χρόνια τρομερῶν ἐπιδρομῶν. Σὲ μία τέτοια μάλιστα ἐπιδρομὴ τῶν ἀπογόνων τῆς Ἄγαρ, τὸ νησί μας δοκίμασε φοβερὲς καταστροφές. Ἄνθρωποι σφαγιάσθηκαν, παρθένες ἀτιμάσθηκαν, χωριὰ καὶ πόλεις πυρπολήθηκαν, ἱερὰ καὶ ὅσια συλήθηκαν. Ἀνάμεσα στοὺς αἰχμαλώτους συνελήφθηκε καὶ ὁ ποιμένας Τριφύλλιος, τὸν ὁποῖο οἱ ἐπιδρομεῖς ἄρχισαν σκληρὰ νὰ βασανίζουν μὲ τὴν πρόθεση νὰ τὸν ἀναγκάσουν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστὸ καὶ ἀκόμη ἴσως καὶ μπορέσουν νὰ ἀποσπάσουν ἀπὸ αὐτὸν καὶ χρήματα. Μὲ θαυμαστὴ ὑπομονὴ ἀντιμετωπίζει ὁ ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ τὰ ἀλλεπάλληλα βασανιστήρια. Μὲ καρτερία ἀληθινὰ ἡρωικὴ δέχεται τὰ κτυπήματα, περιφρονεῖ τὶς ἀπειλὲς καὶ προσεύχεται γιὰ τοὺς βασανιστές του. Χαίρει καὶ αὐτὸς γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ τοῦ ἔλαχε ὄχι μόνο νὰ πιστεύει στὸν Χριστό, ἀλλὰ καὶ νὰ πάσχει γιὰ χάρη Του.



Κατὰ τὴν ὥρα τῆς σκληρῆς ἐκείνης δοκιμασίας τοῦ πνευματικοῦ του πατέρα ὁ νεαρὸς Διομήδης τὰ ἔχασε. Τί μποροῦσε ἕνας ἀδύνατος νέος νὰ κάμει μὲ τόσους γεροδεμένους καὶ ἄγριους ἐχθρούς; Μὲ τὴν καρδιὰ σπαράσσουσα ἀπὸ πόνο ἔσπευσε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν σκηνὴ τοῦ μαρτυρίου καὶ νὰ τρέξει νὰ κρυφτεῖ στὴν ἀγαπημένη του σπηλιά, ποὺ βρισκόταν στὰ ἀνατολικὰ τῆς Λευκωσίας. Εἴπαμε ἀγαπημένη του σπηλιά, γιατί σ’ αὐτὴν πολὺ συχνὰ κατέφευγε γιὰ προσευχὴ καὶ περισυλλογή. Σ’ αὐτὴν τρέχει καὶ τώρα.

Τρέχει γιὰ νὰ προσευχηθεῖ καὶ νὰ κλάψει καὶ νὰ ζητήσει τὸ ἔλεος τοῦ Παντοδύναμου Θεοῦ γιὰ τὸν στοργικὸ πνευματικό του πατέρα. Τρέχει νὰ προσευχηθεῖ, γιατί πιστεύει ὁ στοργικὸς νέος, πὼς μὲ τὴν προσευχὴ καὶ αὐτὰ τὰ κάστρα μποροῦν νὰ γκρεμισθοῦν. Τὸ εἶπε Αὐτὸς ὁ Κύριος. «Ἐὰν ἔχητε πίστιν ὡς κόκκον σινάπεως, ἐρεῖτε τῷ ὀρει τούτῳ, μετάβηθι ἐντεῦθεν ἐκεῖ, καὶ μεταβήσεται, καὶ οὐδὲν ἀδυνατήσει ὑμίν». (Ματθ. ιζ’ 20). Τίποτα δὲν εἶναι ἀδύνατο σ’ ἐκεῖνον ποὺ πιστεύει μὲ ὅλη του τὴν ψυχή. Καὶ ὁ νεαρὸς Διομήδης πιστεύει.

Πιστεύει στὴν παρέμβαση τοῦ θεοῦ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ προστάτη του.

Γονατιστὸς μὲ δάκρυα περνάει τὴν ἡμέρα του προσευχόμενος. Ὅταν ἡ νύχτα σκέπασε μὲ τὸ σκοτεινό της πέπλο τὴν γύρω πλάση, σηκώθηκε καὶ ὁ πιστὸς Διομήδης καὶ μὲ προσοχὴ βγῆκε ἀπὸ τὴν σπηλιά. Περπατᾷ γρήγορα καὶ μὲ ἀρκετὴ προφύλαξη. Ποῦ πάει; Στὸ μέρος ὅπου τὸ πρωὶ εἶχε ἀφήσει τὸν ἐπίσκοπο στὰ χέρια τῶν Σαρακηνῶν καὶ εἶχε φύγει. Γνώριζε πολὺ καλά τους τόπους ἡ ἐπισκοπή. Ἦταν ἐκεῖ κοντὰ στὴ Μονὴ τῆς Ὁδηγήτριας ἢ Χρυσοδηγήτριας μὲ τὴ μεγάλη ἐκκλησία. Ἐκεῖ εἶχε συλληφθεῖ καὶ βασανιζόταν τὸ πρωὶ ὁ ἱερὸς Τριφύλλιος. Ἐκεῖ στὴ μονὴ κοντὰ, βρισκόταν καὶ τὸ εὐρὺ κοιμητήριο.



Γύρω στὰ μεσάνυκτα, πότε περπατώντας, πότε τρέχοντας καὶ πηδώντας, ὁ νέος ἔφτασε ἔξω ἀπὸ τὴ μονή. Μὲ ἰδιαίτερη προσοχὴ κινεῖται στὸ δρομάκι ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἐπισκοπή. Ἀπὸ μία στενὴ πόρτα ποὺ βρισκόταν στὴν πίσω μεριὰ μπαίνει στὴν αὐλὴ καὶ προχωρεῖ στὸ κοντινὸ κελί. Ἐκεῖ σὲ μιὰ γωνιὰ ἀκούει βογγητά. Ἦταν ὁ ἐπίσκοπος. Πλησιάζει στὶς μύτες τῶν ποδιῶν καὶ γονατίζει μπροστά του. Μὲ βαθιὰ εὐλάβεια τοῦ ἀσπάζεται τὰ χέρια καὶ μὲ στοργὴ τοῦ προσφέρει κάθε δυνατὴ βοήθεια. Οἱ περιποιήσεις τοῦ νεαροῦ ἔκαμαν ὥστε νὰ μαλακώσουν οἱ δριμεῖς πόνοι καὶ ὁ μωλωπισμένος ἐπίσκοπος ἀρκετὰ νὰ συνέλθει ἀπὸ τὴ δοκιμασία του.



Θαῦμα α’. Κόντευε νὰ ξημερώσει. Ὁ νεαρὸς ἔπρεπε νὰ φύγει. Ἦταν μεγάλος ὁ κίνδυνος, ἂν οἱ Σαρακηνοὶ τὸν βρίσκανε ἐκεῖ. Ἀφοῦ ἔκαμαν μαζὶ μὲ τὸν ἅγιο ἐπίσκοπο μία θερμὴ προσευχή, γονάτισε ὁ νέος, πῆρε τὴν εὐχή του καὶ μὲ τὴν ἴδια προσοχὴ κινήθηκε νὰ βγεῖ ἀπὸ τὴν πόλη. Σὲ κάποια ἀπόσταση ἄκουσε κουβέντες σὲ ξένη γλῶσσα.



Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ τὸ ἔβαλε στὰ πόδια. Τρέχει μὲ ὅλη τὴν δύναμη τῆς νεανικῆς του ἡλικίας. Πίσω του ἀκούει βαριὰ καὶ πολλὰ βήματα ἀνθρώπων νὰ τὸν ἀκολουθοῦν. Ἐκεῖ ποὺ πηγαίνει ἀλαφιασμένος, προφέροντας συνέχεια τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἀκούει κάποιον νὰ τοῦ ψιθυρίζει στὸ αὐτί: «Διόμηδες, ἐπιστραφεῖς, χάραξον πρὸς τοὺς διώκτας τὸ τοῦ σταυροῦ σημεῖον».

Χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ ὁ ὑπάκουος νέος σταματᾷ. Στρέφεται πρὸς τὰ πίσω, φυσᾷ μὲ τὸ στόμα καὶ κάμνει ἀπέναντί τους τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ.

Τὴν ἴδια ὥρα θεόσταλτη πέφτει ἐπάνω στοὺς λῃστὲς ἡ τιμωρία. Φούσκωσε ἡ κοιλιά τους καὶ τρομεροὶ πόνοι ἀπὸ τὴ μέση καὶ κάτω τοὺς ἀναγκάζουν νὰ πέσουν χαμαὶ καὶ νὰ σπαράζουν. Ὁ νέος προχωρεῖ καὶ μπαίνει στὴν σπηλιά του. Γονατίζει μπροστὰ σὲ μιὰ εἰκόνα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ποὺ εἶχε ἐκεῖ καὶ ἀπὸ τὰ βάθη τῆς ψυχῆς του ἐκφράζει μὲ ὅλη τὴν θέρμη τῆς καρδιᾶς του τὶς εὐχαριστίες καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη του στὸν Σωτῆρα καὶ Λυτρωτή του. Γιὰ ὤρα πολλὴ προσεύχεται. Ἀπὸ τὴν στάση ἐκείνη τὸν συνεφέρνει κάποια στιγμὴ ἕνα συνεχὲς βογγητὸ ποὺ ἀκούει ἀπέξω ἀπὸ τὴν σπηλιά του. Τί νὰ εἶναι ἄραγε; Προχώρησε προσεκτικὰ πρὸς τὴν ἔξοδο καὶ κοιτάζει γύρω. Τί ἦταν;



Ἕνας ἄνθρωπος, ράκος ἀπὸ τὸν πόνο, ἀπευθύνεται πρὸς αὐτὸν καὶ τοῦ λέγει:



- Συγχώρησέ με, ἄνθρωπέ μου. Συγχώρησέ με καὶ σπλαγχνίσου με. Σεῖς οἱ χριστιανοί, γνωρίζουμε, πὼς ξέρετε πάντα νὰ συγχωρεῖτε.



Ὁ νέος τὸν κοίταξε μὲ συμπάθεια καὶ τοῦ εἶπε. Ἂν μετανιώνεις ἀληθινά, καὶ ἂν ἀποφασίζεις ν’ ἀπαρνηθεῖς τὴν προηγούμενή σου διαγωγὴ καὶ ζωή, θὰ σὲ ἐλεήσει ὁ Θεός.



- Μετανιώνω καὶ ζητῶ τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ σου. Λυπήσου με, νέε μου, καὶ βοήθησέ με. Οἱ πόνοι ποὺ δοκιμάζω εἶναι ἀβάσταχτοι. Σύρθηκα ὡς ἐδῶ, γιὰ νὰ ζητήσω ἀπὸ σένα ἔλεος καὶ βοήθεια.



Τὰ σπαρακτικὰ λόγια τοῦ λῃστοῦ — γιατί ὁ ἄνθρωπος ἐκεῖνος ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πεντακόσιους τόσους λῃστὲς ποὺ κυνήγησαν τὸν νέο — συγκίνησαν βαθιὰ τὴν εὐγενικὴ ψυχὴ τοῦ Διομήδη, ποὺ χωρὶς νὰ χάσει καιρὸ γονάτισε καὶ ὕψωσε τὰ χέρια σὲ προσευχή.



- Χριστέ μου, εἶπε, Σύ, ποὺ καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν Σταυρό Σου ζήτησες ἀπὸ τὸν ἅγιο Πατέρα Σου τὴ συγχώρηση τῶν σταυρωτῶν Σου, δέξου καὶ ἀπὸ μένα τὴν παράκλησή μου καὶ κάνε καλὰ τοῦτο τὸ πλάσμα, ποὺ ἀπαρνεῖται τὸν κακὸ ἑαυτό του καὶ ζητάει τὸ ἔλεός Σου.

Ὕστερα ἀπὸ τὰ λόγια αὐτὰ ὁ νέος σηκώθηκε, πλησίασε τὸν λῃστὴ κι ἔκαμε ἐπάνω του τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ.

Στὴ στιγμὴ τὸ θαῦμα ἔγινε. Ὁ λῃστὴς σηκώθηκε καὶ γεμάτος εὐγνωμοσύνη πῆρε τὰ χέρια τοῦ νέου νὰ τὰ ἀσπασθεῖ. Ὁ νέος τὰ ἀπέσυρε καὶ μὲ καλοσύνη τοῦ εἶπε: «Τὸν Κύριο Ἰησοῦ νὰ εὐχαριστήσουμε. Αὐτὸς σὲ ἔκαμε καλά».



- Πιστεύω, νέε μου. Πιστεύω στὸν Κύριο Ἰησοῦ. Μία χάρη ἀκόμη σοῦ ζητῶ. Νὰ λυπηθεῖς καὶ τοὺς συντρόφους μου. Εἶναι ὅλοι τους συντετριμμένοι καὶ ἕτοιμοι νὰ ἀπαρνηθοῦν τὰ πάντα καὶ νὰ πιστεύσουν στὸν Ἰησοῦ. Νὰ ἐκεῖ εἶναι ὅλοι πεσμένοι χαμαί. Δὲν ἀκοῦς τὰ βογγητά τους;



Ὁ σπλαγχνικὸς νέος, ἀφοῦ κοίταξε πρὸς τὰ ἀνθρώπινα ράκη ποὺ βογκοῦσαν πέρα στὴν πλαγιά, στράφηκε πρὸς τὸν μετανοημένο καὶ θεραπευμένο λῃστὴ καὶ τοῦ εἶπε:

- Πήγαινε καὶ ρώτησέ τους. Ἂν ἀπαρνοῦνται τὴν κακία καὶ ἂν ἀποδέχονται τὴν ἀληθινὴ θρησκεία τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, τότε θὰ γίνουν, ὁπωσδήποτε, ὅλοι τους καλά.



Χωρὶς νὰ προσθέσει τίποτε ἄλλο ὁ καινούργιος προσήλυτος ἔτρεξε πρὸς τοὺς συντρόφους του, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει σὲ λίγο καὶ μὲ παράκληση θερμὴ νὰ ζητᾷ ἀπὸ τὸν Ὅσιο νὰ τοὺς λυπηθεῖ. Ὁ σπλαγχνικὸς Διομήδης χωρὶς ἄλλες διατυπώσεις προχώρησε πρὸς τοὺς λῃστές.

Πρὶν ἀκόμη πλησιάσει, αὐτοὶ μὲ δάκρυα ἄρχισαν νὰ τοῦ φωνάζουν καὶ νὰ τοῦ λένε:

- Συγχώρησέ μας, καλέ μας ἄνθρωπε. Πιστεύουμε στὸν Κύριο Ἰησοῦ. Πιστεύουμε μὲ ὅλη τὴν καρδιά.



Ὁ Ὅσιος, ἀφοῦ τοὺς μίλησε μὲ καλοσύνη, γονάτισε καὶ ἀνέπεμψε θερμὴ πρὸς τὸν Πανάγαθο Θεὸ προσευχή, σηκώθηκε κι ἔκαμε μπροστά τους τὸ σημεῖο τοῦ σταυροῦ. Τὴν ἴδια ὥρα τὸ θαῦμα ἐπαναλήφθηκε. Ὅλοι οἱ λῃστὲς ἔγιναν καλὰ καὶ ἄρχισαν νὰ δοξολογοῦν τὸν Κύριο. Στὸ τέλος ζήτησαν ὅλοι τους νὰ γίνουν χριστιανοί. Κι ὁ Ὅσιος τοὺς βάπτισε στὸ ὄνομα τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Στ’ ἀλήθεια. «Μέγας ὁ Θεὸς τῶν χριστιανῶν καὶ μεγάλη ἡ ἰσχὺς αὐτοῦ».



Τοῦτο τὸ θαῦμα καὶ μόνο εἶναι ἀρκετὸ νὰ πείσει κάθε ἕναν ἀπροκατάληπτο μελετητὴ τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου, πόσο ὁ Θεὸς χαριτώνει ἐκείνους ποὺ ἐλεύθερα καὶ εἰλικρινὰ ἀκολουθοῦν τὸ θέλημά Του καὶ κάμνουν τὸν νόμο Του βίωμα καὶ ζωή τους.



Πόσα χρόνια ἔζησε ὁ Ὅσιος ποὺ μελετοῦμε δὲν γνωρίζουμε. Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος μᾶς λέγει μονάχα πὼς ὅλη ἡ ζωὴ τοῦ φλογεροῦ ἀσκητὴ ὑπῆρξε μία ζωὴ ἀρετῆς καὶ καλοσύνης καὶ προσφορᾶς γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ὅταν ἀπέθανε, οἱ πιστοὶ ποὺ τὸν ἀκολουθοῦσαν μαζὶ μὲ τοὺς μαθητές του – καὶ ἦσαν αὐτοὶ πολλοὶ – κήδεψαν μὲ δάκρυα τὸ σῶμα τοῦ πνευματικοῦ τους πατέρα ἐκεῖ στὴν σπηλιὰ καὶ ἀπάνω ἀπὸ αὐτὴν ἔκτισαν ἀργότερα μία ἐκκλησία καὶ γύρω πολλὰ δωμάτια. Σ’ αὐτὰ ἕνας μεγάλος ἀριθμὸς ἀπὸ ἐκλεκτὲς ψυχὲς εἶχε μαζευτεῖ καὶ ζοῦσε μ’ εὐλάβεια καὶ φόβο Θεοῦ τὴν ἀγγελικὴ ζωή. Ὁ πόθος τῶν ἀσκητῶν νὰ ἔχουν μία εἰκόνα, ποὺ νὰ τοὺς θυμίζει τὸν δάσκαλό τους, τοὺς ὁδήγησε ὕστερα ἀπὸ μερικὰ χρόνια νὰ στείλουν στὴν Κωνσταντινούπολη ἕναν ἀδελφὸ τῆς Μονῆς, γιὰ νὰ βρεῖ κάποιο ζωγράφο, ποὺ νὰ τοὺς φτιάξει μία τέτοια εἰκόνα. Ὁ μοναχὸς πῆγε στὴν Πόλη. Βρῆκε πράγματι ἕναν ἐξαίρετο ζωγράφο καὶ τοῦ ἀνακοίνωσε τὸν σκοπὸ τῆς ἐπίσκεψεώς του. Ὁ ζωγράφος σὰν ἄκουσε τὸν μοναχὸ εἶπε μὲ ἀπορία:



- Μάρτυρα Διομήδη, ἐπίσταμαι. Ὅσιον Διομήδη ὅμως οὔτε γινώσκω, οὔτε ἰστορῆσαι ἰκανῷ. (Μάρτυρα Διομήδη γνωρίζω. Ὅσιο Διομήδη ὅμως οὔτε ξέρω οὔτε μπορῶ νὰ ζωγραφίσω).



Μὲ πόνο ὁ μοναχὸς ἄκουσε τὴν ἄρνηση τοῦ ζωγράφου σὲ ὅλα τὰ παρακάλια του. Λυπημένος ἔφυγε γιὰ τὸ δωμάτιό του. Στὴν προσευχὴ ἡ θεοφιλὴς ἐκείνη ψυχή, τὴν θερμὴ καὶ ἐπίμονη, ζητάει τὴν παρηγοριά της. Τὰ λόγια του Κυρίου «αἰτεῖτε, καὶ δοθήσεται ὑμίν, ζητεῖτε, καὶ εὐρήσετε, κρούετε καὶ ἀνοιγήσεται ὑμὶν πᾶς γὰρ ὁ αἰτῶν λαμβάνει καὶ ὁ ζητῶν εὑρίσκει καὶ τῷ κρούοντι ἀνοιγήσεται». (Ματθ. ζ’ 7 – 8) προβάλλουν συνέχεια στὴν σκέψη του. Μὲ ὅλην του τὴν καρδιὰ ποθεῖ νὰ μὴ γυρίσει στὴν Κύπρο μὲ ἀδειανὰ τὰ χέρια. Θέλει νὰ βρεῖ μία εἰκόνα τοῦ προστάτη τῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου. Γι’ αὐτὸ προσεύχεται. Ὅλη νύχτα προσεύχεται καὶ ζητάει τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ. Καὶ ἡ βοήθεια προσφέρεται.



Θαῦμα β’. Τὴν ἴδια νύχτα στὸν ὕπνο τοῦ ζωγράφου παρουσιάζεται ὁ Ἅγιος Διομήδης καὶ τοῦ λέγει:

— Γιὰ ἰδές, ζωγράφε, αὐτόν, ποὺ λέγεις πὼς δὲν ξέρεις. Ἄκουσε τὸν μοναχὸ καὶ ζωγράφισέ του αὐτὸν ποὺ σοῦ ζητεῖ».



Μόλις τὰ εἶπε αὐτὰ χάθηκε ἀπὸ μπροστά του ἐκεῖνος ποὺ τοῦ μιλοῦσε. Ὁ ζωγράφος, μὲ τὸ ποὺ ξύπνησε, σηκώθηκε ἀμέσως ἀπὸ τὸ κρεβάτι, καὶ ἀφοῦ ἔκανε τὴν προσευχή του καὶ ζήτησε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Διομήδη συγχώρηση γιὰ τὴν προηγούμενη ἄρνησή του, κάθισε καὶ ἄρχισε νὰ ζωγραφίζει. Σὰν τέλειωσε τὴν εἰκόνα, τὴν πῆρε καὶ τὴν τοποθέτησε στὸ δωμάτιο, ποὺ εἶχε καὶ τὶς ἄλλες τελειωμένες εἰκόνες.



Ὕστερα ἀπὸ λίγες ἡμέρες ξαναῆρθε καὶ πάλι ὁ γνωστὸς μοναχὸς καὶ ἄρχισε νὰ τὸν παρακαλεῖ νὰ τοῦ κάμει τὴν χάρη νὰ τοῦ φτιάξει τὴν εἰκόνα ποὺ τοῦ ζητοῦσε. Στὴν παράκλησή του ὁ ζωγράφος τὸν ἔστειλε στὸ δωμάτιο καὶ τοῦ εἶπε νὰ μαζέψει τὶς εἰκόνες. Ἐκεῖνος μόλις μπῆκε καὶ εἶδε τὴν εἰκόνα τοῦ Ὁσίου, τὴν ἀναγνώρισε καὶ γεμάτος χαρὰ τὴν πῆρε καὶ τὴν ἔφερε στὸν ζωγράφο, βεβαιώνοντάς τον πὼς ἡ εἰκόνα ποὺ ἔφτιαξε ἀπέδιδε θαυμάσια τὴν μορφὴ τοῦ Ὁσίου. Ὁ ζωγράφος τότε ἀπεκάλυψε στὸν μοναχὸ τὸ ὄνειρό του καὶ μὲ δάκρυα καὶ οἱ δυό τους δοξολόγησαν τὸν Θεὸ γιὰ τὴν χάρη ποὺ δίνει στοὺς ἐκλεκτούς του.



Πολλὰ θαύματα ἔκαμε ὁ Ἅγιος μας. Καὶ σὲ παλαιότερες ἐποχές, μὰ καὶ στὴν ἐποχὴ τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου ποὺ τὸν ἐγκωμιάζει. Αὐτῆς τῆς ἐποχῆς εἶναι καὶ τὰ παρακάτω δύο θαύματα, ποὺ τὰ δανειζόμεθα καὶ πάλι ἀπὸ τὸν ἐγκωμιάζοντα τὸν Ὅσιο Διομήδη, Ἅγιο Νεόφυτο.



1. Ἕνας ἄνθρωπος ὑπέφερε πολὺ ἀπὸ πόνους στὴν κοιλιά του. Παρόλο ποὺ ἔτρωγε μπόλικα καὶ ἡ κοιλιά του φούσκωνε κάθε μέρα, ἐν τούτοις τὸ δυστυχισμένο τὸ πλάσμα ἔνιωθε πάντα νηστικὸ καὶ διψασμένο καὶ βασανιζόταν ἀπὸ τρομεροὺς πόνους στὴν κοιλιακὴ χώρα. Κάποια μέρα, ἀπελπισμένος ἀπὸ τὰ βάσανά του, πῆγε στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ ἔπεσε πάνω σ’ αὐτὸν καὶ μὲ σπαραγμὸ ψυχῆς παρακαλοῦσε τὸν Ὅσιο νὰ τὸν λυπηθεῖ καὶ νὰ τὸν κάμει καλά. Μερικοὶ διαβάτες, ποὺ περνοῦσαν ἀπ’ ἐκεῖ, σπλαχνίσθηκαν τὸν πάσχοντα καὶ ἀφοῦ πλησίασαν, τὸν πῆραν καὶ τὸν ξάπλωσαν πάνω στὸν τάφο καὶ ἄλειψαν καλὰ τὴν κοιλιά του μὲ τὸ λάδι τῆς κανδήλας τοῦ Ἁγίου. Ὁ ἄρρωστος ἡσύχασε λίγο καὶ ἀποκοιμήθηκε. Σὰν ξύπνησε, ἔνιωσε τὴν ἀνάγκη νὰ ἐνεργηθεῖ. Πῆγε στὸ μέρος καὶ ἀπὸ πίσω του ἀντὶ περιττώματα βγῆκαν δυὸ κομμάτια φιδιοῦ μιάμιση σπιθαμὴ τὸ καθένα. Ὁ ἄνθρωπος ἡσύχασε. Βρῆκε τὸ χρῶμα του καὶ γεμάτος κέφι ἄρχισε νὰ δοξάζει τὸν θεὸ καὶ τὸν Ἅγιο Διομήδη ποὺ τὸν ἔκαμαν καλά.



2. Μιὰ γυναῖκα, ποὺ ἔπασχε καὶ αὐτὴ ἀπὸ τρομεροὺς πόνους στὴν κοιλιά, σὰν ἔμαθε τὴν θαυματουργικὴ θεραπεία τοῦ πιὸ πάνω ἀρρώστου, ἔτρεξε καὶ αὐτὴ μὲ βαθιὰ πίστη στὸν τάφο τοῦ Ἁγίου καὶ μὲ δάκρυα ἄρχισε νὰ τὸν παρακαλεῖ νὰ τὴ σπλαχνιστεῖ καὶ νὰ τὴ γιατρέψει. Συγχρόνως πῆρε κι αὐτὴ λάδι ἀπὸ τὴν κανδήλα τοῦ Ὁσίου καὶ ἄλειψε καλὰ τὴν κοιλιά της. Ἐκεῖ ποὺ γονατιστὴ ἔκλαιε καὶ παρακαλοῦσε, ἔνιωσε τρομερὴ ἀναγοῦλα. Παραμέρισε γιὰ νὰ κάμει ἐμετὸ καὶ τότε ἀπὸ τὸ στόμα ἔβγαλε κάτι ποὺ ἔμοιαζε μὲ κάβουρα. Αὐτὸ ἦταν ὅλο. Ἡ γυναῖκα μετὰ ἀπὸ αὐτὸ ἔγινε τελείως καλὰ καὶ τὰ δάκρυα τοῦ πόνου της μεταβλήθηκαν στὴ στιγμὴ σὲ δάκρυα χαρᾶς καὶ βαθιᾶς εὐγνωμοσύνης καὶ δοξολογίας τοῦ Πανάγαθου Θεοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Του γιὰ τὴ θαυμαστὴ θεραπεία.



Στ’ ἀλήθεια, ἀδελφοί μου. «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ». Ναί! Θαυμαστὸς ὁ Θεός! Ἕνα μόνο χρειάζεται. Πίστη ζωντανὴ καὶ φλογερή. Καὶ τότε, ἂν αὐτὸ ποὺ ζητοῦμε εἶναι γιὰ τὸ καλό μας, θὰ μᾶς τὸ δώσει ἡ ἀγάπη Του. Μᾶς τὸ βεβαιώνει ὁ ἴδιος. «Ἐπικάλεσαι μὲ ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως, καὶ ἐξελοῦμαι σε, καὶ δοξάσεις με» (Ψαλμ. μθ’ 15). Παιδί μου, φώναξέ με στὴν θλίψη σου καὶ θὰ σὲ ἀπαλλάξω ἀπὸ τὰ βάσανά σου καὶ θὰ μὲ δοξάσεις. Νὰ Τὸν φωνάξουμε στὴ θλίψη μας. Νὰ Τὸν φωνάξουμε μὲ πίστη καὶ ἐμπιστοσύνη στὰ λόγια Του. Νὰ Τὸν ἐπικαλεσθοῦμε χωρὶς κρατούμενα. Καὶ τότε τὸ θαῦμα θὰ γίνεται. Γιατί ὁ «Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας».



Ἡ περιγραφὴ αὐτὴ τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Διομήδη, ὅπως μᾶς δίνεται ἀπὸ τὸν Ἅγιο Νεόφυτο τὸν Ἔγκλειστο, παρουσιάζει μερικὰ ἐρωτηματικὰ σχετικὰ μὲ τὸ πότε ἔζησε ὁ Ὅσιος. Σὰν λάβουμε ὑπόψη ὅτι οἱ ἀραβικὲς ἐπιδρομὲς στὸ νησί μας ἄρχισαν περὶ τὰ μέσα τοῦ ἑβδόμου αἰῶνα καὶ κράτησαν μέχρι τὰ μέσα τοῦ δεκάτου, τότε γίνεται φανερό, πὼς ὁ Ὅσιός μας δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ὑπῆρξε μαθητὴς τοῦ Ἁγίου Τριφυλλίου, ὁ ὁποῖος ἔζησε πολὺ ἐνωρίτερα, τὸν πέμπτο περίπου αἰῶνα. Ἐκεῖνο ποὺ συνδέει τοὺς δυὸ Ἁγίους, Τριφύλλιο καὶ Διομήδη, εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀναφέρει κάποιος ἄλλος χρονογράφος, ποὺ μᾶς λέγει πὼς σὲ μιὰ ἀπὸ τὶς ἀραβικὲς ἐπιδρομές, οἱ Σαρακηνοὶ ἀνέσκαψαν καὶ τὸν τάφο τοῦ Ἁγίου Τριφυλλίου, ποὺ βρισκόταν στὸ κοιμητήριο ποὺ ἦταν κοντὰ στὸ ναὸ τῆς Ὁδηγήτριας μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ βροῦν κάποιο θησαυρὸ καὶ ἔβγαλαν ἀπὸ μέσα ἀκέραιο καὶ εὐωδιάζον τὸ ἱερὸ λείψανο. Γεμάτοι ἀγριότητα ἀπέκοψαν τὸ κεφάλι καί, ὦ τοῦ θαύματος!

Ἀπὸ τὸν λαιμὸ ἔτρεξε ἄφθονο αἷμα, ποὺ κατατρόμαξε τὰ ἀνθρωπόμορφα ἐκεῖνα τέρατα.

Τὴν σκηνὴ αὐτὴ παρακολουθοῦσε κάποιος ἀσκητὴς ποὺ ἀσκήτευε σὲ μία σπηλιὰ κοντὰ στὸ προάστιο τῆς Λευκωσίας, τὸν Λευκομιάτη, ὁ Ἅγιος Διομήδης. Ἐκμεταλλευόμενος ὁ ἀσκητὴς τὴ σύγχυση τῶν τυμβωρύχων, ἅρπαξε τὴν ἱερὰ κεφαλὴ τοῦ Ἁγίου Τριφυλλῖου καὶ ἔτρεξε νὰ τὴ μεταφέρει στὸ ἀσκητήριό του. Κάποιος ὅμως τὸν ἀντελήφθη καὶ τὸν πρόδωσε καὶ 500 Σαρακηνοὶ περίπου τὸν καταδίωξαν.

Αὐτὸ τὸ περιστατικὸ εἶναι ὅτι συνδέει τοὺς δυὸ Ἁγίους, Τριφύλλιο καὶ Διομήδη.


Ταῖς τῶν ἁγίων τῆς Κύπρου πρεσβείαις ὁ Θεὸς ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Oct 24, 2013 6:37 pm

29 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ἡ Ἁγία Ἀναστασία ἡ Ρωμαία, ἡ Ὁσιομάρτυς
Image
Ἡ Ὅσια Ἀναστασία ἔζησε στὰ χρόνια τοῦ Διοκλητιανοῦ καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴν Ρώμη. Ὅταν πέθαναν οἱ πλούσιοι γονεῖς της, διαμοίρασε τὴν περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.

Ὅταν τὴν συνέλαβε ὁ ἡγεμόνας Πρόβος, ὑπενθύμισε στὴν Ἀναστασία τὴν ἀνθηρὴ νεότητά της, γιὰ τὴν ὁποία θὰ ἔπρεπε νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Τότε, δυναμικὴ ὑπῆρξε ἡ ἀπάντηση τῆς Ἀναστασίας: «Ἐγώ, εἶπε, μία ὡραιότητα καὶ νεότητα γνωρίζω, ἐκείνη ποὺ δίνει ὁ Χριστὸς στὶς πιστὲς καὶ γενναῖες ψυχές, ποὺ προτιμοῦν γι’ Αὐτὸν τὸν θάνατο ἀντὶ ἄλλων ἐγκόσμιων ἀγαθῶν, ὅταν αὐτὰ προτείνονται γιὰ τὴν προδοσία τοῦ Θεοῦ τους. Πλούτη εἶχα ἄφθονα. Δὲν τὰ θέλησα. Ἀλλὰ τὸν Χριστό μου τὸν θέλω καὶ ἀπ’ Αὐτὸν καμία δύναμη δὲν θὰ μπορέσει νὰ μὲ χωρίσει. Ἂν ἀμφιβάλλεις, δοκίμασε».

Ἐξαγριωμένος ἀπὸ τὴν ἀπάντηση ὁ Πρόβος, τὴν μαστίγωσε στὸ πρόσωπο καὶ τὴν ἅπλωσε σὲ ἀναμμένα κάρβουνα. Ἔπειτα, τὴν κρέμασε καὶ τῆς ἔσκισε τὸ σῶμα. Μετὰ ἔκοψε τοὺς μαστούς της, ξερίζωσε τὰ νύχια της καὶ τελικὰ τὴν ἀποκεφάλισε.
Ἔτσι, ἡ Ἀναστασία πῆρε τὸν ἁμαράντινο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἀσκήσει ἐκλάμψασα, ὥσπερ παρθένος σεμνή, ἀθλήσεως αἵμασι, τὴν τῆς ἁγνείας στολήν, ἐνθέως ἐφοίνιξας· ὅθεν Ἀναστασία, ὡς Ὁσία καὶ Μάρτυς, χάριτας ἰαμάτων, ἀπαστράπτεις τῷ κόσμῳ, πρεσβεύουσα τῷ Σωτήρι, ὑπὲρ τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Κοvτάκιοv. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Παρθενίας νάμασι, καθηγνισμένη Ὁσία, μαρτυρίου αἵμασι, Αvαστασία πλυθεῖσα, παρέχεις, τοῖς ἐν ἀνάγκαις τῶν νοσημάτων, ἴασιν, καὶ σωτηρίαν τοῖς προσιοῦσιν, ἐκ καρδίας· ἰσχὺν γὰρ νέμει, Χριστὸς ὁ βρύων, χάριν ἀέναοv.

Μεγαλυνάριον.
Ἔφυς ὥσπερ ῥόδον πανευθαλές, ἐν δικαιοσύνης, τοῖς λειμῶσιν ἀσκητικῶς, καὶ ὀσμὴν χαρίτων, ἀθλητικῶς ἐκπέμπεις, σεμνὴ Ἀναστασία, τοῖς σὲ γεραίρουσι.






Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος καὶ Μαρία ἡ ἀνεψιά του
Ἀριστεὺς τῆς ἐγκράτειας καὶ τῶν πνευματικῶν ἀσκήσεων ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος, ἄφησε τὴν μεγάλη περιουσία ποὺ κληρονόμησε στοὺς φτωχοὺς καὶ ἀφοσιώθηκε ὁλοκληρωτικὰ στὴν διακονία τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ πλησίον.

Ζοῦσε σὲ ἐρημικὸ τόπο, ὅπου προσευχόταν καὶ μελετοῦσε τὰ ἱερὰ γράμματα. Ἀπὸ ἐκεῖ πήγαινε σὲ διάφορες πόλεις, γιὰ νὰ κηρύξει τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ διακονήσει τὴν βασιλεία τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς εἰρήνης τοῦ Εὐαγγελίου. Ἡ πίστη, ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ὑπομονή του κατόρθωσαν πολλὲς φορὲς νὰ καταπραΰνουν βάρβαρες καρδιὲς καὶ νὰ ἑλκύσουν στὸν σταυρὸ ψυχὲς ὑπερβολικὰ ἐξαγριωμένες.

Πάνω ἀπὸ 70 ἐτῶν ὁ Ἀβράμιος, διατηροῦσε ὅλη τὴν ζωντάνια τῆς Ἱεραποστολικῆς δράσης του. Προστατευόμενος μάλιστα καὶ ἀπὸ τὴν ἡλικία του, μπόρεσε νὰ ἀφοσιωθεῖ στὴν σωτηρία ἁμαρτωλῶν γυναικών.

Κάποτε εὐτύχησε νὰ ἀνασύρει ἀπὸ τὸ βόρβορο τῆς ἁμαρτίας καὶ τὴν κόρη τοῦ ἀδελφοῦ του, τὴν Μαρία. Τὴν εἶδε σὲ κάποιο πανδοχεῖο, χωρὶς νὰ τὴν γνωρίζει, φορτωμένη μὲ κοσμήματα καὶ συντροφιὰ μὲ ἀκόλαστους νέους. Ἡ παραστρατημένη ὅμως νεαρή, δὲν εἶχε ἀποβάλει ἐντελῶς τὶς εὐσεβεῖς ἀναμνήσεις της. Τὴν ἑπομένη, πῆγε στὸ γέροντα ἀσκητὴ καὶ ζήτησε τὴν εὐλογία του. Ἐκεῖνος τῆς ἀπάντησε ὅτι δὲν ὠφελεῖ σὲ τίποτα ἡ εὐλογία τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ὁ Θεὸς εἶναι ἀναγκασμένος νὰ μὴ παρέχει τὴν δική Του. Τὰ λόγια αὐτὰ συντάραξαν τὴ Μαρία, μετανόησε, ἐξομολογήθηκε καὶ ἀπὸ τότε ἔζησε ζωὴ ἁγία.
Ὁ δὲ Ἀβράμιος πέθανε ὑπέργηρος, ὑπηρετώντας πιστὰ μέχρι τέλους τὸν Θεό.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Ζωῆς τῆς φθειρομένης λιπὼν τὰς ἀπολαύσεις, ἐν τῇ τῶν μελλόντων ἐλπίδι, Ἀβράμιε θεοφόρε, ὁσίως ἐβίωσας ἐν γῇ, καὶ χρῖσμα ὑπεδέξω ἱερὸν· διὰ τοῦτο ὡς τοῦ Λόγου μυσταγωγός, κατηύγασας τοὺς βοῶντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοvτάκιοv. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν σαρκὶ ὡς ἄγγελος, ἐπὶ τῆς γῆς ἀνεδείχθης, καὶ ἀσκήσει γέγονας, πεφυτευμένον ὡς δένδρον, ὕδατι, τῆς ἐγκρατείας καλῶς αὐξήσας, ῥεύμασι, τῶν σῶν δακρύων ῥύπον ἐκπλύνας· διὰ τοῦτο ἀνεδείχθης, δοχεῖον θείου, Ἀβράμιε Πνεύματος.

Μεγαλυνάριον.
Τὸ δοθέν σοι τάλαντον πρὸς Χριστοῦ, πόνοις ἐγκρατείας, ἐγεώργησας δαψιλῶς, καὶ ὡς Ἱεράρχης, αὐτὸ ἐπηυξημένον, Ἀβράμιε προσάγεις, τῷ σὲ δοξάσαντι.






Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος, Μίνης καὶ Μιναῖος οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
(Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Μίνη καὶ Μιναίου, ἐπαναλαμβάνεται, ἄγνωστο γιατί, καὶ τὴν 1η Αὐγούστου).






Οἱ Ἅγιοι Κύριλλος, Μίνης καὶ Μιναῖος οἱ Μάρτυρες

Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
(Ἡ μνήμη τῶν Ἁγίων Μίνη καὶ Μιναίου, ἐπαναλαμβάνεται, ἄγνωστο γιατί, καὶ τὴν 1η Αὐγούστου).






Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ Στρατηλάτης
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν θανάτωσαν τρυπώντας του τὰ πλευρὰ μὲ λόγχη.






Ἡ Ὁσία Ἄννα
Γεννήθηκε στὸ Βυζάντιο ἀπὸ εὐσεβεῖς γονεῖς καὶ ὁ πατέρας της, Ἰωάννης ὀνομαζόμενος, ἦταν Διάκονος στὸ Ναὸ τῆς Θεοτόκου στὶς Βλαχέρνες.

Νωρὶς ἔμεινε ὀρφανὴ ἀπὸ γονεῖς καὶ ἡ γιαγιά της τὴν πάντρεψε μὲ κάποιο εὐσεβὴ Διάκονο, μὲ τὸν ὁποῖο ἀπόκτησε δυὸ παιδιά. Ἀλλὰ ἀργότερα, ὁ ἄντρας της καὶ τὰ δύο της παιδιὰ πέθαναν καὶ ἔτσι ἡ Ἄννα διαμοίρασε τὰ ὑπάρχοντά της καὶ ἀποσύρθηκε σὲ μοναστήρι.

Κατόπιν ὅμως, ὁ εἰκονομάχος Λέων ὁ Ἴσαυρος, διέλυσε τὴ Μονὴ στὴν ὁποία ἀνῆκε ἡ Ἄννα. Στὴν ἀνάγκη αὐτή, ἡ Ὁσία φόρεσε ροῦχα ἀνδρικὰ καὶ μπῆκε σὲ ἀνδρικὸ μοναστήρι μὲ τὸ ψευδώνυμο Εὐφημιανός.

Ἐκεῖ ἔζησε μὲ μεγάλη προσοχὴ καὶ ἀκρίβεια, καὶ μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Λέοντα τοῦ Ἰσαύρου, φόρεσε πάλι γυναικεία ροῦχα καὶ ἔμεινε σὰν μοναχὴ στὸ Βυζάντιο. Ἐκεῖ ἐπιδόθηκε στὴ διακονία τῶν φτωχῶν καὶ τῶν ἀσθενῶν.
Μὲ τέτοια δὲ θεοφιλὴ ἐργασία παρέδωσε τὸ πνεῦμα της στὸν Κύριο.






Ἡ Ἁγία Μελιτίνη ἡ Μάρτυς
Ἡ Ἁγία Μελιτίνη κατηγορήθηκε ὡς Χριστιανὴ καὶ ὁδηγήθηκε στὸν τοπικὸ ἄρχοντα ὅπου ὁμολόγησε τὴν πίστη της στὸν Χριστό. Ὁ ἄρχοντας ἐξοργίστηκε καὶ πρόσταξε νὰ τὴν χτυπήσουν βάναυσα στὸ πρόσωπο.

Στὴν συνέχεια, τὴν γύμνωσαν καὶ τὴν ὁδήγησαν στὸ δικαστήριο, ὅπου τὴν ἀνέκριναν πολλὲς ὧρες. Μετὰ ἀπὸ τὴν ἀνάκριση ὑποβλήθηκε σὲ πολλὰ βασανιστήρια.
Τελικὰ ὑποβλήθηκε στὴν τιμωρία τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ. Ἔτσι ἡ Ἁγία μάρτυρας Μελιτίνη τελείωσε καὶ ἔλαβε ἀπὸ τὸν Κύριο τὸ ἄφθαρτο στέφανο τοῦ μαρτυρίου.






Ἡ Ἁγία Βάσσα
Ἡ μνήμη τῆς ἀναφέρεται στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Sirmond (Delehaye σελ. 176, 2) ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρα μνήμη τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ Μαρτύρων Πέτρου, Παύλου, Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου καὶ Βαπτιστοῦ, Στεφάνου τοῦ Πρωτομάρτυρος, Βαρνάβα τοῦ Ἀποστόλου, Ἰωσὴφ τοῦ Πατριάρχου, καὶ Κλεώπα, Τροφίμου, Δορυμέδοντος, Κοσμᾶ, Δαμιανοῦ, Βάσσης καὶ τῆς συνοδείας αὐτῶν. Τελεῖται δὲ ἡ αὐτῶν σύναξις ἐν τῷ σεπτῷ ἀποστολείῳ τοῦ Ἁγίου καὶ Πανευφήμου Ἀποστόλου Παύλου ἐν τῷ Ὀρφανοτροφείῳ ἅμα δὲ καὶ τὰ ἐγκαίνια τοῦ αὐτοῦ ναοῦ».






Ὁ Ἅγιος Διομήδης
Τὴν μνήμη του συναντᾶμε στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1589 φ. 91α ὡς ἑξῆς: «Τῇ αὕτῃ ἡμέρα μνήμη τοῦ Ἅγιου Διομήδους, μαθητοῦ τοῦ ἐν Ἁγίοις πατρὸς ἡμῶν Τριφυλλίου, Ἐπισκόπου Λευκωσίας».
Ἄλλο βιογραφικό του στοιχεῖο δὲν ἔχουμε.






Ὁ Ἅγιος Τιμόθεος ὁ Ἐσφιγμενίτης ὁ νέος Ὁσιομάρτυρας
Πατρίδα του τὸ χωριὸ Παράορα τῆς ἐπαρχίας Κεσσάνης τῆς Θράκης, καὶ κατὰ κόσμον ὀνομαζόταν Τριαντάφυλλος. Παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε δύο θυγατέρες. Ὕστερα ὅμως ἀπὸ μία περιπέτεια μὲ τὴν σύζυγό του, ἀποχαιρέτησε τὰ παιδιά του καὶ τοὺς συγγενεῖς του καὶ ἀποχώρησε στὴν Αἶνο. Ἐκεῖ ἀποκατέστησε τὴν γυναίκα του σ’ ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι καὶ αὐτὸς ἀναχώρησε στὸ Ἅγιον Ὄρος, στὴ Μεγίστη Λαύρα.

Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Τιμόθεος καὶ ἔμεινε ἕξι χρόνια ἀσκούμενος στὶς ἀρετές, ὑπακοή, πραότητα, ταπείνωση, προσευχὴ καὶ νηστεία. Κατόπιν πῆγε στὸ κοινόβιο τοῦ Ἐσφιγμένου, ὅπου ἔγινε μεγαλόσχημος καὶ προπαρασκευάστηκε γιὰ τὸ μαρτύριο.

Τελικά, ἀφοῦ πῆρε τὴν εὐχὴ τοῦ ἡγούμενου του Εὐθυμίου, ἀναχώρησε ἀπὸ τὸ Ἅγιον Ὄρος καὶ ἔφτασε στὴν Κεσσάνη. Ἐκεῖ, μαζὶ μὲ τὸν συνοδὸ τοῦ Ἱερομόναχο Εὐθύμιο, προσπαθοῦσαν νὰ ἐπαναφέρουν στὴν σωστὴ πίστη ἀρνησίχριστους. Τοὺς πρόδωσαν ὅμως καὶ ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν τοὺς μετέφεραν στὶς φυλακὲς τῆς Ἀδριανούπολης.
Ἐκεῖ βασανίστηκαν μὲ τὸν πιὸ βάρβαρο τρόπο. Ἀλλὰ ἐπειδὴ οἱ Ὅσιοι ἔμεναν σταθεροὶ στὴν πίστη τους, τοὺς μὲν Εὐθύμιο καὶ κάποιον ἄλλο μοναχὸ Βαρνάβα τοὺς ἐλευθέρωσαν καὶ τοὺς ἀπέλασαν, τὸν δὲ Τιμόθεο ἀποκεφάλισαν στὶς 29 Ὀκτωβρίου 1820.
Μέρος τῶν αἱματωμένων ἐνδυμάτων του, βρίσκεται στὴ Μονὴ Ἐσφιγμένου.

(Ὁρισμένοι Συναξαριστές, μαζὶ μ’ αὐτοὺς τοὺς Ἁγίους, ἀναφέρουν καὶ κάποιον Ἱερέα Νικόλαο).






Ὁ Ὅσιος Ἀβράμιος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιμανδρίτης ἐν Ροστοβίᾳ
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Oct 24, 2013 6:40 pm

30 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Κλεόπας ὁ Ἀπόστολος ἐκ τῶν 70
Image
Ὁ Κλεόπας ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 70 μαθητὲς τοῦ Κυρίου. Γι’ αὐτὸν διαβάζουμε στὸ κατὰ Λουκᾶν Εὐαγγέλιον κδ’ 18 – 27:



18 Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ εἷς, ᾧ ὄνομα Κλεόπας, εἶπε πρὸς αὐτόν· σὺ μόνος παροικεῖς ἐν Ἱερουσαλὴμ καὶ οὐκ ἔγνως τὰ γενόμενα ἐν αὐτῇ ἐν ταῖς ἡμέραις ταύταις;

19 Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· ποῖα; οἱ δὲ εἶπον αὐτῷ· τὰ περὶ Ἰησοῦ τοῦ Ναζωραίου, ὃς ἐγένετο ἀνὴρ προφήτης δυνατὸς ἐν ἔργῳ καὶ λόγῳ ἐναντίον τοῦ Θεοῦ καὶ παντὸς τοῦ λαοῦ,

20 ὅπως τε παρέδωκαν αὐτὸν οἱ ἀρχιερεῖς καὶ οἱ ἄρχοντες ἡμῶν εἰς κρῖμα θανάτου καὶ ἐσταύρωσαν αὐτόν.

21 Ἡμεῖς δὲ ἠλπίζομεν ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ μέλλων λυτροῦσθαι τὸν Ἰσραήλ· ἀλλά γε σὺν πᾶσι τούτοις τρίτην ταύτην ἡμέραν ἄγει σήμερον ἀφ᾿ οὗ ταῦτα ἐγένετο.

22 Ἀλλὰ καὶ γυναῖκές τινες ἐξ ἡμῶν ἐξέστησαν ἡμᾶς γενόμεναι ὄρθριαι ἐπὶ τὸ μνημεῖον,

23 καὶ μὴ εὑροῦσαι τὸ σῶμα αὐτοῦ ἦλθον λέγουσαι καὶ ὀπτασίαν ἀγγέλων ἑωρακέναι, οἳ λέγουσιν αὐτὸν ζῆν.

24 Καὶ ἀπῆλθόν τινες τῶν σὺν ἡμῖν ἐπὶ τὸ μνημεῖον, καὶ εὗρον οὕτω καθὼς καὶ αἱ γυναῖκες εἶπον, αὐτὸν δὲ οὐκ εἶδον.

25 Καὶ αὐτὸς εἶπε πρὸς αὐτούς· ὦ ἀνόητοι καὶ βραδεῖς τῇ καρδίᾳ τοῦ πιστεύειν ἐπὶ πᾶσιν οἷς ἐλάλησαν οἱ προφῆται!

26 Οὐχὶ ταῦτα ἔδει παθεῖν τὸν Χριστὸν καὶ εἰσελθεῖν εἰς τὴν δόξαν αὐτοῦ;

27 Καὶ ἀρξάμενος ἀπὸ Μωυσέως καὶ ἀπὸ πάντων τῶν προφητῶν διηρμήνευεν αὐτοῖς ἐν πάσαις ταῖς γραφαῖς τὰ περὶ ἑαυτοῦ.

28 Καὶ ἤγγισαν εἰς τὴν κώμην οὗ ἐπορεύοντο, καὶ αὐτὸς προσεποιεῖτο πορρωτέρω πορεύεσθαι·
29 καὶ παρεβιάσαντο αὐτὸν λέγοντες· μεῖνον μεθ᾿ ἡμῶν, ὅτι πρὸς ἑσπέραν ἐστὶ καὶ κέκλικεν ἡ ἡμέρα. Καὶ εἰσῆλθε τοῦ μεῖναι σὺν αὐτοῖς.



Ὁ Κλεόπας, ἔλαβε κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς τὰ χαρίσματα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ πέρασε τὴν ζωή του κοπιάζοντας γιὰ τὸ Εὐαγγέλιο.


Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Γνῶσιν ἔνθεον, εἰσδεδεγμένος, συναρίθμιος, τῶν τοῦ Σωτῆρος, Ἀποστόλων Ἑβδομήκοντα πέφηνας, καὶ εὐσεβείας τὴν χάριν ἐκήρυξας, τοῖς ἐν τῇ πλάνῃ Κλεόπα Ἀπόστολε. Ἀλλὰ πρέσβευε, Κυρίῳ τῷ σὲ δοξάσαντι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Ὡς θεῖος Μαθητής, καὶ Χριστοῦ ὑπηρέτης, δογμάτων εὐσεβῶν, ὑποφήτης ἐδείχθης, Κλεόπα Ἀπόστολε, Ἀποστόλων ὁμόσκηνε· μεθ’ ὧν πρέσβευε, τῷ Παντοκράτορι Λόγῳ, τοῖς αἰνοῦσί σε, λύσιν πταισμάτων δοθῆναι, καὶ χάριν καὶ ἔλεος.

Μεγαλυνάριον.
Μύστης τοῦ Σωτῆρος ἀναδείχθης, διέπρεψας κόσμῳ, ὡς Ἀπόστολος εὐκλεής, Κλεόπα τρισμάκαρ, καὶ νῦν Ἀποστόλοις, τὰ ἔπαθλα κομίζῃ, τῶν παλαισμάτων σου.






Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Ἅγιος Ἰωσὴφ ἔζησε τὸν 13ο αἰῶνα. Ἔγινε Ἱερομόναχος μετὰ τὸν θάνατο τῆς συζύγου του καὶ διαδέχτηκε στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τῆς Κωνσταντινουπόλεως τὸν Γερμανὸ Γ’ τὸ 1268.

Τὸ 1275 ὑπέβαλε τὴν παραίτησή του, διότι ὁ βασιλιὰς Μιχαήλ, εἶχε ὑπογράψει χωρὶς τὴν θέληση κλήρου καὶ λαοῦ, στὴ Λυὼν τῆς Γαλλίας, τὴν ἕνωση τῆς Ἀνατολικῆς καὶ τῆς παπικῆς Ἐκκλησίας.

Στὶς 31 Ὀκτωβρίου 1282 ἐπανῆλθε στὸν θρόνο καὶ ἔκανε πολλὲς καὶ κοπιαστικὲς περιοδεῖες γιὰ νὰ ἀποκαταστήσει τὴν Ὀρθόδοξη ἐκκλησιαστικὴ τάξη.
Ὅμως, τὸν Μάρτιο τοῦ 1283, ἐξουθενωμένος ἀπὸ τοὺς κόπους, παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Θεό.






Οἱ Ἅγιοι Ζηνόβιος καὶ Ζηνοβία τὰ ἀδέλφια
Image
Κατάγονταν ἀπὸ τὶς Αἰγαὶς τῆς Κιλικίας καὶ ἦταν κληρονόμοι μεγάλης περιουσίας. Ὁ Ζηνόβιος εἶχε σπουδάσει ἰατρική, καὶ ὄχι μόνο πρόσφερε ἀφιλοκερδῶς τὶς ὑπηρεσίες του στοὺς πάσχοντες, ἀλλὰ ἐπιπλέον πλούσια μοίραζε ἀπὸ τὰ ἀγαθὰ του σ’ αὐτούς. Μὲ τὴ συμπεριφορά του αὐτὴ στήριζε τοὺς χριστιανούς, καὶ πολλοὺς εἰδωλολάτρες ἔφερε στὴ χριστιανικὴ πίστη.

Ὅταν πληροφορήθηκε αὐτὸ ὁ ἔπαρχος Λυσίας, ἔδωσε διαταγὴ καὶ τὸν συνέλαβαν. Ὁ Ζηνόβιος μὲ παρρησία ὁμολόγησε ὅτι πράγματι εἶναι χριστιανός. Καὶ ὅ,τι κάνει, τὸ κάνει γιὰ τὴ σωτηρία ψυχῶν καὶ τὴν δόξα τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ. Ὁ Λυσίας μὲ αὐστηρότητα τοῦ εἶπε ὅτι ἂν δὲν σταματήσει αὐτὸ ποὺ κάνει καὶ δὲν ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό, θὰ μαρτυρήσει φρικτά. Ὁ Ζηνόβιος ἀπάντησε ὅτι τὰ μαρτύρια μποροῦν νὰ βλάψουν τὸ σῶμα του, ἀλλὰ τὴν ψυχή του ποτέ. Διότι λέει ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ: «Καὶ τὶς ὁ κακώσων ὑμᾶς, ἐὰν τοῦ ἀγαθοῦ μιμητοὶ γένησθε;». Ποιός, δηλαδή, θὰ μπορέσει νὰ σᾶς κάνει κακὸ καὶ νὰ σᾶς ἐπιφέρει πραγματικὴ βλάβη, ἂν γίνετε μιμητὲς καὶ ἀκόλουθοι τοῦ ἀγαθοῦ; Ὁ Λυσίας ἀμέσως διέταξε καὶ τὸν βασάνισαν.

Τότε παρενέβη ἡ ἀδελφή του Ζηνοβία καὶ ἤλεγξε τὸν Λυσία, ὅτι αὐτὸ ποὺ κάνει εἶναι ἄνανδρο. Ἀλλὰ ὁ ἔπαρχος συνέλαβε καὶ αὐτήν, καὶ τελικὰ ἀποκεφάλισε καὶ τοὺς δυό.
(Κατ’ ἄλλη ἐκδοχὴ ὁ Ζηνόβιος μαρτύρησε ἐπὶ Διοκλητιανού. Γεννήθηκε ἀπὸ γονεῖς εὐσεβεῖς τὸν Ζηνόδοτο καὶ τὴ Θέκλα, καὶ πώς, ὅταν μεγάλωσε ἔγινε ἐπίσκοπος Αἰγῶν, ἐπιτελώντας πολλὰ θαύματα).

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖοι αὐτάδελφοι, ὁμονοοῦντες καλῶς, Ζηνόβιε ἔνδοξε, καὶ Ζηνοβία σεμνή, συμφώνως ἠθλήσατε· ὅθεν καὶ τῶν στεφάνων, τῶν ἀφθάρτων τυχόντες, δόξης ἀκατάλυτου, ἠξιώθητε ἅμα, ἐκλάμποντες τοῖς ἐν κόσμῳ, χάριν ἰάσεων.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχᾶς τῆς φύσεως.
Τοὺς ἀληθείας Μάρτυρας, καὶ εὐσεβείας κήρυκας, τῶν ἀδελφῶν τὴν δυάδα τιμήσωμεν, ἐν θεοπνεύστοις ᾄσμασι, τὸν Ζηνόβιοv ἅμα, τῇ σοφῇ Ζηνοβίᾳ, ὁμοῦ βιώσαντας, καὶ διὰ μαρτυρίου τευξαμένους στέφος ἄφθαρτον.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις αὐταδέλφων ἡ ξυνωρίς, Ζηνόβιε μάκαρ, Ζηνοβία πανευκλεής, οἱ τὸν Θεὸν Λόγον, δοξάσαντες ἐν ἄθλοις, παρ’ οὗ και δοξασθέντες, ἡμῶν προΐστασθε.






Ὁ Ἅγιος Μαρκιανὸς ὁ Ἱερομάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἱερομάρτυρας Μαρκιανὸς χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Πέτρο καὶ στάλθηκε στὶς Συρακοῦσες τῆς Σικελίας.

Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος μὲ τὴν προσευχή του κατέστρεψε τοὺς ναοὺς τῶν εἰδώλων. Καὶ δὲν ἔκανε μόνο αὐτό, πραγματοποίησε πολλὰ θαύματα, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ πιστέψουν πολλοὶ εἰδωλολάτρες.
Ὅμως τὴν παρρησία τοῦ Ἁγίου δὲν μποροῦσαν νὰ τὴν ὑποφέρουν οἱ φθονεροὶ καὶ χριστοκτόνοι Ἰουδαῖοι καὶ τὸν θανάτωσαν μὲ βίαιο θάνατο.






Οἱ Ἅγιοι Κοϊντᾶς, Μήτρας, Νεμεσίων, Πτολεμαῖος, Θεόφιλος, Ἰγένης, Ἰσίδωρος, Κλαύδιος, Ἐπίμαχος, Εὐτρόπιος, Ζήνων, Ἤρων, Ἄμμων, Ἀτῆρ, Βήσας, Διόσκουρος, Ἀλέξανδρος, Κρονίων, Ἰουλιανός, Μακάριος καὶ ἄλλοι 13 Μάρτυρες
Μαρτύρησαν στὰ χρόνια του βασιλιὰ Δεκίου τὸ 250, στὴν Ἀλεξάνδρεια.

Οἱ Μάρτυρες Κοϊντᾶς καὶ Μήτρας θανατώθηκαν, μετὰ ἀπὸ σκληρὰ βασανιστήρια, ἀφοῦ ἔχυσαν ἐπάνω τους βρασμένη ἀσβέστη.

Οἱ δὲ Νεμεσίων καὶ Πτολεμαῖος, ἀφοῦ καὶ αὐτοὶ βασανίστηκαν ἀπάνθρωπα, στὸ τέλος τοὺς ἀποκεφάλισαν.
Ἀπὸ τοὺς ὑπόλοιπους μάρτυρες, ἄλλους ἔκαψαν ζωντανοὺς καὶ ἄλλους ἀποκεφάλισαν.






Ἡ Ἁγία Εὐτροπία ἡ Μάρτυς

Ἦταν ἀπὸ τὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου καὶ μάταια ὁ ἔπαρχος Ἀπελλιανὸς προσπαθοῦσε νὰ διεγείρει τὴν ψυχὴ τῆς Εὐτροπίας στὶς ὁρμὲς τῆς ζωῆς τῶν ἀνέσεων, τῶν τέρψεων καὶ τῶν ἡδονῶν, ποὺ ὑποσχόταν σ’ αὐτὴν, ἂν ἤθελε ν’ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό.

Τέρψη, ἡδονὴ καὶ ἄνεση γιὰ μένα εἶναι, ἔλεγε ἡ Εὐτροπία, τὸ νὰ ζῶ κατὰ τὰ χριστιανικὰ παραγγέλματα. Ἐμᾶς ἑλκύουν ἡ ἐγκράτεια, ἡ λιτότητα, οἱ κακοπάθειες καὶ οἱ θλίψεις γιὰ τοὺς ἄλλους, ἡ δὲ μεγαλύτερη τῶν ἡδονῶν εἶναι ὁ θάνατος γιὰ τὸ Χριστό.

Καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἡ μάρτυς καὶ μὲ ἔργα. Οὔτε φυλακή, οὔτε σιδερένια νύχια καὶ ἀναμμένες λαμπάδες πτόησαν ἢ πίκραναν τὴν ψυχή της. Τὰ λόγια της ἐξακολουθοῦσαν θαρραλέα καὶ ἡρωϊκά, τὸ δὲ κεφάλι της βάφηκε μὲ τὸ αἷμα της.
Καὶ τὸ κεφάλι ἐκεῖνο, ποὺ μὲ τέτοιο τρόπο ἔπεσε, ἦταν τὸ τιμιότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο κεφάλι στολισμένο μὲ διαμάντια καὶ στέμματα βασιλικά.







Ἡ Ἁγία Ἀπολλωνία ἡ Παρθένος καὶ Πρεσβύτης, καὶ οἱ σὺν αὐτῇ ἐν Ἀλεξάνδρειᾳ Μάρτυρες
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Μαρτύρων.






Οἱ Ὅσιοι Στέφανος, Θεόκτιστος καὶ Ἑλένη
Image
Σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας τιμᾶ τοὺς Ὁσίους Στέφανο Μιλιούτιν, Θεόκτιστο τὸν ἀδελφό του καὶ Ἑλένη τὴν μητέρα αὐτῶν.
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῶν Ὁσίων.






Οἱ Ἅγιοι Ἀστέριος, Κλαύδιος, Νέων καὶ Νεονίλλη τὰ ἀδέλφια
Αὐτοὶ ἦταν ἐκ τῆς πόλεως τῶν Λαράνδων, τὸ γένος Ἴσαυροι καὶ ἀδέλφια κατὰ σάρκα, στὰ χρόνια του Διοκλητιανοῦ καὶ Λυσίου ἡγεμόνος τῆς Κιλικίας.

Ὅταν πέθανε ὁ πατέρας τους, ἔπεσαν στὰ νύχια τῆς κακιᾶς μητριᾶς τους, ποὺ ἤθελε νὰ ἁρπάξει τὴν περιουσία ποὺ τοὺς ἄφησε ὁ πατέρας τους. Τὰ τέσσερα ἀδέλφια δὲν ἐπέτρεψαν στὴ μητριά τους νὰ οἰκειοποιηθεῖ τὴν περιουσία τους, ἀντίθετα ὅμως, μὲ κάθε προθυμία βοηθοῦσαν μὲ τὰ χρήματα αὐτὰ τοὺς φτωχούς. Τότε ἡ μέγαιρα μητριά, γιὰ νὰ ἐκδικηθεῖ τὰ τέσσερα ἀδέλφια, τὰ κατάγγειλε στὸν ἡγεμόνα τῆς Κιλικίας Λυσία, ὅτι ἦταν χριστιανοί.
Ἀμέσως συνελήφθησαν καὶ βασανίστηκαν σκληρά. Ἀλλὰ τὸ φρόνημά τους δὲν ἄλλαξε. Τότε ἀποκεφαλίστηκαν καὶ οἱ τέσσερις, τὰ δὲ σώματά τους ρίχτηκαν στὰ φαράγγια γιὰ νὰ τὰ φάνε τὰ ὄρνεα. Ἀλλὰ ἡ ψυχή τους πέταξε ἔνδοξη μπροστὰ στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, περιμένοντας τὴν μεγάλη ἡμέρα τῆς μισθαποδοσίας.






Οἱ Ἅγιοι Τέρτιος, Μᾶρκος, Ἰοῦστος (ἢ Ἰησοῦς) καὶ Ἀρτεμᾶς οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70

Image
Ὁ Τέρτιος ἔγινε δεύτερος ἐπίσκοπος Ἰκονίου μετὰ τὸν Σωσίπατρο. Ἔγραψε δὲ καὶ τὴν πρὸς Ρωμαίους Ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου, καθὼς ὁ ἴδιος μαρτυρεῖ (Ρωμ. ιστ’ 22).

Ὁ Μᾶρκος, ἀνεψιὸς τοῦ Βαρνάβα, ἔγινε ἐπίσκοπος Ἀπολλωνιάδας καὶ μὲ τὸ Εὐαγγελικό του κήρυγμα ἐξολόθρευσε τὸ σέβας τῶν εἰδώλων. (Κολασ. δ’ 10).

Ὁ Ἰοῦστος ἔγινε ἐπίσκοπος Ἐλευθερουπόλεως καὶ μὲ τὰ λόγια του καὶ τὰ θαύματά του, εἵλκυσε στὴν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου τοὺς ἐκεῖ ἀπίστους.
Καὶ ὁ Ἀρτεμᾶς ἔγινε ἐπίσκοπος στὰ Λύστρα, καὶ σὰν δόκιμος ὑπηρέτης τοῦ Χριστοῦ διέλυσε στὸν τόπο αὐτὸν τὴν πλάνη τῶν δαιμόνων.







Οἱ Ἅγιοι Ἐννέα Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.(Ἴσως εἶναι οἱ ἴδιοι μ’ αὐτοὺς τῆς 12ης Μαρτίου).






Ὁ Ἅγιος Μανουὴλ ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους. (Ἴσως εἶναι ὁ ἴδιος μ’ αὐτὸν τῆς 26ης Μαρτίου).






Ὁ Ἅγιος Δομέτιος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ἅγιος Δήμιος
Δὲν γνωρίζουμε τὸ ὄνομά του. Μόνο τὸ ἐπάγγελμα τοῦ Ἁγίου εἶναι γνωστό. Ἦταν δήμιος.

Ἂν ἔζησε τὴν ἐποχὴ τῶν διωγμῶν, πόσες φορὲς ὁδήγησε ο ἴδιος τοὺς Χριστιανοὺς μάρτυρες στὰ πυρακτωμένα σιδεροκρέβατα τοῦ μαρτυρίου τους, κάρφωσε ο ἴδιος τὰ καρφιὰ στὸν ξύλινο σταυρό τους, ἄναψε στὰ σώματα τῶν μαρτύρων λαμπάδες νὰ φωτίζουν τὰ δεῖπνα τῶν Ρωμαίων! Πόσες φορὲς μούσκεψε τὸ μανίκι του ἀπὸ τὰ δάκρυα τῆς πίστης τῶν Χριστιανῶν, πόσες φορὲς ἄκουσε τὴν τελευταία προσευχή τους !



Μνήσθητι, Κύριε, καὶ τῆς ἐμῆς ταπεινότητας

καὶ ἀθλιότητος, καὶ συγχώρησάν μοι ὅσα σοὶ

ἥμαρτον παρ’ ὅλον τῶν τῆς ζωῆς μου χρόνον.



Ὁ Ἅγιος ὑπῆρξε δήμιος, ψυχρὸς ἐκτελεστῆς, δολοφόνος κατ ἐπάγγελμα, σταυρωτῆς ἀνθρώπων. Ὅμως, ἡ μετάνοια βεβαιώνει τὴν ἀπόκρημνη ἐλευθερία τοῦ θαύματος.

Μία ἡμέρα, ὁ δήμιος γνώρισε τὸν Χριστό. Αὐτὸ γράφει ο συναξαριστὴς τοῦ Ἁγίου Νικοδήμου. Καμία ἄλλη λέξη. Ο ἀνώνυμος δήμιος ὁμολόγησε τὴν πίστη του, ὁδηγήθηκε στὴν ζοφερὴ φυλακὴ ἀπὸ ὅπου μέχρι τότε ἀνέσυρε τὰ θύματά του, καὶ ἐκεῖ παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.

Τὴν μνήμη τοῦ Ἁγίου Δημίου τιμοῦμε τὴν 30η Ὀκτωβρίου.
(Ἡ μνήμη του περιττῶς ἐπαναλαμβάνεται ἀπὸ ὁρισμένους Συναξαριστὲς καὶ τὴν 25η Μαρτίου).
Last edited by tsailiketess on Wed Oct 30, 2013 2:06 pm, edited 2 times in total.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

PreviousNext

Return to ΕΟΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 0 guests