ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Τα πάντα περί Εορτολογίου, Συναξαριστή, Δεσποτικών και Θεομητορικών εορτών...

Moderator: inanm7

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Nov 18, 2013 8:14 pm

30 ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Ἀνδρέας ὁ Ἀπόστολος ὁ Πρωτόκλητος
Image
Μορφὴ βιβλική. Φυσιογνωμία προνομιοῦχος καὶ διαλεχτή. Πρῶτος ἀπ’ ὅλους τοὺς ἀποστόλους γνώρισε τὸν Ἰησοῦ, ἀλλὰ καὶ πρῶτος κλήθηκε νὰ τὸν ἀκολουθήσει, γι’ αὐτὸ καὶ Πρωτόκλητος. Τὸ ὄνομά του τὸ ἱερὸ κατέχει ἰδιαίτερη θέση στὴν ψυχὴ τῶν Ἑλλήνων.

Αὐτὸς εἶναι ὁ Ἀνδρέας ὁ Πρωτόκλητος μαθητὴς τοῦ Χριστοῦ καὶ ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους τοῦ Ἔθνους μας.



Ὁ Ἀνδρέας καταγόταν ἀπὸ τὴν Βηθσαϊδᾶ τῆς Γαλιλαῖας καὶ ἦταν γιὸς τοῦ Ἰωνᾶ καὶ ἀδελφὸς τοῦ πρωτοκορυφαίου Ἀποστόλου Πέτρου. Τὸ ἐπάγγελμά του ἦταν ψαράς.

Ἦταν ὅμως ἀπὸ τὶς εὐγενικὲς ἐκεῖνες ψυχές, ποὺ μελετοῦσαν τοὺς προφῆτες καὶ περίμεναν μὲ λαχτάρα τὴν ἐκπλήρωση τῶν ὑποσχέσεων τοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ κόσμου.

Ὁ Ἀνδρέας μαζὶ μὲ τὸν Ἰωάννη τὸν Ἐὐαγγελιστὴ, ὑπῆρξαν στὴν ἀρχὴ μαθητὲς τοῦ Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου. Κάποια μέρα μάλιστα, ποὺ βρισκόντουσαν στὶς ὄχθες τοῦ Ἰορδάνη καὶ ὁ Πρόδρομος τοὺς ἔδειξε τὸν Ἰησοῦ καὶ τοὺς εἶπε «ἴδε ὁ ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου», οἱ δυὸ ἁπλοϊκοὶ ἐκεῖνοι ψαράδες συγκινήθηκαν τόσο πολύ, ποὺ χωρὶς κανένα δισταγμὸ καὶ ἐπιφύλαξη ἀφήκαν ἀμέσως τὸν δάσκαλό τους καὶ ἀκολούθησαν τὸν Ἰησοῦ. Τὸν ἀκολούθησαν μὲ προθυμία καὶ ζῆλο κι ἔμειναν κοντά του ἐκείνη τὴν ἡμέρα. Τί εἶδαν καὶ τί ἄκουσαν ὅλες ἐκεῖνες τὶς ἀξέχαστες ὧρες; Χωρὶς ἄλλο, λόγια ἅγια καὶ θεία. Ρήματα ζωῆς αἰωνίου. Λόγια, ποὺ τοὺς συνεπῆραν τὴν ψυχὴ καὶ τοὺς ἔκαμαν νὰ πιστέψουν πὼς στ’ ἀλήθεια ὁ Ἰησοῦς ἦταν Ἐκεῖνος ποὺ περίμεναν.

Ὁ Μεσσίας. Ὁ Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων.



Τὸν ἐνθουσιασμὸ καὶ τὴν ἱκανοποίησή τους ἀπὸ τὴν ἐπικοινωνία καὶ ἐπαφή τους μὲ τὸν Κύριο τὴν βλέπουμε ἀπὸ τὴν ἐνέργεια τοῦ Ἀνδρέα. Μόλις χωρίστηκαν ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ, ἔτρεξε νὰ συναντήσει τὸν μεγαλύτερο ἀδελφό του Πέτρο καὶ νὰ τοῦ πεῖ μὲ χαρά: «Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν (ὁ ἐστὶ μεθερμηνευόμενον Χριστός) καὶ ἤγαγεν αὐτὸν πρὸς τὸν Ἰησοῦν». Πόση καλοσύνη. Πόση εὐγένεια ψυχῆς! Πόση ἀγάπη! Δὲν κράτησε μόνος τὴν χαρά του. Ἔσπευσε νὰ τὴν μοιραστεῖ μὲ τὸν ἀδελφό του. Καὶ εἶχε δίκαιο! Κεῖνος ποὺ γεύτηκε τὸ μέλι τοῦ Εὐαγγελίου δὲν μπορεῖ νὰ τὸ τρώει μόνος του. Ἡ πραγματικὴ χάρη, ὅταν φωτίσει τὴν ψυχή, βάνει τέρμα στὸ πνευματικὸ μονοπώλιο, λέει καὶ ἕνας μεγάλος ἱεραπόστολος τοῦ περασμένου αἰώνα.



Ἡ περίπτωση αὐτὴ εἶναι ἕνα ἔξοχο παράδειγμα ἀδελφικῆς ἀλληλεγγύης καὶ πνευματικότητας. Τὰ ἀδέλφια μας, οἱ γονεῖς μας, οἱ συγγενεῖς μας, οἱ οἰκεῖοι μας πρέπει νὰ εἶναι γιὰ μᾶς πρόσωπα προσφιλή. Πρόσωπα, μὲ τὰ ὁποῖα νὰ εἴμαστε ἕτοιμοι νὰ μοιραστοῦμε κάθε στιγμὴ καὶ τὴν χαρὰ καὶ τὴν λύπη μας. Σ’ αὐτοὺς θὰ ποῦμε τὸν καλὸ τὸν λόγο. Θὰ δώσουμε τὸ χριστιανικὸ ἔντυπο. Θὰ τοὺς καλέσουμε σὲ μία χριστιανικὴ συγκέντρωση. Θὰ τοὺς ποῦμε σὲ μίαν ἐπίσκεψη: «Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν». Ἀδελφοί μας! Ἐλᾶτε στὸν Χριστό. Αὐτὸς εἶναι ἡ χαρά. Αὐτὸς ἡ ζωὴ καὶ τὸ φῶς. Αὐτὸς ἡ εἰρήνη τοῦ κόσμου. Μὴ σᾶς σκανδαλίζουν μερικὰ ἔκτροπα, ποὺ βλέπετε γύρω σας. Μὴ σᾶς σκανδαλίζει ἡ ζωὴ μερικῶν, ποὺ αὐτοκαλοῦνται χριστιανοὶ καὶ θέλουν τάχατες νὰ δείχνουν καὶ τὸν δρόμο στοὺς ἄλλους. Ἐσεῖς κοιτᾶτε μόνο τὸν Χριστό. Αὐτὸς καὶ μόνο αὐτὸς στὸν κόσμο τοῦτο δίνει τὴ χαρὰ καὶ τὴν εἰρήνη. Τὸ μαρτυρεῖ ἡ ζωὴ ὅλων τῶν ἁπλῶν, τῶν ἀληθινῶν χριστιανῶν. Τὸ βεβαιώνει ἡ ζωὴ καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ μεγάλου ἀποστόλου μας.



Ὕστερα ἀπὸ τὸ ἐπεισόδιο, ποὺ ἀναφέραμε, τόσο ὁ Ἀνδρέας, ὅσο καὶ ὁ Πέτρος καὶ ὁ Ἰωάννης ξαναγύρισαν στὰ πλοῖα τους καὶ ἔπιασαν πάλι τὴν δουλειά τους. Δὲν εἶχε ἔρθει ἀκόμη ἡ εὐλογημένη ὤρα νὰ ἀρχίσει ὁ Κύριος τὸ ἔργο του. Αὐτὸ ἔγινε λίγες μέρες ἀργότερα. Ἐκεῖ στὴν λίμνη τῆς Γεννησαρὲτ οἱ δυὸ ἀδελφοὶ καταγίνονταν νὰ ρίψουν τὰ δίχτυα τους στὴν θάλασσα, ὅταν τοὺς ξαναβρῆκε ὁ Ἰησοῦς καὶ τοὺς κάλεσε νὰ τὸν ἀκολουθήσουν. «Δεῦτε ὀπίσω μου», τοὺς εἶπε, «καὶ ποιήσω ὑμᾶς ἁλιεῖς ἀνθρώπων». Καὶ αὐτοὶ «εὐθέως ἀφέντες τὰ δίκτυα ἠκολούθησαν αὐτῶ». «Εὐθέως», χωρὶς καμιὰ χρονοτριβή, χωρὶς καμιὰ ἀναβολὴ τὸν ἀκολούθησαν. Στὴν περίσταση αὐτὴ ἔμοιασαν μὲ τὸν σοφὸ καὶ συνετὸ ἐκεῖνο ἔμπορο τῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ποὺ ζητοῦσε νὰ βρεῖ καὶ ν’ ἀγοράσει μαργαριτάρια. Καὶ ὅταν βρῆκε κάποτε ἕνα σπουδαῖο καὶ «πολύτιμον μαργαρίτην», ἔσπευσε νὰ πωλήσει ὅλα ὅσα εἶχε καὶ νὰ τὸν ἀγοράσει. Αὐτὸ ἔκαμαν καὶ οἱ δύο ἀδελφοί.



Ὁ Ἀνδρέας ἀκολούθησε τὸν Κύριο πιστὰ καὶ πρόθυμα μέχρι τέλους. Κατὰ τὸ διάστημα αὐτὸ τῆς μαθητείας του δύο ἀπὸ τὰ πολλὰ ἐπεισόδια καταδεικνύουν τὴν ἰδιαίτερη θέση, ποὺ εἶχε ἀνάμεσα στοὺς ἄλλους μαθητὲς καὶ κοντὰ στὸν Ἰησοῦ. Τὸ πρῶτο συνέβηκε στὴν ἔρημο. Τὰ πλήθη, ποὺ εἶχαν πληροφορηθεῖ πὼς ὁ Κύριος βρισκόταν ἐκεῖ, μαζεύτηκαν ἀπ’ ὅλα τὰ μέρη γύρω, γιὰ νὰ ζητήσουν τὶς εὐεργεσίες του καὶ ν’ ἀκούσουν τὴ διδασκαλία του. Κόντευε νὰ δύσει ὁ ἥλιος καὶ κανένας δὲν ἔλεγε νὰ φύγει. Κάποια στιγμὴ ὁ Ἰησοῦς φώναξε κοντά του τὸν Φίλιππο καὶ τὸν ρώτησε: «Ἀπὸ ποῦ καὶ μὲ τί χρήματα θὰ ἀγοράσουμε ψωμιά, γιὰ νὰ φάγουν ὅλοι αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι;» Ὁ Κύριος φυσικὰ γνώριζε τί θὰ ἔκαμνε. Τὸ εἶπε ὅμως αὐτό, γιὰ νὰ δοκιμάσει τὸν Φίλιππο καὶ τοὺς ἄλλους μαθητές. Καὶ αὐτὸς ἀπὸ μέρους καὶ τῶν ἄλλων μαθητῶν γεμάτος ἀμηχανία ἀπήντησε: «Διακοσίων δηναρίων ἄρτοι οὐκ ἀρκούσιν αὐτοὶς ἵνα ἕκαστος αὐτῶν βραχὺ τί λαβή». Διακοσίων δηναρίων ψωμιὰ δὲν φτάνουν, ὄχι γιὰ νὰ χορτάσουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ πάρει ὁ καθένας μιὰ μπουκιά. Τὴν στιγμὴ ἐκείνη πετάχτηκε ὁ Ἀνδρέας κι εἶπε. «Κύριε, εἶναι ἐδῶ ἕνα παιδάκι, ποὺ ἔχει πέντε κριθαρένια ψωμιὰ καὶ δυὸ ψαράκια» (Ἰωάν. στ’ 9). Φυσικὰ πέντε κριθαρένια ψωμιὰ καὶ δυὸ ψαράκια δὲν εἶναι τίποτα γιὰ τόσο κόσμο. Μὰ ἐσύ Κύριε, μπορεῖς νὰ τὰ εὐλογήσεις καὶ τότε, ὦ, ναί! Τότε μποροῦν νὰ φᾶνε ὅλοι οἱ ἄνθρωποι καὶ νὰ περισσέψουν. Πρόσωπο μὲ παρρησία καὶ μὲ μία λανθάνουσα πίστη στὸν Χριστό μας παρουσιάζει τὸ ἐπεισόδιο αὐτὸ τὸν Ἀνδρέα.



Πρόσωπο μὲ πλατιὰ καὶ μεγάλη καρδιὰ μᾶς τὸν παρουσιάζει τὸ δεύτερο ἐπεισόδιο. Συγχρόνως ὅμως καὶ ἄνθρωπο μὲ τόλμη, ποὺ δὲν διστάζει νὰ πάρει μία μεγάλη ἀπόφαση καὶ ν' ἀναλάβει συνάμα καὶ τὶς εὐθύνες του. Ἀφορμὴ γι’ αὐτὸ τὸ ἐπεισόδιο ἔδωκαν μερικοὶ συμπατριῶτες μας Ἕλληνες. Ἦταν οἱ μέρες τοῦ Πάσχα, τοῦ τελευταίου Πάσχα τοῦ Κυρίου μας. Μέσα στὰ πλήθη, ποὺ μαζεύτηκαν στὰ Ἱεροσόλυμα ἀπὸ τὰ διάφορα μέρη τοῦ κόσμου, ἦταν καὶ αὐτοί. Ἀσφαλῶς ἦταν ἄνθρωποι ποὺ εἶχαν προσηλυτισθεῖ στὸν ἰουδαϊσμό. Ἡ πνευματικὴ θρησκεία τοῦ Ἰσραὴλ τοὺς εἶχε τραβήξει μέσα στὴν καρδιά τους βαθὺ τὸν πόθο νὰ τὸν γνωρίσουν. Πλησίασαν λοιπὸν τὸν Φίλιππο – ἴσως τὸ ἑλληνικό του ὄνομα τοὺς ἔδωκε τὸ θάρρος – καὶ τοῦ ζήτησαν νὰ τοὺς ὁδηγήσει στὸν Χριστό. Ὁ Φίλιππος ὅμως ἔσπευσε νὰ ζητήσει τὴ γνώμη τοῦ Ἀνδρέα. Γιατί τοῦ Ἀνδρέα; Γιατί ἦταν συμπατριώτης του καὶ ἤξερε τὴν παρρησία του. Ἀλλὰ καὶ γιατί ὁ Ἀνδρέας ἦταν γνωστὸς σὰν ὁ ἄνθρωπος μὲ τὴν μεγάλη καρδιὰ καὶ τὸ θέμα θὰ τὸ ἀντίκριζε ὄχι μὲ τὴ στενὴ ἰουδαϊκὴ ἀντίληψη, πὼς ὁ Χριστὸς ἦλθε καὶ ἀνῆκε μόνο στοὺς Ἰουδαίους, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους. Καὶ πραγματικὰ ἡ στάση του δικαίωσε τὴν φήμη του.



Ὁ Ἀνδρέας, σὰν ἔμαθε ἀπὸ τὸν Φίλιππο τὸ περιστατικό, χωρὶς νὰ χάσει καιρό, πῆρε τοὺς Ἕλληνες καὶ μαζὶ μ’ αὐτὸν τοὺς ἔφερε στὸν Χριστὸ (Ἰωάν. ιβ’ 20 – 22). Τί φανερώνει καὶ τὸ ἐπεισόδιο αὐτό; Τὴν μεγάλη, τὴν πλατιά του καρδιά, μὰ καὶ τὴν οἰκειότητά του πρὸς τὸν Χριστό. Εὐτυχεῖς ὅλοι ἐκεῖνοι ποὺ μιμοῦνται τὸν Πρωτόκλητο καὶ βοηθοῦν καὶ ἄλλες ψυχὲς νὰ πλησιάσουν καὶ νὰ γνωρίσουν τὸν Κύριο.



Ἡ ζωὴ τοῦ Πρωτοκλήτου κατὰ τὰ τρία χρόνια τῆς μαθητείας εἶναι ἡ ἴδια μὲ τὴ ζωὴ τῶν ἄλλων μαθητῶν. Ἀχόρταγα καὶ αὐτὸς μαζὶ μὲ τοὺς ἄλλους ἀποστόλους ρουφοῦσε ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ θείου Διδασκάλου τὰ «ρήματα τῆς αἰωνίου ζωῆς». Μαζί του περιέτρεχε τὴν Ἅγια Γῆ καὶ ἔβλεπε τὶς εὐεργεσίες καὶ τὰ θαύματά του. Βαθιὰ ἦταν ἡ συγκίνησή του γιὰ τὴν ὑποδοχή, ποὺ ὁ περιούσιος λαὸς ἐπεφύλαξε στὸν Κύριό μας «πρὸ ἓξ ἡμερῶν τοῦ Πάσχα». Πιὸ βαθιὰ ἡ θλίψη του γιὰ τὴ σύλληψη τοῦ Διδασκάλου του καὶ γιὰ ὅσα ἀκολούθησαν αὐτή. Ἡ ἐπίσκεψη τοῦ Κυρίου ὅμως κατ’ αὐτὴν τὴν ἡμέρα τῆς Ἀναστάσεώς Του καὶ ἐνῶ πιὰ εἶχε βραδιάσει καὶ οἱ πόρτες τοῦ σπιτιοῦ ἦταν κλειστὲς «διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων» ξανάφερε στὴν ψυχή του τὴν χαρὰ καὶ τὴν ἐλπίδα. Ὁ Ἀνδρέας παρευρέθηκε στὴν Ἀνάληψη καὶ ἔλαβε μέρος στὴν ἐκλογὴ τοῦ Ματθία.



Μετὰ τὴν ἐπιφοίτηση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος κατὰ τὴν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὁ Ἀπόστολός μας, ὅπως ψάλλει καὶ ὁ ἱερὸς ὑμνογράφος, ἀφοῦ «διεπέτασε τὸ ἱστίον τοῦ Πνεύματος, ὡς κύμα γαληνὸν πραέτω πνεύματι κινούμενον, πάσαν ἐπλούτισε τὴν γῆν τοῦ ἐνθέου κηρύγματος». Ὁ Ἀνδρέας ὑπῆρξε ὁ κατ’ ἐξοχὴν Ἀπόστολος τῶν Ἑλλήνων. Ἡ Σκυθία, δηλαδὴ ἡ σημερινὴ νότιος Ρωσία, ἡ Ἑλληνικὴ Βιθυνία, ὁ Πόντος, ἡ Θράκη, ἡ Μακεδονία, ἡ Ἤπειρος κι ἡ Ἀχαΐα ποτίστηκαν πλούσια μὲ τὸν τίμιο ἱδρώτα τοῦ Πρωτοκλήτου. Ἀλλὰ καὶ ἡ Ἐκκλησία τοῦ Βυζαντίου, ποὺ ἀπετέλεσε καὶ ἀποτελεῖ τὸ κέντρο τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀπὸ τὸν Ἀπόστολό μας ἱδρύθηκε. Ἐδῶ ὁ Ἀνδρέας ἐγκατέστησε πρῶτο ἐπίσκοπο τὸν Ἀπόστολο Στάχυ κιαὶαὐτοῦ διάδοχος εἶναι ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης. Σὲ μία του περιοδεία, ἀναφέρεται ἀπὸ τὴν παράδοση, πὼς ὁ Ἅγιος μας ἦλθε καὶ στὸ νησί μας. Τὸ καράβι, ποὺ τὸν μετέφερε στὴν Ἀντιόχεια ἀπὸ τὴν Ἰόππη, λίγο πρὶν προσπεράσουν τὸ γνωστὸ ἀκρωτήρι τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα καὶ τὰ νησιά, ποὺ εἶναι γνωστὰ μὲ τὸ ὄνομα Κλεῖδες, ἀναγκάστηκε νὰ σταματήσει ἐκεῖ σ’ ἕνα μικρὸ λιμανάκι, γιατί κόπασε ὁ ἄνεμος. Τὶς μέρες αὐτὲς τῆς νηνεμίας τοὺς ἔλειψε καὶ τὸ νερό. Ἕνα πρωί, ποὺ ὁ πλοίαρχος βγῆκε στὸ νησὶ καὶ ἔψαχνε νὰ βρεῖ νερό, πῆρε μαζί του καὶ τὸν Ἀπόστολο. Δυστυχῶς πουθενὰ νερό. Κάποια στιγμή, ποὺ ἔφτασαν στὴ μέση τῶν δυὸ ἐκκλησιῶν, ποὺ ὑπάρχουν σήμερα, τῆς παλαιᾶς καὶ τῆς καινούργιας, ποὺ εἶναι κτισμένη λίγο ψηλότερα, ὁ Ἅγιος γονάτισε μπροστὰ σ’ ἕνα κατάξερο βράχο καὶ προσευχήθηκε νὰ στείλει ὁ Θεὸς νερό. Ποθοῦσε τὸ θαῦμα, γιὰ νὰ πιστέψουν ὅσοι ἦταν ἐκεῖ στὸν Χριστό. Ὕστερα σηκώθηκε, σφράγισε μὲ τὸ σημεῖο τοῦ Σταυροῦ τὸν βράχο καὶ τὸ θαῦμα ἔγινε. Ἀπὸ τὴν ρίζα τοῦ βράχου βγῆκε ἀμέσως μπόλικο νερό, ποὺ τρέχει μέχρι σήμερα μέσα σ’ ἕνα λάκκο τῆς παλαιᾶς ἐκκλησίας καὶ ἀπ’ ἐκεῖ προχωρεῖ καὶ βγαίνει ἀπὸ μία βρύση κοντὰ στὴ θάλασσα. Εἶναι τὸ γνωστὸ ἁγίασμα. Τὸ εὐλογημένο νερό, ποὺ τόσους ξεδίψασε, μὰ καὶ τόσους ἄλλους, μυριάδες ὁλόκληρες, ποὺ τὸ πῆραν μὲ πίστη δρόσισε καὶ παρηγόρησε. Καὶ πρῶτα – πρῶτα τὸ τυφλὸ παιδὶ τοῦ καπετάνιου.



Ἦταν καὶ αὐτὸ ἕνα ἀπὸ τὰ πρόσωπα τοῦ καραβιοῦ ποὺ μετέφερε ὁ πατέρας. Γεννήθηκε τυφλὸ καὶ μεγάλωσε μέσα σὲ ἕνα συνεχὲς σκοτάδι. Ποτέ του δὲν εἶδε τὸ φῶς. Δένδρα, φυτά, ζῶα ἀγωνιζόταν νὰ τὰ γνωρίσει μὲ τὸ ψαχούλεμα. Ἐκείνη τὴν ἡμέρα, ὅταν οἱ ναῦτες γύρισαν μὲ τὰ ἀσκιὰ γεμάτα νερὸ καὶ ἐξήγησαν τὸν τρόπο ποὺ τὸ βρῆκαν στὸ νησί, ἕνα φῶς γλυκιᾶς ἐλπίδας ἄναψε στὴν καρδιὰ τοῦ δύστυχου παιδιοῦ. Μήπως τὸ νερὸ αὐτό, σκέφτηκε, ποὺ βγῆκε ἀπὸ τὸν ξηρὸ βράχο ὕστερα ἀπ’ τὴν προσευχὴ τοῦ παράξενου ἐκείνου συνεπιβάτη τους, θὰ μποροῦσε νὰ χαρίσει καὶ σ’ αὐτὸν τὸ φῶς του ποῦ ποθοῦσε; Ἀφοῦ μὲ θαυμαστὸ τρόπο βγῆκε, θαύματα θὰ μποροῦσε καὶ νὰ προσφέρει. Μὲ τούτη τὴν πίστη καὶ τὴν βαθιὰ ἐλπίδα ζήτησε καὶ τὸ παιδὶ λίγο νερό. Διψοῦσε. Καιγόταν ἀπ’ τὴν δίψα. Ὁ Ἀπόστολος, ποὺ ἦταν ἐκεῖ, ἔσπευσε καὶ ἔδωσε στὸ παιδὶ ἕνα δοχεῖο γεμάτο ἀπὸ τὸ δροσερὸ νερό. Ὅμως τὸ παιδὶ προτίμησε, ἀντὶ νὰ δροσίσει μὲ τὸ νερὸ τὰ χείλη του, νὰ πλύνει πρῶτα τὸ πρόσωπό του. Καὶ ὦ τοῦ θαύματος! Μόλις τὸ δροσερὸ νερὸ ἄγγιξε τοὺς βολβοὺς τῶν ματιῶν τοῦ παιδιοῦ, τὸ χρόνιο σκοτάδι ἄρχισε νὰ διαλύεται. Καὶ ἕνα φῶς, ἱλαρὸ φῶς, ἄρχισε νὰ λούζει τὰ γύρω πράγματα...



— Πατέρα, πατέρα, ἄρχισε νὰ φωνάζει τὸ παιδὶ πότε ψαχουλεύοντας καὶ πότε τρέχοντας νὰ βρεῖ τὸν πατέρα. Καὶ ὁ καπετάνιος ποὺ τρόμαξε ἀπ' τὶς φωνὲς τοῦ παιδιοῦ τρέχει καὶ αὐτὸς πρὸς τὸ μέρος ποὺ ἀκουόταν ἡ φωνή. Στὸ ἀντίκρισμα τοῦ παιδιοῦ του σταμάτησε, ἔσκυψε καὶ ἄνοιξε τὴν ἀγκαλιά του.

— Παιδί μου, τί σου συμβαίνει; ρώτησε μὲ τρόμο ὁ πατέρας.

— Βλέπω! Πατέρα μου, βλέπω! Γιὰ κοίτα με, βλέπω τὴν θάλασσα, τοὺς ἀνθρώπους, τὰ πανιὰ τοῦ καραβιοῦ μας ποὺ φουσκώνουν. Πατέρα, τὸ εὐλογημένο νερὸ ποὺ μοῦ ἔδωκε ἐκεῖνος ὁ παππούλης, γιὰ νὰ πιῶ καὶ νὰ πλυθῶ, αὐτό μου χάρισε ὅτι ποθούσαμε. Τὸ φῶς μου, πατέρα...



Ὕστερα ἀπὸ μικρὴ διακοπὴ ποὺ πέρασε μέσα σὲ δάκρυα καὶ ἀναφιλητὰ εὐγνωμοσύνης ὁ καπετάνιος σηκώθηκε καὶ εἶπε:

— Παιδί μου, πᾶμε νὰ βροῦμε τὸν παππούλη ποὺ λές, γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσουμε γιὰ ὅτι μας χάρισε!

— Ὄχι ἐμένα, εἶπε ὁ Ἀπόστολος ποὺ πλησίασε. Τὸν Χριστὸ νὰ εὐχαριστήσουμε ὅλοι. Αὐτὸς μᾶς ἔδωκε τὸ νερό. Αὐτὸς γιάτρεψε καὶ τὸ παιδί. Αὐτὸς εἶναι ὁ ἀληθινὸς Θεός, ποὺ ἔγινε ἄνθρωπος καὶ ἦρθε στὸν κόσμο γιὰ νὰ μᾶς σώσει!



Καὶ ὁ Ἀπόστολος, ποὺ τὸν κοίταζαν ὅλοι μὲ θαυμασμό, ἄρχισε νὰ τοὺς μιλᾶ καὶ νὰ τοὺς διδάσκει τὴ νέα θρησκεία. Τὸ τέλος τῆς ὁμιλίας πολὺ καρποφόρο. Ὅσοι τὸν ἄκουσαν πίστεψαν καὶ βαφτίστηκαν. Τὴν ἀρχὴ ἔκανε ὁ καπετάνιος μὲ τὸ παιδί του, ποὺ πῆρε καὶ τὸ ὄνομα Ἀνδρέας. Καὶ ὕστερα ὅλοι οἱ ἄλλοι ἐπιβάτες καὶ μερικοὶ ψαράδες ποὺ ἤσαν ἐκεῖ. Πίστεψαν ὅλοι στὸν Χριστὸ ποὺ τοὺς κήρυξε ὁ Ἀπόστολός μας καὶ βαφτίστηκαν. Φυσικὰ τὸ θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ τυφλοῦ παιδιοῦ, ἀκολούθησαν καὶ ἄλλα, καὶ ἄλλα. Στὸ μεταξὺ ὁ ἄνεμος ἄρχισε νὰ φυσᾶ καὶ τὸ καράβι ἑτοιμάστηκε γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ταξίδι του. Ὁ Ἀπόστολος, ἀφοῦ κάλεσε κοντά του ὅλους ἐκείνους ποὺ πίστεψαν στὸν Χριστὸ καὶ βαφτίστηκαν, τοὺς ἔδωκε τὶς τελευταῖες συμβουλές του καὶ τοὺς ἀποχαιρέτησε. Ἔτσι στὸ εὐλογημένο νησὶ ὀργανώθηκε ἀκόμη μιὰ ὁμάδα, μία ἐκκλησία πιστῶν στὸν ἕνα ἀληθινὸ Θεό.



Ἀργότερα, μετὰ ἀπὸ χρόνια, κτίστηκε στὸν τόπο αὐτὸν ποὺ περπάτησε καὶ ἅγιασε μὲ τὴν προσευχή, τὰ θαύματα καὶ τὸν ἱδρώτα του ὁ Πρωτόκλητος μαθητής, τὸ μεγάλο μοναστήρι τοῦ Ἀποστόλου Ἀνδρέα, ποὺ μὲ τὸν καιρὸ εἶχε γίνει παγκύπριο προσκύνημα. Κάθε χρόνο χιλιάδες προσκυνητὲς ἀπ’ ὅλα τὰ μέρη τῆς Κύπρου, ὀρθόδοξοι καὶ ἑτερόδοξοι κι ἀλλόθρησκοι ἀκόμη, συνέρεαν στὸ μοναστήρι, γιὰ νὰ προσκυνήσουν τὴ θαυματουργὸ εἰκόνα τοῦ Ἀποστόλου, νὰ βαφτίσουν ἐκεῖ τὰ νεογέννητα παιδιά τους καὶ νὰ προσφέρουν τὰ πλούσια δῶρα τους σὲ χρῆμα ἢ σὲ εἴδη, γιὰ νὰ ἐκφράσουν τὰ εὐχαριστῶ καὶ τὴν εὐγνωμοσύνη τους στὸν θεῖο Ἀπόστολο. Κολυμβήθρα Σιλωὰμ ἦταν ἡ ἐκκλησία του γιὰ τοὺς πονεμένους. Πλεῖστα ὅσα θαύματα γινόντουσαν ἐκεῖ σὲ ὅσους μετέβαιναν μὲ πίστη ἀληθινὴ καὶ συντριβὴ ψυχῆς.



Σὲ ὅλους τους ναοὺς τοῦ μαρτυρικοῦ νησιοῦ μας θὰ βροῦμε τὴν ἁγία εἰκόνα του καὶ τὸ ὄνομά του εἶναι τὸ πιὸ συνηθισμένο μεταξὺ τῶν κατοίκων (Ἀνδρέας ἢ Ἀδρεανὴ - Ἀνδρούλα) καὶ τὸ πιὸ διαδεδομένο. Γιὰ λόγους ποὺ μόνο ὁ Κύριος γνωρίζει, ἐδῶ καὶ μερικὰ χρόνια – ἀπὸ τὸ 1974 — τὸ ἅγιο μοναστήρι μαζὶ μὲ ὅλη τὴν Καρπασία, τὴ Μεσαορία καὶ τὴ Βόρειο Κύπρο ἔχει περιέλθει στὴν κυριαρχία τοῦ πιὸ βάρβαρου εἰσβολέα, τοῦ Τούρκου. Οἱ εὐλογημένες ἐκκλησίες ποὺ βρίσκονται στὰ μέρη αὐτὰ μένουν κανονικὰ ἀλειτούργητες. Καὶ οἱ καμπάνες σώπασαν ἀπὸ τότες νὰ κτυποῦν καὶ νὰ καλοῦν τοὺς πιστοὺς σὲ συναγερμὸ ψυχῆς. Τὸ ἁγίασμα ὅμως ποὺ βγῆκε ἀπ’ τὴν γῆ ὕστερα ἀπὸ τὴν προσευχὴ τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Ἀνδρέου μένει καὶ συνεχίζει τὸ κελάρυσμά του. Συνεχίζει τὸ κελάρυσμά του καὶ περιμένει τὴν ἁγία ὥρα, ποὺ οἱ πιστοὶ τοῦ νησιοῦ, πλυμένοι καὶ καθαρισμένοι μέσα στὰ δάκρυα μιᾶς εἰλικρινοῦς μετάνοιας, θὰ ἀξιωθοῦν ἐλεύθεροι καὶ πάλι νὰ ἐπισκεφθοῦν τὸ ὄμορφο μοναστήρι γιὰ νὰ ψάλουν τὰ εὐχαριστήρια στὸν Κύριο γιὰ τὴν λύτρωσή τους ἀπὸ τὰ δεινὰ τῆς πικρῆς δοκιμασίας καὶ νὰ πιοῦν καὶ νὰ δροσίσουν τὰ χείλη ἀπὸ τὸ γλυκὸ νερό. Ὁ Θεὸς νὰ δώσει, μὲ τὴν βοήθεια τῶν πρεσβειῶν τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου Ἀνδρέου, μὰ καὶ τῶν ἄλλων Ἁγίων της Κύπρου μας, ἡ μέρα αὐτὴ νὰ ἔρθει τὸ γρηγορότερο.



Τὸ τέλος τοῦ Ἀποστόλου ὑπῆρξε ἀνάλογο τῆς ἱστορίας του. Μαρτύρησε στὴν Πάτρα, ὅπου εἶχε φτάσει, γιὰ νὰ μεταδώσει καὶ ἐδῶ τὸ μήνυμα τῆς λυτρώσεως καὶ νὰ σκορπίσει τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἐπίσκεψή του ἀπὸ τὴν πλευρὰ αὐτὴ ἔφερε πολλοὺς καρπούς. Σὲ λίγες μέρες τὸ κήρυγμά του μαζὶ μὲ τὰ πολλά του θαύματα συγκλόνισε κυριολεκτικὰ τὰ θεμέλια τῆς εἰδωλολατρίας στὴν Ἀχαΐα. Ἀνάμεσα στοὺς πρώτους, ποὺ πίστεψαν, ἦταν αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ ἀνθύπατος. Ἔτσι λεγόνταν κατὰ τοὺς ρωμαϊκοὺς χρόνους οἱ Ρωμαῖοι ἄρχοντες, ποὺ διοικοῦσαν μία ἀπὸ τὶς ἐπαρχίες τοῦ κράτους. Τῆς πόλεως, ὁ Λέσβιος ὅπως λεγόταν, ποὺ εἶχε ἀρρωστήσει ἄξαφνα βαριὰ καὶ τὸν εἶχε γιατρέψει ὁ Ἀπόστολός μας. Τὸ παράδειγμα τοῦ ἀνθύπατου ἔσπευσαν ν’ ἀκολουθήσουν καὶ ἄλλοι εἰδωλολάτρες. Μὰ τὸ πράγμα ἔγινε γνωστὸ στὴν Ρώμη. Ὁ αὐτοκράτορας Νέρων λύσσαξε ἀπ’ τὸ κακό του καὶ ἔδωσε ἐντολὴ νὰ ἀντικατασταθεῖ ἀμέσως ὁ Λέσβιος ἀπὸ κάποιο Αἰγεάτη, πολὺ φανατικὸ εἰδωλολάτρη καὶ πολὺ σκληρό.



Ὁ Πρωτόκλητος ἔχοντας συνοδὸ τὸν Λέσβιο συνεχίζει καθημερινὰ τὰ κηρύγματά του καὶ τὶς θαυματουργικές του θεραπεῖες. Πλήθη λαοῦ ἀπ’ ὅλη τὴν Ἀχαΐα τὰ παρακολουθοῦν μὲ ἐνδιαφέρον καὶ πολλοὶ κάθε μέρα πυκνώνουν τὶς τάξεις τῶν πιστῶν. Μέσα σ’ αὐτοὺς προστίθενται τώρα καὶ ἡ σύζυγος τοῦ Αἰγεάτη, ἡ Μαξιμίλλα, ὁ ἀδελφός του Στρατοκλῆς, σοφὸς μαθηματικός, καὶ ἄλλοι πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συγγενεῖς του καὶ τὴ συνοδεία του.







Ὁ ἀνθύπατος Αἰγεάτης, ἂν καὶ εἶδε τὴν γυναίκα του Μαξιμίλλα νὰ σώζεται ἀπὸ βέβαιο θάνατο μὲ τὴν ἐπέμβαση τοῦ Πρωτοκλήτου, ἂν καὶ εἶδε τὸν ἀδελφό του Στρατοκλῆ, ποὺ τὸν ἐκτιμοῦσε τόσο, νὰ προσχωρεῖ στὴ νέα πίστη, ἐν τούτοις ὁ ἴδιος ἔμεινε ἀσυγκίνητος. Κάτι περισσότερο. Πείσμωσε μὲ τὴ γυναίκα του καὶ ἀξίωσε ἀπ’ αὐτὴν νὰ ἀρνηθεῖ τὸν Χριστό. Ἡ Μαξιμίλλα ὅμως δὲν δέχτηκε ν’ ἀκούσει.



– Προτιμῶ, τοῦ εἶπε, νὰ χωριστῶ ἀπὸ σένα παρὰ ἀπὸ τὸν Χριστό μου.



Καὶ αὐτός, τυφλωμένος ἀπ’ τὸ πάθος του, διατάσσει νὰ συλλάβουν τὸν Πρωτόκλητο καὶ νὰ τὸν ρίξουν στὴ φυλακή. Γιὰ νὰ ἐκβιάσει δὲ περισσότερο τὴν ἀφοσιωμένη στὸν Χριστὸ γυναίκα, τὴν ἀπειλεῖ πώς, ἂν δὲν ἐπιστρέψει στὴν θρησκεία τῶν πατέρων της, τὴν εἰδωλολατρία, θὰ βασανίσει τρομερὰ τὸν γέροντα Ἀπόστολο καὶ στὸ τέλος θὰ τὸν σταυρώσει. Ἀνήσυχη ἡ Μαξιμίλλα τρέχει στὴ φυλακή, γιὰ νὰ μεταφέρει στὸν Ἀπόστολο τὶς ἀπειλὲς τοῦ συζύγου της. Τρέμει ἡ καλὴ γυναίκα, μήπως πάθει κανένα κακὸ ὁ εὐεργέτης καὶ σωτήρας της.

— Μὴ φοβᾶσαι, κόρη μου, γιὰ τὴν ζωή μου, τῆς εἶπε ὁ Πρωτόκλητος. Κράτησε σταθερὰ τὴν πίστη σου. Θὰ εἶναι τιμὴ καὶ εὔνοια τοῦ Θεοῦ σὲ μένα ν’ ἀξιωθῶ νὰ φύγω ἀπ’ τὸν κόσμο αὐτὸ κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο, ποὺ ἔφυγε ὁ Λυτρωτής μας. Ἂς κάμει, ὅτι θέλει ὁ Αἰγεάτης. Ἂς μὲ κάψει στὴν φωτιά. Ἂς μὲ κατακάψει μὲ τὰ μαχαίρια. Ἂς μὲ καρφώσει στὸν Σταυρό. «Οὐκ ἄξια τὰ παθήματα τοῦ νῦν καιροῦ πρὸς τὴν μέλλουσαν δόξαν ἀποκαλυφθῆναι εἰς ἡμᾶς». Ὁ Στρατοκλής, ποὺ βρισκόταν ἐκεῖ, λούστηκε στὸ κλάμα.

1 – Μὴν κλαῖς, τοῦ εἶπε ὁ Ἀπόστολος. Κάποια μέρα θὰ φύγουμε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτό. «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν». Πρόσεξε μόνο τὸν σπόρο τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἔσπειρα στὴν καρδιά σου. Κράτησέ τον προσεκτικὰ καὶ σπεῖρέ τον καὶ ἐσὺ παρακάτω.



Τὰ λόγια τοῦ Ἀποστόλου τόνωσαν τὸ θάρρος τῆς Μαξιμίλλας καὶ τοῦ Στρατοκλῆ καὶ ἀτσάλωσαν τὴν θέληση τοὺς ν’ ἀγωνιστοῦν ὡς τὸ τέλος. Ὁ Αἰγεάτης ξαναφώναξε τὴν γυναίκα του καὶ προσπάθησε μὲ λόγια γλυκὰ καὶ κολακευτικὰ νὰ τὴν μεταπείσει ἀπὸ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ.

— Εἶμαι ἕτοιμος νὰ κάμω τὸ καθετὶ γιὰ τὴν ἀγάπη σου, τῆς εἶπε. Ἂν πεισθεῖς νὰ ἀφήσεις τὸν Χριστό, θὰ σ’ ἔχω βασίλισσα στὸ σπίτι μου. Ἀλλιῶς θὰ καρφώσω σ’ ἕνα σταυρὸ τὸν γέρο, πού σου πῆρε τὰ μυαλά, καὶ θὰ σκοτώσω καὶ ἐσένα.

Ἡ ἀπάντηση τῆς Μαξιμίλλας ὑπῆρξε ἀληθινὰ ἡρωική.

— Προτιμῶ χίλιες φορὲς τὸν θάνατο παρὰ τὴ ζωὴ μ’ ἕνα εἰδωλολάτρη σὰν καὶ σένα.



Τὰ λόγια τῆς ἡρωίδας χριστιανῆς ἄναψαν τὸν θυμὸ τοῦ συζύγου της, ποὺ ἔδωκε ἐντολὴ νὰ βασανίσουν σκληρὰ τὸν Ἅγιο καὶ στὸ τέλος νὰ τὸν ὑψώσουν πάνω σ’ ἕναν σταυρό, ποὺ εἶχε τὸ σχῆμα τοῦ γράμματος Χ καὶ ποὺ εἶχε στηθεῖ στὸ «χεῖλος τῆς θαλάσσιας ἀμμουδιᾶς». Πάνω στὸν Σταυρὸ αὐτό, ποὺ ἦταν φτιαγμένος ἀπὸ ξύλα ἐλιᾶς, ἔδεσαν τὰ χέρια καὶ τὰ πόδια τοῦ Ἀποστόλου, χωρὶς νὰ τὸν καρφώσουν. Καὶ αὐτὸ ἔγινε, γιατί ὁ Ἀνθύπατος ἤθελε νὰ κρατήσει πολὺν καιρὸ τὸν Ἅγιο στὴ ζωή, γιὰ νὰ τὸν βασανίσει.



Ἀπὸ μία θάλασσα, τὴν ὄμορφη θάλασσα τῆς Γαλιλαίας, κάλεσε ὁ Κύριος τὸν μεγάλο Ψαρὰ νὰ τὸν ἀκολουθήσει γιὰ νὰ γίνει μαθητής του καὶ νὰ ψαρεύει ἀνθρώπους. Ἀπὸ μία ἄλλη θάλασσα κοντά, τὴν θάλασσα τῆς ἱστορικῆς πόλεως τῶν Πατρών, κάλεσε καὶ πάλι ὁ Χριστὸς τὸν μαθητὴ καὶ Ἀπόστολό του Ἀνδρέα, ὕστερα ἀπὸ σκληρὴ ἐργασία σπορᾶς τοῦ λόγου του, νὰ μεταπηδήσει στὴν οὐράνια πατρίδα μας, γιὰ νὰ λάβει τὸν ἄφθαρτο στέφανο τῆς δικαιοσύνης. Ὁ ἀπόστολος ἔφυγε ἀπὸ τὸν κόσμο αὐτὸν σὲ ἡλικία 80 περίπου χρόνων.



Οἱ χριστιανοὶ τῆς Ἀχαΐας θρήνησαν βαθιὰ τὸν θάνατό του. Ὁ πόνος τους ἔγινε ἀκόμη πιὸ μεγάλος, ὅταν ὁ ἀνθύπατος Αἰγεάτης ἀρνήθηκε νὰ τοὺς παραδώσει τὸ ἅγιο λείψανό του, γιὰ νὰ τὸ θάψουν. Ὁ Θεὸς ὅμως οἰκονόμησε τὰ πράγματα. Τὴν ἴδια μέρα, ποὺ πέθανε ὁ Ἅγιος, ὁ Αἰγεάτης τρελάθηκε καὶ αὐτοκτόνησε. «Θάνατος ἁμαρτωλῶν πονηρός». Οἱ χριστιανοὶ τότε μὲ τὸν ἐπίσκοπό τους τὸν Στρατοκλῆ, πρῶτο Ἐπίσκοπο τῶν Πατρών, παρέλαβαν τὸ σεπτὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψαν μὲ μεγάλες τιμές. Ἀργότερα, ὅταν στὸν θρόνο τοῦ Βυζαντίου ἀνέβηκε ὁ Κωνστάντιος, ποὺ ἦταν γιὸς τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, μέρος τοῦ ἱεροῦ λειψάνου μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν πόλη τῶν Πατρὼν στὴν Κωνσταντινούπολη καὶ κατατέθηκε στὸ ναὸ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων «ἔνδον τῆς Ἁγίας Τραπέζης». Ἡ ἁγία Κάρα τοῦ Πρωτοκλήτου φαίνεται πὼς ἀπέμεινε στὴν Πάτρα. Ὅταν ὅμως οἱ Τοῦρκοι ἐπρόκειτο νὰ καταλάβουν τὴν πόλη τὸ 1460, τότε ὁ Θωμᾶς Παλαιολόγος, ἀδελφὸς τοῦ τελευταίου αὐτοκράτορος Κωνσταντίνου τοῦ Παλαιολόγου καὶ τελευταῖος Δεσπότης τοῦ Μοριᾶ, πῆρε τὸ πολύτιμο κειμήλιο καὶ τὸ μετέφερε στὴν Ἰταλία. Ἐκεῖ ἐναποτέθηκε στὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Πέτρου τῆς Ρώμης, ὅπου ἔμεινε μέχρι τοῦ 1964. Τὴν 26η τοῦ Σεπτέμβρη († Ἀνακομιδὴ Τιμίας Κάρας) τοῦ ἔτους αὐτοῦ ἀντιπροσωπεία τοῦ πάπα Παύλου μετέφερε ἀπὸ τὴν Ρώμη τὸν πολύτιμο θησαυρὸ καὶ τὸν παρέδωσε στὸν νόμιμο κάτοχο, τὴν Ἐκκλησία τῶν Πατρέων. Ἡ ἁγία Κάρα τοῦ Πρωτοκλήτου ὕστερα ἀπὸ ἐνέργειες τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς μεταφέρθηκε καὶ στὴν Κύπρο τὸ 1967 γιὰ μερικὲς μέρες καὶ ἐξετέθηκε σὲ εὐλαβικὸ προσκύνημα. Χιλιάδες Κύπριοι τότε, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄνδρες καὶ γυναῖκες, ξεκίνησαν ἀπὸ τὰ τέσσερα σημεῖα τοῦ νησιοῦ μας καὶ πῆγαν καὶ προσκύνησαν τὴν ἅγια Κάρα τοῦ Πρωτοκλήτου καὶ μπροστά της κατέθεσαν τὸν βαθὺ σεβασμὸ καὶ τὴν εὐλαβικὴ εὐγνωμοσύνη τους γιὰ τὰ ὅσα ἡ χάρη του πρόσφερε καὶ προσφέρει στὸ νησί μας.



Στὴ μνήμη τοῦ μεγάλου ἀποστόλου ἂς κλίνει τακτικὰ μὲ εὐλάβεια τὸ γόνυ τῆς ψυχῆς κάθε Ἑλληνικὴ καρδιά. Εἶναι ἕνας ἀπ’ τοὺς Ἀποστόλους ποὺ ἀγάπησαν τὴν πατρίδα μας καὶ ἀγωνίστηκαν νὰ τῆς μεταδώσουν τὸ ἀνέσπερο φῶς τοῦ Χριστοῦ. Τὸ μήνυμά του δὲ, «εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» ἂς γίνει καὶ γιὰ μᾶς σύνθημα ζωῆς.


«Εὐρήκαμεν τὸν Μεσσίαν» φωνάζει καὶ σ’ ἐμᾶς ὁ Πρωτόκλητος μαθητής. Ὁ Χριστὸς ἦταν καὶ εἶναι ὁ μοναδικὸς Σωτήρας καὶ Λυτρωτὴς τῶν ἀνθρώπων. Ἔτσι τὸν γνωρίσαμε ἐμεῖς. Ἔτσι θὰ τὸν γνωρίσετε καὶ ἐσεῖς, ἂν τὸν ἀναγνωρίσετε Ἀρχηγὸ καὶ Κύριό σας κι ἂν βάλετε τὸ θέλημα καὶ τὸν νόμο του ὁδηγὸ στὴν ζωή σας. Ναί! ἂν βάλετε τὸ ἅγιο θέλημα καὶ τὸν νόμο του ὁδηγὸ καὶ σύντροφο στὴ ζωή σας. Γιατί ὁ Χριστὸς ἦταν καὶ εἶναι «χθὲς καὶ σήμερον ὁ Αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰώνας». Τὸ σωστικὸ αὐτὸ μήνυμα ἂς ἀγκαλιάσουμε μὲ πίστη φλογερὴ ὅλοι ἀνεξαίρετα ὅσοι ποθοῦμε νὰ δοῦμε στὸν μαρτυρικὸ αὐτὸ τόπο καλύτερες μέρες. Ὅτι γκρεμίζει ἡ ἁμαρτία ἀνορθώνει καὶ ξαναφτιάχνει μόνο μιὰ εἰλικρινὴς μετάνοια. Μὲ μία γνήσια μετάνοια καὶ συντριβὴ ψυχῆς ἂς καταφύγουμε καὶ πάλι ὅλοι στὸν Σωτήρα Χριστὸ καὶ ἃς τοῦ ζητήσουμε νὰ συγχωρήσει καὶ ἐμᾶς ὅπως κάποτε τοὺς Νινευΐτες καὶ νὰ μᾶς ξαναδώσει τὴ λευτεριά μας. Καὶ θὰ μᾶς ἀκούσει ὁ Κύριος. Ὁπωσδήποτε θὰ μᾶς ἀκούσει. Μᾶς τὸ βεβαιώνει μὲ τὰ ἅγια λόγια Του: «Ἐπικάλεσαι με, ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς σου καὶ ἐξελοῦμαι σε καὶ δοξάσεις με». Παιδί μου, ὅπου καὶ νὰ εἶσαι, φώναξέ με στὸν πόνο σου. Καὶ θὰ σὲ ἀκούσω. Καὶ θὰ σοῦ δώσω αὐτὸ ποὺ μοῦ ζητᾶς, μιὰς καὶ εἶναι γιὰ τὸ καλό σου. Καὶ θὰ μὲ δοξάσεις. Ἀκοῦς; Θὰ στὸ δώσω καὶ θὰ μὲ δοξάσεις.

Ἀπολυτίκιο. Ἦχος δ’.

Ὡς τῶν Ἀποστόλων πρωτόκλητος, καὶ τοῦ κορυφαίου αὐτάδελφος, τὸν Δεσπότην τῶν ὅλων Ἀνδρέα ἱκέτευε, εἰρήνην τῇ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τὸν Δεσπότην τῶν ὅλων ἰδὼν Ἀπόστολε, σωματωθέντα ἀτρέπτως εἰς σωτηρίαν ἡμῶν, πρῶτος ἔδραμες αὐτῷ Ἀνδρέα πάνσοφε· ὅθεν ηὐγάσθης παρ’ αὐτοῦ, ὡς ἀστὴρ ἀειφανής, καὶ ἔλαμψας τοῖς ἐν κόσμῳ, τῆς εὐσεβείας τὸ φέγγος, φωταγωγῶν τὰς διανοίας ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὴν ἐν πρεσβείαις.
Τὸν τῆς ἀνδρείας ἐπώνυμον θεηγόρον, καὶ Μαθητῶν τὸν πρωτόκλητον τοῦ Σωτῆρος, Πέτρου τὸν σύγγονον εὐφημήσωμεν· ὅτι ὡς πάλαι τούτῳ καὶ νῦν ἡμὶν ἐκέκραγεν· Εὐρήκαμεν δεῦτε τὸν ποθούμενον.

Μεγαλυνάριον.
Πρῶτος προσπελάσας τῷ Ἰησοῦ, πρωτόκλητος ὤφθης, καὶ ἀκρότης τῶν Μαθητῶν, Ἀνδρέα θεόπτα· ἐντεῦθεν προσεπάγης, Σταυρῷ ὡς ὁ Δεσπότης, μεθ’ οὗ δεδόξασαι.






Ὁ Ἅγιος Φρουμέντιος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβησσυνίας (Αἰθιοπίας)
Στὰ χρόνια του μεγάλου Κωνσταντίνου (330), κάποιος φιλόσοφος ἀπὸ τὴν Τύρο, ποὺ ὀνομαζόταν Φρουμέντιος, πῆγε στὴν Ἀβησσυνία (Αἰθιοπία) γιὰ νὰ συλλέξει ἱστορικὰ στοιχεῖα γι’ αὐτὴν τὴ χώρα. Ἔγινε γνωστὸς στὴν βασιλικὴ αὐλὴ γιὰ τὴν λογιότητά του καὶ διορίστηκε σὲ ἀνώτερη διοικητικὴ θέση. Τὴν θέση καὶ τὴν ἐπιρροή του, χρησιμοποίησε γιὰ τὴν ἔναρξη διάδοσης τοῦ χριστιανισμοῦ.

Κατόπιν ἐπέστρεψε στὴν Ἀλεξάνδρεια, ὅπου ἀνακοίνωσε στὸν τότε ἀρχιεπίσκοπο Μέγα Ἀθανάσιο, ὅτι μία πιὸ συστηματικὴ χριστιανικὴ ἐργασία σ’ αὐτὴν τὴ χώρα θὰ εἶχε ἀποτελέσματα καρποφόρα. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συμφώνησε καὶ τοῦ ἀνέθεσε τὴν Ἰεραποστολὴ ἐκείνη, ἀφοῦ τὸν χειροτόνησε ἐπίσκοπο, τὸ ἔτος 341, μὲ τὸν τίτλο «Ἀξώμης».
Καὶ ἡ Ἱεραποστολὴ ἐκείνη, μὲ βοηθὸ τοῦ Φρουμεντίου τὸν Αἰδέσιο, ἔφερε πράγματι ἀρκετὴ καρποφορία.






Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος Μηθύμνης
Ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος, σύμφωνα μὲ τὴν παράδοση, ἦτο ἐπίσκοπος Μηθύμνης, ὁ πρῶτος ἴσως ἐπίσκοπος αὐτῆς τῆς Μητροπόλεως, καὶ μάλιστα ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο τὸ ἔτος 325 μ.Χ.

Ἐπίσης, λέγεται, ὅτι ἵδρυσε μοναστήρι στὴν περιφέρεια τῆς Κοινότητος Λαφιώνας, ὅπου πέρασε τὰ τελευταῖα χρόνια τῆς ζωῆς του. Γιὰ τὸ ἔργο, ἐπίσης, τοῦ Ἁγίου Ἀλεξάνδρου δὲν ἔχουμε ἄλλες πληροφορίες, ἐκτὸς ἀπὸ αὐτὲς ποὺ μᾶς δίνει ἡ ἀκολουθία ποὺ ψάλλετε τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου, στὶς 30 Νοεμβρίου.
Ἐκεῖ ἐγκωμιάζεται ὁ Ἅγιος Ἀλέξανδρος «φωστὴρ ἀκοίμητος, ποιμὴν ὁ πραότατος, ἐν εὐσέβειᾳ συγκρατήσας τὸ ποίμνιον, ὁδηγήσας τε καὶ ποιμάνας ἐν χάριτι, λύκους ὡς τροπωσάμενος δεινῶς αἱρετίζοντας» καὶ στὴν συνέχεια ὡς «πολύφωτος ἀστὴρ μοναζόντων» καὶ σὲ ἄλλο σημεῖο ὅτι «ἰατρεῖον παθῶν ἀναδέδεικται ἡ σορὸς τῶν ἁγίων λειψάνων αὐτοῦ».

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τριάδα ἐκήρυξας τὴν παναγίαν σοφέ, φυλάξας ἁγνότητα καὶ παρθενίαν καλῶς, Πατέρων ἐκλόγιον· ὅθεν καὶ τοῦ Κυρίου φίλος γνήσιος ὤφθης καὶ θερμῶς πρεσβεύεις, ποιμενάρχα Μηθύμνης, Ἀλέξανδρε θεοφόρε, Λεσβίων τὸ καύχημα.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Mon Nov 18, 2013 8:16 pm

1 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Προφήτης Ναούμ
Image
Εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς δώδεκα μικροὺς λεγομένους προφῆτες.

Ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα πρὸ Χριστοῦ καὶ ἦταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Συμεών. Πατρίδα εἶχε τὴν Ἐλκεσέμ, γι’ αὐτὸ ὀνομάστηκε καὶ Ναοὺμ ὁ Ἐλκεσαῖος.

Τὸ βιβλίο τῆς προφητείας του ἀποτελεῖται ἀπὸ τρία μικρὰ κεφάλαια καὶ ἀφορὰ τὴν τύχη τῆς πόλης Νινευῆ.

Στὸ Α’ κεφάλαιο, ὑμνεῖ τὸν Θεό.

Στὸ Β’ κεφάλαιο, προαναγγέλλει τὸν ὄλεθρο τῆς Νινευῆ μὲ τὰ ἅρματά της, τοὺς Ἱππεῖς καὶ τοὺς θησαυρούς της.

Στὸ Γ’ κεφάλαιο, χαρακτηρίζει τὴ Νινευὴ σὰν πόλη τῶν αἱμάτων, τοῦ ψεύδους, τῆς μεγάλης ἀδικίας καὶ πορνείας.

Ἂς δοῦμε, ὅμως, τί λέει γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς ἀνθρώπους τέτοιας πόλης, καὶ τί γι’ αὐτοὺς ποὺ εἶναι κοντὰ στὸν Κύριο:

«Χριστὸς Κύριος τοῖς ὑπομένουσιν αὐτὸν ἐν ἡμέρᾳ θλίψεως καὶ γινώσκων τοὺς εὐλαβουμένους αὐτὸν καὶ ἐν κατακλυσμοὶ πορείας συντέλειαν ποιήσεται τοὺς ἐπεγειρομένους, καὶ τοὺς ἐχθροὺς αὐτοῦ διώξεται σκότος». Ναούμ, Α’ 7 – 8.

Δηλαδὴ ὁ Κύριος εἶναι εὐεργετικὸς γιὰ ἐκείνους ποὺ μένουν κοντά Του στὶς ἡμέρες τῶν θλίψεών τους.

Γνωρίζει ὁ Κύριος καὶ περιβάλλει μὲ συμπάθεια ἐκείνους ποὺ Τὸν σέβονται.

Ἐναντίον ὅμως τῶν ἁμαρτωλῶν, ποὺ ἀλαζονικὰ μὲ κάθε εἴδους ἁμαρτία ἐγείρονται ἐναντίον Του, θὰ ὁρμήσει σὰν κατακλυσμὸς γιὰ νὰ τοὺς ἐξαφανίσει τελείως. Θὰ καταδιώξει τοὺς ἐχθρούς Του καὶ θὰ τοὺς κυριεύσει τὸ σκοτάδι τοῦ θανάτου.
Ὁ Προφήτης Ναοὺμ πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νόμῳ ἔλαμψας, προαναγγέλλων, τὰς τῆς χάριτος, Ναοὺμ Προφῆτα, ὁμωνύμως παρακλήσεις ἐν Πνεύματι· δι’ ὧν ὁ Λόγος οὐσίαν τὴν βρότειον, ἐπιφανεὶς τοῖς ἀνθρώποις κατηύφρανεν· ὅθεν πρέσβευε, Τριάδι τῇ πανοικτίρμονι, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς πυρσὸς ἀκοίμητος Ναοὺμ Προφῆτα, φρυκτωρεῖς ἐν πέρασι, δι’ αἰνιγμάτων ἱερῶν, τὴν τῶν μελλόντων ἀλήθειαν, ὧν τὰς ἐκβάσεις ὁρῶντες τιμῶμέν σε.

Μεγαλυνάριον.
Φρόνημα οὐράνιον αἰσχηκώς, οὐρανίου δόξης, ἐχρημάτισας θεωρός, βίῳ τε τὸν λόγον, Ναοὺμ ἐπισημαίνων· διὸ σὲ ὡς Προφήτην, θεῖον γεραίρομεν.






Ὁ Ἅγιος Φιλάρετος ὁ Ἐλεήμων
Image
Ἦταν ὑπόδειγμα κάθε ἀρετῆς καὶ ἰδιαίτερα τῆς ἀγαθοεργίας. Ἔζησε τὸν 8ο αἰώνα μ.Χ. στὴν πόλη Ἀμνεία τῆς Παφλαγονίας, καὶ τοὺς γονεῖς του ἔλεγαν Γεώργιο καὶ Ἄννα.

Παντρεύτηκε τὴν Θεοσεβῶ καὶ ἀπόκτησε τρία παιδιά. Ἕνα γιό, τὸν Ἰωάννη, καὶ δυὸ κόρες, ποὺ τὴν πρώτη ἔλεγαν Ὑπατία καὶ τὴν δεύτερη Εὐανθία.

Ὁ Φιλάρετος ἦταν γεωργὸς καὶ ἀπὸ τὰ εἰσοδήματά του, πλουσιοπάροχα μοίραζε ἐλεημοσύνη στοὺς φτωχούς. Πεινασμένο ἔβρισκε; τὸν χόρταινε. Γυμνό; τὸν ἕντυνε. Χήρα καὶ ὀρφανό; βοηθοῦσε καὶ παρηγοροῦσε.

Ἀλλὰ ὁ Θεὸς ἐπέτρεψε καὶ ὁ Φιλάρετος κάποτε κατάντησε πολὺ φτωχός. Ὅμως καὶ σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση ὁ Ἅγιος του Θεοῦ, ἔδειξε θαυμαστὴ καρτερία ὅπως ὁ Ἰώβ, καὶ συνέχισε νὰ ἀγαθοεργεῖ μέχρι ὑπερβολῆς.

Καὶ ὁ Θεὸς ποὺ εἶδε τὴν ἀσυναγώνιστη πίστη του οἰκονόμησε μὲ τὴν πρόνοιά Του, ὥστε ὁ Κωνσταντῖνος, ὁ γιὸς τῆς βασίλισσας Εἰρήνης, νὰ πάρει γιὰ γυναίκα του τὴν ἐγγονὴ τοῦ Ἁγίου, Μαρία, ἐπειδὴ ἦταν πολὺ ὡραία στὴν ψυχὴ καὶ στὸ σῶμα. Τὸν δὲ Φιλάρετο, τὸν τίμησε μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ ὑπάτου. Ἔτσι ἔγινε κάτοχος πολλοῦ πλούτου, ποὺ τὸν διαμοίραζε ἀκόμα πιὸ ἄφθονα στοὺς φτωχούς.

Ὅταν θὰ πέθαινε, κάλεσε τοὺς συγγενεῖς του καὶ εἶπε τὰ ἑξῆς: «Παιδιά μου, μὴ ξεχνᾶτε ποτὲ τὴν φιλοξενία, μὴν ἐπιθυμεῖτε τὰ ξένα πράγματα, μὴν λείπετε ποτὲ ἀπὸ τὶς ἀκολουθίες καὶ λειτουργίες τῆς Ἐκκλησίας, καὶ γενικὰ ὅπως ἔζησα ἐγὼ ἔτσι νὰ ζεῖτε καὶ ἐσεῖς».
Καὶ αὐτὰ ἀφοῦ εἶπε, ξεψύχησε μὲ τὴν φράση: «γενηθήτω τὸ θέλημά σου».

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, περιουσίᾳ, διεσκόρπισας, τοῖς δεομένοις, τὸν προσόντα σοι πλοῦτον Φιλάρετε· καὶ εὐσπλαγχνίᾳ κοσμήσας τὸν βίον σου, τὸν χορηγόν του ἐλέους ἐδόξασας· Ὃν ἱκέτευε, δοθῆναι τοῖς εὐφημοῦσί σε, ῥανίδα οἰκτιρμῶν καὶ θεῖον ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Τοῦ Ἰὼβ κτησάμενος, ἐν πειρασμοῖς τὴν ἀνδρείαν, τοῖς πτωχοῖς διένειμας, ὡς συμπαθὴς τὸν σὸν πλοῦτον· ὤφθης γὰρ, τῆς εὐσπλαγχνίας ἔμψυχος βρύσις, νάμασι, τῶν θείων τρόπων σου ἱλαρύνων, τοὺς ἐκ πόθου σοι βοῶντας· χαίροις θεράπον Χριστοῦ Φιλάρετε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν πενήτων ὁ προμηθεύς, καὶ τῶν δυστυχούντων, ἀντιλήπτωρ καὶ βοηθός· χαίροις ὁ ἐν οἴκτῳ, τὸν Λόγον θεραπεύσας, Φιλάρετε τρισμάκαρ, Δικαίων σύσκηνε.






Ὁ Ἅγιος Ἀνανίας ὁ Μάρτυρας
Καταγόταν ἀπὸ τὴν πόλη Ἀρβὴλ τῆς Περσίας καὶ ἦταν ἕνας μεταξὺ τῶν Ἁγίων ποὺ δόξασαν τὸ ἔδαφος τῆς Περσίας μὲ τὶς ἀρετὲς καὶ τὸν ἡρωισμό τους γιὰ τὴν πίστη.

Συνελήφθη διότι προσπαθοῦσε νὰ διαφωτίσει τοὺς πατριῶτες του στὴν ἀληθινὴ πίστη τοῦ Χριστοῦ.
Βασανίστηκε σκληρά, ἀλλὰ δὲν κάμφθηκε. Ἀντίθετα, παρέδωσε τὴν τελευταία του πνοή, βλέποντας ὁράσεις ἀνδρῶν, περιβεβλημένων φωτεινοὺς στεφάνους, ποὺ τὸν καλοῦσαν στοὺς τόπους τῆς ἀνέκφραστης ἀγαλλίασης.






Ὁ Ἅγιος Θεόκλητος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιεπίσκοπος Λακεδαιμόνιας
Ἐπονομάζεται καὶ Θαυματουργός.

Σώζεται εἰκόνα του σὲ ἐκκλησία τῆς Μονεμβασίας, ὅπου ἀπὸ τὰ φθαρμένα στοιχεῖα δὲν γίνεται γνωστὴ ἡ ἐποχή του. Ἄλλες πηγὲς μᾶς πληροφοροῦν ὅτι ἔζησε ἀσκητικότατο βίο, τὸν 9ο αἰώνα καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν προσπάθειά του νὰ ἐξυψώσει τὸ ἠθικὸ ἐπίπεδο τοῦ ποιμνίου του.

Ἦταν ὀπαδὸς τοῦ Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ἰγνατίου καὶ πῆρε μέρος στὴν κατὰ τοῦ Φωτίου συγκληθεῖσα Σύνοδο (869 – 870).
Θεωρεῖται τοπικὸς Ἅγιος τῆς Λακεδαιμόνιας, ἡ δὲ βιογραφία του συντάχθηκε ἀπὸ κάποιον ἀνώνυμο.






Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Νέος
Γιὰ τὸν Ὅσιο αὐτὸ ἀναφέρει ὁ Εὐεργετινός, ὅτι ἔγινε μοναχὸς καὶ ζοῦσε ζωὴ ἀσκητική.

Γιὰ νὰ ἀσκηθεῖ ὅμως περισσότερο, ἄφησε τὸν ἡσυχαστικὸ βίο καὶ πῆγε σὲ μία κοινοβιακὴ Μονὴ στὴν Κίο τῆς Βιθυνίας καὶ ὑποτάχθηκε στὸν ἡγούμενο, δουλεύοντας τὶς πιὸ σκληρὲς δουλειὲς τῆς Μονῆς.
Ἀφοῦ ἔδειξε πολλὴ ὑπακοὴ καὶ ὑπομονὴ καὶ ἔγινε ὑπόδειγμα ἀσκητικῆς ταπεινοφροσύνης, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Ὀνήσιμος Ἀρχιεπίσκοπος Ἐφέσου
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Ἀλλοῦ ἀναφέρεται σὰν Ὀνησίφορος, μαζὶ μὲ τὸν Σολομώντα, ποὺ ἦταν καὶ αὐτὸς ἐπίσκοπος Ἐφέσου.






Οἱ Ἅγιοι Ἀνανίας καὶ Σολόχων Ἀρχιεπίσκοποι Ἐφέσου
Ἀπεβίωσαν εἰρηνικά.
Ἀλλὰ μᾶλλον πρόκειται περὶ παρεξηγήσεως. Διότι Ἀρχιεπίσκοποι Ἐφέσου ὑπῆρξαν μόνο δύο, ὁ Ὀνήσιμος καὶ ὁ Σολόχων ἢ Σολομῶν.






Ἐγκαίνια Ναοῦ Ἁγίου Τρύφωνα πλησίον τῆς Ἁγίας Εἰρήνης, ἀρχαίας καὶ νέας
Δὲν ἔχουμε περισσότερες πληροφορίες γιὰ τὸ γεγονός.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby Μαρία » Tue Nov 26, 2013 12:04 pm

Image
Τῶν νεογνῶν καὶ νηπίων φύλαξ γενόμενος, ἐκ πάσης ἐπηρείας, καὶ δεινῆς καχεξίας, ἀλώβητα τὰ βρέφη καὶ ἀσινῆ, διαφύλαττε πάντοτε, καὶ εὐτεκνίαν παράσχου Στυλιανέ, τοῖς προστρέχουσι τῇ σκέπῃ σου.

Τό συναξάριο μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ὁ ἅγιος Στυλιανός καταγόταν ἀπό τήν Παφλαγονία, ὅπου καί ἀπέθανε καί ἐτάφη. Ἔζησε στά χρόνια μεταξύ τοῦ 4ου καί 6ου αἰῶνος καί ἔδειξε ἀπό μικρός ὅτι ἀνῆκε ἐξ ὁλοκλήρου στόν Θεό.
Νωρίς μοίρασε τήν περιουσία του στούς πτω χούς καί ἔγινε μοναχός, ὡς μοναχός δέ ξεπέρασε τούς πάντες σέ κοπιαστική ἄσκηση καί σκληραγωγία.
Ἀργότερα ἀποσύρθηκε στήν ἔρημο καί κατοίκησε μέσα σέ μιά σπηλιά. Ἡ ἁγιότητά του ἥλκυσε τήν θεία χάρη καί ἀπέκτησε τό χάρισμα νά θεραπεύει ἀνίατες ἀρρώστιες.
Ἰδιαίτερα ὅταν μητέρες, πού ἔχαναν τά νεογνά τους, ἐπικαλοῦνταν τό ὄνομά του, γρήγορα ἀποκτοῦσαν ἄλλα παιδιά.
Μ᾽ αὐτή τήν φήμη, τῆς προστασίας τῶν βρεφῶν, ὁ ἅγιος Στυλιανός ἐπεκράτησε στόν λαό καί ἡ γιορτή του διακρίθηκε. Μέ τό ὄνομά του βαπτίζονταν συχνά τά παιδιά, γιά νά ἔχουν τήν βοήθειά του, ἰδιαίτερα ἄν ἦταν φιλάσθενα ἤ ἄν εἶχε κινδυνεύσει ἡ ὑγεία τους.
Στά νεώτερα χρόνια ἡ ἰδιότητα τοῦ ἁγίου νά «στερεώνει» τά μικρά παιδιά στήν ζωή ὑπερίσχυσε τοῦ ὀνόματός του καί ἐπιπλέον ἡ ὁμοηχία τοῦ ὀνόματος Στυλιανός μέ τήν ἰδιότητα τοῦ στερεός συνέβαλε, ὥστε ὁ ἅγιος Στυλιανός ἔγινε στά νεοελληνικά Στεργιανός καί τά παιδιά πού ἔπαιρναν τό ὄνομά του λέγονταν ἐπίσης Στέργιος, Στεργιανή.

Τά ὀνόματα αὐτά ἀπαντοῦν ἰδιαίτερα στούς ὀρεινούς πληθυσμούς τῆς Β. Ἑλλάδος, ἐνῶ στά νότια παραμένουν τά ἀρχικά Στέλιος, Στέλλα.
Στούς ὀρεινούς συνηθίζονταν, ἐξάλλου, καί ἄλλα παρεμφερῆ ὀνόματα, πού ὑπαγορεύονταν ἀκριβῶς ἀπό τόν φόβο τῆς θνησιμότητος τῶν βρεφῶν. Ἔτσι μαζί μέ τό Στέργιος, πού δινόταν σάν εὐχή στό παιδί νά στεργιώσει καί σάν προσευχή στόν ἅγιο νά βοηθήσει, ἀκουγόταν συχνά καί τό Ζήσης (=νά ζή- σει), τό Ρίζος (=νά ριζώσει) κ.ἄ. ὅμοια.

Ἑπομένως, τό ὄνομα Στέργιος ἀναφέρεται στόν ἅγιο Στυλιανό καί δέν ἔχει σχέση ὡς ὄνομα οὔτε μέ τό Ἀστέριος οὔτε μέ τό Σέργιος. Τό Ἀστέριος ἦταν γνωστό καί στήν πρό Χριστοῦ ἐποχή καί σημαίνει αὐτόν πού μοιάζει μέ ἀστέρι· τό δέ Σέργιος μᾶς ἦλθε ἀπό τά λατινικά καί ἐξελληνίσθηκε.

Θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἐν προκειμένῳ μέ τόν ἅγιο Στυλιανό συνέβη ὅ,τι καί μέ τόν ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο· κληροδότησαν στήν Ἐκκλησία ὄχι μόνο τό ἁγιασμένο ὄνομά τους, ἀλλά καί τό εὐλογημένο τους χάρισμα. Πράγματι, ὡς βαπτιστικά σήμερα χρησιμοποιοῦνται τόσο τά Στυλιανός, Ἰωάννης ὅσο καί τά ἀντίστοιχα Στέργιος, Χρυσόστομος.

Τήν ἴδια μέρα μέ τόν ἅγιο Στυλιανό γιορτάζει καί ὁ ἅγιος Ἀλύπιος ὁ Κιονίτης ἤ Στυλίτης, ἕνας ἅγιος πού παρουσιάζει πολλά κοινά στοιχεῖα μέ τόν ἅγιο Στυλιανό. Ἦταν καί αὐτός Παφλαγόνας, ἀπό τήν Ἀδριανούπολη, καί ἔδειξε καί αὐτός ἀπό μικρός ὅτι ἦταν προικισμένος μέ ἐξαιρετικές χάρες.
Γεννήθηκε στά χρόνια τοῦ βασιλιᾶ Ἡρακλείου, κατά τόν 6ο αἰ., καί ἔγινε καί αὐτός μοναχός πού διακρίθηκε μέ ποικίλες ἀσκήσεις καί ξεπέρασε τούς πάντες στήν καρτερία, ἀπέκτησε δέ καί τό χάρισμα νά θαυματουργεῖ.
Τό ἰδιαίτερο στόν ἅγιο Ἀλύπιο ἦταν ὅτι ἔζησε πάνω σέ ἕνα στύλο -ἐξ οὗ καί ἡ ὀνομασία Κιονίτης ἤ Στυλίτης (κίων=στύ- λος)- 66 χρόνια, «σάν ἕνας χάλκινος ἀνδριάντας, παλεύοντας μέ τίς βροχές καί τόν καύσωνα, μέ τούς παγετούς καί τά χιόνια καί μέ τούς ἀνέμους καί τίς λαίλαπες», ὅπως λέει ὁ βιογράφος του.
Ὁρισμένοι ἐρευνητές ἔχουν τήν γνώμη ὅτι ὁ ἅγιος αὐτός ταυτίζεται μέ τόν ἅγιο Στυλιανό, καθόσον ἡ λέξη Στυλιανός δέν εἶναι παρά μετάφραση τοῦ Κιονίτης, ἡ δέ ζωή τους ἐκτυλίσσεται παρόμοια.
Πιθανόν, πράγματι, κάποιες συνθῆκες νά συνέβαλαν ὥστε ὁ ἅγιος Ἀλύπιος ὁ Κιονίτης νά ἔγινε γνωστός μέ τόν μεταφρασμένο τύπο τοῦ ἐπιθέτου του ὡς ἅγιος Στυλιανός, κάποτε δέ νά θεωρήθηκε ὅτι τά δύο ὀνόματα ἀντιπροσώπευαν δύο διαφορετικά πρόσωπα καί νά διακρίθηκαν.
Πάντως στήν Ἐκκλησία μας ὁ ἅγιος Στυλιανός, παρ᾽ ὅλο πού γιορτάζει μαζί μέ τόν ἅγιο Ἀλύπιο τόν Κιονίτη, τιμᾶται ὡς ἰδιαίτερος ἅγιος.
Ἀλλά δέν εἶναι καθόλου παράξενο οὔτε ἀπίθανο καί ὁ ἅγιος Στυλιανός νά ὑπῆρξε ἐπίσης ἕνας στυλίτης, καθόσον τό ὄνομά του προέρχεται ἀπό τήν λέξη στύλος.
Ἔτσι, λοιπόν, τόν ἅγιό μας, ὁ ὁποῖος ἔγινε ζωντανός στύλος, στήν προσπάθειά του νά ἀγγίξει τόν Θεό ἀφήνοντας τά γήινα καί ὑψώνοντας τό πνεῦμα καί τό σῶμα του στόν οὐρανό, τόν ἄγγιξε ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ καί τόν κατέστησε «στεργιωτή» τῶν βρεφῶν καί τῶν νηπίων.
Μαρία
 

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Nov 28, 2013 4:18 am

2 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Προφήτης Ἀββακούμ
Image
Ὁ Ἀββακούμ, ποὺ τὸ ὄνομά του σημαίνει «θερμὸς ἐναγκαλισμός», ἦταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Συμεὼν καὶ γιὸς τοῦ Σαφάτ. Ὁ χρόνος ποὺ ἔδρασε τίθεται μεταξὺ 650 καὶ 672 π.Χ.

Στὸ προφητικό του βιβλίο, ποὺ διακρίνεται γιὰ τὴν ἀξιόλογη λογοτεχνική του χάρη, ἐλέγχει τὸν ἰουδαϊκὸ λαό, ἐπειδὴ παρεξέκλινε ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ θρησκεία στὴν εἰδωλολατρία.

Νὰ τί συγκεκριμένα ἀναφέρει, σχετικὰ μὲ τὸ πῶς πρέπει κανεὶς νὰ πιστεύει στὸ Θεό:

«Ἐὰν ὑποστείληται, οὐκ εὐδοκεῖ ἡ ψυχή μου ἐν αὐτῷ· ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεώς μου ζήσεται. Ἐγὼ δὲ ἐν τῷ Κυρίῳ ἀγαλλιάσομαι, χαρίσομαι ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ σωτήρι μου».

Ποὺ σημαίνει, ἂν κανεὶς λιποψυχήσει καὶ ἀδημονήσει στὶς διάφορες δοκιμασίες, ἂς μάθει, λέει ὁ Κύριος, ὅτι δὲν ἐπαναπαύεται ἡ ψυχή μου σ’ αὐτόν. Ὁ δίκαιος ποὺ πιστεύει σ’ ἐμένα καὶ τηρεῖ τὸ Νόμο μου, θὰ σωθεῖ καὶ θὰ ζήσει. Ἐγὼ ὅμως, λέει ὁ Προφήτης, θὰ ἀγάλλομαι ἐλπίζοντας στὸν Κύριο. Θὰ γεμίσει χαρὰ ἡ καρδιά μου γιὰ τὸν σωτήρα μου Θεό.
Ὁ προφήτης Ἀββακοὺμ πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ὄρος προέγραψας, τὴν Θεοτόκον Ἁγνὴν, ἐξ ἧς ἡμῖν ἔλαμψεν, ὁ τῶν ἁπάντων Θεός, σαρκὸς ὁμοιώματι. Ὅθεν σε ὡς Προφήτην, θεηγόρον τιμῶντες, χάριτος οὐρανίου, μετασχεῖν δυσωποῦμεν, πρεσβείαις σου θεοδέκτοις, Ἀββακοὺμ ἔνδοξε.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῆς προφητείας τὴν κιθάραν τὴν θεόφθογγον

Τὴν προηχήσασαν Χριστοῦ τὴν συγκατάβασιν

Ἀββακοὺμ ἀνευφημήσωμεν τὸν Θεόπτην.

Ἐμπνευσθεῖς γὰρ τῇ ἐλλάμψει τοῦ Θεοῦ ἡμῶν

Ἐμφανῶς προδιετύπωσε τὰ μέλλοντα,
Τούτῳ λέγοντες, χαῖρε σκεῦος τοῦ Πνεύματος.

Μεγαλυνάριον.
Τὸ φῶς ὡς προεῖπας τὸ Πατρικόν, ἐν ναῷ οἰκείῳ, καθωράθη σωματικῶς· ὅθεν οἱ τὴν αἴγλην, αὐτοῦ εἰσδεδεγμένοι, ἐν ὕμνοις Ἀββακούμ σε, φαιδροῖς δοξάζομεν.






Οἱ Ἅγιοι Ἰωάννης, Ἠρακλείμων, Ἀνδρέας καὶ Θεόφιλος οἱ Ἐρημίτες
Κατάγονταν ἀπὸ τὴν πόλη Ὀξύρρυγχο τῆς Κάτω Αἰγύπτου, στὴν δυτικὴ ὄχθη τοῦ ποταμοῦ Νείλου καὶ ἦταν γιοὶ γονέων χριστιανῶν. Διάβαζαν τὶς Ἅγιες Γραφὲς καὶ θέλησαν τὴν ἐρημικὴ ζωή.

Στὴν ἔρημο, γνώρισαν κάποιο ὑπέργηρο εὐσεβὴ ἐρημίτη καὶ ἔμειναν κοντά του ἕναν χρόνο, ἀσκούμενοι.

Ὅταν πέθανε ὁ γέροντάς τους, αὐτοὶ ἔμειναν ἐκεῖ γιὰ 60 ὁλόκληρα χρόνια μὲ πολλὴ ἄσκηση καὶ προσευχή.

Κάθε Σάββατο, πήγαιναν στοὺς πλησιέστερους συνοικισμοὺς καὶ κήρυτταν στοὺς ἀνθρώπους τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ.
Ἔτσι στήριζαν ψυχές, μέχρι ποὺ εἰρηνικὰ ἀπεβίωσαν.






Ἡ Ἁγία Μυρώπη ἢ Μερόπη ἡ Μάρτυς
Image
Ἀπὸ τὶς πιὸ γενναῖες γυναῖκες, ποὺ μαρτύρησαν στὰ πρῶτα χρόνια τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.

Ἔζησε στὰ μέσα του 3ου αἰώνα μ.Χ. καὶ γεννήθηκε στὴν πόλη Ἔφεσο.

Ἔχασε νωρὶς τὸν πατέρα της καὶ ἀνατράφηκε στὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ ἀπὸ τὴν μητέρα της, ποὺ καταγόταν ἀπὸ τὴ Χίο. Λέγεται ὅτι στὴν Ἔφεσο, ἡ Ἁγία πήγαινε καθημερινὰ στὸν τάφο τῆς Ἁγίας Ἐρμιόνης, θυγατέρας τοῦ Ἀποστόλου Φιλίππου καὶ ἔπαιρνε τὸ ἀναβλύζον ἀπ’ αὐτὸν μύρο καὶ τὸν ἔδινε μὲ ἀφθονία στοὺς πιστούς, γι’ αὐτὸ καὶ ὀνομάστηκε Μυρώπη.

Ὅταν ὁ Δέκιος ἐξαπέλυσε ἄγριο διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ἡ Μυρώπη μὲ τὴν μητέρα της ἄφησε τὴν Ἔφεσο καὶ πῆγαν στὴ Χίο, ὅπου εὐεργετοῦσαν ἀπόρους ἀσθενεῖς. Ἀλλὰ ὁ διωγμὸς ἐξαπλώθηκε καὶ στὴν εἰρηνικὴ Χίο καὶ μεταξὺ τῶν θυμάτων ἦταν καὶ ὁ Ἅγιος Ἰσίδωρος († 14 Μαΐου).

Ὁ εἰδωλολάτρης ἄρχοντας Νουμέριος, διέταξε νὰ μείνει ἄταφο τὸ σεπτὸ λείψανο τοῦ μάρτυρα. Ἀλλὰ ἡ Μυρώπη, ἀφοῦ διέφυγε τῆς προσοχῆς τοῦ φύλακα, μαζὶ μὲ τὶς ὑπηρέτριές της, πῆρε τὸ λείψανο καὶ τὸ ἔθαψε μὲ μεγάλη εὐλάβεια. Τότε ὁ Νουμέριος διέταξε νὰ τιμωρηθεῖ αὐστηρὰ ὁ φρουρός.

Ἡ εἴδηση συντάραξε τὴν φιλοδίκαια καὶ εἰλικρινὴ κόρη. Γι’ αὐτὸ καὶ παρουσιάστηκε χωρὶς δισταγμὸ καὶ εἶπε ὅλη τὴν ἀλήθεια στὸν ἄρχοντα.

Ὁ Νουμέριος, χωρὶς νὰ συγκινηθεῖ ἀπὸ τὴν εὐψυχία τῆς Μυρώπης, γεμάτος θυμὸ καὶ ἐκδίκηση, διέταξε νὰ τιμωρηθεῖ ἡ Μυρώπη μέχρι θανάτου. Τότε οἱ στρατιῶτες τὴν ξάπλωσαν στὴ γῆ καὶ τὴν ἔδειραν σκληρὰ μὲ χοντρὰ ραβδιά.

Ἡ ἀνδρεία τῆς Μυρώπης ὑπέμεινε τὶς θανατηφόρες πληγές, χωρὶς κραυγὴ καὶ λιποψυχία.

Εὔψυχη μὲ τὴν θεία χάρη, ἔμεινε ἀκλόνητη στὴν πίστη, καὶ παρέδωσε μετὰ ἀπὸ λίγο τὸ πνεῦμα της στὴν φυλακή, ἀνεβαίνοντας στὰ ἀθάνατα σκηνώματα τῶν δικαίων.
Στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Delehaye ἡ μνήμη της γιορτάζεται στὶς 23 Νοεμβρίου.






Ὁ Ἅγιος Ἄβιβος ὁ Μάρτυρας ὁ νέος
Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του βασιλιὰ Λικινίου (307 – 323) καὶ ἦταν διάκονος στὴν πόλη Θαλσεΐ.

Ἐπειδὴ δίδασκε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ περιφερόμενος πόλεις καὶ χωριά, συνελήφθη.

Ὁμολόγησε τὸν Χριστὸ μπροστὰ στὸν ἔπαρχο καὶ καταδικάστηκε νὰ καεῖ ζωντανὸς στὴ φωτιά.
Οἱ χριστιανοὶ ἀφοῦ πῆραν τὸ ἅγιο λείψανό του, μὲ τιμὲς τὸ ἔθαψαν μαζὶ μὲ αὐτὰ τῶν Ἁγίων Μαρτύρων Γουρία καὶ Σαμονᾶ († 15 Νοεμβρίου) στὸ μέρος Βηθελακικλᾶ.






Ὁ Ἅγιος Μωϋσῆς (ἢ Μωσής) ὁ Ὁμολογητής
Ἄγνωστος στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικόδημου.

Μνημονεύεται σὰν Ὁμολογητὴς τὴν 2α Δεκεμβρίου στὸν Συναξαριστὴ Delehaye.
Στὸν Παρισινὸ Κώδικα 1578 ἀναφέρεται τὴν 3η Δεκεμβρίου σὰν Μωϋσῆς ὁ Οἰκονόμος, ποὺ μᾶλλον θὰ εἶναι ὁ ἴδιος μὲ τὸν ὁμολογητή.






Ὁ Ὅσιος Κύριλλος ὁ Φιλεώτης
Image
Γεννήθηκε τὸ 1015 στὸ χωριὸ Φιλέα τῆς ἐπαρχίας Δέρκων τῆς Θράκης. Κατὰ τὸ Ἅγιο Βάπτισμα ὀνομάστηκε Κυριάκος (Κύριλλος ὑπῆρξε ἔπειτα τὸ καλογερικό του ὄνομα) καὶ ἀπὸ μικρὸς διακρίθηκε στὰ ἱερὰ γράμματα. Στὸ εἰκοστὸ ἔτος τῆς ἡλικίας του παντρεύτηκε καὶ ἀπόκτησε παιδί.

Ἀλλὰ ἐπειδὴ εἶχε ζῆλο στὸν μοναχικὸ βίο, ὅπως ὅλοι της ἐποχῆς ἐκείνης, ἀποφάσισε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν γυναίκα του καὶ τὸ παιδί του καὶ νὰ ἀποσυρθεῖ σὲ μοναστήρι, λέγοντας στὴν γυναίκα του: «ἢ νὰ χωρίσουμε, ἢ νὰ πᾶμε καὶ οἱ δυὸ σὲ μοναστήρι».

Ἡ γυναίκα του ὅμως δὲν δέχτηκε τίποτα ἀπὸ αὐτὰ καὶ ἔτσι ὁ Κύριλλος ἔμεινε στὸ σπίτι του ζώντας ἀσκητικά.

Ἔπειτα ἵδρυσε (1060) μοναστήρι στὸ χωριὸ ἐκεῖνο, τοῦ ὁποίου τὸ ναὸ ἀνήγειρε ὁ Ἀλέξιος Κομνηνός.
Ἔτσι αφοῦ ὁσιακὰ ἔζησε ὁ Κύριλλος, ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ τὸ 1110.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς ξένος καὶ πάροικος, τῶν ἐπιγείων τερπνῶν, ζωὴν τὴν ἰσάγγελον, ἐπολιτεύσω σαφῶς, Πατὴρ ἡμῶν Κύριλλε· ὅθεν τὰς οὐρανίους, εἰληφὼς ἀντιδόσεις, πρέσβευε θεοφόρε, τῷ Σωτῆρι τῶν ὅλων, δοθῆναι τοῖς σὲ τιμῶσι, χάριν καὶ ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀκολουθήσας τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων, τῶν προσηκόντων ἀπηρνήσω τὴν σχέσιν, καὶ τὸν σταυρόν σου Κύριλλε ἐβάστασας στερρῶς· ὅθεν ἐχρημάτισας, τῆς Τριάδος δοχεῖον, καὶ Ὁσίων σύσκηνος, διὰ βίου ἐνθέου· μεθ’ ὧν δυσώπει πάντοτε Χριστόν, ὑπὲρ τῶν πίστει, τιμώντων σε Ὅσιε.

Μεγαλυνάριον.
Σύνοικον τὴν χάριν πεπλουτηκώς, συζύγου τὸν πόθον, ὑπερεῖδες θεοπρεπῶς, καὶ δικαιοσύνης, ἐργάτης ἀνεδείχθης, Κύριλλε θεοφόρε· διὸ δεδόξασαι.







Ὁ Ὅσιος Ἀθανάσιος ὁ Ἔγκλειστος ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσος)
Δὲν ὑπάρχουν λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ὅσιος Ἀββακοὺμ ὁ ἀσκητὴς
Image
Ρώτησαν κάποτε ἕνα γέροντα ἀσκητὴ νὰ τοὺς πεῖ ἀπὸ τὴν πείρα του, πῶς μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ σωθεῖ.

Κι αὐτός, ἀφοῦ ἔσκυψε καὶ σκέφτηκε λίγο, σήκωσε τὸ κεφάλι καὶ ἀπήντησε:

— Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νὰ σωθεῖ μόνο σὰν βαδίσει τὸν σωστὸ δρόμο.

— Καὶ ποιὸς εἶναι, γέροντα, ὁ σωστὸς δρόμος;



Ὁ ἀσκητής, ἀφοῦ βυθίστηκε καὶ πάλι σὲ σκέψεις, τίναξε ξαφνικὰ τὸ κατάλευκο κεφάλι καὶ εἶπε ἀποφασιστικά:



– Ὁ ἀνήφορος.



Ναί! Ὁ ἀνήφορος εἶναι ὁ σωστὸς ἀλλὰ καὶ σωστικὸς δρόμος.

Αὐτὸν πρέπει νὰ πάρει καὶ νὰ βαδίσει μὲ ὑπομονὴ καὶ σταθερότητα καθένας, ποὺ ποθεῖ καὶ θέλει νὰ ἐπιτύχει τὴν σωτηρία του.



Τὸν ἀνήφορο διάλεξαν καὶ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ βάδισαν ὅλοι οἱ Ἅγιοι καὶ Μάρτυρες τῆς πίστεως καὶ τῆς πατρίδος μας.

Τὸν ἀνήφορο βάδισε καὶ ὁ Ὅσιος Ἀββακούμ, ποὺ τὴν μνήμη του γιορτάζουμε στὶς 2 Δεκεμβρίου.

Γι’ αὐτὸν χαράσσονται καὶ οἱ παρακάτω λίγες γραμμές.



Ἄγνωστη ἡ πατρίδα του, ἄγνωστοι καὶ οἱ γονεῖς του. Ἐκεῖνο ποὺ ὑποτίθεται δι’ αὐτὸν εἶναι, πὼς ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 300 «Ἀλαμανούς» ἁγίους, ποὺ ἦρθαν στὴν Κύπρο ἀπὸ τὴν Παλαιστίνη καὶ ἀσκήτεψαν σὲ διάφορα μέρη τοῦ νησιοῦ μας. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ ἤσαν Ἕλληνες ἐργάτες ποὺ δούλευαν στὴ Γερμανία ἢ «Ἀλαμανία» (Allemagne). Ἔλαβαν μέρος στὴ Β’ Σταυροφορία (1147 – 1149) καὶ μετὰ τὴν διάλυσή της, ἀφοῦ πῆγαν καὶ προσκύνησαν στὴν Ἱερουσαλήμ, ἀποφάσισαν νὰ ζήσουν τὴν μοναχικὴ ζωὴ στὴν ἔρημό του Ἰορδάνη. Ἐπειδὴ ὅμως ἐκεῖ οἱ Λατίνοι διαρκῶς τοὺς ἐνοχλοῦσαν, ἦρθαν στὴν Κύπρο καὶ διασκορπίστηκαν στὸ ὄμορφο νησί μας. Ὁ Ὅσιος Ἀββακούμ, ἀφοῦ ἐπισκέφθηκε διάφορους τόπους, ἐγκαταστάθηκε στὸ τέλος στὴν περιοχὴ τῆς Σολέας καὶ μάλιστα στὸ ὄρος τῆς Καλαμιθάσας, ποὺ εἶναι δυτικὰ ἀπὸ τὸ χωριὸ τῆς Πιτσιλιᾶς Φτερικούδι. Ἐκεῖ, σὲ μιὰ σπηλιά, ἔστησε τὸ ἀσκητήριό του καὶ ἄρχισε ἔντονα τὸν ἀγώνα του γιὰ τὴν ἠθική του τελείωση.



Τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας «ἀγωνίζεσθε εἰσελθεὶν διὰ τῆς στενῆς πύλης» (Λουκ. ιγ’ 24), ἔγιναν γιὰ τὸν ἅγιό μας ἕνα σύνθημα, μὰ καὶ ἕνας τρόπος ζωῆς. «Στενὴ ἡ πύλη καὶ τεθλιμμένη ἡ ὁδὸς ἡ ἀπάγουσα εἰς τὴν ζωήν» (Ματθ. ζ’ 14), σκεφτόταν. Πόσο στενὴ εἶναι ἡ θύρα καὶ γεμάτος δυσκολίες καὶ κινδύνους ὁ δρόμος ποὺ φέρει στὴν αἰώνια ζωή! Εἶναι δύσκολος ὁ δρόμος, γιατί ἐκεῖνος ποὺ θέλει νὰ τὸν βαδίσει, πρέπει νὰ ἔχει ὑπ’ ὄψην του πὼς πρέπει πολὺ νὰ παλέψει. Νὰ παλέψει μὲ τὸν ἑαυτό του πρῶτα καὶ ὕστερα μὲ τὸν κόσμο τῆς ἁμαρτίας. Μὲ τὶς κακὲς παρακινήσεις τῶν ἀνθρώπων ποὺ εἶναι γύρω του. Καὶ ἀκόμη μὲ τὸν πονηρὸ διάβολο. Τὰ γνωρίζει αὐτὰ ὁ φωτισμένος ἄνθρωπος τοῦ Θεοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ ἀναλαμβάνει τὸν ἀγώνα του μὲ ζῆλο φλογερό. Μιὰ σκέψη καὶ ἕνας πόθος κυριαρχεῖ μέσα στὴν ψυχή του. Πῶς νὰ ἀρέσει στὸν Θεό. Τὰ προστάγματα τοῦ ἁγίου Εὐαγγελίου εἶναι πάντα μπροστά του. Καὶ εἶναι μπροστά του, γιατί ἡ μελέτη τοῦ ἁγίου αὐτοῦ βιβλίου, ὅσο καὶ ὁλόκληρης τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἔγιναν καθημερινὴ φροντίδα του. Τὴν σύσταση τοῦ Πνεύματος τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ, «οὐκ ἀποστήσεται ἡ Βίβλος τοῦ νόμου τούτου ἐκ τοῦ στόματός σου καὶ μελετήσεις ἐν αὐτῷ ἡμέρας καὶ νυκτός» (Ἰησ. τοῦ Ναυῆ α’ 8), τὴν θεωρεῖ σὰν σύσταση, ποὺ γίνεται σὲ κάθε πιστό. Κάθε πιστὸς ποὺ θέλει νὰ προχωρεῖ στὴν πνευματικὴ ζωὴ πρέπει νὰ μὴν ἀφήνει ἀπὸ τὰ χέρια του ποτὲ οὔτε καὶ ἀπὸ τὴν καρδιὰ καὶ ἀπὸ τὸ στόμα του τὸ βιβλίο τοῦ Θεοῦ, ποὺ δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή, τὴν Παλαιὰ δηλαδὴ καὶ τὴν Καινὴ Διαθήκη. Τὸ βιβλίο αὐτὸ κάθε συνειδητὸς πιστὸς πρέπει νὰ τὸ μελετάει τακτικά. Αὐτὸ κάνει καὶ ὁ ἀσκητής μας. Ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ ἀντλεῖ τὰ ἐπιχειρήματά του γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσει τοὺς ποικίλους πειρασμοὺς ποὺ ὁ διάβολος παρεμβάλλει στὸν ἀγώνα του μέρα καὶ νύκτα. Ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφὴ διδάσκεται καὶ πάλι πόση εὐτυχία γεμίζει τὴν ψυχὴ ἐκείνων ποὺ μὲ τὴν θέλησή τους ἀναλαμβάνουν τὴν ὑποταγὴ τοῦ ἐαυτοῦ τους στὸν «χρηστὸν ζυγὸν τοῦ Κυρίου».



Ὁ ἄνθρωπος πλάστηκε ἀπὸ τὸν Θεὸ γιὰ τὸν Θεό. Κοντὰ στὸν Θεὸ καὶ μόνο μπορεῖ νὰ βρεῖ αὐτὸς τῆς ψυχῆς του τὴν εἰρήνη, τὴν ἀληθινὴ χαρά, μὰ καὶ τὴν μακαριστὴ εὐτυχία. Ἐλεύθερος πλάστηκε ὁ ἄνθρωπος. Τὴν ἐλευθερία του ὅμως μπορεῖ νὰ τὴν διαφυλάξει μόνο σὰν ὑποτάξει τὴν θέλησή του στὴν θέληση τοῦ Θεοῦ. Σ’ αὐτὴ τὴν κατάσταση βρισκόταν ὁ ἄνθρωπος μέχρι τὴν ἡμέρα ποὺ ἁμάρτησε. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ζωή του ἦταν χωρὶς πόνους καὶ λύπες. Ζωὴ εὐλογημένη σὲ ὅλα. Δυστυχῶς ἡ ἁμαρτία ποὺ ἀντιστρατεύεται πάντα τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, μίλησε κακὰ στὴν ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου. Καὶ αὐτὸς παρασύρθηκε καὶ νικήθηκε καὶ ἔπεσε, καὶ ξέκοψε τὸ θέλημά του ἀπὸ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Τὸ ἀποτέλεσμά μας εἶναι γνωστό. Ὁ ἄνθρωπος τότε, ὅπως λέγει ἡ Ἁγία Γραφὴ καὶ βεβαιώνει καὶ ἡ ἱστορία, κατήντησε σὲ μία ἄθλια κατάσταση. Πόσο παραστατικὰ περιγράφει τὸ κατάντημα τοῦ ἀνθρώπου τῆς ἁμαρτίας ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. «Ἄνθρωπος ἐν τιμῇ ὧν οὐ συνῆκε, παρασυνεβλήθη τοῖς κτήνεσι τοῖς ἀνοήτοις καὶ ὠμοιώθη αὐτοίς».

Ἡ ἁμαρτία ἀποκτήνωσε καὶ ἀποκτηνώνει τὸν ἄνθρωπο.



Ἀπὸ τὴν τρομερὴ αὐτὴ κατάσταση ἔβγαλε τὸν δυστυχισμένο ἄνθρωπο μὲ τὴν ἐνανθρώπησή του ὁ μονογενὴς Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος μας. «Ὅστις θέλει ὀπίσω μου ἀκολουθεὶν ἀπαρνησάσθω ἑαυτὸν καὶ ἀράτω τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθείτω μοι» εἶναι τὸ σάλπισμά Του γιὰ μετάνοια. Ἀπόλυτη ἐμπιστοσύνη στὸ Πανάγιο πρόσωπό Του ζήτησε καὶ ζητᾶ ὁ Κύριος ἀπὸ τὸν καθένα μὲ τοῦτο τὸ προσκλητήριό του. Ἑκατομμύρια σαγηνεύτηκαν ἀπὸ αὐτὸ καὶ ἀπὸ τὰ λόγια τῆς ἀγάπης του. Ἀνάμεσά τους καὶ ὁ ἅγιός μας. Μελετᾶ μὲ ζῆλο τὰ λόγια Του καὶ ἀγωνίζεται μὲ πάθος ἐνάντια στὴν ἁμαρτία. Ὁλόκληρο τὸν ἑαυτόν του τὸν προσφέρει στὸν Κύριο. Συχνά –πυκνὰ ἐπαναλαμβάνει τοῦ ψαλμωδοῦ τὰ λόγια:

«Ἀποκάλυψαν τοὺς ὀφθαλμούς μου, καὶ κατανοήσω τὰ θαυμάσια ἐκ τοῦ νόμου σου».

Δηλαδή, Κύριε, ἀπομάκρυνε ἀπὸ τὰ μάτια τῆς ψυχῆς μου κάθε ἐμπόδιο καὶ φώτισε τὸ μυαλό μου, ὥστε νὰ μπορέσω νὰ κατανοήσω τὸ θαυμαστὸ βάθος τῆς σοφίας καὶ τὴν χρησιμότητα τοῦ νόμου σου.

Θέλει νὰ ἐμβαθύνει ἡ ἁγνὴ ἐκείνη ψυχὴ στὸ θέλημα τοῦ Κυρίου, γιὰ νὰ μπορεῖ νὰ βοηθᾶ καὶ ἄλλους. Πόσο εὐσεβὴς ὁ πόθος του! Μὰ καὶ πόσο διδακτικὸς γιὰ τοὺς χριστιανοὺς τῆς ἐποχῆς μας, οἱ ὁποῖοι γιὰ μύρια πράγματα ἐνδιαφέρονται καὶ φροντίζουν καὶ γιὰ ἕνα μονάχα ἀδιαφοροῦν. Γιὰ τὴν γνωριμία τους μὲ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν κατανόησή του, ἀλλὰ καὶ τὴν προσφορά του στοὺς γύρω τους.



Ἕνας ποὺ γεύθηκε τὸ μέλι εἶναι φυσικὸ νὰ θέλει τὴ γλυκύτητά του νὰ τὴ γνωρίσουν καὶ ἄλλοι. Γεύθηκε τὸ μέλι τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ ὁ Ἅγιός μας. Τὴν εὐχαρίστηση καὶ χαρά, ποὺ δοκιμάζει ὁ ἴδιος μὲ τὴν καθημερινὴ περιπλάνησή του στοὺς χλοεροὺς λειμῶνες τῆς Ἁγίας Γραφῆς, δὲν τοῦ εἶναι εὔκολο νὰ τὴν κρατήσει μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἕνα ἔργο ἱεραποστολῆς ἀρχίζει μὲ ζῆλο στὰ γειτονικὰ χωριά, μὰ καὶ σ’ ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τὸν ἐπισκέπτονται στὸ ἀσκητήριό του καὶ μία παρότρυνση γιὰ ἔργα ἀγάπης.



Μὲ τὶς προτροπές του οἱ κάτοικοι τοῦ χωρίου Καλαμιθάσα, ποὺ βρισκόταν στοὺς πρόποδες τοῦ ὁμώνυμου ὄρους, ἀνέλαβαν νὰ κτίσουν μία ἐκκλησία πρὸς τιμὴ τοῦ προφήτου Ἀββακούμ. Στὸ κτίσιμο βοηθᾶ καὶ ὁ Ὅσιος. Κάθε μέρα κατεβαίνει ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ ὄρους ὅπου εἶχε τὸ ἀσκητήριό του, γιὰ νὰ προσφέρει τὶς ὑπηρεσίες του ὡς ἐργάτης. Μαζὶ μὲ τὴν ὑλικὴ αὐτὴ προσφορά του, δὲν ἀμελεῖ νὰ προσφέρει ἀπὸ τὸ πολύτιμο θησαυροφυλάκιο τῆς καρδιᾶς του καὶ τὰ πνευματικά. Σὰν φωτεινὴ λαμπάδα ξεχύνει τὸ ἱλαρὸ φῶς τοῦ Εὐαγγελίου στὶς σκοτισμένες καρδιὲς ποὺ ἐργάζονται μαζί του. Μὲ τὰ λόγια του, λόγια καλοσύνης καὶ ἀγάπης, λόγια φόβου Θεοῦ, οἱ πονεμένοι καὶ πολυβασανισμένοι ἐκεῖνοι ἄνθρωποι τῶν βουνῶν βρίσκουν ἀνακούφιση καὶ παρηγοριά, ἀλλὰ καὶ τὸν φωτισμὸ καὶ τὴ χειραγώγησή τους στὸν δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἀνθρωπιᾶς.



Ὅταν μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ ἡ μικρὴ ἐκκλησία τελείωσε, ὁ Ὅσιος ἔφτιαξε δίπλα σ’ αὐτὴν καὶ ἕνα μικρὸ δωμάτιο στὸ ὁποῖο καὶ ἐγκαταστάθηκε. Στὸ δωμάτιο αὐτὸ συνεχίζει τὴν ἀσκητικὴ ζωή του. Μιὰ ζωὴ ἐγκρατείας, νηστείας, ἀγρυπνίας καὶ ζωντανῆς προσευχῆς.



Τὸ ἀποτέλεσμα μιᾶς τέτοιας ζωῆς ὑπῆρξε ἄμεσο. Πλούσια «ἡ θεία χάρις, ἡ τὰ ἀσθενὴ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα» ἐπεσκίασε τὸν Ὅσιό μας. Καθηγίασε τὶς ἱερές του προσπάθειες. Φώτισε τὸ νοῦ καὶ τὴν καρδιά του. Ἀλλὰ καὶ τὸν ἀνέδειξε ἐκλεκτὸ καὶ τιμημένο, ὅπως τὸν θέλει ὁ Κύριος. (Α’ Πέτρ. η’ 4).



Στὸ ταπεινὸ καὶ ἀπέριττο ἐκεῖνο δωμάτιο ἡ σεβάσμια καὶ ἐπιβλητικὴ μορφή του καὶ γενικὰ ἡ ἁγιότητά του τραβᾶ σὰν δυνατὸς μαγνήτης κοντά του πλήθη πιστῶν. Ὅλοι ἔρχονται γιὰ νὰ ἀκούσουν ἀπὸ αὐτὸν τὰ λόγια του, λόγια ζωῆς, μὰ καὶ νὰ πάρουν τὴν θαυματουργική του χάρη καὶ εὐλογία, γιατί πολὺ τὸν χαρίτωσε ὁ Κύριος καὶ μὲ τοῦτο τὸ δώρημα. Ὁ Ἅγιος θεραπεύει διάφορες ἀρρώστιες καὶ ἰδιαίτερα τὴν κωφότητα. Ἡ προθυμία του νὰ ἐξυπηρετήσει τὸν καθένα καὶ ἡ στοργή του πρὸς ὅλους ἦταν κάτι τὸ πολὺ συγκινητικό. Οἱ ἐπισκέπτες του φεύγουν ἀπὸ κοντὰ του πάντα γοητευμένοι, ἀνανεωμένοι καὶ μὲ καινούργιες ἀποφάσεις.



Ἔτσι πέρασε τὴν ζωή του ὁ ζηλωτὴς αὐτὸς λάτρης τῆς ἀγγελικῆς ζωῆς. Μέχρι τὴν τελευταία του πνοὴ βάστασε σταθερὰ μὲ ἔργα καὶ λόγια τὸν ζυγὸ τοῦ Κυρίου καὶ παρέδωκε τὴν ἁγία του ψυχὴ στὰ χέρια τοῦ ἀγωνοθέτου Χριστοῦ, ἀπὸ τὸν ὁποῖο καὶ ἔλαβε «τὸ βραβεῖον τῆς ἄνω κλήσεως τοῦ Θεοῦ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ». (Φιλιπ. γ’ 14).



Οἱ χριστιανοὶ τῶν γύρω χωριῶν στὸ ἄκουσμα τοῦ θανάτου του ἔτρεξαν καὶ μὲ δάκρυα στοργῆς καὶ εὐγνωμοσύνης κήδεψαν τὸ ἅγιο σκήνωμά του μέσα στὴν ἐκκλησία. Ἀργότερα ἔκτισαν καὶ ναὸ πρὸς τιμή του καὶ μέσα σ’ αὐτὸν ἐναπέθεσαν καὶ τὸ ἅγιο λείψανό του.



Ὅταν οἱ Τοῦρκοι κατέλαβαν τὸ μαρτυρικὸ νησί μας, τὸ χωριὸ Καλαμιθάσα στὸ ὁποῖο βρισκόταν ὁ ναὸς καὶ τὸ ἅγιο λείψανο καταστράφηκε ἀπὸ αὐτούς. Ὅσοι ἀπὸ τοὺς χριστιανοὺς ἐπέζησαν, κατέφυγαν στὰ γύρω βουνά. Ἀργότερα κατὰ τὸν 19ο αἰώνα πολλοὶ Ἕλληνες ἦρθαν καὶ ἐγκαταστάθηκαν στὸ Φτερικούδι. Στὴν ἐκκλησία, ποὺ ἔκτισαν στὸ χωριὸ αὐτὸ, πρὸς τιμὴ τοῦ Ἁγίου Νικολάου, ἔφεραν καὶ τοποθέτησαν ἀπὸ τὸν κατεστραμμένο ναὸ τῆς Καλαμιθάσας διάφορες εἰκόνες, μεταξὺ τῶν ὁποίων μιὰ μεγάλη του προφήτου Ἀββακούμ. Στὸν ἴδιο ναό, ὁ κτήτοράς του ἀφιέρωσε καὶ μία μικρὴ εἰκόνα τοῦ Ὁσίου Ἀββακοὺμ μὲ διαστάσεις 0,95 Χ 0,167.

Στὴν εἰκόνα αὐτὴ ὁ Ὅσιος παρίσταται ὡς μοναχός. Στὸ δεξὶ χέρι κρατᾶ σταυρὸ καὶ στὸ ἀριστερὸ εἰλητάριο μὲ τὴν ἐπιγραφή:

«Ἰησοῦ μνήμη φωτίζει τὸν νοῦν».



Οἱ κάτοικοι τῶν γύρω χωριῶν τὴν ἡμέρα τῆς μνήμης τῶν Ἁγίων (2 Δεκεμβρίου), τοῦ Ὁσίου δηλαδὴ καὶ τοῦ Προφήτη Ἀββακούμ, συνέρχονται καὶ πανηγυρίζουν, μὰ καὶ ἀναλογίζονται μὲ συγκίνηση τὴν ἰδιαίτερη τιμὴ ποὺ τοὺς ἔχει γίνει ἀπὸ τὸν Πανάγαθο Θεὸ μὲ τὸν καθαγιασμὸ τῶν χωριῶν τους ἀπὸ τὴν Ἁγία μορφὴ τοῦ φλογεροῦ ἐργάτη τῆς ἀρετῆς, τοῦ Ὁσίου καὶ Θαυματουργοῦ Ἀββακούμ.



«Τιμὴ ἁγίου, μίμησις ἁγίου». Ὅσιοι χριστιανοὶ θεωροῦν καθῆκον τους νὰ συνεχίσουν νὰ προσφέρουν κάποια τιμὴ στὸν Ἅγιο Ἀββακούμ, ἂς προσπαθήσουν νὰ μιμηθοῦν τὴν ζωή του. Νὰ μιμηθοῦμε ὅλοι τὴν ἀγάπη του στὰ λόγια τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς. Νὰ μιμηθοῦμε τὴν προσήλωσή του στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ καὶ τὸν ἀγώνα τῆς ἀρετῆς. Σ’ αὐτὸ πολὺ θὰ βοηθήσει καὶ ἐμᾶς ἡ ἐγκράτεια, ὁ σεβασμός μας στὸν θεσμὸ τῆς νηστείας, ποὺ εἶναι ἡ μητέρα τῆς σωφροσύνης, ἡ εἰλικρινὴς μετάνοια καὶ ἡ ἀδιάλειπτος προσευχή. Στὴ στοργικὴ φωνὴ τοῦ Σωτῆρος μας Χριστοῦ «δεῦτε πρὸς μὲ πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι καγῷ ἀναπαύσω ὑμᾶς», ἂς σπεύσουμε νὰ ἀπαντήσουμε. Μάλιστα, Κύριε, ἐρχόμαστε. «Βοήθησον ἡμῖν καὶ λύτρωσαι ἡμᾶς ἕνεκεν τῆς δόξης τοῦ ὀνόματός σου» (Ψαλμ. μγ’ 27). Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο θὰ ἀπαλλαγεῖ ἡ ζωή μας ἀπὸ κάθε σύγχυση καὶ ταραχή. Καὶ ἀκόμη ἡ γαλήνη καὶ ἡ πνευματικὴ χαρά, ποὺ ὅλοι ποθοῦμε καὶ νοσταλγοῦμε, δὲν θὰ μένει σὲ μᾶς μονάχα ἕνας νοσταλγικὸς πόθος καὶ μία διακαὴς ἐπιθυμία, ἀλλὰ θὰ γίνει μία ζωντανὴ πραγματικότητα. Ὅταν δὲ καὶ πάλι θὰ φύγουμε ἀπὸ τοῦτο τὸν κόσμο τὸν προσωρινὸ καὶ μάταιο, ἡ ψυχικὴ σωτηρία «ἡ ἀσφαλής τε καὶ βεβαία» (Ἑβρ. στ’ 19) θὰ προσφερθεῖ καὶ σὲ μᾶς σύμφωνα μὲ τὰ λόγια τοῦ Κυρίου μας, ποὺ βεβαιώνουν τὸ «εὐρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν».


Δία τῶν πρεσβειῶν τοῦ Ὁσίου πατρὸς ἡμῶν Ἀββακούμ, Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ὁ Θεὸς ἐλέησον καὶ σῶσον ἡμᾶς. Ἀμήν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’.
Τῶν Κυπρῖων τὸ κλέος, Καλαμιθάσης τὸ καύχημα, καὶ θαυματουργὸς ἀνεδείχθης, Ἀββακοὺμ πατὴρ ἡμῶν, ὅσιε. Τῆς Σολέας ἀνεδείχθης φαεινός, ὡς λύχνος διαυγέστατος, σοφέ. Θεραπεύεις τοὺς νοσοῦντας καὶ τοὺς κωφεύοντας ἅμα, μακάριε. Δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ πᾶσιν ἰάματα.







Ὁ Ὅσιος Ἰσίδωρος
Δὲν ὑπάρχουν λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Nov 28, 2013 4:20 am

3 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Προφήτης Σοφονίας
Image
Ἔζησε τὸν 7ο αἰώνα π.Χ., ἐπὶ βασιλέως Ἰωσίου. Εἶναι ὁ ἔνατος ἀπὸ τοὺς μικροὺς λεγόμενους προφῆτες καὶ καταγόταν ἀπὸ τὴ φυλὴ τοῦ Συμεὼν ἢ κατ’ ἄλλους τοῦ Λευΐ. Τὸ ὄνομά του σημαίνει «ὁ Γιάχβε κρύπτει», δηλαδὴ περιφρουρεῖ, προστατεύει.

Τὸ προφητικό του βιβλίο διαιρεῖται σὲ τρία μικρὰ κεφάλαια. Στὸ πρῶτο ἀπειλεῖ τοὺς Ἰουδαίους, ποὺ παρεξέκλιναν ἀπὸ τὸν Κύριο στὴν εἰδωλολατρία. Στὸ δεύτερο προλέγει τὴν καταστροφὴ τῆς Γάζας, τῆς Ἀσκαλῶνος, τῆς Ἀζώτου, τῆς Δαμασκοῦ, τῆς Αἰθιοπίας, τῆς Ἀσσυρίας καὶ ἄλλων ἀκόμα χωρῶν. Στὸ τρίτο ἐλέγχει τὴν Ἱερουσαλὴμ γιὰ τὴ διαφθορά της, ἀλλὰ καὶ τὴν ὀνομάζει ἐπιφανή, σὰν κοιτίδα λυτρώσεως τοῦ ἀνθρωπίνου γένους.

Τέλος, χαιρετίζει μὲ ἀγαλλίαση τὴν μέλλουσα ἐμφάνιση τοῦ Κυρίου στὴ Σιῶν. Ἀλλὰ ὁ Θεὸς μίλησε μὲ τὸ Στόμα τοῦ προφήτη καὶ νὰ τί εἶπε γιὰ τοὺς ἄνομους ἀνθρώπους: «Ἐξάρω τοὺς ἀνόμους ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, λέγει Κύριος... Καὶ τοὺς ἐκκλίνοντας ἀπὸ τοῦ Κυρίου καὶ τοὺς μὴ ζητοῦντας τὸν Κύριον καὶ τοὺς μὴ ἀντεχομένους τοῦ Κυρίου. Θὰ ξεριζώσω, λέει ὁ Κύριος, τους ἀνόμους ἀπὸ τὸ πρόσωπο τῆς γῆς. Καὶ θὰ τιμωρήσω αὐτοὺς ποὺ παρεκκλίνουν ἀπὸ τὶς ἐντολὲς τοῦ Κυρίου, αὐτοὺς ποὺ δὲν ζητοῦν μὲ τὴν προσευχή τους τὸν Κύριο καὶ δὲν κρατοῦν Αὐτὸν σὰν στήριγμά τους».
Ὁ προφήτης Σοφονίας πέθανε εἰρηνικὰ καὶ τάφηκε στὸν τόπο τῶν πατέρων του.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Συνιεὶς φερωνύμως τῶν μελλόντων τὴν πρόγνωσιν, ἐκφαντορικῶς προεκφαίνεις, τὴν αἰώνιον λύτρωσιν. Σιὼν γὰρ βασιλέα τὸν Χριστόν, κηρύττεις Σοφονία ἐμφανῶς· παρ’ αὐτοῦ γὰρ ἐλυτρώθημεν τῆς ἀρᾶς, Προφῆτα οἱ βοῶντές σοι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Θεῷ, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ δωρουμένῳ διὰ σοῦ, πᾶσι συγχώρησιν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐπαξίως σύνεσιν, προφητικὴν γεωργήσας, τὴν τοῦ Λόγου σάρκωσιν, προανεφώνησας κράζων· τέρφθητι, Σιὼν ἡ πόλις ἡ πανολβία, ἄνακτα, Χριστὸν ἐν πώλῳ εἰσδεχομένη· Ὃν δυσώπει Σοφονία, ὑπὲρ τῶν πίστει μακαριζόντων σε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις τῶν ἐν Νόμῳ ἐκπληρωτά, καὶ τῶν ἐν τῇ Νέᾳ Διαθήκῃ προμηνυτά· χαίροις οὐρανίων, χαρίτων μυστηπόλε, Προφῆτα Σοφονία, ἀξιοθαύμαστε.






Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Ἱερομόναχος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας
Image
Ἦταν Αρχιεπίσκοπος Ἀλεξανδρείας κατά τα ἔτη 607 – 609. Τὰ θερμά του κηρύγματα, ἡ ζωντανή του πίστη, ἡ ἀκούραστη φιλανθρωπία του πρὸς τοὺς φτωχούς, τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τοὺς ἐγκαταλελειμμένους, τραβοῦσαν σὰν δίχτυα μεγάλο πλῆθος εἰδωλολατρῶν καὶ τοὺς ἔφερναν στοὺς κόλπους τῆς χριστιανικῆς Ἐκκλησίας.

Γι’ αὐτὸ κινήθηκαν μὲ θανάσιμο μίσος ἐναντίον του οἱ ἱερεῖς τῆς εἰδωλολατρίας, μαζὶ μὲ τοὺς ἄρχοντές τους. Καὶ κάποια μέρα, ὑποκίνησαν πλῆθος εἰδωλολατρῶν, μεταξὺ δὲ αὐτῶν μέθυσους καὶ ἐγκληματίες, καὶ ἐπετέθηκαν κατὰ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Θεοδώρου, τὴν στιγμὴ ποὺ ἐπέστρεφε ἀπὸ συνοικία, ποὺ εἶχε πάει μὲ δύο ἱερεῖς γιὰ νὰ παρηγορήσει ψυχὲς καὶ νὰ μοιράσει ἐλεημοσύνη.

Ἀφοῦ λοιπὸν τὸν ἔπιασαν, τὸν ἔδειραν, τὸν ἔφτυσαν, τοῦ φόρεσαν ἀκάνθινο στεφάνι στὸ κεφάλι καὶ τὸν τριγυρνοῦσαν στοὺς δρόμους καὶ τὶς πλατεῖες. Ὅταν τὸ πληροφορήθηκαν οἱ ἀρχές, ἔστειλαν στρατιωτικὸ ἀπόσπασμα καὶ τὸν ὁδήγησαν στὸν κριτή. Αὐθημερόν, μετὰ τὴν τυπικὴ διαδικασία, ἐπειδὴ ὁ Θεόδωρος ἔμενε ἀμετακίνητος στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, καταδικάστηκε σὲ θάνατο. Καὶ βεβαίωσε τὴν πίστη καὶ τὴν ἀγάπη του, ἀφοῦ ὑπέστη καρτερικὰ καὶ γενναία, ὄχι μόνο τὰ προηγούμενα μαρτύρια, ἀλλὰ καὶ τὸ μαρτύριο τοῦ ἀποκεφαλισμοῦ.
Τὸ δὲ τίμιο λείψανό του, τάφηκε στὴ δική του πόλη τὴν Ἀλεξάνδρεια.






Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος
Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος ἔζησε μὲ αὐταπάρνηση καὶ φιλαδέλφια, δείχνοντας ἀπεριόριστη καλοσύνη πρὸς τοὺς ἀνθρώπους. Ἦταν ἄνθρωπος πράος, ἐπιεικὴς καὶ διατελοῦσε μεγάλο φιλανθρωπικὸ ἔργο, δίνοντας στοὺς ἔχοντες ἀνάγκη, ἀπὸ τὰ ὑστερήματά του.

Ὁ Θεοδόσιος ὁ Κύπριος ἔγινε μοναχός, διατήρησε ὅμως τὴν ἀγάπη του πρὸς τοὺς ἀδύναμους στὸ σῶμα καὶ στὸ πνεῦμα. Ἐπειδὴ ἡ ὑπόληψή του σὰν Ἅγιος ἄνδρας διαδίδοταν μὲ μεγάλη ταχύτητα, πολλοὶ ἦταν αὐτοὶ ποὺ πήγαιναν νὰ τὸν συμβουλευτοῦν. Ὅταν οἱ πιὸ εὔποροι τὸν ρωτοῦσαν τί θὰ ἤθελε νὰ κάνουν γιὰ νὰ τὸν εὐχαριστήσουν, ὁ Ὅσιος τοὺς παρότρυνε γιὰ δύο πράγματα: νὰ προσέχουν τὸν ἑαυτό τους γιὰ νὰ μὴν ἁμαρτήσουν καὶ νὰ ἀγαποῦν τὸν πλησίον τους.
Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ Κύπριος, ἀναπαύθηκε ἐν εἰρήνῃ.






Ὁ Ὅσιος Θεόδουλος ὁ ἀπὸ Ἐπάρχων
Ὑπῆρξε πατρίκιος στὰ χρόνια τοῦ Θεοδοσίου τοῦ Μεγάλου (379 – 395) καὶ ἦταν ἄνδρας διάσημος γιὰ τὴν σύνεση, τὴν ἀρετὴ καὶ τὴν σεμνότητα τῆς ζωῆς του. Ἔτσι προήχθηκε στὸ ἀξίωμα τοῦ Ἐπάρχου ἀπὸ τὸν βασιλιὰ Θεοδόσιο.

Βλέποντας ὅμως τὶς ἀδικίες τῶν ἰσχυρῶν, ἀηδίασε καὶ ἀφοῦ παραιτήθηκε τοῦ ἀξιώματός του, ἰδιώτευε. Μετὰ δύο χρόνια ἀπὸ τὸν γάμο του, πέθανε ἡ σύζυγός του καὶ αὐτὸς πῆγε στὴν Ἔδεσσα, ἀφοῦ μοίρασε τὴν μεγάλη του περιουσία στοὺς φτωχοὺς καὶ εὐαγὴ ἱδρύματα.
Ἐκεῖ καὶ ἐνῶ ἦταν στὸ 42ο ἔτος τῆς ἡλικίας του, ἀνέβηκε πάνω σ’ ἕνα στύλο καὶ μὲ τὶς πιὸ ἀντίξοες συνθῆκες ἔκανε σκληρὴ ἄσκηση. Ἔτσι, μὲ ἄσκηση καὶ προσευχή, ἀφοῦ ἔζησε γιὰ ἄλλα 40 χρόνια πάνω στὸ στύλο, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Ἡσυχαστής, Ἐπίσκοπος Κολωνίας

Image
Γεννήθηκε στὴ Νικόπολη τῆς Ἀρμενίας τὸ 454 ἀπὸ τὸν Ἐγκράτιο καὶ τὴν Εὐφημία καὶ ἐπὶ βασιλέως Μαρκιανοῦ (450 – 457). Μετὰ τὸν θάνατο τῶν γονέων του, οἰκοδόμησε ναὸ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ μόναζε ἐκεῖ, μαζὶ μὲ 10 μοναχούς. Λόγω τῆς μεγάλης του ἀρετῆς, 28 χρονῶν, χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Κολωνίας. Γιὰ ἐννιὰ χρόνια ἀφοῦ διευθέτησε τὰ ἐκεῖ ἐκκλησιαστικὰ πράγματα, πῆγε στὰ Ἱεροσόλυμα καὶ κατέλαβε τὴν Μονὴ τοῦ Ἅγιου Σάββα. Ἐκεῖ ἀπέκρυψε τὸ ἀληθινό του ἀξίωμα καὶ ὁρίστηκε ἀπὸ τὸν Ἅγιο Σάββα σὰν ὑπηρέτης στὸν ξενώνα καὶ στὸ μαγειρεῖο, ὑπακούοντας μὲ κάθε ταπεινοφροσύνη. Βλέποντας ὁ Ἅγιος Σάββας τὴν μεγάλη του ἀρετή, σύστησε στὸν ἐπίσκοπο Ἱεροσολύμων Ἠλία, νὰ χειροτονήσει τὸν Ἰωάννη Διάκονο καὶ Πρεσβύτερο.
Τότε ὁ Ἰωάννης, χωρὶς νὰ μπορεῖ νὰ κάνει ἀλλιῶς, φανέρωσε τὸ ἀξίωμά του καὶ ἔμεινε στὴ Λαύρα 12 χρόνια καὶ στὴ Ρουθὰ ἕξι χρόνια. Κατόπιν πέρασε ἀσκητικὰ τὰ χρόνια του σὲ διάφορες ἔρημους γιὰ 48 ὁλόκληρα χρόνια καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ 104 χρονῶν.






Οἱ Ἅγιοι Ἀγάπιος, Σελεῦκος, Μάμας, Ἰνδῆς, Δόμνα, Γλυκέριος καὶ 40 Μάρτυρες ἐν Σοφιαναῖς
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους.
(Ἡ μνήμη μερικῶν ἐξ αὐτῶν ἐπαναλαμβάνεται καὶ τὴν 28η Δεκεμβρίου).






Ὁ Ἅγιος Γαβριὴλ ὁ Ἱερομάρτυρας Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως
Ὁ Γαβριὴλ ἦταν ἐπίσκοπος Γάνου καὶ Χώρας. Βρέθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη τὸ 1657 καὶ διαδέχτηκε ἀντικανονικὰ στὸν Πατριαρχικὸ θρόνο τὸν ἀπαγχονισθέντα, ἀπὸ τοὺς Τούρκους, Πατριάρχη Παρθένιο τὸν Γ’. Ἐπειδὴ ὅμως ἦταν ἀγράμματος, μετὰ 12 ἡμέρες, ἔφυγε ἀπὸ τὸν Οἰκουμενικὸ Θρόνο καὶ ἦλθε στὴν Προῦσα, ὅπου ἔγινε προεδρικὸς Μητροπολίτης Προύσας καὶ παρέμεινε γιὰ 10 χρόνια.

Ἐκεῖ κατηγορήθηκε ὅτι ἔφερε στὴν Χριστιανικὴ πίστη κάποιον Μουσουλμάνο καὶ ὁδηγήθηκε στὸ Σουλτάνο καὶ Βεζύρη. Αὐτοὶ ἀξίωσαν ἀπὸ τὸν Μάρτυρα ν’ ἀρνηθεῖ τὴν πίστη του καὶ νὰ δεχτεῖ τὸν Ἰσλαμισμό. Μὲ γενναιότητα ὁ Γαβριὴλ ἀπέρριψε τὴν πρόταση αὐτή, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ βασανιστεῖ σκληρά.
Τελικὰ τὸν ἀπαγχόνισαν στὴν Προῦσα στὶς 3 Δεκεμβρίου 1659.






Ὁ Ἅγιος Ἀγγελὴς ὁ Νεομάρτυρας γιατρὸς ἀπὸ τὸ Ἄργος
Image
Εὐλαβής, φιλήσυχος, φιλακόλουθος καὶ εὐσεβῆς ὁ Ἀγγελής, ἔκανε τὸ ἐπάγγελμα τοῦ γιατροῦ στὸ Ἄργος. Σὲ κάποια θρησκευτικὴ συζήτηση μὲ ἕναν Γάλλο, ὑπεραμύνθηκε τὴν Χριστιανικὴ πίστη καὶ δέχτηκε νὰ μονομαχήσει χωρὶς ὅπλο μὲ τὸν Γάλλο, ποὺ ἦταν ὁπλισμένος. Ὁ Γάλλος μπροστὰ στὴν πίστη τοῦ Ἀγγελῆ δείλιασε καὶ ὁ Ἀγγελὴς ἀναδείχτηκε καὶ ἐπίσημα νικητής.

Μετὰ τὴ νίκη αὐτὴ ὁ Ἀγγελής, ἀποφάσισε νὰ μαρτυρήσει γιὰ τὸν Χριστό. Ἐγκατέλειψε λοιπὸν τὴν ἰατρικὴ καὶ κλείστηκε στὸ ὑπερῶο τοῦ σπιτιοῦ του. Ξαφνικὰ ὅμως, ἄγνωστο γιὰ ποιὸ λόγο, τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου τοῦ ἔτους 1813, ἀρνήθηκε τὸν Χριστὸ καὶ ἔγινε Μουσουλμάνος! Ἐπειδὴ δημιούργησε ἐπεισόδιο σὲ καφενεῖο τοῦ Ναυπλίου, ἐνῶ βρισκόταν μεθυσμένος, οἱ ἀρχὲς τὸν ἐξόρισαν στὴ Χίο.
Ἐκεῖ μετανοημένος, ἔβρεχε κάθε μέρα μὲ δάκρυα μετανοίας τοὺς ναοὺς καὶ προσευχόταν. Ἐπίσης ἔδινε ἀφορμὲς στοὺς Τούρκους, ἐπιζητώντας τὸ μαρτύριο. Κάποτε μπῆκε σὲ κάποιο τελωνεῖο καὶ ὁμολόγησε ὅτι ἦταν Χριστιανός. Οἱ Τοῦρκοι τὸν ἔδειραν ἀνελέητα καὶ τὸν ἔκλεισαν σιδηροδέσμιο στὴ φυλακὴ τοῦ Κάστρου τῆς Χίου. Ἀλλ’ ἐπειδὴ παρέμεινε σταθερὸς στὴν Χριστιανικὴ ὁμολογία του, ἀποκεφαλίστηκε στὶς 3 Δεκεμβρίου 1813.






Ὁ Ἅγιος Birinus (Ἄγγλος)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Οἱ Ἅγιοι τῶν Βρετανικῶν Νήσων», τοῦ Χριστόφορου Κων. Κομμοδάτου, ἐπισκόπου Τελμησσοῦ, Ἀθῆναι 1985.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Nov 28, 2013 4:22 am

4 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ἡ Ἁγία Βαρβάρα ἡ Μεγαλομάρτυς
Image
Ἀποτελεῖ κόσμημα τῶν μαρτύρων τοῦ 3ου αἰώνα μ.Χ. Ὁ πατέρας της ἦταν ἀπὸ τοὺς πιὸ πλούσιους εἰδωλολάτρες τῆς Ἠλιουπόλεως καὶ ὀνομαζόταν Διόσκορος.

Μοναχοκόρη ἡ Βαρβάρα, διακρινόταν γιὰ τὴν ὀμορφιὰ τοῦ σώματός της, τὴν εὐφυΐα καὶ σωφροσύνη της. Στὴν χριστιανικὴ πίστη κατήχησε καὶ εἵλκυσε τὴν Βαρβάρα μία εὐσεβῆς χριστιανὴ γυναίκα. Τὴν ζωή της μέσα στὸ εἰδωλολατρικὸ περιβάλλον ἡ Βαρβάρα περνοῦσε «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ καὶ σεμνότητι». Δηλαδὴ μὲ κάθε εὐσέβεια καὶ σεμνότητα.

Ὅμως τὸ γεγονὸς αὐτό, δὲν ἔμεινε γιὰ πολὺ καιρὸ μυστικό. Ὁ Διόσκορος ἔμαθε ὅτι ἡ κόρη του εἶναι χριστιανὴ καὶ ἐκνευρισμένος διέταξε τὸν αὐστηρὸ περιορισμό της. Ἀλλὰ ἡ Βαρβάρα κατόρθωσε καὶ δραπέτευσε. Ὁ πατέρας της τότε ἐξαπέλυσε ἄγριο κυνηγητὸ μέσα στὶς σπηλιὲς καὶ τὰ δάση, ὅπου κρυβόταν ἡ κόρη του. Τελικά, κατόρθωσε καὶ τὴν συνέλαβε.

Ἀλλὰ ὁ ἄσπλαχνος καὶ πωρωμένος εἰδωλολάτρης πατέρας, παρέδωσε τὴν κόρη του στὸν ἡγεμόνα Μαρκιανό. Αὐτός, ἀφοῦ στὴν ἀρχὴ δὲν κατόρθωσε μὲ δελεαστικοὺς τρόπους νὰ μεταβάλει τὴν πίστη της, διέταξε καὶ τὴν μαστίγωσαν ἀνελέητα. Κατόπιν τὴν φυλάκισε, ἀλλὰ μέσα ἐκεῖ ὁ Θεὸς θεράπευσε τὶς πληγὲς τῆς Βαρβάρας καὶ ἐνίσχυσε τὸ θάρρος της.
Τότε ὁ ἡγεμόνας θέλησε νὰ τὴ διαπομπεύσει δημόσια γυμνή. Ἀλλὰ ἐνῶ ἔβγαζαν τὰ ροῦχα της, ἄλλα ὡραιότερα ἐμφανίζονταν στὸ σῶμα της. Ὁ ἡγεμόνας βλέποντας τὸ θαῦμα, διέταξε νὰ ἀποκεφαλισθεῖ. Χωρὶς καθυστέρηση, ὁ ἴδιος ὁ κακοῦργος πατέρας της, ἀνέλαβε καὶ τὴν ἀποκεφάλισε.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῆς Τριάδος τὴν δόξαν ἀνακηρύττουσα, ἐν τῷ λουτρῷ τρεῖς θυρίδας ὑπεσημήνω σοφῶς, κοινωνίαν πατρικὴν λιποῦσα πάνσεμνε· ὅθεν ἠγώνισαι λαμπρῶς, ὡς παρθένος εὐκλεής, Βαρβάρα Μεγαλομάρτυς. Ἀλλὰ μὴ παύσῃ πρεσβεύειν, ἐλεηθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῷ ἐν Τριάδι εὐσεβῶς ὑμνουμένῳ, ἀκολουθήσασα σεμνὴ Ἀθληφόρε, τὰ τῶν εἰδώλων ἔλιπες σεβάσματα, μέσον δὲ τοῦ σκάμματος, ἐναθλοῦσα Βαρβάρα, τυράννων οὐ κατέπτηξας, ἀπειλὰς ἀνδρειόφρον, μεγαλοφώνως κράζουσα σεμνή· Τριάδα σέβω, τὴν μίαν Θεότητα.

Μεγαλυνάριον.
Πατέρα λιποῦσα τὂν δυσσεβῆ, ἐδείχθης θυγάτηρ, Βασιλέως τῶν οὐρανῶν, ὑπὲρ οὗ προθύμως, ἀθλήσασα Βαρβάρα, λυτροῦσαι πάσης νόσου, τοὺς προσιόντας σοι.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς
Image
Διαπρεπέστατος θεολόγος καὶ ποιητὴς τοῦ 8ου αἰώνα καὶ μέγας πατὴρ τῆς Ἐκκλησίας.

Γεννήθηκε στὴν Δαμασκὸ στὰ τέλη τοῦ 7ου αἰώνα καὶ ἔτυχε ἐπιμελημένης ἀγωγῆς ἀπὸ τὸν πατέρα του Σέργιο, ποὺ ἦταν ὑπουργὸς οἰκονομικῶν τοῦ ἄραβα χαλίφη Ἀβδοὺλ Μελὶκ τοῦ Α’. Δάσκαλός του ἦταν κάποιος πολυμαθὴς καὶ εὐσεβέστατος μοναχός, ποὺ ὀνομαζόταν Κοσμᾶς καὶ ἦταν ἀπὸ τὴ Σικελία. Ὁ Σικελὸς μοναχὸς πράγματι, ἐκπαίδευσε τὸν Ἰωάννη καὶ τὸν θετό του ἀδελφὸ Κοσμᾶ τὸν Μελῳδό, ἄριστα σ’ ὅλους τοὺς κλάδους τῆς γνώσης.

Ὅταν πέθανε ὁ Σέργιος, ὁ γιός του Ἰωάννης, διορίστηκε χωρὶς νὰ τὸ θέλει, πρωτοσύμβουλος τοῦ χαλίφη Βελιδᾶ (705 – 715). Ἀργότερα, ὅταν ὁ χαλίφης Ὀμὰρ ὁ Β’ ἐξήγειρε διωγμὸ κατὰ τῶν χριστιανῶν, ὁ Ἰωάννης μαζὶ μὲ τὸν θετό του ἀδελφὸ Κοσμᾶ (τὸν ἔπειτα ἐπίσκοπο Μαϊουμᾶ), ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Δαμασκὸ καὶ πῆγαν στὴν Ἱερουσαλήμ. Ἐκεῖ ὁ Ἰωάννης ἔγινε μοναχὸς στὴν περίφημη Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα, ὅπου ἔμεινε σ’ ὅλη του τὴν ζωή, μελετώντας καὶ συγγράφοντας.

Στὸ διωγμὸ κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, ἐπὶ Λέοντος τοῦ Ἰσαύρου (726), πῆρε ἐνεργὸ μέρος. Καὶ ἐξαπέλυσε κατὰ τοῦ ἀσεβοῦς αὐτοκράτορα, τοὺς τρεῖς γνωστοὺς λόγους ὑπὲρ τῶν ἁγίων εἰκόνων, πράγμα ποὺ θορύβησε τὸν Λέοντα.
Ὁ Ἰωάννης κατανάλωσε ὅλη του τὴν ζωὴ γιὰ τὴ δόξα τῆς Ἐκκλησίας καὶ ἄφησε σὲ μᾶς θησαυροὺς ἀνυπολόγιστης ἀξίας. Ἔζησε μὲ ὁσιότητα πάνω ἀπὸ ἑκατὸ χρόνια καὶ κοιμήθηκε εἰρηνικὰ τὸ 749. Τάφηκε στὴ Μονὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θεῖον ὄργανον, τῆς Ἐκκλησίας, λύρα εὔσημος, τῆς εὐσεβείας, ἀνεδείχθης Ἰωάννη πανεύφημε· ὅθεν πυρσεύεις τοῦ κόσμου τὰ πέρατα, ταῖς τῶν σοφῶν σου δογμάτων ἐλλάμψεσι. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τὸν ὑμνογράφον καὶ σοφὸν Ἰωάννην, τῆς Ἐκκλησίας παιδευτὴν καὶ φωστῆρα, καὶ τῶν ἐχθρῶν ἀντίπαλον ὑμνήσωμεν πιστοί· ὅπλον γὰρ ἀράμενος, τὸν Σταυρὸν τοῦ Κυρίου, πᾶσαν ἀπεκρούσατο, τῶν αἱρέσεων πλάνην· καὶ ὡς θερμὸς προστάτης εἰς Θεόν, πᾶσι παρέχει, πταισμάτων συγχώρησιν.

Μεγαλυνάριον.
Ὑψηλῶν δογμάτων ἐρμηναυτά, ἱερῶν ᾀσμάτων, θεορρῆμον ὑφηγητά, χαίροις Ἰωάννη, ὁ πάντας διεγείρων, τοῖς μελιχροῖς σου ὕμνοις, πρὸς θείαν αἴνεσιν.






Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Θαυματουργός Ἐπίσκοπος Πολυβότου
Ἔζησε στὰ τέλη τοῦ 7ου καὶ στὶς ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰώνα μ.Χ. Ἀπὸ παιδὶ ἔμεινε καθαρὸς καὶ ἀκηλίδωτος σ’ ὅλη του τὴν ζωή.

Ἐπίσης ὑπῆρξε ἐγκρατής, φιλεύσπλαχνος, φιλελεήμων καὶ γνώστης τῶν ἁγίων Γραφῶν. Ἔτσι στὴν ἀρχὴ ἔγινε ἀναγνώστης, κατόπιν ὑποδιάκονος, διάκονος καὶ μετὰ πρεσβύτερος.

Στὸ ἀξίωμα αὐτό, διακρίθηκε γιὰ τὸ συστηματικὸ κήρυγμα τοῦ θείου λόγου καὶ γιὰ τὴν πρακτικότητα τῶν ὁμιλιῶν του. Ἀργότερα μὲ κοινὴ γνώμη λαοῦ καὶ κλήρου, ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος Πολυβότου (ἀρχαία πόλη τῆς Μικρᾶς Ἀσίας στὴ Φρυγία Σαλουτάρια, κοντὰ στὶς Συννάδες. Ἐρείπιά της σώζονται στὸ σημερινὸ Μπουλβαντίν, κοντὰ στὸ Ἀφιὸν Καρὰ Χισάρ). Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ ὁ Ἰωάννης ὑπῆρξε ἄγρυπνος καὶ φιλόστοργος ποιμένας. Τὴν ἐποχὴ ποὺ ὁ βασιλιὰς Λέων ὁ Ἴσαυρος κίνησε πόλεμο κατὰ τῶν ἁγίων εἰκόνων, ὁ ἐπίσκοπος Ἰωάννης διακρίθηκε γιὰ τὰ ὀρθόδοξα φρονήματά του καὶ τὸ θάρρος του, παρὰ τὶς κακοποιήσεις ποὺ δέχτηκε ἀπὸ τὰ βασιλικὰ ὄργανα.

Ὅταν κάποτε στὸ Ἀμόριο τῆς Φρυγίας οἱ Ἀγαρηνοὶ ἅρπαξαν ἀρκετοὺς αἰχμαλώτους ἀπὸ τὸ ποίμνιό του, ὁ Ἰωάννης δὲν δίστασε νὰ πάει στὸ στρατόπεδό τους καὶ νὰ ζητήσει τοὺς αἰχμαλώτους. Αὐτοὶ δὲν δέχτηκαν, ἀλλὰ βαρεῖες ἀσθένειες ἄρχισαν νὰ πέφτουν στὸ στρατόπεδο καὶ τότε μὲ τὴν προσευχή του ὁ Ἰωάννης κατάφερε νὰ σταματήσει τὸ κακὸ καὶ ἔτσι οἱ Ἀγαρηνοὶ πρὸς ἀνταπόδοση, ἐλευθέρωσαν τὸ ποίμνιο τοῦ ἐπισκόπου Ἰωάννη.
Τὸ τέλος τοῦ ἄξιου αὐτοῦ Ἱεράρχη, ὑπῆρξε ἥσυχο καὶ εἰρηνικό. Τὸ δὲ τίμιο λείψανό του, ἔγινε αἰτία πολλῶν θαυμάτων.






Ἡ Ἁγία Ἰουλιανὴ ἡ Μάρτυς

Μαρτύρησε διὰ ξίφους. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τῆς Ἁγίας.






Οἱ Ἅγιοι Χριστόδουλος καὶ Χριστοδούλη οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ ξίφους. Σὲ ὁρισμένα Συναξάρια ἡ Χριστουδούλη, ἀναφέρεται μαζὶ μὲ τὴν Ἁγία Μυρώπη († 2 Δεκεμβρίου).






Μνήμη τῶν Δώδεκα Προφητῶν
Ἡ μνήμη αὐτὴ εἶναι σύμφωνα μὲ τὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες σχετικὰ μὲ τὸ γεγονός.






Ὁ Ἅγιος Σεραφεὶμ ὁ Νέος Ἱερομάρτυρας
Image
Γεννήθηκε στὸ χωριὸ Μπεζούλια τῆς ἐπαρχίας Ἀγράφων καὶ ἀνατράφηκε κατὰ Χριστὸν ἀπὸ τοὺς θεοσεβεῖς γονεῖς του, Σωφρόνιο καὶ Μαρία.

Ἀγάπησε τὴν μοναχικὴ ζωὴ καὶ πῆγε στὴ Μονὴ τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου, τὴν ἐπονομαζόμενη Κορῶνα ἢ Κρύα Βρύση καὶ ἐπιδόθηκε στὴν ἄσκηση τῆς ἀρετῆς. Διακρίθηκε γιὰ τὴν ἄσκησή του καὶ ἔγινε ἡγούμενος τῆς Μονῆς. Ἀργότερα χειροτονήθηκε Ἀρχιεπίσκοπος Φαναριοῦ καὶ Νεοχωρίου.

Κατηγορήθηκε ὅτι πῆρε μέρος στὴν ἐπανάσταση τοῦ Διονυσίου Φιλοσόφου, συνελήφθη ἀπὸ τοὺς Τούρκους, ποὺ μάταια προσπάθησαν νὰ τὸν ἐξισλαμίσουν. Ἐξαγριωμένοι οἱ Τοῦρκοι μπροστὰ στὴ σταθερότητα τῆς πίστης τοῦ Ἱερομάρτυρα, ὑπέβαλαν σ’ αὐτὸν φρικτὰ βασανιστήρια, τὰ ὁποία μεγάλωναν, ἐφ’ ὅσον ὁ Σεραφεὶμ διαρκῶς ἀρνιόταν νὰ προδώσει τὴν ἑλληνοχριστιανικὴ πίστη του. Ἀφοῦ τοῦ ἔκοψαν τὴν μύτη καὶ ἐπανειλημμένα τὸν παρουσίασαν στὸν κριτή, ἀρνούμενος νὰ ἀλλαξοπιστήσει, τὸν ἐκτέλεσαν στὶς 4 Δεκεμβρίου 1601 μὲ σουβλισμὸ καὶ κατ’ ἄλλους μὲ ἀπαγχονισμό.
Ἡ τιμία κεφαλή του, ἐναποτέθηκε στὴ Μονὴ τῆς Κρύας Βρύσης, ὅπου εἶχε μονάσει ὁ Ἅγιος.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Ἀγράφων τὸν γόνον, Φαναρίου τὸν πρόεδρον, καὶ Μονῆς Κορώνης τὸ κλέος, Σεραφεὶμ εὐφημήσωμεν· ἀθλήσας γὰρ λαμπρῶς ὑπὲρ Χριστοῦ, θαυμάτων ἐπομβρίζει δωρεάς, καὶ λυτροῦται νοσημάτων φθοροποιῶν, τοὺς πίστει ἀνακράζοντας· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τῆς Ἐκκλησίας τὸν ἀστέρα τὸν νεόφωτον

Καὶ Φαναρίου τὸν ποιμένα τὸν θεόκριτον

Ἀνυμνήσωμεν ἐν ᾄσμασι θεοφθόγγοις·

Ἀνατείλας γὰρ ἐσχάτως δι’ ἀθλήσεως

Καταυγάζει Ὀρθοδόξων τὰ πληρώματα,
Χαίροις λέγοντα, Σεραφεὶμ ἀξιάγαστε.

Μεγαλυνάριον.
Χρίσματι ἁγίῳ τελειωθείς, θερμῶς ἀναδέχῃ, τὸ μαρτύριον τοῦ Χριστοῦ· οὑ γὰρ ἐπῃσχύνθης, τὸν εὐαγῆ ἀγῶνα, ὦ Σεραφεὶμ διό σε, Χριστὸς ἐδόξασε.






Ὁ Ὅσιος Κασσιανὸς ὁ Μάρτυρας
Ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς 300 Ἀλαμανοὺς Ἁγίους τῆς Κύπρου μας.
Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ἅγιος Κρύσπος ὁ Ἀπόστολος ἐκ τῶν 70
Ἦταν Ἀπόστολος καὶ λέγεται ὅτι ὑπῆρξε ὁ ἱδρυτὴς τῆς Ἐκκλησίας τῆς νήσου Αἰγίνης. Ἦταν ἀρχισυνάγωγος Κορίνθου.
Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται ἀπὸ ὁρισμένα Ἁγιολόγια καὶ τὴν 8η Δεκεμβρίου μαζὶ μὲ ἄλλους ἀποστόλους ἀπὸ τοὺς 70.






Ὁ Ἅγιος Δαμᾶσος (Πορτογάλος)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου της ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδ. Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1997.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Nov 28, 2013 4:24 am

5 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Ἡγιασμένος
Image
Ὁ Ἅγιος Σάββας ὁ ἡγιασμένος ἐγεννήθη τὸ ἔτος 439 ἀπὸ εὐσεβεῖς καὶ πλουσίους γονεῖς εἰς τὴν πόλιν Μουταλάσκην τῆς Καππαδοκίας. Ὁ πατήρ του, στρατιωτικὸς εἰς τὸ ἐπάγγελμα, ἠναγκάσθη νὰ μεταβῇ μετὰ τῆς συζύγου του Σοφίας, εἰς τὴν Ἀλεξάνδρειαν διὰ ὑπηρεσιακοὺς λόγους, ἀναθέτοντας τὴν ἀνατροφὴν τοῦ μικροῦ Σάββα ὁ ὁποῖος ἦταν μόλις πέντε ἐτῶν εἰς τὸν συγγενῆ του Ἑρμία. Μετὰ ἀπὸ λίγο χρονικὸ διάστημα, δυσαρεστηθεὶς ὁ Σάββας ἀπὸ τὴν συμπεριφορὰν τῆς συζύγου τοῦ θείου του καὶ ἀπὸ τὴν ἐπακολουθήσασαν διαμάχην μεταξὺ τῶν θείων του, Ἑρμίου καὶ Γρηγορίου, διὰ τὴν ἀνατροφήν του καὶ τὴν διαχείρισιν τῆς περιουσίας τῶν γονέων του, περιφρόνησε τὸν κόσμο καὶ εἰς ἠλικίαν ὀκτὼ ἐτῶν ἐνετάγη εἰς μοναστήριον ποὺ ἔφερε τὸ ὄνομα Φλαβιαναί. Ἐκεῖ ἐπεδόθη εἰς τὴν ἐκμάθησιν τοῦ ψαλτηρίου καὶ τῶν μοναχικῶν ὑποχρεώσεων καὶ ἀφ᾿ ἑτέρου εἰς τὴν ἄσκησιν τῶν θεοειδῶν ἀρετῶν καὶ διέπρεψεν εἰς τὴν ἐγκράτειαν τὴν σωματικὴν κακοπάθειαν, τὴν ταπεινοφροσύνην καὶ τήν ὑπακοήν. Ἀνεδείχθη ἀνώτερος ὅλων τῶν συμμοναστῶν του, πάνω ἀπό 65 τὸν ἀριθμόν. Θέλοντας ὁ Θεὸς νὰ προμηνύσῃ τὴν ἁγιότητα εἰς τὴν ὁποία θὰ ἔφθανε, τὸν χαρίτωσε μὲ ἀκράδαντον καὶ θαυματουργὸν πίστιν. Κάποτε εἰσῆλθεν εἰς ἀναμμένον φοῦρνον, ἀφοῦ ὁπλίσθηκε μὲ τὸ σημεῖον τοῦ Σταυροῦ ἔκβαλε, σῶος καὶ ἀβλαβὴς, τὰ ἐνδύματα τὰ ὁποῖα ὁ ἀρτοποιὸς εἶχε λησμονήσει.
Ἔχοντας συμπληρώσει εἰς τὸν χῶρον τῶν Φλαβιανῶν δέκα ἔτη ἀγώνων, ἐζήτησε τὴν εὐλογίαν τοῦ Ἡγουμένου, νὰ μεταβῇ ὁριστικῶς εἰς τὴν Ἁγίαν Πόλιν τῆς Ἱερουσαλήμ, ἀφοῦ ἐπιθυμοῦσε νὰ ἀνεβαίνῃ διαρκῶς ἀπὸ δόξαν εἰς δόξαν, ἡσυχάζοντας εἰς τὴν ἔρημο. Ὁ Ἡγούμενος τοῦ παρεῖχε τὴν ἄδειαν ἔπειτα ἀπὸ θεϊκὴν ὀπτασίαν, καὶ ἔτσι ὁ Σάββας, εἰς ἡλικία δεκαοκτὼ ἐτῶν, ἔφθασεν εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα καὶ φιλοξενήθηκε εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Ἁγίου Πασσαρίωνος, ὅπου καὶ διέμεινε τὸν χειμῶνα τοῦ ἔτους 456 πρὸς 457. Παρὰ τὰς προτροπάς τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Ἐλπιδίου καὶ ἄλλων ἀδελφῶν νὰ παραμείνῃ μαζί τους, ὁ Σάββας εἶχε διαρκῶς εἰς τὸ μυαλό του νὰ συναριθμηθῇ μὲ τοὺς ἀναχωρητάς, οἱ ὁποῖοι ἀσκοῦντο ὑπὸ τὴν ἐποπτεία τοῦ θαυματουργοῦ Εὐθυμίου τοῦ Μεγάλου, δι᾿ αὐτὸ ἒλαβε τὴν εὐλογίαν τοῦ Ἐλπιδίου καὶ πῆγε νὰ συναντήσῃ τὸν Μέγαν Εὐθύμιο.
Ὁ Εὐθύμιος ἀρνήθηκε νὰ κρατήσῃ τὸν Σάββαν εἰς τὴν Λαύρα του, ἀντιθέτως τὸν ἔστειλε εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Ἀββᾶ Θεοκτίστου, λέγοντάς του νὰ φροντίζῃ τὸν Σάββα, διότι αὐτὸς θὰ διέπρεπε εἰς τὴν μοναστικὴν ζωήν. Αὐτὸ τὸ ἔκανε ὁ Μέγας Εὐθύμιος, διὰ νὰ δώσῃ τὸ παράδειγμα στὸν Σάββα νὰ μὴν δέχεται νέους ἀγενείους, ὅταν θὰ ἵδρυε τὴν δικήν του Λαύραν καὶ θὰ γινόταν νομοθέτης καὶ ἀρχηγὸς ὅλων τῶν ἀναχωρητῶν ἀπὸ τὴν Παλαιστίνην. Ὁ νεαρὸς Σάββας ἐδέχθη τὴν ὁδηγίαν τοῦ Μεγάλου Εὐθυμίου ὡς θέλημα Θεοῦ καὶ ὑπακούοντας τὸν Ἀββᾶ Θεόκτιστο ἐνίσχυσε τοὺς προτέρους ἀγῶνας του μὲ τὴν νηστείαν, τὴν ἀγρυπνίαν, τὴν ταπεινοφροσύνην καὶ τήν ὑπακοὴν προσθέτοντας τὴν ἀγάπην καὶ τήν ἐπιτηδειότηταν εἰς τὰς ἐκκλησιαστικάς ἀκολουθίας, τὴν ἀποδοτικωτάτην διακονίαν καὶ ἐξυπηρέτησιν τῶν ὑπολοίπων μοναχῶν, γενικῶς δηλαδὴ τελείως ἄψογην διαγωγήν.

Εἰς τοιαύτην θαυμαστὴν πολιτείαν διέμεινε ὁ Ἅγιος Σάββας δέκα ἔτη, μέχρι τὸν θάνατον τοῦ Ἁγίου Θεοκτίστου καὶ ἀκόμα δύο, μέχρι τὴν κοίμησιν τοῦ διαδόχου του Θεοκτίστου Μάριδος. Ἀπὸ τὸν νέον Ἡγούμενον Λογγίνον, ὁ Ἅγιος ζήτησε νὰ τοῦ ἐπιτρέψῃ τὴν ἡσυχαστικὴν ζωήν ἔχοντας ὁ Λογγίνος εἰς τὸ μυαλὸ του τὴν ὑψηλοτάτη ἀρετὴ τοῦ Σάββα, ἔχοντας λάβει καὶ τὴν γνώμην τοῦ Μεγάλου Εὐθυμίου, τοῦ τὴν ἐπέτρεψε. Ἀπὸ τότε καὶ διὰ πέντε ἔτη ὁ Ἅγιος Σάββας διέμενε τὰς πέντε ἡμέρας τῆς ἑβδομάδος νῆστις εἰς ἕνα σπήλαιον νότια τῆς Μονῆς, εἰς τὸ ὁποῖο προσευχόταν καὶ ἐργαζόταν καὶ μόνον τὰ Σάββατα καὶ τὰς Κυριακὰς ἐπέστρεφε στὴν Μονήν, γιὰ νὰ μεταφέρῃ τὰ ἐργόχειρά του καὶ νὰ λάβῃ μέρος εἰς τὰς κοινάς προσευχάς. Καθ᾿ ὅλην τήν διάρκειαν τῆς Τεσσαρακοστῆς, ὁ Ἅγιος Σάββας διέμενε μὲ τὸν Μέγαν Εὐθύμιον καὶ τὸν μακάριον Δομετιανόν, μαθητὴν ἐκείνου, εἰς τὴν πανέρημον τοῦ Ῥουβᾶ, μεταξὺ τοῦ Χειμάρρου τῶν Κέδρων καὶ τῆς Νεκρᾶς Θαλάσσης, μὲ νηστείαν, ὀλιγοποσίαν, προσευχὴν καὶ ἀγρυπνίαν. Τὴν συνήθειαν αὐτὴν διετήρησε ὁ Ἅγιος καὶ κατά τά μετέπειτα ἔτη. Στὶς 20 Ἰανουαρίου τοῦ 473 ὁ μέγας πατὴρ ἡμῶν Εὐθύμιος κοιμήθηκε ὁσιακῶς ἐν εἰρήνῃ.
Τότε ὁ Ἅγιος Σάββας, κατὰ τὸ τριακοστὸ πέμπτο ἔτος τῆς ἡλικίας του, δὲν θέλησε νὰ ἐπιστρέψῃ στὸ Κοινόβιο, ἀλλὰ κατευθύνθηκε πρὸς τὰς ἀνατολικάς ἐρήμους Ῥουβᾶ καὶ Κουτυλᾶ, τὴν ἴδια περίοδον κατὰ τὴν ὁποίαν ὁ Ἅγιος Γεράσιμος ὁ Ἰορδανίτης ἔλαμπε εἰς τὴν ἔρημον τοῦ Ἰορδάνου. Εἰς τὰς ἐρήμους αὐτὰς συνεδέθη πνευματικῶς μὲ τὸν Ἅγιο Θεοδόσιον τὸν Κοινοβιάρχην μέσῳ τοῦ μοναχοῦ Ἄνθου, ὅπου διέμεινεν ὁ Ἅγιος Σάββας τέσσερα ἔτη. Τότε κέρδισε τὴν κατὰ τῶν δαιμόνων καὶ τῶν θηρίων πλήρην ἀφοβίαν, ἀλλὰ καὶ τὸν σεβασμὸν τῶν βαρβάρων, χάριν εἰς τὴν πίστιν εἰς τὸν Θεὸν καὶ τὴν ἀρετήν του. Μετὰ ἀπὸ αὐτὰ προσετάχθη ἀπὸ ἄγγελον πάνω εἰς τὸ ὂρος τῆς Εὐδοκίας, μετώκησε εἰς τὴν ἀνατολικὴ πλευρὰ τοῦ χειμάρρου τῶν Κέδρων, εἰς τὸ σπήλαιον τὸ ὁποῖον ἕως σήμερα δείκνυται ὡς τὸ σπήλαιον τοῦ Ἁγίου Σάββα, ἔναντι τῆς Λαύρας. Πέντε χρόνια μετὰ ἢρχισαν νὰ συναθρίζονται κοντά του ἐρημίται καὶ ἀναχωρηταί, ἕως ἑβδομήκοντα τὸν ἀριθμὸν, ἄνδρες οὐράνιοι καὶ χαριτοφόροι, οἱ ὁποῖοι ἀπετέλεσαν καὶ τὴν πρώτην συνοδείαν τῆς Λαύρας τὸ ἔτος 483. Μετὰ τὴν πρώτην ὀργάνωσιν τῆς Λαύρας καὶ τὴν ἀνάβλυσιν ἁγιάσματος θαυματουργικῶς μετὰ ἀπὸ προσευχὴν τοῦ Ἁγίου, ὁ Ἅγιος Σάββας εἶδε εἰς τὴν δυτικὴν ὄχθην, ἀπέναντι τοῦ σπηλαίου του, νὰ ὑψώνεται εἰς τὸν οὐρανὸν στύλος πύρινος. Ἀφοῦ ἐρεύνησε τὸν τόπον τοῦ θαύματος τὴν ἑπομένη μέρα, βρῆκε τὸ Θεόκτιστο σπήλαιον, τὸ ὁποῖο εἶχε κατάλληλην μορφὴν γιὰ νὰ γίνῃ ναός. Αὐτὸν κατέστησε κέντρο τῆς Λαύρας ὁ Ἅγιος Σάββας, ὀργανώνοντας καὶ τὰς ὑπολοίπους ὑπηρεσίας. Ἡ συνοδεία του ἔφτανε τότε τοὺς ἑκατὸν πεντήκοντα μοναχούς.

Θὰ ἦταν ὅμως ἀδύνατο νὰ μὴν ἐνταθοῦν οἱ πειρασμοὶ καὶ τὰ σκάνδαλα τοῦ διαβόλου, ἐναντίον ἑνὸς τόσου θεικοῦ σχεδίου. Ὁ Ἅγιος Σάββας ὑπέστη τὴν περιφρόνησιν καὶ τὴν συκοφαντίαν ἐκ μέρους τῶν δικῶν του μοναχῶν, οἱ ὁποῖοι ἐζήτησαν ἀπὸ τὸν Πατριάρχη Σαλλούστιον τὴν ἀντικατάστασίν του εἰς τὴν ἡγουμενία. Ὁ Πατριάρχης Σαλλούστιος ἀντὶ αὐτοῦ γνωρίζοντας τὴν ἁγιότητα τοῦ Σάββα, τὸν ἐχειροτόνησε πρεσβύτερον, καὶ ἀνακαίνισε τὴν Θεόκτιστη Ἐκκλησία τήν δωδεκάτην Δεκεμβρίου τοῦ 491.

Ἡ ἐπὶ γῆς οὐράνια πολιτεία τοῦ Ἁγίου Σάββα συνεχιζόταν: ἡ προσέλευση μοναχῶν, καὶ ἰδιαιτέρως Ἀρμενίων, αὐξανόταν ὅπως ἐπίσης τὰ θαύματα καὶ ἡ ἄσκησις τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν Μεγάλη Τεσσαρακοστὴν ζοῦσε ὑπεράνθρωπα εἰς τὴν πανέρημον ζωήν. Εἰς τὴν Λαύρα προσῆλθε ὁ ὁσιώτατος Ἰωάννης, ἐπίσκοπος Κολωνίας, ὡς ἁπλὸς μοναχός, ὁ ὁποῖος ἀργότερα κατέστη περιβόητος διὰ τὴν ἀρετήν του. Τὸ 492 ὁ Ἅγιος Σάββας ἦλθε στὸ φρούριο τοῦ Καστελλίου, εἰς τὴν ἔρημο βορειοανατολικὰ τῆς Λαύρας καί, ἀφοῦ ἐξεδίωξε τοὺς δαίμονας οἱ ὁποῖοι ὑπῆρχαν ἐκεῖ, οἰκοδόμησε κοινόβιον καὶ τοποθέτησε μοναστικὴν ἀδελφότητα. Μετὰ ἀπὸ λίγον καιρὸν ὁ Πατριάρχης Σαλλούσιος ἀνέδειξε τὸν μὲν Σάββα ἄρχοντα καὶ νομοθέτην ὅλων τῶν ἀναχωρητῶν καὶ κελλιωτῶν, ποὺ ὑπαγόταν εἰς τὴν Ἁγία Πόλιν, τὸν δὲ Θεοδόσιον τὸν Κοινοβιάρχην ἀρχηγὸν καὶ ἀρχιμανδρίτην ὅλων τῶν κοινοβίων. Διὰ αὐτὸ ὁ Ἅγιος Σάββας ἔλεγε χαριέντως πρὸς τὸν Ἅγιον Θεοδόσιον ὅτι ὁ ἴδιος ἦταν «ἡγούμενος ἡγουμένων», ἐνῶ ὁ Θεοδόσιος «ἡγούμενος παιδίων», δηλαδὴ ἀρχαρίων.
Τὸ ἔτος 494 ἤρχισαν καὶ αἱ ἐργασίαι ἀνοικοδομήσεως τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Θεοτόκου, τῆς ὁποίας ἔγιναν ἀρκετὰ ἔτη ἀργότερα, τὴν 1η Ἰουλίου τοῦ 501, διότι ὁ Θεόκτιστος Ναὸς καὶ ὁ μικρὸς εὐκτήριος οἶκος δὲν ἐπαρκοῦσαν διὰ τὰς λατρευτικὰς ἀνάγκας τῆς Λαύρας.

Ὡστόσο οἱ μαθηταί, οἱ ὁποῖοι πρό ὀλίγων ἐτῶν εἶχαν κατηγορήσει τὸν Ἅγιο, ἐστασίασαν καὶ πάλιν εἰς τέτοιον βαθμόν ὣστε νὰ ἀναγκασθῇ ὁ Ἅγιος Σάββας, καὶ νὰ μὴν τοὺς ἐνοχλήσῃ περισσότερον, νὰ ἀποχωρήσῃ ἀπὸ τὴν Λαύραν. Ἡ ἀπουσία του διήρκεσε πέντε ἔτη (503-508), κατὰ τὰ ὁποῖα συνέστησε δύο νέα κοινόβια εἰς τὰ Γάδαρα καὶ εἰς τὴν Νικόπολιν, εἰς τόπους ὅπου προσήρχοντο πρὸς αὐτόν πιστοί, διὰ νὰ μονάσουν κοντά του. Τελικῶς ἡ ἀποκατάστασίς του εἰς τὴν θέσιν τοῦ Ἡγουμένου εἶχε σὰν ἀποτέλεσμα τὴν φυγὴν τῶν στασιαστῶν ἀπὸ τὴν Μεγίστην καὶ τὴν ἐγκαταβίωσίν των εἰς τὴν Νέαν Λαύραν· καὶ ὅμως ὁ ἀνεξίκακος Ἅγιος καὶ ἐκεῖ τοὺς βοήθησε νὰ κτίσουν καὶ νά διοργανώσουν τὴν Λαύρα των ἐγκαθιστώντας εἰς αὐτοὺς ἡγούμενον τόν ἁγιώτατον Ἰωάννη.
Τὰ ἑπόμενα ἔτη ὁ Ἅγιος ἐπεδόθη εἰς τὴν καλλιέργεια τῶν πνευματικῶν του τέκνων. Συνέστησε μέχρι τὴν στιγμὴν τοῦ θανάτου του ἄλλας δύο Λαύρας, αὐτὴν τοῦ Ἐπταστόμου (512) καὶ αὐτὴ τοῦ Ἱερεμίου (531) ἀλλὰ καὶ ἄλλα δύο κοινόβια, τὸ τοῦ Σπηλαίου (509) καὶ τὸ τοῦ Σχολαρίου (512). Τὴν τελευταίαν εἰκοσαετία τῆς ζωῆς του ἐλάμπρυναν καὶ ἄλλαι θαυμασταί πράξεις αἱ ὁποῖαι εἶχαν τεράστια σημασία διὰ τὴν ἐκκλησιαστικὴν καὶ τὴν παγκόσμιαν ἱστορίαν. Ὑπὸ τὴν πίεσιν τῶν μεθοδεύσεων τοῦ μονοφυσίτου αὐτοκράτορα Ἀναστασίου (491-518) καὶ τῶν πρωτοστατῶν τοῦ Μονοφυσιτισμοῦ «Ἀκεφάλων» Σευήρου, Φιλοξένου καὶ Σωτηρίχου αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι τῆς Ἀνατολῆς περιήρχοντο σταδιακῶς εἰς τὰ χέρια μονοφυσιτῶν ἐπισκόπων. Ὁ Ἅγιος Σάββας μετὰ ἀπὸ παρακίνησιν τοῦ Ὀρθοδόξου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων Ἠλία (494-516) μετέβη εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν τὸ 512 ὅπου κατόρθωσε μὲ τὴν φήμην καὶ τὴν ἁγιότητά του νὰ πείσῃ τὸν αὐτοκράτορα νὰ ἀναστείλῃ τὴν ἐξορία τοῦ Ἠλία. Ὅταν τὸ ἑπόμενο ἔτος ἡ ἐκτόπισις τοῦ Ὀρθοδόξου Πατριάρχου ἐτέθη ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος εἰς ἐφαρμογή, ὁ Ἅγιος Σάββας συγκέντρωσε εἰς τὰ Ἱεροσόλυμα ὅλους τούς μοναχούς τῆς ἐρήμου, διὰ νὰ προφυλάξῃ τὸν Ἠλία, καὶ ἀναθεμάτισε τοὺς αἱρετικοὺς ἀπεσταλμένους τοῦ αὐτοκράτορος. Παρόμοια κινητοποίησιν ἐφήρμοσε τρία ἔτη ἀργότερα, τὸ 516, διὰ νὰ στηρίξῃ εἰς τὴν Ὀρθοδοξίαν τὸν νέον Πατριάρχην Ἱεροσολύμων, Ἰωάννην τὸν Γ´ (516-524) βοηθούμενος ἀπὸ τὸν Ἅγιον Θεοδόσιον τὸν Κοινοβιάρχην. Ἡ κινητοποίησις αὐτὴ διεφύλαξε τὴν Ἐκκλησίαν τῶν Ἱεροσολύμων εἰς τὴν ὀρθὴν πίστιν, τὴν στίγμην κατὰ τὴν ὁποίαν αἱ Ἐκκλησίαι Κωνσταντινουπόλεως, Ἀλεξανδρείας καὶ Ἀντιοχείας εἶχον περιέλθει εἰς μονοφυσίτας Πατριάρχας. Ὕστερα ἀπὸ λίγο ἡ Ὀρθοδοξία ἀποκατεστάθη πλήρως.

Ἡ δευτέρα μετάβασις τοῦ Ἁγίου Σάββα εἰς τὴν βασιλεύουσα ἔλαβε χώρα περίπου εἴκοσι ἔτη μετὰ τὴν πρώτην τὸ 530, ὅταν ὁ Ἅγιος ἦτο ἐνενήκοντα ἐτῶν. Ὁ Ἅγιος πέτυχε ἐκεῖ τὴν ἀπαλλαγὴν τῆς Παλαιστίνης ἀπὸ τὰ σκληρὰ μέτρα, τὰ ὁποῖα ὁ αὐτοκράτωρ Ἰουστινιανὸς ἤθελε νὰ ἐπιβάλῃ, συνεπείᾳ τῶν ταραχῶν, τὰς ὁποίας εἶχε προκαλέσει ἡ ἐξέγερσις Σαμαρειτῶν καὶ Ἰουδαίων (529). Ὁ Ἅγιος παρότρυνε ἀκόμη τὸν εὐσεβῆ βασιλέα, ὁ ὁποῖος εἶχε ἀντιληφθεῖ ὁ ἴδιος μὲ ὀπτασία τὴν ἁγιότητα τοῦ Σάββα, νὰ προβῇ εἰς τὴν δίωξιν τῶν αἱρέσεων τοῦ Ἀρείου, Νεστορίου καὶ Ὠριγένους καὶ εἰς τὰ κοινωφελῆ ἔργα εἰς τὴν Παλαιστίνη, ἔναντι τῶν ὁποίων θὰ ἀπεκόμιζε ἐπέκτασιν τῆς αὐτοκρατορίας εἰς τὴν Ἀφρικὴν καὶ Ἰταλίαν. Πράγματι ἡ εὐλογία καὶ ἡ προφητεία αὐτὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα ἐξεπληρώθη. Αἱ νίκαι τῶν στρατηγῶν Βελισσαρίου καὶ Ναρσὴ ἔφεραν καὶ πάλιν τὰ δυτικὰ τμήματα τῆς Αὐτοκρατορίας ὑπὸ τοῦ αὐτοκράτορος τῆς Πόλεως. Τοιαύτη ἦτο ἡ προφητικὴ χάρις τοῦ Ἁγίου Σάββα. Πόσα ἐκ τῶν θαυμάτων τοῦ Ἁγίου μπορεῖ κάποιος νὰ διηγηθῇ καὶ ποιὸν νὰ θαυμάσῃ πρῶτον!

Ἡ χάρις του ἔφτασε καὶ ἕως ὅτου νὰ λύσῃ μὲ τὴν προσευχὴν του πενταετῆ ἀνομβρία στὰ Ἱεροσόλυμα, τὴν ὁποία εἶχε προκαλέσει ἡ ἄδικος ἐκτόπισις τοῦ Πατριάρχου Ἠλιοὺ καὶ ἡ ἐξ αἰτίας αὐτοῦ ὀργὴ Θεοῦ τὸ ἔτος 520. Ὅμως ἡ ἐπιστροφή του ἀπό τὴν Βασιλεύουσα σήμαινε καὶ τὴν ἀρχὴν τοῦ τέλους τῆς ἐπιγείου πολιτείας του. Ὁ Ὅσιος Σάββας ὁ Ἡγιασμένος ἀναπαύθηκε ἐκ τῶν κόπων του τήν 5ην Δεκεμβρίου τοῦ 532 μ.Χ. Εἶχε ζήσει εἰς τὸ Κοινόβιον τῶν Φλαβιανῶν δέκα ἔτη, ἕως τοῦ 18ου ἔτους τῆς ἡλικίας του, δεκαεπτὰ ἔτη εἰς τὸ κοινόβιο τοῦ Ἁγίου Θεοκτίστου εἰς τὴν Παλαιστίνη καὶ πεντήκοντα ἐννέα ἔτη εἰς τὴν ἔρημον καὶ στὴν Μεγίστην Λαύραν. Τὸ ἔτος 547 τὸ τίμιον λείψανόν του εὑρέθη ἐντὸς τοῦ μνήματος, σῶον καὶ ἀδιάλυτον, μεταφέρθηκε δὲ εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν πολλοὺς αἰῶνας ἀργότερα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀπὸ τοὺς Σταυροφόρους εἰς τὴν Βενετία τὸ 1204. Τὸ 1965 ἐπιστράφηκε ὁριστικῶς εἰς τὴ Μεγίστη Λαύρα. Ἡ πρωτοφανὴς ἀπήχησις τῆς ζωῆς του στοὺς πιστοὺς εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα τὴν συγγραφὴν τοῦ Βίου του ἀπὸ τὸν Κύριλλο τὸν Σκυθοπολίτη τὸ ἔτος 557. Ἐφ᾿ ὅσον κατὰ τοὺς ἀψευδεῖς λόγους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ τὸ ποιὸν τῶν ἀνθρώπων γνωρίζεται ἀπὸ τοὺς καρποὺς τῶν κόπων τους. Ἡ περαιτέρω πορεία τῆς Ἱερᾶς καὶ Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ὁσίου Σάββα ἀποτελεῖ καρπὸν τῆς θεϊκῆς ἀρετῆς τοῦ Ἁγίου καὶ ἀπόδειξις τῆς δόξης καὶ παρρησίας τῆς ὁποίας βρῆκε πλησίον τοῦ Θεοῦ, διὰ τῶν ὁποίων σώζει μέχρι σήμερα τὸ κυριώτερον μοναστικὸν καθίδρυμα τῆς ἐρήμου τῆς Ἰουδαίας. Ἀληθινὰ προκαλοῦν τὸν θαυμασμὸν τὰ ἀπειράριθμα θαύματα τοῦ Ὁσίου ἀλλὰ καὶ ἡ ἀπήχησις τῆς μοναστικῆς ζωῆς τῆς Λαύρας του, ἡ ὁποία ἀποτέλεσε πρότυπο καὶ καθοριστικὸ παράγοντα εἰς τὴν διαμόρφωσιν τῆς μοναστικῆς ζωῆς καὶ τῆς λατρευτικῆς τάξεως τῆς Ἐκκλησίας ἀνὰ τὴν Οἰκουμένη, ἐκτὸς τῶν ὁποίων προσέφερε πλῆθος Ἁγίων ἀνδρῶν γνωστῶν καὶ ἀγνώστων, ἀνάμεσα εἰς τοὺς ὁποίους διαλάμπει ἰδιαιτέρως ὁ μέγιστος Θεολόγος τοῦ 8ου αἰῶνα ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Ἡ τιμὴ τοῦ Ἁγίου Σάββα διαδόθηκε τάχιστα ἀπὸ τὴν Ρώμη ἕως καὶ τὴν Γεωργίαν τοῦ Καυκάσου. Οἱ διάδοχοί του εἰς τὴν ἡγουμενία ἀνέδειξαν τὴν Λαύραν προπύργιον τῆς Ὀρθοδοξίας εἰς τὴν Παλαιστίνη κατὰ τοῦ Ὠριγενισμοῦ, Μονοθελητισμοῦ, Εἰκονομαχίας καὶ Παπισμοῦ μὲ πανορθόδοξον ἐμβέλειαν. Μετὰ τοὺς μέσους χρόνους ἡ Λαύρα ἀνεδείχθη παιδευτήριον τῆς Ἁγιοταφιτικῆς Ἀδελφότητας, τὰ μέλη τῆς ὁποίας ἔπαιρναν ἀπὸ τὴν Λαύραν προπαίδειαν τῆς μοναχικῆς πολιτείας καὶ πεῖρα τῶν Ἐκκλησιαστικῶν πραγμάτων. Ὅλα αὐτὰ ὀφείλονται εἰς τὴν πρεσβείαν καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἁγίου Σάββα: «Λαμπρὰ τοῦ πεφωτισμένου πατρὸς ἡμῶν Σάββα τὰ θεῖα χαρίσματα· ἡ μὲν γὰρ πολιτεία ἔνδοξος, ὁ δὲ βίος ἐνάρετος καὶ ἡ πίστις Ὀρθόδοξος. Καὶ τοῦτο μὲν ἐκ μέρους ἤδη διὰ τῶν εἰρημένων ἀπεδείχθη».

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Τῶν Ὁσίων ἀκρότης καὶ Ἀγγέλοις ἐφάμιλλος, ὡς ἡγιασμένος ἐδείχθης, ἐκ παιδὸς Σάββα Ὅσιε· οὐράνιον γὰρ βίον ὑπελθών, πρὸς ἔνθεον ζωὴν χειραγωγεῖς, διὰ λόγου τε καὶ πράξεως ἀληθοῦς, τοὺς πίστει ἐκβοῶντάς σοι· δόξα τῷ δεδωκότι σοι ἰσχύν, δόξα τῷ σὲ στεφανώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Ὡς ἀπὸ βρέφους τῷ Θεῷ θυσία ἄμωμος

Προσενεχθεῖς δι’ ἀρετῆς, Σάββα μακάριε

Τῷ σὲ πρὶν γεννηθῆναι ἐπισταμένω

Ἐχρημάτισας Ὁσίων ἐγκαλλώπισμα

Πολιστὴς τε τῆς ἐρήμου ἀξιέπαινος·
Διὸ κράζω σοι, χαίροις Πάτερ ἀοίδιμε.

Μεγαλυνάριον.
Ὤφθης ὑποτύπωσις καὶ κανών, θεοφόρε Σάββα, ὡς τοῦ Πνεύματος θησαυρός, ὁσίων πατέρων, ῥυθμίζων καὶ ἰθύνων, πρὸς κλῆρον ἀφθαρσίας, τοὺς πειθομένους σοι.






Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ Μάρτυρας
Ὁ Ἅγιος Ἀναστάσιος ἀφιερώθηκε στὴν ὑπηρεσία τῶν μαρτύρων τῆς πίστης. Τοὺς ἐπισκεπτόταν στὶς φυλακές, τοὺς ἔφερνε τροφὲς καὶ περιποιοῦνταν τὰ τραύματά τους. Ἐπίσης τοὺς παρακολουθοῦσε καὶ τοὺς ἐμψύχωνε κατὰ τὴν δίκη, τὰ μαρτύρια καὶ τὴν θανατικὴ ἐκτέλεση, προσευχόμενος γι’ αὐτοὺς καὶ τοὺς παρακαλοῦσε νὰ εὔχονται γι’ αὐτὸν στὸν Κύριο, ὥστε νὰ τὸν ἀξιώσει μὲ τὸ ἴδιο τέλος.
Μ’ αὐτὸν τὸν πόθο θερμαινόμενος, παρουσιάστηκε κάποια μέρα μὲ τὴν θέλησή του καὶ δήλωσε στὸν δικαστή, ποὺ εἶχε διατάξει νὰ βασανιστοῦν μερικοὶ χριστιανοί, ὅτι μάταια κοπιάζει μὲ τέτοια μέσα νὰ καταπνίξει τὸ ἔργο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτὸ βασανίστηκε ἀνελέητα, καὶ τέλος ἀποκεφαλίστηκε. Στὴν συνέχεια πῆραν τὸ σῶμά του καὶ τὸ ἔριξαν στὴν θάλασσα.






Ὁ Ὅσιος Γράτος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά. Σὲ ὁρισμένους Συναξαριστὲς ἀναφέρεται σὰν ἐπίσκοπος Ἐφέσου καὶ μαζὶ μὲ τὸν Ὅσιο Νόννο.






Ὁ Ἅγιος Διογένης ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ λιθοβολισμοῦ. Δὲν ἔχουμε περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ἁγίου.







Ὁ Ἅγιος Ἀβέρκιος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Ὁ Ὅσιος Νόννος
Ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Νεκτάριος ὁ Ἀθωνίτης
Πατρίδα του ἦταν τὸ Μοναστήρι τῆς Μακεδονίας καὶ γεννήθηκε τὸ 1406. Σὲ κάποια ἐπιδρομὴ τῶν Ἀγαρηνῶν, γιὰ νὰ ἀποφύγουν οἱ γονεῖς του τὴν σύλληψη, κατέφυγαν σὲ κάποιο βουνό. Κατόπιν ὁ πατέρας τοῦ Νεκταρίου, μὲ τὴ συγκατάθεση τῆς γυναίκας του, πῆρε τὰ δυὸ ἀγόρια του καὶ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸ ὄνομα Παχώμιος, στὸ μοναστήρι τῶν Ἁγίων Ἀναργύρων, ποὺ βρισκόταν στοὺς πρόποδες τοῦ βουνοῦ ποὺ εἶχαν κρυφτεῖ.

Κατόπιν ὅμως, κάποιος μοναχὸς Διονύσιος Ἰάγαρις, ποὺ ἀνῆκε στὸ κελὶ τῶν Ἀρχαγγέλων, κοντὰ στὶς Καρυὲς τοῦ Ἅγιου Ὄρους, πῆρε τὸν Νικόλαο – αὐτὸ ἦταν τὸ βαπτιστικό του ὄνομα – καὶ τὸν πῆγε στὸ Ἅγιον Ὄρος. Ἐκεῖ ἔγινε μοναχὸς μὲ τὸν ὄνομα Νεκτάριος (1470) καὶ προσκολλήθηκε στὸν Πνευματικὸ Γέροντα Φιλόθεο, ποὺ εἶχε διορατικὸ χάρισμα.

Ἀπὸ τότε ὁ Νεκτάριος ἀρχίζει μία ἀξιοζήλευτη ἀσκητικὴ ζωή, ποὺ οἱ σπάνιες ἀρετές του ἔγιναν γνωστὲς σ’ ὅλο τὸ Ἅγιον Ὄρος. Ὁ σατανᾶς πολλὲς φορὲς θέλησε καὶ μέσω τῶν συνασκητῶν του, νὰ τὸν ρίξει στὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ ὁ Νεκτάριος μὲ τὴν χάρη τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν μεγάλη του ταπεινοφροσύνη, κατόρθωνε καὶ ἀντιμετώπιζε τὶς δοκιμασίες αὐτές.
Ἀπεβίωσε εἰρηνικὰ στὶς 5 Δεκεμβρίου τοῦ 1500.







Ὁ Ὅσιος Φιλόθεος ὁ Καρεώτης
Ὑπῆρξε πνευματικὸς πατέρας τοῦ πιὸ πάνω ὁσίου Νεκταρίου, εἶχε προορατικὸ χάρισμα καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Οἱ Ἅγιοι Ὁσιομάρτυρες τοῦ Ἁγίου Ὄρους
Ἦταν Ἁγιορεῖτες μοναχοί, ἀπὸ διάφορα κελιὰ (τῆς σκήτης τῶν Καρυῶν), οἱ ὁποῖοι ἀντιστάθηκαν στὸν βασιλιὰ Μιχαὴλ καὶ τὸν λατινόφρονα Πατριάρχη Ἰωάννη Βέκκο (1275 – 1282) καὶ ὑπέστησαν μαρτυρικὸ θάνατο.
Ὁ μὲν Πρῶτος του Ἁγίου Ὄρους ἀπαγχονίστηκε, οἱ δὲ ὑπόλοιποι ἀποκεφαλίστηκαν.






Ὁ Ἅγιος Νιζέριος (Λουξεμβούργιος)
Λεπτομέρειες γιὰ τὴν ζωὴ αὐτοῦ τοῦ Ἁγίου τῆς ὀρθοδοξίας, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης στὸ βιβλίο «Ἡ ἐν Ὀρθοδοξίᾳ Ἡνωμένη Εὐρώπη», τοῦ Γ.Ε. Πιπεράκη, Ἐκδόσεις Ἑπτάλοφος, Ἀθῆναι 1997.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Nov 28, 2013 4:26 am

6 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Θαυματουργός Ἀρχιεπίσκοπος Μύρων τῆς Λυκίας
Image
Πολιούχος: Ἀλεξανδρουπόλεως, Βόλου, Γαλαξειδίου, Δελφῶν, Κοζάνης, Οἰνουσσῶν, Πολυγύρου, Πάργας, Νέας Ἀλικαρνασσοῦ Κρήτης, Σητείας Κρήτης, Σύρου

Ὁ Κύριος, στὴν ἐπὶ τοῦ Ὄρους ὁμιλία του, εἶπε: «Γίνεσθε οἰκτίρμονες, καθὼς καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν οἰκτίρμων ἐστι» (Λουκᾶ, στ’ 36). Νὰ γίνεσθε δηλαδή, σπλαγχνικοὶ πρὸς τὸν πλησίον καὶ συμπονετικοὶ στὶς δυστυχίες του καὶ τὶς ἀνάγκες του, καθὼς καὶ ὁ οὐράνιος Πατέρας σας εἶναι εὐσπλαχνικὸς πρὸς ὅλους. Μιὰ τέτοια προσωποποίηση τῆς χριστιανικῆς εὐσπλαχνίας ὑπῆρξε καὶ ὁ Ἅγιος Νικόλαος.

Ἔδρασε τὴν ἐποχὴ τῶν αὐτοκρατόρων Διοκλητιανοῦ, Μαξιμιανοῦ καὶ Μεγάλου Κωνσταντίνου. Στὴν ἀρχὴ ἀφιερώθηκε στὸν ἀσκητικὸ βίο, λόγω ὅμως τῆς ξεχωριστῆς ἀρετῆς του τιμήθηκε, χωρὶς νὰ τὸ ἐπιδιώξει, μὲ τὸ ἀξίωμα τοῦ ἀρχιεπισκόπου Μύρων. Ἀπὸ τὴν θέση αὐτὴ καθοδηγοῦσε μὲ ἀγάπη τὸ ποίμνιό του καὶ ὁμολογοῦσε μὲ παρρησία τὴν ἀλήθεια.

Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ συνελήφθη ἀπὸ τοὺς τοπικοὺς ἄρχοντες καὶ ρίχτηκε στὴν φυλακή. Ὅταν ὅμως ἀνῆλθε στὸν αὐτοκρατορικὸ θρόνο ὁ Μέγας Κωνσταντῖνος ἐλευθερώθηκαν ὅλοι οἱ χριστιανοὶ καὶ ἔτσι ὁ Νικόλαος ἐπανῆλθε στὸ ἀρχιεπισκοπικὸ θρόνο. Μάλιστα ἔλαβε μέρος στὴν Α’ Οἰκουμενικὴ Σύνοδο, ὅπου ξεχώρισε γιὰ τὴΝ σοφία καὶ τὴν ἠθική του τελειότητα.

Προικισμένος μὲ τὸ χάρισμα τῆς θαυματουργίας ἔσωσε πολλοὺς ἀνθρώπους καὶ ὅσο ἦταν ἐν ζωῇ ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν κοίμησή του. Γιὰ παράδειγμα ὅταν κάποτε κινδύνευσε κάποιος στὴ θάλασσα – λόγω σφοδρῶν ἀνέμων – καὶ ἐπικαλέστηκε τὸ ὄνομα τοῦ Ἁγίου σώθηκε καὶ μάλιστα ἐνῶ βρισκόταν στὴν μέση τοῦ πελάγους βρέθηκε ἀβλαβὴς στὸ σπίτι του. Τὸ θαῦμα ἔγινε ἀμέσως γνωστὸ στὴν Πόλη καὶ ὁ λαὸς προσῆλθε ἀμέσως σὲ λιτανεία καὶ ἀγρυπνία προκειμένου νὰ τιμήσει τὸν θαυματουργὸ Ἅγιο.
Πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 330 μ.Χ.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’.

Κανόνα πίστεως, καὶ εἰκόνα πραότητας, ἐγκρατείας διδάσκαλον, ἀνέδειξέ σε τῇ ποίμνῃ σου, ἡ τῶν πραγμάτων ἀλήθεια· διὰ τοῦτο ἐκτήσω τῇ ταπεινώσει τὰ ὑψηλά, τῇ πτωχείᾳ τὰ πλούσια, Πάτερ Ἱεράρχα Νικόλαε, πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς κρήνη ἀκένωτος, τῶν θεϊκῶν δωρεῶν, πηγάζεις Νικόλαε, τῇ οἰκουμένῃ ἀεί, θαυμάτων τὰ ῥεύματα· παύεις τῶν πολυπλόκων, πειρασμῶν τὰς ἐφόδους, σώζεις τοὺς ἐν κινδύνοις, ὡς θερμὸς ἀντιλήπτωρ· διό σου τὴν προστασίαν, πάντες κηρύττομεν.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.
Ἐν τοῖς Μύροις Ἅγιε, ἱερουργὸς ἀνεδείχθης· τοῦ Χριστοῦ γὰρ Ὅσιε, τὸ Εὐαγγέλιον πληρώσας, ἔθηκας, τὴν ψυχήν σου ὑπὲρ λαοῦ σου· ἔσωσας, τοὺς ἀθώους ἐκ τοῦ θανάτου· διὰ τοῦτο ἡγιάσθης, ὡς μέγας μύστης Θεοῦ τῆς χάριτος.

Μεγαλυνάριον.
Ὀρφανῶν προστάτην σε καὶ χηρῶν, πεινώντων τροφέα, πενομένων τε πλουτιστήν, αἰχμαλώτων ῥύστην, πλεόντων τε σωτῆρα, κεκτήμεθα παμμάκαρ, σοφέ Νικόλαε.






Ὁ Ἅγιος Νισέρ
Ὁ Ἅγιος Νισὲρ ἦταν ἄγνωστος μάρτυρας στὸν Συναξαριστὴ τοῦ Ἁγίου Νικοδίμου καὶ τὰ ἔντυπα Μηνιαία.

Ὑπῆρξε στὰ χρόνια του Μαξιμιανοῦ καὶ ἐπειδὴ ἦταν χριστιανὸς ὁδηγήθηκε στοὺς Ἰούλιο καὶ Αἰλιανό. Ὅταν ρωτήθηκε ἂν ἐπιμένει στὴν λατρεία τοῦ Χριστοῦ, ὁ Νισὲρ ἀπάντησε πὼς ναί, θὰ ὑπηρετεῖ τὸν ἕνα καὶ μοναδικὸ Θεὸ μέχρι θανάτου.

Τότε, διατάχθηκε ὁ βασανισμός του. Τὸν γύμνωσαν καὶ μὲ πυρακτωμένα σφαιρίδια μαστίγωσαν τὸ σῶμα του, καὶ στὴν συνέχεια τὸν φυλάκισαν. Ἀλλά, ὅταν καὶ πάλι τὸν ἀνέκριναν, συνέχισε νὰ ὁμολογεῖ τὸν Κύριο. Ἔτσι διατάχθηκε πάλι ὁ βασανισμός του. Ἀφοῦ τὸν βασάνισαν τὸν ἔριξαν στὴν πυρά.
Μὲ αὐτὸ τὸν μαρτυρικὸ τρόπο παρέδωσε τὸ πνεῦμα του στὸν Κύριο.






Ὁ Ἅγιος Ἀέρος ὁ Ἐπίσκοπος
Ἡ μνήμη του συναντᾶται στὸ «Μικρὸν Εὐχολόγιον ἢ Ἁγιασματάριον» ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας 1959, χωρὶς ἄλλες πληροφορίες.
Πουθενὰ ἄλλου δὲν ἀναφέρεται ἡ μνήμη του. Ἴσως νὰ εἶναι ὁ ἴδιος μ’ αὐτὸν τῆς 8ης Δεκεμβρίου.






Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Νεομάρτυρας ὁ Καραμάνος ἢ Κασσέτης
Ἡ μνήμη του τιμᾶται τὴν 19η Μαρτίου, ὅπου μπορεῖτε νὰ δεῖτε βιογραφικὰ στοιχεῖα. Ἄγνωστο γιατὶ ἐπαναλαμβάνεται αὐτὴ τὴν ἡμέρα.







Ὁ Ὅσιος Ἀντώνιος ὁ Θαυματουργός ὁ Νέος ὁ ἐν Σιήσκῳ (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ὅσιος Νεῖλος ὁ Θαυματουργός ὁ Νέος ὁ ἐν τῇ νήσῳ Στολοβνόε ἐν τῇ λίμνῃ Σεληγέρα (Ρῶσος)
Image
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Nov 28, 2013 4:28 am

7 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ἅγιος Ἀμβρόσιος Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων
Image
Ὁ Ἀμβρόσιος, διακεκριμένος Ρωμαῖος πολίτης, γεννήθηκε περίπου τὸ 340 μ.Χ.

Σπούδασε ρητορική, φιλοσοφία καὶ νομικά. Στὰ Μεδιόλανα ἀσχολήθηκε μὲ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ δικαστή. Φύλασσε μὲ λόγια καὶ ἔργα τὴν ἀλήθεια καὶ ἀπέδιδε ἀντικειμενικὰ τὴν δικαιοσύνη , ἂν καὶ δὲν εἶχε βαπτισθεῖ ἀκόμα χριστιανός. Ὅσον ἀφορὰ σ’ αὐτὸ ὅμως, ἀπαντᾶ ὁ θεόπνευστος λόγος τῆς Ἁγίας Γραφῆς:

«Ἀλλ’ ἐν παντὶ ἔθνει ὁ φοβούμενος αὐτὸν καὶ ἐργαζόμενος δικαιοσύνην δεκτὸς αὐτῷ ἐστι». Δηλαδή, σὲ κάθε ἔθνος, ὅποιος σέβεται τὸν Θεὸ καὶ πολιτεύεται στὴν ζωή του μὲ δικαιοσύνη, εἶναι δεκτὸς ἀπ’ Αὐτὸν καὶ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀρέσει σ’ Αὐτόν.

Καὶ πράγματι, ὁ Ἀμβρόσιος μὲ τὴν ζωή του ἄρεσε στὸν Θεό. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸν ἀξίωσε νὰ βαπτισθεῖ χριστιανός, νὰ γίνει ἔπειτα ἀναγνώστης, καὶ ἀφοῦ μέσα σὲ λίγο χρονικὸ διάστημα πέρασε ὅλους τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς βαθμούς, μετὰ ἀπὸ ἀπόφαση τοῦ βασιλιὰ Οὐαλεντιανοῦ τοῦ Α’, χειροτονήθηκε Ἐπίσκοπος Μεδιολάνων. Σὰν Ἐπίσκοπος, ὁ Ἀμβρόσιος ποίμανε ἄριστα τὸ ποίμνιό του, ἀγωνίστηκε κατὰ τῶν αἱρέσεων, ἀλλὰ καὶ στὸν βασιλιὰ Θεοδόσιο δὲν ἐπέτρεψε νὰ εἰσέλθει στὸ ναό, παρὰ μόνο ὅταν μετάνιωσε εἰλικρινὰ γιὰ τοὺς φόνους ποὺ ἔκανε στὸν Ἱππόδρομο τῆς Θεσσαλονίκης.
Ὁ Ἀμβρόσιος πέθανε εἰρηνικὰ τὸ ἔτος 397 μ.Χ., σὲ ἡλικία 57 χρονῶν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ὡς θεῖος διδάσκαλος, καὶ ἱεράρχης σοφός, δογμάτων ἀκρίβειαν, μυσταγωγεῖς τοὺς πιστούς, Ἀμβρόσιε Ὅσιε· λύεις αἱρετιζόντων, τὴν ἀχλὺν τοῖς σοῖς λόγοις· φαίνεις τῆς εὐσεβείας, τὴν θεόσδοτον χάριν, ἐν ᾗ τοὺς σὲ γεραίροντας, συντήρει ἀπήμονας.

Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Εὐσεβείας δόγμασι περιαστράπτων, ὡς φωστὴρ ἐξέλαμψας, τῇ οἰκουμένῃ ἐκ Δυσμῶν, καταφωτίζων τοὺς ψάλλοντας· χαίροις Πατέρων τὸ κλέος Ἀμβρόσιε.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἱερέων ἡ καλλονή, καὶ τῆς Ἐκκλησίας, στῦλος ὄντως ὁ θεαυγής· χαίροις Ὀρθοδόξων, δογμάτων μυστολέκτα, Ἀμβρόσιε τρισμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε.






Ὁ Ἅγιος Ἀθηνόδωρος ὁ Μάρτυρας
Ὑπερβολικὰ θαυμαστὴ ὑπῆρξε ἡ εὐψυχία, μὲ τὴν ὁποία ὑπέφερε φρικιαστικὰ μαρτύρια, ἐπειδὴ ἐπέμενε στὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ Ἅγιος Ἀθηνόδωρος καταγόταν ἀπὸ τὴ Μεσοποταμία καὶ μαρτύρησε ὅταν αὐτοκράτορας ἦταν ὁ Διοκλητιανὸς (290). Ἔτσι λοιπόν, στὴν ἀρχὴ τοῦ ἔκαψαν τὶς σάρκες μὲ ἀναμμένες ἀπὸ ρητίνη λαμπάδες. Ἔπειτα, τοῦ ἔβαλαν στὶς μασχάλες σιδερένιες πυρακτωμένες σφαῖρες. Καὶ στὴν συνέχεια τὸν ξάπλωσαν σὲ χάλκινο πυρωμένο τάπητα.

Ἀλλὰ ἡ καρτερία ποὺ ἔδειξε σ’ ὅλα αὐτὰ τὰ μαρτύρια καὶ οἱ θερμὲς προσευχές του πρὸς τὸν Ὕψιστο, τράβηξαν στὴν χριστιανικὴ πίστη πενήντα εἰδωλολάτρες.
Ἔτσι παρέδωσε τὴν ἁγία του ψυχή, ἀφοῦ προετοίμασε γιὰ τὸν οὐρανὸ καὶ ἄλλες ἐκλεκτὲς, διὰ τῆς ἀληθινῆς ἀρετῆς, ψυχές.







Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πνιγμοῦ μέσα στὴ θάλασσα.







Ὁ Ἅγιος Δομέτιος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ ξίφους.






Οἱ Ἅγιοι Ἰσίδωρος, Ἀκεψιμᾶς καὶ Λέων οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.






Ὁ Ὅσιος Ἀμμοῦν «ὁ τῆς Νιτρίας»
Ὁ Ἅγιος Νικόδημος ἀναφέρει ὅτι εἶναι ὁ ἴδιος Ἅγιος μὲ αὐτὸν τῆς 4ης Ὀκτωβρίου, ἀλλὰ αὐτὸς λέγεται «ὁ ἐν Νιτρίᾳ».
Κατ’ ἄλλα δὲ Μηνολόγια, ἀναφέρεται (ἐσφαλμένα) Ἐπίσκοπος Νιτρίας. Δηλαδή, τὰ λιγοστὰ βιογραφικά του στοιχεῖα δὲν εἶναι σαφή.







Οἱ Ἅγιοι Γάϊος καὶ Γαϊανὸς οἱ Μάρτυρες
Μαρτύρησαν διὰ πυρός.






Οἱ Ἅγιοι 300 Μάρτυρες ποὺ μαρτύρησαν στὴν Ἀφρικὴ
Μαρτύρησαν τὸν 5ο αἰώνα μ.Χ. στὰ χρόνια του βασιλιὰ Ζήνωνα.

Τότε στὴν Ἀφρικὴ δύο ἐπίσκοποι Μονοφυσίτες, ὁ Κύριλλος καὶ ὁ Βαλινάρδης, ἔπεισαν τὸν ἄρχοντα Ὀνώριχο, μονοφυσίτης καὶ αὐτός, νὰ κινήσει ἄγριο καὶ φονικὸ διωγμὸ ἐναντίον τῶν χριστιανῶν.
Οἱ ἐν λόγῳ λοιπὸν Μάρτυρες, καταγγέλθηκαν καὶ ἐπέμειναν στὴν ὀρθόδοξη ὁμολογία καὶ ἔτσι ὅλοι πέθαναν δι’ ἀποκεφαλισμοῦ. Μεταξὺ αὐτῶν, ἦταν γέροντες, νέοι καὶ οἰκογενειάρχες, ἀλλὰ ὅλοι ὑπέστησαν τὸ μαρτύριο γενναιότατα, ἀληθινοὶ ἥρωες τῆς θρησκείας τοῦ Σταυροῦ.






Οἱ Ἅγιοι Ὀρθόδοξοι Μάρτυρες ποὺ κάηκαν μέσα σὲ Ναό
Αὐτοὶ κάηκαν ζωντανοὶ ἀπὸ τοὺς Ἀρειανοὺς στὴν Καρχηδόνα, τὴν στιγμὴ ποὺ ἦταν συναθροισμένοι στὸ Ναὸ καὶ προσεύχονταν.






Οἱ Ἅγιοι δύο Μάρτυρες ἱερεῖς
Αὐτοὶ μαρτύρησαν στὴν Καρχηδόνα στὰ χρόνια του βασιλιὰ Ζήνωνα (474 – 476) καὶ ὅταν ἄρχοντας ἐκεῖ ἦταν ὁ Ὀνώριχος ὁ Ἀρειανός.
Ἀφοῦ τοὺς συνέλαβαν τοὺς θανάτωσαν μαρτυρικὰ μὲ πριόνισμα.






Οἱ Ἅγιοι 60 Μάρτυρες ἱερεῖς
Ἀφοῦ συνελήφθησαν μαζὶ μὲ τοὺς πιὸ πάνω Μάρτυρες, θανατώθηκαν, ἀφοῦ τοὺς ἔκοψαν τὶς γλῶσσες.







Ἡ Ἁγία Ὀρθόδοξη Γυναίκα ἡ Μάρτυς
Κάηκε ζωντανὴ στὴν Ρώμη, ἐπειδὴ δὲν θέλησε νὰ δεχτεῖ τὸν Ἀρειανισμὸ καὶ προτίμησε τὴν Ὀρθοδοξία.






Ὁ Ὅσιος Ἰγνάτιος
Αὐτὸς λέγεται ὅτι μόναζε σ’ ἕνα κελὶ κοντὰ στὶς Βλαχερνὲς καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.






Ὁ Ὅσιος Παῦλος ὁ Ὑποτακτικὸς
Ἀπὸ ποῦ ἦταν καὶ ποῦ μόναζε, οἱ Συναξαριστὲς δὲν τὸ ἀναφέρουν. Ἀναφέρουν μόνο μερικὲς παράδοξες θαυματουργίες του, ὅτι δηλαδὴ ἔβαλε τὸ χέρι του μέσα σὲ καυτὴ πίσσα χωρὶς νὰ καεῖ καὶ ἄλλα παρόμοια.
Ἀπὸ τὴν Μονή του, στὴν ὁποία εἶχε φήμη Ἁγίου καὶ Θαυματουργοῦ, ἀναχώρησε στὰ Ἱεροσόλυμα καί, ἀφοῦ προσκύνησε τοὺς Ἁγίους Τόπους, πέρασε στὴν Κύπρο, ὅπου ἀσκήτευε πάνω σ’ ἕνα βουνὸ γιὰ ἀρκετὰ χρόνια. Ἐπειδὴ ὅμως τὸν ἐνοχλοῦσαν οἱ προστρέχοντας σ’ αὐτόν, ἔφυγε στὴν Κωνσταντινούπολη καί, ἀφοῦ ἀνέβηκε μὲ θεία προσταγὴ στὸ ὄρος Παρηγοριά, ἀπεβίωσε μετὰ ἀπὸ μικρὸ χρονικὸ διάστημα.






Ὁ Ἅγιος Πρῖσκος ὁ Μάρτυρας
Γιὰ τὸν Μάρτυρα αὐτὸν σημειώνεται μόνο, ὅτι συμμαρτύρησε μαζὶ μὲ τοὺς Μάρτυρες Μαρτῖνο καὶ Νικόλαο καὶ ὅτι πέθανε μαρτυρικὰ ἀπὸ στέρηση τροφῆς.
Γίνεται δὲ καὶ τῶν τριῶν ἡ πανήγυρης κοντὰ στὸ τεῖχος τῶν Βλαχερνῶν.






Ὁ Ἅγιος Μαρτῖνος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε, ἀφοῦ τὸν κομμάτιασαν μὲ τσεκούρι.







Ὁ Ἅγιος Νικόλαος ὁ Μάρτυρας
Μαρτύρησε διὰ πυρός.







Ἐγκαίνια Ναοῦ Ὑπεραγίας Θεοτόκου ἐν τοῖς Κουράτορος
Ἀναφέρεται στὸν Πατμιακὸ Κώδικα 266. Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸ γεγονός.






Ὁ Ὅσιος Γρηγόριος ὁ Ἡσυχαστὴς
Ἔζησε στὰ μέσα του 14ου αἰώνα μ.Χ. καὶ ὑπῆρξε κτήτορας τῆς Μονῆς Ἁγίου Νικολάου τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ποὺ σήμερα ὀνομάζεται Μονὴ Γρηγορίου, ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ κτήτορα. Ἔζησε ὁσιακὰ καὶ ἀπεβίωσε εἰρηνικά.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Ὁ ποιμενικὸς αὐλός.
Ὁ θεοειδὴς καὶ ἰσάγγελος βίος σου, τοῖς ἐν τῷ Ἄθῳ κανὼν ἐχρημάτισεν·ὡς γὰρ καθάρας τὸν νοῦν δι’ ἀσκήσεως, τοῦ Παρακλήτου ἐδείχθης κειμήλιον. Ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κοντάκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Ἐγρήγορσιν ἀεί, πρὸς ζωῆς ἀναβάσεις, ποιούμενος σοφέ, τοὺς ὁσίους σου πόνους, εἰς ὕψος ἀνέδραμες, ἀπαθείας Γρηγόριε· ὅθεν ἔλαμψας, τῶν ἀρετῶν ταῖς ἀκτῖσι, καὶ κατηύγασας, τῶν Μοναστῶν τὰς χορείας, πιστῶς ἑπομένας σοι.

Μεγαλυνάριον.
Χαίροις ἐγκρατείας ὑπογραμμός, καὶ τῆς ἀπαθείας, ἐνδιαίτημα ἀγλαόν· χαίροις φοιτητῶν σου, ὁ γρήγορος προστάτης, Γρηγόριε θεόφρον, τοῦ Ἄθω καύχημα.







Ὁ Ὅσιος Ἰωάννης ὁ Νηστευτὴς ὁ ἐν τῷ Σπηλαίῳ (Ρῶσος)
Δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες γιὰ τὸν βίο τοῦ Ὁσίου.






Ὁ Ὅσιος Γεράσιμος ὁ ἐξ Εὐρίπου (Εὐβοίας)Ἱεραπόστολος τῆς Ἑλλάδας κατὰ τοὺς χρόνους τῆς φραγκοκρατίας (μέσα 13ου αἰώνα – περὶ τὸ 1320).

Γεννήθηκε στὴ νῆσο Εὔριπο (Εὔβοια) ἀπὸ πλούσιους καὶ εὐγενεῖς γονεῖς. Οἱ γονεῖς τοῦ Γερασίμου κατάγονταν ἀπὸ τὴν δυτικὴ φραγκικὴ οἰκογένεια τοῦ Ρήγα Φάτζου. Κατὰ τὸ δεύτερο μισὸ τοῦ 13ου αἰώνα, ὁ Γεράσιμος ἦλθε στὸ Σινᾶ, στὴν Μονὴ τῆς Ἁγίας Αἰκατερίνης. Ἐκεῖ γνώρισε τὸ "ὑπερβάλλον" τῆς ἀρετῆς τοῦ Γρηγορίου τοῦ Σιναΐτου, προσκολλήθηκε σ’ αὐτὸν καὶ ἔγινε ἕνας ἀπὸ τοὺς μαθητές του. Ἔτσι ἔφθασε σὲ μεγάλο ὕψος πράξεως καὶ θεωρίας, ὥστε νὰ γίνει γιὰ τοὺς ἄλλους «ὑπόδειγμα καὶ ἀρχέτυπον τῶν καλῶν ἁπάντων» καὶ «ἐκμαγεῖον ἀρετῶν».

Ὅταν ὁ Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης ἐγκατέλειψε τὸ Σινᾶ, ὁ μαθητής του Γεράσιμος τὸν ἀκολούθησε καὶ ὅταν ἔφθασαν στὴν Ἑλλάδα, στάθμευσαν γιὰ λίγο στοὺς Καλοὺς λιμένες τῆς Κρήτης, ἀπὸ ὅπου ὁ μὲν Γρηγόριος ὁ Σιναΐτης κατευθύνθηκε στὸ Ἅγιον Ὄρος, ὁ δὲ Γεράσιμος ἀποβιβάστηκε στὴν ἠπειρωτικὴ Ἑλλάδα, ὅπου καὶ ἔδρασε Ἱεραποστολικά.
Τελικά, ἐπέστρεψε ὡς μοναχὸς Γεράσιμος Σιναΐτης στὴν ἰδιαίτερη πατρίδα του, τὴν Εὔβοια.






Ὁ Ἅγιος Τυχικὸς ὁ Ἀπόστολος
Image
Ἀνάμεσα στὶς ἅγιες μορφές, ποὺ δούλεψαν σκληρὰ γιὰ νὰ στεριώσει στὸ νησί μας ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, εἶναι καὶ ὁ Ἀπόστολος Τυχικός.

Τὸ ὄνομά του δὲν συμπεριλαμβάνεται στὸν κύκλο τῶν ἑβδομήκοντα. Ὅμως αὐτὸ δὲν ἐμποδίζει τὸν ἱερὸ συναξαριστὴ νὰ τὸν ἐγκωμιάζει μὲ τοῦτα τὰ λόγια:



«Μὴ τὸν τυχόντα Τυχικὸν τοῦτον νόει. Οὗτος γὰρ εἰς πέφυκε τῶν Ἀποστόλων». Ἀδελφέ μου, μὴ θελήσεις νὰ θεωρήσεις ἕνα τυχαῖο πρόσωπο τὸν Τυχικό. Γιατί αὐτὸς εἶναι ἕνας ἀπὸ τοὺς Ἀποστόλους.

Γιὰ τὸν ζηλωτὴ αὐτὸν ἐργάτη τοῦ Εὐαγγελίου χαράσσονται καὶ οἱ γραμμές, ποὺ ἀκολουθοῦν.



Ἀπὸ τὰ λίγα γενικὰ καὶ ἀόριστα ποὺ κατορθώσαμε νὰ συλλέξουμε ἀπὸ διάφορες πηγὲς γιὰ τὸν βίο τοῦ ἁγίου αὐτοῦ Ἀποστόλου, καταλήγουμε στὸ συμπέρασμα, πὼς ὁ Τυχικὸς καταγόταν ἀπὸ τὴ Ρωμαϊκὴ ἐπαρχία τῆς Ἀσίας. Σὰν συνοδὸ καὶ συνεργάτη τοῦ Ἀποστόλου Παύλου τὸν συναντοῦμε περὶ τὸ τέλος τῆς τρίτης τοῦ Παύλου ἀποστολικῆς περιοδείας. Ὅπως γνωρίζουμε, κατὰ τὴν περιοδεία αὐτή, ποὺ κράτησε τρία χρόνια, ἀπὸ τὸ 54 – 57 μ.Χ. ὁ θεῖος Ἀπόστολος μὲ κέντρο τὴν Ἔφεσο ἐπισκέφθηκε πολλὲς πόλεις τῆς Μ. Ἀσίας. Περὶ τὸ τέλος τοῦ τρίτου ἔτους τῆς παραμονῆς του στὴν Ἔφεσο, ἀπὸ τὸ φούντωμα τῆς χριστιανικῆς πίστεως, ξέσπασε σ’ αὐτὴ μιὰ μεγάλη ταραχὴ μὲ αἴτιο κάποιο ἀργυροκόπο (ἀργυροτεχνίτη) ὀνομαζόμενο Δημήτριο.

Ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἔφτιαχνε μὲ ἀσήμι μικροὺς ναούς, ὁμοιώματα τοῦ ναοῦ τῆς Ἐφεσίας Ἀρτέμιδος. Μὲ τὴν δραστηριότητα ὅμως τοῦ Παύλου καὶ τὸ κήρυγμά του, ποὺ συνοψιζόταν στὸ ὅτι οἱ θεοί, ποὺ κατασκευάζονται ἀπὸ χέρια ἀνθρώπινα, εἶναι θεοὶ ψεύτικοι, ἡ ἐπιχείρηση αὐτὴ ἔπεσε ἀρκετά. Μπροστὰ στὶς δυσμενεῖς ἐπιπτώσεις ποὺ εἶχε τοῦτο τὸ γεγονός, κάποια ἡμέρα ὁ Δημήτριος, ἀφοῦ κάλεσε κοντά του ὅλους τοὺς ἐργάτες καὶ τεχνίτες ποὺ ἀπασχολοῦντο στὴν ἐργασία του, τοὺς ξεσήκωσε ἐνάντια στὸν Παῦλο:



– Ἄνδρες, τοὺς εἶπε: Ὅπως ξέρετε, ἀπὸ τὴν ἐργασία μας αὐτὴ βγαίνει τὸ ψωμὶ καὶ τὰ ἔξοδα τῆς οἰκογένειάς μας. Μὲ τὸ κήρυγμα αὐτοῦ τοῦ ἀνθρώπου, ὄχι μόνο στὴν Ἔφεσο, ἀλλὰ καὶ σὲ ὅλη τὴν Ἀσία πολλοὶ ἔχουν ἐγκαταλείψει τὴν θρησκεία μας. Ἔτσι δὲν κινδυνεύει μόνο ἡ δουλειά μας ἀπὸ ξεπεσμὸ καὶ διάλυση, ἀλλὰ κινδυνεύει καὶ ὁ ναὸς τῆς μεγάλης μας προστάτιδας νὰ μὴ λογαριάζεται πιὰ ἀπὸ κανέναν.



Τὰ λόγια τοῦ ἀργυροκόπου, ὅπως ἦταν ἑπόμενο, ξεσήκωσαν ὄχι μόνο τοὺς ἐργάτες του, ἀλλὰ καὶ μεγάλο πλῆθος τῆς Ἐφέσου. Γιὰ πολλὲς ὧρες ἡ πόλη εἶχε γίνει ἀνάστατη. Ὅλοι ζητοῦσαν νὰ συλληφθεῖ ὁ Παῦλος καὶ νὰ θανατωθεῖ. Πολλοὶ πέρασαν ἀπὸ τὰ μέρη ποὺ συνήθιζε νὰ παραμένει ὁ Ἀπόστολος καὶ τὸν ζητοῦσαν. Εὐτυχῶς δὲν τὸν βρῆκαν καὶ στὸ τέλος κατέληξαν στὸ θέατρο τῆς πόλεως. Ἐκεῖ ἐπὶ ὦρες φώναζαν διάφορα συνθήματα καὶ πρὸ παντὸς τὴν φράση: «Μεγάλη ἡ Ἄρτεμις Ἐφεσίων». Ἡ κατάσταση ἦταν, στ’ ἀλήθεια, ἐκρηκτική. Κάποια στιγμὴ παρουσιάστηκε ὁ πρῶτος ὑπάλληλος τῆς πόλεως, ὁ γραμματέας νὰ ποῦμε, καὶ ἀφοῦ συνέστησε στὸ πλῆθος νὰ σιωπήσει, μίλησε σ’ αὐτὸ μὲ πολλὴ μαεστρία καὶ πέτυχε νὰ τὸ διαλύσει. Ὁ Παῦλος ὅλες αὐτὲς τὶς ὧρες ἔμενε κρυμμένος σὲ κάποιο σπίτι. Ὅταν ἀργότερα ἀποκαταστάθηκε ἡ ἡσυχία, ὁ θεῖος Ἀπόστολος, ἀφοῦ προσκάλεσε τοὺς χριστιανοὺς κοντά του καὶ τοὺς ἐνίσχυσε, τοὺς ἀποχαιρέτησε καὶ πῆρε τὸν δρόμο γιὰ τὴν Μακεδονία, ποὺ ἤθελε πολὺ νὰ πάει γιὰ νὰ ξαναδεῖ τοὺς ἐκεῖ πιστούς. Περιῆλθε διάφορες πόλεις, μετὰ προχώρησε καὶ «ἦλθεν εἰς τὴν Ἑλλάδα», δηλαδὴ κατέβηκε στὴν Ἀχαΐα (Πελοπόννησο) καὶ πάλιν ἐπέστρεψε διὰ ξηρὰς στὴν Μακεδονία, ἐπειδὴ πληροφορήθηκε πὼς οἱ Ἰουδαῖοι τῶν Κεγχρεῶν εἶχαν ἀποφασίσει νὰ τὸν δολοφονήσουν.

Ἀπὸ τὴν Μακεδονία κατέβηκε στὴν Τρωάδα – Τροία, καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἀνέλαβε μεγάλο ταξίδι πρὸς τὴν Ἀσία. Ἐδῶ στὴν Τροία, σὰν ἔφτασε ὁ Παῦλος, βρῆκε διάφορους πιστοὺς συνεργάτες νὰ τὸν περιμένουν. Ἀνάμεσα σ’ αὐτοὺς ἦταν ὁ Σώπατρος ἀπὸ τὴν Βέροια, ὁ Ἀρίσταρχος καὶ ὁ Σεκοῦνδος ἀπὸ τὴν Θεσσαλονίκη, ὁ Γάϊος καὶ ὁ Τιμόθεος ἀπὸ τὴν Δέρβη τῆς Μ. Ἀσίας καὶ ὁ Τυχικὸς καὶ ὁ Τρόφιμος ποὺ κατάγονταν ἀπὸ τὰ μέρη τῆς Ἀσίας. Ὅλοι αὐτοὶ εἶχαν πάει νωρίτερα στὴν Τρωάδα καὶ τὸν περίμεναν. Μ’ αὐτοὺς ἀνέλαβε ὁ ἀκούραστος Ἀπόστολος τὸ ταξίδι του πρὸς τὶς διάφορες πόλεις τῆς Ἀσίας.



Τώρα, ποὺ βρῆκε τὰ πρόσωπα αὐτά, εἰδικὰ τὸν Ἅγιο Τυχικό, γιὰ τὸν ὁποῖο ἐνδιαφερόμαστε, καὶ πῶς αὐτὸς κλήθηκε στὸ Εὐαγγέλιο, δὲν γνωρίζουμε. Αὐτὸ ποὺ γνωρίζουμε εἶναι πὼς ἀπὸ τὴν Ἀσία τὸν ψάρεψε μαζὶ μὲ τὸν Τρόφιμο καὶ πὼς καὶ οἱ δύο ὑπῆρξαν ζηλωτὲς συνοδοί του.



Συνοδός, λοιπόν, τοῦ Παύλου ὁ Τυχικός, μὰ καὶ ὁ Τρόφιμος. Ἀκούραστοι συνοδοί. Πόσος ζῆλος καὶ πόση φλόγα ἔκαιε στὶς καρδιές τους γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ νὰ παίζουν κάθε στιγμὴ καὶ ὥρα, ὅπως εἴδαμε, τὸ κεφάλι κορῶνα γράμματα! «Ὦ! καὶ νὰ εἴχαμε οἱ σημερινοὶ ὀρθόδοξοι χριστιανοὶ κάτι ἀπὸ τὸν φλογερὸ ζῆλο τῶν ἐργατῶν αὐτῶν τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ λεγόντουσαν Τυχικοὶ καὶ Τρόφιμοι, πόσο διαφορετικὸς θὰ ἦταν σήμερα ὁ κόσμος!



Πιστὸς συνεργάτης καὶ ἀκόλουθος τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου Παύλου, λοιπόν, ὁ Τυχικός. Μαζί του στὶς ἐπιτυχίες καὶ τὶς χαρούμενες στιγμές.



Μαζί του ὅμως καὶ στοὺς πιὸ μεγάλους κινδύνους. Τοὺς κινδύνους ποὺ ἀντιμετώπιζε ἀπὸ τὰ ὄργανα τοῦ Σατανᾶ στὶς συνεχείς του ἀποστολικὲς περιοδεῖες. Μαζί του καὶ σ’ αὐτὴν τὴν φυλακὴ τῆς Ρώμης. Χαρά του νὰ διακονεῖ καὶ νὰ ἐξυπηρετεῖ τὸ ἔργο τοῦ Κυρίου. Στὸν Τυχικὸ ἐπαναπαύεται καὶ προσβλέπει ὁ γηραιὸς Ἀπόστολος στὶς ποικίλες ἀνάγκες ποὺ ἀντιμετωπίζει. Στὸν Τυχικὸ ἀναθέτει τὴν ὑπεύθυνο ἀποστολὴ νὰ μεταφέρει καὶ νὰ ἐπιδώσει μὲ ἀσφάλεια τὶς ἐπιστολές του πρὸς τοὺς πιστοὺς τῆς Ἐφέσου, τῶν Κολοσσῶν καὶ τῆς Α’ πρὸς τὸν μαθητή του Τιμόθεο.



Μὲ πόση συγκίνηση γράφει ὁ στοργικὸς Ἀπόστολος πρὸς τοὺς Ἐφεσίους (στ’ 21 – 22) τοῦτα τὰ λόγια: «Ἴνα δὲ εἰδῆτε καὶ ὑμεῖς τὰ κατ’ ἐμέ, τί πράσσω, πάντα ὑμῖν γνωρίσει Τυχικὸς ὁ ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ ὃν ἔπεμψα πρὸς ὑμᾶς εἰς αὐτὸ τοῦτο, ἴνα γνῶτε τὰ περὶ ἡμῶν καὶ παρακαλέσῃ τὰς καρδίας ὑμῶν». Γιὰ νὰ μάθετε δὲ καὶ ἐσεῖς τὰ ἰδικά μου νέα, νὰ γνωρίσετε δηλαδὴ τί κάμνω καὶ πὼς περνῶ τὶς ἡμέρες μου ἐδῶ στὴ φυλακὴ γιὰ τὴν διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου, σᾶς στέλλω τὸν Τυχικό. Ὁ ἀγαπητός μου αὐτὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος στὸ ἔργο τοῦ Κυρίου, θὰ σᾶς τὰ καταστήσει ὅλα γνωστά. Αὐτὸς θὰ σᾶς παρηγορήσει καὶ θὰ στηρίξει τὶς καρδιές σας, ποὺ εἶναι θλιμμένες ἐξ αἰτίας τῆς φυλακίσεώς μου.



Μεγάλη στοργὴ καὶ ἀσύγκριτη ἀγάπη ἀποπνέουν τοῦτα τὰ λόγια τοῦ θείου Παύλου... «Ἀγαπητὸς ἀδελφὸς καὶ πιστὸς διάκονος ἐν Κυρίῳ» ὁ Τυχικός. Εἶναι ἀδελφός μου λέγει ὁ Τυχικός, γιατί ἔχουμε τὸν ἴδιο Πατέρα, τὸν Πανάγαθο Θεό. Μὲ τὸ ἅγιο Βάπτισμα μᾶς υἱοθέτησε καὶ μᾶς ἔκαμε κατὰ χάριν παιδιά Του. Εἶναι καὶ «πιστὸς διάκονος», γιατί ὑπηρετεῖ πιστὰ στὸ θέλημα τοῦ Κυρίου καὶ τὴν ἐξάπλωση τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος. Στὴν ἐπιστολὴ πρὸς τοὺς Κολασσαεῖς προσθέτει καὶ τὶς λέξεις «σύνδουλός μου». Εἶναι ὁ Τυχικὸς καὶ σύνδουλός μου, γιατί καὶ οἱ δυό μας ἔχουμε ἕναν Κύριο καὶ ἕναν Θεό. Καὶ οἱ δυό μας δουλεύουμε στὸν ἴδιο πνευματικὸ ἀμπελώνα καὶ στὸν ἴδιο ἀγρό.



Ὁποῖο μεγαλειώδη τίτλο τιμῆς γιὰ τὸν εἰλικρινὴ συνεργάτη τοῦ φλογεροῦ Ἀποστόλου ἀποτελοῦν τὰ κολακευτικὰ τοῦτα λόγια. Καὶ μόνο αὐτὰ γραμμένα ἀπὸ τὸ χέρι τοῦ θείου Παύλου, ὁ ὁποῖος ζεῖ καὶ ἀγωνίζεται μονάχα γιὰ τὴν δόξα τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ καὶ τὴν σωτηρία τοῦ κάθε ἀνθρώπου, εἶναι ἀποδεικτικὰ τῆς ξεχωριστῆς καὶ ἰδιάζουσας θέσης, ποὺ κατέχει στὴν πρώτη ἐκκλησία ἡ προσωπικότητα τοῦ πιστοῦ καὶ πρόθυμου διακόνου τοῦ Εὐαγγελίου, τοῦ Ἁγίου Τυχικοῦ.



Καὶ πολὺ δίκαια. Γιατί ὁ Τυχικὸς μὲ πολὺ ἐνθουσιασμὸ ἀνέλαβε τὸ ἔργο τῆς διαδόσεως τοῦ Εὐαγγελίου ἀκολουθώντας μὲ ζῆλο τὸν Ἀπόστολο τῶν Ἐθνῶν Παῦλο στὶς περιοδεῖες του. Ἀλλὰ καὶ πάντα πρόθυμος νὰ τὸν ἐξυπηρετήσει, ὅπου τὸν ἤθελε αὐτὸς καλέσει. «Ὅταν πέμψω Ἀρτεμᾶν πρὸς σὲ ἢ Τυχικόν, σπούδασαν ἐλθεὶν πρὸς μὲ εἰς Νικόπολιν ἐκεῖ γὰρ κέκρικα παραχειμᾶσαι» (Τίτ. γ’ 12). Αὐτὰ γράφει ὁ Παῦλος πρὸς τὸν Ἀπόστολο καὶ συνεργάτη του Τίτο. Καὶ οἱ ὁδηγίες αὐτὲς δείχνουν τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ μεγάλου Ἀποστόλου πρὸς τὸν ἀκόλουθο καὶ βοηθό του Τυχικό, ποὺ εἶναι συνεργὸς καὶ συνέκδημος τοῦ σκεύους αὐτοῦ τῆς ἐκλογῆς τοῦ Κυρίου. Συνεργὸς καὶ συνέκδημος ἀλλὰ καὶ διεκπεραιωτὴς πολλῶν ἐμπιστευτικῶν ἀποστολῶν. Ὅταν ὁ Ἀπόστολος Μάρκος μετὰ τὸ μαρτύριο τοῦ θείου του, Ἀποστόλου Βαρνάβα, ἔφυγε ἀπ’ τὴν Κύπρο, πέρασε ἀπ' τὴν Ἀλεξάνδρεια καὶ κατέληξε στὴν Ρώμη γιὰ νὰ συναντήσει τὸν πολύπειρο καὶ φυλακισμένο Ἀπόστολο. Μὲ τὴν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ἡ συνάντηση πραγματοποιήθηκε γρήγορα. Οἱ δύο Ἀπόστολοι, ἀφοῦ ἀντάλλαξαν ἀσπασμὸ χριστιανικῆς ἀγάπης ἄρχισαν μὲ ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον νὰ συνομιλοῦν γιὰ τὴν κατάσταση τῆς Ἐκκλησίας στὴν Κύπρο. Κατὰ τὴν συνομιλία αὐτή, μεταξὺ τῶν ἄλλων, ὁ Μάρκος ἀποκάλυψε στὸν φλογερὸ Ἀπόστολο τὸ μαρτυρικὸ τέλος τοῦ φίλου του, ἀποστόλου Βαρνάβα καὶ τοῦ φανέρωσε πὼς στὴν Κύπρο δὲν ἦταν ἄλλος Ἀπόστολος, γιὰ νὰ συνεχίσει τὸ ἔργο τους. Ἡ πληροφορία αὐτὴ ἀνησύχησε τὸν γηραιὸ Ἀπόστολο, ποὺ ἔσπευσε ἀμέσως νὰ στείλει στὸ πολύπαθο νησὶ τοὺς συνεργάτες του Τυχικό, Ἐπαφρᾶ καὶ μερικοὺς ἄλλους. Ἡ ὁμάδα αὐτή, σὰν ἔφτασε στὴν Κύπρο, ἔσπευσε νὰ συναντηθεῖ μὲ τὸν Ἠρακλείδιο ποὺ βρισκόταν στὴν Ταμασὸ καὶ νὰ τοῦ ἐπιδώσει σχετικὴ ἐπιστολή. Στὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ ὁ Παῦλος λέγεται πὼς συνιστοῦσε στὸν πιστὸ μαθητή του νὰ ἐγκαταστήσει τὸν Ἐπαφρᾶ ἐπίσκοπο στὴν Πάφο, τὸν Τυχικὸ στὴ Νεάπολη, δηλαδὴ τὴν Λεμεσό, καὶ τὸν Αὐξίβιο στοὺς Σόλους, πράγμα τὸ ὁποῖο καὶ ἔκαμε.



Ὁ Ἀπόστολος Τυχικὸς ὑπῆρξε ἕνας δόκιμος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ, ποὺ μὲ προθυμία δέχθηκε τὸ κήρυγμα γιὰ τὸν Ἐσταυρωμένο Ἰησοῦ. Τὸν ἀγάπησε μὲ ὅλη του τὴν καρδιὰ καὶ ἀψηφώντας κάθε κίνδυνο κινεῖται παντοῦ γιὰ νὰ τὸ προσφέρει καὶ σ’ ἄλλους. Μαζὶ μὲ τὸν θεῖο Παῦλο μπορεῖ καὶ αὐτὸς νὰ λέγει: «Ὀδοιπορίαις πολλάκις, κινδύνοις ποταμῶν, κινδύνοις ληστῶν, κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν θαλάσσῃ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις...» (Β’ Κορ. ια’ 26). Ὑπηρέτησα τὸν Κύριο μὲ μακρὲς ὁδοιπορίες πολλὲς φορές, μὲ κινδύνους ἀπὸ ποτάμια καὶ μάλιστα κατὰ τὸν χειμώνα ποὺ ἐπλημμύριζαν.

Ἀντίκρυσα πολλοὺς κινδύνους ἀπὸ ληστές, κινδύνους ἀπὸ τοὺς ὁμοεθνεῖς μου Ἑβραίους, κινδύνους ἀπὸ ἐθνικοὺς καὶ εἰδωλολάτρες, κινδύνους μέσα ἀπὸ τὶς πόλεις, κινδύνους μέσα σὲ ἔρημους τόπους, κινδύνους στὴν θάλασσα, κινδύνους ἀπὸ μέρους ψευδαδέλφων, ποὺ ὑποκρίνονταν ὅτι εἶναι χριστιανοί. Σὰν ἕνας γνήσιος ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου ἀνέλαβε καὶ αὐτὸς μὲ φλόγα στὴν καρδιὰ καὶ συνέπεια καὶ σύνεση τὸ ἔργο τῆς πανανθρώπινης σωτηρίας. Ἀντιμετώπισε διωγμοὺς καὶ ἐξευτελισμούς. Ἐν τούτοις ποτὲ δὲν ἐδειλίασε. Οὔτε μετανόησε γιατί ἀνέλαβε τέτοιο βαρυσήμαντο ἔργο. Ἄλλωστε τὸ γνώριζε αὐτό. Τὸ προεῖπε ὁ ἴδιος ὁ Κύριος μὲ τοῦτα τὰ λόγια: «Ἰδοὺ ἐγὼ ἀποστέλλω ὑμᾶς ὡς πρόβατα ἐν μέσῳ λύκων» (Ματθ. γ’ 16). «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσι» (Ἰωάν. ιε’ 20)· καὶ «ἔσεσθε μισούμενοι ὑπὸ πάντων διὰ τὸ ὄνομά μου» (Ματθ. ι’ 22). Τὸ γνώριζε.

Πολλὲς φορὲς τὸ δοκίμασε σὰν βρισκόταν μὲ τὸν δάσκαλό του καὶ τὸ ἄκουσε. Ὅμως καμιὰ δύναμη δὲν μπόρεσε νὰ τοῦ κάμψει τὴν θέληση. Ὁπλισμένος μὲ ἀκατάβλητη αὐταπάρνηση καὶ καρτερία καὶ ὑπομονὴ συνεχίζει πιστὸς μέχρι θανάτου τὸ ποιμαντικό του ἔργο στὴν Κύπρο. Σ’ ἕναν τόπο σὰν καὶ τὸ νησί μας, ποὺ ἡ λατρεία τῆς ἀκολασίας στὸ πρόσωπο τῆς θεᾶς τῆς σαρκολατρίας, τῆς Ἀφροδίτης, βασίλευε, ὁ πιστὸς ἐργάτης τοῦ Εὐαγγελίου τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς χριστιανικῆς τελειώσεως κινεῖται παντοῦ. Μὲ ἀποφασιστικότητα μοναδικὴ καὶ ὅπλο ἀκαταμάχητο τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ πετυχαίνει νὰ κρημνίσει τῆς ἀθεΐας τὰ πυργώματα καὶ νὰ διαδώσει, ὅπου πῆγε, τὴν ἀλήθεια.



Ὁ Ἀπόστολος Τυχικὸς μετὰ ποὺ διεκπεραίωσε τὴν ἀποστολή του στὴν Κύπρο, ἐπέστρεψε καὶ πάλι κοντὰ στὸν Ἀπόστολο Παῦλο. Μετὰ δὲ τὸν μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ θείου αὐτοῦ Ἀποστόλου κατὰ μία παράδοση ὁ Τυχικὸς χρημάτισε Ἐπίσκοπος τῆς Χαλκηδόνος, μιᾶς πόλεως τῆς Βιθυνίας τῆς Μικρᾶς Ἀσίας.



Ἐκεῖ στὸ χωριὸ τῆς Πάφου, τὰ Μέσανα τοῦ διαμερίσματος Κελοκεδάρων, ποὺ βρίσκεται καὶ ὁ ναός του κτισμένος στὰ ἐρείπια ἐνὸς πολὺ παλαιοῦ, ποὺ δὲν φαίνονται δυστυχῶς σήμερα οὔτε τὰ σημάδια του, κατὰ μῆκος τοῦ δρόμου πρὸς τὸ χωριὸ Σαλαμιοῦ σώζονται ἀκόμη τρεῖς ἐλιές, ποὺ κατὰ τὴν παράδοση βλάστησαν ἀπὸ τὰ ἐλιοκόκκονα, ποὺ ἔρριψαν οἱ Ἀπόστολοι, ὅταν περνοῦσαν ἀπὸ ἐκεῖ καὶ ἔτρωγαν ἐλιές. Στὸν ναὸ τοῦ μικροῦ αὐτοῦ χωριοῦ εἶναι δύο εἰκόνες τοῦ Ἁγίου Τυχικοῦ. Μιὰ πολὺ παλαιὰ καὶ μία κάπως νεώτερη μὲ ἡμερομηνία ἁγιογραφήσεως τὸ 1830.



Οἱ εἰκόνες αὐτὲς, πόσα στ’ ἀλήθεια πρέπει νὰ μᾶς θυμίζουν καὶ πόση εὐγνωμοσύνη θὰ πρέπει νὰ πλημμυρίζει τὴν ψυχή μας στὸ ἀντίκρισμά τους. Τὸ μαρτυρικὸ νησί μας, χάρη στὸ ἔργο ὅλων αὐτῶν τῶν φλογερῶν ἐργατῶν τοῦ Εὐαγγελίου, ποὺ ἔσπειραν στὶς καρδιὲς τῶν προγόνων μας τὸν θεῖο σπόρο, συνεχίζει μέχρι σήμερα τὸν δρόμο τῆς ὑψηλῆς ἀποστολῆς του καὶ κρατάει μὲ καύχηση τὸν τιμητικὸ τίτλο του. «Νῆσος τῶν Ἁγίων ἡ Ἁγία Νῆσος».

Ἡ τιμὴ αὐτὴ δημιουργεῖ σ’ ἐμᾶς καὶ τὶς ἀνάλογες ὑποχρεώσεις. «Οὗ καταισχύνω ὅπλα τὰ ἱερά», ἔλεγαν οἱ νέοι τῶν Ἀθηνῶν στὸν ὅρκο τους, ὅταν ἔπαιρναν τὰ ὅπλα τους. Ἂς μὴ ντροπιάσω ποτὲ τὴν καταγωγή μου καὶ τὶς ἑλληνοχριστιανικὲς ρίζες μου, ἂς λέμε καὶ ἐμεῖς σήμερα. «Εἴμαστε ἀπόγονοι μαρτύρων, μέσα μας τρέχει ἡρώων αἷμα» τονίζει ὁ Ἴων Δραγούμης. Ἂν τὸ νησί μας παρέμεινε μέχρι σήμερα νησὶ Ἑλληνικό, παρέμεινε χάρη στὴν Ὀρθοδοξία μας. Αὐτὸν τὸν πολύτιμο θησαυρὸ ἂς προσέξουμε ὅλοι σήμερα σὰν κόρη ὀφθαλμοῦ. Τὸ ἀπαιτοῦν οἱ ἅγιοί μας. Μᾶς τὸ ζητὰει ὁ Ἅγιος Τυχικός. Τὸ θέλει ὁ Χριστός μας. Τὸ ἐπιβάλλει κι αὐτὸ τὸ συμφέρον μας. Νὰ τὸ ξαναποῦμε; Τὸ ἀπαιτοῦν οἱ Ἅγιοί μας καὶ τὸ παράδειγμα τοῦ Ἀποστόλου Τυχικοῦ, τοῦ ὁποίου εἴθε οἱ πρεσβεῖες πρὸς τὸν Σωτήρα Χριστὸ νὰ χαρίζουν στὸν καθένα μας «πᾶν δώρημά Του τέλειον». Σ’ αὐτὸν ἂς ψάλλουμε καὶ ἐμεῖς μὲ ὅλη τὴν δύναμη τῆς ψυχῆς μας: Ἀπόστολε τοῦ Σωτῆρος Πανεύφημε, τὸ δοχεῖον τῆς πίστεως, υἱὲ παρακλήσεως, ἡ γαλήνη τῶν χειμαζόμενων, ἀπαύστως ἐν τῇ μνήμῃ σου παρρησίαν ἔχων, Τυχικὲ παναοίδιμε, ἱκέτευε ἐν εἰρήνῃ φυλαχθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν. Ἀμήν.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’.

Ἀπόστολε ἅγιε Τυχικέ, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχη ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τοῦ λίθου σφραγισθέντος.
Τοῦ Παύλου μαθητὴς καὶ ἀκόλουθος ὑπάρχων, τὸν καλὸν ἀγώνα τῆς πίστεως χαίρων ἠγωνίσω, ὑψῶν ἀληθείας τὸν πυρσὸν καὶ ἔθνεσι παρέχων φωτισμῶν. Δία τοῦτο, Πανσεβάσμιε Τυχικέ, τιμῶντές σε νῦν βοῶμεν. Χαῖρε Χριστοῦ, ὦ σκεῦος ἐκλεκτῶν, χαῖρε Θεοῦ ἀπόστολε, ὢ καὶ πρέσβευε δωρήσασθαι πᾶσι τὴν λύτρωσιν.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

Re: ΗΜΕΡΗΣΙΟΣ ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ

Unread postby tsailiketess » Thu Dec 05, 2013 1:35 am

8 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ






Ὁ Ὅσιος Πατάπιος
Image
Γεννήθηκε στὴν Αἴγυπτο καὶ ἀπὸ μικρὸ παιδὶ εἶχε «πνεῦμα ἀγάπης καὶ σωφρονισμοῦ». Δηλαδή, πνεῦμα ἀγάπης καὶ πνεῦμα ποὺ σωφρονίζει, ὥστε φρόνιμα καὶ συνετὰ νὰ κυβερνᾶ τὸν ἑαυτό του, ἀποφεύγοντας κάθε ἠθικὴ παρεκτροπή, διατηρώντας τὴν ἁγνότητα, ἀλλὰ συγχρόνως παραδειγμάτιζε καὶ τοὺς συνανθρώπους του.

Καὶ αὐτὸ τὸ ἀπέδειξε ἀκόμα περισσότερο, ὅταν μεγάλωσε. Ἀφοῦ διαμοίρασε τὴν κληρονομιά του στοὺς φτωχούς, ἀποσύρθηκε στὴν ἔρημο. Ἐκεῖ γέμιζε τὸν χρόνο του μὲ προσευχή, μελέτη καὶ ἀγαθοεργίες. Σὲ κάθε κουρασμένο ὁδοιπόρο ποὺ περνοῦσε ἀπὸ τὸ κελί του, πρόσφερε ἀνάπαυση καὶ φιλοξενία. Ἀλλὰ ἐκμεταλλευόμενος τὴν εὐκαιρία του παρεῖχε μὲ διάκριση καὶ πνευματικὲς ὁδηγίες καὶ συμβουλές, χρήσιμες γιὰ τὴν σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Ἔτσι, ἡ φήμη τοῦ Παταπίου ἐξαπλώθηκε γρήγορα καὶ κάθε μέρα πολλοὶ ἔφθαναν στὸ κελί του γιὰ νὰ ἀκούσουν ἀπὸ τὰ χείλη του ἐπωφελὴ διδασκαλία.
Μετὰ ἀπὸ καιρό, ὁ Πατάπιος πῆγε στὴν Κωνσταντινούπολη. Ἐκεῖ, θέλοντας νὰ μείνει ἄγνωστος, ἐξέλεξε ἕνα ἡσυχαστήριο στὶς Βλαχερνές. Ὅμως, ἡ ταπεινὴ καὶ καθαρὴ ζωὴ τοῦ Παταπίου, τὸν ἀξίωσε νὰ θαυματουργεῖ. Ἔτσι καὶ πάλι ἔγινε γνωστὸς καὶ πέθανε θεραπεύοντας ἀρρώστους.

Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.

Θείας κλήσεως, ἰχνηλατήσας, ἐκ νεότητος, τὰς ἐπιδόσεις, δι’ ἀσκήσεως τῷ κόσμῳ ἐξέλαμψας· καὶ δοξασθεὶς ἀπαθείας ταῖς χάρισι, πάθη ποικίλα ἰᾶσαι Πατάπιε. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.



Ἕτερον Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Τῆς ἐρήμου πολίτης.
Λουτρακίου τὸ κλέος, Κορινθίας τὸ καύχημα, καὶ τῶν ἀρετῶν τὸ δοχεῖον, θεοφόρον Πατάπιον, τιμήσωμεν ἐν ὕμνοις ἱεροῖς· ἰάσεις γὰρ παρέχει δαψιλεῖς, τοῖς τῇ θήκῃ τοῦ λειψάνου αὐτοῦ πιστῶς, προστρέχουσι καὶ κράζουσι· δόξα τῷ σὲ δοξάσαντι Χριστῷ, δόξα τῷ σὲ θαυμαστώσαντι, δόξα τῷ ἐνεργοῦντι διὰ σοῦ, πᾶσιν ἰάματα.

Κοντάκιον. Ἦχος γ’. Ἡ Παρθένος σήμερον.

Τὸν ναόν σου Ἅγιε, πνευματικὸν ἰατρεῖον, οἱ λαοὶ εὑράμενοι, μετὰ σπουδῆς προσιόντες, ἴασιν, τῶν νοσημάτων λαβεῖν αἰτοῦνται, λύσιν τε τῶν ἐν τῷ βίῳ πλημμελημάτων· σὺ γὰρ πάντων τῶν ἐν ἀνάγκαις, προστάτης ὤφθης, Πατάπιε Ὅσιε.



Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.

Τοῦ Παρακλήτου δοξασθεὶς τῇ θείᾳ χάριτι

Τῶν ἰαμάτων ἀναβλύζεις τὰ δωρήματα

Τοῖς τῷ θείῳ σου λειψάνῳ προσερχομένοις.

Ἀλλ’ ὡς πάντων τὰ αἰτήματα δωρούμενος

Πάσης θλίψεως καὶ νόσου ἀπολύτρωσαι
Τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Πατάπιε.

Μεγαλυνάριον.
Βίον θεοτύπωτον ἐκ παιδός, Πάτερ ἀγαπήσας, ἐξενώθης τῶν γεηρῶν· ὅθεν ᾠκειώθης, τῷ ξένοις θαυμασίοις, Πατάπιε πλουσίως σὲ μεγαλύναντι.






Οἱ Ἅγιοι Σωσθένης, Κήφας, Ἀπολλῶς, Τυχικός, Καίσαρ καὶ Ἐπαφρόδιτος οἱ Ἀπόστολοι ἐκ τῶν 70
Ὁ Σωσθένης ἀναδείχτηκε ἐπίσκοπος τῆς πόλεως Κολοφῶνος στὴν Ἰωνία, καὶ διακρίθηκε γιὰ τὴν διδακτικότητα καὶ τὴν αὐταπάρνησή του. Ὑπῆρξε συνεργάτης τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ χαρακτηριστικὸ τῆς ἀγάπης τοῦ Παύλου ποὺ ἔτρεφε πρὸς τὸν Σωσθένη εἶναι, ὅτι στὴν Α’ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολήν του, ὀνομάζει αὐτὸν συστρατιώτη του.

Ὁ Ἀπολλῶς ἦταν λόγιος ἄνδρας τῆς Ἀλεξάνδρειας καὶ προικισμένος μὲ πολλὴ δύναμη λόγου καὶ γνώση τῶν Γραφῶν. Στὴν ἀρχὴ γνώριζε μόνο τὸ βάπτισμα τοῦ Ἰωάννη, κατόπιν ὅμως πληροφορήθηκε ἀκριβέστερα σχετικὰ μὲ τὴν ἀνθρώπινη σωτηρία διὰ τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, ἀπὸ τὸν Ἀκύλα καὶ τὴν σύζυγό του Πρίσκιλλα. Ὁ Ἀπολλῶς κήρυξε θαρραλέα μέσα στὴν συναγωγὴ τῆς Ἐφέσου καὶ ὕστερα πῆγε στὴν Κόρινθο καὶ τὴν ὑπόλοιπη Ἀχαΐα. Τέλος ἔκανε ἐπίσκοπος Καισαρείας.

Τὸν Τυχικὸ ἀποκαλεῖ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος ἀγαπητὸ ἀδελφὸ καὶ διάκονον ἐν Κυρίῳ, τὸν ὁποῖο ἔστειλε στοὺς χριστιανοὺς τῆς Ἐφέσου, γιὰ νὰ τὸν κάνει γνωστὸ σ’ αὐτοὺς καὶ νὰ παρηγορήσει τὶς καρδιές τους.

Ὁ Ἐπαφρόδιτος ὀνομάζεται ἀπὸ τὸν Ἀπόστολο Παῦλο ἀδελφὸς καὶ συνεργὸς καὶ συστρατιώτης του καὶ ἐπετέλεσε τὰ ἀποστολικά του καθήκοντα στοὺς Φιλιππησίους. Αὐτὸς μετὰ τὸν Σωσθένη, ἀνέλαβε τὴν ἐπισκοπὴ Κολοφῶνος.

Ὁ δὲ Καίσαρας, ἀναφέρεται μὲ τὴν οἰκογένειά του στὴν πρὸς Φιλιππησίους ἐπιστολὴ τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καὶ φέρεται ὅτι χρημάτισε Ἐπίσκοπος Κορώνης στὴν Πελοπόννησο.
Γιὰ τὸν Κηφὰ δὲν διασώζονται βιογραφικά του στοιχεῖα.






Οἱ Ὅσιοι Σωφρόνιος καὶ Δαμιανὸς Ἐπίσκοποι Κύπρου
Ὁ Σωφρόνιος καταγόταν ἀπὸ τὴν μεγαλόνησο Κύπρο καὶ ἦταν γιὸς εὐλαβῶν γονέων χριστιανῶν. Διακρινόταν γιὰ τὴν πολυμάθειά του καὶ τὴν εὐφυΐα του. Ἔγινε τόσο εὐλαβὴς καὶ ἐνάρετος, ὥστε τὸν ἀξίωσε ὁ Θεὸς μὲ πολλὰ χαρίσματα καὶ ἰδιαίτερα νὰ θαυματουργεῖ. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ἐπισκόπου Κύπρου Δαμιανοῦ, μὲ ὁμόφωνη γνώμη κλήρου καὶ λαοῦ, Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου ἔγινε ὁ Σωφρόνιος. Μετὰ τὴν χειροτονία του, ἔλαβε μεγάλη πρόνοια γιὰ τοὺς φτωχούς, τὰ ὀρφανά, τοὺς ἀναπήρους καὶ τοὺς γέροντες. Ἔτσι θεάρεστα ἀφοῦ διάνυσε τὴν ζωή του, ἀπεβίωσε εἰρηνικά.
Γιὰ τὸν Ὅσιο Δαμιανὸ δὲν ἔχουμε λεπτομέρειες περὶ τοῦ βίου του.






Ὁ Ἅγιος Ἀέρος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Ἄγνωστος στοὺς Συναξαριστές. Ἡ μνήμη του ἀναφέρεται στὸ Ἱεροσολυμιτικὸ Κανονάριο τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Καλλίστου ὡς ἑξῆς: «Μνήμη τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀέρου». Ἀνήκει πάντως στοὺς ἁγίους τῆς Σιωνίτιδος (δηλ. Ἱεροσολύμων) Ἐκκλησίας, ποὺ ἔχει γραμμένη τὴν μνήμη του στὶς 8 Δεκεμβρίου.
ΔΟΞΑ ΣΟΙ ΚΥΡΙΕ Ο ΘΕΟΣ ΗΜΩΝ Η ΕΛΠΙΣ ΗΜΩΝ ΔΟΞΑ ΣΟΙ
User avatar
tsailiketess
 
Posts: 1434
Joined: Tue Nov 15, 2011 3:29 pm

PreviousNext

Return to ΕΟΡΤΕΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΜΑΣ

Who is online

Users browsing this forum: No registered users and 0 guests

cron