Να μην επιδιώκουμε την ενάρετη ζωή για τον ανθρώπινο έπαινο, αλλά για τη σωτηρίας της ψυχής. (Μέγας Αντώνιος)
Moderator: inanm7
by XAPA » Fri Dec 13, 2013 8:02 pm
Ο ευλαβέστατος ιερέας και η θυγατέρα του...
Σ’ ένα αιγαιοπελαγίτικο νησί ζούσε προ ετών ένας ιερέας ευλαβέστατος.
Η ψυχούλα του ήταν γεμάτη στοργή για το ποίμνιό του και ειδικά για τους πονεμένους. Έφτασε όμως η μέρα που δοκιμάστηκε κι εκείνος και πόνεσε πολύ.
Η κόρη του, μια εξαιρετική κοπέλα, είχε παντρευτεί πρόσφατα μ’ ένα νοικοκυρεμένο παληκάρι.
Έφτασε, λοιπόν, ο καιρός να φέρει στον κόσμο το πρώτο παιδάκι της. Κατά τον τοκετό όμως, πέθανε!
Πήγε Μάρτυρας να συναντήσει τον Πλάστη της, αφήνοντας πολύ πόνο πίσω της.
Ο ιερέας πατέρας της πόνεσε κι αυτός πολύ στο χωρισμό, αλλά με ακλόνητη Πίστη στο Θεό πρόσφερε δοξολογία στο άγιο όνομά Του.
Την αγάπη του δε, για την θυγατέρα του εξέφραζε με θερμές προσευχές για την ψυχή της και με κρυφές ελεημοσύνες.
Ο ιερέας είχε έναν αδελφό καπετάνιο που, απόμαχος πια της θάλασσας, είχε γίνει στεριανός για τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του.
Είχε δημιουργήσει περιουσία κι απολάμβανε πλέον τους κόπους του. Δυστυχώς όμως ήταν σχεδόν άπιστος, παρ’ όλο που είχε καλή καρδιά.
Τα βραδάκια, όταν μαζεύονταν στο φιλόξενο σπίτι του παπά μαζί με μερικούς φίλους, κάποιους αγαθούς νησιώτες που πρόσφεραν τις υπηρεσίες τους στην εκκλησία, έπιναν το ζεστό τους φασκόμηλο και κουβέντιαζαν.
Ο καπετάνιος ένα βράδυ ειρωνεύτηκε τον ιερέα και του είπε:
- Σιγά καημένε παπά, μην υπάρχει άλλη ζωή και σε βλέπει η κόρη σου τι λέμε και τι κάνουμε!
Ο ιερέας με πραότητα προσπάθησε να τον βοηθήσει ν’ αποβάλει την απιστία, γιατί ήξερε πως κατά βάθος υπέφερε η ψυχή του μέσα στη θανατερή παγωνιά της. Εκείνος όμως δε φάνηκε να επηρεάζεται.
Ένα βράδυ, λοιπόν, ο ιερέας βλέπει τη θυγατέρα του στον ύπνο του. Ήταν ολόφωτη. Λευκοντυμένη, χαρούμενη, και του λέει: “Πατέρα, σ’ ευχαριστώ για όλα.
Για την αγάπη σου, τις προσευχές σου, και τις ελεημοσύνες που κάνεις για την ψυχή μου.
Πες, σε παρακαλώ, και στον θείο μου (τον καπετάνιο) ότι τον ευχαριστώ για το ψάρι που μούστειλε!”.
Αυτά είπε κι ενώ χαμογελούσε αγγελικά, τ' όνειρο έσβησε…
Ο ιερέας , όταν σηκώθηκε το πρωί, αισθανόταν μεγάλη χαρά και συγκίνηση.
Το βράδυ διηγήθηκε το όνειρο στη συντροφιά. Όλοι συγκινήθηκαν, μόνο ο καπετάνιος κοιτούσε δύσπιστα τον αδελφό του.
Όταν όμως του είπε ότι η ανιψιά του τον ευχαριστεί για το ψάρι που της έστειλε, κι ότι δεν μπορεί να εξηγήσει αυτά τα λόγια της, ο καπετάνιος τινάχθηκε όρθιος.
Τα μάτια του γέμισαν δάκρυα και τα χέρια του άρχισαν να τρέμουν. Απ’ το στόμα του βγήκε η κρυφή Πίστη της καρδιάς του:
- “Θεέ μου!”, ψιθύρισε και μια κοίταζε τον ένα και μια τον άλλον σαστισμένος.
Όλοι τον ρώτησαν τι συνέβαινε. Γιατί τόση ταραχή, γιατί τόση συγκίνηση;
Εκείνος, όταν συνήλθε κάπως, ξανακάθησε στην καρέκλα του και χωρίς να εμποδίζει τα δάκρυά του να τρέχουν στο ηλιοψημένο πρόσωπό του, τους είπε με ταπεινή φωνή:
- “Ναι, είναι αλήθεια, ζουν οι ψυχές και μας βλέπουν!
Ανήμερα στην κηδεία της ετοιμαζόμουν να κατέβω στην εκκλησία, όπου θα την διαβάζατε.
Είχα πολύ πόνο μέσα μου. Το ξέρεις, παπά, πόσο αγαπούσα αυτή τη θυγατέρα σου. Ήταν πάντα άγγελος…
Εκείνη τη στιγμή έφθασε ένας φίλος μου ψαράς κάτω απ’ τον πέρα γιαλό.
Τούχα πει πως, όταν έπιανε καλό ψάρι να μου τόφερνε κι εγώ θα το πλήρωνα όσο-όσο.
Εκείνη όμως τη στιγμή με νευρίασε η παρουσία του, καθώς κρατούσε το ροφό κρεμασμένο στο πλάι του. Του είπα λοιπόν απότομα:
- Δε θέλω ψάρια σήμερα, δεν θέλω τίποτε. Σήμερα κηδεύω την ανηψιά μου!
Ο άνθρωπος όταν τάκουσε πάγωσε και με κοίταζε αμίλητος. Τον λυπήθηκα και του είπα:
- Όμως, να, στο πληρώνω και συ δώστο σε κανένα φτωχό για την ψυχή της!
Εκείνος πήρε τα χρήματα, με συλλυπήθηκε κι έφυγε γρήγορα.
Το περιστατικό αυτό δεν τό 'πα σε κανέναν και το είχα ξεχάσει.
Αλλά η ψυχούλα της δεν το ξέχασε και μου 'στειλε τις ευχαριστίες της”, είπε και σκούπισε με την ανάστροφη του χεριού του τα δάκρυά του.
Μετά χαμογέλασε γλυκά, μα τόσο γλυκά! Μέσα σ’ αυτό το χαριτωμένο χαμόγελο ο ιερέας διέκρινε το γλυκοχάραμα της αναγεννημένης Πίστεώς του. Η νύχτα της απιστίας έφυγε…
- “Δοξασμένο τ' όνομά Σου Πολυέλεε Κύριε”,
ψιθύρισε ο ιερέας και τον αγκάλιασε με το βλέμμα του…
Από το βιβλίο: «Μηνύματα από τον Ουρανό»
Έκδοσις Ι. Μονής Παναγίας Βαρνάκοβας
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by XAPA » Mon Dec 16, 2013 5:31 pm
Επιστροφή από την άλλη ζωή
Μαρτυρία π. Σ.: «Όταν ήμουν εννέα χρόνων παιδί στις 29-5-1962, έπαιζα με άλλα παιδιά και ξαφνικά ένα με χτύπησε πολύ δυνατά.
»Έχασα την συνείδησή μου.
Μετά είδα ότι ή ψυχή μου βγήκε από τον σώμα και ξεκίνησε να πάη προς μία κατεύθυνση πού εκεί ήταν πολύ σκοτάδι.
Αιφνιδίως παρουσιάστηκε ένας "Άγγελος φωτεινός, με κράτησε στην αγκαλιά του και έτσι όπως τον κρατούσα και εγώ, ξεκίνησε να πετά προς τα πάνω με μεγάλη ταχύτητα.
»Στην πορεία μας έβλεπα τα τελώνια τον ένα πάνω από τον άλλο, και τούς δαίμονες να κάθονται εκεί, αλλά εμείς περνούσαμε από μακριά και με μεγάλη ταχύτητα.
»Μάς σταμάτησαν στο τελευταίο τελώνιο, γιατί είχα κλέψει τον στυλό ενός συμμαθητή μου.
Αλλά ό Άγγελος είπε: "Τον πηγαίνω στον Κύριο" και συνεχίσαμε.
Φθάσαμε σ' ένα μέρος όπου από πάνω ξεχυνόταν πολύ δυνατό φώς και μπορούσα να βλέπω μόνο προς τα κάτω.
Ό Άγγελος στάθηκε λίγο πιο πάνω και είπε: "Κύριε, αυτός είναι ακόμα πολύ μικρός".
Τότε άκουσα μια γλυκιά και ωραιότατη φωνή να απαντά στον Άγγελο: "Αυτός θα με διακονήσει".
«Αμέσως ό Άγγελος με πήρε και άρχισα με να πετάμε πάλι προς τα κάτω πολύ γρήγορα. Με πήγε στο Νοσοκομείο, όπου βρισκόταν τον σώμα μου και τον έβλεπα. Ό Άγγελος με άφησε χωρίς να πήγε τίποτε και έφυγε.
»Έπειτα συνήλθα και σχεδόν αμέσως ξέχασα τον συμβάν.
Το θυμήθηκα όμως πολύ καλά όταν έγινα μοναχός τον 1995 (μετά από τριάντα τρία χρόνια) και είχα αποφασίσει να λάβω και την ιεροσύνη.
«Νομίζω ότι ό Θεός τον είχε θάψει στην μνήμη μου για να εκδηλωθεί ελεύθερα ή βούληση και ή επιλογή στην κλήση μου».
ΒΙΒΛ. ΑΣΚΗΤΕΣ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΚΟΣΜΟ
tostavroudaki
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by XAPA » Wed Dec 18, 2013 4:23 pm
Ἐμφάνιση τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους σέ Μοναχό Ἁγιορείτη
Ὁ Μοναχός αὐτός ἦταν γέροντας κι ἀσθενοῦσε σοβαρά. Ὑπέφερε πολύ κι ἄρχισε νά δημιουργεῖται στήν ψυχή του κάποιο παράπονο.
Ἀλλά, " θροῦς γογγυσμοῦ οὐκ ἀποκρύπτεται"...
Ἔτσι, ἕνα ἀπόγευμα, ἐνῶ ἦταν μόνος, ἦρθε στό κελλί του ἕνα φωτεινότατο καί καλωσυνᾶτο γεροντάκι.
Ὁ ἄρρωστος Μοναχός χάρηκε. Τοῦ εἶπε τόν πόνο του κι ἐκεῖνος τόν ἄκουγε μέ ὑπομονή καί κατανόηση.
Μετά τό γεροντάκι τοῦ λέει μέ γλυκύτητα: --
Κάνε λίγο ἀκόμη ὑπομονή, ἀδελφέ μου!
Ὁ Κύριος σοῦ ἔχει ἑτοιμάσει ἐκτός ἀπ᾿ τό στεφάνι τῆς ἀσκήσεως καί στέφανο Μαρτυρίου!
Σκέψου τί τράβηξα κι ἐγώ, καί ἤμουν 113 ἐτῶν, ὅταν μαρτύρησα!
Μοῦ κάρφωσαν καρφιά στό κεφάλι, στό σῶμα, στά πόδια, καί μ᾿ ἔγδερναν μέ σιδερένια νύχια!
Ὅλα τά ὑπέμεινα γιά τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ...
Ὑπομονή καί σύ, ἀδελφέ, ὑπομονή, μήπως καί χάσεις τό στεφάνι σου!...
Αὐτά εἶπε καί χάθηκε χωρίς νά βγεῖ ἀπ᾿ τό κελλί!
Ἦταν ὁ ἅγιος Χαράλαμπος!Ἀπό τό βιβλίο: "Μηνύματα ἀπό τόν Οὐρανό"
Ἔκδοσις: " Ἱ. Μονῆς Παναγίας Βαρνάκοβας Δωρίδα 2005
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by XAPA » Fri Dec 20, 2013 4:40 pm
Ἐμφανίσεις Δικαίων. Ἡ ἀξία τῆς θυσίας
Αὐτό τό συγκλονιστικό γεγονός ἐκτυλίχτηκε στά γαλανά νερά τοῦ Σαρωνικοῦ, τήν περασμένη δεκαετία.
Τό ἀφηγήθηκε μιά ἀπ᾿ τίς πιό ἐκλεκτές μαθήτριες τοῦ Γέροντα Πορφυρίου, ἡ ὁποία ἐπρόκειτο νά γίνει Μοναχή.
Σ᾿ ἕνα ἀπ᾿ τά παραθαλάσσια προάστεια τῆς Ἀττικῆς, θά γίνονταν κολυμβητικοί ἀγῶνες γυναικῶν.
Θά ἔπαιρνε μέρος καί μιά ἐξαιρετική κοπέλα, ἡ Ἄννα, ἡ ὁποία ἦταν πρωταθλήτρια στήν κολύμβηση, συγγενής καί φίλη τῆς μαθήτριας τοῦ Γέροντα.
Στούς ἀγῶνες θά συμμετεῖχε ἐπίσης καί μία ἄλλη φίλη τῆς Ἄννας, ἡ ὁποία εἶχε κι ἐκείνη μεγάλη ἐπίδοση σ᾿ αὐτό τό ἄθλημα.
(Πρέπει νά τονιστεῖ ὅτι ἡ Ἄννα, ἐκτός ἀπό τήν ἐξαιρετική της ἐπίδοση στήν κολύμβηση, εἶχε μιά πολύ καλλιεργημένη ψυχή. Ἦταν θεοσεβής, εὐγενής, γενναιόψυχη. Ὅλοι τήν ἀγαποῦσαν!).
Τήν ἡμέρα τῶν ἀγώνων πλῆθος κόσμου εἶχε συγκεντρωθεῖ στό καθορισμένο μέρος. Μεταξύ αὐτῶν κι οἱ γονεῖς τῶν δύο κοριτσιῶν. Ὅταν οἱ ἀγῶνες ξεκίνησαν κι οἱ ἀθλήτριες ξανοίχτηκαν βαθιά στή θάλασσα, προπορευόταν αἰσθητά ἡ Ἄννα.
Ἀπό πίσω της κολυμποῦσε ἡ φίλη της. Ξαφνικά, ἡ Ἄννα μέ τήν ἄκρη τοῦ ματιοῦ της βλέπει τήν κοπέλα νά χάνεται μέσα στά νερά, εἶχε πάθει κράμπα!
Ἀμέσως, μέ τή φιλαλληλία πού τή διέκρινε, ἐγκαταλείπει τόν ἀγῶνα καί κατευθύνεται πρός τό μέρος της.
Δυστυχῶς ὅμως οἱ παρατηρητές τοῦ ἀγῶνα δέν ἀντιλήφθηκαν ἀμέσως τό συμβάν.
Ὅταν πλησίασε ἡ Ἄννα, ἡ φίλη της εἶχε χάσει πλέον τίς δυνάμεις της.
Στήν προσπάθειά της μάλιστα νά σωθεῖ, τήν ἔπιασε ἀπ᾿ τό λαιμό καί βυθίστηκαν κι οἱ δυο.
Ὅταν τελικά πῆραν εἴδηση ἀπ᾿ τήν ἀκτή κι ἔσπευσαν κοντά τους, τίς βρῆκαν καί τίς δύο νεκρές!
Εὔκολο εἶναι νά φανταστεῖ κανείς τό θρῆνο πού ἔγινε ἀπ᾿ τούς γονεῖς, ἀλλά κι ἀπ᾿ ὅλον τόν κόσμο, εἰδικά γιά τήν Ἄννα, τήν ἡρωίδα αὐτή τῆς ἀγάπης.
Πρώτευε στήν κολύμβηση, πρώτευσε καί στό μεγαλειῶδες ἄθλημα τῆς αὐτοθυσίας γιά τή σωτηρία τοῦ πλησίον! Ἐφάρμοσε τά θεϊκά λόγια τοῦ Κυρίου.
Ἡ Ἀκαδημία Ἀθηνῶν βράβευσε τήν ἡρωική πράξη τῆς Ἄννας, δίνοντας τό βραβεῖο στή μητέρα της. Ἐκείνη ὅμως κλονίστηκε! Ἦταν ἀπαρηγόρητη καί κινδύνευε ἡ ψυχή της.
Τότε ἐπενέβη ἀποφασιστικά ἡ πνευματική θυγατέρα τοῦ Γέροντα Πορφυρίου.
Τήν παρηγόρησε, τή στερέωσε στήν Πίστη καί μέ τή θερμή προσευχή της στό Θεό ἡ πονεμένη γυναίκα εἰρήνευσε, φωτίστηκε, κι ἔφθασε στό σημεῖο νά δοξάζει τό Θεό γιά τήν ἡρωίδα καί μάρτυρα κόρη πού τῆς χάρισε.
Ἡ Ἄννα, δέ ἡ ἁγία αὐτή ψυχή, βλέποντας, μέ τόν τρόπο πού μόνο ὁ Θεός γνωρίζει, τή βοήθεια πού πρόσφερε στή μητέρα της ἡ φίλη της καί μαθήτρια αὐτή τοῦ Γέροντα, θέλησε νά τήν εὐχαριστήσει.
Καί, τό θαυμαστό ἔγινε!
(Θά μποροῦσε ὁ Θεός τῆς ἀγάπης νά μήν ἱκανοποιήσει τήν ἐπιθυμία μιᾶς τέτοιας ψυχῆς;). "Ἦταν μεσημέρι", ἀφηγήθηκε ἡ μαθήτρια τοῦ Γέροντα, "δέν κοιμόμουν, ἤμουν σέ τελείως φυσική κατάσταση, ὁπότε ξαφνικά ἀνοίγει ἡ πόρτα τοῦ δωματίου μου καί μπαίνει ὁλόφωτη, θεϊκά ὄμορφη, μ᾿ ἕνα γλυκύτατο χαμόγελο ἡ Ἄννα!
Στήν ἀρχή ταράχτηκα, ἀμέσως ὅμως θεία χαρά καί ἀγαλλίαση μέ πλημμύρισε. Ἔμεινα ἄφωνη νά τήν κοιτάζω. Τότε ἀκούστηκε ἡ φωνή της εἰρηνική καί γλυκειά. Μοῦ εἶπε:
--Πῆρα ἄδεια ἀπ᾿ τόν Κύριο νά ἔρθω νά σ᾿ εὐχαριστήσω πού βοήθησες τή μητέρα μου.
Σέ παρακαλῶ νά τῆς πεῖς πώς ἐγώ θά μποροῦσα νά σωθῶ.
Γνώριζα τόν τρόπο ν᾿ ἀπελευθερωθῶ ἀπό τά χέρια τῆς φίλης μου, ἀλλά δέ θά εἶχα τή δύναμη νά βγῶ μόνο ἐγώ στήν ἀκτή καί ν᾿ ἀντικρύσω τή μητέρα της(!!)
Ἐπίσης, πές της πώς δέν ὑποφέραμε.
Σ᾿ ἐκεῖνες τίς δύσκολες στιγμές μᾶς παρουσιάστηκε ὁ Κύριός μας, ὁ Χριστός μας.
Χαμογελῶντας θεϊκά, μᾶς εἶπε: " Ἐάν θέλετε ἐγώ θά σᾶς στείλω πίσω, στήν ἐπίγεια ζωή.
Τί θέλετε, νά γυρίσετε πίσω ἤ νά ἔρθετε μαζί μου;"
Κι ἐμεῖς διαλέξαμε νά πᾶμε μαζί Του! Κανείς δέ μπορεῖ νά δεῖ τή θεϊκή Του ὀμορφιά κι ἀγάπη καί νά προτιμήσει κάτι ἄλλο, ἀδελφή μου."
Μετά πρόσθεσε μέ περισσότερη ἀκόμη ἀγάπη: "Γιά τό καλό πού μοῦ ἔκανες, θά σοῦ πῶ κι ἐγώ ἕνα μυστικό τ᾿ Οὐρανοῦ.
Ἔρχονται πολλοί ἄνθρωποι πάνω καλοί κι ἐνάρετοι. Ἀρχιερεῖς, ἱερεῖς, μοναχοί, οἰκογενειάρχες, καί πιστεύουν ὅτι θά πάρουν τήν πρώτη θέση στόν Οὐρανό.
Ἡ πρώτη θέση ὅμως ἀνήκει σ᾿ αὐτούς πού θυσιάζουν τή ζωή τους γιά τούς ἄλλους! Σ᾿ αὐτούς πού μιμοῦνται τό Χριστό στήν θυσία!
Αὐτά εἶπε κι ἔγινε ἄφαντη, ἀφήνοντάς μου μιά ἀπερίγραπτη χαρά καί συγκίνηση... "Ἡ πρώτη θέση στόν Οὐρανό εἶναι γι᾿ αὐτούς πού θυσιάζουν τή ζωή τους γιά τόν πλησίον!..."
Μήνυμα σπουδαιότατο, εἰδικά γιά τήν ἐποχή μας, τήν ἐποχή τοῦ ἀπάνθρωπου ἀτομισμοῦ, πού σκοτώνει κάθε χαρά τῆς ψυχῆς.
Ἡ θυσιαζομένη ἀγάπη ὅμως ζωοποιεῖ καί χαροποιεῖ. Εἴθε νά μᾶς τήν χαρίσει ὁ Θεός! Ἀπό τό βιβλίο: "Μηνύματα ἀπό τόν Οὐρανό"
Ἔκδοσις: " Ἱ. Μονῆς Παναγίας Βαρνάκοβας Δωρίδα 2005
hristospanagia
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by XAPA » Thu Dec 26, 2013 7:43 pm
Διήγηση Συνεσίου Επισκόπου Κυρήνης για κάποιο Ευάγριο φιλόσοφο και τριακόσια λίτρα χρυσού
Ημερομηνία ανάμνησης του γεγονότος αυτού από την εκκλησία μας : 27 Ιουνίου
Η διήγηση αυτή βρίσκεται στο Νέο Εκλόγιο και το Λειμωνάριο του Αγίου Νικόδημου του Αγιορείτη. Γράφει ο Άγιος Νικόδημος:
Eις τας ημέρας του Πατριάρχου Aλεξανδρείας Θεοφίλου, εν έτει υια΄ [411], έγινεν Eπίσκοπος Kυρήνης Συνέσιος ο Φιλόσοφος, ο οποίος πηγαίνωντας εις την επαρχίαν του, εύρεν εκεί κάποιον φιλόσοφον Eυάγριον ονόματι, ο οποίος ήτον φίλος του πολλά ηγαπημένος, από τον καιρόν οπού εσπούδαζεν εις τα σχολεία, είχεν όμως μεγάλην δεισιδαιμονίαν και προσπάθειαν εις την ειδωλολατρείαν.
Όθεν ο Συνέσιος, ποθών να μεταστρέψη τον φίλον του από την πλάνην των ειδώλων, και να τον κάμη Xριστιανόν, είχε μεγάλον αγώνα και πρόνοιαν, και εζήτει με παντοίους τρόπους, πώς να τον φέρη εις την ευσέβειαν.
Aλλ’ εκείνος δεν έστεργε παντελώς, ουδέ εδέχετο τους λόγους του, μόλον τούτο ο Συνέσιος, ελκόμενος από την πολλήν φιλίαν, οπού είχον αναμεταξύ των, δεν έπαυεν από το να τον νουθετή, καθ’ εκάστην ημέραν, και να τον παρακινή, διά να έλθη εις επίγνωσιν αληθείας.
Eν μιά δε των ημερών, αφ’ ου του είπε πολλά ο Συνέσιος, απεκρίθη προς αυτόν ο Eυάγριος. Kατά αλήθειαν κύριε Eπίσκοπε, δεν μοι αρέσει κοντά εις τα άλλα και τούτο οπού λέγετε εσείς οι Xριστιανοί, ήγουν ότι έχει να γένη συντέλεια του κόσμου, και ότι μετά την συντέλειαν, όλοι οι άνθρωποι, οπού έγιναν απ’ αιώνος, έχουν να αναστηθούν με το ίδιον σώμα, το οποίον τότε μέλλει να γένη άφθαρτον και αθάνατον, και ότι έχουν να λάβουν τότε την ανταπόδοσιν κατά τα έργα των.
Kαι προς τούτοις, δεν μοι αρέσει και τούτο οπού λέγετε, ότι όποιος ελεεί πτωχόν, δανείζει εις τον Θεόν. Kαι όποιος σκορπίσει τα άσπρα του εις τους πτωχούς, αυτός θησαυρίζει εις τους Oυρανούς, και εις την κοινήν ανάστασιν έχει να τα λάβη εκατονταπλασίονα, και ζωήν την αιώνιον. Tαύτα όλα μού φαίνονται, πως είναι παραμύθια και πλάνη και περιγέλασμα.O δε μακάριος Συνέσιος τον εβεβαίονεν, ότι όλα, όσα λέγουν οι Xριστιανοί, είναι αληθινά, και δεν έχουν κανένα ψεύδος, και ταύτα απέδειχνε με πολλάς αποδείξεις.
Όθεν και μετά ολίγον καιρόν τον εκατάπεισε και έγινε Xριστιανός, και εβάπτισεν αυτόν και τα τέκνα του, και όλους τους ανθρώπους του οσπητίου του. Aφ’ ου λοιπόν εβαπτίσθη ο Eυάγριος, έδωκεν εις τον Συνέσιον τριακοσίας λίτρας χρυσίον, διά να το μοιράση εις τους πτωχούς, λέγων ούτω.
Λάβε ταύτα και μοίρασαί τα εις τους πτωχούς, και γράψον μοι ένα ιδιόχειρόν σου γράμμα χρεωστικόν, ότι θέλει αποδώσει εις εμέ ταύτα ο Iησούς Xριστός. O δε Συνέσιος εδέχθη το χρυσίον, και έγραψε προθύμως το γράμμα, οπού εζήτει ο Eυάγριος, και το έδωκεν εις αυτόν.
Mετά δε ικανόν καιρόν ησθένησεν ο Eυάγριος, και ερχόμενος εις το τέλος του θανάτου, έδωκεν εις τα παιδία του το γράμμα του Eπισκόπου βουλλωμένον, και παρήγγειλεν εις αυτά, ότι όταν τον ενταφιάσουν να βάλουν το γράμμα εις το χέρι του, χωρίς να έχη τινάς είδησιν, και έτζι έκαμαν τα τέκνα του.
Ύστερον δε από την τρίτην ημέραν της ταφής του, εφάνη ο Eυάγριος την νύκτα εις τον Eπίσκοπον, και του λέγει. Άνοιξον τον τάφον μου, και λάβε το ιδιόχειρον γράμμα σου, ότι απέλαβον το χρέος, και δεν έχω πλέον να το ζητώ από λόγου σου, και προς πληροφορίαν σου, ιδιοχείρως υπέγραψα εις το εδικόν σου γράμμα.
O γαρ Eπίσκοπος δεν ήξευρε, πως ενταφιάσθη μαζί με τον νεκρόν και το ιδιόχειρον γράμμα του.
Tο πρωί λοιπόν έκραξεν ο Συνέσιος τα τέκνα του Eυαγρίου, και τα ερώτησεν, εάν έβαλαν εις τον τάφον του πατρός των κανένα πράγμα.
Eκείνα δε έλεγον, ότι δεν έβαλον άλλο τίποτε, πάρεξ το σώμα με τα ρούχα, οπού εφόρει.
O δε Eπίσκοπος, ουδέ κανένα χαρτί τους είπε, δεν εθάψατε, με το σώμα του πατρός σας; Tότε εκείνοι ενθυμήθηκαν, και είπον, ναι Δέσποτα, όταν ο πατήρ μας έμελλε να αποθάνη, μας έδωκεν ένα χαρτίον, και μας παρήγγειλεν, ότι όταν με ενταφιάσετε, βάλετε και το χαρτίον τούτο εις τας χείρας μου, χωρίς να έχη τινας είδησιν. Tότε εφανέρωσεν ο Συνέσιος το όραμα οπού είδεν, εκείνην την νύκτα.
Όθεν επήρε τα τέκνα του Eυαγρίου, ομού και τους εδικούς του Kληρικούς, και άλλους πολλούς Xριστιανούς, και επήγαν εις τον τάφον του Eυαγρίου, και ανοίξαντες αυτόν, ευρήκαν τον νεκρόν οπού εκράτει εις το χέρι του το γράμμα του Eπισκόπου.
Πέρνοντες δε αυτό από το χέρι του, το άνοιξαν και ω του θαύματος!
ευρήκαν υποκάτω εις το ιδιόχειρον γράμμα του Eπισκόπου, άλλα γράμματα γεγραμμένα ιδιοχείρως από τον Eυάγριον, τα οποία έγραφον ταύτα• «Eγώ Eυάγριος ο φιλόσοφος λέγω εις εσένα τον οσιώτατον Eπίσκοπον κύριον Συνέσιον, να χαίρης.
Aπέλαβον από τον Kύριον ημών Iησούν Xριστόν το χρέος, οπού είναι γεγραμμένον εις τούτο σου το πιττάκιον, και απέλαβον εκατονταπλασίονα θησαυρόν εν τω Oυρανώ, και ζωήν αιώνιον, καθώς υπεσχέθης μοι.
Όθεν δοξάζω τον Θεόν, και ευχαριστώ την οσιότητά σου, οπού με ωδήγησας εις το φως». Oι δε παρεστώτες ακούσαντες ταύτα, και βλέποντες τα γράμματα, πως ήτον νεωστί γεγραμμένα, και της χειρός του ιδίου Eυαγρίου, μάλιστα δε πληροφορηθέντες από τα παιδία του οπού εβεβαίοναν, ότι μόνα τα γράμματα του Eπισκόπου περιείχε το χαρτίον, όταν ενταφιάσθη με το νεκρόν σώμα του πατρός των, ταύτα, λέγω, μαθόντες, έμειναν όλοι εκστατικοί, φωνάζοντες ώραν πολλήν το «Kύριε ελέησον».
Όθεν εδόξαζον τον Θεόν, οπού κάμνει τοιαύτα θαυμάσια, και δίδει πάντοτε εις τους δούλους του τοιαύτας πληροφορίας.
Eκείνος δε οπού εδιηγήθη εις ημάς το θαυμάσιον τούτο, εβεβαίονεν, ότι το γράμμα εκείνο, ευρίσκεται εις το Σκευοφυλάκιον της αγιωτάτης Eπισκοπής Kυρήνης μέχρι της σήμερον, εις πληροφορίαν πολλών.
Kαι το μεν χρέος δείχνει, πως είναι παλαιότερα γεγραμμένον, από το χέρι του Eπισκόπου.
H δε πληρωμή του χρέους δείχνει, πως εγράφη ύστερον από τον θάνατον του Eυαγρίου με το χέρι εκείνου. (Tούτο το διήγημα ευρίσκεται και εν τω Nέω Eκλογίω υπό του Λειμωναρίου ερανισθέν, με κάποιαν ολίγην παραλλαγήν.)
Saint.gr
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by XAPA » Sat Jan 04, 2014 3:13 pm
Oι επτά παίδες εν Εφέσω και το μήνυμα της ΑνάστασηςΗμερομηνία εορτής: 4 Αυγούστου
του Αρχιμ. Νικοδήμου Παυλόπουλου
Καθηγουμένου Ι. Μ. Αγίου Ιγνατίου - Λειμώνος Λέσβου
από το βιβλίο του «Εορτοδρόμιον»
Oι επτά παίδες εν Εφέσω έζησαν στα χρόνια του μεγάλου διωγμού του Δεκίου.
Ωνομάζονταν Μαξιμιλιανός, Εξακουστωδιανός, Ιάμβλιχος, Διονύσιος, Μαρτινιανός, Αντωνίνος και Κωνσταντίνος.
Το 252 λοιπόν για να μη πέσουν στα χέρια των διωκτών και γινουν θύματα της μανίας του Δεκίου, αφού εμοίρασαν τα υπάρχοντά τους στους φτωχούς, κρύφτηκαν σ' ένα σπήλαιο της Εφέσου και παρακάλεσαν το Θεό να παραλαβή τις ψυχές τους προσφέροντας τους ειρηνικό το θάνατο. Και ο πανάγαθος πατέρας μας τους ανέπαυσε μεσα στο σπήλαιο.
Το σπήλαιο των Επτά Παίδων στην Έφεσο
Ο Δέκιος όταν επέστρεψε στην Εφεσο τους αναζήτησε και μαθώντας το θάνατο διάταξε και έχτισε του σπηλαίου το στόμιο και έθεσε και επτά μολύβδινες σφραγίδες με τα ονόματα των επτά παίδων.
Ύστερα από εκατόν ενενήντα οκτώ χρόνια στα χρόνια του αυτοκράτορα Θεοδοσίου του μικρού, ευσεβούς και προστάτου των χριστιανών των ορθοδόξων, παρουσιάστηκε μια αίρεσι πού εδίδασκε πως δεν υπάρχει των σωμάτων ανάστασι.
Πολλούς επισκόπους που εκήρυταν αύτη την πλάνη εξώρισε και άλλους πάλι τους εφυλάκισε.
Ο ίδιος δε ο βασιλιάς αφού ντύθηκε τρίχινο σάκκο κατά γης έπεσε και παρακαλούσε το Θεό να του δείξη σημείο πού να βεβαιώνη των νεκρών την ανάστασι.
Ο ιδιοκτήτης του κτήματος της Εφέσου μέσα στο όποιο βρισκόταν το σπήλαιο των επτά παίδων, να χτίση μάντρα για τα πρόβατα ηθέλησε, και στο χτίσιμο και τις πέτρες πού έφραζαν το στόμιο του σπηλαίου εχρησιμοποίησε.
Έτσι άνοιξε το στόμιο του σπηλαίου και κατά προσταγή του Θεού οι επτά παίδες ανέστησαν και συζητούσαν, σαν να είχαν σηκωθή από τον ύπνο, για τα γεγονότα των ήμερων των διωγμών του Δεκίου και για τον κίνδυνο τον όποιον διέτρεχαν.
Το θαυμαστό δε ήταν ότι ούτε τα σώματα τους είχαν αλλοιωθή καθόλου άλλ' ούτε και τα ενδύματα τους είχαν παραφθαρή το σύνολον.
Ο Μαξιμιλιανός ενεψύχωνε τους άλλους συντρόφους για να κράτηση την πίστι σε περίπτωσι που θα τους συνελάμβανεν ο Δέκιος.
Ο Ιάμβλιχος πάλι πήρε από το πουγγί νόμισμα πού έδειχνε το Δέκιο και κατέβηκε στην πόλι για να προμηθευτή άρτους αρκετούς, γιατί κατά την παρατήρησι του Μαξιμιλιανού οι άρτοι της χθες ήταν λίγοι και πεινασμένοι σχεδόν είχαν κοιμηθή.
Βρήκε όμως αλλαγμένη την Έφεσο και εθαύμασε. Είδε σταυρό στην είσοδο και απόρησε. Όλους τους ανθρώπους τους έβλεπε με διαφορετικές ενδυμασίες και τελείως αγνώριστους και τα έχασε, ενόμιζε ότι όραμα έβλεπε.
Πήγε τέλος στο φούρνο και ψωμιά πολλά αγόρασε.
Άλλ' οι αρτοποιοί βλέποντας το αρχαίο νόμισμα και εκτιμώντας τη μεγάλη του αξία με απορία τον Ιάμβλιχο εκοίταζαν.
Ετρόμαξεν ο Ιάμβλιχος.
Ενόμισεν ότι στο Δέκιο ήθελαν να τον παραδώσουν και τα ψωμιά επέστρεψε λέγοντας, κρατήστε και τους άρτους και το αργύριο μόνο να μη με παραδώσετε.
Αλλ΄ εκείνοι πιστεύοντας ότι είχαν στα χέρια τους κάποιον αρχαιοκάπηλο και ευρετή μεγάλου θησαυρού τον εκράτησαν και τον εβίαζαν να τους δείξη το θησαυρό.
Φυσικά ο άγιος αρνιόταν ότι είχεν ανακαλύψει θησαυρό και οι αρτοποιοί τον ωδήγησαν στον Ανθύπατο.
Ο Ανθύπατος της πόλεως πήρε το νόμισμα στο χέρι και είδε πώς ήταν παλαιό και άνηκε στον αυτοκράτορα Δέκιο.
Ερώτησε λοιπόν που βρήκε το θησαυρό και ο Ιάμβλιχος απάντησε ότι δεν βρήκε θησαυρό άλλα το αργύριο το είχε πάρει από το σπίτι των γονιών.
Ποιών γονιών, ερώτησε, και από ποια πόλι.
Από την Έφεσον, ο Ιάμβλιχος απάντησε.
Φέρε μου λοιπόν τους γονείς σου για να μας βεβαιώσουν εκείνοι για την αλήθεια των λόγων σου.
Άλλ' οι γονείς είχαν αποθάνει πριν από διακόσια περίπου χρόνια, στα χρόνια του Δεκίου και τα ονόματα τους πολύ τον Ανθύπατο εξένισαν.
Ο άγιος τέλος για να γίνη πιστευτός στον Ανθύπατο παρεκάλεσε να πάνε μαζί στο σπήλαιο για να συναντήσουν και τους άλλους παίδες και να μάθουν ότι μόλις χθες κρύφτηκαν για να γλυτώσουν από τα χέρια του Δεκίου.
Ω παράδοξα πράγματα, ώ πρωτάκουστα και πρωτόφαντα γεγονότα!
Ο Ανθύπατος πήρε μαζί και τον Επίσκοπο Μαρίνο της Εφέσου.
Στο στόμιο του σπηλαίου είδαν τις παλαιές σφραγίδες του Δεκίου με τα ονόματα των κοιμηθέντων παίδων επάνω στο μολύβι χαραγμένα.
Μέσα δε στο σπήλαιο εβρήκαν και τους άλλους έξη παίδες και έκπληκτοι όλοι Επίσκοπος, Ανθύπατος και πολλοί Άρχοντες στα πόδια τους έπεσαν και προσκυνούσαν τους αγίους επτά παίδας και ρωτούσαν να μάθουν τις λεπτομέρειες του θαύματος.
Και οι άγιοι με τη σειρά όλα τα εξιστόρησαν. Τόσο τα κακουργήματα του Δεκίου εις βάρος των χριστιανών όσο και την ιδική τους υπόθεση.
Το θαύμα ο Ανθύπατος με τον Επίσκοπο το ανέφεραν στο Θεοδόσιο το Βασιλέα.
Αυτό το θαύμα της αναστάσεως των επτά παίδων ήταν το σημείο πού έδειχνεν ο Θεός για να ικανοποίηση τον ευσεβή αυτοκράτορα.
Και ο Θεοδόσιος αμέσως με συνοδεία τιμητική μετέβη στην Έφεσο και μπήκε στο σπήλαιο και έπεσε στα πόδια των αγίων επτά παίδων και με τα δάκρυα του τα κατάβρεχε και εδόξαζε το Θεό πού ικανοποίησε το αίτημα του και περίτρανα την ανάστασι των νεκρών του απέδειξε.
Και ενώ συνομιλούσε ο βασιλέας με τους αγίους, σαν να ενύσταξαν οι άγιοι και αφού έκλιναν τα κεφάλια τους, τις ψυχές τους
παρέδωκαν στα χέρια του ποιητή και Πλάστη
zoiforos
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by zenjt » Mon Jan 06, 2014 7:56 pm
Η ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗ.Κάποτε,παραμονές Χριστουγέννων κάλεσαν τον Στάρετς[Ιερέα]Αλέξιο Μετσώφ,να κοινωνήσει μιαν άρρωστη.Πήγε.Αντίκρυσε ένα από τα πιο φτωχικά σπίτια της Μόσχας.Μέσα σε ένα άθλιο δωμάτιο,ήταν ξεπλωμένη μία ανήμπορη γυναίκα και γύρω της μικρά γυμνά παιδάκια.Όλα είχαν αποτυπωμένη την στέρηση,την πείνα και το παράπονο στο προσωπάκι τους.Ο στάρετς συγκλονίστηκε!Κοινώνησε τη μάνα,την παρηγόρησε και φεύγοντας,άφησε στο προσκεφάλι της,το πορτοφόλι του,το οποίο είχε μερικά χρήματα μια και πριν λίγο είχε λειτουργήσει.Γύρισε στο σπίτι δίχως ένα καπίκι[ρωσικό νόμισμα].Η πρεσβυτέρα του ζήτησε χρήματα για να αγοράσει λίγα τρόφιμα,για τα Χριστούγεννα.Εκείνος έκανε ότι δεν άκουσε.Του ξαναζήτησε επίμονα.Ο στάρετς σιωπούσε.Μέσα του σκεφτόταν : <<Kαλά έκανα,άραγε,που δεν άφησα τίποτε για τα παιδιά μου,χρονιάρες μέρες;Κι εκείνα βέβαια είναι παιδιά.Κι αυτά όμως παιδιά είναι.Κι εκεί φτώχεια κι εδώ φτώχεια.Θεέ μου βοήθησέ με,ώστε η ελεημοσύνη να μην γίνει αιτία σκανδαλισμού>>Κι ο Θεός μίλησε!Σε λίγο κτύπησαν την εξώθυρα.Έφεραν αρκετά χρήματα από κάποια πλούσια κυρία,μαζί με ονόματα για να μνημονευτούν!Έτσι ο στάρετς,είδε χειροπιαστό το έλεος του Θεού σαν απάντηση στην ελεημοσύνη του.Πάντοτε έλεγε να ελεούμε απ'την καρδιά μας.Κι ότι όσο περισσότερο δίνουμε,τόσο περισσότερο μας δίνει ο Θεός. Ο στάρετς Αλέξιος Μετσώφ γεννήθηκε στην Μόσχα στις 17 Μαρτίου 1859 και ήταν σύγχρονος του Αγίου Ιωάννη Κροστάνδης.
Orthodoxathemata.blogspot.com
-
zenjt
-
- Posts: 72587
- Joined: Wed Nov 16, 2011 7:16 pm
- Location: ΚΕΡΚΥΡΑ
by XAPA » Fri Jan 10, 2014 10:45 pm
“ Άμα μας ξεχνάτε, πέφτουμε χαμηλά”
Πόσο απαραίτητο είναι να προσευχόμαστε και να κάνουμε στην Εκκλησία τα μνημόσυνα για τις ψυχές των κεκοιμημένων, το αποδεικνύουν και τα ακόλουθα δύο περιστατικά.
Τα διηγήθηκαν δυο ευσεβείς και καλλιεργημένες προσκυνήτριες από γειτονικό χωριό. Η μία είπε:“Πάνω στον χρόνο που κοιμήθηκε η μητέρα μου, λησμόνησα την ημέρα που έπρεπε να γίνει το μνημόσυνο.
Το βράδυ την είδε στον ύπνο της η κόρη μου ( η εγγονή της ) και της είπε με παράπονο και στενοχωρημένη:
- Πες στην μάνα σου, γιατί με ξέχασε; Ούτε ένα κερί; Εγώ την άφησα στο πόδι μου.
Όταν μας ξεχνάτε , πέφτουμε χαμηλά!
Πράγματι, η μητέρα μου φρόντιζε πολύ τα καθήκοντά της έναντι των κεκοιμημένων.
Την άλλη μέρα, όταν άκουσα το μήνυμά της από το στόμα της κόρης μου, αμέσως έβρασα σιτάρι και το πήγα στην Εκκλησία να μνημονευθή”.
Η άλλη κυρία είπε κάτι σχετικό:“Λησμόνησα να κάνω τα χρυσά κόλλυβα για την μητέρα μου. ( Στην Ρούμελη “χρυσά κόλλυβα” λένε τα κόλλυβα που γίνονται το Σάββατο της εβδομάδας της Πεντηκοστής, όπου τελειώνει η αναστάσιμη χάρι που δίδεται στις ψυχές των κεκοιμημένων, σύμφωνα με παράδοση της Εκκλησίας μας. ) .
Το βράδυ την βλέπω στον ύπνο μου ότι στεκόταν μπροστά στην εικόνα της Παναγίας και μ’ ένα κουτάλι έτρωγε κόλλυβα από ξένα πιάτα που ήσαν τοποθετημένα εκεί.
- Καλέ μητέρα, τρως ξένα κόλλυβα; Την ρώτησα .
Κι εκείνη απάντησε:
- Τι να κάνω, κόρη μου, αφού δεν μου έφτειαξες εσύ;
Το παράπονό της μ’ άγγιξε στην καρδιά. Από τότε ποτέ δεν παρέλειψα τα καθήκοντά μου έναντι των κεκοιμημένων.”“Τι να κάνω θειά; Ψάχνω να βρω δυό σπυριά σιτάρι να φάω!”
Σ’ ένα χωριό της Ρούμελης έφυγε για τον Ουρανό ένας αρκετά νέος άνθρωπος.
Όταν ήρθε ο καιρός να γίνει το μνημόσυνο των σαράντα ημερών, για να τιμήσουν, όπως νόμιζαν τον νεκρό, παρήγγειλαν οι συγγενείς τον δίσκο των κολλύβων σ’ ένα καλό ζαχαροπλαστείο της γειτονικής πόλεως.
Κι εκεί, για να ευχαριστήσουν τους πελάτες τους, και τι δεν έβαλαν επάνω στον δίσκο!
Ζαχαρένια στολίδια και λουλούδια, ζάχαρες, κρέμες κ.λ.π. Όλα, εκτός από σιτάρι!
Έγινε το μνημόσυνο και το βράδυ μία θεία του κεκοιμημένου τον είδε στον ύπνο της να πετάει με αγανάκτηση επάνω απ’ τον δίσκο όλα αυτά τα περιττά στολίδια.
- Κώστα μου! Του είπε, γιατί πετάς τα στολίδια από τον δίσκο σου;
Τότε εκείνος την κοίταξε αυστηρά και της είπε:- Τι να κάνω, καημένη θειά; Ψάχνω να βρω δυο σπυριά σιτάρι να φάω!
Ας το λάβουμε υπ’ όψιν μας αυτό, διότι τα κόλλυβα πρέπει να γίνονται με σιτάρι.
Ο στολισμός ας είναι λιτός. Ο Κύριος είπε:
“ ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν μὴ ὁ κόκκος τοῦ σίτου πεσὼν εἰς τὴν γῆν ἀποθάνῃ, αὐτὸς μόνος μένει, ἐὰν δὲ ἀποθάνῃ πολὺν καρπὸν φέρει” (Ιωάν. 12,24 ) . Πηγή: «ΕΚΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Ουράνια μηνύματα
Θαυμαστά γεγονότα»
ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΒΑΡΝΑΚΟΒΑΣ
ΔΩΡΙΔΑ 2009
talantoblog
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by XAPA » Wed Feb 12, 2014 9:18 pm
Οι προσευχές της Εκκλησίας και των συγγενών ωφελούν τους κοιμηθέντας αδελφούς μας
Απο το Μεγάλο Γεροντικό
Στο ιερό κοινοβιακό Μοναστήρι του αγίου Παύλου επί των ημερών μας, κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο η μητέρα του Μονάχου Σεραφείμ, αδελφού της Ιεράς αυτής Μονής.
Ο Μοναχός Σεραφείμ, επειδή γνώριζε την αρετή και παρρησία που είχε στο Θεό ο Γέροντας Κωνστάντιος, επίσης κι αυτός αδελφός της ιδίας Μονής, με ευλάβεια και πίστη, τον παρεκάλεσε να κάνει ιδιαίτερη προσευχή, για την σωτηρία της ψυχής της μητέρας του Ευαγγελίας, που είχε κοιμηθεί.
Ο Γέρο - Κωνστάντιος ήταν υπόδειγμα υπακοής, ταπείνωσης και αδιάλειπτου προσευχής.
Αγνός και πρόθυμος να εξυπηρετήσει όλους τους αδελφούς, παρά το υπέργηρο της ηλικίας του.
Στην αρχή, από υπερβολική ταπείνωση, απέφευγε να δεχθεί την παράκληση αυτή του αδελφού Σεραφείμ, αλλά η επιμονή και πίστη του νεώτερου αυτού Μοναχού, έπεισαν τον Γέροντα Κωνστάντιο να κάνει προσευχή και κομβοσχοίνια για την ψυχή της δούλης του Θεού Ευαγγελίας.
Μετά από σαράντα ήμερες, κατά την ώρα της ιδιαίτερης αυτής προσευχής, παρουσιάζεται μπροστά στον Γέροντα Κωνστάντιο μια γυναικεία μορφή, η οποία ευχαριστούσε τον Γέροντα για την θερμή προσευχή, που έκανε για την ψυχή της και τον βεβαίωνε οτι πολύ ψυχική ωφέλεια και ανακούφιση έλαβε από τον πανάγαθο και πολυεύσπλαχνο Θεό.
Ο Γέρο - Κωνστάντιος, στο φάσμα της γυναικείας αυτής μορφής είπε:
«Ποια είσαι συ αδελφή που με ευχαριστείς; Δεν σε γνωρίζω και για ποια προσευχή μιλάς;»
Η γυναίκα απήντησε:
«Σεβαστέ γέροντα εγώ είμαι η μητέρα του Μοναχού Σεραφείμ, που σε παρακάλεσε να προσευχηθείς για μένα, και παρεκάλεσα τον Κύριο να μου επιτρέψει να σας ευχαριστήσω και να σας βεβαιώσω οτι πολύ ανακούφιση αισθάνθηκε η ψυχή μου και η προσευχή σας, Πάτερ, με βοήθησε πολύ να τύχω του θείου ελέους».
Άμα είπε αυτά έγινε άφαντο το όραμα της γυναίκας, ο δε Γέρο - Κωνστάντιος κάλεσε τον Μοναχό Σεραφείμ, προς τον οποίον αφού διηγήθηκε το όραμα, ευχαρίστησαν μαζί τον Κύριον ημών Ιησού Χριστό και την Αυτού Παναγία Μητέρα Κυρία και Δέσποινα Θεοτόκον, που είχαν και οι δυο παρακαλέσει, για να βοηθηθεί η ψυχή της δούλης του Θεού Ευαγγελίας και για την πληροφορία αυτή.
Μετά το γεγονός αυτό, ό Γέρο - Κωνστάντιος σε βαθύ γήρας (91) χρόνων, άφησε την πρόσκαιρη αυτή ζωή το 1973 και εισήλθε, στα ουράνια και θεία Σκηνώματα, θριαμβευτικά στην αιώνια και μακαρία ζωή της βασιλείας των ουρανών.
paterikiorthodoxia
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
by XAPA » Tue Feb 25, 2014 6:24 am
Ο ΑΓΙΟΣ ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΕΜΦΑΝΙΣΤΗΚΕ ΣΕ ΕΝΑ ΕΥΛΑΒΕΣΤΑΤΟ ΚΛΗΡΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΑΡΑΠΟΝΕΘΗΚΕ… Δεν πάει πολύς καιρός που ο Αγιος Νεκτάριος εμφανίστηκε σε ένα ευλαβέστατο κληρικό και του παραπονέθηκε.- Οι Αγιοι είμαστε υπο σύνταξη πιά……Οι άνθρωποι δεν προσεύχονται σε μας, δεν μας παρακαλούν, δεν μας ζητούν τίποτε,δεν μας δίνουν εργόχειρο.
Δεν μας δίνουν την ευκαιρία να προσευχηθούμε στο Θεό γι` αυτούς…..
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ. Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΜΑΖΙ ΜΑΣ, ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΜΑΖΙ ΤΟΥ;
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΟΡΘΟΔΟΞΟΣ ΚΥΨΕΛΗ
pentapostagma
-
XAPA
-
- Posts: 19393
- Joined: Tue Nov 22, 2011 5:35 pm
Return to ΘΕΜΑΤΑ ΠΙΣΤΕΩΣ ΚΑΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ
Who is online
Users browsing this forum: No registered users and 0 guests