Σεβασμός στους μεγαλυτέρους- Μερικές φορές, Γέροντα, μιλώ άσχημα στους μεγαλυτέρους. Καταλαβαίνω ότι σφάλλω και το εξομολογούμαι.- Αφού το καταλαβαίνεις και το εξομολογείσαι, σιγά-σιγά θα σιχαθής τον εαυτό σου, με την καλή έννοια, θα ταπεινωθής, και τότε θα έρθη η Χάρις του Θεού και θα φύγη αυτή η κακή συνήθεια.
- Γέροντα, καμμιά φορά λέω αστεία και πειράζω τις αδελφές από αγάπη, αλλά φοβάμαι την παρρησία.- Εσύ είσαι μικρή· δεν κάνει!
Συνήθως σε μια οικογένεια οι μεγάλοι πειράζουν και παίζουν τους μικρούς και όχι οι μικροί τους μεγάλους.
Έτσι χαίρονται και οι μικροί, χαίρονται και οι μεγάλοι.
Δεν ταιριάζει ένας μικρός να πειράζη τον παππού ή την γιαγιά.
Φαντάζεσαι να πηγαίνη το παιδάκι στα καλά καθούμενα να γαργαλεύη τον πατέρα του στον λαιμό;
Άλλο όταν ο μεγάλος τσυγκλάη τον μικρό, και ο μικρός χαίρεται και κινείται με μια καλή άνεση. Έτσι γίνεται ο μεγάλος μικρός και χαίρονται και οι δύο.
- Γέροντα, όταν πω την γνώμη μου σε έναν μεγαλύτερο για κάτι που μου λέει ο λογισμός ότι δεν είναι σωστό και αντιδράση, πρέπει τότε να συμφωνήσω;- Όχι, να μη συμφωνής στο κακό. Να λες το σωστό αλλά με καλό τρόπο.
«Μήπως να το κάνουμε έτσι; Σαν λογισμό σου το λέω». Ή να λες: «Έχω αυτόν τον λογισμό». Τότε γίνεσαι μαγνήτης και ελκύεις την Χάρη του Θεού.
Είναι μερικοί που από συνήθεια και όχι από πρόθεση να πουν την γνώμη τους μιλούν με παρρησία.
Πάντως, όπως και να είναι, χρειάζεται σεβασμός στον μεγαλύτερο.
Αλλά και ο μεγάλος τον θέλει κατά κάποιον τρόπο τον σεβασμό. Και αν έχη και ελαττώματα, έχει όμως και τα καλά του· έχει μια πείρα κ.λπ.
Εσύ, όταν σε ρωτούν, πες τον λογισμό σου ταπεινά και με σεβασμό, χωρίς να πιστεύης μέσα σου ότι είναι έτσι όπως το λες εσύ, γιατί ο άλλος μπορεί να ξέρη κάτι άλλο που εσύ δεν το ξέρεις ή δεν το σκέφθηκες.
Όταν κανείς είναι μικρός, τότε, αν λ.χ. ακούση μια συζήτηση για ένα θέμα και σκεφθή κάτι που νομίζει ότι είναι πιο σωστό, αν πρόκειται για συνομήλικο, πρέπει να πη:
«Μου πέρασε ο λογισμός». Αν πρόκειται για μεγαλύτερο στην ηλικία, πρέπει να πη: «Μου πέρασε ένας βλάσφημος λογισμός». Και το σωστό να πη κανείς, είναι αναίδεια, αν δεν έχη αρμοδιότητα.
- Όταν λέτε μεγαλύτερο, εννοείτε στα χρόνια ή στην πνευματική ζωή;- Κυρίως στα χρόνια. Γιατί, βλέπεις, και ένας που είναι σε προχωρημένη πνευματική κατάσταση, σέβεται έναν μεγαλύτερό του.
- Είναι φυσιολογικό, Γέροντα, να σέβεται κανείς περισσότερο έναν μικρότερο και πιο προοδευμένο πνευματικά από έναν μεγαλύτερο και λιγώτερο προοδευμένο;- Όχι, δεν είναι σωστή τοποθέτηση αυτή. Ό,τι και αν είναι ο μεγάλος, πρέπει να τον σεβασθής για την ηλικία.
Τον μεγαλύτερο θα τον σεβασθής για την ηλικία και τον μικρότερο για την ευλάβεια.
Όταν υπάρχη σεβασμός, ο μικρός σέβεται τον μεγάλο και ο μεγάλος τον μικρό. Μέσα στον σεβασμό είναι η αγάπη.
Ο Απόστολος Παύλος λέει: «Τω τον φόρον τον φόρον, τω την τιμήν την τιμήν» (1).
- Αν κάνουν παρατήρηση οι μικροί στους μεγάλους, είναι κακό;- Αυτό είναι το τυπικό της νέας γενιάς. Αλλά η Γραφή λέει «έλεγξον τον αδελφόν σου» (2), δεν λέει «έλεγξον τον πατέρα σου».
Οι σημερινοί νέοι έχουν λόγο, έχουν το αντάρτικο, δίχως να το καταλαβαίνουν. Την θεωρούν φυσιολογική αυτήν την συμπεριφορά.
Μιλούν με αναίδεια και σου λένε: «Το είπα απλά».
Έχουν επηρεασθή από αυτό το πνεύμα του κόσμου το αλήτικο, που δεν σέβεται τίποτε.
Δεν υπάρχει σεβασμός στην συμπεριφορά του μικρού προς τον μεγάλο και δεν το καταλαβαίνουν πόσο κακό είναι αυτό.
Όταν ο μικρός λέη κατεστημένο τον σεβασμό στον μεγάλο, για να έχη δήθεν προσωπικότητα, τι περιμένεις; Χρειάζεται πολλή προσοχή.
Το κοσμικό πνεύμα, το σύγχρονο, λέει: «Μην ακούτε τους γονείς, τους δασκάλους κ.λπ.». Γι΄ αυτό τα μικρότερα παιδιά γίνονται χειρότερα τώρα.
Μεγαλύτερη ζημιά παθαίνουν ιδίως εκείνα τα παιδιά που οι γονείς τους δεν καταλαβαίνουν τι κακό τα κάνουν με το να τα θαυμάζουν και να τα θεωρούν σπουδαία, όταν μιλούν με αναίδεια.
Είχαν έρθει στο Καλύβι δυό ξαδελφάκια οκτώ-εννιά χρονών με τον πατέρα τους.
Τα πήρα το ένα δεξιά, το άλλο αριστερά. Ήταν εκεί και ένας γνωστός μου ζωγράφος, πολύ καλό παιδί και καλλιτέχνης· σε ένα λεπτό, τακ-τακ, τον ζωγραφίζει τον άλλον.
«Διονύση, του λέω, ζωγράφισε τα παιδιά έτσι όπως καθόμαστε μαζί».
«Για να δούμε, λέει, αν τα καταφέρω, γιατί κουνιούνται». Έβγαλε μια κόλλα και άρχισε να ζωγραφίζη.
Πετιέται το ένα και λέει: «Για να δούμε, βρε βλάκα, τι θα φτιάξης!» και να είναι κόσμος μπροστά!
Ο νέος δεν ταράχτηκε καθόλου. «Αυτά είναι τα σημερινά παιδιά, Πάτερ!», μου λέει και συνέχισε να ζωγραφίζη.
Εμένα μου ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι. Και ο πατέρας του σαν να μη συνέβαινε τίποτε! Να λένε έτσι σε άνθρωπο τριάντα χρονών και ο άνθρωπος να κάθεται και να ζωγραφίζη! Αναίδεια, ασέβεια και πόσα άλλα!... Φοβερό!
Άντε τώρα κάποιο από αυτά τα παιδιά να θελήση να γίνη καλόγερος.
Πόση δουλειά χρειάζεται, για να γίνη αυτό το παιδί σωστός μοναχός!
Όταν οι μανάδες δεν τα προσέχουν, καταστρέφονται τα παιδιά. Όλη η βάση είναι οι μανάδες.
Στην Ρωσία, αν άλλαξε κάτι, είναι γιατί οι μανάδες κρυφά κράτησαν την πίστη, την ευλάβεια και βοήθησαν τα παιδιά.
Ευτυχώς που υπάρχει και λίγο προζύμι από χριστιανικές οικογένειες, αλλιώς θα ήμασταν χαμένοι.
- Αν αυτά τα παιδάκια, Γέροντα, που μεγαλώνουν έτσι, θελήσουν αργότερα να αλλάξουν ή να γίνουν μοναχοί, μπορούν;Αν πιστέψουν ότι δεν είναι καλό αυτό που έκαναν, θα τα βοηθήση ο Χριστός. Δηλαδή, αν μπη η καλή ανησυχία στον άνθρωπο, έληξε.
Αλλά, όταν νομίζουν ότι έχουν δίκαιο και λένε για τον ηγούμενο ή την ηγουμένη:
«Τι, δικτάτορα έχουμε εδώ; Πού ακούσθηκε αυτό στην εποχή μας;» πώς να διορθωθούν; Φθάνουν μερικά καλογέρια σε σημείο να μου λένε τέτοιες χαζομάρες.
Σιγά-σιγά χάνεται τελείως ο σεβασμός. Έρχονται στο Καλύβι νέα παιδιά και τα περισσότερα κάθονται με το ένα πόδι πάνω στο άλλο και οι γέροι δεν έχουν που να καθήσουν.
Αλλά, ενώ βλέπουν ότι τα κούτσουρα είναι πιο πέρα, βαριούνται να πάνε δυό βήματα να τα μεταφέρουν, για να καθήσουν.
Πρέπει εγώ να τα φέρω. Και ενώ με βλέπουν που τα κουβαλάω, δεν έρχονται να τα πάρουν. Νερό θέλουν να πιούν και δεν πηγαίνουν μόνα τους να πάρουν. Πρέπει εγώ να τους φέρω και δεύτερο κύπελλο.
Όχι, αλήθεια, μου κάνει εντύπωση· κοτζάμ παλληκάρια· έρχονται παρέα τριάντα άτομα, με βλέπουν να φέρνω μια κάσα λουκούμια και ένα μπετόνι νερό, να κουβαλώ και τα κύπελλα, για να τους βολέψω, να κουτσαίνω, και να μην κουνιούνται, και να σηκώνεται να με βοηθήση ένας ταξίαρχος, που έχει μπαρουτοκαπνισθή.
Νομίζουν ότι όπως πάνε σε ένα εστιατόριο ή σε ένα ξενοδοχείο και πάει το γκαρσόν, έτσι και στο Καλύβι θα έρθη το γκαρσόν.
Πέντε-έξι φορές έχω κάνει το εξής: κάνω τον κόπο, φέρνω το νερό και το χύνω μπροστά τους. «Εγώ να σας φέρω το νερό, παλληκάρια, τους λέω, αλλά δεν σας βοηθάει αυτό!»
Στα αστικά αυτοκίνητα βλέπεις μικρά παιδιά να κάθωνται και οι γέροι να στέκωνται όρθιοι.
Νέοι να κάθωνται με το ένα πόδι πάνω στο άλλο και μεγάλοι να σηκώνωνται, για να δώσουν την θέση τους σε έναν γέρο. Οι νέοι δεν την δίνουν.
«Την πλήρωσα, λένε, την θέση» και κάθονται χωρίς να υπολογίζουν κανέναν.
Παλιότερα τι πνεύμα υπήρχε! Οι γυναίκες κάθονταν στα σοκάκια δεξιά και αριστερά και, όταν περνούσε ο παπάς ή ένας ηλικιωμένος, σηκώνονταν.
Πόσες φορές αγανακτώ! Να είναι ηλικιωμένοι, σοβαροί άνθρωποι και με αξιώματα και να βλέπης κάτι παιδιά με μια αναίδιεα να διακόπτουν την συζήτηση, να λένε χαζομάρες και να το θεωρούν κατόρθωμα.
Τα κάνω νόημα να σταματήσουν, τίποτε. Πρέπει να τα κάνης ρεζίλι, για να σταματήσουν· αλλιώς δεν γίνεται! Σε κανένα Πατερικό δεν γράφει να μιλούν έτσι οι νέοι.
Το Γεροντικό λέει, «είπε Γέρων», δεν λέει «είπε νέος». Παλιά οι μικροί δεν μιλούσαν μπροστά στους μεγάλους και χαίρονταν που δεν μιλούσαν. Ούτε κάθονταν εκεί που κάθονταν οι μεγάλοι.
Είχαν μια συστολή, μια ευλάβεια, κοκκίνιζαν, όταν μιλούσαν σε έναν μεγαλύτερο. Και αν μιλούσε κανένα παιδί άσχημα στους γονείς του, δεν θα έβγαινε στην αγορά από ντροπή.
Και στο Άγιον Όρος, αν δεν είχε άσπρα γένια κανείς, δεν έμπαινε στον χορό να ψάλη. Τώρα βλέπεις και δόκιμοι μαζεύονται και προδόκιμοι!...
Τέλος πάντων, αλλά τουλάχιστον να μάθουν να κινούνται με σεβασμό και ευλάβεια.
Και βλέπεις μαθητή της Αθωνιάδος να λέη στον Σχολάρχη, που είναι και Δεσπότης: «Άγιε Σχολάρχα, θα μιλήσουμε ίσος προς ίσον». Εκεί φθάνουν! Και το κακό είναι που σου λέει: «Γιατί, τι είπα; Δεν το καταλαβαίνω».
Δεν λέει: «Με συγχωρήτε, έχει ευλογία να πω έναν λογισμό; Μπορεί να είναι και ανοησία», αλλά ένα και ένα σαν να μη συμβαίνη τίποτε: «Η γνώμη σου και η γνώμη μου».
Κατάλαβες; Αυτό το πνεύμα δυστυχώς μπήκε και στην πνευματική ζωή και στον Μοναχισμό.
Ακούς δόκιμους μοναχούς να λένε: «Ενώ του το είπα του Γέροντα, δεν με καταλαβαίνει! Επανειλημμένως του το είπα».
«Καλά, πώς το λες αυτό το «επανειλημμένως»; Έτσι είναι σαν να λες: «Δεν διορθώθηκε ο Γέροντας»».
«Γιατί, λέει, δεν μπορώ να εκφέρω την γνώμη μου;»
Είναι να τινάζεσαι στον αέρα με κάτι τέτοια. Και στο τέλος σου λέει:
«Σενοχωρέθηκες; Με συγχωρής». Να τον συγχωρήσω όχι γι΄ αυτά που είπε, αλλά γιατί ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι μου!
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ ΛΟΓΟΙ A’
1) Ρωμ. 13, 7
2) Βλ. Ματθ. 18, 15